Αριθµός 1915/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΣΤ Συνεδρίασε δηµόσια στο ακροατήριό του την 1η Μαρτίου 2004 µε την εξής σύνθεση : Π. Παραράς, Σύµβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τµήµατος, που είχε κώλυµα, Φ. Αρναούτογλου, Στ. Χαραλάµπους, Σύµβουλοι, Α. Σταθάκης, Β. Πλαπούτα, Πάρεδροι. Γραµµατέας η Α. Σγουρέλλη. Για να δικάσει την από 14 Νοεµβρίου 2001 αίτηση : των : 1) Υπουργού Οικονοµικών και 2) Προϊσταµένου.Ο.Υ. Αµφισσας, οι οποίοι παρέστησαν µε την Ελένη Πασαµιχάλη, Πάρεδρο του Νοµικού Συµβουλίου του Κράτους, κατά του Χαρίλαου Γεωργάκη του ηµητρίου, κατοίκου Ν. Ερυθραίας Αττικής, οδός Κερκύρας αρ. 25, ο οποίος παρέστη µε την δικηγόρο Ελένη Μανώλη (Α.Μ. 9768), που την διόρισε µε πληρεξούσιο. Με την αίτηση αυτή οι αναιρεσείοντες επιδιώκουν να αναιρεθεί η υπ αριθµ. 1085/2001 απόφαση του ιοικητικού Εφετείου Πειραιά. Η εκδίκαση άρχισε µε την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συµβούλου Στ. Χαραλάµπους. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο του Υπουργού και του αναιρεσείοντος Προϊσταµένου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόµενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου, η οποία ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δηµόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ µ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό µ ο 1. Επειδή, µε την κρινόµενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται κατά νόµο η καταβολή παραβόλου, ζητείται η αναίρεση της 1085/2001 αποφάσεως του ιοικητικού Εφετείου Πειραιά, µε την οποία έγινε δεκτή έφεση του αναιρεσιβλήτου και εξαφανίσθηκε η 325/1999 απόφαση του ιοικητικού Πρωτοδικείου Λιβαδειάς. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή του αναιρεσιβλήτου κατά της 322/1997 πράξεως ταµειακής βεβαιώσεως της.ο.υ. Αµφισσας, µε την οποία βεβαιώθηκε εις βάρος του πρόστιµο ύψους 70.000.000 δρχ. επιβληθέν µε την 102/18/20.3.1997 απόφαση του.σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς λόγω παραβάσεως διατάξεων του π.δ/τος 53/1992. 2. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται µετά την 3685/2003 αναβλητική απόφαση του Τµήµατος µε την οποία κρίθηκε ότι η έφεση του αναιρεσιβλήτου κατά της ανωτέρω 325/1999 αποφάσεως του ιοικητικού Πρωτοδικείου Λιβαδειάς ενώπιον του ιοικητικού Εφετείου Πειραιά ασκήθηκε εµπροθέσµως. 3. Επειδή, το ισχύον κατά τον κρίσιµο χρόνο π.δ. 53/1992 «Για τις πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών σε συµµόρφωση προς την οδηγία 89/592/ΕΟΚ» (φ. 22) ορίζει στο άρθρο 1 ότι «το παρόν Προεδρικό ιάταγµα έχει ως σκοπό την προσαρµογή της νοµοθεσίας για τα χρηµατιστήρια Αξιών προς τις διατάξεις της υπ αριθµ. 89/592/ΕΟΚ Οδηγίας του Συµβουλίου της 13.11.1989 (Ε.Ε.L. 334/30, 18.11.1989) «για τον συντονισµό των ρυθµίσεων όσον αφορά τις πράξεις προσώπων τα οποία είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών», στο άρθρο 2 (άρθρο 1 της παραπάνω Οδηγίας), ότι : «Κατά την έννοια του παρόντος νοούνται ως : - Εµπιστευτικές πληροφορίες : οι πληροφορίες οι οποίες δεν έχουν γίνει γνωστές στο κοινό, έχουν χαρακτήρα συγκεκριµένο και αφορούν ένα ή περισσότερους εκδότες κινητών αξιών ή µία ή περισσότερες κινητές αξίες και οι οποίες αν γίνονταν γνωστές στο κοινό θα µπορούσαν να επηρεάσουν αισθητά την τιµή αυτής ή αυτών των κινητών αξιών.
