1.5.1 Καταστελλόµενη και Mη Kαταστελλόµενη Iοντική Xρωµατογραφία



Σχετικά έγγραφα
Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

ΤΙΤΛΟΣ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

ΕΠΟΝ. Ιστορία γραμμένη με αγώνες και αίμα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΔΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟY

Διπλωματική Εργασία. Έρευνα:

Τρίτη, 23 Μαΐου 2006 Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΕΚΦΡΑΣΗ - ΕΚΘΕΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟ

/νση: ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Μ. Αλεξάνδρου 49, 66100, ράµα Τηλ&φαξ: , κιν.: info@akademia.

Περιεχόμενα !"#$%&%'(((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((( )!

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ» Θ.Ε. ΔΕΟ 10 Βασικές Αρχές Δικαίου και Διοίκησης

ΑΠΟΦΑΣΗ 34750/2006 (Αριθμός καταθέσεως πράξεως 43170/2006) ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από

62 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ & ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Οι 99 θέσεις του Ποταμιού

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 30 ΜΑΪΟΥ 2012 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ ÁÍÉÁ

ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΜΙΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Πολιτική Πρόταση για μια Προοδευτική Διέξοδο Από την Κρίση

Αιτιολογική έκθεση Προς τη Βουλή των Ελλήνων

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ A1. Ο συγγραφέας ορίζει το φαινόμενο του ανθρωπισμού στη σύγχρονη εποχή. Αρχικά προσδιορίζει την

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΛΓΕΒΡΑΣ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

I.Επί της Αρχής του σχεδίου Νόµου: ΙΙ. Επί των άρθρων του σχεδίου Νόµου: ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

: Aύξηση φόρου εισοδήµατος, και µείωση µισθών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ «ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΝΩΣΟ» - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ Προς: Δημάρχους της Χώρας Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 2013 Α.Π.:2271. Αγαπητέ κ.

Σ Χ Ο Λ Η :Δ ΙΟ ΙΚ Η Σ Η Σ Κ Α Ι Ο ΙΚ Ο Ν Ο Μ ΙΑ Σ ΤΜ Η Μ Α : Λ Ο Γ ΙΣ Τ ΙΚ Η Σ. ιιιιιιι. Θέμα: Συναλλαγματική Γραμμάτιο εις Δ ια ταγήν Επιταγή

ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΞΗΡΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΔΕΥΑΜΒ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Δ/ΚΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΔΕΥΑΜΒ

35η ιδακτική Ενότητα ΕΝΟΧΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ( ΕΝΟΧΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΩΓΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΟ. ΝΟΜΟΣ. Δηµόσιες υπεραστικές οδικές µεταφορές επιβατών. Κεφ. Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. Άρθρο 1 Σκοπός πεδίο εφαρµογής

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»


A1. Να γράψετε στο τετράδιό σας την περίληψη του κειμένου που σας δόθηκε ( λέξεις). Μονάδες 25

Φιλολογικό Φροντιστήριο

ΕΛΤΡΑΚ Α.Ε. ΕΝ ΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 2005 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΙΕΘΝΗ ΠΡΟΤΥΠΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ( ΠΧΠ)

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ

Η γενοκτονία των Ποντίων 1 (11)

«Πολιτιστικές διαδροµές στα µεταλλευτικά τοπία της Kύθνου»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ÔÏÕËÁ ÓÁÑÑÇ ÊÏÌÏÔÇÍÇ

ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Για τους όρους αµοιβής και εργασίας των Εργαζοµένων στις Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Νοµού Χανίων

ΣΥΝΘΗΚΗ SCHENGEN (ΣΕΝΓΚΕΝ)

ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΛΥΚΥΤΤΑΡΩΝ ΟΡΓΑΝΣΙΜΩΝ ΟΙ ΖΩΙΚΟΙ ΙΣΤΟΙ 2 ο ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Συνεργάστηκαν : Παπαδόπουλος Γεώργιος Τ / Σχίζας Χαράλαµπος Τ / Ιωάννου Ιωάννης Τ / Υπεύθυνος Καθηγητής : Λάιος Λάµπρος

Βρέντζου Τίνα Φυσικός Μεταπτυχιακός τίτλος: «Σπουδές στην εκπαίδευση» ΜEd stvrentzou@gmail.com

Νεοελληνική Λογοτεχνία Θεωρητικής Κατεύθυνσης Α1. Β1. Ορόσημο Τηλ

ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ - ΟΧΙ ΣΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ

Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α Από το Πρακτικό της 03ης Τακτικής Συνεδρίασης του ηµοτικού Συµβουλίου Σκοπέλου

ΝΟΜΟΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΘΗΒΑΙΩΝ * * * * * * Αριθ. Πρωτ.16183

Αριθμός 9769/2014 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μυρσίνη Κοντογιάννη, Πρόεδρο

Οι Αγώνες θα διεξαχθούν τόσο στο Σύγχρονο Θέατρο όσο και στο Αρχαίο

Καλωσόρισμα επισήμων. Κυρίες και κύριοι,

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

Πρακτικό 1/2012 της συνεδρίασης της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης του Δήμου Λήμνου,

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Υπολογισμός ορίου συνάρτησης όταν x ±

5 η Ενότητα Κουλτούρα και στρατηγική

Σκέψεις Εντυπώσεις Απορίες Απόψεις. Β) Παρακολουθούµε ή µετέχουµε στη λατρεία ;

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ Εξώφυλλο του Συντάγµατος του 1844 (Βιβλιοθήκη Βουλής των

(ΜΕ ΤΑ ΔΥΟ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ)

ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

«Αναδιάρθρωση της καλλιέργειας του καπνού µε άλλες ανταγωνιστικές καλλιέργειες»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ FREDERICK

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί με τα παρακάτω Εργαλεία

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. υπ αριθμόν 2

Η διδακτική ενότητα του σχολικού εγχειριδίου «Η ελληνική κοινωνία στα χρόνια της δουλείας- Η οικονομία» Στόχοι διδασκαλίας της συγκεκριμένης ενότητας

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ Κυριακή

Η ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΣΤΟ ΟΥΔΕΤΕΡΟΘΡΗΣΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ (ΤΟΥ ΡΕΖΙΣ ΝΤΕΜΠΡΕ)

& ../../ , :.. : FAX :... & :...

4 ο ΛΥΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ. Ε ιµέλεια Εργασίας :Τµήµα Α4

στο σχέδιο νόµου «Διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, µισθολογικές ρυθµίσεις και άλλες επείγουσες στόχων και διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων»

Η δίκη του Νίκου Πλουμπίδη μέσα από τις εφημερίδες.

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2015 Α ΦΑΣΗ

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΞΩΡΑΪΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «Η ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ»

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΟΜΑΔΑ Α

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙΤΕ: ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΡΓΟ ΟΤΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩN ΕΠΙΣΕΙΡΗΣΕΩΝ ΝΑΥΠΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΚΕΥΗΣ ΠΛΟΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ.

Φροντιστήριο «ΕΠΙΛΟΓΗ» Ιατροπούλου 3 & Χρ. Παγώνη - Καλαμάτα τηλ.: & 96390

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΣΤ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ. λίτρα νερό. Πόσο νερό χρειάζεται ακόμα για να γεμίσει το δοχείο;

Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Β ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

ΜΗΝΙΑΙΟ ΕΛΤΙΟ ΙΟΥΝΙΟΥ 2007

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΡΟΠΑΡΙΩΝ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΨΑΛΤΙΚΗΣ 1

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Transcript:

1.5 ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΣΗΜΑΤΟΣ ΥΠΟΒΑΘΡΟΥ 1.5.1 Καταστελλόµενη και Mη Kαταστελλόµενη Iοντική Xρωµατογραφία Η τεχνική της καταστολής του σήµατος υποβάθρου αναφέρεται στις περιπτώσεις που χρησιµοποιείται αγωγιµοµετρικός ανιχνευτής, δηλαδή στην πλειοψηφία των εφαρµογών ιοντικής χρωµατογραφίας, και έχει ως σκοπό την αύξηση του λόγου S/N (σήµα / θόρυβος). Η ανάγκη για εφαρµογή κάποιας τεχνικής καταστολής µε σκοπό την αύξηση του λόγου S/N εικονίζεται στο σχήµα 1.5. ΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ ΟΗ - (λ ο =198) Α Ολική Αγωγιµότητα Cl - (λ ο =76 ) ΟΓΚΟΣ ΕΚΛΟΥΣΗΣ ΑΓΩΓΙΜΟΤΗΤΑ Βενζοϊκά (λ ο =30 ) Β Ολική Αγωγιµότητα Cl - (λ ο =76 ) ΟΓΚΟΣ ΕΚΛΟΥΣΗΣ Σχήµα 1.5: Μεταβολή της ολικής αγωγιµότητας στην έξοδο της στήλης κατά την έκλουση ιόντων χλωρίου µε εκλουστικά ιόντα: α) ΟΗ - και β) Βενζοϊκά. Ας υποτεθεί ότι εισάγεται σε µία ανιοανταλλακτική στήλη διάλυµα ΝaCl σε συγκέντρωση 1 mm και για την έκλουση των ιόντων χλωρίου χρησιµοποιείται ως κινητή φάση υδατικό διάλυµα ΝaΟΗ 0,1 M. Κατά το µηχανισµό της ιονανταλλαγής τα ιόντα χλωρίου κατανέµονται µεταξύ στατικής και κινητής φάσης, σε κάθε όµως σηµείο της στήλης θα πρέπει το άθροισµα των ιόντων χλωρίου και υδροξυλίου της κινητής φάσης να είναι σταθερό και ίσο µε τον αριθµό των ιόντων νατρίου, έτσι ώστε να διατηρείται η ηλεκτρική ουδετερότητα. Αυτό συνεπάγεται τη µείωση του αριθµού των ιόντων υδροξυλίου της κινητής φάσης κατά την έκλουση των ιόντων χλωρίου. Εποµένως, η µετρούµενη µεταβολή της αγωγιµότητας κατά την έκλουση των ιόντων χλωρίου είναι το αποτέλεσµα δύο παραγόντων: α) της αύξησης της συγκέντρωσης των ιόντων χλωρίου και 25

