Πρωτ. Βασίλειος Α. Γεωργόπουλος Η ΠΕΡΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

Σχετικά έγγραφα
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

Άγιος Νικόλαος Καισαριανής: Εκεί που βρήκε τόπο ο ξεριζωμένος Έλληνας

ΠΕΡΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΗΓΟΥΝ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΘΕΣΙΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΟΝΗΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΜΠΕΡΚΟΥΤΑΚΗ

Ὁμολογία Πίστεως Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΕΚΛΙΩΜΗΣ Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ»

Ἐμπειρική δογματική τόμος Α

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

Η πρώτη γνωστή συλλογή ορισμένων βιβλίων της Κ. Δ. οφείλεται στον αιρετικό Μαρκίωνα (140 μ.χ., Ρώμη)

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑ. 1. Γιά νά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε τό περιεχόμενο

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Πῶς ἀναπτύσσεται στήν καρδιά ἡ νοερά προσευχή

«αἵρεση» Η Α Ι Ρ Ε Σ Η

Ἡ Σύνοδος τῶν Τριῶν Πατριαρχῶν τοῦ ἔτους 1756

ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ. Για πρώτη φορά τη λέξη Εὐαγγέλιο σαν ό- νομα ενός βιβλίου τη συναντούμε στον Ιουστίνο τον μάρτυρα.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Ἐνημερωτική ἔκδοση. Μιά σύντοµη εἰσαγωγή περί Πνευµατισµοῦ, Τῶν κειµένων τοῦ Θείου Φωτός, καί. Τοῦ Πνευµατιστικοῦ Ὁµίλου Ἀθηνῶν «Τό Θεῖον Φῶς»

Παλαιά καί Νέα Ρώμη. Βασικές διαφορές μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Παπισμοῦ

χρωματιστές Χάντρες».

Τό Πανθρησκειακό καρναβάλι τοῦ Ἀµαρουσίου καί οἱ... ἄνευ ἀξίας «πανανθρώπινες ἀξίες» τῆς Ἀκαδηµίας Αθηνῶν

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου.

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Σέ κάθε ἐποχή ὑπάρχουν ἐρωτήματα πού ἀφοροῦν τή ζωή τῶν

«Ἡ ὀντολογία τοῦ προσώπου»: Ἀθανασίου, Καππαδοκῶν καί Μαξίµου

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. «Ἦτο Πάσχα βαδίζων ἐκ τῆς μεγάλης θύρας τοῦ Μοναστηρίου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Τι είναι το Συνοδικό της Ορθοδοξίας που διαβάζεται σήμερα στους ναούς;

Ποιμαίνοντας μεταξύ οὐτοπίας καί ρεαλισμοῦ: Θεολογικοί προβληματισμοί γιά τήν λειτουργία τῆς σύγχρονης ἐνοριακῆς κοινότητας.

Η ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΟ ΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

4. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ Ι ΕΑ ΚΑΙ Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. Κωνσταντῖνος Χολέβας Πολιτικός Ἐπιστήµων

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΝΕΕΣ ΜΕΘΟΔΕΥΣΕΙΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΟΡΦΥΡΙΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΟΜΙΛΙΑ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

7. Τό ἄγνωστο χρυσωρυχεῖο τοῦ σοσιαλισμοῦ.

Ἄλλη πινακίδα γράφει: Βλέπετε οὖν πῶς καί τί ἀκούετε Λουκ.8.18 &

Θεολογία καί πολιτική

Τεῦχος 5ον Δεκέμβριος 2009 Ἔτος Α

Η «ΘΕΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ» τοῦ Πρωτοπρ. Κυριακοῦ Τσουροῦ Γραμματέως τῆς Σ.Ε. ἐπί τῶν αἱρέσεων

Τοῦ Ὁσίου Πατέρα μας Θεοδώρου, ἡγουμένου τῆς Μονῆς Στουδίου Ἐγκώμιο Στήν ἀποκεφάλιση τοῦ μεγάλου Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

ΑΠΑΝΤΑ, ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ *

Συνέδριο ματαιότητος

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Β

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, στό στόχαστρο τοῦ Οἰκουµενισµοῦ:

ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011 * * * ΕΤΟΣ 10ο * * * ΤΕΥΧΟΣ 103

Ἀναζητώντας τέσσερις µεγάλες ἀξίες ζωῆς Οἱ λίγες σκέψεις πού θά θελα νά µοιραθῶ µαζί σας ἔχουν ὡς ἀρχικό πλαίσιο ἕνα στίχο ἀπό τό ποίηµα τοῦ Ἄγγλου

Η ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

ΓΙΑ ΤΟ «ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ»

Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΗΡΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΑΞΙΜΟ ΤΟΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ

«Ὁµολογιακή» διγλωσσία, ἀσάφεια καί σύγχυση

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ 14 (115 21) ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ

ΤΟ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Η ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΙ ΕΜΕΙΣ

Ὁμιλία Στόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό Τοῦ Ἁγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ τοῦ Παλαμᾶ

Ἀνθρωπολογική γνωσιολογία κατά τή Βίβλο τῶν. Ἠθικῶν. τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου

«ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗΝ ΦΥΛΑΤΤΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ΕΚΔΙΚΕΙΣΘΑΙ» ἤτοι

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Σημειώσεις Παραδόσεων. τοῦ μαθήματος. ʺΧριστολογικές Μαρτυρίες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκηςʺ

κατήχηση ιδ Ἁγίου ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων

Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ, ΠΡΥΜΝΟΔΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. (ΛΙΜΑΝΙΑ κ.λπ.) ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ

Παρουσίαση τοῦ Ἀφιερωματικοῦ Τόμου ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ Δευτέρα 5 Μαΐου 2008 ὥρα 19:00 Αἴθουσα Τέχνης καί Λόγου στή Στοά τοῦ βιβλίου

Παραδείγματα ἐσωτεριστικῆς ἑρμηνείας τοῦ Χριστιανισμοῦ. α. Ὁρισμός καί χαρακτηριστικά τοῦ Ἐσωτερισμοῦ

«Οἱ σχέσεις κλήρου καί λαϊκῶν ἀπό τήν σκοπιά τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας καί πρακτικῆς»

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΤΕΥΧΟΣ 1ο

ΕΝΤΥΠΟ ΤΟΥ ΜΑΪΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΓΛΥΚΟΥ ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΤΟΥΣ

Πανεπιστηµίου Ἰωαννίνων, τήν 13 η Μαΐου 2016) Θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω θερµότατα τόν Πρύτανη κ. Γεώργιο Καψάλη

ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. ὑπό Ἀρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας Ἀναστασίου

Τίτλος του Πρωτοτύπου: Εμπειρία και Θεωρία Προσωπική στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης

1st and 2nd Person Personal Pronouns

Παρατηρήσεις γιά τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο

ΓΝΗΣΙΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙ ΝΟΘΕΣ

Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

«Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ»

Οδηγοσ των Εκκλησιαζοµενων χριστιανων

ΜΑΡΤΙΟΣ 2010 ΕΤΟΣ 10 ο ΤΕΥΧΟΣ 100

ΑΠΑΝΤΑ, ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ *

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΓΩΓΗ» ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ Πρῶτος Κύκλος : Κατανομή μαθημάτων καί διδασκόντων ἀνά ἑξάμηνο

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΜΑΡΤΙΟΣ 2006, ΤΕΥΧΟΣ 43 ΝΕΟΦΑΝΕΙΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΑ 1. (B μέρος)

«Χωρισµός ἤ σχέσεις µεταξύ Εκκλησίας καί Πολιτείας»

Η ἀναβολή τῆς κατεδάφισης

Ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς Μαρίνα

4. Γιά τό κοινό εὐρωπαϊκό σπίτι...

ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ τομ. Β

ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ: ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΛΛΑΔΑ

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ (ΕΚ)ΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ PORTO ALEGRE

Λόγος περί ελεημοσύνης

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ: ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ Πρωτ. Βασίλειος Α. Γεωργόπουλος Η ΠΕΡΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ πού ὑποβλήθηκε στό Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ Θεσσαλονίκη 2006

Ἀφιερώνεται στήν πρεβυτέρα μου Μαρία καί στά παιδιά μας Ἀναστάσιο, Νικόλαο, Κωνσταντῖνο καί Ἰφιγένεια ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: Καθηγήτρια Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου ΜΕΛΗ: Πρωτ. Καθηγητής π. Θεόδωρος Ζήσης Ὁμότιμος Καθηγητής Νικόλαος Ματσούκας 2

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἀνήκει στίς πλέον ἐξέχουσες πατερικές προσωπικότητες τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, πού ἡ διδασκαλία καί τό ἔργο του σφράγισαν ὄχι μόνο τήν ἐποχή του, ἀλλά κυριολεκτικά τόν ἀνέδειξαν σέ σφραγίδα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως πολύ σωστά τόν ἔχει χαρακτηρίσει ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος Β ὁ Σιναΐτης. Ἡ προσωπικότητα καί τό συγγραφικό ἔργο του, ἡ πνευματική του παρακαταθήκη, εἶναι ἀντικείμενο ἔρευνας καί μελέτης μεγάλου ἀριθμοῦ ἐρευνητῶν ὀρθοδόξων καί ἑτεροδόξων. Λόγω τῆς μοναδικῆς συμβολῆς του στή διατύπωση τοῦ Χριστολογικοῦ δόγματος, ἀλλά καί τῆς ἐξαιρετικῆς σέ ὄγκο ἑρμηνευτικῆς ἐργασίας του στήν Ἁγία Γραφή ὁ μεγαλύτερος ἀριθμός τῶν ἐρευνητῶν ἔχει ἐστιάσει τήν προσοχή του καί τήν ἔρευνα σʹ αὐτούς τούς δύο κυρίως τομεῖς τῆς διδασκαλίας του. Στήν παρούσα ἐργασία μας ἀσχολούμαστε μέ τή σωτηριολογική διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ πατέρα στήν ὀργανική συνάφεια καί ἀλληλοεξάρτηση καί μέ ἄλλες παραμέτρους τῆς θεολογικῆς διδασκαλίας του. Ἡ ἐργασία αὐτή ὁλοκληρώθηκε μέ τήν ἐξαιρετικῶς πολύτιμη καί πολύπλευρη ἠθική καί ἐπιστημονική συμπαράσταση τῆς συμβούλου καθηγήτριάς μας κ. Δέσπω Λιάλιου. Ἰδιαιτέρως ὅμως πολύτιμες ἦταν καί οἱ συμβουλές καί οἱ ὁδηγίες καί τῶν σεβαστῶν καθηγητῶν μας τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοδώρου Ζήση καί τοῦ κ. Νικολάου Ματσούκα. Ἀναμφιβόλως χωρίς τή βοήθειά τους πολύ λιγότερα θά εἶχαν ἐπιτελεστεῖ. Πρός ὅλους τους ἐκφράζουμε τή βαθειά εὐγνωμοσύνη μας καί τίς πλέον ἐγκάρδιες εὐχαριστίες μας. Ἡ παρούσα ἐργασία εἶναι καρπός τῆς χειραγώγησής μας στή σκέψη τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, μέ ὁδηγό τήν πολύτιμη πείρα καί γνώση τους. Περαίνοντας ὀφείλω ἐπιπλέον νά ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη μου σέ ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μοῦ προσέφεραν μέ τή διδασκαλία τους ἤ τή συνεργασία τους τίς ἀπαραίτητες γνώσεις, ὥστε νά εἶμαι σέ θέση νά παραδώσω αὐτή τήν ἐργασία μου. Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν. 3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος... 2 Περιεχόμενα... 3 Συντομογραφίες... 6 Εἰσαγωγή... 8 Εἰσαγωγική στοιχείωση: Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί θεία Οἰκονομία... 13 ΜΕΡΟΣ Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α. Ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου 1. Ὁ ἄνθρωπος ὡς δημιούργημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ... 21 2. Τό ʺκατʹ εἰκόναʺ καί ʺκαθʹ ὁμοίωσινʺ... 29 3. Ἡ στοιχείωση τοῦ ἀνθρώπου... 46 4. Ἡ προπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου... 65 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β. Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί οἱ συνέπειες της 1. Τό γεγονός τῆς πτώσης... 75 2. Τό προπατορικό ἁμάρτημα ὡς ἀσθένεια... 78 3. Οἱ συνέπειες τῆς πτώσης... 81 4. Ἡ διδασκαλία τοῦ Πελαγίου σέ σχέση μέ τή διδασκαλία τοῦ ἁγ.κυρίλλου... 90 5. Ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας περί τοῦ μυθολογικοῦ χαρακτήρα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος... 96 α) Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης... 96 β) Ἀναίρεση τῆς προτεσταντικῆς θρησκειοϊστορικῆς σχολῆς... 99 ΜΕΡΟΣ Β ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΑΣΑΡΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α. Οἱ Θεοφάνειες... 104 α) Ἡ θεοφάνεια τοῦ Γεν. 28, 12 13... 112 β) Ἡ θεοφάνεια τοῦ Γεν. 32, 25 32... 113 γ) Ἡ θεοφάνεια τῆς Ἐξόδ. 3, 2 22... 114 δ) Ἡ θεοφάνεια κατά τή χορήγηση τοῦ Νόμου (Ἐξόδ.κεφ. 19 24).. 115 ε) Ἡ θεοφάνεια τῆς Ἐξόδ. 14, 19 20, 24... 117 στ) ʺ Ἡ πέτρα δέ ἦν ὁ Χριστόςʺ (Α Κορ. 10, 1 4)... 118 ζ) Ὁ Λόγος πειραζόμενος ὑπό τοῦ Ἰσραήλ (Α Κορ. 10,9)... 119 η) Ἄλλες ἀποκαλυπτικές ἐνέργειες τοῦ ἄσαρκου Θεοῦ Λόγου στήν Παλαιά Διαθήκη... 120 Ι. Τό Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ 1, 6 9... 120 ΙΙ. Ἡ θεοφάνεια τοῦ Ἠσαΐα 6, 1 3... 121 ΙΙΙ.Ἡ θεοφάνεια τοῦ Δανιήλ 7, 13 14... 121 4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β. Τύποι, σύμβολα, προεικονίσεις..... 122 α) Ὁ Ἀδάμ... 124 β) Ὁ Ἰσαάκ... 125 γ) Ὁ Μελχισεδέκ... 126 δ) Ὁ Μωϋσῆς... 127 ε) Ὁ Ἀαρών... 129 στ) Ὁ Ἰωνᾶς... 131 ζ) Ὁ Πασχάλιος Ἀμνός... 133 η) Τό χάλκινο φίδι... 134 θ) Ὁ Ἀποπομπαῖος τράγος... 136 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ. Οἱ προφητικές μαρτυρίες... 139 Ἐπίμετρο. Οἱ τύποι καί τά σύμβολα στήν ἀντινεστοριανική ἐπιχειρηματολογία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου... 146 ΜΕΡΟΣ Γ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΣΑΡΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α. Ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου... 151 1.α) Ὁ ὑπερφυής χαρακτήρας τῆς σύλληψης καί τῆς γέννησης τοῦ Θεανθρώπου ἀπό τή Θεοτόκο... 152 1.β) Ἡ ὀρθή ἑρμηνεία τοῦ ὅρου ʺΠρωτότοκοςʺ... 155 1.γ) Ἡ ἀσύγκριτη διαφορά τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς προφῆτες... 157 1.2. Ὁ σκοπός τῆς Ἐνανθρώπησης... 159 1.3. Τό γεγονός τῆς Ἐνανθρώπησης... 163 α) Προσέλαβε πλήρη καί ἀκέραιη ἀνθρώπινη φύση... 174 β) Ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων στήν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου... 179 2. Τά θαύματα καί ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου... 182 3. Ἡ σταύρωση... 190 4. Ἡ Ἀνάσταση καί ἡ Ἀνάληψη... 196 5. Ἡ καθολικότητα τῆς ἐν Χριστῶ σωτηρίας... 206 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β. Ἡ Πεντηκοστή 1. Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας... 212 2. Τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας... 226 α) Τό ἅγιο Βάπτισμα... 229 β) Τό μυστήριο τοῦ Χρίσματος... 234 γ) Ἡ Θεία Εὐχαριστία... 236 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ. Τά ἔσχατα... 243 Συμπεράσματα... 251 Zusammenfassung... 256 Πηγές Βοηθήματα... 261 6

