Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

Σχετικά έγγραφα
Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 12η Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Άρειος Πάγος Αποχώρηση λόγω συνταξιοδότησης και ύψος αποζημίωσης.

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

670/2012 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Ο

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην οικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

Αυτόματη μετάφραση Automatic translation (Google translate) << Επιστροφή. Αριθμός 272/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ.

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

ΑΠ 686/2017 Μη μείωση αποζημίωσης απόλυσης λόγω συνταξιοδότησ

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 175/2013 Εργασία και έκτη ημέρα την εβδομάδα σε επιχειρήσεις με καθεστώς πενθήμερης εργασίας

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

1 of 6 18/4/2017 2:30 μμ

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 17 Ιανουαρίου 2001, με την παρουσία και της γραμματέως Δήμητρας Φαραγγά, για να δικάσει μεταξύ:

Published on TaxExperts (

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 310/2011

Άρειος Πάγος ΥΠΕΡΩΡΙΑ & ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/5/2007 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Εφετείο Αθηνών.

Άρειος Πάγος Β2 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1370/2010

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 873/2009

7/2009 ΑΠ ( ) Αριθμός 7/2009 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1` Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 1608/2007 Δ Πολιτικό Τμήμα [Δημοσίευση: ΝοΒ 56 (2008) σελ. 409]

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Αριθμός 1625/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2` Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

Χαρακτηρισμός εργασίας ως εξαρτημένης. Προϋποθέσεις - Μίσθωση έργου και έλλειψη εξαρτήσεων από τον κύριο του έργου.

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1-4, 4 παρ. 1 α, 6 παρ. 1, 12παρ.1, 13 παρ. 1, 2 και 3,

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Ιανουαρίου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Γιαννέλη, για να δικάσει μεταξύ :

Απόφαση υπ αριθ. 1927/2014 του Γ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ

ΣτΕ 1961/2014 Η απαρίθμηση των περιπτώσεων παροχών, οι οποίες, κ

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Απριλίου 2013, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Του αναιρεσείοντος:..., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Έλλη Ρούσσου.

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Θεμέλη,

Άρειος Πάγος 179/2016 Πότε δεν θεωρείται καταχρηστική η καταγγελία σύμβασης εργασίας

Άρειος Πάγος /06/ Σύμβαση μελέτης. προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

Αρείου Πάγου 173/2016 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Πηγή: ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. B2' Πολιτικό Τμήμα

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

Περίληψη ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Τακτική Ολομέλεια Αριθμός 23/2007 (Δημοσίευση ΝοΒ 2007 σελ. 1852)

Άρειος Πάγος Β2' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 93/2009

Published on TaxExperts (

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 26 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει μεταξύ:

1. ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ 1. ΚΑΡΑΜΑΡΟΥΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. ο Πρόεδρος-Δήμαρχος κήρυξε την έναρξη της συνεδρίασης.

Πηγή: ΕΕΔ Τόμος 73/2014, Σελ. 460

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

Αριθµός 1321/2004 ΤΟ ΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. ` Πολιτικό Τµήµα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Newsletter 9/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Εργατικό Ατύχημα και αποζημίωση

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Newsletter 4/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-67 [ 2 ]

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Μαΐου 2012, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει μεταξύ:


Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία " ", που εδρεύει. στη και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2313-1/

ΣτΕ 1325/2000. Γ ι α να δικάσει την από 14 Ιανουαρίου 1999 αίτηση :

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

Της αναιρεσείουσας: Μ. Α. του Σ., κατοίκου... Παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Ρήγο.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

Newsletter 03-04/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

ΕΕμπΔ 2014 σελ. 627, με παρατηρήσεις Δ.Τζάκα σελ. 631 Απόφαση 201 / 2014

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

Άρειος Πάγος Εκείνος που εκδίδει ακάλυπτη επιταγή, ζημ

αποφ. Αρ. Παγου

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Αριθμός απόφασης 2/2013

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Newsletter 01-02/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Αριθμός 63/2013 ΑσΜ 482/2012 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

Αριθμός 414/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. A2' Πολιτικό Τμήμα

Transcript:

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Θεόδωρο Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω κωλύματος του Αντιπροέδρου), Ιωάννη Δαβίλλα, Γεώργιο Αμελαδιώτη, Γεώργιο Χλαμπουτάκη και Γεώργιο Καράμπελα, Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 24ην Μαϊου 2005, με την παρουσία και της Γραμματέως Ακριβής Παπαπαναγιώτου, για να δικάσει μεταξύ : Της αναιρεσείουσας-καθής η κλήση : Της ".", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Μανιάτη. Των αναιρεσιβλήτων-καλούντων :, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Στυλιανό Βλαστό, βάσει δηλώσεως κατ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 12-12-1997 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις : 2358/2000 οριστική του ίδιου δικαστηρίου και 6790/2001 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζήτησε η αναιρεσείουσα με την από 28 Απριλίου 2002 αίτησή της, επί της οποίας εκδόθηκε η 1317/2004 απόφαση του Αρείου Πάγου που κήρυξε τη συζήτηση απαράδεκτη. Την υπόθεση επαναφέρουν προς συζήτηση οι καλούντες με την από 21-12-2004 κλήση τους. Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Γεώργιος Αμελαδιώτης ανέγνωσε την από 6 Οκτωβρίου 2003 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη όλων των λόγων της αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως και την καταδίκη των αντιδίκων στη δικαστική δαπάνη. ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Ι ΙΙ. Κατά το άρθρο 250 αρ. 17 του Αστ. Κωδ. σε πέντε χρόνια παραγράφονται οι αξιώσεις των κάθε είδους μισθών, των καθυστερουμένων προσόδων, συντάξεων, διατροφής και κάθε άλλης παροχής που καταβάλλεται περιοδικά. Και κατά το άρθρο 254 του ιδίου Κώδικα, αν πρόκειται για περιοδικές παροχές που οφείλονται αυτοτελώς και δεν εξαρτώνται από κεφάλαιο, η παραγραφή του καθολικού δικαιώματος αρχίζει από το χρονικό σημείο που η πρώτη καθυστερούμενη περιοδική δόση έγινε απαιτητή. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι προκειμένου για περιοδικές παροχές, που δεν εξαρτώνται από κεφάλαιο (όπως λ.χ. οι τόκοι) αλλά απορρέουν αμέσως από νόμο ή δικαστική απόφαση ή δικαιοπραξία, υπάρχουν δυο αξιώσεις, ήτοι: α) αξίωση από το νόμο ή τη δικαστική απόφαση ή τη δικαιοπραξία προς λήξη περιοδικών παροχών και β) χωριστή και αυτοτελής αξίωση για λήψη συγκεκριμένης περιοδικής παροχής. Για την πρώτη ισχύει η γενική εικοσαετής παραγραφή, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο (Α.Κ. 249) και για τη δεύτερη η πενταετής παραγραφή του άρθρου 250 Α.Κ. Εάν παραγραφεί η κυρία αξίωση, δηλ. το καθολικό δικαίωμα για λήψη περιοδικών παροχών, συμπαραγράφονται και οι παρεπόμενες αυτοτελείς αξιώσεις για λήψη των επιμέρους παροχών έστω και αν γι' αυτές δεν έχει συμπληρωθεί η πενταετής παραγραφή (Α.Κ. 274). Ειδικότερα επί συμβάσεως παροχής εξαρτημένης εργασίας ο μισθωτός έχει κατά του εργοδότη δυο δικαιώματα, ήτοι: α) το δικαίωμα για λήψη των περιοδικώς καταβαλλομένων