β) της µείωσης της συγκέντρωσης των ιόντων υδροξυλίου, η οποία είναι αριθµητικά ίση µε την αύξηση της συγκέντρωσης των ιόντων χλωρίου. Σε αυτήν την περίπτωση, επειδή η ισοδύναµη αγωγιµότητα των ιόντων υδροξυλίου (λ ο = 198 Ω -1 cm 2 eq -1 στους 25 ο C) είναι µεγαλύτερη από την ισοδύναµη αγωγιµότητα των ιόντων χλωρίου (λ ο = 76 Ω -1 cm 2 eq -1 στους 25 ο C), η συνολική µεταβολή της αγωγιµότητας είναι αρνητική (Σχήµα 1.5Α). Αν αντί για ιόντα υδροξυλίου είχαν χρησιµοποιηθεί ως εκλουστικά ιόντα τα βενζοϊκά (λ ο = 32 Ω -1 cm 2 eq -1 στους 25 ο C), τότε η συνολική µεταβολή θα ήταν θετική (Σχήµα 1.5Β). Η ανιχνευσιµότητα και η ευαισθησία της µεθόδου εξαρτάται µεταξύ άλλων από δύο παράγοντες: α) τη διαφορά των ισοδύναµων αγωγιµοτήτων του εκλουστικού ιόντος και του εκλουόµενου ιόντος και β) την αγωγιµότητα υποβάθρου, η οποία εξαρτάται από την ισοδύναµη αγωγιµότητα και τη συγκέντρωση του εκλουστικού ιόντος. Ο σηµαντικότερος περιορισµός που τίθεται, είναι η ύπαρξη υψηλής αγωγιµότητας υποβάθρου, εξαιτίας της πολύ µεγαλύτερης συγκέντρωσης των ιόντων του εκλουστικού υγρού σε σχέση µε τις συγκεντρώσεις των αναλυτών. Στο παραπάνω παράδειγµα έγινε η υπόθεση ότι η συγκέντρωση του εκλουστικού υγρού είναι 0,1 Μ, ενώ του δείγµατος 0,001 Μ, δηλαδή, αν υποτεθεί ότι εκλουόµενο ιόν έχει διπλάσια ισοδύναµη αγωγιµότητα από το εκλουστικό ιόν, το σήµα υποβάθρου είναι 100 φορές µεγαλύτερο από το αναλυτικό σήµα, ενώ σε άλλες εφαρµογές ιοντικής χρωµατογραφίας µπορεί να είναι µέχρι και 10000 φορές µεγαλύτερο. Με βάση τις παραπάνω εκτιµήσεις, είχε αρχικά υποτεθεί ότι δε θα ήταν δυνατή η χρήση αγωγιµοµετρικής ανίχνευσης χωρίς κάποια παράλληλη τεχνική που θα µείωνε την αγωγιµότητα υποβάθρου. Για το λόγο αυτό η τεχνική της ιοντικής χρωµατογραφίας, όταν έγινε εµπορικά διαθέσιµη, είχε κατάλληλο σύστηµα µείωσης του σήµατος υποβάθρου και η τεχνική ονοµάστηκε καταστελλόµενη ιοντική χρωµατογραφία (suppressed ion chromatography). Ωστόσο, τέσσερα χρόνια µετά την εισαγωγή της τεχνικής της ιοντικής χρωµατογραφίας, τo 1979 οι D. T. Gjerde, J. S. Fritz και G. Schmuckler δηµοσίευσαν τον πρώτο προσδιορισµό ιόντων µε αγωγιµοµετρική ανίχνευση χωρίς την καταστολή της αγωγιµότητας υποβάθρου. 17 Η τεχνική αυτή ονοµάστηκε µη καταστελλόµενη ιοντική χρωµατογραφία (nonsuppressed ion chromatography) και βασίζεται στη χρήση στηλών µικρής χωρητικότητας, οι οποίες έχουν την ικανότητα να επιτυγχάνουν την έκλουση των ιόντων µε εκλουστικά υγρά χαµηλής ιοντικής συγκέντρωσης, περίπου 1mM. Εκτός από την τεχνολογική ανάπτυξη των στηλών µικρής χωρητικότητας, η ευρεία πλέον χρήση της µη καταστελλόµενης ιοντικής χρωµατογραφίας οφείλεται σε δύο ακόµη παράγοντες: α) στο υψηλό κόστος των συστηµάτων καταστολής και β) στο ότι οι προσδιορισµοί ανιόντων ασθενών οξέων (pk a > 7) και κατιόντων ασθενών βάσεων (pk a < 7), όπως εξηγείται στη συνέχεια, έχουν καλύτερη ανιχνευσιµότητα και ευαισθησία χωρίς τη χρήση συστήµατος καταστολής. 52 26

1.5.2 Αρχή Μεθόδου Καταστολής Σήµατος Υποβάθρου Με τον όρο καταστολή στην ιοντική χρωµατογραφία ονοµάζεται η µείωση του σήµατος υποβάθρου, η οποία µπορεί να γίνει µε δύο τρόπους: α) µε ηλεκτρονικό τρόπο (electronic suppression) και β) µε χηµικό τρόπο (chemical suppression). Ωστόσο, επειδή στην περίπτωση της ηλεκτρονικής καταστολής το σήµα υποβάθρου ουσιαστικά δεν καταστέλλεται αλλά αφαιρείται, η περίπτωση της ηλεκτρονικής καταστολής δε θεωρείται ότι ανήκει στην καταστελλόµενη ιοντική χρωµατογραφία. Η καταστολή στην περίπτωση του προσδιορισµού ανιόντων ισοδυναµεί µε ανταλλαγή όλων των κατιόντων της κινητής φάσης µε κατιόντα υδρογόνου, ενώ στην περίπτωση του προσδιορισµού κατιόντων ισοδυναµεί µε ανταλλαγή όλων των ανιόντων της κινητής φάσης µε ανιόντα υδροξυλίου. Αυτό έχει δύο συνέπειες: 1) Η κινητή φάση, στην περίπτωση του προσδιορισµού ανιόντων, µετατρέπεται σε διάλυµα οξέος και αντίστοιχα, στην περίπτωση του προσδιορισµού κατιόντων, µετατρέπεται σε διάλυµα βάσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσµα η αγωγιµότητα υποβάθρου να εξαρτάται πλέον από τη σταθερά διάστασης του σχηµατιζόµενου µετά τον καταστολέα οξέος και της σχηµατιζόµενης βάσης αντίστοιχα και όχι από τους αρχικούς ηλεκτρολύτες της κινητής φάσης. Ιδανικά, θα πρέπει το σχηµατιζόµενο οξύ και η σχηµατιζόµενη βάση αντίστοιχα, να είναι το νερό, διότι έχει τη µικρότερη σταθερά διάστασης (Κ W = 1x10-14 ). Για να συµβεί αυτό, θα πρέπει στους προσδιορισµούς ανιόντων να χρησιµοποιείται ως εκλουστικό ιόν το OH - και στους προσδιορισµούς κατιόντων το Η +. Αντίθετα, αν η κινητή φάση περιέχει άλατα ισχυρών οξέων ή βάσεων αντίστοιχα, η τεχνική της καταστολής δεν οδηγεί σε µείωση της αγωγιµότητας υποβάθρου αλλά σε αύξηση, εξαιτίας των µεγάλων ισοδύναµων αγωγιµοτήτων των Η + και ΟΗ - που εισάγονται στην κινητή φάση και εποµένως δεν πρέπει να χρησιµοποιείται. 2) Η έκλουση των ανιόντων, στους προσδιορισµούς ανιόντων, συνοδεύεται από τη συνέκλουση κατιόντων υδρογόνου µε συνέπεια, εξαιτίας της µεγάλης ισοδύναµης αγωγιµότητάς των κατιόντων υδρογόνου, ο ρυθµός µεταβολής της µετρούµενης αγωγιµότητας να είναι µεγαλύτερος µε αποτέλεσµα την αύξηση της ευαισθησίας των µεθόδων. Ωστόσο, αν τα προσδιοριζόµενα ανιόντα είναι ανιόντα ασθενών οξέων, τότε παρατηρείται µείωση της ευαισθησίας του προσδιορισµού εξαιτίας του σχηµατισµού αδιάστατων µορίων. Γι αυτόν το λόγο, η καταστελλόµενη ιοντική χρωµατογραφία πρέπει να χρησιµοποιείται για ανιόντα οξέων µε pk a < 7. Αντίστοιχα συµβαίνει αύξηση ή µείωση της ευαισθησίας στους προσδιορισµούς κατιόντων, µε κριτήριο τον pk a της συζυγούς βάσεως, για τον οποίο πρέπει να ισχύει pk a > 7. 27

1.5.3 Τεχνολογική Εξέλιξη των Τεχνικών Καταστολής Ο πρώτος τύπος καταστολέα, που κυκλοφόρησε µε την εισαγωγή της τεχνικής το 1975, ήταν µία στήλη ιονανταλλακτικής ρητίνης, η οποία ήταν συνδεδεµένη σε σειρά µε τη στήλη διαχωρισµού. Στην περίπτωση του διαχωρισµού ανιόντων, η ρητίνη του καταστολέα ήταν ισχυρά όξινη κατιοανταλλακτική ρητίνη µε αντισταθµιστικά ιόντα κατιόντα υδρογόνου, µε σκοπό τη δέσµευση των κατιόντων της κινητής φάσης και την απελευθέρωση ίσου φορτίου κατιόντων υδρογόνου (Αντιδράσεις 1.36 και 1.37). Οι προσδιορισµοί κατιόντων χρησιµοποιούσαν αντίστοιχο σύστηµα µε τη µοναδική διαφορά ότι η ρητίνη ήταν ισχυρά βασική ανιοανταλλακτική ρητίνη µε αντισταθµιστικά ιόντα ανιόντα υδροξυλίου. ΝaOH (εκλουστικό) + RSO 3 H (ρητίνη καταστολέα) H 2 O + RSO 3 Na (1.36) ΝaX (αναλύτης) + RSO 3 H (ρητίνη καταστολέα) HΧ + RSO 3 Na (1.37) Τα µειονεκτήµατα αυτού του αρχικού τύπου καταστολέων ήταν τα εξής: α) επειδή οι αναλυτικές στήλες ήταν µεγάλης χωρητικότητας, έπρεπε να χρησιµοποιείται υψηλής ιοντικής συγκέντρωσης κινητή φάση, µε αποτέλεσµα, για να εξασφαλίζεται πλήρης καταστολή, να απαιτείται µεγάλη ποσότητα ρητίνης καταστολής και εποµένως συστήµατα µεγάλου νεκρού όγκου, β) έπειτα από κάποιες ώρες λειτουργίας απαιτείτο η αναγέννηση της ρητίνης και εποµένως η διακοπή της λειτουργίας του χρωµατογράφου και γ) επηρέαζαν το χρόνο έκλουσης οργανικών κυρίως ιόντων µε µηχανισµό υδρόφοβων αλληλεπιδράσεων. Η επίδραση στο χρόνο έκλουσης δεν ήταν σταθερή και εξαρτιόταν από το χρόνο λειτουργίας της ρητίνης. Οι καταστολείς στήλης δεν έχουν καταργηθεί, χρησιµοποιούνται ακόµη και σήµερα από την εταιρεία Alltech σε σύγχρονα όργανα ιοντικής χρωµατογραφίας, µε σύστηµα αυτόµατης αναγέννησης της ρητίνης (Σχήµα 1.6). Το σύστηµα διαθέτει δύο στήλες, όπου η µία χρησιµοποιείται ενώ η δεύτερη υφίσταται αναγέννηση µε διάλυµα αναγέννησης την κινητή φάση που ηλεκτρολύεται µετά την έξοδό της από τον ανιχνευτή. Πρέπει να σηµειωθεί ότι πολλά από τα προβλήµατα των αρχικών καταστολέων στήλης έχουν αντιµετωπιστεί µε τη χρήση αναλυτικών στηλών µικρής χωρητικότητας, που απαιτούν στήλη καταστολής µικρού όγκου και όχι συχνή αναγέννηση της ρητίνης. 28