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ACO AHC ΓΠΣ Acta Conciliorum Oecumenicorum, ἔκδ. Ε.SCHWARTZ, Berolini Lipsiae 1922 1940. Annuarium Historiae Conciliorum, Amsterdam 1969 ἑξ. Γρηγορίου Παλαμᾶ Συγγράμματα, ἔκδ.π.χρηστου, τ.α Ε, Θεσσαλονίκη 1962 1992. Ch.H Church History,Chicago 1941 ἑξ. ΔΣΜ DSp DTC Ι. ΚΑΡΜΙΡΗ, Τά δογματικά καί συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Ἐν Ἀθήναις 1960 2. Dictionnaire de Spiritualité,Ascétique et Mystique, Paris 1937 ἑξ. Dictionnaire de Théologie Catholique, ἔκδ.a. Vacant E.Mangenot E. Amman, Paris 1903 1950. ΕΕΘΣΠΑ Ἐπιστημονική Ἐπετηρίς Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1926 ἑξ. Ev.Th Evangelische Theologie, München 1951. HDG Handbuch der Dogmengeschichte, ἔκδ. M.Schmaus J.Geiselmann A.Grillmeier, Freiburg Basel Wien 1951 ἑξ. GOTR The Greek Orthodox Theological Review, Brookline(Mass) 1955 ἑξ. ΘΗΕ JAC LThK Θρησκευτική και Ἠθική Ἐγκυκλοπαιδεία, Ἀθῆναι 1962 1968. Jahrbuch für Antike und Christentum, Münster 1958 ἑξ. Lexikon für Theologie und Kirche, 1 η ἐκδ,freiburg im Br 1930 1938. MANSI Sanctorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio, ( Ἀνατύπωση μέ τίτλο Collectio Conciliorum Recentiorum Ecclesiae Universae ), Lyon Paris 1901 1927. 7

MSR Mélanges de Science Religieuse, Lille 1944 ἑξ. PG PL RE Patrologia Graeca.Cursus Comletus, ἐκδ. J. P. MIGNE, Paris 1857 1866. Patrologia Latina. Cursus Comletus, ἐκδ.j.p.migne,paris 1844 1855. Realenzyklopädie für protestantische Thelogie und Kirche, 3 η ἐκδ. Leipzig 1896 1913. RSR Recherches de Science Religieuse, Paris 1910 1940.1946 ἑξ. O S Ostkirchliche Studien,Würzburg 1952 ἑξ. S Chr Sourches Chrétiennes, Paris 1941 ἑξ. S.M Sacramentum Mundi. Theologisches Lexikon für die Praxis, (hg: K. Rahner A. Darlap), 4 τόμοι, Freiburg i.br 1967 1969. SP Studia Patristica, Berlin 1957 ἑξ. S Th Studia Theologica,Lund 1952 ἑξ. TPBR The Patristic and Byzantine Review, Ν.Υork 1981 ἑξ. TRE Theologische Realezyklopädie, ἔκδ.g.krause G.Müller, Berlin N.York 1977 ἑξ. T Wb Theologisches Wörterbuch zum NT, ἔκδ.g.friedrich G.Kittel, Stuttgart 1933 ἑξ. V C Virgiliae Christianae, Amsterdam 1947 ἑξ. ZAW Zeitschrift für die alttestamentliche Wissenschaft, Gieβen 1881 ἑξ. ZKG Zeitschrift für Kirchengeschichte, Gotha Stuttgart 1877 ἑξ. ZKTh Zeitschrift für Katholishe Theologie, Innsbruck 1877 ἑξ. ZNW Zeitschrift für die neutestamentliche Wissenschaft und die älteren Kirche, Gieβen 1900 ἑξ. ZThK Zeitschrift fürtheologie und Kirche, Tübingen 1891 ἑξ. 8

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἀνήκει στίς πιό μεγάλες πατερικές προσωπικότητες 1 τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας καί ὑπῆρξε ἕνας σπουδαῖος ἑρμηνευτής τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά καί ὁ πρωτοπόρος στή διατύπωση καί τήν ὑπεράσπιση τοῦ Χριστολογικοῦ δόγματος 2. Οἱ δύο αὐτές πτυχές τῆς προσφορᾶς του στήν Ἐκκλησία, εἶναι ταυτοχρόνως οἱ ἄξονες πέριξ τῶν ὁποίων κινήθηκε ὁ μεγαλύτερος ἀριθμός τῶν μελετητῶν τῶν ἔργων του 3. Ἐμεῖς στήν παρούσα ἐργασία μας, παρουσιάζουμε μιά ἀκόμα ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα πτυχή τῆς διδασκαλίας του, πού ἀφορᾶ στή σωτηριολογία, στή διδασκαλία του δηλαδή γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ περί σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου διδασκαλία τοῦ ἁγ. Κυρίλλου εἶναι ἕνα ἀκόμα βασικό κεφάλαιο τῆς θεολογικῆς σκέψης τοῦ ἱεροῦ πατέρα, ἐντός τοῦ ὁποίου ὀργανικά ἀλληλοπεριχωροῦνται καί συνδυάζονται ἡ ἀνθρωπολογία, ἡ χριστολογία, τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τά ἔσχατα. Στά πλαίσια αὐτά προσπαθήσαμε νά ἀναδείξουμε καί νά καταγράψουμε τή διδασκαλία τοῦ ἁγ. Κυρίλλου στήν ὀργα νική της ἀλληλοεξάρτηση καί ἀλληλοσυμπλήρωση καί μέ τίς ἄλλες θεολογικές του τοποθετήσεις. Κύριος ὅμως στόχος μας, ὑπῆρξε ἡ ἀνάδειξη τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ στό σχεδιασμό τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας ὡς τοῦ θεμελίου, πάνω στό ὁποῖο οἰκοδομεῖται ἡ σκέψη τοῦ ἱεροῦ πατέρα. Ἡ παρουσίαση καί ἡ πραγμάτευση τοῦ θέματός μας χωρίζεται σέ τρία μέρη, ἀφοῦ προηγουμένως προτάσσεται ἡ εἰσαγωγική στοιχείωση πού παρουσιάζει τό πῶς κατανοεῖ τήν 1. Βλ. H. Fr. CAMPENHAUSEN, Griechische Kirchenväter,Stuttgart Berlin Köln 1993 8, σ. 163, «Kein Früherer hat die Bedeutung Väter so unermüdlich hervorgehoben wie Kyrill». 2. Βλ.K. ALGERMISSEN, Ki rchengeschichte, Gelle 1959, σ.109, «Was Irenäus gegen gnostiker Athanasius gegen die Arianer war, bedeutet Cyrill von Alexandrien gegen die Nestorianer». 3. Βλ.Χαρακτηριστικῶς ΔΕΣΠΩΣ ΛΙΑΛΙΟΥ, Χριστολογική βιβλιογραφία. (Μέ κέντρο τον ἅγ. Κύριλλο καί τή σύνοδο τῆς Χαλκηδόνας), Θεσσαλονίκη 2000. 9

Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ὁ ἱερός πατέρας καί πῶς αὐτή συσχετίζεται μέ τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας. Στό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ πρώτου μέρους, ἀναφερόμαστε στή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Τριαδικό Θεό, στίς ἀμφισβητήσεις πού εἶχαν ὑπάρξει σχετικά μέ αὐτό καί τίς ἀντίστοιχες τοποθετήσεις τοῦ ἁγ. Κυρίλλου. Στή συνέχεια παρουσιάζουμε τό πῶς κατανοεῖ καί ἑρμηνεύει ὁ ἱερός πατέρας δύο βασικές πλευρές τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας, πού εἶναι ἡ ʺκατʹ εἰκόνα καί καθʹ ὁμοίωσινʺ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀναπτύσσουμε τίς θεολογικές ἀναιρέσεις τοῦ ἱεροῦ πατέρα σχετικά μέ τήν κακόδοξη ἀντίληψη γιά τήν ἀνθρω πομορφική κατανόηση τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης, ἀναφερόμαστε στό πῶς κατάνοεῖ ὁ ἱερός πατέρας τούς ὅρους ʺκατʹ εἰκόναʺ καί ʺκαθʹ ὁμοίωσινʺ, τί περιλαμβάνει κάθε ὅρος, ποῦ ἐντοπίζεται στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καί ποιά ἡ σχέση τους μεταξύ τους. Ἐν συνεχεία, ἀναφερόμαστε στά συστατικά, ἀπό τά ὁποῖα συγκροτεῖται ὁ ἄνθρωπος, τήν ψυχή καί τό σῶμα, τά γνωρίσματα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Ἐπιπλέον, ἀναφερόμαστε στήν κριτική τοῦ ἁγίου Κυρίλλου κατά τῶν Ὠριγένειων δοξασιῶν περί προϋπάρξεως τῶν ψυχῶν, ὅπως ἐπίσης καί στίς ἐπισημάνσεις τοῦ ἁγίου Κυρίλλου σχετικά καί μέ ἄλλες αἱρετικές δοξασίες πού ἔχουν σχέση μέ τόν ἄνθρωπο. Ἐξετάζουμε, ἐπίσης, ἄν καί κατά πόσο ὁ ἅγ. Κύριλλος εἶναι ὀπαδός τῆς θεωρίας τῆς δημιουργίας τῆς ψυχῆς. Στή συνέχεια παρουσιά ζουμε τήν προπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου καί τά γνωρίσματά της. Στο δεύτερο κεφάλαιο, πραγματευόμαστε τό γεγονός τῆς πτώσης τοῦ ἀνθρώπου, τήν ἀφορμή, τό εἶδος τῆς εὐθύνης τῶν γεναρχῶν σχετικά μέ τήν προπατορική ἁμαρτία, τίς μεγάλες συνέπειες τῆς πτώσης ὡς ὑπαρξιακῆς τραγωδίας καί ἐκτροχιασμοῦ ἀπό τό σκοπό τῆς δημιουργίας τους. Εἰδικότερα, ὅμως, ἀναφερόμαστε σέ μιά ἰδιαίτερη προσέγγιση τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἀπό τόν ἅγ. Κύριλλο καί αὐτή εἶναι ἡ κατανόησή του μέσω ἰατρικῆς ὁρολογίας ὡς ἀσθένειας καί ἡ ἀπουσία δικανικῆς προσέγγισης καί ἑρμηνείας του. Ἐπίσης ἀναφερόμαστε στή συσχέτιση ἁμαρτίας καί θανάτου καί καταγράφουμε τίς ἐνδιαφέρουσες ἐπισημάνσεις τοῦ ἱεροῦ πατέρα γύρω ἀπʹ αὐτή τήν προβληματική. 10

