9 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 2009 - Πρακτικά, Τόμος Ι ΒΑΡΕΑ ΜΕΤΑΛΛΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΚΑΙ ΣΕ ΙΖΗΜΑΤΑ ΣΤΗ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑ ΑΝΤΙΝΙΟΤΗ, ΣΤΗ Β. ΚΕΡΚΥΡΑ Μπότσου Φ., Χαλκιαδάκη O., Σκούρτη Π., Δασενάκης Μ., Σκούλλος Μ. Εργαστήριο Χημείας Περιβάλλοντος, Τμήμα Χημείας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, fbotsou@chem.uoa.gr Περίληψη Στην εργασία αυτή εξετάζεται η κατανομή μετάλλων στα νερά της λ. Αντινιότη (διαλυτά και σωματιδιακά) και σε πυρήνες ιζήματος. Οι κύριες πηγές ρύπανσης είναι ο χείμαρρος που εκβάλει στη λιμνοθάλασσα, τα απόβλητα και η λειτουργία ελαιουργείων, οι χώροι ανεξέλεγκτης απόθεσης απορριμμάτων και επικίνδυνων αποβλήτων (μπαταρίες αυτοκινήτων) και τα φυτοφάρμακα που εφαρμόζονται σε καλλιεργούμενες εκτάσεις. Αν και προς το παρόν η ποιότητα των νερών ως προς τα διαλυτά μέταλλα είναι ικανή να συντηρήσει τους πληθυσμούς ιχθυοπανίδας που καλλιεργούνται στη λιμνοθάλασσα, οι συγκεντρώσεις του Cd, του Pb και του Cu στα ιζήματα είναι υψηλές και μπορούν να προκαλέσουν επιπτώσεις στους οργανισμούς. Τα ιζήματα αποτελούν χρόνια δυνητική πηγή ρύπανσης λόγω των διεργασιών διαγένεσης οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν αναδιάλυση των μετάλλων και μεταφορά τους στην υδάτινη στήλη. Λέξεις κλειδιά: περιβαλλοντικές πιέσεις, διεργασίες διαγένεσης, οικολογική ποιότητα. HEAVY METALS IN WATER AND SEDIMENTS OF ANTINIOTI LAGOON, N. CORFU Botsou F. 1, Chalkiadaki O. 1, Skourti P. 1, Dassenakis M. 1, Scoullos M. 1 1 Laboratory of Envrironmental Chemistry, Dept. of Chemistry, National Kapodistrian University of Athens, fbotsou@ chem.uoa.gr Abstract This study examines the distribution of metals in water (dissolved and suspended) and core sediment samples of the Antinioti lagoon. The main sources of pollution are a small stream flowing into the lagoon, the operation and wastes of olive mills, the unauthorized disposal of wastes and dangerous wastes and the pesticides used in cultivated areas, mainly olive groves. Although, for the time being, the water quality as far as it concerns dissolved metals can support the aquacultures, the high content of Cd, Pb and Cu in sediments may occasionally provoke undesirable effects on biota. The sediments are regarded as a chronic non-point source of metals due to the diagenetic procedures that potentially can cause mobilization and transport of metals to the water column. Keywords: anthropogenic pressures, diagenesis, ecological quality. 