Η Ελληνική Οικονομία 1/01

Σχετικά έγγραφα
Εαρινές προβλέψεις : από την ύφεση προς τη βραδεία ανάκαμψη

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Στο 3,7% η ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας το Στα ίδια περίπου επίπεδα η προβλεπόµενη άνοδος το 2006

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών. Τριµηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονοµία

Το διεθνές οικονομικό περιβάλλον κατά το 2013 και η Ελλάδα

Εαρινές προβλέψεις : H ευρωπαϊκή ανάκαµψη διατηρεί τη δυναµική της, αν και υπάρχουν νέοι κίνδυνοι

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. με σκοπό να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο

Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2014: Αργή ανάκαμψη με πολύ χαμηλό πληθωρισμό

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟ ΕΛΤΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΔΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΪΌΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ

ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟ ΕΛΤΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΚΕΝΤΡΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ 14 Οκτωβρίου 2013

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία

Τριμηνιαία Έκθεση για την Ελληνική Οικονομία Τεύχος 1/03

Εμπεδώνεται η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Μακροοικονομικές προβλέψεις για την κυπριακή οικονομία

Τριμηνιαίο Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας

SEE & Egypt Economic Review, Απρίλιος 2013 Οι Προβλέψεις μας για το 2013: Η ύφεση στην Ευρωπαϊκή Ένωση & τα Συναλλαγματικά Διαθέσιμα Κυριαρχούν

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές

Δελτίο τύπου. Το 2016 η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ - ΙΣΟΤΙΜΙΑ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟ ΕΛΤΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

Ελληνική Επιχειρηματικότητα: Πραγματικότητα & Προοπτικές

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Σηµείωµα για τις Πρόσφατες Οικονοµικές και Νοµισµατικές Εξελίξεις

Οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές

Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2010

6. Μακροοικονομικές Προβλέψεις για την Κυπριακή Οικονομία

ΤΡΙΜΗΝΟ ,1 +29,3 +6,8. 18 η ΕΡΕΥΝΑ. 2ο TΡΙΜΗΝΟ 2018

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Τριμηνιαία Έρευνα. B Τρίμηνο 2010

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στην Κροατία

ΤΡΙΜΗΝΟ ,7 +28,7 +0,6. 19 η ΕΡΕΥΝΑ. 3ο TΡΙΜΗΝΟ 2018

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΈΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

Σημείωμα για το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής για τον μηχανισμό στήριξης από την Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο 2/5/2010

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΡΕΥΝΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2010

Η δυναμική στο Εμπορικό Ισοζύγιο κατά την κρίση και οι συνθήκες για ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο

Κ Ε Ν Τ Ρ Ι Κ Η Τ Ρ Α Π Ε Ζ Α Τ Η Σ Κ Υ Π Ρ Ο Υ

Παρουσίαση αποτελεσμάτων Δείκτη Εμπιστοσύνης Συμβούλων Μάνατζμεντ - GMCCI για το γ τρίμηνο του Με την υποστήριξη των εταιρειών μελών του ΣΕΣΜΑ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΗΣ ΕΚΤ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast. Περίληψη στα Ελληνικά

ΤΡΙΜΗΝΟ ,0% +30,6% +17,3% 21 η ΕΡΕΥΝΑ. 1ο TΡΙΜΗΝΟ 2019

Οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Μητροπόλεως 12-14, 10563, Αθήνα. Τηλ.: , Fax: ,

Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν Ε Ρ Ε Υ Ν Ω Ν

ΤΡΙΜΗΝΟ , η ΕΡΕΥΝΑ. 1ο TΡΙΜΗΝΟ 2018

Δομή του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα Σύνθεση και διάρκεια λήξης

Η Ελληνική Οικονομία 1/04

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 1 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Δ. Κ. ΜΑΡΟΥΛΗΣ Διευθυντής Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών Alpha Bank. H Ελληνική Εμπειρία ως Οδηγός για την Κύπρο

ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ Ο.Κ.Ε

Κρίση και προοπτικές ανάπτυξης στην ελληνική οικονομία

Μακροοοικονοµικές προβολές εµπειρογνωµόνων του Eυρωσυστήµατος για τη ζώνη του ευρώ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΗ

Μακροοικονοµικές προβολές εµπειρογνωµόνων του Ευρωσυστήµατος για τη ζώνη του ευρώ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Κ Υ Π Ρ Ο Υ. A. Έρευνες Οικονομικής Συγκυρίας * Απρίλιος 2011

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)

'Ολα τα σκληρά νέα μέτρα για την διάσωση της οικονομίας, και τα ποσά που θα εξοικονομηθούν από αυτά.

Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης ΒΑΡΟΜΕΤΡΟ ΕΒΕΘ. Palmos Analysis Ltd.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Κ Υ Π Ρ Ο Υ. A. Έρευνες Οικονομικής Συγκυρίας * Μάιος 2011

Τριµηνιαίο ελτίο Οικονοµικής Συγκυρίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. Οκτώβριος 2012

Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν Ε Ρ Ε Υ Ν Ω Ν

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Μητροπόλεως 12-14, 10563, Αθήνα. Τηλ.: , Fax: ,

Βασικά Χαρακτηριστικά

Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν Ε Ρ Ε Υ Ν Ω Ν

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν Ε Ρ Ε Υ Ν Ω Ν

Οµιλία του Προέδρου του ΣΕΒ. κ. Οδυσσέα Κυριακόπουλου. «Περιφερειακή Ανάπτυξη και Απασχόληση»

υπόδησης (-42,5%), την Κλωστοϋφαντουργία (-47,9%) και τα Τρόφιµα Ποτά Καπνός (-40,9%). Πτωτικά, αν και σε µικρότερη έκταση σε σχέση µε τους υπόλοιπους

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0383/7. Τροπολογία. Marco Valli, Rolandas Paksas εξ ονόματος της Ομάδας EFDD

Παρουσίαση αποτελεσμάτων Δείκτη Εμπιστοσύνης Συμβούλων Μάνατζμεντ - GMCCI για το β τρίμηνο του Με την υποστήριξη των εταιρειών μελών του ΣΕΣΜΑ

Παρουσίαση αποτελεσμάτων Δείκτη Εμπιστοσύνης Συμβούλων Μάνατζμεντ - GMCCI για το β τρίμηνο του Με την υποστήριξη των εταιρειών μελών του ΣΕΣΜΑ

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. προκειμένου να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στην Πολωνία. {SWD(2013) 605 final}

Κ Ε Ν Τ Ρ Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩ Ν ΕΡΕΥΝΩΝ

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 4 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Transcript:

Η Ελληνική Οικονομία 1/01 Τριμηνιαία Έκθεση Αρ. Τεύχους 28, Μάιος 2001 Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών-IOBE

Οι Συγγραφείς Η ανάλυση της πορείας της Ελληνικής Οικονομίας αποτελεί προϊόν συλλογικής εργασίας των Ερευνητών του ΙΟΒΕ. Τα κείμενα αυτά είναι ανυπόγραφα και οι απόψεις που εκφράζονται αποτελούν τη συνισταμένη των διαφόρων αντιλήψεων και απόψεων. Επίσης, οι απόψεις που εκφράζονται εδώ δεν ανταποκρίνονται κατ ανάγκη προς αυτές των οργανισμών που υποστηρίζουν, χρηματοδοτούν ή συνεργάζονται με το Ίδρυμα. Το IOBE Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών είναι ιδιωτικός, μη κερδοσκοπικός, κοινωφελής ερευνητικός οργανισμός. Ιδρύθηκε με σκοπό να προωθεί την επιστημονική έρευνα για τα τρέχοντα και αναδυόμενα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και να παρέχει αντικειμενική πληροφόρηση και να διατυπώνει προτάσεις οι οποίες είναι χρήσιμες στη διαμόρφωση πολιτικής Oι Χορηγοί Η μελέτη αυτή έγινε με την ευγενική χορηγία της Α.Β. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ Α.Ε Copyright 2001 Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών ISSN 1106-4315 Απαγορεύεται η με οιονδήποτε τρόπο ανατύπωση ή μετάφραση οποιουδήποτε μέρους της μελέτης, χωρίς την άδεια του εκδότη. Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (IOBE) Τσάμη Καρατάσου 11, 117 42 Αθήνα, Tηλ.: (210 9211200-10), Fax: (210 9233977) E-mail: iobe@ath.forthnet.gr - http://www.iobe.gr

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1.ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 7 Μετριοπαθέστερες προβλέψεις για την Παγκόσμια οικονομία... 7 Διευρύνονται οι αβεβαιότητες για την οικονομική πολιτική... 7 Να μη χαθεί η ευκαιρία της ευνοϊκής συγκυρίας... 7 Δημοσιονομική προσαρμογή με μείωση των δαπανών... 8 Το ασφαλιστικό "αναπτυξιακό πρόβλημα"... 8 Δυσχέρειες στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών... 8 Ταχεία άνοδος του ΑΕΠ στηριγμένη στις επενδύσεις... 9 Οι προοπτικές... 9 Ο πληθωρισμός μετά την ένταξη στην ΟΝΕ... 10 Η χειροτέρευση του ισοζυγίου ένδειξη παθογενειών της οικονομίας... 10 2. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ... 11 2.1 Τάσεις και Προοπτικές της Διεθνούς Οικονομίας... 11 2.2 Το οικονομικό περιβάλλον στην Ελλάδα... 15 2.2.1 Η οικονομική πολιτική... 15 Δημοσιονομική πολιτική... 17 Το ασφαλιστικό σύστημα... 18 Διαρθρωτική Πολιτική... 20 3. ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ... 23 3.1. Παραγωγή, Ζήτηση... 23 3.1.1. Μεταποίηση... 25 3.1.2. Κατασκευές... 28 3.1.3. Λιανικό Εμπόριο... 29 3.2 Τιμές... 30 3.3. Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών... 32 4. ΠΑΡAΡΤΗΜΑ: ΔΕΙΚΤΕΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ... 35

Πίνακες Πίνακας 2.1 Βασικοί Οικονομικοί Δείκτες Επιλεγμένων Χωρών... 13 Πίνακας 2.2 Βασικοί Οικονομικοί Δείκτες ΕΕ-15... 14 Πίνακας 3.1.Προβλεπόμενος ρυθμός μεταβολής ΑΕΠ... 23 Πίνακας 3.2. Ρυθμοί μεταβολής ΑΕΠ. (ΕΕ-Ελλάδα)... 23 Πίνακας 3.3 Βασικοί Οικονομικοί Δείκτες - Εκτιμήσεις και Προβλέψεις... 25 Διαγράμματα Διάγραμμα 3.1 Γενικός Δείκτης Παραγωγής & Δείκτης Βιομηχανικής Παραγωγής (ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)... 26 Διάγραμμα 3.2 Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στη Βιομηχανία (1990=100)... 26 Διάγραμμα 3.3 Λόγοι που παρεμποδίζουν την επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας (% επιχειρήσεων)... 27 Διάγραμμα 3.4.Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Κατασκευές (1990=100)... 28 Διάγραμμα 3.5 Δείκτης Όγκου Λιανικών Πωλήσεων (1995=100)... 29 Διάγραμμα 3.6 Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο (1993=100)... 29 Διάγραμμα 3.7 Συμβολή της τιμής καυσίμων στη μεταβολή του Γενικού Δείκτη τιμών Καταναλωτή (Ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές)... 30 Διάγραμμα 3.8 Πληθωριστικές Προσδοκίες Βιομηχανικών Επιχειρήσεων (διαφορά θετικών-αρνητικών απαντήσεων)... 30 Διάγραμμα 3.9 Συμβολή τιμών Αγαθών-Υπηρεσιών στη μεταβολή του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ετήσιες % μεταβολές)... 31 Διάγραμμα 3.10 Δομικός Πληθωρισμός (ετήσιες % μεταβολές)... 31 Διάγραμμα 3.11 Διεθνής συγκρίσεις τιμών Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ετήσιες % μεταβολές)... 31

Διαγράμματα Παραρτήματος I. ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ... 37 Ι-1.Κατά κεφαλήν ΑΕΠ... 39 Ι-2.Ρυθμός ανάπτυξης πραγματικού ΑΕΠ... 40 Ι-3.Ενεργειακή ένταση της οικονομίας... 41 Ι-4.Παραγωγικότητα (ανά εργαζόμενο)... 42 Ι-5.Πληθωρισμός... 43 Ι-6.Μεταβολή πραγματικού μοναδιαίου κόστους εργασίας... 44 Ι-7.Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης... 45 ΙΙ. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ... 47 ΙΙ-1 Δείκτης Απασχόλησης... 49 ΙI-2 Μεταβολή της απασχόλησης... 50 ΙΙ-3 Δείκτης Ανεργίας... 51 ΙΙ-4 Δείκτης Ανεργίας ( Γυναίκες)... 52 ΙΙ-5Δείκτης Ανεργίας ( Άντρες)... 53 ΙΙ-6Φορολογία χαμηλόμισθών εργαζομένων... 54 ΙΙ-7Δια βίου εκπαίδευση... 55 ΙΙΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΚΑΙ ΈΡΕΥΝΑ... 57 ΙΙΙ-1 Δημόσια δαπάνη για εκπαίδευση... 59 ΙΙΙ-2 Δαπάνες σε Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D)... 60 ΙΙΙ-3 Δαπάνες για τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ICT)... 61 ΙΙΙ-4 Πρόσβαση στο Internet... 62 ΙII-5 Ευρεσιτεχνίες σε τομείς υψηλής τεχνολογίας... 63 ΙΙΙ-6 Εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας... 64 ΙΙΙ-7 Venture Capital... 65 ΙV ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ... 67 ΙV-1 Ολοκλήρωση εμπορίου (Ενδοευρωπαικό εμπόριο)... 69 ΙV-2 Επενδύσεις Επιχειρήσεων... 70 ΙV-3 Σχετικό επίπεδο τιμών (συμπερ. έμμεσοι φόροι, Ε.Ε15=100)... 71 IV-4 Τιμές τηλεπικοινωνιών, 1999... 72 ΙV-5 Τιμές ηλεκτρικού ρεύματος (Βιομηχανική χρήση)... 73 ΙV-6 Τιμές ηλεκτρικού ρεύματος (Νοικοκυριά)... 74 ΙV-7 Προσέλκυση κεφαλαίων μέσω χρηματιστηρίου... 75 ΙV-8 Αξία κρατικών προμηθειών, για τις οποίες έχει γίνει δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε... 76 V ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ... 77 V-1 Κατανομή εισοδήματος... 79 V-2 Ποσοστό φτώχειας προ και μετά από κοινωνικές παροχές, 1996... 80 V-3 Άτομα που εγκαταλείπουν το σχολείο και δεν είναι σε εκπαίδευση ή κατάρτιση... 81 V-4 Διακύμανση του δείκτη ανεργίας σε περιφερειακό επίπεδο... 82

