ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας, Ρέθυμνο, 10-13.12.2008 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Εικόνα εξωφύλλου: Εσωτερικοί χώροι της Υφανέτ και εργατικό προσωπικό. (Αρχείο Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης)
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας, Ρέθυμνο, 10-13.12.2008 Επιμέλεια ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΠΕΤΜΕΖΑΣ ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΥΤΗ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Χορηγοί ΙΔΡΥΜΑ ΙΩΑΝΝΟΥ Φ. ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Ευχαριστούμε, επίσης, για τη συνδρομή τους Πανεπιστήμιο Κρήτης Ιόνιο Πανεπιστήμιο Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών / Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας Βιβλιοπωλείο «Σύνολο» Ρέθυμνο 2012, συγγραφείς κειμένων Εκδόσεις Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης Εκδόσεις Αλεξάνδρεια ISBN: 978-960-221-567-8 Εικόνα εξωφύλλου: Εσωτερικοί χώροι της Υφανέτ και εργατικό προσωπικό (Αρχείο Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης) Επιμέλεια κειμένων, σελιδοποίηση, σχεδιασμός εξωφύλλου: Σωκράτης Πουλής
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόγραμμα Συνεδρίου 7 Σωκράτης Πετμεζάς, Τζελίνα Χαρλαύτη, Ανδρέας Λυμπεράτος, Κατερίνα Παπακωνσταντίνου: Εισαγωγή 13 Σπύρος Ασδραχάς: Χαιρετισμός στις εργασίες του Συνεδρίου 25 Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Μυρτώ Δημητροπούλου: «[...] ετέλεσεν [...] τον γάμον αυτών καθ όλας του νόμου τας διατάξεις και τους εκκλησιαστικούς τύπους. Οι ληξιαρχικές πράξεις γάμου του Δήμου Αθηναίων, 1862-1910» 33 Sébastien Marre, «La diaspora grecque à partir du Pirée dans la seconde moitié du XIXe siècle : une approche démographique» 55 ΙΙ. Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ Ηλίας Κολοβός, «Πίσω στα τεφτέρια; Οικονομικά μεγέθη και κοινωνική δομή στην Άνδρο του 17ου αιώνα με βάση το οθωμανικό κτηματολόγιο: Τρόποι ανάλυσης, μεθοδολογικά προβλήματα και ιστοριογραφικά ζητήματα» 69 Φωκίων Κοτζαγεώργης, «Τσιφλίκια στον καζά Διδυμοτείχου (1455-1614)» 95 Αλέξης Φραγκιάδης, «Πολιτική εξουσία και σχέσεις γαιοκτησίας στην Ελλάδα, 19ος αρχές 20ού αιώνα: Ιστοριογραφικές προσεγγίσεις» 119 Σβετλάνα Ντόντσεβα, «Οικονομικές λειτουργίες και κοινωνικός ρόλος των χριστιανικών συντεχνιών: Μερικά παραδείγματα από τη Μακεδονία και τη Θράκη κατά το 18-19ο αιώνα» 137 ΙΙΙ. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Νίκος Τζαφλέρης, «Ο ρόλος της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας στον ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940-1941)» 153 Ελπίδα Κ. Βόγλη, «Μέγα Εργοστάσιον κατασκευής κονιάκ Σ. και Η. και Α. Μεταξά εν Πειραιεί. Επιχειρηματική οργάνωση και στρατηγικές πωλήσεων μιας ελληνικής ποτοβιομηχανίας (1888-1940)» 171 Στράτος Ν. Δορδανάς Θεοδόσης Τσιρώνης, «Η ιστορία του βιομηχανικού συγκροτήματος της Υφανέτ, 1926-1965» 189 ~ 5 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΙV. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ Δημήτρης Δημητρόπουλος, «Ο σαράφης του Αλή πασά στην Κωνσταντινούπολη, 1813-1814: Οικονομικές δοσοληψίες και συναλλαγές» 207 Konstantinos I. Loizos, «Development Banking in Greece 1963-2002: Performance and Institutional Transformation» 229 V. ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Φώτης Μπαρούτσος, «Διάλογος μεταξύ τοπικών ελίτ και κεντρικής βενετικής εξουσίας. Οι πρεσβείες ως θεσμός διαμόρφωσης κοινωνικών και οικονομικών ιεραρχιών» 261 Μάρθα Πύλια, «Πολιτικοί όροι και οικονομικές λειτουργίες στην προεπαναστατική Πελοπόννησο» 291 Sakis Gekas, «Colonial governmentality in the Ionian Islands under British rule» 303 Νίκος Ποταμιάνος, «Η νομοθεσία κατά της αισχροκέρδειας, το ενοικιοστάσιο και η συγκρότηση του μικροαστικού ταξικού πόλου, 1916-1925» 325 Ελένη Ιωαννίδου Μαρία Καβάλα, «Αρωγή και αποκατάσταση των προσφύγων του 1922 στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου. Πτυχές της δράσης των μη κρατικών συλλογικών φορέων» 345 VI. ΔΙΚΤΥΑ, ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Despina Vlami, «The Female Environment of a Greek Merchant Entrepreneur (Eighteenth to Nineteenth Centuries): New Evidences from the Personal Archive of Mihail Vassiliou» 375 Ευρυδίκη Σιφναίου, «Πόλεμος και επιχειρηματικές στρατηγικές: Οι ελληνικοί εμπορικοί οίκοι στο Ταϊγάνιο της Αζοφικής και ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1877-1878)» 391 Antonella Viola, «Greek Traders in British India, 1840-1920: An Introductory Approach to the Study of their Business Activities» 409 Aliye Mataracı, «From Anatolia to Manchester via Istanbul: The Complex Nature of an Ottoman Commercial Network on the Eve of World War I» 425 VII. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ Μιχαήλ Ζουμπουλάκης, «Η εξάρτηση από το παρελθόν και η σημασία της Ιστορίας στη βρετανική οικονομική σκέψη» 463 Βιογραφικά σημειώματα συγγραφέων και επιμελητών 471 ~ 6 ~
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Διεθνούς Συνεδρίου Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας «Θεωρητικές αναζητήσεις και εμπειρικές έρευνες» Ρέθυμνο, 10-13 Δεκεμβρίου 2008 ΤΕΤΑΡΤΗ 10 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 17:30-19:00 Εγγραφή Συνέδρων 19:00-20:00 Χαιρετισμοί 20:00 Δεξίωση (Ισόγειο Φοιτητικού Πολιτιστικού Κέντρου Ξενία) ΠΕΜΠΤΗ 11 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 ΣΥΝΕΔΡΙΑ Ι 9:00-11:00 Α. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ (Ι) ΙΣΤΟΡΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Πρόεδρος: Χριστίνα Αγριαντώνη (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) Σχολιαστής: Χρήστος Χατζηιωσήφ (Πανεπιστήμιο Κρήτης ΙΜΣ/ΙΤΕ) Ελπίδα Κ. Βόγλη (Πανεπιστήμιο Θράκης): «Μέγα Εργοστάσιον κατασκευής κονιάκ Σ. και Η. και Α. Μεταξά εν Πειραιεί. Επιχειρηματική οργάνωση και στρατηγικές πωλήσεων μιας ελληνικής ποτοβιομηχανίας (1888-1940)». Ελένη Μπενέκη (Ιόνιο Πανεπιστήμιο): «Το Ελληνικόν Μηχανοποιείον και Ναυπηγείον Βασιλειάδη στον κύκλο επιχειρήσεων των Αδελφών Ανδρέα Εμπειρίκου κατά τον Μεσοπόλεμο: διαφοροποίηση και ανάπτυξη». Στράτος Ν. Δορδανάς Θεοδόσης Τσιρώνης (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης): «Η ιστορία του βιομηχανικού συγκροτήματος της Υφανέτ (1926-1965)». Β. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (Ι). ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΚΑΙ ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ Πρόεδρος: Τζελίνα Χαρλαύτη (Ιόνιο Πανεπιστήμιο) Σχολιαστής: Βασίλης Καρδάσης (Πανεπιστήμιο Κρήτης) Γεράσιμος Παγκράτης (Πανεπιστήμιο Αθηνών): «Μέθοδοι οργάνωσης και διαχείρισης της ναυτιλιακής επιχείρησης στην Κέρκυρα στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα». Απόστολος Δελής (Ιόνιο Πανεπιστήμιο): «Ερμούπολη: Οικονομική απογείωση και παρακμή εντός δύο γενεών (1830-1880). Η περίπτωση της ναυπηγικής δραστηριότητας». ~ 7 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου (Ιόνιο Πανεπιστήμιο): «A Spetsiot shipping firm as a link of the Greek international network». ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΙΙ 11:30-13:30 Α. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ (ΙΙ) ΚΛΑΔΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ Πρόεδρος: Σταύρος Θωμαδάκης (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Σχολιαστής: Χριστίνα Αγριαντώνη (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) Ιωάννης Αντωνόπουλος (Πάντειο Πανεπιστήμιο): «Η διαμόρφωση της Ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου». Νίκος Τζαφλέρης (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας): «Ο ρόλος της ελληνικής βιομηχανίας στον ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940-1941)». Ελένη Χατζημιχάλη (Technische Universität Darmstadt): «Οικονομικές συνέχειες πριν και μετά τον πόλεμο: Η γερμανική επιρροή στη διαμόρφωση των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα». Β. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΙΙ) ΕΜΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ Πρόεδρος: Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου (ΙΝΕ/EΙΕ) Σχολιαστής: Ιωάννα Μίνογλου (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών) Δέσποινα Βλάμη (ΚΕΜΝΕ Ακαδημία Αθηνών): «The female environment of a Greek merchant entrepreneur (18th-19th centuries). New evidences from the personal archive of Michail Vassiliou». Aliye Mataracı (İstanbul Bilgi Üniversitesi): «Reading Social Profile and Economic Standing of a Muslim Merchant Network through Business Correspondence». Antonella Viola (European University Institute, Florence): «Greek traders in British India (1840-1920): between Business History and the History of Diaspora Traders». ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΙΙΙ 16:30-18:30 ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ Πρόεδρος: Χρήστος Χατζηιωσήφ (Πανεπιστήμιο Κρήτης ΙΜΣ/ΙΤΕ) Σχολιαστής: Σταύρος Θωμαδάκης (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Κώστας Αξαρλόγλου Χρήστος Καμπόλης (ALBA) Νίκος Χρυσίδης (Southern Connecticut State University): «Indulgences in the Eastern Orthodox Church: Evidence of Oligopolistic Behavior». Δημήτρης Δημητρόπουλος (ΙΝΕ/ΕΙΕ): «Ο σαράφης του Αλή πασά στην Κωνσταντινούπολη, 1813-1814: οικονομικές δοσοληψίες και συναλλαγές». ~ 8 ~
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Ali Coşkun Tunçer (LSE): «International Financial Control in the Peripheries of the Gold Standard: The Case of Greece 1879 1914». Κώστας Λοΐζος (Πανεπιστήμιο Αθηνών): «Development Banking in Greece 1963-2002. A History of Institutional Transformation». ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΙV 19:00-20:30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ YΠΑΙΘΡΟ Πρόεδρος: Μιχάλης Ψαλιδόπουλος (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Σχολιαστής: Γιώργος Σταθάκης (Πανεπιστήμιο Κρήτης) Βάσω Σειρηνίδου (Πανεπιστήμιο Αθηνών): «Από το κοινοτικό δάσος στο δάσος-εργοστάσιο. Η περίπτωση της Θάσου, 19ος αι.». Μαρία Παπαθανασίου (Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο): «Ανθρώπινες Εμπειρίες και Κοινωνικο-Οικονομικές Διαδρομές: Προσεγγίζοντας την ιστορία του ορεινού ελλαδικού χώρου». ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 12 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 ΣΥΝΕΔΡΙΑ V 9:00-11:00 Α. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ (Ι). ΕΛΙΤ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣΕΙΣ Πρόεδρος: Όλγα Κατσιαρδή Hering (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Σχολιαστής: Νίκος Καραπιδάκης (Ιόνιο Πανεπιστήμιο) Φώτης Μπαρούτσος (Πανεπιστήμιο Πατρών): «Διάλογος μεταξύ τοπικών ελίτ και κεντρικής βενετικής εξουσίας. Οι πρεσβείες ως θεσμός διαμόρφωσης οικονομικών και κοινωνικών ιεραρχιών». Ελευθερία Ζέη (Πανεπιστήμιο Κρήτης): «Όψεις της διαμόρφωσης των κοινωνικών ελίτ στο Αιγαίο του 18ου αιώνα: οι άρχοντες του maktu». Μαρία Καβάλα (Πανεπιστήμιο Κρήτης) Ελένη Ιωαννίδου (Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού του Δήμου Καλαμαριάς): «Αρωγή και αποκατάσταση των προσφύγων στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου. Πτυχές της δράσης των μη κρατικών συλλογικών φορέων». Β. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΙΙΙ) ΕΜΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ Πρόεδρος: Ιωάννα Μίνογλου (Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών) Σχολιαστής: Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου (ΙΝΕ/EΙΕ) Κωνσταντίνα Καρακώστα (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης): «Μικρές Μοσχοπόλεις, Η οικονομική και κοινωνική οργάνωση των Μοσχοπολιανών Βλάχων στον χώρο της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης». ~ 9 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Ευρυδίκη Σιφναίου (ΙΝΕ/ΕΙΕ): «Πόλεμος και επιχειρηματικές στρατηγικές: ελληνικοί εμπορικοί οίκοι στο Ταϊγάνιο της Αζοφικής και ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1877-1878». ΣΥΝΕΔΡΙΑ VI 11:30-13:00 Α. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ (ΙΙ) ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ Πρόεδρος: Νίκος Καραπιδάκης (Ιόνιο Πανεπιστήμιο) Σχολιαστής: Όλγα Κατσιαρδή Hering (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Matthieu Grenet (European University Institute, Florence): «Une économie communautaire? La charité dans la diaspora grecque (Venise, Livourne, Marseille, v.1770-v.1830)». Ίκαρος Μαντούβαλος (ΚΕΜΝΕ Ακαδημία Αθηνών): «Πρακτικές κληροδοσίας Ελλήνων της Τεργέστης. Μια πρώτη συγκριτική προσέγγιση αναφορικά με την περίπτωση της Βιέννης και της Πέστης (19ος αιώνας)». Βασίλης Δαλκαβούκης (Πανεπιστήμιο Θράκης): «Κληροδοτήματα και περιφερειακή ανάπτυξη : παρελθόν και παρόν μιας ειδικής κατηγορίας οικονομικών πόρων. Το παράδειγμα του Ζαγορίου στην Ήπειρο». 10:50-13:30 Β. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Πρόεδρος: Λευτέρης Τσουλφίδης (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας) Σχολιαστής: Μιχάλης Ψαλιδόπουλος (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Σπύρος Τζόκας (Πανεπιστήμιο Αθηνών): «Η οικονομική και κοινωνική διάσταση των τεχνικών υπολογισμών του Ηλία Ι. Αγγελόπουλου (τέλος 19ου αρχές 20ού αιώνα)». Μιχάλης Ζουμπουλάκης (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας): «Η εξάρτηση από το παρελθόν και η σημασία της ιστορίας στη βρετανική οικονομική σκέψη». Άννα Μαχαιρά (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων): «Η διδασκαλία της πολιτικής οικονομίας στη Γαλλία ανάμεσα στην ηθική, την πολιτική και την έρευνα». Ανδρέας Κακριδής (Πάντειο Πανεπιστήμιο): «Continuity and Change: Mapping the Community of Economists in Greece (1944-1967)». ΣΥΝΕΔΡΙΑ VII 17:00-18:30 ΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΙΜΩΝ Πρόεδρος: Γιάννης Αλεξανδρόπουλος (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) Σχολιαστής: Νίκος Θεοχαράκης (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Νίκος Ποταμιάνος (Πανεπιστήμιο Κρήτης): «Η νομοθεσία κατά της αισχροκέρδειας, το ενοικιοστάσιο και η συγκρότηση του μικροαστικού ταξικού πόλου 1916-1925». ~ 10 ~
