Συµβούλιο της Επικρατείας 4149/1988, Τµ. Α' Απόφαση ικαστηρίου

Σχετικά έγγραφα
Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

Με βάση τον ορισμό του «εργατικού ατυχήματος» όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του Ν. 551/15, όπως έχει κωδικοποιηθεί και τροποποιηθεί μέχρι και σήμερα,

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Συµβουλίου της Επικρατείας: 2663/1992 (τµ. Α') Πηγή: Ε ΚΑ ΛΕ' 1993, σελ. 102

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Χανίων 185/1989 Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΑ' 1989, σ. 705

Συµβούλιο της Επικρατείας: 4003/1992 (τµ. Α ) Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΕ' 1993, σ. 244

Συµβούλιο της Επικρατείας: 5847/1995 (Τµ.Α') Πηγή: Ε.Ε.. 55/96, σ. 883,.Ε.Ν. 53/97,σ. 1410, Νο.Β. 45/97, σ. 1063

Άρειος Πάγος: 1486/1995 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 4 (1996) σελ. 415, Ε.Ε..56/97, σ.325,.ε.ν. 52/96, σ. 238

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Εργατικό ατύχημα Γενικά Προϋποθέσεις Υποχρέωση για πρόνοια... 3 Πηγές... 5 Συντακτική ομάδα...

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

ΠΟΡΙΣΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ. Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη: Δ.Ν. Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου Ειδικοί Επιστήμονες: Γιάννης Κωστής, Έλενα Σταμπουλή, Τασούλα Τοπαλίδου

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

Εφετείο Πειραιώς: 1166/1996 Πηγή: Νοµικό Βήµα, σελ. 814, τοµ. 45/97

Σχετικά µε τη χορήγηση επιδόµατος εξ εργατικού ατυχήµατος σε ασφαλισµένους του ΤΕΒΕ. (ΦΕΚ 14/Α/ ) Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Απόφαση ικαστηρίου. Πρόεδρος: κ. Α ΑΜ. ΦΑΡΜΑΚΗΣ Εισηγητής: κ. Θ. ΠΑΠΑΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ικηγόροι: κ.κ. Βικ. Χαριτάτος - Τυπάλδος, Χρ.

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Αθηνών 1531/80 Πηγή: Ε ΚΑ ΚΒ' 1980, σελ. 293

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ

Απόφαση ικαστηρίου. Πρόεδρος: κ. ΠΑΝ. ΧΑΜΑΚΟΣ Εισηγητής: κ. ΕΛ. ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ικηγόροι: κ.κ. Παν. Παπαδόπουλος, Χαράλαµπος Μπρισκόλας

Αρείου Πάγου 1185/1993 (Τµ. Β') Πηγή: Ε.Ε.. 54/95, σ.231,.ε.ν.52/96, σ.237&238

Εργασιακά Θέματα. Καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότη

Περίληψη: Ο ναυτικός που υπέστη από εργατικό ατύχηµα ανικανότητα, έχει δικαίωµα να εγείρει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει πλήρη

Συµβούλιο της Επικρατείας: 1768/1993 (Τµ. Α') Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΣΤ' 1994, σ. 400

ΘΕΜΑ: "Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας των θυμάτων τρομοκρατικών ενεργειών και σε περίπτωση θανάτου των μελών της οικογενείας

ΑΤΟΜΙΚΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ: 35/2016

ιοικ. Πρωτοδ. Λαµίας 51/1982 Πηγή: Ε ΚΑ Κ ' 1982, σελ. 610

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Ιωαννίνων: 151/1994 Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΣΤ' 1994, σ. 752

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

Στατιστική Ανάλυση των Εργατικών Ατυχηµάτων στο Πυροσβεστικό Σώµα.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΑΣΦ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΑΡΟΧΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΑΡΟΧΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ Αριθ. Πρωτ.