Κινητές αξίες : α) οι µετοχές, οι οµολογίες και οι αξίες που εξοµοιώνονται µε µετοχές και οµολογίες, β) οι συµβάσεις ή τα δικαιώµατα προεγγραφής, απόκτησης ή εκχώρησης των αξιών που αναφέρονται στο στοιχ. α, γ) οι συµβάσεις υπό προθεσµία, τα δικαιώµατα προτιµήσεως και τα χρεώγραφα υπό προθεσµία µε αντικείµενο τις αξίες που αναφέρονται στο στοιχ. α, δ) οι συµβάσεις µε ρήτρα για αξίες που προβλέπονται στο στοιχ. α εφόσον γίνονται δεκτές προς διαπραγµάτευση σε αγορά η οποία διέπεται από ορισµένους κανόνες, λειτουργεί σε κράτος µέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εποπτεύεται από δηµοσίως αναγνωρισµένη αρχή, και είναι άµεσα ή έµµεσα ανοιχτή στο κοινό», στο άρθρο 3 (άρθρο 2 της Οδηγίας) ότι : «1. Απαγορεύεται στα πρόσωπα τα οποία : - λόγω της ιδιότητάς τους ως µελών των διοικητικών, διευθυντικών, ελεγκτικών και εποπτικών οργάνων του εκδότη, - λόγω της συµµετοχής τους στο κεφάλαιο του εκδότη, ή λόγω της πρόσβασης που έχουν στις πληροφορίες αυτές εξ αιτίας της εργασίας, του επαγγέλµατος ή των καθηκόντων τους, είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών, να αποκτούν ή να εκχωρούν, για δικό τους λογαριασµό ή για λογαριασµό τρίτων, είτε άµεσα είτε έµµεσα κινητές αξίες του ή των εκδοτών τους οποίους αφορούν οι πληροφορίες αυτές εκµεταλλευόµενοι εν γνώσει τους αυτές τις εµπιστευτικές πληροφορίες. 2. Οταν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην προηγούµενη παράγραφο 1 είναι εταιρείες ή άλλα νοµικά πρόσωπα, η απαγόρευση που προβλέπεται σ αυτή ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα που συµµετέχουν στην σχετική µε τη συναλλαγή απόφαση για λογαριασµό του εν λόγω νοµικού προσώπου. 3. Η απαγόρευση της παραγράφου 1 εφαρµόζεται σε κάθε περίπτωση απόκτησης ή εκχώρησης κινητών αξιών που γίνεται µε την παρέµβαση προσώπου που ενεργεί κατ επάγγελµα ως ενδιάµεσος. 4....», στο άρθρο 4 (άρθρο 3 της Οδηγίας), ότι : «Απαγορεύεται στα πρόσωπα που υπόκεινται στην προβλεπόµενη στο άρθρο 3 απαγόρευση και είναι κάτοχοι εµπιστευτικής πληροφορίας : α) να ανακοινώνουν την εµπιστευτική αυτή πληροφορία σε τρίτο, εκτός αν ενεργούν στα συνήθη πλαίσια
άσκησης της εργασίας, του επαγγέλµατος ή των καθηκόντων τους, ή β) να συνιστούν σε τρίτο, βάσει της εµπιστευτικής αυτής πληροφορίας να αποκτήσει ή να εκχωρήσει ο ίδιος ή µέσω άλλου, κινητές αξίες που αποτελούν αντικείµενο διαπραγµάτευσης στο Χρηµατιστήριο Αξιών Αθηνών», στο άρθρο 5 (άρθρο 4 της Οδηγίας) ότι : «Οι προβλεπόµενες από τα άρθρα 3 και 4 απαγορεύσεις επεκτείνονται πέραν των προσώπων που αναφέρονται στα άρθρα αυτά και σε κάθε πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του κατέχει µία εµπιστευτική πληροφορία η οποία δεν µπορεί να προέρχεται άµεσα ή έµµεσα παρά µόνο από πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 3» και στο άρθρο 11 ότι : «Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 3 παρ. 1 και 2, 4 και 5 του παρόντος, εκτός των κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 30 παρ. 1 και 3 του Νόµου 1806/1988, επιβάλλεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πρόστιµο ύψους τουλάχιστον 10.000.000 δρχ. και µέχρι 1.000.000.000 δρχ, ή ύψους ίσου προς το πενταπλάσιο του οφέλους που απεκόµισε ο εκµεταλλευόµενος τις εµπιστευτικές πληροφορίες». Εξ άλλου, ο ν. 3632/1928 (φ. 137) ορίζει στο άρθρο 34 ότι «τιµωρείται δια φυλακίσεως και δια χρηµατικής ποινής µέχρι πεντήκοντα χιλιάδων δραχµών ή δια της ετέρας των ποινών τούτων : α) όστις επί σκοπώ αθεµίτου ωφελείας εν γνώσει µεταχειρίζεται µέσα επιτήδεια προς παραπλάνησιν του κοινού χάριν επηρεασµού των τιµών του Χρηµατιστηρίου...», ενώ ο ν. 1969/1991 (φ. 167) ορίζει στο µεν άρθρο 72 παρ. 1 ότι «όποιος διασπείρει εν γνώσει του ψευδείς ή ανακριβείς πληροφορίες, δια του τύπου ή καθ οιονδήποτε άλλον τρόπο, οι οποίες δύνανται να επηρεάσουν την τιµή µιας ή περισσότερων κινητών αξιών εισηγµένων σε χρηµατιστήρια αξιών, τιµωρείται µε φυλάκιση και µε χρηµατική ποινή µέχρι εκατό εκατοµµυρίων δραχµών», στο δε άρθρο 76 παρ. 10 ότι «µε την επιφύλαξη της εφαρµογής των οικείων ποινικών διατάξεων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει την αρµοδιότητα να επιβάλλει πρόστιµο µέχρι ύψους εκατό εκατοµµυρίων δραχµών σε επιχειρήσεις που παραβαίνουν διατάξεις της νοµοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς ή αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς».
