ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΟΤΑΝΙΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΚΡΙΓΚΑ. Πτυχιούχου Βιολόγου ΧΛΩΡΙ Α ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ



Σχετικά έγγραφα
για τη ριζική ανανέωση και αλλαγή της δηµοκρατικής παράταξης και του πολιτικού συστήµατος

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 4 ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΚΑΙ Δ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

Iανουάριος - Φεβρουάριος 2011, Έτος 15ο - Τεύχος 83ο

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ ΣΤΗΝ ΕΤΗΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΣΕΒ

ΥΠΟΥΡΓΟΣ: Καληµέρα σε όλους, καλή χρονιά, να είµαστε καλά, µε υγεία πάνω απ όλα, προσωπική για τον καθένα µας, συλλογική για τη χώρα µας και να

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΜΑΝΟΛΗ ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

Τη σύντοµη παρουσίαση του φυσικού πλαισίου αναφοράς (Πίνδος - Αχελώος).

Περίληψη ειδικής έκθεσης «Το φαινόµενο της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα και η αντιµετώπισή του»

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ-ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Με διαταγή του ΓΕΣ µετατίθεστε σε Μονάδα της ΧΧVΙ ΤΘΤ.

ΕΛΤΙΟ. Κύριο άρθρο. γιο µ ία Ανοικτή Κοινωνία. Κύριo άρθρο. Μια κραυγή µες στα δάσος... Ποιο δάσος άραγε, Παιδεία για όλους ίου Ηλία Κατσούλη

ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΗ ΕΚ ΟΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ ΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ. Έντυπο πνευµατικής εσωτερικής καταγραφής. Τεύχος 19ο Οκτώβριος 2008

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗΣ 24 ης /2010

ΜΑΝΟΛΗΣ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ, ΚΥΚΛΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΑΓΙΟΒΟΤΑΝΑ. Πτυχιακή εργασία της Άλμας Τότσκα 25/04

Η παρούσα πτυχικακή εργασία έρχεται μετά από λίγα χρόνια να συμπληρώσει μία ακόμη σχεδιαστική πρόταση για την «Ανάπλαση της Αλάνας της Τούμπας», θέμα

ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ κ. ΦΑΝΗΣ ΠΑΛΛΗ ΠΕΤΡΑΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤO ΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ.

ΑΛΕΞΑΝ ΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΡΕΦΟΝΗΠΙΟΚΟΜΙΑΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Εισαγωγή. ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ Η ίδρυση του Άρη. ΔΕΚΑΕΤΙΑ 20 Ο πρώτος πρωταθλητής Ελλάδας. ΔΕΚΑΕΤΙΑ 30 Η εποχή της κυριαρχίας

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Για τις απαρχές του ελευθεριακού ρεύµατος

Ο ΟΙ Α ΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ & Σ ΑΡΡΗ

ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

προϋπολογισµού ,00 (χωρίς το Φ.Π.Α.),

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΗΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

Προς Τον Πρόεδρο του Συλλόγου Κανδυλιωτών Του Νομού Αρκαδίας Κεραμεικού 23 Τ.Κ Α Θ Η Ν Α. Αγαπητοί συμπατριώτες από την Κανδήλα

Δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη η επίθεση κυβέρνησης - ΕΕ - εφοπλιστών

ÍÅÏ ÄÕÍÁÌÉÊÏ ÓÔÁÕÑÏÕÐÏËÇ

ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ Τεύχος 1043 / Μαϊος Έλα Πνεύµα Άγιο. Στον καθένα δίνεται η φανέρωση του Πνεύµατος για κάποιο καλό.

ΑΙΡΕΣΕΙΣ. Ερευνητική Εργασία Τμήμα: Α 3

(Ε. Π. Παπανούτσου, «Τα νιάτα και ο δάσκαλος», Η παιδεία Το µεγάλο µας πρόβληµα, εκδ. ωδώνη, Αθήνα 1976, σ. 250)

Από τον "Μύθο του Σίσυφου", μτφ. Βαγγέλη Χατζηδημητρίου, εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα 1973.

Ο ελληνικός Εμφύλιος πόλεμος στην παιδική και νεανική λογοτεχνία ( )

Αριστοτέλης Ο πατέρας της Δυτικής Επιστήμης

ΜΑΝΤΖΟΥΝΕΙΟΝ Ι ΡΥΜΑ: ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ

Μ Ε Λ Ε Τ Η ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΥΠΟ ΟΧΗΣ ΚΑΙ. Προϋπολογισµού: ,09 σε ΕΥΡΩ

Από το «Δρόμο του Εγώ» στο «Δρόμο των Άλλων»

ενώ πλέον είχαμε μπει στην πέμπτη δεκαετία από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, δεν βρέθηκε κάποιος να σηκώσει στην πλάτη του την χρόνια αυτή

4.2. ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου

Μίχος Κάρης. Υστερόγραφα

( ) (Dalin,1998) (Fullan,1991,1993,Levin,1976,Ravitch,2000,Rogers, 1995, Sarason,1982,1990).

ΡΑΣΗ: Παράµετροι Αποτελεσµατικότητας των ιαφόρων Εργαλείων ιαχείρισης της Ενεργού Γήρανσης ΤΙΤΛΟΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΣΕΡΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΘΕΜΑ:

Τ Ρ Ι Μ Η Ν Ι Α Ι Α Ε Φ Η Μ Ε Ρ Ι Α Τ ΟΥ Σ ΥΛΛΟΓ ΟΥ Μ Α Κ Ι Σ ΤΑΙ Ω Ν ΟΛΥ Μ Π Ι Α Σ

Τα πολλά «πρόσωπα» της ελληνικής πόλης

ο απογραφέας απόσπασμα από το επερχόμενο

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Από την καχυποψία στη συνύπαρξη. Ο ήµος Σερρών και το campus του ΤΕΙ Σερρών ( )

ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΟΛΓΑΣ ΜΟΥΣΙΟΥ-ΜΥΛΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΜΕΛΙΤΗΣ κ. Π. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ

Ο ι κ α λ έ ς σ υ ν θ ή κ ε ς

Λίγα λόγια για τις ταινίες µυθοπλασίας

6o ΚΥΝΗΓΙ ΚΡΥΜΜΕΝΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ Γρίφος Νο 1. Ακούγεται το τραγούδι του Νίκου Ξυλούρη «ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ»

ìþíåò áñãßá Παριανός Τύπος óôçí ðñüåäñï ôçò Êïéíüôçôáò ÁíôéðÜñïõ Èá êüíïõìå ðñùôïóýëéäç ôç äþëùóþ ôïõ Ç íåïëáßá ìáò øçößæåé óôéò 30 Ìáñôßïõ Σελ.

ΑΓΙΑ ΓΑΛΗΝΗ ΤΕΥΧΟΣ 24 - ΙΟΥΝΙΟΣ 1992 ΕΚΔΟΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «Λ ΓIΛ ΓΑΛΗΝΗ» ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2014 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Β ΤΑΞΗΣ 2004

ΓΚΙΛΓΚΑΜΕΣ, Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΡΟΥΚ ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Συζητώντας με τον ΕΡΜΗ Τόμος Β

Η χριστιανική κλήση. Ένα καυτό θέµα

Αστική ηµοκρατία και Αυτοκρατορία της Αγοράς οκίµιο για κριτική και διαβούλευση

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. στο σχέδιο νόµου «Αύξηση Φ.Π.Α. και ειδικών φόρων κατανάλωσης» Προς τη Βουλή των Ελλήνων

Εργασία: Εργασίες απολύµανσης, απεντόµωσης και µυοκτονίας των κτιρίων ευθύνης του ήµου

Μάρτιος- Απρίλιος 2009, Έτος 13ο - Τεύχος 72ο. Εκδίδεται από το Γρ α φ ε ί ο Νεότητας της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Τυρνάβου

Ο περί Προστασίας των Μισθών Νόµος του 2007 εκδίδεται µε ηµοσίευση στην Επίσηµη Εφηµερίδα της

ΤΡΙΗΡΗΣ. ΤΡΙΗΡΗΣ Σελίδα 1

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ Γ.Ν.Ν ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΤΟ ΝΕΟ Γ.Ν.Ν. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Πρόταση εκδηλώσεων τουριστικής προβολής

Α Ν Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ. ΤΕΥΧΟΣ Νο 15 ΜΑΡΤΙΟΣ 2009 Σελίδα 1

ΜΙΚΡΟΣ Ο ΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΙΕΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗ ΝΣΤ. ευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ. ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ. 425 π.χ. α Βραβείο ΑΧΑΡΝΕΙΣ. ΜΕΓΑΡΕΥΣ: Αγρότης από τα Μέγαρα. Έρχεται να πουλήσει προϊόντα στην αγορά του ικαιόπολη.

ΕNOTHTA 20 ΕΙΡΗΝΗ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ


ΜΙΛΩΝ Ο ΚΡΟΤΩΝΙΑΤΗΣ Ο ΥΠΕΡ-ΑΘΛΗΤΗΣ (6 ος αιών π.χ.)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ. Α1. α. Σωστό β. Λάθος γ. Λάθος δ. Σωστό ε. Σωστό

Τρεμοσβήνουν... τα φώτα του Ιδρύματος Ελ. Βενιζέλος

Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ

ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ - ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ ΕΜΠ-ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Απαντήσεις Λογοτεχνίας

ολική άρνηση στράτευσης

Ο ηθικός προβληµατισµός και η χριστιανική θεώρηση της ηθικής

το σημείωμα του Προέδρου

ΔΕΗ Ανανεώσιμες: Το μέλλον της ΔΕΗ Ομιλία του κ. Τάκη Αθανασόπουλου Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου ΔΕΗ Α.Ε

Ἀντιφωνητὴς. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟ ΠΑΝΘΡΑΚΙΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΓΝΩΜΗΣ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 ΕΤΟΣ 10ο / ΑΡ. Φ. 249 / ΤΙΜΗ 1

Κεφάλαιο 5 Συµπεράσµατα και στρατηγική για την αντιµετώπιση της κλιµατικής µεταβολής

ΘΕΜΑ. Οι επιπτώσεις της ένταξης της Κύπρου στην ΟΝΕ στον εισερχόµενο τουρισµό της

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Αθήνα, 31 Αυγούστου2011

Κώστας Κολυβάς (Μπερδεμπές)

Ευχαριστούµε πολύ, το προσωπικό του Ειδικού σχολείου Αιγάλεω, για την πολύτιµη βοήθεια που µας πρόσφεραν.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ - ΕΜΦΥΛΙΟΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ «για τη δίκαιη δίκη και την αντιµετώπιση φαινοµένων αρνησιδικίας» Α. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Η εκτίμηση της συμβολής της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην τουριστική ανάπτυξη.

ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ

ισότητα στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συστηµάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης», Βρυξέλλες, , COM (2006) 481 τελικό.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΟΤΑΝΙΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΚΡΙΓΚΑ Πτυχιούχου Βιολόγου ΧΛΩΡΙ Α ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: Βιολογική προσέγγιση και ιστορική σύνδεση Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2004

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΚΡΙΓΚΑ ΧΛΩΡΙ Α ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: Βιολογική προσέγγιση και ιστορική σύνδεση Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ Υποβλήθηκε στο Τµήµα Βιολογίας, Τοµέας Βοτανικής Ηµεροµηνία Προφορικής Εξέτασης: 11 Ιουνίου, 2004 Εξεταστική Επιτροπή Καθηγήτρια Σ. Κοκκίνη, Επιβλέπουσα Καθηγητής Ι. Τσέκος, Μέλος Τριµελούς Συµβουλευτικής Επιτροπής Καθηγητής Κ. Κωτσάκης, Μέλος Τριµελούς Συµβουλευτικής Επιτροπής Καθηγητής. Μπαµπαλώνας, Εξεταστής Καθηγήτρια Γ. Καµάρη, Εξετάστρια Αναπλ. Καθ. Β. Καραγιαννακίδου, Εξετάστρια Αναπλ. Καθ. Σ. Σγαρδέλης, Εξεταστής

Νικόλαος Β. Κρίγκας Α. Π. Θ. «Χλωρίδα και ανθρώπινες δραστηριότητες στην περιοχή της Θεσσαλονίκης: Βιολογική προσέγγιση και ιστορική σύνδεση» ISBN «Η έγκριση της παρούσης ιδακτορικής ιατριβής από το Τµήµα Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης δεν υποδηλώνει αποδοχή των γνωµών του συγγραφέως» (Ν. 5343/1932, άρθρο 202, παρ. 2).

ARISTOTLE UNIVERSITY OF THESSALONIKI SCHOOL OF BIOLOGY DEPARTMENT OF BOTANY NIKOLAOS V. KRIGAS Biologist FLORA AND HUMAN ACTIVITIES IN THE AREA OF THESSALONIKI: Biological approach and historical considerations DOCTORATE THESIS THESSALONIKI 2004

Στον πατέρα µου Στην µητέρα µου Στους πνευµατικούς µου γονείς Nunc fluens, Νunc stans.

I ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ Καταρχάς, είχα την τύχη να εκπονήσω αυτή τη διδακτορική διατριβή. Τύχη, όµως, είναι εκεί που η ευκαιρία συναντά την προετοιµασία. Το άγνωστο πάντα µε προκαλούσε και - ως γνωστόν - «η τιµή, τιµή δεν έχει». Επέλεξα και µε επέλεξαν. Κι έπειτα άρχισε η «Ιλιάδα» της τριβής που όλους µας µαθαίνει να περπατάµε... Τελικά, στην πορεία της διδακτορικής διατριβής κάθε επόµενο στάδιο είναι πιο δύσκολο. Έτσι γίνεται και µε τούτα τα προλεγόµενα που -ως ιδιότυπη παραβολήγραφόµενα τελευταία, φαίνονται πρώτα Η όλη διαδικασία του «πονήµατος» µου θύµησε κάτι που, φυσικά, δε θα µπορούσα να ζήσω: την εγκυµοσύνη. Στην αρχή θυµάµαι τη χαρά για τη σύλληψη, την κενοφανή περηφάνεια και την ανεµελιά, αµέσως µετά το φόβο του «αγνώστου», στη συνέχεια την προσοχή στις επιρροές και την ανησυχία για την πορεία, ύστερα εµετοί µε όσα ένοιωθα, µετά λίγο άγχος, πολύ δουλειά και δυσανεξία στο αυξανόµενο ειδικό βάρος έφεραν δυσκολία ελιγµών και κίνησης. Έπειτα ήρθε η βοήθεια των «συντρόφων», ύστερα όλα πήραν µεταθέσεις για τη µετέπειτα περίοδο και ήρθε η ανάληψη των ευθυνών και η «απόφαση», κατόπιν ήρθε ο µοναστικός βίος της συγγραφής, έπειτα η αντίστροφη µέτρηση για την κρίσιµη στιγµή, η πίστη και - τέλος - το θάρρος της ζωής, που αντέχει και ανταπεξέρχεται. Τώρα που το «πόνηµα» γεννήθηκε ως βρέφος και «σαράντησε» µε την ακαδηµαϊκή ευλογία, µπορεί να έρθει σε επαφή µε τον κόσµο. Χρειάζεται καιρός για να µεγαλώσει, αλλά - πρώτα ο Θεός θα µεγαλώσει µε απλότητα, αξιοπιστία, αυτοεκτίµηση, ακεραιότητα, αυθεντικότητα και αξιοπρέπεια. Γνωρίζω από πρώτο χέρι την προ-έλευση του βρέφους, συν τω χρόνω γίνεται ορατή η προ-οπτική του και ο προ-ορισµός του φαντάζει µε την «Οδύσσεια» µιας επιστροφής. Με αρκετή υποµονή, ο χρόνος θα δείξει όποια ανάπτυξη γίνει δυνατή. Η µεγαλύτερη επανάσταση, όµως, ήδη έγινε και είναι η επιλογή της ήρεµης επανάστασης απέναντι στο δικό µου βόλεµα, καθηµερινά. Τώρα που τα µέτρα και τα σταθµά αλλάζουν και η µύηση µου στη σοφία της αβεβαιότητας είναι γεγονός, έµαθα πώς να πειθαρχώ τις σκέψεις µου όταν γίνονται ανήσυχες σχετικά µε το αποτέλεσµα κάποιας προσπάθειας. Τώρα που η ανυποµονησία δεν προκαλεί ανησυχία, φόβο και αποθάρρυνση, θέλω να γνωρίσω -εκ νέου- τη σιγουριά, την αποφασιστικότητα και τη δράση σε µια δια βίου µαθητεία σε όποιο ρόλο µου αναλογεί. Το «φίλτρο» της διατριβής έφερε την κάθαρση. Σήµερα είµαι πεπεισµένος πως χωρίς έµπνευση, επικοινωνία και εµπειρία δεν υπάρχει εκπαίδευση που να έχει αποτελεσµατικότητα. Καλή µου επιστροφή. Ν.

II ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η διδακτορική διατριβή πραγµατοποιήθηκε στο Εργαστήριο Συστηµατικής Βοτανικής και Φυτογεωγραφίας του Τµήµατος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης κατά το χρονικό διάστηµα 1996-1999 και - µετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής µου θητείας στο Πολεµικό Ναυτικό κατά το χρονικό διάστηµα 2001-2004. Η παρούσα έρευνα ενισχύθηκε οικονοµικά από Πρόγραµµα της Επιτροπής Ερευνών του Α.Π.Θ. (Ανάπτυξης Ερευνητικής Υποδοµής, 1998,1999) και εν µέρει από την ΕΤ-3 (Συγκέντρωση επιστηµονικού υλικού για την παραγωγή ντοκυµαντέρ οικολογικού περιεχοµένου, 1996). υστυχώς, οι ευχαριστίες µου δεν πρόκειται να είναι πλήρεις. Ωστόσο, αναγνωρίζουν τους ανθρώπους που «ήταν εκεί», όταν και όποτε χρειαζόταν. Ευχαριστώ θερµά: Την επιβλέπουσα µου, Καθηγήτρια κ. Σ. Κοκκίνη, για την εµπιστοσύνη και τον πολύτιµο χρόνο που µου πρόσφερε εξαρχής, για τη φροντίδα, την απέραντη υποµονή, την ψυχραιµία και την αυστηρότητα, τις νοητικές και επιστηµονικές προκλήσεις, αλλά και για το «σταθερό φρένο στην οδήγηση», γεγονός που διασφάλισε µια οµαλή πορεία σε όλα αυτά τα χρόνια. Κυρίως όµως, την ευχαριστώ εκ βαθέων γι αυτό που Είναι. Τον Καθηγητή κ. Ι. Τσέκο, για τις ευγενικές υποδείξεις του, την εγκαρδιότητα και τη συµπαράσταση που µου πρόσφερε στην πορεία της διατριβής. Τον Καθηγητή κ. Κ. Κωτσάκη, για τη στήριξη που µου παρείχε στα δύσκολα µονοπάτια των ιστορικών συνδέσεων, τις εποικοδοµητικές συζητήσεις µας, την άνετη επικοινωνία και την πρόσβαση σε αρχαιοβοτανικά δεδοµένα ανεκτίµητης αξίας. Τον Καθηγητή κ.. Μπαµπαλώνα, για τις παρατηρήσεις, τις καίριες υποδείξεις του, τις συµβουλές του, την αυστηρότητα, την ευµενή κρίση του, το χρόνο που µου αφιέρωσε και για το άνετο κλίµα που δηµιούργησε όλα αυτά τα χρόνια έρευνας, ως ιευθυντής του Εργαστηρίου Συστηµατικής Βοτανικής και Φυτογεωγραφίας. Την Καθηγήτρια κ. Γ. Καµάρη, για τη στήριξη που µου χάρισε και το χρόνο που µου αφιέρωσε εξαρχής, για τις συµβουλές της, τον προσδιορισµό των δειγµάτων του γένους Crepis, την προσεκτική εξέταση των κειµένων, τις υποδείξεις, την αυστηρή µατιά της, την τελειοφιλία της, αλλά επίσης για τη φροντίδα και την εκτίµηση που µου πρόσφερε απλόχερα τόσο κατά τις επισκέψεις µου στο πολύτιµο Ερµπάριο του Πανεπιστηµίου Πατρών, όσο και σε όλη την πορεία της διατριβής.

