ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Μάθημα: Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα Καθηγητές: Ανδρέας Δημητρόπουλος, Θεοδώρα Αντωνίου ΕΡΓΑΣΙΑ Δημογραφικό πρόβλημα και Σύνταγμα Ονοματεπώνυμο: ΚΕΦΑΛΛΩΝΙΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α.Μ: 1340201000138 Email: nikoskef92@hotmail.gr AΘΗΝΑ 2012 1
Εισαγωγή To θέμα Στην παρούσα εργασία θα γίνει λόγος για ένα από τα μείζονος σημασίας εθνικά προβλήματα της χώρας, για το δημογραφικό. Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας διαιρείται σε δυο συνιστώσες, στη χαμηλή γεννητικότητα και συνακόλουθα μείωση του νεανικού πληθυσμού αφενός, αφετέρου στην αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των Ελλήνων και συνεπώς την αύξηση του γεροντικού πληθυσμού στην ελληνική κοινωνία. Ως εκ τούτου η χώρα κατέχει τα υψηλότερα ποσοστά γηρασμένου πληθυσμού τόσο στην Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και στα Βαλκάνια. Στη συγκεκριμένη εργασία θα επιχειρηθεί σε πρώτο στάδιο μια προσπάθεια,όσο το δυνατόν γίνεται, επαρκούς παρουσίασης του προβλήματος ήδη από τα μεταπολεμικά χρόνια, συγκρίνοντας δηλαδή τα τωρινά δεδομένα με τις συνθήκες που επικρατούσαν στο παρελθόν από άποψη σύστασης του πληθυσμού. Προς τον σκοπό μάλιστα της καλύτερης κατανόησης του ζητήματος θα παρουσιαστούν τα αίτια, οι συνέπειες της δημογραφικής κρίσης σε σημαντικές δομές του κράτους όπως είναι η οικονομία, η παραγωγή και η εργασία καθώς και οι παράγοντες που συντελούν στην εξέλιξη της κρίσης αυτής. Τέλος θα παρατεθούν και κάποιες πιθανές εκτιμήσεις για την εξέλιξη της σύνθεσης του ελληνικού πληθυσμού σε βάθος χρόνου με βάση την επικρατούσα κατάσταση των ημερών μας. Αφού λοιπόν πραγματοποιηθεί μια ικανοποιητική παρουσίαση του δημογραφικού προβλήματος στη χώρα μας, θα ακολουθήσει η εξέτασή του υπό το πρίσμα του Συντάγματος και συγκεκριμένα υπό το πρίσμα του άρθρου 21 του Συντάγματος όπου εκεί μεταξύ άλλων ορίζεται και η υποχρέωση του κράτους για το σχεδιασμό και την εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής. Ιδιαίτερη αναφορά για την κατανόηση του άρθρου αυτού και την ερμηνεία του φυσικά θα γίνει στη θεωρία περί συνταγματικών δικαιωμάτων. Έπειτα θα εξετάσουμε το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα και με ποιες ρυθμίσεις η ελληνική έννομη τάξη συνέβαλε και συμβάλλει στη διαχείριση της δημογραφικής κατάστασης της Χώρας. Σε τελευταίο στάδιο, θα παρουσιαστούν και θα αναλυθούν πολιτικές για την όσο το δυνατόν αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος με στόχο πάντοτε την εθνική πρόοδο. 2
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Ενότητα 1: κρίσης 4 H υπογεννητικότητα ως η πρώτη συνιστώσα της δημογραφικής Ενότητα 2: Η δημογραφική γήρανση ως η δεύτερη συνιστώσα της δημογραφικής κρίσης.5 Ενότητα 3: H μετανάστευση.8 Ενότητα 4: Επιπτώσεις και προβλέψεις για την εξέλιξη του ελληνικού πληθυσμού.9 Ενότητα 5: Το άρθρο 21 του Συντάγματος, η παραδοσιακή διδασκαλία και η αναθεώρηση του 2001..10 Ενότητα 6 : Oι νομοθετικές ρυθμίσεις στην Ελλάδα 12 Ενότητα 7: Προτάσεις δημογραφικής πολιτικής 15 Περίληψη 18 Λέξεις-Κλειδιά.19 Βιβλιογραφία 19 3
Ενότητα 1: Η υπογεννητικότητα ως η πρώτη συνιστώσα της δημογραφικής κρίσης Το δημογραφικό πρόβλημα άρχισε να απασχολεί τις αρχές της χώρας από τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Ήδη την περίοδο εκείνη το φαινόμενο της δημογραφικής κατάρρευσης του ελληνικού πληθυσμού είχε αρχίσει όχι μόνο να λαμβάνει χαρακτηριστικά στατιστικής κανονικότητας, αλλά και να εμφανίσει πλέον σημεία μόνιμης εγκατάστασης. Όπως ελέχθη στην εισαγωγή, η μια έκφανση του δημογραφικού προβλήματος είναι η χαμηλή αναπαραγωγικότητα του ελληνικού πληθυσμού που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια. Η μείωση της αναπαραγωγής του ελληνικού πληθυσμού έχει σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό των μεγάλων οικογενειών και ιδιαίτερα των οικογενειών με τρία και τέσσερα παιδιά, για παράδειγμα η αναλογία των γυναικών που έχουν ένα μόνο παιδί έχει αυξηθεί και από 41,5% που ήταν το 1970 έφτασε το 1987 στο 45,4% 1. Βέβαια η μείωση της γεννητικότητας δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Εμφανίστηκε παράλληλα με εκείνα της μείωσης της συχνότητας των γάμων, της αύξησης του μέσου όρου ηλικίας τέλεσης γάμου, της αύξησης του ποσοστού των αγάμων, της αύξησης των νοικοκυριών που αποτελούνται από ένα άτομο, της επιμήκυνσης του διαστήματος ανάμεσα στο γάμο και τη γέννηση του πρώτου παιδιού καθώς και της αύξησης του αριθμού των διαζυγίων. Ιδιαίτερα μάλιστα η έξαρση των διαζυγίων αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα μείωσης της γονιμότητας, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι μεταξύ των ετών 1980-1990 ο αριθμός τους τριπλασιάστηκε. Χρήσιμο είναι πάντως για την κατανόηση του προβλήματος να προσπαθήσουμε να βρούμε τα αίτια της υπογεννητικότητας. Εξετάζοντας την εξέλιξη της γονιμότητας κατά ηλικία από το 1950 μέχρι σήμερα, διαπιστώνουμε ότι η μεγάλη κάμψη της οφείλεται κυρίως στη σημαντική μείωση της γονιμότητας των γυναικών 15-24 ετών. Στην παραπάνω εξέλιξη της γονιμότητας συνέβαλαν οι μεγάλες αλλαγές που έχουν επέλθει στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση της χώρας μας που συνακόλουθα οδήγησαν τις γυναίκες και τα νέα ζευγάρια να αλλάξουν στάση όσον αφορά στον τρόπο ζωής τους, στις προτιμήσεις τους αλλά και στις αντιλήψεις για την απόκτηση περισσότερων παιδιών, καθώς και το κόστος που συνεπάγεται η απόκτηση και η ανατροφή των παιδιών είτε οικονομικό είτε κοινωνικό, π.χ επαγγελματική καριέρα. Οι παράγοντες που επέδρασαν σ αυτή την αλλαγή στάσης οφείλονται κυρίως στη συνεχιζόμενη αστικοποίηση του ελληνικού πληθυσμού και στην εγκατάλειψη της υπαίθρου και των γεωργικών εργασιών, όπου άλλωστε η οικογένεια αποτελούσε τη βασική μονάδα παραγωγής και ο ρόλος της ήταν κυρίαρχος, στην όλο και μεγαλύτερη ενεργό συμμετοχή των γυναικών στην οικονομική και κοινωνική ζωή και στις επιλογές των γονέων για το επίπεδο ποιότητας ζωής που επιθυμούν για τους ίδιους και τα παιδιά τους. 2 Η μαζική μετακίνηση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα και κυρίως στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη προκάλεσε ριζικές κοινωνικές αλλαγές που επηρέασαν άμεσα τη μείωση της γεννητικότητας. Ενδεικτικά αναφέρουμε: ο τρόπος ζωής των μεγαλουπόλεων, ο διαχωρισμός του οικογενειακού και εργασιακού χώρου συνέβαλαν στην αποδυνάμωση του ρόλου της οικογένειας και του παραδοσιακού ρόλου της γυναίκας με αποτέλεσμα τη μείωση των πολυμελών οικογενειών. Άλλος ανασχετικός παράγοντας είναι η μόρφωση των γυναικών, η αναμενόμενη αλλαγή στις προτιμήσεις 1 Πάλλη-Πετραλιά Φάνη, Η Άτεκνη χώρα: Δημογραφική εξέλιξη-προοπτικές, Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ, Αθήνα 1997, σελ.27 2 Opus situm, σελ. 40 4