Τέλος, µε το άρθρο 30 του ν. 1806/1988 (φ. 207) προβλέπεται η επιβολή ποινικών κυρώσεων σε κατόχους εµπιστευτικών πληροφοριών για χρηµατιστηριακές αξίες, οι οποίοι χρησιµοποιούν παράνοµα τις πληροφορίες αυτές. 4. Επειδή, η διοικητική ποινή του προστίµου επιβάλλεται, βάσει των πιο πάνω διατάξεων του π.δ. 53/1992, στα πλαίσια διοικητικού ελέγχου, ο οποίος έχει ως σκοπό να διαγνωστεί αν οι αναφερόµενοι στις διατάξεις αυτές κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών έχουν διενεργήσει τις απαγορευµένες από τις ίδιες διατάξεις πράξεις ή έχουν ανακοινώσει τις εµπιστευτικές πληροφορίες σε τρίτους, µε αποτέλεσµα να τίθεται σε κίνδυνο η εµπιστοσύνη των επενδυτών και τελικώς να υπονοµεύεται η καλή λειτουργία της αγοράς (βλ. και προοίµιο οδηγίας 89/592/ΕΟΚ). Περαιτέρω, επιβάλλεται διοικητική ποινή προστίµου βάσει της πιο πάνω διάταξης του άρθρ. 76 παρ. 10 ν. 1969/1991, για τις προβλεπόµενες στα άρθρα 34 ν. 3632/1928 και 72 παρ. 1 ν. 1969/91 πράξεις ανεξαρτήτως αν έχει τυχόν καταγνωσθεί από το ποινικό δικαστήριο χρηµατική ποινή στα πλαίσια διοικητικού ελέγχου, ο οποίος έχει ως σκοπό να διαγνωστεί αν τα µέσα που χρησιµοποίησαν οι υπαίτιοι ήταν ικανά να επηρεάσουν την τιµή κινητών αξιών που έχουν εισαχθεί σε χρηµατιστήρια αξιών (ΣτΕ 4694/1998). Εξ άλλου, κατά τη γνώµη που επεκράτησε στο ικαστήριο, από το σύνολο των παρατεθεισών διατάξεων του π.δ. 53/1992 προκύπτει ότι στόχος των συγκεκριµένων ρυθµίσεων είναι όχι ή πάταξη κάθε αθέµιτης συµπεριφοράς που έχει σχέση µε χρηµατιστηριακές συναλλαγές αλλά ο κολασµός πράξεων προσώπων τα οποία, ως κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών, εκµεταλλεύονται αθεµίτως τις πληροφορίες αυτές. Ως εµπιστευτικές δε πληροφορίες, κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, νοούνται οι πληροφορίες περί συγκεκριµένων ενεργειών ή παραλείψεων τρίτων και όχι οι πληροφορίες που έχουν ως πηγή τους ίδιους τους συναλλασσοµένους. Συνεπώς, δεν εµπίπτουν στην έννοια του κατόχου εµπιστευτικής πληροφορίας πρόσωπα τα οποία, κατόπιν συνεννοήσεως, προβαίνουν σε συναλλαγές µεταξύ
τους, οι οποίες, λόγω του αυξηµένου όγκου τους µπορεί να επιφέρουν τεχνητή διόγκωση της τιµής των µεταβιβαζοµένων κινητών αξιών. Συνακόλουθα, εφ όσον επί προσυνεννοηµένων, κατά τα άνω, συναλλαγών ελλείπει το στοιχείο του κατόχου εµπιστευτικών πληροφοριών κατά την έννοια του ως άνω π.δ/τος, δεν έχουν έδαφος εφαρµογής, στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις του διατάγµατος αυτού, αφού το όποιο αποτέλεσµα προσυνεννοηµένης συναλλαγής δεν έχει ως πηγή πάντως την αθέµιτη εκµετάλλευση εµπιστευτικής πληροφορίας, ενώ οι τυχόν παραβάσεις που συντελούνται στα πλαίσια προσυνεννοηµένων συναλλαγών, κατά την ανωτέρω έννοια, υπάγονται ενδεχοµένως στις ρυθµίσεις των λοιπών παρατεθεισών διατάξεων (ν. 3632/1928, 1969/1991, 1806/1988). Αν και κατά τη γνώµη του προεδρεύοντος Συµβούλου Π. Παραρά και της Παρέδρου Β. Πλαπούτα η διενέργεια προσυνεννοηµένων συναλλαγών µεγάλης κλίµακας από συγκεκριµένες οµάδες προσώπων µε στόχο την ανατίµηση ή την στήριξη της τιµής της µετοχής στο Χρηµατιστήριο αποτελεί απόπειρα στρέβλωσης της αγοράς και χειραγώγησης της τιµής της µετοχής και ως εκ τούτου τα ανωτέρω πρόσωπα, δηµιουργώντας «ίδιες» πληροφορίες, µε τις ενέργειές τους αυτές, προβαίνουν στην απαγορευόµενη κατά τα άνω εκµετάλλευση εµπιστευτικών πληροφοριών, αφού το επενδυτικό κοινό δεν έχει τη δυνατότητα να διαχωρίσει τις προσυνεννοηµένες από τις συνήθεις συναλλαγές. 5. Επειδή, στην προκειµένη περίπτωση, µε την προσβαλλόµενη απόφαση έγιναν δεκτά τα ακόλουθα : Η ιεύθυνση Κεφαλαιαγοράς και Χρηµατιστηρίων Αξιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονοµίας διενήργησε ελέγχους επί συναλλαγών σε µετοχές των εταιριών «Επιχειρήσεις Παρνασσού» και «ΑΤΕΜΚΕ» αµέσως µετά την εκδήλωση της κρίσης του Νοεµβρίου 1996 και σε αναφορές που συνέταξε κατέγραψε ορισµένα βασικά ευρήµατα επί των οποίων έχουν δοθεί επεξηγηµατικές απαντήσεις από τα µέλη του Χρηµατιστηρίου Αξιών Αθηνών. Στη συνέχεια, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανέθεσε σε τρεις διεθνείς ελεγκτικούς οίκους τον έλεγχο των συναλλαγών των µελών κατά την περίοδο από 30.10
