ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Bρυξέλλες, 20 εκεµβρίου 2001 (11.01) (OR. en) 15525/01 DROIPEN 113 ENV 678 ΣΗΜΕΙΩΜΑ

16542/1/09 REV 1 ΛΜ/νικ 1 DG H 2B

Ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά µε την προστασία του περιβάλλοντος µέσω του ποινικού δικαίου

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

L 328/28 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΟΔΗΓΙΕΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0023(COD)

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Τροποποιημένη πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας. Συντάκτρια γνωμοδότησης (*) : Eva Lichtenberger

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

147(I)/2015 Ο ΠΕΡΙ ΕΠΙΘΕΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 16 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 1 Οκτωβρίου 2015 (OR. en)

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης: οδηγία IPPCΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΘΕΣΠΙΣΗ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΣΚΟΠΟΥΝ Σ ΓΙΑ ΤΗ

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ 2014/62/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΈΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0252/

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

C /12 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, COM(2012) 172 final 2012/0085 (COD) Πρόταση

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

(Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις) ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

5665/1/07 REV 1 CZV/ag,mks DG C I

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0251/

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

TREE.2 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0434 (COD) PE-CONS 17/19 AVIATION 13 PREP-BXT 28 CODEC 212

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ατµοσφαιρική ρύπανση: η Επιτροπή αναλαµβάνει περαιτέρω νοµική δράση κατά 9 κρατών µελών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

EL EL EL

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 9.2.2007 COM(2007) 51 τελικό 2007/0022 (COD) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου (υποβληθείσα από την Επιτροπή) {SEC(2007) 160} {SEC(2007) 161} EL EL

1) ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 110 Λόγοι και στόχοι της πρότασης Για να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, όπως προβλέπει η συνθήκη ΕΚ (άρθρο 174 παράγραφος 2 της συνθήκης EΚ), επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί το συνεχώς επιδεινούμενο πρόβλημα του περιβαλλοντικού εγκλήματος. Η παρούσα πρόταση αντικαθιστά την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου (2001/0076(COD)), όπως τροποποιήθηκε μετά την πρώτη ανάγνωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ εφαρμογή των πορισμάτων στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφαση που εξέδωσε στις 13 Σεπτεμβρίου 2005 (C-176/03, Επιτροπή κατά Συμβουλίου), με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση πλαίσιο 2003/80/ΔΕΥ σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. Σύμφωνα με την απόφαση, η Κοινότητα δύναται να λαμβάνει μέτρα σχετικά με το ποινικό δίκαιο των κρατών μελών, εφόσον θεωρεί ότι είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζει σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος. Η Κοινότητα και τα κράτη μέλη εξέδωσαν πολυάριθμες νομοθετικές πράξεις με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος. Ωστόσο, όπως προκύπτει από διάφορες μελέτες 1, οι κυρώσεις που επί του παρόντος προβλέπονται στα κράτη μέλη δεν αρκούν πάντοτε για την αποτελεσματική εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος. Δεν προβλέπονται ποινικές κυρώσεις σε όλα τα κράτη μέλη για όλα τα σοβαρά περιβαλλοντικά αδικήματα, μολονότι μόνο ανάλογες ποινές θα είχαν επαρκώς αποτρεπτικό αποτέλεσμα για πολλούς λόγους: Κατά πρώτον, η επιβολή ποινικών κυρώσεων είναι ενδεικτική κοινωνικής αποδοκιμασίας που διαφέρει ποιοτικά από τις διοικητικές κυρώσεις ή τους μηχανισμούς αποζημίωσης που προβλέπει το αστικό δίκαιο. Κατά δεύτερο, οι διοικητικές ή άλλες οικονομικές κυρώσεις μπορεί να μην είναι αποτρεπτικές όταν οι δράστες δεν είναι φερέγγυοι ή, αντιθέτως, είναι ιδιαίτερα ισχυροί από οικονομική σκοπιά. Σε ανάλογες περιπτώσεις ενδέχεται να είναι απαραίτητο να προβλεφθούν ποινές φυλάκισης. Επιπλέον, τα μέσα για ποινικές έρευνες και διώξεις (και για την αμοιβαία νομική αρωγή μεταξύ των κρατών μελών), είναι ισχυρότερα από τα προβλεπόμενα από το αστικό και το διοικητικό δίκαιο και ως εκ τούτου μπορούν να βελτιώσουν τις εν λόγω διαδικασίες. 1 Οι πλέον σημαντικές μελέτες διατίθενται στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Περιβάλλοντος σχετικά με το περιβαλλοντικό έγκλημα: http://ec.europa.eu/environment/crime/index.htm#studies. EL 2 EL