τους από το ρόλο της συζύγου/μητέρας προς τον επαγγελματισμό και βέβαια η συνακόλουθη αύξηση της απασχόλησης των γυναικών από το 1993 κι έπειτα. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την έλλειψη επαρκών κοινωνικών υποδομών και πολιτικών προσαρμοσμένων στις σύγχρονες ανάγκες των ζευγαριών και κυρίως των γυναικών που θέλουν να αποκτήσουν παιδιά έχουν ως άμεσο αποτέλεσμα τη μείωση των γεννήσεων. Επιπλέον η υπέρμετρη αύξηση των δαπανών για τη γέννηση και την ανατροφή των παιδιών, το μέγεθος του εισοδήματος τα μεγάλα ποσοστά ανεργίας κυρίως στους νέους, η απομάκρυνση από τα παραδοσιακά ελληνικά πρότυπα με τη χαλάρωση των οικογενειακών δεσμών, η εκούσια διακοπή της εγκυμοσύνης με αμβλώσεις, η αντισύλληψη δίχως άλλο συνιστούν φαινόμενα που ενισχύουν την υπογεννητικότητα στη χώρα μας. Καλό θα ταν όμως για την αποτελεσματικότερη κατανόηση του ζητήματος να αναφέρουμε και ορισμένα στατιστικά στοιχεία ως προς τον δείκτη γονιμότητας τα οποία επιβεβαιώνουν τη μείωση της αναπαραγωγικότητας του ελληνικού πληθυσμού. Σύμφωνα λοιπόν με το δείκτη γονιμότητας, μέχρι το 1930 τα έγγαμα ζευγάρια στην Ελλάδα αποκτούσαν περισσότερα από πέντε ή έξι παιδιά. Στα μέσα της μεταξύ των δυο πολέμων περιόδου, ο μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα ήταν 3,8 και μετά το 1950 έπεσε στα 2,3 παιδιά και διατηρήθηκε στο επίπεδο αυτό μέχρι το 1980. Η μείωση των γεννήσεων κατά την περίοδο 1950 έως 1970, οφείλεται κυρίως στην εξωτερική μετανάστευση ατόμων σε γόνιμη ηλικία. Το 1981 ο μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα ήταν 2,1, αγγίζοντας μόλις το όριο αντικατάστασης των γενεών. Μετά το 1981,όμως, άρχισε η μείωση κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης των γενεών και το 1998 έφθασε τα 1,3 παιδιά ανά γυναίκα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ο πληθυσμός της χώρας μας δεν «αναπαράγει τον εαυτό του».αποτέλεσμα αυτών των τάσεων της γεννητικότητας είναι η μείωση της αναλογίας του παιδικού πληθυσμού, η οποία, μαζί με την αύξηση της επιβίωσης, συντελεί στην αύξηση της αναλογίας του πληθυσμού των ηλικιωμένων, δηλαδή στη «γήρανση» του πληθυσμού. Η αναλογία του παιδικού πληθυσμού, η οποία ήταν 39% στην αρχή του αιώνα, περιορίσθηκε σε 32% το 1928, 29% το 1951, 24% το 1981, 19% το 1991 και τέλος το 1998 σε 16%. Βλέπουμε λοιπόν με βάση τα παραπάνω δεδομένα ότι ο ελληνικός πληθυσμός όλο και περισσότερο μειονεκτεί σε νέους ανθρώπους λόγω μείωσης της γεννητικότητας των σημερινών ελληνικών οικογενειών αλλά και της μετανάστευσης πολλών νέων στην αλλοδαπή για καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στην εγχώρια εργασία και οικονομία καθώς η χώρα στερείται το παραγωγικότερο κομμάτι του πληθυσμού της που είναι οι νέοι και που θα μπορούσε να συνεισφέρει στην εθνική πρόοδο. Ενότητα 2: H δημογραφική γήρανση ως η δεύτερη συνιστώσα της δημογραφικής κρίσης Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στη χώρα μας αλλά και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, μία εξαιρετικά γρήγορη αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων άνω των 65 ετών και ιδιαίτερα των υπερηλίκων συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό, με αποτέλεσμα η κατανομή του πληθυσμού κατά ηλικιακές ομάδες να έχει αλλάξει σημαντικά. Αντίθετα με την αυξητική τάση της ομάδας των ηλικιωμένων, η ηλικιακή ομάδα των παιδιών μειώνεται συνεχώς ενώ ο παραγωγικός πληθυσμός( 15-64 ) συνεχίζει να παραμένει περίπου στα ίδια επίπεδα με μία 5
αυξητική τάση του μέσου όρου ηλικίας αυτής της ομάδας. Πρωτίστως πρέπει να κατανοήσουμε τι εννοούμε με τον όρο δημογραφική γήρανση. Δημογραφική γήρανση είναι το φαινόμενο μετασχηματισμού της ηλικιακής δομής ενός πληθυσμού και συγκεκριμένα η αύξηση των ηλικιωμένων ατόμων στο συνολικό πληθυσμό, η οποία δεν συντελείται αυτόνομα, αλλά ακολουθείται και από την ταυτόχρονη μείωση των ατόμων νεαρής ηλικίας. Ως ηλικιωμένα θεωρούνται τα άτομα, που έχουν φθάσει σε ηλικία συνταξιοδότησης. 3 Αν και κατά το παρελθόν η τάση γήρανσης αποτελούσε χαρακτηριστικό γνώρισμα της πληθυσμιακής πυραμίδας των βιομηχανικών χωρών, κατά τα τελευταία χρόνια έχει μετεξελιχθεί σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Για πολλές δεκαετίες πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ο αριθμός των ηλικιωμένων ατόμων( 65 ετών και άνω ) στη χώρα μας δεν υπερέβαινε το 6%. Τη μεταπολεμική περίοδο, οι δημογραφικές ιδιομορφίες της Ελλάδας( έντονη συρρίκνωση και γήρανση των αγροτικών περιοχών, μη εμφάνιση έντονου «baby boom» λόγω της μετανάστευσης, σταθερή και σε ικανοποιητικά επίπεδα γονιμότητα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ), πιθανά επιβράδυναν σημαντικά την εκδήλωση του φαινομένου της γήρανσης. Ως εκ τούτου το 1951 οι ηλικιωμένοι αποτελούν μόλις το 7% του συνολικού πληθυσμού, ενώ το έτος 1961 αυξάνουν σε 8%. Η κατάσταση αυτή ανατρέπεται δραματικά και με ταχύτατους ρυθμούς τις επόμενες δεκαετίες. Το 1971 η αναλογία των ηλικιωμένων προσεγγίζει το 11% και στα μέσα της δεκαετίας του 1980 η χώρα μας κατέχει σε ποσοστό ηλικιωμένων, την 5 η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη δωδέκατη στον κόσμο. Το έτος 1991 η ηλικία ηλικιωμένων στο συνολικό πληθυσμό αυξάνεται περαιτέρω σε 14%. Άξιο προσοχής είναι το ποιοι παράγοντες συμβάλλουν στη διαμόρφωση αυτής της πραγματικότητας. Η βελτίωση των υπηρεσιών παροχής υγειονομικής περίθαλψης στο σύνολο του πληθυσμού, σε πρωτοβάθμιο, δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο, η ευκολότερη πρόσβαση σ αυτές τις υπηρεσίες και η πρόοδος της ιατρικής επιστήμης και της τεχνολογίας συντέλεσαν στη μείωση της θνησιμότητας του πληθυσμού που παράλληλα με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, ως αποτέλεσμα της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης της χώρας, συνέβαλαν στην επιμήκυνση του προσδόκιμου χρόνου ζωής των Ελλήνων κατατάσσοντάς τους ανάμεσα στους μακροβιότερους λαούς. Η κατά μεγάλες ομάδες ηλικιών κατανομή του πληθυσμού σε παιδικές ηλικίες ( 0-14 ), παραγωγικές ηλικί ες ( 15-64 ) και γεροντικές ( 65 - ) δείχνει ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας παρουσιάζει βαθμιαία γήρανση σ όλη τη μεταπολεμική περίοδο ( 1950-1991 ) με αύξηση του γεροντικού πληθυσμού από 7% σε 14,2%, με μείωση του παιδικού πληθυσμού από 28% σε 18,4% και με μικρή αύξηση του παραγωγικού πληθυσμού από 65% σε 67,3%. Η γήρανση του πληθυσμού εμφανίζεται τόσο ως γήρανση «της βάσης», δηλαδή το φαινόμενο που οφείλεται στη χαμηλή γεννητικότητα, όσο και ως γήρανση «της κορυφής», δηλαδή το φαινόμενο που προκύπτει από τη μείωση της θνησιμότητας. 4 Εμάς εδώ μας ενδιαφέρει πρωτίστως η γήρανση «της βάσης», γιατί αυτή επηρεάζει άμεσα τους παράγοντες της κοινωνικής συνοχής μιας κοινωνίας. Μεταπολεμικά είχαμε μια φάση επιβράδυνσης της γήρανσης συνδεόμενη με την ανάκαμψη της γονιμότητας μεταξύ 1945 και 1965 ( baby-boom ). Η φάση που ακολουθεί, φτάνει μέχρι σήμερα και χαρακτηρίζεται από μια μαζική παρακμή της γονιμότητας. Η φάση αυτή γνώρισε σε ορισμένα κράτη μια σταθεροποίηση στις αρχές της δεκαετίας του 1990( π.χ Γαλλία ), σε ορισ μένα άλλα 3 Κοτζαμάνης Βύρων, Παππάς Βασίλης, Οι χωρικές διαστάσεις των δημογραφικών φαινομένων, Βόλος 2001,σελ.57 4 Παπαδοπούλου Δέσποινα, Το νέο δημογραφικό τοπίο του 21 ου αιώνα Εξελίξεις, Επιπτώσεις, Πολιτικές, 2004 Αθήνα, σελ. 284 6