έως 7.11, καθώς και ευρύτερο έλεγχο επί της εταιρείας ΕΛΤΑ. Στη βάση των ευρηµάτων των ελεγκτών η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάλεσε ορισµένα πρόσωπα ως προς τα οποία είχαν προκύψει ικανές ενδείξεις παραβάσεων διατάξεων της νοµοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς να υποβάλουν γραπτά υποµνήµατα επί των ενδείξεων αυτών. Υποµνήµατα υπέβαλαν το σύνολο των µελών του Χ.Α.Α. που κλήθηκαν, εκτός από την ΕΛΤΑ, όσο και, µεταξύ άλλων, οι Γεωργάκης Θωµάς, Γεωργάκης Χαρίλαος (αναιρεσίβλητος), Στάθης Πέτρος, Γεωργάκη Ελένη και Γεωργάκη Αντωνία. Σύµφωνα µε στοιχεία διαθέσιµα στο Χ.Α.Α., την 5.8.1997 οι Γεωργάκης Θ., Γεωργάκης Κ. και Γεωργάκης Χ. κατείχαν αντιστοίχως 15,82%, 19,61% και 11,54% του συνόλου των µετοχών της Παρνασσός (της οποίας οι µετοχές είναι ονοµαστικές). Αντίστοιχα την ίδια ηµεροµηνία η Παρνασσός και η (θυγατρική της εταιρεία) Σύριος ΑΒΕΕ κατείχαν αντίστοιχα 29,73% και 35,87% του συνόλου των µετοχών της ΑΤΕΜΚΕ (της οποίας οι µετοχές είναι επίσης ονοµαστικές). εν υπήρχαν την ηµεροµηνία αυτή άλλοι µέτοχοι που να κατέχουν µετοχές σε ποσοστό µεγαλύτερο του 10% (κατά δήλωση των εκδοτριών εταιρειών). Συνολικά, δηλαδή, την ηµεροµηνία αυτή, τα τρία παραπάνω µέλη της οικογένειας Γεωργάκη κατείχαν το 46,97% των µετοχών της Παρνασσός, ενώ οι Παρνασσός και Σύριος ΒΕΕ κατείχαν το 65,60% των µετοχών της ΑΤΕΜΚΕ. Οι Γεωργάκης Θ., Γεωργάκης Κ. και Γεωργάκης Χ. είναι αδελφοί. Οπως προκύπτει από τα αντίστοιχα ενηµερωτικά δελτία των εταιρειών Παρνασσός και ΑΤΕΜΚΕ, οι Γεωργάκης Θ., Γεωργάκης Κ. και Γεωργάκης Χ. είναι µέλη του διοικητικού συµβουλίου της Παρνασσός, ενώ ο πρώτος είναι διευθύνων σύµβουλος της εταιρείας. Τα ίδια πρόσωπα και η Γεωργάκη Αντωνία είναι επίσης µέλη του ιοικητικού Συµβουλίου της ΑΤΕΜΚΕ και διευθυντικά στελέχη της εταιρείας αυτής. Ο Γεωργάκης Κ. είναι πρόεδρος του διοικητικού συµβουλίου και των δύο εταιρειών. (Οι Γεωργάκης Θ., Γεωργάκης Κ., Γεωργάκης Χ. και Στάθης αναφέρονται στη συνέχεια ως η «οµάδα Γεωργάκη»). Σύµφωνα µε στοιχεία διαθέσιµα στο Χ.Α.Α. προκύπτουν οι εξής
συναλλαγές επί µετοχών (σε αριθµό τεµαχίων) της Παρνασσός των παραπάνω προσώπων από 1.5. έως 15.12.1996: Γεωργάκης Θ. αγορές 3.238.983 πωλήσεις 3.357.900, Γεωργάκης Κ. αγορές 327.150 πωλήσεις 354.650, Γεωργάκης Χ. αγορές 64.475 πωλήσεις 27.526, Στάθης αγορές 503.575 πωλήσεις 534.450 και σύνολο αγορές 4.179.183 πωλήσεις 4.274.526. Σύµφωνα µε στοιχεία διαθέσιµα στο Χ.Α.Α. προκύπτουν οι εξής συναλλαγές επί µετοχών (σε αριθµό µετοχών) της ΑΤΕΜΚΕ των µελών της οµάδας Γεωργάκη στο διάστηµα από 1.5. έως 15.12.1996 : Γεωργάκης Θ. αγορές 290.680 πωλήσεις 313.820, Γεωργάκης Κ. αγορές 202.780 πωλήσεις 309.070, Γεωργάκης Χ. αγορές 19.100 πωλήσεις 92.000, Στάθης αγορές 131.060 πωλήσεις 150.450 και σύνολο αγορές 656.870 πωλήσεις 910.060. Οπως σηµειώνει ο Γεωργάκης Θ. στο υπόµνηµά του προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς «[η] προσπάθειά µου... για την στήριξη της µετοχής της εταιρείας Παρνασσός άρχισε κυρίως από τις αρχές του 1996... Σ αυτήν την προσπάθειά µας στήριξης της τιµής της µετοχής, δηµιουργήθηκαν υποχρεώσεις µας έναντι µελών του χρηµατιστηρίου, τα οποία µας παρείχαν, στις απαιτηθείσες περιόδους, πίστωση για τις συναλλαγές που διενεργούσαµε µέσω αυτών, αποκλειστικώς και µόνο προς στήριξη της µετοχής της Εταιρείας µας... Σταδιακά δε εξοφλούσαµε την πίστωση αυτή, µε τέτοιο τρόπο πάντα ώστε να µην επηρεασθεί αρνητικά η τιµή της µετοχής και κυρίως χωρίς να αφήσουµε ποτέ να πωληθούν ελεύθερα στην αγορά οι µετοχές για τις οποίες µας είχε χορηγηθεί πίστωση. Αντίστοιχα στο υπόµνηµά του ο Γεωργάκης Χ. δηλώνει ότι «οι κύριοι µέτοχοι της εταιρείας, δηλαδή οι αδελφοί µου Κωνσταντίνος και Θωµάς, καθώς και εγώ αποφασίσαµε, καθ υπόδειξη των χρηµατοοικονοµικών µας συµβούλων, να στηρίξουµε τη µετοχή της εταιρείας Παρνασσός». Εξάλλου, σύµφωνα µε το υπόµνηµα του Χ. Γεωργάκη, η οµάδα Γεωργάκη αποφάσιε να αποκτήσει το 75% των µετοχών της Παρνασσός για να εξασφαλίσουν την κατά νόµο απαιτούµενη πλειοψηφία για τη λήψη της σχετικής απόφασης της γενικής συνέλευσης της εταιρείας