1. Εισαγωγή Το όνομα Αντινιότη ή Αντινειότη πιστεύεται ότι είναι σύνθετο, είτε από το αντί και νιότη, είτε από το Άδης και νειότη (Αδηνειότη), κάτι που παραπέμπει στους πολλούς θανάτους των κατοίκων λόγω των ελών. Η λιμνοθάλασσα, με έκταση 2000 στρεμμάτων βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της Β. Κέρκυρας (Ε 19º52 και Ν 39º49 ). Δύο κανάλια, ένα φυσικό στα ανατολικά και ένα τεχνητό, το οποίο διανοίχτηκε πριν από περίπου 12 χρόνια για να διευκολύνει την είσοδο των ψαριών στη λιμνοθάλασσα, στα δυτικά, επιτρέπουν την επικοινωνία της με τη θάλασσα του Ιονίου (Εικ. 1). Λόγω των ιδιαίτερης σημασίας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενδιαιτημάτων που διαθέτει, καθώς και της πλούσιας βιοποικιλότητας, έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο των υπό ένταξη περιοχών στο Δίκτυο NATURA 2000. Στη λιμνοθάλασσα γίνεται εκτατική καλλιέργεια ιχθύων, όπως λαβράκια, κέφαλοι, τσιπούρες, χέλια, καθώς επίσης και εποίκηση άφθονου γόνου σαργού. Στην εργασία αυτή εξετάζεται η κατανομή των βαρέων μετάλλων στην υδάτινη στήλη (στη διαλυτή και σωματιδιακή φάση) καθώς και σε πυρήνες ιζήματος. Σκοπός της εργασίας είναι η εκτίμηση της περιβαλλοντικής ποιότητας της λιμνοθάλασσας, κάτι που θα συμβάλλει στην αναγνώριση των απαιτούμενων και κατάλληλων μέτρων για τη διαχείριση της λιμνοθάλασσας. -233-
9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume Ι 2. Μεθοδολογία Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται στην εργασία αναφέρονται σε δειγματοληψία νερού και πυρήνων ιζήματος που πραγματοποιήθηκε στις 3-4 Μαΐου 2007. Στοιχεία προηγούμενων μελετών μας στην περιοχή δίνονται από τους Aperi et al. (2007). Οι φυσικοχημικές παράμετροι μετρήθηκαν in situ. Η προκατεργασία των δειγμάτων ύδατος για τις αναλύσεις των διαλυτών και σωματιδιακών μετάλλων περιγράφεται στους Dassenakis et al. (1997). Οι πυρήνες ιζήματος λήφθηκαν από τους σταθμούς ΑΝΤ4 (πυρήνας Π4) και ΑΝΤ12 (Π12). Μετά την ξήρανση των ιζημάτων (λιοφίλιση σε συσκευή LabCongo), απομονώθηκε με κοσκίνηση το κλάσμα της ιλυαργίλου για τη μείωση της φυσικής διακύμανσης των μετάλλων εξαιτίας του μεγέθους των κόκκων και της ορυκτολογίας (Loring & Rantala, 1992; Liu et al., 2003). Η χώνευση των ιζημάτων έγινε σε δοχεία Teflon με μίγμα ισχυρών οξέων (HNO 3, HClO 4, HF) (Dassenakis et al., 2003). Για τον έλεγχο της ακρίβειας της μεθόδου, σε κάθε σετ δειγμάτων αναλύονταν τυφλά δείγματα και πιστοποιημένα δείγματα αναφοράς (CRM). Η ακρίβεια της μεθόδου κυμάνθηκε από 88% για το Cd έως 99% για τα υπόλοιπα μέταλλα. Τα μέταλλα προσδιορίστηκαν με φασματοσκοπία ατομικής απορρόφησης φούρνου γραφίτη ή φλόγας. Πίνακας 1: Σταθμοί δειγματοληψίας και φυσικοχημικές παράμετροι. ΣΤΑΘΜΟΙ Περιγραφή σταθμού Βάθος(m) Αλατότητα (psu) επι./ βάθος ph ΑΝΤ 1 Φυσικός θαλάσσιος δίαυλος 0,5 30/ 30,7 8,23 ΑΝΤ 2 Εσωτερικός σταθμός κοντά στο δίαυλο 1 0,4 17,6 8,00 ΑΝΤ 3 Εσωτερικός (λιμναίος) σταθμός 1,4 19,4/29,6 7,86 ΑΝΤ 4A Εσωτερικός σταθμός κοντά σε ελαιουργεία και χώρο εγκαταλελειμμένων αυτοκινήτων 0,7 17,6/21,2 8,09 ΑΝΤ 4 Εσωτερικός σταθμός κοντά σε ελαιουργεία και χώρο εγκαταλελειμμένων αυτοκινήτων 1,5 17,1/18,9 7,45 ΑΝΤ 5 Εσωτερικός (λιμναίος) σταθμός κοντά σε χώρο ανεξέλεκτης απόθεσης απορριμμάτων 0,9 14,3/14,3 7,98 ΑΝΤ 6 σταθμός κοντά σε καλλιέργειες πηγές 1,2 8,6/18,6 7,68 ΑΝΤ 9 Εσωτερικός