Συµβουλίου της Επικρατείας: 3250/96, (Τµήµα Α, 7µελές) Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΗ/96 σελ. 482

Ασφάλισης κατά την περίοδο της ασθένειας

Συµβουλίου της Επικρατείας: 1078/2003, Τµήµα Α Πηγή: Ε..Κ.Α ΜΕ/03 σελ. 434

Ο νόµος 3900/2010 και η ταχύτητα εκδίκασης φορολογικών υποθέσεων από την επταµελή σύνθεση του Β Τµήµατος του ΣτΕ το έτος 2018

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και δικαιώματα των θυμάτων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Μον. Πρωτ. Πειραιώς: 1672/93 (Ασφ.µ.) Πηγή: Νοµικό Βήµα Τόµος 43/95, σελ. 573

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4268/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2011

1. Έννοια 'Εργατικού Ατυχήματος' Η Νομοθεσία δεν ορίζει συγκεκριμένα ποια από τα ατυχήματα είναι εργατικά. Ειδικότερα, στο άρθρο 8 του ΑΝ1846/51 και

ΣτΕ 2456/2012. των: α)... και β)..., κατοίκων..., οι οποίοι παρέστησαν με το δικηγόρο Σ. Σδούκο (Α.Μ. 9900), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο,

Συµβούλιο της Επικρατείας: 3206/1990 Πηγή: Ε ΚΑ ΛΓ' 1991, σελ.495

ίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής εργαζομένων

Συµβούλιο της Επικρατείας: 2731/1982 (Τµ. Α') Πηγή: Ε..Κ.Α. ΚΕ' 1983, σ. 88

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υπήχθησαν στην ασφάλισή του για πρώτη φορά πριν από την

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΓΝΩΜΟ ΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

-2- σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.

Εφετείο Αθηνών 11116/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σ ΕΑΕ 2000, σελ. 959

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2015

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Εργασιακά Θέματα. Συμβάσεις ορισμένου χρόνου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Κύκλος Κοινωνικής Προστασίας ΠΟΡΙΣΜΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2015

Μονοµελές Πρωτοδικείο Θεσ/νίκης: 15260/97 Πηγή:.Ε.Ν. 53/1997 τεύχος 1275, σελ. 1034

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/427-1/

Θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης. Ειδικοί Χρόνοι Ασφάλισης

Τριµ. ιοικ. Πρωτ. Θεσ/νίκης 1779/85 Πηγή: Ε..Κ.Α. ΚΗ' 1986, σ. 319

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Άρειος Πάγος: 26/1995, Ολοµ. Πηγή: Ε.Ε.. 55/96, σ.459,.ε.ν. 52/96, σ. 237, Νο.Β. 44/96, σ. 198

Πηγή: ΕΕΔ Τόμος 73/2014, Σελ. 460

Προς τους κκ. στρατιωτικούς ε.α.,ενημέρωση επί θεμάτων της απασχόλησης των συνταξιούχων

2. Σχετικά με τους ειδικευμένους Ιατρούς του Ε.Σ.Υ., οι οποίοι είναι Δημόσιοι Λειτουργοί, παρά τις θεωρητικές κατασκευές για τις ιδιαιτερότητες

ΕΚΑ Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αθήνας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

ΣτΕ 4439/2012. του..., κατοίκου Πειραιά (...), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Ελ. Καναβάκη (Α.Μ ), που την διόρισε με πληρεξούσιο,

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21/2016

Συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση

Εργατικό Δίκαιο (Ι) 2 ο Φροντιστηριακό Μάθηµα Η προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών. Εισηγητής: δρ Δηµήτρης Γούλας

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 25. "Για την ασφάλιση ασθένειας των γεωργικών εργατών"

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ Κύκλος Κοινωνικής Προστασίας ΠΟΡΙΣΜΑ. Χορήγηση Επιδόµατος Απολύτου Αναπηρίας σε συνταξιούχους γήρατος

Σχετικά µε τη συνέχιση της ασφάλισης των µισθωτών της επιχ/σης «ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΦΩΣΦΟΡΙΚΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ Α.Ε.»

