Ο Ευριπίδης ως ανθρωπιστής Ο Ευριπίδης στο έργο του Ελένη από τα πρώτα κιόλας λόγια της ηρωίδας στον Πρόλογο, μας δείχνει την πίστη του στον άνθρωπο και στον ορθό τρόπο σκέψης του. Κρίνει την ικανότητά του να σκέφτεται λογικά και να αμφισβητεί τις καθημερινές προκαταλήψεις. Έτσι ο Ευριπίδης αρχίζει το έργο του λέγοντας στους Αθηναίους ότι, τα νερά του Νείλου κάνουν έφορους του κάμπους και όχι η βροχή του Δία. Μ αυτά τα λόγια δίνει το ερέθισμα στους Αθηναίους να αμφισβητήσουν τα λαϊκά λεγόμενα και να σκεφτούν λογικά. Συνεχίζει αμφισβητώντας πολλές παραδόσεις να εξιστορεί την ιστορία της Ελένης. Βάζει του Αθηναίους να σκεφτούν ορθά λέγοντάς τους πως η Ελένη είχε πατέρα τον Τυνδάρεω και μητέρα τη Λήδα και πως δεν είναι φυσιολογικό ο Δίας να έγινε κύκνος για να σμίξει με την μητέρα της και να γεννηθεί η Ελένη. Επίσης, η Ελένη παρουσιάζεται από τον Ευριπίδη να είναι θύμα σε μια δολοπλοκία θεών και να μην την είχε απαγάγει ποτέ ο Πάρης καθώς πήρε το είδωλό της. Μ αυτά τα επιχειρήματα οι Αθηναίοι αρχίζουν σιγά-σιγά να καταλαβαίνουν το σκοπό του Ευριπίδη και να σκέφτονται ορθά. Στη Δεύτερη σκηνή του προλόγου ο Ευριπίδης συνεχίζει να αμφισβητεί τις πλαστές παραδόσεις και δοξασίες με σκοπό να επηρεάσει τους ανθρώπους και να σκέφτονται και αυτοί έτσι. Τους παρουσιάζει ότι ο Τρωικός πόλεμος έγινε για ένα απατηλό είδωλο. Γενικά, ο πόλεμος για τον Ευριπίδη αποτελεί τον κατ εξοχήν χώρο του ψεύδους, ο πόλεμος και όχι μόνο προκαλεί, αλλά και βασίζεται σε απάτες. Αίτιο του πολέμου για τους Έλληνες θεωρείται η Ελένη,για τον Ευριπίδη αίτιος των ανθρωπίνων δεινών είναι ο ίδιος ο πόλεμος. Στην Πρώτη σκηνή του Πρώτου επεισοδίου η ανθρωπιστική πλευρά του Ευριπίδη ξεδιπλώνεται. Στο σημείο αυτό που λέει: «Ο ευτυχισμένος, όταν κακοπάθει, νιώθει πικρότερη τη δυστυχία, παρ όσο αυτός που από παλιά την ξέρει».σ αυτούς τους στίχους, ο ανθρωπιστής Ευριπίδης θέλει να μας πει, πως όταν κάποιος άνθρωπος, έχοντας όλα τα υπάρχοντα κοντά του, χωρίς να έχει αντιμετωπίσει κάποια δυσκολία στη ζωή του, θεωρείται ευτυχισμένος. Όμως, όταν ξαφνικά, αντιληφθεί πως όλα αυτά τα υπάρχοντα και τις χαρές που είχε, αρχίσει σιγά-σιγά να τα χάνει, νιώθει πικρότερη τη δυστυχία, δηλαδή νιώθει πολύ πιο δυστυχισμένος. Αυτό γινόταν και σε παλιότερες εποχές, καθώς υπήρχε κυρίαρχη αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων και ειδικότερα, θεωρούσαν ότι η μεγαλύτερη δυστυχία μπορεί να προκληθεί από τις απότομες μεταστροφές της τύχης. Σε άλλο σημείο, μας λέει «Κάτι ελπίζω για