7 ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Μετριοπαθέστερες προβλέψεις για την Παγκόσμια οικονομία Με αφετηρία την κρίση του πετρελαίου, οι προβλέψεις για την πορεία της διεθνούς οικονομίας αναθεωρούνται προς τα κάτω. Οι ΗΠΑ αποτελούν τώρα το κύριο πρόβλημα λόγω της μεγάλης επιβράδυνσης της οικονομικής ανόδου και της χρηματιστηριακής κρίσης της "νέας οικονομίας". Εκτιμάται όμως ότι η κρίση αυτή θα μεταφερθεί στην Ευρώπη εξασθενημένη. Όσον αφορά την Ελλάδα, οι επιπτώσεις της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας σε συνδυασμό με το απαισιόδοξο σενάριο περαιτέρω χειροτέρευσης των μεγεθών στις ΗΠΑ δεν αναμένεται να έχουν έντονες επιδράσεις τόσο λόγω της μικρής εμπορικής διασύνδεσης της με την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και λόγω του γεγονότος ότι η νέα τεχνολογία καταλαμβάνει ακόμα μικρό μέγεθος της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας. Πάντως και για την ελληνική οικονομία οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών είναι τώρα πιο μετριοπαθείς. Διευρύνονται οι αβεβαιότητες για την οικονομική πολιτική Το επεισόδιο του ασφαλιστικού και ο τρόπος αντίδρασης της Κυβέρνησης πρόσθεσε νέα αρνητικά δεδομένα στο κλίμα, καθώς ανέδειξε τα ακόλουθα: Πρώτον έδειξε ότι πολιτικά και κομματικά κριτήρια εξακολουθούν να παίζουν αποφασιστικό ρόλο στη λήψη κρίσιμων αποφάσε- ων για την οικονομία, γεγονός που απομακρύνει το ενδεχόμενο αποφασιστικών πρωτοβουλιών για την εφαρμογή μιας αποτελεσματικής εντός-ονε οικονομικής πολιτικής. Δεύτερoν, απέδειξε τις μεγάλες δυσκολίες που συναντά ο κοινωνικός διάλογος κυρίως λόγω αμοιβαίας δυσπιστίας. Τρίτον, έθεσε υπό αμφισβήτηση την συνέχιση της δημοσιονομικής πολιτικής με την α- ναβίωση προτάσεων για αύξηση της φορολογίας. Συμπερασματικά, οι τελευταίες εξελίξεις δημιουργούν εύλογες αβεβαιότητες για το μείγμα της οικονομικής πολιτικής που πρόκειται να εφαρμοστεί στο άμεσο μέλλον. Μέχρι σήμερα, το κύριο πρόβλημα που α- πασχολούσε τις αγορές ήταν οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή πολιτικών που είχαν αποφασισθεί. Τώρα δημιουργούνται πρόσθετες αμφιβολίες και για τις συγκεκριμένες πολιτικές που θα υιοθετηθούν τελικά και κυρίως για το αν οι πολιτικές αυτές θα εξυπηρετούν τις ανάγκες της πραγματικής σύγκλισης μέσα στην ευρωζώνη. Να μη χαθεί η ευκαιρία της ευνοϊκής συγκυρίας Οι μακροοικονομικές συνθήκες υπό τις ο- ποίες εισήλθε η Ελλάδα ήταν -και παραμένουν- ευνοϊκές. Η οικονομία, αυτονομούμενη σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική, α- ναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, οι κοινοτικοί πόροι θα μπορούσαν να επιταχύνουν α-

8 κόμη περισσότερο τις ανοδικές τάσεις, οι Ολυμπιακοί αγώνες δημιουργούν ευκαιρίες νέων επενδύσεων στο άμεσο μέλλον, η διεθνής συγκυρία, παρά τα προβλήματα, παραμένει θετική. Η οικονομική πολιτική είχε - και πιστεύουμε πως έχει ακόμη- την ευκαιρία να εκμεταλλευθεί αυτές ακριβώς τις ευνοϊκές συνθήκες για να προωθήσει αποφασιστικά τις αλλαγές, που απαιτούνται για την πραγματική σύγκλιση. Η ευκαιρία αυτή δεν πρέπει να χαθεί. Δημοσιονομική προσαρμογή με μείωση των δαπανών Μέχρι σήμερα η δημοσιονομική προσαρμογή στηρίχθηκε κυρίως στην αύξηση των ε- σόδων και όχι στη μείωση των δαπανών. Όπως όμως έχει αποδείξει η διεθνής εμπειρία η μεθόδευση αυτή αφενός δεν παράγει διατηρήσιμα αποτελέσματα, καθώς υπόκειται στις συγκυριακές διακυμάνσεις της οικονομικής δραστηριότητας, και αφετέρου έχει συγκεκριμένα όρια που καθορίζονται από την φοροδοτική ικανότητα του πληθυσμού. Γι' αυτό θεωρείται τώρα σκόπιμο να αναπροσανατολιστεί η δημοσιονομική πολιτική, εμμένοντας με πολύ μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, απ' ότι στο παρελθόν στη μείωση των δαπανών. Το ασφαλιστικό "αναπτυξιακό πρόβλημα" Το ασφαλιστικό αναδεικνύει όλες τις κρίσιμες παραμέτρους της οικονομικής και κυρίως της δημοσιονομικής πολιτικής. Γι' αυτό η μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να αντιμετωπισθεί ως κατ' εξοχήν αναπτυξιακό πρόβλημα και όχι ως "αριθμητικό" ή "λογιστικό", που δεν λαμβάνει υπόψη την επίδραση των προτεινόμενων μέτρων στα βασικά οικονομικά μεγέθη και στην κατανομή του εισοδήματος μεταξύ των γενεών. Μια τέτοια "αναπτυξιακή" προσέγγιση θα πρέπει να λάβει υπόψη της όλες τις παραμέτρους, ενδογενείς και εξωγενείς. Στις πρώτες περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος και οι προτεινόμενες μεταβολές τους. Στις δεύτερες περιλαμβάνονται μεγέθη που δεν συνιστούν μεν στοιχεία του ασφαλιστικού συστήματος, επηρεάζουν όμως καθοριστικά την πορεία του. Παρεμβάσεις και πολιτικές που θα έχουν ευνοϊκές επιπτώσεις στις εξωγενείς παραμέτρους θα βελτιώσουν τις προϋποθέσεις για την εξεύρεση βιώσιμης και ευρέως αποδεκτής λύσης στο ασφαλιστικό πρόβλημα. Α- ναπόφευκτα όμως η λύση θα πρέπει να συμπεριλάβει και σημαντικές αλλαγές των ενδογενών μεταβλητών που καθορίζουν τη λειτουργία του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος. Δυσχέρειες στην προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών Η κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στην μεταβίβαση μεριδίων εταιρειών του Δημοσίου που είχαν επιλεγεί προς αποκρατικοποίηση. Εξάλλου, με εξαίρεση την παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης σε ορισμένες επιχειρήσεις του ΕΟΤ και της Διώρυγας της Κορίν-

9 θου το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και διαρθρωτικών αλλαγών στη διαχείριση των προνομίων του δημοσίου παραμένει στην ουσία ανενεργό. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά την επιτυχή έκβαση στην διαχείριση του πρώτου μεγάλου έργου υποδομής με τη μέθοδο της ανάθεσης που είναι το αεροδρόμιο των Σπάτων, η επιτάχυνση των διαγωνισμών παραχώρησης και άλλων έργων, δεν φαίνεται να προχωρεί με τους ρυθμούς που είχαν ανακοινωθεί. Θετικό θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι δρομολογήθηκε η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τη χορήγηση των πρώτων αδειών παραγωγής. Η μεθόδευση πάντως της απελευθέρωσης που έχει επιλεγεί παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες και ασάφειες Γενικότερα, η πολιτική των διαρθρωτικών αλλαγών κινείται με ιδιαίτερα βραδείς ρυθμούς, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της ότι ο παράγων χρόνος είναι πλέον καθοριστικός για την επιτυχία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Τέλος, κυρίαρχα ζητήματα διαρθρωτικών προσαρμογών όπως π.χ η αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης και η απλοποίηση του θεσμικού περιβάλλοντος δεν έχουν καν τεθεί στην ημερήσια διάταξη της πολιτικής των διαρθρωτικών αλλαγών. Ταχεία άνοδος του ΑΕΠ στηριγμένη στις επενδύσεις Η ελληνική οικονομία παρουσίασε και το 2000 υψηλό ρυθμό ανόδου, ο οποίος υπερέβη το 4%. Αυτός είναι ο τέταρτος κατά σει ρά χρόνος που η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο των κρατών-μελών της Ε.Ε. Αν δε, ληφθεί υπόψη ότι η θετική πορεία του ΑΕΠ συμβαδίζει με τη μείωση του πληθωρισμού και τον περιορισμό των δημοσίων ελλειμμάτων, εκτιμάται ότι η ελληνική οικονομία εισήλθε στην ευρωζώνη την 1.1.2001 κάτω από ευνοϊκές μακροοικονομικές συνθήκες. Οι συνθήκες αυτές και η επικείμενη ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ δημιούργησαν στη διάρκεια του 2000 ευνοϊκό επιχειρηματικό κλίμα, το οποίο τροφοδότησε έντονη επενδυτική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα. Οι προοπτικές Η ένταξη της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση αποτελεί ικανή συνθήκη της ταχύτερης αλλά και διαχρονικά διατηρήσιμης οικονομικής μεγέθυνσης καθώς η προοπτική της Ελληνικής Οικονομίας συνδέεται άμεσα με τις προοπτικές του συνόλου της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, η αναμενόμενη σταθερότητα των τιμών, η πτώση του κόστους χρηματοδότησης των δημοσίων και ιδιωτικών επενδυτικών προγραμμάτων καθώς επίσης και η εισροή πόρων από το 3 ο ΚΠΣ, αναμένεται να επιδράσουν θετικά στην επίτευξη των προβλεπόμενων για το 2001 υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Οι θετικές αυτές προοπτικές σκιάζονται ωστόσο από τις αβεβαιότητες που δημιουργεί η οικονομική πολιτική, η οποία θα μπορούσε να έχει αναδειχθεί ως παράγων περαιτέρω ενδυνάμωσης των θετικών εξελίξεων που καταγράφονται στην πραγματική

10 οικονομία. Εξάλλου, αν επεκταθεί ο ορίζοντας πέραν του 2006, όταν έχει εξαντληθεί η προωθητική δύναμη των κοινοτικών πόρων, είναι βέβαιο ότι η ελληνική οικονομία θα βρεθεί μπροστά σε σημαντικές δυσχέρειες, τις ο- ποίες θα έπρεπε από σήμερα να ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει. Ο πληθωρισμός μετά την ένταξη στην ΟΝΕ Οι επιπτώσεις της ανόδου των τιμών του πετρελαίου ήταν σχετικώς περιορισμένες στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης. Εξάλλου, η επιτάχυνση που παρουσιάζεται τον Απρίλιο θα πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν αναιρεί την πρόβλεψη για α- ποκλιμάκωση του πληθωρισμού στη διάρκεια του έτους. Βασική προϋπόθεση παραμένει βέβαια η ομαλή πορεία των τιμών των καυσίμων στις διεθνείς αγορές. Σημαντικό ρόλο όμως θα διαδραματίσουν και εγχώριοι παράγοντες όπως η συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, η ομαλή λειτουργία των αγορών, η συμπίεση του κόστους παραγωγής με αύξηση της παραγωγικότητας. Οι παράγοντες αυτοί είναι τώρα πρωταρχικοί καθώς η νομισματική πολιτική, η οποία με χρι πρόσφατα αποτέλεσε το κύριο αντιπληθωριστικό εργαλείο της οικονομικής πολιτικής είναι τώρα αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η χειροτέρευση του ισοζυγίου ένδειξη παθογενειών της οικονομίας Το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών παρουσίασε διευρυμένο έλλειμμα το 2000. Μια πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι ότι αν η ελληνική οικονομία δεν προστατευόταν από την ασπίδα της ΟΝΕ, το ύψος αυτό του ελλείμματος θα δημιουργούσε σοβαρό συναλλαγματικό πρόβλημα και θα εξανάγκαζε τις αρμόδιες αρχές στη λήψη έκτακτων μέτρων. Σήμερα, η συμμετοχή στην ΟΝΕ εξασφαλίζει ευστάθεια και προσφέρει περιθώρια χρόνου για τη λήψη διορθωτικών μέτρων. Από την άλλη πλευρά ωστόσο η διεύρυνση του ελλείμματος λειτουργεί ως αδρός δείκτης παθογενειών της ελληνικής οικονομίας. Και το μεγάλο αυτό έλλειμμα αποδεικνύει προβλήματα στην ανταγωνιστικότητα, ενώ η σύνθεση των εισαγωγών, οι οποίες ήταν σε μεγάλο βαθμό καταναλωτικά αγαθά υποδηλώνει τον κίνδυνο υπερθέρμανσης της ελληνικής οικονομίας.

11 2.ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 2.1 Τάσεις και Προοπτικές της Διεθνούς Οικονομίας Στην προηγούμενη έκθεση του ΙΟΒΕ έγινε αναφορά στις επιπτώσεις της ανόδου της τιμής του πετρελαίου, της εξασθένισης του ευρώ έναντι του δολαρίου, καθώς επίσης και στην πιθανή υπερτίμηση της σημασίας τους όσον αφορά το προσδιορισμό της πορείας τόσο της Ελληνικής όσο και της Ευρωπαϊκής οικονομίας. Οι γενικότερες εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία πάντως κατά το προηγούμενο έτος μπορούν να κριθούν ως ευνοϊκές με κύρια χαρακτηριστικά τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, τον σχετικά χαμηλό πληθωρισμό και την σημαντική επέκταση του διεθνούς εμπορίου. Όμως, από το δεύτερο εξάμηνο του 2000 σημειώθηκε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας σε διεθνές επίπεδο. Η υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης ήταν ιδιαίτερα έντονη στις ΗΠΑ με κύριους παράγοντες, την υψηλή τιμή των καυσίμων, τη σημαντική κάμψη των χρηματιστηριακών αξιών (ιδιαίτερα των εταιρειών της νέας τεχνολογίας) καθώς και την χειροτέρευση των προσδοκιών για τα επιχειρηματικά κέρδη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες από κινητήριος μοχλός της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, μεταβλήθηκαν, από το δεύτερο εξάμηνο του 2000, στο βασικό λόγο ανησυχίας της διεθνούς κοινότητας για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Το 2000, το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε κατά 5% όμως οι εξελίξεις στη διάρκεια του έτους αποκαλύπτουν την ταχεία επιβράδυν ση: μετά από ένα δυναμικό πρώτο εξάμηνο, η άνοδος του ΑΕΠ μειώθηκε, φτάνοντας το τελευταίο τρίμηνο στο 1,1%. Η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε επίσης σημαντικά μέσα στο έτος, αλλά ο βασικός παράγοντας επιβράδυνσης προήλθε από τη χειροτέρευση του επιχειρηματικού κύκλου. Από ρυθμούς αύξησης της τάξης του 20% το πρώτο τρίμηνο του 2000 οι επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό, το τελευταίο τρίμηνο μειώθηκαν, επηρεαζόμενες από τη σημαντική υποχώρηση των επενδύσεων σε εξοπλισμό που συνδέεται με τους υπολογιστές και τα υπολογιστικά συστήματα εν γένει, καθώς και από τη συρρίκνωση των επενδύσεων του εξοπλισμού για μεταφορές. Η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε για πέντε συνεχόμενους μήνες (μέχρι το Φεβρουάριο του 2001). Η επιβράδυνση αυτή συνεχίστηκε και στους πρώτους μήνες του 2001 αλλά οι δυνάμεις που βρίσκονταν πίσω από αυτή φαίνεται να εξασθενούν αργότερα μέσα στο χρόνο. Γενικότερα το 2001, ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας προβλέπεται (OECD, Economic Outlook, 2001) ότι θα υποχωρήσει στο 2% από 4,1% το 2000 επανακάμπτοντας στο 2,8% το 2002. Όσον α- φορά το πραγματικό Ευρωπαϊκό ΑΕΠ, προβλέπεται ότι θα παρουσιάσει αύξηση το 2001 κατά 2,6% σε σχέση με 3,4% του 2000 ενώ εμφανίζεται ελαφρά βελτιωμένο το 2002 (2,7%). Πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό, ότι οι προβλέψεις της τελευταίας έκθεσης του ΟΟΣΑ είναι αισθητά χαμηλότερες από τις αντίστοιχες του Νοεμβρίου 2000 όταν προβλεπόταν ανάπτυξη της τάξης

