2. Η δομή της γερμανικής πρότασης και η σειρά των όρων στις περιγραφικές γραμματικές

Σχετικά έγγραφα
5. Γενικά συμπεράσματα σχόλια ανοικτά ερωτήματα

3. Η δομή της γερμανικής πρότασης και η σειρά των όρων στη Γενετική Γραμματική: Πρότυπο Κυβέρνησης και Αναφορικής Δέσμευσης

1. Γράψτε το οριστικό άρθρο (der, die, das) στη σωστή πτώση! z.b. Nom. Akk. der Freund den Freund. 1. Nom. Frau. 2. Nom. Herr. 3. Nom.

Das Partizip Η μετοχή

4. Η δομή της γερμανικής πρότασης και η σειρά των όρων: αναλύσεις στο πλαίσιο του Μινιμαλιστικού Προγράμματος

Niveau A1 & A2 PHASE 3 ΚΡΑΤΙΚΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΓΛΩΣΣΟΜΑΘΕΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ, ΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

1. Βρες το σωστό αντικείμενο και συμπλήρωσε το σε αιτιατική. 2. Μπορείς να το πεις κι αλλιώς. Χρησιμοποίησε τα ρήματα schmecken και gefallen

ΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΩΝΥΜΙΑΣ es : ΜΙΑ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Griechisches Staatszertifikat - Deutsch

Με την προσδοκία ότι το βιβλίο αυτό θα αποβεί χρήσιμο σε μαθητές και συναδέλφους φιλολόγους, εύχομαι καλή επιτυχία στο έργο τους.

Δείκτες Επικοινωνιακής Επάρκειας Κατανόησης και Παραγωγής Γραπτού και Προφορικού Λόγου Γ1

Μοντέλα γλωσσικής επεξεργασίας: σύνταξη

2. Σε καθεμία από ηις παρακάηφ προηάζεις σπάρτει ένα οσζιαζηικό ζε αιηιαηική ή ζε δοηική. Υπογράμμιζε ηο και ζσμπλήρφζε ηο ζε ονομαζηική

Die Adjektivdeklination Η κλίςη των επιθέτων

Griechisches Staatszertifikat - Deutsch

Das Präpositionalobjekt Εμπρόθετο αντικείμενο

Εισαγωγικές εξετάσεις 2019

Mission Berlin. Deutsch lernen und unterrichten Arbeitsmaterialien. Mission Berlin 22 Έλα τώρα, κουνήσου

2. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΝΓ

ΚΡΑΤΙΚΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΓΛΩΣΣΟΜΑΘΕΙΑΣ HÖRVERSTEHEN. Mai 2012

Εμπορική αλληλογραφία Ηλεκτρονική Αλληλογραφία

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΤΑΣΗ. Η οργανωμένη ομάδα λέξεων που εκφράζει μόνο ένα νόημα, με σύντομη συνήθως διατύπωση, λέγεται πρόταση.

Διδακτική γερμανικής τεχνικής ορολογίας αυτοκινήτου. Η διδακτική της τεχνικής ορολογίας αυτοκινήτου

Griechisches Staatszertifikat - Deutsch

Die Präposition Πρόθεςη

Präpositionen ΠΡΟΣ (Ερώτηση με wohin?) nach προς (χώρα χωρίς άρθρο, πόλη, ήπειρο) προς (τοπικό επίρρημα)

Der Dativ Δοτική. Nom. Akk. Dativ maskulin der den dem feminin die die der neutral das das dem die die den

FLOTT 2 - LEKTION 1. 1 η. S. 8, Hallo, da sind wir wieder: S. 11, Grammatik - Wiederholung 2 η ώρα S. 9 Hörverstehen 1

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

ΤΕΧΝΟΓΛΩΣΣΙΑ VIII ΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: ΜΑΪΣΤΡΟΣ ΓΙΑΝΗΣ, ΠΑΠΑΚΙΤΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΣΚΗΣΗ: ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ (Β )

Wenn ihr nicht werdet wie die Kinder...

ἀξιόω! στερέω! ψεύδομαι! συγγιγνώσκω!

Mission Berlin. Deutsch lernen und unterrichten Arbeitsmaterialien. Mission Berlin 26 Πειράµατα µε τον χρόνο

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ & ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑΛ ΕΙΔΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ

PASSANT A: Ja, guten Tag. Ich suche den Alexanderplatz. Können Sie mir helfen?


ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΘ. ΚΡΟΝΤΣΟΥ ΘΕΜΑ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ-ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΦΑΝΙΔΗΣ

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

DEUTSCHE SCHULE ATHEN ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΘΗΝΩΝ

Griechisches Staatszertifikat - Deutsch

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Griechisches Staatszertifikat - Deutsch

Κεφάλαιο 3. Από τη λέξη στη φράση: φραστική δομή

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Η σύνταξη μιας πρότασης

Η ύλη για τις εξετάσεις υποτροφιών: (για οποιαδήποτε διευκρίνιση μπορείτε να απευθύνεστε στις γραμματείες των φροντιστηρίων).

DEUTSCHE SCHULE ATHEN ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΑΘΗΝΩΝ

Η ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

FLOTT 3 - LEKTION 1. 1 η. S. 8, Teil A München. dran (S. 10) Hausaufgaben: LB S , München ist auch für Kinder schön! S.

ΦΩΝΗΤΙΚΗ-ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ (Ι)

Mission Berlin. Deutsch lernen und unterrichten Arbeitsmaterialien. Mission Berlin 16 Παλιοί γνωστοί

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Mission Berlin. Deutsch lernen und unterrichten Arbeitsmaterialien. Mission Berlin 13 Βοήθεια εκ Θεού

FLOTT 1 - LEKTION 1. 1 η. S.13, Übungen 1, 2. 2 η ώρα S. 18, Das bin ich! Hausaufgaben: ΑΒ Übungen 3, 4 S. 13 Übungen S S. 19, Ηörverstehen 1

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Δείγμα εξέτασης. Ο νέος σχεδιασμός

Aufgaben 1. Κλίνε τα ρήματα. gehen lernen arbeiten fragen (πθγαίνω) (μαθαίνω) (δουλζυω) (ρωτώ) ich du er/sie/es wir ihr sie, Sie

ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΗΜΑΤΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Β ΤΑΞΗ (Σ. Καρύπη, Μ. Χατζοπούλου) Ι.Ε.Π. 2018

Κείµενο [Οι διαδικτυακές επαφές στο περιβάλλον του Facebook]

Περιεχόμενα. I. Εισαγωγή και γενικές οδηγίες II. Προετοιμασία: θεματικές ενότητες, λεξιλόγιο και Γραμματική 1. Δομή της γραπτής εξέτασης

Griechische und römische Rechtsgeschichte

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

ΘΕΜΑ Β Β1 Έννοια της μεσότητας α) Για τα πράγματα : (αντικειμενικό κριτήριο) Πρόκειται για το συγκεκριμένο εκείνο σημείο, το οποίο απέχει εξίσου από

«Η τροπικότητα στην Νέα Ελληνική» Ανάλυση βάσει του Επικοινωνιακού Δοµολειτουργικού Προτύπου

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2017

Κεφάλαιο 8. Αριστερή περιφέρεια ΙΙ: ερωτήσεις και Ā-εξαρτήσεις

Προαγωγικές εξετάσεις σχολικού έτους

ΓΛΩ 386 Ζητηματα Νεοελληνικής Σύνταξης

Εμπορική αλληλογραφία Ηλεκτρονική Αλληλογραφία

Δείγμα εξέτασης. Ο νέος σχεδιασμός

Προσοχή! Ο πληθυντικός αριθμός είναι ίδιος και για τα τρία γένη.

ΕΙΔΗ ΔΕΥΤΕΡΕΥOΥΣΩΝ ΠΡOΤΑΣΕΩΝ Τη θεωρία της ύλης θα τη βρείτε: Βιβλίο μαθητή σελ και Βιβλίο Γραμματικής σελ

FLASHBACK: Die Spieldose, aha? Sie ist kaputt. Kein Problem Anna, ich repariere sie dir.

Πλάνο διδασκαλίας Deutsch im Nu

Mission Berlin. Deutsch lernen und unterrichten Arbeitsmaterialien. Mission Berlin 14 Στο παρελθόν για το µέλλον

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» Τομέας Νέων Ελληνικών

Mission Berlin. Deutsch lernen und unterrichten Arbeitsmaterialien. Mission Berlin 05 εν γνωριζόµαστε;

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

NASEWEIS 2 - LEKTION 1

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΙΑ ΓΙΑ ΣΗ ΤΝΣΑΞΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Εβδομαδιαίο οργανόγραμμα ύλης.

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ. Κατηγορίες (Μέρη του Λόγου)

FLASHBACK: Anna, Ihre Mission ist riskant. Sie sind in Gefahr. Die Frau in Rot sucht Sie.

1. Ταξινόμησε τα ρήματα στον παρακάτω πίνακα, ανάλογα με την αλλαγή του φωνήεντος στο θέμα τους. 2. Ξανάγραψε τις προτάσεις σε χρόνο Παρακείμενο

ΣΤΑΔΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

BIOABFALL. Beantworte folgende Fragen: 1. Welche Farbe hat die Biotonne a) blau b) grün c) gelb d) rot. 2. Was kommt in die Biotonne?

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Γ ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ

Λογισμικό: Αρχαία με Νόημα Κατηγορία αναπηρίας: Κώφωση Βαρηκοΐα Μάθημα: Αρχαία Ελληνικά Τάξη/εις: Α, Β Γυμνασίου

Aufgabe 1 Dreierkette Legt mit den Bild- und Wortkarten eine Dreierkette. Τρεις στη σειρά. Σχηματίστε τριάδες με εικόνες και λέξεις που ταιριάζουν.

