Greek New Testament. Tischendorf 8th Edition. Revision: Tue 14 th Dec, 2004 http://www.bibles.org.uk



Σχετικά έγγραφα
ΙΑΣΚΕΨΙΣ Ι ΑΠΟΤΙΝΑΞΙΝ ΤΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΠΡΩΤΕΙΟΥ

ΜΗΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ἔχων ἡμέρας τριάκοντα μίαν

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ. Κεφάλαιο 1

ΧΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

πού τόν καταδίκασαν χωρίς δίκη

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΠΡΕΒΕΖΑΣ ΔΗΜΟΣ ΠΡΕΒΕΖΑΣ ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΑΙΡΕΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α

Ἡ συγκρότησις τοῦ Εἰδικοῦ Συμβουλίου τοῦ Τάματος τοῦ Ἔθνους ( ) Ἀπὸ τὴν συμπαράστασιν τῶν ὀλίγων ἀλλὰ πιστῶν ἐθελοντῶν μας

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗ ΠΑ. Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

Ο Κ Ο Σ Μ Ο Σ ΤΗΣ Ν. ΦΙΛΑ ΕΛΦΕΙΑΣ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΟΚΤΩΗΧΟΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΦΑΝΟΥΡΙΟΝ. ΚΑΝΩΝ Α φέρων Ἀκροστιχίδα κατ Ἀλφάβητον ἐν δὲ τοῖς Θεοτοκίοις «Κυρίλλου».

Святая Русь ΣΥΝΟ ΙΚΟΝ

ΛΙΓΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΚΔΟΤΗ

σφαλές. Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι. Συναπτὴ μικρά, μεθ ἣν ἐκφώνησις Ὅτι σὸν τὸ κράτος...

ΤΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΑΝΘΗΛΗΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ

ΕNOTHTA 18 AΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΑΞΗ Β

Ο ΝΟΜΟΣ 1963/91 ΓΙΑ ΤΗΝ Ι ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΦΑΡΜΑΚΕΙΩΝ (ΝΟΜΟΣ 1963/91 ΦΕΚ. ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ

«Τὸ σπουργιτάκι τοῦ Θεοῦ»: Στέλλα Μιτσακίδου*

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ ΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ ΗΜΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

tὶς τελευταῖες ἡμέρες δημιουργήθηκε θέμα πρὸς

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ

θ α ν ά σ η ς τ ρ ι α ρ ί δ η ς Οιδίνους π λ ε κ τ ά ν η γ ι α δ ύ ο π ρ ό σ ω π α σ ε δ υ ο π ρ ά ξ ε ι ς

Έρως - Θάνατος: Η ρήξη των φραγµών στον Παλαιό των Ηµερών του Παύλου Μάτεσι. Ευάγγελος Λ. Ντάβας

Ανδρέας Καρκαβίτσας H θάλασσα

Κεχαγιάς Στέργιο, /ντής Σχολείου 1

Kοντά στόν Xριστό Δ I M H N I A I O Φ Y Λ Λ A Δ I O Π A I Δ I K Ω N E N O P I A K Ω N Σ Y N A Ξ E Ω N

Π Ρ Α Κ Τ Ι Κ Α Β Ο Υ Λ Η Σ

Ενότητα Έβδοµη. Η αποζηµίωση των ανταλλάξιµων και η ελληνοτουρκική προσέγγιση Η ένταξη των προσφύγων στην Ελλάδα

«ἡμεῖςδὲτῇπροσευχῇκαὶτῇδιακονίᾳτοῦλόγουπροσκαρτερήσωμεν» (Πράξ στ 4).

1

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΕΔΕΣΣΗΣ Κ. ΙΩΗΛ «ΤΟ ΥΠΟ ΕΚΔΟΣΙΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΝ ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ»

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ. ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ. 425 π.χ. α Βραβείο ΑΧΑΡΝΕΙΣ. ΜΕΓΑΡΕΥΣ: Αγρότης από τα Μέγαρα. Έρχεται να πουλήσει προϊόντα στην αγορά του ικαιόπολη.

ΑΓΙΑ ΓΑΛΗΝΗ ΤΕΥΧΟΣ 24 - ΙΟΥΝΙΟΣ 1992 ΕΚΔΟΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «Λ ΓIΛ ΓΑΛΗΝΗ» ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Τη σύντοµη παρουσίαση του φυσικού πλαισίου αναφοράς (Πίνδος - Αχελώος).

ΟΜΑ Α Α. ΘΕΜΑ Α1 Α.1.1. Να αποδώσετε µε συντοµία το περιεχόµενο των πιο κάτω ιστορικών όρων:

ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ ΑΙΣΧΥΛΟΣ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ. Προφήτισσα (Πυθία) Ορέστης Απόλλων Είδωλο Κλυταιμνήστρας Χορός (Ερινύες) Αθηνά Προπομποί

6o ΚΥΝΗΓΙ ΚΡΥΜΜΕΝΟΥ ΘΗΣΑΥΡΟΥ Γρίφος Νο 1. Ακούγεται το τραγούδι του Νίκου Ξυλούρη «ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ»

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1994 ΤΕΥΧΟΣ 5 ΔΡΧ.

E I HMA EKK H IA TIKA PAMMATA YNO IKAI E KYK IOI

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΑΙΜΟΝΙΚΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ

Θ Ε Μ Α «Σύναψη Προγραµµατικής Σύµβασης µεταξύ ήµου Καβάλας ΝΠ του ήµου Καβάλας µε την επωνυµία Παιδικοί & Βρεφονηπιακοί Σταθµοί ήµου Καβάλας»

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Περιεχόμενα. Βερολινέζικο Ημερολόγιο (Φθινόπωρο 1930) Σάλι Μπόουλς Στη νήσο Ρούγκεν (Καλοκαίρι 1931) Οι Νόβακ...

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ Ε Κ Θ Ε Σ Η

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

για τη ριζική ανανέωση και αλλαγή της δηµοκρατικής παράταξης και του πολιτικού συστήµατος

Ενότητα 9 ΣΧΟΛΕΙΟ. Παρουσίαση της ενότητας. Περιεχόµενα της ενότητας

Ο ρόλος του Σύγχρονου ιεπιστηµονικού Τεχνικού Πανεπιστηµίου. H Παιδεία ως θεµελιακής σηµασίας πρωτογενής αναπτυξιακή διαδικασία * 1991

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗΣ 24 ης /2010

Ὁ ὅσιος Παχώμιος. Ὅταν ἔφθασε στήν. τοῦ στρατοῦ, ὅπου κατά οἰκονομία Θεοῦ διδάχθηκε τίς ἀλήθειες τῆς Χριστιανικῆς πίστεως ἀπό τούς συστρατιῶτες

Το χρέος του ιστορικού

Ἀντιφωνητὴς. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟ ΠΑΝΘΡΑΚΙΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΓΝΩΜΗΣ 25 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 ΕΤΟΣ 10ο / ΑΡ. Φ. 249 / ΤΙΜΗ 1

ΘΕΜΑ Καθορισµός όρων για την εκµίσθωση δικαιώµατος χρήσης γεφυροπλάστιγγας στη ηµοτική Κοινότητα Καρδιτσοµαγούλας

Εφηµερίδα Ποντίκι, ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΨΗΦΟΣ: Από το όνειρο ως τη δικαίωση

Σ. Ε. ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΕΦΗΜ

ΕΙ ΙΚΗ ΣΥΝΟ ΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΙΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ ΣΥΝΕ ΡΙΟΥ Υ Π Α ΚΟ Η, ΕΛ Ε ΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟ Γ Η Σ Η

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΗΡΑΚΛΕΙΟ.

«ο δρόµος είχε τη δική του ιστορία...»

Τµήµα Ανθρωπιστικών Σπουδών. Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισµό. Ακαδηµαϊκό Έτος Καθηγήτ. Φοιτήτ: Αριθµός Μητρώου: Ευριπίδη Μήδεια

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ

ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Β. ΕΣΠΟΙΝΑ Α.Μ.: ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος. Αθήνα 2003

Χρήστος Κηπουρός. Για την Κύπρο

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ. Ενδεκα ημερών πορεία είναι από το όρος Χωρήβ δια του όρους Σηείρ μέχρι της Καδης Βαρνή.

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΓΑΡ ΙΚΙΟΥ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ: ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ. «Μέλισσα, µέλισσα, µέλι γλυκύτατο»

15 ΤΑΙΝΙΕΣ. για «καλό. καλοκαίρι» ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ Η άγνωστη ζωή μιας ιδιοφυΐας

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΑΜΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΜΟΥ

Είκοσι χρόνια νωρίτερα, σε ένα νότιο χωριό της επαρχίας Πουντζάμπ.

ΓρΑφΩ αστυνομικές ιστορίες κι έτσι μου προέκυψε πάνω

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΟΝΑΔΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ:

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών: Κατεύθυνση Α: Αειφορική Διαχείριση Ορεινών Υδρολεκανών με Ευφυή Συστήματα και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ «για τη δίκαιη δίκη και την αντιµετώπιση φαινοµένων αρνησιδικίας» Α. ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Ἀντιφωνητὴς. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟ ΠΑΝΘΡΑΚΙΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΓΝΩΜΗΣ 20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2008 ΕΤΟΣ 10ο / ΑΡ. Φ. 240 / ΤΙΜΗ 1. ΡΟΖ ΒΡΩΜΑ 7 ΧΡΟΝΩΝ καί...

ΙΟΔΙΚΟ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΥΘΗΡΙΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ ΚΥΘΗΡΑΪΚΟΥ ΛΑΟΥ

Φωνή της Πάρου Ε β δ ο μ α δ ι α ί α π ο λ ι τ ι κ ή ε φ η μ ε ρ ί δ α Π ά ρ ο υ - Α ν τ ι π ά ρ ο υ

Πρωτ. Από τα επίσηµα Πρακτικά της ϟε, 29 Φεβρουαρίου 2012, Συνεδρίασης της Ολοµέλειας της Βουλής, στην οποία ψηφίστηκε το παρακάτω σχέδιο νόµου:

ΠΡΟΧΕΙΡΟΣ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ. (Τύπος Γ) Για έργα προµηθειών που δηµοπρατούνται µε τη διαδικασία του πρόχειρου διαγωνισµού 1

NΕΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ Του Αντώνη Καρανίκα

ΧΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

( ) (Dalin,1998) (Fullan,1991,1993,Levin,1976,Ravitch,2000,Rogers, 1995, Sarason,1982,1990).

στο σχέδιο νόµου «Ρυθµίσεις θεµάτων Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας και άλλες διατάξεις»

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ

Κύρταμο, ή κρίταμο, ή κρίθαμνο. Το γνωρίζουμεν

Ο ι κ α λ έ ς σ υ ν θ ή κ ε ς

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥ ΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ

ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ Π.Ι.Κ. ( ) ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΥ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗ ΝΣΤ. ευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Μ Ε Λ Ε Τ Η ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΥΠΟ ΟΧΗΣ ΚΑΙ. Προϋπολογισµού: ,09 σε ΕΥΡΩ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΗΜΑΡΧΟΥ. Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (Φ.Ε.Κ. 1789/ τεύχος B)

στο σχέδιο νόµου «Άσκηση εµπορικών δραστηριοτήτων εκτός καταστήµατος» Γενικό Μέρος ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Καχυποψία και πίστις

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ηµεροµηνία: Κυριακή 18 Μαρτίου 2012 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΟΙ ΠΡΩΗΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΤΟΠΟΙ. Η περίπτωση των στρατοπέδων Π. Μελά και Κόδρα στη Θεσσαλονίκη.

Iανουάριος - Φεβρουάριος 2011, Έτος 15ο - Τεύχος 83ο

ΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΠΕΡΙ ΓΕΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Γ ΤΑΞΗ ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

ΕΛΤΙΟ. Κύριο άρθρο. γιο µ ία Ανοικτή Κοινωνία. Κύριo άρθρο. Μια κραυγή µες στα δάσος... Ποιο δάσος άραγε, Παιδεία για όλους ίου Ηλία Κατσούλη

ΚΑΡΟΛΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ (Πρόεδρος της Δημοκρατίας): Κύριοι, σας καλωσορίζω ακόμη μία φορά. Είναι μία τελευταία προσπάθεια μήπως εξευρεθεί κάποια λύση για

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. Ἡ ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιµήσεως τῆς Θεοτόκου. Μνήµη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Λούππου.

Transcript:

Greek New Testament Tischendorf 8th Edition Revision: Tue 14 th Dec, 2004 http://www.bibles.org.uk

2004 Tigran Aivazian. All rights reserved. Typeset with pdflatex under Linux: Tue 14 th Dec, 2004 at 17:27 Permission for personal use only is hereby given.