III Την Αναπλ. Καθηγήτρια κ. Β. Καραγιαννακίδου, για τις παρατηρήσεις και τις απορίες επί των κειµένων που µε βοήθησαν στην αρτιότερη υπεράσπιση της έρευνάς µου, αλλά και για την εγκαρδιότητα και την εκτίµηση που µου έδειξε όλα αυτά τα χρόνια. Τον Αναπλ. Καθηγητή κ. Σ. Σγαρδέλη, για τον πολύτιµο χρόνο που µου αφιέρωσε, για το «κέντρισµα» του µυαλού, τις καίριες υποδείξεις του σε θέµατα λογικής, οικολογίας φυτών και στατιστικής, αλλά και για τη µύηση στην «αναπόφευκτη καρικατούρα της πραγµατικότητας». Ο Prof. Dr. S. Snogerup (Lund) προσδιόρισε ή επιβεβαίωσε τον προσδιορισµό των taxa των γενών Rumex και Juncus. Τον ευχαριστώ για τις πολύτιµες ταξινοµικές παρατηρήσεις του. Η ενθάρρυνσή του για τη συνέχεια της έρευνάς µου αποτελεί ένα φάρο στα διεθνή ύδατα. O Dr Th. Raus (Berlin) προσδιόρισε ή επιβεβαίωσε τον προσδιορισµό των taxa του γένους Amaranthus. Τον ευχαριστώ για την αγαστή συνεγασία και τις πολύτιµες ταξινοµικές παρατηρήσεις του. Ο Prof. Dr H. Scholz (Berlin) προσδιόρισε ή επιβεβαίωσε τον προσδιορισµό αρκετών taxa των γενών Bromus, Cleistogenes, Digitaria, Echinochloa, Festuca, Hordeum, Lolium, Nasella, Panicum, Piptatherum, Poa, Phleum, Rostraria, Setaria, Sporobulus, Stipa και Vulpia της οικογένειας Graminae. Τον ευχαριστώ για τις πολύτιµες ταξινοµικές παρατηρήσεις του. Ο Prof. W. Greuter (Berlin) µε «κέντρισε» αρκετές φορές και ξύπνησε µέσα µου τον επαναστάτη. Τον ευχαριστώ θερµά. Ο Prof. Dr. A. J. Richards (Newcastle) ανέλαβε τον προσδιορισµό του ιδιαίτερα δύσκολου ταξινοµικά γένους Taraxacum. Τον ευχαριστώ για τις πολύτιµες ταξινοµικές και οικολογικές παρατηρήσεις του. Η Επικ. Καθηγήτρια κ. Ρ. Αρτελάρη (Πάτρα) προσδιόρισε το taxon του γένους Limonium και µε ενθάρυνε σταθερά σε κάθε συνάντησή µας. Ο Αναπλ. Καθηγητής κ. Α. Γιαννίτσαρος (Αθήνα) προσδιόρισε ή επιβεβαίωσε τον προσδιορισµό των αλλοχθόνων ειδών των γενών Aster και Conyza. Τον ευχαριστώ για την βοήθειά του και τη υποστήριξη των προσπαθειών µου σε κάθε συνάντησή µας. Ο Λέκτορας κ. Θ. Κωνσταντινίδης (Αθήνα) προσδιόρισε ή επιβεβαίωσε τον προσδιορισµό των taxa του γένους Consolida, έλεγξε την ονοµατολογία των taxa στους χλωριδικούς καταλόγους και µου υπέδειξε ευγενικά ονοµατολογικές αναπροσαρµογές, µου επέτρεψε να ψαχουλεύω περιοδικά στην προσωπική βιβλιοθήκη του για ατελειώτες ώρες και µε διεκόλυνε στην ακαριαία εύρεση πολλών ταξινοµικών µονογραφιών. Τον ευχαριστώ εγκάρδια για τη βοήθειά του σε όλα τα στάδια και τα χρόνια αυτής της έρευνας. Μα πιο πολύ τον ευχαριστώ εκ βαθέων για τη στήριξη και τη συµπαράστασή του στα πρώτα µου βήµατα, για τις - επιστηµονικές

IV και µη - ατέρµονες στιγµές επικοινωνίας, για τη διάρκεια της ευγένειας και της σεµνότητας που πρεσβεύει στους «αιώνες». Ο Οµότιµος Καθηγητής κ.. Φοίτος (Πάτρα) γονιµοποίησε την ιδέα της συµµετοχής µου στην «Ιλιάδα» µιας διδακτορικής διατριβής, µε περιέβαλε εξαρχής µε την εκτίµησή του, στήριξε και διευκόλυνε τις προσπάθειές µου αρκετές φορές, αφιέρωσε πολύτιµο χρόνο στην ενδελεχή διερεύνηση της ορολογίας που αφορά στα συνάνθρωπα φυτά και συνεργάστηκε για την καλύτερη απόδοση των όρων. Σε όλη την πορεία της διατριβής περίµενε καρτερικά την αρχή της «Οδύσσειάς» µου, που µόλις άρχισε Η Dr L. Celesti Grapow (Roma) από νωρίς αποτέλεσε για µένα πόλο ερευνητικής έλξης. Η µεθοδικότητα και η σειρά των επιστηµονικών δηµοσιεύσεών της στο «γερµανοκρατούµενο» πεδίο της οικολογίας πόλεων ανέδειξε στα µάτια µου έναν άλλο δρόµο πέραν των «χλωριδικών κανόνων» της Κ Ευρώπης και νεους ορίζοντες. Η επικοινωνία µας υπήρξε καταλυτική στην πορεία της διατριβής. Κατά τη διάρκεια της παραµονής µου στο Università di Roma La Sapienza µου αφιέρωσε αµέτρητες ώρες, µε ξενάγησε στις ιδιαιτερότητες της χλωρίδας και της βλάστησης της Ρώµης και µου επέτρεψε να εκφράσω τη «ληστρική» διάθεσή µου απέναντι στην τεράστια βιβλιοθήκη της και να «κλέψω» πολλά επιστηµονικά άρθρα και βιβλία. Η βοήθειά της υπήρξε και συνεχίζει να είναι ανεκτίµητη. Ο Prof. Dr P. Pyšek (Prague) εξαρχής έγειρε το θαυµασµό µου για την ποιότητα των επιστηµονικών δηµοσιεύσεών του. Όταν αποφάσισα να επικοινωνήσω ηλεκτρονικά µαζί του για θέµατα της διατριβής που µε ταλαιπωρούσαν, ο αρχικός γενικός θαυµασµός µου εξελίχθηκε γρήγορα σε εκτίµηση. Σε θέµατα που αφορούν στα αλλόχθονα φυτά, η αµεσότητα, η ευθύτητα και η τεκµηρίωση των απόψεών του και κυρίως η διάθεση που έδειξε στην επικοινωνία µας ξεδιάλυναν το οµιχλώδες τοπίο. Ο Prof. Dr D. Brandes (Braunschweig) µε τροφοδότησε συνεχώς µε τις επιστηµονικές δηµοσιεύσεις του. ε δίστασα να ζητήσω τη γνώµη του πολλές φορές για τις ιδιαιτερότητες της χλωρίδας στα αστικά περιβάλλοντα. Οι απαντήσεις του περί των δυσκολιών της διάκρισης των αρχαιόφυτων από τα αυτόχθονα φυτά στον ελλαδικό χώρο υπήρξαν πάντα άµεσες, καθησυχάζοντας τις αλλεπάλληλες επιστηµονικές ανησυχίες µου. Ο Assist. Curator Dr. N. Turland (Missuri Botanical Garden) µου αφιέρωσε πολύτιµο χρόνο συζητώντας δικτυακά περί των δυσκολιών της διάκρισης των αρχαιόφυτων από τα αυτόχθονα φυτά στον ελλαδικό χώρο. Ο ρ Ε. Χεκίµογλου (Θεσσαλονίκη) αφιέρωσε πολύτιµο χρόνο για την επιβεβαίωση της ταύτισης των παλαιότερων τοπωνυµίων µε τη σηµερινή τοπογραφία της Θεσσαλονίκης. Τον ευχαριστώ για τις καίριες υποδείξεις του και τη διαλεύκανση των γοητευτικών µυστηρίων της παλαιότερης τοπογραφίας της περιοχής.

V Η Λέκτορας κ. Σ. Βαλαµώτη (Θεσσαλονίκη) αφιέρωσε πολύτιµο χρόνο για να µε «ξεναγήσει» στη µεθοδολογία και τη βιβλιογραφία της αρχαιοβοτανικής. Την ευχαριστώ θερµά για το ενδιαφέρον και τις συµβουλές της στην ερµηνεία των αρχαιοβοτανικών ευρηµάτων. Μαζί µε την αείµνηστη Μ. Μαγκαφά µου έδειξαν πώς «βλέπει» το φυτικό κόσµο µια χθόνια Περσεφόνη. Η Λέκτορας κ. Ρ. Καρούσου (Θεσσαλονίκη) µε µύησε στη «γαλήνη που αναδύεται από το στοχασµό της τάξης που κατανοείται», «στα µέρη που συνωµοτούν απένταντι στο σύνολο», «στην έκθεση» και «στους Ινδούς». Την ευχαριστώ εγκάρδια για όλο τον ανεκτίµητο χρόνο που µου αφιέρωσε. Η Λέκτορας κ. Ε. Χανλίδου (Θεσσαλονίκη) µου έµαθε εξαρχής να µη µπερδεύοµαι στις «κλειδικές» αποφάσεις, συµµερίστηκε τις επιστηµονικές και προσωπικές ανησυχίες µου σε κρίσιµα στάδια της διατριβής και µε βοήθησε να στρέφω τον καθρέφτη πάνω µου. Την ευχαριστώ εγκάρδια για όλο τον ανεκτίµητο χρόνο που µου αφιέρωσε. Ο Καθηγητής κ. Θ. Λαναράς (Θεσσαλονίκη) µου έµαθε να προβληµατίζοµαι από το προφανές, να µην εφησυχάζοµαι και να µην αρκούµαι. Η συµβολή του είναι αέναη. Η Επικ. Καθηγήτρια κ. Ε. Βουλτσιάδου (Θεσσαλονίκη) έσκυψε στα προβλήµατά µου και µου συµπαραστάθηκε όσο ήταν δυνατό. Επίσης, το φορητό «traveli» της - σε χαλεπούς καιρούς - οικονόµησε πολύτιµο χρόνο και οργάνωσε τα πρωθύστερα βήµατά µου. Την ευχαριστώ από καρδιάς. Η Υποψ. ιδάτορας κ. Π. Μπαρέκα (Πάτρα) µε τροφοδότησε έγκαιρα και αγόγγυστα µε όλα τα επιστηµονικά άρθρα που της ζήτησα. Η καλοσύνη της µε έκανε να µπορώ να ζητώ συνεχώς κι άλλα µέχρι σήµερα Ο φιλόλογος και φίλος κ. Γ. αρδιώτης (Θεσσαλονίκη) αφιέρωσε εκγκάρδια πολύτιµο χρόνο στην προσεκτική «ανά-γνώση» των κειµένων, «διέγνωσε» έγκαιρα τις γλωσσικές και εννοιλογικές ατέλειες και συνεργάστηκε στη γραµµατική στήριξη των όρων. Οι ευχαριστίες µου προ(σ)φέρονται εκ βαθέων. Η ρ Ε. Βαρδάκα (Θεσσαλονίκη) µε βοήθησε πάντα - µε πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Στο «πάντα», οι ευχαριστίες περισσεύουν. Η κ. Π. Παρχαρίδου, Μεταπτυχιακή Βιολόγος (Θεσσαλονίκη) µου συµπαραστάθηκε εγκάρδια σχεδόν σε όλα τα στάδια της διατριβής, µετέφρασε ακούραστα αρκετές εργασίες από τα γερµανικά και µε βοήθησε περισσότερο από όσο µπορούσε. Η φιλία της ανέχτηκε την εκπαίδευσή µου, άντεξε την ανάπτυξή µου, δεν µπερδεύτηκε στα λόγια, πίστεψε στον «τρόπο» µου και ακόµα αντέχει! Θαυµάζω και την ευχαριστώ εκ βαθέων. Οι τελευταίες ευχαριστίες δεν χωρούν σε λέξεις. Έχουν γίνει αγκαλιές στους δικούς µου ανθρώπους και την οικογένεια µου. Ιούνιος 2004, Θεσσαλονίκη.