Εισαγωγική εξέταση 2020

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΟΔΟΘ ΔΘΖΗΣΘΟΣ Θ,28-32

Η παράσταση αυτή ήταν πολύ καλή και οργανωµένη, να συνεχίσουµε έτσι. Langer ( ιευθύντρια του Albrecht-Ernst Gymnasium)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΒΕΡΝΗΣ Bern

Κείµενο [Δηµοσιογραφικός λόγος και ρατσισµός]

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Transcript:

2. Η δομή της γερμανικής πρότασης και η σειρά των όρων στις περιγραφικές γραμματικές Στόχος του κεφαλαίου είναι η περιγραφική προσέγγιση της προτασικής δομής και της σειράς των όρων βάσει αντιπροσωπευτικών περιγραφικών γραμματικών της γερμανικής γλώσσας. Αρχικά (κεφ. 2.1) παρουσιάζονται βασικές έννοιες που σχετίζονται αφενός με τις ιδιαιτερότητες της γερμανικής γλώσσας ως προς τη σειρά των βασικών όρων στους διάφορους τύπους πρότασης και τα είδη προτάσεων και αφετέρου με τους παράγοντες που επηρεάζουν τη διάταξη των όρων. Στη συνέχεια (κεφ. 2.2) γίνεται διάκριση σε βασικές, ουδέτερες και μη ουδέτερες, χαρακτηρισμένες διατάξεις, ενώ αναπτύσσονται ξεχωριστά τα φαινόμενα της θεματοποίησης, της εστίασης και της εκτόπισης. Τέλος (κεφ. 2.3), γίνεται μια πολύ σύντομη αναφορά σε άλλους παράγοντες που καθορίζουν την τοποθέτηση ενός όρου σε συγκεκριμένη θέση στην πρόταση. Στην παρουσίαση των ανωτέρω επιμέρους ζητημάτων δεν ακολουθείται η μεθοδολογία των γραμματικών που εξετάζονται. Αντίθετα, επιλέγεται συγκεκριμένη μεθοδολογία η οποία οδηγεί στη συστηματοποίηση των περιγραφών κατά τέτοιον τρόπο, ούτως ώστε να συμβάλει τόσο στην εξαγωγή συμπερασμάτων (κεφ. 2.4) όσο και στην αποτίμησή τους (κεφ. 2.5). Όσον αφορά τα παραδείγματα που χρησιμοποιούνται, υιοθετούνται σε γενικές γραμμές τα παραδείγματα των γραμματικών. Ωστόσο, αυτά τροποποιούνται σε ορισμένες περιπτώσεις, ώστε να περιλαμβάνουν τους βασικούς όρους της πρότασης, δηλαδή υποκείμενο (Υ), ρήμα (Ρ), άμεσο και έμμεσο αντικείμενο (ΑΑ, ΕΑ), ενώ παράλληλα παρατίθενται επιπλέον παραδείγματα, όπου κρίνεται απαραίτητο, για την αποσαφήνιση των δομών. Στις γραμματικές της Γερμανικής η προτασική δομή συνεξετάζεται με τη σειρά των όρων, καθώς αποτελούν αλληλένδετα ζητήματα, που αφορούν σε ιδιαιτερότητες της γερμανικής γλώσσας. Μια πρώτη διάσταση των ιδιαιτεροτήτων γίνεται αντιληπτή από την απλή σύνταξη των βασικών όρων. Ο Krifka (2000-1: 21-22), στηριζόμενος στον Greenberg (1963/6) 1, κατατάσσει τη Γερμανική σε έναν μεικτό τύπο γλώσσας με ιδιαίτερο ενδιαφέρον: Αφενός διότι παρουσιάζει σχετική 1 Ο Greenberg (1963/6) στο άρθρο του Some universals of grammar with particular reference to the order of meaningful elements εξετάζει μια σειρά από γλώσσες (30 γλώσσες) και προσπαθεί να διατυπώσει καθολικότητες που τις διέπουν. Σε αυτές συμπεριλαμβάνει και τη σειρά των όρων. 1

ελευθερία στη σειρά των όρων, έχοντας ως βασική τη σειρά Υ-Ρ-Α (1), ενώ και η σειρά Α-Ρ-Υ (2) είναι επίσης γραμματική. Αφετέρου διότι η βασική αυτή σειρά δεν ισχύει στις δευτερεύουσες προτάσεις, οι οποίες εμφανίζουν την υποχρεωτική διάταξη (Υ-Α-Ρ) (3): (1) Der Junge besteigt den Berg. (2) Den Berg besteigt der Junge. (3) Hans weiß, dass der Junge den Berg besteigt. Ξεκινώντας από τις ανωτέρω γενικές διαπιστώσεις, οι διάφοροι μελετητές επιχειρούν να ερμηνεύσουν την ιδιομορφία αυτή της γερμανικής πρότασης. Ειδικότερα, οι Sommerfeld & Starke (1998: 244-245) αναφέρουν ότι αυτή συνίσταται στη διάκριση μεταξύ των συστατικών που έχουν τη δυνατότητα να μετακινηθούν και εκείνων που κατέχουν πάντα μια συγκεκριμένη θέση. Έτσι, αφενός διαμορφώνονται κανόνες οι οποίοι παρουσιάζουν συστηματικότητα, αφετέρου εμφανίζονται αρχές οι οποίες επιλέγονται από τον ομιλητή ανάλογα με την εκάστοτε επικοινωνιακή κατάσταση. Οι παράγοντες που, κατά τη γνώμη τους, επηρεάζουν τη σειρά των όρων στη γερμανική πρόταση είναι οι εξής: α) ο τύπος της πρότασης β) το ρηματικό πλαίσιο γ) το ρηματικό σθένος (διάκριση μεταξύ υποχρεωτικού και προαιρετικού όρου) δ) η αξία του συστατικού (συντακτική και σημασιολογική) ε) ο ρυθμός στ) η πληροφοριακή αξία. Οι Helbig & Buscha 2 (1993: 564) συστηματοποιούν τους ανωτέρω παράγοντες και τους συνοψίζουν σε τρεις, οι οποίοι αφορούν σε διαφορετικά 2 Στην εργασία μας συμπεριλαμβάνουμε τη γραμματική των Helbig & Buscha (Deutsche Grammatik), παρόλο που φέρει τον υπότιτλο «Εγχειρίδιο για το μάθημα με αλλοδαπούς», διότι και οι δύο συγγραφείς αφενός είναι διακεκριμένοι γερμανοί γλωσσολόγοι, αφετέρου η γραμματική τους δεν υστερεί σε σχέση με άλλες επιστημονικές γραμματικές, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι επιστημονικές εργασίες και γραμματικές παραπέμπουν στην εν λόγω γραμματική. 2

γλωσσικά επίπεδα: συντακτικούς, μορφολογικούς και επικοινωνιακούς. 3 Οι συντακτικοί παράγοντες ισχύουν πρωτίστως για το κατηγόρημα-ρήμα και τα μέρη του (παρεμφατικό και απαρεμφατικό μέρος), ενώ οι μορφολογικοί παράγοντες αφορούν στους υπόλοιπους όρους, πλην του κατηγορήματος. Βάσει αυτών των δύο γραμματικών παραγόντων καθορίζεται η βασική / κανονική σειρά των όρων, η οποία είναι εν μέρει υποχρεωτική και εν μέρει προαιρετική, ενώ οι επικοινωνιακοί παράγοντες μπορούν να τροποποιήσουν αυτές τις κανονικότητες. Οι Drosdowski, Müller, Scholze-Stubenrecht & Wermke 4 (1995: 784) στη γραμματική τους τονίζουν επίσης ότι αφετηρία για τον καθορισμό της διάταξης των όρων αποτελεί η σταθερή θέση του κατηγορήματος και των μερών του. Συνεπώς, πρέπει πρωτίστως να εξετασθούν οι συντακτικοί παράγοντες, εφόσον η σειρά των όρων εξαρτάται από τους διαφορετικούς τύπους πρότασης που είναι στενά συνδεδεμένες με το είδος τους. 2.1 Βασικές έννοιες Στην ενότητα αυτή θα εξετασθούν αρχικά βασικές έννοιες που αφορούν στους συντακτικούς παράγοντες σύμφωνα με τους οποίους διακρίνονται οι τύποι της γερμανικής πρότασης σε αυτούς ταξινομούνται τα διάφορα προτασικά είδη (κεφ. 2.1.1) 5. Στη συνέχεια θα παρουσιασθούν βασικές έννοιες που αφορούν στην πληροφοριακή-επικοινωνιακή οργάνωση της πρότασης (κεφ. 2.1.2). 2.1.1 Τύποι της γερμανικής πρότασης: ρηματικό πλαίσιο και τοπολογικά πεδία Βασικό κριτήριο διάκρισης των προτασικών τύπων αποτελεί η σταθερή θέση του κατηγορήματος, παρεμφατικός και απαρεμφατικός ρηματικός τύπος, οι οποίοι 3 Παρόμοιους παράγοντες που ρυθμίζουν τους κανόνες, οι οποίοι καθορίζουν τη διάταξη των συστατικών αναφέρει και ο Engel (1991: 303), συμπληρώνοντας επίσης και την έκταση του συστατικού (βλ. κεφ. 2.3). 4 Στο εξής θα αναφέρονται ως Drosdowski et al. 5 Όλες οι γραμματικές που χρησιμοποιούνται στο παρόν κεφάλαιο για την περιγραφή της πρότασης και της σειράς των όρων έχουν ως αφετηρία τους ανωτέρω συντακτικούς παράγοντες: Drosdowski, Müller, Scholze-Stubenrecht & Wermke: Duden Grammatik (1995: 784-785), Eisenberg (1989: 408-415), Engel (1991: 303-306), Heidolph, Flämig & Motsch: Akademie-Grammatik (1984: 702 κ. εξ.), Helbig & Buscha (1993: 564-569), Sommerfeldt & Starke (1998: 244 κ. εξ.) και Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1498 κ. εξ.). 3

συντελούν στη δημιουργία του ρηματικού πλαισίου (verbaler Rahmen) και των τοπολογικών πεδίων (topologische Felder) που απορρέουν από αυτό. 2.1.1.1 Οι τύποι της γερμανικής πρότασης και το ρηματικό πλαίσιο Στη γερμανική γλώσσα διακρίνουμε τους εξής τρεις τύπους πρότασης στους οποίους το παρεμφατικό ρήμα κατέχει συγκεκριμένη θέση στην πρόταση: την πρώτη θέση (Ρ1), τη δεύτερη θέση (Ρ2) και την τελευταία θέση (Ρ-τέλος). 6 Στους τύπους αυτούς αντιστοιχούν τα διάφορα προτασικά είδη: α) 1 ος Τύπος (Ρ2: παρεμφατικό ρήμα στη δεύτερη θέση) Σύμφωνα με τον πρώτο τύπο (Helbig & Buscha 1993: 565) σχηματίζονται οι δηλωτικές προτάσεις (4α), οι ερωτήσεις μερικής αγνοίας που εισάγονται με ερωτηματικό στοιχείο (4β) και οι προτάσεις σε θέση υποκειμένου ή αντικειμένου που δεν εισάγονται με σύνδεσμο (4γ) 7 : (4) α. Peter liest ein Βuch. β. Was liest er? γ. Ich denke, er liest das Buch noch. β) 2 ος Τύπος (Ρ1: παρεμφατικό ρήμα στην πρώτη θέση) Σύμφωνα με τον δεύτερο τύπο (Helbig & Buscha 1993: 565) σχηματίζονται οι ερωτήσεις ολικής αγνοίας που δεν εισάγονται με ερωτηματικό στοιχείο (5α), οι προτάσεις προστακτικής (5β), οι δευτερεύουσες προτάσεις που δεν εισάγονται με σύνδεσμο (υποθετικές και παραχωρητικές) (5γ) και οι κύριες προτάσεις που έπονται των δευτερευουσών (5δ) 8 : (5) α. Liest er das Buch? β. Lies das Buch! 6 Στους Drosdowski et al. (1995: 787) συναντούμε τους όρους Kernsatz, Stirnsatz, Spannsatz για τους τρεις τύπους αντίστοιχα. 7 Οι Drosdowski et al. (1995: 784-785) αναφέρουν επίσης και ερωτήσεις ολικής αγνοίας, καθώς και επιφωνηματικές προτάσεις και προτάσεις επιθυμίας, ενώ οι Heidolph et al. (1984: 705) συμπληρώνουν και προτάσεις προστακτικής. 8 Οι Drosdowski et al. (1995: 784-785) αναφέρουν επίσης επιφωνηματικές προτάσεις και προτάσεις επιθυμίας που εκφράζουν το μη πραγματικό. 4