The Books Of The New Testament Page ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ... 1 ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ... 48 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ... 78 ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ... 128 ΠΡΑΞΕΙΣ... 165 ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ... 215 ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α... 234 ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β... 252 ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ... 264 ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ... 271 ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ... 278 ΠΡΟΣ ΚΟΛΑΣΣΑΕΙΣ... 283 ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α... 288 ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Β... 293 ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Α... 296 ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Β... 301 ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ... 305 ΠΡΟΣ ΦΙΛΗΜΟΝΑ... 308 ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ... 310 ΙΑΚΩΒΟΥ... 324 ΠΕΤΡΟΥ Α... 329 ΠΕΤΡΟΥ Β... 334 ΙΩΑΝΝΟΥ Α... 338 ΙΩΑΝΝΟΥ Β... 344 ΙΩΑΝΝΟΥ Γ... 345 ΙΟΥ Α... 346 ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ... 348

ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΑΓΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ Βίβλος γενέσεως Ιησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ αυείδ υἱοῦ Ἀβραάµ. 1 Ἀβϱαὰµ ἐγέννησεν τὸν Ισαάκ, Ισαὰκ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιακώβ, Ια- 2 κὼβ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, Ιούδας 3 δὲ ἐγέννησεν τὸν Φάρες καὶ τὸν Ζάρα ἐκ τῆς Θαµάρ, Φάρες δὲ ἐγέννησεν τὸν Εσρώµ, Εσρὼµ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἀράµ, Ἀρὰµ δὲ 4 ἐγέννησεν τὸν Ἀµιναδάβ, Ἀµιναδὰβ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησεν τὸν Σαλµών, Σαλµὼν δὲ ἐγέννησεν τὸν 5 Βόες ἐκ τῆς Ραχάβ, Βόες δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιωβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ, Ιωβὴδ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιεσσαί, Ιεσσαὶ δὲ ἐγέννησεν τὸν αυ- 6 είδ τὸν ϐασιλέα. αυείδ δὲ ἐγέννησεν τὸν Σολοµῶνα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, Σολοµὼν δὲ ἐγέννησεν τὸν Ροβοάµ, Ροβοὰµ δὲ ἐγέννη- 7 σεν τὸν Ἀβιά, Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἀσάφ Ἀσὰφ δὲ ἐγέννησεν 8 τὸν Ιωσαφάτ, Ιωσαφὰτ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιωράµ, Ιωρὰµ δὲ ἐγέννησεν τὸν Οζείαν Οζείας δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιωαθάµ, Ιωαθὰµ δὲ 9 ἐγέννησεν τὸν Ἀχάζ, Ἀχὰζ δὲ ἐγέννησεν τὸν Εζεκίαν, Εζεκίας 10 δὲ ἐγέννησεν τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἀµώς Ἀµὼς δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιωσείαν Ιωσείας δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιεχο- 11 νίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς µετοικεσίας Βαβυλῶνος. Μετὰ δὲ τὴν µετοικεσίαν Βαβυλῶνος Ιεχονίας ἐγέννησεν τὸν Σα- 12 λαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ζοροβαβέλ, Ζοροβαβὲλ δὲ 13 ἐγέννησεν τὸν Ἀβιούδ, Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ελιακείµ, Ελιακεὶµ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἀζώρ, Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησεν τὸν Σαδώκ, 14 Σαδὼκ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ἀχείµ, Ἀχεὶµ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ελιούδ, Ελιοὺδ δὲ ἐγέννησεν τὸν Ελεάζαρ, Ελεάζαρ δὲ ἐγέννησεν τὸν 15 Μαθθάν Μαθθάν δὲ ἐγέννησεν τὸν Ιακώβ, Ιακὼβ δὲ ἐγέννησεν 16 τὸν Ιωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ιησοῦς ὁ λεγό- µενος Χριστός. Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ Ἀβραὰµ ἕως αυείδ 17 γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ αυείδ ἕως τῆς µετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς µετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. Τοῦ δὲ Ιησοῦ Χριστοῦ 18 ἡ γένεσις οὕτως ἦν. µνηστευθείσης τῆς µητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ιωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς, εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα

2 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 1:19 2:13 19 ἐκ Πνεύµατος Ἁγίου. Ιωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς δίκαιος ὢν, καὶ µὴ ϑέλων αὐτὴν δειγµατίσαι ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυµηθέντος, ἰδοὺ, ἄγγελος Κυρίου κατ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ, λέγων, Ιωσὴφ, υἱὸς αυείδ µὴ ϕοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰµ τὴν γυναῖκά σου. τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύµα- 21 τός ἐστιν Ἁγίου, τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνοµα αὐτοῦ Ιησοῦν, αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁµαρτιῶν αὐ- 22 τῶν. τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ Κυρίου 23 διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος, Ιδοὺ, ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσιν τὸ ὄνοµα αὐτοῦ Εµµανουήλ, ὅ ἐστιν 24 µεθερµηνευόµενον, Μεθ ἡµῶν ὁ Θεός. ἐγερθεὶς δὲ Ιωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου, καὶ 25 παρέλαβεν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκεν υἱόν καὶ ἐκάλεσεν τὸ ὄνοµα αὐτοῦ ΙΗΣΟΥΝ. 2 Τοῦ δὲ Ιησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλέεµ τῆς Ιουδαίας, ἐν ἡµέ- ϱαις Ηρώδου τοῦ ϐασιλέως, ἰδοὺ, µάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγέ- 2 νοντο εἰς Ιεροσόλυµα, λέγοντες, Ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς ϐασιλεὺς τῶν Ιουδαίων εἴδοµεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ, καὶ 3 ἤλθοµεν προσκυνῆσαι αὐτῷ. ἀκούσας δὲ ὁ ϐασιλεὺς Ηρώδης 4 ἐταράχθη, καὶ πᾶσα Ιεροσόλυµα µετ αὐτοῦ. καὶ συναγαγὼν πάντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραµµατεῖς τοῦ λαοῦ, ἐπυνθάνετο παρ 5 αὐτῶν ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται. οἱ δὲ εἶπαν αὐτῷ, Εν Βηθλέεµ 6 τῆς Ιουδαίας, οὕτως γὰρ γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου, Καὶ σύ, Βηθλέεµ γῆ Ιούδα, οὐδαµῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεµόσιν Ιούδα, ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούµενος, ὅστις ποιµανεῖ τὸν λαόν µου 7 τὸν Ισραήλ. τότε Ηρώδης, λάθρᾳ καλέσας τοὺς µάγους, ἠκρίβω- 8 σεν παρ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ ϕαινοµένου ἀστέρος. καὶ πέµψας αὐτοὺς εἰς Βηθλέεµ εἶπεν Πορευθέντες ἐξετάσατε ἀκριβῶς περὶ τοῦ παιδίου, ἐπὰν δὲ εὕρητε, ἀπαγγείλατέ µοι, ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν 9 προσκυνήσω αὐτῷ. οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ ϐασιλέως ἐπορεύθησαν, καὶ ἰδοὺ, ὁ ἀστὴρ, ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ, προῆγεν αὐτοὺς, 10 ἕως ἐλθὼν ἐστάθη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον. ἰδόντες δὲ τὸν ἀστέρα 11 ἐχάρησαν χαρὰν µεγάλην σφόδρα. καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν, εἶδον τὸ παιδίον µετὰ Μαρίας τῆς µητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς ϑησαυροὺς αὐτῶν προ- 12 σήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σµύρναν. καὶ χρηµατισθέντες κατ ὄναρ µὴ ἀνακάµψαι πρὸς Ηρώδην, δι ἄλ- 13 λης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν. Ἀναχωρησάντων δὲ αὐτῶν, ἰδοὺ, ἄγγελος Κυρίου ϕαίνεται κατ ὄναρ τῷ Ιωσὴφ, λέγων, Εγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν µητέρα αὐτοῦ, καὶ

2:14 3:10 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 3 ϕεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι, µέλλει γὰρ Ηρώδης Ϲητεῖν τὸ παιδίον, τοῦ ἀπολέσαι αὐτό. ὁ δὲ ἐγερθεὶς 14 παρέλαβεν τὸ παιδίον καὶ τὴν µητέρα αὐτοῦ νυκτὸς καὶ ἀνεχώ- ϱησεν εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἦν ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς Ηρώδου, ἵνα 15 πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου, λέγοντος, Εξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν µου. τότε Ηρώδης, ἰδὼν ὅτι ἐνε- 16 παίχθη ὑπὸ τῶν µάγων, ἐθυµώθη λίαν, καὶ ἀποστείλας ἀνεῖλεν πάντας τοὺς παῖδας τοὺς ἐν Βηθλέεµ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς, ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσεν παρὰ τῶν µάγων. τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν διὰ Ιερεµίου τοῦ 17 προφήτου, λέγοντος, Φωνὴ ἐν Ραµὰ ἠκούσθη, κλαυθµὸς καὶ 18 ὀδυρµὸς πολύς, Ραχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελεν παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ηρώδου, 19 ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ϕαίνεται κατ ὄναρ τῷ Ιωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ, λέγων, Εγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν µητέρα αὐτοῦ, καὶ 20 πορεύου εἰς γῆν Ισραήλ, τεθνήκασιν γὰρ οἱ Ϲητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου. ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβεν τὸ παιδίον καὶ τὴν 21 µητέρα αὐτοῦ καὶ εἰσῆλθεν εἰς γῆν Ισραήλ. ἀκούσας δὲ ὅτι Ἀρ- 22 χέλαος ϐασιλεύει τῆς Ιουδαίας ἀντὶ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, Ηρώδου ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν, χρηµατισθεὶς δὲ κατ ὄναρ, ἀνεχώρησεν εἰς τὰ µέρη τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς πόλιν λε- 23 γοµένην Ναζαρέθ, ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραῖος κληθήσεται. Εν δὲ ταῖς ἡµέραις ἐκείναις παραγίνεται Ιωάννης ὁ ϐαπτι- 3 στὴς, κηρύσσων ἐν τῇ ἐρήµῳ τῆς Ιουδαίας λέγων, Μετανοεῖτε, 2 ἤγγικεν γὰρ ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν. οὗτος γάρ ἐστιν ὁ ῥη- 3 ϑεὶς διὰ Ησαΐου τοῦ προφήτου, λέγοντος, Φωνὴ ϐοῶντος ἐν τῇ ἐρήµῳ, Ετοιµάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ. αὐτὸς δὲ ὁ Ιωάννης εἶχεν τὸ ἔνδυµα αὐτοῦ ἀπὸ τριχῶν 4 καµήλου, καὶ Ϲώνην δερµατίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ, ἡ δὲ τρο- ϕὴ ἦν αὐτοῦ ἀκρίδες καὶ µέλι ἄγριον. τότε ἐξεπορεύετο πρὸς 5 αὐτὸν Ιεροσόλυµα καὶ πᾶσα ἡ Ιουδαία καὶ πᾶσα ἡ περίχωρος τοῦ Ιορδάνου, καὶ ἐβαπτίζοντο ἐν τῷ Ιορδάνῃ ποταµῷ ὑπ αὐ- 6 τοῦ ἐξοµολογούµενοι τὰς ἁµαρτίας αὐτῶν. ἰδὼν δὲ πολλοὺς τῶν 7 Φαρισαίων καὶ Σαδδουκαίων ἐρχοµένους ἐπὶ τὸ ϐάπτισµα εἶπεν αὐτοῖς, Γεννήµατα ἐχιδνῶν, τίς ὑπέδειξεν ὑµῖν ϕυγεῖν ἀπὸ τῆς µελλούσης ὀργῆς ποιήσατε οὖν καρπὸν ἄξιον τῆς µετανοίας, 8 καὶ µὴ δόξητε λέγειν ἐν ἑαυτοῖς, Πατέρα ἔχοµεν τὸν Ἀβραάµ, 9 λέγω γὰρ ὑµῖν ὅτι δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάµ. ἤδη δὲ ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ῥίζαν τῶν δένδρων 10

