ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Ανάλυση Eιδικών Θεμάτων Αστικού Δικαίου Ευάγγελος Ι. Μαργαρίτης Δικηγόρος, Δρ.Νομικής Senior Associate Drakopoulos Law Firm Αθήνα, 16.4.2016 1
2
Οι κατωτέρω απαντήσεις ανταποκρίνονται στην προσωπική επιστημονική άποψη του γράφοντος και όχι στην επίσημη θέση της ΕΑΝΔΑ ή της εκάστοτε εξεταστικής επιτροπής 3
Θέμα 1 ο Ο Ε εκμίσθωσε την 1-6-2014 στον Μ μία οικία του δεύτερου ορόφου επί πολυκατοικίας εμβαδού 100 τμ. που βρίσκεται στη Νέα Σμύρνη και η οποία ανήκει κατά κυριότητα στον ίδιο τον Ε. Χρονικό διάστημα της μίσθωσης ορίστηκε το διάστημα των δύο ετών, ενώ συμφωνήθηκε ότι ο Μ θα τη χρησιμοποιήσει ως οικογενειακή στέγη. Μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε το ποσό των 550, το οποίο ήταν καταβλητέο την πρώτη ημέρα κάθε μηνός. Ο Ε παρέδωσε τη χρήση και τα κλειδιά του μισθίου στον Μ την ημέρα υπογραφής της μίσθωσης. Όμως ο μισθωτής δεν εγκαταστάθηκε αμέσως στο μίσθιο, αλλά τρεις μήνες αργότερα, ήτοι την 1-9-2014 λόγω παραθερισμού του κατά τους καλοκαιρινούς μήνες στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Κάρπαθο. Αφότου ο Μ εγκαταστάθηκε στο μίσθιο και μέχρι και τον Ιούνιο τον έτους 2015 κατέβαλλε κανονικά στον Ε το συμφωνημένο μίσθωμα, πλην όμως στη συνέχεια σταμάτησε. Λόγω μη καταβολής των μισθωμάτων των μηνών Ιουλίου, Αύγουστου και Σεπτέμβριου 2015, ο Ε απέστειλε την από 15-9-2015 εξώδικη δήλωσή του, η οποία επιδόθηκε την οποία επίδωσε στις 20-9-2015 στο Μ και στη σύζυγο του Σ, κατήγγειλε τη μίσθωση, και παράλληλα ζήτησε από το μισθωτή να του καταβάλει τα μισθώματα των μηνών Ιουλίου, Αύγουστου και Σεπτέμβριου 2015, αλλά και των μηνών Ιουνίου, Ιουλίου και Αυγούστου 2014, τα οποία ο Μ αρνείτο να του καταβάλει παρά τις επανειλημμένες προφορικές οχλήσεις του Ε, με την αιτιολογία ότι δεν υποχρεούται στην καταβολή αυτών διότι κατά τους παραπάνω τρεις μήνες δεν έκανε χρήση του μισθίου. Ο Μ όμως συνέχισε να χρησιμοποιεί το μίσθιο και μετά την καταγγελία. και απέδωσε τη χρήση του στον εκμισθωτή στις 31-12-2015 με την παράδοση των κλειδιών του. Την 8.1.2016 ο Ε επισκέφθηκε το μίσθιο και διαπίστωσε ότι αυτό έφερε διάφορες φθορές και βλάβες οι οποίες είχαν προκληθεί από αμέλεια του Μ και δεν οφείλονταν στη συμφωνημένη χρήση του μισθίου. Κατόπιν τούτου ανέθεσε σε συνεργείο την αποκατάσταση των φθορών και βλαβών του μισθίου, για την οποία δαπάνησε το συνολικό ποσό των 300. 4
Μετά την αποκατάσταση των φθορών και βλαβών και συγκεκριμένα την 1-2-2009 ο Ε εκμίσθωσε το μίσθιο στον Γ, για μία τριετία, αντί μηνιαίου μισθώματος 400. ΕΡΩΤΑΤΑΙ: 1) Ποια τα έννομα αποτελέσματα της καταγγελίας της μίσθωσης και πότε επήλθαν αυτά; Θα άλλαζε η απάντηση αν δεν είχε επιδοθεί η καταγγελία στη Σ; α. Εν προκειμένω υφίσταται σύμβαση μίσθωσης ακινήτου οικογ. στέγης ορισμένου χρόνου. Βασική υποχρέωση του Εκμισθωτή είναι η παράδοση του μισθίου κατάλληλου για τη συμφωνημένη χρήση και χωρίς νομικά ή πραγματικά ελαττώματα και του μισθωτή η καταβολή του μισθώματος στις συμφωνηθείσες χρονικές περιόδους. Η μη καταβολή μισθώματος ισοδυναμεί με παράβαση κύριας συμβατικής υποχρέωσης του Μισθωτή και δίνει στον Εκμισθωτή δικαίωμα καταγγελίας κατ άρθρον 597 παρ. 1 ΑΚ: Αν ο μισθωτής καθυστερεί το μίσθωμα ολικά ή μερικά, ο εκμισθωτής δικαιούται να καταγγείλει τη μίσθωση τουλάχιστον πριν από ένα μήνα, αν πρόκειται για μίσθωση που η διάρκειά της συμφωνήθηκε για ένα χρόνο ή περισσότερο, και πριν από δέκα ημέρες στις άλλες μισθώσεις. Δεν αποκλείεται αξίωση του εκμισθωτή για αποζημίωση εξαιτίας της πρόωρης λύσης της μίσθωσης. Έτσι, επέρχονται ένα μήνα μετά την επίδοση του εξωδίκου, ήτοι την 20-10-2015. β. 612 Α ΑΚ:. Στην περίπτωση όπου το μίσθιο χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη και η χρήση αυτή έχει γνωστοποιηθεί στον εκμισθωτή, η καταγγελία της μίσθωσης, στην οποία αυτός 5