Αριθ. Τηλεφώνου: , FAX: diefpar@ika.gr ΠΡΟΣ: ΟΛΑ ΤΑ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Κοινοποίηση της 669/1993 γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΑΔΑ: ΒΕ5Π4691ΩΓ-Γ6Θ. ...Αιτ... ΑΙΤΗΣΗ ΠΡΟΣ : Το. Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ

Ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υπήχθησαν στην ασφάλισή του για πρώτη φορά πριν από την

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

(ΣτΕ ΕπΑναστ /2008)

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΖΩΗΣ & ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38//2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2717/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2012

ΠΟΣΟ/ΕΝΑΡΞΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2011

Transcript:

Συµβούλιο της Επικρατείας 4149/1988, Τµ. Α' Πηγή: Ε.Ε.. 49/90 σελ. 366 Απόφαση ικαστηρίου Προεδρεύων ο Σύµβουλος κ. Χ. ΦΑΤΟΥΡΟΣ Εισηγητής ο Πάρεδρος κ. Ν. ΝΤΟΥΒΑΣ ικηγόρος ο κ. Αν. Γεωργίου Εκ του συνδυασµού των διατάξεων των άρθρ. 8 4 και 34 1 του α.ν. 1846/1951 (179), προκύπτει ότι ως εργατικόν ατύχηµα, διά την αναγνώρισιν συνταξιοδοτικού δικαιώµατος χωρίς να απαιτείται η συµπλήρωσις χρονικών προϋποθέσεων, θεωρείται παν βίαιον συµβάν εκ του οποίου προεκλήθη θάνατος του ησφαλισµένου ή αναπηρία αυτού και το οποίον επήλθεν κατά την εκτέλεσιν της εργασίας ή εξ αφορµής, τελεί δε προς την εργασίαν αµέσως ή εµµέσως εις σχέσιν αιτίου και αποτελέσµατος (Σ.τ.Ε. 227/1987, 2717/1982 κ.ά.). Ως τοιούτον δε ατύχηµα θεωρείται, κατά την κρατήσασαν εις το τµήµα γνώµην, και το επισυµβάν εις ησφαλισµένον βίαιον γεγονός κατά τη διάρκειαν απεργίας, εφ' όσον το γεγονός τούτο σχετίζεται µε την άσκησιν του δικαιώµατος της απεργίας, κατά την οποίαν άλλωστε εξακολουθεί υφιστάµενη η εργασιακή σχέσις. Κατά την γνώµην, όµως, ενός µετ' αποφασιστικής ψήφου µέλους του δικαστηρίου, προς ην συνετάχθη και εις των Παρέδρων, η απεργία είναι εξ ορισµού αντίθετος προς την εργασίαν και ως εκ τούτου οιοδήποτε ατύχηµα ήθελε συµβή εις απεργόν κατά την συµµετοχήν του εις αυτήν ή εις συναφείς προς αυτήν εκδηλώσεις (συγκεντρώσεις, πορείαι διαµαρτυρίας κλπ.) η εξ αφορµής της τοιαύτης συµµετοχής, εντός ή εκτός του εργασιακού χώρου, δεν δύναται να χαρακτηρισθή ως εργατικόν. Εν προκειµένω, καθ' α δέχεται η προσβαλλοµένη απόφασις, η αναιρεσίβλητος, ησφαλισµένη του Ιδρύµατος, υπέβαλεν εις το υποκατάστηµα ΙΚΑ Κεραµεικού δήλωσιν ατυχήµατος εις την οποίαν ανέφερεν ότι την 13.12.1982 ηµέραν ευτέραν και ώραν 10 π.µ. εις τον περίβολον του εργοστασίου "Βιοµηχανία µπισκότων και ειδών διατροφής Ε.Π.Α.Ε.", εις το οποίον ειργάζετο, εκτυπήθη από συνάδελφόν της εις την κεφαλήν, και την κοιλιακήν χώραν κατά την διάρκειαν απεργίας. Ο αρµόδιος ιατρός του ΙΚΑ, ο οποίος την εξήτασε, διεπίστωσε θλάσιν της κοιλίας και των γεννητικών οργάνων, καθώς επίσης ζάλη και κεφαλαλγίαν, λόγω ξυλοδαρµού, ο δε διευθυντής του ΙΚΑ, διά της υπ' αριθ. 741/1983 αποφάσεώς του εχαρακτήρισεν το ατύχηµα της ησφαλισµένης ως εκτός εργασίας τοιούτον, λόγω µη υπάρξεως αιτιώδους συνδέσµου µεταξύ εργασίας και ατυχήµατος. Ασκηθείσης ενστάσεως υπό της ησφαλισµένης αναιρεσιβλήτου ενώπιον της Τ Ε, εις την οποίαν προσεκοµίσθη και αντίγραφο εκ του βιβλίου αδικηµάτων του ΙΙΙ' Αστυνοµικού Τµήµατος Αθηνών, εις το οποίον ανεφέρετο ότι κατά την ως άνω ηµεροµηνίαν και ώραν 9.30 ενώ οι εργάται της βιοµηχανίας, µεταξύ των οποίων και η αναιρεσίβλητος "Ε.Μ.", απεργούσαν, άγνωστος δράστης, βλέπουσα την εν λόγω εργαζοµένην να συµµετέχη εις την απεργίαν, εις την είσοδον του εργοστασίου επετέθη εναντίον της και την εκτύπησεν εις την κοιλίαν και εις τους πόδας, µε αποτέλεσµα αύτη να πέση εις το έδαφος και να ποδοπατηθή υπό ετέρων εργατών. Το ως είρηται συµβάν εχαρακτηρίσθη ως εργατικόν ατύχηµα, δυνάµει της υπ' αριθ. 321/1983 αποφάσεως 1