ΠΑΡΟΧΗ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΚΙΝΗΤΗ ΦΑΣΗ ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΤΗΛΗ ΑΠΟΒΛΗΤΑ ΠΑΡΟΧΗ ΡΕΥΜΑΤΟΣ Σχήµα 1.6: ιάγραµµα συστήµατος µε δύο καταστολείς ηλεκτροχηµικά αναγεννόµενους. Ο καταστολέας Α χρησιµοποιείται για την καταστολή της κινητής φάσης, ενώ ο Β αναγεννάται. Για την αντιµετώπιση των προβληµάτων των καταστολέων στήλης, αναπτύχθηκαν οι καταστολείς µεµβράνης. Το 1981 κυκλοφόρησε ο πρώτος καταστολέας µεµβράνης, ο οποίος βασιζόταν σε κοίλο ινώδες υλικό, ηµιπερατό στα ιόντα. Η κινητή φάση διερχόταν από το εσωτερικό µέρος της ινώδους µεµβράνης, ενώ κατάλληλο διάλυµα αναγέννησης της καταστολής (regenerating solution) διερχόταν από το εξωτερικό µέρος της µεµβράνης (Σχήµα 1.7). Η ροή του διαλύµατος αναγέννησης ήταν συνεχής και δεν απαιτείτο διακοπή της λειτουργίας για την αναγέννηση των µεµβρανών. Στην περίπτωση του προσδιορισµού ανιόντων το διάλυµα αναγέννησης ήταν υδατικό διάλυµα θειικού οξέος και η µεµβράνη ήταν διαπερατή µόνο από τα κατιόντα. Έτσι, η είσοδος κατιόντων υδρογόνου από το χώρο του διαλύµατος αναγέννησης στο χώρο της κινητής φάσης είχε ως αποτέλεσµα την αποµάκρυνση των κατιόντων της κινητής φάσης προς το χώρο του υγρού αναγέννησης, έτσι ώστε να διατηρείται η ηλεκτρική ουδετερότητα. Αντίστοιχα γινόταν η καταστολή στους προσδιορισµούς κατιόντων, µε τη διαφορά ότι το διάλυµα αναγέννησης ήταν υδατικό διάλυµα καυστικού καλίου και η µεµβράνη ήταν διαπερατή µόνο στα ανιόντα. 19 Εκτός από το πλεονέκτηµα της συνεχούς λειτουργίας, οι καταστολείς µεµβράνης είχαν µικρότερο νεκρό όγκο (περίπου 300 µl) σε σχέση µε τους καταστολείς στήλης και εποµένως βελτίωσαν την απόδοση των διαχωρισµών. Μειονέκτηµα σε σχέση µε τους καταστολείς στήλης ήταν η µικρότερη απόδοση καταστολής ιδιαίτερα σε σχετικά µεγάλες ταχύτητες ροής (>2 ml/min) και υψηλές συγκεντρώσεις εκλουστικών (> 0,005 Μ). 53 29

Σχήµα 1.7: Καταστολέας ινώδους µεµβράνης για τον προσδιορισµό κατιόντων. Τα ιόντα Η + από το υγρό καταστολής (Η 2 SΟ 4 ), που ρέει στο εξωτερικό της µεµβράνης, ανταλλάσσονται µε τα ιόντα Να + και µετατρέπουν το υγρό έκλουσης σε ανθρακικό οξύ. Η επόµενη εξέλιξη των καταστολέων µεµβράνης έγινε το 1985 µε την εισαγωγή των καταστολέων µικροµεµβράνης µε πάχος µικρότερο από 0,075 mm, οι οποίοι χρησιµοποιούνται µέχρι σήµερα. 20 Οι καταστολείς µικροµεµβράνης είναι κατασκευασµένοι από δύο ηµιπερατές µεµβράνες τοποθετηµένες ανάµεσα σε τρία δικτυωτά πλέγµατα µε περιορισµένο ποσοστό σούλφωσης, όπως εικονίζεται στο σχήµα 1.8. Η ροή της κινητής φάσης γίνεται ανάµεσα στις δύο µικροµεµβράνες, ενώ η ροή του διαλύµατος αναγέννησης γίνεται από την εξωτερική πλευρά των µεµβρανών, αντίθετα από τη ροή της κινητής φάσης και µε ταχύτητα 3 έως 10 φορές µεγαλύτερη. Τα δικτυωτά πλέγµατα, που βρίσκονται σε επαφή µε τις µεµβράνες, αφενός µεν µειώνουν το νεκρό όγκο στο χώρο της κινητής φάσης και αφετέρου δηµιουργούν στροβιλώδη ροή του διαλύµατος αναγέννησης µε αποτέλεσµα την καλύτερη µεταφορά ιόντων στην επιφάνεια της µεµβράνης. Επίσης, εξαιτίας των σουλφονικών οµάδων, αυξάνουν τη συγκέντρωση ιόντων καταστολής στην επιφάνεια της µεµβράνης χωρίς να αυξάνουν ταυτόχρονα τη συγκέντρωση των αντισταθµιστικών ιόντων. Αυτό είναι µία πολύ σηµαντική βελτίωση σε σχέση µε τους καταστολείς ινώδους µεµβράνης, διότι σε αυτούς αν χρησιµοποιείτο διάλυµα καταστολής µεγάλης συγκέντρωσης, τότε, εκτός από τα ιόντα καταστολής, διαπερνούσαν τη µεµβράνη και τα αντισταθµιστικά ιόντα µε συνέπεια την αύξηση του σήµατος υποβάθρου. Ως διάλυµα 30

αναγέννησης της καταστολής χρησιµοποιείται στην περίπτωση του προσδιορισµού ανιόντων, υδατικό διάλυµα σουλφονικού οξέος και στην περίπτωση του προσδιορισµού κατιόντων, υδατικό διάλυµα υδροξειδίου του τετραβουτυλαµµωνίου. Τα πλεονεκτήµατα των καταστολέων µικροµεµβράνης είναι τα εξής: α) έχουν πολύ µικρό νεκρό όγκο, περίπου 50 µl, δηλαδή σχεδόν το 1/6 του νεκρού όγκου των καταστολέων ινώδους µεµβράνης (η µείωση του νεκρού όγκου επέτρεψε προσδιορισµούς µε αριθµό θεωρητικών πλακών µεγαλύτερο από 8000), β) έχουν µεγαλύτερη χωρητικότητα καταστολής (ισοδύναµα ιόντων που καταστέλλονται ανά µονάδα χρόνου), από 200 έως 300 µeq / min, γ) έγινε εφικτή η εφαρµογή βαθµιδωτής έκλουσης και δ) είναι συµβατοί µε τη χρήση οργανικών διαλυτών. 54 Το σηµαντικότερο µειονέκτηµα αυτών των καταστολέων είναι ότι απαιτούν συνεχή και σταθερή παροχή διαλύµατος αναγέννησης, µε συνέπεια την κατανάλωση µεγάλης ποσότητας αντιδραστηρίων. Το µειονέκτηµα αυτό αντιµετωπίστηκε µε κατασκευή συστήµατος αυτόµατης αναγέννησης (auto regeneration), που βασίζεται στη χρήση ιονανταλλακτικής στήλης αναγέννησης του διαλύµατος καταστολής, η οποία δεσµεύει τα ιόντα που έχουν προέλθει από την κινητή φάση µε ταυτόχρονη απελευθέρωση ιόντων υδρογόνου ή ανιόντων υδροξυλίου. Το διάλυµα καταστολής µετά την έξοδό του από τον καταστολέα οδηγείται στη στήλη αναγέννησης και στη συνέχεια επιστρέφει στον καταστολέα. Είναι αυτονόητο ότι η χωρητικότητα και ο νεκρός όγκος της στήλης αναγέννησης δεν έχουν καµία επίδραση στο χρωµατογραφικό διαχωρισµό και γι αυτόν το λόγο οι στήλες που χρησιµοποιούνται είναι µεγάλης χωρητικότητας και νεκρού όγκου, ώστε να έχουν µεγάλο χρόνο ζωής. Σχήµα 1.8: οµή καταστολέα µικροµεµβράνης. Η συσκευή χωρίζεται µε δύο ιονανταλλακτικές µεµβράνες σε τρία διαµερίσµατα, στα δύο ακραία κυκλοφορεί ο αναγεννητής και στο µεσαίο το υγρό έκλουσης. 31

Το 1991 παρουσιάστηκε µία τροποποίηση του καταστολέα µικροµεµβράνης, κατάλληλη για στήλες εσωτερικής διαµέτρου 2 mm (microbore). Η τροποποίηση που είχε γίνει αφορούσε τη µείωση του όγκου του χώρου ροής της κινητής φάσης δύο έως τρεις φορές, ώστε να διατηρηθεί η γραµµική ταχύτητα της κινητής φάσης σταθερή. Αυτού του είδους τα συστήµατα ιοντικής χρωµατογραφίας, εκτός από τα πλεονεκτήµατα που παρουσιάζει η τεχνολογία των στηλών εσωτερικής διαµέτρου 2 mm, έχουν το επιπλέον πλεονέκτηµα της κατά 2 έως 3 φορές µεγαλύτερης χωρητικότητας καταστολής και εποµένως είναι εφικτή η χρήση πυκνότερων εκλουστικών υγρών. Σηµαντικό βήµα στην τεχνολογική εξέλιξη των καταστολέων αποτελεί η παρουσίαση το 1992 του πρώτου ηλεκτρολυτικού καταστολέα µικροµεµβράνης, που ονοµάστηκε αυτοαναγεννόµενος καταστολέας (Self Regenerating Suppressor). 26 Ο καταστολέας αυτός χρησιµοποιεί δύο ηλεκτρόδια λευκοχρύσου, ένα σε κάθε διαµέρισµα του διαλύµατος αναγέννησης, εκ των οποίων το ένα λειτουργεί ως άνοδος και το δεύτερο ως κάθοδος, µε σκοπό την ηλεκτρόλυση του νερού. Αυτό το είδος καταστολέων χρησιµοποιήθηκε στα πειράµατα της παρούσας εργασίας και περιγράφεται αναλυτικά στο εδάφιο 5.1.1.3.4. Πλεονέκτηµα των ηλεκτρολυτικών καταστολέων αποτελεί η δυνατότητα χρησιµοποίησης της κινητής φάσης ως διάλυµα καταστολής, µετά την έξοδό της από τον ανιχνευτή. Όµως, η µείωση της αγωγιµότητας υποβάθρου είναι µικρότερη σε σχέση µε το µη ηλεκτρολυτικό καταστολέα, εξαιτίας της µικρής ροής της κινητής φάσης και της σχετικά µικρής συγκέντρωσης ιόντων υδρογόνου και υδροξυλίου, που παράγονται από την ηλεκτρόλυση του νερού. Επίσης, µειονέκτηµα αυτών των καταστολέων είναι η µη συµβατότητα µε οργανικούς διαλύτες και ανόργανα οξέα και εποµένως ο περιορισµός της σύστασης της κινητής φάσης στους προσδιορισµούς κατιόντων στο µεθανοσουλφονικό οξύ ή κάποιων υποκαταστατών. 55 Οι ιδιότητες και η σύσταση των µεµβρανών καθώς και η τεχνολογία των καταστολέων εξελίσσονται συνεχώς. Το 2000 παρουσιάστηκε από την εταιρεία Dionex ο πέµπτης γενιάς καταστολέας µικροµεµβράνης. Αποτέλεσµα είναι η απόδοση των διαχωρισµών και τα χαρακτηριστικά ποιότητας των µεθόδων να βελτιώνονται συνεχώς. Τυπικώς αναφέρεται ότι για προσδιορισµούς αλογόνων, αλκαλίων και αλκαλικών γαιών το όριο ποσοτικοποίησης των σύγχρονων συστηµάτων ιοντικής χρωµατογραφίας βρίσκεται στο επίπεδο των 5 ppb. 41, 56, 57 1.6 ΑΝΙΧΝΕΥΤΕΣ ΙΟΝΤΙΚΗΣ ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Ο αγωγιµοµετρικός ανιχνευτής είναι ο περισσότερο χρησιµοποιούµενος ανιχνευτής στις εφαρµογές ιοντικής χρωµατογραφίας, καθότι τα προσδιοριζόµενα σωµατίδια είναι ιοντισµένα και εποµένως εµφανίζουν ηλεκτρική αγωγιµότητα. Παράλληλα, υπάρχει ένας αριθµός άλλων ανιχνευτών κυρίως ηλεκτροχηµικών και οπτικών, που επεκτείνουν τις δυνατότητες της ιοντικής 32