Στό δεύτερο κεφάλαιο, ἐπίσης, ἀναφερόμαστε καί σέ βασικές τοποθετήσεις τῆς διδασκαλίας τοῦ Πελαγίου καί τίς ἀξιολογοῦμε ὑπό τό φῶς τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Κυρίλλου. Τοῦτο τό θεωρήσαμε ἀναγκαῖο, καθώς ἀπό τήν ἱστορικοδογματική ἔρευνα ἀπουσιάζει μιά σύγκριση τῶν ἀντιλήψεων τοῦ Πελαγίου μέ τή διδασκαλία ἁγίων Πατέρων τῆς Ἀνατολῆς. Ἐπιπλέον, ἀναφερόμαστε στήν ἀναίρεση τῆς ἐπιχειρηματολογίας περί τοῦ μυθολογικοῦ χαρακτήρα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἀντιλήψεων τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη. Στήν ἴδια συνάφεια μέ μέτρο ἀξιολόγησης τή διδα σκαλία τοῦ ἱεροῦ πατέρα ἀναφερόμαστε καί στούς ἰσχυρισμούς τῆς νεότερης ὀρθολογιστικῆς καί προτεσταντικῆς παλαιοδιαθηκικῆς ἔρευνας, πού ἐπανέλαβε κατά τρόπο σχεδόν ἀπόλυτο τίς περί μυθολογικοῦ χαρακτήρα διηγήσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἀσχολούμαστε μέ τή λεγόμενη θρησκειοϊστορική σχολή, καθώς ὑπῆρξε ἡ μήτρα πού κυοφόρησε, γέννησε καί παρήγαγε αὐτές τίς ἀντιλήψεις. Στό δεύτερο μέρος παρουσιάζουμε τό μυστήριο τῆς σωτηρίας κατά τήν ἀποκάλυψη τοῦ ἄσαρκου Λόγου στήν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἀναφερόμαστε στό πρῶτο κεφάλαιο ἐκτενῶς στά γεγονότα τῶν θεοφανειῶν, στό χαρακτήρα τους καί τοῦτο ἐφʹ ἑνός μέν λόγω τῆς σπουδαιότητάς τους γιά τήν πατερική θεολογία, ἀφʹ ἑτέρου δέ γιατί εἶναι ἕνα θέμα πού ἔχει παρεξηγηθεῖ ἤ καί ἀγνοηθεῖ ἀπό τήν ἑτερόδοξη θεολογία. Καί ἐδῶ τό κέντρο καί τό δρῶν πρόσωπο ὁ Χριστός. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζουμε, ἐπίσης, παλαιοδιαθηκικούς τύπους καί σύμβολα, πού προεικονίζουν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τό σωτηριῶδες ἔργο του, σέ συνδυασμό πάντα μέ τήν ἱστορική ἀναφορά καί πραγμάτωσή τους την περίοδο τῆς χάριτος. Στο τρίτο κεφάλαιο και στα πλαίσια τῆς ἴδιας νοηματικῆς συνάφειας ἀναφερόμαστε στό θέμα τῶν παλαιοδιαθηκικῶν προφητειῶν. Οἱ προφητικές μαρτυρίες κατέχουν καίρια θέση στήν προετοιμασία τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας. Στό ἐπίμετρο, παρουσιάζουμε τή θέση πού εἶχαν οἱ παλαιοδιαθηκικοί τύποι καί σύμβολα στήν ἀντινεστοριανική ἐπιχειρηματολογία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου. Στό τρίτο μέρος ἀναπτύσσουμε τή διδασκαλία τοῦ ἁγ. Κυρίλλου σχετικά μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ Λόγου κατά τήν 11

ἔνσαρκο ἐπιδημία του. Στο πρῶτο κεφάλαιο ἀναφερόμαστε στην Ἐνανθρώπηση, στήν πραγματικότητα αὐτοῦ τοῦ γεγο νότος, στόν ὑπερφυή χαρακτήρα διαφόρων γεγονότων, πού σχετίζονται μέ τήν ἐνανθρώπηση, ὅπως τῆς σύλληψης δηλ. καί τῆς γέννησης τοῦ Θεανθρώπου ἀπό τή Θεοτόκο. Ἐπισημαί νουμε τήν ἀσύγκριτη διαφορά Χριστοῦ καί Προφητῶν καί καταγράφουμε τίς ἀντίστοιχες αἱρετικές κακοδοξίες γιά τά γεγονότα αὐτά καί τίς ἀναιρέσεις τοῦ ἁγίου Κυρίλλου. Στήν ἴδια ἑνότητα, ἐξετάζουμε τό σκοπό τῆς ἐνανθρώπησης τήν ἕνωση τῶν δύο φύσεων στήν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τήν ἐξαιρετική σημασία τους γιά τήν ὀρθή προσέγγιση τοῦ γεγονότος τῆς σωτηρίας. Στήν ἴδια ἑνότητα ἀσχολούμαστε ἐκτενῶς μέ τή διδασκαλία καί τά θαύματα τοῦ Κυρίου, ὅπως καί μέ τά γεγονότα σταθμούς τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας, τή σταύρωση, τήν ἀνάσταση καί τήν ἀνάληψη καί ἀναδεικνύεται ἡ σπουδαιότητά τους στά πλαίσια τοῦ θεϊκοῦ σχεδίου γιά τήν κατά Χριστόν παλιγγενεσία τοῦ ἀνθρώπου. Ἰδιαίτερη ἀναφορά γίνεται ἐπίσης στήν καθολικότητα τῆς ἐν Χριστῶ σωτηρίας. Στό δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζουμε τό μυστήριο τῆς σωτηρίας, ὅπως πλέον τελεσιουργεῖται στό χῶρο τῆς Ἐκκλη σίας μετά τήν Πεντηκοστή. Παρουσιάζουμε ἐπίσης τήν ὀργα νική συσχέτιση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας μέ τήν Ἐκκλησία ὡς σώματος Χριστοῦ, ὅπως ἐπίσης καί τή λειτουργία καί σκοπό τῶν τριῶν χριστιανικῶν μυστηρίων τῆς μυήσεως Βαπτίσματος, Χρίσματος καί Θείας Εὐχαριστίας, ὡς τρόπων καί μέσων οἰκείωσης τῆς σωτηρίας καί κατά Χριστόν αὔξησης τοῦ πιστοῦ. Ὁλοκληρώνουμε τήν πραγμάτευση τοῦ θέματος τῆς παρούσας ἐργασίας μέ τήν ἐσχατολογική πληρότητα τῆς φανέρωσης τῆς σωτηρίαςστό τρίτο κεφάλαιο. Ἀπό τό ἐδῶ τῆς ἱστορίας, φθάνουμε στό ἐπέκεινα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πού δέν εἶναι γιά τόν ἅγ. Κύριλλο παρά ἡ μόνιμη κοινωνία τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, σέ μιά μεταστοιχειωμένη κτίση, πού θά ἀνακαινιστεῖ ριζικά ἀπελευθερωμένη ἀπό τό βάρος τῆς φθορᾶς, ὅπως ἁρμόζει στήν κατάσταση τῆς ἐλευθερίας καί τῆς δόξας τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Στό τέλος τῆς παρούσας ἐργασίας περιελήφθηκαν τά συμπεράσματα τῆς ἔρευνάς μας ἐν εἴδει ἐπιλόγου. 12

Εἰσαγωγική Στοιχείωση Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί θεία Οἰκονομία Στά σημαντικότερα ζητήματα τοῦ θεολογικῶν διατυπώσεων 1 ἀνήκει καί το κεφάλαιο τῆς χριστιανικῆς πίστης πού ἀναφέρεται στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, στό χαρακτήρα καί τίς μορφές της, καί ἐπιπλέον στήν ὀργανική συσχέτισή της μέ τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας. Στόν ὀρθόδοξο θεολογικό χῶρο μάλιστα τό ζήτημα αὐτό ἔχει ἰδιαίτερη σημασία. Καί τοῦτο γιατί στό παρελθόν, λόγω τῆς γνωστῆς φαλκίδευσης τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας ἀπό ἑτερόδοξες διδασκαλίες, εἶχε γίνει προσέγγιση τοῦ θέματος μέ κριτήρια πού τάσσονταν ἐκτός ἁγιοπατερικῶν συντεταγμένων. Εἶχε γίνει μία ἄκριτη υἱοθέτηση σχολαστικῶν θέσεων 2 με ταυτόχρονη μεταφορά προβληματικῆς πού ἀπηχοῦσε ρωμαιοκαθολικές και προτεσταντίζουσες 3 συγκρούσεις καί ἀντιθέσεις. 1. Χαρακτηριστικά ἐπισημαίνει ὁ καθηγητής κ. Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία, τομ. Α, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2004 4, σ. 190. «Ἡ ἔννοια τῆς ἀποκάλυψης ἔχει περίοπτη θέση στή θεολογία ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν. Ὡς πρός τήν ἑρμηνεία τῆς ἐννοίας καί τοῦ περιεχομένου τῆς ἀποκάλυψης οἱ διαφοροποιήσεις εἶναι πολλές, ἐπειδή ἡ ἐρμηνεία αὐτή καθορίζεται ἀποφασιστικά ἀπό τή θεολογική μεθοδολογία τῆς κάθε Ἑκκλησίας». 2. Βλ. Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑ, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία, ὅπ.π., σσ. 196 203. Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Το μυστήριο τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1991 2, σσ. 95 96. D. STANILOAE, Ὁ Θεός, ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος. Εἰσαγωγή στήν Ὀρθόδοξη δογματική Θεολογία, (μετ: π. κ. Coman Γ. Παπαευθυμίου), ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 1990, σσ. 54 55. 3. Γιά μία συνοπτική ἱστορικοδογματική θεώρηση γιά τό θέμα Ἀποκάλυψη τῆς προτεσταντικῆς θεολογίας ἀπό τό Λούθηρο μέχρι σήμερα ἐπιλεκτικῶς Βλ.: G. EBELING, Luther, Tübingen 1981 4, σσ. 259 279. J. ROHLS, Theologie reformierter Bekenntnisschriften, Göttingen 1987, σσ. 20 33. Repetitorium der Dogmatik, (ἐκδ.: Ch. 13