VI ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓH...1 1.1. Οικολογία πόλεων: Πώς ξεκίνησε το ενδιαφέρον...2 1.1.1. Η έρευνα στην Ευρώπη και τον πλανήτη...3 1.2. Οικολογικά χαρακτηριστικά του αστικού περιβάλλοντος...4 1.2.1. Οι δύο όψεις του νοµίσµατος: Το «φυσικό» περιβάλλον έναντι του «τεχνητού» περιβάλλοντος...9 1.3.1. Αυτόχθονα και αλλόχθονα φυτά...13 1.3.2. ιάκριση επιµέρους οµάδων συνάνθρωπων φυτών...14 1.3.3. ιάκριση µεταξύ της «χλωρίδας της πόλης» και της «αστικής χλωρίδας»...15 1.4. Χαρακτηριστικά της περιοχής έρευνας...16 1.4.1. Θεσσαλονίκη: Η «µητρόπολις» των 23 αιώνων...16 1.4.2. Ιστορική αναδροµή και παλαιότερες χρήσεις γης στην ευρύτερη περιοχή...23 1.4.2.1. Οι περιγραφές του Grisebach στα 1839...28 1.4.3. Η σύγχρονη Θεσσαλονίκη...31 1.4.4. Το κλίµα της περιοχής...36 1.4.5. Παλαιότερες έρευνες για τη χλωρίδα στην περιοχή της Θεσσαλονίκης...37 1.5. Σκοπός της παρούσας έρευνας...41 2. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟ ΟΙ...42 2.1. ιάκριση και περιγραφή των τοµέων αστικής ανάπτυξης...42 2.2. ιάκριση και περιγραφή των διαφορετικών τύπων βιοτόπων...45 2.2.1. Ανθρωπογενείς τύποι αστικών βιοτόπων: ο «Βιότοπος-πόλη»...46 2.2.2. Hµιφυσικοί τύποι βιοτόπων: η περιαστική περιοχή...52 2.3. Οι επιλεγέντες σταθµοί συλλογών...58 2.4. Συλλογή φυτών και καταγραφές παρατηρήσεων στο πεδίο...63 2.5. Η ταξινόµηση του φυτικού υλικού...65 2.5.1. Ταξινοµικός προσδιορισµός των δειγµάτων...65 2.5.2. Προσδιορισµός των µορφών διαβίωσης των taxa...66 2.5.3. ιάκριση των χωρολογικών στοιχείων...67 2.5.4. Έλεγχος των χλωριδικών αναφορών προγενέστερων ερευνητών...70 2.5.5. Ταύτιση παλαιότερων τοπωνυµίων µε τη σύγχρονη τοπογραφία της περιοχής...71 2.6. Στατιστική επεξεργασία των δεδοµένων...72 3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ...73 3.1. Η διάρθρωση των χλωριδικών καταλόγων...73 3.2. Χλωριδικός Κατάλογος Ι-α: Αυτόχθονα φυτά της αστικής και περιαστικής περιοχής της Θεσσαλονίκης...76 3.3. Χλωριδικός Κατάλογος Ι-β: Αλλόχθονα φυτά της αστικής και περιαστικής περιοχής της Θεσσαλονίκης...152 3.4. Χλωριδικός Κατάλογος ΙΙ: Taxa γνωστά για την περιοχή της Θεσσαλονίκης µόνον από αναφορές κατά την περίοδο 1938-1944...170 3.5. Χλωριδικός Κατάλογος ΙΙΙ: Taxa γνωστά για την περιοχή της Θεσσαλονίκης µόνον από αναφορές κατά την περίοδο 1888-1920...183 4. ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ - ΣΥΖΗΤΗΣΗ...195 4.1. Χλωριδική ανάλυση των σύγχρονων καταγραφών στην αστική και περιαστική περιοχή της Θεσσαλονίκης...195

VII 4.1.1. Ο χλωριδικός πλούτος...195 4.1.2. Η αλλόχθων χλωρίδα...200 4.1.3. Οι µορφές διαβίωσης των taxa...203 4.1.4. Η χωρολογία των taxa...205 4.1.5. Κατανοµή των taxa στο χώρο...213 4.1.5.1. Η χλωρίδα σε κατηγορίες βιοτόπων...213 4.1.5.2. H χλωρίδα σε τύπους βιοτόπων...217 4.1.5.3. Η χλωρίδα των τοµέων αστικής ανάπτυξης...231 4.1.5.4. Η χλωρίδα των σταθµών συλλογής...238 4.1.5.5. Οι πληθυσµοί των taxa στους σταθµούς συλλογής...244 4.1.5.6. Τα κοινότοπα φυτά...245 4.1.5.7. Σχέσεις αριθµού taxa, έκτασης των σταθµών συλλογής και των βιοτόπων τους.247 4.2. Η χλωρίδα στην περιοχή της Θεσσαλονίκης από τα τέλη του 19 ου ως τις αρχές του 21 ου αιώνα...262 4.2.1. Η χλωρίδα της Θεσσσαλονίκης σε παλαιότερες περιόδους...263 4.2.1.1. Η χλωρίδα κατά την περίοδο 1938-1944...263 4.2.1.2. Η χλωρίδα κατά την περίοδο 1888-1920...266 4.2.1.3. Σύγκριση της χλωρίδας παλαιότερων περιόδων...270 4.2.2. Μεταβολές της χλωρίδας στο χρόνο...272 4.2.2.1. Παρουσία και απουσία των taxa στις χλωριδικές καταγραφές...272 4.2.2.2. Μεταβολές στους τοµείς αστικής ανάπτυξης...273 4.2.2.3. Μεταβολές στο πολεοδοµικό συγκρότηµα και την περιαστική περιοχή...276 4.2.3. Μεταβολές της αλλόχθονος χλωρίδας στο χρόνο...279 4.2.3.1. Παρουσία και απουσία των αλλοχθόνων στις χλωριδικές καταγραφές...279 4.2.3.2. Μεταβολές στο χωρολογικό φάσµα...281 4.2.3.3. Μεταβολές στους τοµείς αστικής ανάπτυξης...281 4.2.3.4. Μεταβολές στο πολεοδοµικό συγκρότηµα και την περιαστική περιοχή...282 4.2.4. Το χθες (1888-1944) και το σήµερα (1993-2003) της χλωρίδας στην περιοχή της Θεσσαλονίκης...285 4.2.4.1. Κέρδη και απώλειες στο συνολικό αριθµό taxa...285 4.2.4.2. Αυτόχθονα και αλλόχθονα: Κέρδη και απώλειες...290 4.3. Χαρακτηρισµός των συνάνθρωπων φυτών...292 4.3.1. Χαρακτηρισµός των αλλοχθόνων...293 4.3.1.1. Τρόπος εισαγωγής...294 4.3.1.2. Χρόνος εισαγωγής...295 4.3.1.3. Στάδιο εγκατάστασης...297 4.3.1.4. Βαθµός ή κατάσταση εγκλιµατισµού...299 4.3.1.5. Η σηµερινή κατάσταση των αλλοχθόνων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης...315 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...320 6. ΠΕΡΙΛΗΨΗ...326 7. SUMMARY...329 8. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...332 8.1. Ελληνόγλωσση βιβλιογραφία...332 8.2. Ξενόγλωσση βιβλιογραφία...336 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑTA...359

VIII

1 1. ΕΙΣΑΓΩΓH Στην πορεία της εξέλιξης του ανθρώπου εµφανίστηκε η τάση µαζικής κατοίκησης (Li 1969). Η διαδικασία αυτή (Νεολιθικοί οικισµοί κώµη, πόλισµα, πολίχνη πόλη) επιταχύνεται στο χρόνο κυρίως µετά τη βιοµηχανική επανάσταση καθώς οι αστικές περιοχές αυξάνονται τόσο σε πληθυσµό όσο και σε έκταση (πόλη µεγαλούπολη, µητρόπολη γιγαντούπολη). Σχήµα 1. Αριθµός από «γιγαντουπόλεις» (ράβδοι:>5.000.000 κάτοικοι) και εξέλιξη δηµογραφικών µεγεθών τους ανά ήπειρο του πλανήτη στα 1950 και 2000, µε πρόβλεψη για το 2015. Τα κράτη όπου αναπτύσσονται «γιγαντουπόλεις» εµφανίζονται σκιασµένα (Πηγή ΟΗΕ, από την ελληνική έκδοση του National Geographic, τεύχος Νοεµβρίου 2002). Figure 1. Number of giant cities (bars: >5,00,000 inhabitants) and their development in continents of the planet around 1950 and 2000, with forecast for 2015. Countries with giant cities are shaded (Source UN, from the Greek edition of National Geographic, Issue November 2002).

2 Οι κατοικηµένες περιοχές, τα οδικά δίκτυα και οι βιοµηχανικές περιοχές στην επιφάνεια της γης αυξάνονται συνεχώς και η απαίτηση για νέες περιοχές αστικής ανάπτυξης θα γίνεται πιο πιεστική στο µέλλον (cf. Hruška 2000b). Στην Ευρώπη οι αστικές περιοχές και τα πολύπλοκα οδικά δίκτυα καλύπτουν ήδη πάνω από 10% της συνολικής επιφάνειας της ηπείρου, µια έκταση κατά πολύ µεγαλύτερη από εκείνη των εθνικών δρυµών (1,5% σύµφωνα µε Kunick 1987b). Η ραγδαία ανάπτυξη που ακολούθησε τη βιοµηχανική επανάσταση και η συνακόλουθη αστυφιλία, οδήγησαν στις µέρες µας περισσότερο από το 50% του παγκόσµιου πληθυσµού να ζει σε αστικές περιοχές (Σχ. 1), ενώ η εκτίµηση των Ηνωµένων Εθνών για το 2025 φτάνει στο 60% (Sukopp 1998b). Σύµφωνα µε τον Ellenberg (1973) τα «αστικοποιηµένα οικοσυστήµατα» συγκαταλέγονται ήδη µεταξύ των πέντε µεγαλύτερων οικοσυστηµάτων του πλανήτη. Σύµφωνα µε το Mediterranean Action Plan (MAP) του Ο.Η.Ε. από τα µέσα του 20 ου αιώνα ξεκινά η εκρηκτική ανάπτυξη της αστικοποίησης στη Μεσογειακή περιοχή, λόγω της αστυφιλίας, της πυκνότητας κατοίκησης και της επέκτασης των αστικών κέντρων. Στις µέρες µας περισσότερο από το 78% του πληθυσµού της Μεσογείου ζει σε αστικά κέντρα (Grenon & Batisse 1989). 1.1. Οικολογία πόλεων: Πώς ξεκίνησε το ενδιαφέρον Για ένα µεγάλο διάστηµα οι αστικές περιοχές αποτελούσαν ασήµαντο πεδίο έρευνας για τις βιολογικές επιστήµες καθότι θεωρούνταν ότι µόνο λιγοστά είδη φυτών και ζώων µπορούσαν να επιβιώσουν τυχαίως στα αστικά περιβάλλοντα (Sukopp 1998b). Καθώς «Φύση» και «Πόλη» αποτελούσαν ασυµβίβαστες και αντίθετες έννοιες (Horbert et al. 1980, Sukopp 1998b), οι απόπειρες να ανακαλυφθούν πρότυπα ή αιτίες, θεωρήθηκαν µάταιες και άσκοπες. Ωστόσο, την περίοδο του Β παγκοσµίου πολέµου, µετά τις γενικευµένες πολεµικές επιχειρήσεις και τους βοµβαρδισµούς περιοχών της κεντρικής Ευρώπης, παρατηρήθηκαν εντυπωσιακές αλλαγές στη χλωριδική σύνθεση ορισµένων πόλεων (Sukopp 2002), όπως του Λονδίνου (Salisbury 1943), του Παρισιού (Chevallier 1944), του Ντόρντµουντ (Neidhardt 1951) και του Μονάχου (Chudazek 1952): το γεγονός αυτό έστρεψε το ενδιαφέρον των βιολογικών επιστηµών στην «άγρια ζωή των πόλεων» (wildlife in cities) και αποτέλεσε το έναυσµα στην ανάπτυξη ερευνητικών προσπαθειών (Sukopp 2002). Αν και οι πρώτες συστηµατικές χλωριδικές καταγραφές σε αστικά περιβάλλοντα ανάγονται στα µισά του 18 ου αιώνα (Deakin 1855), η αστική οικολογία και η οικολογία πόλεων αναπτύχθηκαν επιστηµονικά κυρίως τις τρεις τελευταίες δεκαετίες (Li 1969, Sukopp 1998b, 2002). Η ανακάλυψη ότι το ανθρωπογενές περιβάλλον παρέχει κατάλληλους βιοτόπους για είδη και συνδυασµούς οργανισµών και το γεγονός ότι η παρουσία τους επαναλαµβάνεται σε παρόµοιες συνθήκες,