4 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 3:11 4:14 κεῖται, πᾶν οὖν δένδρον µὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται 11 καὶ εἰς πῦρ ϐάλλεται. ἐγὼ µὲν ὑµᾶς ϐαπτίζω ἐν ὕδατι εἰς µετάνοιαν, ὁ δὲ ὀπίσω µου ἐρχόµενος ἰσχυρότερός µού ἐστιν, οὗ οὐκ εἰµὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήµατα ϐαστάσαι, αὐτὸς ὑµᾶς ϐαπτίσει 12 ἐν Πνεύµατι Ἁγίῳ καὶ πυρί, οὗ τὸ πτύον ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ, καὶ διακαθαριεῖ τὴν ἅλωνα αὐτοῦ, καὶ συνάξει τὸν σῖτον αὐτοῦ εἰς 13 τὴν ἀποθήκην, τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ. Τότε παραγίνεται ὁ Ιησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ιορδάνην πρὸς 14 τὸν Ιωάννην, τοῦ ϐαπτισθῆναι ὑπ αὐτοῦ. ὁ δὲ διεκώλυεν αὐτὸν λέγων, Εγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ ϐαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός 15 µε ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ιησοῦς εἶπεν πρὸς αὐτόν, Αφες ἄρτι, οὕτως γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡµῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. τότε ἀφίη- 16 σιν αὐτόν. ϐαπτισθεὶς δὲ ὁ Ιησοῦς εὐθὺς ἀνέβη ἀπὸ τοῦ ὕδατος, καὶ ἰδοὺ, ἀνεῴχθησαν οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδεν Πνεῦµα ϑεοῦ κατα- 17 ϐαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν ἐρχόµενον ἐπ αὐτόν. καὶ ἰδοὺ, ϕωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν, λέγουσα, Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός µου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα. 4 Τότε ὁ Ιησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρηµον ὑπὸ τοῦ Πνεύµατος, 2 πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. καὶ νηστεύσας ἡµέρας τεσσε- 3 ϱάκοντα καὶ τεσσεράκοντα, νύκτας ὕστερον ἐπείνασεν καὶ προσελθὼν ὁ πειράζων εἶπεν, αὐτῷ Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ ϑεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ 4 λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν Γέγραπται, Οὐκ ἐπ ἄρτῳ µόνῳ Ϲήσεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ ἐπὶ παντὶ ῥήµατι 5 ἐκπορευοµένῳ διὰ στόµατος Θεοῦ. Τότε παραλαµβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἔστησεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτε- 6 ϱύγιον τοῦ ἱεροῦ, καὶ λέγει αὐτῷ, Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, ϐάλε σεαυτὸν κάτω, γέγραπται γὰρ ὅτι Τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε, µήποτε προσκόψῃς πρὸς 7 λίθον τὸν πόδα σου. ἔφη αὐτῷ ὁ Ιησοῦς, Πάλιν γέγραπται, Οὐκ 8 ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. πάλιν παραλαµβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν, καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας 9 τὰς ϐασιλείας τοῦ κόσµου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, καὶ εἶπεν αὐ- 10 τῷ, Ταῦτά σοι πάντα δώσω, ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς µοι. τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ιησοῦς, Υπαγε, Σατανᾶ. γέγραπται γάρ, Κύριον 11 τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις, καὶ αὐτῷ µόνῳ λατρεύσεις. τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ, ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διη- 12 κόνουν αὐτῷ. Ἀκούσας δὲ ὅτι Ιωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν 13 εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὰ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καφαρναοὺµ τὴν παραθαλασσίαν, ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ 14 Νεφθαλείµ, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ησαΐου τοῦ προφήτου,

4:15 5:13 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 5 λέγοντος, Γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείµ, ὁδὸν ϑαλάσσης, πέ- 15 ϱαν τοῦ Ιορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήµενος ἐν 16 σκότει ϕῶς εἶδεν µέγα, καὶ τοῖς καθηµένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ ϑανάτου ϕῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς. Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ιησοῦς κη- 17 ϱύσσειν καὶ λέγειν, Μετανοεῖτε, ἤγγικεν γὰρ ἡ ϐασιλεία τῶν οὐ- ϱανῶν. Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν ϑάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδεν 18 δύο ἀδελφούς, Σίµωνα τὸν λεγόµενον Πέτρον, καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀ- δελφὸν αὐτοῦ, ϐάλλοντας ἀµφίβληστρον εἰς τὴν ϑάλασσαν, ἦσαν γὰρ ἁλεεῖς καὶ λέγει αὐτοῖς, εῦτε ὀπίσω µου, καὶ ποιήσω ὑµᾶς 19 ἁλεεῖς ἀνθρώπων. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν 20 αὐτῷ. καὶ προβὰς ἐκεῖθεν, εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ιάκωβον 21 τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ιωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ µετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν, καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ 22 τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ περιῆγεν ἐν ὅλῃ τῇ 23 Γαλιλαίᾳ διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν, καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς ϐασιλείας, καὶ ϑεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν µαλακίαν ἐν τῷ λαῷ. καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ εἰς ὅλην 24 τὴν Συρίαν, καὶ προσήνεγκαν αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας, ποικίλαις νόσοις καὶ ϐασάνοις συνεχοµένους, καὶ δαιµονιζοµένους, καὶ σεληνιαζοµένους, καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς. καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι πολλοὶ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας 25 καὶ εκαπόλεως καὶ Ιεροσολύµων καὶ Ιουδαίας καὶ πέραν τοῦ Ιορδάνου. Ιδὼν δὲ τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος. καὶ καθίσαντος αὐ- 5 τοῦ, προσῆλθαν αὐτῷ οἱ µαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἀνοίξας τὸ στόµα 2 αὐτοῦ, ἐδίδασκεν αὐτοὺς, λέγων, Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύ- 3 µατι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοι οἱ 4 πραεῖς ὅτι αὐτοὶ κληρονοµήσουσιν τήν γῆν Μακάριοι οἱ πεν- 5 ϑοῦντες ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται Μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ 6 διψῶντες τὴν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται. Μακάριοι 7 οἱ ἐλεήµονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ 8 τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται. Μακάριοι οἱ εἰρηνο- 9 ποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται. Μακάριοι οἱ δεδιωγµέ- 10 νοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μακάριοί ἐστε, ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑµᾶς καὶ διώξωσιν καὶ εἴπωσιν 11 πᾶν πονηρὸν καθ ὑµῶν ψευδόµενοι, ἕνεκεν ἐµοῦ, χαίρετε καὶ 12 ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ µισθὸς ὑµῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς, οὕτως γὰρ ἐδίωξαν τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑµῶν. Υµεῖς ἐστε τὸ ἅλας 13 τῆς γῆς, ἐὰν δὲ τὸ ἅλας µωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται εἰς οὐδὲν

6 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 5:14 33 ἰσχύει ἔτι, εἰ µὴ ϐληθὲν ἔξω καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων. 14 ὑµεῖς ἐστε τὸ ϕῶς τοῦ κόσµου, οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω 15 ὄρους κειµένη, οὐδὲ καίουσιν λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν µόδιον, ἀλλ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάµπει πᾶσιν τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. 16 οὕτως λαµψάτω τὸ ϕῶς ὑµῶν ἔµπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑµῶν τὰ καλὰ ἔργα, καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑµῶν τὸν 17 ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Μὴ νοµίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόµον 18 ἢ τοὺς προφήτας, οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. ἀµὴν γὰρ λέγω ὑµῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ µία 19 κεραία οὐ µὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόµου ἕως ἂν πάντα γένηται. ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ µίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων, καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ ϐασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, ὃς δ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος µέγας κληθήσεται ἐν 20 τῇ ϐασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. λέγω γὰρ ὑµῖν ὅτι ἐὰν µὴ περισσεύσῃ ὑµῶν ἡ δικαιοσύνη πλεῖον τῶν γραµµατέων καὶ Φαρισαίων, οὐ 21 µὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν ϐασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ηκούσατε ὅτι ἐρ- ϱέθη τοῖς ἀρχαίοις, Οὐ ϕονεύσεις, ὃς δ ἂν ϕονεύσῃ, ἔνοχος ἔσται 22 τῇ κρίσει, ἐγὼ δὲ λέγω ὑµῖν ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόµενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει, ὃς δ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ, ῥακά, ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ, ὃς δ ἂν εἴπῃ, Μωρέ, ἔνοχος ἔσται εἰς 23 τὴν γέενναν τοῦ πυρός. ἐὰν οὖν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ ϑυσιαστήριον, κἀκεῖ µνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, 24 ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔµπροσθεν τοῦ ϑυσιαστηρίου, καὶ ὕπαγε, πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ 25 δῶρόν σου. Ισθι εὐνοῶν τῷ ἀντιδίκῳ σου ταχὺ, ἕως ὅτου εἶ µετ αὐτοῦ, ἐν τῇ ὁδῷ µήποτέ σε παραδῷ ὁ ἀντίδικος τῷ κριτῇ, καὶ ὁ 26 κριτὴς τῷ ὑπηρέτῃ, καὶ εἰς ϕυλακὴν ϐληθήσῃ. ἀµὴν λέγω σοι, οὐ µὴ ἐξέλθῃς ἐκεῖθεν, ἕως ἂν ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην. 27, 28 Ηκούσατε ὅτι ἐρρέθη, Οὐ µοιχεύσεις. ἐγὼ δὲ λέγω ὑµῖν, ὅτι πᾶς ὁ ϐλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυµῆσαι ἤδη ἐµοίχευσεν αὐτὴν ἐν 29 τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. εἰ δὲ ὁ ὀφθαλµός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ ϐάλε ἀπὸ σοῦ, συµφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν 30 τῶν µελῶν σου, καὶ µὴ ὅλον τὸ σῶµά σου ϐληθῇ εἰς γέενναν. καὶ εἰ ἡ δεξιά σου χεὶρ σκανδαλίζει σε, ἔκκοψον αὐτὴν καὶ ϐάλε ἀπὸ σοῦ, συµφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν µελῶν σου, καὶ µὴ 31 ὅλον τὸ σῶµά σου εἰς γέενναν. ἀπέλθῃ Ερρέθη δέ Ος ἂν ἀπο- 32 λύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, δότω αὐτῇ ἀποστάσιον. ἐγὼ δὲ λέγω ὑµῖν, ὅτι πᾶς ὁ ἀπολύων τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, παρεκτὸς λόγου πορνείας, ποιεῖ αὐτὴν µοιχευθῆναι καὶ ὃς ἐὰν ἀπολελυµένην γα- 33 µήσῃ µοιχᾶται. Πάλιν ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις, Οὐκ

5:34 6:8 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 7 ἐπιορκήσεις, ἀποδώσεις δὲ τῷ κυρίῳ τοὺς ὅρκους σου. ἐγὼ δὲ 34 λέγω ὑµῖν µὴ ὀµόσαι ὅλως, µήτε ἐν τῷ οὐρανῷ, ὅτι ϑρόνος ἐ- στὶν τοῦ Θεοῦ, µήτε ἐν τῇ γῇ, ὅτι ὑποπόδιόν ἐστὶν τῶν ποδῶν 35 αὐτοῦ, µήτε εἰς Ιεροσόλυµα, ὅτι πόλις ἐστιν τοῦ µεγάλου ϐασιλέως, µήτε ἐν τῇ κεφαλῇ σου ὀµόσῃς, ὅτι οὐ δύνασαι µίαν τρίχα 36 λευκὴν ποιῆσαι. ἢ µέλαιναν Εστω δὲ ὁ λόγος ὑµῶν, ναὶ ναί, 37 οὒ οὔ, τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν. Ηκούσατε 38 ὅτι ἐρρέθη, Οφθαλµὸν ἀντὶ ὀφθαλµοῦ, καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, ἐγὼ δὲ λέγω ὑµῖν µὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ, ἀλλ ὅστις σε ῥαπί- 39 Ϲει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην, καὶ τῷ 40 ϑέλοντί σοι κριθῆναι καὶ τὸν χιτῶνά σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱµάτιον, καὶ ὅστις σε ἀγγαρεύσει µίλιον ἕν, ὕπαγε µετ αὐτοῦ 41 δύο. τῷ αἰτοῦντί σε δός καὶ τὸν ϑέλοντα ἀπὸ σοῦ δανίσασθαι 42 µὴ ἀποστραφῇς. Ηκούσατε ὅτι ἐρρέθη, Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον 43 σου, καὶ µισήσεις τὸν ἐχθρόν σου, ἐγὼ δὲ λέγω ὑµῖν, ἀγαπᾶτε 44 τοὺς ἐχθροὺς ὑµῶν, καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν διωκόντων ὑµᾶς, ὅπως γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑµῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ὅτι τὸν ἥ- 45 λιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ ϐρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑ- 46 µᾶς, τίνα µισθὸν ἔχετε οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν καὶ 47 ἐὰν ἀσπάσησθε τοὺς ἀδελφοὺς ὑµῶν µόνον, τί περισσὸν ποιεῖτε οὐχὶ καὶ οἱ ἐθνικοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν ἔσεσθε οὖν ὑµεῖς τέλειοι, 48 ὡς ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος τέλειός ἐστιν Προσέχετε δὲ τὴν δικαιοσύνην ὑµῶν µὴ ποιεῖν ἔµπροσθεν 6 τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ ϑεαθῆναι αὐτοῖς, εἰ δὲ µήγε, µισθὸν οὐκ ἔχετε παρὰ τῷ πατρὶ ὑµῶν τῷ ἐν οὐρανοῖς. Οταν οὖν ποιῇς ἐ- 2 λεηµοσύνην, µὴ σαλπίσῃς ἔµπροσθέν σου, ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς ῥύµαις, ὅπως δοξασθῶσιν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ἀµὴν λέγω ὑµῖν, ἀπέχουσιν τὸν µισθὸν αὐτῶν. σοῦ δὲ ποιοῦντος ἐλεηµοσύνην µὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου 3 τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου, ὅπως ᾖ σου ἐλεηµοσύνη ἡ ἐν τῷ κρυπτῷ, 4 καὶ ὁ πατήρ σου ὁ ϐλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι Καὶ ὅταν 5 προσεύχησθε οὐκ ἔσεσθε ὡς οἱ ὑποκριταί, ὅτι ϕιλοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν ἑστῶτες προσεύχεσθαι, ὅπως ϕανῶσιν τοῖς ἀνθρώποις, ἀµὴν λέγω ὑµῖν, ἀπέχουσιν τὸν µισθὸν αὐτῶν. σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸ ταµεῖόν 6 σου, καὶ κλείσας τὴν ϑύραν σου, Πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ ϐλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι Προσευχόµενοι δὲ µὴ ϐατταλογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί, δοκοῦ- 7 σιν γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται. µὴ οὖν 8