12 του 3,1% για τη ζώνη του ευρώ για το τρέχον έτος ενώ σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις η οικονομία της ζώνης του ευρώ θα αναπτυχθεί κατά 2,6%. Στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ η πραγματική εγχώρια ζήτηση αναμένεται ότι θα παρουσιάσει φθίνοντα ρυθμό αύξησης το 2001 (1,9%) σε σχέση με το 2000 (5,7%) ενώ θα ενισχυθεί το 2002. Η εικόνα είναι αντίστοιχη και για τις ΗΠΑ με τη μόνη διαφορά ότι το 2002 η αύξηση θα είναι μεγαλύτερη (3,1%). Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση εμφανίζει πιο μετριοπαθή εικόνα (σε σχέση με τις ΗΠΑ) τόσο όσον αφορά το τρέχον έτος (μεγαλύτερη αύξηση, 2,6%) όσο και το 2002 (μικρότερη αύξηση, 2,7%). Οι χαμηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης σε συνδυασμό με τη μείωση της τιμής του πετρελαίου, αναμένεται να λειτουργήσουν αποτρεπτικά στην ενίσχυση του πληθωρισμού, ο οποίος εκτιμάται ότι για τις χώρες του ΟΟΣΑ θα παρουσιάσει αύξηση το 2001 (3%) σε σχέση με το 2,5% του 2000 ενώ το 2002 προβλέπεται ότι θα επιβραδυνθεί εκ νέου. Το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα παραμείνει στα επίπεδα του 2000 (6,3%) για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ. Όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες προβλέπεται αύξηση, από 4,0% το 2000 σε 5,0% το 2002, ενώ για την Ευρωπαϊκή Ένωση εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει κάμψη (από 8,2% το 2000 σε 7,3% το 2002). Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εκτιμάται ότι θα παραμείνει με μικρές αποκλίσεις στα επίπεδα του 2000 τόσο για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ (από 1,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 1,2%) όσο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέλος, το παγκόσμιο εμπόριο προβλέπεται ότι θα παρουσιάσει επιβράδυνση και από 13,1% το 2000 η άνοδος θα προσεγγίσει το 7,2% και το 8,0% το 2000 και το 2001 αντίστοιχα. Σύμφωνα με τα τρέχοντα δεδομένα, που συνοψίζονται παραπάνω, οι προβλέψεις για τη διεθνή οικονομία παρουσιάζονται, παρά τις επιφυλάξεις, σχετικά αισιόδοξες. Μεγάλη σημασία έχει όμως ο επιμερισμός των επιπτώσεων από τις μεταβολές στην οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση αρχικά και την Ελλάδα στη συνέχεια. Είναι κατ' αρχάς δεδομένη η επίπτωση που είχε ήδη η επιβράδυνση της οικονομίας των Ηνωμένων Πολιτειών και η κρίση της χρηματιστηριακής αγοράς, με επίκεντρο τους τίτλους των εταιρειών της νέας τεχνολογίας. Εάν το φαινόμενο αυτό συνεχιστεί, τότε ο κίνδυνος για τη δημιουργία ανισορροπιών στην παγκόσμια οικονομία γίνεται πιο ορατός. Συγκεκριμένα, η περαιτέρω μείωση των τιμών των μετοχών της νέας οικονομίας θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών καθώς αυτός ο τομέας οικονομικής δραστηριότητας είναι ιδιαίτερα σημαντικός, και κατ' επέκταση στην οικονομία των χωρών που έχουν έντονο βαθμό διασύνδεσης με τις ΗΠΑ. Όμως, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, υπάρχουν οι βάσεις για ανάκαμψη της οικονομίας των Ηνωμένων Πολιτειών

13 και προσδιορίζονται μέσα από τη σταδιακή μείωση των αποθεμάτων των επιχειρήσεων όσο και από τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής. Πίνακας 2.1. Βασικοί Οικονομικοί Δείκτες Επιλεγμένων Χωρών 2000 2001 2002 2000 2001 2002 Ι ΙΙ Ι ΙΙ Ι ΙΙ Ποσοστιαίες Μεταβολές από τη Προηγούμενη Περίοδο Πραγματική Εγχώρια Ζήτηση ΗΠΑ 5,7 1,9 3,1 6,5 3,5 1,3 1,7 3,4 3,9 Ιαπωνία 1,3 1,2 0,7 2,7 0,2 2,5-0,4 0,8 1,5 Ευρωζώνη 2,8 2,5 2,6 3,3 2,1 2,7 2,7 2,6 2,7 Ευρωπαϊκή Ένωση 3,0 2,6 2,7 3,3 2,3 2,7 2,7 2,6 2,7 Σύνολο ΟΟΣΑ 4,2 1,9 2,7 5,1 2,3 1,9 1,7 2,9 3,3 Πραγματικό ΑΕΠ ΗΠΑ 5,0 1,7 3,1 5,9 2,7 1,2 1,9 3,3 3,7 Ιαπωνία 1,7 1,0 1,1 3,6-0,2 2,2 0,0 1,2 2,1 Ευρωζώνη 3,4 2,6 2,7 3,8 2,7 2,6 2,6 2,8 2,8 Ευρωπαϊκή Ένωση 3,3 2,6 2,7 3,6 2,7 2,6 2,5 2,7 2,8 Σύνολο ΟΟΣΑ 4,1 2,0 2,8 5,0 2,4 1,9 1,9 3,0 3,4 Πληθωρισμός ΗΠΑ 2,0 2,3 1,9 2,6 1,9 2,8 1,8 2,0 1,8 Ιαπωνία -1,7-1,2-0,4-1,1-2,4-0,9-0,6-0,4-0,4 Ευρωζώνη 1,2 2,2 2,1 1,4 1,4 2,6 2,2 2,1 2,0 Ευρωπαϊκή Ένωση 1,4 2,2 2,1 1,4 1,6 2,4 2,2 2,1 2,1 Σύνολο ΟΟΣΑ χωρίς την Τουρκία 1,7 2,1 1,9 2,0 1,6 2,4 1,9 1,9 1,8 Σύνολο ΟΟΣΑ 2,5 3,0 2,6 2,8 2,2 3,5 2,7 2,6 2,4 Ποσοστό Εργατικού Δυναμικού Ανεργία ΗΠΑ 4,0 4,6 5,0 4,0 4,0 4,3 4,8 5,0 5,0 Ιαπωνία 4,7 4,9 4,8 4,7 4,7 4,9 4,9 4,8 4,8 Ευρωζώνη 9,0 8,3 7,8 9,2 8,7 8,5 8,2 8,0 7,7 Ευρωπαϊκή Ένωση 8,2 7,7 7,3 8,4 8,0 7,8 7,6 7,4 7,2 Σύνολο ΟΟΣΑ 6,3 6,3 6,3 6,3 6,2 6,3 6,4 6,3 6,3 Ποσοστό του ΑΕΠ Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών ΗΠΑ -4,4-4,2-4,0-4,2-4,5-4,3-4,0-4,0-3,9 Ιαπωνία 2,5 2,2 2,7 2,7 2,3 2,1 2,3 2,6 2,9 Ευρωζώνη -0,1-0,2-0,1 0,2-0,5-0,2-0,2-0,1 0,0 Ευρωπαϊκή Ένωση -0,3-0,4-0,4-0,1-0,6-0,4-0,4-0,4-0,3 Σύνολο ΟΟΣΑ -1,3-1,3-1,2-1,1-1,4-1,4-1,2-1,1-1,1 Ποσοστό Βραχυχρόνια Επιτόκια ΗΠΑ 6,5 4,6 4,4 6,3 6,6 4,9 4,3 4,3 4,5 Ιαπωνία 0,2 0,3 0,2 0,1 0,4 0,3 0,2 0,2 0,2 Ευρωζώνη 4,4 4,4 4,3 3,9 4,9 4,5 4,3 4,3 4,3 Ποσοστιαία Μεταβολή από την Προηγούμενη Περίοδο Παγκόσμιο Εμπόριο 13,1 7,2 8,0 14,2 11,3 5,6 6,5 8,3 9,1 Πηγή: OECD Economic Outlook N. 69, May 2001.

14 Η Ευρωπαϊκή οικονομία αναμένεται να πληγεί τόσο από τη συρρίκνωση της εμπορικής δραστηριότητας με τις ΗΠΑ όσο και από τη μείωση της εμπιστοσύνης. Όμως, όπως αναφέρεται σε μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η έκθεση της Ευρωπαϊκής οικονομίας στο διεθνές εμπόριο είναι περιορισμένη και οι υπάρχουσες αναπτυξιακές δυνάμεις, όπως η δημιουργία θέσεων απασχόλησης, η μείωση της φορολογίας και η σταθερότητα των τιμών, εγγυώνται, σε ένα μεγάλο ποσοστό, την εσωτερική σταθερότητα. Ετσι, η Ευρωπαϊκή οικονομία αναμένεται μεν να επηρεαστεί αρνητικά, η ένταση όμως των επιπτώσεων δεν κρίνεται ακόμη ως ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς εσωτερικοί παράγοντες, όπως η άνοδος των επενδύσεων κατά το προηγούμενο έτος λόγω των ευνοϊκών μακροοικονομικών συνθηκών παραμένουν ισχυροί. Όσον αφορά την Ελλάδα, οι επιπτώσεις της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας σε συνδυασμό με το απαισιόδοξο σενάριο περαιτέρω χειροτέρευσης των μεγεθών στις ΗΠΑ δεν αναμένεται να έχουν έντονες επιδράσεις τόσο λόγω της μικρής εμπορικής διασύνδεσης της με την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και λόγω του γεγονότος ότι η νέα τεχνολογία καταλαμβάνει ακόμα μικρό μέγεθος της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας. Πάντως και για την ελληνική οικονομία οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών είναι τώρα πιο μετριοπαθείς. Εκτιμάται όμως ότι η αναθεώρηση των προβλέψεων οφείλεται εν μέρει μόνο στο διεθνές περιβάλλον, καθώς εξίσου σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και εγχώριοι παράγοντες, οι οποίοι αναφέρονται στις επόμενες παραγράφους. Πίνακας 2.2 Βασικοί Οικονομικοί Δείκτες ΕΕ-15 1997 1998 1999 2000 2001 2002 Μεταβολή ΑΕΠ 2,6 2,8 2,5 3,4 2,8 2,9 Μεταβολή Επενδύσεων Εξοπλισμού 6,2 10,3 7,0 6,6 5,4 5,6 Μεταβολή Απασχόλησης 1,0 1,6 1,6 1,7 1,2 1,2 Ποσοστό Ανεργίας (% εργατικού δυναμικού) 10,6 9,9 9,2 8,3 7,7 7,2 Πληθωρισμός (μεταβολή ΕνΔΤΚ) 1,7 1,3 1,2 2,1 2,1 1,8 Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης (% ΑΕΠ) -2,4-1,5-0,6 1,2-0,2 0,0 Χρέος Γενικής Κυβέρνησης (% ΑΕΠ) 71,1 69,0 67,5 64,5 61,7 59,3 Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (% ΑΕΠ) 1,4 0,8 0,3-0,2-0,3-0,3 Πηγή: European Economy, Supplement A, Προβλέψεις Μάρτιος - Απρίλιος 2001

15 2.2 Το οικονομικό περιβάλλον στην Ελλάδα Στο διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη Έκθεση του ΙΟΒΕ, εντάθηκαν οι αβεβαιότητες που είχαν επισημανθεί τότε, με αποτέλεσμα την χειροτέρευση του κλίματος, αλλά και την προς τα κάτω αναθεώρηση των αισιόδοξων προοπτικών για το 2001 και τα επόμενα χρόνια. Ετσι, η Ευρωπαϊκή Ε- πιτροπή στις εαρινές προβλέψεις της τοποθετεί την άνοδο του ΑΕΠ στο 4,4% το 2001 έναντι αντίστοιχης πρόβλεψης της τάξεως του 4,5% που είχε διατυπωθεί το φθινόπωρο του 2000. Εντονότερη εξάλλου ήταν η αναθεώρηση της πρόβλεψης τους ΟΟΣΑ από 4,5% σε 4%. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αρχική πρόβλεψη της Κυβέρνησης, βάσει της οποίας καταρτίσθηκε και ο Προϋπολογισμός του 2001, αναφερόταν σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 5% το 2001. 2.2.1 Η οικονομική πολιτική Οι καθαρώς εγχώριοι παράγοντες, οι οποίοι θα πρέπει να θεωρηθούν υπεύθυνοι για την ένταση της αβεβαιότητας, η οποία εκφράζεται και στην αναθεώρηση των προβλέψεων, συνδέονται κυρίως με την γενικευμένη εκτίμηση των αγορών ότι μετά την ένταξη στην ΟΝΕ η οικονομική πολιτική παρουσιάζει σημεία κόπωσης, έχοντας απολέσει τη δυναμική που είχε στην περίοδο των σαφών στόχων της ονομαστικής σύγκλισης και των συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων. Το κλίμα επιβαρύνθηκε ακόμη περισσότερο μετά την αποτυχημένη απόπειρα έναρξης διαλόγου για το ασφαλιστικό. Οι αντιδράσεις που πυροδότησαν οι κυβερνητικές προτάσεις και η αναδίπλωση που ακολούθησε δείχνει ότι πολιτικά και κομματικά κριτήρια εξακολουθούν να παίζουν αποφασιστικό ρόλο στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων για την οικονομία. Η διαπίστωση αυτή δεν προοιωνίζεται ταχείες εξελίξεις και σε άλλους τομείς διαρθρωτικών αλλαγών, οι οποίοι παρουσιάζουν ήδη καθυστέρηση, όπως π.χ. η Ο.Α. και ο ΟΤΕ. Στην προηγούμενη Έκθεση του ΙΟΒΕ είχε τονισθεί ότι το δυσμενές κλίμα, που είχε αρχίσει να διαμορφώνεται τότε, "θα μπορούσε να ανατραπεί αν είχαν υπάρξει σαφείς και τολμηρές πρωτοβουλίες από την Κυβέρνηση, οι οποίες θα καταδείκνυαν πειστικά την αποφασιστικότητα της να προχωρήσει με πολύ ταχύτερους ρυθμούς, εκμεταλλευόμενη την ευνοϊκή συγκυρία που παρέχουν οι θετικές προοπτικές στην πραγματική οικονομία". Σήμερα όμως το ενδεχόμενο να υπάρξουν τέτοιες πρωτοβουλίες στο άμεσο μέλλον μοιάζει να απομακρύνεται. Και φαίνεται πιθανότερο να γίνει πιο διστακτική η οικονομική πολιτική επιλέγοντας "συμβιβαστικές" λύσεις που θα προκαλούσαν τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις και κλιμακώνοντας σε βάθος χρόνου τις αναγκαίες παρεμβάσεις. Όμως μια τέτοια "μερική" προσέγγιση δεν πείθει αφενός για την αποφασιστικότητα της και αφετέρου, δεν μπορεί να κατευνάσει τις αντιδράσεις, οι οποίες θα εντείνονται μετά από κάθε υπαναχώρηση. Αν έτσι εξελιχθούν τα πράγματα είναι βέβαιο ότι το κλίμα θα επιδεινωθεί. Ένα δεύτερο αρνητικό στοιχείο που αναδείχθηκε από τη πρόσφατη διαμάχη για το ασ-

