ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ Σχ ολή Διοίκησή και Οικονομίας Τμήμα Λογιστική



Σχετικά έγγραφα
Σοφία Γιουρούκου, Ψυχολόγος Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια

Όταν το μάθημα της πληροφορικής γίνεται ανθρωποκεντρικό μπορεί να αφορά και την εφηβεία.

ΔΙΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Φυσική Β' Γυμνασίου. Επιμέλεια: Ιωάννης Γιαμνιαδάκης

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

Προδημοσιεύτηκαν τα τέσσερις πρώτα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ που αφορούν

03-00: Βιομάζα για παραγωγή ενέργειας Γενικά ζητήματα εφοδιαστικών αλυσίδων

Οι 21 όροι του Λένιν

Τοποθέτηση Δημάρχου Γ. Πατούλη. για τεχνικό πρόγραμμα 2010

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θεµατικές ενότητες: παρεµβάσεις και ενδεικτικές υποθέσεις. 1. Οικονοµική πολιτική. Παρεµβάσεις οικονοµικού χαρακτήρα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣ ΓΑΖΙΟΥ

Ακίνητα: Προϋπόθεση μεταβίβασης ο ενιαίος φόρος Υποχρέωση «επόπτη» σε συμβολαιογράφους, φύλακες μεταγραφών και προϊσταμένους κτηματολογικών γραφείων

Κατερίνα Παναγοπούλου: Δημιουργώντας κοινωνικό κεφάλαιο την εποχή της κρίσης

Ασυντήρητες και επικίνδυνες οικοδομές

ΗΛΙΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΥΤΟΣΚΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΤΗΡΙΑΚΟΥ ΚΕΛΥΦΟΥΣ

Παραβατικότητα Ανηλίκων και Πρόγραμμα Κυκλοφοριακής Αγωγής «ΕΡΜΗΣ» ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΑΘΗΝΑΣ

Συνοπτική Παρουσίαση. Ελλάδα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση - παρέμβαση του Υπουργού Δ.Μ.&Η.Δ.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΑΠΑΖΩΤΟΥ ΧΡΥΣΑΝΘΗ-ΣΟΦΙΑ ΠΛΑΚΑ ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΤΣΑΡΑ

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ & ΨΥΛΛΑ ΑΘΗΝΑ Τηλ Fax adedy@adedy.gr, adedy1@adedy.gr

Το σχέδιο έχει ως βάση ένα ενιαίο σύστημα κλειστών αγωγών το οποίο εκτείνεται

Ομάδα έργου. Με την 446/15 απόφαση Δ.Σ.,συγκροτήθηκε ομάδα έργου αποτελούμενη από τους:

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ» ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2005

Ο τίτλος της εργασία μας για αυτό το τετράμηνο ήταν «Πολίτες της πόλης μου, πολίτες της οικουμένης». Κλιθήκαμε λοιπόν να γνωρίσουμε καλύτερα την πόλη

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΟΥ ΧΑΝΙΟΥ ΤΟΥ ΙΜΠΡΑΗΜ ΚΩΔΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΥ: 12234

Αρµοδιότητες Αυτοτελούς Τµήµατος Δηµοτικής Αστυνοµίας

Το ολοκαύτωμα της Κάσου

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΗΓΑΝΕΛΑΙΟΥ ΓΙΑΤΙ - ΠΩΣ - ΠΟΤΕ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ

Το συνέδριο σας πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τον τόπο, την οικονομία της χώρας, την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας.

Τίτλος Ειδικού Θεματικού Προγράμματος: «Διοίκηση, Οργάνωση και Πληροφορική για Μικρο-μεσαίες Επιχειρήσεις»

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ

Συνεταιριστική Οικονομία

ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΩΝ

Ατομικό ιστορικό νηπίου

ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Αγγελική Περιστέρη Α 2

ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ-ΧΑΪΝΗΔΕΣ Οι Χαΐνηδες Ο Δημήτρης Αποστολάκης

Καλωσόρισμα επισήμων. Κυρίες και κύριοι,

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: 58/ 2014 ΝΟΜΟΣ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΙΤΣΑΣ Δ/ΝΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΛΕΤΗ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ : ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ & ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Θέμα: Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την παροχή «Υπηρεσιών Καθαριότητας» Ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού

...ακολουθώντας τη ροή... ένα ημερολόγιο εμψύχωσης

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

Μια πρακτική εφαρμογή της Εμπέδωσης στην Δ τάξη. Δημήτρης Κουρουσίδης

Συνταξιοδοτικός ΠΟΕΔΗΝ. Μετά την εφαρμογή των νόμων Ν.4336/2015, Ν.4337/2015. Πίνακες με τα νέα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης Δημόσιο.

& ../../ , :.. : FAX :... & :...

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ. Από τα πρακτικά της με αριθμό 13ης/2013, συνεδρίασης του Περιφερειακού Συμβουλίου την Τρίτη 9 Ιουλίου 2013 στην Κέρκυρα με τηλεδιάσκεψη.

Οι ΕΔ που χρειάζεται η χώρα

«Συλλογή, μεταφορά και διαχείριση επικίνδυνων στερεών αποβλήτων της Γ.Μ.Μ.Α.Ε. ΛΑΡΚΟ»

Αρωματικά φυτά της Ελλάδας

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ. των Τοπικών Προϊόντων. του Δήμου Σητείας. «Σητείας Γη»

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

Κανόνες λειτουργίας της Επιτροπής Ηθικής και Δεοντολογίας

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2008 ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΡΧΗΓΟ ΤΗΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

ΚΩ ΙΚΑΣ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΑΠΟΥΤΣΑΝΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ»

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ. Από τα πρακτικά της με αριθμό 21ης/2013, συνεδρίασης του Περιφερειακού Συμβουλίου την Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2013 στην Κέρκυρα.

Σε ποιες κατηγορίες μειώνεται η σύνταξη από 1/1/2009 (σε εφαρμογή του Ν.3655/2008)

Στεκόμαστε αλληλέγγυοι σ όσους, ατομικά ή συλλογικά επανακτούν αυτά που νόμιμα μας κλέβουν οι εξουσιαστές.

11. Προϋπολογισμός Προϋπολογισμός και αποδοτικότητα δημοσίων υπηρεσιών: υφιστάμενη κατάσταση

1. Κώστα Κυριλή 2. Εμμανουέλα Μπουγά 3. Πόπη Δόγα. Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη:

Βουλευτικές Εκλογές 2011

Συµπερασµατικές σκέψεις και προτάσεις

ΔΕΛΤΙΟ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Α. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΜΙΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΟΥ Τακτικής Συνεδρίασης Δημοτικού Συμβουλίου Αιγιαλείας 5 Oκτωβρίου 2015

Ο «ΕΚΑΛΟΓΟΣ» ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ

(Εργασία των μαθητών της ΣΤ Τάξης στα πλαίσια του μαθήματος της Γλώσσας)

Δασικά Οικοσυστήματα και Τεχνικά Έργα

ΕΙΣΗΓΗΣΗ. επί της 5ης Αναμόρφωσης του προϋπολογισμού της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, για το οικονομικό έτος 2014

Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο

ΕΝΤΟΛΕΑΣ: ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ:

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ ΔΗΜΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ

Θεσσαλονίκη: 177 πινακίδες σε 26 κόμβους... για να μη χανόμαστε στο Πανόραμα - Daveti Home Brok Thursday, 01 November :13

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Σχολή Αναρρίχησης Βράχου Μέσου Επιπέδου Άνοιξη 2014

ΑΠΟΦΑΣΗ 32 ου ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Π.Ο.Σ.Ε.Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Καλαμπάκα, 4 & 5 Μαΐου 2014

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

Δαλιάνη Δήμητρα Λίζας Δημήτρης Μπακομήτρου Ελευθερία Ντουφεξιάδης Βαγγέλης

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ελλείψεις στο φορολογικό νομοσχέδιο. Σοβαρές ελλείψεις στη νέα μορφή του φορολογικού νομοσχεδίου

Πρακτικό εργαλείο. για την ταυτοποίηση πρώτου επιπέδου των θυμάτων παράνομης διακίνησης και εμπορίας. τη σεξουαλική εκμετάλλευση

Η Ψυχοπαθολογία του Πολιτικού Του Φ.Μωρόγιαννη *

Βαρβάρα Μπουκουβάλα, ΔΝ-Πρωτοδίκης ΔΔ

Ομιλία του Υφυπουργού Ανάπτυξης κου Θανάση Σκορδά στο CapitalVision 2012

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΈΓΓΡΑΦΟ Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.Ε. ΟΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ

Σχετ: Το από έγγραφό σας (αρ. πρωτ. εισερχ. 932/ ). Σε απάντηση του ως άνω σχετικού, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

Οι 99 θέσεις του Ποταμιού

8 Μάρτη. Η βία κατά των γυναικών

Ο αρτινός συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος, μιλάει στην «Γ», με την ευκαιρία της έκδοσης του νέου του βιβλίου

ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΟΡΕΙΑ. Αθήνα, 15 Απριλίου 2011 ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 7. - Αρχηγούς Συστημάτων και Τμημάτων - Περιφερειακούς και Τοπικούς Εφόρους - Εφόρους Περιοχής

Ευρώπη: Μια κοινότητα αξιών

ΠΡΟΣΩ ΟΛΟΤΑΧΩΣ! ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

Περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής Ο Ιησούς περπατά στους δρόμους μας, έρχεται στα σπίτια μας για να μας προσφέρει την πίστη

και ενδυόμενος με θεία αγάπη την ποδιά του ιατρού έδενε με τα γυμνά του χέρια τις πληγές των πασχόντων και έπειτα τις ασπαζόταν.