Τέλος, παρέχεται επιπλέον εγγύηση αμεροληψίας, επειδή οι αρμόδιες για τις έρευνες αρχές που προβλέπεται να συμμετάσχουν στις ποινικού χαρακτήρα έρευνες, θα είναι άλλες από τις διοικητικές αρχές που έχουν χορηγήσει τις άδειες εκμετάλλευσης ή εξουσιοδοτήσει την ανάληψη ρυπογόνων δραστηριοτήτων. Εκτός του γεγονότος ότι τα είδη των προβλεπόμενων κυρώσεων διαφέρουν ανάλογα με το κράτος μέλος, παρατηρούνται επίσης σοβαρές διαφορές σε ό,τι αφορά το επίπεδο των επιβαλλόμενων κυρώσεων για παρεμφερή ή ταυτόσημα αδικήματα. Το περιβαλλοντικό έγκλημα συχνά έχει διασυνοριακό χαρακτήρα ή επιπτώσεις. Κατά συνέπεια, επί του παρόντος οι δράστες είναι σε θέση να εκμεταλλεύονται υπέρ αυτών τις υφιστάμενες διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των επιμέρους κρατών μελών. Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο πρόβλημα επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί με την ανάληψη της δέουσας δράσης σε κοινοτικό επίπεδο. Γενικό πλαίσιο Το 1998 το Συμβούλιο της Ευρώπης ενέκρινε σύμβαση για την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που πραγματοποιήθηκε στο Tampere τον Οκτώβριο του 1999 ζήτησε να καταβληθούν προσπάθειες, ώστε να διατυπωθούν κοινοί ορισμοί, κατηγορίες και κυρώσεις για περιορισμένο αριθμό ιδιαίτερα σημαντικών τομέων εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένου του περιβαλλοντικού. Τον Φεβρουάριο του 2000, το Βασίλειο της Δανίας ανέλαβε πρωτοβουλία για τη σύνταξη απόφασης πλαισίου σχετικά με την καταπολέμηση του σοβαρού περιβαλλοντικού εγκλήματος. Το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων συμφώνησε στις 28 Σεπτεμβρίου 2000 ότι επιβάλλεται να διαμορφωθεί ανάλογο «κεκτημένο» για τα περιβαλλοντικά αδικήματα. Στις 13 Mαρτίου 2001 η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση οδηγίας για την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. Στόχος της προτεινόμενης οδηγίας ήταν να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, καθιερώνοντας ελάχιστη δέσμη αδικημάτων για όλη την Κοινότητα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε έκθεση σχετικά με την εν λόγω πρόταση κατά την πρώτη ανάγνωση στις 8 Απριλίου 2002. Στις 30 Σεπτεμβρίου 2002 η Επιτροπή ενέκρινε τροποποιημένη πρόταση, στην οποία συμπεριέλαβε πολλές από τις τροπολογίες που είχε προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Συμβούλιο δεν συζήτησε την πρόταση της Επιτροπής και αντ αυτής ενέκρινε στις 27 Ιανουαρίου 2003, με πρωτοβουλία της Δανίας, την απόφαση πλαίσιο 2003/80/ΔΕΥ σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ακύρωσε την ως άνω απόφαση με την απόφασή του της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 (C-176/03), θεωρώντας ότι παρέβαινε το άρθρο 47 της EL 3 EL

συνθήκης ΕΕ, δεδομένου ότι λόγω τόσο του στόχου όσο και του περιεχομένου τους τα άρθρα 1-7 της απόφασης πλαισίου αποσκοπούσαν πρωτίστως στην προστασία του περιβάλλοντος και θα ήταν ορθότερο να είχαν εγκριθεί βάσει του άρθρου 175 της συνθήκης ΕΚ. Στις 30 Νοεμβρίου 2005 η Επιτροπή ενέκρινε ανακοίνωση στην οποία σκιαγραφούσε τις απόψεις της σχετικά με τις επιπτώσεις της απόφασης για την υπόθεση C-176/03, αναφερόμενη και στην ανάγκη να εγκριθεί νέα νομοθετική πρόταση με στόχο την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού προβλήματος. Βάσει της απόφασης του Δικαστηρίου είναι απαραίτητο να αποσυρθεί η πρόταση του 2001 για οδηγία σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου και να υποβληθεί νέα πρόταση που να καλύπτει το περιεχόμενο των άρθρων 1 έως 7 της ακυρωθείσας απόφασης πλαισίου. Ορισμένα αδικήματα θα πρέπει να τροποποιηθούν, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Κοινότητας. Επιπλέον, ορισμένα επιπρόσθετα στοιχεία τα οποία θεωρούνται απαραίτητα για να εξασφαλιστεί η ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο κείμενο, ιδίως δε η προσέγγιση των επιβαλλόμενων κυρώσεων για τα ιδιαζόντως σοβαρά περιβαλλοντικά εγκλήματα. Σε συνέχεια της υπόθεσης 176/03 που εξέτασε το ΔΕΚ, η Επιτροπή προτίθεται να υποβάλει, αργότερα κατά το 2007 πρόταση οδηγίας για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/35/ΕΚ σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις. Οι υφιστάμενες διατάξεις στον τομέα της πρότασης Μολονότι η περιβαλλοντική νομοθεσία υποχρεώνει σε διάφορες περιπτώσεις τα κράτη μέλη να επιβάλλουν αποτρεπτικές, αποτελεσματικές και αναλογικές κυρώσεις για παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, δεν υφίστανται διατάξεις που να καλούν τα κράτη μέλη να θεσπίζουν συγκεκριμένες κυρώσεις ποινικού χαρακτήρα για τα σοβαρά περιβαλλοντικά αδικήματα. Συνέπεια προς τις υπόλοιπες πολιτικές και στόχους της Ένωσης Η προτεινόμενη οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζει ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σημειωτέον ιδίως ότι έχει συνταχθεί σύμφωνα με τις αρχές περί δικαίου που καθορίζονται στο κεφάλαιο VI του ως άνω χάρτη και επιδιώκει να προαγάγει την ενσωμάτωση στις κοινοτικές πολιτικές της υψηλού επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας σύμφωνα με την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης που ορίζεται στο άρθρο 37 του ως άνω χάρτη. 2) ΟΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Οι διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη Το πρόβλημα του περιβαλλοντικού εγκλήματος συζητήθηκε σε διάφορα διεθνή και ευρωπαϊκά φόρα για πολλά χρόνια. EL 4 EL