της Τ Ε, επί τη αιτιολογία ότι η παθούσα ησφαλισµένη ευρίσκετο εις την διάθεσιν της επιχειρήσεως ώστε να αναλάβη εργασίαν οιανδήποτε στιγµήν και ότι διά της απεργίας επεδιώκετο ουχί η λύσις της εργασιακής σχέσεως αλλά η ισχυροποίησίς της. Κατά της αποφάσεως ταύτης της Τ Ε ο αρµόδιος διευθυντής του ΙΚΑ ήσκησεν προσφυγήν ενώπιον του ιοικητικού Πρωτοδικείου ισχυριζόµενος ότι εν προκειµένω δεν στοιχειοθετείται η έννοια του εργατικού ατυχήµατος, διότι κατά την διάρκειαν της απεργίας ελλείπει ο δεσµός εξαρτήσεως του εργαζοµένου εκ του εργοδότου του. Εν όψει των ως άνω γενοµένων δεκτών πραγµατικών περιστατικών ως προς τας συνθήκας τραυµατισµού της αναιρεσιβλήτου ησφαλισµένης, τα οποία δεν ηµφεσβήτησεν και το Ίδρυµα, το δικάσαν Τριµελές ιοικητικόν Πρωτοδικείον έκρινεν ότι το συµβάν εις την ρηθείσαν ησφαλισµένην ατύχηµα, τελούν εις άµεσον αιτιώδη σύνδεσµον προς την επαγγελµατικήν απασχόλησιν αυτής, είναι εργατικόν, διότι το δικαίωµα της απεργίας κατοχυρώνεται υπό του Συντάγµατος (άρθρ. 23, 2) και του νόµου (άρθρ. 19, 1 του ν. 1264/1982, φ. 79), η άσκησις αυτού αποβλέπει εις την διασφάλισιν των οικονοµικών και ασφαλιστικών συµφερόντων κλπ. των εργαζοµένων και δεν µπορεί να θεωρηθή ότι κατά την διάρκεια της απεργίας διακόπτεται η εργασιακή σχέσις του απεργού µε τον εργοδότη του και ότι, συνεπώς, ό,τι συµβεί εις τον εργαζόµενον κατά την διάρκειαν και εξ αφορµής της απεργίας, εντός του ευρυτέρου χώρου της εργασίας του, έχει άµεσον και σαφήν σχέσιν προς την εργασίαν του. Ούτω κρίναν το δικάσαν δικαστήριον ορθώς, κατά την κρατήσασαν ως άνω γνώµην, τας προδιαληφθείσας διατάξεις ηρµήνευσεν και εφήρµοσεν, η δε υπό κρίσιν αίτησις του αναιρεσείοντος Ιδρύµατος, διά της οποίας υποστηρίζεται ότι δεν στοιχειοθετείται εν προκειµένω η έννοια του εργατικού ατυχήµατος, εφ' όσον κατά την διάρκειαν της απεργίας αναστέλλεται η ενέργεια των συνεπειών της εργασιακής συµβάσεως και, συνεπώς, ο µισθωτός δεν υποβάλλεται εις νοµικήν εξάρτησιν, διακοπτοµένης της ασφαλιστικής υποχρεώσεως του εργοδότου του, είναι απορριπτέα ως αβάσιµος. Ουχ ήττον, όµως, λόγω της σπουδαιότητος του ανακύψαντος ζητήµατος, το Τµήµα κρίνει ότι η υπόθεσις πρέπει να παραπεµφθή ενώπιον αυτού υπό 7µελή σύνθεσιν, κατ' άρθρ. 14, 5 του ν.δ. 170/1973 (16 ν. 702/1977), ως αντικατ. δι' άρθρου 1, 6 του ν. 1470/1984, φ. 112. Σχόλιο: Στην έννοια του εργατικού ατυχήµατος αναφέρεται, κατ' αρχήν, το άρθρο 1 του β.δ. της 24.7/25.8.1920 που κωδικοποίησε τις διατάξεις για την ευθύνη προς αποζηµίωση των εργατοϋπαλλήλων λόγω εργατικού ατυχήµατος του νόµου 551/1915 και των τροποποιήσεών του, ορίζοντας αυτό ως το ατύχηµα από βίαιο συµβάν που επήλθε στο µισθωτό κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξαφορµής αυτής. Τα ίδια εννοιολογικά στοιχεία υιοθετεί, ορίζοντας το εργατικό ατύχηµα, και ο α.ν. 1846/1951 περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (άρθρα 8 4 και 34 1). Συνεπώς, η ερµηνευτική προσέγγιση της έννοιας του εργατικού ατυχήµατος, σε σχέση και µε τα δύο αυτά νοµοθετήµατα, ενεργεί προς ενιαία κατεύθυνση και η σχετική νοµολογία πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων για τον προσδιορισµό της έννοιας αυτής µπορεί να αντιµετωπισθεί συνολικά. Έτσι, η σχολιαζόµενη απόφαση του Συµβουλίου αποτελεί σηµαντική συµβολή στη νοµολογιακή επεξεργασία της έννοιας του εργατικού ατυχήµατος, όχι µόνο στα πλαίσια του κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου αλλά και στα πλαίσια του εργατικού δικαίου. Γενικώς, γίνεται δεκτό ότι στην έννοια του εργατικού ατυχήµατος υπάγεται κάθε εµφάνιση ή επιδείνωση νόσου ή πρόκληση σωµατικής βλάβης που έχει ως συνέπεια την ανικανότητα του µισθωτού προς εργασία ή το θάνατο αυτού, εφόσον όµως η νόσος ή η βλάβη αυτή επήλθε από απρόοπτο και αιφνίδιο γεγονός, δηλαδή από 2