Γιά τό λόγο αὐτό πιστεύουμε ὅτι εἶναι σκόπιμη ἡ πρόταξη τοῦ εἰσαγωγικοῦ κεφαλαίου μέ τίτλο Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί θεία Οἰκονομία, γιά νά ἐπισημάνουμε κάποιες βασικές ἐπισημάνσεις στήν ἐν λόγω προβληματική, πού ἀναπτύσσει μιά κορυφαία πατερική προσωπικότητα, ὅπως ὁ ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Κύριος ἄξονας τῆς ἑρμηνευτικῆς τοῦ ἁγ. Κυρίλλου, πέριξ τοῦ ὁποίου ὀργανικά δομεῖται ἡ ὅλη προσέγγιση τοῦ θέματος, εἶναι ὅτι στή διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ πατέρα ἀπουσιάζει μία κάθετη καί ὀξεία διάκριση τοῦ γεγονότος τῆς Ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ κατά τόν γνωστό τρόπο τῆς σχολαστικῆς 4 και νεοσχολαστικῆς 5 θεολογίας σέ φυσική καί ὑπερφυσική ἀποκάλυψη, ὡς δύο διαφορετικά καί αὐτόνομα μεγέθη. Στή διδασκαλία τοῦ ἁγ. Κυρίλλου οὐδέποτε ἡ φυσική ἀποκάλυψη θεωρήθηκε αὐτονομημένο προστάδιο, ἤ αὐτοτελής χῶρος κατανόησης καί προσέγγισης τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο λειτουργεῖ ὡς ὑπόβαθρο πάνω στό ὁποῖο προστίθεται ἡ ὑπερφυσική ἀποκάλυψη με κέντρο τό Χριστό. Γιά τόν ἱερό πατέρα ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ κατανοεῖται ὡς ἑλεύθερη καί μέ ποικιλία μορφῶν φανέρωση καί παρέμβαση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μέσα στή δημιουργία καί τήν ἱστορία μέ κέντρο Frey P. Dabrak H. D. Mellies), Bochum 1993 2, σσ. 32 52. Christliche Religion, (ἔκδ.: O. Simmel R. Stählin). Frankfurt an Main, 1961 3, σσ. 223 226. 4. Π.χ Thomae de Aquino, Summa Theologiae, Pars I, qu.2, art 2. qu 12, art 12. Contra Gentiles, Lib 1, cap 12. Πρβλ. VAN HOLTUM, Der Gottesbeweis aus der Ordnung der Wellt, στό Divus Thomas 7 (1920) σσ. 16 33. 5. Βλ. π.χ Α ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ, Sessio 3, 24 4 1870. Constitutio dogmatica στό Εnchiridion Symbolorum Definitionum et Deklarationum rebus Fidei ef morum, (ἐκδ. P. Ηünermann), Freiburg Βasel Rom Wien 1991 37, 3004 3007. F. DIEKAM, Katholische Dogmatik, τομ. 1, Münster 1949 11, σσ. 103 107. Μ. PREMM, Katholische Glaubenskunde, τομ. 1, Wien 1951, σσ. 50 75. Πρβλ. H. FRIES, Der Katholische Offenbarungsbegriff, στό MYSTERIUM SALUTIS. Grundriβ heilgeschich tlicher Dogmatik, ( ἔκδ. J. Feiner M. Löhrer), τομ. 1, Einsiedeln Zürich Köln 1965, σσ. 162 238. 14

πάντα τό «μυστήριο τοῦ Χριστοῦ» 6. Ἔτσι βλέπουμε τόν Τριαδικό Θεό νά φανερώνεται ἀποκαλυπτόμενος στήν κτίση διά τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν του. Ταυτοχρόνως ὁ Θεός Λόγος εἶναι τό δρῶν πρόσωπο στίς Παλαιοδιαθηκικές θεοφάνειες, ὅπως θά δοῦμε. Ὁ ἴδιος πού φανερώνει τό μυστήριο τῆς Ἁγ. Τριάδος, εἶναι ἐπίσης τό πρόσωπο πέριξ τοῦ ὁποίου κινεῖται ὅλη ἡ ἱστορία ὡς χῶρος φανέρωσης τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, καί κέντρο τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας, με τελικό σκοπό τό δοξασμό τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσης. Συνεπής ὁ ἅγ. Κύριλλος στήν ἀναλλοίωτη διδαχή καί τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας θά τονίσει ὅτι ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ στήν κτίση καί στήν ἱστορία μέσω τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν του, εἶναι γεγονότα ἀποκαλυπτικά τῆς ὕπαρξής του καί ἀφορμή δοξολογικῆς ἀναφορᾶς 7 γιά τόν τρόπο πού ἐκδηλώνει τήν δημιουργική, συνεκτική καί ζωοποιό ἐνέργειά του. Δέν εἶναι ὅμως ποτέ ἀποκάλυψη τῆς ἀκτίστου φύσης του. Ἡ δυνατότητα γνώσης τῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπολύτως ἀνέφικτη 8. 6. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 4, «Ἰστέον δέ ὅτι κἄν λέγοιτό τινας ἐκπαιδεύειν ὁ Πατήρ τό ἐπί Χριστῷ μυστήριον ἀλλ οὐ μόνος ἐνήργήσεν, εἰ περί τοῦτο, ἐπιτελέσει δέ μᾶλλον ὡς διά σοφίας ἰδίας αὐτό τοῦ Υἱοῦ. Ἐννοεῖν γάρ ἀκόλουθον, ὡς οὐ δίχα σοφίας ἡ κατά σύνεσιν ἔν τισιν ἀποκάλυψις ἔσται παρά τοῦ Πατρός. Σοφία δέ τοῦ Πατρός ἐστίν ὁ Υἱός. Οὐκοῦν ὡς διά σοφίας ἐνεργήσει τοῦ ἰδίου γεννήματος τήν ἐν τοῖς ἀγίοις ἀποκάλυψιν ὁ Πατήρ. Καί ἁπλῶς εἰπεῖν, ἀληθῶς δέ δή πάντως, καί οὐχ ἑτέρως, οὐκ ἄν τις ἁμάρτοι, πάνθ ὅσα περ ἐστι τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ἐνεργήματα τά ἐπί τισιν, ἤτοι θελήματα, πάσης εἶναι λέγων τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁμοίως δέ καί τά αὐτοῦ τοῦ Υἱοῦ, καί τά τοῦ ἁγίου Πνεύματος», PG 73, 553CD. 7. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 1, PG 73, 177D. 8. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 6, «Ὅτι μέν γάρ Θεός ὁ Πατήρ καί Θεός ὁμοίως ἀληθινός ὁ Υἱός, ἴσμεν τε καί πεπιστεύκαμεν τό δέ τί κατ οὐσίαν ἐστίν ἡ ἄῤῥητος φύσις, ἀνέφικτον παντελῶς ἡμῖν τε καί τοῖς ἄλλοις λογικοῖς κτίμασι», PG 73, 1044B. Πρβλ. ΑΓ.ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Εἰς τόν βίον τοῦ Μωϋσέως «...ὅτι Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε, οὐ μόνον τοῖς ἀνθρώποις, ἀλλά καί πάση νοητῇ φύσει τῆς θείας οὐσίας τήν γνῶσιν ἀνέφικτον εἶναι τῆ ἀποφάσει ταύτῃ διοριζόμενος», PG 44, 377A. ΑΓ.Ι.ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Περί Ἀκαταλήπτου. Λόγος 3, 6 «Ὅτι δέ οὐ τοῖς Χε ρουβίμ οὐδέ 15

Τονίζει μέ χαρακτηριστική σαφήνεια ὁ ἅγ. Κύριλλος «μόνη γάρ θεία φύσις τῆς Τριάδος ἑαυτήν ἐπιγινώσκει» 9. Τήν πραγματικότητα αὐτή τήν ἐπιβεβαιώνει κατά τόν ἱερό πατέρα καί τό γεγονός τῆς εἰσόδου καί παραμονῆς τοῦ Μωϋσῆ μέσα στή νεφέλη στό ὄρος Σινᾶ. Ἐκεῖ ὅμως ὁ Μωϋσής δέν εἶδε μέ τά σωματικά του μάτια τήν «θείαν καί ἀπερινόητον φύσιν». Κάθε διαφορετικός ἰσχυρισμός εἶναι παράλογος, ἀναφέρει ὁ ἅγ. Κύριλλος 10. Στήν ἴδια νοηματική συνάφεια, συνεχίζει ὁ ἅγ. Κύριλλος, οὔτε οἱ ἅγιοι προφῆτες τῆς Π. Δ.,στούς ὁποίους ἀποκαλύφθηκε ἤ φανερώθηκε ὁ Θεός δέν γνώρισαν, οὔτε ἦταν δυνατόν νά γνωρίσουν, τήν ἄκτιστη φύση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἔγιναν κοινωνοί τῆς δόξας του καί γνῶστες τοῦ θείου θελήματος μέ τόν τρόπο πού ἐπέλεξε ὁ Θεός γιά τόν καθένα, ἀλλά ποτέ δέν ἦταν δυνατόν νά γίνουν γνῶστες τῆς ἄκτιστης φύσης τοῦ Θεοῦ 11. Οἱ ἅγιοι προφῆτες τονίζει χαρακτηριστικά ὁ ἅγ. Κύριλλος ὅταν ἰσχυρίζονται ὅτι εἶδαν τόν Κύριο «οὐ γάρ αὐτό κατ οὐσίαν τοῦθ ὅπερ ἐστίν ἡ τοῦ Θεοῦ φύσις τεθεᾶσθαι διισχυρίζονται, ἀλλά καί αὐτό διαῤῥήδην ἀναβοῶσι λέγοντες Αὕτη ἡ ὅρασις ὁμοιώματος δόξης Κυρίο». 12 τοῖς Σεραφίμ μόμον, ἀλλʹ οὐδέ ἀρχαῖς, οὐδέ ἐξουσίας, οὐδέ ἄλλῃ τινι κτιστῇ δυνάμει καταληπτός ἐστιν ὁ θεός, καί τοῦτο ἐβουλόμην ἀποδεῖξαι νῦν,...», PG 48, 725. 9. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον, PG 72, 404CD. 10. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 4, PG 73, 557BC. 11. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 9, «Οὐ γάρ ἄν ᾠήθη ποτέ τοῖς τοῦ σώματος ὀφθαλμοῖς τήν θείαν ἰσχύσαι καταθεάσασθαι φύσιν, καίτοι διαῤρήδην λέγοντος τοῦ Θεοῦ Οὐδείς ὄψεται τό πρόσωπόν μου καί ζήσεται. Εἰ γάρ καί ὤφθη ποτέ τοῖς ἁγίοις, ὡς ἡ θεόπνευστος ἔφη Γραφή, ἀλλ οὐκ ἄν, οἶμαι, τίς ὑποτοπήσαι ποτέ ἐμφανῆ τήν θείαν γενέσθαι φύσιν, οὕτως, ὡς ἔχει καθ ἑαυτήν, πλάττεσθαι δέ μᾶλλον εἰς τό τῷ καιρῷ πρεπωδέστερον σχῆμα. Καί γοῦν οἱ προφῆται διαφόρως αὐτόν τεθέανται, καί ποικίλος τε περί Θεοῦ παρ ἐκείνοις ὁ λόγος», PG 74, 200BC. Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἠσαΐαν, 1,4, PG 70, 169B 12. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 1, PG 73, 177C. 16