8 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 6:9 30 ὁµοιωθῆτε αὐτοῖς, οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑµῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ 9 τοῦ ὑµᾶς αἰτῆσαι αὐτόν. οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑµεῖς, Πάτερ 10 ἡµῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνοµά σου, ἐλθάτω ἡ ϐασιλεία σου, γενηθήτω τὸ ϑέληµά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς, 11, 12 τὸν ἄρτον ἡµῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡµῖν σήµερον, καὶ ἄφες ἡµῖν τὰ ὀφειλήµατα ἡµῶν, ὡς καὶ ἡµεῖς ἀφήκαµεν τοῖς ὀφειλέταις ἡ- 13 µῶν, καὶ µὴ εἰσενέγκῃς ἡµᾶς εἰς πειρασµόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡµᾶς 14 ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώ- 15 µατα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑµῖν ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος, ἐὰν δὲ µὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑµῶν ἀφήσει τὰ παρα- 16 πτώµατα ὑµῶν. Οταν δὲ νηστεύητε, µὴ γίνεσθε ὡς οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί, ἀφανίζουσιν γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν, ὅπως ϕανῶσιν τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες, ἀµὴν λέγω ὑµῖν ἀπέχουσιν τὸν µι- 17 σθὸν αὐτῶν σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν, καὶ τὸ 18 πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως µὴ ϕανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυφαίῳ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ ϐλέπων 19 ἐν τῷ κρυφαίῳ ἀποδώσει σοι Μὴ ϑησαυρίζετε ὑµῖν ϑησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ ϐρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διο- 20 ϱύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν, ϑησαυρίζετε δὲ ὑµῖν ϑησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε ϐρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται 21 οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν. ὅπου γάρ ἐστιν ὁ ϑησαυρός 22 σου ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία σου ὁ λύχνος τοῦ σώµατός ἐστιν ὁ ὀφθαλµός, ἐὰν ᾖ, ὁ ὀφθαλµός σου ἁπλοῦς ὅλον τὸ σῶµά σου 23 ϕωτεινὸν ἔσται, ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλµός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶ- µά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ ϕῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστίν τὸ 24 σκότος πόσον οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν, ἢ γὰρ τὸν ἕνα µισήσει, καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται, καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει, οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ µαµωνᾷ 25 διὰ τοῦτο λέγω ὑµῖν, µὴ µεριµνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑµῶν, τί ϕάγητε µηδὲ τῷ σώµατι ὑµῶν, τί ἐνδύσησθε. οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς 26 τροφῆς, καὶ τὸ σῶµα τοῦ ἐνδύµατος ἐµβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ ϑερίζουσιν, οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας. καὶ ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά, 27 οὐχ ὑµεῖς µᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν τίς δὲ ἐξ ὑµῶν µεριµνῶν 28 δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα καὶ περὶ ἐνδύµατος τί µεριµνᾶτε καταµάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ, πῶς 29 αὐξάνουσιν, οὐ κοπιῶσιν οὐδὲ νήθουσιν, λέγω δὲ ὑµῖν ὅτι οὐδὲ 30 Σολοµὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήµερον ὄντα, καὶ αὔριον εἰς κλίβανον ϐαλλόµενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀµφιέννυσιν, οὐ πολλῷ µᾶλλον ὑµᾶς,

6:31 7:21 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 9 ὀλιγόπιστοι µὴ οὖν µεριµνήσητε, λέγοντες, Τί ϕάγωµεν, ἤ τί πί- 31 ωµεν, ἤ τί περιβαλώµεθα πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητοῦσιν, 32 οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. Ϲητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν ϐασιλείαν καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ 33 ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑµῖν. µὴ οὖν µεριµνήσητε εἰς τὴν 34 αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον µεριµνήσει ἑαυτῆς, ἀρκετὸν τῇ ἡµέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς. Μὴ κρίνετε, ἵνα µὴ κριθῆτε, ἐν ᾧ γὰρ κρίµατι κρίνετε κρι- 7, 2 ϑήσεσθε, καὶ ἐν ᾧ µέτρῳ µετρεῖτε, µετρηθήσεται ὑµῖν. τί δὲ 3 ϐλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλµῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλµῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς ἢ πῶς ἐρεῖς τῷ ἀδελφῷ 4 σου, Αφες ἐκβάλω τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλµοῦ σου, καὶ ἰδοὺ ἡ δοκὸς ἐν τῷ ὀφθαλµῷ σοῦ ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον ἐκ τοῦ 5 ὀφθαλµοῦ σοῦ, τὴν δοκόν καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρ- ϕος ἐκ τοῦ ὀφθαλµοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου. Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς 6 κυσίν µηδὲ ϐάλητε τοὺς µαργαρίτας ὑµῶν ἔµπροσθεν τῶν χοί- ϱων, µήποτε καταπατήσουσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑµᾶς. Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑµῖν, Ϲητεῖτε, 7 καὶ εὑρήσετε, κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑµῖν. πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν 8 λαµβάνει, καὶ ὁ Ϲητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται. ἢ 9 τίς ἐστιν ἐξ ὑµῶν ἄνθρωπος, ὃν αἰτήσει ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἄρτον, µὴ λίθον ἐπιδώσει αὐτῷ ἢ καὶ ἰχθὺν αἰτήσει µὴ ὄφιν ἐπιδώσει αὐ- 10 τῷ εἰ οὖν ὑµεῖς, πονηροὶ ὄντες, οἴδατε δόµατα ἀγαθὰ διδόναι 11 τοῖς τέκνοις ὑµῶν, πόσῳ µᾶλλον ὁ πατὴρ ὑµῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς δώσει ἀγαθὰ τοῖς αἰτοῦσιν αὐτόν πάντα οὖν ὅσα ἐὰν ϑέλητε ἵνα 12 ποιῶσιν ὑµῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτως καὶ ὑµεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς, οὗτος γάρ ἐστιν ὁ νόµος καὶ οἱ προφῆται. Εἰσέλθατε διὰ τῆς στενῆς 13 πύλης, ὅτι πλατεῖα [ἡ πύλη,] καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόµενοι δι αὐτῆς, ὅτί 14 στενὴ [ἡ πύλη,] καὶ τεθλιµµένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν Ϲωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν. Προσέχετε ἀπὸ τῶν 15 ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑµᾶς ἐν ἐνδύµασιν προ- ϐάτων, ἔσωθεν δὲ εἰσιν λύκοι ἅρπαγες. ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν 16 ἐπιγνώσεσθε αὐτούς, µήτι συλλέγουσιν ἀπὸ ἀκανθῶν σταφυλὰς ἢ ἀπὸ τριβόλων σῦκα οὕτως πᾶν δένδρον ἀγαθὸν καρποὺς κα- 17 λοὺς ποιει, τὸ δὲ σαπρὸν δένδρον καρποὺς πονηροὺς ποιεῖ, οὐ 18 δύναται δένδρον ἀγαθὸν καρποὺς πονηροὺς ἐνεγκεῖν οὐδὲ δένδρον σαπρὸν καρποὺς καλοὺς ἐνεγκεῖν πᾶν δένδρον µὴ ποιοῦν 19 καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ ϐάλλεται. ἄραγε ἀπὸ τῶν 20 καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς. οὐ πᾶς ὁ λέγων µοι, Κύ- 21

10 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 7:22 8:12 ϱιε Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τὴν ϐασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ ὁ 22 ποιῶν τὸ ϑέληµα τοῦ πατρός µου τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. πολλοὶ ἐροῦσίν µοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡµέρᾳ, Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόµατι ἐπροφητεύσαµεν καὶ τῷ σῷ ὀνόµατι δαιµόνια ἐξεβάλοµεν, καὶ τῷ 23 σῷ ὀνόµατι δυνάµεις πολλὰς ἐποιήσαµεν καὶ τότε ὁµολογήσω αὐτοῖς, ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑµᾶς, ἀποχωρεῖτε ἀπ ἐµοῦ οἱ ἐργα- 24 Ϲόµενοι τὴν ἀνοµίαν. πᾶς οὖν ὅστις ἀκούει µου τοὺς λόγους τούτους καὶ ποιεῖ αὐτοὺς ὁµοιωθήσεται ἀνδρὶ ϕρονίµῳ, ὅστις ᾠ- 25 κοδόµησεν αὐτοῦ τὴν οἰκίαν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ κατέβη ἡ ϐροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταµοὶ καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεµοι, καὶ προσέπεσαν τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ οὐκ ἔπεσεν τεθεµελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν. 26 καὶ πᾶς ὁ ἀκούων µου τοὺς λόγους τούτους καὶ µὴ ποιῶν αὐτοὺς, ὁµοιωθήσεται ἀνδρὶ µωρῷ, ὅστις ᾠκοδόµησεν αὐτοῦ τὴν οἰκίαν 27 ἐπὶ τὴν ἄµµον, καὶ κατέβη ἡ ϐροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταµοὶ καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεµοι, καὶ προσέκοψαν τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ ἔπεσεν 28 καὶ ἦν ἡ πτῶσις αὐτῆς µεγάλη. Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ιησοῦς τοὺς λόγους τούτους ἐξεπλήσσοντο οἱ ὄχλοι ἐπὶ τῇ διδαχῇ 29 αὐτοῦ, ἦν γὰρ διδάσκων αὐτοὺς ὡς ἐξουσίαν ἔχων, καὶ οὐχ ὡς οἱ γραµµατεῖς. αὐτῶν 8 Καταβάντι δὲ αὐτῷ ἀπὸ τοῦ ὄρους, ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι 2 πολλοί, καὶ ἰδοὺ, λεπρὸς προσελθὼν προσεκύνει αὐτῷ λέγων, 3 Κύριε, ἐὰν ϑέλῃς δύνασαί µε καθαρίσαι. καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα, ἥψατο αὐτοῦ λέγων, Θέλω, καθαρίσθητι. καὶ εὐθέως ἐκαθερίσθη 4 αὐτοῦ ἡ λέπρα. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ιησοῦς, Ορα µηδενὶ εἴπῃς, ἀλλὰ ὕπαγε, σεαυτὸν δεῖξον τῷ ἱερεῖ, καὶ προσένεγκον τὸ δῶρον 5 ὃ προσέταξεν Μωϋσῆς εἰς µαρτύριον αὐτοῖς. Εἰσελθόντος δὲ αὐτοῦ εἰς Καφαρναοὺµ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατοντάρχης παρακα- 6 λῶν αὐτὸν, καὶ λέγων, Κύριε, ὁ παῖς µου ϐέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ 7 παραλυτικός, δεινῶς ϐασανιζόµενος. λέγει αὐτῷ Εγὼ ἐλθὼν ϑε- 8 ϱαπεύσω αὐτόν. ἀποκριθεὶς δέ ὁ ἑκατοντάρχης ἔφη, Κύριε, οὐκ εἰµὶ ἱκανὸς ἵνα µου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς, ἀλλὰ µόνον εἰπὲ 9 λόγῳ καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς µου. καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰµι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ ἐµαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, Πο- ϱεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, Ερχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ 10 δούλῳ µου, Ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. ἀκούσας δὲ ὁ Ιησοῦς ἐ- ϑαύµασεν καὶ εἶπεν τοῖς ἀκολουθοῦσιν, Ἀµὴν λέγω ὑµῖν, οὐδὲ ἐν 11 τῷ Ισραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. λέγω δὲ ὑµῖν, ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσµῶν ἥξουσιν καὶ ἀνακλιθήσονται µετὰ Ἀβραὰµ 12 καὶ Ισαὰκ καὶ Ιακὼβ, ἐν τῇ ϐασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς ϐασιλείας ἐξελεύσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον, ἐκεῖ ἔσται