Transcript:

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ Σχ ολή Διοίκησή και Οικονομίας Τμήμα Λογιστική Θέμα πτυχιακής εργασίας: Μελέτη ανάλυσης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων των επιχειρήσεων του κλάδου τροφίμων και ποτών στον Νομό Ξάνθης. Εισηγητής : ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ ΜΙΧΑΗΛ Σπουδάστρια: ΤΣΑΟΥΣΕΛΗ ΕΥΓΕΝΙΑ Καβάλα 2011

Πίνακα Περιεγο»ένων ΕΙΣΑΓΩΓΗ...4 1. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ... 5 1.1. Γενικά... 5 1.2. Ιστορική Αναδρομή... 6 2. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ... 7 2.1. Έννοια την Οικονομικής Ανάλυσης... 7 2.2. Σκοπός της Οικονομικής Ανάλυσης... 7 2.3. Επίπεδα Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης... 7 2.3.1. Η ανάλυση της οικονομίας... 7 2.3.2. Η ανάλυση του κλάδου... 8 2.3.3. Η ανάλυση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών μιας επιχείρησης...9 2.4. Ποιους Ενδιαφέρει η Ανάλυση... 11 2.5. Είδη Ανάλυσης Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων... 11 2.5.1. Ανάλογα με την θέση του οικονομικού αναλυτή... 11 2.5.2. Ανάλογα με τα στάδια διενέργειας της ανάλυσης... 13 3. ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ... 13 3.1. Γενικά... 13 3.2. Κάθετη η Διαστρωματική Μέθοδος... 14 3.3. Οριζόντια η Συγκριτική Μέθοδος... 15 3.4. Ανάλυση με Δείκτες Τάσεις... 15 3.5. Ανάλυση με Αριθμοδείκτες... 15 4. ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ... 16 4.1. Ισολογισμός... 16 4.2. Αποτελέσματα Χρήσης... 16 4.3. Πίνακας Διάθεσης Αποτελεσμάτων... 17 4.4. Προσάρτημα... 17 4.5. Κατάσταση Λογαριασμού Γενικής Εκμετάλλευσης... 19 5. ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ... 19 5.1. Γενικά... 19 5.2. Πηγές Κατάρτισης Αριθμοδεικτών... 20 5.3. Αριθμοδείκτες Ρευστότητας...20 5.3.1. Γενικής ρευστότητας...21 5.3.2. Ειδικής ρευστότητας...24 5.4. Αριθμοδείκτες Δραστηριότητας... 25 5.4.1. Ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων... 26 5.4.2. Ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων...27 5.5. Αριθμοδείκτες Αποδοτικότητας...28 5.5.1. Μεικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους...29 5.5.2. Αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων... 31 5.6. Αριθμοδείκτες Διάρθρωσης Κεφαλαίων & Βιωσιμότητας... 32 5.6.1. Ιδίων προς συνολικά κεφάλαια... 34 5.6.2. Κάλυψη χρηματοοικονομικών εξόδων... 35 6. ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ... 37 6.1. Γενίκα Στοιχεία του Κλάδου των τροφίμων και ποτών...37 2

7. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΩΝ ΤΟΜΕΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ & ΠΟΤΩΝ ΝΟΜΟΥ ΞΑΝΘΗΣ... 39 7.1. Εισαγωγή... 39 7.2. Ενοποιημένος Ισολογισμός Επιχειρήσεων (5 επιχείρησεις)...40 7.3. Δείκτες Ρευστότητας... 42 7.3.1. Γράφημα γενικής ρευστότητας...42 7.3.2. Γράφημα ειδίκης ρευστότητας...42 7.4. Δείκτες Δραστηριότητας... 43 7.4.1. Γράφημα ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων...43 7.4.2. Γράφημα κυκλοφορίας αποθεμάτων...44 7.5. Δείκτες Αποδοτικότητας... 44 7.5.1. Γράφημα μικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους...44 7.5.2. Γράφημα αποδοτικότιτας ιδίων κεφαλαίων... 45 7.6. Δείκτες Δίαρθρωσης κεφαλαίων... 46 7.6.1. Γράφημα ιδιων κεφαλαίων προς συνολικά...46 7.6.2. Κάλυψης χρηματοοικονομικών εξόδων...46 8. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ... 47 9. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 50 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αντικείμενο της εργασίας είναι η ανάλυση και η σύγκριση των λογιστικών καταστάσεων. Η ανάλυση πραγματοποιείτε με την βοήθεια των αριθμοδεικτών ενώ η σύγκριση γίνεται είτε για μια σειρά παλαιότερων ετών της συγκεκριμένης επιχείρησης είτε μεταξύ της επιχείρησης και μιας άλλης που ανήκει στον ίδιο κλάδο και είναι προτιμότερο να συγκρίνεται με την ανταγωνίστρια εταιρία εάν υπάρχει. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζουμε θεωρητικά την έννοια και το σκοπό της ανάλυσης. Στη συνέχεια ποιους ενδιαφέρει η ανάλυση και τα είδη της καθώς επίσης και τις μεθόδους ανάλυσης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Έπειτα αναλύουμε την έννοια και το περιεχόμενο των καταστάσεων αυτών και κλείνοντας το πρώτο μέρος της εργασίας παρουσιάζουμε θεωρητικά τους χρηματοοικονομικούς αριθμοδείκτες. Το δεύτερο μέρος είναι το πρακτικό μέρος, στο οποίο ασχολούμαστε με την ανάλυση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων του κλάδου τροφίμων και ποτών για τον Νομό Ξάνθης. Ειδικότερα, γίνεται σχολιασμός της χρηματοοικονομικής κατάστασης του εν λόγω κλάδου, καταγράφονται τυχόν αδυναμίες ή συγκριτικά πλεονεκτήματα αυτού και παρατίθενται σχετικές προτάσεις για την βελτίωση των χρηματοοικονομικών τους. 4

1. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 1.1. Γενικά Η Χρηματοοικονομική Λογιστική χρησιμοποιεί επιστημονικές μεθόδους οι οποίες επεξεργάζονται αναλυτικά στοιχεία με αποτέλεσμα την αξιολόγηση κάθε πρότασης επενδυτικού περιεχομένου (Πομόνης, 2003). Η ποιο γνωστή μέθοδος είναι η λογιστική. Η λογιστική έχει ως σκοπό την καταγραφή και μελέτη των γεγονότων που αφορούν την κάθε επιχείρηση, ώστε να επιτυγχάνεται ο έλεγχος και η σωστή λειτουργία της. Ενδιαφερόμενοι για τις λογιστικές πληροφορίες είναι οι διευθύνοντες της επιχείρησης, οι μέτοχοι αλλά και πολλοί άλλοι έξω από αυτήν, όπως πιστωτές, ανταγωνιστές, δημόσιο. Ο ρόλος της λογιστικής τελειώνει με την κατάρτιση λογιστικών καταστάσεων. Από το σημείο αυτό και μετά αρχίζει ένας άλλος, πιο σπουδαίος ρόλος, ο οποίος αναφέρεται στη διερεύνηση, ερμηνεία και αξιολόγηση των στοιχείων των λογιστικών αυτών καταστάσεων. Οι λογιστικές καταστάσεις παρέχουν πληροφορίες που μπορούν να βοηθήσουν τους ενδιαφερόμενους για τις επιχειρηματικές μονάδες, να λάβουν σωστές αποφάσεις. Αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών. Η πραγματική, όμως εικόνα μιας επιχείρησης δίνεται σε συνδυασμό και με άλλες συμπληρωματικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στους ετήσιους απολογισμούς που καταρτίζουν οι επιχειρήσεις, καθώς και σε αλλά εξωλογιστικά δεδομένα (Πομόνης, 2003; ). Η πλέον σημαντική πηγή πληροφοριών όμως, για τη δραστηριότητα μιας επιχείρησης είναι οι βασικές λογιστικές καταστάσεις οι οποίες ως γνωστόν είναι ο ισολογισμός και η κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης. Εκεί εμφανίζονται τα περιουσιακά στοιχεία, οι πήγες προελεύσεως των κεφαλαίων της, καθώς και τα οικονομικά αποτελέσματα από τις δραστηριότητες. Οι παραπάνω όμως λογιστικές καταστάσεις παρουσιάζουν ορισμένα μειονεκτήματα, τα οποία δυσχεραίνουν αρκετά το έργο του αναλυτή. Το πιο σημαντικό από αυτά είναι: Ο χρόνος που συνήθως μεσολαβεί από το τέλος της χρήσης στην οποία αναφέρονται, μέχρις ότου δημοσιευθούν και γίνουν γνωστές 5

στο ευρύ κοινό, είναι αρκετά μακρύς. Για την αντιμετώπιση των μειονεκτημάτων χρησιμοποιείτε η χρηματοοικονομική ανάλυση, η οποία ασχολείται με των υπολογισμό των κατάλληλων μεγεθών και σχέσεων που είναι σημαντικές και χρήσιμες για τη λήψη οικονομικής φύσεως αποφάσεων (Πομόνης, 2003). 1.2. Ιστορική Αναδρομή Το Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο ορίζεται από το Προεδρικό διάταγμα 1123 του 1980 (ΠΔ 1123/1980). Σύμφωνα με το άρθρο 48, παράγραφος 1 του Νόμου 1041 του 1980 (Ν 1041/1980), "Το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο αποτελεί σύστημα κανόνων ταξινομήσεως των λογιστικών μεγεθών, μέσω του οποίου αποσκοπείτε η τυποποίηση των οικονομικών μονάδων της Χώρας τηρούμενων λογαριασμών, η κάθε ενιαία λειτουργία και συλλειτουργία αυτών, η βάσει παραδεδεγμένων αρχών και μεθόδων αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων, η σύνταξη και δημοσίευση τυποποιημένων ισολογισμών, αποτελεσμάτων και λοιπών οικονομικών αποτελεσμάτων και ο εν γένει σχεδιασμός της λογιστικής σε εθνική κλίμακα". Στηρίχθηκε στη φιλοσοφία του γαλλικού μοντέλου, ενώ από το 2006 και έπειτα τηρείται το σχέδιο των λογαριασμών, αλλά ακολουθούνται για τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων οι λογιστικές πρακτικές των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (http://www.el.wikipedia.org/wiki/ Ελληνικό_ Γενικό_Σχέδιο). Θα πρέπει να αναφερθεί το γεγονός ότι οι λογιστικοί υπολογισμοί δεν ταυτίζονται πάντα με τις φορολογικές απαιτήσεις του κράτους, συνεπώς θα πρέπει να τηρείται το σχέδιο λογαριασμών του Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, οι λογιστικές πρακτικές των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης για τις οικονομικές καταστάσεις και οι φορολογικοί υπολογισμοί που επιτάσσει ο εμπορικός κώδικας και η ελληνική νομολογία των εταιριών για την καταβολή των φόρων. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάλυση πολλών περαιτέρω βαθμίδων λογαριασμών είναι ενδεικτική και υπάρχουν κενοί λογαριασμοί για τις ανάγκες της κάθε επιχείρησης (http://www.el.wikipedia. ρ^/μ^/ελληνικό Γενικό Σγέδιο). 6

2. ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 2.1. Έννοια την Οικονομικής Ανάλυσης Ο όρος ανάλυση χρηματοοικονομικών καταστάσεων σημαίνει τη σύγκριση κατά αξία των διαφόρων ομαδοποιημένων στοιχείων που περιέχουν προς το σύνολο τους ή προς την αξία ορισμένης ομάδας στοιχείων και ακόμη προς τα στοιχεία άλλου ή άλλων ισολογισμών της ίδιας ή ομοειδούς οικονομικής μονάδας με σκοπό τη μελέτη της οικονομικής κατάστασής της (Νιάρχος, 2004). 2.2. Σκοπός της Οικονομικής Ανάλυσης Βασικός στόχος της ανάλυσης λογιστικών καταστάσεων είναι η διευκόλυνση της λήψης αποφάσεων οι οποίες αφορούν την αποτελεσματική κατανομή οικονομικών πόρων. Οι αποφάσεις αυτές επηρεάζουν άμεσα τα οικονομικά συμφέροντα των ομάδων οι οποίες χρησιμοποιούν τις λογιστικές καταστάσεις μίας επιχείρησης, όπως των μετόχων, των πιστωτών, της διοίκησης, των εργαζομένων, της πολιτείας, των πελατών, κλπ. Η λήψη αυτών των αποφάσεων απαιτεί εκτίμηση της μακροχρόνιας και βραχυχρόνιας δυνατότητας επιβίωσης καθώς και της αποδοτικότητας της επιχείρησης η οποία αποτελεί αντικείμενο ανάλυσης. Η ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων επιτρέπει την εκτίμηση τόσο του κινδύνου όσο και της αποδοτικότητας μιας επιχείρησης προκειμένου να ληφθεί μια απόφαση σχετική με την κατανομή οικονομικών πόρων (Νιάρχος, 2004). 2.3. Επίπεδα Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης 2.3.1. Η ανάλυση της οικονομίας Η γνώση του οικονομικού περιβάλλοντος στο οποίο λειτουργεί μια επιχείρηση επιτρέπει την καλύτερη αξιολόγηση των επιτεύξεων του παρελθόντος, τον καταλογισμό ευθυνών και την ακριβέστερη πρόβλεψη των αποδόσεων του μέλλοντος. Η γνώση και η δυναμικότητα ερμηνείας διαφόρων μακροοικονομικών μεγεθών, όπως το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα, ο πληθωρισμός, το έλλειμμα του κρατικού 7

προϋπολογισμού, το ύψος των επιτοκίων, το ποσοστό των ανέργων και η προσφορά χρήματος, επιτρέπουν στον αναλυτή να αναγνωρίσει τις συνέπειες που έχουν για τα κέρδη και τις ταμειακές ροές μεταβολές αυτών των μεγεθών. Οι μακροοικονομικοί παράγοντες που μπορούν να ενδιαφέρουν έναν αναλυτή είναι δυνατό να ενταχθούν σε δύο ευρύτερες κατηγορίες (Νιάρχος, 2004): ΐ. σε αυτούς οι οποίοι προκαλούν μεταβολή στη συνολική ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών στην οικονομία και ΐΐ. σε αυτούς οι οποίοι προκαλούν μεταβολή στη συνολική προσφορά. Παραδείγματα μακροοικονομικών παραγόντων και ενεργειών με θετικές συνέπειες για τη συνολική ζήτηση αποτελούν: ΐ. Η αύξηση των κρατικών δαπανών ΐΐ. Η αύξηση της προσφοράς χρήματος ΐΐΐ. Η αύξηση της ζήτησης από ξένες χώρες ΐν. Η μείωση των φορολογικών συντελεστών Παραδείγματα γεγονότων με αρνητικές συνέπειες για τη συνολική προσφορά αγαθών και υπηρεσιών αποτελούν: ΐ. Η αύξηση της τιμής του πετρελαίου ΐΐ. Η ολοκληρωτική καταστροφή γεωργικής παραγωγής από φυσικές δυνάμεις ΐΐΐ. Η αύξηση των μισθών και ημερομισθίων 2.3.2. Η ανάλυση του κλάδου Το επόμενο επίπεδο ανάλυσης απαιτεί εξέταση των συνθηκών του κλάδου στον οποίο λειτουργεί η επιχείρηση. Κάθε κλάδος συνήθως περνά από τις εξής διαδοχικές φάσεις ζωής (Νιάρχος, 2004): ΐ. Έναρξη ΐΐ. Παγιοποίηση ΐΐΐ. Ωρίμανση ΐν. Παρακμή 8

Κατά τη φάση της έναρξης της ζωής ενός κλάδου, παρατηρείται η εισαγωγή μιας νέας τεχνολογίας ή ενός νέου προϊόντος η οποία συνοδεύεται από πολύ υψηλούς ρυθμούς αύξησης των πωλήσεων για όλο τον κλάδο αλλά όχι και κατ ανάγκη για όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου, μερικές από τις οποίες θα εξαγοραστούν από άλλες περισσότερο υγιείς και άλλες θα χρεοκοπήσουν. Κατά τη φάση της παγιοποίησης, οι πωλήσεις και τα κέρδη αυξάνονται με ρυθμούς υψηλότερους από τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, εμφανίζονται οι ηγέτιδες επιχειρήσεις στον κλάδο και το μερίδιο αγοράς που έχει η κάθε επιχείρηση είναι πλέον γνωστό. Κατά τη φάση της ωρίμανσης, ο ρυθμός αύξησης των πωλήσεων είναι ανάλογος του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας, ο ανταγωνισμός όμως έχει αυξηθεί με αποτέλεσμα να έχει συμπιέσει τα κέρδη, τα οποία δε γνωρίζουν τους ρυθμούς των προηγουμένων φάσεων. Κατά τη φάση αυτή της ωρίμανσης, έχει επιτευχθεί η συσσώρευση μεγάλων ποσών διαθεσίμων, τα οποία θα πρέπει να διανέμονται στους μετόχους καθώς υπάρχουν περιορισμένες ευκαιρίες επένδυσης στον ίδιο κλάδο (Γκίκας, 2002). Τέλος, κατά τη φάση της παρακμής, επικρατούν ρυθμοί αύξησης των πωλήσεων μικρότεροι του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας ή ακόμα και συρρίκνωση των πωλήσεων. 2.3.3. Η ανάλυση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών μιας επιχείρησης Μετά την ανάλυση της οικονομίας και του κλάδου που ανήκει η επιχείρηση απαιτείται λεπτομερής ανάλυση των ατομικών χαρακτηριστικών της επιχείρησης. Η ανάλυση αυτή εξετάζει τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά χαρακτηριστικά της επιχείρησης. Κατά την διάρκεια της ανάλυσης καθώς και μετά την ανάλυση, όταν εξάγονται συμπεράσματα, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι υπάρχει μια διαρκής επίδραση και αλληλεξάρτηση των ποσοτικών χαρακτηριστικών της επιχείρησης. Τα σπουδαιότερα ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας επιχείρησης είναι τα ακόλουθα (Γκίκας, 2002): ΐ) Η ποιότητα της διοίκησης. 9

Αναφέρεται στην ορθότητα των επιλογών της διοίκησης σχετικά με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες οι οποίες έχουν αναληφθεί, τις επενδύσεις οι οποίες έχουν γίνει, τους τρόπους χρηματοδότησης της επιχείρησης, τη μερισματική πολιτική, την αξιοποίηση και εξέλιξη του προσωπικού και γενικά την αύξηση της αξίας της επιχείρησης. ΐΐ) Η ποιότητα των εργασιακών σχέσεων. Αναφέρεται στην ύπαρξη αρμονικών σχέσεων μεταξύ εργαζομένων και διοίκησης, της οποίας οι ενέργειες πρέπει να είναι σύμφωνες με τα συμφέροντα των μετόχων. ΐΐΐ) Η ποιότητα των παραγομένων προϊόντων και των παρεχομένων υπηρεσιών Εξασφαλίζουν τη μακροχρόνια εμπιστοσύνη των πελατών σε μία επιχείρηση. Οι συνέπειες για μίας επιχείρηση της έμφασης που δίνεται στην ποιότητα των παραγομένων προϊόντων και παρεχομένων υπηρεσιών είναι αύξηση τόσο του μεριδίου αγοράς όσο και του ρυθμού αύξησης των κερδών. ΐν) Η απουσία εξάρτησης από έναν πελάτη ή έναν προμηθευτή Η εξάρτηση από έναν πελάτη αυξάνει τον επιχειρηματικό κίνδυνο μιας επιχείρησης, αν ο πελάτης αποφασίσει ένα υποκατάστατο προϊόν από άλλη επιχείρηση ή αν χρεοκοπήσει, με δυσμενείς συνέπειες όχι μόνο για τις πωλήσεις και τα κέρδη της αλλά και για την πιθανότητα επιβίωσης της επιχείρησης. Η εξάρτηση από έναν προμηθευτή, επίσης, δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο διακοπής της παραγωγικής δραστηριότητας μιας επιχείρησης με δυσμενείς συνέπειες για τις πωλήσεις και τα κέρδη, αν ο προμηθευτής παύσει να λειτουργεί ή αν σταματήσει να προμηθεύει ένα συγκεκριμένο τμήμα ενός προϊόντος ή αν αυξήσει τις τιμές του. ν) Η κοινωνική ευαισθησία της επιχείρησης Αποτελείται από το ενδιαφέρον της επιχείρησης για την υγεία των πελατών, για το περιβάλλον και την υγεία των εργαζομένων. Η χορηγία πολιτιστικών 10

