ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΤΟΥ ΆΟΥΣΒΙΤΣ 11

Σχετικά έγγραφα
Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»


ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Η ΕΣΤΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ. Αφηγητής = Η φωνή Ποιος Μιλά; Εστιαστής = Τα μάτια Ποιος βλέπει;

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού»

ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Το παραμύθι της αγάπης

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Η Αλφαβητοχώρα. Γιώργος Αμπατζίδης. Ελλάδα. A sea of words 5 th year

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

ΚΕΙΜΕΝΟ. Πέμπτη 19 Νοεμβρίου Αγαπητή Κίττυ,

ΣΕΡΒΙΣ ΒΑΤΣΑΚΛΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

O πιο. άγγελος. μικρός. Xίλντε Κέλερ-Τιμ. εικόνες: Στέφανι Ράιχ

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

ΕΊΜΑΙ ένας ποντικός φτωχός

Ταξίδι στις ρίζες «Άραγε τι μπορεί να κρύβεται εδώ;»

Και τώρα τι κάνω; Σημαντικότερο απ όλα είναι να διαβάσεις και να ευχαριστηθείς την ιστορία και τις πληροφορίες για τον κόσμο των χρωμάτων

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

T: Έλενα Περικλέους

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Άξαφνα κατάλαβα τι συνέβαινε. Ήμουν καταμεσής ενός τεράστιου κάμπου Στον κάμπο υπήρχε πλήθος μεγάλο Οι πίσω σειρές του χάνονταν και δεν φαίνονταν.

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Down. Πηγή: kosmos/item/ down- syndrome- pos- eipa- ston- gio- mou- pos- exei- syndromo- down

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΤΟ ΣΠΊΤΙ μύριζε λιωμένο βούτυρο και καθαριότητα.

ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Τρία κορίτσια. Ένα καλοκαίρι. Μια φιλία που θα αλλάξει τη ζωή τους. Το σχέδιο της Ρέιμι. Μετάφραση: Αργυρώ Πιπίνη. Kέιτ ΝτιΚαμίλο

Την ώρα ακριβώς που ετοιμαζόμουν να φύγω για το σχολείο, ο ταχυδρόμος έφερε

«Το δαμαλάκι με τα χρυσά πόδια»

To τέλος αυτό το έδωσε η Αργυρώ

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Τ Ο Υ Κ Ω Ν Σ Τ Α Ν Τ Ι Ν Ο Υ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΕ ΣΧΕΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΔΟΥΚΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Transcript:

ΠΡΑΓΑ, ΣΗΜΕΡΑ Ήταν Νοέμβριος και, παρότι απρόσκλητο, το κρύο είχε κάνει την εμφάνισή του. Τα γόνατα της Ναντγιέ έτριξαν όταν σηκώθηκε για να βάλει άλλο ένα κούτσουρο στην ξυλόσομπα. Έξω η ομίχλη είχε ανέβει ψηλά και τα φώτα του δρόμου μεταμόρφωναν τον ορίζοντα σε ένα τίλμα κεχριμπαρένιας αχλής. Επικρατούσε μια απόκοσμη σιγαλιά, ήταν μια νύχτα ιδανική για απομόνωση, περισυλλογή και ατελείωτα φλιτζάνια καφέ. Το κρεβάτι της ήταν μια άνεση που μπορούσε να στερηθεί, ώσπου να το τελειώσει. Κοίταξε την ντάνα με τα γράμματα που είχε μπροστά της και ψηλάφησε με τα ροζιασμένα δάχτυλά της τα βαθιά ίχνη που είχε αφήσει στο χαρτί το στιλό της μητέρας της, τις κοίτες των μπλε ποταμών από το μελάνι της. Το είχε αναβάλει για πάρα πολύ καιρό. Περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να διηγηθεί μια ιστορία που είχε ξεκινήσει πολύ πριν γεννηθεί η ίδια. Περίμενε τις κατάλληλες λέξεις. Την κατάλληλη ώρα. Όμως η ζωή δεν περιμένει ώσπου να είμαστε έτοιμοι. Τις περισσότερες φορές μάς ρίχνει στα βαθιά και μας ζητάει να κολυμπήσουμε. Είμαστε δεν είμαστε έτοιμοι.