γ. Habe ich am Wochenende Zeit, lese ich das Buch. δ. Wenn er Ζeit hat, liest er das Buch. γ) 3 ος Τύπος (Ρ-τέλος: παρεμφατικό ρήμα στην τελευταία θέση) Κατά τον τρίτο τύπο (Helbig & Buscha 1993: 565) σχηματίζονται όλες οι δευτερεύουσες προτάσεις (6) 9 : (6) α. Ich weiß, dass er das Buch liest. β. Ich habe ihn gefragt, wann er das Βuch endlich liest. Οι ανωτέρω τύποι της γερμανικής πρότασης καθορίζονται με βάση τη θέση του παρεμφατικού ρήματος. Αναφορικά με τα υπόλοιπα μέρη του κατηγορήματος, οι Helbig & Buscha (1993: 565-566) διακρίνουν ανάμεσα σε γραμματικό μέρος του κατηγορήματος (grammatischer Prädikatsteil) και σε λεξικό (lexikalischer Prädikatsteil). Στο γραμματικό μέρος περιλαμβάνονται οι απαρεμφατικοί τύποι, απαρέμφατα και μετοχές, ενώ στο λεξικό μέρος περιλαμβάνονται τα προθήματα (άκλιτα μέρη) των χωριζόμενων ρημάτων (trennbare Verben). Η θέση των απαρεμφατικών τύπων 10 καθορίζεται επίσης σύμφωνα με τους τρεις τύπους πρότασης και έχει ως αποτέλεσμα μια ακόμη χαρακτηριστική ιδιότητα της γερμανικής πρότασης, τον σχηματισμό του ρηματικού πλαισίου (verbaler Rahmen) 11. Συγκεκριμένα, στον πρώτο τύπο οι απαρεμφατικοί τύποι καταλαμβάνουν την τελευταία θέση της πρότασης (7), στον δεύτερο τύπο καταλαμβάνουν επίσης την τελευταία θέση (8), ενώ στον τρίτο τύπο τοποθετούνται την προτελευταία θέση της πρότασης, αμέσως πριν από το παρεμφατικό ρήμα (9). 1 ος Τύπος Ρ2 (7) α. Peter hat ein Buch gelesen. β. Peter schreibt einen Text ab. 9 Οι Drosdowski et al. (1995: 784-785) αναφέρουν επίσης επιφωνηματικές προτάσεις και προτάσεις επιθυμίας που εκφράζουν το μη πραγματικό. 10 Στο εξής και τα δύο είδη κατηγορήματος θα αναφέρονται ως απαρεμφατικοί τύποι. 11 Οι προαναφερθείσες γραμματικές, ανεξάρτητα από την ορολογία που χρησιμοποιούν, κάνουν λόγο για την ιδιότητα αυτή της γερμανικής πρότασης. Στους Drosdowski et al. (1995: 787 κ. εξ.) και στον Engel (1991: 304 κ. εξ.) βρίσκουμε τον όρο Satzklammer (προτασική αγκύλη), ενώ οι Sommerfeldt & Starke (1998: 245) το ονομάζουν prädikativer Rahmen (πλαίσιο κατηγορήματος). 5

2 ος Τύπος Ρ1 (8) α. Hat Peter ein Buch gelesen? β. Schreibt Peter einen Text ab? 3 ος Τύπος Ρ-τέλος (9) α...., dass Peter ein Buch gelesen hat. β...., dass Peter einen Text abschreibt 12. Το ρηματικό πλαίσιο σχηματίζεται από την υποχρεωτική θέση των μερών του κατηγορήματος, που είναι μεν διαφορετική, αλλά σταθερή για κάθε τύπο πρότασης. Αποτελείται από το αριστερό μέρος ή αριστερή προτασική αγκύλη (παρεμφατικό ρήμα) και από το δεξιό μέρος ή δεξιά προτασική αγκύλη (απαρεμφατικός ρηματικός τύπος). Σε αυτό εσωκλείονται οι υπόλοιποι όροι της πρότασης που δεν ανήκουν στο κατηγόρημα 13. Ωστόσο, όπως φαίνεται από τα ανωτέρω παραδείγματα, είναι αμφίβολη η ύπαρξη του ρηματικού πλαισίου, τόσο ως προς το αριστερό όσο και ως προς το δεξιό μέρος του πλαισίου. Συγκεκριμένα, στον τρίτο τύπο πρότασης το παρεμφατικό και απαρεμφατικό ρήμα κατέχουν από κοινού την τελευταία θέση. Οι Helbig & Buscha (1993: 566-567) υποστηρίζουν, όμως, ότι ο σύνδεσμος ή η αντωνυμία που εισάγει τη δευτερεύουσα πρόταση είναι δυνατόν να αναλάβει τον ρόλο του αριστερού μέρους του πλαισίου. 14 Οι Sommerfeldt & Starke (1998: 246) ισχυρίζονται περαιτέρω ότι υπάρχουν και προτάσεις χωρίς ρηματικό πλαίσιο (έλλειψη δεξιού μέρους) στην περίπτωση που το κατηγόρημα αποτελείται μόνον από ένα παρεμφατικό ρήμα (βλ. 4α), ενώ οι Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1649) κάνουν λόγο για εικονική δεξιά προτασική αγκύλη (virtuelle rechte Satzklammer) σε τέτοιες περιπτώσεις. 15 12 Στην περίπτωση των χωριζόμενων ρημάτων το πρόθημα εμφανίζεται ενωμένο με το παρεμφατικό ρήμα στην τελευταία θέση. 13 Για την ανάπτυξη του προβληματισμού σχετικά με το κατηγόρημα και τα στοιχεία που περιλαμβάνει βλ. Τσόκογλου (1998: 32-44) και (2001). 14 Οι Drosdowski et al. (1995: 788) υποστηρίζουν ότι στην περίπτωση των αναφορικών προτάσεων τα αντωνυμικά στοιχεία, που εισάγουν τη δευτερεύουσα πρόταση, δεν κατέχουν την αριστερή θέση του πλαισίου/αγκύλης, η οποία παραμένει κενή, αλλά την αμέσως προηγούμενη θέση του προσθίου πεδίου: Ich frage mich, welches Buch Ø ich wählen soll. 15 Οι Helbig & Buscha (1993: 567) αναφέρουν για το δεξιό μέρος του ρηματικού πλαισίου ότι, εκτός από τα απαρέμφατα, τις μετοχές και τα προθήματα των χωριζόμενων ρημάτων, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που μπορούν να καταλάβουν την τελευταία θέση και να κλείσουν το ρηματικό πλαίσιο ελλείψει απαρεμφατικού τύπου, όπως π.χ. το κατηγορούμενο σε προτάσεις με συνδετικά ρήματα, υποχρεωτικά τοπικά συμπληρώματα, ονοματικές φράσεις που σχηματίζουν μια ενότητα με το ρήμα καθώς και η άρνηση. Πρβλ. επίσης Sommerfeldt & Starke (1998: 247). 6

2.1.1.2 Τα τοπολογικά πεδία στην πρόταση Αποτέλεσμα του σχηματισμού του ρηματικού πλαισίου είναι η δημιουργία των τοπολογικών πεδίων (topologische Felder) 16. Συγκεκριμένα, ως προς τον 1 ο τύπο πρότασης διαμορφώνονται τα εξής τοπολογικά πεδία: α) το πρόσθιο πεδίο (Vorfeld) 17, το οποίο βρίσκεται αριστερά του παρεμφατικού ρήματος, β) το μεσαίο πεδίο (Mittelfeld), το οποίο αφορά στα στοιχεία που εμφανίζονται εντός του ρηματικού πλαισίου, δηλαδή ανάμεσα στον παρεμφατικό και τον απαρεμφατικό ρηματικό τύπο, γ) το οπίσθιο πεδίο (Nachfeld), το οποίο βρίσκεται δεξιά του απαρεμφατικού τύπου. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τοπολογικά πεδία αποδεικνύονται επίσης αμφιλεγόμενα, εφόσον δεν πραγματώνονται και στους τρεις τύπους προτάσεων. Ειδικότερα, το πρόσθιο πεδίο εμφανίζεται μόνον στον πρώτο τύπο πρότασης, ενώ για τους άλλους δύο τύπους είτε δεν μπορεί να υποστηριχθεί η ύπαρξή του είτε πρέπει να θεωρηθεί κενό. Το μεσαίο πεδίο αφορά σε όλους τους τύπους, ενώ η κατάληψη του οπισθίου πεδίου δεν είναι πάντα υποχρεωτική. 18 Στη συνέχεια θα γίνει μια γενική αναφορά στα τοπολογικά πεδία και στα συστατικά που τοποθετούνται σε αυτά, ενώ πιο αναλυτικά στις ιδιότητές τους θα αναφερθούμε σε επόμενα κεφάλαια. α) Το πρόσθιο πεδίο Βασική ιδιότητα του προσθίου πεδίου αποτελεί το γεγονός ότι ένα μόνο συστατικό μπορεί κάθε φορά να καταλαμβάνει αυτή τη θέση (Eisenberg 1989: 412) 19. Αυτό μπορεί να είναι οποιοδήποτε συστατικό (10), υποχρεωτικός ή προαιρετικός όρος, ακόμη και το απαρεμφατικό ρήμα (10ε). Εδώ παραθέτουμε ένα παράδειγμα με 16 Τον όρο αυτόν συναντούμε στον Eisenberg (1989: 408 κ. εξ.), ενώ στους Drosdowski et al. (1995: 787 κ. εξ.) συναντούμε τον όρο Stellungsfelder. Η ιδέα ότι στη γερμανική πρόταση δημιουργούνται τα τοπολογικά πεδία ανήκει στον Drach (1940), ο οποίος χώρισε τον 1 ο τύπο πρότασης σε τρία πεδία Vorfeld-Mitte-Nachfeld, αποδίδοντας στο παρεμφατικό ρήμα την κεντρική θέση. 17 Προβλέπεται επίσης ένα επιπλέον πεδίο πριν από το πρόσθιο, στο οποίο τοποθετούνται παρατακτικοί σύνδεσμοι und, aber, denn (βλ. Eisenberg 1989: 410-411), οι οποίοι δεν θα μας απασχολήσουν. Σχετικά με τη θέση πριν από το πρόσθιο πεδίο, βλ. τις δομές εκτόπισης (κεφ. 2.2.4). 18 Πρβλ. Eisenberg (1989: 398) για σχετική κριτική. 19 Πρβλ. και Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1583) για παρόμοιες παρατηρήσεις αναφορικά με την κατάληψη του προσθίου πεδίου. 7