προβαίνει, είναι άκυρη, εφόσον δεν την κοινοποιεί και στο σύζυγο του μισθωτή, τηρώντας την ίδια προθεσμία που τυχόν απαιτείται για την καταγγελία. 2) Πώς θα έμενε άνευ αποτελεσμάτων η καταγγελία της μίσθωσης; Η καταγγελία μένει χωρίς αποτέλεσμα αν ο μισθωτής πριν περάσει η προθεσμία αυτή καταβάλλει το καθυστερούμενο μίσθωμα μαζί με τα τυχόν έξοδα της καταγγελίας (ΑΚ 597 παρ. 2) 3] Ποιος ο νομικός χαρακτήρας της καταγγελίας της μισθώσεως; Μονομερής απευθυντέα δήλωση βούλησης (δικαιοπραξία), διαπλαστικό δικαίωμα, επιφέρει τη λήξη της σύμβασης για το μέλλον. 4) Είναι νόμιμος ο ισχυρισμός του μισθωτή ότι δεν υποχρεούται στην καταβολή των μισθωμάτων των μηνών Ιουνίου, Ιουλίου και Αυγούστου 2014διότι κατά τους μήνες αυτούς δεν έκανε χρήση του μισθίου λόγω απουσίας του; Όχι, διότι η σύμβαση μίσθωσης (578 ΑΚ), προϋποθέτει την παράδοση του μισθίου από τον Εκμισθωτή στο Μισθωτή και ο Μισθωτής να είναι σε θέση να κάνει όντως χρήση του μισθίου, ανεξαρτήτως αν κάνει χρήση αυτού ή όχι. Άλλωστε, 596 ΑΚ: Ο μισθωτής δεν απαλλάσσεται από το μίσθωμα, αν εμποδίζεται να χρησιμοποιήσει το μίσθιο από λόγους που αφορούν τον ίδιο. Έχει δικαίωμα όμως να αφαιρέσει από το μίσθωμα καθετί που ωφελήθηκε ο εκμισθωτής χρησιμοποιώντας το μίσθιο με άλλο τρόπο. 6
5) Ποιες αξιώσεις έχει ο Ε κατά του Μ και με ποιες νομικές βάσεις λόγω των φθορών στο μίσθιο; α. Ενδοσυμβατική ευθύνη ΑΚ 592: Ο μισθωτής δεν ευθύνεται για φθορές ή μεταβολές που οφείλονται στη συμφωνημένη χρήση. Εξ αντιδιαστολής, ευθύνεται για φθορές που δεν οφείλονται στη συμφωνημένη χρήση. Πρόκειται για τη λεγόμενη «κακή χρήση του μισθίου», η οποία δίνει δικαίωμα έκτακτης καταγγελίας της μίσθωσης στον Εκμισθωτή: Ο εκμισθωτής έχει δικαίωμα να καταγγείλει αμέσως τη μίσθωση και συγχρόνως να ζητήσει αποζημίωση, αν ο μισθωτής, παρά τις διαμαρτυρίες του εκμισθωτή, δεν μεταχειρίζεται το μίσθιο με επιμέλεια και όπως συμφωνήθηκε ή δεν τηρεί τη συμπεριφορά που πρέπει απέναντι στους άλλους ενοίκους. Η ζημία του είναι εν προκειμένω τα έξοδα του συνεργείου 300 β. Αδικοπρακτική ευθύνη ΕΞ ΑΜΕΛΕΙΑΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΟΥ Ε (914 ΑΚ), όπου ως κανόνες επιμέλειας ορίζονται οι κανόνες της τακτικής και συνετής χρήσης του μισθίου. παραγραφή; 6) Ποιος ο χρόνος παραγραφής των αξιώσεων του Ε κατά του Μ και πότε αρχίζει η ΑΚ 602 Οι αξιώσεις του εκμισθωτή για αποζημίωση εξαιτίας μεταβολών ή φθορών στο μίσθιο παραγράφονται ύστερα από έξι μήνες αφότου το ανέλαβε. Σε κάθε περίπτωση οι αξιώσεις αυτές παραγράφονται μαζί με την αξίωση για ανάληψη του μισθίου. 7
Αδικοπρακτικά όμως η πενταετία, ΑΚ 937 7) Δικαιούται εκμισθωτής να ζητήσει από το μισθωτή χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω των φθορών επί του μισθίου. Μόνο στο πλαίσιο της αδικοπρακτικής ευθύνης (βλ. 932 ΑΚ και 299 ΑΚ) όχι όμως επί τη βάσει της ενδοσυμβατικής ευθύνης 8) Αν το μίσθιο ακίνητο δεν ανήκε κατά κυριότητα στον εκμισθωτή, αλλά στον αδελφό του η σύμβαση μισθώσεως θα ήταν έγκυρη: Ναι, είναι ενοχική σύμβαση και η κυριότητα του Εκμισθωτή δεν αποτελεί αντικείμενο του κύρους της. Ενδέχεται όμως ο αληθής κύριος να απομακρύνει τον Μισθωτή με βάσει τις διατάξεις περί προστασίας της κυριότητάς του. Σε αυτή τη περίπτωση ο Μισθωτής θα έχει αξίωση αποζημίωσης έναντι του Εκμισθωτή που δεν είναι ο αληθής κύριος λόγω της αδυναμίας του να παραδώσει το μίσθιο Βλ. 583 ΑΚ: "Αν εξαιτίας κάποιου δικαιώματος τρίτου αφαιρέθηκε από τον μισθωτή ολικά ή μερικά η συμφωνημένη χρήση του μισθίου (νομικό ελάττωμα), εφαρμόζονται αναλόγω ςοι διατάξεις των άρθρων 576 έως 579". Αλλά ο μισθωτής δεν μπορεί να επιχειρήσει ο ίδιος την άρση του νομικού ελαττώματος με δαπάνες του εκμισθωτή. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις του το ενοχικό δικαίωμα «εμπραγματώνεται» και είναι ισχυρότερο του εμπράγματου δικαιώματος, π.χ. στη μεταβίβαση μισθωμένου ακινήτου, 8
