Η Οδηγία αναγνώρισης 2011/95/ΕE & το π.δ. 141/2013 που την ενσωματώνει στο ελληνικό δίκαιο

Σχετικά έγγραφα
ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4441, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2000 ΜΕΧΡΙ 2014

ΜΕΡΟΣ ΜΟΝΟ. Ι. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ (Οδηγία 2011/95/ΕΕ) ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Πρόλογος... ΙΧ Συντομογραφίες... ΧΧV Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Ι. Περιεχόμενο του Δικαίου Καταστάσεως

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A7-0271/

4. Τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 του ν.1975/1991 (Α 184), όπως αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 1 του ν.2452/1996 (Α 283).

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ

Η διεθνής προστασία κατά τη διαδικασία παροχής ασύλου μέσα από τη νομολογία του ΔΕΕ

ΣΧΕ ΙΟ ΠΡΟΕ ΡΙΚΟΥ ΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0245/

Ευπαθείς Κοινωνικές Ομάδες Δικαιώματα - Υποχρεώσεις

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/2263(INI) σχετικά με την κατάσταση των ασυνόδευτων ανηλίκων στην ΕΕ (2012/2263 (INI))

14708/16 ΜΑΠ/ακι/ΕΚΜ 1 DGD 1B

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους

Για μία Ευρώπη που προστατεύει

ΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Β. ΑΝΑΛΥΣΗ ΙΑΤΑΞΕΩΝ

Απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με τα δικαιώματα των αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας

BΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ Θ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΙΗ - ΣΥΝΟΔΟΣ Α ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ E K Θ Ε Σ Η

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Παροχή προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών

ΑΔΑ: Β43ΞΛ-33Θ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Άρθρο 1. Άρθρο 2. Άρθρο 3. Άρθρο 4. Επίσημα κείμενα και διδακτικό υλικό. Ορισμός του παιδιού. Παιδί θεωρείται ένα άτομο κάτω των 18 ετών.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Αριθμός 120/2015 Π Ρ Α Κ Τ Ι Κ O Σ Υ Ν Ε Δ Ρ Ι Α Σ Ε Ω Σ Κ Α Ι Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ Β ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΔΑ: Β49ΚΘ-55Π ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3918, 5/11/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2000 ΜΕΧΡΙ 2004

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΙ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Περί Διεθνούς Προστασίας και άλλες διατάξεις

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/0202(COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. του ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ & ΗΛ. ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Κατάλογος των νομικών βάσεων που προβλέπουν τη συνήθη νομοθετική διαδικασία στη Συνθήκη της Λισαβόνας 1

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0434/79. Τροπολογία

ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ. Άρθρο 1 Δικαιούχοι

μεταναστευτικό ζήτημα θετικό βήμα το εγχείρημα της συγκέντρωσης της σχετικής νομοθεσίας σε ενιαίο κείμενο νόμου.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0106(COD) της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ Κατά πόσον, οι αιτήσεις αλλοδαπών

Τοποθέτηση στο round table discussion. «Σεμινάριο για ζητήματα ιθαγένειας και ανιθαγένειας» ημερομ. 7/10/2015, Συνεδριακό Κέντρο Φιλοξενία

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 17/2011

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Γ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Γ4 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΕΝΓΚΕΝ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Ιδιαίτερο αρχείο με διατάξεις των άρθρων 31 & 32 Ν.4540/2018

Α Π Ο Φ Α Σ Η 12 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 30/2011

Σχέδιο Νόμου ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ποιο άτομο θεωρείται παιδί;

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΟΥ ΥΠΑΤΟΥ ΑΡΜΟΣΤΗ ΤΟΥ ΟΗΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ. [ Απόφαση 428 (V) της Γενικής Συνέλευσης της ]

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΣΥΝΕΝΩΣΗΣ ΣΕ ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥ.

Υπουργείο Εσωτερικών Δ/νση Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ένταξης, Τμήμα Νομοθετικού Συντονισμού και Ελέγχου Ευαγγελιστρίας Αθήνα

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14798/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0076 (NLE) SOC 820 NT 29

ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ & ΔΙΚΤΥΩΝ, & ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Για μία Ευρώπη που σέβεται την ελευθερία όλων

Α Π Ο Φ Α Σ Η 105/2011

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΣΥΛΟΥ, ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΤΑΜΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΠΟΡΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι : ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΣΧΟΛΙΑ της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Για την Οδηγία 2004/83/ΕΚ του Συμβουλίου της «Για θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στο Σχέδιο Νόμου

ΕΞ.ΕΠΕΙΓΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 18 /8/2011 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ Αρ.Πρωτ. Υ4α/οικ 93443/11 ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: 17131/313 ΠΡΟΣ : ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ Ταχ. /νση: Σταδίου 29 Ταχ. Κώδικας: Τηλ : FAX: ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΠΟ ΕΚΤΩΝ

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αριθμός 111(Ι) του 2016 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΕΩΣ (ΑΡ. 2) ΤΟΥ 2015 Προοίμιο. Για σκοπούς, μεταξύ άλλων -

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

147(I)/2015 Ο ΠΕΡΙ ΕΠΙΘΕΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14796/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0078 (NLE) SOC 818 ME 8 COWEB 155

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25 /2011

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

14797/12 IKS/nm DG B4

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2011

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Transcript:

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Νομική Σχολή ΜΠΣ Διεθνών Σπουδών 2015-2016 «Χώρος Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση» Η Οδηγία αναγνώρισης 2011/95/ΕE & το π.δ. 141/2013 που την ενσωματώνει στο ελληνικό δίκαιο Μεταπτυχιακές φοιτήτριες: Μαρία Αλιπράντη Σάρα Γκανή Υπεύθυνος Καθηγητής: Εμμανουήλ Περάκης Αθήνα, Απρίλιος 2016

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου σελ.3 2. Σημαντικές ενωσιακές πράξεις στο πλαίσιο του ΚΕΣΑ σελ.4 3. Οδηγία 2011/95/ΕΕ: Αντικείμενο και Δομή σελ.5 4. Ενσωμάτωση με το π.δ. 141/2013 σελ.6 Α ΜΕΡΟΣ: Προϋποθέσεις Αναγνώρισης και Καθεστώς Προστασίας 1. Πρόσφυγας σελ.8 α) Προϋποθέσεις αναγνώρισης (άρ. 9-12 Οδηγίας και π.δ) σελ.8 - Ορισμός (αρ. 2 δ) σελ.8 - πράξεις δίωξης (άρ. 9 παρ. 1, 2) σελ.9 - λόγοι δίωξης (άρ. 10) σελ.10 ΔΕΕ, 5.9.2012, Bundesrepublik Deutschland / Y και Z (C-71/11 και C-99/11) ΔΕΕ, 7.11.2013, Minister voor Immigratie / X και Y και Ζ (C-199/12 και C- 200/12 και C-201/12) - αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξεων και λόγων δίωξης (άρ. 9 παρ.3) σελ.11 - Λόγοι παύσης και αποκλεισμού (άρ.11, 12) σελ.11 ΔΕΕ, 02.03.10, Salahadin Abdulla κλπ κατά Bundesrepublik Deutschland (C- 175/08, C-176/08, C-178/08, C-179/08) ΔΕΕ, 19.12.12, Mostafa Abed El Karem El Kott, Chadi Amin A Radi, Hazem Kamel Ismail / Bevándorlási és Ållampolgársági Hivatal (C-346/11) ΔΕΕ, 9.11.2010, Bundesrepublik Deutschland / B. και D. (C-57/09, C- 101/09) β) Καθεστώς Πρόσφυγα (άρ. 13, 14) σελ.14 1