εκδηλώσεων αποτελεί επίσης ένδειξη κοινωνικής ευαισθησίας με έμμεσες θετικές συνέπειες για τα κέρδη οι οποίες απορρέουν από την ευρύτερη αναγνώριση της επωνυμίας της επιχείρησης. 2.4. Ποιους Ενδιαφέρει η Ανάλυση Αυτοί που ενδιαφέρονται και χρησιμοποιούν την τεχνική της ανάλυσης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, με σκοπό τη λήψη αποφάσεων μπορούν να καταταγούν στις παρακάτω βασικές κατηγορίες (Μπαλτσής, 2003): 1) Επενδυτές - μέτοχοι 2) Διοικούντες την οικονομική μονάδα 3) Δανειστές της οικονομικής μονάδας 4) Οικονομικοί αναλυτές, χρηματιστές, στελέχη τραπεζών και χρηματιστηριακών εταιριών. 5) Αναλυτές σε περιπτώσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων 6) Ελεγκτές χρηματοοικονομικών καταστάσεων 7) Λοιπές ομάδες ενδιαφερομένων 2.5. Είδη Ανάλυσης Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων 2.5.1. Ανάλογα με την θέση του οικονομικού αναλυτή Ανάλογα με την θέση εκείνου ο οποίος την διενεργεί, υπάρχουν δύο είδη η εσωτερική και η εξωτερική ανάλυση (Νιάρχος, 2004). α) Εσωτερική Ανάλυση Η εσωτερική ανάλυση πραγματοποιείτε με πρόσωπα που έχουν άμεση σχέση με την επιχείρηση και μπορούν να έχουν πρόσβαση στα λογιστικά βιβλία και λογιστικά έγγραφα. Το κυριότερο πλεονέκτημα αυτού του είδους της ανάλυσης είναι ότι επιτρέπουν σ αυτών που την διενεργεί να ελέγξει τις διάφορες μεθόδους και διαδικασίες που πραγματοποιήθηκαν. 11

Επιπλέον, η εσωτερική ανάλυση προσπαθεί να ερμηνεύσει ορισμένα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης για λογαριασμό της, την πολιτική των αποσβέσεων, τα στοιχεία των οικονομικών καταστάσεων, τις μεθόδους αποτίμησης κλπ. Εσωτερική αναλυτές είναι κύριος στελέχη της επιχειρήσεις, ορκωτοί ελεγκτές. Κατ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ο έλεγχος της λειτουργίας της επιχειρήσεις. β) Εξωτερική Ανάλυση Η εξωτερική ανάλυση πραγματοποιείται από πρόσωπα που βρίσκονται έξω από την επιχείρηση και βασίζεται κυρίως σε στοιχεία που έχουν από δημοσιευμένες λογιστικές καταστάσεις, από τις εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών. Είναι γνωστό ότι ο εξωτερικός αναλυτής δεν γνωρίζει σε βάθος την επιχείρηση, έτσι το έργο του γίνεται ακόμη πιο δύσκολο όσο πιο συνοπτικά είναι τα στοιχεία που δημοσιεύονται. Γι αυτό και τα πρόσωπα αυτά ενδιαφέρονται για τον προσδιορισμό και την αποδοτικότητα της επιχείρησης Όταν μιλάμε για προσδιορισμό της οικονομικής θέσης της επιχείρησης εννοούμε: Την δυνατότητα να εκμεταλλευθεί ευκαιρίες που τυχόν της παρουσιαστούν με την χρησιμοποίηση κεφαλαίων από ίδιες πήγες, από την έκδοση νέων τίτλων μετοχών ή ομολογιών ακόμη και τέλος από την άντληση κεφαλαίων από την καταφυγή σε τραπεζικό δανεισμό Τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της στο παρόν και τον μέλλον κάτω από συνθήκες διαφορετικές εκείνων που θα υπάρχουν τη στιγμή που γίνεται η ανάλυση. Την δυνατότητα πληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων και τόκων καθώς και τον βαθμό αποδοτικότητας. Οι εξωτερικοί αναλυτές ενδιαφέρονται για την αποδοτικότητα της επιχείρησης και την βελτίωση που θα έχει στο μέλλον. 12

2.5.2. Ανάλογα με τα στάδια διενέργειας της ανάλυσης Ανάλογα με τα στάδια διενέργειας της διακρίνονται σε τυπική και ουσιαστική (Αδαμίδης, 1998). α) Τυπική Ανάλυση Τυπική ανάλυση είναι η προεργασία που γίνεται έτσι ώστε να εμφανιστούν τα πραγματικά στοιχεία του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσης. Με αυτόν τον τρόπο «ελέγχει» θα μπορούσαμε να πούμε την μέθοδο αποτίμησης τον περιουσιακών στοιχείων, αν τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού εμφανίζονται με τις σωστές οξείς και όχι με υπερτιμήσεις. Μετά από τον τυπικό έλεγχο σειρά έχει η ουσιαστική ανάλυση. β) Ουσιαστική Ανάλυση Η ουσιαστική ανάλυση βασίζεται στην προεργασία που έχει γίνει στον προηγούμενο στάδιο αλλά επεκτείνεται στην εξεύρεση και επεξεργασία διάφορων αριθμοδεικτών, οι οποίοι δίνουν την πραγματική εικόνα της επιχείρησης. Ουσιαστικά αυτού του είδους η ανάλυση περιλαμβάνει διάφορες τεχνικές: ο τρόπος χρηματοδότησης του ενεργητικού, η ρευστότητα, η χρηματοοικονομική θέση και η αποδοτικότητα των κεφαλαίων της επιχείρησης. 3. ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ 3.1. Γενικά Η χρηματοοικονομική ανάλυση έχει ως αντικείμενο τη μελέτη των σχέσεων των οικονομικών στοιχείων που εμφανίζονται την δεδομένη χρονική στιγμή και τάσεων αυτών διαχρονικά. Στην ουσία μελετά το τι πραγματικά συμβαίνει με το τι θα έπρεπε να συμβεί λαμβάνοντας ως μέτρο σύγκρισης κάποιο αντιπροσωπευτικό ή πρότυπο μέγεθος (Μπαλτσής, 2003). Η μέθοδοι ανάλυσης είναι τρεις διαδικασίες: 13

Πρώτη διαδικασία, τον υπολογισμό των σχέσεων προκειμένου να υλοποιηθεί ο σκοπός της διοίκησης. Δεύτερη διαδικασία, ταξινόμηση των δεδομένων έτσι ώστε να πραγματοποιηθούν οι σχετικοί υπολογισμοί. Τρίτη διαδικασία, αξιολόγηση, μελέτη και ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Οι κυριότεροι μέθοδοι ανάλυση είναι η εξής: 1 Η κάθετη ή διαστρωματική μέθοδος. 2 Η Οριζόντια ή Συγκριτική μέθοδος. 3 Η Μέθοδος ανάλυσης των χρονολογικών σειρών με δείκτες τάσης. 4 Η ανάλυση με αριθμοδείκτες. 3.2. Κάθετη η Διαστρωματική Μέθοδος Η κάθετη ή διαστρωματική ανάλυση είναι μία μέθοδος ανάλυσης όπου οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις μετατρέπονται σε καταστάσεις «κοινού μεγέθους». Παρουσιάζουν τα στοιχεία σε απόλυτους αριθμούς και σε ποσοστά ή μόνο σε ποσοστά τα οποία παριστάνονται με το 100%. Στον ισολογισμό, κάθε οικονομικό μέγεθος των στοιχείων του Ενεργητικού και Παθητικού. Στα Αποτελέσματα Χρήσης το σύνολο των καθαρών πωλήσεων (Ξανθάκης -Αλεξάκης, 2006). Ουσιαστικά η μέθοδος την κάθετης ανάλυσης έχει τα έξης χαρακτηριστικά: Εξετάζουν τα οικονομικά στοιχεία μιας χρηματοοικονομικής κατάστασης ως προς το ποσοστό πάνω στο απόλυτο μέγεθος του στοιχείου ως βάση υπολογισμού. Έτσι έχουμε μια ταχύτερη και σαφέστερη αντίληψη της πραγματικής εικόνας της χρηματοοικονομικής κατάστασης. Ορίζει την παρακολούθηση των επιμέρους στοιχείων των οικονομικών καταστάσεων από χρόνο σε χρόνο, από μία χρονική περίοδο σε μια άλλη. 14

3.3. Οριζόντια η Συγκριτική Μέθοδος Αυτό ο είδος ανάλυσης των οικονομικών καταστάσεων απαρτίζει την κατάταξη των περιουσιακών στοιχείων μίας χρηματοοικονομικής μονάδας. Σ αυτήν ανταγωνίζονται τα κονδύλια διαδοχικών ισολογισμών ή αποτελεσμάτων χρήσης παρακολουθείται και μελετάται η διαχρονική εξέλιξη τους, διότι οι πληροφορίες που προκύπτουν απ αυτές είναι οι πιο αποκαλυπτικές για τον αναλυτή (Ξανθάκης - Αλεξάκης, 2006). Ονομάζεται οριζόντια γιατί εμφανίζεται σε οριζόντια μορφή τα στοιχεία των διαδοχικών χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Οι διαδοχικές αυτές καταστάσεις λέγονται και συγκριτικές καταστάσεις έτσι μπορούν να γίνουν πιο εύκολα οι αξιολογήσεις, από χρόνο σε χρόνο, ή από χρήση σε χρήση και να οδηγηθούν σε συμπεράσματα. Για να γίνει όμως μια τέτοια αξιολόγηση θα πρέπει να υπάρχουν και οι αντίστοιχες προϋποθέσεις: Η σύγκριση των προηγούμενων ετών της οικονομικής μονάδας Να τηρούνται οι λογιστικές αρχές από την αρχή μιας περιόδου 3.4. Ανάλυση με Δείκτες Τάσεις Η ανάλυση με δείκτες τάσεις αποτελείται από ένα κομμάτι της οριζόντιας ανάλυσης. Αυτό προκύπτει από την χρονική περίοδο για την εξέταση των οικονομικών καταστάσεων από μια σειρά ετών από την παλαιότερη προς την τρέχουσα. Ωστόσο τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα κατά την εφαρμογή. Επιλέγουμε ένα έτος βάσης υπολογισμού στην συνέχεια παίρνουμε τα στοιχεία των ετών και τα πολλαπλασιάζουμε επί 100. 3.5. Ανάλυση με Αριθμοδείκτες Γι αυτό το είδος της ανάλυσης θα αναφερθούμε στο επόμενο κεφάλαιο. 15

4. ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης που συνήθως είναι από 1/1 έως 31/12 η επιχείρηση καταρτίζει τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, όπως προβλέπουν οι διατάξεις. Συγκεκριμένα όταν αναφερόμαστε σε οικονομικές καταστάσεις εννοούμε (Πομόνης, 2003). 4.1. Ισολογισμός Ο ισολογισμός είναι η πρώτη κα σημαντικότερη από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις κάθε επιχείρησης. Ο ισολογισμός είναι μία συνοπτική λογιστική κατάσταση που παρουσιάζει τη συνολική περιούσια της επιχείρησης σε δυο πεδία και σε βασικές κατηγορίες (πρωτοβάθμιοι λογαριασμοί) στην ποιοτική (είδος) και ποσοτική της σύνθεση, σ ένα δεδομένο χρονικό σημείο. Καταρτίζεται στο τέλος κάθε χρήσης και κατά την έναρξη μίας νέας χρήσης. Στο Ε.Γ.Λ.Σ είναι ο λογαριασμός 89 «ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ». Επίσης προκύπτει μετά την απογραφή της οποίας εμφανίζεται ως περίληψη και στηρίζεται κι αυτός στην βασική λογιστική ισότητα: Ενεργητικό = Πραγματικό Παθητικό + Καθαρή Περιούσια Ο ισολογισμός αποτελεί την επίσημη εικόνα της περιούσιας της επιχείρησης και δημοσιεύεται έτσι ώστε να πληροφορηθούν όλοι όσοι ενδιαφέρονται γι αυτήν. Καταχωρείται στο «Βιβλίο Απογραφής και Ισολογισμού» και απεικονίζει την περιούσια της επιχείρησης. Το Ενεργητικό σχηματίζεται από το σύνολο των οικονομικών αγαθών των οποίων την κυριότητα κατέχει η επιχείρηση και από το σύνολο των δικαιωμάτων και απαιτήσεων. Το παθητικό αποτελείται από το σύνολο των υποχρεώσεων της επιχείρησης προς τους τρίτους και προς τους φορείς της. 4.2. Αποτελέσματα Χρήσης Τα αποτελέσματα χρήσης είναι η οικονομική κατάσταση που εμφανίζει τα συνολικά καθαρά αποτελέσματα τα οποία πραγματοποιούνται, μέσα στη χρήση 16

που κλείνει. Με βάση τα αποτελέσματα χρήσης καθορίζεται η ( χρηματιστηριακή ) αξία της επιχείρησης κρίνεται η ποιότητα του έργου το οποίο επιτελεί η διοίκηση. Πρόκειται για τον λογαριασμό 86 «Αποτελέσματα Χρήσης» του Ε.Γ.Λ.Σ που χρησιμοποιείται μόνο στο τέλος της χρήσης. Το λογιστικό αποτέλεσμα προκύπτει μετά την αφαίρεση κάθε μορφής εξόδων, ζημιών, νομίμων αποσβέσεων και κάθε άλλου εταιρικού βάρους από τα πραγματοποιηθέντα ακαθάριστα έσοδα. 4.3. Πίνακας Διάθεσης Αποτελεσμάτων Ο πίνακας διάθεσης αποτελεσμάτων είναι η οικονομική κατάσταση που παρουσιάζει τον τρόπο διάθεσης των καθαρών αποτελεσμάτων, της χρήση που κλείνει από το σύνολο των δραστηριοτήτων μίας οικονομικής μονάδας. Στο Ε.Γ.Λ.Σ είναι ο λογαριασμός 88 «Αποτελέσματα Προς Διάθεση» χρησιμοποιείται μόνο στο τέλος της χρήσης, όταν γίνεται διάθεση κερδών. Καταρτίζεται υποχρεωτικά στην περίπτωση που γίνεται διανομή των κερδών και καταχωρείται στο «Βιβλίο Απογραφής και Ισολογισμού» της επιχείρησης, τα στοιχεία του πίνακα απεικονίζεται σε δύο στήλες, οι οποίες αντιστοιχούν στην παρούσα και στην προηγούμενη χρήση. 4.4. Προσάρτημα Το προσάρτημα του ισολογισμού και των αποτελεσμάτων χρήσης είναι απαραίτητο συμπλήρωμα των οικονομικών καταστάσεων, με το οποίο δίνονται διάφορες πρόσθετες ή επεξηγηματικές πληροφορίες. Οι πληροφορίες αυτές έχουν ως κύριο σκοπό να διευκολύνουν τους αναγνώστες ώστε να κατανοήσουν τις οικονομικές καταστάσεις οι οποίες ορισμένες φορές είναι αρκετά συμπυκνωμένες και περιληπτικές για να διαφωτίσουν το μέσο αναγνώστη τους. Το προσάρτημα δημοσιοποιείται υποχρεωτικά με την καταχώρησή στο Μητρώο Ανώνυμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης του Υπουργείου 17

Εμπορίου. Δεν δημοσιεύετε στις εφημερίδες, όπως συμβαίνει με τις οικονομικές καταστάσεις. άλλες Το περιεχόμενο του προσαρτήματος: 1. Οι μέθοδοι αποτίμησης, αποσβέσεων, προβλέψεων και αναπροσαρμογής αξίων στοιχείων του ενεργητικού. 2. Οι πρόσθετες αποσβέσεις του πάγιου ενεργητικού. 3. Συμμετοχές της οικονομικής μονάδας > 10%. 4. Ο αριθμός και η ονομαστική αξία των νέων μετοχών της εταιρίας, για τις οποίες έγινε εγγραφή κατά τη διάρκεια της χρήσης. 5. Οι υποχρεώσεις της οικονομικής μονάδας που καλύπτονται με εμπράγματες ασφάλειες, με αναφορά της φύσης και της μορφής τους. 6. Οι καθαρές πωλήσεις κατά κατηγορίες δραστηριοτήτων και κατά γεωγραφικές περιοχές. 7. Ο μέσος αριθμός του προσωπικού που απασχολήθηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης, με ανάλυση αμοιβών, κοινωνικών επιβαρύνσεων. 8. Οι κάθε μορφής εγγυήσεις που δεν εμφανίζονται στο παθητικό. 9. Οι μεταβολές των πάγιων στοιχείων: Αξία κτήσης ( αρχική αγορά ή κόστος παραγωγής) Αγορές ( προσθήκες- βελτιώσεις ) Εξαγωγές ( πωλήσεις ) Αποσβέσεις της χρήσης Συνολικές αποσβέσεις Αναπόσβεστη αξία, στο τέλος της χρήσης. 18

4.5. Κατάσταση Λογαριασμού Γενικής Εκμετάλλευσης Ο λογαριασμός γενική εκμετάλλευση χρησιμεύει για τον προσδιορισμό των καθαρών τακτικών και οργανικών αποτελεσμάτων που υλοποιούνται μέσα στην χρήση που κλείνει, από την εκμετάλλευση των διάφορων δραστηριοτήτων της οικονομικής κατάστασης. Πρόκειται για τον λογαριασμό 80 «Γενική Εκμετάλλευση» του Ε.Γ.Λ.Σ. Καταρτίζεται υποχρεωτικά η κατάσταση του λογαριασμού γενικής εκμετάλλευσης. Σε αντίθεση με την ισολογισμό και το λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης ο λογαριασμός γενική εκμετάλλευση δεν δημοσιεύεται υποχρεωτικά. Αποτελεί το αναγκαίο και αναπόσπαστο συμπλήρωμα του ισολογισμού, καταχωρείται στο «Βιβλίο Απογραφής και Ισολογισμού» αμέσως μετά τον ισολογισμό και τα αποτελέσματα χρήσης. 5. ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΔΕΙΚΤΩΝ 5.1. Γενικά Στο σημείο αυτό θα αναλύσουμε τη σημασία των αριθμοδεικτών γιατί είναι γεγονός ότι στην σημερινή εποχή οι οικονομικές μονάδες προσελκύουν με τη δραστηριότητα τους ομάδες ατόμων οι οποίες ενδιαφέρονται να αναλύσουν τις οικονομικές καταστάσεις αναζητώντας χρήσιμες και αξιόπιστες πληροφορίες οι οποίες θα τις οδηγήσουν σε σωστές αποφάσεις. Ένας λόγος για την χρήση των αριθμοδεικτών είναι ότι με βάση ότι υπάρχει μια αναλογική σχέση μεταξύ αριθμητή και παρονομαστή των αριθμοδεικτών, απομακρύνεται η επίδραση του παράγοντα μέγεθος τόσο στη διαχρονική όσο και στην διαγραμματική σύγκριση. Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό των αριθμοδεικτών είναι η εύκολη προσαρμογή των λογιστικών αριθμών που περιέχονται στο κάθε κλάσμα, έτσι ώστε να περιέχουν ποσά τα οποία δεν έχουν αναγνωριστεί. 19

Επίσης, προσαρμογές στις λογιστικές αξίες που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό αριθμοδεικτών είναι αναγκαίες όταν ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού δεν έχουν καμία αξία ένα πωληθούν. Τέλος, με τους αριθμοδείκτες προσδιορίζεται η σχέση μεταξύ βασικών επιχειρηματικών μεγεθών, διευκολύνεται η επιχειρηματική δράση και επεξηγούνται τα αποτελέσματα που προκύπτουν από αυτά. Με το σύστημα αυτό των αριθμοδεικτών έχεις ως σκοπό την ορθολογικότερη εκμετάλλευση των μέσων δράσης της (Αδαμίδης, 1998). 5.2. Πηγές Κατάρτισης Αριθμοδεικτών Για την κατάρτιση των αριθμοδεικτών τα οικονομικά μεγέθη λαμβάνονται από (Μπαλτσής, 2003): 1. Τον ισολογισμό 2. Το λογαριασμό γενικής εκμετάλλευσης 3. Τον λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης 4. Τον πίνακα διάθεσης αποτελεσμάτων 5. Τους λογαριασμούς της γενικής λογιστικής 6. Τα λογιστικά και εξωλογιστικά έντυπα και στατιστικά στοιχεία της οικονομικής μονάδας 5.3. Αριθμοδείκτες Ρευστότητας Οι αριθμοδείκτες ρευστότητας περιγράφουν την τρέχουσα οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, κατάσταση η οποία ενδιαφέρει αφενός τη διοίκηση και αφετέρου τρίτους όπως πιστωτές, προμηθευτές και μετόχους. Ειδικά όμως για τη διοίκηση, η οικογένεια των αριθμοδεικτών ρευστότητας αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο απασχολούνται τα κεφάλαια κίνησης της, αν τα κεφάλαια είναι επαρκή σε σχέση με τις εργασίες της, ή αν υπολείπονται από τα κανονικά οπότε υπάρχει πρόβλημα μετρητών. Επίσης, η διαχρονική παρακολούθησή τους επιτρέπει να διαπιστωθεί αν υπάρχει βελτίωση ή όχι της τρέχουσας οικονομικής της κατάστασης (Γκίκας, 2002). 20