Η Επιτροπή διοργάνωσε δημόσια διάσκεψη για το περιβαλλοντικό έγκλημα τον Νοέμβριο του 2003 και υποστήριξε τις ημερίδες που διοργάνωσε για το θέμα αυτό το Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων στο Λονδίνο το 2002. Επιπλέον πραγματοποιήθηκαν το 2001 στη Φραγκφούρτη και το 2004 στη Βουδαπέστη συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων ειδικά για τα εγκλήματα της παράνομης εμπορίας ειδών που κινδυνεύουν να εκλείψουν. Για τη συγκεκριμένη περίπτωση δεν κρίθηκε εφικτή ή αναγκαία η διοργάνωση περαιτέρω διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αφ ής στιγμής ακυρώθηκε η απόφαση πλαίσιο 2003/80/ΔΕΥ από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στις 13 Σεπτεμβρίου 2005, υπάρχει νομικό κενό στον τομέα του περιβαλλοντικού εγκλήματος που πρέπει να καλυφθεί το ταχύτερο δυνατό. Η συλλογή και η χρήση της τεχνογνωσίας Διοργανώθηκε σειρά ημερίδων, διασκέψεων και συναντήσεων εμπειρογνωμόνων για το συγκεκριμένο θέμα κατά τα τελευταία χρόνια, χάρη στις οποίες συγκεντρώθηκαν πληροφορίες και διευκολύνθηκε η διατύπωση της παρούσας πρότασης. Αξιολόγηση των επιπτώσεων Εξετάστηκαν διάφορες εναλλακτικές δυνατότητες κατά την αξιολόγηση των επιπτώσεων: η πιθανότητα να μην αναληφθεί δράση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η πιθανότητα να βελτιωθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών με την ανάληψη εθελουσίων πρωτοβουλιών, η πιθανότητα πλήρους εναρμόνισης των διατάξεων της ποινικής νομοθεσίας για το περιβάλλον και τέλος το ενδεχόμενο περιορισμένης προσέγγισης των διατάξεων των εθνικών νομοθεσιών για την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικού εγκλήματος στα κράτη μέλη. Η απραξία ή η ανάληψη μη δεσμευτικής δράσης εκ μέρους του κοινοτικού νομοθέτη δεν θα είχε θετικές επιπτώσεις όσον αφορά το επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και δεν θα αντιμετώπιζε τις ήδη υφιστάμενες δυσκολίες για την πάταξη του περιβαλλοντικού εγκλήματος, δυσκολίες οι οποίες ως επί το πλείστον οφείλονται στις διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των επιμέρους κρατών μελών. Η πλήρης εναρμόνιση του ποινικού δικαίου για το περιβάλλον θα υπερέβαινε τα απολύτως αναγκαία και θα αγνοούσε το γεγονός ότι τα επί μέρους εθνικά δίκαια εξακολουθούν να επηρεάζονται σοβαρά από τις αντίστοιχες πολιτιστικές αξίες των κρατών μελών με αποτέλεσμα να απαιτείται ευελιξία κατά την εφαρμογή τους. Για μια περιορισμένη προσέγγιση, εξετάστηκε το ενδεχόμενο τριών διαφορετικών μέτρων: εναρμόνιση ενός καταλόγου σοβαρών αδικημάτων, εναρμόνιση του πεδίου της ευθύνης των νομικών προσώπων και προσέγγιση των επιπέδων των προβλεπόμενων κυρώσεων για αδικήματα τα οποία διαπράττονται υπό επιβαρυντικές περιστάσεις. Και στις τρεις περιπτώσεις, οι πιθανές επιπτώσεις στο επίπεδο της προστασίας του περιβάλλοντος καθώς και της συνεργασίας σε επίπεδο αστυνομικών και δικαστικών αρχών αξιολογήθηκαν ιδιαίτερα θετικά, ενώ διαπιστώθηκε ότι το κόστος για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και η επιβάρυνση των δημόσιων αρχών δεν θα ήταν ιδιαίτερης σημασίας. EL 5 EL

Η έκθεση για την αξιολόγηση των επιπτώσεων διατίθεται στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/governance/impact/index_en.htm. 3) ΤΑ ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης Η προτεινόμενη οδηγία καθιερώνει ελάχιστη δέσμη σοβαρών περιβαλλοντικών αδικημάτων τα οποία θα πρέπει να θεωρούνται ποινικώς κολάσιμα ανά την Κοινότητα, εφόσον διαπράττονται εκ προθέσεως ή, τουλάχιστον, λόγω βαρειάς αμέλειας. Η συμμετοχή και η ηθική αυτουργία σε ανάλογες δραστηριότητες θα πρέπει επίσης να θεωρούνται ποινικά αδικήματα. Το πεδίο της ευθύνης των νομικών προσώπων ορίζεται λεπτομερώς. Τα αδικήματα επιβάλλεται να τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις για τα φυσικά πρόσωπα, ενώ πρέπει να προβλέπεται και η δυνατότητα επιβολής ποινικών και μη ποινικών κυρώσεων στα νομικά πρόσωπα. Για τα αδικήματα τα οποία διαπράττονται υπό ορισμένες επιβαρυντικές περιστάσεις, όπως για παράδειγμα σε περίπτωση πρόκλησης ιδιαίτερα σοβαρών αποτελεσμάτων ή συμμετοχής εγκληματικών οργανώσεων, προβλέπεται επίσης προσέγγιση του ελάχιστου επιπέδου των μέγιστων κυρώσεων για τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα. Νομική βάση Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετίζονται με την προστασία του περιβάλλοντος. Ως εκ τούτου, επιλέγεται ως νομική βάση το άρθρο 175 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Η αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας ισχύει στο μέτρο που η παρούσα πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία της Κοινότητας. Οι στόχοι της πρότασης είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς αποκλειστικά και μόνο σε επίπεδο κρατών μελών για τους εξής λόγους: Η επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων σε επιμέρους κράτη μέλη δεν θα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα, δεδομένου ότι οι δράστες θα μπορούσαν εύκολα να παρακάμψουν τα συγκεκριμένα κράτη μέλη και να αναπτύξουν δραστηριότητες από περιοχές με ελαστικότερη νομοθεσία. Η ανάληψη της κοινοτικής δράσης θα επιτρέψει την καλύτερη επίτευξη των στόχων της πρότασης για τους εξής λόγους: Με την πρόταση θα θεσπιστεί ελάχιστο πρότυπο σε κοινοτικό επίπεδο για τα συστατικά στοιχεία των σοβαρών ποινικών αδικημάτων κατά του περιβάλλοντος, όμοιο πεδίο ευθύνης για τα νομικά πρόσωπα καθώς και όμοια επίπεδα ποινών για τα ιδιαζόντως σοβαρά περιβαλλοντικά εγκλήματα. Τοιουτοτρόπως θα εξασφαλιστεί ότι οι σοβαρές περιπτώσεις περιβαλλοντικών εγκλημάτων θα αντιμετωπίζονται ανάλογα σε όλα τα κράτη μέλη και ότι οι δράστες δεν θα μπορούν να επωφεληθούν από τις EL 6 EL