2. Δικαιούχος επικουρικής προστασίας σελ.14 α) Προϋποθέσεις αναγνώρισης (άρ.15-19) σελ.14 - ορισμός (άρ. 2 στ) σελ.14 - έννοια σοβαρής βλάβης (άρ. 15) σελ.15 ΔΕΕ, 17.2.2009, Elgafaji (C-465/07) - λόγοι παύσης και αποκλεισμού (άρ. 16,17) σελ.16 β) Καθεστώς επικουρικής προστασίας (άρ. 18,19) σελ.17 3. Αξιολόγηση αιτήσεων διεθνούς προστασίας (άρ. 4-8) σελ.17 α) Αξιολόγηση γεγονότων και πραγματικών περιστατικών σελ.17 β) Επιτόπου ανάγκη διεθνούς προστασίας σελ.18 γ) Φορείς δίωξης και φορείς προστασίας σελ.19 ΔΕΕ, 02.03.10, Salahadin Abdulla κλπ κατά Bundesrepublik Deutschland (C- 175/08, C-176/08, C-178/08, C-179/08) δ) Εγχώρια προστασία σελ.19 ΕΔΔΑ, 28.06.2011, Sufi και Elmi κατά Ηνωμένου Βασιλείου Β ΜΕΡΟΣ: περιεχόμενο παρεχόμενης διεθνούς προστασίας 1. Γενικά σελ.21 2. Αρχή της μη επαναπροώθησης (άρ. 21) σελ.22 3. Άδειες διαμονής (άρ. 24) σελ.23 4. Ταξιδιωτικά Έγγραφα (άρ. 25) σελ.23 5. Ασυνόδευτοι ανήλικοι (άρ.31) σελ.24 6. Ελεύθερη κυκλοφορία εντός του κράτους μέλους (άρ.33) σελ.25 ΔΕΕ, 1.3.2016, Kreis Warendorf / Ibrahim Alo και Amirta Osso / Region Hannover (C-443/14 και C-444/13) 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου Μετά τη Συνθήκη του Μάαστιτριχ, η εσωτερική πτυχή της ασφάλειας, αυτό που σήμερα ονομάζουμε Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας, και Δικαιοσύνης, ανήκε στον 3ο πυλώνα. Η μόνη υποχρέωση των κρατών ήταν να συντονίζουν τις πολιτικές τους. Την εποχή αυτή ζητήματα ασύλου και μετανάστευσης, θεωρούνταν θέματα κοινού ενδιαφέροντος. Η σύνοδος κορυφής του Ταμπερέ το 1999, έθεσε τον στόχο για την «προσπάθεια εναρμόνισης των θεσμικών πλαισίων και νομοθεσιών των κρατών μελών για τη δημιουργία ελάχιστων κοινών προδιαγραφών στις διαδικασίες χορήγησης ασύλου». Ο στόχος αυτός κατέστη δυνατός με τη Συνθήκη του Άμστερνταμ και τις αλλαγές που επήλθαν. Τα ζητήματα ασύλου και μετανάστευσης μεταφέρθηκαν στον πρώτο πυλώνα, και υπήχθησαν στους μηχανισμούς του κοινοτικού δικαίου, όσον αφορά το ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Κοινοβουλίου και την δικαιοδοτική αρμοδιότητα του ΔΕΚ. Πρώτη φορά γίνεται λόγος για Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου το 2005, με την εκπόνηση του Προγράμματος της Χάγης στόχος του οποίου είναι η θέσπιση κοινής διαδικασίας ασύλου σε όλη την ένωση, και όχι απλώς η εναρμόνιση κανόνων. Στόχοι του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου είναι να διασφαλίσει ότι οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας κατά το διεθνές δίκαιο, θα λαμβάνουν την ίδια προστασία στα κράτη μέλη της ένωσης. Επιπλέον, ότι η κοινή πολιτική ασύλου θα περιλαμβάνει και τη μορφή της επικουρικής προστασίας για εκείνους δεν καλύπτονται από τις διατάξεις της σύμβασης της Γενεύης προκειμένου να χαρακτηρισθούν πρόσφυγες, χρειάζεται όμως, να τύχουν διεθνούς προστασίας. Στο ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, που εκδόθηκε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 2008, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημείωσε ότι παραμένουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την παροχή προστασίας και τις μορφές που λαμβάνει η προστασία αυτή και ζήτησε νέες πρωτοβουλίες για την ολοκλήρωση της εγκαθίδρυσης κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας του 2009 (78 παρ. 1 ΣΛΕΕ), οι αρμοδιότητες της Ένωσης σε ζητήματα ασύλου ενισχύθηκαν με την ανάπτυξη όχι απλά ελάχιστων προδιαγραφών, αλλά κοινής πλέον πολιτικής. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 78 3

παρ. 2 ΣΛΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο, αποφασίζοντας με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία λαμβάνουν μέτρα όσον αφορά στο κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου Στο πλαίσιο του ΚΕΣΑ ισχύει η αρχή της επικουρικότητας. Για το λόγο αυτό, στο προοίμιο της οδηγίας, η οποία θα αποτελέσει αντικείμενο της παρούσας ανάλυσης, αναφέρεται ότι η θέσπιση απαιτήσεων για την παροχή διεθνούς προστασίας από τα κράτη μέλη και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, για δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και συνεπώς, λόγω της κλίμακας και των συνεπειών της παρούσας οδηγίας, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα από την Ένωση. 2. Σημαντικές ενωσιακές πράξεις στο πλαίσιο του ΚΕΣΑ Στο πλαίσιο του ΚΕΣΑ έχουν εκδοθεί αρκετοί Κανονισμοί και Οδηγίες που ρυθμίζουν ειδικότερα και συγκεκριμένα ζητήματα ασύλου, πολλές από τις οποίες έχουν αντικατασταθεί με νεώτερες λόγω των συνεχών εξελίξεων στον τομέα της μετανάστευσης με την εισροή μεγάλων και έντονων μεταναστευτικών ροών στα κράτη μέλη της ΕΕ. Κυρίαρχη θέση στη διαμόρφωση του ΚΕΣΑ κατέχει ο Κανονισμός 604/2013 (Δουβλίνο ΙΙΙ) 1 σχετικά με τη θέσπιση κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από πολίτη τρίτης χώρας ή από ανιθαγενή. Από τις Οδηγίες που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο της νομοθετικής εναρμόνισης του ΚΕΣΑ ξεχωρίζουν αυτές που επιλαμβάνονται ζητημάτων σχετικών με τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο (Οδηγία υποδοχής 2013/33/ΕΕ/ αναδιατύπωση 2 ), για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα (Οδηγία διαδικασίας 2013/32/ΕΕ/αναδιατύπωση 3 ) και για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των ανιθαγενών ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους (Οδηγία 1 Ο Κανονισμός αυτός αντικατέστησε τον προγενέστερό του Κανονισμό 343/2003 (Δουβλίνο ΙΙ), που, με τη σειρά του, διαδέχτηκε τη Σύμβαση του Δουβλίνου του 1990. 2 Η Οδηγία αυτή κατήργησε από 21.7.2015 την προγενέστερή της Οδηγία 2003/9/ΕΚ. Η Οδηγία αυτή είχε μεταφερθεί στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 220/2007. 3 Η Οδηγία αυτή κατήργησε από 21.7.2015 την προγενέστερή της Οδηγία 2005/85/ΕΚ. Η Οδηγία αυτή είχε μεταφερθεί στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 113/2013. 4

αναγνώρισης 2011/95/ΕΕ/ αναδιατύπωση 4 ), η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας ανάλυσης. Αξίζει επίσης να αναφερθούν η Οδηγία επιστροφής 2008/115/ΕΚ και η Οδηγία Οικογενειακής Επανένωσης 2006/86/ΕΚ. Τέλος, σημαντική είναι και η Οδηγία 2001/55/ΕΚ σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά στην υποδοχή και και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων 5. 3. Οδηγία 2011/95/ΕΕ: Αντικείμενο και Δομή Βάσει του άρ.78 παρ.2 ΣΛΕΕ (ειδικότερα, στοιχείο α και β), που εξουσιοδοτεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να λαμβάνουν μέτρα αναφορικά με το ΚΕΣΑ αποφασίζοντας κατά τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, εκδόθηκε η Οδηγία 2011/95/ΕΕ της 13 ης Δεκεμβρίου του 2011. Αντικείμενο της Οδηγίας 20011/95/ΕΕ είναι α) η θέσπιση απαιτήσεων - προϋποθέσεων για την αναγνώριση υπηκόων τρίτων χωρών ή απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας (ήτοι, ως προσφύγων ή ως δικαιούχων επικουρικής προστασίας), β) η θέσπιση ενός ενιαίου καθεστώτος για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και γ) η ρύθμιση του περιεχομένου της παρεχόμενης προστασίας. Η Οδηγία αυτή καταργεί από τις 21/12/2013 την προγενέστερή της Οδηγία 2004/83/ΕΚ 6, αλλά, ουσιαστικά την αναδιατυπώνει, χωρίς να μεταβάλλει άρδην όσα ίσχυαν υπό το καθεστώς αυτής. Μάλιστα, πολλές από τις αποφάσεις του ΔΕΕ, ερμηνεύουν κυρίως έννοιες της Οδηγίας 2004/83/ΕΚ, οι οποίες απαντώνται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και την ίδια διατύπωση και στη νέα Οδηγία 2011/95/ΕΕ. Αξίζει να αναφερθεί πως στην αιτιολογική σκέψη 4 της Οδηγίας τονίζεται πως η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 περί του καθεστώτος των προσφύγων και το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 που τη συμπληρώνει, αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς νομικού καθεστώτος για την προστασία των προσφύγων, σε συμφωνία και με το 4 Η Οδηγία αυτή κατήργησε από 21.12.2013 την προγενέστερή της Οδηγία 2004/83/ΕΚ. Η Οδηγία 2011/95/ΕΕ έχει μεταφερθεί στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 141/2013, όπως θα αναφερθεί και στη συνέχεια. 5 Η Οδηγία αυτή έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 80/2006. Η προσωρινή προστασία αποτελεί μία ειδική μεταβατική προστασία και όχι συμπληρωματική της σύμβασης της Γενεύης του 1951 όπως είναι η επικουρική προστασία, η οποία ρυθμίζεται με την Οδηγία 2011/95/ΕΕ. 6 βλ. άρθρα 1, 40 νέας Οδηγίας και αιτιολογικές σκέψεις 1, 52, 53 αυτής. 5