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Λήδα Παπαστεφανάκη (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων): «Για την ιστορικότητα των α- γορών εργασίας στην Ελλάδα». 19:00 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ Peer H. H. Vries (Πανεπιστήμιο Βιέννης): «Comparing and connecting economic growth and its absence on a global scale». ΣΑΒΒΑΤΟ 13 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 ΣΥΝΕΔΡΙΑ VIII 9:30-11:30 Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ Πρόεδρος: Νίκος Θεοχαράκης (Πανεπιστήμιο Αθηνών) Σχολιαστής: Λευτέρης Τσουλφίδης (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας) Μάνος Περάκης (Πανεπιστήμιο Κρήτης): «Μια οικονομία της ανατολικής Μεσογείου σε μετασχηματισμό. Η περίπτωση της ύστερης οθωμανικής Κρήτης (1840-98)». Σάκης Γκέκας (University of Manchester): «Failing Protection. Commissioners, Merchants and Intellectuals in the Ionian Islands under British rule, 1815-1864». Αλέξης Φραγκιάδης (Οικονομικό Πανεπιστήμιο): «Πολιτική εξουσία και σχέσεις γαιοκτησίας στην Ελλάδα, 1821-1940: ιστοριογραφικές προσεγγίσεις». Β. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Πρόεδρος: Κατερίνα Παπακωνσταντίνου (Πανεπιστήμιο Πειραιά) Σχολιαστής: Σωκράτης Πετμεζάς (Πανεπιστήμιο Κρήτης, ΙΜΣ/ΙΤΕ) Sébastien Marre (Université Michel de Montaigne-Bordeaux III): «La diaspora grecque à partir du Pirée dans la seconde moitié du XIXe siècle: une approche démographique». Μυρτώ Δημητροπούλου (Université Lumière, Lyon ΙΙ): «Ενώπιον εμού του Ληξιάρχου της πόλεως Αθηνών. Δημογραφικές συμπεριφορές στην Αθήνα του 19ου αιώνα». Ντίνα Μουστάνη (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας): «Τα ενοριακά βιβλία και οι ενορίτες του Αγ. Κωνσταντίνου στο Βόλο: Απόπειρα ανασυγκρότησης οικογενειών (1913-1922)». ΣΥΝΕΔΡΙΑ IX 12:00-14:30 Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ Πρόεδρος: Ανδρέας Λυμπεράτος (Πανεπιστήμιο Κρήτης, ΙΜΣ/ΙΤΕ) Σχολιαστής: Γιάννης Αλεξανδρόπουλος (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) Φωκίων Κοτζαγεώργης (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης): «Τσιφλίκια στον καζά Διδυμοτείχου (1455-1614)». ~ 11 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Ηλίας Κολοβός (Πανεπιστήμιο Κρήτης): «Πίσω στα τεφτέρια; Οικονομικά μεγέθη και κοινωνική δομή στην Άνδρο του 17ου αιώνα με βάση το οθωμανικό κτηματολόγιο: τρόποι ανάλυσης, μεθοδολογικά προβλήματα και ιστοριογραφικά ζητήματα». Μάρθα Πύλια (Πανεπιστήμιο Θράκης): «Προεστοί και πολιτικό χρήμα στην προεπαναστατική Πελοπόννησο». Svetlana Doncheva (Institute of Balkan Studies, Sofia): «Οικονομικοί ή κοινοτικοί θεσμοί; Oι χριστιανικές συντεχνίες στη Θράκη και στη Μακεδονία κατά το 19ο αιώνα». 17:30-19:30 Κλείσιμο Συνεδρίου και αποτίμηση 19:30 Δεξίωση Ισόγειο Φοιτητικού Πολιτιστικού Κέντρου Ξενία Οργανωτική Επιτροπή Συνεδρίου Σωκράτης Πετμεζάς, Αναπλ. Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης, ΙΜΣ/ΙΤΕ Τζελίνα Χαρλαύτη, Αναπλ. Καθηγήτρια, Ιόνιο Πανεπιστήμιο Επιστημονική Γραμματεία: Κατερίνα Παπακωνσταντίνου, Πανεπιστήμιο Πειραιά Ανδρέας Λυμπεράτος, ΙΜΣ/ΙΤΕ Επιστημονική Επιτροπή Συνεδρίου Χριστίνα Αγριαντώνη, Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Βασίλης Καρδάσης, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης Όλγα Κατσιαρδή-Hering, Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Αθηνών Κώστας Κωστής, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών/ EHESS Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, Διευθύντρια Ερευνών, ΙΝΕ/ΕΙΕ Χρήστος Χατζηιωσήφ, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης, ΙΜΣ/ΙΤΕ Μιχάλης Ψαλιδόπουλος, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών ~ 12 ~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η Οικονομική και Κοινωνική ιστορία υπήρξε η κινητήριος δύναμη για την «αναγέννηση» των ιστορικών σπουδών στην Ελλάδα τις δεκαετίες 1960 με 1980 και συνεχίζει μέχρι σήμερα να παρουσιάζει μία αξιοσημείωτη παραγωγή ε- πιστημονικών έργων σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο. Παρ όλα αυτά και πριν από μόλις μερικά χρόνια γνώρισε μια πτώση, ακολουθώντας κατά ένα τρόπο και τη διεθνή της συρρίκνωση ίσως λόγω του βάρους των διεθνών πολιτικών εξελίξεων τη δεκαετία του 1990, που έφερε την άνοδο των πολιτικών και πολιτισμικών σπουδών. Η πτώση των ανατολικο-ευρωπαϊκών καθεστώτων και η παύση του διαχωρισμού του κόσμου «κομμένου στα δύο» καθώς και οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας αναζωπύρωσαν την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα το ενδιαφέρον για την Οικονομική ιστορία. Στα κυρίαρχα πανεπιστημιακά ιδρύματα του αγγλοσαξωνικού χώρου, όπως το London School of Economics, της Οξφόρδης καθώς των πανεπιστημίων της Καλιφόρνιας, έχει ανθήσει η Παγκόσμια Οικονομική ιστορία των μακρόχρονων θεωρήσεων, που αναζητά πλέον τη λογική του μεγάλου «χάσματος» της ανάπτυξης των οικονομιών του κόσμου, συχνά μέσω της επανεξέτασης του παραδείγματος της Βιομηχανικής ή μη επανάστασης στην Ευρώπη και την Ασία, και ιδιαίτερα στην Κίνα. 1 Ξεκινά με την επαναπραγμάτευση της «ανόδου της Δύσης» σε αντιπαράθεση με την «αποτυχία των υπολοίπων» και αναζητά διαφορετικές ερμηνείες για την άνοδο της Δύσης. Με αυτόν τον τρόπο επανέρχεται στις θεωρίες εξάρτησης και το βαλλερστανιανό μοντέλο για την ανάλυση του παγκόσμιου συστήματος δίνοντας έμφαση στις σχέσεις εκμετάλλευσης κέντρου περιφέρειας. 2 Στην Ελλάδα, που βρίσκεται στο «κέντρο» πλέον του παγκοσμίου συστήματος ως μέλος των ανεπτυγμένων χωρών, η ελληνική και ευ- 1 Kenneth Pomeranz, The Great Divergence. Europe, China, and the making of the modern world economy, Πρίνστον 2000. Για μια συνοπτική θεώρηση βλ. Robert Allen, Global Economic History. A Very Short Introduction, Οξφόρδη 2011. 2 Mitchell A. Seligson και John T. Passé-Smith (επιμ.), Development and underdevelopment. The political economy of global inequality, 4 η έκδοση, Λονδίνο 2008. Andre Gunder Frank, ReOrient: global economy in the Asian Age, Μπέρκλεϋ Λος Άντζελες Λονδίνο 1998. ~ 13 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ρωπαϊκή οικονομική κρίση έχει «ξαναζωντανέψει» το ενδιαφέρον για την Οικονομική ιστορία, γεγονός που διαφαίνεται από τα τρέχοντα σεμινάρια, συνέδρια και βιβλιογραφική παραγωγή. O παρών τόμος περιέχει ένα τμήμα των ανακοινώσεων που παρουσιάστηκαν στο πρώτο Διεθνές Συνέδριο Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας με θέμα «Θεωρητικές αναζητήσεις και εμπειρικές έρευνες», που έγινε στο Ρέθυμνο στις 10-13 Δεκεμβρίου 2008 και συνδιοργανώθηκε από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας, και το Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με την ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου, του Υπουργείου Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και την υποστήριξη του βιβλιοπωλείου «Σύνολο» στο Ρέθυμνο. Στο Συνέδριο έλαβαν μέρος 60 σύνεδροι από 10 πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα της χώρας καθώς και από πανεπιστήμια της Μεγάλης Βρετανίας, Γερμανίας, Γαλλίας και Τουρκίας. Το Συνέδριο ολοκληρώθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία στο Ρέθυμνο, παρ όλες τις αντιξοότητες και τα θλιβερά γεγονότα της συγκυρίας του Δεκεμβρίου 2008. Η οργάνωσή του, απότοκο της στενής τετράχρονης συνεργασίας μιας ομάδας οικονομικών ιστορικών από διάφορα πανεπιστήμια της χώρας, προήλθε από την ανάγκη διαμόρφωσης ενός διαπανεπιστημιακού δικτύου πληροφόρησης και συστηματικού επιστημονικού διαλόγου με σκοπό την επικοινωνία και ανταλλαγή ιδεών για την Οικονομική ιστορία στην Ελλάδα. Η Οικονομική ιστορία διδάσκεται σε Τμήματα Ιστορίας, Οικονομικών, Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, και η επικοινωνία καθηγητών, ερευνητών, διδακτόρων και υποψηφίων διδακτόρων που ασχολούνται με αυτό το γνωστικό α- ντικείμενο, ήταν μέχρι πρόσφατα σχεδόν ανύπαρκτη. Το Συνέδριο ήλθε να συμπληρώσει αυτό το κενό. Θεωρούμε ότι συσπείρωσε το εγχώριο επιστημονικό δυναμικό στον χώρο της Οικονομικής και Κοινωνικής ιστορίας, και συνέβαλε στην αναζωογόνηση του επιστημονικού διάλογου και της κριτικής αντιπαράθεσης στο πεδίο αυτό μεταξύ ιστορικών, οικονομολόγων και ερευνητών από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους και θεωρητικές παραδόσεις. Σημαντική συνεισφορά του Συνεδρίου υπήρξε η εποικοδομητική συνάντηση όλων των «γενεών» οικονομικών και κοινωνικών ιστορικών και το άνοιγμα του δρόμου για γόνιμο διάλογο και επικοινωνία. Στην αποτίμησή του τονίστηκε η μεγάλη σημασία της ανάπτυξης και ενίσχυσης του επιστημονικού διαλόγου μεταξύ των ερευνητών και εξετάστηκε η αλληλεπίδραση εμπειρικής ιστορικής έρευνας και θεωρητικών αναζητήσεων μέσα από εννέα θεματικές: α) Βιομηχανία και μεταφορά τεχνολογίας, β) Ιστορία επιχειρήσεων, γ) Τράπεζα και νόμισμα στην ανατολική Μεσόγειο, δ) Οικονομία και κοινωνία στην ελληνική ύπαιθρο, ε) Κοινωνικές δομές και θεσμοί, στ) Ιστορία της οικονομικής σκέψης και της κοινωνικής θεωρίας, ζ) Αγορές και έ- λεγχος τιμών, η) Οικονομία και πολιτική στην ανατολική Μεσόγειο, θ) Ιστορική δημογραφία στην Ελλάδα και ι) Αγροτική οικονομία κατά την οθωμανική περίοδο. Την κεντρική ομιλία του Συνεδρίου έκανε ο καθηγητής της Παγκόσμιας Οικονομικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης Peer H. H. Vries με θέμα «Συγκρίνοντας και ενώνοντας την οικονομική μεγέθυνση και την απουσία της σε παγκό- ~ 14 ~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ σμια κλίμακα». Ο καθηγητής Peer Vries αποτελεί κύριο εκπρόσωπο της νέας τάσης της global economic history και βασικό στέλεχος της Διεθνούς Εταιρείας Οικονομικής Ιστορίας (International Economic History Association), η οποία είναι ο παλαιότερος και με μεγαλύτερο κύρος φορέας στον χώρο της Οικονομικής ιστορίας διεθνώς. Τα συνέδριά της διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια και το επόμενο πρόκειται να γίνει τον Ιούλιο του 2012 στη Νότιο Αφρική. Η Ελληνική Εταιρεία Οικονομικής Ιστορίας από την εποχή της δημιουργίας της στις αρχές της δεκαετίας του 1990 είναι μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Οικονομικής Ιστορίας. Στο Συνέδριο του Ρεθύμνου έγιναν συζητήσεις για τη σημασία της διαφύλαξης των συνεχειών των θεσμών στον χώρο της Οικονομικής ιστορίας, όπως εκείνου της Ελληνικής Εταιρείας της Οικονομικής Ιστορίας (ΕΕΟΙ). Σε παρέμβασή της η τότε Πρόεδρος της ΕΕΟΙ, η καθηγήτρια Χριστίνα Αγριαντώνη, επεσήμανε ότι η αναβίωση της Οικονομικής ιστορίας ήλθε ως ανάγκη υπέρβασης της υποβάθμισής της την τελευταία δεκαετία. Άλλωστε, η δυναμική συνέχισή της έγινε υπό την αμέριστη υποστήριξη του πρώτου Προέδρου της, καθηγητή Σπύρου Ασδραχά, ο οποίος, όπως όλοι γνωρίζουμε, καθόρισε με την παρουσία του, το έργο του και την «παραγωγή» οικονομικών ιστορικών τον χώρο της Οικονομικής ιστορίας στην Ελλάδα. Ίσως όμως το πιο σημαντικό αποτέλεσμα του Πρώτου Συνεδρίου Οικονομικής και Κοινωνικής Ι- στορίας, όπως διακρίνεται και στα κείμενα του παρόντος τόμου, ήταν η ευρεία συμμετοχή νέων ελλήνων και ξένων οικονομικών ιστορικών και η μετατροπή του σε αυτό που έπρεπε να είναι: ένα διεθνές forum επικοινωνίας και ανταλλαγής ιδεών. Η επιτυχία του Συνεδρίου ήταν και επιστημονική και θεσμική. Έκτοτε η ΕΕΟΙ επαναδιοργανώνει τακτικά σεμινάρια υπό τη διεύθυνση του/της εκάστοτε Προέδρου. Επίσης, συνεχίζει τον θεσμό που ξεκίνησε στο Ρέθυμνο: το Δεύτερο Διεθνές Συνέδριο Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας με θέμα «Οι Αγορές και η Πολιτική: Ιδιωτικά συμφέροντα και Δημόσια εξουσία (18ος-20ός αιώνας)» διοργανώνεται στον Βόλο από το Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στις 10-12 Φεβρουαρίου 2012. Η νέα γενιά οικονομικών ιστορικών της ΕΕΟΙ οργάνωσε έναν ηλεκτρονικό χώρο επικοινωνίας, το www.hdoisto.gr, που παρέχει πληροφόρηση για τα σεμινάρια, τα συνέδρια, τις διδακτορικές διατριβές και τις εκδόσεις που αφορούν στην Οικονομική Ιστορία στα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ο παρών τόμος περιλαμβάνει 21 κείμενα σε επτά θεματικές ενότητες. Η πρώτη ενότητα ασχολείται με την ιστορική δημογραφία στην Ελλάδα, έναν επιστημονικό κλάδο που αποτέλεσε μέρος της ανάπτυξης της Οικονομικής και Κοινωνικής ιστορίας τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Η Μυρτώ Δημητροπούλου εξετάζει την εξέλιξη και τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού του Δήμου Αθηναίων στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, όπως αυτά προκύπτουν από τις απογραφές πληθυσμού και τις ληξιαρχικές πράξεις γάμου των Δήμου Αθηναίων. Η συγγραφέας τονίζει τη σημασία των ληξιαρχικών πράξεων γάμου ως ~ 15 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ μιας από τις σημαντικότερες πηγές της Κοινωνικής ιστορίας και τα προβλήματα α- ξιοποίησής της στην ελληνική ιστορία πριν από την περίοδο του Μεσοπολέμου. Η Αθήνα αποτελεί μάλλον μία από τις ελάχιστες εξαιρέσεις στον παραπάνω κανόνα, αφού το Αρχείο των ληξιαρχικών πράξεων χρονολογείται από το 1859. Παρόλο που οι αθηναϊκές ληξιαρχικές πράξεις γάμου παρουσιάζουν σημαντικές ελλείψεις οι ο- ποίες δεν επιτρέπουν οριστικές απαντήσεις, αποτελούν όμως ένα αρχείο αδημοσίευτο και αναξιοποίητο ώς σήμερα, το οποίο αποτελεί έναν ανεκτίμητο θησαυρό για τον ερευνητή της κοινωνικής ιστορίας της Αθήνας του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Ο S é b a s t i e n M a r r e προτείνει την προσέγγιση της ιστορίας των οικογενειών της ελληνικής διασποράς μέσω του Δημοτολογίου του Πειραιά και των εκλογικών καταλόγων. Το Δημοτολόγιο του Πειραιά αποτελεί πολύτιμη και ανεκμετάλλευτη αρχειακή πηγή που διασώζει υλικό από το 1835, ενώ οι εκλογικοί κατάλογοι αποτελούν ένα εξίσου πολύτιμο υλικό για την ανασυγκρότηση των άρρενων μελών μιας οικογένειας με βάση, για παράδειγμα, τον Πειραιά, και την αναζήτηση των υπόλοιπων μελών στις ελληνικές εμπορικές παροικίες στην Οδησσό, τη Βραΐλα ή τη Μασσαλία. Η δεύτερη ενότητα του τόμου είναι αφιερωμένη στην αγροτική οικονομία κατά την οθωμανική περίοδο και στον διάλογο για την ανάπτυξη της ιστοριογραφίας στην Ελλάδα σχετικά με το θέμα. Τα φορολογικά κατάστιχα, τα τεφτέρια, αποτέλεσαν εξαιρετική πηγή για τους οικονομικούς ιστορικούς, ενώ η αγροτική οικονομία τη βάση της μελέτης της Οθωμανικής ιστορίας