παρεμφατικό ρήμα και απαρεμφατικό τύπο, υποκείμενο, άμεσο και έμμεσο αντικείμενο καθώς και έναν επιρρηματικό χρονικό προσδιορισμό 20 : (10) α. Irene hat ihm den Stern am Morgen gezeigt. β. Ihm hat Irene den Stern am Morgen gezeigt. γ. Den Stern hat Irene ihm am Morgen gezeigt. δ. Am Morgen hat Irene ihm den Stern gezeigt. ε. Gezeigt hat Irene ihm den Stern am Morgen. Εντούτοις, δεν αντιπροσωπεύουν όλες οι προτάσεις στο (10) την βασική, ουδέτερη σειρά ή αλλιώς δεν έχουν την ίδια πληροφοριακή αξία, όπως θα σχολιάσουμε παρακάτω. Επιπλέον, θα διαπιστώσουμε ότι το πρόσθιο πεδίο μπορεί με ορισμένους περιορισμούς να καταληφθεί από περισσότερους όρους (Πρβλ. Eisenberg 1989: 412-413). Το πρόσθιο πεδίο μπορεί, επίσης, στην περίπτωση που δεν έχουμε ουδέτερη σειρά, να καταληφθεί από μια δευτερεύουσα πρόταση (11α), της οποίας η θέση είναι κανονικά στο οπίσθιο πεδίο (11β) (Eisenberg 1989: 413): (11) α. Ob er mitmacht, haben wir ihn gefragt. β. Wir haben ihn gefragt, ob er mitmacht. β) Το οπίσθιο πεδίο Η δημιουργία του οπισθίου πεδίου είναι άμεσα συνυφασμένη με το ρηματικό πλαίσιο. Από συντακτικής άποψης, η κατάληψη του οπισθίου πεδίου βασίζεται στην ιδέα ότι η πρόταση στον 1 ο τύπο ουσιαστικά τελειώνει / κλείνει με το ρηματικό πλαίσιο. Πρόκειται δηλαδή για την τοποθέτηση συστατικών εκτός του ρηματικού πλαισίου, μετά τον απαρεμφατικό τύπο του ρήματος. Στις διάφορες γραμματικές που εξετάζονται χρησιμοποιούνται διαφορετικοί όροι κατά την περιγραφή του. Συγκεκριμένα, στους Drosdowski et al. (1995: 790-791) συναντούμε τον όρο Αusklammerung (=εξαγκύλωση) κατ αντιστοιχία με τον όρο Satzklammer (προτασική αγκύλη) που υιοθετούν για το ρηματικό πλαίσιο, στους Helbig & Buscha (1993: 568-569) συναντούμε τον όρο Ausrahmung (=εκπλαισίωση) 20 Το παράδειγμα είναι μια παραλλαγή παραδείγματος από τον (Eisenberg 1989: 410-411). 8

2.2.4). 22 Ο Eisenberg (1989: 414) σημειώνει ότι η περιγραφή του οπισθίου πεδίου είναι κατ αντιστοιχία με τον όρο verbaler Rahmen, στους Sommerfeldt & Starke (1998: 249-251) αναφέρονται οι όροι Ausrahmung και Nachtrag (=συμπλήρωση) με κάποια διαφοροποίηση μεταξύ τους, ενώ στη γραμματική των Heidolph, Flämig & Motsch 21 (1984: 759-764), όπου δεν υποστηρίζεται η ύπαρξη οπισθίου πεδίου στη βασική σειρά των όρων, τα συστατικά που βρίσκονται μετά τον απαρεμφατικό τύπο αντιμετωπίζονται ως συστατικά που έχουν υποστεί εκτόπιση (Extraposition) (βλ. κεφ. δύσκολη, διότι συχνά στην ύπαρξή του αποδίδονται επικοινωνιακοί-πραγματολογικοί λόγοι. Οι Drosdowski et al. (1995: 790-791) ισχυρίζονται ότι η παρουσία συστατικών στο οπίσθιο πεδίο δεν είναι ποτέ γραμματικά υποχρεωτική, αλλά οφείλεται σε υφολογικούς λόγους. Οι Helbig & Buscha (1993: 568-569), περιγράφοντας το οπίσθιο πεδίο, διαφοροποιούν την περίπτωση κατά την οποία η παρουσία συστατικών οφείλεται σε γραμματικούς-συντακτικούς λόγους (γραμματικοποιημένη περίπτωση) από εκείνη κατά την οποία η παρουσία τους οφείλεται σε επικοινωνιακούς λόγους (υφολογική περίπτωση). 23 Η γραμματικοποιημένη περίπτωση συνιστά πλέον φυσική σειρά των σχετικών όρων και αφορά στις δομές σύγκρισης (12), στις δευτερεύουσες προτάσεις (13) και στις διευρυμένες ή μη απαρεμφατικές προτάσεις (14) (Helbig & Buscha 1993: 568-569): (12) Du hast dich benommen wie ein kleines Kind. (13) Wir sind (deshalb) nicht gefahren, weil das Wetter so schlecht war. (14) α. Es hat aufgehört zu regnen. β. Erst nach einer Woche war er imstande, sich allein in der Stadt zurechtzufinden. Η δεύτερη περίπτωση, η υφολογική, καθορίζεται από την πρόθεση του ομιλητή και εξυπηρετεί επικοινωνιακούς σκοπούς. Αφορά κυρίως στις προθετικές 21 Στο εξής θα αναφέρονται ως Heidolph et al. 22 Σε πολλές γραμματικές αναφέρονται οι παραπάνω όροι εναλλακτικά. 23 Οι Eisenberg (1989: 414-417) και Engel (1991: 316-318) δεν παίρνουν θέση επί του θέματος, απλώς το περιγράφουν. 9

φράσεις και επιλέγεται όταν: α) η έκταση των όρων ανάμεσα στο παρεμφατικό ρήμα και τον απαρεμφατικό τύπο είναι ιδιαίτερα μεγάλη, ώστε προκύπτει ο κίνδυνος της έλλειψης συνοχής (15) και β) ο ομιλητής επιθυμεί να τονίσει / προβάλει έναν όρο (16) (Helbig & Buscha 1993: 568-569). (15) Die mikrolinguistische Beschränkung auf grammatische Strukturprinzipien von Sätzen (und ihren Elementen) wird in zunehmendem Maße ersetzt durch komplexere Fragestellungen (nicht nur im Sinne einer additiven Erweiterung der Systemlinguistik, sondern... (16) Ihr einziger Sohn ist gefallen in diesem furchtbaren Krieg. 24 Ορισμένα συστατικά (Drosdowski et al. 1995: 791) δεν είναι δυνατόν (ή πολύ σπάνια) να καταλάβουν το οπίσθιο πεδίο. Από τα καταγεγραμμένα παραδείγματα μπορούμε να διαπιστώσουμε γενικά ότι πρόκειται για τα συστατικά που είναι συμπληρώματα υποχρεωτικοί όροι (π.χ. υποκείμενο, αντικείμενο και αντωνυμικοί τύποι) (17) 25 : (17) * α. Ich habe getroffen den Chef. (Drosdowski et al. 1995: 791) * β. Wir haben nicht gesehen sie. Ο Engel (1991: 316) επισημαίνει ότι από τα συμπληρώματα (υποχρεωτικοί όροι) στο οπίσθιο πεδίο μπορούν να τοποθετηθούν, εκτός από τα προτασικά συμπληρώματα και τις δευτερεύουσες προτάσεις εν γένει, οι προθετικές φράσεις (18), με ορισμένους όμως περιορισμούς, διότι δεν είναι αποδεκτές όλες οι περιπτώσεις (19): 26 24 Αξίζει να επισημάνουμε ότι παρόμοιο παράδειγμα όπως το (16) παραθέτουν και οι Drosdowski et al. (1995: 790-791) σημειώνοντας ότι τα συστατικά τοποθετούνται στο οπίσθιο πεδίο, όταν ο ομιλητής θεωρεί την πληροφορία ασήμαντη ή αντίθετα όταν θέλει να την προβάλει. Ως προς την ιδιότητα αυτή του οπισθίου πεδίου υπάρχουν, συνεπώς, διαφορετικές απόψεις, η οποίες θα εξετασθούν παρακάτω (βλ. κεφ. 2.2.4). 25 Πρβλ. σχετικά και Engel (1991: 316-318). Εδώ συμπεριλαμβάνει και την άρνηση. 26 O Engel (1991: 316-318) καταγράφει περιορισμένες περιπτώσεις συμπληρωμάτων που μπορούν να καταλάβουν το οπίσθιο πεδίο, οι οποίες αναφέρθηκαν ήδη παραπάνω, ενώ αναφέρει και μια σειρά προαιρετικών συστατικών (κυρίως επιρρηματικών προσδιορισμών) από τα οποία τα περισσότερα είναι δυνατόν να εμφανισθούν στο οπίσθιο πεδίο. Πάντως δεν παρατηρείται απόλυτη συστηματικότητα στη δυνατότητα ή μη εμφάνισης συστατικών στο οπίσθιο πεδίο. 10