όμως η πτώση της γονιμότητας εξακολούθησε με ραγδαίους ρυθμούς( π.χ Ελλάδα ).Ένα φαινόμενο που συνδέεται άμεσα με τη γήρανση του πληθυσμού είναι η συμμετοχή του πληθυσμού είναι η συμμετοχή του ενεργού πληθυσμού και κατ επέκταση η ρύθμιση των θέσεων και της αγοράς εργασίας σε συνδυασμό με την υψηλή παρουσία μεταναστευτικού πληθυσμού. Πέραν τούτων όμως χρήσιμο είναι στην παρούσα έρευνα να εξετάσουμε και τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού. Το φαινόμενο γήρανσης του πληθυσμού της ελληνικής κοινωνίας οδηγεί στην κατασκευή ευπαθών ομάδων, αυτών των ηλικιωμένων και των ηλικιωμένων ανέργων. 5 Όταν ο πληθυσμός μιας χώρας γερνάει και δεν υπάρχει ένα εκτενές και διευρυμένο σύστημα κοινωνικής προστασίας να τον φροντίζει και να τον περιθάλψει, γεγονός που χαρακτηρίζει οπωσδήποτε την κοινωνία μας, τότε η ομάδα γίνεται «ευάλωτη» και κινδυνεύει ουσιαστικό από κοινωνικό αποκλεισμό. Διαφορετικού τύπου πρόβλημα, αλλά συγγενές ως προς τα αποτελέσματα που παράγει, εμφανίζει η ομάδα των ηλικιωμένων ανέργων η οποία ουσιαστικά υφίσταται τις συνέπειες της κρίσης της εργασίας και ταυτοχρόνως την κρίση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Από την άλλη όμως πλευρά, η γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις οδηγεί σε άμεσα αποτελέσματα, τα οποία έχουν επίδραση στις ευρύτερες κοινωνικές δομές και στον κοινωνικό ιστό: πρόκειται για τη μείωση του εργατικού δυναμικού εξαιτίας της μείωσης του όγκου της εργασίας, την αύξηση του ενεργού πληθυσμού λόγω της παρουσίας των baby-boomers, την παρουσία των γυναικών και των μεταναστών στην αγορά εργασίας, την αλλαγή στις δομές του συνταξιοδοτικού συστήματος και την αλλαγή στις δομές της οικογένειας. Οι συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο είναι ιδιαίτερα αισθητές. Πράγματι, η συντήρηση του γεροντικού πληθυσμού προϋποθέτει ουσιαστικά ανακατανομή στους διαθέσιμους πόρους. Η ανακατανομή αυτή επιβαρύνει το εργατικό δυναμικό, που μοναδικά συμβάλλει στην παραγωγή του εθνικού προϊόντος. Θα πρέπει εξάλλου να σημειωθεί ότι η επιβάρυνση που υφίστανται οι εργαζόμενοι από τη σχετική αύξηση του γεροντικού πληθυσμού δεν αντισταθμίζεται με την είσοδο των νέων στην αγορά εργασίας, επειδή οι νέοι αρχίζουν σήμερα τη σταδιοδρομία τους σε μεγαλύτερη ηλικία απ ό,τι άλλοτε λόγω σπουδών. Η υψηλή αναλογία ηλικιωμένων επηρεάζει επίσης το πολιτικό κλίμα και τις κοινωνικές δομές, για τον αυταπόδεικτο λόγο ότι τα άτομα αυτά είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους φορείς συντηρητικών ιδεών και θιασώτες παραδοσιακών αξιών. 6 Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις της δημογραφικής γήρανσης στην παραγωγή και στην παραγωγικότητα διότι η γήρανση του πληθυσμού των παραγωγικών ηλικιών σε συνδυασμό με την αναχρονιστική και παρασιτική δομή και οργάνωση της οικονομίας μπορεί να αποτελέσει παράγοντα επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης και μείωσης των ρυθμών αύξησης της παραγωγικότητας. Συνεχίζοντας η αύξηση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας με την πάροδο του χρόνου και τον θάνατο των ηλικιωμένων η ελάττωση του πληθυσμού των περιοχών όπου το ποσοστό των γερόντων ήταν μεγάλο 7, συνιστούν τις λεγόμενες δημογραφικές επιπτώσεις του φαινομένου της δημογραφικής γήρανσης. Τέλος, δεν πρέπει να παραβλέπονται και οι εθνικές επιπτώσεις του φαινομένου αυτού: η άμυνα του κράτους προπαντός, αφού όσο 5 Opus situm, σελ.286 6 Παπαδάκης Μιχαήλ, Στοιχεία κοινωνικής δημογραφίας, Σάκκουλας, 1985 ΑΘΗΝΑ- ΚΟΜΟΤΗΝΗ,σελ.32 7 Δημογραφική ημερίδα 29 ης Νοεμβρίου 1984 υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών, Η δημογραφική κρίση στην Ελλάδα: La crise demographique en Grece: Εθνικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, σελ.131, 133 7
περισσότερο θα μειώνεται η αναλογία των νέων στην ελληνική κοινωνία τόσο θα μειώνεται και ο αριθμός των στρατευσίμων γεγονός που πλήττει την εθνική άμυνα της χώρας μας απέναντι σε γειτονικού κινδύνους ( Τουρκία ), η αύξηση της στρατιωτικής θητείας διότι η μείωση του στρατεύσιμου πληθυσμού ηλικίας 21-29 ετών εξαιτίας της υπογεννητικότητας η οποία αποτελεί τη βασική αιτία της γήρανσης έχει ως συνέπεια τη μεγάλη αύξηση της στρατιωτικής θητείας. 8 Ενότητα 3: Η μετανάστευση Ένας άλλος παράγοντας που επιδρά άμεσα στην εξέλιξη της δημογραφικής κατάστασης της χώρας μας είναι η μετανάστευση, τόσο η εξωτερική μετανάστευση του εγχώριου πληθυσμού όσο και η εσωτερική μετανάστευση, η μετακίνηση δηλαδή σημαντικού πληθυσμού από την περιφέρεια στα αστικά κέντρα αλλά και η υποδοχή μεταναστών από τρίτες χώρες. Αναφορικά με την πρώτη εκδοχή της μετανάστευσης, η χώρα μας γνώρισε μια πρωτοφανή μεταναστευτική κίνηση κατά τα έτη 1900-1922 αλλά και μεταπολεμικά κατά τα έτη 1952-1974. Περίπου δυο εκατομμύρια Έλληνες μετανάστευσαν κατά τις παραπάνω χρονικές περιόδους κατευθυνόμενοι κυρίως προς τις Η.Π.Α στην πρώτη φάση και προς τον Καναδά, την Αυστραλία και τις ευρωπαϊκές χώρες κατά τη δεύτερη. Παρά την αναστροφή του μεταναστευτικού αυτού ρεύματος και την παλιννόστηση που ακολούθησε μετά το 1973 η δημογραφική ισορροπία δεν επανήλθε αφού η υιοθέτηση του τρόπου ζωής των χωρών υποδοχής αλλά και η συγκέντρωση στα μεγάλα αστικά κέντρα επέδρασαν αρνητικά στη δημογραφική κατάσταση της χώρας. Χαρακτηριστική για τη χώρα μας είναι επίσης και η σημαντική εσωτερική μετανάστευση με τη συγκέντρωση περίπου του 50% του πληθυσμού στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα Αθηνών και Θεσσαλονίκης, που ανέβασε τον αστικό πληθυσμό κατά την περίοδο 1950-1981 από 37% σε 58%, με αντίστοιχη μείωση του ημιαστικού πληθυσμού από 14% σε 12% και του αγροτικού από 49% σε 30%. Αποτέλεσμα αυτής της μετακίνησης ήταν η δραματική μείωση του πληθυσμού ορισμένων περιοχών και σε ορισμένες περιπτώσεις ιδιαίτερα ευαίσθητων, όπως τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Μία άλλη πτυχή του δημογραφικού προβλήματος είναι η εγκατάσταση ξένων. Τα τελευταία χρόνια η χώρα μας μετατρέπεται από χώρα αποστολής εργατικού δυναμικού σε χώρα υποδοχής μεταναστών κυρίως από γειτονικές αλλά και αφρικανικές και ασιατικές χώρες χωρίς να είναι βέβαια αμελητέος και ο αριθμός των Ευρωπαίων από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κάνουν χρήση του δικαιώματος της ελεύθερης διακίνησης και εγκατάστασης προσώπων στο εσωτερικό της Ένωσης. 8 Πάλλη-Πετραλιά Φάνη, Η Άτεκνη χώρα: Δημογραφική εξέλιξη-προοπτικές, Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ, 1997 Αθήνα,σελ. 71 8