για τον ελληνικό χώρο. Η ανάδειξη των τεφτεριών ως βασικό εργαλείο στη μελέτη της Οικονομικής ιστορίας συνεχίζεται από τη δεύτερη γενιά των των οθωμανολόγων ιστορικών οι οποίοι έχουν στελεχώσει τα ελληνικά πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα. Ο Ηλίας Κολοβός προβαίνει σε μια συνολική θεώρηση της χρήσης των καταστίχων επισημαίνοντας τα προβλήματα αλλά και τη σημασία τους για την οθωμανική Οικονομική ιστορία. Αναλύει τη σημασία των τεφτεριών, δηλαδή τα οθωμανικά κατάστιχα που συντάσσονταν μετά την κτήση μιας περιοχής και χρησιμοποιούνταν ως κατάλογος των φορολογουμένων, των φόρων και των παραχωρήσεων σε οθωμανούς αξιωματούχους. Εξετάζει με κριτική προσέγγιση τη χρήση και την έκδοση των τεφτεριών στην ελληνική και ξένη βιβλιογραφία εντοπίζοντας στην «τεφτερολογία» τα θετικά και αρνητικά που αντιμετωπίζει ο ερευνητής. Χρησιμοποιώντας ο ίδιος την έκδοση τμήματος δύο τεφτεριών για τα νησιά του Αιγαίου στο τελευταίο τρίτο του 17ου αιώνα, που αφορούν στην Άνδρο, αναδεικνύει τον πλούτο αλλά και τα προβλήματα αυτών των πηγών. Με βάση τα τεφτέρια ο ερευνητής μπορεί να υπολογίσει τον πληθυσμό του νησιού, τη χρήση της γης για τις καλλιέργειες, τους τύπους καλλιεργειών, την προσδοκώμενη παραγωγική και φορολογική απόδοση καθώς και την κοινωνική διαστρωμάτωση με βάση την ιδιοκτησία. Ο Φ ω κ ί ω ν Κ ο τ ζ α γ ε ώ ρ γ η ς εξετάζει την οθωμανική πολιτική ως προς τα τσιφλίκια μιας ορισμένης περιοχής, εκείνης του καζά Διδυμοτείχου, στη διάρκεια δύο αιώνων, από τον 15ο ώς τον 17ο αιώνα βάσει των οθωμανικών καταστίχων. Ως τσιφλίκια θεωρεί τις γαίες οι οποίες δόθηκαν σε αξιωματούχους, μάλλον υπό καθεστώς μουλκιού. Εξετάζεται η διαίρεση των τσιφλικιών, οικισμών/αγροκτημάτων ~ 16 ~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ καθώς και οι διάφορες μορφές φορολόγησης όπως τα χάσια, τα τιμάρια και τα βακούφια. Ενδιαφέρουσα είναι η σημαντική παρουσία χριστιανών ως επικαρπωτών τσιφλικιών σε βακουφικές γαίες. Ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι κατά τη διάρκεια του 15ου-17ου αιώνα υπάρχει μια δημογραφική έκρηξη στον καζά και ότι οι χριστιανοί φορολογούμενοι προσπερνούν για πρώτη φορά σε τιμαριωτικές γαίες τους μουσουλμάνους. Αναφέρει ότι αρχικά ο θεσμός των τσιφλικιών λειτούργησε για να ευνοήσει κάποιους αξιωματούχους ή έστω κρατικούς υπαλλήλους ως ανταμοιβή των υπηρεσιών τους προς το κράτος και να εδραιώσει τον κεντρικό έλεγχο στις επαρχίες, και στη συνέχεια λειτούργησε προς όφελος της στερέωσης της μικρής ιδιοκτησίας και των απλών καλλιεργητών. Η μετάβαση από την οθωμανική πραγματικότητα στο ελληνικό κράτος του 1830, η διανομή γαιών και η επίλυση του γαιοκτητικού ζητήματος είχε μια μακρά πορεία, όπως αναλύει ο Αλέξης Φραγκιάδης. Διαχωρίζει σε τρεις φάσεις την αγροτική μεταρρύθμιση της χώρας, η οποία εξελίχθηκε από το 1821 ώς τον Μεσοπόλεμο, και αναλύει τη μεσαία φάση, εκείνη του 1871. Η μεταρρύθμιση αυτή κατά τον συγγραφέα εισήγαγε ουσιώδεις καινοτομίες σε σχέση με τα σχήματα διανομής εθνικών γαιών της οθωνικής περιόδου. Θεωρεί ότι χάρη στις καινοτομίες αυτές η εφαρμογή των νόμων του 1871 σημείωσε σημαντικά μεγαλύτερη επιτυχία από ό,τι τα προηγούμενα σχήματα. Εκεί όπου υπήρχε ζήτηση και διαθέσιμες εθνικές γαίες, οι νόμοι του 1871 έλυσαν το πρόβλημα της προσφοράς ιδιόκτητης γης και επέτρεψαν με αυτόν τον τρόπο την αγορά γης και κατ επέκταση την ενυπόθηκη πίστη με πολλαπλά οφέλη στις διάφορες περιοχές. Ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο η μεταρρύθμιση του 1871 έδωσε τεράστια ώθηση στις εμπορευματικές καλλιέργειες, ιδίως στη σταφιδοκαλλιέργεια. Η Svetlana Doncheva εξετάζει το συντεχνιακό σύστημα τον 19ο αιώνα στα όρια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι συντεχνίες πέρα από τις οικονομικές τους λειτουργίες οι οποίες έχουν σχέση με την παραγωγή, τη ρύθμιση και τον έλεγχο της αγοράς, απέκτησαν σημαντικές διοικητικές, κοινωνικές, ακόμη και πολιτικές λειτουργίες σε διάφορες περιοχές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η συγγραφέας στηριζόμενη σε αρχειακό υλικό προσεγγίζει τις συντεχνίες κυρίως στις τέσσερις πόλεις το Παζαρτζίκ και την Αδριανούπολη στη Θράκη / τα Σκόπια και το Μοναστήρι (Βιτώλια) στη Μακεδονία. Εκτός από την οργάνωση και λειτουργία τους ε- ξετάζει τη σχέση τους με το κράτος. Επισημαίνει ότι παρά το γεγονός ότι τα εσνάφια δημιουργούν τους δικούς τους κανόνες σε θέματα όπως ο έλεγχος των τιμών, σε είδη πρώτης ανάγκης υπάρχει η επέμβαση του κράτους. Επιπλέον, οι συντεχνίες, όπως διαπιστώνει, σε περίοδο οικονομικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, ήταν ένας οικονομικός θεσμός που ελεγχόταν εν μέρει από το κράτος. Η τρίτη ενότητα του τόμου είναι αφιερωμένη στον πιο κλασσικό τομέα της Οικονομικής ιστορίας, τη βιομηχανία και την τεχνολογία. Η συνήθης πρακτική όμως μέχρι σήμερα ήταν η συνολική θεώρηση του βιομηχανικού κλάδου και ελάχιστες επιστημονικές μελέτες διαθέτουμε για τη μελέτη των βιομηχανικών επιχειρήσεων στο μικρο-επίπεδο. ~ 17 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Την ενότητα ξεκινά ο Ν ί κ ο ς Τ ζ α φ λ έ ρ η ς ο οποίος εξετάζει τη σημασία της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας στη διάρκεια του Β Παγκοσμίου πολέμου, και ιδιαίτερα στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Ο προστατευτισμός του Μεσοπολέμου σήμαινε ότι η χώρα που βρισκόταν για σχεδόν μια δεκαετία σε συνθήκες «κλειστής οικονομίας», είχε να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις που έφερνε ο πόλεμος για την ελληνική βιομηχανία, καθώς σχέδια, πρώτες ύλες, εξαρτήματα, ακόμη και αν ήταν διαθέσιμα, έπρεπε να περάσουν από το σύστημα του συμψηφισμού και την υποχρεωτική κρατική παρέμβαση. Οι μεσοπολεμικές επιλογές της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας αλλά και οι προσδοκίες των βιομηχάνων για οφέλη και κερδοφορία από τη συμμετοχή στον εξοπλισμό της χώρας, οδήγησαν τελικά κατά τη διάρκεια του πολέμου στην αδιάλειπτη και επιτυχή υποστήριξη του στρατεύματος με αξιόμαχο πολεμικό υλικό. Ο συγγραφέας εξετάζει την παραγωγική πορεία της Ανώνυμης Εταιρίας Ελληνικού Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου του Αθανασιάδη Μποδοσάκη, της ΟΕ Σταματόπουλου και πολύ πιο εκτεταμένα εκείνη της Ανώνυμης Βιομηχανικής Εταιρίας «Γκλαβάνης». Φαίνεται ότι οι ελληνικές βιομηχανίες ανταποκρίθηκαν στις ανάγκες μιας ολοκληρωμένης και αυτόνομης σιδηροβιομηχανικής παραγωγής και κατ επέκταση μιας αυτοδύναμης πολεμικής βιομηχανίας στους μήνες του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Η Ε λ π ί δ α Β ό γ λ η ασχολείται με μια από τις πιο επιτυχημένες και μακρόβιες βιομηχανικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, την ποτοποιία Μεταξά. Παρουσιάζει συνοπτικά τις στρατηγικές ανάπτυξης που ακολούθησε η ποτοποιία Μεταξά, προκειμένου να ειδικευτεί σε ένα συγκεκριμένο προϊόν και να μπορέσει να κατοχυρώσει μια θέση στην εσωτερική και διεθνή αγορά. Το άρθρο οργανώνεται γύρω από δύο άξονες: αφενός την ανάγκη εξειδίκευσης μιας επιχείρησης που βίωνε έντονο ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά με την παρασκευή και διάθεση ενός αλκοολούχου ποτού, και αφετέρου τη στρατηγική προώθησης του προϊόντος στο εξωτερικό με την αναζήτηση κατάλληλου αγοραστικού κοινού. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η διαπίστωση ότι η επιχείρηση στην πραγματικότητα αξιοποίησε τα μεταναστευτικά ρεύματα της εποχής και την ύπαρξη ελληνικής διασποράς στο εξωτερικό προωθώντας το κονιάκ Μεταξά ως το ποτό των Ελλήνων του εξωτερικού. Οι Στράτος Ν. Δορδανάς και Θεοδόσης Τσιρώνης παρακολουθούν την ιστορία της υφαντουργίας Υφανέτ από την ίδρυσή της το 1926 μέχρι το 1965 και τις σταδιακές επεκτάσεις της σε κτήρια προκειμένου να καλύπτει τις ανάγκες της σε πλυντήρια, υφαντήρια, κλωστήρια και βαφεία, σαπωνοποιείο και σύγχρονο οργανωμένο μηχανουργείο. Η Υφανέτ για τους συγγραφείς παρουσιάζει ενδιαφέρον, γιατί παρακολουθεί τις μεταβολές στην επιχειρηματικότητα της Θεσσαλονίκης και τις αλλαγές σε επίπεδο εργατικού πληθυσμού. Ξεκίνησε ως πρωτοβουλία ε- βραίων επιχειρηματιών και στη συνέχεια αγοράστηκε και αναδιοργανώθηκε ως ελληνική επιχείρηση η οποία στη διάρκεια του Μεσοπολέμου κατείχε σημαντικό ποσοστό της ελληνικής παραγωγής σε υφάσματα και νήματα. Οι συμβάσεις με το Δημόσιο για την παροχή στρατιωτικού ρουχισμού αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα επιβίωσης και επέκτασης της επιχείρησης. Μεταπολεμικά η επιχείρηση επεκτάθηκε ώς το 1951, οπότε μια πυρκαγιά κατέστρεψε σημαντικό τμήμα του εξοπλισμού και ~ 18 ~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ των εγκαταστάσεων, και σήμανε την αρχή της παρακμής. Η πτώση της επιχείρησης επήλθε στις αρχές της δεκαετία τους 1960, όταν εμφάνισε σημαντικές ζημιές, και χρέη με αποτέλεσμα να αναστείλει τις εργασίες της το 1965. Η τέταρτη ενότητα του βιβλίου είναι αφιερωμένη στα χρηματοπιστωτικά συστήματα σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Ο Δ η μ ή τ ρ η ς Δ η μ η τ ρ ό π ο υ λ ο ς μέσα από τη μοναδική, πολύτιμη και αναξιοποίητη πηγή των λογιστικών βιβλίων του Αλή πασά των Ιωαννίνων παρουσιάζει αναλυτικά τον τρόπο οικονομικής δράσης ενός τοπικού άρχοντα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στις αρχές του 19ου αιώνα. Την περίοδο αυτή είχαν αρχίσει να ε- ντείνονται οι κεντρόφυγες πολιτικές τάσεις τοπικών αρχόντων οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι το καθεστώς της ενοικίασης φόρων αποκτούσαν οικονομική και πολιτική ισχύ σε περιοχές πέραν της δικαιοδοσίας τους. Ο συγγραφέας αναδεικνύει τον τρόπο λειτουργίας και δράσης ενός ισχυρού τοπικού πασά, αναλύει τους μηχανισμούς διαχείρισης και συσσώρευσης του πλούτου στο πλαίσιο του οθωμανικού διοικητικού και οικονομικού συστήματος, ενώ παράλληλα κάνει λόγο για τις σχέσεις, τις συναλλαγές και τις μεθόδους διαπλοκής μεταξύ των τοπικών ελίτ και των υψηλών κλιμακίων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με ένα άλμα ενός αιώνα ο Κ ω ν σ τ α ν τ ί ν ο ς Λ ο ΐ ζ ο ς μελετά τον ρόλο των αναπτυξιακών τραπεζών στη μεταπολεμική Ελλάδα. Οι αναπτυξιακές τράπεζες είχαν κάποια συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη αλλά με περιορισμένες οικονομικές επιδόσεις. Ο συγγραφέας αναζητά την οικονομική συμβολή των ελληνικών αναπτυξιακών τραπεζών στην ελληνική οικονομία μέσα από τα οικονομικά μεγέθη τους. Η δημιουργία της ΕΤΕΒΑ, της ΕΤΒΑ και της Τράπεζας Αναπτύξεων στη δεκαετία του 1960 συνδέεται άμεσα με τη βιομηχανική ανάπτυξη και την ανάγκη χρηματοδότησής της, την υποστήριξη των επενδύσεων και την ανάπτυξη της αγοράς κεφαλαίων στο εσωτερικό. Η οικονομική τους πορεία αντικατοπτρίζει την εξάρτησή τους από το υπάρχον οικονομικό καθεστώς και τις κυβερνητικές πολιτικές. Η σύνδεση αυτή φαίνεται από την ανάλυση των οικονομικών μεγεθών των τριών τραπεζών, που επιχειρεί ο συγγραφέας. Παράλληλα, μελετά τις μεταβολές των τραπεζών σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της όλης οικονομίας. Ο λόγος ύπαρξής τους αμφισβητήθηκε από τη στιγμή που αναπτύχθηκαν εμπορικές τράπεζες, με αποτέλεσμα και οι τρεις είτε να απορροφηθούν από τις δεύτερες είτε να αναστείλουν τις δραστηριότητές τους. Η πέμπτη ενότητα αναφέρεται στις σχέσεις οικονομίας και πολιτικής. Ο Φ ώ τ η ς Μ π α ρ ο ύ τ σ ο ς ασχολείται με τις κατεστημένες Συνελεύσεις χριστιανών υπηκόων (università), οι οποίοι θεσμικά απευθύνονταν στη Βενετία ζητώντας συνδρομή στα αιτήματά τους. Καταγράφει με συστηματικό τρόπο τις πρεσβείες που απέστελλαν οι Συνελεύσεις των χριστιανών υπηκόων στη Βενετία καθώς και τα αιτήματα που διατύπωναν, τις απαντήσεις που λάμβαναν και τις επιδράσεις που αυτές είχαν στη διαμόρφωση των κοινωνικών και οικονομικών ιεραρχιών. Έτσι, διαπιστώνει ότι πολλά από τα θέματα που απασχολούσαν τις Συνελεύσεις, αφορούσαν στη λειτουργία των τοπικών βενετικών αρχών ή στο σύστημα ~ 19 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ απόδοσης δικαιοσύνης. Διαπιστώνει από την καταγραφή αυτή ότι τα μέλη των Συνελεύσεων φρόντιζαν κυρίως για την επικύρωση, τήρηση και επέκταση των προνομίων τους, δηλαδή τη θέση τους μέσα στο σύστημα διακυβέρνησης και την ωφέλεια από την κατάληψη αξιωμάτων που τους εξασφάλιζε η συμμετοχή στα Συμβούλια. Εκμεταλλεύονταν τη θέση που κατείχαν, προκειμένου να διασφαλίσουν και να ε- πεκτείνουν τα προνόμιά τους. Η Μ ά ρ θ α Π ύ λ ι α παρακολουθεί τις οικονομικές δραστηριότητες των κοινοτικών μηχανισμών που λειτουργούσαν στο εσωτερικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, και διαπιστώνει τις συνέπειες που είχαν για το οθωμανικό οικοδόμημα οι δυσλειτουργίες που παρουσιάστηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα. Για τις ανάγκες της μελέτης της πραγματεύεται τις οικονομικές πρακτικές των αντιπροσώπων των κοινοτήτων, οι οποίοι δρούσαν στο κέντρο της αυτοκρατορίας και λειτουργούσαν ως μεσολαβητές ανάμεσα στην εξουσία και τους υπηκόους και τα συλλογικά τους όργανα. Διερευνά τις ιδιωτικές οικονομικές συμπεριφορές των προσώπων που ή- ταν επιφορτισμένα με κοινοτικούς ρόλους, και μάλιστα τις οικονομικές στρατηγικές που ανέπτυσσαν για να ενισχύσουν κατά περίπτωση τα συμφέροντα της κομματικής τους φατρίας αλλά και τη δική τους θέση μέσα στο τοπικό πολιτικό στερέωμα. Ο Σάκης Γκέκας παρουσιάζει με ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία τον τρόπο διακυβέρνησης των Επτανήσων από τη Βρετανία στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Αναζητά την αποικιακή διακυβέρνηση των Ιονίων νήσων μέσα από επιμέρους τομείς: τη δημογραφική ανάπτυξη, την οικονομία, τα δημόσια έργα, τη δημιουργία συλλόγων και συσσωματώσεων. Προκειμένου να μελετήσει τον τρόπο της βρετανικής διακυβέρνησης, αναζητά σειρές. Χρησιμοποιεί ποσοτικά στοιχεία όπως τα Blue Books of Statistics καθώς και στατιστικά στοιχεία του 19ου αιώνα, με τα οποία η βρετανική διακυβέρνηση άσκησε την οικονομική της πολιτική. Οι ίδιες πηγές αποικιακών στατιστικών είναι πηγή συγκεκριμένου τύπου αποικιακού νεωτερισμού που βρήκε πρόσφορο έδαφος στη μορφωμένη και πλούσια ελίτ των Ιονίων. Οι ίδιοι οι βρετανοί αξιωματούχοι προώθησαν τον εκσυγχρονισμό της τοπικής κοινωνίας. Η περίοδος της βρετανικής κυριαρχίας των Ιονίων ήταν μια μεταβατική περίοδος της βρετανικής ιστορίας, η οποία άφηνε περιθώρια για τοπικούς πειραματισμούς. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η αποικιακή διακυβέρνηση ήταν κυρίως ένα προϊόν των ιδεών των αποικιακών αξιωματούχων για τη διακυβέρνηση. Στο πλαίσιο της διερεύνησης των διεργασιών συγκρότησης ενός μικροαστικού «ταξικού πόλου» στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, ο Ν ί κ ο ς Π ο τ α μ ι ά ν ο ς ε- στιάζει την προσοχή του στη νομοθεσία κατά της αισχροκέρδειας και τη θέσπιση του ενοικιοστασίου, δύο σημαντικά ζητήματα που αφορούν στην κρατική παρέμβαση στην οικονομία κατά την περίοδο της επισιτιστικής κρίσης του Α Παγκοσμίου πολέμου και του υψηλού πληθωρισμού που τον ακολούθησε. Η ανάλυση του Ποταμιάνου δείχνει ότι οι εκπρόσωποι των μικροαστών επαγγελματιών, οι οποίοι αποκτούν διακριτή θεσμική συγκρότηση το 1919, κατορθώνουν με σχετική επιτυχία να ισορροπήσουν τις αντιθέσεις μεταξύ επαγγελματιών που πλήττονταν από τη νομοθεσία κατά της αισχροκέρδειας (κυρίως αυτών του διατροφικού κλάδου) και επαγγελματιών άλλων κλάδων, που μάλλον συμμερίζονταν τη λαϊκή δυσαρέσκεια για την ακρίβεια. ~ 20 ~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Την ίδια στιγμή, παρότι επί της αρχής ήταν σύμφωνοι με τις αρχές του ελεύθερου εμπορίου, οι μικροαστοί διαχωρίζουν τη θέση τους από τους εκπροσώπους της αστικής τάξης δεχόμενοι ώς ένα βαθμό την ανάγκη καταπολέμησης της αισχροκέρδειας με ενίσχυση του δικού τους ρυθμιστικού ρόλου και επιχειρώντας να στρέψουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια κατά των αστών, ως κατεξοχήν κερδοσκοπούντων. Στο ζήτημα του ενοικιοστασίου, αντιθέτως, θα αναδιαταχθούν οι συμμαχίες, καθώς ένα κομμάτι των αστών επαγγελματιών θα προκρίνει για λόγους άμεσου συμφέροντος την ιδεολογικά κατακριτέα από αστικές θέσεις κρατική παρέμβαση στην αγορά οικίας, ενώ, αντιθέτως, ένα κομμάτι μικροαστών μικροϊδιοκτητών θα βρεθεί στο στρατόπεδο των πληττόμενων από αυτές τις πολιτικές. Συμπερασματικά, τα ζητήματα που εξετάζει ο Ποταμιάνος δείχνουν αφενός την αδυναμία ενοποίησης όλων των μικροαστών και ολοκλήρωσης ενός διακριτού μικροαστικού ταξικού πόλου, αφετέρου όμως υποδεικνύουν τη σχετική επιτυχία αυτών των διεργασιών, ειδικά αν η ελληνική περίπτωση συγκριθεί με άλλες ευρωπαϊκές περιπτώσεις, όπως π.χ. αυτήν της Γερμανίας, όπου η ισχυρότερη κρατική παρέμβαση οδήγησε στη στενότερη πρόσδεση και συμμαχία των μικροαστών με την αστική τάξη. Η Ελένη Ιωαννίδου και η Μαρία Καβάλα εξετάζουν την αρωγή και αποκατάσταση των προσφύγων του 1922 στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου. Η μελέτη τους αναπτύσσεται σπονδυλωτά στις πτυχές δράσης πέντε κατηγοριών μη κρατικών φορέων. Εξετάζουν τους «εύπορους των Αθηνών» ως την πρώτη κατηγορία, και ιδιαίτερα τις οικογένειες Μπενάκη-Δέλτα και την Ελένη Σκυλίτση-Βενιζέλου, οι οποίοι συνέδραμαν ουσιαστικά τους πρόσφυγες στη Θεσσαλονίκη μέσω κεφαλαίων και ειδών καθώς και με ενίσχυση σημαντικών ιδρυμάτων. Η δεύτερη κατηγορία είναι τα σωματεία και τα φιλανθρωπικά ιδρύματα στα οποία ενεργοποιήθηκαν στη συντριπτική τους πλειονότητα γυναίκες, κυρίως σύζυγοι και κόρες επιφανών μελών της αστικής τάξης και των αρχών της πόλης. Οι συγγραφείς αναλύουν πιο διεξοδικά δύο από αυτά τα ιδρύματα, το Πατριωτικό Ίδρυμα και τον Προσφυγικό Φοίνικα. Η τρίτη κατηγορία που περιέθαλψε τους πρόσφυγες, ήταν οι Αμερικάνοι, είτε μέσω του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, είτε μέσω της Οργάνωσης Αμερικανίδων Κυριών είτε μέσω άλλων οργανισμών. Τέλος, οι συγγραφείς εξετάζουν την τέταρτη κατηγορία που είναι ο Δήμος Θεσσαλονίκης, και την πέμπτη που είναι η Εκκλησία. Η έκτη ενότητα του βιβλίου είναι αφιερωμένη στις επιχειρήσεις της διασποράς, το εμπόριο και τη δικτύωσή τους. Το οικονομικό εύρος των επιχειρηματιών της ελληνικής διασποράς έχει μετατρέψει την ιστορία των ελληνικών εμπορικών παροικιών και των δραστηριοτήτων τους στο χερσαίο και θαλάσσιο εξωτερικό εμπόριο ως έ- ναν από τους κεντρικούς άξονες ανάπτυξης της Οικονομικής ιστορίας. Η Δ έ σ π ο ι ν α Β λ ά μ η επιχειρεί με το άρθρο της να συμβάλει στην ανάδειξη των συνήθως παραγνωρισμένων οικονομικών πλευρών της δραστηριότητας των γυναικών της ελληνικής εμπορικής διασποράς. Η συγγραφέας αναλύει γι αυτόν τον σκοπό την αλληλογραφία του εμπόρου Μιχαήλ Βασιλείου, εγκατεστημένου από το 1821 στην Τεργέστη, με την αδελφή του Χάιδω Βασιλείου στο Μέτσοβο της Ηπείρου ~ 21 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ (1821-1824). Σε αντίθεση με τη στατική και παθητική εικόνα που συχνά επικρατεί για τις ελληνίδες αστές της διασποράς και τον περιορισμό τους στην ιδιωτική σφαίρα της οικίας, η Χάιδω Βασιλείου αναδεικνύεται από τη συγγραφέα ως παράδειγμα δυναμικής προσωπικότητας που αναλαμβάνει σημαντικές συντονιστικές και διανεμητικές οικονομικές αρμοδιότητες στο πλαίσιο του δικτύου της οικογένειάς της. Η Ε υ ρ υ δ ί κ η Σ ι φ ν α ί ο υ συγκρίνει την πορεία δύο μεσαίου μεγέθους σιτεμπορικών επιχειρήσεων του Ταϊγανίου της Αζοφικής, εκείνων του κεφαλονίτη Φωκίωνα Σβορώνου και των μυτιληνιών Αδελφών Σιφναίου, οι οποίες οδηγήθηκαν σε γεωγραφική αναδίπλωση μόνιμα η πρώτη στο Αργοστόλι, προσωρινά η δεύτερη στην Κωνσταντινούπολη μέσα στη συγκυρία του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877-1878. Η σύγκριση δείχνει ότι μολονότι μεσοπρόθεσμα επιτυχημένη, η επιλογή αναδίπλωσης του Φωκίωνα Σβορώνου στα Ιόνια νησιά οδήγησε τελικά στην παρακμή της επιχείρησης στο δεύτερο μισό της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Αντιθέτως, η επιλογή των αδελφών Σιφναίου να επιστρέψουν στην Αζοφική, να ανοιχθούν στον χώρο της ατμοκίνητης ναυτιλίας και να δώσουν περισσότερη έμφαση στο εμπόριο προμήθειας, φαίνεται ότι αποδείχθηκε μια πιο επιτυχημένη στρατηγική που διασφάλισε την επιχειρηματική συνέχεια του οίκου. Η A n t o n e l l a V i o l a επιχειρεί μια πρώτη προσέγγιση στην ιστορία των ελληνικών (αγγλο-ελληνικών και αμιγώς ελληνικών) εμπορικών επιχειρήσεων στη βρετανική Ινδία κατά την περίοδο 1840-1920. Καταρχάς σκιαγραφεί τα βασικά χαρακτηριστικά τους: την οργάνωση σε εθνοθρησκευτική βάση, που χαρακτηρίζει εν γένει τις εμπορικές διασπορές, και τη βαρύνουσα σημασία των οικογενειακών, συγγενικών και φιλικών σχέσεων. Σε αντίθεση με παλαιότερες παραδοχές που θεωρούν σημείο καθυστέρησης την οργάνωση των επιχειρήσεων σε οικογενειακή βάση, το υπό εξέταση παράδειγμα δείχνει ότι αυτή η μορφή οργάνωσης μπορεί να είναι ιδιαίτερα τελεσφόρα σε αγορές που χαρακτηρίζονται από αστάθεια και δυσχέρεια στην επικοινωνία. Οι ελληνικές επιχειρήσεις της Ινδίας, σε αντίθεση με τις βρετανικές, προσαρμόζονταν χωρίς προκαταλήψεις στις τοπικές συνθήκες και κατόρθωναν με την ανάπτυξη κατά τόπους πρωτοβουλιών και σχετικής αυτονομίας στους διάφορους αναβαθμούς της επιχείρησης να οργανώσουν δια-πολιτισμικά δίκτυα εμπορικών επαφών. Αυτή ακριβώς η διάσταση, υποστηρίζει η Viola, χάνεται, όταν οι ελληνικές επιχειρήσεις της Ινδίας εξετάζονται αποκλειστικά μέσα από το πρίσμα της «διασπορικότητας» και της κοινοτικής αλληλεγγύης που την δομεί και την χαρακτηρίζει. Παράλληλα, ωστόσο, μια προσέγγιση που θα εστιάζει στην ιστορία των επί μέρους επιχειρήσεων και της εξέλιξής τους, κινδυνεύει να παραγνωρίσει τις ιδιαίτερες κοινωνικοπολιτισμικές προϋποθέσεις που συντελούν στην επιτυχία των ελληνικών εμπορικών δικτύων της Ινδίας. Η συγγραφέας προτείνει μια συνδυαστική θεώρηση, η οποία, ωστόσο, προϋποθέτει την απούσα ακόμη εξαντλητική εμπειρική διερεύνηση της λειτουργίας και της δράσης των επιχειρήσεων αυτών. H A l i y e M a t a r a c ı διερευνά τη διαμόρφωση και τα χαρακτηριστικά του ε- μπορικού δικτύου των αδελφών Mataracizade, υφασματεμπόρων από τη Ριζούντα του ανατολικού Εύξεινου Πόντου, με τη βοήθεια της εμπορικής τους αλληλογραφίας για το έτος 1914 καθώς και άλλων πηγών, πρωτίστως των εμπορικών οδηγών ~ 22 ~