(18) α. Keiner hat mehr gerechnet mit dieser Entwicklung. β. Sie waren höchst verwundert über ihr Verhalten. (19) * Sie wird es noch bringen zur Ministerin. Αναφορικά με την ανωτέρω παρατήρηση, οι Sommerfeldt & Starke (1998: 249-251) διακρίνουν δύο ανάλογες δυνατότητες εκτόπισης συστατικών, τα οποία μπορούν να καταλάβουν το οπίσθιο πεδίο. Για τη διάκριση αυτών των δυνατοτήτων χρησιμοποιούν τους όρους Ausrahmung και Nachtrag (=συμπλήρωση), η διαφορά των οποίων έγκειται στα εξής: Στην πρώτη περίπτωση (Ausrahmung) τα συστατικά είναι στην πραγματικότητα όροι που σχετίζονται με το ρηματικό πλαίσιο, είναι δηλαδή μέρη αυτού, και το ρηματικό πλαίσιο «συνεχίζει να επιδρά». Οι συγγραφείς εννοούν ότι υπάρχει συντακτική σύνδεση, εφόσον συμπεριλαμβάνουν στα συστατικά αυτά τις δευτερεύουσες προτάσεις (13), τις απαρεμφατικές και μετοχικές δομές (14) καθώς και τις συγκριτικές δομές (12) υποχρεωτικά δηλαδή συστατικά. Στη δεύτερη περίπτωση (Nachtrag) συγκαταλέγουν συστατικά τα οποία λειτουργούν ως πρόσθετες, συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες προστίθενται, αφού έχει ολοκληρωθεί το ρηματικό πλαίσιο δεν υπάρχει δηλαδή άμεση συντακτική σχέση (προαιρετικά συστατικά). Από τα παραδείγματα που παραθέτουν αντιλαμβανόμαστε ότι αναφέρονται στις επεξηγήσεις (20) 27 : (20) Der Schiffsverkehr musste eingestellt werden, zuerst auf der Oder, dann auf der Havel, schließlich auch auf der Elbe. Οι Drosdowski et al. (1995: 790-791) αναφέρουν επιπλέον και την περίπτωση της παράθεσης (Apposition) 28, η οποία μπορεί να τοποθετηθεί στο οπίσθιο πεδίο (21): (21)... so wurde eine vierte Volksschicht geschaffen, der sogenannte Pöbel. Πιο αναλυτικά με την κατάληψη του οπισθίου πεδίου θα ασχοληθούμε στο κεφ. 2.2.4, όπου πραγματευόμαστε το φαινόμενο της εκτόπισης. 27 Πρβλ. Drosdowski et al. (1995: 790-791) για παραθέσεις στο οπίσθιο πεδίο. 28 Με τον όρο αυτόν στη γερμανική γλώσσα νοούνται τόσο η παράθεση όσο και η επεξήγηση. 11

γ) Το μεσαίο πεδίο Το μεσαίο πεδίο περιλαμβάνει όλους τους υπόλοιπους όρους της πρότασης, όσους δηλαδή δεν βρίσκονται στο πρόσθιο ή στο οπίσθιο πεδίο. Είναι στην πραγματικότητα το πεδίο που περιλαμβάνει τους περισσότερους όρους. Στις γραμματικές 29 αφιερώνεται μεγάλη έκταση και γίνεται ιδιαίτερα διεξοδική αναφορά στο μεσαίο πεδίο, εφόσον όλοι οι όροι μιας πρότασης, τόσο το υποκείμενο και τα συμπληρώματα του ρήματος (ΑΑ και ΕΑ) όσο και όλοι οι επιρρηματικοί προσδιορισμοί πλην ενός συστατικού που καταλαμβάνει το πρόσθιο πεδίο εμφανίζονται στο μεσαίο πεδίο. Είναι, συνεπώς, λογικό να χρειάζονται λεπτομερή καταγραφή τόσο η διάταξη όλων αυτών των όρων όσο και οι κανόνεςπαράγοντες που κάθε φορά την καθορίζουν. Σε αυτούς συγκαταλέγονται συντακτικοί, μορφολογικοί και επικοινωνιακοί παράγοντες. Στους συντακτικούς παράγοντες ανήκει βασικά, κατά τους Helbig & Buscha (1993: 569-570), η συντακτική ρηματική εγγύτητα. Η διάταξη των όρων δεν είναι κατά κανόνα ελεύθερη, αλλά ακολουθεί μια γενικότερη αρχή, σύμφωνα με την οποία οι όροι που είναι συνδεδεμένοι με το παρεμφατικό ρήμα σε μια κύρια δηλωτική πρόταση (1 ος τύπος) βρίσκονται από συντακτικής άποψης σε απομακρυσμένη από αυτό θέση (22): (22) Er hat damals nicht den teuren Wagen gekauft. Ξεκινώντας από το παρεμφατικό ρήμα και συμβολίζοντάς το με το 0, μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εφαρμογή του κανόνα, που έχει ως εξής: 0-4-3-2-1. 30 Την αρχή αυτή της ρηματικής εγγύτητας ρυθμίζουν περαιτέρω κανόνες (Helbig & Buscha 1993: 569-570), οι οποίοι αφορούν: α) στη σχέση των όρων με το ρήμα ως προς το ρηματικό σθένος και β) στη σχέση των όρων με το ρήμα ως προς το είδος του κάθε όρου. Συγκεκριμένα, αναφορικά με το σθένος παρατηρούμε ότι 29 Βλ. Drosdowski et al. (1995: 791-796), Eisenberg (1989: 408-415), Engel (1991: 320-328), και Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1505-1576). 30 Οι Helbig & Buscha, ωστόσο, δεν σημειώνουν εδώ ότι τα στοιχεία που είναι απομακρυσμένα από το παρεμφατικό ρήμα, το οποίο είναι βοηθητικό, στην πραγματικότητα εξαρτώνται από το απαρεμφατικό ρήμα που φέρει και το σημασιολογικό περιεχόμενο και στο οποίο είναι συμπληρώματα ή προσαρτήματα, με διάταξη: βοηθητικό προσάρτημα αντικείμενο απαρεμφατικό ρήμα. 12

συστατικά που είναι υποχρεωτικά εμφανίζονται σε απόσταση από το παρεμφατικό ρήμα και μετά από προαιρετικά συστατικά (23) 31 : (23) Er besucht in diesem Sommer (επιρρ. προσδ.) keine Freunde (ΑΑ). Ως προς το είδος των όρων, οι Helbig & Buscha (1993: 570) αναφέρονται στη θέση του υποκειμένου (Υ), του ΑΑ σε αιτιατική και του ΕΑ σε δοτική. Αυτά ακολουθούν τη σειρά Υ-ΕΑ-ΑΑ (24): (24) Heute zeigt die Lehrerin (Υ) den Schülern (ΕΑ) die Dias (ΑΑ). Αποκλίσεις από αυτούς τους κανόνες οδηγούν σε προτάσεις με έμφαση του στοιχείου που σύμφωνα με τον κανόνα δεν βρίσκεται στη θέση του (25α) ή με σκοπό την αντιδιαστολή (25β). (25) α. Er besucht keine Freunde (ΑΑ) in diesem Sommer. β. Heute zeigt den Schülern (ΕΑ) die Dias (ΑΑ) die Hortnerin (Υ) (und nicht die Lehrerin). Οι μορφολογικοί παράγοντες καθορίζουν τη θέση των μη κατηγορηματικών τύπων και περιορίζουν περαιτέρω τη σειρά εμφάνισής τους (Helbig & Buscha 1993: 570-572). Στους μορφολογικούς παράγοντες περιλαμβάνονται οι εξής: α) η εκφορά των όρων μέσω συγκεκριμένων γραμματικών τάξεων (οι αντωνυμίες προηγούνται των ονοματικών φράσεων), β) η εκφορά των όρων μέσω συγκεκριμένων μορφών (η καθαρή πτώση προηγείται της προθετικής) και γ) η χρήση του άρθρου στις ονοματικές φράσεις (οι ονοματικές φράσεις με οριστικό άρθρο προηγούνται εκείνων με αόριστο ή μηδενικό). Ειδικότερη αναφορά στις περιπτώσεις αυτές θα γίνει παρακάτω (κεφ. 2.2.1). Οι ανωτέρω κανόνες ανταποκρίνονται στη φυσική, κανονική σειρά. Είναι όμως αρκετά χαλαροί και δεν αποτελούν αυστηρούς κανόνες διάταξης. Έτσι, σε ορισμένες περιπτώσεις επιλέγεται απόκλιση από τους κανόνες. Οι λόγοι που οδηγούν σε απόκλιση και ρυθμίζουν περαιτέρω τη διάταξη των όρων συνιστούν 31 Το αυθεντικό παράδειγμα των Helbig & Buscha περιλαμβάνει υποχρεωτικό προθετικό επιρρηματικό προσδιορισμό και προαιρετικό προθετικό επιρρηματικό προσδιορισμό. 13

επικοινωνιακούς παράγοντες, οι οποίοι θα εξετασθούν αμέσως παρακάτω. Στην επικοινωνία οι ανωτέρω αναφερθέντες συντακτικοί και μορφολογικοί κανόνες είτε ακολουθούνται είτε τροποποιούνται. Όταν αυτοί ακολουθούνται, τότε προκύπτει η φυσική, ουδέτερη σειρά των όρων, ενώ όταν τροποποιούνται προκύπτει μη ουδέτερη, χαρακτηρισμένη σειρά. 2.1.2 Η πληροφοριακή επικοινωνιακή οργάνωση της πρότασης Οι επικοινωνιακοί παράγοντες συντελούν στην πληροφοριακή-επικοινωνιακή οργάνωση της πρότασης, στο πλαίσιο της οποίας σημαντική είναι η διάκριση ανάμεσα στη φυσική / βασική, ουδέτερη σειρά και στη μη ουδέτερη χαρακτηρισμένη σειρά. Οι επικοινωνιακοί παράγοντες καθορίζουν την πληροφοριακή αξία των όρων αναλόγα με τη θέση τους στην πρόταση. Έτσι, γίνεται περαιτέρω διάκριση σε γνωστή και νέα πληροφορία, καθώς και δόμηση της πρότασης σε θέμα, σχόλιο και εστία. α) Βασική ουδέτερη και μη ουδέτερη χαρακτηρισμένη διάταξη Οι Helbig & Buscha (1993: 572-575) κάνουν διάκριση μεταξύ ουδέτερης και εμφατικής σειράς των όρων και υποστηρίζουν ότι η ουδέτερη διάταξη των όρων είναι αποτέλεσμα της επικοινωνιακής διάστασης, της πρόθεσης του ομιλητή, η οποία στηρίζεται σε συγκεκριμένες βασικές λειτουργίες. Οι βασικές αυτές επικοινωνιακές λειτουργίες διακρίνονται σε γραμματικές κανονικότητες (γραμματικούς κανόνες), οι οποίες είναι υποχρεωτικές, και σε επικοινωνιακές κανονικότητες, οι οποίες επιτρέπουν εναλλακτικές δομές που μπορεί να είναι εν μέρει υποχρεωτικές και εν μέρει προαιρετικές. Στις γραμματικές κανονικότητες, όπως προαναφέρθηκε, ανήκει η υποχρεωτική θέση των μερών του κατηγορήματος (παρεμφατικός και απαρεμφατικός ρηματικός τύπος). Η βασική επικοινωνιακή τους λειτουργία είναι να καθορίζουν τους τρεις τύπους πρότασης οι οποίοι είναι συνυφασμένοι με τα αντίστοιχα προτασικά είδη (π.χ. δηλωτική πρόταση, ερωτηματική πρόταση κ.τ.λ.). Οι επικοινωνιακές κανονικότητες αφορούν στο μη κατηγορηματικό τμήμα της πρότασης και επιτελούν δύο βασικές λειτουργίες, εξασφαλίζουν: α) την πλοκή της πρότασης (Satzverflechtung) και β) τη διαφοροποίηση της πληροφοριακής αξίας των όρων. 14