υφιστάμενες διαφορές της εθνικής νομοθεσίας. Παράλληλα θα διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε περιπτώσεις που έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις. Η κοινοτική πολιτική για την προστασία του περιβάλλοντος πρέπει να εφαρμόζεται πλήρως ανά την Κοινότητα. Προς τούτο επιβάλλεται να επιτευχθεί η προσέγγιση των προβλεπόμενων κυρώσεων. Το περιβαλλοντικό έγκλημα έχει συνήθως διασυνοριακές επιπτώσεις, δεδομένου ότι συχνά αφορά διαμεθοριακές δραστηριότητες και συχνά έχει διασυνοριακές συνέπειες, όπως η εξ αυτού προκύπτουσα περιβαλλοντική ρύπανση. Η προτεινόμενη οδηγία ορίζει αποκλειστικά και μόνο ένα ελάχιστο επίπεδο εναρμόνισης για τις δραστηριότητες που θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ποινικά αδικήματα και εξασφαλίζει την προσέγγιση των ελαχίστων επιπέδων των προβλεπόμενων ποινών στις σοβαρότερες περιπτώσεις, όταν τα αδικήματα προκαλούν ιδιαίτερα σοβαρά αποτελέσματα ή διαπράττονται υπό επιβαρυντικές περιστάσεις. Ως εκ τούτου η πρόταση ανταποκρίνεται στην αρχή της επικουρικότητας. Η αρχή της αναλογικότητας Η πρόταση ανταποκρίνεται στην αρχή της αναλογικότητας για τους εξής λόγους: Η επιλεγείσα μορφή δράσης είναι η οδηγία, που αφήνει στα κράτη μέλη μεγάλα περιθώρια ευελιξίας σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της. Σύμφωνα με το άρθρο 176 της συνθήκης ΕΚ, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να διατηρήσουν ή να καθιερώσουν αυστηρότερα μέτρα από τα προβλεπόμενα στην οδηγία. Για παράδειγμα, έχουν το δικαίωμα να καθιερώσουν επιπλέον αδικήματα, να διευρύνουν το πεδίο της ποινικής ενοχής ώστε να καλύπτονται και περιπτώσεις απλής αμέλειας ή/και να προσθέσουν επιπλέον τύπους και υψηλότερα επίπεδα ποινών. Η εφαρμογή της οδηγίας δεν συνεπάγεται σοβαρές οικονομικές και διοικητικές επιβαρύνσεις, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν ήδη ποινικό δίκαιο και αντίστοιχες δικαστικές δομές. Μια μικρή επιβάρυνση για τα κράτη μέλη ενδεχομένως θα προκύψει από την πιθανή αύξηση των διώξεων και των αντίστοιχων ποινικών δικών. Παράλληλα, όμως, το αποτρεπτικό αποτέλεσμα των αυστηρότερων ποινών αναμένεται να προκαλέσει μείωση των διαπραττόμενων αδικημάτων και, ως εκ τούτου, περιορισμό του αριθμού των ποινικών δικών μακροπρόθεσμα. Η επιλογή των μέσων Προτεινόμενο μέσο: οδηγία. Άλλα μέσα δεν θεωρούνται κατάλληλα για τους εξής λόγους: Η οδηγία θεωρείται το ενδεδειγμένο μέσο για την ανάληψη της συγκεκριμένης δράσης, επειδή καθιερώνει δεσμευτικό ελάχιστο πρότυπο για την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου, αφήνοντας παράλληλα περιθώρια ευελιξίας στα κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας και τη μεταφορά της στην εθνική ποινική νομοθεσία. EL 7 EL

4) ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις για τον κοινοτικό προϋπολογισμό. 5) ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ Πίνακας αντιστοιχίας διατάξεων Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή το κείμενο των εθνικών διατάξεων με τις οποίες μεταφέρουν την οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο καθώς και πίνακα αντιστοιχίας των εν λόγω διατάξεων προς τις διατάξεις της οδηγίας. Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος Η προτεινόμενη πράξη αφορά τον ΕΟΧ και, ως εκ τούτου, πρέπει να καλύψει τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Λεπτομερής ερμηνεία της πρότασης 1. Ο ορισμός των αδικημάτων Ο ορισμός των αδικημάτων ως επί το πλείστον ανταποκρίνεται στους ορισμούς που περιλαμβάνονται στην απόφαση πλαίσιο 2003/80/ΔΕΥ, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη ορισμένες τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην αρχική πρόταση οδηγίας που η Επιτροπή είχε αποδεχθεί μετά την πρώτη ανάγνωση. Στην πλειοψηφία τους τα αδικήματα ορίζονται σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα των σχετικών δραστηριοτήτων, ήτοι ότι προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρή βλάβη σε πρόσωπα ή στο περιβάλλον. Όλα τα αδικήματα εκτός ενός προϋποθέτουν τη διάπραξή τους υπό «παράνομες» συνθήκες, θεωρώντας «παράνομη» κάθε πράξη η οποία παραβαίνει την νομοθεσία, τους διοικητικούς κανονισμούς ή τις αποφάσεις που έχουν λάβει οι αρμόδιες αρχές της Κοινότητας ή των κρατών μελών με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος. Στο μόνο αυτόνομο αδίκημα, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχείο α), το αποτέλεσμα, ήτοι ο θάνατος ή η σοβαρή σωματική βλάβη προσώπου, θεωρείται τόσο σοβαρό που δεν είναι ανάγκη να πληρούται η απαίτηση περί παρανομίας για να δικαιολογηθεί η ποινικοποίησή του. Σε αντίθεση με την προηγούμενη απόφαση πλαίσιο, τα αδικήματα αναφέρονται σε «υλικά» και όχι σε «ουσίες» (άρθρο 3 στοιχεία α) και β)) δεδομένου ότι πρόκειται για γενικότερο όρο. Η Επιτροπή είχε ήδη απορρίψει ανάλογη τροπολογία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην αρχική πρόταση οδηγίας. Συγκριτικά με την αρχική πρόταση, έχει προστεθεί αδίκημα το οποίο αφορά την παράνομη και ουσιαστική υποβάθμιση προστατευόμενου οικολογικού ενδιαιτήματος. Επιπλέον, περιλήφθηκε ειδικό αδίκημα που αφορά την παράνομη μεταφορά αποβλήτων, λαμβάνοντας υπόψη τη νέα κοινοτική νομοθεσία. Οι παράνομες μεταφορές αποβλήτων πρέπει να θεωρούνται ποινικά αδικήματα μόνο σε σοβαρές περιπτώσεις, δηλαδή όταν πραγματοποιούνται με κερδοσκοπικά κίνητρα και αφορούν ποσότητες που είναι αδύνατον να θεωρηθούν αμελητέες. EL 8 EL

