Επιτροπή Διαχειρίσεως Κινδύνων (Risk Management Committee) Κανονισμός Λειτουργίας Σεπτέμβριος 2013
Κανονισμός Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων (Risk Management Committee) Προοίμιο Το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά τη συνεδρίασή του της 19.9.2006, αποφάσισε τη σύσταση Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων για την Τράπεζα και τον Όμιλο. Οι αρμοδιότητες της ανωτέρω Επιτροπής εγκρίθηκαν κατά τη συνεδρίαση της 17.10.2006 και σε εφαρμογή του Νόμου 3016/2002 περί Εταιρικής Διακυβερνήσεως και της Πράξεως του Διοικητού της Τραπέζης της Ελλάδος 2577/2006. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Τραπέζης της 24.9.2013, ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων τροποποιείται ως ακολούθως: Σκοπός Η Επιτροπή Διαχειρίσεως Κινδύνων εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο τη στρατηγική αναλήψεως κινδύνων και διαχειρίσεως κεφαλαίων που ανταποκρίνεται στους επιχειρηματικούς στόχους της Τραπέζης και του Ομίλου, παρακολουθεί και ελέγχει την εφαρμογή της. Αξιολογεί την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής και των διαδικασιών διαχειρίσεως κινδύνων της Τραπέζης και του Ομίλου, ως προς: Την ανάληψη, παρακολούθηση και διαχείριση των κινδύνων (αγοράς, πιστωτικού, επιτοκίων, ρευστότητος, λειτουργικού, λοιπών κινδύνων ουσίας) κατά κατηγορία συναλλαγών και πελατών ανά επίπεδο κινδύνου (όπως χώρα, επάγγελμα, δραστηριότητα). Τον καθορισμό των εκάστοτε ανωτάτων ορίων αναλήψεως κινδύνου συνολικά για κάθε είδος κινδύνου και περαιτέρω κατανομή εκάστου εκ των ορίων αυτών ανά χώρα, κλάδο, νόμισμα, υπηρεσιακή Μονάδα κ.λπ. Τη θέσπιση ορίων παύσεως ζημιογόνων δραστηριοτήτων ή άλλων διορθωτικών ενεργειών. Εξασφαλίζει την επικοινωνία μεταξύ του Εσωτερικού Ελεγκτού, των Εξωτερικών Ελεγκτών και των Εποπτικών Αρχών με το Διοικητικό Συμβούλιο, για θέματα διαχειρίσεως κινδύνων. Σύνθεση Η Επιτροπή απαρτίζεται, κατ ελάχιστον, από τρία Μέλη και όχι περισσότερα από το 40% του εκάστοτε συνόλου των Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Τραπέζης (στρογγυλοποιούμενο στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό), περιλαμβανομένου και του Προέδρου. Ο ακριβής αριθμός των Μελών της Επιτροπής καθορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Στην Επιτροπή συμμετέχει, ως Μέλος, ένας εκ των εκπροσώπων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στο Διοικητικό Συμβούλιο της Τραπέζης. Όλα τα Μέλη της Επιτροπής έχουν γνώσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, η Επιτροπή δε, ως σύνολο, διαθέτει εμπειρία στον τραπεζικό χώρο και ειδικότερα στην ανάληψη και διαχείριση κινδύνων, στη διαχείριση των ιδίων κεφαλαίων και στο 2
θεσμικό πλαίσιο. Η επάρκεια της εμπειρίας και των γνώσεων των Μελών της Επιτροπής αξιολογείται από την Επιτροπή Υποψηφιοτήτων. Τα Μέλη της Επιτροπής είναι στην πλειοψηφία τους μη εκτελεστικά. Τουλάχιστον το ένα τρίτο των Μελών (στρογγυλοποιούμενο στον πλησιέστερο ακέραιο αριθμό) είναι ανεξάρτητα μη εκτελεστικά. Ως Πρόεδρος αναλαμβάνει μη εκτελεστικό Μέλος, με σημαντική εμπειρία στον τραπεζικό χώρο, το οποίο δεν μπορεί ταυτόχρονα να ασκεί καθήκοντα Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου ή Προέδρου της Ελεγκτικής Επιτροπής. Ο Chief Risk Officer αναφέρεται στον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Τραπέζης και, μέσω της Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων, στο Διοικητικό Συμβούλιο, για θέματα αρμοδιότητός του. Προσκαλείται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής σε όλες τις Συνεδριάσεις της. Θητεία Η θητεία των μη εκτελεστικών Μελών της Επιτροπής δεν δύναται να υπερβεί τις δύο θητείες συνολικά. Για λόγους συνεχείας, το Διοικητικό Συμβούλιο της Τραπέζης μεριμνά ώστε οι λήξεις των θητειών των Μελών της Επιτροπής να μη συμπίπτουν. Λειτουργία