άρ.78 ΣΛΕΕ και το άρ.18 ΧΘΔ που παραπέμπουν ρητά σε αυτά. Η Ένωση ουσιαστικά αποδέχεται το διεθνές αυτό πλαίσιο και επιδιώκει να βοηθήσει τα κράτη μέλη να το εφαρμόσουν βάσει κοινών αρχών και κοινών κριτηρίων. Το ίδιο έχει επισημάνει πολλές φορές και το ΔΕΕ 7. Η νέα Οδηγία είναι δομημένη ως εξής: α) αιτιολογικές σκέψεις 1-53, β) γενικές διατάξεις (άρ. 1-3: σκοπός, ορισμοί σημαντικών, για την εφαρμογή της, εννοιών, δυνατότητα θέσπισης και διατήρησης σε ισχύ ευνοϊκότερων εθνικών διατάξεων 8 ), γ) ρυθμίσεις σχετικά με την αξιολόγηση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας και τον καθορισμό των υπεύθυνων δίωξης / σοβαρής βλάβης και των υπεύθυνων προστασίας (άρ. 4-8), δ) προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα και λόγοι παύσης - αποκλεισμού από το καθεστώς αυτό (άρ.9-12), δ) ρυθμίσεις σχετικά με τη χορήγηση και την ανάκληση, τον τερματισμό ή την άρνηση ανανέωσης του καθεστώτος του πρόσφυγα (άρ. 13,14), ε) προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως δικαιούχου επικουρικής προστασίας και λόγοι παύσης - αποκλεισμού από το καθεστώς αυτό (άρ. 15-17), στ) ρυθμίσεις σχετικά με τη χορήγηση και την ανάκληση, τον τερματισμό ή την άρνηση ανανέωσης του καθεστώτος επικουρικής προστασίας (άρ. 18,19), ζ) καθορισμός του περιεχομένου της διεθνούς προστασίας (άρ. 20-35), η) ρυθμίσεις σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών (άρ. 36, 37), θ) τελικές διατάξεις (άρ. 38-42), ι) παραρτήματα (καταργηθείσα Οδηγία και προθεσμία μεταφοράς αυτής, πίνακας αντιστοιχίας διατάξεων). 4. Ενσωμάτωση με το π.δ. 141/2013 Η Οδηγία 2011/95/ΕΕ ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το π.δ. 141/2013 9. Αντίστοιχα με την Οδηγία, το π.δ. 141/2013 καταργεί, από την έναρξη ισχύος του, τις διατάξεις του προγενέστερού του π.δ. 96/2008, εκτός από τις διατάξεις των άρ.24 και των παραγράφων 1-3 του άρ. 25. Τα άρθρα αυτά αφορούν στις άδειες διαμονής και στα ταξιδιωτικά έγγραφα που χορηγούνται στους δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Οι διατάξεις 7 βλ. ενδεικτικά ΔΕΕ, 02.03.2010, συνεκδικαζόμενες υποθέσεις Salahadin Abdulla κλπ κατά Bundesrepublik Deutschland (C-175/08, C-176/08, C-178/08, C-179/08), σκ.52 ΔΕΕ, 17.06.2010, Nawras Bolbol κατά Bevándorlási és Állampolgársági Hivata (C-31/09), σκ.37 ΔΕΕ, 9.11.2010, συνεκδικαζόμενες υποθέσεις Bundesrepublik Deutschland κατά B. Και D., σκ.77. 8 Επομένως η Οδηγία θέτει ένα minimum προστασίας. Πράγματι, το π.δ. σε κάποια σημεία θεσπίζει ευνοϊκότερες διατάξεις. 9 βλ. και άρ. 1 του π.δ. για το σκοπό αυτού. 6

του π.δ. μεταφέρουν τις ρυθμίσεις της Οδηγίας εξειδικεύοντάς τες στο πλαίσιο του ελληνικού δικαίου, διατηρώντας, κατά βάση, την ίδια αρίθμηση 10. 10 Η μόνη διαφορά έγκειται στην προσθήκη του άρ. 26 του π.δ., το οποίο αναφέρεται στη χορήγηση εγγράφων και πιστοποιητικών στους δικαιούχους του καθεστώτος πρόσφυγα από τα περιφερειακά γραφεία ασύλου. 7

Α ΜΕΡΟΣ: προϋποθέσεις αναγνώρισης και καθεστώς προστασίας 1. Πρόσφυγας α) Προϋποθέσεις αναγνώρισης (άρ. 9-12 Οδηγίας και π.δ) - ορισμός (άρ. 2 δ) «Ο υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος, συνεπεία βάσιμου φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, πολιτικών πεποιθήσεων ή ιδιότητας μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, ευρίσκεται εκτός της χώρας της ιθαγένειάς του και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν επιθυμεί να θέσει εαυτόν υπό την προστασία της εν λόγω χώρας ή ο ανιθαγενής ο οποίος, ευρισκόμενος εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του για τους ίδιους προαναφερθέντες λόγους, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν και στον οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 12» Ήδη από τον ορισμό στο άρ. 2 περίπτωση δ, καταλαβαίνουμε ότι η Οδηγία αφορά δύο κατηγορίες προσώπων: υπηκόους τρίτων χωρών και ανιθαγενείς. Εξ αντιδιαστολής, συμπεραίνουμε ότι η Οδηγία δεν αναφέρεται σε πολίτες ευρωπαϊκής ένωσης. Πρώτο κριτήριο που εξετάζεται για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα είναι να βρίσκεται εκτός της χώρας του. Στο σημείο αυτό εννοείται η χώρα της οποίας έχει την ιθαγένεια. Ειδικά για τον ανιθαγενή είναι η χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής του. Οι εσωτερικοί πρόσφυγες βρίσκονται εκτός του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας. Όσον αφορά το κριτήριο του βάσιμου φόβου, γίνεται δεκτό όταν αυτό συντίθεται από δύο στοιχεία: ένα υποκειμενικό και ένα αντικειμενικό. Και ναι μεν το υποκειμενικό στοιχείο τεκμαίρεται με την κατάθεση της αίτησης, το αντικειμενικό όμως, στοιχείο, δηλαδή η εύλογη πιθανότητα ότι θα πραγματοποιηθεί αυτός ο φόβος, πρέπει να εξετάζεται σε κάθε περίπτωση, με βάση πληροφορίες για την χώρα προέλευσης του αιτούντος και πραγματικά περιστατικά που συνέβησαν στη χώρα καταγωγής. Τα υπόλοιπα κριτήρια που αφορούν τις πράξεις δίωξης, τους λόγους, τους φορείς δίωξης αλλά και προστασίας, αλλά και τις αρνητικές προϋποθέσεις, δηλαδή τους λόγους παύσης και αποκλεισμού, θα αποτελέσουν αντικείμενο ειδικής ρύθμισης στα κατ ιδίαν άρθρα της οδηγίας. 8

Επιπλέον, γίνεται μια πρώτη αναφορά στο άρθρο 12, το οποίο αφορά στους λόγους αποκλεισμού από το καθεστώς του πρόσφυγα, όταν συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις στο πρόσωπο του αιτούντος. - πράξεις δίωξης (άρ. 9 παρ.1,2) Κύριο γνώρισμα της πράξης δίωξης είναι η «σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων», ιδίως αυτών που είναι μη δεκτικά εξαιρέσεως. Τα δικαιώματα αυτά είναι: το δικαίωμα στη ζωή, το δικαίωμα να μην υποβληθεί σε βασανιστήρια, ούτε σε απάνθρωπες ή εξευτελιστικές ποινές ή μεταχείριση, το δικαίωμα να μην περιαχθεί σε κατάσταση δουλείας, καθώς και το δικαίωμα να μην συλληφθεί ή κρατηθεί αυθαιρέτων. Η βαναυσότητα αυτών των πράξεων έχει αφεαυτής σοβαρό και ανεπανόρθωτο χαρακτήρα. Στις περιπτώσεις αυτές η ύπαρξη διώξεως αποδεικνύεται ipso facto. Η παράγραφος 2, αναφέρεται ενδεικτικά τι θα μπορούσε να συνιστά πράξη δίωξης. «Πράξεις σωματικής, ψυχικής βίας», «νομικά, διοικητικά, αστυνομικά, δικαστικά μέτρα που εισάγουν διακρίσεις ή εφαρμόζονται μεροληπτικά» κ.α. Δεν αρκεί, πάντως, απλώς να συντρέχει το στοιχείο της «διάκρισης». Θα πρέπει επιπλέον, η διάκριση αυτή να είναι τόσο σοβαρή και επαναλαμβανόμενη ώστε να περιορίζεται σημαντικά η απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για να μπορούν να θεωρηθούν διώξεις. Η νόμιμη ποινική δίωξη αφεαυτή δεν συνιστά πράξη δίωξης που να δικαιολογεί την αναγνώριση κάποιου ως πρόσφυγα, όταν αυτή σχετίζεται με παραβατική, εγκληματική συμπεριφορά του αιτούντος. Εντούτοις μπορεί να αποτελέσει «πράξη δίωξης», όταν η ποινή είναι υπέρμετρα δυσανάλογη ή μεροληπτική, ή όταν ο αιτών στερείται των ενδίκων μέσων. Επίσης, η ποινική διώξη που σχετίζεται με την μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων, τότε μόνο μπορεί να θεωρηθεί δίωξη: όταν κατά την στρατιωτική θητεία, ο αιτών θα ήταν αναγκασμένος να προβεί σε πράξεις που συνιστούν εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ειρήνης και κατά της ανθρωπότητας. Ως προς αυτό το κριτήριο, εφαρμόζονται συνδυαστικά οι διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Στο σημείο αυτό καθίσταται αναπόφευκτη η επίδραση της ΕΣΔΑ και της νομολογίας του Δικαστηρίου. Επιπλέον, εφαρμόζονται και άλλες ειδικότερες συμβάσεις, όπως η Σύμβαση του 1979 για την καταπολέμηση των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών και η Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού. 9