(χωρίς, προφανώς, την εξάρτηση της απόφασης από τις επιθυµίες των άλλων µετόχων). Για το λόγο αυτό πώλησαν µετοχές της ΑΤΕΜΚΕ στην Παρνασσός και µε τη ρευστότητα που απέκτησαν αγόρασαν τον απαιτούµενο αριθµό µετοχών της Παρνασσός. Στη συνέχεια, η Παρνασσός πώλησε 835.000 µετοχές της ΑΤΕΜΚΕ σε ξένο θεσµικό επενδυτή (µε ειδικό σύµφωνο επαναγοράς το οποίο δεν δηλώθηκε στην αγορά βλ. σχετικό υπόµνηµα Χ. Γεωργάκη) έτσι ώστε να αποκτήσει ρευστότητα για την εξαγορά του προβλεπόµενου 10%. Πρόκειται στην πραγµατικότητα για συναλλαγή που εξασφαλίζει βραχυπρόθεσµη χρηµατοδότηση της Παρνασσός για την αγορά ιδίων µετοχών µε ενέχυρο µετοχές της θυγατρικής ΑΤΕΜΚΕ. Με τον τρόπο αυτό, η οµάδα Γεωργάκη, χρησιµοποιώντας τον έλεγχο που εξασκεί στην Παρνασσός επεδίωξε να µεταφέρει το βάρος της «στήριξης της µετοχής» (τουλάχιστον βραχυπρόθεσµα) στην εκδότρια εταιρεία. Η µεθόδευση του συµφώνου επαναγοράς επί µετοχών φαίνεται να έχει χρησιµοποιηθεί τουλάχιστον σε µία περίπτωση από τον Γεωργάκη Θ. Την 27.6.1996 ο Γεωργάκης Θ. αγόρασε από αµοιβαίο κεφάλαιο υπό τη διαχείριση της ΑΤΕ ΑΕ ΑΚ 200.000 µετοχές της Παρνασσός τις οποίες επαναγόρασε την 1.7.1996. Οπως σηµειώνεται από τους ελεγκτές η συναλλαγή αυτή παρέσχε στο αµοιβαίο κεφάλαιο τη δυνατότητα τεχνητής βελτίωσης των αποτελεσµάτων του ενόψει της δηµοσίευσης εξαµηνιαίων καταστάσεων της 30.6.1996 (δεδοµένου ότι στα τέλη Ιουνίου η τιµή της µετοχής της Παρνασσός είχε φτάσει στο επίπεδο των 3.000 δραχµών και η πώληση στον Γεωργάκη Θ. έγινε στην τιµή των 3.437 δραχµών). Ταυτόχρονα, για τον Γεωργάκη Θ. η συναλλαγή αυτή συνδέεται µε την «στήριξη της τιµής» (υπόµνηµα Γεωργάκη Θ.), δικαίως εφόσον τόσο η τιµή πώλησης όσο και η τιµή αγοράς (3.322 δραχµές ανά µετοχή) ήταν σηµαντικά υψηλότερες από το προηγούµενο επίπεδο. Ως προς τις συναλλαγές επί της µετοχής ΑΤΕΜΚΕ, ιδιαίτερα αξιοσηµείωτη είναι η σειρά συναλλαγών µεταξύ των µελών της οµάδας Γεωργάκη που καταλήγει στην πώληση 835.000 µετοχών της ΑΤΕΜΚΕ από την Παρνασσός σε ξένο
θεσµικό επενδυτή την 18.10.1996. Οπως δηλώνεται από τον Χ. Γεωργάκη στο υπόµνηµά του «η εταιρεία Παρνασσός... είχε συνάψει στις 16.10.1996 συµφωνία equity forward µε την εταιρεία Merrill Lynch Capital Markets plc. µε αντικείµενο την πώληση στην τελευταία 835.000 µετοχών της εταιρείας ΑΤΕΜΚΕ µε σύµφωνο επαναγοράς». Βάσει της πληροφόρησης αυτής, την 18.10.1996, και µε σκοπό, κατά δήλωση ορισµένων από τους εµπλεκόµενους, την απόκτηση ρευστότητας για την αγορά µετοχών της Παρνασσός (σύµφωνα µε το υπόµνηµα Χ. Γεωργάκη) οι Στάθης, Γεωργάκης Θ., Γεωργάκης Χ., Γεωργάκη Ευαγγελία, Γεωργάκη Ελένη, Γεωργάκη Χρυσούλα και Γεωργάκη Αντωνία πώλησαν µέσω της Σίγµα στον Γεωργάκη Κ. (µέσω της Nuntius), 112.500 µετοχές της ΑΤΕΜΚΕ. Στη συνέχεια ο Γεωργάκης Κ., την ίδια ηµεροµηνία πώλησε στην Παρνασσός 200.000 µετοχές της ΑΤΕΜΚΕ, η οποία µε τη σειρά της ολοκλήρωσε τη συµφωνηµένη πώληση (µε σύµφωνο επαναγοράς) προς τον ξένο θεσµικό επενδυτή. Οι συναλλαγές που καταρτίστηκαν από τα µέλη της οµάδας Γεωργάκη ήταν σε µεγάλο βαθµό συναλλαγές µεταξύ των µελών αυτών, έτσι ώστε να µην προκύψει µεταβολή στο επίπεδο συµµετοχής τους στις µετοχές των εταιρειών αυτών σύµµετρη προς το επίπεδο των συναλλαγών που κατάρτισαν. Σηµειώνεται επίσης η υπό συνθήκες αδιαφάνειας και µε διάφορους τρόπους χρηµατοδότησης (ενδεικτικά µέσω των πωλήσεων µετοχών ΑΤΕΜΚΕ προς την Παρνασσός) προσπάθεια της οµάδας Γεωργάκη να µεταθέσουν το κόστος υποστήριξης της µετοχής της Παρνασσός στην ίδια την εκδότρια εταιρεία. Εξάλλου, όπως δηλώνει ο Γεωργάκης Θ. οι συναλλαγές (στο βαθµό τουλάχιστον που έγιναν για την εξυπηρέτηση χρηµατοδοτήσεων) έπρεπε να γίνουν µε τρόπο ώστε να µην επηρεαστεί αρνητικά η τιµή της µετοχής και κυρίως χωρίς να αφήσουν να πωληθούν ελεύθερα στην αγορά οι µετοχές για τις οποίες είχε χορηγηθεί πίστωση. Καταρτίστηκαν εποµένως συναλλαγές από την οµάδα σε προσυµφωνηµένη βάση και εν γνώσει τους ότι η τιµή της µετοχής είχε διαµορφωθεί ως αποτέλεσµα τεχνητής ζήτησης, την οποία οι ίδιοι είχαν δηµιουργήσει, και η οποία βασιζόταν σε µεγάλης έκτασης