Στήν ὅλη τοποθέτηση τοῦ ἁγ. Κυρίλλου σχετικῶς μέ τό ἀνέφικτον καί τό ἀπολύτως ἀδύνατον νά γνωριστεῖ ἡ θεία οὐσία, ἡ ἄκτιστη φύση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, πρέπει να συνεκτιμήσουμε καί τήν ἐκτενή ἐνασχόλησή του μέ τίς κακόδοξες ἀντιλήψεις καί τοῦ Εὐνομίου, ὁ ὁποῖος ὡς γνωστόν ὑποστήριζε ὅτι οἱ ἄνθρωποι γνωρίζουν τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Θεός 13. Ἔτσι, λοιπόν, ἐνῶ εἶναι ἀπολύτως ἀδύνατον να γνωσθεῖ ἀπό κάθε κτιστό δημιούργημα ἡ ἄκτιστη φύση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὁ ἴδιος ὁ Θεός διά τῶν ἐνεργειῶν του φανερώνεται καί γνωρίζεται ἀπό τόν ἄνθρωπο. Για τό πῶς γνωρίζεται, ἀπαντᾶ ὁ ἅγ. Κύριλλος, ὅτι «Γινώσκεται δέ πρός ἡμῶν κατά γε τό ἐφικτόν, ἔκ τε τῆς μεγαλουργίας καί τῆς ἀφράστου δυνάμεως καί ὑπερτάτης ὑπεροχῆς» 14. Σύμπασα ἡ δημιουργία εἶναι χῶρος στόν ὁποῖο αἰσθητοποιεῖται και φανερώνεται ἡ ἀγαθή, δημιουργική, συνεκτική καί προνοητική λειτουργία τῶν θείων ἐνεργειῶν. Ὁ ἅγ. Κύριλλος ὅμως μᾶς λέγει ὅτι ὁ ἄνθρωπος δύναται ἀπό τή δημιουργία, ἀπό τά ἐνεργήματα, νά γνωρίσει τόν ἀποκαλυπτόμενο Θεό, ἀκριβῶς γιατί τοῦτο προϋποθέτει ὅτι ἡ γνώση 13. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία 4, 7, «Ὁ Θεός περί τῆς ἑαυτοῦ οὐσίας οὐδέν πλέον ἡμῶν ἐπίσταται, οὐδέ ἔστιν αὕτη μᾶλλον μέν ἐκείνῳ, ἦττον δέ ἡμῖν γινωσκόμενη. Ἀλλ ὅπερ ἄν εἰδείημεν ἡμεῖς περί αὐτῆς, τοῦτο πάντως κακεῖνος οἶδεν ὅ δ οὖν πάλιν ἐκεῖνος, τοῦτο εὑρήσεις ἀπαράλλακτον ἐν ἡμῖν», PG 67, 473 Β. Ἡ Βίβλος τῶν θησαυρῶν, 19, PG 75, 313A 316ABC. Ἀναλυτικότερα γιά τίς ἀντιλήψεις τοῦ Εὐνομίου βλ.: Π. ΧΡΗΣΤΟΥ, Εὐνόμιος, Θ.Η.Ε 5 (1964) στ. 1062 1064. ΜΑΡΚΟΥ ΟΡΦΑΝΟΥ, Ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἰς την Τριαδολογίαν τοῦ Μ. Βασιλείου, Ἀθῆναι 1976, Πρωτ. Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Α, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1983, σσ. 292 305. Γ. ΜΑΡΤΖΕΛΟΥ, Οὐσία καί ἐνέργειαι τοῦ Θεοῦ κατά τόν Μέγαν Βασίλειον, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1993 2. Ν. ΞΙΩΝΗ, Οὐσία καί ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 1999. 14. Ὁμιλία Πασχάλιος 28, 4, PG 77, 952D 953A. Γλαφυρά εἰς τήν Γένεσιν 1 «Ἔδει γάρ,ἔδει τόν τῶν ὅλων Δημιουργόν ἀγαθόν ὄντα κατά φύσιν, μᾶλλον δέ αὐτό τό ἀγαθόν τοῦθ ὅπερ ἐστί, καί πρός ἡμῶν γινώσκεσθαι. Ἔδει πλήρη γενέσθαι τήν γῆν τῶν εἰδότων δοξολογεῖν, καί ἀπό καλλονῆς κτισμάτων, καθά γέγραπται, τήν τοῦ δεδημιουργηκότος κατασκέπτεσθαι δόξα», PG 69, 20A. Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἡσαΐαν 1,3, PG 70, 152A. 820A. 17

καί ἡ ἔφεση τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεόν εἶναι ἔμφυτη ἐντός του. Ἐπ αὐτοῦ εἶναι σαφής ὁ ἅγ. Κύριλλος 15. Μάλιστα, στό ὑπόμνημά του, στούς Ψαλμούς τοῦ Δαυΐδ 16 ἀναφερόμενος στον 18 ο Ψαλμό, ὁμιλεῖ γι αὐτή τήν ἔμφυτη φορά και τάση τοῦ ἀνθρώπου πρός γνώση τοῦ Θεοῦ συσχε τίζοντάς την μάλιστα καί μέ αὐτή τή δράση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀσάρκως στήν Π. Δ, καί ὁ ἴδιος σαρκωμένος στήν ἐποχή τῆς χάριτος καί τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ τοποθέτηση καί ἡ συσχέτιση αὐτή τῶν γεγονότων ἀποτελοῦν μιά ἀκόμα μαρτυρία ἐξαιρετικῆς σπουδαιότητας τοῦ ἱεροῦ πατέρα γιά τό πόσο ὀργανικά συνυφαίνονται Ἀποκάλυψη καί θεία Οἰκονομία. Ταυτοχρόνως, ἀποδεικνύει ὅτι κάθε ὀξύτατος διαχωρισμός τῆς φυσικῆς καί τῆς ὑπερφυσικῆς ἀποκάλυψης, ὡς δύο μεγεθῶν αὐτονομημένων, εἶναι ξένος πρός τίς θέσεις τοῦ ἁγ. Κυρίλλου. Ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει, λοιπόν, λόγω τῆς ἔμφυτης φορᾶς, τήν ὕπαρξη τοῦ αὐτοαποκαλυπτόμενου Θεοῦ. Ὑπάρχει ὅμως μιά σημαντικῆς σημασίας λεπτομέρεια ἐν προκειμένω. Γιά τόν ἱερό πατέρα ἡ γνώση τῆς ὕπαρξης καί τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ στή δημιουργία, στήν ἱστορία, ἀλλά καί αὐτή ἡ ἔμφυτη τάση τοῦ 15. Γλαφυρά εἰς τήν Ἔξοδον, 1, «Ἔθος τῇ θείᾳ Γραφῇ λάκκῳ παρεικάζειν τήν ἔμφυτον ἐν ἡμῖν περί Θεοῦ γνῶσιν, καί καθ ἥν ἕκαστα τῶν πρακτέων ποδηγούμεθα. Ἀναβρύει γάρ ὥσπερ ἐν ἡμῖν καθάπερ ἀπό πηγῆς τοῦ νοῦ καί παντός εἴδησις ἀγαθοῦ, καί τῆς περί Θεοῦ δόξης ἡ ὡς ἐν ἐσόπτρῳ τε καί αἰνίγματι γνῶσις. (...) πηγῆ δέ ζωῆς ἀληθῶς ἡ ἀμώμητος περί Θεοῦ γνῶσις. Οὐκοῦν τῆς ἐμφύτου γνώσεως εἰκών ἄν εἴη λοιπόν ὁ λάκκος ἡμῖν. Ἀλλά ἕως μέν πρός εἴδησιν τήν ἐπί Θεῷ ὀρθῷ καί ἀκαταβιάστῳ κεχρήμεθα νῷ, κατευθύ τῆς ἀληθείας ἥξομεν», PG 69, 405D 408A. 16. Ὑπόμνημα εἰς τούς Ψαλμούς, «Τρεῖς εἰσιν οὗτοι θεῖοι σύμπαντες νόμοι εἷς μέν ὁ φυσικός ὁμοῦ καί δημιουργικός, καθ ὅν ἐκ τῆς συνειδήσεως καί ἐκ τῶν κτισμάτων, τό δέον γινώσκομεν, καί τόν Δημιουργόν ἐπιγινώσκομεν ἕτερος δέ ὁ γραπτός ὁ διά Μωσέως δοθείς καί τρίτος ὁ πνευματικός καί εὐαγγελικός Ἐπεί οὖν περί τοῦ νόμου τοῦ ἐκ τῆς δημιουργίας ἱκανῶς διέλαβεν ὁ Δαβίδ, καί ἔδειξεν ὅτι καί ὁ οὐρανός καί τό στερέωμα καί ἡμέρα καί νύξ καί ἥλιος τόν ποιήσαντα καταγγέλουσι, συμπεριέλαβε δέ καί τόν φυσικόν νόμον διά τῆς κτίσεως (ἕν γάρ ἐστι τῶν κτισμάτων καί ἡ φύσις), μεταβαίνει λοιπόν ἐπί τούς λοιπούς τόν τε γραπτόν καί τόν πνευματικόν, καί ἑκάτερον ὑποδιαιρεῖ εἰς ἐντολάς, καί νόμους, καί κρίματα, και μαρτυρίας, καί δικαιώματα», PG 69, 832AB. 18

ἀνθρώπου πρός τό Θεό, εἶναι ἐφικτή, δηλ. καθίσταται δυνατή, μόνο μέσω τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὅτι: «Ὁ δέ τοῦ Θεοῦ Λόγος φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον οὐ διδασκαλικῶς, καθάπερ ἄγγελοι τυχόν ἤ καί ἄνθρωποι ἀλλά μᾶλλον ὡς Θεός δημιουργικῶς ἑκάστῳ τῶν εἰς τό εἶναι καλουμένων σπέρμα σοφίας, ἤτοι θεογνωσίας ἐντίθησι, καί ρίζαν ἐμφυτεύει συνέσεως, λογικόν τε οὕτως ἀποτελεῖ τό ζῶον τῆς οἰκείας φύσεως μέτοχον ἀποδεικνύων καί τῆς ἀφράστου λαμπρότητος ὥσπερ τινάς ἀτμούς φωτοἰδεῖς ἐνιείς τῷ νῷ, καθ ὅν αὐτός οἶδε τρόπον τε καί λόγον» 17. Ὁ ἱερός πατέρας ὅμως δέν σταματᾶ ἐδῶ. Ἔχει μπροστά του τήν περιπέτεια τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί τίς συνέπειες τῆς πτώσης ὡς πρός τό κεφάλαιο τῆς ἀληθινῆς θεογνωσίας. Γνωρίζει ὅτι οἱ εἰδωλολάτρες λάτρευαν ὄχι τόν κτίστη καί δημιουργό ἀλλά τά δημιουργήματα. Ἐπίσης ὁ Ἰσραήλ παρ ὅτι σ αὐτόν ἀποκαλύπτεται ποικι λοτρόπως ὁ ἄσαρκος Λόγος, καί βρίσκεται ὑπό τήν παιδαγωγία τοῦ Νόμου, δέν ἔπαυσε στόν ἱστορικό βηματισμό του νά ἔχει παλινδρομήσεις πρός τήν εἰδωλολατρία. Τά ἱστορικά αὐτά γεγονότα τονίζει ὁ ἱερός πατέρας ὑπῆρξαν οἱ λόγοι, ὅπως ἐπίσης και μιά σειρά γεγονότων, πού σχετίζονταν μέ μία πνευματική παθολογία 18 τοῦ Βιβλικοῦ Ἰσραήλ, πού εἶχε προκύψει ἀπό τήν τόσων ἐτῶν δουλεία στήν Αἴγυπτο, ὅπου δέν ἦταν δυνατό κατά τήν ἄρρητη πρόνοια τοῦ Θεοῦ νά ὑπάρξει πληρότητα φανέρωσης τοῦ μυστηρίου τοῦ 17. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 1, PG 73, 128B. 18. Περί τῆς ἐν Πνεύματι καί ἀληθείας, 1, «φαμέν οὖν, ὅτι παιδαγωγίας ἔδει πολλῆς, καί ἀνατροφῆς τρόπον τινά νηπιοπρεποῦς, τοῖς ἐξ Αἰγύπτου λελυτρωμένοις. Παχύνοι γάρ ἦσαν ἔτι καί εὐπαράφοροι κομιδῇ πρός πᾶν ὁ, τιοῦν τῶν ἀπη χεστάτων. Δυσαπόνιπτον παντελῶς τήν φιλοσαρκίαν ἠρρωστήκασι καί δυσδια φύκτοις πάθεσιν ἐγκατειλημμένοις, ἀνέφικτόν πως ἦν ἔτι καί οὐχ ἕτοιμον ἑλεῖν τό εὐθύς ἀναθρώσκειν δύνασθαι πρός τό ἄγαν ἀστεῖον», PG 68, 141D 144A. Ὁμιλία Πασχάλιος. 16, 4, PG 77, 735D 756AB. 19