τους ναύτες να οικονομήσω, απ τους φτωχούς δεν έχεις, ακόμη κι αν το θέλουνε, βοήθεια». Και σ αυτούς του στίχους, ο Ευριπίδης θέλει να μας δείξει την ευστροφία και την εξυπνάδα που μπορεί να έχει κάποιος άνθρωπος. Εάν πεινάσει θα πάει σε κάποιο πλούσιο ανάκτορο, ελπίζοντας να του δώσουν τροφή, νερό και ενδύματα, εφόσον αυτοί είναι λογικό να έχουν, για να καλύψει τα αναγκαία. Επίσης, μας επισημαίνει πως και βέβαια κάποιος ανήμπορος και φτωχός συνάνθρωπός σου θα θέλει να βοηθήσει, αλλά δεν μπορεί να αποκτήσει κάποιος τα αναγκαία, από κάποιον που τα έχει και ο ίδιος ανάγκη. Ο Ευριπίδης φανερώνει μέσα από τον διάλογο του Μενελάου ότι αν κάποιος άνθρωπος έχει πρόβλημα επιβίωσης θα πρέπει να τον βοηθήσει. Αυτή η βοήθεια γίνεται ακόμα πιο απαραίτητη όταν μιλάμε για έναν ναυαγό όπως είναι τώρα ο Μενέλαος. Στον στίχο, λοιπόν, 507 ενώ ο Μενέλαος φαίνεται κουρασμένος αλλά και στεναχωρημένος (στο στίχο 514), αρχικά η γερόντισσα δεν τον αφήνει να περάσει, μια δούλη δεν αφήνει έναν κουρασμένο και στεναχωρημένο βασιλιά να ζητήσει από έναν άλλο βοήθεια. Σιγά-σιγά όμως μπροστά στο κλάμα του υποκύπτει και θέλει να τον βοηθήσει. Ακόμα, και με κουρελιασμένα ρούχα θα πρέπει, αφού είναι άνθρωπος, να τον βοηθήσει, στο βαθμό που μπορεί. Ο Ευριπίδης θέλει μέσα από αυτό το
διάλογο Γερόντισσας-Μενελάου, εκτός από το να φανερώσει την άθλια κατάσταση του Μενελάου, να δείξει και μια στιγμή αλληλεγγύης σε έναν συνάνθρωπο που υποφέρει και ζητά ένα χέρι να τον βοηθήσει. Ακόμα και έναν βασιλιά να ζητήσει τη βοήθεια μιας γερόντισσας-δούλης, που σε άλλες καταστάσεις θα μπορούσε να τη σκοτώσει κιόλας. Γιατί εκτός από τις θέσεις που παίρνουμε σε μια κοινωνία, είτε αυτή είναι κατώτερη είτε αυτή είναι ανώτερη από κάποια άλλη, πάνω απ όλα είμαστε άνθρωποι όπου κι αν ανήκουμε. Στο λόγο του Μενελάου, ο Ευριπίδης βάζει μια φράση με αρκετά μεγάλο περιεχόμενο «η πιο μεγάλη δύναμη ναι η ανάγκη» στο στίχο 575. Έτσι, αιτιολογεί τη στάση του Μενελάου που ζητά, παρακαλά και κλαίει μπροστά σε μια υπηρέτρια, γιατί η ανάγκη της πείνας τον βάζει να ζητιανεύει. Η ανάγκη είναι η δύναμη που μεταμορφώνει βασιλιάδες σε αξιολύπητους ζητιάνους, πλούσιους σε φτωχούς γιατί τους κατευθύνει σε πράγματα που σε άλλες καταστάσεις ούτε για αστείο δεν θα το ανέφεραν. Η ανάγκη υπάρχει σε κάθε άνθρωπο, σε οποιαδήποτε κοινωνία και σε οποιαδήποτε εποχή αυτός ζει. Και όσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη τόσο λιγότερο σκέφτεσαι την περηφάνια και τον εγωισμό σου. Ο Ευριπίδης μας εξηγεί