χρηµατοδότηση µε διάφορους τρόπους. Ως προς τους Γεωργάκη Θ., Γεωργάκη Χ., Γεωργάκη Ελένη, Γεωργάκη Αντωνία και Στάθη, αυτοί κατάρτισαν συναλλαγές για τη µεταβίβαση σηµαντικού αριθµού µετοχών της ΑΤΕΜΚΕ στην Παρνασσός σε εκµετάλλευση της πληροφόρησης που είχαν ως προς την προσυµφωνηµένη πώληση (µε σύµφωνο επαναγοράς) µετοχών της ΑΤΕΜΚΕ σε ξένο θεσµικό επενδυτή. Η γνώση της επικείµενης πώλησης από την Παρνασσός προς τον ξένο θεσµικό επενδυτή οµολογείται άλλωστε από τον Γεωργάκη Χ. ο οποίος δηλώνει στο υπόµνηµά του ότι «αποφασίστηκε, κατόπιν υποδείξεως των χρηµατοοικονοµικών συµβούλων της εταιρείας Παρνασσός, όπως τα µέλη των οικογενειών Γεωργάκη πωλήσοµε τις µετοχές µας της εταιρείας ΑΤΕΜΚΕ στην εταιρεία Παρνασσός» και ότι, ενόψει της ήδη συµφωνηθείσας πώλησης προς τον ξένο θεσµικό επενδυτή, «η προαναφερθείσα αγορά από την εταιρεία Παρνασσός των 200.000 µετοχών από τα µέλη της οικογένειας Γεωργάκη είχε ως σκοπό τη διατήρηση της κυριότητας της εταιρείας Παρνασσός επί ικανού µετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ΑΤΕΜΚΕ» (υπόµνηµα Γεωργάκη Χ). Με βάση τα δεδοµένα αυτά το ιοικητικό Συµβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αφού έλαβε υπόψη α) ότι, τα µέλη της οµάδας Γεωργάκη µε τη συµµετοχή τους στις εικονικές και προσυµφωνηµένες συναλλαγές τους στις µετοχές της Παρνασσός είχαν πληροφόρηση ως προς τις υποκείµενες αξίες µε χαρακτήρα συγκεκριµένο, δηλαδή γνώριζαν ότι οι αξίες αυτές υπόκεινται σε συµφωνία κατάρτισης πράξεων µε αντικείµενο την τεχνητή διόγκωση της ζήτησής του, εξ αιτίας της ιδιότητας ορισµένων τουλάχιστον από αυτούς ως µετόχων (και µάλιστα µετόχων που ελέγχουν σηµαντικό αριθµό µετοχών, γιατί αλλιώς δεν θα ήταν σε θέση να µεθοδεύσουν τις εικονικές συναλλαγές), β) ότι, τα πρόσωπα αυτά κατείχαν πληροφόρηση που δεν ήταν γνωστή στο επενδυτικό κοινό, γ) ότι, εποµένως, συνιστά εσωτερική πληροφόρηση η γνώση των µελών της οµάδας ότι οι συναλλαγές γίνονται σε τιµές που αντανακλούν τη δική τους τεχνητή διόγκωση, καθώς και ότι, οι τρέχουσες τιµές και η διόγκωση της ζήτησης,
στηρίζονται σε τέτοιο βαθµό σε χρηµατοδότηση, ώστε η απώλεια της διαρκούς επαναχρηµατοδότησης και της στήριξης της αξίας των µετοχών µέσω των προσυµφωνηµένων συναλλαγών των µελών της οµάδας να µπορεί να προκαλέσει κατάρρευση της χρηµατιστηριακής τιµής της µετοχής της Παρνασσός και δ) ότι η σειρά των συναλλαγών που διενήργησαν τα µέλη της οµάδας Γεωργάκη, όντας µέτοχοι της ΑΤΕΜΚΕ και έχοντας λάβει γνώση της συµφωνίας της Παρνασσός µε ξένο θεσµικό επενδυτή της 16.10.1996 έγιναν κατά κατάχρηση εσωτερικής πληροφόρησης, επέβαλε, µεταξύ άλλων, και σε βάρος του εκκαλούντος (ήδη αναιρεσιβλήτου) πρόστιµο 40.000.000 δραχµών για τις συναλλαγές του επί της µετοχής της Παρνασσός και 30.000.000 δραχµών για τις συναλλαγές του επί της µετοχής ΑΤΕΜΚΕ, µε την αιτιολογία ότι προέβη σ αυτές ως κάτοχος εµπιστευτικής πληροφόρησης την οποία απέκτησε είτε άµεσα (ως µέτοχος και µέλος του.σ. των πιο πάνω εταιρειών) είτε έµµεσα (από λοιπά πρόσωπα που κατείχαν διοικητικές ή διευθυντικές θέσεις στις πιο πάνω εταιρείες), κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 3 (παρ. 1), 4 και 5 του π.δ/τος 53/1992. Το πιο πάνω συνολικό πρόστιµο των 70.000.000 δραχµών βεβαιώθηκε σε βάρος του ανωτέρω µε την 322/1997 πράξη ταµειακής βεβαίωσης του Προϊσταµένου της.ο.υ. Αµφισσας. Η πρωτόδικη απόφαση αφού έλαβε υπόψη 1) τον όγκο των συναλλαγών που πραγµατοποίησαν τα εν λόγω πρόσωπα κατά το κρίσιµο χρονικό διάστηµα (1.5. έως 15.12.1996), 2) το βαθµό συµµετοχής του εκκαλούντος (ήδη αναιρεσιβλήτου) στις προσυµφωνηµένες συναλλαγές (αγοραπωλησίες 92.000 µετοχών της ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ και 11.100 της ΑΤΕΜΚΕ, συµµετοχή ως αγοραστής σε µία από τις 26 κρίσιµες συναλλαγές επί των µετοχών ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, συµµετοχή ως πωλητής µέρους από 112.500 µετοχές ΑΤΕΜΚΕ που αγόρασε ο αδελφός του Κ. Γεωργάκης την 18.10.1996 από αυτόν και από τα µέλη της ευρύτερης οικογένειας Γεωργάκη), 3) ότι οι συναλλαγές αυτές καταρτίστησαν κατόπιν χρηµατοδότησης από διάφορες Α.Χ.Ε., 4) ότι στις συναλλαγές αυτές δεν διακινήθηκαν µετοχές προς την ελεύθερη αγορά αλλά