Ενότητα 4: Επιπτώσεις και προβλέψεις για την εξέλιξη του ελληνικού πληθυσμού Αν και αναλύοντας τις επιμέρους πτυχές του δημογραφικού προβλήματος της Ελλάδας τονίσαμε τις σοβαρότερες επιπτώσεις τους, θα ταν συνετό τώρα που έχουμε αποκτήσει μια πιο καθαρή και συνολική εικόνα της δημογραφικής κρίσης, απ όλες τις οπτικές της δηλαδή, να αναφέρουμε χονδρικά τις επιπτώσεις της στο ελληνικό κράτος ως μια εννιαία πρόκληση για το ελληνικό έθνος αλλά και για να τονιστεί ακόμα μια φορά η σοβαρότητα του φαινομένου αυτού στον αναγνώστη. Οι πληθυσμιακές αλλαγές έχουν σημαντικές εθνικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές επιπτώσεις. Η μείωση της γεννητικότητας και κατά συνέπεια η μείωση του αριθμού των παιδιών και των νέων, η γήρανση του πληθυσμού, η σταδιακή μείωση του εργατικού δυναμικού επιδρούν αρνητικά στην εθνική άμυνα της χώρας, στην απασχόληση, στο συνταξιοδοτικό σύστημα, στο σύστημα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, στην εκπαίδευση και σε άλλους τομείς που επηρεάζονται από την κατανομή παραγωγικών και εξαρτημένων ομάδων ηλικιών. Ιδιαίτερα μάλιστα κατά τη γνώμη μου πέραν των υπολοίπων συνεπειών μείζονος σημασίας είναι το θέμα της ίδια της ασφάλειας της χώρας μας. Η δημογραφική γήρανση, η μαζική μετανάστευση, η συγκέντρωση στα μεγάλα αστικά κέντρα και η ερήμωση της υπαίθρου αλλοιώνουν την κοινωνική συνοχή και εξασθενίζουν την εθνική άμυνα της χώρας 9. Και μάλιστα πρέπει να μας κρούει τον κώδωνα του κίνδυνου το γεγονός της «δημογραφικής έκρηξης» στην Τουρκία αλλά και η δραματική μείωση της γονιμότητας ιδιαίτερα στις παραμεθόριες κι εθνικά ευαίσθητες περιοχές που συνορεύουν με τη γείτονα χώρα. Δε πρέπει όμως να αδιαφορούμε και για τις οικονομικές επιπτώσεις του προβλήματος από την πλευρά της εθνικής άμυνας: η συνακόλουθη μείωση των στρατευσίμων θα οδηγήσει στη δαπάνη όλο και περισσότερων κεφαλαίων για τον εξοπλισμό της χώρας ως αντιστάθμισμα της μείωσης του αριθμού των στρατευσίμων κάτι που θα επηρεάσει τη γενικότερη ανάπτυξη και πρόοδο της χώρας. 10 Τόσο η δημογραφική γήρανση όσο και η υπογεννητικότητα δίχως αμφιβολία έχουν ως αποτέλεσμα ανεπαρκές εργατικό δυναμικό, μικρή εσωτερική καταναλωτική αγορά και αντίστοιχη φορολογική βάση με αναιμική οικονομία, αύξηση της λαθρομετανάστευσης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε θέματα ανεργίας κι ελλειμμάτων στα ασφαλιστικά ταμεία. 11 Πάνω απ όλα όμως αυτό που θα πρέπει να μας προβληματίζει κυρίως πέραν όλων των θέσεων, είναι αναμφισβήτητα ο κίνδυνος της εξαφάνισης του ίδιου του ελληνισμού. Αν συνεχισθεί και κυρίως αν εντατικοποιηθεί στο επόμενο χρονικό διάστημα όχι μόνο ο ρυθμός μείωσης της γονιμότητας των ελληνικών οικογενειών αλλά και ο ρυθμός εισροής κι εγκατάστασης μεταναστών στην Ελλάδα, είναι πολύ πιθανό το ελληνικό στοιχείο να εξαϋλωθεί και ο ίδιος ο ελληνικός λαός να αποτελεί μια μειοψηφία οδηγώντας αναπόφευκτα σε δυσάρεστες εθνικές κρίσεις. Προβαλλόμενος ο πληθυσμός της χώρας στο μέλλον, με την υπόθεση ότι η λίαν χαμηλή θνησιμότητα θα εξακολουθήσει να μειώνεται και η πολύ χαμηλη γονιμότητα θα βελτιωθεί βαθμιαίως δείχνει ότι οι διαδικασίες που έχουν 9 Opus situm, σελ. 68 10 Opus situm, σελ.71 11 Τσίρκας Ευάγγελος, Το Δημογραφικό Πρόβλημα και το Μέλλον του Ελληνισμού, http://palio.antibaro.gr/society/tsirkas/_dhmografiko.htm, 22 Δεκεμβρίου 2000 9
αρχίσει δεν είναι εύκολο να βελτιωθούν. Ο συνολικός πληθυσμός θα κινηθεί στην τάξη μεγέθους των 10 εκατομμυρίων και ύστερα από μικρή αύξηση θα μειωθεί μάλλον παρά θα αυξηθεί. Η σύνθεση αυτού κατά ηλικία θα εξακολουθήσει τη διαδικασία της γηράνσεως, και κατά τη λήξη της προβολικής περιόδου, το 2020, οι ηλικιωμένοι 65 ετών και άνω θα έχουν φθάσει στα 20% σχεδόν του συνολικού πληθυσμού, ενώ ο παιδικός πληθυσμός θα πέσει κάτω από τα σημερινά επίπεδα των 19% και μόνο με μια βελτιωμένη γονιμότητα θα επανέλθει σε ικανοποιητικά επίπεδα Οι δημογραφικές αυτές προβολές δεν έχουν λάβει υπόψη τις επιδράσεις της μεταναστεύσεως, η οποία θα επηρεάσει τόσο το μέγεθος, όσο και τη σύνθεση του μελλοντικού πληθυσμού 12. Πάντως αν και θα αναφερθούμε εκτενέστερα σε επόμενη ενότητα όσον αφορά τις πιθανές πολιτικές διαχείρισης της δημογραφικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα μας, μπορούμε από τώρα να επισημάνουμε ότι η γονιμότητα έχει τις δυνατότητες βελτιώσεώς της με τον σχηματισμό της οικογένειας και της βελτιώσεως του μέσου αριθμού τέκνων κατά οικογένεια, ο οποίος να εξασφαλίζει το επίπεδο αναπληρώσεως των γενεών, δηλαδή 2,1 τέκνα κατά γυναίκα. Ο τελευταίος αυτός όρος είναι απαραίτητος, όχι για το μέγεθος του πληθυσμού αλλά έχει μεγάλη σημασία για την κατά ηλικία σύνθεση του πληθυσμού και την ισόρροπη κατανομή του μεταξύ παιδικού, παραγωγικού και γεροντικού πληθυσμού, μακροχρονίως. Ενότητα 5: To άρθρο 21 του Συντάγματος, η παραδοσιακή διδασκαλία και η αναθεώρηση του 2001 Αφού λοιπόν στις προηγούμενες ενότητες παρουσιάσαμε κι αναλύσαμε επαρκώς το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας και τις διαστάσεις που έχει λάβει στις ημέρες μας, σ αυτή την ενότητα θα εξετάσουμε το ζήτημα υπό το πρίσμα του Συντάγματος και συγκεκριμένα της παραδοσιακής θεωρίας περί κοινωνικών δικαιωμάτων. Ως προς την εφαρμογή κάποιας δημογραφικής πολιτικής το Σύνταγμά μας προβλέπει σχετικά στο άρθρο 21 παράγραφος 5 η οποία μαζί με την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου και το άρθρο 25 αποτελούν προϊόν της αναθεώρησης του 2001. Στο άρθρο 21 όμως κατοχυρώνονται ορισμένα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα, όπως το δικαίωμα υγείας, το δικαίωμα κατοικίας, το δικαίωμα για κοινωνική ασφάλιση, το δικαίωμα όσων έχουν ανάγκη ειδική φροντίδα από το κράτος. Κατά την παραδοσιακή θεωρία τα κοινωνικά δικαιώματα στρέφονται προς το κράτος και περιέχουν θετική αξίωση προς πράξη. Έχουν θετικό περιεχόμενο,εξαναγκάζουν το κράτος όχι σε παράλειψη, αλλά σε πράξη. Τα κοινωνικά δικαιώματα περιλαμβάνουν αξιώσεις θετικών παροχών του κράτους προς τα άτομα. Τα κοινωνικά δικαιώματα δεν είναι, όπως και σήμερα υποστηρίζεται από τους οπαδούς της κλασικής θεωρίας «δικαιώματα» στην κυριολεξία του νομικού όρου. Αποτελούν πολύ περισσότερο «κατευθυντήριες αρχές». Από το περιεχόμενό τους δεν προκύπτουν νομικού χαρακτήρα δεσμεύσεις για το κράτος. Η ιδέα της υποχρέωσης προς πράξη είναι αντίθετη προς την έννοια του παλαιού φιλελεύθερου κράτους δικαίου, ως κράτους 12 ΣΙΑΜΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Σ., ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΚΔΟΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ «ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ» Κ και Π. ΣΜΠΙΛΙΑΣ Α.Ε.Β.Ε, 1993 ΑΘΗΝΑ, σελ. 456 10