5.3.1. Γενικής ρευστότητας Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι ο πλέον χρησιμοποιούμενος δείκτης και βρίσκεται αν διαιρέσουμε το σύνολο των κυκλοφοριακών στοιχείων μιας επιχείρησης με το σύνολο των βραχυχρόνιων υποχρεώσεών της, όπως : Δείκτης Γενικής ρευστότητας = Διαθέσιμα + Απαιτήσεις + Αποθέματα ------------------------------------------------- χ100 Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις ν ; Οι κυριότερες κατηγορίες βραχυχρόνιων υποχρεώσεων, που περιλαμβάνονται στον παρονομαστή του κλάσματος, είναι οι βραχυχρόνιες υποχρεώσεις ( πιστώσεις προμηθευτών, μερίσματα πληρωτέα, φόροι πληρωτέοι, βραχυπρόθεσμα δάνεια τραπεζών και όχι οι προκαταβολές πελατών και λοιπές προκαταβολές). Ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας δεν δείχνει μόνο το μέτρο της ρευστότητας μιας επιχείρησης, αλλά και το περιθώριο ασφαλείας, που διατηρεί η διοίκησή της για να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μια κάποια ανεπιθύμητη εξέλιξη στη ροή των κεφαλαίων κίνησης. Αν η ροή των κεφαλαίων στην επιχείρηση είναι ομαλή και συνεχής και υπάρχει ακριβής αντιστοιχία μεταξύ των εισερχομένων κεφαλαίων και των εξοφλούμενων υποχρεώσεων, τότε η επιχείρηση δεν χρειάζεται να διατηρεί υψηλό περιθώριο ασφάλειας σε κεφάλαια κίνησης. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό σπάνια συμβαίνει, γι αυτό μια επιχείρηση θα πρέπει να διατηρεί επαρκή κυκλοφοριακά στοιχεία, για να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις τρέχουσες υποχρεώσεις της, όταν καταστούν ληξιπρόθεσμες. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας τόσο καλύτερη, από πλευράς ρευστότητας, είναι η θέση της συγκεκριμένης επιχείρησης. 21

Κατά τη μελέτη του αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι διάφορες κατηγορίες που συνθέτουν το κυκλοφορούν ενεργητικό και το ποσοστό συμμετοχής κάθε μιας στο σύνολο αυτού. Αυτό, γιατί μία εταιρεία που έχει, σε ποσοστό, περισσότερα μετρητά είναι σε καλύτερη, από άποψη ρευστότητας, θέση από μία άλλη που έχει περισσότερα σε ποσοστό αποθέματα, έστω και αν και οι δύο έχουν τον ίδιο αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας. Για να είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερες πληροφορίες που μας δίνει ο αριθμοδείκτης αυτός, πρέπει να συνοδεύεται και από άλλους, συμπληρωματικούς για τον προσδιορισμό της ρευστότητας αριθμοδείκτες, όπως: 1. Τον αριθμοδείκτη ταχύτητας χορηγούμενων πιστώσεων ή εισπράξεων απαιτήσεων 2. Τον αριθμοδείκτη ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων 3. Τον αριθμοδείκτη καθαρών πωλήσεων προς τα καθαρά κεφάλαια κινήσεως. Αν ο αριθμοδείκτης γενικής ρευστότητας είναι αρκετά υψηλός, τότε δεν κρίνεται απαραίτητος ο προσδιορισμός των παραπάνω αριθμοδεικτών. Εκείνο όμως που πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό είναι ότι, επειδή το μέγεθος του αριθμοδείκτη αυτού εξαρτάται από πολλούς και ποικίλους παράγοντες, μεταξύ των οποίων το είδος της κάθε επιχείρησης, η ποιότητα των κυκλοφοριακών της στοιχείων, η αμεσότητα των τρεχουσών υποχρεώσεών της και η ευκαμψία των αναγκών της σε κεφάλαια κίνησης, ο βαθμός ρευστότητας αυτής θα πρέπει να εξετάζεται σε συνδυασμό με αυτούς τους παράγοντες. Για τους παραπάνω λόγους δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί ένας «πρότυπος» αριθμοδείκτης για όλες τις επιχειρήσεις. Γενικά ένας αριθμοδείκτης γύρω στο 2 μπορεί, πολλές φορές, να θεωρηθεί ικανοποιητικός για μια βιομηχανική ή εμπορική επιχείρηση. Μια επιχείρηση κοινής ωφέλειας όμως θα έχει πολύ διαφορετικό δείκτη γενικής ρευστότητας από μία βιομηχανική ή εμπορική επιχείρηση. Πάντως σημαντική ένδειξη για επάρκεια ή όχι κεφαλαίων κίνησης σε μία επιχείρηση αποτελεί η παρακολούθηση της πορείας του αριθμοδείκτη γενικής ρευστότητας για μία σειρά ετών. 22

Μία μείωση του δείκτη πρέπει να διερευνηθεί. Μία συνεχής πτωτική πορεία αυτού διαχρονικά αποτελεί ένα είδος προμηνύματος, το οποίο δεν θα πρέπει να αγνοηθεί. Επίσης, η σύγκριση αυτού με το μέσο όρο του κλάδου παρέχει ένδειξη για τη θέση της επιχειρήσεως από απόψεως ρευστότητας. Σημειώνουμε ότι, επειδή το κεφάλαιο κινήσεως δείχνει το όριο ασφαλείας των βραχυχρόνιων πιστωτών, όσο μεγαλύτερο είναι τούτο σε σχέση με τις τρέχουσες υποχρεώσεις της επιχειρήσεως τόσο πιο ευνοϊκή είναι η θέση αυτής από την άποψη ότι μπορεί να ανταποκρίνεται: Στην πληρωμή των τρεχουσών υποχρεώσεών της, των σταθερών δαπανών, των απαιτητών τόκων και μερισμάτων. Στην απορρόφηση τυχόν τρεχουσών ζημιών, μειώσεων στην τρέχουσα αξία των αποθεμάτων και προσωρινών επενδύσεων, καθυστερήσεως εισπράξεως μεγάλων ποσών απαιτήσεων, κ.λπ. Τέλος, συμπερασματικά θα πρέπει να τονιστεί ότι ο αναλυτής κατά τη μελέτη του δείκτη γενικής ρευστότητας δεν θα πρέπει να καταλήγει σε τελικά συμπεράσματα, πριν λάβει υπόψη του και τα παρακάτω στοιχεία της επιχειρήσεως: 1) Την κατανομή κυκλοφοριακών στοιχείων. 2) Την πορεία των μεγεθών των κυκλοφοριακών στοιχείων και των τρεχουσών υποχρεώσεων για μια πενταετία τουλάχιστον. 3) Τους όρους χορηγήσεως πιστώσεων στους πελάτες της. 4) Την τυχόν ύπαρξη εποχικότητας της συγκεκριμένης επιχειρήσεως. 5) Τις μεταβολές στο ύψος των αποθεμάτων σε σχέση με τις παρούσες και μελλοντικές πωλήσεις της επιχειρήσεως. 23

6) Την ανάγκη για μεγαλύτερα ή μικρότερα ποσά κεφαλαίων κινήσεως κατά τον επόμενο χρόνο. 7) Την έκταση χρησιμοποιήσεως τραπεζικών πιστώσεων και την ύπαρξη ευχέρειας για περαιτέρω τραπεζικό δανεισμό. 8) Το ποσό των μετρητών και των ρευστοποιήσιμων χρεογράφων, καθώς και την ύπαρξη μεγάλου πλεονάσματος ή ελλείμματος σε σχέση με τις ανάγκες για κεφάλαια κινήσεως. 9) Το ύψος των απαιτήσεων σε σχέση με τις πωλήσεις, καθώς και τις καθυστερημένες απαιτήσεις. 10) Το είδος της εξεταζόμενης επιχειρήσεως, αν δηλαδή πρόκειται για βιομηχανία, εμπορική επιχείρηση ή επιχείρηση κοινής ωφέλειας. 5.3.2. Ειδικής ρευστότητας Ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας επινοήθηκε για να περιλάβει όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία μετατρέπονται εύκολα και γρήγορα σε ρευστά και αγνοεί όλα εκείνα τα στοιχεία του κυκλοφορούντος ενεργητικού τα οποία δεν μετατρέπονται εύκολα σε μετρητά. Ο αριθμοδείκτης αυτός είναι το πηλίκο της διαιρέσεως του συνόλου των ταχέως ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων μιας επιχειρήσεως (μετρητά στο ταμείο, τραπεζικές καταθέσεις, χρεόγραφα, απαιτήσεις) με το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών της, όπως: Δείκτης Ειδικής Ρευστότητας = Διαθέσιμα + Απαιτήσεις ------------------------------------- χ100 Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις Λ V. 24