αυτές πουλήθηκαν και αγοράστηκαν κυρίως από µέλη της οµάδας Γεωργάκη, 5) ότι οι αγοραπωλησίες αυτές έγιναν κατόπιν αποφάσεώς τους να στηρίξουν τη µετοχή ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ σε περίοδο κατά την οποία είχαν εµφανιστεί υποτιµητικές τάσεις στην αγορά για τη µετοχή αυτή, δηλαδή ήταν προσυνεννοηµένες, 6) διακύµανση της µετοχής ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ κατά το έτος 1996 από δραχµές 1.762 έως 3.310 και κατά το 1997 από 445 σε 1.500 7) τη σειρά των συναλλαγών µεταξύ των υπόψη προσώπων που κατέληξε στην πώληση πακέτου µετοχών της ΑΤΕΜΚΕ στην ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ και, στη συνέχεια, στην πώληση των µετοχών αυτών από την ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ σε ξένο θεσµικό επενδυτή µε συµφωνία επαναγοράς, έκρινε ότι ο εκκαλών (αναιρείβλητος) πραγµατοποίησε τις πιο πάνω συναλλαγές του, κατ εκµετάλλευση εµπιστευτικής πληροφόρησης, συνισταµένης στην προσυνεννόηση ως προς την κατάρτιση των συναλλαγών αυτών µεταξύ των µελών της οµάδας Γεωργάκη, προκειµένου να δηµιουργήσουν τεχνητή διόγκωση των συναλλαγών της µετοχής ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, ώστε να διαµορφωθεί πλασµατική εικόνα για την αξία της αναντίστοιχη µε αυτήν που θα διαµορφωνόταν χωρίς αυτές (τεχνητές συναλλαγές), οι δε επενδυτές αγνοούσαν τη µεθόδευση αυτή στρέβλωσης της αγοράς και χειραγώγησης της τιµής της µετοχής, διότι δεν είχαν την δυνατότητα διαχωρισµού των προσυνεννοηµένων από τις γνήσιες συναλλαγές, ώστε εάν οι πληροφορίες αυτές γίνονταν γνωστές στο κοινό θα µπορούσαν να επηρεάσουν αισθητά τις τιµές της µετοχής ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, τη δε πληροφόρηση αυτή απέκτησε είτε λόγω της συµµετοχής του στο κεφάλαιο και τη διοίκηση των εταιρειών, είτε από τα λοιπά πρόσωπα της οµάδας Γεωργάκη που κατείχαν θέσεις διοικητικής ευθύνης της εταιρείας και έτσι στοιχειοθετείται η αποδιδόµενη στον εκκαλούντα (αναιρεσίβλητο) παράβαση. Περαιτέρω, η πρωτόδικη απόφαση αφού έλαβε υπόψη τον επιδιωκόµενο σκοπό των διατάξεων του π.δ. 53/1992 που παραβιάσθηκαν (προστασία της αγοράς και διαφάνεια των συναλλαγών), της παράλυσης για τρεις (3) ηµέρες του συστήµατος των χρηµατιστηριακών συναλλαγών, µε αποτέλεσµα το
Χρηµατιστήριο Αθηνών να υποστεί σοβαρό πλήγµα της αξιοπιστίας και της καλής του φήµης τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό, της θέσης σε κίνδυνο του συστήµατος εκκαθάρισης του Χρηµατιστηρίου Αθηνών, της πρόκλησης εσφαλµένων εντυπώσεων στο επενδυτικό κοινό ως προς την µη απεικόνιση της πραγµατικής χρηµατιστηριακής αξίας των µετοχών των ως άνω εταιρειών και ως εκ τούτου της αναστάτωσης στον χρηµατιστηριακό κόσµο, έκρινε ότι ορθώς και νοµίµως επιβλήθηκε στον εκκαλούντα (αναιρεσίβλητο) το πιο πάνω πρόστιµο και στο πιο πάνω ύψος, και, απέρριψε την ανακοπή. Με βάση τα παραπάνω το εφετείο, µε την προσβαλλόµενη απόφασή του, έκρινε, αντιθέτως µε την πρωτόδικη απόφαση, ότι η επιβολή εις βάρος του αναιρεσιβλήτου των ως άνω διοικητικών προστίµων δεν είναι νόµιµη αφού «οι διατάξεις της προεκτεθείσας οδηγίας του Συµβουλίου, που µεταφέρθηκε στην εσωτερική έννοµη τάξη µε το Π.. 53/1992, αλλά και οι διατάξεις του τελευταίου αυτού Π. /τος, αφορούν σε πράξεις που διενεργούνται από κατόχους εµπιστευτικών πληροφοριών µε τρίτους επενδυτές, στην προστασία των οποίων και αποβλέπουν, και προϋποθέτουν εκµετάλλευση εµπιστευτικής πληροφόρησης, τέτοια δε εκµετάλλευση δεν νοείται στην περίπτωση της προσυνεννοηµένης µεταξύ δύο προσώπων απόκτησης ή εκχώρησης µεγάλου πακέτου µετοχών, αφού αµφότεροι οι συναλλασσόµενοι είναι εν γνώσει του σκοπού και των δεδοµένων µε βάση τα οποία γίνεται η παραπάνω συναλλαγή. Εφόσον, λοιπόν η συναλλαγή αυτή δεν µπορεί να θεωρηθεί, αυτή καθ εαυτή, ως καρπός εκµετάλλευσης εµπιστευτικής πληροφόρησης, οι µεθοδεύσεις του εκκαλούντος (αναιρεσιβλήτου) µε τα προαναφερόµενα πρόσωπα δεν εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας και του Π.. 53/1992». Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο δέχθηκε την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, δέχθηκε την ασκηθείσα ανακοπή και ακύρωσε την σχετική πράξη ταµειακής βεβαίωσης του προϊσταµένου της.ο.υ. Αµφισσας. 6. Επειδή, σύµφωνα µε την ερµηνεία που δέχθηκε η
πλειοψηφία του ικαστηρίου ως προς την έννοια των διατάξεων της παρατεθείσης Οδηγίας, όπως µεταφέρθηκε στην εσωτερική έννοµη τάξη µε το π.δ. 53/1992, η ως άνω κρίση του εφετείου είναι ορθή, αφού, από τα παρατεθέντα µε την προσβαλλόµενη απόφαση πραγµατικά περιστατικά, δεν στοιχειοθετείται η παράβαση της αθέµιτης εκµεταλλεύσεως εµπιστευτικών πληροφοριών. Οµως, το ικαστήριο κρίνει ότι δεν στερείται ευλόγων αµφιβολιών η ερµηνεία των διατάξεων της επίµαχης Οδηγίας, όσον αφορά, ειδικότερα, την έννοια της εµπιστευτικής πληροφορίας, του κατόχου εµπιστευτικών πληροφοριών και της εντεύθεν απαγορεύσεως διενεργείας εκ µέρους των συγκεκριµένων πράξεων. Ως εκ τούτου, το ικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 177 παρ. 3 της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ήδη άρθρο 234 παρ. 3 του ενοποιηµένου κειµένου της Συνθήκης, όπως διαµορφώθηκε µε τη Συνθήκη του Αµστερνταµ, η οποία κυρώθηκε µε το ν. 2691/1999 ΦΕΚ 47 Α/12.3.1999 και τέθηκε σε ισχύ από 1.5.1999 βλ. ΦΕΚ 87 Α/28.4.1999) να αναβάλει την οριστική κρίση της υποθέσεως µέχρις ότου το ικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφανθεί επί του ακολούθου προδικαστικού ερωτήµατος : Στην περίπτωση που διενεργούνται µεταξύ προσώπων ή οµάδων προσώπων, εχόντων κάποια από τις ιδιότητες του άρθρου 2 παρ. 1 της παρατεθείσης Οδηγίας 89/592/ΕΟΚ του Συµβουλίου (όπως ίσχυε στον κρίσιµο χρόνο, προ της καταργήσεώς της µε την Οδηγία 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 28.1.2003-1096 της 12.4.2003 -) προσυνεννοηµένες χρηµατιστηριακές συναλλαγές που απολήγουν στην ανατίµηση ή τεχνητή διόγκωση της τιµής των µεταβιβαζοµένων κινητών αξιών, οι διενεργούντες, τις εν λόγω συναλλαγές θεωρούνται ή µη κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών, κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της παραπάνω Οδηγίας, ώστε οι πράξεις τους αυτές να εµπίπτουν στη θεσπιζόµενη µε τα άρθρα 2, 3 και 4 της αυτής Οδηγίας απαγόρευση εκµεταλλεύσεως εµπιστευτικών πληροφοριών. ι ά τ α ύ τ α
Θεωρήθηκε Υποβάλλει, κατά το σκεπτικό, το εξής προδικαστικό ερώτηµα στο ικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων : Στην περίπτωση που διενεργούνται µεταξύ προσώπων ή οµάδων προσώπων, εχόντων κάποια από τις ιδιότητες του άρθρου 2 παρ. 1 της παρατεθείσης Οδηγίας 89/592/ΕΟΚ του Συµβουλίου, προσυνεννοηµένες χρηµατιστηριακές συναλλαγές που απολήγουν στην ανατίµηση ή τεχνητή διόγκωση της τιµής των µεταβιβαζοµένων κινητών αξιών, οι διενεργούντες τις ως άνω συναλλαγές θεωρούνται ή µη κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών, κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της παραπάνω Οδηγίας, ώστε οι πράξεις τους αυτές να εµπίπτουν στη θεσπιζόµενη µε τα άρθρα 2, 3 και 4 της αυτής Οδηγίας απαγόρευση εκµεταλλεύσεως εµπιστευτικών πληροφοριών. Αναβάλλει την οριστική κρίση της υποθέσεως, µέχρις ότου το ικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφανθεί επί του ερωτήµατος αυτού. Ορίζει νέα δικάσιµο την 23.5.2005. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 15 Απριλίου 2004 και η απόφαση δηµοσιεύθηκε σε δηµόσια συνεδρίαση της 6ης Ιουλίου 2004. Ο Προεδρεύων Σύµβουλος Η Γραµµατέας Π. Παραράς Α. Σγουρέλλη