αποχής. Το κριτήριο της θετικής πράξης, το κατά την παραδοσιακή αντίληψη κριτήριο του «κοινωνικού» δικαιώματος, διαχέεται σε όλα τα συνταγματικά δικαιώματα. 13 Η υποχρέωση του κράτους σε πράξη, η οποία εκτείνεται σε όλα τα συνταγματικά δικαιώματα, είναι αποτέλεσμα της εξέλιξης του κράτους σε κοινωνικό κράτος δικαίου. Κατά συνέπεια, η διαμόρφωσή της ακολουθεί την εξέλιξη του ουσιαστικού περιεχομένου του κοινωνικού κράτους.το ουσιαστικό περιεχόμενο της κοινωνικής αυτής διάστασης διαφοροποιείται ανάλογα με το αν πρόκειται για προστασία ή διασφάλιση του ανθρώπου. Από την άποψη αυτή τα δικαιώματα είναι «προστατευτικά» και «διασφαλιστικά». Κυριολεκτικά πρόκειται για μερικότερες διαστάσεις που ενυπάρχουν σε κάθε δικαίωμα. Επίσης, ύστερα από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, στο άρθρο 25 παρ. 1 καθιερώνεται ρητώς η «αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου», καθιστώντας σαφές ότι η υποχρέωση του κράτους προς κάλυψη των θεμελιωδών αναγκών του ανθρώπου στη σύγχρονη κοινωνία δεν εξαντλείται και δεν περιορίζεται μόνο στα συγκεκριμένα κοινωνικά δικαιώματα, τα οποία θεσπίζουν οι κατ ιδίαν διατάξεις του Συντάγματος 14. Βλέπουμε λοιπόν ότι η φύση της δημογραφικής πολιτικής, όπως ορίζεται στο άρθρο 21 παρ. 5 του Συντάγματος, αν και δεν αποτελεί αυτοτελές κοινωνικό δικαίωμα, παρ όλα αυτά επειδή από τη διάταξη του Συντάγματος προκύπτει υποχρέωση του κράτους προς σχεδιασμό κι εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, δηλαδή υποχρέωση του κράτους προς πράξη, και ως προς αυτό ομοιάζει με το περιεχόμενο των κοινωνικών δικαιωμάτων, προσιδιάζει στη φύση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Γι αυτό το λόγο προβλέπεται αυτή η υποχρέωση του κράτους στο άρθρο 21, αφού σ αυτό κατοχυρώνονται τα σημαντικότερα κοινωνικά δικαιώματα, και γι αυτό έγινε η αναφορά στην παραδοσιακή διδασκαλία για τα κοινωνικά δικαιώματα προκειμένου να κατανοήσουμε πως αντιλαμβάνεται ο συντακτικός νομοθέτης το ρόλο της πολιτείας στο σχεδιασμό και την εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής. Όπως προαναφέρθηκε το άρθρο 21 του Συντάγματος περιέχει τα περισσότερα και σημαντικότερα κοινωνικά δικαιώματα. Ειδικότερα το άρθρο αυτό, που μας ενδιαφέρει άλλωστε και στην παρούσα εργασία, προβλέπει: 1. Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προστασίας του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους. 2. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη ασώματη ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος. 3. Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων. 4. Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους. 5. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελούν υποχρέωση του Κράτους. 6. Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας. Είναι εμφανές πλέον ότι το άρθρο αυτό ακτινοβολεί το πνεύμα του κοινωνικού κράτους δικαίου καθώς θεσπίζει υποχρεώσεις της Πολιτείας για τη διασφάλιση και την επιτυχή διεξαγωγή μιας κοινωνικής πολιτικής βασισμένης στην κοινωνική αλληλεγγύη. Αυτό που μας ενδιαφέρει στο σημείο αυτό όμως είναι ότι με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 κατοχυρώνεται συνταγματικά η 13 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Συνταγματικά Δικαιώματα Γενικό μέρος-ειδικό μέρος, Σάκκουλας, 2008 Αθήνα-Θεσσαλονίκη, σελ.127-128 14 Opus situm, σελ. 129 11
υποχρέωση του κράτους να σχεδιάζει και να εφαρμόζει δημογραφική πολιτική. Επομένως κάτι τέτοιο σημαίνει ότι οφείλει να λαμβάνει μέτρα για τη διαχείριση οποιασδήποτε δημογραφικής κρίσης. Η αναθεώρηση αυτή συνοδευόμενη επίσης με το άρθρο 25 παρ.1 έχει ως αποτέλεσμα την πρόοδο των συνταγματικών θεσμών στο πεδίο της κοινωνικής πολιτικής αλλά κυρίως ενίσχυσε την διαφύλαξη των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών και την ενδυνάμωση του κοινωνικού κράτους δικαίου. Καθίσταται σαφές πλέον ότι με την αναθεώρηση του 2001 αναδεικνύεται ο ρόλος του κοινωνικού κράτους δικαίου. Ειδικότερα με βάση τη διάταξη του άρθρου 21 παρ. 5 επιβάλλεται ως κρατική υποχρέωση η ανάθεση στον κοινό νομοθέτη του σχεδιασμού και στον κρατικό μηχανισμό της εφαρμογής της δημογραφικής πολιτικής της χώρας. Η συνταγματική αυτή πρόβλεψη συμβολίζει από τη μια την ενδυνάμωση του πνεύματος του κοινωνικού κράτους δικαίου που διατρέχει το Σύνταγμά μας 15 κι από την άλλη την ανάγκη για αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, το οποίο όπως φαίνεται αποτελεί μείζον εθνικό ζήτημα σε τέτοιο βαθμό ώστε ο ίδιος ο συντακτικός νομοθέτης να έχει αποφασιστικό ρόλο για τη διαχείρισή του με ειδική συνταγματική πρόβλεψη. Η προβλεπόμενη δηλαδή μέσα απ το Σύνταγμα υποχρέωση του Κράτους για σχεδιασμό κι εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής δείχνει τη βούληση του συντακτικού νομοθέτη να αναγάγει το δημογραφικό σε μείζονα εθνική πρόκληση. Ενότητα 6: Οι νομοθετικές ρυθμίσεις στην Ελλάδα Τα κυριότερα μέχρι σήμερα ληφθέντα μέτρα δημογραφικής πολιτικής, δηλαδή τα μέτρα με καθαρά δημογραφικό χαρακτήρα και όχι εκείνα τα οποία άπτονται της κοινωνικής πολιτικής, είναι: το Ν.Δ 1153/72 «Περί προστασίας πολυμελών οικογενειών διά παροχής οικογενειακών επιδομάτων» που αποτελεί και την πρώτη προσπάθεια άσκησης μιας παρεμβατικής δημογραφικής πολιτικής. Σύμφωνα με αυτό το Ν.Δ χορηγείται μηνιαίο οικογενειακό επίδομα σε οικογένειες Ελλήνων υπηκόων ή ομογενών που αποκτούν παιδί και έχουν κατά τη γέννησή του δύο τουλάχιστον παιδιά στη ζωή. Το επίδομα αυτό δίδεται σε μηνιαία βάση και μέχρι το τρίτο παιδί να συμπληρώσει το 15 ο έτος. Εκτός του επιδόματος για το τρίτο παιδί αντίστοιχα επιδόματα προβλέπονται και για το τέταρτο, πέμπτο και πάνω από πέντε παιδιά. Η σημαντικότερη όμως μέχρι σήμερα παρέμβαση δημογραφικής πολιτικής είναι οι διατάξεις του άρθρου 63 «Μέτρα για το δημογραφικό» του Αναπτυξιακού Νόμου 1892/90 που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως αυτό επεκτάθηκε με τα άρθρα 2 «Επέκταση του πολυτεκνικού επιδόματος» και 3 «Χορήγηση ισόβιας σύνταξης στη μητέρα με τέσσερα παιδιά» του Ν. 2163/93 «Αύξηση συντάξεων Ο.Γ.Α και άλλες διατάξεις». 16 Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές χορηγείται: 1. Επίδομα 3 ου παιδιού στη μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί μέχρι τη συμπλήρωση τριών ετών. 2. Επίδομα πολυτεκνικό στη μητέρα που θεωρείται πολύτεκνη σύμφωνα με το Ν.1910/1944, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το Ν.860/79 15 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Συνταγματικά Δικαιώματα Ειδικό μέρος, 2011 Αθήνα, σελ. 37-38 16 Πάλλη-Πετραλιά Φάνη, Η Άτεκνη χώρα: Δημογραφική εξέλιξη-προοπτικές, Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ, 1997 Αθήνα, σελ. 77 12