16 φαλιστικό είναι η δυσπιστία όλων των μερών απέναντι στον κοινωνικό διάλογο. Η μόνιμη αυτή αδυναμία της ελληνικής κοινωνίας έχει επισημανθεί με ιδιαίτερη έμφαση από το ΔΝΤ, το οποίο στην Έκθεση του για την ελληνική οικονομία πριν από λίγους μήνες έγραφε: "Στην Ελλάδα αντίθετα με ότι συμβαίνει στα άλλα κράτη-μέλη, αναδύεται συχνά μια αίσθηση αμοιβαίας δυσπιστίας ανάμεσα στους κοινωνικούς εταίρους και έλλειψη εμπιστοσύνης στις δυνάμεις της α- γοράς. Αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει την αναζήτηση αμοιβαίως επωφελών λύσεων, μεταθέτοντας το βάρος για τη λύση των προβλημάτων στην παρέμβαση του κράτους ή στη θέσπιση νέων νόμων. Κατά την άποψη μας επιβάλλεται η υπέρβαση αυτού του κλίματος δυσπιστίας και η προώθηση αποφασιστικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για να επιταχυνθεί η σύγκλιση του ελληνικού επιπέδου διαβίωσης με το μέσο ευρωπαϊκό. Εξάλλου οι καθυστερήσεις της Ελλάδας μέσα σε ένα πιο ολοκληρωμένο οικονομικό περιβάλλον, όπως αυτό της ευρωζώνης, υ- πάρχει κίνδυνος να οδηγήσουν σε επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, όπως συνέβη μετά την ένταξη στην ΕΟΚ το 1981". Το τρίτο στοιχείο που προβλήθηκε με αφορμή το ασφαλιστικό, είναι η έντονη αμφισβήτηση της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα τα προσεχή χρόνια. Αιτήματα που συνεχίζουν να διατυπώνονται για αύξηση της φορολογίας για να ενισχυθεί η κρατική χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος βρίσ- IMF "Greece-2000 Article IV Consultation, Conclusions of the IMF Mission" Athens, November 20, 2000. κονται σε αντίθεση προς τις κατευθύνσεις που επιβάλλουν στη δημοσιονομική πολιτική τα κριτήρια της σύγκλισης, τα Σύμφωνα Σταθερότητας και Ανάπτυξης και οι ανάγκες της ελληνικής οικονομίας για ταχύτερη πραγματική σύγκλιση. Οι προτάσεις αυτές δεν φαίνεται να υιοθετούνται -προς το παρόν τουλάχιστον- από την Κυβέρνηση. Δημιουργείται όμως έτσι ένα κλίμα αυξανόμενων προσδοκιών για τις δυνατότητες του Κράτους, κλίμα το οποίο μπορεί να δυσχεράνει στο μέλλον την εφαρμογή των πολιτικών που έχουν ήδη εξαγγελθεί. Συμπερασματικά, οι τελευταίες εξελίξεις δημιουργούν εύλογες αβεβαιότητες για το μείγμα της οικονομικής πολιτικής που πρόκειται να ακολουθηθεί στο άμεσο μέλλον. Μέχρι σήμερα, το κύριο πρόβλημα που α- πασχολούσε τις αγορές ήταν οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή πολιτικών που είχαν αποφασισθεί. Τώρα δημιουργούνται πρόσθετες αμφιβολίες και για τις συγκεκριμένες πολιτικές που θα υιοθετηθούν τελικά και κυρίως για το αν οι πολιτικές αυτές θα εξυπηρετούν τις ανάγκες της πραγματικής σύγκλισης μέσα στην ευρωζώνη. Οι μακροοικονομικές συνθήκες υπό τις ο- ποίες εισήλθε η Ελλάδα ήταν -και παραμένουν- ευνοϊκές. Η οικονομία, αυτονομούμενη σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική, α- ναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, οι κοινοτικοί πόροι θα μπορούσαν να επιταχύνουν α- κόμη περισσότερο τις ανοδικές τάσεις, οι Ολυμπιακοί αγώνες δημιουργούν ευκαιρίες νέων επενδύσεων στο άμεσο μέλλον, η διεθνής συγκυρία, παρά τα προβλήματα, παραμένει θετική. Η οικονομική πολιτική είχε -

17 και πιστεύουμε πως έχει ακόμη- την ευκαιρία να εκμεταλλευθεί αυτές ακριβώς τις ευνοϊκές συνθήκες για να προωθήσει αποφασιστικά τις αλλαγές που απαιτούνται για την πραγματική σύγκλιση. Η ευκαιρία αυτή δεν πρέπει να χαθεί. Δημοσιονομική πολιτική Οι μεγαλύτερες δυσκολίες που μπορεί να δημιουργήσουν τα όσα διαπιστώνονται παραπάνω εντοπίζονται κυρίως στη δημοσιονομική πολιτική, όπου παρά την μεγάλη πρόοδο που συντελέσθηκε τα τελευταία χρόνια, πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η επιβαλλόμενη επιτάχυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής δεν είναι ούτε αυτονόητη, ούτε ευθύγραμμη. Αρχίζοντας από τον Προϋπολογισμό του 2001 θα πρέπει να σημειωθεί ότι καταρτίσθηκε σε μια περίοδο που χαρακτηριζόταν από την ευφορία της επικείμενης ένταξης στην ΟΝΕ. Ετσι, έθεσε στόχους που δεν ήταν αρκετά φιλόδοξοι, ιδιαίτερα στο σκέλος των δαπανών. Βεβαίως υπάρχει η πρόβλεψη για πλεονασματικό Προϋπολογισμό, η οποία όμως, υπό τις παρούσες συνθήκες, πρέπει οπωσδήποτε να πραγματοποιηθεί. Αν οι συνθήκες ήταν διαφορετικές, ενδεχόμενες μικρές αποκλίσεις στην εκτέλεση του Προϋπολογισμού δεν θα συνιστούσαν ίσως πρόβλημα. Σήμερα όμως αν τελικά το προβλεπόμενο πλεόνασμα δεν υπάρξει και καταλήξουμε έστω και σε μικρό έλλειμμα η εξέλιξη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως αποτυχία με αρνητικές επιπτώσεις στο γενικότερο κλίμα. Η μέχρι σήμερα εκτέλεση του Προϋπολογισμού του 2001 δεν εμφανίζει ακόμη αποκλίσεις, οι οποίες θα έθεταν υπό αμφισβήτηση την πραγματοποίηση του προβλεφθέντος πλεονάσματος. Όμως οι αρχικές υποθέσεις στις οποίες στηρίχθηκε η πρόβλεψη έχουν ήδη αλλάξει. Η σημαντικότερη αναθεώρηση αφορά την άνοδο του ΑΕΠ, η οποία στον Προϋπολογισμό είχε εκτιμηθεί στο 5%. Σήμερα η πρόβλεψη έχει περιορισθεί στο 4,5% περίπου. Με τέτοια άνοδο του ΑΕΠ το σύνολο των φορολογικών εσόδων θα μειωθεί έναντι του προϋπολογισθέντος και το πλεόνασμα θα εξαλειφθεί. Κι' αυτό γιατί η πραγματοποίηση του πλεονάσματος και γενικότερα η δημοσιονομική διαχείριση βασίζεται κυρίως στην πραγματοποίηση υψηλών εσόδων, τα οποία όμως εξαρτώνται άμεσα από την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας. Τα έσοδα αποτέλεσαν τα τελευταία χρόνια το κύριο όχημα μέσω του οποίου επετεύχθη ένα μεγάλο μέρος της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αρκεί να σημειωθεί ότι το 2000 ήταν ο τρίτος κατά σειρά χρόνος κατά τον οποίο τα έσοδα υπερέβησαν την αρχική πρόβλεψη. Ειδικότερα δε, ο φόρος εισοδήματος των εταιρειών αυξήθηκε κατά 50,9% το 2000 έναντι 11,6% το 1999 και ήταν κατά 63% υψηλότερος απ' αυτόν που είχε προβλεφθεί. Οι δαπάνες αντίθετα αυξήθηκαν κατά 7,5% έναντι προβλέψεως 4,2% και ειδικότερα η αύξηση των δαπανών προσωπικού ήταν σχεδόν διπλάσια από την προϋπολογισθείσα. Τα παραπάνω θέτουν το γενικότερο ζήτημα

18 της μεθόδευσης της δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία στηρίχθηκε στην αύξηση των εσόδων χωρίς να επιδιώκει παράλληλα και τη μείωση των δαπανών. Όπως όμως έχει αποδείξει η διεθνής εμπειρία η μεθόδευση αυτή αφενός δεν παράγει διατηρήσιμα αποτελέσματα, καθώς υπόκειται στις συγκυριακές διακυμάνσεις της οικονομικής δραστηριότητας, και αφετέρου έχει συγκεκριμένα όρια που καθορίζονται από την φοροδοτική ικανότητα του πληθυσμού. Γι' αυτό θεωρείται τώρα σκόπιμο να αναπροσανατολιστεί η δημοσιονομική πολιτική, εμμένοντας με πολύ μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, απ' ότι στο παρελθόν στη μείωση των δαπανών. Αυτό επιβάλλεται από τους μεσοπρόθεσμους στόχους της δημοσιονομικής πολιτικής οι οποίοι είναι: πρώτον, να ικανοποιεί τους όρους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για ισοσκελισμένους ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Δεύτερον, να αντιμετωπίζει πληθωριστικές πιέσεις που θα οδηγούν σε απόκλιση από τον μέσο πληθωρισμό της Ευρωζώνης. Τρίτον, να πραγματοποιεί υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα -της τάξεως του 7% του ΑΕΠπου θα οδηγούν στη μείωση του δημόσιου χρέους, μέσω περικοπών των πρωτογενών δημοσίων δαπανών. Τέταρτον, να δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, περιορίζοντας το φορολογικό βάρος. Το ασφαλιστικό σύστημα πτυχή της δημοσιονομικής πολιτικής σήμερα και στο μέλλον. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι στην πρόσφατη Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομική πολιτική ένας από τους τέσσερις στόχους που τίθενται για τη δημοσιονομική πολιτική στην Ελλάδα είναι: "Να επιταχύνει την μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος για να διασφαλίσει τη διατηρησιμότητά του. Ειδικότερα να αναλάβει πρωτοβουλίες μέσα στο 2001 για την αναμόρφωση του συστήματος των συντάξεων, η οποία είναι αναγκαία για να αντιμετωπισθούν οι προκλήσεις ενός γηράσκοντος πληθυσμού". Η σύνδεση του ασφαλιστικού με τη δημοσιονομική πολιτική είναι προφανής αν ληφθεί υπόψη ότι οι κρατικές δαπάνες για συντάξεις αποτελούν ήδη το 5% του ΑΕΠ και οι διαφαινόμενες δημογραφικές εξελίξεις αυξάνουν σημαντικά το ποσοστό αυτό τα επόμενα χρόνια. Το 2000 οι επιχορηγήσεις του τακτικού προϋπολογισμού προς τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης έφτασαν τα 1050,18 δις.δρχ. έναντι 940,68 δις.δρχ. το 1999, σημείωσαν δηλαδή αύξηση 11,6%, η οποία ήταν πολύ ταχύτερη από την αύξηση του συνόλου των δημοσίων δαπανών. Οι επιχορηγήσεις αυτές προϋπολογίζεται να αυξηθούν περαιτέρω κατά 6,1% το 2001, φτάνοντας τα 1114,7 δις.δρχ., πάλι ταχύτερα από την προβλεπόμενη αύξηση των δαπανών του προϋπολογισμού. Στις επιχορηγήσεις προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς θα πρέπει να προστεθούν οι δαπάνες για την Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, εκτός των άλλων παραμέτρων που τη χαρακτηρίζουν, αποτελεί μια ακόμα κρίσιμη Commission of the European Communities "Commission Recommendation for the 2001 Broad Policy Guidelines of the Economic Policies of the Member States and the Community" Brussels, 25 April 2001.

19 συνταξιοδότηση των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίες από 926,1 δις.δρχ. το 1999 αυξήθηκαν σε 973,0 δις.δρχ. το 2000 και προβλέπεται να φθάσουν τα 1017,00 δις.δρχ. το 2001. Ετσι, συνολικά οι δαπάνες του κράτους για συντάξεις εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν το 2001 το 17% του συνόλου των δαπανών του Τ.Π. Μ' αυτά τα δεδομένα, σε συνδυασμό με τις προτεραιότητες της δημοσιονομικής πολιτικής, όπως εκτέθηκαν παραπάνω, εκτιμάται ότι η δυνατότητα των μελλοντικών προϋπολογισμών να αυξάνουν συνεχώς τους πόρους που κατευθύνουν στο ασφαλιστικό σύστημα είναι περιορισμένη, αν δεν υπάρξει ριζική αναδιάρθρωση και ανακατανομή των δαπανών. Αυτό βεβαίως συνεπάγεται εξίσου δύσκολες επιλογές καθώς το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών αφορούν μισθούς του προσωπικού, ενώ ένα σημαντικό μέρος αντιπροσωπεύουν οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους. Για να περιορισθούν όμως οι τελευταίες θα πρέπει να μειωθεί δραστικά το δημόσιο χρέος, με τη δημιουργία υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων. Από την άλλη πλευρά, η αύξηση της φορολογίας για την εξασφάλιση πρόσθετων πόρων δεν είναι εφικτή στις παρούσες συνθήκες του εντεινόμενου ανταγωνισμού. Αντίθετα, οι συνθήκες αυτές επιβάλλουν τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης εργαζομένων και επιχειρήσεων, μείωση που περιλαμβάνεται ήδη στην εξαγγελθείσα μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος το 2002. Οι διαπιστώσεις αυτές υποδηλώνουν ότι η αντιμετώπιση του ασφαλιστικού προβλήματος δεν μπορεί να γίνει χωρίς να συνυπολογισθούν οι επιπτώσεις οποιασδήποτε πρότασης στα κρίσιμα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, τα οποία με τη σειρά τους θα καθορίσουν και τις δυνατότητες του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος. Αν π.χ. επιλεγούν λύσεις, που επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα θα πρέπει να μετρηθούν οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη και στην απασχόληση, σε παραμέτρους δηλαδή που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τα έσοδα τόσο του κράτους, όσο και του ασφαλιστικού συστήματος καθεαυτού. Με άλλα λόγια η μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να αντιμετωπισθεί ως κατ' εξοχήν αναπτυξιακό πρόβλημα και όχι ως "αριθμητικό" ή "λογιστικό", που δεν λαμβάνει υπόψη την επίδραση των προτεινόμενων μέτρων στα βασικά οικονομικά μεγέθη και στην κατανομή του εισοδήματος μεταξύ των γενεών. Μια τέτοια "αναπτυξιακή" προσέγγιση θα πρέπει να λάβει υπόψη της όλες τις παραμέτρους, ενδογενείς και εξωγενείς. Στις πρώτες περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος και οι προτεινόμενες μεταβολές τους, δηλαδή τα όρια ηλικίας, τα ποσοστά αναπλήρωσης, η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας του, η αξιοποίηση των πόρων των ταμείων, τα συστήματα ασφάλισης. Στις δεύτερες περιλαμβάνονται μεγέθη που δεν συνιστούν μεν στοιχεία του ασφαλιστικού συστήματος, ε- πηρεά-