8:13 34 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 11 ὁ κλαυθµὸς καὶ ὁ ϐρυγµὸς τῶν ὀδόντων. καὶ εἶπεν ὁ Ιησοῦς 13 τῷ ἑκατοντάρχῃ Υπαγε, ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ. Καὶ ἐλθὼν ὁ Ιησοῦς εἰς τὴν οἰκίαν 14 Πέτρου, εἶδεν τὴν πενθερὰν αὐτοῦ ϐεβληµένην καὶ πυρέσσουσαν, καὶ ἥψατο τῆς χειρὸς αὐτῆς, καὶ ἀφῆκεν αὐτὴν ὁ πυρετός, 15 καὶ ἠγέρθη, καὶ διηκόνει αὐτῷ ὀψίας δὲ γενοµένης προσήνεγ- 16 καν αὐτῷ δαιµονιζοµένους πολλούς, καὶ ἐξέβαλεν τὰ πνεύµατα λόγῳ, καὶ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας ἐθεράπευσεν, ὅπως πλη- 17 ϱωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ησαΐου τοῦ προφήτου, λέγοντος, Αὐτὸς τὰς ἀσθενείας ἡµῶν ἔλαβεν καὶ τὰς νόσους ἐβάστασεν. Ιδὼν δὲ ὁ 18 Ιησοῦς πολλοὺς ὄχλους περὶ αὐτὸν, ἐκέλευσεν ἀπελθεῖν εἰς τὸ πέραν. καὶ προσελθὼν εἷς γραµµατεὺς εἶπεν αὐτῷ, ιδάσκαλε, 19 ἀκολουθήσω σοι ὅπου ἐὰν ἀπέρχῃ. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ιησοῦς, 20 Αἱ ἀλώπεκες ϕωλεοὺς ἔχουσιν καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δὲ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ. Ετερος δὲ τῶν µαθητῶν εἶπεν αὐτῷ, Κύριε, ἐπίτρεψόν 21 µοι πρῶτον ἀπελθεῖν καὶ ϑάψαι τὸν πατέρα µου. ὁ δὲ λέγει αὐ- 22 τῷ, Ἀκολούθει µοι, καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς ϑάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς. Καὶ ἐµβάντι αὐτῷ εἰς τὸ πλοῖον, ἠκολούθησαν αὐτῷ οἱ 23 µαθηταὶ αὐτοῦ. καὶ ἰδοὺ, σεισµὸς µέγας ἐγένετο ἐν τῇ ϑαλάσσῃ, 24 ὥστε τὸ πλοῖον καλύπτεσθαι ὑπὸ τῶν κυµάτων, αὐτὸς δὲ ἐκάθευδεν Καὶ προσελθόντες ἤγειραν αὐτόν, λέγοντες, Κύριε, σῶσον 25 ἀπολλύµεθα. καὶ λέγει αὐτοῖς, Τί δειλοί ἐστε, ὀλιγόπιστοι Τότε 26 ἐγερθεὶς ἐπετίµησεν τοῖς ἀνέµοις καὶ τῇ ϑαλάσσῃ. καὶ ἐγένετο γαλήνη µεγάλη. οἱ δὲ ἄνθρωποι ἐθαύµασαν, λέγοντες, Ποταπός 27 ἐστιν οὗτος, ὅτι καὶ οἱ ἄνεµοι καὶ ἡ ϑάλασσα αὐτῷ ὑπακούουσιν Καὶ ἐλθόντος αὐτοῦ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν 28 ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιµονιζόµενοι ἐκ τῶν µνηµείων ἐξερχόµενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε µὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης, καὶ ἰδοὺ, ἔκραξαν λέγοντες, Τί ἡµῖν καὶ σοί, υἱὲ τοῦ 29 Θεοῦ ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ ϐασανίσαι ἡµᾶς ἦν δὲ µακρὰν 30 ἀπ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν ϐοσκοµένη. οἱ δὲ δαίµονες πα- 31 ϱεκάλουν αὐτὸν, λέγοντες, Εἰ ἐκβάλλεις ἡµᾶς, ἀπόστειλον ἡµᾶς εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς, Υπάγετε. οἱ δὲ 32 ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ἰδοὺ, ὥρµησεν πᾶσα ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρηµνοῦ εἰς τὴν ϑάλασσαν, καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. οἱ δὲ ϐόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν 33 ἀπήγγειλαν πάντα, καὶ τὰ τῶν δαιµονιζοµένων. καὶ ἰδοὺ, πᾶσα 34 ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς ὑπάντησιν τοῦ Ιησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν, πα- ϱεκάλεσαν ὅπως µεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.

12 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 9:1 22 9 Καὶ ἐµβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασεν καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πό- 2 λιν. καὶ ἰδοὺ, προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης ϐεβλη- µένον, καὶ ἰδὼν ὁ Ιησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν τῷ παραλυτικῷ, 3 Θάρσει, τέκνον, ἀφίενταί σου αἱ ἁµαρτίαι καὶ ἰδού, τινες τῶν 4 γραµµατέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς, Οὗτος ϐλασφηµεῖ. καὶ ἰδὼν ὁ Ιησοῦς τὰς ἐνθυµήσεις αὐτῶν εἶπεν, Ινατί ἐνθυµεῖσθε πονηρὰ 5 ἐν ταῖς καρδίαις ὑµῶν τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, Ἀφί- 6 ενταί σου αἱ ἁµαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, Εγειρε καὶ περιπάτει ἵνα δὲ εἰδῆτε, ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁµαρτίας τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ, Εγερθεὶς ἆρόν σου τὴν 7 κλίνην, καὶ ὕπαγε εἰς τὸν καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐ- 8 τοῦ. ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐφοβήθησαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν, τὸν 9 δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις. Καὶ παράγων ὁ Ιησοῦς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄνθρωπον καθήµενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Μαθθαῖον λεγόµενον, καὶ λέγει αὐτῷ, Ἀκολούθει µοι. καὶ ἀναστὰς ηκολούθει 10 αὐτῷ. Καὶ ἐγένετο αὐτοῦ ἀνακειµένου ἐν τῇ οἰκίᾳ, ἰδοὺ, πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁµαρτωλοὶ ἐλθόντες, συνανέκειντο τῷ Ιησοῦ καὶ τοῖς 11 µαθηταῖς αὐτοῦ. καὶ ἰδόντες οἱ Φαρισαῖοι ἔλεγον τοῖς µαθηταῖς αὐτοῦ, ιατί µετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁµαρτωλῶν ἐσθίει ὁ διδάσκα- 12 λος ὑµῶν ὁ δὲ ἀκούσας εἶπεν Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες 13 ἰατροῦ, ἀλλ οἱ κακῶς ἔχοντες. πορευθέντες δὲ µάθετε τί ἐστιν, Ελεος ϑέλω, καὶ οὐ ϑυσίαν, οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλ- 14 λὰ ἁµαρτωλούς Τότε προσέρχονται αὐτῷ οἱ µαθηταὶ Ιωάννου, λέγοντες, ιατί ἡµεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι νηστεύοµεν οἱ δὲ µαθηταί 15 σου οὐ νηστεύουσιν καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ιησοῦς, Μὴ δύνανται οἱ υἱοὶ τοῦ νυµφῶνος πενθεῖν, ἐφ ὅσον µετ αὐτῶν ἐστιν ὁ νυµφίος ἐλεύσονται δὲ ἡµέραι ὅταν ἀπαρθῇ ἀπ αὐτῶν ὁ νυµφίος, καὶ τότε 16 νηστεύσουσιν. Οὐδεὶς δὲ ἐπιβάλλει ἐπίβληµα ῥάκους ἀγνάφου ἐπὶ ἱµατίῳ παλαιῷ. αἴρει γὰρ τὸ πλήρωµα αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ ἱµα- 17 τίου, καὶ χεῖρον σχίσµα γίνεται. οὐδὲ ϐάλλουσιν οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς παλαιούς, εἰ δὲ µήγε, ῥήγνυνται οἱ ἀσκοί, καὶ ὁ οἶνος ἐκχεῖται, καὶ οἱ ἀσκοὶ ἀπόλλυνται, ἀλλὰ ϐάλλουσιν οἶνον νέον εἰς 18 ἀσκοὺς καινούς, καὶ ἀµφότεροι συντηροῦνται. Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος αὐτοῖς, ἰδοὺ, ἄρχων εἰσελθών προσεκύνει αὐτῶ, λέγων Η ϑυγάτηρ µου ἄρτι ἐτελεύτησεν, ἀλλὰ ἐλθὼν ἐπίθες τὴν χεῖρά σου 19 ἐπ αὐτήν, καὶ Ϲήσεται. Καὶ ἐγερθεὶς ὁ Ιησοῦς ἠκολούθει αὐτῷ 20 καὶ οἱ µαθηταὶ αὐτοῦ. καὶ ἰδοὺ, γυνὴ αἱµορροοῦσα δώδεκα ἔτη, προσελθοῦσα ὄπισθεν, ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱµατίου αὐτοῦ. 21 ἔλεγεν γὰρ ἐν ἑαυτῇ, Εὰν µόνον ἅψωµαι τοῦ ἱµατίου αὐτοῦ, σω- 22 ϑήσοµαι. ὁ δὲ στραφεὶς καὶ ἰδὼν αὐτὴν, εἶπεν Θάρσει, ϑύγατερ,

9:23 10:7 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 13 ἡ πίστις σου σέσωκέν σε. καὶ ἐσώθη ἡ γυνὴ ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. καὶ ἐλθὼν ὁ Ιησοῦς εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ ἄρχοντος, καὶ ἰδὼν 23 τοὺς αὐλητὰς καὶ τὸν ὄχλον ϑορυβούµενον, ἔλεγεν Ἀναχωρεῖτε, 24 οὐ γὰρ ἀπέθανεν τὸ κοράσιον, ἀλλὰ καθεύδει. καὶ κατεγέλων αὐτοῦ. ὅτε δὲ ἐξεβλήθη ὁ ὄχλος, εἰσελθὼν ἐκράτησεν τῆς χει- 25 ϱὸς αὐτῆς, καὶ ἠγέρθη τὸ κοράσιον. καὶ ἐξῆλθεν ἡ ϕήµη αὕτη 26 εἰς ὅλην τὴν γῆν ἐκείνην. Καὶ παράγοντι ἐκεῖθεν τῷ Ιησοῦ, ἠ- 27 κολούθησαν αὐτῷ δύο τυφλοὶ, κράζοντες καὶ λέγοντες, Ελέησον ἡµᾶς, υἱὸς αυείδ ἐλθόντι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν, προσῆλθον αὐτῷ οἱ 28 τυφλοί, καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ιησοῦς, Πιστεύετε ὅτι δύναµαι τοῦτο ποιῆσαι λέγουσιν αὐτῷ, Ναί, Κύριε. τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλµῶν 29 αὐτῶν, λέγων, Κατὰ τὴν πίστιν ὑµῶν γενηθήτω ὑµῖν. καὶ ἀνε- 30 ῴχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλµοί. καὶ ἐνεβριµήθη αὐτοῖς ὁ Ιησοῦς λέγων, Ορᾶτε µηδεὶς γινωσκέτω. οἱ δὲ ἐξελθόντες διεφήµισαν 31 αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ ἐκείνῃ. Αὐτῶν δὲ ἐξερχοµένων, ἰδοὺ, προσή- 32 νεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιµονιζόµενον, καὶ ἐκβληθέντος 33 τοῦ δαιµονίου, ἐλάλησεν ὁ κωφός, καὶ ἐθαύµασαν οἱ ὄχλοι, λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ Ισραήλ. οἱ δὲ Φαρισαῖοι 34 ἔλεγον, Εν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιµονίων ἐκβάλλει τὰ δαιµόνια. Καὶ 35 περιῆγεν ὁ Ιησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώµας, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν, καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς ϐασιλείας, καὶ ϑεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν µαλακίαν ἰδὼν 36 δὲ τοὺς ὄχλους, ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν, ὅτι ἦσαν ἐσκυλµένοι καὶ ἐρριµµένοι ὡσεὶ πρόβατα µὴ ἔχοντα ποιµένα. τότε λέγει τοῖς 37 µαθηταῖς αὐτοῦ, Ο µὲν ϑερισµὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι, δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ ϑερισµοῦ, ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς 38 τὸν ϑερισµὸν αὐτοῦ. καὶ προσκαλεσάµενος τοὺς δώδεκα µαθητὰς αὐτοῦ, ἔδωκεν 10 αὐτοῖς ἐξουσίαν πνευµάτων ἀκαθάρτων, ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ, καὶ ϑεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν µαλακίαν. Τῶν δὲ δώδεκα 2 ἀποστόλων τὰ ὀνόµατά ἐστιν ταῦτα, πρῶτος Σίµων ὁ λεγόµενος Πέτρος, καὶ Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, καὶ Ιάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου, καὶ Ιωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, Φίλιππος, καὶ Βαρθολο- 3 µαῖος, Θωµᾶς, καὶ Μαθθαῖος ὁ τελώνης, Ιάκωβος ὁ τοῦ Ἀλφαίου καὶ Λεββαῖος Σίµων ὁ Καναναῖος καὶ Ιούδας ὁ Ισκαριώτης ὁ 4 καὶ παραδοὺς αὐτόν. τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ Ιη- 5 σοῦς παραγγείλας αὐτοῖς, λέγων, Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν µὴ ἀπέλθητε, καὶ εἰς πόλιν Σαµαριτῶν µὴ εἰσέλθητε, πορεύεσθε δὲ µᾶλλον 6 πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ισραήλ. πορευόµενοι 7 δὲ κηρύσσετε, λέγοντες ὅτι Ηγγικεν ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν.