10 ΛΊΛΙ ΓΚΡΆΧΑΜ Ένας ελαφρύς χτύπος ακούστηκε στην πόρτα και από το άνοιγμα ξεπρόβαλε το σκούρο κεφάλι της Καμίλα, της εγγονής της, που αναστέναξε όταν είδε τη γιαγιά της καθισμένη στο γραφείο της. Τα μάτια της έλεγαν ήδη χίλιες λέξεις πριν καν ανοίξει το στόμα της: «Αν συνεχίσεις έτσι, μπαμπίτσκα,* στο τέλος θα καταρρεύσεις. Θυμάσαι τι είπε ο γιατρός». Η Ναντγιέ χαμήλωσε λίγο τα γυαλιά της και κοίταξε τη νεαρή γυναίκα πάνω από τους φακούς, τα γαλανά μάτια της διαπεραστικά όπως τότε, που κοιτούσε τους φοιτητές της από το πόντιουμ και τους ζητούσε να αναλογιστούν τα πράγματα από διαφορετική οπτική. «Και τι ξέρουν οι γιατροί για το ανθρώπινο πνεύμα, ντγίτιε;** Αυτοί εμπιστεύονται μόνο ό,τι μπορούν να βάλουν σ ένα μπουκαλάκι ή να του δώσουν μια εξήγηση του τύπου άσπρο ή μαύρο. Εγώ, όμως, έχω δει με τα μάτια μου για τι είναι ικανός ο άνθρωπος, τι μπορεί να κατακτήσει, από τι μπορεί να επιζήσει, φτάνει μονάχα να το θέλει». Η Καμίλα είχε μάθει να μη φέρνει αντίρρηση στη γιαγιά της σε θέματα φιλοσοφικά. Έτσι προτίμησε να επικαλεστεί μια απλή, αναντίρρητη αλήθεια. «Μα όλοι έχουμε ανάγκη από ύπνο, μπαμπίτσκα. Ακόμα κι εσύ». Η Ναντγιέ σούφρωσε τα χείλη της, καθώς αυτό που της έλεγε η εγγονή της ήταν κάτι που δεν μπορούσε να μην παραδεχτεί. Έπειτα διάλεξε να πει ένα ψέμα, χιλιοφορεμένο σαν παλιό ζευγάρι παντόφλες, γνώριμο και βολι- * Babička: γιαγιά στα τσεχικά. [Σ.τ.Μ.] ** Dítě: παιδί στα τσεχικά. [Σ.τ.Μ.]

ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΤΟΥ ΆΟΥΣΒΙΤΣ 11 κό. «Μόνο δέκα λεπτά ακόμα». Ύστερα σήκωσε το βλέμμα της, όλο προσμονή. «Και ίσως άλλον έναν καφέ;» Η Καμίλα ξεφύσησε έναν ήχο που μαρτυρούσε κάτι ανάμεσα σε παραίτηση και θυμηδία. «Εντάξει, εντάξει. Αλλά μετά ύπνο» της είπε αυστηρά, πιέζοντας τα χείλη της στον κρόταφο της γιαγιάς της πριν πάει στην άλλη άκρη του δωματίου όπου βρισκόταν η καφετιέρα. Η Ναντγιέ έγνεψε πως συμφωνούσε, όμως από μέσα τους ήξεραν και οι δύο πως δεν θα το τηρούσε. Θα καθόταν ξύπνια ώσπου να τελειώσει, όση ώρα κι αν της έπαιρνε. Ξαναφόρεσε κανονικά τα γυαλιά της και άνοιξε μπροστά της ένα καθαρό φύλλο χαρτί. Ύστερα άγγιξε τη φωτογραφία στην επίχρυση κορνίζα που είχε πάντα πάνω στο γραφείο της, αυτή που εικόνιζε μια λεπτή νεαρή γυναίκα με πολύ κοντά σκούρα μαλλιά κι ένα μωρό στην αγκαλιά της. Είχε μια τελευταία ιστορία να διηγηθεί. Τη δική τους ιστορία. Μια ιστορία που ξεκίνησε καταμεσής στην κόλαση επί της γης.

ΕΝΑ Άουσβιτς, Δεκέμβριος 1942 «Είσαι με τα καλά σου, Κρίτσελαϊ;» ψιθύρισε αυστηρά στο αυτί της η Σόφι, με μάτια γουρλωμένα από τον φόβο κι ένα πλέγμα από ουλές να διαγράφονται έντονα πάνω στο κατάλευκο κρανίο που είχε φανερώσει το πρόσφατο ξύρισμα του κεφαλιού της. «Έχεις βαλθεί να μας πυροβολήσουν; Προχώρα!» Η Εύα Αντάμι συνέχισε με κόπο να βαδίζει κάτω από την καταρρακτώδη βροχή, σέρνοντας τα παράταιρα ξυλοπάπουτσα που της έπεφταν μεγάλα και κινδυνεύοντας να χάσει παραλίγο το ένα από τα δύο όταν κόλλησε στην πηχτή, ανελέητη λάσπη που είχαν ανασκαλέψει χιλιάδες πόδια πριν από τα δικά της. Ήταν σκοτάδι ακόμα, ίσως λίγο μετά τις τέσσερις το πρωί, όμως οι εκτυφλωτικοί προβολείς έδιναν την εντύπωση πως ήταν πολύ αργότερα. Η Εύα περπατούσε καμπουριασμένη, προσπαθώντας να κρατήσει το σώμα της ζεστό μια μάταιη, απέλπιδα προσπάθεια. Η νεροποντή θαρρείς και ελισσόταν με εμπάθεια, ώστε να χωθεί μέσα και κάτω από τα ρούχα της. Απεχθανόταν το Απέλ, το προσκλητήριο που σήμαινε δύο φορές τη μέρα

ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΤΟΥ ΆΟΥΣΒΙΤΣ 13 και στο οποίο ήταν υποχρεωμένες να σπεύσουν έξω και να περιμένουν, ό,τι καιρό κι αν έκανε, ήταν δεν ήταν ντυμένες, όσο τις μετρούσαν και τις ξαναμετρούσαν επί ώρες. Τυχόν ανυπακοή μπορούσε να σου στοιχίσει τη ζωή. Όμως και τι δεν μπορούσε να σου στοιχίσει τη ζωή σ αυτό το μέρος; Η Εύα στράφηκε προς τη φίλη της, με μια αλλόκοτη έκφραση στο λεπτό πρόσωπό της, τα καστανά μάτια της να φαντάζουν ακόμα μεγαλύτερα εξαιτίας του ξυρισμένου, από τα σκούρα μαλλιά της, κεφαλιού της. «Μόνο μια βδομάδα είμαστε εδώ. Έτσι είπε μόλις τώρα η Χέλγκα». Την αδύναμη εκπνοή της διαδέχτηκε μια χαμηλόφωνη κατάρα. Μια βδομάδα. Εδώ. Μια βδομάδα που είχαν απογυμνωθεί από την ανθρώπινη υπόστασή τους. Μια βδομάδα από τότε που τις είχαν μαζώξει σαν τα γελάδια και τις είχαν χώσει μέσα σε ένα ρυπαρό τρένο που έζεχνε θάνατο και εξαχρείωση, κορμιά στοιβαγμένα που μετά βίας ανάσαιναν επί μέρες. Κι εκεί που έφτασαν, τις περίμενε το απόλυτο χάος θόρυβοι και φωνές και κακομεταχείριση, κι ύστερα τις χώρισαν σε ομάδες και τις οδήγησαν σε μια μεγάλη αίθουσα, όπου τις έγδυσαν, για να τις επιθεωρήσουν οι μοχθηροί φύλακες των Ες Ες, και τους ξύρισαν άγαρμπα τα κεφάλια. Ύστερα χίμηξαν όλες να βρουν κάτι να φορέσουν, διαλέγοντας ανάμεσα σ ένα σωρό παράταιρα, παραπεταμένα ρούχα. Μετά από όλα όσα είχε περάσει ως τώρα, η Εύα δεν φανταζόταν ότι υπήρχε κάτι που θα μπορούσε να την κλονίσει, όμως τα λόγια της Χέλγκα το είχαν καταφέρει. «Μια βδομάδα στην κόλαση» μουρμούρισε η Βάντα,

14 ΛΊΛΙ ΓΚΡΆΧΑΜ αντηχώντας τις σκέψεις της. Τα κόκκινα μαλλιά της, η χλωμή επιδερμίδα και οι φακίδες της δεν μαρτυρούσαν την ουγγροτσεχική καταγωγή της. «Πώς να μη μοιάζει αιωνιότητα;» Ήταν κι αυτή στο τρένο μαζί τους. Είχαν ταξιδέψει όρθιες επί δύο ημέρες. Μες στο βαγόνι υπήρχε ένας κουβάς για φαγητό και ένας για τα περιττώματα και των πενήντα γυναικών. «Νομίζεις πως χρειάζεται πάνω από μια βδομάδα για να καταστραφεί μια ζωή;» μουρμούρισε δηκτικά η Χέλγκα. Ήταν πενήντα κάτι ετών, αλλά έδειχνε πολύ μεγαλύτερη τα σκούρα γκρι μαλλιά της είχαν αρχίσει να μακραίνουν σε άτονες τούφες και τα μάτια της είχαν εκείνη τη γυάλινη όψη που είχαν και τα μάτια κάποιων άλλων γυναικών και τις έκαναν να φαντάζουν σαν περιπλανώμενα φαντάσματα. Η Χέλγκα είχε έρθει εδώ αρκετούς μήνες νωρίτερα από τις άλλες και το πέρασμα του χρόνου είχε ήδη αφήσει τα σημάδια του, ιδιαίτερα στην υπομονή της απέναντι σε νεοφερμένες όπως η Εύα. «Δεν το έχεις καταλάβει ακόμα ότι η ζωή μπορεί να έρθει τούμπα από τη μια μέρα στην άλλη;» είπε χτυπώντας την παλάμη του ενός χεριού της πάνω στον λεπτό καρπό του άλλου, τρομάζοντάς τες όλες με τον κρότο που ακούστηκε σαν σφαίρα. Η Χέλγκα κούνησε το κεφάλι της κι ύστερα απαξίωσε να τις ξανακοιτάξει. Η Εύα το είχε καταλάβει. Πολύ καλύτερα από κάποιες άλλες. Κι ωστόσο δεν μπορούσε να μην αναλογίζεται πως μέχρι πριν μόλις μια εβδομάδα δεν ήξερε καν πως υπήρχε ένα τέτοιο μέρος ένα μέρος σχεδιασμένο αποκλειστικά και

ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΤΟΥ ΆΟΥΣΒΙΤΣ 15 μόνο για τον αφανισμό ανθρώπων. Ένα μέρος που έκανε το Τερεζίν, το εβραϊκό στρατόπεδο συγκέντρωσης και γκέτο έξω από την Πράγα, όπου είχε ζήσει όλο τον προηγούμενο χρόνο, να φαντάζει ονειρεμένος τόπος. «Ψέματα. Ως και η κόλαση θα ήταν καλύτερη από εδώ» μουρμούρισε η Βάντα όταν η Χέλγκα ξανάρχισε να προχωράει μπροστά τους, με μια σύσπαση στα χείλη της σαν πικρή απομίμηση χαμόγελου όταν γύρισε να τους ρίξει μια ματιά πίσω από την πλάτη της. Όλες τους στράφηκαν προς τη Βάντα τη στιγμή που ένας γερμανικός ποιμενικός άρχισε να γαβγίζει και να γρυλίζει απειλητικά τεντώνοντας με βία το λουρί του, με τις τρίχες ανασηκωμένες στη ράχη του, έτοιμος να τους ορμήσει και να τις κατασπαράξει, αφήνοντας τα ματωμένα χνάρια από τα λείψανά τους πάνω στη λάσπη. Η Βάντα στράφηκε ατάραχη προς το σκυλί. «Τουλάχιστον εκεί θα έκανε ζέστη». Η Εύα ρουθούνισε κάτι σαν γέλιο. Περίεργο τι έβρισκε κανείς πια αστείο. Την ώρα του «μεσημεριανού» στέκονταν στην ουρά για να παραλάβουν το ένα λίτρο σούπα που αναλογούσε στην καθεμιά. Η Εύα χρησιμοποιούσε τα χέρια της ως δοχείο για τη μερίδα της από το νεροζούμι, παίρνοντας έτσι πολύ μικρότερη από την προβλεπόμενη ποσότητα καθώς, όσο κι αν προσπαθούσε, χωρίς καραβάνα το πολύτιμο υγρό χυνόταν στο πάτωμα. Το φαγητό είχε παράξενη μυρωδιά και γεύση. Ορισμένες είχαν αρνηθεί να το φάνε όταν είχαν