όταν η μίσθωση αποδεικνύεται με έγγραφο βέβαιης χρονολογίας, ή στις διατάξεις περί leasing ή στο πλαίσιο του ν. 2664/1998. 9) Αν παρά τα ανωτέρω, ο Μ ήταν συνεπής της υποχρεώσεις του πλην όμως απεβίωσε πριν τη λήξη της μίσθωσης, ποια θα είναι η τύχη αυτής μετά το θάνατό του; Άρθρο 612 ΑΚ: "Οταν αποβιώσει ο μισθωτής, οι κληρονόμοι του έχουν δικαίωμα να καταγγείλουν τη μίσθωση. Η καταγγελία γίνεται τουλάχιστον πριν από τρεις μήνες και ισχύει για το τέλος του ημερολογιακού μήνα. Στην περίπτωση, όπου το μίσθιο χρησίμευε, όσο ζούσε ο μισθωτής, ως οικογενειακή στέγη με την έννοια του άρθρου 1393 και ζει κατά το χρόνοτ ου θανάτου του ο σύζυγός του, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις από τη μίσθωση περιέρχονται αποκλειστικά σ' αυτόν, ο οποίος δικαιούται όμως, τηρώντας την προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, να καταγγείλει οποτεδήποτε τη μίσθωση". Δηλαδή κληρονομείται και υφίσταται ειδική μορφή κληρονομικής διαδοχής υπέρ του Συζύγου, σε κάθε δε περίπτωση υπάρχει δικαίωμα καταγγελίας. 9
Θέμα 2 ο Επειδή ο Α είχε προστριβές με τον Β για την έκταση του περιεχομένου μιας πώλησης, συμφώνησαν μετά τη λύση της διαφοράς τους ότι στο μέλλον κάθε σύμβαση που θα καταρτίζεται μεταξύ τους θα πρέπει να γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, αλλιώς θα είναι άκυρη. Ύστερα από λίγες μέρες ο Α πούλησε στον Β 1.000 κιλά ελαιόλαδο αντί 5,00 ευρώ το κιλό, χωρίς να συνταχθεί ιδιωτικό έγγραφο. Όταν ο Β ζήτησε από τον Α να του παραδώσει το λάδι, ο Α αρνήθηκε την παράδοση με τον ισχυρισμό ότι η πώληση του λαδιού είναι άκυρη, γιατί δεν καταρτίστηκε με ιδιωτικό έγγραφο. Στη συνέχεια ο Α, προς αποφυγή περαιτέρω προστριβών, συμφώνησε με ιδιωτικό έγγραφο με τον Β τα εξής: «Ο Β θα πουλήσει ύστερα από έναν χρόνο στον Α ένα διαμέρισμα. Το διαμέρισμα όμως αυτό θα παραδοθεί από τώρα στον Α, ο οποίος θα καταβάλει στον Β μίσθωμα 400,00 ευρώ μηνιαίως για τη χρήση του ακινήτου μέχρι της καταρτίσεως του συμβολαίου πώλησης». ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ δικαιοπραξίας; 1) α. Ποια γενικότερη αρχή του δικαίου των συμβάσεων εκφράζει το άτυπο της Την ελευθερία των συμβάσεων, σε συνδυασμό με το άρθρο 361 ΑΚ. Δικαιοπολιτικός Στόχος είναι η ταχεία διεξαγωγή των συναλλαγών στο πλαίσιο της πραγμάτωσης του ιδεώδους της ιδιωτικής αυτονομίας, έτσι ώστε για την ανάληψη υποχρέωσης με σύσταση, αλλοίωση, μεταβίβαση και κατάργηση ενοχής αρκεί μόνο η αυτοδέσμευση ενός μέρους solo consensu, ήτοι μόνο με τη εκδήλωση μιας δήλωσης βούλησης και την αποδοχή αυτής από το έτερο μέρος. Ο τύπος επιβάλλεται μόνο όταν ο νομοθέτης κρίνει ότι πρέπει να παρέμβει και να δράσει «νουθετώντας» τα μέρη, παρέχοντάς τους δυνατότητα περίσκεψης που εξασφαλίζει το έγγραφο. 10
β. Είναι έγκυρη η πώληση του λαδιού, αν και δεν καταρτίστηκε, όπως είχε συμφωνηθεί, με ιδιωτικό έγγραφο, ή νόμιμα αρνήθηκε ο Α να παραδώσει το λάδι; Αρχικώς είναι άκυρη διότι δεν τηρήθηκε ο τύπος στον οποίο τα μέρη είχαν υποβάλει κάθε μεταξύ τους δικαιοπραξία (ΑΚ 159 παρ. 1) 2) Αν ο Α παρέδιδε το λάδι, είχε δικαίωμα να το αναζητήσει, γιατί η πώληση κατά τη συμφωνία δεν έγινε με ιδιωτικό έγγραφο; Σε περίπτωση αμφιβολίας είναι επίσης άκυρη η δικαιοπραξία, αν δεν τηρήθηκε ο τύπος που είχαν καθορίσει τα μέρη. Αλλά η εκπλήρωση της δικαιοπραξίας με επίγνωση της έλλειψης του τύπου, θεραπεύει την έλλειψη αυτή. θεωρία. Πρόκειται για «ίαση» της ακυρότητας της δικαιοπραξίας όπως αναφέρεται στη 3) Σε ποια άλλη περίπτωση του δικαίου εμφανίζεται παρόμοια ρύθμιση για την κάλυψη της ακυρότητας του τύπου; ΑΚ 498 παρ. 2 ΑΚ για τις δωρεές που εκπληρώνονται χωρίς να υπάρχει το αντίστοιχο συμβολαιογραφικό έγγραφο. Για τη σύσταση δωρεάς απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η δωρεά κινητού πράγματος για την οποία δεν συντάχθηκε συμβολαιογραφικό έγγραφο ισχυροποιείται αφότου ο δωρητής παραδώσει το πράγμα στο δωρεοδόχο. ΑΚ 849 για την εγγύηση (μονομερώς τυπική δικαιοπραξία) 11