χρωµατογραφίας σε ένα ευρύ πεδίο προσδιοριζόµενων σωµατιδίων, που περιλαµβάνει από ισχυρώς µέχρι πολύ ασθενώς ιονιζόµενα οργανικά ή ανόργανα σωµατίδια. Ακόµη και οι υδατάνθρακες, που είναι υπό τη µορφή ιόντος σε ph>12, µπορούν να προσδιοριστούν µε την ιοντική χρωµατογραφία. Τα χαρακτηριστικά ποιότητας των ανιχνευτών ιοντικής χρωµατογραφίας είναι όµοια µε τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά ποιότητας που αναφέρονται για όλες τις χρωµατογραφικές τεχνικές και περιλαµβάνουν κυρίως τη γραµµική δυναµική περιοχή, την ευαισθησία και την ανιχνευσιµότητα. 1.6.1 Ηλεκτροχηµικοί Ανιχνευτές 1.6.1.1 Αγωγιµοµετρικός ανιχνευτής Η µέθοδος αγωγιµοµετρικής ανίχνευσης θεµελιώνεται θεωρητικά από δύο νόµους: Α) Το νόµο του Ohm, µε βάση τον οποίο η αγωγιµότητα ενός διαλύµατος G είναι ανάλογη της έντασης του ρεύµατος i και αντιστρόφως ανάλογη του εφαρµοζόµενου δυναµικού Ε: G = i/e (1.38) Β) Το νόµο του Kohlraush περί της ανεξάρτητης όδευσης των ιόντων, σύµφωνα µε τον οποίο το κάθε ιόν προσφέρει ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα ιόντα στην ειδική αγωγιµότητα ενός διαλύµατος, δηλαδή η ειδική αγωγιµότητα ενός διαλύµατος είναι το άθροισµα των ισοδύναµων o αγωγιµοτήτων των ιόντων λ i επί τη συγκέντρωση c i του κάθε ιόντος. κ = Σ i λ o i c i /1000 (1.39) Η τιµή της λ ο αυξάνει µε αύξηση του φορτίου του ιόντος και της ευκινησίας του (mobility). H ευκινησία εξαρτάται από το µέγεθος του εφυδατοµένου ιόντος, µε τα µικρά ιόντα να είναι πιο ευκίνητα σε σχέση µε τα µεγαλύτερα. Επίσης, είναι ευνόητο ότι στην περίπτωση των ιόντων που συµµετέχουν σε αντίδραση πρωτονίωσης σχηµατίζοντας µη ιοντικές µορφές, στη µετρούµενη αγωγιµότητα έχει συνεισφορά µόνο η ιοντισµένη µορφή. Αυτό αποτελεί και το µεγαλύτερο περιορισµό της αγωγιµοµετρικής ανίχνευσης µε αποτέλεσµα ασθενώς ιοντισµένα σωµατίδια, όπως οι υδατάνθρακες και τα κατιόντα των στοιχείων µετάπτωσης, να ανιχνεύονται µε άλλες τεχνικές. Η αγωγιµοµετρική ανίχνευση βασίζεται στην εφαρµογή εναλλασσόµενου δυναµικού µεταξύ δύο ηλεκτροδίων εντός κατάλληλης κυψελίδας και στη µέτρηση της έντασης του ρεύµατος. Στην περίπτωση της καταστελλόµενης χρωµατογραφίας, αν υποτεθεί ότι έχουν αποµακρυνθεί όλα τα ιόντα της κινητής φάσης, η µετρούµενη ένταση του ρεύµατος είναι ευθέως 33

ανάλογη της συγκέντρωσης του εκλουόµενου ιόντος. Η περίπτωση της µη καταστελλόµενης χρωµατογραφίας είναι περισσότερο περίπλοκη, διότι τα εκλουόµενα ιόντα συνυπάρχουν µε τα ιόντα της κινητής φάσης, όπου το άθροισµα των συγκεντρώσεων των εκλουόµενων ιόντων και των συγκεντρώσεων των ιόντων της κινητής φάσης είναι σταθερό σε κάθε σηµείο της χρωµατογραφικής στήλης. Όπως εξηγείται στο εδάφιο 1.5.1 αυτό µπορεί να οδηγήσει είτε σε αύξηση (άµεση αγωγιµοµετρική ανίχνευση) είτε σε µείωση (έµµεση αγωγιµοµετρική ανίχνευση) της µετρούµενης έντασης ρεύµατος, σε κάθε περίπτωση όµως η µετρούµενη µεταβολή είναι ευθέως ανάλογη της συγκέντρωσης των εκλουόµενων ιόντων. Επίσης, υπάρχει η δυνατότητα εφαρµογής δισδιάστατης αγωγιµοµετρικής ανίχνευσης, µε σύνδεση δύο αγωγιµοµετρικών ανιχνευτών σε σειρά και µε κινητή φάση ΝaΟΗ. Πριν τον πρώτο αγωγιµοµετρικό ανιχνευτή γίνεται καταστολή της κινητής φάσης και εποµένως ο πρώτος ανιχνευτής ανταποκρίνεται µόνο στα ανιόντα ισχυρών οξέων. Μετά τον πρώτο ανιχνευτή η κινητή φάση οδηγείται σε γεννήτρια παροχής ΝaΟΗ (Microscale Εlectrolytic NaOH Generator, MENG), οπότε ο δεύτερος ανιχνευτής χρησιµοποιείται για έµµεση αγωγιµοµετρική ανίχνευση, η οποία ανταποκρίνεται σε όλα τα ιόντα. Επίσης, µπορούν να ληφθούν πληροφορίες για την ταυτότητα των ιόντων, διότι ο λόγος του σήµατος του πρώτου ανιχνευτή προς το σήµα του δεύτερου είναι χαρακτηριστικός για κάθε ιόν και εξαρτάται από το pk a. 58 1.6.1.2 Αµπεροµετρικός ανιχνευτής συνεχούς ρεύµατος Η µέθοδος αµπεροµετρικής ανίχνευσης συνεχούς ρεύµατος βασίζεται στην οξείδωση ή στην ηλεκτρόλυση των εκλουόµενων ιόντων στην επιφάνεια του ηλεκτροδίου εργασίας, εντός κατάλληλης κυψελίδας συνεχούς ροής. Για να µπορεί να χρησιµοποιηθεί η αµπεροµετρική ανίχνευση συνεχούς ρεύµατος πρέπει το υπό προσδιορισµό ιόν να ηλεκτρολύεται σε κατάλληλο δυναµικό, τέτοιο ώστε να µην προηγείται ηλεκτρόλυση των συστατικών της κινητής φάσης ή του υλικού του ηλεκτροδίου εργασίας. Το ηλεκτρόδιο επιλογής είναι το ηλεκτρόδιο άνθρακα, αφενός µεν γιατί δηλητηριάζεται δύσκολα, αφετέρου δε διότι εµφανίζει τη µεγαλύτερη αντοχή στην οξείδωση. Σε ορισµένες εφαρµογές χρησιµοποιείται ηλεκτρόδιο λευκοχρύσου, διότι διευκολύνει την οξείδωση ορισµένων ιόντων, όπως είναι τα θειώδη και τα ιωδιούχα. 59 Οι σηµαντικότερες εφαρµογές της αµπεροµετρικής ανίχνευσης σταθερού ρεύµατος αφορούν οργανικές αρωµατικές ενώσεις µε υποκαταστάτες αµινοµάδες ή υδροξυλοµάδες. Η εύκολη οξείδωση των ενώσεων αυτών οφείλεται στην ύπαρξη ελεύθερου ζεύγους ηλεκτρονίων στο άζωτο ή στο οξυγόνο του υποκαταστάτη, το οποίο σταθεροποιεί το θετικό φορτίο που προκύπτει από την οξείδωση του αρωµατικού δακτυλίου. Χαρακτηριστικές εφαρµογές της τεχνικής είναι ο προσδιορισµός κατεχολαµινών, πεπτιδίων που περιέχουν τυροσίνη, 60, 61 φαινυλαλανίνη ή κυστεΐνη, ασκορβικού οξέος, κυανιούχων κ.α. 34