έκτακτη επενέργεια εξωτερικού αιτίου, άσχετου προς τον οργανισµό του παθόντος και τη βαθµιαία προοδευτική εξασθένηση και φθορά που µπορεί να προέλθει απ' τη φύση και το είδος της εργασίας και τους σύµφυτους µ' αυτήν δυσµενείς επαγγελµατικούς όρους, εφόσον όµως το βίαιο αυτό εξωτερικό συµβάν συνδέεται µε την εργασία, είτε γιατί εµφανίζεται κατά την εκτέλεση της εργασίας, είτε γιατί επήλθε µε αφορµή αυτήν (Ολοµ. Α.Π. 1286/1986 ΕΕργ 46, 73, Α.Π. 156/1986 ΕΕργ 45, 843, Α.Π. 1107/1987 ΕΕργ 47, 305, Α.Π. 1286/1984 ΕΕργ 44, 779, Α.Π. 845/1983 ΕΕργ 43, 309, Α.Π. 1529/1981 ΕΕργ 41, 107, Α.Π. 650/1979 ΕΕργ 39, 161). Εποµένως, όταν η εµφάνιση της νόσου που προκάλεσε την ανικανότητα ή το θάνατο είναι συνέπεια αποκλειστικώς της εκτέλεσης της εργασίας που αναλήφθηκε µε την εργασιακή σύµβαση, έστω και αν αυτή παρέχεται υπό δυσµενείς όρους και συνθήκες εργασίας, που είναι όµως συµφυείς και προσιδιάζουσες προς τη φύση αυτής, δηλαδή δεν µπορεί να εκτελεσθεί παρά µόνο µε τέτοιους όρους και συνθήκες, τότε, εάν δεν έχει µεσολαβήσει άλλο εξωτερικό προς τον οργανισµό του παθόντος γεγονός, δεν πρόκειται για εργατικό ατύχηµα (Α.Π. 1204/1988 ΕΕργ 48, 1008, Α.Π. 305/1987 ΕΕργ 47, 20, Α.Π. 226/1987 ΕΕργ 47, 18, Α.Π. 1673/1983 ΕΕργ 44, 51, Α.Π. 519/1983 ΕΕργ 42, 852, Α.Π. 1529/1980 ΕΕργ 40, 314, Α.Π. 650/1979 ΕΕργ 39, 161, Ολοµ. Α.Π. 937/1975 ΕΕργ 35, 5). Αντιθέτως, αποτελεί βίαιο συµβάν και συντρέχει περίπτωση εργατικού ατυχήµατος όταν η εργασία παρασχέθηκε κάτω από έκτακτες και απρόβλεπτες συνθήκες κατά την συνήθη πορεία των πραγµάτων ή κάτω από ασυνήθεις όρους, που είχαν ως συνέπεια να καταπονηθεί βαρύτατα ο οργανισµός του µισθωτού και αποτέλεσαν την κύρια αφορµή να αναπτυχθεί, εκδηλωθεί ή επιδεινωθεί η νόσος και εξ αυτής η ανικανότητα ή ο θάνατος (Α.Π. 1204/1988 ΕΕργ 48, 1008, Σ.τ.Ε. 762/1988 ΕΑΕ 23, 200, Α.Π. 1280/1985 ΕΕργ 45, 601, Α.