Η Επιτροπή Διαχειρίσεως Κινδύνων συνεδριάζει μία φορά τον μήνα ή και εκτάκτως, και καλεί οποιοδήποτε Μέλος της Διοικήσεως ή Στέλεχος θεωρεί σκόπιμο. Ο Πρόεδρος συγκαλεί την Επιτροπή σε τακτική συνεδρίαση, καθώς και σε έκτακτη, εάν οποιοδήποτε Μέλος της, κατόπιν εισηγήσεώς του, το θεωρεί απαραίτητο. Ειδικώς για τον εκπρόσωπο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, εφόσον ο Πρόεδρος δεν συγκαλέσει εκτάκτως την Επιτροπή εντός επτά ημερών από την υποβολή σχετικού αιτήματός του, ο εκπρόσωπος δύναται να συγκαλέσει έκτακτη συνεδρίαση εντός πέντε ημερών από την παρέλευση του επταημέρου. Η Επιτροπή τηρεί πρακτικά και ενημερώνει εγγράφως το Διοικητικό Συμβούλιο για τα αποτελέσματα του έργου της. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής ενημερώνει επίσης το Διοικητικό Συμβούλιο για το έργο της Επιτροπής, στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου. Τα θέματα της ημερησίας διατάξεως, καθώς και το συνοδευτικό υλικό, αποστέλλονται στα Μέλη της Επιτροπής τουλάχιστον τρεις εργάσιμες ημέρες πριν την προγραμματισμένη ημερομηνία συνεδριάσεώς της. Σε περίπτωση αποστολής των θεμάτων (περιλαμβανομένου και του αντίστοιχου συνοδευτικού υλικού) της ημερησίας διατάξεως σε διάστημα μικρότερο των τριών εργασίμων ημερών πριν την προγραμματισμένη ημερομηνία συνεδριάσεως της Επιτροπής, τα εν λόγω θέματα θα γίνονται αποδεκτά προς συζήτηση στην επικείμενη συνεδρίαση μόνον έπειτα από ομόφωνη απόφαση των Μελών της Επιτροπής. Ο εκπρόσωπος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δύναται να ζητήσει την προσθήκη συγκεκριμένων θεμάτων στην ημερησία διάταξη. 3
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο έκθεση επί των εργασιών, προτάσεων και ευρημάτων της Επιτροπής, άπαξ κατ έτος ή και συχνότερα, εφόσον, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, προκύπτουν ζητήματα που απαιτούν τη γνώση και ενέργεια του Διοικητικού Συμβουλίου. Διαδικασία λήψεως αποφάσεων Η Επιτροπή ευρίσκεται σε απαρτία με την παρουσία τριών Μελών της. Απουσιάζοντος του Προέδρου, προεδρεύει το αρχαιότερο μη εκτελεστικό Μέλος. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία. Σε περίπτωση μη ομοφώνου αποφάσεως επί οιουδήποτε θέματος της Επιτροπής, θα καταγράφονται στα πρακτικά οι απόψεις της μειοψηφίας. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου ή του προεδρεύοντος. Αρμοδιότητες 1. Διαμορφώνει τη στρατηγική αναλήψεως κινδύνων και διαχειρίσεως κεφαλαίων που ανταποκρίνεται στους επιχειρησιακούς στόχους της Τραπέζης και του Ομίλου και στην επάρκεια των διαθεσίμων τεχνικών και ανθρωπίνων πόρων. Γνωστοποιεί, σε επίπεδο Ομίλου, τα βασικά στοιχεία αναλήψεως κινδύνων της στρατηγικής, ανά κατηγορία κινδύνων. 2. Μεριμνά για την ανάπτυξη εσωτερικού συστήματος διαχειρίσεως κινδύνων και την ενσωμάτωσή του στη διαδικασία λήψεως των επιχειρησιακών αποφάσεων σε όλο το εύρος των δραστηριοτήτων/μονάδων της Τραπέζης και των Εταιριών του Ομίλου (π.χ. αποφάσεων που αφορούν την εισαγωγή νέων προϊόντων και υπηρεσιών, την προσαρμοσμένη ανάλογα με τον κίνδυνο τιμολόγηση προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και τον υπολογισμό της αποδοτικότητος και την κατανομή κεφαλαίων σε συνάρτηση με τον κίνδυνο). 3. Καθορίζει τις αρχές που πρέπει να διέπουν τη διαχείριση των κινδύνων ως προς την αναγνώριση, πρόβλεψη, μέτρηση, έγκαιρη παρακολούθηση, έλεγχο και αντιμετώπισή τους, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα επιχειρησιακή στρατηγική και την επάρκεια των διαθέσιμων πόρων. 4. Λαμβάνει και αξιολογεί τις υποβαλλόμενες, ανά μήνα, αναφορές από τις Διευθύνσεις Πιστωτικού Κινδύνου Επιχειρήσεων, Λιανικής Τραπεζικής, Κινδύνων Αγοράς και Λειτουργικών Κινδύνων, καθώς και τις επί μέρους εισηγήσεις τους για την εφαρμογή καταλλήλων τεχνικών προσαρμογής των κινδύνων στα αποδεκτά επίπεδα. Ενημερώνει το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με τους σημαντικότερους κινδύνους που έχει αναλάβει η Τράπεζα και διαβεβαιώνει για την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. 