14 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 10:8 30 8 Ἀσθενοῦντας ϑεραπεύετε, νεκροὺς ἐγείρετε, λεπροὺς καθαρίζετε, 9 δαιµόνια ἐκβάλλετε. δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε. Μὴ κτήση- 10 σθε χρυσὸν, µηδὲ ἄργυρον, µηδὲ χαλκὸν εἰς τὰς Ϲώνας ὑµῶν, µὴ πήραν εἰς ὁδὸν, µηδὲ δύο χιτῶνας, µηδὲ ὑποδήµατα, µηδὲ ῥά- 11 ϐδον, ἄξιος γὰρ ὁ ἐργάτης τῆς τροφῆς αὐτοῦ εἰς ἣν δ ἂν πόλιν ἢ κώµην εἰσέλθητε, ἐξετάσατε τίς ἐν αὐτῇ ἄξιός ἐστιν, κἀκεῖ µείνατε, 12 ἕως ἂν ἐξέλθητε. εἰσερχόµενοι δὲ εἰς τὴν οἰκίαν, ἀσπάσασθε αὐ- 13 τήν. καὶ ἐὰν µὲν ᾖ ἡ οἰκία ἀξία, ἐλθάτω ἡ εἰρήνη ὑµῶν ἐπ αὐτήν, ἐὰν δὲ µὴ ᾖ ἀξία, ἡ εἰρήνη ὑµῶν πρὸς ὑµᾶς ἐπιστραφήτω. 14 καὶ ὃς ἂν µὴ δέξηται ὑµᾶς µηδὲ ἀκούσῃ τοὺς λόγους ὑµῶν, ἐ- ξερχόµενοι ἔξω τῆς οἰκίας ἢ τῆς πόλεως ἐκείνης, ἐκτινάξατε τὸν 15 κονιορτὸν ἐκ τῶν ποδῶν ὑµῶν. ἀµὴν λέγω ὑµῖν, ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόµων καὶ Γοµόρρων ἐν ἡµέρᾳ κρίσεως, ἢ τῇ πόλει 16 ἐκείνῃ. Ιδοὺ, ἐγὼ ἀποστέλλω ὑµᾶς ὡς πρόβατα ἐν µέσῳ λύκων, γίνεσθε οὖν ϕρόνιµοι ὡς οἱ ὄφεις, καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί. 17 προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων. παραδώσουσιν γὰρ ὑµᾶς εἰς συνέδρια, καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν µαστιγώσουσιν ὑµᾶς, 18 καὶ ἐπὶ ἡγεµόνας δὲ καὶ ϐασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐµοῦ, εἰς 19 µαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν. ὅταν δὲ παραδῶσιν ὑµᾶς, µὴ µεριµνήσητε πῶς ἢ τί λαλήσητε, δοθήσεται γὰρ ὑµῖν ἐν ἐκεί- 20 νῃ τῇ ὥρᾳ τί λαλήσητε, οὐ γὰρ ὑµεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλὰ 21 τὸ Πνεῦµα τοῦ πατρὸς ὑµῶν τὸ λαλοῦν ἐν ὑµῖν. παραδώσει δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν εἰς ϑάνατον, καὶ πατὴρ τέκνον, καὶ ἐπαναστή- 22 σονται τέκνα ἐπὶ γονεῖς καὶ ϑανατώσουσιν αὐτούς. καὶ ἔσεσθε µισούµενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνοµά µου, ὁ δὲ ὑποµείνας εἰς τέ- 23 λος, οὗτος σωθήσεται. ὅταν δὲ διώκωσιν ὑµᾶς ἐν τῇ πόλει ταύτῃ, ϕεύγετε εἰς τὴν ἑτέραν, ἀµὴν γὰρ λέγω ὑµῖν, οὐ µὴ τελέσητε τὰς 24 πόλεις τοῦ Ισραὴλ, ἕως ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Οὐκ ἔστιν µαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον, οὐδὲ δοῦλος ὑπὲρ τὸν κύριον αὐ- 25 τοῦ. ἀρκετὸν τῷ µαθητῇ ἵνα γένηται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ, καὶ ὁ δοῦλος ὡς ὁ κύριος αὐτοῦ. εἰ τὸν οἰκοδεσπότην Βεελζε- 26 ϐοὺλ ἐπεκάλεσαν πόσῳ µᾶλλον τοὺς οἰκιακοὺς αὐτοῦ µὴ οὖν ϕοβηθῆτε αὐτούς, οὐδὲν γάρ ἐστιν κεκαλυµµένον, ὃ οὐκ ἀποκα- 27 λυφθήσεται, καὶ κρυπτὸν ὃ οὐ γνωσθήσεται. ὃ λέγω ὑµῖν ἐν τῇ σκοτίᾳ, εἴπατε ἐν τῷ ϕωτί, καὶ ὃ εἰς τὸ οὖς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπὶ 28 τῶν δωµάτων. καὶ µὴ ϕοβεῖσθε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶµα, τὴν δὲ ψυχὴν µὴ δυναµένων ἀποκτεῖναι. ϕοβεῖσθε δὲ µᾶλλον τὸν 29 δυνάµενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶµα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ. οὐχὶ δύο στρουθία ἀσσαρίου πωλεῖται καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται ἐπὶ τὴν 30 γῆν, ἄνευ τοῦ πατρὸς ὑµῶν, ὑµῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς

10:31 11:11 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 15 πᾶσαι ἠριθµηµέναι εἰσίν µὴ οὖν ϕοβεῖσθε, πολλῶν στρουθίων 31 διαφέρετε ὑµεῖς. πᾶς οὖν ὅστις ὁµολογήσει ἐν ἐµοὶ ἔµπροσθεν 32 τῶν ἀνθρώπων, ὁµολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ, ἔµπροσθεν τοῦ πατρός µου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. ὅστις δ ἂν ἀρνήσηταί µε ἔµπροσθεν τῶν 33 ἀνθρώπων, ἀρνήσοµαι κἀγὼ αὐτὸν ἔµπροσθεν τοῦ πατρός µου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. Μὴ νοµίσητε ὅτι ἦλθον ϐαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν 34 γῆν, οὐκ ἦλθον ϐαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ µάχαιραν. ἦλθον γὰρ δι- 35 χάσαι ἄνθρωπον κατὰ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, καὶ ϑυγατέρα κατὰ τῆς µητρὸς αὐτῆς, καὶ νύµφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς, καὶ ἐχθροὶ 36 τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ. Ο ϕιλῶν πατέρα ἢ µητέρα ὑ- 37 πὲρ ἐµὲ οὐκ ἔστιν µου ἄξιος, καὶ ὁ ϕιλῶν υἱὸν ἢ ϑυγατέρα ὑπὲρ ἐµὲ, οὐκ ἔστιν µου ἄξιος. καὶ ὃς οὐ λαµβάνει τὸν σταυρὸν αὐ- 38 τοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω µου, οὐκ ἔστιν µου ἄξιος. ὁ εὑρὼν τὴν 39 ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ ἀπολέσας τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐµοῦ εὑρήσει αὐτήν. Ο δεχόµενος ὑµᾶς ἐµὲ δέχεται, 40 καὶ ὁ ἐµὲ δεχόµενος δέχεται τὸν ἀποστείλαντά µε. ὁ δεχόµενος 41 προφήτην εἰς ὄνοµα προφήτου µισθὸν προφήτου λήµψεται καὶ ὁ δεχόµενος δίκαιον εἰς ὄνοµα δικαίου µισθὸν δικαίου λήµψεται καὶ ὃς ἂν ποτίσῃ ἕνα τῶν µικρῶν τούτων ποτήριον ψυχροῦ µόνον 42 εἰς ὄνοµα µαθητοῦ, ἀµὴν λέγω ὑµῖν, οὐ µὴ ἀπολέσῃ τὸν µισθὸν αὐτοῦ. Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ιησοῦς διατάσσων τοῖς δώδεκα 11 µαθηταῖς αὐτοῦ, µετέβη ἐκεῖθεν τοῦ διδάσκειν καὶ κηρύσσειν ἐν ταῖς πόλεσιν αὐτῶν. Ο δὲ Ιωάννης ἀκούσας ἐν τῷ δεσµωτηρίῳ 2 τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, πέµψας διὰ τῶν µαθητῶν αὐτοῦ, εἶπεν αὐ- 3 τῷ, Σὺ εἶ ὁ ἐρχόµενος, ἢ ἕτερον προσδοκῶµεν καὶ ἀποκριθεὶς ὁ 4 Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς, Πορευθέντες ἀπαγγείλατε Ιωάννῃ ἃ ἀκούετε καὶ ϐλέπετε, τυφλοὶ ἀναβλέπουσιν καὶ χωλοὶ περιπατοῦσιν 5 λεπροὶ καθαρίζονται, καὶ κωφοὶ ἀκούουσιν καὶ νεκροὶ ἐγείρονται, καὶ πτωχοὶ εὐαγγελίζονται, καὶ µακάριός ἐστιν ὃς ἐὰν µὴ 6 σκανδαλισθῇ ἐν ἐµοί. τούτων δὲ πορευοµένων ἤρξατο ὁ Ιησοῦς 7 λέγειν τοῖς ὄχλοις περὶ Ιωάννου, Τί ἐξήλθατε εἰς τὴν ἔρηµον ϑεάσασθαι κάλαµον ὑπὸ ἀνέµου σαλευόµενον ἀλλὰ τί ἐξήλθατε 8 ἰδεῖν ἄνθρωπον ἐν µαλακοῖς ἠµφιεσµένον ἰδοὺ, οἱ τὰ µαλακὰ ϕοροῦντες ἐν τοῖς οἴκοις τῶν ϐασιλέων Ἀλλὰ τί ἐξήλθατε προφή- 9 την ἰδεῖν ναί, λέγω ὑµῖν, καὶ περισσότερον προφήτου, οὗτός 10 ἐστιν περὶ οὗ γέγραπται, Ιδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν µου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔµπροσθέν σου. ἀµὴν λέγω ὑµῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν 11 µείζων Ιωάννου τοῦ ϐαπτιστοῦ. ὁ δὲ µικρότερος ἐν τῇ ϐασιλείᾳ

16 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 11:12 12:5 12 τῶν οὐρανῶν µείζων αὐτοῦ ἐστιν. ἀπὸ δὲ τῶν ἡµερῶν Ιωάννου τοῦ ϐαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν ϐιάζεται, καὶ ϐια- 13 σταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν. πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ νόµος ἕως 14 Ιωάννου ἐπροφήτευσαν, καὶ εἰ ϑέλετε δέξασθαι, αὐτός ἐστιν Η- 15, 16 λείας ὁ µέλλων ἔρχεσθαι. ὁ ἔχων ὦτα ἀκουέτω. τίνι δὲ ὁµοιώσω τὴν γενεὰν ταύτην ὁµοία ἐστὶν παιδίοις καθηµένοις ἐν ταῖς ἀγο- 17 ϱαῖς ἃ προσφωνοῦντα τοῖς ἑτέροις λέγουσιν, Ηὐλήσαµεν ὑµῖν, 18 καὶ οὐκ ὠρχήσασθε, ἐθρηνήσαµεν καὶ οὐκ ἐκόψασθε. ἦλθεν γὰρ Ιωάννης µήτε ἐσθίων µήτε πίνων, καὶ λέγουσιν αιµόνιον 19 ἔχει. ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγουσιν, Ιδοὺ, ἄνθρωπος ϕάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν ϕίλος καὶ 20 ἁµαρτωλῶν. καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτῆς. Τότε ἤρξατο ὀνειδίζειν τὰς πόλεις ἐν αἷς ἐγένοντο αἱ πλεῖσται δυνάµεις 21 αὐτοῦ, ὅτι οὐ µετενόησαν, Οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδάν ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἐγένοντο αἱ δυνάµεις αἱ γενόµεναι 22 ἐν ὑµῖν, πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ µετενόησαν. πλὴν λέγω ὑµῖν, Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡµέρᾳ κρίσεως ἢ ὑ- 23 µῖν. καὶ σύ, Καφαρναούµ µὴ ἕως οὐρανοῦ ὑψωθήσῃ ἕως ᾅδου καταβιβασθήσῃ, ὅτι εἰ ἐν Σοδόµοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάµεις αἱ 24 γενόµεναι ἐν σοί, ἔµεινεν ἂν µέχρι τῆς σήµερον. πλὴν λέγω ὑ- µῖν, ὅτι γῇ Σοδόµων ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡµέρᾳ κρίσεως, ἢ σοί. 25 Εν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἀποκριθεὶς ὁ Ιησοῦς εἶπεν, Εξοµολογοῦµαί σοι, πάτερ, κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἔκρυψας ταῦτα 26 ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις, ναί ὁ 27 πατήρ, ὅτι οὕτως εὐδοκία ἐγένετο ἔµπροσθέν σου. πάντα µοι παρεδόθη ὑπὸ τοῦ πατρός µου, καὶ οὐδεὶς ἐπιγινώσκει, τὸν υἱ- ὸν, εἰ µὴ ὁ πατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ µὴ ὁ υἱὸς, 28 καὶ ᾧ ἐὰν ϐούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι. δεῦτε πρός µε πάντες 29 οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισµένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑµᾶς. ἄρατε τὸν Ϲυγόν µου ἐφ ὑµᾶς καὶ µάθετε ἀπ ἐµοῦ, ὅτι πραΰς εἰµι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑµῶν, 30 ὁ γὰρ Ϲυγός µου χρηστὸς, καὶ τὸ ϕορτίον µου ἐλαφρόν ἐστιν. 12 Εν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἐπορεύθη ὁ Ιησοῦς τοῖς σάββασιν διὰ τῶν σπορίµων, οἱ δὲ µαθηταὶ αὐτοῦ ἐπείνασαν, καὶ ἤρξαντο τίλ- 2 λειν στάχυας καὶ ἐσθίειν. οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἰδόντες εἶπαν αὐτῷ, Ιδοὺ, οἱ µαθηταί σου ποιοῦσιν ὃ οὐκ ἔξεστιν ποιεῖν ἐν σαββάτῳ. 3 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, Οὐκ ἀνέγνωτε τί ἐποίησεν αυείδ ὅτε ἐπείνα- 4 σεν καὶ οἱ µετ αὐτοῦ, πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγον, ὃ οὐκ ἐξὸν ἦν αὐτῷ ϕαγεῖν, 5 οὐδὲ τοῖς µετ αὐτοῦ, εἰ µὴ τοῖς ἱερεῦσιν µόνοις ἢ οὐκ ἀνέγνωτε