3 αποτέλεσε το έναυσµα του έντονου ενδιαφέροντος στις µέρες µας (Sukopp 1998b, 2002). Σήµερα, ενώ η αστικοποίηση στον πλανήτη επεκτείνεται ραγδαία (Σχ. 1), η υποχώρηση συγκεκριµένων βιοτικών κοινοτήτων δεν καταλήγει σε καταστροφή της «Φύσης» στις αστικές περιοχές αλλά µάλλον σε µετατροπή της, καθώς ένα σύνολο φυτών και ζώων είναι ικανό να ζει σε άµεση γειτονία µε τους κατοίκους των πόλεων (Horbert et al. 1980). Παρόλο που η χλωρίδα και η βλάστηση στις αστικές περιοχές επηρεάζονται έντονα από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες και εκτοπίζονται, παραµένουν εντούτοις σχετικά πλούσιες (Sukopp 1981, 2002). 1.1.1. Η έρευνα στην Ευρώπη και τον πλανήτη Η ραγδαία αύξηση των αστικών περιοχών σε παγκόσµιο επίπεδο, η υπερσυγκέντρωση του παγκόσµιου πληθυσµού στα αστικά συγκροτήµατα και η διαρκώς αυξανόµενη ρύπανση, καθιστούν στις µέρες µας αναγκαία τη βιολογική έρευνα και την πολύπλευρη ανάλυση της άγριας ζωής στις αστικές περιοχές (Sukopp 1990, 2002, Hruška 2000b, Clemants 2002). Στο πλαίσιο του παγκόσµιου προγράµµατος της UNESCO «Man and Biosphere Project», ο κλάδος N o 11 («Ecological aspects of urban systems») εξελίσσεται στις µέρες µας σε έναν από τους τέσσερις µεγαλύτερους του προγράµµατος (Sukopp 1990). Ο συγκεκριµένος κλάδος του προγράµµατος «ΜΑΒ», µε τη συµµετοχή περισσότερων από 70 οµάδων έρευνας (Celesti Grapow 1992), αντιπροσωπεύει µια από τις πρώτες προσπάθειες που ξεκίνησαν από το 1971 για την πολύπλευρη ανάλυση της άγριας ζωής σε πόλεις διαφορετικών περιοχών του κόσµου (πόλη Μεξικού, Ρώµη, Βερολίνο, Βιέννη, Τόκιο, Ντέιτον, Ασουνθιόν, Παρίσι, Μόσχα, Βαρσοβία κ.ά.). Επιπλέον, το Συµβούλιο της Ευρώπης (Council of Europe) από το 1981 έχει συγκροτήσει ειδικές ερευνητικές οµάδες µε στόχο τη µελέτη της φύσης εντός των πόλεων (Nature in cities, Sukopp & Werner 1982) και την ανάπτυξή της (Development of flora and fauna in urban areas, Werner & Sukopp 1985). Η αστική οικολογία αναπτύσσεται ταχύτατα τα τελευταία 30 χρόνια και στις µέρες µας υπάρχουν χλωριδικές µελέτες ή/και µελέτες µονάδων βλάστησης για τουλάχιστον 27 από τις 50 µεγαλουπόλεις του κόσµου (βλ. την επισκόπιση του Clemants 2002), όπως για παράδειγµα τη Νέα Υόρκη (Profous & Loeb 1986, Moore et al. 2002), την πόλη του Μεξικού (Rapoport 1991), το Σάο Πάολο (Seibert 1975), το Σαντιάγο (Navas Bustamante 1973-1979), το Τόκιο (Miyawaki & Okuda 1977, Iizumi 1983), τη Σεούλ (Jong-Won 1987), τη Σανγκάη (Zhang 1990),το Χόνγκ-Κόνγκ (Boyden et al. 1981), την Καλκούτα (Manilal & Sivarajan 1982), το Σίδνεϊ (Carolin et al. 1994) κ.ά. Στην Ευρώπη η χλωρίδα και η βλάστηση έχουν µελετηθεί σε εκατοντάδες πόλεις (για τις πόλεις της Κ Ευρώπης βλ. τις επισκοπήσεις των Klotz 1987, Sukopp et al. 1986, 1987, 1990, Pyšek 1993, 1998, Clemants 2002 και για τις πόλεις της Α Ευρώπης και των Βαλκανίων βλ. την επισκόπηση του Mucina 1990). Αν και ιστορικά

4 η πρώτη συστηµατική µελέτη της χλωρίδας µιας πόλης έγινε στο Παρίσι κατά το 17 ο αιώνα (Sukopp 2002), o πυρήνας της περισσότερο δραστήριας έρευνας σε αυτό το πεδίο είναι αδιαµφισβήτητα η Γερµανία, καθώς το Βερολίνο αποτελεί την πιο διεξοδικά µελετηµένη από χλωριδική και οικολογική άποψη πόλη στον κόσµο (Sukopp et al. 1980). Στη µεσογειακή περιοχή, η συστηµατική έρευνα της χλωρίδας στα αστικά συγκροτήµατα αναπτύσσεται κυρίως στην Ιταλία ήδη από τα τέλη του 19 ου αιώνα (Deakin 1855, Celesti Grapow 1992), ενώ µέχρι σήµερα έχει µελετηθεί η χλωρίδα ή/και η βλάστηση σε δεκάδες ιταλικές πόλεις (Hruška 1989, 2000a, 2000b, Celesti Grapow & Blasi 1998). Η βιολογική έρευνα στα αστικά συγκροτήµατα στην Ελλάδα άρχισε την τελευταία δεκαετία και παραµένει περιορισµένη. Μέχρι σήµερα, οι µόνες εργασίες που αναφέρονται στη χλωρίδα ελληνικών πόλεων είναι των Chronopoulos & Christodoulakis (1996, 2000) για την Πάτρα, των Krigas et al. (1999, 2004a, 2004b), Pateli et al. (2002b) και Lagoudakis et al. (2002) για τη Θεσσαλονίκη, του Authier (1999) για την Κόνιτσα, της Τσιότσιου (2001) και Tsiotsiou & Christodoulakis (2003) για το Μεσσολόγγι και της Παρχαρίδου (2003) για το Βόλο. H έρευνα για την αλλόχθωνα χλωρίδα της Ελλάδας άρχισε τα τελευταία 20 χρόνια (Yannitsaros & Economidou 1974, Γιανίτσαρος 1982, Yannitsaros 1991) και παραµένει περιορισµένη. Η αναλυτική µελέτη της βλάστησης σε αστικά συγκροτήµατα της Ελλάδας παραµένει περιορισµένη στις εργασίες του Bergmeier (1989) για τα χωριά της περιοχής του Βίκου και του Κάτω Ολύµπου, των Papanikolaou & Sarlis (1991) για το Τατόι της Αττικής και του Χρονόπουλου (2002) για την Πάτρα. 1.2. Οικολογικά χαρακτηριστικά του αστικού περιβάλλοντος Μία πόλη αντιπροσωπεύει ένα νέο είδος περιβάλλοντος, σχεδιασµένο για ανθρώπους και όχι φυτά ή ζώα (Rublowsky 1967 στον Sukopp 1998a) Η αστικοποίηση (urbanization) διαµορφώνει ιδιαίτερες συνθήκες σε µια περιοχή (Πίν. 1). Το αστικό περιβάλλον παρουσιάζει ένα σύνολο οικολογικών ιδιαιτεροτήτων που οφείλονται στη δράση του ανθρώπινου παράγοντα, µε κυρίαρχη την αξιοσηµείωτη ετερογένεια βιοτόπων που καθορίζει και την ανάπτυξη της βλάστησης µε διάρθρωση µωσαϊκού χαρακτήρα (Hard 1988). Τα οικολογικά χαρακτηριστικά των αστικών περιοχών είναι περισσότερο διακριτά σε µεγάλες πόλεις και κυρίως στο αστικό κέντρο µιας πόλης (Kunick 1974). Συγκρίσεις (α) µεταξύ πόλεων (Kunick 1982), (β) µεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών (Wittig & Durwen 1981) και (γ) µεταξύ τµηµάτων µίας πόλης (Kunick 1974), αποδείχθηκε πως είναι ικανοποιητικές µέθοδοι για την ανάλυση των επιδράσεων της αστικοποίησης (Sukopp & Werner 1983).