1.6.1.3 Παλµικός αµπεροµετρικός ανιχνευτής Η διαφορά της παλµικής σε σχέση µε τη συνεχούς ρεύµατος αµπεροµετρική ανίχνευση είναι ότι το δυναµικό εφαρµόζεται ως µία επαναλαµβανόµενη αλληλουχία παλµών και η ένταση του ρεύµατος µετράται σε ένα τµήµα του παλµού. Η εφαρµογή του δυναµικού υπό τη µορφή παλµών βοηθάει στη µη δηλητηρίαση της επιφάνειας του ηλεκτροδίου, που θα είχε ως συνέπεια τη µη οµοιόµορφη συµπεριφορά του ανιχνευτή κατά τη διάρκεια της ανάλυσης ή από ανάλυση σε ανάλυση. Κυρίως αναφέρεται η εφαρµογή τριών επαναλαµβανόµενων παλµών, όπου στον πρώτο γίνεται η µέτρηση, στο δεύτερο καθαρισµός του ηλεκτροδίου και στον τρίτο εξισορρόπηση πριν τη µέτρηση (conditioning). Οι σηµαντικότερες εφαρµογές της παλµικής αµπεροµετρικής ανίχνευσης αφορούν αλειφατικά οργανικά µόρια που δεν εµφανίζουν απορρόφηση στο υπεριώδες, όπως υδατάνθρακες, αλειφατικές αµίνες, γλυκόλες, θειόλες και αλδεΰδες. Ο παλµικός αµπεροµετρικός ανιχνευτής σε σχέση µε τον ανιχνευτή δείκτη διάθλασης, που είναι η ανταγωνιστική επιλογή, 62, 63 εµφανίζει εν γένει ανώτερη εκλεκτικότητα και ευαισθησία. 1.6.1.4 Ποτενσιοµετρικός ανιχνευτής Οι ποτενσιοµετρικοί ανιχνευτές έχουν πολύ περιορισµένη εφαρµογή στην ιοντική χρωµατογραφία και για το λόγο αυτό δεν είναι ακόµη εµπορικά διαθέσιµοι. Εµφανίζουν τρία σηµαντικά µειονεκτήµατα σε σχέση µε τον αγωγιµοµετρικό ανιχνευτή: α) έχουν µεγαλύτερο χρόνο απόκρισης, β) εµφανίζουν µεγαλύτερο θόρυβο και γ) έχουν εν γένει µικρότερη ευαισθησία και ανιχνευσιµότητα. Η χρησιµότητα των ποτενσιοµετρικών ανιχνευτών βασίζεται στην εκλεκτικότητα που επιδεικνύουν και εποµένως ενδείκνυνται για εφαρµογές προσδιορισµού συγκεκριµένων ιόντων όπου ο χρωµατογραφικός διαχωρισµός δεν είναι ικανοποιητικός. Αναφέρονται επίσης εφαρµογές, στις οποίες δύο ή περισσότεροι ποτενσιοµετρικοί ανιχνευτές τοποθετούνται στη σειρά, οι οποίοι εµφανίζουν εκλεκτικότητα σε διαφορετικά ιόντα. Επίσης, υπάρχει η δυνατότητα κατασκευής ποτενσιοµετρικού ανιχνευτή µε ηλεκτρόδιο υγρού ιονανταλλάκτη µε εκλεκτικότητα σε περισσότερα από ένα ιόντα, είτε µε χρήση µη εκλεκτικών ιονοφόρων 57, 64 είτε µε χρήση δύο ή περισσοτέρων ιονοφόρων. 65 Ο περισσότερο χρησιµοποιούµενος ποτενσιοµετρικός ανιχνευτής βασίζεται σε ηλεκτρόδιο χαλκού, ενώ έχει χρησιµοποιηθεί και ηλεκτρόδιο σιδήρου. Το ηλεκτρόδιο χαλκού ανταποκρίνεται κατά Nernst στο ζεύγος Cu(I) / Cu(II), των οποίων οι συγκεντρώσεις επηρεάζονται από τα εκλουόµενα ιόντα µε τους εξής µηχανισµούς: α) σχηµατισµό συµπλόκου από αλογόνα, αµίνες, κυανιούχα κ.α., β) οξείδωση του χαλκού του ηλεκτροδίου από οξειδωτικά ιόντα όπως τα ιωδικά, βρωµικά και χλωρικά και γ) χρησιµοποίηση ως εκλουστικών ιόντων συµπλεκτικών 35

αντιδραστηρίων του χαλκού (π.χ.: τρυγικά), για την έκλουση µη συµπλοκοποιήσιµων ιόντων, όπως τα νιτρικά και τα θειικά. Η ανίχνευση βασίζεται στη µείωση της συγκέντρωσης των συµπλεκτικών εκλουστικών ιόντων κατά την έκλουση των ιόντων του δείγµατος, όπως αναφέρεται στο εδάφιο 1.5.1. 66 1.6.2 Οπτικοί Ανιχνευτές 1.6.2.1 Φωτοµετρικός ανιχνευτής Η φωτοµετρική ανίχνευση βασίζεται στο νόµο των Lambert-Beer, σύµφωνα µε τον οποίο η απορρόφηση ενός διαλύµατος Α είναι ανάλογη της οπτικής διαδροµής b, της µοριακής απορροφητικότητας ε και της συγκέντρωσης του διαλύµατος c. Α = εbc (1.40) H φωτοµετρική ανίχνευση είναι χρήσιµη για τα ιόντα που απορροφούν υπεριώδη ακτινοβολία σε µήκος κύµατος πάνω από 200 nm και εποµένως µπορούν να ανιχνευτούν τα νιτρικά, τα ιωδιούχα και τα θειούχα, όχι όµως τα αλκάλια, οι αλκαλικές γαίες, τα χλωριούχα και τα θειικά. Η µεγαλύτερη κατηγορία ενώσεων είναι τα αρωµατικά και ετεροκυκλικά οξέα και αµίνες, όπως το βενζοϊκό οξύ, η ανιλίνη, η πυριδίνη κ.α. Σηµαντικό πλεονέκτηµα της φωτοµετρικής ανίχνευσης είναι η δυνατότητα επιλογής ως ηλεκτρολύτη κινητής φάσης, του ηλεκτρολύτη που πιθανόν να υπάρχει στο υπόστρωµα του δείγµατος. Για παράδειγµα, στις αναλύσεις θαλασσινού νερού µε φωτοµετρική ανίχνευση µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως κινητή φάση υδατικό διάλυµα χλωριούχου νατρίου, ενώ µε αγωγιµοµετρική ανίχνευση όχι, επειδή δεν µπορεί να γίνει καταστολή της αγωγιµότητας υποβάθρου. Αυτό έχει δύο πλεονεκτήµατα: α) δεν εµφανίζονται στο χρωµατογράφηµα οι κορυφές του χλωριούχου νατρίου και β) δεν απαιτείται καθαρισµός της στήλης για αποφυγή σταδιακής υπερφόρτωσης από χλωριούχο νάτριο. Σηµαντική κατηγορία εφαρµογών φωτοµετρικής ανίχνευσης αποτελούν οι εφαρµογές µε παραγωγοποίηση των εκλουόµενων ιόντων µετά τη στήλη. Το πιο συνηθισµένο αντιδραστήριο παραγωγοποίησης είναι η 4-(2-πυριδυλαζω)ρεσορκινόλη (PAR) σε ισχυρά αλκαλικό ρυθµιστικό διάλυµα. Το αντιδραστήριο αυτό χρησιµοποιείται για την ανίχνευση µετάλλων στοιχείων µεταπτώσεως και των λανθανιδών. 67 Το σηµαντικότερο πλεονέκτηµα της φωτοµετρικής ανίχνευσης µε παραγωγοποίηση µετά τη στήλη είναι ότι στις περισσότερες εφαρµογές αποτελεί τη µοναδική λύση ανίχνευσης. Η φωτοµετρική ανίχνευση µπορεί επίσης να χρησιµοποιηθεί, όπως και η αγωγιµοµετρική ανίχνευση, ως έµµεση µέθοδος. 22 Με αυτόν τον τρόπο µπορούν να ανιχνευτούν ιόντα τα οποία δεν απορροφούν στο υπεριώδες, µε βάση τη µείωση της απορρόφησης κατά την έκλουσή τους. 36

Εννοείται πως πρέπει σε αυτήν την περίπτωση το εκλουστικό ιόν να απορροφά στο υπεριώδες, γι αυτό στις αναλύσεις ανιόντων χρησιµοποιούνται τα νιτρικά, τα βενζοϊκα και τα φθαλικά, ενώ στις αναλύσεις κατιόντων χρησιµοποιείται ο Cu (II). 68 1.6.2.2 Φθορισµοµετρικός και χηµειοφωταυγειακός ανιχνευτής Η σηµαντικότερη εφαρµογή της φθορισµοµετρικής ανίχνευσης στην ιοντική χρωµατογραφία αφορά την ανίχνευση των πρωτεϊνών, ενώ στο πεδίο των ανόργανων ιόντων οι εφαρµογές είναι ελάχιστες, αφού πολύ λίγα ανόργανα ιόντα εµφανίζουν ενδογενή φθορισµό (π.χ.: Ce(IV) και U(VI)). Εκτός από τις περιπτώσεις ανάπτυξης φθορισµού µε αντίδραση παραγωγοποίησης πριν τη στήλη διαχωρισµού, για τα ανόργανα ιόντα µπορεί να γίνεται ανάπτυξη φθορισµού µε παραγωγοποίηση µετά τη στήλη. Το αντιδραστήριο 8-υδροξυκινολίνη-5-σουλφονικό οξύ (HQS) χρησιµοποιείται για την εκλεκτική ανίχνευση των ιόντων Mg(II), Ca(II), Zn(II), Cd(II), Al(III), Ga(III) και In(III). 69, 70 Επίσης, για την ανίχνευση πρωτοταγών αµινών, µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως αντιδραστήριο παραγωγοποίησης η ο-φθαλαλδεΰδη και η 2-µερκαπτοαιθανόλη. Η αντίδραση είναι εκλεκτική για τις πρωτοταγείς αµίνες και παράλληλα η ανίχνευση των παραγώγων είναι εξαιρετικά ευαίσθητη. Αυτή η τεχνική ανάπτυξης φθορισµού χρησιµοποιείται σε πολλές φαρµακευτικές ενώσεις, όπως για παράδειγµα στους αµινογλυκοσίδες. Στη χηµειοφωταυγή ανίχνευση χρησιµοποιείται κυρίως η αντίδραση οξείδωσης της λουµινόλης από υπεροξείδιο του υδρογόνου σε αλκαλικό περιβάλλον παρουσία καταλύτη. Έτσι είναι εφικτή η ανίχνευση ιχνών µετάλλων, όπως Cr(III), Co, Cu και Ag εξαιτίας της καταλυτικής τους δράσης. 71 1.6.2.3 Ανιχνευτής δείκτη διάθλασης Η µέθοδος βρίσκει περιορισµένη εφαρµογή, επειδή στις περισσότερες περιπτώσεις µπορεί να χρησιµοποιηθεί κάποια εναλλακτική µέθοδος ανίχνευσης µε καλύτερα αποτελέσµατα. Αφορά την ανίχνευση ιόντων µεγάλου µοριακού βάρους, εµφανίζει όµως πολλά προβλήµατα, όπως είναι η αστάθεια της γραµµής βάσης και η όχι καλή ευαισθησία. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα να χρησιµοποιηθεί ως έµµεση ανίχνευση για µικρά ιόντα, τα οποία έχουν µικρό δείκτη διάθλασης µε κινητή φάση ιόντων µεγάλου δείκτη διάθλασης. 72 37