Πολλά αδικήματα περιλαμβάνουν σχετικά αόριστους όρους όπως «ουσιαστική ζημία» ή «σοβαρές σωματικές βλάβες». Οι εν λόγω όροι δεν ορίζονται και η εκτίμησή τους επαφίεται σε έκαστο κράτος μέλος, το οποίο καλείται να τους ερμηνεύσει βασιζόμενο στις παραδόσεις του και το νομικό του σύστημα. Η περιγραφόμενη συμπεριφορά θεωρείται ποινικό αδίκημα εφόσον εκτελείται εκ προθέσεως ή είναι τουλάχιστον αποτέλεσμα βαρειάς αμέλειας, συμπεριλαμβανομένης της διάπραξης κατά συνεργία ή ηθική αυτουργία. 2. Η ευθύνη των νομικών προσώπων Όπως αναφέρεται στην απόφαση πλαίσιο, τα κράτη μέλη καλούνται να εξασφαλίσουν ότι είναι δυνατό τα νομικά πρόσωπα να θεωρηθούν υπεύθυνα για αδικήματα τα οποία διαπράττονται επ ωφελεία τους από πρόσωπα τα οποία ενεργούν εξ ονόματός τους ή όταν τα εν λόγω πρόσωπα έχουν περιθώρια δράσης εξαιτίας ελλείψεων ως προς την επιτήρηση ή τον έλεγχο. Δεν διευκρινίζεται κατά πόσο η ευθύνη των νομικών προσώπων πρέπει να είναι ποινική. Κατά συνέπεια τα κράτη μέλη που δεν αναγνωρίζουν την ποινική ευθύνη των νομικών προσώπων στο εθνικό τους δίκαιο δεν είναι υποχρεωμένα να αλλάξουν το εθνικό τους σύστημα. 3. Κυρώσεις Οι κυρώσεις για την πάταξη περιβαλλοντικών αδικημάτων πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές τόσο για τα φυσικά όσο και για τα νομικά πρόσωπα. Επιπροσθέτως προς την ως άνω απαίτηση, οι ήδη υφιστάμενες σημαντικές διαφορές σε ό,τι αφορά τις επιβαλλόμενες κυρώσεις βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας των κρατών μελών, καθιστούν αναγκαίο να προβλεφθεί, τουλάχιστον για τις ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις, προσέγγιση του επιπέδου των επιβαλλόμενων ποινών ανάλογα με τη σοβαρότητα του εκάστοτε αδικήματος. Δίχως ανάλογη προσέγγιση, οι δράστες θα μπορούσαν να επωφεληθούν των κενών της εθνικής νομοθεσίας των επιμέρους κρατών μελών. Οι επιβαρυντικές περιστάσεις για τις οποίες προβλέπεται προσέγγιση των ποινών είναι το ιδιαίτερα σοβαρό αποτέλεσμα κάποιου αδικήματος, όπως ο θάνατος ή η σοβαρή σωματική βλάβη προσώπου ή η ουσιαστική βλάβη του περιβάλλοντος ή ακόμη η διάπραξη του αδικήματος στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης. Οι προαναφερόμενες περιστάσεις εν γένει θεωρούνται ιδιαίτερα επιβαρυντικές στο πλαίσιο της εθνικής ποινικής νομοθεσίας των κρατών μελών και καλύπτονται ήδη από άλλες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ. Όσον αφορά τη φυλάκιση, η προτεινόμενη προσέγγιση σε μια κλίμακα τριών βαθμίδων αντανακλά τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 25ης-26ης Απριλίου 2002. Οι βαθμίδες της κλίμακας εξαρτώνται από το διανοητικό στοιχείο (βαρειά αμέλεια ή πρόθεση) και τις αντίστοιχες επιβαρυντικές περιστάσεις. Το σύστημα των προστίμων που επιβάλλονται στα νομικά πρόσωπα ακολουθεί επίσης μια προσέγγιση τριών βαθμίδων που αντιστοιχεί στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σε ό,τι αφορά τις ποινές EL 9 EL

φυλάκισης. Το φάσμα των επιβαλλόμενων προστίμων σε νομικά πρόσωπα είναι παρεμφερές προς το εγκριθέν από το Συμβούλιο στην απόφαση πλαίσιο 2005/667/ΔΕΥ για την ενίσχυση του ποινικού πλαισίου καταστολής της ρύπανσης από πλοία. Προτείνονται εναλλακτικές ποινές τόσο για τα φυσικά όσο και για τα νομικά πρόσωπα. Ανάλογες ποινές ενδέχεται σε πολλές περιπτώσεις να αποδειχθούν αποτελεσματικότερες από την επιβολή φυλάκισης ή προστίμων και περιλαμβάνουν την υποχρέωση αποκατάστασης του περιβάλλοντος, τη θέση υπό δικαστική παρακολούθηση, την απαγόρευση της ανάληψης εμπορικών δραστηριοτήτων και τη δημοσίευση των δικαστικών αποφάσεων. Μολονότι πολύ συχνά η δήμευση αντικειμένων που σχετίζονται με τις εγκληματικές δραστηριότητες θα αποτελέσει καθοριστικής σημασίας μέσο παρέμβασης, δεν θεωρήθηκε απαραίτητη η συμπερίληψη ειδικών διατάξεων για το θέμα αυτό, επειδή τα σοβαρότερα από τα περιβαλλοντικά αδικήματα θα καλυφθούν από το πεδίο εφαρμογής της απόφασης πλαίσιο 2005/212/ΔΕΥ για τη δήμευση προϊόντων, οργάνων και περιουσιακών στοιχείων του εγκλήματος. 4. Προθεσμία εφαρμογής Η προθεσμία εφαρμογής για τα κράτη μέλη ανέρχεται σε [18] μήνες, λαμβάνοντας υπόψη ότι ιδίως τα άρθρα 3, 4, και 6 καλύπτουν ως επί το πλείστον το περιεχόμενο των άρθρων 2 έως 6 της ακυρωθείσας απόφασης πλαισίου 2003/80/ΔΕΥ. Η προθεσμία εφαρμογής για τη συγκεκριμένη απόφαση πλαίσιο έληξε στις 27 Ιανουαρίου 2005. Ως εκ τούτου τα κράτη μέλη κατά πάσα πιθανότητα έχουν ήδη διεκπεραιώσει σημαντικό μέρος των προβλεπόμενων εργασιών εφαρμογής για την παρούσα οδηγία. EL 10 EL