σταθμός κοντά στο νησί Αγ. Αικατερίνης 0,4 15,2/1,2 8,30 ANT 10 Χείμαρρος - - 7,51 ANT 11 Τεχνητός θαλάσσιος δίαυλος 0,7 37,5 8,24 ANT 12 Εκβολές χειμάρρου 1,4 8,6/20,1 7,58 ANT 13 Εσωτερικός σταθμός κοντά στο δίαυλο 11 1,0 12,9/12,9 7,84 3. Αποτελέσματα 3.1 ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ Στον Πίνακα 1 δίνονται οι τιμές των φυσικοχημικών παραμέτρων που μετρήθηκαν στο σύστημα. Στο εσωτερικό της λιμνοθάλασσας οι διακυμάνσεις τόσο μεταξύ των σταθμών (π.χ. σταθμοί ΑΝΤ- 6, ΑΝΤ-3), όσο και ανάμεσα στην επιφάνεια και το βάθος του ίδιου σταθμού (π.χ. σταθμοί ΑΝΤ- 6, ΑΝΤ-3) αιτιολογούνται από την παρουσία πηγών (σταθμοί ΑΝΤ6 και ΑΝΤ9), από την εκβολή του χειμάρρου (ΑΝΤ10) στη λιμνοθάλασσα, καθώς και από την κίνηση του νερού στη λιμνοθάλασσα. 3.2 ΜΕΤΑΛΛΑ ΣΤΗΝ ΥΔΑΤΙΝΗ ΣΤΗΛΗ Από τον Πίνακα 2 προκύπτει ότι οι συγκεντρώσεις του διαλυτού και σωματιδιακού Cd, Fe, Mn -234-
9 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 2009 - Πρακτικά, Τόμος Ι στο σταθμό ΑΝΤ10 (χείμαρρος) είναι οι υψηλότερες από όλους τους σταθμούς. Στον ίδιο σταθμό, υψηλές, αν και όχι οι υψηλότερες των σταθμών είναι οι συγκεντρώσεις του διαλυτού Pb και Zn. Στο εσωτερικό της λίμνης επιβάρυνση παρουσιάζουν οι σταθμοί ΑΝΤ4 και ΑΝΤ 6 ως προς τον διαλυτό Pb και οι σταθμοί ΑΝΤ4, ο γειτονικός του 4Α και ο ΑΝΤ 5 ως προς τον διαλυτό Zn και Cu. Επίσης, στους σταθμούς ΑΝΤ-4 ΑΝΤ-4Α και ΑΝΤ- 5 προσδιορίζεται η μεγαλύτερη περιεκτικότητα σωματιδιακού Pb, Zn, Mn, Cd και Cu (συμπεριλαμβανομένων των σταθμών ΑΝΤ-6 και ΑΝΤ-9). Εικ. 1: Χάρτης της περιοχής μελέτης και σταθμοί δειγματοληψίας. Πίνακας 2: Συγκεντρώσεις διαλυτών (Δ -σε μg/l) και σωματιδιακών μετάλλων (Σ -σε mg/kg). Σταθμοί Cu Pb Cd Zn Fe Mn Al Δ Σ Δ Σ Δ Σ Δ Σ Δ Σ Δ Σ Σ ΑΝΤ1 0,66 6,7 0,06 7,0 0,03 0,09 2,64 21,4 0,66 2379 1,12 36 2432 ΑΝΤ2 1,53 11,1 0,17 12,4 0,07 0,69 8,99 74,2 2,10 3923 4,20 301 4905 ΑΝΤ3 0,47 22,9-21,5 0,04 0,63 2,89 60,3 1,03 5948-407 6776 ΑΝΤ4Α 0,61 25,7 0,13 81,7 0,06 0,99 15,0 258 1,91 6101 1,32 603 8851 ΑΝΤ4 0,83 105 0,34 35,2 0,04 1,81 7,62 166 1,87 23572 2,15 419 32855 ΑΝΤ5 0,90 140 0,21 59,8 0,08 2,51 6,06 320 2,08 53742 4,31 1092 82470 ΑΝΤ6 0,29 46,6 0,28 29,5 0,05 0,97 5,40 66,7 1,53 16331 4,04 173 24354 ΑΝΤ9 0,59 46,8 0,08 13,0 0,02 1,84 3,15 41,5 0,43 6102 6,84 350 9092 ΑΝΤ10 0,47 51,3 0,27 22,9 0,16 3,76 9,94 287 5,23 12793 15,4 1667 3406 ΑΝΤ11 0,31 22,1 0,06 16,5 0,02 0,09 2,06 12,8 0,43 11996 1,23 131 15629 ΑΝΤ13 0,41 30,4 0,10 28,6 0,05 1,16 5,42 24,2 1,54 14956 7,67 364 6956 3.3 ΜΕΤΑΛΛΑ ΣΤΙΣ ΣΤΗΛΕΣ ΙΖΗΜΑΤΟΣ Προκειμένου να απομακρυνθεί η επίδραση της ορυκτολογίας, η περιεκτικότητα των μετάλλων παρουσιάζεται κανονικοποιημένη ως προς το Al (Karageorgis et al., 2005). Στον πυρήνα Π12 (Εικ.. 2) για τα περισσότερα μέταλλα διακρίνεται μια ζώνη εμπλουτισμού στα ενδιάμεσα στρώματα των 15-23 cm. Στους υπερκείμενους ορίζοντες τα σωματίδια έχουν σταθερή περιεκτικότητα σε Al (4,3 ±0,2%) και οργανικό άνθρακα (13,6 ±1,9%), ενώ στους υποκείμενους τα σωματίδια των ιζημάτων είναι φτωχότερα σε Al (3,1±0,7%) και πλουσιότερα σε οργανική ύλη (24±2,5%). Στην κάθετη κατανομή του Fe/Al στον Π4 (Εικ. 2) παρατηρείται ένας σημαντικός εμπλουτισμός των ανώτερων -235-