- λόγοι δίωξης (άρ. 10) Οι λόγοι δίωξης μπορεί να αφορούν στη φυλή, τη θρησκεία, την ιθαγένεια, τις πολιτικές πεποιθήσεις ή την ιδιότητα του πρόσφυγα ως μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Το άρθρο 10 διευκρινίζει και εξειδικεύει τις έννοιες αυτές, αναφέροντας κάποια ενδεικτικά στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, κατά τον καθορισμό των κρίσιμων εννοιών. Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται πως, για την αξιολόγηση του βασίμου του φόβου του αιτούντος ότι θα υποστεί δίωξη, είναι αδιάφορο το αν ο αιτών χαρακτηρίζεται πράγματι από το φυλετικό, θρησκευτικό, εθνικό, κοινωνικό ή πολιτικό στοιχείο το οποίο προκαλεί τη δίωξη. Σημασία έχει το χαρακτηριστικό αυτό να του αποδίδεται από το δράστη της δίωξης. Αξίζει να αναφερθούν δύο υποθέσεις, στις οποίες το ΔΕΕ κλήθηκε να ερμηνεύσει, αφενός, τον όρο βάσιμοι φόβοι διώξεων λόγω θρησκείας και, αφετέρου, τον όρο μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Η πρώτη (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις Bundesrpublik Deutschland / Y και Z, C-71/11 και C-99/11) αφορά σε δύο Πακιστανούς, οι οποίοι ζήτησαν άσυλο από τη Γερμανία, επειδή ως μέλη μίας θρησκευτικής μουσουλμανικής κοινότητας (Ahmadiyya), που αποτελεί ένα μουσουλμανικό μεταρρυθμιστικό κίνημα, αποκηρυγμένο από το παραδοσιακό Ισλάμ, κινδυνεύουν να διωχθούν ή και να θανατωθούν στην πατρίδα τους. Το ΔΕΕ, απαντώντας σε προδικαστικό ερώτημα, έκρινε πως καλύπτεται από την έννοια της θρησκείας στο άρ.10 της Οδηγίας η προσβολή τόσο της ελευθερίας της πίστης, όσο και της ελεύθερης δημόσιας λατρείας 11. Επιπλέον, έκρινε πως κανείς δε μπορεί να αναμένει από τον αιτούντα το άσυλο να απέχει από τη δημόσια εκδήλωση της πίστης του προκειμένου να αποφύγει τις διώξεις στην πατρίδα του 12. Η δεύτερη υπόθεση (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις Minister voor Immigratie / Χ και Υ και Ζ, C-199/12, C-200/12, C-201/12) αναφέρεται στις διώξεις σε βάρος ομοφυλόφιλων σε χώρες ιδίως της Αφρικής και της Ασίας. Ειδικότερα, τρεις Αφρικανοί, που δήλωναν πως είναι ομοφυλόφιλοι, ζήτησαν άσυλο από τις Κάτω Χώρες, επειδή στις πατρίδες τους η ομοφυλοφιλία είναι ποινικά κολάσιμη και τιμωρείται αλλού με φυλάκιση, αλλού με κάθειρξη, αλλού με φυλάκιση και πρόστιμα κλπ. Το ΔΕΕ ερωτήθηκε αν οι ομοφυλόφιλοι μπορούν να αποτελέσουν μέλη μίας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Επ αυτού απεφάνθη πως ο γενετήσιος προσανατολισμός ενός ατόμου είναι χαρακτηριστικό της ταυτότητάς του 11 ΔΕΕ, 5.9.2012, συνεκδικαζόμενες υποθέσεις Bundesrpublik Deutschland / Y και Z, C-71/11 και C-99/11, ΕΕΕυρΔ 2012, 274 επ., ιδίως σκ. 69 επ. 12 Σκέψεις 73 επ. της απόφασης. 10

τόσο μεγάλης σημασίας, ώστε ο ενδιαφερόμενος δε θα πρέπει να χρειαστεί να τον αποκηρύξει 13. Ακολούθως, για την αναζήτηση του διακριτικού χαρακτήρα της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας 14 το ΔΕΕ χρησιμοποίησε ως κριτήριο αυτή καθαυτή την ύπαρξη της ποινικής νομοθεσίας, η οποία θεωρείται πως διαχωρίζει τα πρόσωπα αυτά από τον υπόλοιπο κοινωνικό περίγυρο 15. Και πάλι το Δικαστήριο έκρινε πως δε θα μπορούσε να αναμείνει κανείς από τους ενδιαφερομένους να επιδεικνύουν στις πατρίδες τους συγκράτηση και να κρύβουν το γενετήσιο προσανατολισμό τους, ώστε να αποφύγουν τις διώξεις 16. - αιτιώδης συνάφεια μεταξύ πράξεων και λόγων δίωξης (άρ.9 παρ.3) Από τον ορισμό του πρόσφυγα προκύπτει πως πρέπει να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των λόγων δίωξης του άρ.10 και των πράξεων δίωξης του άρ.9 ή της έλλειψης προστασίας κατά των πράξεων αυτών. Με άλλα λόγια, οι πράξεις δίωξης πρέπει να έχουν ως αιτία τους λόγους αυτούς. - Λόγοι παύσης και αποκλεισμού (άρ. 11,12) Το άρθρο 11 προβλέπει τους λόγους για τους οποίους είναι δυνατόν ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής να πάψει να θεωρείται πρόσφυγας. Οι λόγοι αυτοί απαριθμούνται διαζευκτικά και έχουν να κάνουν με την εξασφάλιση της προστασίας άλλης χώρας, διαφορετικής από αυτή στην οποία απευθύνεται η αίτηση διεθνούς προστασίας (θα πρόκειται για τη χώρα της παλαιάς ή νέας ιθαγένειας / χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής) ή τη δυνατότητα εξασφάλισης της προστασίας αυτής λόγω ουσιαστικής και μη προσωρινής μεταβολής των συνθηκών που οδήγησαν στην αναγνώρισή του ως πρόσφυγα (δεν υπάρχει πια βάσιμος φόβος). Εξαίρεση προβλέπεται για την περίπτωση που συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι απορρέοντες από προηγούμενη δίωξη, οι οποίοι δικαιολογούν την άρνηση της παρεχόμενης, από τη χώρα ιθαγένειας ή της συνήθους διαμονής, προστασίας. Οι συνεκδικαζόμενες υποθέσεις της 02.03.10 Salahadin Abdulla κλπ κατά Bundesrepublik Deutschland (C-175/08, C-176/08, C-178/08, C-179/08) αφορούν στην παύση του καθεστώτος του πρόσφυγα για Ιρακινούς υπηκόους, στους οποίους η Γερμανία είχε χορηγήσει τέτοιο καθεστώς. Η απόφαση αυτή βασιζόταν στο γεγονός πως οι συνθήκες 13 ΔΕΕ, 7.11.2013, Minister voor Immigratie / Χ και Υ και Ζ (C-199/12, C-200/12, C-201/12), Αρμ2014, 686 επ., σκ. 46. 14 Στο άρθρο 10 της Οδηγίας αναφέρεται, μεταξύ άλλων, πως - η ομάδα έχει ιδιαίτερη ταυτότητα στην οικεία χώρα, διότι γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική ομάδα από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο.. 15 Σκέψεις 55 επ. της απόφασης. 16 Σκέψεις 65 επ. της απόφασης. 11

στη χώρα καταγωγής τους είχαν βελτιωθεί. Για τους σκοπούς του άρ.11 της Οδηγίας περί αναγνώρισης το καθεστώς του πρόσφυγα παύει να ισχύει όταν η μεταβολή των συνθηκών στην εν λόγω τρίτη χώρα είναι ουσιαστική και μη προσωρινή, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται πλέον ο λόγος για τον οποίο χορηγήθηκε το καθεστώς του πρόσφυγα, ούτε άλλος λόγος να φοβάται αυτός πως θα υποστεί διώξεις 17. Κατά την αξιολόγηση της μεταβολής των συνθηκών τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την προσωπική κατάσταση του πρόσφυγα και να εξακριβώνουν ταυτόχρονα αν ο φορέας της προστασίας έχει λάβει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει τη δίωξη και ότι, μεταξύ άλλων, εφαρμόζει ένα αποτελεσματικό νομικό σύστημα για τον εντοπισμό, την ποινική δίωξη και τον κολασμό των πράξεων που συνιστούν δίωξη 18. Η προστασία αυτή πρέπει επίσης να είναι προσβάσιμη στον εκάστοτε ενδιαφερόμενο, εφόσον αυτός έχει πάψει να προστατεύεται από το καθεστώς του πρόσφυγα 19. Το άρθρο 12 προβλέπει τους λόγους για τους οποίους ο αιτών την προστασία υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής μπορεί να αποκλειστεί από το καθεστώς του πρόσφυγα. Αρχικά, επαναλαμβάνεται αυτό που αναφέρει και η Σύμβαση της Γενεύης, πως αποκλείεται αυτός που ζει υπό την προστασία οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, εξαιρουμένης της ύπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες (πρόκειται για Παλαιστίνιους που βρίσκονται υπό την εποπτεία του UNRWA), εκτός αν η εν λόγω προστασία έχει παύσει χωρίς οριστική διευθέτηση της κατάστασης των προσώπων αυτών. Σχετική είναι η υπόθεση της 19.12.12 Abed El Karem El Kott κλπ. (C-364/11) 20 που αφορά στο δικαίωμα απάτριδων παλαιστινιακής καταγωγής, που όντως έκαναν χρήση της συνδρομής του Γραφείου Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA), να τους χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα βάσει του άρ. 12 παρ.1, στοιχείο α, δεύτερη περίοδος της Οδηγίας 2004/83 21, δηλαδή λόγω παύσης της εν λόγω συνδρομής για οποιοδήποτε λόγο. Συνεπεία τούτου κρίθηκε πως τα εν λόγω πρόσωπα είχαν το δικαίωμα να τύχουν αυτοδικαίως των ευεργετημάτων της Οδηγίας. Άλλος λόγος αποκλεισμού από το καθεστώς πρόσφυγα είναι η αναγνώριση από τις αρμόδιες αρχές της χώρας όπου έχει μετοικήσει ο αιτών ως έχων τα δικαιώματα και τις 17 Σκέψη 91 της απόφασης. 18 Σκέψη 76 της απόφασης. 19 Σκέψη 76 της απόφασης. 20 ΔΕΕ, 19.12.12, Mostafa Abed El Karem El Kott, Chadi Amin A Radi, Hazem Kamel nismail κατά Bevándorlási és Ållampolgársági Hivatal (C-364/11), ΕΜΕΔ 2013, 58 επ. (προδικαστικό ερώτημα). 21 βλ. και το αντίστοιχο άρθρο Οδηγίας 2011/95/ΕΕ που φέρει την ίδια αρίθμηση. 12