μισθών και πάσης φύσεως επιδομάτων, που απορρέει από την ατομική σύμβαση εργασίας του, τις κανονιστικές διατάξεις των Συλλ. Συμβ. Εργασίας και το νόμο και β) το δικαίωμα για λήψη κατά ορισμένη χρονική περίοδο (εβδομάδα, 15ήμερο, μήνα κλπ) ορισμένου χρηματικού ποσού ως μισθού για την παρασχεθείσα εργασία του κατά την εν λόγω χρονική περίοδο, το οποίο (δικαίωμα) πηγάζει από το προαναφερθέν καθολικό δικαίωμα του προς λήψη περιοδικών μισθών. Το πρώτο δικαίωμά του, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο, υπόκειται σε εικοσασετή παραγραφή, η οποία αρχίζει από το χρονικό σημείο κατά το οποίο κατέστη απαιτητός ο πρώτος μισθός, δηλαδή, εάν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή συνήθεια, από το τέλος του ορισμένου κατά τη διάρκεια της συμβάσεως για τον υπολογισμό του μισθού χρονικού διαστήματος που έπρεπε να καταβληθεί ο πρώτος μισθός (Α.Κ. 655). Και το δεύτερο για λήψη αυτοτελούς μισθού για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που παρείχε την εργασία του, υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, η οποία αρχίζει από τη λήξη του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου γεννήθηκε και κατέστη απαιτητή η αξίωση του για καταβολή του συγκεκριμένου αυτοτελούς μισθού. Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφαση του, όπως από αυτή και την ενσωματωθείσα σ' αυτήν υπ' αριθμ. 2358/2000 πρωτόδικη απόφαση προκύπτει, δέχθηκε τα ακόλουθα: Οι αναιρεσίβλητοι σε εκτέλεση αντιστοίχων συμβάσεων παροχής εξαρτημένης εργασίας απησχολούντο στην αναιρεσείουσα. Αυτοί μέχρι τις 31.12.1973 ειργάζοντο ως καταμετρητές σε θέσεις της τέως HEAP (την οποία διαδέχθηκε η αναιρεσείουσα) και πραγματοποιούσαν μετρήσεις των ενδείξεων των μετρητών ηλεκτρικού ρεύματος. Στη συνέχεια μετετάγησαν και σε άλλες κατηγορίες. Με την από 6.7.1990 Επιχ. Συλλ. Συμβ. Εργασίας παρεσχέθη το επίδομα μέσου όρου ενδείξεων και στους καταμετρητές οι οποίοι είχαν υπηρετήσει με την ιδιότητα αυτή σε θέσεις της πρώην ΗΕΑΠ, πραγματοποίησαν καταμετρήσεις μέχρι 31.12.1973 και στη συνέχεια μετετάγησαν σε άλλες κατηγορίες. Έτσι και οι αναιρεσίβλητοι έχουν αξίωση για λήψη του εν λόγω επιδόματος. Η αξίωση αυτή αποτελεί το καθολικό δικαίωμα για λήψη των περιοδικώς καταβαλλομένων επιδομάτων μέσου όρου ενδείξεων και υπόκειται σε εικοσαετή παραγραφή. Και, αφού η αξίωση αυτή γεννήθηκε με την υπογραφή και κατάθεση της ανωτέρω Ε.Σ.Σ.Ε. (έτος 1990), η δε αγωγή επιδόθηκε στην αναιρεσείουσα στις 17 Δεκεμβρίου 1997, δεν αποσβέσθηκε λόγω παραγραφής, ενόψει του ότι από τη γένεση του δικαιώματος (1990) και μέχρι την άσκηση της αγωγής (17.12.97) δεν παρήλθε χρόνος μεγαλύτερος της εικοσαετίας. Και με τις παραδοχές αυτές απέρριψε την ένσταση της αναιρεσείουσας περί παραγραφής του καθολικού δικαιώματος των αναιρεσιβλήτων για καταβολή του επιδόματος μέσου όρου ενδείξεων. Έτσι κρίνοντας το Εφετείο δεν παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 250 αρ. 17 και 254 του Αστ. Κωδ. Επομένως ο περί του αντιθέτου και από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πρώτος λόγος του αναιρετηρίου είναι αβάσιμος και πρέπει ν' απορριφθεί. ΙΙΙ. Για το ορισμένο του από τον αριθμό 8 περ. β' του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγου αναιρέσεως, ότι δηλαδή το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στη δίκη, απαιτείται να αναφέρεται στο αναιρετήριο, εκτός των άλλων, ότι ο αποτελών "πράγμα" ισχυρισμός, δηλαδή αυτός που τείνει στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ασκουμένου με την αγωγή δικαιώματος, είχε προταθεί παραδεκτώς στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και επαναφέρθηκε νομότυπα στο εφετείο ή ότι νομίμως προτάθηκε για πρώτη φορά στο εφετείο γιατί συνέτρεχε μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 527 ΚΠολΔ και ότι ο ισχυρισμός αυτός ήταν νόμιμος. Στην προκειμένη περίπτωση με τα πρώτο και τρίτο μέρη του δευτέρου λόγου αναιρέσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι οι επίδικες συμβάσεις παροχής εξαρτημένης εργασίας μεταξύ της