1.6.3 Άλλοι Μέθοδοι Ανίχνευσης Υπάρχει η δυνατότητα η ιοντική χρωµατογραφία να συνδυαστεί µε αναλυτικές τεχνικές ανίχνευσης χηµικών σωµατιδίων, που εµφανίζουν συγκεκριµένα πλεονεκτήµατα έναντι των κλασικών ανιχνευτών, µε σκοπό το συνδυασµό της διαχωριστικής ικανότητας της ιοντικής χρωµατογραφίας µε τα ειδικά πλεονεκτήµατα που µπορεί να παρουσιάζει κατά περίπτωση µία συγκεκριµένη αναλυτική τεχνική (συνδυασµένες τεχνικές / hyphenated techniques). Οι σηµαντικότερες από αυτές τις τεχνικές είναι η φασµατοφωτοµετρία ατοµικής απορρόφησης και ατοµικής εκποµπής και η φασµατοµετρία µαζών. Η φασµατοφωτοµετρία ατοµικής απορρόφησης µπορεί να χρησιµοποιηθεί για άµεση ή έµµεση ανίχνευση. Στην περίπτωση της άµεσης ανίχνευσης είναι δυνατός ο προσδιορισµός µόνο ενός στοιχείου, υπό τις δεδοµένες συνθήκες ατοµοποίησης. 73 Η τεχνική είναι κυρίως χρήσιµη όταν προσδιορίζονται διαφορετικές δοµές του ίδιου στοιχείου στο δείγµα, όπως στην περίπτωση του αρσενικού, του σεληνίου και του χρωµίου. 74 Στην έµµεση ανίχνευση το εκλουστικό ιόν απορροφά την εκπεµπόµενη ακτινοβολία, οπότε παρατηρείται η µείωση της απορρόφησης κατά τη διέλευση των αναλυτών από τον ανιχνευτή. Έχει χρησιµοποιηθεί για τον προσδιορισµό αλκαλίων και αλκαλικών γαιών, εµφανίζει όµως περίπου δεκαπλάσια όρια ανίχνευσης από την αγωγιµοµετρία και δε χρησιµοποιείται ευρέως. 75 Σηµαντικό πρόβληµα αποτελεί η σύνδεση της ιοντικής χρωµατογραφίας µε τη φασµατοφωτοµετρία ατοµικής απορρόφησης. Στην περίπτωση της ατοµοποίησης µε φλόγα, οι εκνεφωτές απαιτούν ταχύτητα ροής δύο έως τρεις φορές υψηλότερη από την ταχύτητα ροής της κινητής φάσης µε αποτέλεσµα τη µείωση της ανιχνευσιµότητας. Στην περίπτωση της ατοµοποίησης µε φούρνο γραφίτη, δεν έχει καταστεί µέχρι σήµερα εφικτή η συµβατότητα των δύο τεχνικών και εποµένως απαιτείται η λήψη δείγµατος από το υγρό έκλουσης και η εισαγωγή του στο φασµατόµετρο ατοµικής απορρόφησης να γίνεται σε διακριτά στάδια. Η φασµατοµετρία ατοµικής εκποµπής (AΕS) χρησιµοποιείται πολύ συχνότερα, µε πηγή ιονισµού επαγωγικά συζευγµένο πλάσµα (ICP-AES) ή πλάσµα συνεχούς ρεύµατος (Direct Current Plasma-DCPAES) και µάλιστα σε εµπορικά διαθέσιµα συστήµατα. Επειδή η τεχνική ICP- AES λειτουργεί µε διαφορετική µήτρα από την ιοντική χρωµατογραφία, είναι απαραίτητη η χρήση καταστολέα για περιορισµό της συγκέντρωσης των ηλεκτρολυτών. Σηµαντικό πλεονέκτηµα αποτελεί το γεγονός ότι η ταχύτητα ροής της κινητής φάσης είναι εντός των ορίων των εκνεφωτών του ICP. Χρησιµοποιείται για τον προσδιορισµό αλκαλίων και αλκαλικών γαιών, στοιχείων µετάπτωσης και λανθανίδων καθώς και για τον προσδιορισµό ιόντων του αρσενικού και του σεληνίου µε διαφορετικό αριθµό οξείδωσης, κυρίως σε συνδυασµό µε υγρά έκλουσης που περιέχουν οργανικά ιόντα. Επιτυγχάνονται χαµηλά όρια ανίχνευσης, παρόµοια µε την έµµεση 76, 77 φωτοµετρική ανίχνευση. Ο ανιχνευτής φασµατοµετρίας µαζών χρησιµοποιείται τελευταία σε συνδυασµό µε την 38

ιοντική χρωµατογραφία για δύο κυρίως λόγους: α) για την εκλεκτική ανίχνευση ιόντων και β) για τον προσδιορισµό της δοµής και την ταυτοποίηση ιόντων µε µεγάλη αξιοπιστία. Είναι επίσης ιδιαίτερα χρήσιµος σε περιπτώσεις που είναι απαραίτητο να γίνει διάκριση ανάµεσα σε διαφορετικές ενώσεις ή οξειδωτικές καταστάσεις του ίδιου στοιχείου, οι οποίες συχνά διαφέρουν ως προς την τοξικότητά τους για το περιβάλλον και τον ανθρώπινο οργανισµό. Οι χρησιµοποιούµενες τεχνικές διαφέρουν µεταξύ άλλων ως προς τον τρόπο σύνδεσης του χρωµατογράφου µε το φασµατογράφο µαζών, τον τρόπο ιοντισµού των αναλυτών και τον τρόπο διαχωρισµού των ιόντων. Είναι απαραίτητο να προσαρµοστεί η ροή από τον ιοντικό χρωµατογράφο στις απαιτήσεις του φασµατογράφου µαζών, αφενός µεν διότι έτσι αποφεύγεται ο κορεσµός του φασµατογράφου αφετέρου δε διότι απαιτείται µετατροπή του εκλούσµατος στην αέριο φάση. Η σύνδεση του χρωµατογράφου µε το φασµατογράφο µαζών δηµιουργεί γενικά δυσκολίες στην τεχνική και είναι αντικείµενο συνεχών βελτιώσεων. Χρησιµοποιείται απλή ή συνδυασµένη (tandem) ανίχνευση µάζας (IC / MS / MS). Προβλήµατα που εµφανίζονται κατά την εφαρµογή της τεχνικής είναι ότι η πηγή ιονισµού δεν πρέπει να δεχτεί µεγάλη ποσότητα ιόντων από την κινητή φάση, µε αποτέλεσµα ολίσθηση του σήµατος, ελάττωση της ευαισθησίας, αύξηση της περιπλοκότητας των φασµάτων και δηµιουργία κινδύνου για απόφραξη του εκνεφωτή. 78 Για την αντιµετώπιση αυτού του προβλήµατος έχουν προταθεί διάφορες λύσεις όπως: α) χρήση καταστολέα στην έξοδο της στήλης, β) χρήση πτητικών κινητών φάσεων, γ) εισαγωγή µικρού µέρους της κινητής φάσης στον ανιχνευτή και δ) χρήση 79, 80 µικροστηλών µε ταχύτητες ροής της τάξης των µl / min. Οι οργανικοί διαλύτες επίσης δηµιουργούν προβλήµατα στην τεχνική κυρίως εξαιτίας της µείωσης της σταθερότητας του πλάσµατος και της εναπόθεσης άνθρακα. Η ανίχνευση µε φασµατογράφο µαζών είναι ιδιαίτερα χρήσιµη στον καθορισµό της ταυτότητας και του ποσοτικού προσδιορισµού ιόντων που δεν διαχωρίζονται πλήρως µεταξύ τους, καθώς και ιόντων που εκλούονται πολύ κοντά στο νεκρό όγκο και δεν µπορούν να ανιχνευτούν αγωγιµοµετρικά. Χρησιµοποιείται για όλα τα µεταλλικά στοιχεία, για τον προσδιορισµό στοιχείων µετάπτωσης, πολυοξυγονούχων παραγώγων και σπανίων γαιών και µάλιστα µε όρια ανίχνευσης 2-3 τάξεις µεγέθους χαµηλότερα από την έµµεση φωτοµετρική ανίχνευση. Ακόµη, προσφέρει γραµµική δυναµική περιοχή που εκτείνεται σε 6 τάξεις 81, 82 µεγέθους. Αυξανόµενη χρήση τα τελευταία χρόνια έχει ο ανιχνευτής σκέδασης φωτός, ιδιαίτερα για ιόντα που αφενός δεν ιονίζονται ισχυρώς, αφετέρου δεν απορροφούν στο υπεριώδες. Στο σχήµα 1.9 εικονίζονται οι διαδικασίες που λαµβάνουν χώρα κατά τη µέτρηση: α) εκνέφωση του δείγµατος, β) εξάτµιση του διαλύτη της κινητής φάσης και γ) σκέδαση πολυχρωµατικού φωτός από τις εναποµείνασες ουσίες. Με βάση την παραπάνω διαδικασία, για να είναι εφικτή η ανίχνευση µε σκέδαση φωτός, θα πρέπει οι αναλύτες να είναι λιγότερο πτητικοί σε σχέση µε την κινητή φάση, ώστε να µην αποµακρύνονται κατά το δεύτερο στάδιο. Εποµένως, είναι απαραίτητη 39

η αποµάκρυνση των αλάτων από το έκλουσµα, η οποία επιτυγχάνεται µε τη χρήση καταστολέα. Το µετρούµενο εµβαδόν των κορυφών είναι ανάλογο της µάζας των αναλυτών και ενός συντελεστή που εξαρτάται από τη σχετική µοριακή τους µάζα. Εποµένως, µπορεί να γίνει αφενός µεν ποσοτικός προσδιορισµός και αφετέρου εκτίµηση της σχετικής µοριακής µάζας. KINΗΤΗ ΦΑΣΗ ΕΚΝΕΦΩΣΗ ΑΕΡΙΟ ΕΞΑΤΜΙΣΗ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗΣ Σχήµα 1.9: Αρχή λειτουργίας ανιχνευτή σκέδασης φωτός. Έχει τέλος αναφερθεί ανιχνευτής που στηρίζεται σε πιεζοηλεκτρικό κρύσταλλο χαλαζία (piezοelectric quartz crysta1 - PQC). Οι ανιχνευτές αυτοί αναφέρονται και ως ανιχνευτές ακουστικών κυµάτων µάζας (bulk acοustic waνe detectοr). Η συχνότητα του κρυστάλλου αυτού, όταν βρίσκεται σε διάλυµα, εξαρτάται από την αγωγιµότητα του διαλύµατος. Χρησιµοποιήθηκε για προσδιορισµό κατιόντων, ασκορβικού οξέος και ανιόντων όπως Cl -, PO 3-2- 4, SO 4 µε ευαισθησία, εκλεκτικότητα και επαναληψιµότητα, ανώτερες αυτών που επιτυγχάνονται µε τον 83, 84 αγωγιµοµετρικό ανιχνευτή. 40