Η εγγύηση είναι άκυρη, αν δεν δηλωθεί εγγράφως. Η έλλειψη του εγγράφου καλύπτεται, εφόσον ο εγγυητής εκπλήρωσε την οφειλή. 4) Σε περίπτωση που τα μέρη είχαν συμφωνήσει συγκεκριμένη οξύτητα στο λάδι, και ο αγοραστής διαπίστωνε ότι δεν ανταποκρινόταν στις δηλώσεις του πωλητή η χημική σύσταση του λαδιού, ποια δικαιώματα έχει; Α. Συμβατική Ευθύνη: Δίκαιο της πώλησης: Ειδικό Δίκαιο μη εκπλήρωσης της παροχής. Υιοθετεί το πραγματικό της «μη ανταπόκρισης στη σύμβαση» - 534 ΑΚ, και παρέχει στον αγοραστή τα σχετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις από τα άρθρα 540 επ. ΑΚ. Αναμορφώθηκε μετά το ν. 3043/2002 κατά το πρότυπο του Γερμανικού Δικαίου και της οδηγίας 99/44/ΕΟΚ (η «μικρή λύση» σε αντίθεση με μια άλλη επιλογή, τη «μεγάλη λύση» την αναμόρφωση όλου του Αστικού Κώδικα). Εν προκειμένω έχουμε έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας και όχι πραγματικό ελάττωμα. Την απάντηση για τα δικαιώματα του αγοραστή δίνουν τα άρθρα 540 και 543 ΑΚ, αλλά πρέπει να αναφερθεί προηγουμένως η συλλογιστική των προηγούμενων άρθρων ως εξής: Άρθρο 534 : Πραγματικά ελαττώματα και έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων Ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει το πράγμα με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα. Άρθρο 535: Ο πωλητής δεν εκπληρώνει την κατά το προηγούμενο άρθρο υποχρέωσή του, αν το πράγμα που παραδίδει στον αγοραστή δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση και ιδίως: 1. δεν ανταποκρίνεται στην περιγραφή που έχει γίνει από τον πωλητή ή στο δείγμα ή υπόδειγμα που ο πωλητής είχε παρουσιάσει στον αγοραστή Άρθρο 537: Ευθύνη για ελλείψεις 12
Ο πωλητής ευθύνεται ανεξάρτητα από υπαιτιότητά του αν το πράγμα, κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή, έχει πραγματικά ελαττώματα ή στερείται τις συνομολογημένες ιδιότητες, εκτός αν ο αγοραστής κατά τη σύναψη της σύμβασης γνώριζε ότι το πράγμα δεν ανταποκρίνεται στη σύμβαση ή η μη ανταπόκριση οφείλεται σε υλικά που χορήγησε ο αγοραστής. Το ελάττωμα ή η έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας που διαπιστώνεται μέσα σε έξι μήνες από την παράδοση του πράγματος τεκμαίρεται ότι υπήρχε κατά την παράδοση, εκτός αν τούτο δεν συμβιβάζεται με τη φύση του πράγματος που πουλήθηκε ή με τη φύση του ελαττώματος ή της έλλειψης. Άρθρο 540: Δικαιώματα του αγοραστή Στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ο αγοραστής δικαιούται κατ` επιλογήν του: 1. να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μια τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες 2. να μειώσει το τίμημα 3. να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα. Ο πωλητής οφείλει να πραγματοποιήσει τη διόρθωση ή την αντικατάσταση σε εύλογο χρόνο και χωρίς σημαντική ενόχληση του αγοραστή. Άρθρο 542: Το δικαστήριο μπορεί, μολονότι ο αγοραστής άσκησε το δικαίωμα Υπαναχώρησης, να επιδικάσει μόνο μείωση του τιμήματος ή να διατάξει αντικατάσταση του πράγματος, αν κρίνει ότι οι περιστάσεις δεν δικαιολογούν την υπαναχώρηση (εξαίρεση από την αρχή της διαθέσεως 106 ΚΠολΔ). 13
Άρθρο 543: Αν κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή λείπει η συνομολογημένη ιδιότητα του πράγματος, ο αγοραστής δικαιούται, αντί για τα δικαιώματα του άρθρου 540, να απαιτήσει αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης (μεγάλη αποζημίωση) ή, σωρευτικά με τα δικαιώματα αυτά, να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία που δεν καλύπτεται από την άσκησή τους (μικρή αποζημίωση). Εν προκειμένω, έχει δηλαδή ή αξίωση μείωσης του τιμήματος ή διαπλαστικό δικαίωμα υπαναχώρησης ήτοι το τίμημα ως ζημία του είτε τη διαφορά από το τίμημα που θα στοίχιζε ένα μεταχειρισμένο όχημα της ίδιας κατηγορίας σε συνδυασμό με τη μικρή αποζημίωση του άρθρου 543 ΑΚ ( π.χ. τη διαφορά ανάμεσα στην τιμή του καινούριου από το μεταχειρισμένο όχημα) ή πλήρους αποζημίωσης (όλο το τίμημα που κατέβαλε), η αποζημίωση δε πάντα σε συνάρτηση του πταίσματος του πωλητή (έχουμε έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας και όχι πραγματικό ελάττωμα) Δεν έχει αξίωση άρσης ελαττώματος διότι δεν προσιδιάζει στη φύση της συγκεκριμένης περίπτωσης (δεν μπορεί να κάνει ο πωλητής το λάδι να αποκτήσει οξύτητα ορισμένης ποιότητας!) Β. Ακύρωση δικαιοπραξίας λόγω απάτης Απάτη κατ άρθρον 147 ΑΚ 149 ΑΚ, και ακύρωση κατ άρθρον 184 ΑΚ; Ορθή γνώμη αλλά μη κρατούσα: Φαινομένη συρροή, απορρόφηση των γενικών διατάξεων λόγω ειδικότητας Γ. Αδικοπραξία: Τα δικαιώματα από το άρθρο 914 ΑΚ σε συνδυασμό με 386 ΠΚ παραμένουν ακέραια για αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, ωστόσο ο ζημιωθείς πρέπει να αποδείξει πταίσμα του 14