9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume Ι οριζόντων. Σταδιακή αύξηση της περιεκτικότητας από τα βαθύτερα στρώματα προς την επιφάνεια παρατηρείται και για το Mn. Εικ. 2: Κάθετες κατανομές της οργανικής ύλης και των μετάλλων στoυς πυρήνες Π12 και Π4. 4. Συζήτηση - Συμπεράσματα 4.1. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΠΙΕΣΕΩΝ Οι δίαυλοι επικοινωνίας της λιμνοθάλασσας με τη θάλασσα του Ιονίου (σταθμοί ΑΝΤ1 και ΑΝΤ11) έχουν τις χαμηλότερες συγκεντρώσεις διαλυτών και σωματιδιακών μετάλλων (Πίν. 1) και οι φυσικοχημικές παράμετροι (ph, αλατότητα) έχουν τιμές χαρακτηριστικές θαλάσσιων συστημάτων. Έτσι, οι σταθμοί αυτοί καθορίζουν τα όρια της περιοχής μελέτης, όχι μόνο γεωγραφικά, αλλά και οικολογικά. Οι υψηλές συγκεντρώσεις διαλυτού και σωματιδιακού Cd, Zn και Mn στη διαλυτή και σωματιδιακή φάση και διαλυτού Pb στο σταθμό ΑΝΤ10, υποδεικνύουν ότι ο χείμαρρος μεταφέρει ένα σημαντικό φορτίο μετάλλων και μπορεί να θεωρηθεί ως σημείο εισόδου ρύπανσης από μια ευρύτερη λεκάνη απορροής στη λιμνοθάλασσα. Οι υψηλές συγκεντρώσεις Cu, Cd, Zn και Pb στους σταθμούς ΑΝΤ4, ΑΝΤ5 και κατά περίπτωση στον ΑΝΤ4Α (π.χ. για το Pb), σε συνδυασμό με την υψηλή περιεκτικότητα των σωματιδίων σε Al στους ίδιους σταθμούς, υποδηλώνουν αφενός την ύπαρξη και άλλων πηγών ρύπανσης και αφετέρου, ότι η κύρια οδός μεταφοράς των ρύπων είναι η απόπλυση της χέρσου. Πιθανές πηγές ρύπανσης είναι ο χώρος ανεξέλεγκτης απόρριψης απορριμ- -236-
9 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 2009 - Πρακτικά, Τόμος Ι μάτων (ΑΝΤ5), τα ελαιοτριβεία και ο χώρος εγκατάλειψης παλαιών αυτοκινήτων (υγρά μπαταριών) και οι σύγχρονες καλλιεργούμενες εκτάσεις, τουλάχιστον όσον αφορά στο Cu και τον Zn. Από τις κατανομές των μετάλλων στις στήλες ιζήματος είναι προφανές ότι τα παλαιότερα χρόνια υπήρχε μια σημαντική πηγή Cd, η οποία ωστόσο φαίνεται πως τα τελευταία χρόνια έχει περιοριστεί. Αντίθετα, η λιμνοθάλασσα διαχρονικά επιβαρύνεται σε Pb, και η επιβάρυνση αυτή εντείνεται με την πάροδο των χρόνων. 4.2 ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΔΙΑΓΕΝΕΣΗΣ Τα ιζήματα της λ. Αντινιότη έχουν ιδιαίτερα υψηλή περιεκτικότητα σε οργανική ύλη και η οξείδωσή της οδηγεί στην κατανάλωση O 2 και τη δημιουργία ανοξικών συνθηκών. Σε αυτές τις συνθήκες, τα οξείδια Fe και Mn ανάγονται, οι διαλυτές μορφές τους διαχέονται μέσω του νερού των πόρων στους υπερκείμενους ορίζοντες και καταβυθίζονται εκ νέου ως οξείδια Fe +3,4 (π.