12:6 31 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 17 ἐν τῷ νόµῳ, ὅτι τοῖς σάββασιν οἱ ἱερεῖς ἐν τῷ ἱερῷ τὸ σάββατον ϐεβηλοῦσιν καὶ ἀναίτιοί εἰσιν λέγω δὲ ὑµῖν ὅτι τοῦ ἱεροῦ µεῖζόν 6 ἐστιν ὧδε. εἰ δὲ ἐγνώκειτε τί ἐστιν, Ελεος ϑέλω καὶ οὐ ϑυσίαν, 7 οὐκ ἂν κατεδικάσατε τοὺς ἀναιτίους. κύριος γάρ ἐστιν τοῦ σαβ- 8 ϐάτου ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ µεταβὰς ἐκεῖθεν ἦλθεν εἰς τὴν 9 συναγωγὴν αὐτῶν, καὶ ἰδοὺ ἄνθρωπος χεῖρα ἔχων ξηράν. καὶ 10 ἐπηρώτησαν αὐτὸν, λέγοντες, Εἰ ἔξεστιν τοῖς σάββασιν ϑεραπεῦσαι ἵνα κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, Τίς ἔσται ἐξ 11 ὑµῶν ἄνθρωπος, ὃς ἕξει πρόβατον ἕν, καὶ ἐὰν ἐµπέσῃ τοῦτο τοῖς σάββασιν εἰς ϐόθυνον, οὐχὶ κρατήσει αὐτὸ καὶ ἐγερεῖ πόσῳ οὖν 12 διαφέρει ἄνθρωπος προβάτου. ὥστε ἔξεστιν τοῖς σάββασιν καλῶς ποιεῖν. τότε λέγει τῷ ἀνθρώπῳ, Εκτεινόν σου. τὴν χεῖρα καὶ 13 ἐξέτεινεν καὶ ἀπεκατεστάθη ὑγιὴς ὡς ἡ ἄλλη. ἐξελθόντες, δὲ οἱ 14 Φαρισαῖοι συµβούλιον ἔλαβον κατ αὐτοῦ ὅπως αὐτὸν ἀπολέσωσιν. ὁ δὲ Ιησοῦς γνοὺς ἀνεχώρησεν ἐκεῖθεν, καὶ ἠκολούθησαν 15 αὐτῷ πολλοί, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτοὺς πάντας, καὶ ἐπετίµησεν 16 αὐτοῖς, ἵνα µὴ ϕανερὸν αὐτὸν ποιήσωσιν, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥη- 17 ϑὲν διὰ Ησαΐου τοῦ προφήτου, λέγοντος, Ιδοὺ, ὁ παῖς µου ὃν 18 ᾑρέτισα, ὁ ἀγαπητός µου εἰς ὃν ηὐδόκησεν ἡ ψυχή µου, ϑήσω τὸ πνεῦµά µου ἐπ αὐτόν, καὶ κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἀπαγγελεῖ. οὐκ 19 ἐρίσει, οὐδὲ κραυγάσει οὐδὲ ἀκούσει τις ἐν ταῖς πλατείαις τὴν ϕωνὴν αὐτοῦ. κάλαµον συντετριµµένον οὐ κατεάξει, καὶ λίνον 20 τυφόµενον οὐ σβέσει, ἕως ἂν ἐκβάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν. καὶ 21 τῷ ὀνόµατι αὐτοῦ ἔθνη ἐλπιοῦσιν Τότε προσηνέχθη αὐτῷ δαι- 22 µονιζόµενος, τυφλὸς καὶ κωφός, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτόν, ὥστε τὸν κωφὸν λαλεῖν καὶ ϐλέπειν. καὶ ἐξίσταντο πάντες οἱ ὄχλοι 23 καὶ ἔλεγον, Μήτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς αυείδ οἱ δὲ Φαρισαῖοι ἀ- 24 κούσαντες εἶπον, Οὗτος οὐκ ἐκβάλλει τὰ δαιµόνια, εἰ µὴ ἐν τῷ Βεελζεβοὺλ ἄρχοντι τῶν δαιµονίων. εἰδὼς δὲ τὰς ἐνθυµήσεις 25 αὐτῶν, εἶπεν αὐτοῖς, Πᾶσα ϐασιλεία µερισθεῖσα καθ ἑαυτῆς ἐ- ϱηµοῦται, καὶ πᾶσα πόλις ἢ οἰκία µερισθεῖσα καθ ἑαυτῆς, οὐ σταθήσεται. καὶ εἰ ὁ Σατανᾶς τὸν Σατανᾶν ἐκβάλλει, ἐφ ἑαυτὸν 26 ἐµερίσθη, πῶς οὖν σταθήσεται ἡ ϐασιλεία αὐτοῦ καὶ εἰ ἐγὼ ἐν 27 Βεελζεβοὺλ ἐκβάλλω τὰ δαιµόνια, οἱ υἱοὶ ὑµῶν ἐν τίνι ἐκβάλλουσιν διὰ τοῦτο αὐτοὶ κριταὶ. ἔσονται ὑµῶν εἰ δὲ ἐν Πνεύµατι Θεοῦ 28 ἐγω ἐκβάλλω τὰ δαιµόνια, ἄρα ἔφθασεν ἐφ ὑµᾶς ἡ ϐασιλεία τοῦ Θεοῦ. ἢ πῶς δύναταί τις εἰσελθεῖν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ ἰσχυροῦ 29 καὶ τὰ σκεύη αὐτοῦ ἁρπάσαι ἐὰν µὴ πρῶτον δήσῃ τὸν ἰσχυρόν καὶ τότε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ διαρπάσῃ. ὁ µὴ ὢν µετ ἐµοῦ, κατ 30 ἐµοῦ ἐστιν καὶ ὁ µὴ συνάγων µετ ἐµοῦ, σκορπίζει. διὰ τοῦτο 31

18 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 12:32 50 λέγω ὑµῖν, Πᾶσα ἁµαρτία καὶ ϐλασφηµία ἀφεθήσεται τοῖς ἀν- 32 ϑρώποις, ἡ δὲ τοῦ Πνεύµατος ϐλασφηµία οὐκ ἀφεθήσεται καὶ ὃς ἐὰν εἴπῃ λόγον κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἀφεθήσεται αὐτῷ, ὃς δ ἂν εἴπῃ κατὰ τοῦ Πνεύµατος τοῦ Ἁγίου, οὐκ ἀφεθήσεται 33 αὐτῷ, οὔτε ἐν τούτῳ τῷ αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ µέλλοντι. ἢ ποιήσατε τὸ δένδρον καλὸν, καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ καλόν, ἢ ποιήσατε τὸ δένδρον σαπρὸν, καὶ τὸν καρπὸν αὐτοῦ σαπρόν, ἐκ γὰρ τοῦ καρποῦ 34 τὸ δένδρον γινώσκεται. γεννήµατα ἐχιδνῶν, πῶς δύνασθε ἀγαθὰ λαλεῖν, πονηροὶ ὄντες ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύµατος τῆς καρδίας 35 τὸ στόµα λαλεῖ. ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ ϑησαυροῦ ἐκβάλλει τά ἀγαθά, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ 36 ϑησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά. λέγω δὲ ὑµῖν, ὅτι πᾶν ῥῆµα ἀργὸν ὃ λαλήσουσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσιν περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν 37 ἡµέρᾳ κρίσεως. ἐκ γὰρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ, καὶ ἐκ τῶν 38 λόγων σου καταδικασθήσῃ. Τότε ἀπεκρίθησαν αὐτῷ τινες τῶν γραµµατέων καὶ Φαρισαίων, λέγοντες, ιδάσκαλε, ϑέλοµεν ἀπὸ 39 σοῦ σηµεῖον ἰδεῖν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς, Γενεὰ πονηρὰ καὶ µοιχαλὶς σηµεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σηµεῖον οὐ δοθήσεται αὐτῇ, 40 εἰ µὴ τὸ σηµεῖον Ιωνᾶ τοῦ προφήτου. ὥσπερ γὰρ ἦν Ιωνᾶς ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡµέρας καὶ τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡµέρας καὶ τρεῖς 41 νύκτας. ἄνδρες Νινευεῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει µετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι µετενόησαν εἰς τὸ 42 κήρυγµα Ιωνᾶ, καὶ ἰδοὺ, πλεῖον Ιωνᾶ ὧδε. ϐασίλισσα νότου ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει µετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινεῖ αὐτήν, ὅτι ἦλθεν ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι τὴν σοφίαν 43 Σολοµῶνος καὶ ἰδοὺ, πλεῖον Σολοµῶνος ὧδε. ὅταν δὲ τὸ ἀκά- ϑαρτον πνεῦµα ἐξέλθῃ ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου, διέρχεται δι ἀνύδρων 44 τόπων, Ϲητοῦν ἀνάπαυσιν, καὶ οὐχ εὑρίσκει. τότε λέγει, εἰς τὸν οἶκόν µου Επιστρέψω ὅθεν ἐξῆλθον, καὶ ἐλθὸν εὑρίσκει σχολά- 45 Ϲοντα, καὶ σεσαρωµένον, καὶ κεκοσµηµένον. τότε πορεύεται καὶ παραλαµβάνει µεθ ἑαυτοῦ ἑπτὰ ἕτερα πνεύµατα πονηρότερα ἑ- αυτοῦ, καὶ εἰσελθόντα κατοικεῖ ἐκεῖ, καὶ γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων. οὕτως ἔσται καὶ τῇ γε- 46 νεᾷ ταύτῃ τῇ πονηρᾷ. Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος τοῖς ὄχλοις, ἰδοὺ ἡ µήτηρ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ εἱστήκεισαν ἔξω, Ϲητοῦντες αὐτῷ 47, 48 λαλῆσαι. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν τῷ λέγοντι αὐτῷ, Τίς ἐστιν ἡ 49 µήτηρ µου καὶ τίνες εἰσὶν οἱ ἀδελφοί µου καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπὶ τοὺς µαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν, Ιδοὺ, ἡ µήτηρ µου καὶ οἱ 50 ἀδελφοί µου. ὅστις γὰρ ἂν ποιήσῃ τὸ ϑέληµα τοῦ πατρός µου