5) Είναι έγκυρες οι παραπάνω συμφωνίες τους που έγιναν στη συνέχεια με το ιδιωτικό έγγραφο; «Ο Β θα πουλήσει ύστερα από έναν χρόνο στον Α ένα διαμέρισμα. Το διαμέρισμα όμως αυτό θα παραδοθεί από τώρα στον Α, ο οποίος θα καταβάλει στον Β μίσθωμα 400,00 ευρώ μηνιαίως για τη χρήση του ακινήτου μέχρι της καταρτίσεως του συμβολαίου πώλησης». Πρόκειται για προσύμφωνο πώλησης ( ΑΚ 166). Το οποίο υπόκειται στον τύπο της κύριας σύμβασης. Και κατ άρθρον 369 : Συμβάσεις που έχουν αντικείμενο τη σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπράγματων δικαιωμάτων πάνω σε ακίνητα απαιτείται να γίνονται ενώπιον συμβολαιογράφου. Η σύμβαση αυτή αποσκοπεί στην εξασφάλιση περίσκεψης στα μέρη. Αναφέρεται μόνο στο υποσχετικό κομμάτι της πώλησης, και όχι στο μεταβιβαστικό (το οποίο ρυθμίζεται από την 1033 ΑΚ). Η μίσθωση είναι έγκυρη. 6) Ποια τα δικαιώματα του Β κατά του Α, ο οποίος μετά την πάροδο των πρώτων 6 μηνών άρχισε να καθυστερεί την καταβολή του συμφωνημένου μισθώματος για τη χρήση του ακινήτου; Αξίωση Εκπλήρωσης της σύμβασης με αγωγή καταβολής μισθωμάτων καταγγελία κατ άρθρον 597 ΑΚ διαταγή απόδοσης βάσει διατάξεων ΚΠολΔ. 15
ΘΕΜΑ 3 ο Ο Α, συνέστησε νομότυπα ενέχυρο στο χρυσό του ρολόι υπέρ του δανειστή του Β, για την εξασφάλιση χρέους του Α προς τον Β ύψους 18.000. Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στο σπίτι του Β, ο Α αφαιρεί κρυφά το χρυσό ρολόι, το οποίο κατόπιν το πουλάει και το παραδίδει στον καλόπιστο Γ. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1) Τι είναι το ενέχυρο και πώς συστήνεται; Είναι εμπράγματο δικαίωμα αξίας, το περιεχόμενο του οποίου συνίσταται στην προνομιακή ικανοποίηση του ενεχυρικού δανειστή από το πράγμα πάνω στο οποίο έχει συσταθεί (είναι δηλαδή βάρος ξένης κυριότητας) 1209 ΑΚ Το ενέχυρο αποτελεί παρεπόμενο δικαίωμα συνιστάται και υπέρ απαίτησης μελλοντικής ή υπό αίρεση. 1210 ΑΚ. 1211 ΑΚ: Για τη Σύσταση ενεχύρου απαιτείται παράδοση του πράγματος από τον κύριο στο δανειστή και συμφωνία των δύο ότι ο δανειστής αποκτά ενέχυρο στο πράγμα. Η συμφωνία απαιτείται να γίνει με έγγραφο συμβολαιογραφικό ή ιδιωτικό με βέβαιη χρονολογία και να προσδιορίζει την απαίτηση, καθώς επίσης να περιγράφει το ενεχυραζόμενο πράγμα. Αντί για περιγραφή στο σώμα του εγγράφου αρκεί να προσαρτάται σ` αυτό ιδιαίτερος κατάλογος. 1217 ΑΚ: Το προνόμιο από το ενέχυρο υπάρχει από τη σύστασή του και αν ακόμη συστήθηκε για απαίτηση μελλοντική ή υπό αίρεση. 16
2) Είναι δυνατό να συμφωνηθεί μετά τη σύσταση ενεχύρου ότι αυτό θα συνεχίσει να το κατέχει ο κύριος Α; 1212 ΑΚ: Η παράδοση σύμφωνα με το άρθρο 1211 ΑΚ μπορεί να γίνει και σε τρίτον με κοινή Συναίνεση δανειστή και ενεχυραστή. 1213 ΑΚ: Παράδοση με αντιφώνηση. Συμφωνία μεταξύ δανειστή και ενεχυραστή να παραμείνει αυτός στην κατοχή του πράγματος βάσει ορισμένης έννομης σχέσης δεν ισχύει ως παράδοση. Συνεπώς, σχετική συμφωνία σημαίνει ότι δεν συστήνεται καν ενέχυρο. 3) Αν ο Α ήταν κακόπιστος νομέας του ρολογιού, ο Β θα αποκτούσε ενέχυρο; 1215 ΑΚ. Καλόπιστη κτήση δικαιώματος επί ενεχύρου Αν το πράγμα δεν ανήκει στον ενεχυραστή, ενέχυρο αποκτάται κατά τους όρους που αποκτάται η κυριότητα κινητού από μη κύριο. Οι σχετικές διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως. 4) Μπορεί ο Β να συμφωνήσει με τον Α ότι εφ όσον δεν καταβληθεί το χρέος, ο Β θα γίνει κύριος του ρολογιού; Πώς μπορεί να εξασφαλιστεί ο δανειστής Β; 1239 ΑΚ Είναι άκυρη η συμφωνία που γίνεται προτού καταστεί απαιτητό το ασφαλιζόμενο χρέος, σύμφωνα με την οποία αν ο δανειστής δεν ικανοποιηθεί εμπρόθεσμα, η κυριότητα του πράγματος περιέρχεται ή πρέπει να μεταβιβαστεί σ αυτόν. Το ίδιο ισχύει και για τη συμφωνία, με την οποία ο δανειστής απαλλάσσεται εξολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από τις διατυπώσεις για την εκποίηση του πράγματος. Δικαιώματα του Ενεχ. Δανειστή: 1237 ΑΚ 17