υποχρεώσεις που απορρέουν από την κατοχή της ιθαγένειας της εν λόγω χώρας ή δικαιώματα και υποχρεώσεις αντίστοιχα προς αυτά. Επιπλέον, υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής αποκλείεται από το καθεστώς πρόσφυγα όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρείται πως: α) έχει διαπράξει έγκλημα κατά της ειρήνης έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, β) έχει διαπράξει σοβαρό μη πολιτικό έγκλημα εκτός της χώρας ασύλου πριν γίνει δεκτός ως πρόσφυγας 22, γ) είναι ένοχος πράξεων που αντιβαίνουν στις αρχές και τους στόχους των Ηνωμένων Εθνών. Το ίδιο ισχύει και για τα πρόσωπα που είναι ηθικοί αυτουργοί ή συμμέτοχοι στα εγκλήματα ή στις πράξεις αυτές. Αξίζει να αναφερθούν οι συνεκδικαζόμενες υποθέσεις της 9.11.2010 Bundesrepublik Deutschland / B. και D. (C-57/09, C-101/09) 23, οι οποίες αφορούν στην έννοια του σοβαρού μη πολιτικού εγκλήματος. Ειδικότερα, δύο πρόσωπα τουρκικής ιθαγένειας ζήτησαν άσυλο από τις γερμανικές αρχές, δηλώνοντας πως είναι οπαδοί δύο κουρδικών οργανώσεων, οι οποίες είχαν ρητά χαρακτηρισθεί ως τρομοκρατικές οργανώσεις στο κείμενο μίας κοινής θέσης της ΕΕ. Οι αιτούντες υποστήριξαν πως έχουν διωχθεί, φυλακισθεί, βασανισθεί κλπ. για το λόγο αυτό. Το ΔΕΕ αποφάνθηκε επί του ερωτήματος αν η συμμετοχή σε δραστηριότητες μίας εξ ορισμού τρομοκρατικής οργάνωσης εμπίπτει αυτομάτως στους λόγους αποκλεισμού της Οδηγίας, συνιστώντας σοβαρό μη πολιτικό έγκλημα ή πράξη που αντιβαίνει στις αρχές των Ηνωμένων Εθνών. Το ΔΕΕ απάντησε αρνητικά στο ερώτημα αυτό με το σκεπτικό πως, αν και οι πράξεις τρομοκρατικού χαρακτήρα πρέπει να θεωρούνται σοβαρά μη πολιτικά εγκλήματα, μόνο αν αξιολογηθούν συγκεκριμένα γεγονότα και διαπιστωθεί πως μπορεί να καταλογισθεί στον αιτούντα άσυλο στομική ευθύνη για την τέλεση των τρομοκρατικών αυτών πράξεων, μπορεί να θεωρηθεί πως το πρόσωπο αυτό είναι υπεύθυνο για τόσο σοβαρά εγκλήματα, ώστε να αποκλεισθεί από την προστασία της Οδηγίας 24. Ακόμη, έκρινε πως κρίσιμες είναι οι ενέργειες του αιτούντος προστασία, πριν ξεκινήσουν οι διαδικασίες για να γίνει δεκτός ως πρόσφυγας 25. Αν οι ενδιαφερόμενοι αποκλεισθούν από το καθεστώς του πρόσφυγα δυνάμει της Οδηγίας, αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους μέλους να αναγνωρίσει αυτοτελώς άλλη 22 Το αντίστοιχο άρ.12 παρ.2β του π.δ. 141/2013 είναι πιο ευνοϊκό στο σημείο αυτό, ορίζοντας ως κρίσιμο χρονικό σημείο διάπραξης του εγκλήματος το χρόνο πριν από την είσοδό του στην ελληνική επικράτεια. 23 Συλλογή 2010.Ι-10979. 24 Σκέψεις 80 επ. της απόφασης. 25 Αν στη συνέχεια αποδειχθεί ότι συνιστά κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια ή την κοινωνία του κράτους υποδοχής, μπορεί τότε να ανακληθεί το προστατευτικό καθεστώς από το κράτος μέλος (σκέψεις 100 επ. της απόφασης). 13

μορφή προστασίας, δυνάμει του εθνικού του δικαίου, αρκεί να μην υφίσταται κίνδυνος σύγχυσης με το καθεστώς του πρόσφυγα δυνάμει της Οδηγίας 26. β) Καθεστώς Πρόσφυγα (άρ. 13,14) Οι παραπάνω προϋποθέσεις όταν συντρέχουν χορηγείται στον αιτούντα το καθεστώς του πρόσφυγα (άρθρο 13). Σημειώνεται ότι οι προϋποθέσεις θα πρέπει να υπάρχουν σωρευτικά στο πρόσωπο του αιτούντος. Επιπλέον αναφέρεται στο άρθρο 14, ότι είναι δυνατό στο πρόσωπο αναγνωρισμένου πρόσφυγα να παύσουν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις ή κάποια από αυτές, ή από έγγραφα και πληροφορίες που προέκυψαν μεταγενέστερα να συνάγεται ότι οι προϋποθέσεις ουδέποτε πληρούνταν. Τότε ανακαλείται το καθεστώς του πρόσφυγα. Το καθεστώς ανακαλείται επίσης όταν προκύπτει ότι συντρέχει λόγος αποκλεισμού για έναν από τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν, ή όταν ο αιτών είχε διαστρεβλώσει τα γεγονότα ή όταν κρίνεται ότι είναι επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, λόγω τελεσίδικης δικαστικής απόφασης που το καταδικάζει για διάπραξη σοβαρού εγκλήματος. 2. Δικαιούχος επικουρικής προστασίας α) Προϋποθέσεις αναγνώρισης (άρ.15-19) - ορισμός (άρ. 2 στ) Η επικουρική προστασία αποτελεί συμπληρωματική μορφή διεθνούς προστασίας που θεσπίστηκε από τον ενωσιακό νομοθέτη για να χορηγείται προστασία σε εκείνους τους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, οι οποίοι αναγκάζονται να διαφεύγουν ή να διαμένουν εκτός της χώρας καταγωγής / συνήθους διαμονής τους εξαιτίας απειλών που στρέφονται κατά της ζωής τους, της ασφάλειας ή της ελευθερίας τους, για λόγους αδιάκριτης βίας, που ανακύπτουν συνήθως σε καταστάσεις ένοπλων συγκρούσεων και οι οποίοι δε μπορούν να υπαχθούν στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για τους πρόσφυγες. Η Ένωση προέβη στη θεσμοθέτηση αυτής της μορφής διεθνούς προστασίας και στην αποτύπωση των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται, ούτως ώστε ένας πολίτης τρίτης χώρας να υποπίπτει στο νομοτυπικό κανόνα της έννοιας της επικουρικής 26 Σκέψεις 113 επ. της απόφασης. 14

προστασίας επειδή σε πολλές περιπτώσεις πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, των οποίων η ζωή και η ασφάλεια εγκυμονούσε κινδύνους στη χώρα καταγωγής ή συνήθους διαμονής και οι οποίοι ζητούσαν άσυλο σε στα κράτη μέλη της Ένωσης, δε μπορούσαν να καλυφθούν από τη Σύμβαση της Γενεύης. Ως πρόσωπο που δικαιούται επικουρική προστασία ορίζεται από την Οδηγία ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, αν ο ενδιαφερόμενος επιστρέψει στη χώρα της καταγωγής του ή, στην περίπτωση ανιθαγενούς, στη χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και που δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν επιθυμεί να θέσει εαυτόν υπό την προστασία της εν λόγω χώρας. - έννοια σοβαρής βλάβης (άρ. 15) Σύμφωνα με την Οδηγία, η σοβαρή βλάβη περιλαμβάνει διαζευκτικά: α) τη θανατική ποινή ή εκτέλεση, β) τα βασανιστήρια ή την απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος στη χώρα καταγωγής του, γ) τη σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Στην υπόθεση της 17.2.2009, Elgafaji (C-465/07) 27 ερμηνεύτηκε ο όρος της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή σωματικής ακεραιότητας αμάχου από βία αδιακρίτως ασκούμενη (άρθρο 15 στοιχείο γ προγενέστερης Οδηγίας 2004/83). Η τελευταία αυτή φράση του άρθρου της Οδηγίας δεν απαντάται στο άρ.3 της ΕΣΔΑ περί απαγόρευσης των βασανιστηρίων, συνεπώς το Δικαστήριο την ερμήνευσε αυτοτελώς και όχι όπως ερμηνεύεται το άρ. 3 ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ, τηρουμένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως αυτά διασφαλίζονται από την ΕΣΔΑ 28. Το συγκεκριμένο ζήτημα τέθηκε με αφορμή ένα ζεύγος Ιρακινών, εκ των οποίων ο σύζυγος εργαζόταν στην πατρίδα τους για μία βρετανική επιχείρηση. Όταν οι σύζυγοι απειλήθηκαν με θάνατο ως συνεργάτες του εχθρού, διέφυγαν στις Κάτω Χώρες, από όπου και ζήτησαν επικουρική προστασία. Η Οδηγία 2004/83 όριζε στην 26η αιτιολογική της σκέψη 29 πως οι κίνδυνοι στους οποίους 27 Συλλογή 2009.Ι-921. 28 Σκέψεις 27-28 της απόφασης. 29 Πρόκειται για την 35η αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας 2011/95. 15

εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός μίας χώρας δε συνιστούν συνήθως καθεαυτοί προσωπική απειλή, που θα χαρακτηριζόταν ως σοβαρή βλάβη. Παρόλα αυτά, το ΔΕΕ έκρινε πως η σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτούντος επικουρική προστασία δεν εξαρτάται υποχρεωτικά από την απόδειξη εκ μέρους του ότι η απειλή τον αφορά ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της κατάστασής του. Η ύπαρξη της αναγκαίας απειλής μπορεί κατ εξαίρεση να θεωρηθεί αποδεδειγμένη, όταν η αδιακρίτως ασκούμενη βία στη χώρα του λόγω της ένοπλης σύρραξης είναι τόσο μεγάλη, ώστε, αν ο αιτών επιστρέψει στην πατρίδα του, και μόνο λόγω της παρουσίας του στο έδαφός της διατρέχει τον κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή 30. - λόγοι παύσης και αποκλεισμού (άρ. 16,17) Παύση της επικουρικής προστασίας επέρχεται όταν οι περιστάσεις οι οποίες οδήγησαν στην αναγνώριση του καθεστώτος αυτού έχουν εκλείψει ή έχουν μεταβληθεί τόσο ουσιαστικά και μη προσωρινά ώστε να μην απαιτείται πλέον προστασία (διότι δεν υπάρχει πλέον πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης. Εξαίρεση προβλέπεται για την περίπτωση επίκλησης από τον αιτούντα επιτακτικών λόγων που απορρέουν από προηγούμενη σοβαρή βλάβη που δικαιολογούν την άρνηση της παρεχόμενης, από τη χώρα ιθαγένειας ή προηγούμενης συνήθους διαμονής, προστασίας Αποκλεισμός από την επικουρική προστασία επέρχεται όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να θεωρείται πως ο αιτών α) έχει διαπράξει έγκλημα κατά της ειρήνης, έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, β) έχει διαπράξει σοβαρό έγκλημα 31, γ) είναι ένοχος πράξεων που αντιβαίνουν προς τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών, δ) συνιστά κίνδυνο για την κοινωνία ή για την ασφάλεια του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται. Το ίδιο ισχύει και για τους ηθικούς αυτουργούς ή συμμέτοχους στη διάπραξη των ανωτέρω εγκλημάτων / πράξεων. Επιπλέον, προβλέπεται πως είναι στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να αποκλείουν τον αιτών προστασία υπήκοο τρίτης χώρας ή ανιθαγενή από το δικαίωμα επικουρικής προστασίας, εάν αυτός διέπραξε, πριν από την είσοδό του στο οικείο κράτος μέλος, ένα ή περισσότερα εγκλήματα, πέρα από τα ανωτέρω αναφερόμενα, τα οποία θα επέσυραν ποινή φυλάκισης εάν είχαν διαπραχθεί στο οικείο κράτος μέλος, και 30 Σκέψεις 31 επ. της απόφασης. 31 Το πδ.141/2013 ορίζει ως κρίσιμο χρόνο αυτόν που προηγείται της εισόδου του στη χώρα. Στο άρ.17 παρ.2 του π.δ. ορίζεται τι μπορεί να χαρακτηρισθεί στην Ελλάδα ως σοβαρό έγκλημα. 16

εγκατέλειψαν τη χώρα καταγωγής τους με αποκλειστικό σκοπό να αποφύγουν τις σχετικές κυρώσεις 32. β) Καθεστώς επικουρικής προστασίας (άρ. 18,19) Το καθεστώς επικουρικής προστασίας, δηλαδή η αναγνώριση κάποιου προσώπου ως δικαιούχου επικουρικής προστασίας (άρ. 2 ζ), χορηγείται σε υπηκόους τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που πληρούν τις ανωτέρω αναφερόμενες προϋποθέσεις. Ανάκληση, τερματισμός ή άρνηση ανανέωσης του καθεστώτος επικουρικής προστασίας προβλέπεται σε περιπτώσεις παύσης κατά το άρ. 16. Το ίδιο συμβαίνει σε περίπτωση που, μετά από τη χορήγηση του σχετικού καθεστώτος, το περί ου ο λόγος πρόσωπο θα έπρεπε να είχε αποκλεισθεί κατά το άρ. 17 παρ. 1,2 (υποχρεωτικά), παρ.3 (δυνητικά) ή αν η εκ μέρους του διαστρέβλωση ή παράλειψη γεγονότων (και με χρήση πλαστών εγγράφων), υπήρξε αποφασιστική για τη χορήγηση του καθεστώτος επικουρικής προστασίας. Η εξέταση του αν ο ενδιαφερόμενος έχει παύσει να δικαιούται ή έχει αποκλειστεί από από την επικουρική προστασία γίνεται σε εξατομικευμένη βάση 33. 3. Αξιολόγηση αιτήσεων διεθνούς προστασίας (άρ. 4-8) α) Αξιολόγηση γεγονότων και πραγματικών περιστατικών Σύμφωνα με την Οδηγία, η αξιολόγηση των αιτήσεων θα πρέπει να λαμβάνει χώρα σε εξατομικευμένη βάση και να στηρίζεται στη συνεκτίμηση στοιχείων αντικειμενικών και υποκειμενικών. Κρίσιμο στο στάδιο αυτό είναι το βάρος απόδειξης. Αν και δεν αναφέρεται ρητά ως τέτοιο από το άρθρο 4 συνάγουμε ότι το βάρος απόδειξης είναι μοιρασμένο ανάμεσα στον αιτούντα και στην επιτροπή που εξετάζει το αίτημά του. Πάντως σε περίπτωση αμφιβολίας αυτό λειτουργεί υπέρ του αιτούντα. Για την τεκμηρίωση μας αίτησης διεθνούς προστασίας, τα κράτη μπορούν να ζητήσουν από τον αιτούνται να προσκομίσει στοιχεία και έγγραφα που αφορούν το αίτημά του. Σε πρώτο στάδιο, στάδιο καταγραφής του αιτήματος, εξετάζονται και αξιολογούνται το φύλο, η ηλικία, στοιχεία της ταυτότητάς του, η ιθαγένεια, ο τόπος προηγούμενης διαμονής, 32 Το π.δ θεσπίζει αυτόν το λόγ αποκλεισμού στην παρ.3 του άρ.17. 33 Το π.δ. στο σημείο αυτό ορίζει εν προκειμένω πως η αποφαινόμενη αρχή κρίνει αιτιολογημένα βάσει ισχυρών αποδεικτικών στοιχείων. 17

τυχόν προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, τα ταξιδιωτικά έγγραφα που τυχόν φέρει και οι λόγοι για τους οποίους αιτείται διεθνή προστασία. Για την ουσιαστική αξιολόγηση, η Οδηγία θεσπίζει ένα σύνολο κανόνων, κοινές κατευθύνσεις, σύμφωνα με τις οποίες τα κράτη μέλη θα προβαίνουν στην αξιολόγηση των αιτημάτων με σκοπό να διαγνωσθεί ο βάσιμος φόβος δίωξης. Προς τον σκοπό αυτό εξετάζονται: στοιχεία συναφή με τις συνθήκες στη χώρα καταγωγής. δηλώσεις και έγγραφα του αιτούντα σχετικά με το εάν έχει υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη, προσωπικές περιστάσεις του αιτούντα οι οποίες συνδέονται με τον κίνδυνο να υποστεί δίωξη, οι συνέπειες που θα είχε η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής. Εάν έχει ήδη υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη, θεωρείται εξαιρετικά πιθανόν ότι ο φόβος του είναι βάσιμος, εκτός εάν δεν υπάρχει περίπτωση η δίωξη ή η βλάβη να επαναληφθούν. Για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας, ο αιτών πρέπει να προσκομίσει έγγραφα και αποδείξεις. Είναι πάντως πολύ πιθανό λόγω των συνθηκών της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, αυτός να μην είναι σε θέσει να προσκομίσει τέτοιες αποδείξεις. Αυτό δεν θα πρέπει να λειτουργεί εις βάρος του. Αντίθετα, στην περίπτωση αυτή θα αξιολογηθούν άλλοι παράγοντες: η συνοχή των δηλώσεων του αιτούντα και η έλλειψη αντιφάσεων στα λεγόμενά του, το γεγονός ότι κατέβαλε κάθε προσπάθεια για να τεκμηριώσει την αίτησή του και παρείχε ικανοποιητικές εξηγήσεις όσον αφορά στοιχεία που δεν μπόρεσε να προσκομίσει, το χρόνο που κατέθεσε το αίτημα, και τη συνολική εκτίμηση για την αληθοφάνειά του. β) Έννοια της επιτόπου ανάγκης διεθνούς προστασίας Στην οδηγία ορίζεται η έννοια της επιτόπου ανάγκης διεθνούς προστασίας, έτσι ώστε η έννοια αυτή να έχει το ίδιο περιεχόμενο σε όλα τα κράτη μέλη. Πρόκειται φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, βάση γεγονότος που προέκυψαν μετά την αναχώρηση του αιτούντα από τη χώρα καταγωγής, ή που συνδέονται με δραστηριότητες που αυτός ανέπτυξε μετά την αναχώρησή του. Και στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη οφείλουν να απαντούν καταφατικά στο αίτημα. Ρυθμίζεται πάντως και ένας λόγος αποκλεισμού όταν ο κίνδυνος συνδέεται με περιστάσεις που ο αιτών δημιούργησε εσκεμμένα μετά την αναχώρησή του. 18