χ. Granina et al., 2004). Αποτέλεσμα των διεργασιών αυτών είναι η ζώνη εμπλουτισμού του Fe στον πυρήνα Π4 (Εικ. 2). Παρόμοιες διεργασίες συμβαίνουν και για το Mn, το οποίο παρουσιάζει σταδιακή αύξηση της περιεκτικότητάς του στα επιφανειακά στρώματα. Ωστόσο, συχνά παρατηρείται ο κύκλος του Mn να είναι ανοιχτός, δηλαδή να διαφεύγει διαλυτό Mn +2 στην υπερκείμενη στήλη του νερού, ενώ ο κύκλος διαγένεσης του Fe να παραμένει κλειστός στη στήλη του ιζήματος (Slomp et al., 1997). Επίσης, έχει παρατηρηθεί οξείδωση του Fe +2 με παράλληλη αναγωγή των οξειδίων Mn +3,4 (Μπότσου, 2007), με αποτέλεσμα την απουσία ευδιάκριτης ζώνης εμπλουτισμού. Στον πυρήνα Π12, όπου η περιεκτικότητα των ιζημάτων σε οργανική ύλη είναι ακόμα πιο υψηλή, διακρίνεται η ζώνη παλαιοεμπλουτισμού σε οξείδια Fe, Mn. Τα οξείδια αυτά, βρισκόμενα πλέον σε αναγωγικό περιβάλλον διαλυτοποιούνται αργά και οι διαλυτές τους μορφές διαχέονται στους επιφανειακούς ορίζοντες, ή καταβυθίζονται ως σουλφίδια. Οι μεταβολές στην οξειδοαναγωγική κατάσταση του Fe και Mn φαίνεται πως επηρεάζουν τις κατανομές και άλλων μετάλλων (π.χ. του Cu, του Zn), όμως, για την επιβεβαίωση της υπόθεσης αυτής απαιτούνται αναλύσεις προσδιορισμού των μορφών των μετάλλων (speciation) και αναλύσεις στα νερά των πόρων. 4.3. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ Λ. ΑΝΤΙΝΙΟΤΗ Η Οδηγία 2006/44/EC για την ποιότητα γλυκών νερών που έχουν ανάγκη προστασίας ή βελτίωσης για τη διατήρηση ζωής των ιχθύων, θέτει όρια για ορισμένες χημικές παραμέτρους στα νερά κυπρινιδών (κυπρινοειδή, λαβράκια, χέλια κ.α.) σε συνάρτηση με διαφορετικές τιμές σκληρότητας νερού (CaCO 3 ). Μεταξύ αυτών των παραμέτρων είναι τα αιωρούμενα στερεά (όριο: 25mg/l), ο διαλυτός Cu (όριο: 40μg/l για 100 mg/l CaCO 3 και 112 μg/l για 300 για CaCO 3 ) και ο συνολικός Zn (όριο: 1 mg/l για 100 mg/l CaCO 3 και 2 mg/l για 500 mg/l CaCO 3 ). Με βάση τα όρια για τη μεγαλύτερη συγκέντρωση CaCO 3 που προσομοιάζει καλύτερα τον υφάλμυρο χαρακτήρα της λίμνης, συμπεραίνουμε ότι οι οικολογικές παράμετροι στη λιμνοθάλασσα Αντινιότη μπορούν να συντηρήσουν τα αλιεύματα, βάσει των συγκεντρώσεων των μετάλλων της υδάτινης στήλης. Οι Long et al. (1995), έπειτα από πολυάριθμες έρευνες με μοντέλα, εργαστηριακές αναλύσεις και έρευνες πεδίου, συνέδεσαν τις συγκεντρώσεις των μετάλλων στα ιζήματα με την εμφάνιση επιπτώσεων στους οργανισμούς. Βάσει των δεδομένων εισήγαγαν τους δείκτες ERL (Effect Range- Low) και ERM (Effect Range-Median), οι οποίοι ορίζουν τρεις περιοχές συγκεντρώσεων που αντιστοιχούν σε σπάνια, περιστασιακή και συχνή εμφάνιση επιπτώσεων στους οργανισμούς αντίστοιχα. Συγκρίνοντας την περιεκτικότητα Cu, Cd, Pb, Zn στα ιζήματα της Αντινιότη με τους δείκτες ERL και ERM (Πίν. 3) συμπεραίνεται πως η περιεκτικότητα του Zn δεν αναμένεται να επιφέρει επιπτώσεις στους οργανισμούς. Αντίθετα, η περιεκτικότητα του Cd, του Cu, και του Pb, κυρίως στα ιζήματα του Π4, είναι μεταξύ των δεικτών ERL και ERM, γεγονός που καθιστά πιθανή την περιστασιακή -237-