1.7 ΚΙΝΗΤΗ ΦΑΣΗ ΙΟΝΤΙΚΗΣ ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑΣ H επιλογή της κινητής φάσης εξαρτάται από τέσσερις κυρίως παράγοντες: α) το φορτίο, τη σταθερά ιονισµού και το µέγεθος των προς διαχωρισµό ιόντων, β) το είδος της στατικής φάσης, γ) το είδος του χρησιµοποιούµενου ανιχνευτή και δ) την εφαρµογή ή όχι συστήµατος καταστολής. Εξαιτίας της άµεσης σχέσης µεταξύ της κινητής φάσης και των υπολοίπων παραγόντων του χρωµατογραφικού συστήµατος, στοιχεία σχετικά µε τη σύσταση της κινητής φάση αναφέρονται και στα υποκεφάλαια 1.4, 1.5 και 1.6. 1.7.1 Εκλουστικά Υγρά Καταστελλόµενης Ιοντικής Χρωµατογραφίας 1.7.1.1 Ανάλυση ανιόντων Το εκλουστικό ιόν, στην περίπτωση της καταστελλόµενης ιοντικής χρωµατογραφίας, θα πρέπει να έχει την ικανότητα να µετατρέπεται µε µία µη αντιστρεπτή αντίδραση σε σωµατίδιο όσο το δυνατόν ελάχιστα ιονιζόµενο. Υπ αυτήν την άποψη, το ιδανικό εκλουστικό ιόν θα ήταν το ιόν υδροξυλίου, το οποίο µε πρωτονίωση µετατρέπεται σε νερό. Ωστόσο, εξαιτίας της µικρής εκλουστικής ικανότητας των ιόντων υδροξυλίου, στους προσδιορισµούς δύσκολα εκλουόµενων ανιόντων θα πρέπει να χρησιµοποιείται υψηλή συγκέντρωση, η οποία συνεπάγεται υψηλό σήµα υποβάθρου. Για το λόγο αυτό τα υδροξυλιόντα αρχικά είχαν εφαρµογή µόνο στους προσδιορισµούς φθοριούχων, χλωριούχων και µονοβασικών οργανικών ιόντων µικρού µοριακού βάρους (π.χ.: οξικά, µυρµηκικά). Η εξέλιξη της ιοντικής χρωµατογραφίας, τόσο στην ικανότητα καταστολής των καταστολέων όσο και στην κατασκευή στηλών µικρής χωρητικότητας, οδήγησε στη διεύρυνση της χρήσης των ιόντων υδροξυλίου ως εκλουστικών ιόντων. Για την έκλουση ιόντων µε µεγαλύτερη σταθερά εκλεκτικότητας, όπως είναι τα πολυσθενή ανιόντα, τα ιόντα φαινοξειδίου είναι µία κατάλληλη επιλογή, διότι αφενός µεν έχουν µεγάλη εκλουστική ικανότητα (µεγάλη σταθερά εκλεκτικότητας), αφετέρου δε το προϊόν καταστολής, η φαινόλη, έχει µικρή σταθερά διάστασης. 47 Η ευρύτερα χρησιµοποιούµενη κινητή φάση στην ιοντική χρωµατογραφία είναι ρυθµιστικό διάλυµα ανθρακικών ιόντων. Τα ιόντα που συµµετέχουν στο µηχανισµό ιονανταλλαγής είναι τα ανθρακικά, όξινα ανθρακικά και ιόντα υδροξυλίου. Επειδή καθένα από αυτά έχει διαφορετική εκλουστική ικανότητα, είναι εφικτό να ρυθµιστεί η ολική εκλουστική ικανότητα της κινητής φάσης µε ρύθµιση του ph. Επίσης, η ρύθµιση του ph είναι χρήσιµη στις περιπτώσεις έκλουσης ανιόντων ασθενών οξέων, οπότε σ αυτήν την περίπτωση ρυθµίζεται το ποσοστό των µορίων του οξέος που διίστανται, δηλαδή ρυθµίζεται η εκλεκτικότητα των εκλουόµενων σωµατιδίων. Παράλληλα, έχει αναφερθεί η προσθήκη στο ρυθµιστικό των ανθρακικών, αρωµατικών ενώσεων, 41

όπως η τυροσίνη και η π-κυανοφαινόλη, και Ν-υποκατεστηµένων αµινοαλκυλοσουλφονικών οξέων. 85 Επίσης, ευρεία είναι η χρήση κινητής φάσης βορικών ιόντων, τα οποία, παρότι δεν παρουσιάζουν συγκεκριµένα πλεονεκτήµατα έναντι των ανθρακικών, έχουν καλύτερη συµπεριφορά σε συγκεκριµένους προσδιορισµούς, όπως στο ΕDTA. 86 Έχει επίσης αναφερθεί η χρήση εκλουστικών ιόντων, τα οποία είναι αµφολύτες, όπως τα γλουταµινικά. Παρότι η χρήση τους είναι περιορισµένη έχουν δύο σηµαντικά πλεονεκτήµατα: α) έχουν µεγάλη σταθερά εκλεκτικότητας προς τη ρητίνη και β) µπορούν να αποµακρυνθούν πλήρως µε καταστολείς στήλης σε όξινη µορφή. 1.7.1.2 Ανάλυση κατιόντων Τα ευρύτερα χρησιµοποιούµενα εκλουστικά υγρά είναι υδατικά διαλύµατα ανόργανων οξέων, όπως το HCl, HNO 3 και Η 2 SO 4. Κινητή φάση σε περιοχή συγκέντρωσης από 1 mm έως 10 mm σε ένα από τα παραπάνω οξέα έχει την ικανότητα σε στήλες µικρής χωρητικότητας να εκλούσει γρήγορα κατιόντα αλκαλίων, αµµωνίου και οργανικές αµίνες µικρού µοριακού βάρους. Σε συστήµατα καταστολής, που δεν είναι συµβατά µε τα ανόργανα οξέα, χρησιµοποιείται το τριφθοροξικό οξύ ή το µεθανοσουλφονικό οξύ. Το κατιόν υδρογόνου, όπως αντίστοιχα το ανιόν υδροξυλίου στην ανάλυση ανιόντων, παρουσιάζει το πλεονέκτηµα της µικρής αγωγιµότητας υποβάθρου µετά τη διέλευση από τον καταστολέα, έχει όµως το µειονέκτηµα της µικρής σταθεράς εκλεκτικότητας µε τη ρητίνη, µε αποτέλεσµα να απαιτείται υψηλή συγκέντρωση κινητής φάσης. Μία λύση στο πρόβληµα αυτό είναι η χρήση ιόντων σιδήρου ή χαλκού, σε αυτήν όµως την περίπτωση θα πρέπει να χρησιµοποιηθεί περίπλοκο σύστηµα καταστολής, το οποίο να βασίζεται σε αντιδράσεις συµπλοκοποίησης και καταβύθισης. Ευρεία είναι επίσης η χρήση οργανικών αµινών, όπως η ανιλίνη και η πυριδίνη, ως εκλουστικών ιόντων, διότι παρουσιάζουν καλή εκλουστική ικανότητα και ταυτόχρονα µπορεί η αγωγιµότητα υποβάθρου να κατασταλεί εύκολα. Για τις περιπτώσεις των πολυσθενών κατιόντων και γενικά των δύσκολα εκλουόµενων κατιόντων, το εκλουστικό επιλογής είναι η µ-φαινυλοδιαµίνη, ενώ αυξανόµενο πεδίο εφαρµογών παρουσιάζει το διαµινοπροπιονικό οξύ (DAP). Το DAP εµφανίζεται ως µονοσθενές και δισθενές κατιόν, η αναλογία των οποίων καθορίζεται από το ph της κινητής φάσης και ρυθµίζεται µε την προσθήκη υδροχλωρικού οξέος. Μετά τη διέλευση από τον καταστολέα το DAP µετατρέπεται σε εσωτερικό άλας µε µηδενική αγωγιµότητα και το υδροχλωρικό οξύ σε νερό. 42

1.7.2 Εκλουστικά Υγρά Μη Καταστελλόµενης Ιοντικής Χρωµατογραφίας Στην περίπτωση της µη καταστελλόµενης ιοντικής χρωµατογραφίας προσδιορισµού ανιόντων, θα πρέπει το εκλουστικό υγρό να έχει τη µεγαλύτερη δυνατή εκλουστική ικανότητα, έτσι ώστε να χρησιµοποιούνται µικρές συγκεντρώσεις και εποµένως να εµφανίζεται µικρή αγωγιµότητα υποβάθρου. Επίσης, θα πρέπει η διαφορά της ισοδύναµης αγωγιµότητας ανάµεσα στα εκλουόµενα και εκλουστικά ιόντα να είναι η µεγαλύτερη δυνατή ώστε να επιτυγχάνεται καλύτερη ευαισθησία. Για το λόγο αυτό προτείνεται, όταν το εκλουόµενο ανιόν είναι ασθενής βάση, η παρασκευή της κινητής φάσης να γίνεται µε τα οξέα των επιθυµητών εκλουστικών ανιόντων και όχι µε άλατα. 87 Τα ιόντα που κυρίως χρησιµοποιούνται είναι τα βενζοϊκά και λιγότερο τα φθαλικά και σουλφοβενζοϊκά. Επίσης, χρησιµοποιούνται και τα ανιόντα υδροξυλίου, σε αυτήν την περίπτωση όµως η ανίχνευση είναι έµµεση (indirect conductometric detection), δηλαδή οι λαµβανόµενες κορυφές είναι αρνητικές. Στην περίπτωση της ανάλυσης κατιόντων τα χρησιµοποιούµενα υγρά έκλουσης είναι, όπως και στην καταστελλόµενη ανίχνευση, διαλύµατα ανόργανων οξέων και εποµένως το εκλουστικό ιόν είναι το κατιόν του υδρογόνου. Εξαιτίας της µεγάλης ειδικής αγωγιµότητας του κατιόντος υδρογόνου, οι περισσότερες εφαρµογές µη καταστελλόµενης ανίχνευσης κατιόντων βασίζονται στην έµµεση ανίχνευση. Για την επίτευξη άµεσης ανίχνευσης χρησιµοποιείται η αιθυλενοδιαµίνη παρουσία οργανικού δικαρβοξυλικού οξέος, όπως είναι το οξαλικό και το τρυγικό οξύ. 88 1.7.3 Βαθµιδωτή Έκλουση Η βαθµιδωτή έκλουση (gradient elution) χρησιµοποιείται όλο και περισσότερο στην ιοντική χρωµατογραφία για να επιτευχθεί ο συµπροσδιορισµός ιόντων µε πολύ διαφορετικούς συντελεστές εκλεκτικότητας (π.χ.: ιόντα µε διαφορετικό φορτίο). Η βαθµιδωτή έκλουση αντιστοιχεί σε αύξηση της εκλουστικής ισχύος της κινητής φάσης, η οποία επιτυγχάνεται είτε µε αύξηση της συγκέντρωσης είτε µε µεταβολή της σύστασης, δηλαδή αντικατάσταση ενός ασθενώς συγκρατούµενου από ένα ισχυρά συγκρατούµενο ιόν. Η µεταβολή του ph µπορεί επίσης να προκαλέσει αύξηση της εκλουστικής ισχύος, για παράδειγµα µε προσθήκη αυξανόµενης συγκέντρωσης διαλύµατος ισχυρής βάσης σε διάλυµα ασθενούς οξέος, οπότε αυξάνεται η συγκέντρωση της ιοντισµένης µορφής του οξέος. Κατά τη βαθµιδωτή έκλουση παρουσιάζονται δύο σηµαντικά προβλήµατα: α) αύξηση του χρόνου ανάλυσης και β) όχι σταθερή αγωγιµότητα υποβάθρου κατά τη διάρκεια της έκλουσης. Η µεταβολή της σύστασης του υγρού έκλουσης αυξάνει το χρόνο ανάλυσης. Προκειµένου να εκλουστούν οι πλέον ισχυρά συγκρατούµενοι αναλύτες από τη στήλη, πρέπει εκλουστικό ιόν µε µεγάλη συγγένεια προς τη ρητίνη να εκτοπίσει σταδιακά κατά τη διάρκεια του προσδιορισµού 43