5. Αξιολογεί σε ετήσια βάση ή συχνότερα, εάν απαιτείται: α) την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής διαχειρίσεως κινδύνων της Τραπέζης και του Ομίλου και ιδίως τη συμμόρφωση προς το καθορισμένο επίπεδο ανοχής κινδύνου, β) την καταλληλότητα των ορίων, την επάρκεια των προβλέψεων και την εν γένει επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με το ύψος και τη μορφή των αναλαμβανόμενων κινδύνων, με βάση την ετήσια έκθεση του Chief Risk Officer και όποιων άλλων στοιχείων τα οποία κρίνει σκόπιμα. Επίσης, 4
λαμβάνοντας υπ όψιν τα σχετικά αποσπάσματα των εκθέσεων του Εσωτερικού Ελεγκτού και των Εξωτερικών Ελεγκτών, διαβεβαιώνει σχετικά με: - Την τήρηση και την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών διαχειρίσεως κινδύνων και των συναφών πιστοδοτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής προβλέψεων (με επισήμανση των τυχόν μη καλυπτομένων κινδύνων). - Την τήρηση και την επάρκεια των διαδικασιών σε σχέση με την εσωτερική αξιολόγηση της κεφαλαιακής επάρκειας της Τραπέζης. - Την τήρηση και την πληρότητα της διαδικασίας ή της μεθοδολογίας υπολογισμού της απομειώσεως της αξίας των δανείων και άλλων περιουσιακών στοιχείων και των τυχόν μεταβολών κατά τη διάρκεια της χρήσεως. 6. Αξιολογεί σε ετήσια βάση ή συχνότερα, εάν απαιτείται, τις ακολουθούμενες μεθοδολογίες και υποδείγματα, καθώς και τη διαθεσιμότητα επαρκών πόρων, για τη διενέργεια, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, ασκήσεων προσομοιώσεως ακραίων καταστάσεων (stress tests) για τον κίνδυνο αγοράς, τον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο ρευστότητος, τον λειτουργικό κίνδυνο, βάσει υποθέσεων επί μακροοικονομικών παραμέτρων. Αξιολογεί τη δυνατότητα του Ομίλου να απορροφήσει, κυρίως από πλευράς κεφαλαίων, τις επιπτώσεις από τις ασκήσεις αυτές. 7. Διατυπώνει προτάσεις και εισηγείται διορθωτικές ενέργειες στο Διοικητικό Συμβούλιο σε περίπτωση που διαπιστώνει αδυναμία υλοποιήσεως της στρατηγικής που έχει διαμορφωθεί για τη διαχείριση κινδύνων της Τραπέζης ή αποκλίσεως ως προς την εφαρμογή της. 8. Εισηγείται την τοποθέτηση ή την αντικατάσταση του Chief Risk Officer προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Τραπέζης, το οποίο ορίζει την τοποθέτησή του. Η τοποθέτηση ή αντικατάστασή του γνωστοποιείται στην Τράπεζα της Ελλάδος. 9. Αξιολογεί τον Chief Risk Officer και λαμβάνει γνώση της αξιολογήσεως του τελευταίου για την επιλογή και την καταλληλότητα των επικεφαλής των αντιστοίχων Μονάδων Διαχειρίσεως Κινδύνων των Εταιριών του Ομίλου και αξιολογεί την αποδοτικότητα των Μονάδων αυτών. 10. Ενημερώνεται, σύμφωνα με τα εκάστοτε ισχύοντα, κατόπιν σχετικών γνωστοποιήσεων, για τα τμήματα της εκθέσεως των Εξωτερικών Ορκωτών Λογιστών και της Διευθύνσεως Εσωτερικού Ελέγχου που αφορούν τη διαχείριση των κινδύνων. 11. Αξιολογεί τους μηχανισμούς παρακολουθήσεως και ελέγχου των πιστοδοτήσεων που ευρίσκονται σε καθεστώς αθετήσεως και αναδιαρθρώσεως όρων, καθώς και των πιστοδοτήσεων που έχουν ήδη αποσβεσθεί, αλλά η Τράπεζα εξακολουθεί να επιδιώκει την ανάκτησή τους, μερικώς ή ολικώς. 12. Αξιολογεί το σύστημα εγκαίρου προειδοποιήσεως, αναφορικά με τα όρια δυνατοτήτων των δανειοληπτών να εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους. Περαιτέρω, χαράσσει στρατηγικές για τον, κατά το δυνατόν, περιορισμό των αθετήσεων των υποχρεώσεων των δανειοληπτών και τη διασφάλιση της αξίας των υπεγγύων και, κατ επέκταση, των απαιτήσεων της Τραπέζης. 5
Ο παρών Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων τροποποιείται, κατόπιν σχετικής εισηγήσεως της Επιτροπής, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Τραπέζης. 6