Αναφορικά με τη μη ουδέτερη σειρά, οι Helbig & Buscha (1993: 574) υποστηρίζουν ότι αυτή προκύπτει από την τροποποίηση της ουδέτερης σειράς και αποτελεί επιλογή του ομιλητή. Τα γλωσσικά μέσα που χρησιμοποιούνται για την τροποποίηση της ουδέτερης σειράς και επιτελούν συγκεκριμένη λειτουργία είναι η προβολή / έμφαση (Hervorhebung) η οποία επιτυγχάνεται μεταξύ άλλων μέσω πρόταξης και ο επιτονισμός (Intonation). Μέσω αυτών είναι δυνατόν να αίρονται γραμματικοί κανόνες. Αντίστοιχα και οι Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1504-1505), κατά την περιγραφή της γραμμικής αναπαράστασης της πρότασης, κάνουν λόγο για χαρακτηρισμένες δομές και μη χαρακτηρισμένες δομές. Διακρίνουν ανάμεσα στην δομή που καθορίζεται από γραμματικούς παράγοντες και στη δομή που καθορίζεται από επικοινωνιακούς παράγοντες. Η γραμματικώς καθορισμένη δομή περιλαμβάνει τις γραμματικές κατηγορίες στις οποίες ανήκουν τα συστατικά και ρυθμίζεται από γραμματικούς κανόνες οι οποίοι επιβάλλουν την παρουσία όλων των υποχρεωτικών όρων στη σύνταξη της πρότασης. Τα στοιχεία αυτά καθορίζουν μια πρόταση ως συντακτικά μη χαρακτηρισμένη. Στον αντίποδά της βρίσκεται η δομή που είναι οργανωμένη ανάλογα με την πληροφοριακή αξία των όρων. Σύμφωνα με αυτήν μια μη χαρακτηρισμένη πρόταση οργανώνεται με την τοποθέτηση των όρων που φέρουν μικρότερη πληροφοριακή αξία πριν από τους όρους που φέρουν μεγαλύτερη πληροφοριακή αξία. Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι ως επικοινωνιακά μη χαρακτηρισμένες θεωρούνται γενικά οι προτάσεις που είναι δομημένες σύμφωνα με γραμματικούς παράγοντες συμβαδίζουν δηλαδή οι συντακτικοί και επικοινωνιακοί παράγοντες. Ωστόσο, κάθε απόκλιση από την γραμματικώς καθορισμένη διάταξη δεν σημαίνει απαραίτητα και δομή χαρακτηρισμένη επικοινωνιακά, διότι μπορεί να ερμηνευθεί ως ελεύθερη επιλογή. Δηλαδή, ό,τι είναι δομικά-συντακτικά χαρακτηρισμένο δεν είναι απαραίτητα και επικοινωνιακά χαρακτηρισμένο. Αυτό συμβαίνει, διότι διάφορες επικοινωνιακές λειτουργίες (π.χ. έμφαση ή προβολή) δεν αποφέρουν απαραίτητα γραμματικώς χαρακτηρισμένες διατάξεις, εφόσον μπορούν να δηλωθούν και με άλλα μέσα, όπως ο επιτονισμός. Από την ανωτέρω διαπίστωση συμπεραίνουμε ότι στη μη χαρακτηρισμένη δομή ο επιτονισμός είναι ουδέτερος, δηλαδή κανένα στοιχείο δεν είναι ιδιαίτερα επιτονισμένο. 15

β) Γνωστή και νέα πληροφορία Με τους επικοινωνιακούς αυτούς παράγοντες είναι συνυφασμένη η οργάνωση του μηνύματος βάσει της πληροφοριακής αξίας κάθε όρου. Βασικό κριτήριο για τη ρύθμιση της σειράς των όρων θεωρείται, κατά τους Helbig & Buscha (1993: 574) και Sommerfeldt & Starke (1998: 254-259), η διάκριση ανάμεσα σε γνωστή και νέα πληροφορία, δηλαδή ανάμεσα στους όρους που φέρουν τη μικρότερη και τη μεγαλύτερη πληροφοριακή αξία. Η οργάνωση της πρότασης ακολουθεί την εξής αρχή: Η γνωστή πληροφορία ακολουθείται από τους υπόλοιπους όρους με προοδευτικά αυξανόμενη πληροφοριακή αξία. Έτσι, όροι που φέρουν τη μικρότερη πληροφοριακή αξία (γνωστή πληροφορία) τοποθετούνται στην αρχή της πρότασης, ακολουθούμενοι από όρους που φέρουν μεγαλύτερη πληροφοριακή αξία, ενώ στο τέλος της πρότασης τοποθετούνται οι όροι με τη μεγαλύτερη πληροφοριακή αξία (νέα πληροφορία). 32 Κατά τους Heidolph et al. (1984: 726-727), ως γνωστή ορίζεται η πληροφορία που από τους συνομιλητές είναι αναγνωρίσιμη έναντι άλλων πληροφοριών (π.χ. οι προσωπικές αντωνυμίες αποτελούν πάντα γνωστές / δεδομένες πληροφορίες), καθώς επίσης και πληροφορίες που ανήκουν στη γενικότερη γνώση μας για τον κόσμο. Ως νέα πληροφορία χαρακτηρίζεται μια πληροφορία άγνωστη στον συνομιλητή ή νέα, διότι εισάγεται για πρώτη φορά στο λόγο. 33 Αναφορικά με τη θέση της εκάστοτε πληροφορίας στα τοπολογικά πεδία, οι Drosdowski et al. (1995: 789) υποστηρίζουν ότι στο πρόσθιο πεδίο τοποθετείται η γνωστή / δεδομένη πληροφορία. Το στοιχείο αυτό δεν προβάλλεται επιτονικά ούτε εμφατικά. Αντίθετα, ο πυρήνας της δήλωσης / πληροφορίας τοποθετείται στο μεσαίο πεδίο και συχνά προς το τέλος της πρότασης. Αξίζει να σημειώσουμε την παρατήρησή τους ότι το πρόσθιο πεδίο, δηλαδή η αρχή της πρότασης, μπορεί να καταληφθεί και από μια νέα πληροφορία, η οποία προβάλλεται ιδιαίτερα εμφατικά και συχνά δηλώνει την αντίθεση / αντιδιαστολή. γ) Θέμα, σχόλιο και εστία Οι Heidolph et al. (1984: 727-728) και Sommerfeldt & Starke (1998: 254-259) συσχετίζουν τις έννοιες γνωστή και νέα πληροφορία με τις έννοιες θέμα και σχόλιο. Ιδιαίτερη είναι η ενασχόληση με τη δομή θέμα-σχόλιο στη γραμματική των Heidolph 32 Την ίδια άποψη στηρίζει και ο Eisenberg (1989: 424), ο οποίος βασιζόμενος στον Behaghel (1932: 4), υποστηρίζει ότι το σημαντικότερο τίθεται μετά το λιγότερο σημαντικό. 33 Οι Heidolph et al. (1984: 726-727) και Sommerfeldt & Starke (1998: 254-259) κάνουν πιο εξειδικευμένες διακρίσεις ανάμεσα στην γνωστή-άγνωστη και στη νέα-παλαιά πληροφορία. 16

et al. (1984: 726-728). Κατά την άποψή τους ως θέμα μπορεί να οριστεί μια γνωστή πληροφορία είτε αυτή είναι νέα είτε παλαιά / δεδομένη. Ως θέμα χαρακτηρίζεται η αφετηρία της πρότασης, ενώ στο σχόλιο ανήκουν όλες οι νέες πληροφορίες, είτε είναι γνωστές είτε άγνωστες, εφόσον θεωρούνται νέες αναφορικά με το μήνυμα. Ως σχόλιο χαρακτηρίζεται το σημείο που φέρει το κέντρο βάρους της πρότασης. Στη γραμματική τους (Heidolph et al. 1984: 727-728) συναντούμε και μια επέκταση των όρων αυτών γίνεται λόγος για το πεδίο του θέματος (Themabereich) και για το πεδίο του σχολίου (Rhemabereich). Από την περιγραφή αυτών των πεδίων γίνεται αντιληπτό ότι αφενός στο πεδίο του θέματος ανήκουν πληροφορίες που είναι γενικά γνωστές ή και νέες πληροφορίες, ενώ ένα στοιχείο που είναι γνωστό και δεδομένο αποτελεί το θέμα της πρότασης και βρίσκεται στην αρχική θέση της πρότασης. Αφετέρου στο πεδίο του σχολίου ανήκουν νέες πληροφορίες που είναι είτε γνωστές είτε άγνωστες, ενώ ένα στοιχείο που είναι άγνωστο και νέο χαρακτηρίζεται ως Rhema (=εστία) 34 και βρίσκεται στο τέλος της πρότασης. Από την ανωτέρω περιγραφή αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει ένα τμήμα όπου το θεματικό πεδίο και το πεδίο του σχολίου επικαλύπτονται, υπάρχουν δηλαδή στοιχεία που είναι δυνατόν να ανήκουν τόσο στο πεδίο του θέματος όσο και στο πεδίο του σχολίου (26). (26) Ich habe im Deutschen Theater eine Premiere erlebt. Στο παράδειγμα (33) παρατηρούμε ότι η προσωπική αντωνυμία «Ich», το υποκείμενο της πρότασης, είναι φανερά η γνωστή πληροφορία, η οποία ορίζεται ως θέμα της πρότασης, βρίσκεται στο θεματικό πεδίο και συγκεκριμένα καταλαμβάνει το πρόσθιο πεδίο. Η ΟΦ «eine Premiere» αποτελεί νέα πληροφορία, βρίσκεται στο πεδίο του σχολίου, χαρακτηρίζεται ως εστία και τοποθετείται στο τέλος της πρότασης, ακριβώς πριν από το αριστερό άκρο. Ως συστατικό που μπορεί να ανήκει συγχρόνως και στα δύο πεδία μπορεί να χαρακτηριστεί η ΠΦ «im Deutschen Theater», η οποία είναι μεν γνωστή πληροφορία, ανήκει στη γνωστική σφαίρα του συνομιλητή, ενδέχεται όμως να εισάγεται στο λόγο ως νέα πληροφορία. Αναφορικά με την κατάληψη των τοπολογικών πεδίων οι Sommerfeldt & Starke (1998: 256-259) σημειώνουν ότι το πρόσθιο πεδίο στην πρόταση 34 Οι Heidolph et al. (1984: 727-728) δεν χρησιμοποιούν τον όρο Fokus (=εστία) που μαρτυρείται σε άλλες γραμματικές. 17