γιατί άνθρωποι- ανώτερα όντα έγιναν ληστές και δολοφόνοι. Η ανάγκη να επιβιώσουν τους οδήγησε σε παράνομες και πολλές φορές απάνθρωπες πράξεις. Έτσι, μπορούμε να πούμε πως, αν οι άνθρωποι δεν είχαν ανάγκη,( ίσως όλοι να ήταν) ίσως να υπήρχε δικαιοσύνη. Ο Ευριπίδης έχει, επίσης, επηρεαστεί και από το κίνημα των σοφιστών. Με τον στίχο 650 «Τ όνομα ολούθε πάει, όχι το σώμα» προβληματίζει τους θεατές του. Προσπαθεί να τους πείσει να σκέφτονται και να μην δέχονται τίποτα αν δεν το αντέχει η λογική τους. Με αυτή τη φράση τους φανερώνει τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει το είναι και το φαίνεσθαι. Μήπως όσα βλέπουν δεν είναι αλήθεια? Μήπως θα έπρεπε να κοιτάξουν γύρω τους καλύτερα πριν πάρουν κάποια απόφαση? Ο Μενέλαος δεν έψαξε για την Ελένη αλλά ακολούθησε στα τυφλά μια φήμη αλλά και όσα έβλεπε χωρίς να σκεφτεί παρά πέρα. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι άνθρωποι παρασύρονται από το τι φαίνεται και επικρατεί στον κόσμο τους και δεν ψάχνουν αν ισχύει ή αν ακόμα θα μπορούσε να ισχύει. Ο Ευριπίδης θέλει να δείξει με όλο το έργο του ότι τα φαινόμενα απατούν, ότι αυτό που μπορούμε άμεσα να βγάλουμε ως συμπέρασμα να μην είναι αλήθεια και λέει και ξαναλέει στους θεατές του να σκέφτονται, να έχουν ορθολογική σκέψη. Αυτό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα όντα είναι και ότι έχει κρίση, σκέψη και βούληση. Ένα ακόμα σημείο που μας δείχνει τον Ευριπίδη ως ανθρωπιστή είναι οι δύο λόγοι του αγγελιαφόρου. Ενός απλού δούλου που χαίρεται με τα αφεντικά του και μιλά για μια μεγάλη αλήθεια: την ελευθερία της ψυχής. Εκείνη την εποχή, είχαν την ιδέα πως ένας δούλος είναι σκλαβωμένος και δεν θα μπορούσε να νιώθει ελεύθερος καθώς βρισκόταν υπό την κατοχή κάποιου. Μια αλήθεια που δεν μπορούσαν να την αντιληφθούν οι άνθρωποι γιατί έμεναν στο φαίνεσθαι, στο τι βλέπουν. Σύγκριναν τις κοινωνικές τάξεις και τα κοσμήματα. Έτσι αυτή η αλήθεια δεν θα μπορούσε να γίνει εύκολα κατανοητή. Αφού έβλεπαν τον δούλο να κάνει ότι του λένε, να μην είναι ευχάριστα ντυμένος, να μην πηγαίνει σε εκδηλώσεις, να μην μπορεί να εκφράζει εύκολα τη γνώμη του, να μην.. Κι όμως, ένας σκλάβος μπορεί να νιώθει ελεύθερος, να είναι ευγνώμων από τη ζωή που του έδωσε έστω την ευκαιρία να γευτεί το φαγητό, τον ήλιο, το νερό κ.α. Ναι, έχε τη δυνατότητα να είναι ελεύθερος αρκεί να το διαλέξει ο ίδιος. Από το να είναι κακός και δούλος προτιμά αν είναι καλός και δούλος. Ως άνθρωπος μπορεί να διαλέξει την ψυχική ελευθερία αφού κανένας δεν μπορεί να του τη στερήσει. Έτσι ο Ευριπίδης με τη φράση αυτή προσπαθεί να