και ισχύει σήμερα. Το επίδομα αυτό, που χορηγείται μηνιαία, είναι ίσο προς ενάμισι ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη πολλαπλασιαζόμενο επί τον αριθμό των αγάμων παιδιών ηλικίας μέχρι 25 ετών. 3. Ισόβια σύνταξη,ίση με το τετραπλάσιο του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, στην πολύτεκνη μητέρα που δεν δικαιούται ποσό του προηγούμενου επιδόματος, επειδή τα παιδιά της είναι έγγαμα ή έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 25 ετών. Τα παραπάνω επιδόματα χορηγούνται στη μητέρα ανεξάρτητα από κάθε άλλο επίδομα, μισθό, σύνταξη, αμοιβή,αποζημίωση. Να προστεθεί μάλιστα ότι τα παραπάνω επιδόματα και η ισόβια σύνταξη λόγω της καθολικότητας και των ποσών που αντιστοιχούν σε αυτά είχαν σημαντικά αποτελέσματα. Αυτό σημαίνει ότι η επέκταση και η αύξηση των ποσών μπορούν να αποτελέσουν σημαντικά κίνητρα για την αύξηση της γεννητικότητας. Σύμφωνα με τα παραπάνω επιδόματα, τα επιδόματα του Ν.Δ 1153/72 και του άρθρου 63 του Ν. 1892/90 χαρακτηρίζονται από καθολικότητα. Ως κριτήριο για τη χορήγησή τους τίθεται μόνο εκείνο της φυσικής κατάστασης, δηλαδή η απόκτηση τρίτου παιδιού, ενώ οι προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί κάποιος ως πολύτεκνος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, δεν έχουν σχέση με την οικονομική κατάστασή του. Όμως, με πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις, η κατάσταση αλλάζει. Θεσπίζονται οικονομικά κριτήρια πέραν των οποίων οι δικαιούχοι, παρ ό,τι είναι πολύτεκνοι, δεν θα μπορούν να επωφεληθούν των παροχών αυτών. 17 Έτσι, οι ρυθμίσεις αυτές μεταβάλλουν το χαρακτήρα αυτών των μέτρων και από μέτρα αναπτυξιακού και καθαρά δημογραφικού χαρακτήρα που απευθύνονται στο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, όπως άλλωστε θα πρέπει να είναι, περιορίζονται σε μέτρα οικονομικής ενίσχυσης των πολυμελών οικογενειών προνοιακού χαρακτήρα. Μέσα από αυτές τις διατάξεις διαφαίνεται από τη μια η επίγνωση του κοινού νομοθέτη της βαρύτητας του δημογραφικού ως μείζον εθνικό θέμα, από την άλλη η βούλησή του να ενισχύσει την τεκνογονία στις ελληνικές οικογένειες δίνοντας τους κίνητρα, σε μορφή κοινωνικών επιδομάτων, ώστε να μη διστάζουν στην απόκτηση παιδιών λόγω του υψηλού κόστους ανατροφής. Με τον τρόπο αυτό ο νομοθέτης επιδιώκει ακριβώς να αναχαιτίσει την καλπάζουσα μείωση του δείκτη γονιμότητας στη χώρα και φυσικά την αύξηση της αναλογίας των νέων στην ελληνική κοινωνία. Εντούτοις, η σημαντικότερη και πιο σύγχρονη νομοθετική ρύθμιση για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος είναι ο νόμος 3454/2006 που περιέχει διατάξεις για την ενίσχυση της οικογένειας αλλά και άλλες συναφείς διατάξεις. Πρωτίστως ο νόμος αυτός ενισχύει τις τρίτεκνες οικογένειες με τις διατάξεις των άρθρων 1-4. 18 Με το νόμο αυτό παραχωρούνται στις οικογένειες με τρία παιδιά πολλά από τα προνόμια των πολυτέκνων. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στη μητέρα που αποκτά τρίτο παιδί από την 1 η Ιανουαρίου 2006 κα μετά, αλλά και για κάθε τέκνο μετά από το τρίτο, καταβάλλεται πλέον από το Δημόσιο εφάπαξ παροχή ύψους 2.000 ευρώ ανεξάρτητα από κάθε άλλο επίδομα, μισθό, σύνταξη, αμοιβή, αποζημίωση ή εισόδημα. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος νόμου η προβλεπόμενη στο άρθρο 12 του νόμου 3220/2004 απαλλαγή από το τέλος ταξινόμησης επιβατικών αυτοκίνητων οχημάτων επεκτείνεται και χορηγείται πλέον αναλογικά και στους γονείς ή γονέα με τρία ανήλικα τέκνα από τον ίδιο ή διαφορετικούς γάμους για τα οποία έχουν με νόμο ή δικαστική απόφαση τη γονική μέριμνα κι επιμέλεια ή νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα ή εκτός γάμου γεννηθέντα, τα οποία είναι άγαμα ή προστατευόμενα, σε ποσοστό 35% κατά το έτος 2006, 70% κατά το 2007 και 100% κατά το έτος 2008 κι εντεύθεν.ο νόμος προβλέπει 17 Opus situm, σελ. 79 18 Ν.3454/2006 Ενίσχυση της οικογένειας και λοιπές διατάξεις 13
ότι για την εφαρμογή της διάταξης του προαναφερθέντος άρθρου απαιτείται σε γενικές γραμμές, για να μη μακρυγορούμε κι επαναλαμβάνουμε το άρθρο αυτούσιο, τέκνα που να φοιτούν σε αναγνωρισμένες σχολές της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή που εκπληρώνουν τη στρατιωτική τους θητεία και δεν έχουν συμπληρώσει το 25 ο έτος της ηλικίας τους, όπως και τέκνα άγαμα, διαζευγμένα σε κατάσταση χηρείας ή με αναπηρία. Ο νόμος 3454/2006 μεριμνά επίσης για τη στήριξη της πολύτεκνης οικογένειας. Με βάση το νόμο, πολύτεκνοι θεωρούνται οι γονείς που έχουν τη γονική μέριμνα κι επιμέλεια τουλάχιστον τεσσάρων παιδιών από έναν ή περισσότερους γάμους ή νομιμοποιηθέντων ή νομίμως αναγνωρισθέντων ή υιοθετημένων, τα οποία είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 23 ο έτος της ηλικίας τους ή σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες τριτοβάθμιες σχολές πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης και αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή εκπληρώνουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και δεν έχουν συμπληρώσει το 25 ο έτος της ηλικίας τους. Στα τέκνα αυτά συνυπολογίζονται και αυτά με οποιαδήποτε αναπηρία από 67% και άνω ισοβίως και μάλιστα ανεξαρτήτως ηλικίας και οικογενειακής κατάστασης. Σε περίπτωση που υπάρχει γονέας χωρίς σύζυγο, έχει τη γονική μέριμνα κι επιμέλεια των τέκνων του και είναι ο μόνος υπόχρεος σε διατροφή αυτών, αυτός θεωρείται πολύτεκνος εφόσον έχει τρία τέκνα. Kατά τα άλλα ισχύουν όσα προαναφέρθηκαν στις παραπάνω γραμμές. Επιπροσθέτως με το νόμο αυτό ιδρύονται δυο νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου: Το Ινστιτούτο Κοινωνικής Δημογραφίας και Έρευνας( Ι.Κ.Δ.Ε ) και το Εθνικό Παρατηρητήριο Ατόμων με Αναπηρίες. Ειδικότερα μιλώντας, το Ι.Κ.Δ.Ε σύμφωνα με το άρθρο 11 του νόμου αποτελεί ερευνητικό φορέα, αναλύει, παρακολουθεί και αξιολογεί τα μέτρα δημογραφικής πολιτικής και παρέχει επιστημονική υποστήριξη σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Ειδικότερα μελετά την επίδραση οικονομικών και άλλων παροχών στην άσκηση δημογραφικής πολιτικής, τις επιπτώσεις των ειδικών μέτρων για τις πολύτεκνες οικογένειες και τις συνέπειες της δημογραφική γήρανσης, της εξωτερικής μετανάστευσης, των μέτρων περιφερειακής πολιτικής, της προνομιακής μεταχείρισης και της κοινωνικής εξέλιξης. Από την άλλη το Εθνικό Παρατηρητήριο Ατόμων με Αναπηρίες είναι ένα νομικό πρόσωπο που αποσκοπεί στην συστηματική έρευνα, ανάλυση και παρουσίαση των εξελίξεων και των τάσεων, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες στην Ελλάδα και διεθνώς, καθώς και στην προώθηση μέτρων και προγραμμάτων που πραγματοποιούνται για άτομα με αναπηρίες, με σκοπό την ενεργό και ισότιμη συμμετοχή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Εντός των σκοπών του Παρατηρητηρίου είναι η επίτευξη, μέσω αξιοποίησης προγραμμάτων και πρωτοβουλιών, της ευκολότερης κοινωνικής ένταξης των αναπήρων καθώς και η ανάπτυξη προγραμμάτων αποϊδρυματοποίησης και υποστηριζόμενης διαβίωσης, ιδιαίτερα των ατόμων με νοητική υστέρηση, μέσω παροχής συμβουλευτικής και επιστημονικής υποστήριξης προς τους δημόσιους ιδιωτικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στον αντίστοιχο τομέα. Τελειώνοντας με το νόμο 3454/2006 συνίσταται συμβουλευτικό-γνωμοδοτικό όργανο του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με την επωνυμία «Εθνικό Συμβούλιο Οικογένειας και Πληθυσμού».Το όργανο αυτό έχει τις εξής αρμοδιότητες: 1.προωθεί τον δημόσιο διάλογο επί των βασικών ζητημάτων δημογραφικής πολιτικής, 2. υποβάλλει γνωμοδοτήσεις επί παντός θέματος δημογραφικής πολιτικής, που παραπέμπεται σε αυτό από τους αρμόδιους υπουργούς, 3.εισηγείται μέτρα και ενέργειες για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της ακολουθούμενης δημογραφικής πολιτικής. 14