16 ΛΊΛΙ ΓΚΡΆΧΑΜ πρωτοέρθει ακόμα και η ίδια η Εύα, που ερχόμενη από το Τερεζίν ήξερε πολύ καλά τι θα πει πείνα, στην αρχή το κατάπινε με το ζόρι, όμως τώρα το καταβρόχθιζαν όλες τους απεγνωσμένα. Κυκλοφορούσε η φήμη πως οι φύλακες πρόσθεταν στο φαΐ κάποια ουσία για να τις ηρεμεί και να τους σταματάει τα έμμηνα. Ως προς το πρώτο αποτύχαινε, ως προς το δεύτερο θα φαινόταν με τον καιρό. Η Εύα υποπτευόταν εύλογα πως η περίοδός τους θα σταματούσε έτσι κι αλλιώς λόγω ασιτίας, αν και δεν ήταν βέβαιο κάποιες ταλαίπωρες γυναίκες εξακολουθούσαν να εμμηνορροούν παρ όλη την κακουχία. Η σούπα είχε πραγματικά φριχτή γεύση, όμως και τι δε θα δινε η Εύα για να είχε λίγη ακόμη. Μέσα στο μυαλό της δεν υπήρχε περιθώριο για να σκεφτεί τι ζημιά θα μπορούσε να κάνει μακροπρόθεσμα στον οργανισμό της η ενδεχομένως δηλητηριασμένη τροφή. Μόνη της έγνοια ήταν να επιβιώσει σήμερα, κάθε μέρα, και αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να προσπαθήσει με κάποιον τρόπο να φάει κι άλλο. Τα βράδια, κατά τις επτά, όταν τελείωναν την ολοήμερη εργασία τους και είχαν «ελεύθερο χρόνο» τον οποίο έτσι κι αλλιώς περνούσαν μέσα στον στρατώνα τους έδιναν από μια κουραμάνα τριακόσια γραμμάρια μαύρο ψωμί κι ένα κουταλάκι του γλυκού μαρμελάδα ή μαργαρίνη, από το οποίο έπρεπε να φυλάξουν το μισό για το πρωινό της επόμενης μέρας. Λίγες μόνο το κατάφερναν, ενώ οι υπόλοιπες αναγκάζονταν να ξεκινήσουν τη μέρα τους με ένα άνοστο και λασπερό υποκατάστατο του καφέ και να περιμένουν ως το μεσημεριανό συσσίτιο για λίγη σούπα. «Το πρώτο που έχουμε να κάνουμε είναι να εξασφαλί-

ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΤΟΥ ΆΟΥΣΒΙΤΣ 17 σουμε από μια δικιά μας κούπα ή ένα μπολ» είπε η Εύα στη Σόφι την πρώτη μέρα, μόλις είχαν αποφάει το μεσημεριανό τους και παρατηρούσαν μία από τις παλιές να διεκδικεί μεγαλύτερη μερίδα με έναν στραπατσαρισμένο μαστραπά στο χέρι της. Όσες γυναίκες απολάμβαναν τέτοιες πολυτέλειες, κατάφερναν να παίρνουν περισσότερη σούπα και μεγαλύτερα κομμάτια λαχανικών. Ήταν ένα υποτυπώδες σκεύος, το οποίο όμως εδώ μπορούσε να κάνει τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο. Η Σόφι την κοίταξε και ύστερα κούνησε το κεφάλι της, γελώντας άθελά της. Ήταν ένας γλυκός και απρόσμενος ήχος, σαν κελάηδισμα πουλιού ένα παγερό χειμωνιάτικο πρωινό. «Μπολ; Εδώ; Αχ, Κρίτσελαϊ, με τους μεγαλόπνοους στόχους σου! Και πώς λες να το καταφέρουμε αυτό;» Η Εύα αποκρίθηκε με μια σύσπαση των χειλιών της και μια φλόγα στα καστανά μάτια της. Η Σόφι τής είχε δώσει το παρατσούκλι «Κρίτσελαϊ» στο Τερεζίν, όπου είχαν πρωτοσυναντηθεί. Σήμαινε καλικαντζούρα, αφηρημένο ορνιθοσκάλισμα στο χαρτί, και την είχε βγάλει έτσι γιατί η Εύα είχε την τάση να ονειροπολεί και να βλέπει τον κόσμο όπως θα ήθελε να ήταν. Κάποτε ήταν καλλιτέχνιδα, εικονογράφος, με λαμπρό μέλλον μπροστά της, ώσπου οι ναζί αποφάσισαν να της το στερήσουν. Στο Τερεζίν, η Εύα είχε γίνει καλλιτέχνις σε άλλα πράγματα, από ανάγκη. Όπως, για παράδειγμα, στο ξάφρισμα, ή μάλλον στην αναδιανομή αντικειμένων που είχαν κατασχεθεί από τους κρατουμένους στο Σλόιζε, την περιοχή υποδοχής και διαλογής των κρατουμένων στο στρατόπε-

18 ΛΊΛΙ ΓΚΡΆΧΑΜ δο, όπου τους αφαιρούσαν τα υπάρχοντά τους. Αυτό το «ξάφρισμα» δεν ήταν ακριβώς κλεψιά, απλώς επέστρεφε τα κλοπιμαία, με αντάλλαγμα «Δεν ξέρω ακόμα» είπε η Εύα παρακολουθώντας να περνάει από μπροστά τους μια γυναίκα τόσο λεπτή, που έμοιαζε σαν να ήταν φτιαγμένη από σπιρτόξυλα. «Όμως πρέπει να προσπαθήσουμε. Δεν γίνεται να καταντήσουμε σαν αυτές».

ΤΟ ΠΑΙΔΊ ΤΟΥ ΆΟΥΣΒΙΤΣ 19