Ο δανειστής από τη στιγμή που η απαίτησή του έγινε απαιτητή έχει δικαίωμα να πουλήσει το πράγμα με πλειστηριασμό, αν έχει εκτελεστό τίτλο, ή να προκαλέσει δικαστική απόφαση για την πώλησή του με πλειστηριασμό. Η πώληση γίνεται όπως η πώληση κινητού που έχει κατασχεθεί. Η πώληση πραγμάτων που έχουν χρηματιστηριακή αξία γίνεται χρηματιστηριακώς. ενεχύρου; 5) Ο Γ αποκτά κυριότητα και αν ναι αυτή είναι βεβαρημένη ή ελεύθερη του ΑΚ 1034 : Για τη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού απαιτείται παράδοση της νομής του από τον κύριο σ` αυτόν που την αποκτά και συμφωνία των δύο ότι μετατίθεται η κυριότητα. Το ενέχυρο είναι απόλυτο δικαίωμα με εξουσία δίωξης, πράγμα που σημαίνει ότι ο Γ το αποκτά με βεβαρυμένη κυριότητα. Για αυτό και στο άρθρο 515 ΑΚ προβλέπεται ότι ο πωλητής δεν ευθύνεται για τα νομικά ελαττώματα που υπάρχουν κατά το χρόνο της πώλησης, αν ο αγοραστής τα γνώριζε. Αλλά για την υποθήκη ή την προσημείωση ή την κατάσχεση ή το ενέχυρο που υπάρχει ο πωλητής ευθύνεται και αν ακόμη ο αγοραστής γνώριζε την ύπαρξή τους. 6) α. Αν το ρολόι δεν είχε αφαιρεθεί από τον Α, αλλά είχε γίνει διάρρηξη στο σπίτι του Β και είχε κλαπεί από τον Κ και πωλήθηκε στον Λ, ο τελευταίος αποκτά κυριότητα; β. Ποιος είχε δικαίωμα να ζητήσει την απόδοσή του από τον Κ; α. Ο Κ το πωλεί και μεταβιβάζει στον Λ χωρίς να είναι κύριος. 18
Η πώληση είναι έγκυρη, αλλά άκυρη η μεταβίβαση κυριότητας επειδή ο Κ δεν είναι κύριος. Δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής καλόπιστης κτήσης κυριότητας κινητού παρά μη κυρίου, διότι κατ άρθρον 1038 ΑΚ: Η μεταβίβαση κινητού από μη κύριο σ` εκείνον που αποκτά καλόπιστα δεν επέρχεται, αν το μεταβιβαζόμενο έχει ξεφύγει από τη νομή του κυρίου με κλοπή ή με απώλεια. β. Διεκδικητική αγωγή του Α εμπράγματη αγωγή του Β: Σε περίπτωση προσβολής του δικαιώματος του ενεχύρου εφαρμοζονται αναλόγως οι διατάξεις για την προστασία της κυριότητας 1236 ΑΚ. Επίσης, προστασία της νομής του Α και της οιονεί νομής του Β. (ΑΚ 984-987/ ΑΚ 996: Ο νομέας δικαιώματος ενεχύρου ή δουλείας έχει σε περίπτωση παράνομης διατάραξης ή αποβολής τις αγωγές της νομής). 19
ΘΕΜΑ 4ο Ο επιχειρηματίας Α, κατά τη διάρκεια του γάμου του με την Σ, αγόρασε απ ονόματί του ένα πολυτελές διαμέρισμα στα βόρεια προάστια της Αττικής, στο οποίο κατοικούν μαζί με τον 15χρονο γιό τους Γ και το μόλις ενός έτους κοριτσάκι τους την Δ. Ο Α που ζηλεύει τη σύζυγό του, πιστεύει ότι η Σ απέκτησε την Δ από εξωσυζυγική της σχέση με τον Τ, γι αυτό και η σχέση τους τον τελευταίο χρόνο έχει κλονισθεί σοβαρά. Της φέρεται βίαια και μετά από συνεχείς έριδες και προστριβές έχει επέλθει ριζική μεταστροφή στα συναισθήματα του ενός συζύγου απέναντι στον άλλο. Τώρα βρίσκονται σε διάσταση, ο Α όμως αρνείται να συναινέσει σε διαζύγιο. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1) Τι δυνατότητες έχει η Σ να πετύχει τη λύση του γάμου της, αφού ο Α δεν συμφωνεί στην έκδοση συναινετικού διαζυγίου; 1438 ΑΚ αγωγή διαζυγίου: Ο Γάμος μπορεί να λυθεί με διαζύγιο. Το διαζύγιο απαγγέλλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. 1439 ΑΚ Ισχυρός κλονισμός: Καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δυο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Εφόσον ο εναγόμενος δεν αποδεικνύει το αντίθετο, ο κλονισμός τεκμαίρεται σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας αυτού, εγκατάλειψης του ενάγοντος ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο, καθώς και σε περίπτωση άσκησης από τον εναγόμενο ενδοοικογενειακής βίας εναντίον του ενάγοντος. Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά στο πρόσωπο του ενάγοντος. Η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης 20