9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume Ι εμφάνιση επιπτώσεων στους οργανισμούς. Πίνακας 3: Τιμές των δεικτών ERL και ERM (σε mg/kg). Cu Pb Cd Zn ERL 34 46,7 1,2 150 ERM 270 218 9,6 410 Συνοψίζοντας, προς το παρόν οι συγκεντρώσεις των μετάλλων στην υδάτινη στήλη δε θέτουν σε κίνδυνο τους πληθυσμούς ιχθυοπανίδας. Ωστόσο, τόσο η διαχρονική εξέλιξη της ρύπανσης, όσο και οι διεργασίες διαγένεσης που λαμβάνουν χώρα στα ιζήματα (οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν τη μεταφορά μετάλλων στην υδάτινη στήλη μέσω οξειδοαναγωγικών αντιδράσεων ή μέσω εκβαθύνσεων της λίμνης), υπογραμμίζουν την ανάγκη περιορισμού των περιβαλλοντικών πιέσεων που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την οικολογική της ποιότητα. 5. Ευχαριστίες Οι συγγραφείς ευχαριστούν θερμά τον οργανισμό MIO-ECSDE για τη χρηματοδότηση της έρευνας και τις μεταπτυχιακές φοιτήτριες Κατερίνα Καγιά και Ελένη Τσουμελέκα για τις αναλύσεις του οργανικού άνθρακα στα ιζήματα. 6. Βιβλιογραφικές Αναφορές Aperi, E., Botsou, F., Mantzara, B., Faloutsos, D. & Scoullos, M., 2007. Identification of antrhropogenic pressures on Antinioti lagoon, a NATURA 2000 site in northern Corfu (Greece). 14 th International Symposium on Environmental Pollution and its impact on life in the Mediterranean region, MESAEP, Sevilla, Spain. Dassenakis, M., Scoullos, M. & Gaitis, A., 1997. Trace metals transport and behavior in the Mediterranean estuary of Acheloos river. Marine Pollution Bulletin 34, 2:103-111. Dassenakis, M., Andrianos, H., Depiazi, G., Konstantas, A., Karabela, M., Sakellari, A. & Scoullos, M., 2003.The use of various methods for the study of metal pollution in marine sediments, the case of Euvoikos Gulf, Greece. Applied Geochemistry, 18 (6):781-794. Granina, L., Muller, B. & Wehrli, B., 2004. Origin and dynamics of Fe and Mn sedimentary layers in Lake Baikal. Chemical Geology, 205: 55-72. Karageorgis, A.P., Anagnostou, C.L. & Kaberi, H., 2005. Geochemistry and mineralogy of the NW Aegean Sea surface sediments: implications for river runoff and anthropogenic impact. Applied Geochemistry, 20 (1):69-88. Loring, D.H., Rantala R.T.T., 1992. Manual for the geochemical analyses of marine sediments and suspended particulate matter. Earth-Science Reviews, 32: 235-283. Liu, W.X., Li, X.D., Shen, Z.G., Wang, D.C., Wai, O.W.H. & Li, Y.S., 2003. Multivariate statistical study of heavy metal enrichment in sediments of the Pearl River Estuary. Environmental Pollution, 121 (3):377-388. Μπότσου, Φ., 2007. Η επίδραση των χειμαρρικών συστημάτων στο παράκτιο θαλάσσιο περιβάλλον: Η περίπτωση του Βοιωτικού Ασωπού. Διδακτορική διατριβή, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οδηγία 2006/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6 ης Σεπτεμβρίου 2006 περί της ποιότητας των γλυκών υδάτων που έχουν ανάγκη προστασίας ή βελτιώσεως για τη διατήρηση της ζωής των ιχθύων. Slomp, C.P., Malschaert, J.F.P., Lohse, L. & Van Raaphorst, W., 1997. Iron and manganese cycling in different sedimentary environments on the North Sea continental margin. Continental Shelf Research, 17: 1083-1117. -238-