2007/0022 (COD) Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1, την πρόταση της Επιτροπής 2, τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 3, τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών 4, Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης 5, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Σύμφωνα με το άρθρο 174 παράγραφος 2 της Συνθήκης, με την αντίστοιχη κοινοτική πολιτική επιβάλλεται να επιδιώκεται υψηλού επιπέδου προστασία του περιβάλλοντος. (2) Η Κοινότητα ανησυχεί λόγω της αύξησης των περιβαλλοντικών αδικημάτων και των επιπτώσεών τους, που ολοένα και συχνότερα υπερβαίνουν τα σύνορα των κρατών στα οποία διαπράττονται. Ανάλογα αδικήματα απειλούν το περιβάλλον και ως εκ τούτου επιβάλλεται να αντιμετωπίζονται δεόντως. (3) Από την ήδη υφιστάμενη πείρα προκύπτει ότι τα υφιστάμενα συστήματα κυρώσεων δεν αρκούν για την επίτευξη πλήρους συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος. Η εν λόγω συμμόρφωση μπορεί και πρέπει να ενισχυθεί με την επιβολή ποινικών κυρώσεων, οι οποίες εκφράζουν την κοινωνική αποδοκιμασία κατά τρόπο ποιοτικά διαφορετικό από τις διοικητικές κυρώσεις ή τον προβλεπόμενο από το αστικό δίκαιο μηχανισμό αποζημιώσεων. 2 3 4 5 ΕΕ C [ ] της [ ], σ. [ ]. ΕΕ C [ ] της [ ], σ. [ ]. ΕΕ C [ ] της [ ], σ. [ ]. ΕΕ C [ ] της [ ], σ. [ ]. EL 11 EL

(4) Οι κοινοί κανόνες για τις ποινικές κυρώσεις καθιστούν δυνατή τη χρήση αποτελεσματικότερων μεθόδων έρευνας και βοήθειας εντός και μεταξύ των κρατών μελών σε σύγκριση με τις δυνατότητες που προσφέρει εν προκειμένω η διοικητική συνεργασία. (5) Αναθέτοντας στις δικαστικές αντί στις διοικητικές αρχές, το καθήκον της επιβολής κυρώσεων, η αρμοδιότητα για τις έρευνες και η επιβολή της τήρησης των περιβαλλοντικών κανονιστικών διατάξεων ανατίθεται σε αρχές που είναι ανεξάρτητες εκείνων που χορηγούν άδειες εκμετάλλευσης ή εγκρίνουν εκπομπές. (6) Για να επιτευχθεί αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος, είναι ιδιαίτερα αναγκαίο να θεσπιστούν αποτρεπτικότερες κυρώσεις για τις δραστηριότητες που είναι επιβλαβείς για το περιβάλλον και οι οποίες προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν ουσιαστική βλάβη στον αέρα, συμπεριλαμβανόμενης της στρατόσφαιρας, το έδαφος, το νερό, τα ζώα ή τα φυτά, συμπεριλαμβανόμενης και της προστασίας των βιολογικών ειδών. (7) Η παράλειψη από το νόμο προβλεπόμενων ενεργειών μπορεί να έχει τις ίδιες επιπτώσεις με την ενεργητική συμπεριφορά και κατά συνέπεια επιβάλλεται να συνεπάγεται επίσης τις δέουσες κυρώσεις. (8) Κατά συνέπεια, κάθε ανάλογη συμπεριφορά πρέπει να θεωρείται ποινικό αδίκημα σε όλη την Κοινότητα, εφόσον είναι εσκεμμένη ή οφείλεται σε βαρειά αμέλεια. (9) Για να επιτευχθεί η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος, η συνεργία και η ηθική αυτουργία σε ανάλογες δραστηριότητες πρέπει επίσης να θεωρούνται ποινικά αδικήματα. (10) Οι δραστηριότητες που είναι επιβλαβείς για το περιβάλλον επιβάλλεται να τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις, οι οποίες πρέπει επίσης να ισχύουν και για τα νομικά πρόσωπα ανά την Κοινότητα, δεδομένου ότι τα περιβαλλοντικά αδικήματα διαπράττονται, σε μεγάλο βαθμό, προς το συμφέρον νομικών προσώπων ή επ ωφελεία τους. (11) Επιπλέον, οι σημαντικές διαφορές στο επίπεδο των κυρώσεων στα επί μέρους κράτη μέλη καθιστούν αναγκαίο να προβλεφθεί, υπό ορισμένες περιστάσεις, η προσέγγιση των εν λόγω επιπέδων ανάλογα με τη σοβαρότητα του εκάστοτε αδικήματος. (12) Ανάλογη προσέγγιση είναι ιδιαίτερα σημαντική για τα αδικήματα με σοβαρά αποτελέσματα ή τα αδικήματα που διαπράττονται στο πλαίσιο εγκληματικών οργανώσεων οι οποίες διαδραματίζουν σοβαρό ρόλο όσον αφορά το περιβαλλοντικό έγκλημα. (13) Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία προβλέπει ελάχιστους κανόνες, τα κράτη μέλη δύνανται να εγκρίνουν ή να διατηρήσουν αυστηρότερες διατάξεις σχετικά με την αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. (14) Τα κράτη μέλη οφείλουν να παρέχουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ώστε να καθίσταται δυνατή η εκ μέρους της αξιολόγηση των επιπτώσεών της. EL 12 EL