Ένας υψηλός αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας, λόγω μεγάλων αποθεμάτων, δεν προσδίδει ρευστότητα στην επιχείρηση. Ως εκ τούτου ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας αποτελεί καλύτερη ένδειξη της ικανότητας μιας επιχείρησης να εξοφλεί τις τρέχουσες υποχρεώσεις της από ό, τι ο προηγούμενος αριθμοδείκτης. Αν τα αμέσως ρευστοποιήσιμα στοιχεία μιας επιχείρησης (κυκλοφορούν μείον αποθέματα) είναι ίσα ή μεγαλύτερα των τρεχουσών υποχρεώσεων, τότε, θεωρητικά τουλάχιστον, η επιχείρηση έχει καλή τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας μας δείχνει πόσες φορές τα ταχέως ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχείρησης καλύπτουν τις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις της. Ένας αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας γύρω στη μονάδα θεωρείται ικανοποιητικός μόνο αν στις απαιτήσεις της επιχειρήσεως δεν περιλαμβάνονται επισφαλείς ή ανεπίδεκτες είσπραξης απαιτήσεις και αν η περίοδος εισπράξεως των απαιτήσεων της επιχείρησης και εξοφλήσεως των υποχρεώσεών της είναι περίπου ίσες. Επειδή όμως στην πράξη ο εξωτερικός αναλυτής ενδέχεται να μην έχει στοιχεία για το είδος αυτών των απαιτήσεων, κρίνεται σκόπιμο οι απαιτήσεις να λαμβάνονται μειωμένες προκειμένου να υπολογιστεί ο αριθμοδείκτης ειδικής ρευστότητας. Αντίθετα, ένας αριθμοδείκτης μικρότερος της μονάδας δείχνει ότι τα αμέσως ρευστοποιήσιμα στοιχεία της επιχειρήσεως είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις της, με αποτέλεσμα η επιχείρηση να εξαρτάται από τις μελλοντικές της πωλήσεις, προκειμένου να εξασφαλίσει επαρκή ρευστότητα. Έτσι, αν προβλέπεται κάποια μείωση των μελλοντικών πωλήσεων, θα πρέπει να αναζητηθούν νέα κεφάλαια, είτε με έκδοση νέων τίτλων μετοχών, είτε με προσφυγή στον δανεισμό. Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των αριθμοδεικτών γενικής και ειδικής ρευστότητας αποτελεί ένδειξη ότι υπάρχουν αυξημένα αποθέματα στην επιχείρηση. 5.4. Αριθμοδείκτες Δραστηριότητας 25

Η χρησιμοποίηση ορισμένων αριθμοδεικτών δραστηριότητας βοηθά να προσδιορίσουμε το βαθμό μετατροπή ορισμένων περιουσιακών στοιχείων (αποθεμάτων, απαιτήσεων) σε ρευστά (Γκίκας, 2002.). Μεγάλα ποσά σε ρευστά διαθέσιμα και προσωρινές επενδύσεις δεν αυξάνουν τη μακροχρόνια κερδοφόρα δυναμικότητα της επιχείρησης, γι αυτό και θα πρέπει να αποφεύγονται, εκτός αν πρόκειται να επενδυθούν στο άμεσο μέλλον. Επίσης, το ποσοστό απαιτήσεων που εμφανίζει μια επιχείρηση έχει πάντα σχέση και πρέπει να εξετάζεται σε συνδυασμό με τις πιστωτικές πωλήσεις. 5.4.1. Ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων βρίσκεται αν διαιρέσουμε την αξία των πιστωτικών πωλήσεων μιας επιχειρήσεως, μέσα στην χρήση, με το μέσο όρο των απαιτήσεών της. Επειδή όμως συνήθως δεν υπάρχουν στοιχεία για τις πιστωτικές πωλήσεις, καθώς και στοιχεία που να αναφέρονται στο μέσο όρο των χορηγούμενων πιστώσεων, λαμβάνονται υπόψη οι καθαρές πωλήσεις της χρήσεως και το σύνολο των απαιτήσεων, όπως εμφανίζονται στον ισολογισμό στο τέλος της χρήσεως. Ειδικότερα, για την περίπτωση των απαιτήσεων είναι προτιμότερο να πάρουμε το μέσο όρο των απαιτήσεων της αρχής και του τέλους της χρήσης, διότι οι απαιτήσεις όπως εμφανίζονται στον ισολογισμό, δηλαδή στο τέλος χρήσης, δεν δίνουν αντιπροσωπευτική εικόνα για το ύψος αυτών κατά τη διάρκεια της χρήσεως. Στις απαιτήσεις περιλαμβάνονται οι φορτωτικές εισπρακτέες, τα γραμμάτια ή οι συναλλαγματικές και οι απαιτήσεις με ανοικτούς λογαριασμούς. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων δείχνει πόσες φορές, κατά μέσο όρο, εισπράττονται κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης οι απαιτήσεις της επιχειρήσεως. / Καθαρές Πωλήσεις Λ Δείκτης Ταχύτητας είσπραξης απαιτήσεων = ---------------------------Χ 365 Σύνολο απαιτήσεων V )

5.4.2. Ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων Η ικανότητα μιας επιχείρησης να πωλεί τα αποθέματά της γρήγορα αποτελεί ένα ακόμη μέτρο του βαθμού χρησιμοποίησης των περιουσιακών της στοιχείων. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων βρίσκεται αν διαιρέσουμε το κόστος των πωληθέντων προϊόντων ή εμπορευμάτων μιας επιχειρήσεως με το μέσο απόθεμα των προϊόντων της, όπως: / λ Κόστος πωληθέντων Δείκτης Ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων = ----------------------------------------------- χ365 Σύνολο αποθεμάτων περιόδου V / Για τον υπολογισμό της ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων χρησιμοποιείται η αξία των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσα σε μία χρονική περίοδο. Ως μέσο απόθεμα προϊόντων λαμβάνεται το μέσο μηνιαίο απόθεμα σε τιμές πώλησης, δηλαδή το άθροισμα των μηνιαίων απογραφών εμπορευμάτων διαιρούμενο δια 12. Στην περίπτωση που ένας τέτοιος υπολογισμός είναι εξαιρετικά δύσκολος, τότε λαμβάνεται ο μέσος όρος των αποθεμάτων αρχής και τέλους χρήσης. Πρέπει να σημειωθεί ότι το μέσο απόθεμα προϊόντων, όπως υπολογίζεται, θα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό μέγεθος των υπαρχόντων αποθεμάτων κατά τη διάρκεια μας χρήσεως, αλλιώς χρειάζονται πρόσθετες πληροφορίες. Ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων δείχνει πόσες φορές ανανεώθηκαν τα αποθέματα της επιχείρησης σε σχέση με τις πωλήσεις της μέσα στη χρήση. 27

Γενικά, όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης ταχύτητας κυκλοφορίας αποθεμάτων τόσο πιο αποτελεσματικά λειτουργεί η επιχείρηση. Για το λόγο αυτό οι καλά οργανωμένες επιχειρήσεις, εκτός αν αναμένεται αύξηση των τιμών των προϊόντων τους, προσπαθούν να διατηρούν το ελάχιστο ποσό αποθεμάτων που χρειάζονται κι αυτό για να ελαχιστοποιούν το ύψος των τόκων των κεφαλαίων που δεσμεύουν για τα αποθέματα, να εξοικονομούν δαπάνες αποθήκευσης και να μειώνουν τον κίνδυνο μη πώλησης τους λόγω αλλοίωσης ή αλλαγής των προτιμήσεων των καταναλωτών. 5.5. Αριθμοδείκτες Αποδοτικότητας Η έννοια αποδοτικότητας αναφέρεται στην ικανότητα μιας επιχείρησης να δημιουργεί κέρδη. Η ικανότητα δημιουργίας κερδών ενδιαφέρει τους μετόχους, τους πιστωτές, τη διοίκηση και γενικά τους εργαζομένους σε μια επιχείρηση. Οι μέτοχοι ενδιαφέρονται να γνωρίζουν την αποδοτικότητα μιας επιχείρησης είτε για να επιλέξουν τις μετοχές της ως επένδυση είτε για να αποφασίσουν εάν θα διατηρήσουν στο χαρτοφυλάκιό τους, καθώς αυξήσεις της αποδοτικότητας μιας επιχείρησης σχετίζονται με αυξήσεις σχετίζονται με αυξήσεις του πλούτου των μετοχών. Οι διάφοροι πιστωτές ενδιαφέρονται να γνωρίζουν την ικανότητα μιας επιχείρησης να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της προκειμένου να βοηθήσουν στις αποφάσεις χορήγησης πίστωσης. Η διοίκηση μιας επιχείρησης συνήθως αμείβεται με βάση τις επιτεύξεις της και την καλύτερη ένδειξη για τις επιτεύξεις της παρέχουν οι αριθμοδείκτες αποδοτικότητας. Η διοίκηση επίσης θέτει στόχους για την επιλογή επενδυτικών προγραμμάτων, οι οποίοι συνήθως εκφράζονται με τη μορφή αναμενόμενης αποδοτικότητας των επενδύσεων, ο δε έλεγχος επίτευξης αυτών των στόχων εξετάζει αποκλίσεις από επιθυμητούς βαθμούς αποδοτικότητας (Γκίκας, 2002). Γενικά, μια επιχείρηση μπορεί να χρησιμοποιεί αριθμοδείκτες αποδοτικότητας στις φάσεις προγραμματισμού των διαφόρων επενδύσεων, ελέγχου και αμοιβής 28

των υπεύθυνων στελεχών. Όλες, όμως, οι κατηγορίες των εργαζομένων θα πρέπει να επιζητούν αυξήσεις των αμοιβών τους ανάλογες με την αύξηση της αποδοτικότητας και της επιχείρησης όπου εργάζονται. Συχνά η έννοια της αποδοτικότητας ταυτίζεται με την έννοια της αποτελεσματικότητας της διοίκησης μιας επιχείρησης. Την καλύτερη βέβαια ένδειξη για την αποτελεσματικότητα της διοίκησης παρέχει η μακροχρόνια αποδοτικότητα της επιχείρησης, και ιδιαίτερα όταν υπολογίζεται για έναν ολόκληρο οικονομικό κύκλο. 5.5.1. Μεικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους Ο αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου ή μικτού κέρδους βρίσκεται αν διαιρέσουμε τα μικτά κέρδη της χρήσεως με τις καθαρές πωλήσεις αυτής και δείχνει το μικτό κέρδος που απολαμβάνει μια επιχείρηση από την πώληση προϊόντων αξίας 100 ευρώ, οπότε: ( \ Δείκτης Μεικτού Περιθωρίου Μικτά Κέρδη Εκμετάλλευσης ή Μεικτού Κέρδους = ---------------------------------------- Χ 100 Καθαρές Πωλήσεις Χρήσης V / Το ποσοστό μικτού κέρδους βρίσκεται επίσης αν από την αξία πώλησης αφαιρεθεί το κόστος πωληθέντων και η διαφορά εκφραστεί σε ποσοστό επί τοις εκατό της αξίας πώλησης. Ο υπολογισμός όμως αυτός είναι δυνατός μόνο αν η επιχείρηση δημοσιεύει το κόστος πωληθέντων. Ο υπολογισμός του μικτού κέρδους είναι πολύ σημαντικός για τις εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις γιατί παρέχει ένα μέτρο αξιολόγησης της αποδοτικότητας τους. Σ αυτού του είδους τις επιχειρήσεις το κόστος πωληθέντων είναι το σημαντικότερο μέγεθος και ως εκ τούτου ο προσεκτικός έλεγχος είναι απαραίτητος για την εξασφάλιση κερδοφόρας δραστηριότητας. 29

Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμοδείκτης μικτού περιθωρίου τόσο καλύτερη, από άποψης κερδών, είναι η θέση της επιχείρησης, γιατί μπορεί να αντιμετωπίσει χωρίς δυσκολία την αύξηση του κόστους των πωλούμενων προϊόντων της. Δείχνει τη λειτουργική αποτελεσματικότητα μιας επιχείρησης καθώς και την πολιτική τιμών αυτής. Ένας υψηλός δείκτης μικτού κέρδους δείχνει την ικανότητα διοίκησης μιας επιχείρησης να επιτυγχάνει φθηνές αγορές και να πωλεί σε υψηλές τιμές. Αντίθετα, ένας χαμηλός δείκτης μικτού κέρδους δείχνει μια όχι καλή πολιτική της διοίκησης στον τομέα αγορών και πωλήσεων. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε στασιμότητα πωλήσεων με αποτέλεσμα να μην πραγματοποιούνται αγορές σε μεγάλες ποσότητες, που θα μπορούσαν να επιτευχθούν με χαμηλές τιμές. Είναι όμως δυνατόν μια επιχείρηση να έχει θέσει σκόπιμα ένα χαμηλό περιθώριο κέρδους, προκειμένου να επιτύχει αύξηση του όγκου των πωλήσεων ή αύξηση των πωλήσεων ενός νέου προϊόντος της, ώστε να διευρύνει τη δυναμική παρουσία της στην αγορά. Επομένως, ενώ ένας υψηλός αριθμοδείκτης μικτού κέρδους εκ πρώτης όψεως φαίνεται προτίμησης, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες. Πρέπει να τονιστεί ότι ένας χαμηλός αριθμοδείκτης μπορεί να παρέχει ένδειξη ότι η επιχείρηση έχει κάνει επενδύσεις που δεν δικαιολογούνται από τον όγκο των πωλήσεών της, με αποτέλεσμα να έχει αυξημένο κόστος παραγωγής των προϊόντων της. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος των πωληθέντων προϊόντων μιας επιχείρησης σε σχέση με τις πωλήσεις της εξαρτάται και από την παρακολουθούμενη μέθοδο αποτίμησης των αποθεμάτων. Έτσι σε περιόδους πληθωρισμού, αν παρακολουθείται η μέθοδος FIFO θα έχει ως αποτέλεσμα αυξημένο περιθώριο κέρδους (μειωμένο κόστος πωληθέντων) απ ό, τι αν ακολουθείται η μέθοδος LIFO (αυξημένο κόστος πωληθέντων). Αφού ο δείκτης μικτού κέρδους μας δείχνει το πόσο επικερδής είναι μια επιχείρηση από την πώληση των προϊόντων της, η συνεχής παρακολούθηση αυτού για μια σειρά ετών μας παρέχει ένδειξη για την πορεία της εταιρίας διαχρονικά. 30

5.5.2. Αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων Ο αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων είναι ένας ακόμη σπουδαίος δείκτης που απεικονίζει την κερδοφόρα δυναμικότητα μιας επιχείρησης και παρέχει την ένδειξη του κατά πόσο επιτεύχθηκε ο στόχος πραγματοποίησης ενός ικανοποιητικού αποτελέσματος. Ο αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων εκφράζεται από το πηλίκο της διαίρεσης με το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης (μετοχικό κεφάλαιο και αποθεματικά), άρα: Δείκτης Αποδοτικότητας Καθαρά Κέρδη Εκμετάλλευσης Ιδίων Κεφαλαίων = ------------------------------------------ Χ 100 Σύνολο Ενεργητικού Λ μεγαλύτερη η αποτελεσματικότητα με την οποία τα κεφάλαια των φορέων της επιχειρήσεως απασχολούνται σ αυτήν και επομένως και πιο κερδοφόρα η δυναμικότητα της επιχείρησης. Ένας χαμηλός αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων είναι ενδεικτικός του ότι η επιχείρηση πάσχε σε κάποιο τομέα της (ανεπαρκής διοίκηση, δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, κ.λπ.), χωρίς όμως να μπορεί ο εξωτερικός αναλυτής να εντοπίσει το ή τα αδύνατα σημεία της από τον εν λόγω αριθμοδείκτη και μόνο. Αντίθετα, ένας υψηλός αριθμοδείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων αποτελεί ένδειξη ότι η επιχείρηση ευημερεί και το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται στην επιτυχημένη διοίκησή της, στην εύστοχη χρησιμοποίηση των κεφαλαίων της, κ.λπ. Στην τελευταία αυτή περίπτωση οι μέτοχοι έχουν ωφεληθεί από το γεγονός ότι τα ξένα κεφάλαια κοστίζουν στην επιχείρηση λιγότερο απ ό, τι αυτά αποδίδουν σ αυτήν. 31

5.6. Αριθμοδείκτες Διάρθρωσης Κεφαλαίων & Βιωσιμότητας Η ανάλυση της διάρθρωσης κεφαλαίων έχει βασικό σκοπό την εκτίμηση της ικανότητας μακροχρόνιας επιβίωσης μιας επιχείρησης. Λέγοντας διάρθρωση των κεφαλαίων μιας επιχείρησης εννοούμε τα διάφορα είδη και τις μορφές των κεφαλαίων που χρησιμοποιεί για τη χρηματοδότησή της. Έτσι έχουμε τα μόνιμα (ίδια) κεφάλαια, ως και τις βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Από τις διάφορες αυτές μορφές υποχρεώσεων άλλες εξασφαλίζονται με την παροχή υποθήκης ή προσημειώσεως ή ενεχύρου, ενώ για άλλες δεν παρέχεται μια εμπράγματη ασφάλεια στους πιστωτές. Είναι λοιπόν φανερό ότι οι διάφορες μορφές δανειακών κεφαλαίων μιας επιχείρησης περικλείουν και διαφορετικά ποσοστά κινδύνου για τους πιστωτές της. Η σπουδαιότητα της διάρθρωσης των κεφαλαίων απορρέει από την ουσιαστική διαφορά που υπάρχει μεταξύ των ιδίων και των δανειακών κεφαλαίων. Τα ίδια κεφάλαια είναι εκείνα που επωμίζονται τον επιχειρηματικό κίνδυνο που αναπόφευκτα υπάρχει σε κάθε επιχείρηση. Το χαρακτηριστικό των ιδίων κεφαλαίων είναι ότι δεν έχουν ορισμένο χρόνο επιστροφής ούτε εξασφαλισμένη απόδοση, δεδομένου ότι η διανομή μερίσματος στους μετόχους εξαρτάται από το ύψος των κερδών και την απόφαση της διοίκησης και της γενικής συνέλευσης των μετόχων. Τα ίδια κεφάλαια, επειδή θεωρούνται μόνιμα, επενδύονται κατά κανόνα σε μακροχρόνιες επενδύσεις και εκτίθενται σε περισσότερους κινδύνους από ό,τι τα δανειακά (Γκίκας, 2002). 32

Αντίθετα, τα δανειακά κεφάλαια πρέπει να εξοφληθούν προσαυξημένα με τους τόκους σε τακτά χρονικά διαστήματα, ανεξάρτητα από την οικονομική θέση της επιχείρησης. Σε περίπτωση που μια επιχείρηση δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις, που απορρέουν από τη χρησιμοποίηση των ξένων κεφαλαίων (επιστροφή κεφαλαίων και πληρωμή τόκων), θα έχει ως συνέπεια να υπολογιστούν ζημιά τα ίδια κεφάλαια αυτής. Όσο μεγαλύτερη είναι η αναλογία των ξένων κεφαλαίων στο σύνολο των κεφαλαίων μιας επιχείρησης, τόσο περισσότερο χρεωμένη εμφανίζεται αυτή και τόσο μεγαλύτερες είναι οι σταθερές επιβαρύνσεις και υποχρεώσεις της για την εξόφλησή τους. Υπάρχει δηλαδή μεγάλη πίεση στην επιχείρηση για την πληρωμή τόκων και την επιστροφή των δανειακών κεφαλαίων, όταν αυτά καταστούν ληξιπρόθεσμα. Η πίεση αυτή είναι περισσότερο αισθητή σε περίπτωση που σημειωθεί κάμψη των πωλήσεων και των κερδών της επιχείρησης. Γενικά, οι παράγοντες που επηρεάζουν τις αποφάσεις μιας επιχείρησης για τη διατήρηση μιας δεδομένης διάθρωσης κεφαλαίων είναι οι εξής: 1) Ο επιχειρηματικός κίνδυνος, ο οποίος υπάρχει σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες και συνδέεται άμεσα με το είδος της κάθε επιχείρησης. Όσο μεγαλύτερος είναι ο επιχειρηματικός κίνδυνος τόσο χαμηλότερος πρέπει να είναι ο αριθμοδείκτης δανειακής επιβάρυνσης. 2) Η θέση της επιχείρησης από άποψης φορολογίας. Ως γνωστόν, ένας σημαντικός παράγοντας για τη χρησιμοποίηση από μέρους των επιχειρήσεων ξένων κεφαλαίων είναι το γεγονός ότι οι τόκοι αφαιρούνται από τα κέρδη αυτών, με αποτέλεσμα μείωση του φορολογητέου ποσού και του κόστους δανεισμού ανάλογα με το συντελεστή φορολογίας κάθε επιχείρησης. Το πλεονέκτημα όμως αυτό είναι άνευ σημασίας, αν το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της επιχείρησης έχεις λόγους να υπόκειται σε φορολογικές απαλλαγές. 3) Η ικανότητα της επιχείρησης να αντλεί κεφάλαια με επωφελείς γι αυτήν όρους, ακόμη και κάτω από δύσκολες συνθήκες. Επιχειρήσεις με αμετάβλητο κύκλο εργασιών έχουν ανάγκη συνεχούς ροής κεφαλαίων για την επίτευξη μακροχρόνιας ανόδου. Κάτω από συνθήκες στενότητας 33