Π. 52/1985 ΕΕργ 45, 363, Α.Π. 845/1983 ΕΕργ 43, 309, Α.Π. 570/1982 ΕΕργ 42, 91, Α.Π. 142/1981 ΕΕργ 40, 436, Α.Π. 758/1981 ΕΕργ 40, 710, Α.Π. 650/1979 ΕΕργ 39, 161, Α.Π. 1250/1979 ΕΕργ 39, 523). Τέτοιες έκτακτες συνθήκες υπάρχουν και στην περίπτωση της έκτακτης υπερωριακής εργασίας, που παρέχεται πέραν των κανονικών ωρών επί µακρό χρονικό διάστηµα, µε την προϋπόθεση ότι και αυτή, όπως άλλωστε κάθε άλλο βίαιο συµβάν, θα κρίνεται από το δικαστήριο της ουσίας, βάσει των εκάστοτε συντρεχόντων περιστάσεων, ως αποχρώσα ή πρόσφορος αιτία του ατυχήµατος (Α.Π. 845/1983 ΕΕργ 43, 309, Α.Π. 758/1981 ΕΕργ 40, 710). Μολονότι, όπως αναφέρθηκε, δεν θεωρείται εργατικό ατύχηµα η εµφάνιση ή επιδείνωση νοσηρής κατάστασις όταν αυτή είναι αποτέλεσµα των συµφωνηµένων και συµφυών µε τη φύση της εργασίας κανονικών, έστω και δυσµενών συνθηκών εργασίας, εάν µετά την εκδήλωση της νόσου του εργαζοµένου, εξακολούθησε η ίδια, όπως και πριν απασχόληση αυτού, µε αποτέλεσµα την περαιτέρω επιδείνωση της προϋπάρχουσας ασθένειάς του, τότε, εφόσον η εργασία αυτή είναι η πρόσφορη αιτία για την επιδείνωση, πρόκειται για εργατικό ατύχηµα. Και τούτο γιατί, όπως δέχεται η νοµολογία, η εξακολούθηση αυτής της απασχόλησης, ενόψει της εξασθένησης των δυνάµεών του απ' τη νόσο, του είδους της παρασχετέας εργασίας και των περιστάσεων που τη συνοδεύουν, δηµιουργεί συνθήκες εργασίας, οι οποίες, µολονότι προηγουµένως ήταν κανονικές, προσλαµβάνουν µετά τον εκδηλωθέντα κλονισµό της υγιεινής κατάστασης του εργαζοµένου, τον χαρακτήρα των ασυνήθιστων και εξαιρετικών, δηλ. του βιαίου συµβάντος, ενόψει των διατάξεων των άρθρων 228 και 662 Α.Κ., σύµφωνα µε τις οποίες επιβάλλεται στον εργοδότη, κατά τις αρχές της καλής πίσης και των συναλλακτικών ηθών, να ρυθµίζει την εργασία των µισθωτών µε τρόπο που να προστατεύει την υγεία και τη ζωή αυτών. Για να υφίσταται, ωστόσο, 3