υπολογίζεται κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων. 2) Έχει δικαιώματα η Σ στο παραπάνω ακίνητο που αγοράστηκε από το σύζυγό της Α κατά τη διάρκεια του γάμου τους και αν ναι, πότε αυτή μπορεί να τα ασκήσει; ΑΚ 1400 ΑΞΙΩΣΗ ΑΠΟΚΤΗΜΑΤΩΝ κατά το άρθρο 1400 ΑΚ, αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Η συμβολή αυτή τεκμαίρεται ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή. Η απαίτηση του κάθε συζύγου από το άρθρο 1400 ΑΚ είναι κατ' αρχήν ενοχή αξίας, δηλαδή χρηματική ενοχή, αντικείμενο της οποίας αποτελεί η χρηματική αποτίμηση της περιουσιακής αύξησης του υπόχρεου συζύγου, που προέρχεται από τη συμβολή του δικαιούχου. Ο κανόνας, όμως, αυτός, δεν αποκλείει, την έννοια της διατάξεως αυτής, την εξουσία του δικαστή να διατάξει δεχόμενος σχετικό αίτημα του ενός ή του άλλου συζύγου, ενοχικώς δε πάντοτε, την απόδοση του ποσοστού της συμβολής του δικαιούχου συζύγου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου με αυτούσια απόδοση, είτε ανάλογου ποσοστού συγκυριότητας επί των αποκτημάτων, είτε ορισμένου, ή ορισμένων πραγμάτων ίσης αξίας προς το ποσοστό της συμμετοχής του δικαιούχου στην αύξηση της περιουσίας του άλλου (ΟλΑΠ 28/1996). Το αίτημα αυτούσια απόδοση ακινήτου, ως "αποκτήματος" κατά το άρθρο 1400 ΑΚ, δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των αγωγών που πρέπει να εγγράφονται υποχρεωτικώς κατ' άρθρο 220 ΚΠολΔ στα βιβλία διεκδικήσεων. Από τη διάταξη του άρθρου 1400 ΑΚ συνάγεται ότι η αύξηση της περιουσίας του υποχρέου συζύγου προκύπτει από τη σύγκριση της περιουσιακής καταστάσεώς του σε δύο χρονικά σημεία, δηλαδή τη στιγμή της τελέσεως του γάμου αφενός, και τη στιγμή που 21
γεννάται η αξίωση αφετέρου. Για την ορθή αποτίμηση της τυχόν αύξησης της περιουσίας του υποχρέου, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνεται το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που είναι δυνατόν να αποτιμηθούν, πρέπει να υπολογισθεί η πραγματική αύξηση της περιουσίας, με αποτίμηση και της αρχικής περιουσίας στις τιμές του χρόνου υπολογισμού της τελικής περιουσίας (ήτοι του χρόνου γέννήσης της άνω αξίωσης). Επειδή για την αποτίμηση της συμβολής του δικαιούχου συζύγου στην επαύξηση της περιουσίας του υποχρέου, λαμβάνεται υπ όψιν η υποχρέωση του επικαλούμενου την αξίωση συμμετοχής συζύγου, να συνεισφέρει στις ανάγκες της οικογένειας ανάλογα με τις δυνάμεις του (ΑΚ 1389). Η ίδια ρύθμιση εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση διάστασης των συζύγων που διάρκεσε περισσότερο από τρία χρόνια. Στην αύξηση της περιουσίας των συζύγων δεν υπολογίζεται ό,τι αυτοί απόκτησαν από δωρεά, κληρονομία ή κληροδοσία ή με διάθεση των αποκτημάτων από αυτές τις αιτίες. Παραγράφεται η αξίωση δύο χρόνια μετά τη γέννησή της. 3) Αν ο Τ όντως είναι ο πατέρας του παιδιού, το οποίο προήλθε από μια και μεμονωμένη συνεύρεσή του με την Α, μπορεί να διεκδικήσει την πατρότητα του παιδιού; 1469 ΑΚ: Την ιδιότητα του τέκνου ως γεννημένου σε γάμο μπορούν να προσβάλλουν: 1. ο σύζυγος της μητέρας. 2. Ο πατέρας ή η μητέρα του συζύγου, αν αυτός πέθανε χωρίς να έχει χάσει το δικαίωμα της προσβολής.3. Το τέκνο. 4. Η μητέρα του τέκνου. 5. Ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα, βρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγό της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το Κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Συνεπώς, δεν μπορεί. 22