20 ζουν όμως καθοριστικά την πορεία του. Τέτοια μεγέθη είναι το ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό, η απασχόληση και η ανεργία, η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα, η παραοικονομία και η παράνομη εργασία. Παρεμβάσεις και πολιτικές που θα έχουν ευνοϊκές επιπτώσεις στις εξωγενείς παραμέτρους θα βελτιώσουν τις προϋποθέσεις για την εξεύρεση βιώσιμης και ευρέως αποδεκτής λύσης στο ασφαλιστικό πρόβλημα. Α- ναπόφευκτα όμως η λύση θα πρέπει να συμπεριλάβει και σημαντικές αλλαγές των ενδογενών μεταβλητών που καθορίζουν τη λειτουργία του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος. Διαρθρωτική Πολιτική Η στασιμότητα στην κεφαλαιαγορά σε συνάρτηση με την ακολουθούμενη πολιτική στην μεταβίβαση μετοχικών μεριδίων των κρατικών επιχειρήσεων έχει περιορίσει σημαντικά τις δυνατότητες της κυβέρνησης για προώθηση του προγράμματος διαρθρωτικών αλλαγών. Ταυτόχρονα η παγκόσμια ύφεση με τις ανακατατάξεις που δημιουργεί στην στρατηγική εξαγορών και συγχωνεύσεων των μεγάλων επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στις εταιρείες δικτύων, μειώνει ακόμη περισσότερο την δυνατότητα επίτευξης των κυβερνητικών στόχων στην μεταβίβαση μεριδίων εταιρειών του δημοσίου όπως η ΕΤΒΑ, ο ΟΤΕ η Ο.Α. και πολλές άλλες που κατά καιρούς εντάχθηκαν στις λίστες των προς α- ποκρατικοποίηση. Στις αρχές Φεβρουαρίου 2001 η χώρα ήταν υποχρεωμένη σύμφωνα με τις συμβατικές της υποχρεώσεις να προχωρήσει στην απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Πράγματι τελικά η διαδικασία απελευθέρωσης δρομολογήθηκε με την χορήγηση των πρώτων αδειών παραγωγής. Είναι σκόπιμο στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι, για πολλούς λόγους που ανακοινώθηκαν και σε πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ η μεθοδολογία απελευθέρωσης που έχει επιλεγεί, έχει αρκετές αδυναμίες και ασάφειες. Συγκεκριμένα, περιορίζει σημαντικά τον ανταγωνισμό α- ποκλείοντας την είσοδο λιανικών εμπόρων ηλεκτρικής ενέργειας, διατηρεί για την ΔΕΗ σ' ένα μεγάλο βαθμό το δικαίωμα της ανεξαρτησίας στην κατανομή των φορτίων και γενικά περιορίζει σημαντικά τα μονοπωλιακά της προνόμια στην παραγωγή, ιδιαίτερα στον βαθμό που ο φορέας διανομής δεν α- κολουθεί μία συγκεκριμένη μεθοδολογία επιδότησης των μεγάλων παραγωγών. Με εξαίρεση την παραχώρηση των δικαιωμάτων χρήσης σε ορισμένες επιχειρήσεις του ΕΟΤ και της Διώρυγας της Κορίνθου το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και διαρθρωτικών αλλαγών στην διαχείριση των προνομίων του δημοσίου παραμένει ουσία ανενεργό. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρ' όλη την επιτυχή έκβαση στην διαχείριση του πρώτου μεγάλου έργου υποδομής με την μέθοδο της ανάθεσης που δεν είναι άλλη από το αεροδρόμιο των Σπάτων, η επιτάχυνση των διαγωνισμών παραχώρησης και άλλων έργων, όπως για παράδειγμα αυτών που συνδέονται με τα μεγάλα εθνικά οδικά δίκτυα, δεν φαί-

21 νεται να προχωράει με τους ρυθμούς που είχαν ανακοινωθεί. Σε επίπεδο απελευθέρωσης των αγορών με άρση των διοικητικών παρεμβάσεων και εμποδίων που ελέγχουν την λειτουργία τους, παρ' όλες τις υποδείξεις των διεθνών οργανισμών όπως π.χ. του ΟΟΣΑ, δεν μπορούμε να διακρίνουμε κάποιες σχετικά θετικές ε- νέργειες. Παρ' όλη την ολοκλήρωση των προτάσεων του ΚΕΠΕ, κρατικού φορέα οικονομικών μελετών, ο οποίος κατ ανάθεση επεξεργάστηκε ορισμένες προτάσεις για άρση των διοικητικών παρεμβάσεων οι όποιες ενέργειες και αν ανακοινώθηκαν τελικά ή δεν πραγματοποιήθηκαν ή αποσύρθηκαν. Τυπικά παραδείγματα το θέμα της υποχρεωτικής παράστασης των νομικών στα συμβόλαια αστικών μεταβιβάσεων και το θέμα των αδειοδοτήσεων των αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης. Η αντίδραση που παρουσιάστηκε και στις δύο περιπτώσεις όχι μόνο άλλαξε τις κυβερνητικές θέσεις αλλά το κυριότερο μετέθεσε χρονικά την όποια δραστηριότητα σκόπευε η κυβέρνηση να αναλάβει. Σε επίπεδο ελέγχου της εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού η αρμόδια Επιτροπή συνέχισε να λειτουργεί, παρ' όλη την νέα της σύνθεση και την διαφαινόμενη αρχικά πρόθεσή της να ανατρέψει τα δεδομένα, με τα γνωστά πρότυπα. Οι διαδικασίες καθυστερούν, οι υποθέσεις δεν εξετάζονται μεθοδευμένα με κριτήρια που να επιτρέπουν την εκ των υστέρων αντικειμενική αξιολόγηση των αποφάσεων, η λειτουργία του δημοσίου τομέα αγνοείται και για λόγους που δεν ερμηνεύονται οι ανεξάρτη-τες διοικητικές αρχές ελέγχου των δικτύων ενέργειας και τηλεπικοινωνιών δεν συνεργάζονται για θέματα ανταγωνισμού με την αρμόδια επιτροπή ανταγωνισμού. Με αδρές γραμμές το πλαίσιο ελέγχου των αγορών ουσία δεν τείνει με καμία περίπτωση να μετασχηματιστεί ώστε να πλησιάσει τις προτάσεις των διεθνών οργανισμών. Τα πρώτα διαχειριστικά αποτελέσματα της νέας εταιρεία του Μετρό της Αθήνας φαίνεται να τείνουν να ομοιάσουν με εκείνα των άλλων εταιρειών δημόσιας διαχείρισης στις μεταφορές. Μετά λοιπόν την έντονη προβληματικότητα της ΟΑ η οποία παρ' όλες τις δηλώσεις συνεχίζει να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με τουλάχιστον 60 δις. ετησίως, μετά την προβληματική διαχείριση του ΟΣΕ που και αυτός με την σειρά του δημιουργεί διαχειριστικές ζημίες της τάξης των 110 δις σε ετήσια βάση, και παρ' όλη την διαχειριστική ελλειμματική απροσδιοριστία γύρω από τις Αστικές Συγκοινωνίες, οι πρώτες ενδείξεις σχετικά με το σφάλμα στις προβλέψεις των επιβατών του Μετρό (απόκλιση της τάξης του 30% από τα προσδοκώμενα), δημιουργεί σοβαρές επιφυλάξεις. Η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρεται διεξοδικά στις απαιτούμενες διαρθρωτικές παρεμβάσεις στον τραπεζικό τομέα. Θεωρώντας σχεδόν ως δεδομένο την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων των κρατικών τραπεζών αναφερόμενη στο πρόβλημα αντιμετώπισης των σε καθυστέρηση δανειακών συμβολαίων υποδεικνύει ως λύση την αυστηρότερη διαχείρισή των. Τουλάχιστον μετά τις πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις σε ανάλογα τραπεζικά θέματα είναι μάλλον δύσκολο να δεχτούμε ότι και στο θέμα αυτό υπάρχει

22 προοπτική να εισακουστούν οι υποδείξεις του Οργανισμού. Θετικές ενέργειες που πρέπει να υπογραμμισθούν είναι: η επιδιωκόμενη νομοθετική ρύθμιση για την άρση των δεσμεύσεων και περιορισμών στις διαδικασίες αδειοδότησης βιομηχανικών επιχειρήσεων στην περιοχή της Αττικής (Π.Δ. 84/84). Οι προθέσεις του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας για άρση του cabotage, και τέλος η σχετικά ταχεία ολοκλήρωση των διαδικασιών οργάνωσης των επιτροπών ελέγχου και παρακολούθησης του Γ. ΚΠΣ. Και οι τρεις κυβερνητικές ενέργειες καθώς στοχεύουν στην διαχειριστική βελτίωση της δημόσιας παρέμβασης, συμβάλουν στον περιορισμό του κόστους λειτουργίας των αγορών που επιτηρούν ενώ παράλληλα δημιουργούν προσδοκίες για αποτελεσματικότερη διαχείριση των πόρων του Γ.ΚΠΣ. Γενικότερα, η πολιτική των διαρθρωτικών αλλαγών κινείται με ιδιαίτερα βραδείς ρυθμούς, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της ότι ο παράγων χρόνος είναι πλέον καθοριστικός για την επιτυχία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Τέλος, κυρίαρχα ζητήματα διαρθρωτικών προσαρμογών όπως π.χ η αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης και η απλοποίηση του θεσμικού περιβάλλοντος δεν έχουν καν τεθεί στην ημερήσια διάταξη της πολιτικής των διαρθρωτικών αλλαγών.

23 3. ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ 3.1. Παραγωγή, Ζήτηση Όπως έχει ήδη αναφερθεί τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας εξελίσσονται ευνοϊκά τα τελευταία χρόνια και οι προοπτικές για τα επόμενα παραμένουν ανοδικές. Στη διαπίστωση αυτή συγκλίνουν οι προβλέψεις όλων των διεθνών οργανισμών, όπως φαίνεται από τον παρατιθέμενο Πίνακα. Αναλυτικότερα οι εξελίξεις τον προηγούμενο χρόνο και οι προβλέψεις για το 2001 είναι οι ακόλουθες: Πίνακας 3.1. Προβλεπόμενος ρυθμός μεταβολής ΑΕΠ 2000 2001 2002 ΥΠΕΘΟ 4,1 5,0 5,2 Ε.Ε. 4,1 4,4 4,8 ΔΝΤ 3,9 4,0.. ΟΟΣΑ 4,0 4,0 4,4 Πίνακας 3.2. Ρυθμοί μεταβολής ΑΕΠ. (ΕΕ-Ελλάδα) Ζώνη ευρώ Ελλάς Διαφορά 1981-96 2,1 1,0-1,1 1997 2,3 3,5 +1,2 1998 2,8 3,1 +0,3 1999 2,5 3,4 +0,9 2000 3,4 4,1 +0,7 2001 2,8 4,4 +1,6 2002 2,9 4,8 +1,9 Η ελληνική οικονομία παρουσίασε και το 2000 υψηλό ρυθμό ανόδου, ο οποίος υπερέ βη το 4%. Αυτός είναι ο τέταρτος κατά σειρά χρόνος που η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο των κρατών-μελών της Ε.Ε. Αν δε, ληφθεί υπόψη ότι η θετική πορεία του ΑΕΠ συμβαδίζει με τη μείωση του πληθωρισμού και τον Περιορισμό των δημοσίων ελλειμμάτων, εκτιμάται ότι η ελληνική οικονομία εισήλθε στην ευρωζώνη την 1.1.2001 κάτω από ευνοϊκές μακροοικονομικές συνθήκες. Η άνοδος του ΑΕΠ το 2000 στηρίχθηκε κυρίως στη σημαντική αύξηση των επενδύσεων, η οποία ήταν ταχύτερη από εκείνη του 1999 (9,4% σε σταθερές τιμές, έναντι 7,3%). Στην επιτάχυνση συνέβαλε αποφασιστικά η μεγάλη άνοδος των ιδιωτικών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου (εκτός κατοικιών), η οποία εκτιμάται ότι προσέγγισε το 11% έναντι ρυθμού 5,4% το 1999. Ο δυναμισμός της ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας αποτυπώνεται με σαφήνεια και στην αύξηση των επενδύσεων σε εξοπλισμό, η οποία έφτασε το 11% σε σύγκριση με ρυθμό μόλις 1,8% το 1999. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών και η επικείμενη ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ δημιούργησε στη διάρκεια του 2000 ευνοϊκό επιχειρηματικό κλίμα, το οποίο τροφοδότησε έντονη επενδυτική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα. Ειδικότερα οι παράγοντες, οι οποίοι επηρέασαν θετικά την ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα στην διάρκεια του 2000 ήταν, σύμφωνα με τα ευρήματα της

24 εξαμηνιαίας έρευνας του ΙΟΒΕ, κατά σειρά σημαντικότητας, οι ακόλουθοι: Πρώτον, οι ευνοϊκές προοπτικές για την μελλοντική πορεία της ζήτησης. Δεύτερον, η ανάγκη των επιχειρήσεων για επενδύσεις τεχνολογικού εκσυγχρονισμού, για να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις στον ανταγωνισμό. Τρίτον, τα υφιστάμενα κίνητρα για επενδύσεις, κυρίως αυτά που ενσωματώθηκαν στα "επιχειρησιακά προγράμματα" του Ν. 2601/98. Τέταρτον, τα κέρδη των επιχειρήσεων. Πέμπτον, το κόστος και η διαθεσιμότητα κεφαλαίων. Ο άλλος παράγων που τροφοδότησε την ταχεία άνοδο του ΑΕΠ το 2000 ήταν η άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία έφτασε το 3,2% έναντι 2,9% το 1999. Τέλος, όσον αφορά τη συμβολή των τομέων στην άνοδο του ΑΕΠ θα πρέπει να σημειωθεί η πολύ σοβαρή επιτάχυνση στον δευτερογενή τομέα, η παραγωγή του οποίου αυξήθηκε κατά 6,9%. Όλες οι προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2001 συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι θα συνεχισθεί και το χρόνο αυτό η ταχεία άνοδος. Ωστόσο, οι ιδιαίτερα αισιόδοξες προβλέψεις των διεθνών οργανισμών που είχαν διατυπωθεί πριν από μερικούς μήνες έχουν αρχίσει να αναθεωρούνται προς τα κάτω. Πάντως, όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι θα συ- ΙΟΒΕ " Ερευνες Οικονομικής Συγκυρίας", Ιανουάριος 2001. νεχισθεί και φέτος η ταχεία πορεία της οικονομικής δραστηριότητας με αιχμή την άνοδο τόσο των επενδύσεων όσο και της κατανάλωσης. Αναλυτικότερα, ο ρυθμός αύξησης της εγχώριας ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης αναμένεται να παραμείνει υψηλός, στα επίπεδα του 2000 (3,2%) παρά τις προβλέψεις για επιβράδυνση της ζήτησης σε διεθνές ε- πίπεδο. Ταυτόχρονα οριακή επιβράδυνση αναμένεται στον ρυθμό αύξησης της δημόσιας καταναλωτικής δαπάνης (0,6% από 0,8% το 2000). Στην πλευρά των επενδύσεων το κλίμα κατά το 2001 δείχνει να διαμορφώνεται θετικό καθώς προβλέπεται αύξηση στις ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου της τάξης του 10,5% έναντι 9,4% το 2000. Η βασικότερη πηγή μεγέθυνσης του όγκου των επενδύσεων στην Ελληνική Οικονομία φαίνεται να είναι οι επενδύσεις εξοπλισμού που προβλέπεται να αυξηθούν κατά 10% σε σχέση με το ύψος αυτών το 2000. Σε αυτές τις θετικές εξελίξει θα πρέπει να προστεθούν και οι ευνοϊκές επιπτώσεις των επενδυτικών δαπανών σε δημόσια έργα υποκινούμενες κυρίως από την κατασκευαστική δραστηριότητα εν όψη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Η ένταξη της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση αποτελεί ικανή συνθήκη της ταχύτερης αλλά και διαχρονικά διατηρήσιμης οικονομικής μεγέθυνσης καθώς η προοπτική της Ελληνικής Οικονομίας συνδέεται άμεσα με τις προοπτικές του συνόλου της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, η αναμενόμενη σταθερότητα των τιμών, η πτώση του κόστους χρηματοδότησης