θέµα παραβίασης της παραπάνω εργοδοτικής υποχρέωσης πρόνοιας και εξ αυτής περίπτωση εργατικού ατυχήµατος, προϋποτίθεται γνώση απ' τον εργοδότη ης ασθένειας εκείνου που του δηµιουργεί τέτοια υποχρέωση (Σ.τ.Ε. 762/1988 ΕΑΕ 23, 200, Α.Π. 1204/1988 ΕΕργ 48, 1008, Α.Π. 305/1987 ΕΕργ 47, 20, Α.Π. 226/1987 ΕΕργ 47, 18, Α.Π. 164/1986 ΕΕργ 45, 887, Α.Π. 1090/1985 ΕΕργ 45, 600, Α.Π. 1673/1983 ΕΕργ 44, 51, Α.Π. 1529/1980 ΕΕργ 40, 314, Α.Π. 310/1980 ΕΕργ 39, 521, Ολοµ. Α.Π. 937/1975 ΕΕργ 35, 521). Απ' αυτήν εξάλλου την υποχρέωση προνοίας προκύπτει ότι δεν ασκεί καταχρηστικά το διευθυντικό του δικαίωµα ο εργοδότης που µετά το εργατικό ατύχηµα αναθέτει στον µισθωτό ελαφρότερη, έστω και υποβαθµισµένη εργασία απ' αυτήν που έκανε προηγουµένως (Α.Π. 920/1984 ΕΕργ 44, 663). Για την ύπαρξη εργατικού ατυχήµατος κατά τις παραπάνω διατάξεις, δεν είναι αναγκαίο το βίαιο συµβάν να επήλθε κατά τον χρόνο και στον τόπο της εργασίας, αρκεί δε το συµβάν αυτό να συνδέεται µε την εργασία µε σχέση αιτίου και αποτελέσµατος, υπό την έννοια ότι, λόγω της εργασίας, δηµιουργήθηκαν οι ιδιαίτερες πραγµατικές εκείνες συνθήκες που ήταν αναγκαίες για την επέλευσή του, οι οποίες δεν θα υπήρχαν χωρίς αυτή. Έτσι εργατικό ατύχηµα θεωρείται και ο θάνατος ή τραυµατισµός µισθωτού που επήλθε εκτός του τόπου και χρόνου εκτέλεσης της εργασίας από τροχαίο ατύχηµα, είτε κατά το χρόνο µετάβασης του µισθωτού στην εργασία ή επιστροφής απ' αυτήν στην κατοικία του (Α.Π. 630/1976 ΕΕργ 35, 755, Α.Π. 1635/1981 ΕΕργ 41, 189, που δέχθηκε το ίδιο, έστω κι αν ο µισθωτός πήγαινε στην εργασία του καθυστερηµένα), είτε ακόµη κατά το χρόνο ψυχαγωγίας του µισθωτού (ναυτικού), εφόσον αυτή, από τις συγκεκριµένες συνθήκες εργασίας, ήταν αναγκαία γι' αυτόν προς αποκατάσταση ή διατήρηση της ψυχικής του ισορροπίας (Α.Π. 400/1987 ΕΕργ 47, 89, Α.Π. 1078/1985 ΕΕργ 45, 448). Επίσης έχει γίνει δεκτό ότι συντρέχει περίπτωση εργατικού ατυχήµατος και µετά τη λύση της σύµβασης εργασίας ναυτικού, κατά τη διάρκεια της παλιννόστησής του που πραγµατοποιήθηκε µε συγκοινωνιακό µέσο που επιλέχθηκε απ' τον πλοίαρχο και δαπάναις του πλοίου (Ολοµ. Α.Π. 178/1976 ΕΕργ 35, 514). Κρίθηκε επίσης ότι δεν έχει καµµία σηµασία για την ύπαρξη εργατικού ατυχήµατος και τη συνδροµή της προστασίας του ν. 551/1915 στον παθόντα ή την οικογένειά του το κύρος της σύµβασης εργασίας (Α.Π. 374/1966 ΕΕργ 25, 977, Α.Π. 361/1965 ΕΕργ 24, 977, Α.Π. 499/1962 ΕΕργ 21, 418). Εναρµονιζόµενη µε την παραπάνω νοµολογιακή προσέγγιση της έννοιας του εργατικού ατυχήµατος, ορθώς η πλειοψηφία του Συµβουλίου έκρινε στην σχολιαζόµενη πρώτη απόφαση ότι εργατικό ατύχηµα θεωρείται και ο τραυµατισµός του µισθωτού από συνάδελφό του που συνέβηκε κατά τη διάρκεια της συµµετοχής σε απεργία, εντός του ευρύτερου χώρου της εργασίας του. Πράγµατι, η συµµετοχή του εργαζοµένου σε απεργία, ούτε λύει την υφιστάµενη εργασιακή σχέση ούτε βεβαίως αποξενώνει αυτόν απ' τον εργασιακό του δεσµό µε τον εργοδότη. Κατά τη διάρκεια της απεργίας δεν παύει να υφίσταται η εργασιακή σχέση, αλλά αναστέλλεται η λειτουργία της ειδικά και µόνο ως προς τις δύο κύριες υποχρεώσεις των µερών δηλαδή την παροχή εργασίας και την καταβολή του µισθού. 1/4πως γίνεται οµόφωνα δεκτό, τα υπόλοιπα στοιχεία απ' τον ενοχικό δεσµό, εξακολουθούν να ενεργούν, χωρίς να επηρεάζονται τα λοιπά δικαιώµατα και υποχρεώσεις των µερών (βλ. ενδεικτικά Καρακατσάνης Α., Συλλογικό Εργατικό ίκαιο, 1988, 278 και 283). Εφόσον η διατύπωση του ν. 551/1915 και η αντίστοιχη του ν. 1846/1951 επιτρέπει την ένταξη στην έννοια του εργατικού ατυχήµατος και αυτού που έγινε εκτός τόπου 4