αναιρεσείουσας ως εργοδότριας, αφενός, και των α) δευτέρου, β) πέμπτου, γ) έκτου, δ) εβδόμου και ε) ογδόου αναιρεσιβλήτων, ως μισθωτών, αφετέρου, λύθηκαν στις α) 30.7.1997, β) 1.6.1991, γ) 1.6.1992, δ) 1.3.1992 και ε) 1.8.1995, αντίστοιχα με την αποχώρηση των εν λόγω αναιρεσιβλήτων από την υπηρεσία τους στην αναιρεσείουσα λόγω συνταξιοδοτήσεώς τους και συνεπώς, αφού οι εργασιακές αυτές συμβάσεις λύθηκαν, οι μισθωτοί αυτοί δεν δικαιούνται των επιδίκων επιδομάτων για το μετά τη λύση των συμβάσεων τους χρόνο. Το γεγονός αυτό συνιστά καταλυτικό της αγωγής ισχυρισμό, ο οποίος έπρεπε να προταθεί από την αναιρεσείουσα. Η τελευταία όμως δεν αναφέρει στο αναιρετήριο ότι πρότεινε παραδεκτώς τον ισχυρισμό αυτόν στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και τον επανέφερε νομότυπα στο Εφετείο ή ότι πρότεινε αυτόν για πρώτη φορά στο Εφετείο με λόγο εφέσεως ή με τις προτάσεις γιατί συνέτρεχε κάποια από τις εξαιρετικές περιπτώσεις που ορίζονται στο άρθρο 527 ΚΠολΔ. Επομένως ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως, κατά τα από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πρώτο και τρίτο μέρη, είναι αόριστος και άρα απαράδεκτος και πρέπει ν' απορριφθεί. IV. Κατά το άρθρο 559 αριθμ. 8 περ. β' του ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως υπάρχει όταν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Για να θεμελιωθεί ο λόγος αυτός απαιτείται όπως το "πράγμα", δηλαδή ο αυτοτελής ισχυρισμός έχει ουσιώδη επίδραση στη δίκη, δηλαδή να τείνει στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του δικαιώματος που έχει αντικείμενο και ιστορική και νομική αιτία τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στην αγωγή. Και δεν ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, όταν τείνει στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση άλλου δικαιώματος, που έχει αντικείμενο και ιστορική και νομική αιτία διαφορετικά από εκείνα στα οποία ο ενάγων στηρίζει την ασκουμένη με την αγωγή αξίωση του. Έτσι εάν με την αγωγή προβάλλεται απαίτηση απορρέουσα από σύμβαση είναι απαράδεκτος ο ισχυρισμός που τείνει στην κατάλυση αξιώσεις από αδικοπραξία. Στη προκειμένη περίπτωση οι αναιρεσίβλητοι με την από 12.12.1997 αγωγή τους, την οποία παραδεκτώς επισκοπεί ο Άρειος Πάγος (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) - όπως από αυτή προκύπτει, ισχυρίσθηκαν τα ακόλουθα: Αυτοί σε εκτέλεση αντιστοίχων συμβάσεων παροχής εξαρτημένης εργασίας απησχολούντο στην αναιρεσείουσα. Μέχρι τις 31.12.1973 ειργάζοντο ως καταμετρητές σε θέσεις της τέως. (την οποία διαδέχθηκε η αναιρεσείουσα) και πραγματοποιούσαν μετρήσεις των ενδείξεων των μετρητών ηλεκτρικού ρεύματος. Στη συνέχεια μετετάγησαν σε άλλες κατηγορίες. Με την από 6.7.1990 Επιχ. Συλλ. Συμβ. Εργασίας παρεσχέθη το επίδομα "μέσου όρου ενδείξεων" και στους καταμετρητές, οι οποίοι είχαν υπηρετήσει με τη ιδιότητα αυτή σε θέσεις της πρώην ΗΕΑΠ, πραγματοποιήσαν καταμετρήσεις μέχρι 31.7.1973 και στη συνέχεια μετετάγησαν σε άλλες κατηγορίες και συνεπώς δικαιούνται του εν λόγω επιδόματος. Και με βάση αυτά ζήτησαν α) Να αναγνωρισθεί δικαστικώς ότι οι αναιρεσίβλητοι δικαιούνται να λάβουν το επίδομα "μέσου όρου ενδείξεων" και β) Να υποχρεωθεί η αναιρεσείουσα να καταβάλει στον καθένα από αυτούς για τα έτη 1992-1995 το για το καθένα σημειούμενο στην αγωγή χρηματικό ποσό προς ικανοποίηση της απαιτήσεις τους για το ανωτέρω επίδομα. Η αγωγή αυτή έχει αντικείμενο αξίωση πηγάζουσα από σύμβαση εργασίας, ιστορική αιτία τη σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας και την παροχή αυτής κατά τα έτη 1992-1995 και νομική αιτία της κανονιστικές διατάξεις της από 6.7.1990 Ε.Σ.Σ.Ε. σε συνδυασμό με το άρθρο 648 και επ. Α.Κ. Και δεν έχει αντικείμενο αποζημίωση εξ αδικοπραξίας, ιστορική βάση αδικοπραξία του Νομικού Προσώπου της αναιρεσείουσας και νομική τις περί αδικοπραξιών διατάξεις των άρθρων 914 και επ. Α.Κ. Ενόψει αυτών, ο ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι οι απαιτήσεις των αναιρεσιβλήτων

