Μελέτη των αρωματικών των Ελληνικών ελαιολάδων 2013-2016. Τμήμα Χημικών Αναλύσεων & Οργανοληπτικών Δοκιμών Δρ. ΑΛΙΚΗ ΓΑΛΗ Επικεφαλής της Οργανοληπτικής Ομάδας ΥΠ.ΟΙΚ.ΑΝ.
Οι Ελληνικές ποικιλίες ελιάς Στην Ελλάδα καλλιεργείται μεγάλος αριθμός ποικιλιών ελιάς. Οι ποικιλίες αυτές χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες : Α) Ποικιλίες βρώσιμες ή επιτραπέζιες. (Αδρόκαρπη, Βασιλικάδα, Καλαμών, Καρολιά, Καρυδολιά, Κολυμπάδα, Κονσερβολιά και Στρογγυλολιά) Β) Ποικιλίες ελαιοποίησης. (Κορωνέικη, Κουτσουρελιά, Λιανολιά Κέρκυρας, Τσουνάτη, Αγουρομανακολιά, Μεγαρείτικη, Βαλανολιά, Αδραμυττιανή και Μυρτολιά) Γ) Ποικιλίες διπλής χρήσης. (Ματολιά, Κοθρέικη, Θρουμπολιά και Αμυγδαλολιά)
Κορωνέικη (Olea europaea var. mastoidis) Ναυαρχίδα των Ελληνικών ποικιλιών. Γνωστή και ως Μικρόκαρπη, Λιανολιά, Κρητικιά, Λαδολιά, Ασπρολιά, Ψιλολιά κ.α. Καλλιεργείται σχεδόν σε ολόκληρη την Ελλάδα. Κυρίως όμως σε Πελοπόννησο, Κρήτη, Ιόνια νησιά και Σάμο. Η απόδοση του καρπού της φτάνει στο 22% και το λάδι της είναι εξαιρετικό, με χαρακτηριστικό άρωμα και γεύση. Οργανοληπτικά το φρουτώδες του έχει πράσινο φλοράλ (λουλουδάτο) χαρακτήρα, με αρώματα εσπεριδοειδών και νότες πιπεριού. Η γεύση του είναι χαρακτηριστική, με πικρό και πικάντικο μεσαίας έντασης.
Κουτσουρελιά (Olea europaea var. microphylla) Βασική ποικιλία ελιάς στην Αιτωλοακαρνανία και στην Αιγιαλεία. Γνωστή και ως Λιανολιά, Πατρινή, Λαδολιά κ.α. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φτάνει στο 24% και το λάδι της είναι γλυκό και ισορροπημένο. Οργανοληπτικά το φρουτώδες του έχει φρέσκες πράσινες νότες και χαρακτηρίζεται από το άρωμα και τη γεύση του πικραμύγδαλου. Στη γεύση, το πικρό και πικάντικο είναι ευχάριστα ισορροπημένα και αρμονικά.
Λιανολιά Κέρκυρας (Olea europaea var. craneorpha) Καλλιεργείται στην Κέρκυρα και στα Ιόνια νησιά. Γνωστή και ως Πρεβεζάνα, Στριφτολιά κ.α. Αναπτύσσεται ακόμα και σε πετρώδη εδάφη. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φτάνει στο 20% και το λάδι της έχει καλά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Οργανοληπτικά έχει φρουτώδες με αρωματικό χαρακτήρα στον οποίο, ανάλογα με τον χρόνο συγκομιδής της ποικιλίας, επικρατούν τα αρώματα από άνθη κερασιάς και ξύλου κανέλας. Το πικρό και πικάντικο είναι μεσαίας έντασης.
Κοθρέικη (Olea europaea var. minor rotunda) Καλλιεργείται στην Κορινθία, στην Λαμία, στην Κυνουρία, στην Αργολίδα και στον Πόρο. Είναι ευρέως γνωστή με το όνομα Μανάκι. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της είναι η αντοχή στην ξηρασία και η διπλή χρήση του καρπού της (ελαιοποίηση, επιτραπέζια κατανάλωση). Η απόδοση του καρπού σε λάδι φτάνει στο 25% και το λάδι της είναι ιδιαίτερα αρωματικό. Οργανοληπτικά το φρουτώδες του χαρακτηρίζεται από μυρωδιές πράσινου χόρτου και μούρων σ έναν αρμονικό συνδυασμό. Στη γεύση είναι γλυκό και ελαφρώς πικάντικο.