γ) Φορείς δίωξης και φορείς προστασίας Πολύ συχνά θα πρόκειται για το ίδιο το κράτος καταγωγής του αιτούντα, ή για ομάδες και οργανώσεις που ελέγχουν μεγάλο μέρος της χώρας. Υπάρχει επιπλέον περίπτωση η δίωξη ή η σοβαρή βλάβη να υποκινείται από ιδιώτες, ενώ οι κρατικές αρχές δεν μπορούν ή δεν επιθυμούν να τις αποτρέψουν. Για να χορηγηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας, θα πρέπει να μην συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι λόγοι αποκλεισμού, οι οποίοι, όπως ειπώθηκε επαναλαμβάνουν όσα αναφέρει η Σύμβαση της Γενεύης, δηλαδή να μη ζει υπό την προστασία του οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Σε κάθε περίπτωση, η προστασία από το κράτος ή διεθνείς οργανισμούς, θα πρέπει να είναι αποτελεσματική και να μην είναι προσωρινή. Η αποτελεσματικότητα κρίνεται από το κατά πόσον λαμβάνονται εύλογα μέτρα για την αποτροπή της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, λειτουργεί νομικό σύστημα, και ο αιτών έχει πρόσβαση σε προστασία. Στην υπόθεση Salahadin Abdulla 34 κ.λπ, που αφορούσε την παύση του καθεστώτος του πρόσφυγα, ανάμεσα στα άλλα προδικαστικά ερωτήματα, το ΔΕΚ ρωτήθηκε αν υπάρχει φορέας παροχής προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, της οδηγίας, έστω και αν η παροχή της προστασίας είναι δυνατή μόνο χάρη στη βοήθεια πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης. Το ΔΕΚ έκρινε ότι για να θεωρηθεί επαρκής η προστασία που προσφέρει το κράτος της ιθαγένειας του πρόσφυγα, το κράτος ή άλλες οντότητες που παρέχουν προστασία πρέπει αντικειμενικά να διαθέτουν ένα εύλογο επίπεδο ικανότητας και την προθυμία να προλαμβάνουν πράξεις δίωξης. Οφείλουν να λαμβάνουν εύλογα μέτρα για την πρόληψη της δίωξης, μεταξύ άλλων μέσω της λειτουργίας ενός αποτελεσματικού νομικού συστήματος προσβάσιμου για τον ενδιαφερόμενο μετά την παύση του καθεστώτος του πρόσφυγα ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εντοπισμού, ποινικής δίωξης και κολασμού των πράξεων που συνιστούν δίωξη. Το κράτος, ή άλλη οντότητα που παρέχει προστασία, πρέπει να πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων η δικαιοδοσία, η οργανωτική δομή και τα μέσα που απαιτούνται ώστε να μπορεί να διατηρεί ένα ελάχιστο επίπεδο κράτους δικαίου, στη χώρα καταγωγής του αιτούντα. δ) Εγχώρια προστασία Εξετάζεται κατά πόσον ο αιτών θα μπορούσε νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει σε τμήμα της χώρας καταγωγής του, στο οποίο δεν υφίσταται φόβος δίωξης ή κίνδυνος 34 C-175/08, http://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?language=en&num=c-175/08 19

σοβαρής βλάβης.. Κατά τη διαδικασία αυτή εξετάζεται εάν το σημείο προορισμού είναι ασφαλές, εάν η διαδρομή περιλαμβάνει οδικούς ελέγχους ή εάν ορισμένες περιοχές είναι ασφαλείς προκειμένου να περάσει από αυτές ο ενδιαφερόμενος για να φτάσει στον τόπο προορισμού. Απαιτείται επίσης αξιολόγηση των επιμέρους συνθηκών. Στην υπόθεση Sufi και Elmi κατά Ηνωμένου Βασιλείου 35 το ΕΔΔΑ έκρινε ότι ενδέχεται να υπάρχουν τμήματα της νότιας και κεντρικής Σομαλίας όπου ένα πρόσωπο το οποίο επιστρέφει στη χώρα δεν θα βρισκόταν κατ ανάγκη αντιμέτωπο με πραγματικό κίνδυνο κακομεταχείρισης αποκλειστικά και μόνο λόγω της κατάστασης γενικευμένης βίας. Εάν τα πρόσωπα που επιστρέφουν έπρεπε να ταξιδέψουν ή να διασχίσουν περιοχή υπό τον έλεγχο της al-shabaab 36, θα εκτίθεντο πιθανώς σε κίνδυνο βασανιστηρίων ή εξευτελιστικής μεταχείρίσης (άρθρο 3 ΕΣΔΑ), εκτός εάν μπορούσε να αποδειχθεί ότι ο προσφεύγων είχε πρόσφατη εμπειρία από τη ζωή στη Σομαλία και μπορούσε επομένως να διαφύγει την προσοχή της al-shabaab. Στην περίπτωση του αιτούντος, το Δικαστήριο έκρινε ότι για μια σειρά λόγων ο προσφεύγων αντιμετώπιζε όντως πραγματικό κίνδυνο. 35 http://www.refworld.org/docid/4e09d29d2.html 36 http://www.aljazeera.com/topics/organisations/al-shabab.html 20

Β ΜΕΡΟΣ: περιεχόμενο παρεχόμενης διεθνούς προστασίας (άρ.20-35 Οδηγίας / άρ. 20-36 π.δ ) 1. Γενικά Το Κεφάλαιο VII της Οδηγίας (και του π.δ.), περιέχει ρυθμίσεις σχετικά με το περιεχόμενο της διεθνούς προστασίας που παρέχεται σε πρόσφυγες και δικαιούχους επικουρικής προστασίας, αλλά, σε ορισμένες περιπτώσεις και στα μέλη της οικογένειάς τους. Στο άρ. 20 ορίζεται πως δεν θίγονται τα δικαιώματα που προβλέπονται στη Σύμβαση της Γενεύης. Ειδικότερα, η προστασία αυτή περιλαμβάνει: α) τη μη επαναπροώθηση σε μέρος όπου το πρόσωπο θα υφίστατο διώξεις, β) την ενημέρωση των δικαιούχων σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το καθεστώς προστασίας τους, γ) τη μέριμνα ώστε τα μέλη της οικογένειας του δικαιούχου, που δεν πληρούν ατομικά τις προϋποθέσεις για να αναγνωρισθούν ως δικαιούχοι διεθνούς προστασίας, να δικαιούνται την αίτηση των περισσότερων από τα ευεργετήματα που παρέχονται στους δικαιούχους 37 38, δ) τη χορήγηση αδειών διαμονής και ταξιδιωτικών εγγράφων, ε) τη δυνατότητα να ασκήσουν οι δικαιούχοι μισθωτή ή ανεξάρτητη επαγγελματική δραστηριότητα αμέσως μετά από τη χορήγηση της προστασίας 39, στ) την παροχή σε ανήλικους και ενήλικες πρόσβασης στο εκπαιδευτικό σύστημα και σε προγράμματα περαιτέρω κατάρτισης ή επιμόρφωσης υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς, ζ) την παροχή πρόσβασης σε διαδικασίες αναγνώρισης αλλοδαπών πτυχίων, πιστοποιητικών και λοιπών αποδεικτικών επίσημων τίτλων υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς, η) τη μέριμνα ώστε οι δικαιούχοι να λαμβάνουν την αναγκαία κοινωνική αρωγή, όπως και οι ημεδαποί, με δυνατότητα περιορισμού αυτής, κατ εξαίρεση, στα βασικά ευεργετήματα για τους δικαιούχους επικουρικής προστασίας, θ) μέριμνα ώστε οι δικαιούχοι να έχουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, με ειδική μέριμνα για όσους έχουν ιδιαίτερες ανάγκες, ι) μέριμνα για την εξασφάλιση εκπροσώπησης και κάλυψης των αναγκών των ασυνόδευτων ανηλίκων από κηδεμόνα, κ) τη μέριμνα για την πρόσβαση των δικαιούχων σε κατάλυμα, λ) την ελεύθερη κυκλοφορία των δικαιούχων εντός του 37 Τα κράτη μέλη μπορούν μάλιστα να αποφασίζουν την επέκταση της σχετικής προστασίας και σε στενούς συγγενείς του δικαιούχου που συγκατοικούσαν μαζί του κατά το χρόνο αναχώρησης από τη χώρα καταγωγής και ήταν τότε εξαρτημένοι, εν όλω ή κατά κύριο λόγο, από το δικαιούχο. 38 Δεν υπάρχει υποχρέωση μέριμνας για τα μέλη της οικογένειας, αν αυτά θα αποκλείονταν από τη διεθνή προστασία. Επίσης, τα κράτη μέλη δύνανται να αρνούνται, να περιορίζουν ή να ανακαλούν τα εν λόγω ευεργετήματα για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης. 39 Το κράτος δε μπορεί πάντως να τους εξασφαλίσει θέση εργασίας, όπως δε μπορεί ούτε για τους Έλληνες πολίτες. 21