4) α. Αν υποτεθεί ότι ο Α, λόγω της δημιουργηθείσας κατάστασης, αυτοκτονούσε όταν μάθαινε την αλήθεια για την πατρότητα του δεύτερου τέκνου του, σήμερα που η σύζυγός του Σ δεν έχει κάνει καμιά ενέργεια για τη λύση του γάμου τους και στο γραφείο του βρεθεί ιδιόγραφη διαθήκη του με την οποία αφήνει μοναδικό κληρονόμο του το γιο του Γ σ όλη του την κληρονομιά, ερωτάται: ποια είναι τα κληρονομικά δικαιώματα των Σ και Δ; β. Θα άλλαζε η απάντηση αν ανατρεπόταν η πατρότητα της Δ; Ποια θα ήταν απάντηση αν είχε ασκήσει αγωγή διαζυγίου αυτός ή η Σ; α. Ο Γ είναι εκ διαθήκης κληρονόμος, και Σ και Δ νόμιμοι μεριδούχοι: Νόμιμη μοίρα 1825 ΑΚ Οι κατιόντες και οι γονείς του κληρονομουμένου, καθώς και ο σύζυγος που επιζεί, οι οποίοι θα είχαν κληθεί ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομία. Η νόμιμη μοίρα είναι το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας. Ο μεριδούχος κατά το ποσοστό αυτό μετέχει ως κληρονόμος. Αν δεν υπήρχε διαθήκη, θα πηγαίναμε στη πρώτη τάξη εξ αδιαθέτου διαδοχής. Εν προκειμένω υπάρχει, οπότε η νόμιμη μοίρα των εμπλεκομένων θα κριθεί ως το μισό του ποσοστού που θα έπαιρναν στη πρώτη τάξη και δη: Η Σ θα έπαιρνε το ¼ και εν προκειμένω λαμβάνει το 1/8 Η Δ θα έπαιρνε τα 3/8 και εν προκειμένω λαμβάνει 3/16 ο Γ το υπόλοιπο ποσοστό, ήτοι 11/16. 23
β. 1472 ΑΚ Το τέκνο χάνει την ιδιότητα τέκνου που γεννήθηκε σε γάμο, αναδρομικά από τη γέννησή του, μόλις γίνει αμετάκλητη η απόφαση που δέχεται την προσβολή αυτής της ιδιότητάς του. Σε περίπτωση προσβολής από τον άνδρα που είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα, η απόφαση της προηγούμενης παραγράφου επιφέρει αυτοδικαίως δικαστική αναγνώριση του παιδιού από τον άνδρα αυτόν. Συνεπώς, η Σ θα έπαιρνε και πάλι το 1/8 = 2/16 αλλά ο Γ τα 14/16 ήτοι 7/8. Γ. 1822 ΑΚ Αν ο Α είχε ασκήσει αγωγή διαζυγίου βάσιμο λόγο διαζυγίου εν προκειμένω τη μοιχεία, η Σ αποκληρώνεται και δεν λαμβάνει τίποτα. Αν είχε ασκήσει η Σ όμως με δικό της βάσιμο λόγο, εξακολουθεί να κληρονομεί (ειδικότερα βλ. Μαργαρίτη, ΝοΒ 2013, 1717). 24
Θέμα 5 ο Η Κ οφείλει στον Δ 100.00, πληρωτέα την 1.2.2015. Η ημερομηνία αυτή παρήλθε χωρίς η Κ να καταβάλει την οφειλή της. Για να αποτρέψει την αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της κόρης του ο πατέρας της Κ, ο Π, προθυμοποιείται να πληρώσει το ποσό αυτό στον Δ. Ο Δ αρνείται την καταβολή, με το επιχείρημα ότι επιθυμεί να εισπράξει μόνο από την οφειλέτη του Δ, που είναι η μόνη αντισυμβαλλόμενή του. Κατόπιν της άρνησης του Δ, ο Π παρακαταθέτει δημοσίως το ως άνω ποσό την 3.2.2015. Την 10.3.2016 ο Π πεθαίνει χωρίς να έχει συντάξει διαθήκη και αφήνει πλησιέστερους κληρονόμους του τα παιδιά του, την κόρη του Γ και τον υιό του Γ, οι οποίοι αποδέχονται σιωπηρώς την κληρονομία του πατρός τους. Εν ζωή ο Π είχε παραχωρήσει τη χρήση ενός αυτοκινήτου του αξίας 45.000 στον Γ. Στις 15.3.2016 αυτό εκλάπη από τον Χ, ο οποίος το πωλεί στον Έμπορο αυτοκινήτων Ε, παρουσιάζοντάς του πλαστή άδεια κυκλοφορίας. Ο τελευταίος το τοποθετεί στην έκθεση αυτοκινήτου του από όπου το αγοράζει ο τρίτος Τ. Ερωτάται: 1) Επήλθε απόσβεση της οφειλής της Κ προς τον Δ; ΝΑΙ. Η καταβολή από τρίτον επιτρέπεται, εκτός αν ο δανειστής έχει συμφέρον στην εκπλήρωση της παροχής από το συγκεκριμένο οφειλέτη Η παροχή μπορεί να εκπληρωθεί και από τρίτον, εκτός αν ο δανειστής έχει συμφέρον να την εκπληρώσει ο οφειλέτης. Επίσης, 318 ΑΚ, Ο δανειστής μπορεί να αρνηθεί την παροχή που προσφέρεται από τρίτον, αν ο οφειλέτης δήλωσε ότι είναι αντίθετος σ' αυτήν. Η δημόσια κατάθεση (ΑΚ 427: Ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα σε περίπτωση υπερημερίας του δανειστή να προβεί σε δημόσια κατάθεση του οφειλόμενου, αν αυτό συνίσταται σε χρήματα ή άλλα πράγματα δεκτικά κατάθεσης κατά το νόμο) αποτελεί νόμιμο τρόπο απόσβεσης της ενοχής. 25
2) Αποκτά ο Τ κυριότητα στο αυτοκίνητο; Ναι, διότι ναι μεν έχει ξεφύγει από την κυριότητα των κυρίων Κ και Γ, πλην όμως το πράγμα πωλείται σε οργανωμένη αγορά κατ άρθρον 1039, το οποίο κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1038 ΑΚ, επιστρέφει στο άρθρο 1036 ΑΚ που προβλέπει καλόπιστη κτήση κυριότητας κινητού παρά μη κυρίου. 3) Κατά ποιων έχουν αξιώσεις οι Κ και Γ; Έχουν κατά του Χ αξίωση αποζημίωσης κατά το άρθρο 914 ΑΚ λόγω της παράνομης πράξης της κλοπής, που προσβάλει την κυριότητά τους. Αντίθετα, ο έμπορος Ε δεν ενήργησε υπαίτια, επομένως εις βάρος του δεν πληρούται το πραγματικό του άρθρου 914 ΑΚ. 26