Τσουνάτη (Olea europaea var. mamilaris) Καλλιεργείται στο Ρέθυμνο, στα Χανιά, στη Λακωνία και στη Μεσσηνία. Γνωστή και ως Αθηνολιά, Μουρατολιά κ.α. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φτάνει στο 30% και το λάδι της είναι εξαιρετικής ποιότητας. Οργανοληπτικά στο φρουτώδες του επικρατεί το άρωμα των πράσινων φύλλων της ελιάς. Η γεύση του είναι πλούσια με χαρακτηριστικό πικρό και πικάντικο μεσαίας έντασης.
Βαλανολιά (Olea europaea var. pyriformis) Καλλιεργείται κυρίως στη Λέσβο και στη Χίο. Είναι γνωστή και με το όνομα Κολοβή. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φτάνει στο 30% και το λάδι της είναι εξαιρετικά φρουτώδες και ισορροπημένο. Θεωρείται μία από τις καλύτερες ελαιοποιήσιμες ποικιλίες τόσο από πλευράς απόδοσης όσο και από πλευράς ποιότητας λαδιού. Οργανοληπτικά έχει έντονο φρουτώδες με χαρακτηριστικό το άρωμα των πράσινων φύλλων της ντομάτας. Γλυκό και ισορροπημένο στην γεύση του.
Αγουρομάνακο (Olea europaea var. ovalis) Καλλιεργείται στην Αργολίδα, στην Αρκαδία, στην Κορινθία και στις Σπέτσες. Αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες και έτσι μπορεί να καλλιεργηθεί σε μεγάλο υψόμετρο. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φτάνει στο 25% και το λάδι της έχει πλούσιο αρωματικό χαρακτήρα. Οργανοληπτικά το φρουτώδες του έχει πολύπλοκο αρωματικό χαρακτήρα, με χαρακτηριστικές μυρωδιές πράσινων χόρτων και πράσινου μήλου. Πικρό και πικάντικο μέτριας έντασης.
Μεγαρείτικη (Olea europaea var. argentata) Καλλιεργείται κυρίως στην Αττική και στη Βοιωτία. Είναι γνωστή και ως Λαδολιά, Χονδρελιά κ.α. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι φτάνει στο 30% και το λάδι της είναι γλυκό και αρωματικό. Σαν ποικιλία αξιοποιείται κυρίως στην Αττική, λόγω του ξηρού της κλίματος. Οργανοληπτικά το φρουτώδες του χαρακτηρίζεται από τον συνδυασμό των πράσινων φύλλων ελιάς με φρούτα του δάσους. Γλυκό ελαιόλαδο, αρμονικό και ισορροπημένο στην γεύση του.
Μάκρης - Μαρώνειας Καλλιεργούνται στον Έβρο και στην Ροδόπη. Είναι ποικιλίες διπλής χρήσης, ανθεκτικές σε χαμηλές θερμοκρασίες. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι κυμαίνεται από 20%-30% και το λάδι τους έχει ιδιαίτερο αρωματικό χαρακτήρα. Οργανοληπτικά έχει χαρακτηριστικό έντονο φρουτώδες, με μυρωδιές από βότανα. Γλυκό και ισορροπημένο με γεμάτη γεύση.
Χαλκιδικής - Χονδρολιά Χαλκιδικής Καλλιεργούνται κυρίως στην Χαλκιδική. Είναι ποικιλίες διπλής χρήσης. Aν και διαφέρουν μεταξύ τους ως προς ορισμένα μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά, ωστόσο αποδίδουν ελαιόλαδο με κοινά χαρακτηριστικα. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι κυμαίνεται από 14%-20%. Οργανοληπτικά το φρουτώδες είναι έντονο και χαρακτηριστικό με τις πράσινες νότες της αγκινάρας να επικρατούν στην οσμή κα την γεύση. Γλυκό και ισορροπημένο.
ΟΜΑΔΑ ΔΟΚΙΜΑΣΤΩΝ ΥΠΑΝ Οργανοληπτική αξιολόγηση των αρωματικών συστατικών των Ελληνικών ποικιλιών ελαιολάδου, 2013-2016