Συμπερασματικά σ αυτή την ενότητα διαπιστώνουμε ότι τα τελευταία χρόνια η Ελληνική Πολιτεία αντιλαμβανόμενη τη διάσταση του δημογραφικού προβλήματος, επιδιώκει να το αντιμετωπίσει «χτυπώντας» ακριβώς στη ρίζα του, τα χαμηλά ποσοστά αναπαραγωγικότητας του ελληνικού πληθυσμού μέσω της ενίσχυσης της πολύτεκνης οικογένειας. Γι αυτό το λόγο θεσπίζονται νομοθετικές ρυθμίσεις που προβλέπουν οικονομική ενίσχυση των πολύτεκνων οικογενειών έτσι ώστε να δίδονται κίνητρα στους Έλληνες πολίτες να σχηματίζουν οικογένεια και να μην αποθαρρύνονται από την απόκτηση τέκνων εξαιτίας του ενδεχομένου υψηλού κόστους ανατροφής τους. Ενότητα 7: Προτάσεις δημογραφικής πολιτικής Πέρα από τις ισχύουσες προαναφερθείσες νομοθετικές ρυθμίσεις που κατατείνουν στη διαχείριση της δημογραφικής κρίσης, στην τελευταία αυτή ενότητα παρατίθενται ορισμένες πρόσθετες προτάσεις και ιδέες για το σκοπό αυτό. Κατ αρχάς μια δημογραφική πολιτική για να είναι αποτελεσματική θα πρέπει να ναι ολοκληρωμένη, συνεχής, εφαρμόσιμη και ευέλικτη ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στην κάθε φορά διαμορφούμενη κατάσταση μέσα από ένα ολοκληρωμένο δίκτυο για τη συνεχή παρακολούθηση της εξέλιξης του πληθυσμού και κυρίως να είναι αποδεκτό από όλους αυτούς στους οποίους απευθύνεται. Η αντιμετώπιση της δημογραφικής κατάστασης της χώρας απαιτεί μια ολοκληρωμένη δημογραφική πολιτική με στόχο την απόκτηση τρίτου παιδιού μέσα από μια δέσμη ουσιαστικών και ελκυστικών μέτρων/κινήτρων που θα ενθαρρύνουν τα ζευγάρια. Επειδή όμως παρατηρείται και σημαντική κάμψη όσον αφορά στην απόκτηση δεύτερου παιδιού, ορισμένα από τα μέτρα θα πρέπει να απευθύνονται και προς αυτή την κατεύθυνση. Επίσης ειδική δέσμη μέτρων θα πρέπει να αποβλέπει στην προστασία της πολύτεκνης οικογένειας. 19 Μια τέτοια πολιτική είναι δυνατόν να επιτευχθεί με την υιοθέτηση και εφαρμογή μέτρων που θα αποβλέπουν στην οικονομική στήριξη της οικογένειας, στην προστασία της μητρότητας και του παιδιού και γενικότερα στο συμβιβασμό οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής. Αναλυτικότερα προκρίνονται τα εξής μέτρα: Επέκταση της επιδοματικής πολιτικής στην οποία πρέπει να συμπεριληφθεί εκτός του τρίτου και το δεύτερο παιδί. Δέσμη μέτρων για τη γενναία οικονομική ενίσχυση των οικογενειών που αποτελούνται από ένα γονέα, αντίστοιχων με εκείνων που παρέχονται για το τρίτο παιδί. Στο πλαίσιο της προστασίας και προαγωγής της μητρότητας, του παιδιού, της οικογενειακής ζωής χρειάζεται μεταξύ άλλων πλήρης υγειονομική κάλυψη της μητέρας και του βρέφους πριν και μετά τον τοκετό, διεύρυνση των Κέντρων Οικογενειακού Προγραμματισμού με αντίστοιχη ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης αυτών και τη στελέχωσή τους με ειδικευμένους κοινωνικούς επιστήμονες για την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης σχετικά με τη μητρότητα και της 19 Πάλλη-Πετραλιά Φάνη, Η Άτεκνη χώρα: Δημογραφική εξέλιξη-προοπτικές, Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ, 1997 Αθήνα, σελ.86-87 15
ψυχολογικής στήριξης αυτής. Επίσης σημαντικό είναι η προσπάθεια για μείωση των τροχαίων ατυχημάτων με την ανάπτυξη προγράμματος που θα στοχεύει στη συνεχή ενημέρωση του κοινού για τη σημασία τήρησης των κανόνων οδικής κυκλοφορίας καθώς και στην επέκταση των αστυνομικών ελέγχων. Συνεχίζοντας, χρειάζεται ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου προγράμματος για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και καταπολέμηση της ανεργίας, ενίσχυση του θεσμού της μερικής απασχόλησης, θέσπιση γονικής άδειας μετά αποδοχών, επέκταση της χρονικής διάρκειας του ελαστικού ωραρίου για τις εργαζόμενες μητέρες καθώς κι επέκταση και βελτίωση του υπάρχοντος δικτύου των κρατικών και βρεφονηπιακών σταθμών και την καθιέρωση άλλων μορφών φύλαξης παιδιών. Σημαντική θα ταν η διεύρυνση του ορίου αφορολόγητου εισοδήματος για το τρίτο και πέραν αυτού παιδιά που θα αυξάνεται προοδευτικά για κάθε επιπλέον παιδί. Όσον αφορά το θέμα της στέγασης ιδιάζουσας σημασίας θα ταν σε γονείς που αποκτούν τρίτο παιδί και είναι οικονομικά αδύνατοι η χορήγηση δωρεάν κατοικίας από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας ή εναλλακτικά χορήγηση ικανοποιητικού ποσού για την αγορά κατοικίας ή επιδότηση ενοικίου 20. Εκτός των παραπάνω μέτρων που αναφέρονται καθαρά στη δημογραφική πολιτική, ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να ληφθεί για την κοινωνική και οικονομική στήριξη των πολύτεκνων οικογενειών διότι, όπως γνωρίζουμε οι πολύτεκνες οικογένειες σήμερα αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες αλλά και γενικότερα προβλήματα λόγω του μεγάλου οικονομικού βάρους που απαιτεί η ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Πιο συγκεκριμένα, σημαντική θα ταν η αναθεώρηση της νομοθεσίας περί πολυτέκνων για μία πλήρη αποτελεσματική κοινωνική πολιτική και προστασία των πολυτέκνων σε τρόπο ώστε να αποφευχθεί η εξαθλίωση και ο κοινωνικός αποκλεισμός της ελληνικής οικογένειας, λόγω του μεγάλου αριθμού παιδιών και των δυσβάστακτων οικονομικών βαρών. Χρήσιμη θα ταν ακόμη η κωδικοποίηση σε ενιαίο και εύχρηστο κείμενο όλης της νομοθεσίας σχετικά με τα δημογραφικά μέτρα και τους πολύτεκνους. Στα πλαίσια μάλιστα μιας εποικοδομητικής και ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής απαραίτητη είναι η εξασφάλιση της δυνατότητας στους πολύτεκνους που υπηρετούν στο δημόσιο και τον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα να τοποθετούνται στον τόπο των συμφερόντων τους και να μη μετατίθενται εάν δεν το ζητήσουν οι ίδιοι, να ασκούν και δεύτερη εργασία λαμβάνοντας υπόψη τα μεγάλα οικονομικά βάρη της πολύτεκνης οικογένειας, να έχουν προτεραιότητα διορισμού στη δημόσια εκπαίδευση εκτός επετηρίδας και να καθιερωθεί ειδικό μειωμένο ωράριο για τις πολύτεκνες μητέρες. Αλλά η μέριμνα για το δημογραφικό ζήτημα θα έπρεπε να επεκταθεί και στον τομέα των θεσμών του κράτους με τη σύσταση Μόνιμης Διακομματικής Επιτροπής που θα ενασχολείται με το δημογραφικό πρόβλημα καθώς και με τη σύσταση ενός Κεντρικού Φορέα ( υφυπουργείο ) με αρμοδιότητα να χαράζει και να συντονίζει τα θέματα της δημογραφικής πολιτικής. 21 Οι προτάσεις και τα μέτρα αυτά εν ολίγοις αποσκοπούν σ αυτό στο οποίο έγινε πιο πάνω αναφορά και είναι και το βασικό για την αντιμετώπιση της δημογραφικής κατάστασης της Ελλάδας: η παροχή κινήτρων στην ελληνική οικογένεια για την απόκτηση τέκνων και φυσικά η συνδρομή της από μέρους της Πολιτείας για την ορθή ανατροφή και διαπαιδαγώγησή τους έτσι ώστε να αναδειχθούν ενσυνείδητοι και υπεύθυνοι Έλληνες πολίτες. Ωστόσο, όσο ελκυστικές κι αν φαίνονται αυτές οι προοπτικές, πιστεύω ότι ειδικά στις μέρες μας όπου η ελληνική κοινωνία επωμίζεται τις τραγικές 20 Opus situm, σελ. 89 21 ΣΙΑΜΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Σ., ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ, ΕΚΔΟΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ «ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ» Κ και Π. ΣΜΠΙΛΙΑΣ Α.Ε.Β.Ε, 1993 Αθήνα, σελ. 461 16