ΕΙΣΑΓΩΓΗ για την οθωμανική και την ευρύτερη αγορά της ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων. (Annuaire Oriental 1894, 1904, 1914). Αν στο επίπεδο του περιφερειακού εμπορικού δικτύου στη Μικρά Ασία η «οικειότητα», βασισμένη στην κοινή ε- ντοπιότητα, αποτελεί τη βασική αρχή της διαμόρφωσης του δικτύου τους, η οποία υπερβαίνει τους εθνοθρησκευτικούς διαχωρισμούς, το άνοιγμα της οικογενειακής επιχείρησης στην Κωνσταντινούπολη συνεπάγεται την ένταξη των Mataracizade στο κυριαρχούμενο από αρμένιους εμπόρους δίκτυο των εισαγωγέων υφασμάτων της πρωτεύουσας. Σημαντικό εύρημα του άρθρου συνιστά η διαπίστωση ότι σε αντίθεση με τη ρητορική του τουρκικού εθνικισμού στις αρχές του Α Παγκοσμίου πολέμου, η υποχώρηση των εμπορίου των Ρωμιών την επαύριον των Βαλκανικών πολέμων δεν συνοδεύεται από την άνοδο νέων μουσουλμάνων εμπόρων, αλλά το κενό, τουλάχιστον στον χώρο του εμπορίου βαμβακερών, καλύπτεται από τους έμπειρους Αρμενίους της Πόλης. Στη βοήθεια των τελευταίων φαίνεται να υπολογίζουν οι Mataracizade στο διεθνές εμπορικό άνοιγμά τους στο Manchester. Το άνοιγμα αυτό «στην πηγή» των φθηνών βαμβακερών υφασμάτων αποτελεί τον ένα πυλώνα της στρατηγικής τους για διείσδυση στην αγορά των βαμβακερών της αυτοκρατορίας. Ο άλλος πυλώνας, η έμφαση στη μουσουλμανική ταυτότητα του δικτύου τους, η οποία ευνοείται από την οικονομική πολιτική της συγκυρίας, φαίνεται περισσότερο να εμπνέεται και να αντιγράφει το «αυτοκρατορικό» (διασπορικό) μοντέλο της εθνοθρησκευτικής αλληλεγγύης των δικτύων των ρωμιών ή αρμενίων εμπόρων, παρά να ταυτίζεται με τον αποκλειστικό χαρακτήρα του «εθνοκρατικού» οικονομικού δικτύου προς το οποίο τείνει να μεταβεί. Η έβδομη ενότητα περιλαμβάνει το τελευταίο κείμενο του τόμου, το οποίο είναι αφιερωμένο στην Ιστορία της οικονομικής σκέψης. Συμπληρώνει έναν από τους βασικούς στόχους του Συνεδρίου: τη συνάντηση των ιστορικών με τους οικονομολόγους και την ανάδειξη της σχέσης της Ιστορίας με την Οικονομική θεωρία. Ο Μιχαήλ Ζουμπουλάκης διερευνά την προϊστορία της έννοιας της «εξάρτησης από την τροχιά του παρελθόντος» (path dependence), έννοιας που εισήχθη στην Οικονομική θεωρία από τους David και Arthur στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 και συνάδει με τις παραδοχές της νέας θεσμικής οικονομικής περί θεσμικής εξάρτησης. Η αναδρομή του δείχνει ότι κορυφαίοι θεωρητικοί της κλασικής οικονομικής θεωρίας, όπως ο Adam Smith και ο John Stewart Mill, αλλά και ο εκ των θεμελιωτών της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας Arthur Marshall ενσωματώνουν στις αναλύσεις τους την ιστορικότητα των οικονομικών φαινομένων και αναγνωρίζουν τη σημασία της θεσμικής εξάρτησης, πολύ πριν η εν λόγω έννοια προταθεί στο πλαίσιο της κριτικής της νεοκλασικής οικονομικής ως αναλυτικό εργαλείο της σύγχρονης Οικονομικής θεωρίας. Το θεματικό, χρονολογικό και γεωγραφικό εύρος των μελετών του παρόντος τόμου, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των συγγραφέων ~ 23 ~
ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ είναι νέοι ιστορικοί που φέρνουν νέες θεματικές στηριγμένες σε νέα αρχειακή έ- ρευνα, νέες προσεγγίσεις ή επαναναγνώσεις παλαιοτέρων, μας επιτρέπει να διατυπώσουμε με βεβαιότητα ότι η Οικονομική και Κοινωνική ιστορία διέφυγε από την κρίση και βρίσκεται στην ανοδική πορεία του «οικονομικού» κύκλου. Ας ελπίσουμε ότι το ίδιο θα συμβεί σύντομα και στην ελληνική οικονομία της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Οι επιμελητές του τόμου Σωκράτης Πετμεζάς Τζελίνα Χαρλαύτη Ανδρέας Λυμπεράτος Κατερίνα Παπακωνσταντίνου ~ 24 ~
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Αγαπητοί συνάδελφοι, Ε υχαριστώ τους οργανωτές του Συνεδρίου σας, και ιδιαίτερα τον παλαιό μου φίλο Σωκράτη Πετμεζά, που μου ζήτησαν να σας απευθύνω τα λίγα λόγια, όσα ακολουθούν, αποδίδοντάς μου έτσι μια τιμή, της οποίας μου είναι δύσκολο να συμμεριστώ όσους λόγους την προκάλεσαν. Κανονικά θα έπρεπε να συμμετάσχω στη σύναξή σας παρουσιάζοντας μιαν ανακοίνωση, ανάμεσα στις τόσες άλλες, αλλά βλέπω ότι οι κλητοί ανταποκρίνονται σε κριτήρια που δεν προσομοιάζουν σε μένα, ηλικιακά και λειτουργικά. Μένω, λοιπόν, με την εκ των υστέρων αμηχανία τι να σας πω: ίσως δεν έχω να σας πω τίποτε που να μη το έχω κιόλας πει και πριν από μένα άλλοι πολλοί και μαζί με μένα και μετά από μένα άλλοι τόσοι. Θα ήταν, άλλωστε, άκομψο να σχολιάσω τις ανακοινώσεις που έπονται και δεν μπόρεσα να τις μελετήσω όλες και τα θεματικά και χρονικά πεδία τους δεν τυχαίνει να μου είναι στην πλειονότητά τους οικεία. Θα παρατηρήσω μόνο ότι στους τίτλους τους απουσιάζουν εν πολλοίς οι έννοιες που για την παράδοση στην οποία ανήκω, συνιστούν τα κύρια εργαλεία, νοηματικά και μεθοδικά, της Οικονομικής ιστορίας: ίσως σε τούτο φταίει η θεματική μερίκευση, ίσως ένας κορεσμός που επίσης δεν τον συμμερίζομαι. Ας μου επιτρέψετε, κοντολογίς, να επαναλάβω, γινόμενος οχληρός, ορισμένες γενικές σκέψεις για την Οικονομική ιστορία, το πεδίο της οποίας υποδεικνύει και η πολυθεματικότητα των δικών σας ανακοινώσεων πέρα απ αυτό δείχνει και τις τρέχουσες ε- ρευνητικές προτιμήσεις. Μια Οικονομική ιστορία, λοιπόν: δεν τη θεωρώ συνώνυμη με μιαν Ιστορία της οικονομίας ούτε με μια καταγραφή και περιγραφή των οικονομικών γεγονότων δεν θεωρώ, επίσης, ότι το δίλημμα αφηγηματική ή εργαλειοποιημένη Ιστορία οδηγεί αναγκαστικά στην αποκλειστική υιοθέτηση της μιας ή της άλλης εκδοχής ούτε ότι η Οικονομική ιστορία οφείλει να υπαχθεί στο σκεπτικό και στις μεθόδους μιας σύγχρονης οικονομικής θεωρίας και πρακτικής που παίρνει την αφορμή της από τη σύγχρονη οικονομία και την οικονομία αυτή αναλύει, αν δεν την εικονογραφεί και υπερασπίζεται. Ως Ιστορία και η Οικονομική έχει τους δικούς της χρόνους και τους δικούς της τρόπους προσπέλασης: τούτο δεν σημαίνει ότι δεν βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με την οικονομική επιστήμη και τις άλλες επιστήμες των ανθρώπων και των κοινωνιών. Μια «καθαρή» Οικονομική ιστορία μπορεί να υπάρξει, και έχει υπάρξει, αλλά η σημασία της για την καθ όλου Ιστορία θα ήταν κυρίως βοηθητική, έστω κι αν αυτή η «καθαρή» Ιστορία κατηγοριοποιεί τις οικονομικές χρονικότητες: η Οικονομική ιστορία είναι ένας τρόπος κατανόησης της Ιστορίας μέσω του οικονομικού ως πράξης που ξεκινά από τη συντήρηση του ανθρώπινου είδους, για να καταλήξει να ~ 25 ~