25 των δημοσίων και ιδιωτικών επενδυτικών προγραμμάτων καθώς επίσης και η εισροή πόρων από το 3 ο ΚΠΣ, αναμένεται να επιδράσουν θετικά στην επίτευξη των προβλεπόμενων για το 2001 υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Οι θετικές αυτές προοπτικές σκιάζονται ωστόσο από τις αβεβαιότητες που δημιουργεί η οικονομική πολιτική, η οποία θα μπορούσε να έχει αναδειχθεί ως παράγων περαιτέρω ενδυνάμωσης των θετικών εξελίξεων που καταγράφονται στην πραγματική οικονομία. Εξάλλου, αν επεκταθεί ο ορίζοντας πέραν του 2006, όταν έχει εξαντληθεί η προωθητική δύναμη των κοινοτικών πόρων, είναι βέβαιο ότι η ελληνική οικονομία θα βρεθεί μπροστά σε σημαντικές δυσχέρειες, τις ο- ποίες θα έπρεπε από σήμερα να ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει. Πίνακας 3.3 Βασικοί Οικονομικοί Δείκτες - Εκτιμήσεις και Προβλέψεις Ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές 2000 2001 2002 ΑΕΠ (σε σταθερές τιμές 1995) 4,1 4,4 4,8 Ιδιωτική κατανάλωση 3,2 3,2 3,4 Δημόσια κατανάλωση 0,8 0,6 0,6 Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου 9,4 10,5 10,9 Ακαθάριστες Επενδύσεις σε Εξοπλισμό 11,0 10,0 10,2 Εξαγωγές 13,7 9,5 10,2 Εισαγωγές 10,7 8,4 8,8 Απασχόληση 1,2 1,4 1,6 Ανεργία (ποσοστό) 11,0 10,5 9,9 Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας 2,0 2,3 2,4 Πραγματικό Μοναδιαίο Κόστος Εργασίας -0,9-0,6-0,2 Πληθωρισμός 3,0 2,8 2,4 Πληθωρισμός (εναρμονισμένος) 2,9 2,6 2,3 Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Εαρινές Προβλέψεις 2001 3.1.1. Μεταποίηση Οι θετικές επιδόσεις της Ελληνικής οικονομίας, όπως αυτές ποσοτικοποιούνται από την άνοδο του ΑΕΠ, σε μεγάλο βαθμό αποδίδονται στην βελτίωση της μεταποιητικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία (Δεκέμβριος 2000), η παραγωγή της βιομηχανίας σε ετήσια βάση παρουσίασε άνοδο της τάξης του 7,7% έναντι αύξησης

1995 1997 Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 Ιαν-96 Απρ-96 Ιουλ-96 Οκτ-96 Ιαν-97 Απρ-97 Ιουλ-97 Οκτ-97 Ιαν-98 Απρ-98 Ιουλ-98 Οκτ-98 Ιαν-99 Απρ-99 Ιουλ-99 Οκτ-99 Ιαν-00 Απρ-00 Ιουλ-00 Οκτ-00 26 2,8% το 1999. Η άνοδος αυτή αποδίδεται τόσο στην αύξηση της παραγωγής Ορυχείων - Λατομείων κατά 13,6% όσο και της παραγωγής Ηλεκτρισμού, Φυσικού Αερίου και Νερού κατά 11,9%. Την σημαντικότερη συμβολή, λόγω της μεγάλης συμμετοχής της στην διαμόρφωση του γενικού δείκτη, κατέχει η μεταποιητική παραγωγή, η οποία το 2000, αυξήθηκε κατά 5,9% έναντι αύξησης μόλις κατά 0,6% το 1999. Διάγραμμα 3.1 15.0 10.0 Γενικός Δείκτης Παραγωγής & Δείκτης Βιομηχανικής Παραγωγής (ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές) είναι και η αύξηση της παραγωγής στον παραδοσιακό κλάδο της Κλωστοϋφαντουργίας κατά 8% μετά από μια μεγάλη περίοδο παρατεταμένης ύφεσης. Αντίθετα, μειώσεις καταγράφονται στους κλάδους Χαρτιού και Προϊόντων από Χαρτί (-14,9%) και Λοιπού εξοπλισμού μεταφορών (-6%). Η θετική πορεία της βιομηχανίας κατά το 2000, επιβεβαιώνεται και από την πορεία του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών στην Βιομηχανία που καταρτίζει το ΙΟΒΕ, ο οποίος κατά το 2000 κινήθηκε σε υψηλότερα επίπεδα από αυτά του 1999. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι κατά του πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους διαπιστώνεται από τις Έρευνες Οικονομικής Συγκυρίας υποχώρηση του δείκτη επιχειρηματικών προσδοκιών σε χαμηλότερα επίπεδα. 5.0 0.0-5.0-10.0 Διάγραμμα 3.2 Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στη Βιομηχανία (1990=100) 120.0 115.0 Πηγή: ΕΣΥΕ Γενικός Βιομηχανία 110.0 Εξετάζοντας τις εξελίξεις σε κλαδικό επίπεδο διαπιστώνεται ότι η πλειοψηφία των επιμέρους κλάδων της βιομηχανίας παρουσιάζουν αύξηση του όγκου παραγωγής τους το 2000 σε σχέση με το 1999. Οι σημαντικότερες αυξήσεις καταγράφονται στους κλάδους Ξύλου και Φελλού (+61%), Παραγώγων Πετρελαίου και Άνθρακα (+21,5%), Μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού (+19%) και Βασικών Μετάλλων (+13%). Αξιοσημείωτη 105.0 100.0 95.0 Πηγή: ΙΟΒΕ Ένα επιπλέον θετικό στοιχείο της βιομηχανίας κατά το 2000 είναι η άνοδος του ποσοστού χρησιμοποίησης τους εργοστασιακού δυναμικού σε σχέση με το 1999, η οπο-

Ανεπάρκεια Ζήτησης Ανεπάρκεια Εργατικού Δυναμικού Ανεπάρκεια κεφαλαιακού Εξοπλισμού Ανεπάρκεια Κεφαλαίων Κίνησης Δεν Παρεμποδίζεται 27 ία δικαιολογεί εν μέρει την άνοδο στην βιομηχανική παραγωγή. Ειδικότερα, το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού στο σύνολο της βιομηχανίας έφτασε το 78,1% το 2000 (76% το 1999). Σημαντικές αυξήσεις του ποσοστού αυτού παρατηρούνται στους κλάδους Χημικών, Βασικής Μεταλλουργίας και μη Μεταλλικών Ορυκτών. Θα πρέπει ωστόσο και σε αυτό το σημείο να τονισθεί ότι κατά τους πρώτους μήνες του 2001 παρατηρείται μια οριακή πτώση του ποσοστού χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού. Διάγραμμα 3.3 Λόγοι που παρεμποδίζουν την επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας (% επιχειρήσεων) 80 70 60 50 40 30 20 10 0 Από τις ίδιες έρευνες προκύπτει ένα ουσιαστικό συμπέρασμα γύρω από το θετικό κλίμα στην βιομηχανία κατά το 2000, που συνέβαλε στην ανοδική της πορεία. Συγκεκριμένα παρουσιάζεται διεύρυνση του ποσοστού των επιχειρήσεων που θεωρούν ότι η επέκταση της παραγωγικής δραστηριότητας δεν παρεμποδίζεται τόσο από την πλευρά της προσφοράς και της ζήτησης. Το ποσοστό αυτό έφτασε το 75% κατά το 2000 έναντι του 62% το 1999, με αποτέλεσμα την μείωση του ποσοστού των επιχειρήσεων που εκτιμά ότι παράγοντες όπως η ανεπάρκεια της ζήτησης ή των κεφαλαίων κίνησης δημιουργούν προσκόμματα. Ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκύπτουν και από τις Εξαμηνιαίες Έρευνες Επενδύσεων στην βιομηχανία. Σύμφωνα με αυτές οι εκτιμήσεις των βιομηχανικών επιχειρήσεων για τις επενδυτικές δαπάνες σε τρέχουσες τιμές κατά την διάρκεια του 2000, εμφανίζονται αυξημένες κατά 12% έναντι του 1999. Πηγή: IOBE 1998 1999 2000 Επίσης, οι προβλέψεις που διατυπώθηκαν την περίοδο Οκτωβρίου - Νοεμβρίου 2000, για τις επενδυτικές δαπάνες που θα πραγματοποιήσουν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις το 2001, είναι σαφώς επηρεασμένες από το κλίμα, συγκρατημένης αισιοδοξίας, που χαρακτήριζε εκείνη την περίοδο. Συγκεκριμένα, στο σύνολο της μεταποίησης προβλέπεται άνοδος των επενδυτικών δαπανών της τάξεως του 16% έναντι αυτών, που εκτιμάται ότι πραγματοποιήθηκαν το 2000. Η προβλεπόμενη αυτή άνοδος αποδίδεται τόσο στις προσδοκίες ανόδου των επενδυτικών δαπανών των ιδιωτικών επιχειρήσεων κατά 16,2% όσο και των επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα κατά 12,8%. Τέλος, το κυριότερο χαρακτηριστικό την επενδυτικής δραστηριότητας κατά το 2001

1995 1997 Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 28 αναμένεται να είναι η βελτίωση της παραγωγικής δυναμικότητας, η αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων και ο προσανατολισμός σε νέες αγορές μέσα από νέα διαφοροποιημένα προϊόντα. Το ύψος των επενδυτικών δαπανών αναμένεται να επηρεασθεί από την προσδοκώμενη ζήτηση και τις α- νάγκες εκσυγχρονισμού της παραγωγικής διαδικασίας. Συμπερασματικά εκτιμάται ότι το 2000 η βιομηχανική δραστηριότητα ήταν ιδιαίτερα έντονη, επηρεαζόμενη από το θετικό κλίμα που επικρατούσε την περίοδο εκείνη. Τους πρώτους μήνες όμως του 2001 η αισιοδοξία περιορίζεται και οι προβλέψεις γίνονται πιο συγκρατημένες. -σης. Εντούτοις, κατά τους πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους το κλίμα δείχνει να α- νακάμπτει τονίζοντας τις θετικές προοπτικές που διαγράφονται για τον τομέα κατά το 2001. Διάγραμμα 3.4. Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Κατασκευές (1990=100) 170.0 160.0 150.0 140.0 130.0 120.0 110.0 100.0 90.0 80.0 3.1.2. Κατασκευές Η συμβολή του τομέα των κατασκευών κατά το 2000 υπήρξε σημαντική στην αύξηση του ΑΕΠ. Αν και δεν υπάρχουν ακόμα διαθέσιμα στοιχεία για την συμμετοχή του προϊόντος των κατασκευών στο συνολικό, εκτιμάται ότι η σχετική συμμετοχή και η πραγματική αύξηση ήταν υψηλότερη σε σχέση με το 1999. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι η πραγματική μεταβολή του προϊόντος των κατασκευών κατά το 2000 ήταν λίγο υψηλότερη σε σχέση με την μεταβολή του 1999 ως προς το 1998, που ήταν της τάξης του 9,5%. Επιπλέον, κατά το 2000 ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις κατασκευές κινήθηκε σε υψηλότερα επίπεδα από τα αντίστοιχα του 1999, μολονότι το τελευταίο τρίμηνο του 2000 παρουσίασε σημεία κοπω- Πηγή: IOBE Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το θετικό κλίμα κατά το 2000 αποδίδεται κυρίως στην συμβολή του κλάδου των ιδιωτικών κατασκευών, που περιλαμβάνει τις κατασκευές κατοικιών και λοιπών ιδιωτικών κτιρίων, καθώς στα δημόσια έργα αποτυπώνεται μια σχετική στασιμότητα. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία σχετικά με τον όγκο αδειών νέων οικοδομών που, κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2000, όπου υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, καταγράφει αύξηση της τάξης του 3,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 1999. Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία του PROPINDEX, για τους πρώτους εννέα μήνες του 2000, προκύπτει πραγματική άνοδο του γενικού δείκτη τιμών κατά 11,2%, των Κατοικιών κατά 12,1% και των Επαγγελματικών Χώρων κατά 9,5%.

1995 1997 Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 Ιαν-96 Μαϊ-96 Σεπ-96 Ιαν-97 Μαϊ-97 Σεπ-97 Ιαν-98 Μαϊ-98 Σεπ-98 Ιαν-99 Μαϊ-99 Σεπ-99 Ιαν-00 Μαϊ-00 Σεπ-00 29 Όσον αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις στον τομέα αναμένεται άνοδος της κατασκευαστικής δραστηριότητας υποκινούμενη από (α) τα χαμηλά επιτόκια, (β) την επέκταση των στεγαστικών δανειοδοτήσεων, (γ) την μείωση των φόρων μεταβιβάσεων ακινήτων (δ) τις εισροές πόρων από το 3 ο ΚΠΣ, για την χρηματοδότηση έργων μεγάλης κλίμακας και (ε) τα έργα εν όψη των Ολυμπιακών Αγώνων. Ωστόσο, αρνητική εξέλιξη αποτελεί η μεγάλη άνοδος των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων που αναμένεται να έχει επιπτώσεις στην οικοδομική δραστηριότητα. 3.1.3. Λιανικό Εμπόριο Η οικονομική δραστηριότητα στο Λιανικό Εμπόριο κατά το 2000 ήταν επίσης ανοδική με κύριο χαρακτηριστικό την αύξηση τόσο της αξίας όσο και του όγκου λιανικών πωλήσεων. Η μεταβολή που παρουσίασαν οι δείκτες κατά το 2000 σε σχέση με το 1999 ήταν της τάξεως του 7,4% και 5,7% αντιστοίχως. Επιπλέον, αύξηση παρουσιάζουν και οι άδειες νέων επιβατικών οχημάτων της τάξεως του 11,6% σε σχέση με το 1999. Το τελευταίο όμως τετράμηνο του 2000 παρατηρήθηκε επιβράδυνση στη δραστηριότητα του τομέα, που αποδίδεται στις επιπτώσεις της ανόδου των διεθνών τιμών του πετρελαίου, στις τιμές των τελικών προϊόντων (εγχωρίως παραγόμενων και εισαγόμενων). Οι επιπτώσεις αυτές αποτυπώθηκες και στην εξέλιξη του Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών του τομέα που ακολούθησε πτωτική πορεία. Διάγραμμα 3.5 170.0 160.0 150.0 140.0 130.0 120.0 110.0 100.0 90.0 Δείκτης Όγκου Λιανικών Πωλήσεων (1995=100) Πηγή : ΕΣΥΕ Διάγραμμα 3.6 Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο (1993=100) 120.0 115.0 110.0 105.0 100.0 95.0 90.0 85.0 80.0 Πηγή:ΙΟΒΕ Η μικρή ανάκαμψη που παρουσιάσθηκε τους τελευταίου μήνες (Δεκέμβριος 2000 και Ιανουάριος 2001) υποβοηθούμενη από την εορταστική περίοδο και τις εκπτώσεις, δεν φαίνεται ικανή ώστε να οδηγήσει στην ουσιαστική επιτάχυνση της δραστηριότητας του κλάδου το 2001

Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 1995 1997 Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 30 3.2 Τιμές Οι εξελίξεις στην πορεία του πληθωρισμού, όπως αυτός προσμετράτε από την μεταβολή του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή σε ετήσια βάση, θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν κατά το 2000 θετικές παρά το γεγονός ότι ο μέσος ρυθμός ανόδου ήταν ταχύτερος απ' ότι το 1999 (3,1% έναντι 2,6%). Κι' αυτό διότι υπήρξαν στη διάρκεια του χρόνου σημαντικοί εξωγενείς παράγοντες, όπως η αλματώδης αύξηση των τιμών του πετρελαίου και η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολλαρίου, οι οποίοι τροφοδότησαν έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Οι πιέσεις αυτές είχαν σχετικώς μετριοπαθή αποτελέσματα στην άνοδο των τιμών. Διάγραμμα 3.7 Συμβολή της τιμής καυσίμων στη μεταβολή του Γενικού Δείκτη τιμών Καταναλωτή (Ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές) 5.00 4.00 3.00 2.00 Η άνοδος στις τιμές του πετρελαίου επηρέασε τόσο τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα όσο και τα εισαγόμενα μεταποιημένα προϊόντα με αποτέλεσμα την ανοδική συμβολή των μεταβολών των τιμών των αγαθών στην συνολική μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, καθώς η συμβολή των μεταβολών των τιμών των υπηρεσιών ήταν μεν θετική αλλά σταθερή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πορεία που ακολούθησε ο πληθωρισμός επιβεβαιώθηκε και από τις προσδοκίες, που διατυπώνονταν εκείνη την περίοδο και συγκεκριμένα από τον Ιούλιο του 2000. Διάγραμμα 3.8 Πληθωριστικές Προσδοκίες Βιομηχανικών Επιχειρήσεων (διαφορά θετικών-αρνητικών απαντήσεων) 30 25 20 15 10 5 0 1.00 0.00-1.00-2.00 Καύσιμα Λοιπά Γενικός Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων ΙΟΒΕ Αναλυτικότερα, η επίπτωση των εξωγενών παραγόντων στην διαμόρφωση του πληθωρισμού ήταν κλιμακωτά αυξητική και εντάθηκε τους μήνες Σεπτέμβριο έως και Νοέμβριο, με αποτέλεσμα τον Νοέμβριο να ξεπεράσει το 4,2% σε ετήσια βάση. Πηγή: ΙΟΒΕ Εντούτοις, από τον Δεκέμβριο του 2000 μέχρι και τον Μάρτιο του 2001 καταγράφεται μια σχετική αποκλιμάκωση στον πληθωρισμό με αποτέλεσμα την πτώση του στο 3,2% σε ετήσια βάση 1. Η εξέλιξη αυτή απο- 1 Θα πρέπει να σημειωθεί ότι από τον Ιανουάριο του 2001 ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή υπολογίζεται με την χρήση νέων σταθμίσεων για τα αγαθά και υπηρεσίες, που βασίζονται στην Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 1999, και ενδεχομένως να υπάρχει μια σχετική ασυνέπεια μεταξύ των

Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 Ιαν-99 Μαρ-99 Μαϊ-99 Ιουλ-99 Σεπ-99 Νοε-99 Ιαν-00 Μαρ-00 Μαϊ-00 Ιουλ-00 Σεπ-00 Νοε-00 Ιαν-01 Μαρ-01 31 δίδεται στο συνδυασμένο αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων, όπως η σημαντική μείωση στις τιμές του αργού πετρελαίου τον Δεκέμβριο (στα 23 δολ/βαρ.), η ανατίμηση του Ευρώ έναντι του Δολαρίου, η περίοδος εκπτώσεων καθώς και η πτώση στις τιμές κάποιων οπωροκηπευτικών.τον Απρίλιο όμως επανεμφανίσθηκαν ανοδικές τάσεις και ο πληθωρισμός έφτασε πάλι το 3,5%. Διάγραμμα 3.9 Διάγραμμα 3.10 4.50 4.00 3.50 3.00 2.50 2.00 1.50 1.00 0.50 Δομικός Πληθωρισμός (ετήσιες % μεταβολές) Συμβολή τιμών Αγαθών-Υπηρεσιών στη μεταβολή του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ετήσιες % μεταβολές) 0.00 Δομικός Γενικός Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων IOBE 4.50 4.00 3.50 3.00 2.50 2.00 1.50 1.00 0.50 0.00-0.50 Διάγραμμα 3.11 Διεθνής συγκρίσεις τιμών Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ετήσιες % μεταβολές) 4.50 4.00 3.50 3.00 2.50 2.00 1.50 Αγαθά Υπηρεσίες Γενικός Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων ΙΟΒΕ 1.00 0.50 0.00 Αντίθετα με την πορεία του πληθωρισμού ο δομικός πληθωρισμός παρουσίασε αύξηση. Ειδικότερα, από 2,5% τον Νοέμβριο του 2000 ανήλθε στο 3,7% τον Μάρτιο του 2001 επηρεασμένος από την άνοδο στις τιμές των κρεάτων αλλά και των τιμών χονδρική πώλησης. εκτιμήσεων του πληθωρισμού διαφορετικών περιόδων. ΕνΔΤΚ (ΕΥΡΟΖΩΝΗ) ΕνΔΤΚ (ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ) ΕνΔΤΚ (ΕΛΛΑΔΑ) Πηγή: Eurostat Οι παράγοντες που επηρέασαν τον πληθωρισμό στην Ελλάδα είχαν ανάλογες επιπτώσεις και στις άλλες χώρες της Ε.Ε, σε μερικές μάλιστα εντονότερες. Ετσι, παρατηρείται τους τελευταίους μήνες περιορισμός των αποκλίσεων του πληθωρισμού της Ελλάδας με αυτούς των χωρών της Ευρωπαϊκής Έ-

32 νωσης αλλά και της Ευρωζώνης σύμφωνα με τις μεταβολές στους Εναρμονισμένους Δείκτες Τιμών Καταναλωτή. Έτσι, πληθωρισμός στην Ελλάδα με βάση αυτόν ήταν στο 3,2% το Μάρτιο σε σύγκριση με το 2,6% της Ευρωζώνης και το 2,3% για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν οι αποκλίσεις κάτω από την μία ποσοστιαία μονάδα γεγονός που αποτελεί θετική εξέλιξη. Συμπερασματικά, θα μπορούσε βάσιμα να προβλεφθεί ότι, η επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του πληθωρισμού αναμένεται να συνεχισθεί και κατά τους προσεχείς μήνες, όπως προκύπτει και από την τάση που αρχίζει να διαμορφώνεται με βάση τις προσδοκίες των βιομηχανικών επιχειρήσεων. Βασική όμως προϋπόθεση παραμένει βέβαια η ομαλή πορεία των τιμών των καυσίμων στις διεθνείς αγορές. Σημαντικό ρόλο όμως θα διαδραματίσουν και εγχώριοι παράγοντες ό- πως η συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, η ομαλή λειτουργία των αγορών, η συμπίεση του κόστους παραγωγής με αύξηση της παραγωγικότητας. Οι παράγοντες αυτοί είναι τώρα πρωταρχικοί καθώς η νομισματική πολιτική, η οποία μέχρι πρόσφατα αποτέλεσε το κύριο αντιπληθωριστικό εργαλείο της οικονομικής πολιτικής είναι τώρα αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. 3.3. Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το 2000 υπήρξε σημαντική διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, το οποίο ως ποσοστό του ΑΕΠ έφτασε το 6,9% έναντι 3,2% και 4,1% του ΑΕΠ το 1998 και 1999 αντιστοίχως. Μέρος του προβλήματος προέκυψε από την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, η οποία επιβάρυνε την αξία των εισαγωγών. Σημαντικό όμως μέρος προήλθε από την διεύρυνση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου των λοιπών αγαθών κατά 3.490,1 εκ.ευρώ. Έλλειμμα της τάξεως του 7% του ΑΕΠ είναι ασφαλώς ιδιαίτερα υψηλό. Και μια πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι ότι αν η ελληνική οικονομία δεν προστατευόταν από την ασπίδα της ΟΝΕ, το ύψος αυτό του ελλείμματος θα δημιουργούσε σοβαρό συναλλαγματικό πρόβλημα και θα εξανάγκαζε τις αρμόδιες αρχές στη λήψη έκτακτων μέτρων. Σήμερα, η συμμετοχή στην ΟΝΕ εξασφαλίζει ευστάθεια και προσφέρει περιθώρια χρόνου για τη λήψη διορθωτικών μέτρων. Από την άλλη πλευρά ωστόσο η διεύρυνση του ελλείμματος λειτουργεί ως αδρός δείκτης παθογενειών της ελληνικής οικονομίας και θα πρέπει να οδηγήσει στη λήψη μέτρων για τη θεραπεία τους. Συγκεκριμένα, η ταχύτερη αύξηση των εισαγωγών αγαθών, σε σχέση με τις εξαγωγές υποδηλώνει ότι η ανταγωνιστική θέση της ελληνικής οικονομίας παραμένει ευάλωτη, παρά τις επί μέρους βελτιώσεις που υπάρχουν στις εξαγωγές σε ορισμένες κατηγορίες χωρών. Αλλά και η σύνθεση των εισαγωγών αποτελεί σημαντικό δεδομένο. Αν οι εισαγωγές αυτές αφορούν κατά κύριο λόγο την πραγματοποίηση επενδύσεων αυτές θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενίσχυση της

33 συνολικής προσφοράς και την ανάπτυξη. Αντίθετα, μεγάλη άνοδος των εισαγωγών καταναλωτικών αγαθών αποτελούν σαφή ένδειξη υπερθέρμανσης της οικονομίας με πιθανές σοβαρές επιπτώσεις στην νομισματική σταθερότητα αν δεν υπάρξει ανάλογη ανταπόκριση από την πλευρά της παραγωγής. Πίνακας 3.4 Ανάλυση της αύξησης (2000*/1999) της εξωτερικής δαπάνης (εκτός καυσίμων) σε ευρώ, κατά κατηγορία προϊόντος Κατηγορίες προϊόντων Εκατοστιαία μεταβολή Εκατοστιαία συμμετοχή στην αύξηση της εισαγωγικής δαπάνης Πρώτες ύλες και ημικατεργασμένα προϊόντα 29,1 18,3 Κεφαλαιακά αγαθά 18,4 13,5 Ηλεκτρονικοί υπολογιστές και εξαρτήματα αυτών 34,2 4,4 Ενσύρματη και κινητή τηλεφωνία 61,9 6,5 Διαρκή καταναλωτικά αγαθά 22,9 9,2 Επιβατικά αυτοκίνητα 30,8 17,6 Τρόφιμα Ποτά Καπνός 11,5 9,1 Μη διαρκή καταναλωτικά αγαθά 17,6 24,2 Λοιπά αγαθά -43,2-2,8 Σύνολο 20,9 100,0 *προσωρινά στοιχεία Πηγή : Τράπεζα της Ελλάδος Στον Πίνακα 3.4 εμφανίζονται οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την σύνθεση της ανόδου της εισαγωγικής δαπάνης το 2000. Από τον πίνακα αυτό προκύπτουν τα ακόλουθα: Πρώτον, οι εισαγωγές σε όλες τις κατηγορίες καταναλωτικών αγαθών αυξήθηκαν με ρυθμούς κατά πολύ υψηλότερους από την άνοδο των εισαγωγών κεφαλαιακών αγαθών. Η αύξηση αυτή τροφοδοτήθηκε από την άνοδο του διαθεσίμου εισοδήματος και την αυξημένη ρευστότητα που χαρακτήρισε την οικονομία το 2000. Δεύτερον, ταχεία άνοδο παρουσίασαν και οι εισαγωγές πρώτων υλών, η οποία τροφοδοτήθηκε προφανώς από την μεγάλη αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής το χρόνο αυτό. Τρίτον, σε μεγάλο βαθμό η αύξηση της συνολικής εισαγωγικής δαπάνης το 2000 θα πρέπει να αποδοθεί στην αύξηση των εισαγωγών καταναλωτικών αγαθών.

35 4. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΔΕΙΚΤΕΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ Το παράρτημα,αντί των συνήθων στατιστικών σειρών, περιλαμβάνει μια σειρά δεικτών, οι ο- ποίοι χρησιμοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως αντιπροσωπευτικοί για τις χώρεςμέλη, για να μετρηθεί ο βαθμός διαρθρωτικής προσαρμογής τους. Οι δείκτες αυτοί αποτέλεσαν τη βάση συζήτησης στο Συμβούλιο Κορυφής της Στοκχόλμης (23-24 Μαρτίου 2001), όπου α- ποφασίσθηκαν οι γενικές κατευθύνσεις δράσης της Ε.Ε. Βασικός στόχος, των δεικτών είναι να καταγραφεί η πρόοδος, που έχει σημειωθεί σε τέσσερις κρίσιμους τομείς πολιτικής, οι οποίοι αφορούν την απασχόληση, την καινοτομία και έρευνα, τις αλλαγές στη διάρθρωση της οικονομίας και την κοινωνική συνοχή. Περιλαμβάνονται επίσης κάποιοι βασικοί οικονομικοί δείκτες, με επιδίωξη να παρουσιαστεί ένα ολοκληρωμένο οικονομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο πραγματοποιούνται οι διαρθρωτικές αλλαγές στις αγορές εργασίας, προϊόντων και κεφαλαίου. Οι πηγές των στοιχείων είναι Eurostat, OΟΣΑ, European Information Technology Observatory, European Venture Capital Association, καθώς επίσης και στοιχεία από κάποιες κεντρικές διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από Εθνικούς Στατιστικούς Οργανισμούς των χωρών. Το σύνολο των δεικτών δημοσιεύεται στο κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Communication from the Commission. Realising the European Union s potential: Consolidating and extending the Lisbon Strategy, Brussels

I. ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ

39 Ι-1. Κατά κεφαλήν ΑΕΠ Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Ιρλανδία Δανία Ολλανδία Αυστρία Βέλγιο Γερμανία Σουηδία Φιλανδία Μ.Βρετανία 1995 2000 Ιταλία Γαλλία Ισπανία Πορτογαλία Ελλάδα 0 50 100 150 200 Κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης (ΕΕ-15=100) Πηγή: Eurostat

40 Ι-2. Ρυθμός ανάπτυξης πραγματικού ΑΕΠ Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Ιρλανδία Λουξεμβούργο Φιλανδία Ολλανδία Ισπανία Ελλάδα Σουηδία Βέλγιο Αυστρία 1999 2000 Γαλλία Μ.Βρετανία Γερμανία Πορτογαλία Ιταλία Δανία 0 2 4 6 8 10 12 Πραγματικό ΑΕΠ, ποσοστό μεταβολής σε σχέση με το προηγούμενο έτος Πηγή: Eurostat

41 Ι-3. Ενεργειακή ένταση της οικονομίας Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Φιλανδία Ελλάδα Βέλγιο Πορτογαλία Σουηδία Μ.Βρετανία Ισπανία Ολλανδία Λουξεμβούργο Γαλλία Ιρλανδία 1995 1998 Ιταλία Γερμανία Αυστρία Δανία 0 100 200 300 400 Ακαθάριστη Εγχώρια κατανάλωση ενέργειας /ΑΕΠ (ισοδύναμοι τόνοι πετρελαίου/1995 εκατ. ευρώ) Πηγή:Eurostat

42 Ι-4. Παραγωγικότητα (ανά εργαζόμενο) Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Βέλγιο Ιρλανδία Ιταλία Γαλλία Φιλανδία Δανία Γερμανία Αυστρία Ολλανδία Μ.Βρετανία 1995 2000(1) Σουηδία Ισπανία Ελλάδα Πορτογαλία 0 50 100 150 200 250 AEΠ σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής δύναμης (PPS) / α- ριθμό εργαζομένων (Ε.Ε-15=100) (1) Προβλέψεις Πηγή: Eurostat

43 Ι-5. Πληθωρισμός Η.Π.Α* Ιαπωνία* Ε.Ε-15 Μ.Βρετανία Σουηδία Γαλλία Αυστρία Γερμανία Ολλανδία Ιταλία Πορτογαλία Ελλάδα Δανία 1999 2000 Βέλγιο Φιλανδία Ισπανία Λουξεμβούργο Ιρλανδία 0.0 1.0 2.0 3.0 4.0 5.0 6.0 Ετήσιος ρυθμός μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή * Δεν υπάρχουν διαθέσιμα προς σύγκριση στοιχεία για τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία Πηγή: Eurostat