καταλαμβάνεται από μια γνωστή πληροφορία, την οποία αναγνωρίζουμε ως θέμα της πρότασης. Τα στοιχεία που καταλαμβάνουν το μεσαίο πεδίο συνιστούν σχόλιο (νέες πληροφορίες), ενώ η παρουσία συστατικών στο οπίσθιο πεδίο, στο οποίο τοποθετούνται τα εκτοπισμένα στοιχεία, γίνεται αντιληπτή ως ένα μέσο έμφασης των συστατικών αυτών. 35 2.2 Βασικές σειρές και θεματοποίηση, εστίαση, εκτόπιση Στις γραμματικές της γερμανικής γλώσσας δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία σχετικά με την ύπαρξη βασικής σειράς και τα φαινόμενα που επηρεάζουν τη βασική σειρά, δημιουργώντας διαφορετικές διατάξεις. Θα περιοριστούμε εδώ στον 1 ο τύπο πρότασης (Ρ2), ο οποίος περιλαμβάνει τις κύριες δηλωτικές προτάσεις, που θεωρούνται συνηθέστερες στον λόγο και αποτελούν κύριο αντικείμενο μελέτης, συσχετίζοντας τις διατάξεις με τα φαινόμενα που τις προκαλούν. 36 Συστηματοποιώντας τις διάφορες απόψεις, που εκτέθηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο, διαπιστώνουμε ότι η βασική σειρά των όρων της πρότασης συσχετίζεται με την ουδέτερη διάταξη, η οποία προκύπτει από την εφαρμογή γραμματικών (συντακτικών και μορφολογικών) κανόνων, σύμφωνα με τους οποίους σχηματίζονται γραμματικές προτάσεις. Πέρα από αυτές τις υποχρεωτικές διατάξεις, είναι δυνατή η μετακίνηση / μετατόπιση ή αναδιάρθρωση συστατικών της πρότασης. Οι διάφορες διατάξεις που προκύπτουν μπορούν, συνεπώς, να ερμηνευθούν ως αποκλίσεις από τη βασική διάταξη της πρότασης ή ως ελεύθερες επιλογές και έχουν λειτουργικόεπικοινωνιακό χαρακτήρα. Κάθε απόκλιση / ελεύθερη επιλογή εξαρτάται από την πρόθεση του ομιλητή, ο οποίος στοχεύει σε ένα συγκεκριμένο επικοινωνιακό αποτέλεσμα που επιδρά στον συνομιλητή / ακροατή. Η δυνατότητα αυτή δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι η σειρά των όρων στη γερμανική γλώσσα είναι απολύτως ελεύθερη. Τα φαινόμενα που προκαλούν την αναδιάρθρωση της πρότασης συνοψίζονται στα εξής: θεματοποίηση, εστίαση και εκτόπιση. 37 35 Οι Sommerfeldt & Starke (1998: 254-259) δεν κάνουν λόγο για εστία. 36 Παρότι οι περισσότερες γραμματικές που εξετάζονται παρουσιάζουν το ζήτημα της προτασικής δομής και της σειράς των όρων ως προς τα τοπολογικά πεδία, επιλέγουμε εδώ την παρουσίαση των διατάξεων ως προς τα φαινόμενα που τις προκαλούν, αφενός για μεθοδολογικούς λόγους, αφετέρου διότι η ύπαρξη τοπολογικών πεδίων, όπως προαναφέρθηκε (κεφ. 2.1.1), είναι αμφισβητούμενη γίνεται όμως αναφορά σε αυτά και σχολιασμός κατά περίπτωση. 37 Οι γραμματικές που μελετώνται εδώ δεν πραγματεύονται όλες με σαφήνεια τα εν λόγω φαινόμενα. Ορισμένες, πιο παραδοσιακές, (Drosdowski et al. (1995: 784 κ. εξ.), Helbig & Buscha (1993: 564 κ. 18

2.2.1 Βασικές σειρές Στη γραμματική των Drosdowski et al. (1995: 789) διατυπώνεται με σαφήνεια ότι η βασική σειρά της πρότασης είναι εκείνη στην οποία το υποκείμενο τίθεται στο πρόσθιο πεδίο (27) 38 : (27) Susanne (Υ) hat gestern ihrem Freund (ΕΑ) ein Geschenk (ΑΑ) gekauft. Οι Helbig & Buscha (1993: 573-574), οι οποίοι ονομάζουν τη βασική σειρά ουδέτερη, υποστηρίζουν ότι η προτασική πλοκή (βλ. κεφ. 2.3) είναι μεταξύ άλλων εκείνη που καθορίζει τις διατάξεις, έτσι ώστε στην αρχή της πρότασης, στο πρόσθιο πεδίο, να τοποθετούνται στοιχεία που συνδέονται με την προηγούμενη πρόταση. Σε μια ουδέτερη διάταξη αυτά μπορεί να είναι α) το υποκείμενο (28α), β) ένας επιρρηματικός προσδιορισμός (28β), γ) το αντικείμενο (28γ) ή δ) ένας δευτερεύων όρος (28δ). (28) α. Die Schüler / Sie schreiben ein Diktat. β. Heute schreiben die Schüler ein Diktat. γ. Seiner Mutter geht es wieder besser. δ. Dem Kranken / Ihm tut der Magen weh. Από ανωτέρω παραδείγματα χαρακτηριστικά είναι τα (28α και β), ενώ τα επόμενα (28γ και δ), όπως και οι ίδιοι οι μελετητές εξάλλου σχολιάζουν, αποτελούν ιδιαίτερες δομές, διότι τα ρήματα ανήκουν σε ειδικές κατηγορίες. Στην ουδέτερη σειρά, σύμφωνα με τους Helbig & Buscha (1993: 577), το υποκείμενο βρίσκεται είτε στην πρώτη θέση (πρόσθιο πεδίο) είτε στην τρίτη θέση εξ.)) κάνουν λόγο π.χ. για επιτονισμό, εμφατικές δομές κ.τ.λ., κάποιες πιο σύγχρονες (Sommerfeldt & Starke (1998: 244 κ. εξ.), Eisenberg (1989: 397 κ. εξ.)) συσχετίζουν τις διατάξεις με την πληροφοριακή δομή, ενώ άλλες (Engel (1991: 303 κ.εξ.), Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1498 κ. εξ.)) είναι πιο λεπτομερής κατά την περιγραφή των διατάξεων σύμφωνα με τα τοπολογικά πεδία, αξιοποιώντας την πληροφοριακή δομή με αναφορά στα εν λόγω φαινόμενα. Εξαίρεση αποτελεί η γραμματική των Heidolph et al. (1984: 702 κ. εξ.), η οποία στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην πληροφοριακή δομή και τα εν λόγο φαινόμενα. 38 Το παράδειγμα είναι ελαφρώς τροποποιημένο. 19

(μεσαίο πεδίο) και εναλλάσσεται συχνά με προαιρετικούς επιρρηματικούς προσδιορισμούς, ακόμη και όταν πρόκειται για το αντωνυμικό υποκείμενο (29) 39 : (29) α. Er schreibt heute seinen Eltern einen Brief. β. Heute schreibt er seinen Eltern einen Brief. Οι ίδιοι τονίζουν βέβαια ότι η εναλλαγή αυτή είναι συνδεδεμένη με έμφαση, αφήνοντας ανοικτό το ερώτημα για τη σειρά Επιρ-Ρ-Υ-Α ως βασική. Οι Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1584) επισημαίνουν ότι η θέση του υποκειμένου στο πρόσθιο πεδίο είναι η συνηθέστερη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι καθορίζει και τη θέση του στη βασική σειρά. Αναφορικά με τις προτάσεις που περιλαμβάνουν ΑΑ και ΕΑ στο μεσαίο πεδίο με βασική τη θέση του υποκειμένου στο πρόσθιο πεδίο, υποστηρίζεται ότι η βασική διάταξη της γερμανικής πρότασης είναι η εξής: Υ-Ρ-ΕΑ-ΑΑ. 40 Ωστόσο, πρέπει να σημειώσουμε ότι η διάταξη ΕΑ-ΑΑ αφορά στις περιπτώσεις στις οποίες τα αντικείμενα πραγματώνονται ως ΟΦ (30). (30) Er hat dem Freund das Buch geschenkt. Όπως αναφέρθηκε στο κεφ. 2.1.1.2, προκαλούνται αλλαγές στη διάταξη αυτή, όταν και οι δύο όροι πραγματώνονται ως αντωνυμίες ή όταν ένας από τους δύο όρους πραγματώνεται ως αντωνυμία και ο άλλος ως ΟΦ. Στην πρώτη περίπτωση ισχύει η σειρά Υ-Ρ-ΑΑ-ΕΑ (31α), ενώ στη δεύτερη ισχύει ότι η αντωνυμία προηγείται της ΟΦ ανεξάρτητα από την πτώση που φέρει (31β και γ). 41 (31) α. Er hat es ihm geschenkt. β. Er hat es dem Freund geschenkt. γ. Er hat ihm das Buch geschenkt. 39 Το παράδειγμα είναι ελαφρώς τροποποιημένο. 40 Η διάταξη αυτή ως βασική υποστηρίζεται γενικά στις γραμματικές που μελετώνται. Βλ. Drosdowski et al. (1995: 792), Engel (1991: 321-323), Heidolph et al. (1984: 703-709), Eisenberg (1989: 418-420) και τον εκεί σχολιασμό. 41 Σχετικά με τους ανωτέρω κανόνες βλ. Drosdowski et al. (1995: 792-793), Helbig & Buscha (1993: 570-571), Engel (1991: 321-323). 20