Τριαδικοῦ Θεοῦ, στό παλαιοδιαθηκικό στάδιο τῆς Ἀποκάλυψης. 19 Ἡ πληρότητα τῆς Ἀποκάλυψης, ἀλλά καί ἡ ὁριστική καί ἀναντικατάστατη φανέρωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, θά πραγματοποιηθεῖ μέ τήν ἔλευση τοῦ Θεανθρώπου. Ὁ κατά τρόπο μοναδικό και ὑπερφυή ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ καθιστᾶ δυνατή τήν πλήρη καί τέλεια Ἀποκάλυψη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στά πλαίσια καί τό ὅριο πού εἶναι ἐφικτά γιά τήν ἀνθρώπινη φύση. Χαρακτηριστικά ἀναφέρει ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός «εἰς τελείαν ἡμᾶς ἀνεκόμισε γνῶσιν. Πληρεστάτη γάρ γνῶσις ἡ περί Θεοῦ καί τῆς τῶν ὅλων ἀρχῆς, οὐκ ἐν τῷ εἰδέναι μόνον, ὅτι Θεός ἐστίν, ἀλλά ὅτι καί Πατήρ, καί τίνος ἐστί Πατήρ, συνεισβαίνοντος δηλονότι καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος» 20. Σέ σχέση μέ τήν παιδαγωγία τοῦ Νόμου καί τή συμβολή του στήν πληρότητα καί τή φανέρωση τῆς ἀληθινῆς θεογνωσίας, τονίζει ὁ ἱερός πατέρας: «ὥσπερ οὐδέν τετελείω κεν ὁ νόμος, παιδαγωγικόν εἰσφέρων τό μάθημα, καί οὐκ ἀρκοῦν εἰς κατόρθωσιν τῆς κατ εὐσέβειαν ἀρετῆς, οὕτως ἀτελῆ καί τήν περί Θεοῦ γνῶσιν ἐνετίθει, μόνης ἀφιστάς τῆς εἰς θεούς τούς ψευδωνύμους ἀγάπης, καί τόν ἕνα καί ἀληθινόν προσκυνεῖν ἀναπείθων» 21. Ἀντιθέτως, μέ τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου καλοῦνται στήν ἀληθινή θεογνωσία καί οἱ εἰδωλολάτρες «Κέκληνται μέν γάρ οἱ ἐξ ἐθνῶν ἐπί τήν τῆς ἀληθείας ἐπίγνωσιν, 19. Περί τῆς ἐν Πνεύματι καί ἀληθείας, 1, «Βραδύγλωσσος γάρ ὁ νόμος, πρός τό διαθροῦν εὖ μάλα τόν περί ὄντος λόγον οὔτε μήν οἷός τε μυσταγωγεῖν πρός τήν ἐν ἁγίᾳ Τριάδι προσκυνουμένην σεπτήν καί ἄρρητον φύσιν. Ἰσχνόφωνος δέ πρός τοῦτο, μόνοις τε καί μόλις τοῖς ἐξ Ἰσραήλ προσλαλεῖν δυνάμενος», PG, 68, 252A. 20. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 11, PG, 74, 500D. Ὑπόμνημα εἰς τόν προφήτην Ἠσαΐαν. 5,4, PG 70, 1321C 1324C. 21. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 9, PG 74, 500D 501A. 20

οὐ διά Μωσέως ἤ νόμου, δυνάμει δέ μᾶλλον τῇ τοῦ Θεοῦ καί Πατρός, ἀποκαλύπτονται τοῖς ἀγνοοῦσιν αὐτοῦ τήν ἰδίαν εἰκόνα, τουτέστι τόν Υἱόν κεκλημένους δέ καί ἁγίους ἐτίθει καταχρίων τῷ Πνεύματι» 22. Τό μυστήριον τῆς ἐνσάρκου Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ Λόγου σχετίζεται ἄμεσα καί ἀδιάρρηκτα με τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί ἰδίως μέ τήν ἀληθινή θεογνωσία, τήν ὁποία ὁ Χριστός μᾶς φανέρωσε. Ἡ ἀκριβής, λοιπόν, ὁμολογία καί λατρεία καί ἀποδοχή καί πίστη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ εἶναι καί γιά τόν ἅγ. Κύριλλο θεμελιώδης προϋπόθεση οἰκείωση τῆς ἑν Χριστῶ Ἰησοῦ σωτηρίας μας, καθώς, ὅπως χαρακτηριστικά ἐπισημαί νει ὁ ἱερός πατέρας ἐκφράζοντας τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας «ἵν οὕτως εἴπω, τῆς ἁγίας Τριάδος ἐστίν ἔργον ἡ καθ ἡμᾶς σωτηρία, καί ἡ ἐκ θανάτου πάλιν εἰς ζωήν ἐπάνοδος». 23 ΜΕΡΟΣ Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α. Ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου 1).Ὁ ἄνθρωπος ὡς δημιούργημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ Θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο οἰκοδομεῖ ὁ ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας τήν περί τοῦ ἀνθρώπου διδασκαλία του ἀποτελοῦν οἱ δύο ἀνθρωπολογικές διηγήσεις τῆς Γενέσεως μέ ἐπίκεντρο τό Γεν 1,26. Τό Γεν. 1, 26 ἔχει γιά τόν ἅγ. Κύριλλο Ἀλεξανδρείας, ὅπως καί γιά τούς πρό αὐτοῦ πατέρες 24, σαφῶς τριαδολογικό 22. Γλαφυρά εἰς τήν Ἔξοδον, 2, PG 69, 465B. 23. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 4, PG 73, 545C. 24. Ἡ Βίβλος τῶν θησαυρῶν, 1, PG 72, 25B. Κατά Ἰουλιανοῦ, 1, PG 76, 536BC. 537BC. 725CD. Πρβλ. ΑΓ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ ΛΥΩΝΟΣ, Ἔλεγχος καί ἀνατροπή τῆς ψευδωνύμου 21

χαρακτήρα. Τό ρῆμα «ποιήσωμεν» εἶναι ἀναμφίβολα δηλωτικό τοῦ ἑνός ἅμα καί Τριαδικοῦ Θεοῦ 25. Ὁ ἄνθρωπος, ὡς κορωνίδα καί ἐπιστέγασμα τοῦ ὅλου δημιουργικοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ἐκ τοῦ μή ὄντος εἰς τήν ὕπαρξη μέ ἰδιαίτερο τρόπο ἀπό τόν Τριαδικό Θεό. Βεβαίως, ἐν προκειμένω, ὁ ἱερός πατέρας δέ φιλοσοφεῖ. Ἀντιθέτως, ἡ ἑρμηνευτική αὐτή θεώρηση τοῦ Γεν. 1, 26 σημαίνει πρωτίστως γιά τόν ἅγ. Κύριλλο πίστη στά δεδομένα τῆς θείας Ἀποκάλυψης καί ἐμμονή στό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας 26. Ὁ τονισμός καί ἀπό τόν ἅγ. Κύριλλο ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι δημιούργημα ἁπλῶς τοῦ Θεοῦ ἀλλά τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, σχετίζεται καί μέ τό πλῆθος τῶν γνώσεως 4, 20, 1, PG 7, 1032AB. ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Κατά Ἀρειανῶν Λόγος Β, 31, PG 26, 212C. ΑΓ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις 10, 6. PG 33, 668. ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Περί κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου. 6, PG 41, 304C. P. BRATSIOTIS, «Genesis 1, 26 in der orthodoxe Theologie», στό Ev. Th. 2 (1952), 289 297. R. WILSON, Τhe Early History of the Exegesis of Gen 1, 26, στό Studia Patristica I (TU. 63) Berlin 1957, σσ. 420 425. 25. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 1, «Νυνί δέ τοῦτο μέν οὐκ εἰπών, πληθυντικῶς δέ διδούς ἀριθμῷ τήν ποίησιν καί, κατʹ εἰκόνα τήν ἡμετέραν, ἐπαγαγών ὁ τοῦ βιβλίου συγγραφεύς, μονονουχί λαμπρᾷ καί μεγάλῃ βοᾷ τῇ φωνῇ τήν ὑπέρ ἑνάδα τῆς ἁγίας Τριάδος ἀπαρίθμησιν», PG 73,36A. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν,1, «Ὁ μακάριος Μωσῆς τήν τοῦ ἀνθρώπου κατασκευήν ἐξηγούμενος, εἰσφέρει λέγοντα Θεόν Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατʹ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθʹ ὁμοίωσιν ἐν δέ τῷ λέγειν ἡμετέραν, πάλιν ἡ δυάς σημαίνεται συνόντος δηλονότι καί συνθεολογουμένου τοῦ Ἁγ. Πνεύματος», PG 75, 25Β. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν, 29, PG 75, 433B. 26. Κατά Ἰουλιανοῦ, 1, «Οὕτως ἡμᾶς ὁ πάνσοφος ἀληθῶς μεμυσταγώγηκε Μωσῆς, καί οὐχ ἕτερά τινα παρʹ αὐτόν πεφρονήκασιν οἱ μετʹ αὐτόν γεγονότες ἅγιοι προφῆται, καί ἀπόστολοι, καί εὐαγγελισταί. Εἷς καί ὁ αὐτός ἐν πᾶσι τῆς θεολογίας ὁρᾶται τρόπος, καί οὐκ ἄν τις εὕροι κατά τι γοῦν ὅλως ἀλλήλοις μεμαχημένους θεοκλυτήσαντες γάρ ἀληθῶς, τά ἐξ ἑνός λαλοῦσι τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καί πρός γε τοῦτο ἡμᾶς ἐνδοιάζειν οὐκ ἐᾷ, σαφέστατα λέγων ἐν αὐτοῖς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός «Οὐχ ἡμεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλά τό Πνεῦμα τοῦ Πατρός ἡμῶν τό λαλοῦν ἐν ὑμῖν». Τήν τοίνυν ἄνωθεν καί ἐκ τῶν ἁγίων Πατέρων καταβαίνουσαν εἰς ἡμᾶς περί Θεοῦ δόξαν οὐκ ἀπαράσημον ἔχοντες, ἐπʹ αὐτῇ καυχώμεθα», PG 76, 540CD. Πρβλ. Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἠσαΐαν, PG 70, 244Β. Βλ. ΠΑΝ.ΑΝΔΡΙΟΠΟΥ ΛΟΥ, Τό πρόβλημα τοῦ Ἱστορικοῦ Ἰησοῦ ἐν τῇ συγχρόνῳ ἑρμηνευτικῇ τῆς Καινῆς Διαθήκης ὑπό τό φῶς τῆς θεολογίας Κυρίλλου τοῦ Ἀλεξανδρείας,(διατρ. ἐπί ὑφηγεσίᾳ), Ἀθῆναι 1975, σσ. 259 266. 22

διαφορετικῶν ἀντιλήψεων, οἱ ὁποῖες ἀμφισβητοῦσαν τόν τριαδολογικό χαρακτήρα τοῦ Γεν. 1, 26. Σέ αὐτές τίς ἀντιλήψεις ὁ ἅγ. Κύριλλος ἀναφέρεται ἄμεσα ἤ ἔμμεσα ὁρμώμενος ἀπό διαφορετικό κίνητρο κάθε φορά, πλήν ὅμως μόνιμος στόχος του ἦταν ἡ καταγραφή καί ἡ ἀναίρεσή τους. Ἡ πρώτη μορφή ἀμφισβήτησης γιά τό ὅτι ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ ἀνθρώπου, προέρχεται ἀπό τόν χῶρο τοῦ ἰουδαϊκῆς παράδοσης. Σύμφωνα μέ τήν ἀντίληψη αὐτή, τήν ὁποία ὁ ἁγ. Κύριλλος γνωρίζει καί ἀναφέρει 27 στό Γεν. 1, 26 ὁ Θεός ἀπευθύνεται στούς ἁγίους ἀγγέλους. Ἡ δεύτερη μορφή ἀμφισβήτησης εἶχε ἐκφραστεῖ ἀπό διάφορους Γνωστικούς 28. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρουμε τό Σατορνεῖλο 29, ἐκπρόσωπο τοῦ Συριακοῦ Γνωστικισμοῦ, πού καί αὐτός ὑποστήριζε ὅτι μία ὁμάδα ἀγγέλων δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, καί τούς Μαρκίωνα 30 καί Μάνεντα 31, σύμφωνα μέ τούς ὁποίους ὁ 27. Κατά Ἰουλιανοῦ, 8, «Ἀλλʹ οὐδ ἄν ἀγγέλοις, ἤγουν δυνάμεσι λογικαῖς ἔφη Θεός «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατʹ εἰκόνα ἡμετέραν» εἴπερ ἐστί τῶν κτισμάτων, οὐσιωδῶς καί ἀπαραλλάκτως κατά ταυτόν οὐδέν» PG 76, 909D. Πρβλ.ΑΓ.ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ, Διάλογος πρός Τρύφωνα 62, 3, PG 6, 617ΑΒ. ΑΓ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Εἰς τήν Ἑξαήμερον Ὁμιλία 9, 6. PG 29, 205. ΑΓ.Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ὁμιλία εἰς τήν Γένεσιν 8, 2, PG 53, 71. ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥ, Εἰς τά ἄπορα τῆς Ἁγ. Γραφῆς. Εἰς τήν Γένεσιν, Ἐρώτησις 19, PG 80 101A. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΓΑΖΑΙΟΥ, Ὑπόμνημα εἰς τήν Γένεσιν, PG 87A, 108C. Μητρ. Βρεσθένης (Νῦν Ἀρχ. Ἀμερικῆς) ΔΗΜ. ΤΡΑΚΑΤΕΛΛΗ, Χριστός ὁ προϋπάρχων Θεός, ἔκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1992, σ. 111, ὑποσ. 3. 28. Κατά Ἰουλιανοῦ, 1. PG 76, 537D. Βλ. Πρωτ. ΘΕΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ, Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου κατά τόν ἅγιον Ἰωάννη Χρυσόστομον, ἐκδ. Βρυέννιος, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 75. 29. ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ, Κατά πασῶν αἱρέσεων ἔλεγχος 7, 28. PG 16, 3322ΑΒ. ΑΓ. ΕΠΙΦΑ ΝΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Πανάριον. Αἵρεσις 23, 1 2, PG 41, 297CD 300AB. J. P. STEFFES, Das Wesen der Gnostizismus und seine Verhältnis zum Kath. Dogma, Paderborn 1922, σσ. 81 83. 30. Γιά τό Μαρκίωνα ἐπιλεκτικῶς Βλ. Α. V. HARNACK, Das Evangelium vom Fremden Gott, (UT 45), Leipzig 1924 2. A. SALLES, Marcion und Klementinen, στό VC 12 (1958) 197 224. J. MOLTMANN, Der geschichtliche Hintergrund der Lehre Markions von «Fremden Gott», στο Fesfschrift Fϋr Biedermann, Wϋrzburg 1971, σσ. 15 42. B. ALAND, Marcion. Versuch einer neuen Interpretation, ZTh K 70 (1973) 420 447. 23