5 Η αρχική τοπογραφία στην περιοχή µιας πόλης αλλοιώνεται και µεταβάλλεται σηµαντικά εξαιτίας των µακροχρόνιων δραστηριοτήτων του ανθρώπου (Sukopp 2002). Η συσσώρευση χαλασµάτων, συντριµµιών, καθαιρεθέντων υλικών (µπάζα) και δάνειων χωµάτων επικαλύπτουν το φυσικό ανάγλυφο και καθορίζουν, µαζί µε δραµατικά φυσικά γεγονότα (πληµµύρες, πυρκαγιές, σεισµοί), το έδαφος στην περιοχή της πόλης (Celesti Grapow 1992). Το σύµπλοκο αυτών των φαινοµένων στο πέρασµα των αιώνων, προκαλεί τη συσσώρευση στρωµνών διαφορετικής πυκνότητας, ποικίλης προέλευσης και ετερογενούς χηµικής σύστασης (Wittig 1991). Οι γεωλογικές διαµορφώσεις σπάνια είναι ορατές και εµφανίζονται κυρίως στην περιβάλλουσα την πόλη περιοχή. Παρόλο που η δηµιουργία των πόλεων λαµβάνει χώρα σε διαφορετικούς τύπους εδαφών κάθε φορά, τα εδάφη των αστικών περιοχών εµφανίζουν ορισµένα κοινά χαρακτηριστικά: είναι συµπαγή, πυκνά, ευτροφικά, ξηροθερµικά, ανεπαρκώς αεριζόµενα, περιέχουν υψηλή συγκέντρωση τοξικών υλικών και διαµορφώνονται από υπολείµµατα υλικών µε αλκαλικό χαρακτήρα (Sukopp 1987, Wittig 1991). Τα εδάφη σε αστικές περιοχές είναι σχεδόν εντελώς καλυµµένα από αδιαπέραστα υλικά (άσφαλτος, τσιµέντο) και είναι ερµητικά «σφραγισµένα» από κατασκευές (Böker 1985). Το γεγονός αυτό σε συνδυασµό µε τη περιορισµένη διήθηση του νερού, παρεµποδίζει τη φυσική εδαφογένεση και προκαλεί έντονη αλλοίωση του εδάφους (Sukopp & Werner 1987). Η περορισµένη διαπερατότητα του νερού στο έδαφος που διολισθαίνει σε τεχνητές επιφάνειες προκαλεί επιπλέον την πτώση του υδροφόρου ορίζοντα. σ αυτήν επιπρόσθετα συµβάλλουν η ανύψωση του εδάφους µε τις κατασκευές και η µαζική οικιακή χρήση. Επιπλέον, η θερµοκρασία του εδαφικού νερού υφίσταται συχνά σηµαντικές µεταβολές (Balke 1974). Κατά συνέπεια οι φυσικές λειτουργίες των εδαφών στις αστικές περιοχές ως περιβάλλοντος για τους οργανισµούς, ως χώρου ανάπτυξης ριζών (ριζόσφαιρα) και ως φίλτρου νερού είναι πολύ περιορισµένες (Schulte et al. 1989) και διατηρούνται µόνο σε µικρό µέρος των εδαφών µιας πόλης (δηµόσια πάρκα, κήποι, πλευρές δρόµων). Το έδαφος, εξαιτίας των ουσιαστικών µεταβολών στις οποίες υπόκειται, είναι συχνά ο πιο σηµαντικός περιοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη των φυτών στα αστικά περιβάλλοντα (Bradshaw 1982). Το κλίµα µιας πόλης διαφοροποιείται σε σχέση µε το κλίµα της γειτονικής υπαίθρου (Wittig 1991). Η ηλιακή ακτινοβολία που φτάνει στο έδαφος της πόλης είναι µικρότερη εξαιτίας της διάχυσης και της απορρόφησής της από τα αερολύµατα της ατµόσφαιρας. Παρά την ασθενέστερη διείσδυση της ηλιακής ακτινοβολίας στο εσωτερικό της πόλης, η θερµοκρασία στο εσωτερικό της είναι υψηλότερη από την γειτονική ύπαιθρο (Σταθοπούλου 2002). Το φαινόµενο αυτό οφείλεται σε αρκετούς παράγοντες µεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η αυξηµένη παρουσία υλικών µε υψηλή θερµοχωρητικότητα (άσφαλτος, τσιµέντο), η µείωση επιφανειών εξάτµισης και διαπνοής (επιφάνειες µε βλάστηση), το υψηλό ποσοστό αδιαπέραστων υλικών πάνω στα οποία το νερό ρέει αντί να διεισδύει στο έδαφος, η αύξηση των ατµοσφαιρικών ρύπων (φαινόµενο θερµοκηπίου), η ελάττωση της ταχύτητας των

6 ανέµων λόγω της πυκνότητας δόµησης του πολεοδοµικού ιστού, η εισροή ενέργειας µέσω των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, οι µηχανές εσωτερικής καύσης, η κίνηση των οχηµάτων και οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρµανσης (Celesti Grapow 1992). Λόγω της ιδιότητας του εδάφους και των κατασκευών να θερµαίνονται, η επιφανειακή θερµοκρασία στην περιοχή µιας πόλης είναι πολύ υψηλότερη σε σχέση µε την περιβάλλουσα περιοχή, φαινόµενο γνωστό ως «αστική θερµική νησίδα» (urban heat island, Horbert et al. 1982). Το φαινόµενο της «αστικής θερµικής νησίδας» αποτελεί τη χαρακτηριστικότερη συνέπεια της αστικοποίησης και αποκτά τη µέγιστη έκφρασή του κατά τις βραδινές ώρες σε συνθήκες αίθριου καιρού και άπνοιας (συνήθως κατά τους καλοκαιρινούς µήνες), ενώ εξασθενεί ή/και εκµηδενίζεται όταν επικρατούν άνεµοι και γενικά έντονα καιρικά φαινόµενα. Η ένταση του φαινοµένου ποικίλλει ανάλογα µε την τοπογραφία, τις τοπικές ιδιαιτερότητες του αναγλύφου, την ένταση και τη χρονική διακύµανση των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων και τους τύπους χρήσεων γης σε κάθε πόλη (Horbert 1990). Λόγω του φαινοµένου θερµικής αστικής νησίδας, το κλίµα των πόλεων υπόκειται σε αισθητές µεταβολές σε σχέση µε το κλίµα όµορων περιοχών, οι οποίες το καθιστούν γενικά πιο θερµό και πιο ξηρό, γεγονός που επηρεάζει συχνά την εξάπλωση των ειδών (Feige et al. 1980).

7 Πίνακας 1. Αστική χρήση γης και επιπτώσεις στο κλίµα, το έδαφος, τα ύδατα και τη ζωή φυτών και ζώων (από Sukopp et al. 1980, απλοποιηµένο). Table 1. Urban land use and impacts on the climate, the soil, the waters and the life of plants and animals (from Sukopp et al. 1980, simplified). Χρήση γης Κλίµα Έδαφος και ύδατα Επιπτώσεις στα φυτά και τη σύνθεση της χλωρίδας 1. Περιοχές κατοίκησης ιάσπαρτη (µε κήπους) Ευνοϊκό µικροκλίµα Συγκέντρωση χούµου, διευθέτιση παροχής νερού ασικά πάρκα και περιοχές µε οπωροφόρα Εισαγωγή και εξάπλωση ειδών Κέντρα εξάπλωσης καλλωπιστικών και ορνιθόχωρων φυτών Καταφύγια κινδυνευόντων ειδών Εγκαταλελειµµένοι κήποι Πυκνή Ρύπανση (SO 2, σκόνη), υπερθέρµανση Εκποµπή ρυπαντών Ελάττωση ευαίσθητων στη ρύπανση ειδών (λειχήνες) 2. Βιοµηχανικές περιοχές και εγκαταστάσεις τεχνικής χρησιµότητας Υπερθέρµανση, ειδική ρύπανση Αέριοι ρυπαντές, συµπιεσµένο χώµα Καταστροφή φυτών, ελάττωση αυτόχθονος προϋπάρχουσας χλωρίδας Κέντρα εξάπλωσης συνάνθρωπων φυτών Αδιατάραχτες περιοχές για µεγάλο χρονικό διάστηµα 3. Ανοιχτοί χώροι εντός της πόλης Σχετικά ευνοϊκό µικροκλίµα, εναπόθεση και δέσµευση αέριων ρυπαντών Ευτροφικά εδάφη πλούσια σε βαριά µέταλλα, πέτρες και ασβέστιο ιασπορά πρόδροµης βλάστησης Μόνιµος εποικισµός ειδών Αδιατάραχες περιοχές για µεγάλο χρονικό διάστηµα 4. Περιοχές οργανωµένου πρασίνου και χώροι αναψυχής Ευνοϊκό µικροκλίµα, εναπόθεση και δέσµευση αέριων ρύπων Συµπίεση από ποδοπατήµα, διάβρωση, ευτροφισµός Ευνοούνται ανθεκτικά στην πέδηση, νιτρόφιλα είδη Κέντρα εξάπλωσης αγρωστωδών, καλλωπιστικών φυτών και αλλοχθόνων ειδών Εναποµένοντα δασικά είδη σε µεγάλα πάρκα Κοιµητήρια Βαθιά χαλάρωση εδάφους και συγκέντρωση χούµου Εξάπλωση καλλωπιστικών ειδών Εναποµένοντα δασικά και λιβαδικά είδη, υγρές περιοχές µε βλάστηση πλούσιας ορόφωσης (Κ Ευρώπη)

8 Πίνακας 1 (συνέχεια) / Table 1 (continued) Χρήση γης Κλίµα Έδαφος και ύδατα Επιπτώσεις στα φυτά και τη σύνθεση της χλωρίδας 5. Ρέµατα, ποτάµια και χώροι αναψυχής 6. Πολυσύχναστες περιοχές, δρόµοι, οικοδοµικά τετράγωνα Εξοµοίωση ακραίων κλιµατικών συνθηκών, όχληση, διαταραχή Αύξηση θερµοκρασίας, χαµηλή υγρασία, σκόνη και ρύπανση Ευτροφισµός και εν µέρει διάβρωση από προσχωσιγενή εδάφη Σφράγισµα και συµπίεση εδάφους, ελάττωµένη κατακράτηση νερού και ανταλλαγή αερίων, διείσδυση αλατιού, Ca, Zn (οχήµατα), φαινόµενο αστικής θερµικής νησίδας Ελάττωση των παράκτιων φυτών Καταστροφή ή και θάνατος των δενδροστοιχιών Εισαγωγή και εξάπλωση ειδών Εφήµερη εξάπλωση ειδών Εξάπλωση νέων ειδών Καταφύγια κινδυνευόντων ειδών Αχρησιµοποίητα κανάλια, λιµάνια Κοίτες ρεµάτων, πρανή, θαµνοστοιχίες Σιδηροδροµικές εγκαταστάσεις Υπερθέρµανση, όχληση Ρύπανση από ζιζανιοκτόνα Αύξηση ανθεκτικών ειδών στα ζιζανιοκτόνα Εξάπλωση νέων ειδών ιαταραγµένες περιοχές µε θάµνους Τάφροι, λιµάνια, κανάλια Εξοµοίωση ακραίων κλιµατικών συνθηκών, ρύπανση Ευτροφισµός, θέρµανση, ρύπανση ιασπορά τροπικών ειδών, σύνδεση και επικοινωνία βιοτόπων και εξοµοίωσή τους Εξάπλωση υγρόφιλων ειδών Αδιατάραχτοι θύλακοι, αχρησιµοποίητα κανάλια 7. Αγροί (αρδευόµενοι και µη) Ευνοϊκό µικροκλίµα, ικανή ανταλλαγή αερίων, οσµές Εδαφική υγρασία, χούµος, ευτροφισµός, άνοδος επιπέδων υπόγειων υδάτων, ρύπανση από ζιζανιοκτόνα, αποξηράνσεις και αρδεύσεις Ελάττωση ξηροθερµικών ειδών Εξάπλωση αρχαιοφυτικών και νεοφυτικών ειδών Φράχτες, πρανή αποστραγγιστικών αναχωµάτων, κοίτες, χαντάκια, υδατοδεξαµενές 8. άση Ευνοϊκό µικροκλίµα, εξοµοίωση ακραίων συνθηκών, φιλτράρισµα ρύπανσης Οξεοποίηση µε φιλτράρισµα SO 2 - Ευνοούνται συνοδευτικά είδη των κωνοφόρων Εξάπλωση εισαχθέντων ειδών για βελτίωση του εδάφους Παλαιά τµήµατα δασών, θαµνώδεις άγονες εκτάσεις, υγρόφιλα δάση