44 Ι-6. Μεταβολή πραγματικού μοναδιαίου κόστους εργασίας 1999 2000-10 -8-6 -4-2 0 2 4 6 Ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του πραγματικού μοναδιαίου κόστους εργασίας Πηγή: Eurostat

45 Ι-7. Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης 1998 1999-8 -6-4 -2 0 2 4 6 Καθαρό ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης ως % του ΑΕΠ * δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχειά σε ESA 95 Πηγή: Eurostat

ΙΙ. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

49 ΙΙ-1 Δείκτης Απασχόλησης Η.Π.Α (*) Ιαπωνία (*) Ε.Ε-15 Δανία Ολλανδία Μ.Βρετανία Σουηδία Αυστρία Πορτογαλία Φιλανδία Γερμανία 1999 1995 Ιρλανδία Λουξεμβούργο Γαλλία Βέλγιο Ελλάδα Ιταλία Ισπανία 0 10 20 30 40 50 60 70 80 90 ως % πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών * δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχειά σε ESA 95

50 ΙI-2 Μεταβολή της απασχόλησης 1998 1999-2,0-1,0 0,0 1,0 2,0 3,0 4,0 5,0 6,0 7,0 % πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών Πηγή: Eurostat

51 ΙΙ-3 Δείκτης Ανεργίας Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Ολλανδία* Αυστρία Πορτογαλία Ιρλανδία Δανία Μ.Βρετανία 1995 2000 Σουηδία Γερμανία Βέλγιο Γαλλία Φιλανδία Ιταλία Ελλάδα* Ισπανία 0 5 10 15 20 25 Άνεργοι ως % του οικονομικά ενεργού πληθυσμού * Για την Ελλάδα και την Ολλανδία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το έτος 1999 Πηγή: Eurostat

52 ΙΙ-4 Δείκτης Ανεργίας ( Γυναίκες) Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Αυστρία Ολλανδία* Πορτογαλία Μ.Βρετανία 1995 2000 Ιρλανδία Δανία Σουηδία Γερμανία Βέλγιο Φιλανδία Γαλλία Ιταλία Ελλάδα* Ισπανία 0 5 10 15 20 25 30 35 Ανεργία ως % του γυναικείου οικονομικά ενεργού πληθυσμού * τα διαθέσιμα στοιχεία για την Ελλάδα και την Ολλανδία είναι του 1999 Πηγή :Eurostat

53 ΙΙ-5 Δείκτης Ανεργίας ( Άντρες) Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Ολλανδία* Αυστρία Πορτογαλία Δανία Ιρλανδία Μ.Βρετανία Σουηδία 1995 2000 Βέλγιο Ιταλία Ελλάδα* Γαλλία Γερμανία Φιλανδία Ισπανία 0 5 10 15 20 Άνεργοι ως % του οικονομικά ενεργού πληθυσμού (άντρες) * τα διαθέσιμα στοιχεία για την Ελλάδα και την Ολλανδία είναι του 1999 Πηγή :Eurostat

54 ΙΙ-6 Φορολογία χαμηλόμισθών εργαζομένων Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Ιρλανδία Μ.Βρετανία Πορτογαλία Ισπανία Δανία 1995 1999 Αυστρία Ολλανδία Γερμανία Ελλάδα Ιταλία Γαλλία Φιλανδία Βέλγιο Σουηδία 0 10 20 30 40 50 Φόρος εισοδήματος και ασφαλιστικές εισφορές εργαζόμενών και εργοδοτών, ως % του κόστους εργασίας Πηγή ΟΟΣΑ

55 ΙΙ-7 Δια βίου εκπαίδευση Ε.Ε-15 (*) Σουηδία Δανία Μ.Βρετανία Φιλανδία Ολλανδία Αυστρία (*) Βέλγιο Ιταλία 1995 1999 Γερμανία Λουξεμβούργο Ιρλανδία (*) Ισπανία Πορτογαλία Γαλλία Ελλάδα 0 5 10 15 20 25 30 % του πληθυσμού ηλικίας 25-64, που συμμετέχει στην εκπαίδευση ή κατάρτιση *για τις Ιρλανδία, Αυστρία και ΕΕ-15 υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για 1995-1997 Πηγή: Eurostat

ΙΙΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΚΑΙ ΈΡΕΥΝΑ

59 ΙΙΙ-1 Δημόσια δαπάνη για εκπαίδευση Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Δανία Σουηδία Αυστρία Φιλανδία Γαλλία 1996 1998 (1) Πορτογαλία Βέλγιο Ολλανδία Ιταλία Μ.Βρετανία Γερμανία Ιρλανδία Ισπανία Ελλάδα 0 2 4 6 8 10 Συνολική δημόσια δαπάνη για εκπαίδευση ως % του ΑΕΠ σε εθνικό νόμισμα (1) προσωρινά στοιχεία Πηγή: UNESCO/OECD/Eurostat

60 ΙΙΙ-2 Δαπάνες σε Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Σουηδία Φιλανδία Γερμανία Γαλλία Ολλανδία Δανία Μ.Βρετανία Βέλγιο Αυστρία Ιρλανδία Ιταλία Δαπάνες επιχειρήσεων για R&D (BERD) Δημόσιες δαπάvες για R&D (GERD-BERD)* Ισπανία Πορτογαλία Ελλάδα 0 1 2 3 4 Δαπάνες για Έρευνα & Ανάπτυξη(R&D) ως % του ΑΕΠ

61 ΙΙΙ-3 Δαπάνες για τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ICT) Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Σουηδία Πορτογαλία Ολλανδία Μ.Βρετανία Ισπανία Φιλανδία 1995 2000 Δανία Βέλγιο /Λουξεμ. Γαλλία Ελλάδα Γερμανία Αυστρία Ιταλία Ιρλανδία 0,0 1,0 2,0 3,0 4,0 5,0 6,0 7,0 8,0 Δαπάνες για τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ICT), ως % του ΑΕΠ Πηγή: European Information Technology Observatory (EITO)

62 ΙΙΙ-4 Πρόσβαση στο Internet Η.Π.Α Ε.Ε-15 Ολλανδία Σουηδία Δανία Φιλανδία Μ.Βρετανία Αυστρία Λουξεμβούργο Ιρλανδία Βέλγιο Γερμανία Ιταλία Γαλλία Πορτογαλία Ισπανία Ελλάδα Απριλ. 2000 Οκτωβ. 2000 0 10 20 30 40 50 60 % του πληθυσμού που έχουν πρόσβαση στο Internet από την οικία τους * για τις ΗΠΑ υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τον Αύγουστο 2000 Πηγή: Eurobarometer

63 ΙII-5 Ευρεσιτεχνίες σε τομείς υψηλής τεχνολογίας Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Λουξεμβούργο Ολλανδία Σουηδία Γερμανία Φιλανδία Δανία Γαλλία 1996 1999 Βέλγιο Αυστρία Μ.Βρετανία Ιταλία Ιρλανδία Ισπανία Ελλάδα Πορτογαλία 0 100 200 300 Αριθμός εφαρμογών ευρεσιτεχνίας σε τομείς υψηλής τεχνολογίας κατά τον EPO ανά εκατ. κατοίκους Πηγή: EPO

64 ΙΙΙ-6 Εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας Η.Π.Α(*) Ιαπωνία Ε.Ε-15 Ιρλανδία Μ.Βρετανία Γαλλία Ολλανδία Φιλανδία Σουηδία Γερμανία 1995 1999 Δανία Λουξεμβούργο Αυστρία Βέλγιο Ιταλία Ισπανία Ελλάδα Πορτογαλία 0 5 10 15 20 25 30 35 40 45 Εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας ως % των συνολικών εξαγωγών * Διαθέσιμα στοιχεία για 1995 και 1998 Πηγή: Eurostat

65 ΙΙΙ-7 Venture Capital Η.Π.Α Ε.Ε-15 Ολλανδία Βέλγιο Μ.Βρετανία Σουηδία Γερμανία Φιλανδία Γαλλία Ισπανία Πρωταρχικό στάδιο 1995 Διεύρυνση & αντικατάσταση Ιρλανδία Ελλάδα Ιταλία Δανία Πορτογαλία Αυστρία 0,0 0,1 0,2 0,3 0,4 0,5 επενδύσεις χρηματοδοτημένες με venture capital, ως % του ΑΕΠ Πηγή : European Venture Capital Association (EVCA)

ΙV ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

69 ΙV-1 Ολοκλήρωση εμπορίου (Ενδοευρωπαικό εμπόριο) Βέλγιο/Λουξεμ. Ιρλανδία Ολλανδία Πορτογαλία Αυστρία Σουηδία Δανία Φιλανδία Ελλάδα Μικρές Οικονομίες* Γαλλία 1995 1999 Ισπανία Γερμανία Μ.Βρετανία Ιταλία Μεγάλες Οικονομίες* 0 10 20 30 40 50 60 Ενδοευρωπαικό εμπόριο ως % του ΑΕΠ * Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μικρότερες οικονομίες τείνουν να είναι πιο ολοκληρωμένες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να κατηγοριοποιηθούν σε μεγάλες και μικρές οικονομίες και η σύγκριση να γίνει ανάμεσα στις χώρες-μέλη κάθε μίας κατηγορίας. Πηγή: Eurostat

70 ΙV-2 Επενδύσεις Επιχειρήσεων Η.Π.Α* Ε.Ε-15 Αυστρία Ισπανία Πορτογαλία Ιρλανδία Γερμανία Βέλγιο Ολλανδία Ελλάδα Δανία Λουξεμβούργο 1995 1999 Μ.Βρετανία Ιταλία Γαλλία Φιλανδία Σουηδία 0 5 10 15 20 25 ως % του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές *Για τις ΗΠΑ δεν υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία Πηγή: Eurostat

71 ΙV-3 Σχετικό επίπεδο τιμών (συμπερ. έμμεσοι φόροι, Ε.Ε15=100) Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Πορτογαλία Ελλάδα Ισπανία Ιταλία Ολλανδία Βέλγιο Ιρλανδία Αυστρία Μ.Βρετανία Γαλλία Λουξεμβούργο 1995 1999* Γερμανία Φιλανδία Σουηδία Δανία 0 20 40 60 80 100 120 140 160 Δείκτης τιμών (Ε.Ε15=100) * Εκτιμήσεις Πηγή: Eurostat/ΟΟΣΑ

72 IV-4 Τιμές τηλεπικοινωνιών, 1999 Βέλγιο Δανία Γερμανία Ελλάδα Ισπανία Γαλλία Ιρλανδία Ιταλία Λουξεμβούργο Ολλανδία Αυστρία Πορτογαλία Φιλανδία Σουηδία Μ. Βρετανία Ιαπωνία ΗΠΑ 0 80 100 150 200 250 οι τιμές συσχετίζονται με Ε.Ε-15=100 Τοπικές κλήσεις Εθνικές κλήσεις Κλήσεις σε ΗΠΑ Πηγή: Γενική διεύθυνση Ευρωπαϊκής Επιτροπής DG INFSO

73 ΙV-5 Τιμές ηλεκτρικού ρεύματος (Βιομηχανική χρήση) Φιλανδία Σουηδία Δανία Γαλλία Ελλάδα Ισπανία Πορτογαλία Ιρλανδία Γερμανία Λουξεμβούργο 1997 2000 Μ.Βρετανία Βέλγιο Ιταλία Αυστρία Ολλανδία 0 2 4 6 8 10 Τιμές σε Ευρώ ανά 100 kwh (πλήν φορών) Η συνηθής βιομηχανική μονάδα καταναλώνει 2GWh ετησίως με μέγιστη ζήτηση 500kW και ετήσια φόρτωση 4.000 ώρες

74 ΙV-6 Τιμές ηλεκτρικού ρεύματος (Νοικοκυριά) Ελλάδα Φιλανδία Σουηδία Δανία Ιρλανδία Ισπανία Γαλλία 1997 2000 Αυστρία Μ.Βρετανία Λουξεμβούργο Βέλγιο Πορτογαλία Γερμανία Ιταλία Ολλανδία 0 5 10 15 20 Τιμές σε Ευρώ ανά 100 kwh (πλην φορών) (Ο μέσος καταναλωτής καταναλώνει 3.500 kwh ετησίως εκ των οποίων 1.300 κατά την διάρκεια της νύχτας με φθίνοντα ρυθμό για την μέση κατοικία 90 Μ2)

75 ΙV- 7 Προσέλκυση κεφαλαίων μέσω χρηματιστηρίου Η.Π.Α Ιαπωνία Ε.Ε-15 Ιρλανδία Ολλανδία Ισπανία Ελλάδα Πορτογαλία Λουξεμβούργο Ιταλία Γαλλία Δανία Φιλανδία Μ.Βρετανία Βέλγιο Γερμανία Σουηδία Αυστρία 1997 1999 0 5 10 15 20 25 30 Αύξηση κεφαλαίου από εγχώριες επιχειρήσεις, ως % του ΑΕΠ

76 ΙV-8 Αξία κρατικών προμηθειών, για τις οποίες έχει γίνει δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε Ε.Ε-15 Ελλάδα Μ.Βρετανία Σουηδία Δανία Βέλγιο Ισπανία Πορτογαλία Ιρλανδία Λουξεμβούργο Γαλλία Ιταλία Φιλανδία Αυστρία Ολλανδία Γερμανία 1998 1999 0 1 2 3 4 5 6 7 ως % του ΑΕΠ Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

V ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ

79 V-1 Κατανομή εισοδήματος Ε.Ε-15 Ελλάδα Ιταλία Ισπανία Ιρλανδία Μ.Βρετανία Γερμανία Ολλανδία 1995 1996 Λουξεμβούργο Γαλλία Βέλγιο Αυστρία Σουηδία (*) Δανία Φιλανδία (*) 0 1 2 3 4 5 6 7 δείκτης S80/S20 (δείκτης υψηλών εισοδημάτων 20% ως προς χαμηλά εισοδήματα 20%) *δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τις Φιλανδία και Σουηδία Σημείωση: Τα στοιχεία για την Πορτογαλία είναι σε διαδικασία εις βάθους επαλήθευσης Πηγή: Eurostat

80 V-2 Ποσοστό φτώχειας προ και μετά από κοινωνικές παροχές, 1996 Ε.Ε-15 Ιταλία Ελλάδα Γερμανία Ολλανδία Λουξεμβούργο Αυστρία Ισπανία Γαλλία Πορτογαλία Δανία Μ.Βρετανία πρίν μετά Ιρλανδία Σουηδία (*) Βέλγιο (*) Φιλανδία (*) 0 5 10 15 20 25 30 35 Μερίδιο του πληθυσμού πoυ βρίσκεται κάτω από όριο της φτώχειας, δηλαδή από το 60% του μέσου ισοδύναμου εισοδήματος *Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για την Φιλανδία Για τις Σουηδία και Βέλγιο δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το επίπεδο της φτώχειας πριν των κοινωνικών παροχών Πηγή: Eurostat

81 V-3 Άτομα που εγκαταλείπουν το σχολείο και δεν είναι σε εκπαίδευση ή κατάρτιση Σουηδία Μ.Βρετανία Φιλανδία Αυστρία* Δανία Γαλλία Γερμανία* Βέλγιο Ολλανδία* Ελλάδα Ιρλανδία* 1995 1999 Λουξεμβούργο Ιταλία Ισπανία Πορτογαλία 0 10 20 30 40 50 Ως % πληθυσμού ηλικίας 18-24 ετών με χαμηλή δευτεροβάθμια και όχι στο παρόν στην εκπαίδευση ή σε κατάρτιση * Για την Ιρλανδία και την Αυστρία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το 1997 Για την Γερμανία και την Ολλανδία είναι μη διαθέσιμα τα στοιχεία για το 1995 Πηγή: Eurostat