(15) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προς ανάληψη δράσης, ήτοι η εξασφάλιση αποτελεσματικότερης προστασίας του περιβάλλοντος, είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, ως εκ τούτου, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Συνάδοντας με την αρχή της αναλογικότητας, ως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα απαραίτητα για την επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων. (16) Η παρούσα πράξη σέβεται τα βασικά δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Αντικείμενο Με την παρούσα οδηγία θεσπίζονται μέτρα σχετικά με το ποινικό δίκαιο για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος. Άρθρο 2 Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοείται ως: α) «παράνομη» κάθε παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας ή νόμου, κανονιστικών διατάξεων ή απόφασης που λαμβάνει αρμόδια αρχή στα κράτη μέλη με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος. β) «νομικό πρόσωπο» κάθε νομική οντότητα (υποκείμενο δικαίου) που έχει το καθεστώς αυτό βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου, εξαιρουμένων των κρατών και των άλλων δημοσίων φορέων κατά την άσκηση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων καθώς και των διεθνών οργανισμών δημοσίου δικαίου. Άρθρο 3 Αδικήματα Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι κάτωθι συμπεριφορές αποτελούν ποινικά αδικήματα, εφόσον είναι προϊόν ενεργειών εκ προθέσεως ή τουλάχιστον βαρειάς αμέλειας: α) η απόρριψη, εκπομπή ή εισαγωγή ποσότητας υλικών ή ιοντίζουσας ακτινοβολίας στην ατμόσφαιρα, το έδαφος ή το νερό, που προκαλεί θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες προσώπων β) η παράνομη απόρριψη, εκπομπή ή εισαγωγή ποσότητας υλικών ή ιοντίζουσας ακτινοβολίας στον αέρα, το έδαφος ή το νερό, που προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει το θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες σε πρόσωπα ή ουσιαστικές βλάβες στην ποιότητα του αέρα, του εδάφους, του νερού, στα ζώα ή τα φυτά EL 13 EL

γ) η παράνομη επεξεργασία, συμπεριλαμβανόμενης της διάθεσης και της αποθήκευσης, της μεταφοράς, της εξαγωγής ή της εισαγωγής αποβλήτων, μεταξύ άλλων και επικίνδυνων αποβλήτων, που προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν το θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες σε πρόσωπα ή ουσιαστικές βλάβες στην ποιότητα του αέρα, του εδάφους, του νερού, στα ζώα ή τα φυτά δ) η παράνομη λειτουργία μονάδας η οποία εκτελεί επικίνδυνες δραστηριότητες ή στην οποία αποθηκεύονται ή χρησιμοποιούνται επικίνδυνες ουσίες ή παρασκευάσματα και η οποία, προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει, εκτός της μονάδας, το θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες σε πρόσωπα ή ουσιαστικές βλάβες στην ποιότητα του αέρα, του εδάφους, του νερού, στα ζώα ή τα φυτά ε) η παράνομη μεταφορά αποβλήτων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 35 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου6 για κερδοσκοπικούς σκοπούς και σε μη αμελητέα ποσότητα, ανεξάρτητα του εάν η μεταφορά εκτελείται σε ένα στάδιο ή σε πολλαπλές αλλά προφανώς αλληλένδετες επιχειρήσεις στ) η παράνομη παραγωγή, επεξεργασία, αποθήκευση, χρήση, μεταφορά, εξαγωγή ή εισαγωγή πυρηνικών υλικών ή άλλων επικινδύνων ραδιενεργών ουσιών που προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν θάνατο ή σοβαρή σωματική βλάβη σε πρόσωπα ή ουσιαστική βλάβη στην ποιότητα του αέρα, του εδάφους, του νερού, στα ζώα ή τα φυτά ζ) η παράνομη κατοχή, σύλληψη, βλάβη, θανάτωση ή εμπορία προστατευόμενων ειδών της άγριας χλωρίδας και πανίδας ή μερών ή παραγώγων αυτών η) η παράνομη και ουσιαστική υποβάθμιση προστατευόμενων οικολογικών ενδιαιτημάτων θ) η παράνομη εμπορία ή χρήση ουσιών που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος Άρθρο 4 Συμμετοχή και ηθική αυτουργία Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι η συμμετοχή ή η ηθική αυτουργία στις πράξεις του άρθρου 3 θεωρούνται ποινικά αδικήματα. Άρθρο 5 Κυρώσεις 1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4 να τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις. 2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η διάπραξη των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως η) τιμωρείται με ποινές φυλάκισης διαρκείας κατά μέγιστον 6 ΕΕ L 190 της 12.7.2006, σ. 1. EL 14 EL

τουλάχιστον ενός έως τριών ετών, εφόσον τα αντίστοιχα αδικήματα διαπράττονται λόγω βαρειάς αμελείας και προκαλούν ουσιαστικές βλάβες στον αέρα, το έδαφος, το νερό τα ζώα ή τα φυτά. 3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η διάπραξη των κάτωθι αδικημάτων τιμωρείται με ποινές φυλάκισης κατά μέγιστον τουλάχιστον μεταξύ δύο και πέντε ετών: α) του αδικήματος που αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχείο α), εφόσον διαπράττεται συνεπεία βαρειάς αμέλειας, β) των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως στ), εφόσον διαπράττονται λόγω βαρειάς αμέλειας και προκαλούν το θάνατο ή τη σοβαρή σωματική βλάβη προσώπου, γ) των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως η), εφόσον διαπράττονται εκ προθέσεως και προκαλούν σοβαρές βλάβες στον αέρα, το έδαφος, το νερό, τα ζώα ή τα φυτά, δ) των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3, εφόσον διαπράττονται στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης κατά την έννοια της απόφασης πλαισίου [ για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος] 7. 4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η διάπραξη των κάτωθι αδικημάτων να τιμωρείται κατά μέγιστον τουλάχιστον με ποινή φυλάκισης μεταξύ πέντε και δέκα ετών: α) του αδικήματος που αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχείο α), εφόσον διαπράττεται εκ προθέσεως, β) των αδικημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως στ), εφόσον διαπράττονται εκ προθέσεως και προκαλούν το θάνατο ή τη σοβαρή σωματική βλάβη προσώπου. 5. Οι ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο μπορεί να συνοδεύονται από άλλες κυρώσεις ή μέτρα και ιδίως: α) την απαγόρευση συμμετοχής φυσικού προσώπου σε δραστηριότητες που επιτρέπονται μόνο κατόπιν επίσημης άδειας ή έγκρισης, ή την απαγόρευση ίδρυσης, διαχείρισης ή διοίκησης εταιρείας ή ιδρύματος, εφόσον από τα στοιχεία που οδήγησαν στην καταδίκη του προκύπτει υψηλός κίνδυνος για εκ νέου ανάληψη ανάλογων εγκληματικών δραστηριοτήτων β) τη δημοσίευση των δικαστικών αποφάσεων που σχετίζονται με την καταδίκη ή την επιβολή κυρώσεων ή με λήψη μέτρων γ) την υποχρέωση αποκατάστασης του περιβάλλοντος 7 ΕΕ L [ ] της [ ], σ. [ ] EL 15 EL