9 1.2.1. Οι δύο όψεις του νοµίσµατος: Το «φυσικό» περιβάλλον έναντι του «τεχνητού» περιβάλλοντος Οπουδήποτε εγκαθίσταται το ανθρώπινο ον, η όψη της φύσης αλλάζει (Chamisso 1827 στον Sukopp 1998a) Με βάση τις έννοιες «φυσικό» περιβάλλον (Westhoff 1951, Hornstein 1950, Ellenberg 1963, Fallinski 1966 στον Kowarik 1991) και «τεχνητό» περιβάλλον (Jalas 1955, Tüxen 1956, Sukopp 1972, Long 1974 στον Kowarik 1991), έχουν αναπτυχθεί στην Ευρώπη δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για την περιγραφή των µεταβολών της βλάστησης που προκαλούνται από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες σε ένα βιότοπο ή σε µια περιοχή (Kowarik 1991). Από τη µια πλευρά, κυριαρχεί µια οµάδα εννοιών που σχετίζουν τις µεταβολές µε µια προγενέστερη φυσική κατάσταση της βλάστησης, ανεπηρέαστη ακόµα από ανθρωπογενείς δραστηριότητες ( Φύση Ι, Kowarik 1991). Τα αποτελέσµατα της ανθρωπογενούς επίδρασης αποτιµώνται µε βάση την αποµάκρυνση από την αυθεντική, ιστορικά προϋπάρχουσα κατάσταση κλίµακας της βλάστησης (climax vegetation) σε ένα βιότοπο ή µια περιοχή (Πίν. 2). Ωστόσο στις έντονα αστικοποιηµένες περιοχές του πλανήτη (π.χ. Ευρώπη) οι περιοχές «φυσικού χαρακτήρα» είναι περιορισµένες, τείνουν να εκλείψουν ή έχουν υποβαθµιστεί από τις ανθρώπινες δραστηριότητες τόσο έντονα (Heywood 1989, Kornaś 1990), ώστε η αυθεντική προϋπάρχουσα κατάσταση της βλάστησης είναι πολύ συχνά αδύνατο να προσδιορισθεί (Kowarik 1988). Οι πόλεις υπόκεινται σε ιδιαίτερα έντονες και εξαιρετικά ποικίλες ανθρωπογενείς επιδράσεις που παρεµποδίζουν την κατάσταση κλίµακας της βλάστησης και γι αυτό σήµερα θεωρούνται ως ασταθή και απρόβλεπτα συστήµατα (non-equilibrium systems), (Sukopp 2002). Από την άλλη πλευρά, κυριαρχεί µια οµάδα εννοιών που παρέχει τη δυνατότητα διαφοροποιηµένης εκτίµησης της οικολογικής διαδοχής ακόµα και σε περιοχές που έχουν υποστεί µη αναστρέψιµες αλλαγές από τον ανθρώπινο παράγοντα (Kowarik 1991). Οι έννοιες αυτές στρέφονται γύρω από και εκφράζουν το τρέχον επίπεδο της έντασης των ανθρωπογενών επιδράσεων στο βιότοπο ή την περιοχή (artificialisation, Long 1974 στον Kowarik 1991) σε σχέση µε µια µελλοντική κατάσταση αυτορρύθµισης ( Φύση ΙΙ, Kowarik 1991). Για παράδειγµα στην κλίµακα του Long, µε βάση το «τεχνητό» περιβάλλον (artificialisation) αναπτύσσονται εννέα επίπεδα ή βαθµοί (µηδενικός βαθµός, ασθενής, αρκετά ασθενής, µέτριος, αρκετά έντονος, έντονος, πολύ έντονος, πάρα πολύ έντονος, πλήρης βαθµός) και η αποµάκρυνση από την ιστορικά προϋπάρχουσα κατάσταση της βλάστησης παραβλέπεται. Μηδενικό σηµείο της κλίµακας του Long αποτελεί η κατάσταση κλίµακας της βλάστησης (climax vegetation), η οποία δεν ταυτίζεται κατ ανάγκην µε την ιστορικά προϋπάρχουσα βλάστηση. Κατ αντιστοιχία, στην κλίµακα του Kowarik (hemeroby scale, 1988, 1990, 1991) αναπτύσσονται δέκα βαθµοί: ο βαθµός Η0 χαρακτηρίζει την απουσία

10 ανθρωπογενών επιδράσεων σε κάποιο τύπο βιοτόπου ή βλάστησης, οι βαθµοί Η1-Η3 χαρακτηρίζουν τις ασθενείς ανθρωπογενείς επιδράσεις, οι Η4-Η6 τις µέτριες, οι βαθµοί Η7-Η9 χαρακτηρίζουν τις έντονες ανθρωπογενείς επιδράσεις, ενώ περιοχές ή τύποι βιοτόπων που είναι αφιλόξενοι για τη βλάστηση των αγγειοσπέρµων δεν βαθµολογούνται στην εν λόγω κλίµακα. Πίνακας 2. Ορολογία περί των εννοιών φυσικότητας του περιβάλλοντος (Νaturnähe), (από Kowarik 1991). Για τη απόδοση των όρων στα ελληνικά [natural: φυσικό, cultivated: καλλιεργούµενο και künstlich: τεχνητό, sub: υπό-, semi: ηµι-, nah: κοντά, fern: µακριά, fremd: ξένο, bedingt: προαιρετικά, unberüht: ανέγγιχτο]. Table 2. Terminology concerning the concepts of naturalness of the environment (Νaturnähe), (from Kowarik 1991). Westhoff (1951) von Hornstein (1954) Ellenberg (1963) Seibert (1980) 1. natural 1. naturnah 1. unberüht 1. natürlich 2. natürlich 2. subnatural 2. naturfern 3. naturnah 2. naturnah 4. bedingt naturnah 5. bedingt naturfern 3. bedingt naturfern 3. seminatural 3. naturfremd 6. naturfern 4. naturfern 7. naturfremd 4. cultivated 4. künstlich 8. künstlich 5. künstlich Σήµερα σχεδόν δεν υπάρχει περιοχή στον πλανήτη που να µην υφίσταται σε κάποιο βαθµό διαταραχή από ανθρωπογενείς επιδράσεις (Heywood 1989). Πρέπει να σηµειωθεί ότι και στις δύο περιπτώσεις που αναφέρθηκαν («Φύση Ι ή ΙΙ»), τον ένα «πόλο» αποτελούν οι ανθρωπογενείς ή τεχνητοί βιότοποι και τον έτερο «πόλο» αποτελούν οι φυσικοί και πρακτικά ανεπηρέαστοι βιότοποι. Μεταξύ των δύο «πόλων», εκτιµάται και περιγράφεται κάθε φορά διαφορετικός αριθµός ενδιάµεσων σταδίων (2-8 στάδια), τα οποία περιγράφουν τη βαθµίδωση των ανθρωπογενών επιδράσεων και τις µεταβατικές καταστάσεις του βιοτόπου ή της περιοχής από τον ένα στον άλλο «πόλο». 1.3. Φυτά και ανθρώπινες δραστηριότητες Η µορφολογία και η παρουσία ενός taxon σε µια περιοχή είναι το αποτέλεσµα της ιστορίας του στο χώρο και το χρόνο (Davis & Heywood 1963) Η µελέτη της ανθρωπογενούς µετανάστευσης φυτικών taxa (είδη και υποείδη) ξεκινά από τα τέλη του 18 ου αιώνα και εστιάζεται στα καλλιεργούµενα φυτά (Willdenow 1792, κεφ. «Ιστορία των φυτών» στον Sukopp 1998a, Trepl 1990), στα

11 φυτά που διαφεύγουν από καλλιεργούµενες περιοχές (Humbolt 1807 στον Sukopp 1998a, Trepl 1990) και στα ζιζάνια των καλλιεργειών (Willdenow 1810 στον Sukopp 1998a, Trepl 1990). Λίγο αργότερα, εµφανίζεται για πρώτη φορά ο όρος plantae urbanae για να περιγράψει τα φυτά που απαντούν εντός και γύρω από τους οικισµούς των ανθρώπων (Schouw 1823 στον Sukopp 1998a). Στα µέσα του 19 ου αιώνα (Trepl 1990, Sukopp 1998a), την εποχή του De Candolle, ξεκινούν οι συστηµατικές απόπειρες να διευκρινιστούν η προέλευση και η εξάπλωση των φυτών και επιπλέον να οριστούν οι διαφορετικές οµάδες φυτών που απαντούν στη χλωρίδα µιας περιοχής (Trepl 1990). Γενικά, τα όρια εξάπλωσης των φυτικών taxa βρίσκονται σε συνεχή διακύµανση. ακόµα κι όταν τα όρια εξάπλωσης των φυτών εµφανίζονται ως σταθερά, αλλεπάλληλες εξαφανίσεις εξισορροπούνται από διαδοχικούς εποικισµούς (Schwartz 1997). Η εµφανιζόµενη σύγχρονη γεωγραφική εξάπλωση ενός φυτικού οργανισµού είναι αποτέλεσµα µίας δυναµικής εξέλιξης στο χώρο και το χρόνο (Davis & Heywood 1963) και έχει επηρεαστεί και συνεχώς επηρεάζεται από ποικιλία διαφορετικών παραγόντων. Μεταξύ άλλων, το σύνολο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων αποτελεί έναν εξαιρετικά αποτελεσµατικό παράγοντα (Willdenow 1792 και Humbolt 1897 στον Sukopp 1998a, Greuter 1971, di Castri 1989, Sykora 1990) ή τον κυριότερο παράγοντα (Elton 1958, Kowarik 1990, Trepl 1990, Schwartz 1997), που επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει τη γεωγραφική εξάπλωση των φυτών όλο και πιο έντονα (µε τρόπο άµεσο ή έµµεσο, σκόπιµα ή τυχαία). Η έναρξη της έντονης επίδρασης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο φυσικό περιβάλλον (εκχερσώσεις µε χρήση φωτιάς, γεωργική επανάσταση, µαζικές µετακινήσεις νοµαδικών πληθυσµών ανθρώπων και οικόσιτων ζώων, βόσκηση) γύρω από το χώρο της Μεσογείου ανάγεται περίπου στα 6000 π.χ. (di Castri 1989, 1990, Vernet 1990, Schwartz 1997). Η διαδικασία αυτή αναπτύχθηκε στο χρόνο µε ολοένα αυξανόµενες αµφίδροµες σχέσεις και µετακινήσεις πληθυσµών µεταξύ διαφορετικών φυτογεωγραφικών περιοχών και γειτονικών ηπείρων έως το Μεσαίωνα (για ιστορική ανάλυση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που σχετίζονται µε τη µεταβολή της εξάπλωσης των ειδών στον πλανήτη µε έµφαση στην Ευρασία, βλ. di Castri 1989). Αργότερα όµως, καθώς οι βιογεωγραφικοί φραγµοί υπερνικήθηκαν (Σχ. 2) από τα νέα συστήµατα µεταφορών µεταξύ αποµακρυσµένων υπερπόντιων ηπείρων (ανακάλυψη της Αµερικανικής ηπείρου το 1492), οι ανθρώπινες δραστηριότητες άρχισαν να επεκτείνονται ραγδαία σε παγκόσµια κλίµακα (κυρίως µετά το 1500-1550), ολοένα και περισσότερο µέχρι τη σύγχρονη εποχή. Η ανακάλυψη της Αµερικανικής ηπείρου και κυρίως η µετέπειτα αποικιοκρατική περίοδος (1492-1550 µ.χ.), θεωρείται από βιολογική άποψη σηµαντική και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού ωκεανού (Webb 1985, di Castri 1989, Trepl 1990, Schwartz 1997, Pyšek et al. 2002). Σ αυτό το διάστηµα αρχίζει µια περίοδος που σηµατοδοτεί τη ραγδαία αύξηση των µετακινήσεων και εισαγωγών φυτικών ειδών από τους ανθρώπους µεταξύ περιοχών µε αξεπέραστους µέχρι τότε φραγµούς διασποράς (di Castri 1989, Trepl 1990, Schwartz 1997).