και χρόνου εργασίας, αρκεί το βίαιο συµβάν που προκάλεσε το ατύχηµα να σχετίζεται µε την εργασία η οποία και να αποτέλεσε την αφορµή για την επέλευσή του, τότε το ατύχηµα που επήλθε στο µισθωτό κατά το χρόνο της συµµετοχής του σε απεργιακή εκδήλωση και µάλιστα στον ευρύτερο εργασιακό χώρο, αποτελεί παραδειγµατική περίπτωση συνδροµής του παραπάνω αιτιώδη σύνδεσµου µεταξύ βίαιου συµβάντος και επαγγελµατικής απασχόλησης αυτού. Η άσκηση του δικαιώµατος της απεργίας ένα και µοναδικό λόγο έχει: να διασφαλίσει ή να προαγάγει την εργασιακή θέση και τα συναφή µ' αυτήν συµφέροντα του εργαζοµένου. Αυτός περιέρχεται στην κατάσταση του απεργούν ακριβώς επειδή είναι εργαζόµενος και συνεπώς µόνο επιφανειακά εκφράζει την πραγµατικότητα η άποψη της µειοψηφίας της σχολιαζόµενης απόφασης ότι "η απεργία είναι εξ ορισµού αντίθετη προς την εργασία", ίσως δε γίνεται σύγχυση µεταξύ της νοµικής έννοιας του δικαιώµατος της απεργίας µε την µη νοµική έννοια της "αεργίας" για την οποία ενδεχοµένως θα µπορούσαµε να πούµε ότι αποτελεί το αντίθετο της εργασίας. Είναι προφανές λοιπόν ότι µια τέτοια άποψη παραβλέπει τη φύση του απεργιακού δικαιώµατος και τον άρρηκτο δεσµό του µε την µισθωτή εργασία απ' την οποία προκύπτει και εξ αιτίας αυτής λειτουργεί. Αυτή την ουσία των πραγµάτων αναγνώρισε η πλειοψηφία του ανώτατου ακυρωτικού διοικητικού µας δικαστηρίου και, ορθώς, θεώρησε ως εργατικό ατύχηµα τον τραυµατισµό απεργού που συνέβει κατά τη διάρκεια απεργιακής εκδήλωσης στον ευρύτερο εργασιακό χώρο (βλ. και Ντάσιος Λ., Εργατικό ικονοµικό ίκαιο, Β/11, 1984, 1095 επ.). 5