εδάφους του κράτους μέλους που χορηγεί την προστασία, μ) τη μέριμνα για την πρόσβαση των δικαιούχων σε προγράμματα κοινωνικής ένταξης, ν) την παροχή συνδρομής στους δικαιούχους που επιθυμούν να επαναπατρισθούν. 2. Αρχή της μη επαναπροώθησης (άρ. 21) Η παρ. 1 του άρ. 21 ορίζει πως τα κράτη μέλη σέβονται την αρχή της,μη επαναπροώθησης σύμφωνα με τις διεθνείς τους υποχρεώσεις. Μάλιστα, στην αιτιολογική σκέψη 3 τονίζεται η επιβεβαίωση της εν λόγω αρχής, κατά τα οριζόμενα στη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και το Πρωτόκολλο της Ν. Υόρκης του 1967. Η αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement) προβλέπεται από το άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο αυτής αλλά και βασική αρχή του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, εφαρμοζόμενη όχι μόνο σε πρόσφυγες, αλλά σε κάθε μεταφορά αλλοδαπού ανεξάρτητα από το νομικό του καθεστώς 40. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη καμία συμβαλλόμενη χώρα δε θα απελαύνει ούτε θα επαναπροωθεί με οποιοδήποτε τρόπο πρόσφυγες στα σύνορα εδαφών, εντός των οποίων η ζωή ή η ελευθερία αυτών απειλούνται για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων. Με άλλα λόγια, απαγορεύεται η αποστολή του πρόσφυγα σε χώρα όπου θα διωχθεί, απειληθεί, κακοποιηθεί, βασανισθεί είτε πρόκειται για τη χώρα καταγωγής του είτε για τη χώρα της συνήθους διαμονής του είτε οποιαδήποτε άλλη χώρα στην οποία μπορεί να αποσταλεί ο ενδιαφερόμενος. Η αρχή της μη επαναπροώθησης δε συνιστά υποχρέωση του κράτους υποδοχής για παροχή ασύλου στον κάθε αλλοδαπό που βρίσκεται στα σύνορα και θέλει να εισέλθει στο έδαφος της χώρας, αλλά υποχρέωση για προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων που βρίσκονται στη δικαιοδοσία του υπό κρίση κράτους, τα οποία δικαιώματα θα παραβιασθούν αν οι συγκεκριμένοι αλλοδαποί βρεθούν στη δικαιοδοσία άλλου κράτους. Θεωρείται πως η έννοια της «απειλής για τη ζωή ή την ελευθερία» καλύπτει και τις περιπτώσεις γενικευμένης βίας που απειλούν τη ζωή ή την ελευθερία του προσώπου αλλά δε συνιστούν λόγω δίωξης. Το άρθρο 21 της Οδηγίας 2011/95 προβλέπει δύο εξαιρέσεις, όπου επιτρέπεται η επαναπροώθηση πρόσφυγα 41 : α) όταν υφίστανται εύλογοι λόγοι να θεωρείται πως το εν λόγω πρόσωπο αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται ή β) 40 Η εν λόγω αρχή προβλέπεται και από το άρ.19 του ΧΘΔ. 41 Οι εξαιρέσεις αυτές είναι και λόγοι ανάκλησης, τερματισμού ή άρνησης ανανέωσης / χορήγησης άδειας διαμονής πρόσφυγα. 22

αν έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για τη διάπραξη ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος, έτσι ώστε να δημιουργείται κίνδυνος για την κοινωνία του κράτους μέλους αυτού. Οι ίδιες εξαιρέσεις προβλέπονται και από τη δεύτερη παράγραφο του άρ. 33 της Σύμβασης της Γενεύης. Οι εξειρέσεις αυτές πρέπει να ερμηνεύονται στενά από κάθε κράτος μέλος κατά τη νομοθεσία του σε σχέση και με τα συγκεκριμένα κάθε φορά πραγματικά περιστατικά. 3. Άδειες διαμονής (άρ. 24) Σε όσους είναι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες χορηγείται άδεια διαμονής διάρκειας τριών ετών, η οποία είναι ανανεώσιμη. Στους δικαιούχους επικουρικής προστασίας χορηγείται επίσης άδεια τριετούς διάρκειας με δικαίωμα ανανέωσης. Στην Οδηγία προβλέπεται δυνατότητα τρων κρατών μελών να χορηγούν ενιαύσια άδεια διαμονής στους δικαιούχους επικουρικής προστασίας. Το άρθρο 24 του προεδρικού διατάγματος, είναι ευνοϊκότερο (άρθρο 3 της Οδηγίας) ως προς αυτό το σημείο. Άδεια διαμονής χορηγείται επίσης στα μέλη οικογένειας. Η οικογένεια ως θεσμός προστατεύεται, επίσης, από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Στο σημείο αυτό έχει σημασία εάν η οικογενειακή σχέση δημιουργήθηκε εντός ή εκτός Ελλάδας. Εάν πρόκειται για οικογενειακή σχέση που υπήρχε εκτός Ελλάδας, χρειάζεται ληξιαρχική πράξη ή άλλο έγγραφο της αλλοδαπής αρχής από το οποίο να προκύπτει ο συγγενικός δεσμός. Εάν η σχέση δημιουργήθηκε στην Ελλάδα πχ. γάμος, γέννηση τέκνου, προσκομίζεται η αντίστοιχη ελληνική ληξιαρχική πράξη. Σύμφωνα με το ν. 4375/2016, που τροποποίησε ως προς αυτό το σημείο το προεδρικό διάταγμα 141/2013, για τη χορήγηση της συγκεκριμένης άδειας μέλους οικογένειας δικαιούχου διεθνούς προστασίας, η αίτηση θα υποβάλλεται πλέον από το ίδιο το μέλος της οικογένειας, και όχι πια από τον δικαιούχο διεθνούς προστασίας. 4. Ταξιδιωτικά έγγραφα (άρ. 25) Σε αυτούς που έχει αναγνωρισθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή δικαιούχου επικουρικής προστασίας, κατόπιν αίτησής τους, χορηγούνται ταξιδιωτικά έγγραφα. Η αίτηση και το παράβολο των 85 ευρώ μαζί με τα υπόλοιπα δικαιολογητικά, κατατίθενται στην αρμόδια υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας, που για την Αθήνα είναι η Διεύθυνση Αλλοδαπών στην οδό Π. Ράλλη 24). Η ολοκλήρωση της διαδικασίας χορήγησης ταξιδιωτικών εγγράφων μπορεί να διαρκέσει 1-2 μήνες. 23

Με τα ταξιδιωτικά έγγραφα έχουν το δικαίωμα να ταξιδεύουν σε χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης και να διαμένουν τρείς μήνες ανά έξι, αλλά δεν μπορούν να εγκατασταθούν. 5. Ασυνόδευτοι ανήλικοι (άρ.31) Ασυνόδευτος ανήλικος είναι αυτός που φτάνει στο έδαφος των κρατών μελών χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικο υπεύθυνο για αυτόν σύμφωνα με το νόμο ή την οικεία πρακτική του κράτους μέλους, και εφόσον κανένας ενήλικος δεν ασκεί στην πράξη την επιμέλειά του. Ο όρος καλύπτει και τον ανήλικο που αφέθηκε ασυνόδευτος κατόπιν της εισόδου του στο έδαφος των κρατών μελών (άρ. 2 ιβ Οδηγίας και 2 ι π.δ. 141/2013). Η Οδηγία αναγνώρισης (όπως και η Οδηγία υποδοχής και η Οδηγία διαδικασίας) περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις για τους ασυνόδευτους ανήλικους, οι οποίοι θεωρούνται ως ευάλωτη κατηγορία αιτούντος διεθνή προστασία. Ως προς τους ασυνόδευτους ανηλίκους κυριαρχεί η αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού. Ειδική μέριμνα πρέπει να λαμβάνεται από τα κράτη μέλη ώστε, το συντομότερο δυνατό από τη χορήγηση της διεθνούς προστασίας, να διασφαλίζεται η εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων από κηδεμόνα ή να ανατίθεται η σχετική ευθύνη σε οργάνωση επιφορτισμένη με τη μέριμνα και την ευημερία ανηλίκων ή να διασφαλίζεται οποιαδήποτε άλλη ενδεδειγμένη μορφή εκπροσώπησης. Επιπλέον, πρέπει να υπάρχει μέριμνα ώστε οι ανάγκες του ανηλίκου να καλύπτονται δεόντως από το διορισμένο κηδεμόνα ή εκπρόσωπο. Το π.δ. 141/2013 ορίζει το Τμήμα Προστασίας Προσφύγων και Αιτούντων Άσυλο της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αντίληψης και Αλληλεγγύης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ως την αρχή που είναι επιφορτισμένη με τα παραπάνω. Η ως άνω αρχή πρέπει επίσης να διασφαλίζει τη διαμονή των ασυνόδευτων ανηλίκων μαζί με τους ενήλικους συγγενείς τους, ή σε οικογένεια που θα έχει την επιμέλεια αυτού, ή σε ειδικά κέντρα φιλοξενίας ανηλίκων, ή σε άλλου είδους κατάλληλα καταλύματα. Οι απόψεις του τέκνου λαμβάνονται υπόψη ανάλογα με την ηλικία και το βαθμό ωριμότητάς του. Βάσει της αρχής του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, τα αδέλφια παραμένουν ενωμένα, κατά το μέτρο του δυνατού και οι μεταβολές κατοικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων περιορίζονται στο ελάχιστο. Επιπλέον, τα άτομα που επιλαμβάνονται της φροντίδας αυτών πρέπει να έχουν και να λαμβάνουν κατάλληλη κατάρτιση σχετικά με τις ανάγκες τους. Η ως άνω αρχή καταβάλλει, επίσης, προσπάθεια για τον ταχύτερο δυνατό εντοπισμό των μελών 24