Άρθρο 6 Ευθύνη νομικών προσώπων 1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε τα νομικά πρόσωπα να είναι δυνατό να θεωρηθούν υπεύθυνα για τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3, εφόσον τα αδικήματα αυτά διαπράττονται επ ωφελεία τους από οιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου τους ή το οποίο κατέχει ιθύνουσα θέση εντός του νομικού προσώπου με βάση: α) εξουσία αντιπροσώπευσης του νομικού προσώπου, ή β) εξουσία λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου ή γ) εξουσία ελέγχου εντός του νομικού προσώπου. Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε τα νομικά πρόσωπα να είναι δυνατό να θεωρηθούν υπεύθυνα για συνεργία ή ηθική αυτουργία στα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3. 2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα νομικά πρόσωπα είναι δυνατό να θεωρηθούν υπεύθυνα και στις περιπτώσεις που η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου, από άτομο που ανταποκρίνεται στην περιγραφή της παραγράφου 1, κατέστησε δυνατή τη διάπραξη αδικήματος που αναφέρεται στο άρθρο 3 επ ωφελεία του εν λόγω νομικού προσώπου από πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του. 3. Η ευθύνη νομικών προσώπων βάσει των παραγράφων 1 και 2 δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ποινικής δίωξης κατά φυσικών προσώπων που θεωρούνται δράστες, ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί στα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3. Άρθρο 7 Κυρώσεις κατά νομικών προσώπων 1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε νομικό πρόσωπο το οποίο θεωρήθηκε υπεύθυνο για αδίκημα βάσει του άρθρου 6 να τιμωρείται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις, που να περιλαμβάνουν ποινικά ή μη ποινικά πρόστιμα. 2. Τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 έχουν ως εξής: α) κατά μέγιστον τουλάχιστον μεταξύ 300.000 και 500.000 ευρώ σε περιπτώσεις που αδίκημα αναφερόμενο στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως η), διαπράχθηκε λόγω βαρειάς αμέλειας και είχε ως αποτέλεσμα ουσιαστικές βλάβες στον αέρα, το νερό ή το έδαφος ή σε ζώα ή φυτά. β) κατά μέγιστον τουλάχιστον εταξύ 500.000 και 750.000 ευρώ σε περιπτώσεις που: i) το αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχείο α) διαπράχθηκε συνεπεία βαρειάς αμέλειας, ή ii) αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως η): EL 16 EL

- διαπράχθηκε λόγω βαρειάς αμέλειας και είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες προσώπου ή - διαπράχθηκε εκ προθέσεως και είχε ως αποτέλεσμα ουσιαστικές βλάβες στον αέρα, το νερό ή το έδαφος ή σε ζώα ή φυτά ή iii) αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 3 διαπράχθηκε εκ προθέσεως στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης κατά την έννοια της απόφασης πλαισίου [ σχετικά με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος], γ) κατά μέγιστον τουλάχιστον μεταξύ 750.000 και 1.500.000 ευρώ σε περιπτώσεις που: (i) (ii) το αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχείο α) διαπράχθηκε εκ προθέσεως, ή αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 3 στοιχεία β) έως στ) διαπράχθηκε εκ προθέσεως και προκάλεσε τον θάνατο ή σοβαρές σωματικές βλάβες προσώπου. Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόσουν σύστημα, βάσει του οποίου τα επιβαλλόμενα πρόστιμα είναι ανάλογα προς τον κύκλο εργασιών του νομικού προσώπου, τα οικονομικά οφέλη που αποκόμισε ή προτίθετο να αποκομίσει διαπράττοντας το συγκεκριμένο αδίκημα, ή οιαδήποτε άλλη ενδεικτική παράμετρο της οικονομικής κατάστασης του νομικού προσώπου, υπό την προϋπόθεση ότι το σύστημα αυτό προβλέπει την επιβολή μέγιστων προστίμων τα οποία είναι τουλάχιστον ίσα προς τα ελάχιστα των προαναφερόμενων μέγιστων προστίμων. Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν την οδηγία σύμφωνα με ανάλογο σύστημα έχουν την υποχρέωση να κοινοποιήσουν την πρόθεσή τους στην Επιτροπή. 3. Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ εφαρμόζουν τη συναλλαγματική ισοτιμία μεταξύ του ευρώ και του εθνικού τους νομίσματος που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις [ ]. 4. Οι κυρώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο μπορούν να συνοδεύονται από άλλες κυρώσεις ή μέτρα και ιδίως: α) την υποχρέωση αποκατάστασης του περιβάλλοντος, β) τον αποκλεισμό από κάθε δικαίωμα σε δημόσια πλεονεκτήματα ή ενισχύσεις, γ) την προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης βιομηχανικής ή εμπορικής δραστηριότητας, δ) τη θέση υπό δικαστική εποπτεία, ε) το δικαστικό μέτρο διάλυσης, στ) την υποχρέωση λήψης ειδικών μέτρων για την εξάλειψη των συνεπειών των πράξεων που θεμελίωσαν την ποινική ευθύνη, EL 17 EL

ζ) τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης σχετικά με την καταδίκη, τυχόν κυρώσεων ή ληφθέντων μέτρων. Άρθρο 8 Υποβολή εκθέσεων Το αργότερο μέχρι τις., και εν συνεχεία ανά τριετία, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν πληροφορίες στην Επιτροπή όσον αφορά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, με τη μορφή έκθεσης. Βάσει των ως άνω εκθέσεων, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Άρθρο 9 Μεταφορά στην εθνική νομοθεσία 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας των διατάξεων αυτών προς την οδηγία. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των κύριων διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 10 Έναρξη ισχύος Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άρθρο 11 Αποδέκτες Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ο Πρόεδρος Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος EL 18 EL