13:1 23 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 19 τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός µου ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ καὶ µήτηρ ἐστίν. Εν τῇ ἡµέρᾳ ἐκείνῃ ἐξελθὼν ὁ Ιησοῦς ἐκ τῆς οἰκίας ἐκάθητο 13 παρὰ τὴν ϑάλασσαν. καὶ συνήχθησαν πρὸς αὐτὸν ὄχλοι πολ- 2 λοί, ὥστε αὐτὸν εἰς πλοῖον ἐµβάντα καθῆσθαι, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν εἱστήκει. καὶ ἐλάλησεν αὐτοῖς πολλὰ ἐν πα- 3 ϱαβολαῖς, λέγων, Ιδοὺ, ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπείρειν. καὶ ἐν 4 τῷ σπείρειν αὐτὸν, ἃ µὲν ἔπεσεν παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ ελθεν τὰ πετεινὰ, καὶ κατέφαγεν αὐτά. ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰ πετρώδη, 5 ὅπου οὐκ εἶχεν γῆν πολλήν, καὶ εὐθέως ἐξανέτειλεν διὰ τὸ µὴ ἔχειν ϐάθος γῆς, ἡλίου δὲ ἀνατείλαντος ἐκαυµατίσθη, καὶ διὰ 6 τὸ µὴ ἔχειν ῥίζαν ἐξηράνθη. ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ τὰς ἀκάνθας, 7 καὶ ἀνέβησαν αἱ ἄκανθαι καὶ ἔπνιξαν αὐτά. ἄλλα δὲ ἔπεσεν ἐπὶ 8 τὴν γῆν τὴν καλὴν, καὶ ἐδίδου καρπόν, ὃ µὲν ἑκατόν, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα. ὁ ἔχων ὦτα ἀκουέτω. Καὶ προσελθόντες 9, 10 οἱ µαθηταὶ εἶπαν αὐτῷ, ιατί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς αὐτοῖς ὁ δὲ 11 ἀποκριθεὶς εἶπεν ὅτι Υµῖν δέδοται γνῶναι τὰ µυστήρια τῆς ϐασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται. ὅστις γὰρ ἔχει, 12 δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται, ὅστις δὲ οὐκ ἔχει καὶ ὃ ἔ- χει ἀρθήσεται ἀπ αὐτοῦ. διὰ τοῦτο ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ, 13 ὅτι ϐλέποντες οὐ ϐλέπουσιν καὶ ἀκούοντες οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ συνίουσιν καὶ ἀναπληροῦται αὐτοῖς ἡ προφητεία Ησαΐου, ἡ 14 λέγουσα, Ἀκοῇ ἀκούσετε, καὶ οὐ µὴ συνῆτε, καὶ ϐλέποντες ϐλέψετε, καὶ οὐ µὴ ἴδητε. ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, 15 καὶ τοῖς ὠσὶν ϐαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλµοὺς αὐτῶν ἐκάµ- µυσαν, µήποτε ἴδωσιν τοῖς ὀφθαλµοῖς, καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσιν καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσιν καὶ ἐπιστρέψωσιν καὶ ἰάσοµαι αὐτούς. Υµῶν δὲ µακάριοι οἱ ὀφθαλµοὶ, ὅτι ϐλέπουσιν καὶ τὰ ὦτα ὑ- 16 µῶν, ὅτι ἀκούουσιν ἀµὴν λέγω ὑµῖν ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ 17 δίκαιοι ἐπεθύµησαν ἰδεῖν ἃ ϐλέπετε, καὶ οὐκ ἴδαν καὶ ἀκοῦσαι ἅ ἀκούετε καὶ οὐκ ἤκουσαν. ὑµεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν 18 τοῦ σπείραντος. παντὸς ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς ϐασιλείας καὶ 19 µὴ συνιέντος, ἔρχεται ὁ πονηρὸς, καὶ ἁρπάζει τὸ ἐσπαρµένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς. ὁ δὲ 20 ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων, καὶ εὐθὺς µετὰ χαρᾶς λαµβάνων αὐτόν, οὐκ ἔχει δὲ ῥίζαν ἐν ἑαυ- 21 τῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρός ἐστιν γενοµένης δὲ ϑλίψεως ἢ διωγµοῦ διὰ τὸν λόγον, εὐθὺς σκανδαλίζεται. ὁ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας σπαρείς, 22 οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων, καὶ ἡ µέριµνα τοῦ αἰῶνος καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου συµπνίγει τὸν λόγον, καὶ ἄκαρπος γίνεται. ὁ δὲ ἐπὶ τὴν καλὴν γῆν σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον 23

20 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 13:24 42 ἀκούων καὶ συνιείς ὃς δὴ καρποφορεῖ, καὶ ποιεῖ, ὃ µὲν ἑκατόν, 24 ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ τριάκοντα. Αλλην παραβολὴν παρέθηκεν αὐτοῖς, λέγων, Ωµοιώθη ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ σπεί- 25 ϱαντι καλὸν σπέρµα ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ, ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους, ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸς, καὶ ἐπέσπειρεν Ϲιζάνια ἀνὰ 26 µέσον τοῦ σίτου, καὶ ἀπῆλθεν. ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ 27 καρπὸν ἐποίησεν τότε ἐφάνη καὶ τὰ Ϲιζάνια. προσελθόντες δὲ οἱ δοῦλοι τοῦ οἰκοδεσπότου εἶπον αὐτῷ, Κύριε οὐχὶ καλὸν σπέρµα 28 ἔσπειρας ἐν τῷ σῷ ἀγρῷ πόθεν οὖν ἔχει Ϲιζάνια ὁ δὲ ἔφη αὐτοῖς, Εχθρὸς ἄνθρωπος τοῦτο ἐποίησεν. οἱ δὲ δοῦλοι λέγουσιν 29 αὐτῷ, Θέλεις οὖν ἀπελθόντες συλλέξωµεν αὐτά ὁ δέ ϕησιν Οὔ, µήποτε, συλλέγοντες τὰ Ϲιζάνια, ἐκριζώσητε ἅµα αὐτοῖς τὸν σῖ- 30 τον. ἄφετε συναυξάνεσθαι ἀµφότερα µέχρι τοῦ ϑερισµοῦ, καὶ ἐν καιρῷ τοῦ ϑερισµοῦ ἐρῶ τοῖς ϑερισταῖς, Συλλέξατε πρῶτον τὰ Ϲιζάνια, καὶ δήσατε αὐτὰ εἰς δέσµας πρὸς τὸ κατακαῦσαι αὐτά, 31 τὸν δὲ σῖτον συναγάγετε εἰς τὴν ἀποθήκην µου. Αλλην πα- ϱαβολὴν παρέθηκεν αὐτοῖς λέγων, Οµοία ἐστὶν ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν κόκκῳ σινάπεως, ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔσπειρεν ἐν τῷ ἀ- 32 γρῷ αὐτοῦ, ὃ µικρότερον µέν ἐστιν πάντων τῶν σπερµάτων, ὅταν δὲ αὐξηθῇ, µεῖζον τῶν λαχάνων ἐστὶν καὶ γίνεται δένδρον, ὥστε ἐλθεῖν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ κατασκηνοῦν ἐν τοῖς κλά- 33 δοις αὐτοῦ. Αλλην παραβολὴν ἐλάλησεν αὐτοῖς, Οµοία ἐστὶν ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν Ϲύµῃ, ἣν λαβοῦσα γυνὴ ἐνέκρυψεν εἰς ἀ- 34 λεύρου σάτα τρία, ἕως οὗ ἐζυµώθη ὅλον. Ταῦτα πάντα ἐλάλησεν ὁ Ιησοῦς ἐν παραβολαῖς τοῖς ὄχλοις, καὶ χωρὶς παραβολῆς οὐδὲν 35 ἐλάλει αὐτοῖς, ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τοῦ προφήτου, Ησαΐου λέγοντος, Ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόµα µου, ἐρεύξοµαι κε- 36 κρυµµένα ἀπὸ καταβολῆς Τότε ἀφεὶς τοὺς ὄχλους ἦλθεν εἰς τὴν οἰκίαν καὶ προσῆλθον αὐτῷ οἱ µαθηταὶ αὐτοῦ, λέγοντες, Φράσον 37 ἡµῖν τὴν παραβολὴν τῶν Ϲιζανίων τοῦ ἀγροῦ. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν Ο σπείρων τὸ καλὸν σπέρµα, ἐστὶν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, 38 ὁ δὲ ἀγρός ἐστιν ὁ κόσµος, τὸ δὲ καλὸν σπέρµα, οὗτοί έἰσιν οἱ 39 υἱοὶ τῆς ϐασιλείας, τὰ δὲ Ϲιζάνιά εἰσιν οἱ υἱοὶ τοῦ πονηροῦ, ὁ δὲ ἐχθρὸς ὁ σπείρας αὐτά ἐστιν ὁ διάβολος, ὁ δὲ ϑερισµὸς συντέλεια 40 αἰῶνός ἐστιν, οἱ δὲ ϑερισταὶ ἄγγελοί εἰσιν. ὥσπερ οὖν συλλέγεται τὰ Ϲιζάνια καὶ πυρὶ κατακαίεται, οὕτως ἔσται ἐν τῇ συντελείᾳ 41 τοῦ αἰῶνος ἀποστελεῖ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ, καὶ συλλέξουσιν ἐκ τῆς ϐασιλείας αὐτοῦ πάντα τὰ σκάνδαλα 42 καὶ τοὺς ποιοῦντας τὴν ἀνοµίαν, καὶ ϐαλοῦσιν αὐτοὺς εἰς τὴν κάµινον τοῦ πυρός, ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθµὸς καὶ ὁ ϐρυγµὸς τῶν

13:43 14:8 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 21 ὀδόντων. τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάµψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ ϐασιλείᾳ 43 τοῦ πατρὸς αὐτῶν. ὁ ἔχων ὦτα ἀκουέτω. ὁµοία ἐστὶν ἡ ϐασι- 44 λεία τῶν οὐρανῶν ϑησαυρῷ κεκρυµµένῳ ἐν τῷ ἀγρῷ, ὃν εὑρὼν ἄνθρωπος ἔκρυψεν καὶ ἀπὸ τῆς χαρᾶς αὐτοῦ ὑπάγει, καὶ πωλεῖ, πάντα ὅσα ἔχει καὶ ἀγοράζει τὸν ἀγρὸν ἐκεῖνον. Πάλιν ὁµοία 45 ἐστὶν ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ ἐµπόρῳ Ϲητοῦντι καλοὺς µαργαρίτας, εὑρὼν δὲ ἕνα πολύτιµον µαργαρίτην, ἀπελθὼν πέ- 46 πρακεν πάντα ὅσα εἶχεν καὶ ἠγόρασεν αὐτόν. Πάλιν ὁµοία ἐστὶν 47 ἡ ϐασιλεία τῶν οὐρανῶν σαγήνῃ ϐληθείσῃ εἰς τὴν ϑάλασσαν, καὶ ἐκ παντὸς γένους συναγαγούσῃ, ἣν, ὅτε ἐπληρώθη, ἀναβιβά- 48 σαντες ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν, καὶ καθίσαντες, συνέλεξαν τὰ καλὰ εἰς ἄγγη τὰ δὲ σαπρὰ ἔξω ἔβαλον. οὕτως ἔσται ἐν τῇ συντελείᾳ τοῦ 49 αἰῶνος, ἐξελεύσονται οἱ ἄγγελοι, καὶ ἀφοριοῦσιν τοὺς πονηροὺς ἐκ µέσου τῶν δικαίων, καὶ ϐαλοῦσιν αὐτοὺς εἰς τὴν κάµινον 50 τοῦ πυρός, ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθµὸς καὶ ὁ ϐρυγµὸς τῶν ὀδόντων. Συνήκατε ταῦτα πάντα λέγουσιν αὐτῷ, Ναί ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, 51, 52 ιὰ τοῦτο πᾶς γραµµατεὺς µαθητευθεὶς τῇ ϐασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν ὅµοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ, ὅστις ἐκβάλλει ἐκ τοῦ ϑησαυροῦ αὐτοῦ καινὰ καὶ παλαιά. Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ 53 Ιησοῦς τὰς παραβολὰς ταύτας, µετῆρεν ἐκεῖθεν, καὶ ἐλθὼν εἰς 54 τὴν πατρίδα αὐτοῦ ἐδίδασκεν αὐτοὺς ἐν τῇ συναγωγῇ αὐτῶν, ὥστε ἐκπλήσσεσθαι αὐτοὺς καὶ λέγειν, Πόθεν τούτῳ ἡ σοφία αὕτη καὶ αἱ δυνάµεις οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός οὐχ ἡ µήτηρ 55 αὐτοῦ λέγεται Μαριὰµ, καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ Ιάκωβος καὶ Ιωσὴφ καὶ Σίµων καὶ Ιούδας καὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ οὐχὶ πᾶσαι πρὸς 56 ἡµᾶς εἰσιν πόθεν οὖν τούτῳ ταῦτα πάντα καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν 57 αὐτῷ. ὁ δὲ Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς, Οὐκ ἔστιν προφήτης ἄτιµος, εἰ µὴ ἐν τῇ ἴδια πατρίδι καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὑτοῦ καὶ οὐκ ἐποίησεν 58 ἐκεῖ δυνάµεις πολλὰς, διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν. Εν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἤκουσεν Ηρώδης ὁ τετραάρχης τὴν ἀ- 14 κοὴν Ιησοῦ, καὶ εἶπεν τοῖς παισὶν αὐτοῦ, Οὗτός ἐστιν Ιωάννης 2 ὁ ϐαπτιστής, αὐτὸς ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν, καὶ διὰ τοῦτο αἱ δυνάµεις ἐνεργοῦσιν ἐν αὐτῷ. ὁ γὰρ Ηρώδης κρατήσας τὸν Ιω- 3 άννην ἔδησεν καὶ ἐν ϕυλακῇ ἀπέθετο διὰ Ηρωδιάδα τὴν γυναῖκα [Φιλίππου] τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ. ἔλεγεν γὰρ ὁ Ιωάννης, αὐτῷ 4 Οὐκ ἔξεστίν σοι ἔχειν αὐτήν. καὶ ϑέλων αὐτὸν ἀποκτεῖναι, ἐ- 5 ϕοβήθη τὸν ὄχλον, ὅτι ὡς προφήτην αὐτὸν εἶχον. γενεσίοις δὲ 6 γενοµένοις τοῦ Ηρώδου, ὠρχήσατο ἡ ϑυγάτηρ τῆς Ηρωδιάδος ἐν τῷ µέσῳ, καὶ ἤρεσεν τῷ Ηρώδῃ, ὅθεν µεθ ὅρκου ὡµολόγησεν 7 αὐτῇ δοῦναι ὃ ἐὰν αἰτήσηται. ἡ δὲ προβιβασθεῖσα ὑπὸ τῆς µη- 8