ἄνθρωπος ἦταν δημιούργημα τοῦ κακοῦ Θεοῦ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Νομίζουμε ὅτι στούς γραώδεις μύθους τῶν Γνωστικῶν ἀναφέρεται ὁ ἁγ. Κύριλλος σχετικῶς μέ τό Γεν. 1, 26, ὅταν τονίζει «οἱ δέ καίτοι δοκησισοφοῦντες ἄγαν, ὕθλους εἶναι οἴονται ταυτί, καί διά πλείστην ὅσην ἐμβροντησίαν, ἀπρόσβλητον τῆς ἀληθείας ἔχοντες τό φῶς, ψευδωνύμοις τισί καί νόθοις θεοῖς εἰπεῖν αὐτόν ἴσως διατείνονται τήν φωνήν» 32. Ἡ τρίτη μορφή ἀμφισβήτησης εἶχε προέλθει ἀπό τόν Ἄρειο καί τούς ὁμόφρονές του, τούς Εὐσέβιο Νικομηδείας καί Ἀστέριο σοφιστή 33, καί βεβαίως, ἀπό τόν Εὐνόμιο 34. Εἶναι γνωστό ὅτι γιά τούς Ἀρειανούς κάθε ἀπόχρωσης, 35 ὁ Υἱός ἦταν τό πρῶτο ἔξοχο 31. Γιά τό Μάνεντα ἐπιλεκτικῶς Βλ. A. BÖHLIG, Manichäismus, TRE XII, 25 45. Der Manichäismus, (ἐκδ. G. WIDENGREN), Darmstadt 1977. G. WIDERGREN, Der Manichäismus. Kurzgefaβte Geschichte der ProblemForschung, στό GNOSIS, Festschrift fϋr H. JONAS (Hrg B. ALAND), Göttingen 1978, σσ. 278 315. 32. Κατά Ἰουλιανοῦ, 1, PG 76, 537D. Πρβλ. «ἔκτοπον δέ καί ἑτέρως τό θεοῖς ἑτέροις εἰπεῖν οἴεσθαι τόν τῶν ὅλων Βασιλέα καί Κύριον «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατʹ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθʹ ὁμοίωσιν», PG 76, 540A. 33. ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Κατά Ἀρειανῶν Λόγος B, 24, «Θέλων ὁ Θεός τήν γενητήν κτίσαι φύσιν, ἐπειδή ἑώρα μή δυναμένην αὐτήν μετασχεῖν τῆς τοῦ Πατρός ἀκράτου χειρός, καί τῆς παρʹ αὐτοῦ δημιουργίας, ποιεῖ καί κτίζει πρώτως μόνος μόνον ἕνα, και καλεῖ τοῦτον Υἱόν καί Λόγον, ἵνα, τούτου μέσου γενομένου, οὕτω λοιπόν καί τά πάντα διʹ αὐτοῦ γενέσθαι δυνηθῇʺ. Ταῦτα οὐ μόνον εἰρήκασιν, ἀλλά καί γράψαι τετολμήκασιν Εὐσέβιός τε καί Ἄρειος, καί ὁ θύσας Ἀστέριος», PG 26, 200A. Βλ. A. GRILLMEIER, Jesus der Christus im Glauben der Kirche, Τομ. 1, Herder, Freiburg Basel Wien 1990 3, σσ. 371 372. 34. ΕΥΝΟΜΙΟΥ, Ἀπολογητικός, PG 30, 852A. ΑΓ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Κατʹ Εὐνομίου 2, 20, PG 29, 613D. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ, Ἡ Βίβλος τῶν θησαυρῶν, 19, PG 75, 317BC. 321 324A. Βλ. Μ. ΟΡΦΑΝΟΥ, Ὁ Υἱός καί τό Ἁγ. Πνεῦμα., ὅπ.π., σσ. 59 63. Γ. ΜΑΡΤΖΕΛΟΥ, Οὐσία καί ἐνέργειαι τοῦ Θεοῦ, ὅπ.π., σ. 101. Ν. ΞΙΩΝΗ, Οὐσία καί ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ὅπ.π,, σσ. 128 146. 35. ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Περί τῶν γενομένων ἐν τῇ Ἀριμίνῳ τῆς Ἰταλίας καί ἐν Σελευκείᾳ τῆς Ἰσαυρίας συνόδων, 27, PG 26, 736C. A. V. HARNACK, Dogmengeschichte, J. C. B. Mohr, Tϋbingen 1991 8, σ. 215. Δ. ΛΙΑΛΙΟΥ, Ἑρμηνεία τῶν 24

κτίσμα, τό ὁποῖο χρησιμοποίησε ὁ Θεός ὡς ὑπουργό γιά τήν καθόλου δημιουργία, ὅπως ἐπίσης καί γιά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Στά ἔργα του ὁ ἅγ. Κύριλλος ἀναφέρεται στίς ἀντιλήψεις αὐτές τῶν Ἀρειανῶν, 36 καί στή συνέχεια τίς ἀναιρεῖ μέ τήν ὀξύνοια πού τόν διέκρινε. Τήν ἴδια περίοδο, ὁ τριαδολογικός χαρακτήρας τοῦ Γεν. 1, 26 θά ἀμφισβητηθεῖ καί ἀπό τούς Πνευματομάχους, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ ἅγ. Ἀθανάσιος, καθώς θεωροῦσαν τό Πανάγιο Πνεῦμα κτίσμα 37 καί ὡς ἐκ τούτου τό ἐξαιροῦσαν ἀπό τή θεότητα. Ὅμως, ἐπειδή καί κατά τόν ἅγ. Κύριλλο «μία γάρ Πατρός καί Υἱοῦ καί Ἁγίου Πνεύματος ἡ θεότης» 38, γιʹ αὐτό «ἐν δέ τῷ λέγειν, ἡμετέραν, πάλιν ἡ δυάς σημαίνεται συνόντος δηλονότι καί Δογματικῶν καί Συμβολικῶν μνημείων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1992, τόμ. Α, σσ. 52 54. 36. Ἡ Βίβλος τῶν θησαυρῶν, 4, «Εἰ καθάπερ λέγειν τολμῶσιν Ἀρειανοί, ὄργανον ἑαυτῷ ὁ Πατήρ τόν Υἱόν κατεσκεύασε, χρησιμεῦσαι δυνάμενον εἰς τήν τῶν ὄντων δημιουργίαν, διά τε ταύτην τήν αἰτίαν ἐκ τοῦ μή ὄντος αὐτόν εἰς τό εἶναι παρήγαγε, λεγέτωσαν ἡμῖν εἰ ὁ ὤν τοῦ μή ὄντος ἔχρηζε; Τί οὖν ἄρα ἔσται μεῖζον; τό ἐν χρείᾳ τινός καθεστηκός, ἤ τό τήν χρείαν ἀναπληρῶσαι δυνάμενον;», PG 75, 53A. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 1, «Ἔξεστι γάρ ἐν τούτῳ δή μάλιστα καταθεᾶσθαι σαφῶς οὐδέν ἐν Υἱῷ ταπεινόν, ὡς ἐν ὑπουργῷ κατά τόν ἐκείνων λόγον οὐ γάρ Ποίησον ἄνθρωπον, ἐπιτάττει τῷ Λόγῳ ὁ Θεός καί Πατήρ», PG 73, 84D. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν,1, PG 75, 25B. 37. ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Ἐπιστολή A πρός Σεραπίωνα Θμούεως, 1 2, PG 26, 532A 533C. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Ὁ Πρός τούς Ἀντιοχεῖς τόμος, 3, PG 26, 800AB. Γιά τίς ἀντι λήψεις τῶν Πνευματομάχων ἐκτενῶς Βλ. H. DÖRRIES, De Spiritu Sancto. Der Beitrag des Basilius zum Abschluβ des trinitarischen Dogmas, Göttingen 1956, σσ. 94 102. W. HAUSCHILD, Die Pneumatomachen. Eine Untersuchung zur Dogmengeschichte des vierten Jahrhunderts, Hamburg 1967. M. TETZ, Über nikänische Orthodoxie. Der sogenante Tomus ad Antiochenos des Athanasius von Alexandrien, ZNW 66 (1975) 194 222. ΜΑΡΚ. ΟΡΦΑΝΟΥ, Ὁ Υἱός καί τό Ἁγ. Πνεῦμα., ὅπ.π, σσ. 113 167. 38. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 7, PG 74, 29C. 25

συνθεολογουμένου τοῦ ἁγ. Πνεύματος» 39 στή δημιουργία καί τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ τέταρτη μορφή ἀμφισβήτησης ἔχει ἰδιάζοντα χαρακτήρα καί τοῦτο γιατί δέ σχετίζεται μέ τήν ἀμφισβήτηση τοῦ τριαδολογικοῦ χαρακτήρα τοῦ Γεν. 1, 26 ἀλλά ἀφορᾶ στήν ἀπόρριψη ὁλόκληρης τῆς Βιβλικῆς ἱστορίας σχετικῶς μέ τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτή προέρχεται ἀπό τόν χῶρο τῆς εἰδωλολατρίας καί συγκεκριμένα ἀπό τόν Ἰουλιανό τόν Παραβάτη. Στό «κατά Γαλιλαίων» 40 ἔργο του ὁ Ἰουλιανός, τοῦ ὁποίου ἐκτενή ἀποσπάσματα διασώζει καί ἀναιρεῖ ὁ ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, 41 ἕνα ἀπό τά σημεῖα τά ὁποῖα ἀμφισβήτησε ἦταν καί ἡ σχετική ἀφήγηση τῆς Γενέσεως για τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου 42. Ὡς ἀντίποδα στή βιβλική ἀφήγηση πρότεινε ἕνα πλατωνικό ἀπόσπασμα σχετικό μέ τό ἴδιο θέμα 43. 39. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν, 1, PG 75, 25B. Πρβλ. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 2, «Ὅτι δέ διά τοῦ Πνεύματος εἰς εἰκόνα τήν θείαν κατεσφραγίζετο, πάλιν αὐτός ἡμᾶς ἐδίδαξε εἰπών καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς». Ὁμοῦ γάρ καί ζωήν ἐνετίθει τό Πνεῦμα τῷ πλάσματι, καί τούς ἑαυτοῦ χαρακτῆρας θεο πρεπῶς ἐνεσήμαινεν». PG 73, 204D. 40. K. J. NEUMANN E. NESTLE, Juliani imperatoris librotum contra Christianos quae supersunt. (Scriptorum graecorum qui Christianam impuauerunt religionem quae supersunt), Fasc 3, Teubneri, Lipsiae 1880. Τό ἐν λόγω ἔργο τοῦ Ἰουλιανοῦ ἐχει ἐπανεκδοθεῖ ἐσχάτως ἀπό τίς ἐκδόσεις ʺΘύραθεν ἐπιλογήʺ πού ἔχουν νεοπαγανιστική κατεύθυνση. Στήν εἰσαγωγή τῶν ἐν λόγω ἐκδόσεων, λόγω τοῦ μίσους τῶν συγχρόνων νεοπαγανιστῶν κατά τοῦ ἁγ.κυρίλλου, χαρακτηρίζεται ὁ ἱερός πατέρας ὡς <<κοινός ἐγκληματίας>>. Βλ.ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ, Κατά Χριστιανῶν Μισοπώγων, Ἔκδοση γιά τήν ἀποκατάσταση τοῦ Ἰουλιανοῦ, ἔκδ. Θύραθεν ἐπιλογή, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 20. 41. Ὑπέρ τῆς τῶν χριστιανῶν εὐαγοῦς θρησκείας πρός τά τοῦ ἐν ἀθέοις Ἰουλιανοῦ αὐτοκράτορος, Λόγοι 10, PG 76, 504 1064. 42. Κατά Ἰουλιανοῦ, 2, PG 76, 589BCD. Πρβλ. ΜΑΡΚΟΥ ΟΡΦΑΝΟΥ, Ἀντιρρήσεις ὡς πρός τήν χρησιμότητα τοῦ χριστιανικοῦ Πνεύματος εἰς τήν παιδείαν, Ἀθῆναι 1985, σσ. 18 19. 43. ΠΛΑΤΩΝΟΣ, Τίμαιος 41a d. Βλ. Ν. ΜΑΤΣΟΥΚΑ, Ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1993 5, σσ. 161 164. ΑΝΤ. Γ. ΜΠΑΪΡΑΚΤΑΡΗ, Πλατωνική 26