12 Σχήµα 2. Η εξάπλωση των ευρωπαϊκών εµπορικών δραστηριοτήτων και οικονοµιών, µε ειδική έµφαση στη Βενετία (Ιταλία) γύρω στα 1500 µ.χ. (αριστερά) και παγκοσµιοποίηση των Ευρωπαϊκών εµπορικών δραστηριοτήτων (ειδικά Βρετανικών, Ολλανδικών, Ισπανικών, Πορτογαλικών και Γαλλικών δικτύων) γύρω στα 1775 µ.χ. (δεξιά), µε το Λονδίνο ως σταυροδρόµι των οικονοµιών (από di Castri 1989). Figure 2. Expansion of European trade and activities, with special emphasis in Venice (Italy) around 1500 AD (left) and globalization of the European trades (British, Dutch, Spanish, Potuguese and French networks) around 1775 AD (right), with London as the main crossroads of economies (from di Castri 1989). Η επίδραση του συνόλου των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην εξάπλωση των φυτικών ειδών µπορεί να έχει δύο διαφορετικά αποτελέσµατα (Kornaś 1982, 1983): α) Περιορισµό της παλαιότερης γεωγραφικής εξάπλωσης των φυτών (εξηµερόφοβα φυτικά taxa, Hemerophoben sensu Linkola 1916 ή προανθρωπόφυτα sensu Holub & Jirásek 1967). Ο περιορισµός αυτός επέρχεται είτε µε την καταστροφή της βλάστησης και των βιοτόπων όπου απαντούν τα φυτά, είτε λόγω αλλαγής των αβιοτικών παραγόντων στους βιοτόπους. Τα εξηµεροαδιάφορα είδη (Hemeradiaphoren sensu Linkola 1916) είναι δύσκολο - αν όχι αδύνατον - να διακριθούν (Kornaś 1983), καθότι αφορούν σε «φυτά προϋπάρχοντα του ανθρώπου, των οποίων η συνολική εξάπλωση σε µια περιοχή ούτε ευνοείται ξεκάθαρα αλλά ούτε και αναστέλλεται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες». β) Επέκταση της παλαιότερης γεωγραφικής εξάπλωσης των φυτών (π.χ. εξάπλωση αυτοχθόνων taxa µε την αστικοποίηση περιοχών και αλµατώδη ακούσια ή εκούσια εισαγωγή αλλοχθόνων από την Ασία ή την Αµερική που µεταναστεύουν στην Ευρώπη ή/και αντίστροφα). Αυτή η οµάδα αυτοχθόνων και αλλοχθόνων φυτικών οργανισµών που ωφελούνται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες συνιστά τα συνάνθρωπα φυτικά taxa (Synanthropen sensu Holub & Jirásek 1967, Fallinski 1971) ή εξηµερόφιλα (Hemerophilen sensu Linkola 1916) ή ανθρωπόχωρα (Anthropochores sensu Rikli 1903, Thellung 1915, 1918/19). Τα είδη αυτά χαρακτηρίζονται γενικά από ευρεία αντοχή σε περιβαλλοντικές συνθήκες, γoνότυπο «ευρέως σκοπού» (general purpose genotype), r-στρατηγική ζωής (σύντοµο

13 βιολογικό κύκλο µε υψηλό αναπαραγωγικό δυναµικό) και συχνά διαθέτουν εξειδικευµένα εξαρτήµατα ή/και πολυδύναµους µηχανισµούς διασποράς (Kornaś 1982, 1983). 1.3.1. Αυτόχθονα και αλλόχθονα φυτά Αυτόχθον: αναφυέν εξ αυτής της γης (Liddel & Scott 1901), που γεννήθηκε και κατοικεί στον ίδιο τόπο µε τους προγόνους του, που ούτε το ίδιο ούτε οι πρόγονοί του ήρθαν από άλλο τόπο. Αντίθετο: αλλόχθων, ετερόχθων. (Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής, 2002) Τα αυτόχθονα φυτά (ιθαγενή) και τα αλλόχθονα φυτά (µη ιθαγενή, ετερόχθωνα) συνιστούν τις δύο βασικές κατηγορίες φυτών που είναι δυνατόν να διακριθούν στη χλωρίδα µιας περιοχής (Sukopp & Scholz 1997). Η διάκριση της κατάστασης κάθε φυτού (status) σε µια περιοχή δεν είναι αδιαµφισβήτητη (Kornaś 1982, Heywood 1989, Pyšek 1995a, Schwarz 1997, Pyšek et al. 2004a) και βασίζεται σε συνδυασµό διαφορετικών κριτηρίων (για τα κριτήρια που χρησιµοποιούνται βλ. Webb 1985, Pyšek 1995a, Schwartz 1997, Richardson et al. 2000, Pyšek et al. 2004a) και συχνά, σε εξισορρόπησή τους (balance of evidence, Pyšek et al. 2004a). Ωστόσο, πρέπει να σηµειωθεί ότι εξαιρώντας τις περιπτώσεις όπου κάποιο taxon εξελίχθηκε φυλογεννετικά in situ, πιθανότατα µεγάλο µέρος των «αυτοχθόνων» κάθε περιοχής, στην πραγµατικότητα αποτελούν «εισαχθέντα» που εποίκισαν την περιοχή κατά το µακρινό παρελθόν και εγκλιµατίστηκαν (Trepl 1990). Τα αυτόχθονα φυτά αποτελούν βιολογικές οντότητες που «εξελίχθηκαν στην περιοχή, ή έφτασαν εκεί πριν από τη Νεολιθική περίοδο ή και αργότερα, µε τρόπο εντελώς ανεξάρτητο από τις ανθρώπινες δραστηριότητες» (Webb 1985, Pyšek et al. 2004a). Αντίθετα, η εµφάνιση των αλλοχθόνων φυτών σε µια περιοχή οφείλεται αποκλειστικά στον ανθρώπινο παράγοντα και τις δραστηριότητές του από τη Νεολιθική περίοδο µέχρι σήµερα (Richardson et al. 2000, Pyšek et al. 2004a). Πρόκειται για taxa που εισήχθησαν ή/και µετανάστευσαν µε διαφορετικούς τρόπους (ακούσια ή εκούσια) κατά το παρελθόν από άλλες φυτογεωγραφικές περιοχές. Τα φυτά αυτά αυτοφύονται σε µια περιοχή (µε διαφορετικό βαθµό εγκλιµατισµού) ή απαντούν ως ηµιαυτοφυή (περιστασιακά ή τυχαία sensu Richardson et al. 2000, εφηµερόφυτα sensu Schröder 1969). Τα αλλόχθονα φυτά απαντούν στη διεθνή βιβλιογραφία (βλ. Pyšek 1995a) µε πλήθος διαφορετικών όρων (π.χ. µη ιθαγενή, ξενικά, εξωτικά, εισβολείς, εισαχθέντα, µετανάστες, επιγενή, εγκλιµατισµένα, ζιζάνια κ.ά.). Οι διάφοροι χαρακτηρισµοί που τους αποδίδονται συχνά δε διευκρινίζονται επαρκώς και σταθερά ή ενίοτε εκφυλίζονται σε συνώνυµα ακόµα και εντός µιας και µόνον επιστηµονικής

14 δηµοσίευσης (Pyšek 1995a). Επίσης, οι επιµέρους οµάδες αλλοχθόνων φυτών περιγράφονται µε πλήθος διαφορετικών χαρακτηρισµών συχνά συνώνυµων (π.χ. για αλλόχθονα φυτά που εισήχθησαν και εγκλιµατίστηκαν σε µια περιοχή µετά το 1500 µ.χ.: Kenophyta 1 sensu Kornaś 1983, Neophyta sensu Meusel 1943, Xenophyta sensu Greuter 1971). Τα αρχαιόφυτα (αλλόχθονα φυτά που εισήχθησαν και εγκλιµατίστηκαν σε µια περιοχή πριν το 1500 µ.χ.), συχνά θεωρούνται ως µέρος της αυτόχθονος χλωρίδας µιας φυτογεωγραφικής περιοχής (βλ. Tutin et al. 1968-1980, Tutin et al. 1993, Greuter et al. 1984-1989, Heywood 1989 και συζήτηση του θέµατος στους Pyšek et al. 2004a, 2004b). Η δυσκολία να προσδιοριστεί η περίοδος εισαγωγής τους σε µια περιοχή οφείλεται συχνά σε έλλειψη συστηµατικών καταγραφών για τη δεδοµένη περιοχή κατά τους αιώνες πριν και µετά το Μεσαίωνα (Greuter 1971). Η διάκριση των αρχαιοφύτων στις µέρες µας βασίζεται σε συνδιαστική χρήση παλαιοβοτανικών, αρχαιοβοτανικών, οικολογικών και ιστορικών δεδοµένων (Pyšek et al. 2002, 2004a). 1.3.2. ιάκριση επιµέρους οµάδων συνάνθρωπων φυτών Από την ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας διαπιστώνονται διαφορετικά βασικά συστήµατα για τη διάκριση των επιµέρους οµάδων φυτών που απαντούν σε µια περιοχή (Rikli 1903, Thellung 1912, 1915 & 1918/19, Linkola 1916, Meusel 1943, Hylander 1960, Schröder 1969, Holub & Jirásek 1967, Kornaś 1982, 1983 & 1990, Viegi et al. 1974, Quesel et al. 1990, Sukopp & Scholz 1997, Richardson et al. 2000, Pyšek et al. 2004a). Τα κριτήρια που έχουν χρησιµοποιηθεί πιο συχνά στην Ευρώπη για τη διάκριση επιµέρους κατηγοριών µεταξύ των συνάνθρωπων φυτών (Lambelet- Haueter 1990, 1991, Pyšek 1995a, Pyšek et al. 2002, Schwartz 1997, Richardson et al. 2000, Pyšek et al. 2004a) αφορούν κυρίως: 1. Τη διάκριση της κατάστασης (status) ενός taxon (αυτόχθον, ιθαγενές ή αλλόχθον, µη ιθαγενές), 2. Τον καθορισµό της φυτογεωγραφικής προέλευσης του taxon, 3. Την περίοδο εισαγωγής του taxon σε µια περιοχή (ιστορική ή προϊστορική περίοδος, ή µε όριο το 1492, έτος ανακάλυψης της Αµερικανικής ηπείρου), 4. Τον τρόπο εισαγωγής του σε µια περιοχή (π.χ. σκόπιµα ή τυχαία, εκούσια ή ακούσια), 1: Ο όρος αποδίδεται όπως στην πρωτότυπη εργασία (βλ. Kornaś 1983). Ωστόσο, πρέπει να σηµειωθεί πως πρόκειται για ορθογραφικό σφάλµα αντί του ορθώς γραφόµενου «Καινόφυτα» (Kaenophyta).