συνέπειες της οικονομικής κρίσης πρέπει να αποκατασταθεί ο ρόλος του κοινωνικού κράτους δικαίου. Λόγω των περικοπών που πραγματοποιούνται τον τελευταίο καιρό προς εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, το ελληνικό κράτος έχει χάσει πλέον το χαρακτήρα του κοινωνικού κράτους δικαίου αφού δεν ανταποκρίνεται ή ανταποκρίνεται πλημμελώς στις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τα κατοχυρωμένα στο άρθρο 21 του Συντάγματος κοινωνικά δικαιώματα. Οποιαδήποτε δημοσιονομική κρίση και αν διέρχεται ένα κράτος, σε καμία περίπτωση δεν νοείται να αλλοιώνεται η έννοια του κοινωνικού κράτους δικαίου. Οι συνταγματικά κατοχυρωμένες παροχές της Πολιτείας απέναντι στην ελληνική κοινωνία με τη μορφή των κοινωνικών δικαιωμάτων θα πρέπει προσηκόντως να εκπληρώνονται, διότι σε αντίθετη περίπτωση διασαλεύεται η δημοκρατική συνταγματική τάξη και επέρχεται κοινωνική εξαθλίωση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση εξαιτίας των περικοπών των κοινωνικών παροχών του κράτους προς τις ελληνικές οικογένειες, η ελληνική οικογένεια έχει υποβαθμιστεί σε εξαιρετικά δεινή θέση κι έτσι δεν της δίνονται κίνητρα για αύξηση της αναπαραγωγικότητας αφού στη δεδομένη συγκυρία και υπό τους παρούσες συνθήκες η ανατροφή και μόνο ενός παιδιού φαντάζει «κυκεώνας». Και μ αυτά τα δεδομένα είναι λογικό να εντείνεται ακόμη περισσότερο η δημογραφική κρίση του τόπου. Έτσι λοιπόν, είναι ουσιώδες η Ελληνική Πολιτεία να αλλάξει τη στάση της απέναντι στην ελληνική οικογένεια και να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της δημογραφικής κατάστασης όχι με άκρα λιτότητα αλλά με την αποτελεσματική συνδρομή και αλληλεγγύη προς αυτήν εφαρμόζοντας μια πολιτική θεμελιωμένη στο ιδεώδες του κοινωνικού κράτους δικαίου και στη διαφύλαξη των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών. Άλλωστε, η ηθική και υλική συμπαράσταση προς το κύτταρο της κοινωνίας μας που είναι η ελληνική παραδοσιακή οικογένεια, θα πρέπει να είναι ο πρωταρχικός αντικειμενικός σκοπός, διότι δια της οικογένειας θα αντιμετωπισθεί τόσο η υπογεννητικότητα, όσο και τα από τη γήρανση του πληθυσμού αναφυόμενα προβλήματα. Με τον τρόπο αυτό, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις της ποσοτικής και ποιοτικής βελτιώσεως του πληθυσμού της Χώρας. Συμπερασματικά Με βάση τα προαναφερθέντα, το δημογραφικό είναι εθνικό πρόβλημα. Μάλιστα δε θα ταν υπερβολή να ισχυρισθεί κανείς ότι είναι ίσως ένα από τα κρίσιμα κιόλας εθνικά ζητήματα του τόπου, διότι από τη διαχείριση και την εξέλιξή του κρίνεται ουσιαστικά το μέλλον του ελληνισμού καθεαυτού. Η μια πτυχή του ζητήματος είναι όπως είδαμε η αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των Ελλήνων και ως εκ τούτου η αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων ατόμων στη Χώρα. Η δεύτερη όμως και σοβαρότερη πτυχή του προβλήματος είναι η αυξημένη υπογεννητικότητα που παρατηρείται στις ελληνικές οικογένειες και την οποία καλείται να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά σήμερα το ελληνικό κράτος. Η υπογεννητικότητα σε συνδυασμό με την αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων οδηγεί αναπόφευκτα στη μείωση του ποσοστού των νέων. Έτσι ο ελληνικός πληθυσμός λόγω της μείωσης των νέων δεν αναπαράγεται και καταλήγει όλο και περισσότερο να αποτελείται από άτομα της τρίτης ηλικίας. Αν συνυπολογίσουμε και το μεγάλο αριθμό μεταναστών που εισέρχονται και, πολλοί απ αυτούς, εγκαθίστανται στη Χώρα, κάνοντας ακόμη και δικές τους οικογένειες, καταλαβαίνουμε ότι αν δεν παρθούν μέτρα και δεν εφαρμοστούν πολιτικές, μετά από ορισμένο καιρό οι Έλληνες θα αποτελούν πλέον μειοψηφία. Άλλωστε ο ίδιος ο συντακτικός νομοθέτης στο άρθρο 21 του Συντάγματος προβλέπει ειδική υποχρέωση του κράτους για το σχεδιασμό και την εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο το 17
Σύνταγμα αναγνωρίζει τη βαρύτητα του δημογραφικού ζητήματος για την Ελλάδα όπως και την αναγκαιότητα υλοποίησης μέτρων προς διαχείρισή του. Συνεπώς η Πολιτεία δεσμεύεται συνταγματικά να δράσει άμεσα και αποτελεσματικά για την υλοποίηση μιας επιτυχημένης δημογραφικής πολιτικής μέσα από τη στήριξη, την προστασία και την παροχή κινήτρων στην πολύτεκνη οικογένεια. Δημογραφικό πρόβλημα και Σύνταγμα Στην παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε μια προσπάθεια προσέγγισης του δημογραφικού προβλήματος της Χώρας μας. Η μια πλευρά του ζητήματος είναι η αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων ατόμων στον ελληνικό πληθυσμό ακριβώς λόγω της αύξησης του μέσου όρου ηλικίας των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια. Η δεύτερη πτυχή όμως και σοβαρότερη είναι η αυξημένη υπογεννητικότητα που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη ελληνική οικογένεια. Στην παραπάνω εργασία λοιπόν, έγινε μια παρουσίαση και ανάλυση των δυο φαινομένων με τα αίτια και τις συνέπειές τους με στόχο την καλύτερη κατανόησή τους. Επισημάνθηκε επίσης και ο ρόλος της μετανάστευσης, τόσο της εξωτερικής όσο και της εσωτερικής, στην εξέλιξη της δημογραφικής κρίσης όπως επίσης και της εγκατάστασης ξένων στη Χώρα. Έγιναν επίσης κάποιες πιθανές προβλέψεις όσον αφορά την πορεία του ελληνικού πληθυσμού στα επόμενα χρόνια με βάση τα τωρινά δεδομένα οι οποίες, όπως φαίνεται παραπάνω, κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικές δε μπορεί να είναι. Έπειτα γίνεται μια αναφορά στις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και κυρίως του άρθρου 21 παράγραφος 5 όπου υπάρχει σχετική πρόβλεψη για το σχεδιασμό και την εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής καθώς κι ερμηνεία του άρθρου ανατρέχοντας στην παραδοσιακή θεωρία περί κοινωνικών δικαιωμάτων. Τέλος, παρατίθενται οι νομικές ρυθμίσεις που ισχύουν στην ελληνική έννομη τάξη και που στοχεύουν στην ανάσχεση της δημογραφικής κρίσης μέσω της στήριξης των πολύτεκνων οικογενειών αλλά και κάποιες ξεχωριστές προτάσεις προς επίρρωση αυτής της προσπάθειας. Demographic Problem and Constitution In the present work an attempt has been made to address the demographic problem of our country. One side of the issue is the increasing proportion of elderly people in the Greek population just because of the increase of the average age of the Greeks in recent years. The second aspect but more serious is the low fertility that characterizes the modern Greek family. On the above project, there has been made a presentation and analysis of both phenomena with their causes and consequences for better understanding. Also, there has been highlighted the role 18