Ἡ ἀναίρεση ἀπό τόν ἅγ. Κύριλλο καί αὐτῆς τῆς ἄποψης τοῦ Ἰουλιανοῦ εἶναι ἐκτενέστατη 44. Ὁ ἰσχυρισμός αὐτός τοῦ Ἰουλιανοῦ σήμαινε γιά τόν ἅγ. Κύριλλο ἀπόρριψη καί περιφρόνηση τῆς ἐν Χριστῶ Ἰησοῦ θείας Ἀποκαλύψεως. Ταυτοχρόνως, ὅμως, ἤγειρε ἀξιώσεις ἀληθείας καί ἀνώτερης ἀξιοπιστίας ἀπό τήν Ἁγ. Γραφή, ἐπικαλούμενος φιλοσοφικά διανοήματα περί Θεοῦ καί ἀνθρώπων, πού ὡς θεμέλιο εἶχαν τόν στερούμενο ἀπολύτως ἀληθινῆς θεογνωσίας μεταπτωτικό ἄνθρωπο 45 καί δέν ἔπαυαν νά εἶναι τό ἰδεολογικό πλαίσιο τῆς ἐθνικῆς θρησκείας ὡς λατρείας δαιμόνων. Ὁ Ἰουλιανός ἐπιχείρησε ἐν προκειμένω νά ἀντικαταστήσει τήν ἐν Ἁγίω Πνεύματι διδαχή τῆς Ἐκκλησίας μέ φιλοσοφικό στοχασμό. 46 καί Παύλειος θεολογία. Θεός καί ἀγαθόν παρά Πλάτωνι καί Παύλῳ, (διδ. διατριβή), Ἀθῆναι 1960, σσ. 61 71. 44. Κατά Ἰουλιανοῦ,, 2, PG 76, 589D 600B. Ἕνας ἐπιπλέον λόγος εἶναι κατά τόν π. G. Florofsky τό ὅτι «Τά βιβλία τοῦ Ἰουλιανοῦ διατηροῦσαν προφανῶς τή δημοτικότητά τους στίς ἀρχές τοῦ πέμπτου αἰώνα». Βλ. G. FLOROFSKY, Οἱ Βυζαντινοί Πατέρες τοῦ 5 ου αἰώνα, (μετ. Π. Πάλλη), ἐκδ. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 484. 45. Ὑπόμνημα εἰς τόν Ἠσαΐαν,4, «Πρό μέν γάρ τῆς τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ἐπιδημίας, κτηνῶν ἀλόγων διενεγκόντες οὐδέν οἱ ἐπί τῆς γῆς, ἀμαθίᾳ πολλῇ συζῶντες ἐφαίνοντο, κεκράτηντο δέ καί ἀγνωσίᾳ καί σκότῳ, καί δεδουλεύκασι τοῖς κοσμοκράτορσι τοῦ αἰῶνος τούτου, καί τοῖς τοῦ διαβόλου θελήμασι τόν τῆς ἑαυτῶν διανοίας ὑπενεγκόντες αὐχένα», PG 70, 829BC. Ὁμιλία Πασχάλιος 16, 3, «Ἀχλύϊ μέν γάρ καί σκότῳ τά πάντα κατείληπτο καί ὥσπερ τινά χειμῶνος κατήφειαν ἁπάσης, ὡς ἔπος εἰπεῖν, κατεσκέδασε τῆς ὑπʹ οὐρανόν ὁ πολυκέφαλος δράκων, τουτέστιν ὁ Σατανᾶς καί ἀποψύχων εἰς νέκρωσιν τόν ἑκάστου νοῦν, ἀνοσίων ἐπιτηδευμάτων ἐθελουργούς ἐπετέλει τούς ἐπί τῆς γῆς», PG 77, 752D. 46. Ἀντιθέτως, σύμφωνα μέ τόν καθηγητή ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, «Ὁ Χριστιανισμός ἀπέρριψε τή θεολογίαʺ τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ὄχι μόνο στίς αὐτοδύναμες νοησιαρχικές μεταφυσικές ἀναζητήσεις, ἀλλά καί στίς ἱστορικές θεολογικές συζεύξεις της μέ τήν ἐθνική θρησκεία, πού εἶχαν διαποτίσει τή φιλοσοφική γραμματείa τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ἤτοι ἀντικατέστησε τή φιλοσοφική μεταφυσική ἀναζήτηση καί στίς ἱστορικές τίς θρησκειακές ἐφαρμογές μέ τό περιεχόμενο τῆς Χριστιανικῆς ἀποκαλύψεως καί θεολογίας». ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, Δομές τῆς Ἑλληνο χριστιανικῆς Παραδόσεως, στό Oecumenica et Patristica, Festschrift Für W. Scheemelcher zum 75 Geburstag, (ἐκδ. Von Damaskinos Papandreou, Wolfgang A. Bienert, Knut Schäferdiek), Chambésy Genf 1989, σ. 355. 27

Ἔχοντας ἐπισημάνει ὁ ἅγ. Κύριλλος τίς ἀποκλίσεις ἀπό τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας τῶν διαφόρων αἱρετικῶν ὁμάδων σχετικά μέ τό ζήτημα αὐτό, ὅπως καί τίς παρερμηνεῖες τῆς θεμελιώδους ἁγιογραφικῆς μαρτυρίας τοῦ Γεν. 1, 26, θά τεκμηριώσει τή θέση του ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στηρίζοντάς την στή θεμελιώδη ἀρχή τῆς διακρίσεως ἀκτίστου θείας οὐσίας καί ἀκτίστου θείας ἐνεργείας. 47 Καί γιά τόν ἅγ. Κύριλλο, «τό μέν ποιεῖν, ἐνεργείας ἐστί, φύσεως δέ τό γεννᾷν. Φύσις δέ καί ἐνέργεια οὐ ταυτόν οὐκ ἄρα τῷ γεννᾷν τό ποιεῖν ταυτόν ἔσται». 48 Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Υἱός καί τό Πανάγιο Πνεῦμα, λόγω τῆς κοινῆς φύσης μέ τό Θεό Πατέρα εἶναι συνδημιουργοί καί ὄχι ὄργανα ὑπηρετικά τῆς θείας βούλησης. Ἀντιθέτως, ἐπειδή ἡ ἐνέργεια εἶναι γνώρισμα της θείας φύσης καί τά τρία θεῖα πρόσωπα εἶναι τῆς αὐτῆς ἀκτίστου, ἁπλῆς, ἀδιαιρέτου θείας φύσης, διά τῆς ad extra ἐκδηλουμένης κοινῆς ἄκτιστης ἐνέργειάς τους δημιουργοῦν τόν ἄνθρωπο καί σύμπασα τή δημιουργία. Ἐπʹ αὐτοῦ εἶναι σαφέστατη καί χαρακτηριστική ἡ θέση τοῦ ἱεροῦ πατρός: «Τά δέ τῆς ἐνεργείας ἔργα καί ποιήματα διʹυἱοῦ ἐν Πνεύματι γεγονότα καί οὕτως ἐκ Θεοῦ νοούμενα» 49 καί ἀλλοῦ «Μωσῆς μέν γάρ ὁ θεσπέσιος, τήν 47. VL. LOSSKY, Ἡ Θέα τοῦ Θεοῦ, (μετάφραση Ἀρχιμ. Μελετίου Καλαμαρᾶ), ἐκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1973, σσ.131 135. Πρβλ. Μητρ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ ΜΠΟΥ ΛΟΒΙΤΣ, Τό μυστήριον τῆς ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι διακρίσεως τῆς θείας οὐσίας καί ἐνεργείας κατά τόν ἅγιον Μᾶρκον Ἐφέσου τόν Εὐγενικόν, (Ἀναλ. Βλατ. 39). ἐκδ. Πατριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1983, σσ. 142. 149, ὑποσ. 29. G. FLOROFSKY, Ἁγία Γραφή Ἐκκλησία Παράδοσις, (Μετάφραση Δημ. Τσάμη), ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1976, σσ. 162 163. 48. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν, 18, PG 75, 312C. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν,31, PG 75, 452BCD. 453BC. 49. Ἡ Βίβλος τῶν Θησαυρῶν, 33, PG 75, 565C. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 1, PG 73, 84CD. G. FLOROFSKY, Οἱ Βυζαντινοί Πατέρες τοῦ 5 ου αἰώνα, ὅπ.π, σσ. 489. 493 494. 28

τοῦδε τοῦ κόσμου ποίησιν ἐξηγούμενος οὐχ ἑνί προσώπῳ τήν δημιουργίαν ἀνετίθει γράφων καί εἶπεν ὁ Θεός ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατʹ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθʹὁμοίωσιν. Καί διά μέν τοῦ ποιήσωμενʺ καί καθʹ ὁμοίωσιν ἡμετέρανʺ εἰπεῖν, ἡ ἁγία Τριάς σημαίνεται. Δεδημιούργηκε γάρ καί πρός τό εἶναι τά πάντα κέκληκεν ὁ Πατήρ, διʹ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι» 50. Δέν εἶναι ἐξάλλου τυχαῖο ὅτι ἀργότερα ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὡς ὁ κατʹ ἐξοχήν ἐκφραστής καί ὑπέρμαχος τοῦ φρονήματος τῆς Ἐκκλησίας γιά τό θέμα τῆς διακρίσεως οὐσίας καί ἐνεργείας, ἐπικαλεῖται ἀποσπάσματα 51 ἀπό τά ἔργα τοῦ ἁγ. Κυρίλλου, τά ὁποῖα στό μεγαλύτερο μέρος τους σχετίζονται μέ τίς προϋποθέσεις κατανόησης τῶν θέσεων τοῦ ἁγ. Κυρίλλου σχετικῶς μέ τή δημιουργία. 2). Τό ʺ κατʹ εἰκόναʺ καί τό ʺ καθʹ ὁμοίωσιν ʺ Ἀφοῦ ἐξετάσαμε βασικές πτυχές τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγ. Κυρίλλου σχετικῶς μέ τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητο νά ἀσχοληθοῦμε καί μέ μία ἐπιπλέον βασικότατη πλευρά τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν «κατʹ εἶκόνα καί καθʹὁμοίωσιν» θεοῦ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Τριαδικό Θεό 52 (Γεν. 1,26 27, 2. Σοφ. Σειράχ 17, 2 4. Σοφ. Σολομ. 2,23). 50. Ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ἰωάννην, 11, PG 75, 500C. Περί τῆς ἁγίας καί ὁμοουσίου Τριάδος, Λόγος 3, PG 75, 805CD. 51. ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, Λόγος ἀποδεικτικός Β, 20, ἐκδ. Β. Βοbrinsky, ΓΠΣ, τόμος Α, σελ. 96. Περί θείας καί θεοποιοῦ μεθέξεως 13, ἐκδ. Γ. Μανταρίδη, ΓΠΣ, τόμος Β, σελ. 149. Διάλογος ὀρθοδόξου καί Βαρλααμίτου, 35, ἐκδ. Γ. Μανταρίδη, ΓΠΣ, τόμος Β, σελ. 198. Ἀναίρεσις γράμματος Ἰγνατίου, 28, ἐκδ. Β. Ψευτογκᾶ, ΓΠΣ, τόμος Β, σελ. 644. Κατά Γρηγορᾶ, Β 32, ἐκδ. Π. Χρήστου, ΓΠΣ, τόμος Δ, σελ. 289. Κεφάλαια ἑκατόν πεντήκοντα, 115 116, ἐκδ. Π. Χρήστου, ΓΠΣ τόμος Ε, σελ. 99 100. 52. Τή σπουδαιότητα τοῦ ἐν λόγω θέματος τονίζοντας ὁ καθηγητής κ. Ι. ΚΑΡΑΒΙ ΔΟΠΟΥΛΟΣ ἀναφέρει «Ἀναντίρρητον πάντως τυγχάνει τό γεγονός ὃτι ὑπό τάς δύο 29