Επιπλέον, η διάταξη των αντικειμένων ρυθμίζεται από περαιτέρω κανόνες που σχετίζονται με την πραγμάτωση του άρθρου στις ΟΦ (οριστικό, αόριστο ή με μηδενικό άρθρο). 42 Δεν θα προβούμε εδώ σε λεπτομερή καταγραφή και δεν θα υπεισέλθουμε σε όλες τις περιπτώσεις και τους συνδυασμούς, σχετικά με τη διάταξη των αντικειμένων και στον τρόπο με τον οποίο πραγματώνονται. 43 Εντούτοις, μπορούμε να αντιληφθούμε τη διάσταση του ζητήματος, χωρίς επιμέρους διαφοροποιήσεις, τοποθετώντας επιπροσθέτως το υποκείμενο εντός του μεσαίου πεδίου και προϋποθέτοντας συγχρόνως ότι το πρόσθιο πεδίο καταλαμβάνεται από ένα άλλο συστατικό (π.χ. έναν χρονικό προσδιορισμό, όπως συνηθίζεται). Στην περίπτωση αυτή, αν όλα τα συστατικά είναι ΟΦ, τότε στη βασική, μη χαρακτηρισμένη διάταξη ακολουθείται η σειρά Ρ-Υονομ-Αδοτ-Ααιτ (32α). Αν όλοι οι όροι είναι αντωνυμίες τότε ακολουθείται η σειρά Ρ-Υονομ-Ααιτ-Αδοτ (32β), ενώ όταν μόνον το υποκείμενο είναι ΟΦ και τα αντικείμενα αντωνυμικά, τότε προηγούνται τα αντωνυμικά συστατικά με τη σειρά Ααιτ-Αδοτ και ακολουθεί το υποκείμενο-οφ (32γ). 44 (32) α. Gestern hat Thomas dem Freund das Buch geschenkt. β. Gestern hat er es ihm geschenkt. γ. Gestern hat es ihm Thomas geschenkt. Ο Engel (1991: 321-323) προσπαθεί να συστηματοποιήσει τους ανωτέρω κανόνες που ρυθμίζουν τις βασικές διατάξεις των όρων, διατυπώνοντας τον γενικότερο κανόνα που επιβάλλει τα αντωνυμικά στοιχεία να προηγούνται των ΟΦ με τη σειρά (υποκ-αιτ-δοτ), και οι ΟΦ με οριστικό άρθρο με τη σειρά (Υποκ-Αδοτ- Ααιτ) να προηγούνται των ΟΦ με αόριστο άρθρο (ΔΟΤ-ΑΙΤ). Τυποποιώντας τους ανωτέρω κανόνες ο Engel (1991: 323) οδηγείται στον εξής τύπο (33) 45 : 42 Βλ. σχετικά Engel (1991: 321-323), Eisenberg (1989: 417-425) και τον εκεί σχετικό προβληματισμό. Κυρίως στη γραμματική των Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1512-1518) εισάγονται και άλλα, σημασιολογικά χαρακτηριστικά των ΟΦ, π.χ. [+/- έμψυχο], τα οποία δεν θα μας απασχολήσουν εδώ. 43 Το φαινόμενο αυτό της Γερμανικής και άλλων γερμανικών γλωσσών αναφέρεται σε σύγχρονες γλωσσολογικές μελέτες και στη Γενετική Γραμματική ως Scrambling (= σκαρφάλωμα, μετατόπιση) και αφορά στη μετακίνηση των διαφόρων όρων εντός της ΡΦ ή της Φράσης Κλίσης, ανάλογα με την εκάστοτε ανάλυση. Βλ. κεφάλαια 3.4 και 4.4.2 της παρούσας εργασίας. 44 Σχετικά με τους ανωτέρω κανόνες βλ. Drosdowski et al. (1995: 792-793), Engel (1991: 321-323) και Zifonun, Hoffman & Strecker (1997: 1512, 1518). 45 Ο Engel (1991: 323) περιλαμβάνει στην τυποποίηση αυτή και το αντικείμενο σε γενική, το οποίο ακολουθεί τη δοτική και την αιτιατική. 21

(33) υποκ - αιτ - δοτ - ΥΠΟΚ - Αδοτ - Ααιτ - ΔΟΤ - ΑΙΤ Υποκ Αν ακολουθήσει κανείς αυτόν τον τύπο, τότε λαμβάνει όλες τις βασικές διατάξεις που αφορούν τους εν λόγω όρους, ανάλογα με τον τρόπο που πραγματώνονται (ως αντωνυμίες, οριστικές ΟΦ ή ΟΦ με αόριστο άρθρο). Οι ανωτέρω κανόνες είναι δυνατόν εν μέρει να παραβιαστούν, αποδίδοντας χαρακτηρισμένες διατάξεις (βλ. κεφ. 2.2.3). 2.2.2 Θεματοποίηση Η θέση ενός θεματοποιημένου όρου στην πρόταση είναι η πρώτη θέση, δηλαδή το πρόσθιο πεδίο. Σύμφωνα με τους Drosdowski et al. (1995: 789) στη θέση αυτή εμφανίζεται μια γνωστή πληροφορία και ο όρος δεν επιδέχεται επιτονισμό ή έμφαση. Στη γραμματική τους δεν γίνεται λόγος για θεματοποίηση ή για θέμα, εφόσον όμως θεωρούν τη σειρά Υ-Ρ-Α ως βασική και από τα σχετικά παραδείγματα που παραθέτουν, εύκολα μπορούμε να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι ως προς τη βασική σειρά το υποκείμενο είναι εκείνο που βρίσκεται σε θέση θέματος (34) 46 : (34) Susanne hat ihrem Freund ein Buch geschenkt. Οι Sommerfeldt & Starke (1998: 256) υποστηρίζουν επίσης ότι η θέση του προσθίου πεδίου είναι προδιαγεγραμμένη για μια γνωστή πληροφορία. Το ποιο στοιχείο, όμως, θα λειτουργήσει ως θέμα εξαρτάται από το αν η πρόταση βρίσκεται στην αρχή ενός κειμένου ή μέσα στο κείμενο. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν και οι Heidolph et al. (1984: 728), οι οποίοι τονίζουν ότι η αρχική θέση της πρότασης αποτελεί ένα κρίσιμο σημείο, διότι, ενώ αποτελεί την αφετηρία της πρότασης, όπου τοποθετείται το θέμα ως γνωστή πληροφορία, είναι δυνατόν στην αρχή ενός κειμένου να αποτελεί νέα, άγνωστη πληροφορία, νέο θέμα. Οι Sommerfeldt & Starke (1998: 256) υποστηρίζουν ότι ως θέμα εμφανίζεται συνήθως το υποκείμενο της πρότασης. Συχνά όμως το πρόσθιο πεδίο καταλαμβάνεται από έναν επιρρηματικό προσδιορισμό, γεγονός που οδηγεί στη μετατόπιση του 46 Το παράδειγμα είναι ελαφρώς τροποποιημένο. 22

υποκειμένου στο πεδίο του σχολίου, όπου και προβάλλεται. Ο ισχυρισμός τους αυτός αποτυπώνεται στο παράδειγμα (35): (35) Gestern hat Susanne ihrem Freund ein Buch geschenkt. Στη γραμματική των Heidolph et al. (1984: 728 κ. εξ.) είναι ιδιαίτερη η ενασχόληση με το θέμα, το θεματικό πεδίο και τη θεματοποίηση. Γίνεται λόγος για θεματικό πεδίο, το οποίο αφορά στις γνωστές πληροφορίες μιας πρότασης, εκτός και αν πρόκειται για νέο θέμα. Από τις περιγραφές τους οδηγούμαστε στα ακόλουθα συμπεράσματα: α) Το πρόσθιο πεδίο δεν καταλαμβάνεται αποκλειστικά από το θέμα ως γνωστή πληροφορία μπορεί να καταλαμβάνεται και από μια νέα πληροφορία. β) Το θέμα (γνωστή πληροφορία) μπορεί να τοποθετείται και στο μεσαίο πεδίο, όταν το πρόσθιο πεδίο είναι ήδη κατειλημμένο από ένα άλλο συστατικό, συνήθως από έναν επιρρηματικό προσδιορισμό (36), ακόμη και όταν πρόκειται για το αντωνυμικό υποκείμενο. (36) Gestern habe ich meinem Freund ein Buch geschenkt. Στο παράδειγμα (36) η προσωπική αντωνυμία ανήκει σαφώς στο θεματικό πεδίο, διότι θεωρείται γνωστή πληροφορία. Στο θεματικό πεδίο όμως μπορεί να ανήκει και το έμμεσο αντικείμενο, εφόσον θεωρείται γνωστή πληροφορία για τον συνομιλητή και έχει προαναφερθεί στον λόγο. Οι Heidolph et al. (1984: 730 κ. εξ.) υποστηρίζουν ότι ο ομιλητής έχει τη δυνατότητα να επιλέξει ποιο συστατικό θα τοποθετήσει στη θέση του θέματος, εφόσον πρόκειται για νέες αλλά γνωστές πληροφορίες. Στο παρακάτω παράδειγμα, αν θεωρηθούν όλες ή οι περισσότερες πληροφορίες γνωστές, τότε ο ομιλητής έχει τη δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ του (37α), δηλαδή της θεματοποίησης του υποκειμένου και του (37β), δηλαδή της πρόταξης του επιρρηματικού προσδιορισμού. (37) α. Herr Meyer hat nach dem Umzug dem Frank die Eisenbahn ins Zimmer gestellt. β. Nach dem Umzug hat Herr Meyer dem Frank die Eisenbahn ins Zimmer gestellt. 23

Η θεματοποίηση του ΕΑ και ΑΑ είναι αδύνατες, όταν το υποκείμενο ανήκει στις γνωστές πληροφορίες. Συνεπώς, η επιλογή τοποθέτησής του στο πρόσθιο πεδίο (Υ-Ρ- ΕΑ-ΑΑ) ή στο μεσαίο, ακριβώς μετά το παρεμφατικό ρήμα (Επιρ-Ρ-Υ-ΕΑ-ΑΑ), είναι υποχρεωτική. Από τις ανωτέρω παρατηρήσεις συνάγουμε το συμπέρασμα ότι σε μια πρόταση που περιλαμβάνει τους όρους (Υ-Ρ-ΕΑ-ΑΑ), είτε αυτοί είναι όλοι γνωστές πληροφορίες είτε νέες πληροφορίες, είναι υποχρεωτική η θεματοποίηση του υποκειμένου (38), ενώ η θεματοποίηση του ΕΑ (39α) και ΑΑ (39β) είναι αντιγραμματική. (38) Der große Bruder hat dem Frank die Eisenbahn geschenkt. (39) * α. Dem Frank hat der große Bruder die Eisenbahn geschenkt. * β. Die Eisenbahn hat der große Bruder Frank geschenkt. Η θεματοποίηση είτε του ΕΑ είτε του ΑΑ είναι δυνατή, μόνον όταν αυτά αποτελούν τις μοναδικές γνωστές πληροφορίες και τότε δεν εκφέρονται με έμφαση ή επιτονισμό (40): (40) Dem Frank hat ein großer Junge eine Eisenbahn geschenkt. Το ότι το ΕΑ στη θέση αυτή αποτελεί τη γνωστή πληροφορία σε σχέση με το υποκείμενο και το ΑΑ, που συνιστούν νέες πληροφορίες, φανερώνει η εκφορά του με οριστικό άρθρο σε αντίθεση με τα άλλα δύο συστατικά, τα οποία εκφέρονται με αόριστο άρθρο. Σε διαφορετική περίπτωση τα στοιχεία αυτά καθίστανται εμφατικά στο πρόσθιο πεδίο και μπορεί να δηλώνουν αντίθεση / αντιδιαστολή (41): (41) α. Dem Frank hat der große Bruder die Eisenbahn geschenkt. β. Die Eisenbahn hat der große Bruder Frank geschenkt. Η δυνατότητα θεματοποίησης του ΑΑ και ΕΑ θα εξετασθεί και παρακάτω σε συνδυασμό με το φαινόμενο της εκτόπισης (βλ. κεφ. 2.2.4). 2.2.3 Εστίαση 24