υπέκυψαν στην πενταετή παραγραφή, που προβλέπεται από το άρθρο 937 Α.Κ. για τις απαιτήσεις από αδικοπραξία, δεν είχε ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της προκειμένης δίκης και ήταν αλυσιτελής. Επομένως ο δεύτερος λόγος του αναιρετηρίου, κατά τον από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεύτερο μέρος του, με το οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη τον παραπάνω ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, είναι απαράδεκτος και πρέπει ν' απορριφθεί. V. Ο από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αποδεικτικό μέσο αυξημένη αποδεικτική δύναμη που δεν την είχε κατά νόμο ή δεν του προσέδωσε τέτοια δύναμη αν και την είχε κατά νόμο. Εξ άλλου σύμφωνα με το άρθρο 352 παρ. 1 του ΚΠολΔ η δικαστική ομολογία αποτελεί πλήρη απόδειξη εναντίον εκείνου που ομολογεί και η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή και κατά την ειδική διαδικασία εκδικάσεως των εργατικών διαφορών (άρθρα 663-676 ΚΠολΔ), γιατί η από το άρθρο 671 ΚΠολΔ προβλεπομένη κατά τη διαδικασία αυτή ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων δεν περιλαμβάνει και την δικαστική ομολογία. Το Δικαστήριο συνεπώς της ουσίας, μη προσδίδοντας στη δικαστική ομολογία την αυξημένη αποδεικτική δύναμη, υποπίπτει στην πλημμέλεια του αριθμού 12 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Για να είναι όμως ορισμένος ο λόγος αυτός πρέπει να αναφέρεται στο αναιρετήριο το περιεχόμενο της δικαστικής ομολογίας, ποιος παραδεκτώς προταθείς αυτοτελής ισχυρισμός αποδεικνύεται από αυτήν, ποια επίδραση θα ασκούσε αυτός όταν έκβαση της δίκης καθώς και ότι ο αναιρεσείων επικαλέσθηκε τη δικαστική ομολογία του αντιδίκου του. Διότι ναι μεν η δικαστική ομολογία περιλαμβάνεται μεταξύ των αποδεικτικών μέσων που λαμβάνονται αυτεπάγγελτα υπόψη από το δικαστήριο, για να δημιουργηθεί όμως λόγος αναίρεσης πρέπει ο αναιρεσείων να ισχυρίζεται ότι την επικαλέσθηκε και να αποδεικνύει αυτό προσκομίζοντας τις σχετικές προτάσεις του. Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα με τον τρίτο λόγο του αναιρετηρίου προβάλλει την αιτίαση ότι το Εφετείο με το να δεχθεί ότι οι συνταξιούχοι 20ς, 5ος, 6ος, 7ος και 8ος από τους αναιρεσιβλήτους δικαιούνται το επίδομα μέσου όρου ενδείξεων παρά τη συνομολόγηση από αυτούς του γεγονότος ότι ήταν συνταξιούχοι υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθμ. 12 ΚΠολΔ. Δεν αναφέρει όμως στο αναιρετήριο ότι αυτή επικαλέσθηκε τη δικαστική ομολογία τους κατά τη συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, μετά την οποία εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Επομένως ο λόγος αυτός ως αόριστος και άρα απαράδεκτος πρέπει ν' απορριφθεί. VI. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 20 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται όταν το δικαστήριο της ουσίας παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου με το να δεχθεί γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό. Ως "έγγραφα" νοούνται μόνο αυτά που προβλέπονται ως αποδεικτικά μέσα από τα άρθρα 339 και 432 επ. του ΚΠολΔ. Δεν αποτελούν "έγγραφα" κατά την έννοια της προαναφερθείσας διάταξης τα διαδικαστικά έγγραφα της ενεστώσας δίκης, όπως η αγωγή, οι προτάσεις, η δικαστική απόφαση κλπ. και η παραμόρφωση του περιεχομένου των διαδικαστικών αυτών εγγράφων δεν ιδρύει τον από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγο αναιρέσεως. Επομένως ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο της από 12.12.1997 ένδικης αγωγής των αναιρεσιβλήτων κατά της αναιρεσείουσας, είναι απαράδεκτος και πρέπει ν' απορριφθεί. VII. Κατά το άρθρο 559 αρ. 4 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται όταν το δικαστήριο έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, ήτοι όταν αυτό αποφάνθηκε επί υποθέσεως που δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία του όπως στην περίπτωση που δίκασε υπόθεση υπαγομένη στη δικαιοδοσία των