το ασθενές εκλουστικό ιόν από τις ιονανταλλακτικές θέσεις της ρητίνης. Επιπλέον, πριν τη διεξαγωγή της επόµενης ανάλυσης πρέπει να εξισορροπηθεί ξανά η στήλη µε το ασθενές εκλουστικό ιόν. Αν αντίθετα επιλεγεί η τεχνική της βαθµιδωτής έκλουσης µε µεταβολή της συγκέντρωσης δεν παρουσιάζεται αυτό το µειονέκτηµα. 89 Το σηµαντικότερο πρόβληµα που εµφανίζεται στην εφαρµογή της βαθµιδωτής έκλουσης στην ιοντική χρωµατογραφία, είναι ότι η µεταβολή στη σύσταση του υγρού έκλουσης προκαλεί µεταβολή στην αγωγιµότητα υποβάθρου και εποµένως σηµαντική διατάραξη στη γραµµή βάσης. Ο πιο αποτελεσµατικός τρόπος επίλυσης του προβλήµατος είναι η χρήση καταστολέα, που εξουδετερώνει το υγρό έκλουσης ανεξάρτητα από τη συγκέντρωσή του. Επίσης, µπορεί να χρησιµοποιηθεί ο καταστολέας σε συνδυασµό µε ηλεκτρονική διόρθωση της γραµµής βάσης, η οποία επιτυγχάνεται µε τη βοήθεια υπολογιστή. ηλαδή, καταγράφεται η γραµµή βάσης σε χρωµατογράφηµα που λαµβάνεται χωρίς εισαγωγή δείγµατος και αυτή η γραµµή βάσης αφαιρείται ηλεκτρονικά από όλα τα χρωµατογραφήµατα. 90 Ένας δεύτερος τρόπος, που έχει προταθεί για την επίλυση του προβλήµατος, είναι η προσθήκη µανιτόλης στο υγρό έκλουσης, µε µειούµενη συγκέντρωση κατά τη διάρκεια της µέτρησης, σε συνδυασµό µε βορικό οξύ, που προστίθεται στο υγρό αναγέννησης του καταστολέα. Το βορικό οξύ διαχέεται µέσω των µεµβρανών του καταστολέα στην κινητή φάση σχηµατίζοντας µε τη µανιτόλη ιοντική ένωση της οποίας η συγκέντρωση µειώνεται όσο αυξάνει η συγκέντρωση του εκλουστικού ιόντος, διατηρώντας έτσι συνολικά σταθερή αγωγιµότητα υποβάθρου. Σε παρόµοιο σκεπτικό στηρίζεται η τεχνική της ισοαγώγιµης βαθµιδωτής έκλουσης (isoconductance gradient), στην οποία επιλέγονται αντισταθµιστικά ιόντα µε κατάλληλη ισοδύναµη αγωγιµότητα, ώστε να µην παρουσιάζεται µεταβολή στην ολική αγωγιµότητα της κινητής φάσης. 91 1.8 ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΙΟΝΤΙΚΗΣ ΧΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑΣ 1.8.1 Εισαγωγή Η ιοντική χρωµατογραφία έχει ένα ευρύ πεδίο εφαρµογών. Χρησιµοποιείται για προσδιορισµό οργανικών και ανόργανων ιόντων σε διάφορα υποστρώµατα, όπως φάρµακα, περιβαλλοντικά δείγµατα, βιολογικά υγρά και προϊόντα οικιακής χρήσης, προσφέροντας µάλιστα τη δυνατότητα συµπροσδιορισµού πολλών κατιόντων και αντίστοιχα ανιόντων ή και ταυτόχρονου προσδιορισµού ανιόντων και κατιόντων (µε χρήση στηλών µικτής στατικής φάσης ή χρήσης δύο αναλυτικών στηλών στη σειρά). Επιπλέον είναι γρήγορη τεχνική, µε δυνατότητα αυτοµατοποίησης, ευκολία χρήσης, ακρίβεια και εκλεκτικότητα. Συνήθως δεν απαιτείται κοπιώδης προετοιµασία του δείγµατος. Μάλιστα σε ορισµένες περιπτώσεις η ιοντική χρωµατογραφία είναι η µέθοδος που προτείνεται από επίσηµους φορείς, όπως η ASTM 44

(American Society for Testing and Materials) και η EPA (Environmental Protection Agency). Παράδειγµα τέτοιων µεθόδων είναι ο προσδιορισµός χλωριούχων, νιτρικών και θειικών σε δείγµατα βροχής, ανιόντων και εξασθενούς χρωµίου σε πόσιµο νερό, ιχνών ανιόντων σε υψηλής καθαρότητας νερό, θειικού οξέος στον αέρα και σε περιβάλλον εργασίας και ιόντων αλογόνων σε οργανικούς διαλύτες. 1.8.2 Εφαρµογές στην Ανάλυση Βιολογικών ειγµάτων Η ιοντική χρωµατογραφία χρησιµοποιείται ευρέως για τον προσδιορισµό κατιόντων και ανιόντων σε βιολογικά υγρά, όπως πλάσµα, ούρα, σάλιο, ιδρώτας και δάκρυα. Στον πίνακα 1.1 αναφέρονται τα ανιόντα και κατιόντα που έχουν προσδιοριστεί µε ιοντική χρωµατογραφία σε διάφορα βιολογικά υγρά. Η ανιχνευσιµότητα των µεθόδων είναι ικανοποιητική αν και στις περισσότερες περιπτώσεις τα ιόντα βρίσκονται στα βιολογικά υγρά σε συγκεντρώσεις αρκετά υψηλότερες από τα όρια της µεθόδου. Ο κυριότερος περιορισµός της ιοντικής χρωµατογραφίας είναι η δυσκολία προσδιορισµού ιόντων που βρίσκονται σε ίχνη, όπως τα οξαλικά στα ούρα, παρουσία µεγάλης συγκέντρωσης άλλου ιόντος, κυρίως θειικών. Έχουν αναπτυχθεί µέθοδοι αντιµετώπισης αυτών των προβληµάτων, όπως η αποµάκρυνση του παρεµποδίζοντος ιόντος (π.χ.: τα θειικά αποµακρύνονται µε καταβύθιση µε βάριο). 92 Πίνακας 1.1: Εφαρµογές ιοντικής χρωµατογραφίας στην ανάλυση βιολογικών δειγµάτων είγµα Προσδιοριζόµενα Προσδιοριζόµενα Κατιόντα Ανιόντα Πλάσµα, αίµα και ορός Na +, K +, NH + 4, Mg 2+, Ca 2+ NO 2, αµινοξέα, γαλακτικό οξύ, πυροσταφυλικό οξύ, αλκυλοσουλφονικά οξέα, τριχλωροοξικό οξύ, διφωσφονικά οξέα C 2 O 2-4, Cl -, HPO 2-4, SO 2-4, HCO - 3, Br -, NO - 3, Ούρα Na +, K +, NH + 4, Mg 2+, Ca 2+ C 2 O 2-4, Cl -, HPO 2-4, SO 2-4, HCO - 3, Br -, NO - 3, NO - 2, αµινοξέα, κιτρικά και ισοκιτρικά, µονοµεθυλοαρσενικικό οξύ, αρσενικώδες οξύ, βανιλλυλοαµυγδαλικό οξύ Εγκεφαλονωτιαίο υγρό Mg 2+, Ca 2+, Zn 2+, Cu 2+ Σάλιο Mg 2+, Ca 2+ Cl -, HPO 2-4, SO 2- - 4, NO 3 άκρυα Cl -, HPO 2-4, SO 2- - 4, NO 3 Ιδρώτας 2- SO 4 45

1.8.3 Ανάλυση Προϊόντων Οικιακής Χρήσης Στον τοµέα της ανάλυσης προϊόντων οικιακής χρήσης, η ιοντική χρωµατογραφία είναι επίσης µια πολύ χρήσιµη τεχνική. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί για τον προσδιορισµό των ενεργών συστατικών των προϊόντων ή για τον έλεγχο της περιεκτικότητας σε προσµίξεις. Προϊόντα για τα οποία έχει χρησιµοποιηθεί η µέθοδος ιοντικής χρωµατογραφίας είναι η µαγειρική σόδα, προϊόντα υγιεινής στόµατος, απορρυπαντικά κ.α. Η µοναδική προκατεργασία που απαιτείται είναι συνήθως αραίωση και διήθηση, αν και σε ορισµένες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η αποµάκρυνση των ανθρακικών, όταν βρίσκονται σε µεγάλη συγκέντρωση. Αναφέρονται κάποιες εφαρµογές της ιοντικής χρωµατογραφίας στον τοµέα αυτό: 93 l) Ανάλυση µαγειρικής σόδας: Η αµερικάνικη φαρµακοποιία ορίζει ότι το ανθρακικό νάτριο, που χρησιµοποιείται και ως µαγειρική σόδα, επιτρέπεται να περιέχει προσµίξεις από χλωριούχα και θειικά µέχρι 150 ppm, προσδιοριζόµενα υπό τη µορφή του ανιόντος. Ένα πρόβληµα που εµφανίζεται κατά την ανάλυση του προϊόντος αυτού είναι η υψηλή συγκέντρωση όξινων ανθρακικών ιόντων, που δηµιουργεί παρεµποδίσεις και αστάθεια στη γραµµή βάσης. Το πρόβληµα αυτό αντιµετωπίζεται µε τη χρήση διαλύµατος ανθρακικών - όξινων ανθρακικών ιόντων ως υγρού έκλουσης. Με τη διέλευση από τον καταστολέα ελαττώνεται και η συγκέντρωση της µήτρας του δείγµατος, που δίνει µε αυτόν τον τρόπο µια µικρή κορυφή στην αρχή του χρωµατογραφήµατος. 2) Ανάλυση προϊόντων υγιεινής στόµατος: α) Φθοριούχα και µονοφθοροφωσφορικά ιόντα: Στην περίπτωση που το προϊόν περιέχει ανθρακικά είναι απαραίτητο να αποµακρυνθούν πριν τον προσδιορισµό γιατί επικαλύπτουν την κορυφή των φθοριούχων. β) Πυροφωσφορικά : Παρά τη µεγάλη αγωγιµότητα υποβάθρου δεν είναι απαραίτητη η χρήση καταστολέα, γιατί η συγκέντρωση των πυροφωσφορικών είναι υψηλή, οπότε µπορεί ο προσδιορισµός να γίνει µε έµµεση αγωγιµοµετρική ανίχνευση. γ) Κυκλαµικό νάτριο: Επειδή δεν απορροφά στο υπεριώδες, είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί µε ιοντική χρωµατογραφία και αγωγιµοµετρικό ανιχνευτή. δ) Αιθανόλη και γλυκερίνη: Προσδιορίζονται σε ανιονανταλλακτική ρητίνη µε υγρό έκλουσης νιτρικό οξύ. 3) Ανάλυση απορρυπαντικών: α) Αιθανολαµίνες: Μπορούν να προσδιοριστούν ως κατιόντα ή ως ανιόντα. Αν προσδιοριστούν ως κατιόντα, τα άλλα κατιόντα του δείγµατος (Na +, Κ +, NΗ + 4 ) µπορούν να συµπροσδιοριστούν. β) Κιτρικά: Προσδιορίζονται ως ανιόν µε υγρό έκλουσης που αποτελείται από δισόξινο φωσφορικό νάτριο και ακετονιτρίλιο. γ) EDTΑ: Προσδιορίζεται µε µετατροπή του σε σύµπλοκο µε Cu 2+. 46