διοικητικών δικαστηρίων. Εξάλλου από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 94 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος και των άρθρων 1 περ. α' του ΚΠολΔ και Ι παρ. Ι του Ν. 1406/1993, συνάγεται ότι στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων υπάγονται οι ιδιωτικού δικαίου διαφορές, στη δε δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων οι διοικητικές διαφορές ουσίας. Για το ορισμένο του λόγου αυτού πρέπει να παρατίθενται στο αναιρετήριο α) το περιεχόμενο της αγωγής και β) τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο και θεμελιωτικά της κρίσεώς του για το χαρακτηρισμό της διαφοράς ως ιδιωτικού δικαίου ώστε να μπορεί να ελεγχθεί αναιρετικώς εάν από τα επικαλούμενα με την αγωγή πραγματικά περιστατικά σε συνδυασμό με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο προκύπτει διαφορά ιδιωτικού δικαίου, οπότε το πολιτικό δικαστήριο που αποφάνθηκε επ' αυτής δεν υπερέβη τη δικαιοδοσία του, ή διοικητική διαφορά ουσίας οπότε το πολιτικό δικαστήριο δικάσαν αυτήν υπερέβη τη δικαιοδοσία του. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πέμπτο λόγο του αναιρετηρίου προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφαση του υπερέβη τη δικαιοδοσία του γιατί αρμόδιο όργανο για την απονομή συντάξεως και εφάπαξ βοηθήματος στους 2ο, 5ο, 6ο, 7ο και 8ο από τους αναιρεσιβλήτους είναι το Συμβούλιο Ασφαλίσεως της, οι αποφάσεις των οποίων αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις και υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Δεν παρατίθενται όμως στο αναιρετήριο το ιστορικό και αιτητικό της αγωγής ως προς τους παραπάνω πέντε αναιρεισβλήτους, δηλαδή εάν αυτοί με την αγωγή τους επικαλούμενοι δικαίωμα απονομής συντάξεως και εφάπαξ βοηθήματος ζητούσαν την επιδίκαση αυτών, οπότε η διαφορά υπήγετο στα διοικητικά δικαστήρια, ή εάν επικαλούντο σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας και τα από αυτήν και τις κανονιστικές διατάξεις των σχετικών Συλλ. Συμβ. Εργασίας δικαιώματά τους προς λήψη ορισμένων επιδομάτων ως αντάλλαγμα της εργασίας τους, οπότε η διαφορά υπήγετο στα πολιτικά δικαστήρια, και επίσης δεν παρατίθενται τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο για το χαρακτηρισμό της διαφοράς και τη θεμελίωση της κρίσεώς του περί υπαγωγής της διαφοράς αυτής, στη δικαιοδοσία του. Επομένως ο από τον αριθμό 4 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πέμπτος λόγος αναιρέσεως είναι αόριστος και άρα απαράδεκτος και πρέπει ν' απορριφθεί. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 28.4.2002 αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία " " για αναίρεση της υπ' αριθμ. 6790/2001 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Και Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων τα οποία ορίζει σε τετρακόσια είκοσι (420) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Δεκεμβρίου 2003. Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο στις 14 Ιανουαρίου 2004.