περάσει στο κοινό του αυτή την αλήθεια, τη διαφορά της ψυχικής και σωματικής ελευθερίας. Ο αγγελιαφόρος μιλά επίσης και για την άγνωστη και ανεξέλεγκτη εναλλαγή της μοίρας στου στίχους 784-790.Ο Μενέλαος και Ελένη, ο βασιλιάς και η βασίλισσα έπεσαν από την ευτυχία στη δυστυχία. Στη ζωή υπάρχει το απροσδόκητο. Κανείς δεν ξέρει τι του επιφυλάσσει το μέλλον και πως θα εξελιχθούν οι δυσκολονόητες βουλήσεις των Θεών. Μία αλήθεια που ο Ευριπίδης ως ανθρωπιστής βάζει στο έργο του για να υπενθυμίσει στους ανθρώπους την αλλαγή των δεδομένων και πως δεν θα πρέπει ποτέ να παραιτούνται αλλά να έχουν ελπίδα. Η ζωή δεν είναι μοτίβο αλλάζει συνεχώς.. Επιπλέον, ο Ευριπίδης επιμένει στην ορθή σκέψη, στη χρησιμότητα της λογικής και την απόρριψη κάθε αυθεντίας. Στον στίχο 823, ο αγγελιαφόρος μιλά για μια διαπίστωση από τη ζωή του «Κούφια η μαντική, ψευτιές γεμάτη» είναι τα λόγια του.o άνθρωπος από εκείνη την εποχή πίστευαν ότι κάποιοι εκλεκτοί από το θεό άνθρωποι θα τους πουν το μέλλον, πράγμα που δεν ισχύει, αφού το μέλλον το φτιάχνουμε εμείς, το ρυθμίζουμε εμείς και το τροποποιούμε εμείς. Η ορθή σκέψη είναι το μέλλον, η σωστή κρίση και όχι η πίστη στις παραδόσεις δίχως έρευνα για το αν αληθεύει. Οι μάντεις περιπλανούν τους αφελείς ανθρώπους για να έχουν δόξα και χρήματα για μια ψεύτικη εικόνα που τους δίνουν. Ζητούν από τους μάντεις βοήθεια και αυτοί τους περιπλανούν δίχως ενοχές για την άτιμη πράξη που κάνουν. Έτσι με το έργο του επεμβαίνει ο ριζοσπαστικός Ευριπίδης και προσπαθεί να τους αφυπνίσει. Ένας πραγματικός θησαυρός για τον άνθρωπο είναι η σκέψη λέει ο Ευριπίδης πράγμα που αποδεικνύεται σε κάθε εποχή μέχρι και σήμερα. Ο από σκηνής φιλόσοφος, Ευριπίδης στην τραγωδία Ελένη ανατρέπει την επική παράδοση για την Ελένη και μαζί με αυτήν ανατρέπεται και η βεβαιότητα των θεατών για τον κόσμο. Η συγκεκριμένη τραγωδία είναι ένα παιχνίδι ανάμεσα στο είναι και στο φαίνεσθαι, ανάμεσα στην άγνοια και στην γνώση, ανάμεσα στην αλήθεια και στην εντύπωση. Ωστόσο, παρόλο που χαρακτηρίζεται τραγωδία, περιέχει πολλά κωμικά στοιχεία. Ο Ευριπίδης ως ανθρωπιστής, μιλά για τις δυνατότητες του ανθρώπου, την πίστη στον ορθό λόγο καθώς επίσης ασκεί κριτική στις αυθεντίες της εποχής εκείνης. Παρουσιάζει νέες απόψεις για τον άνθρωπο, την ελευθερία, την μαντική αλλά ιδιαίτερα για τον πόλεμο. Καλεί τους ανθρώπους να αμφισβητούν οτιδήποτε για την ανεύρεση της αλήθειας. Μιλά για το σεβασμό στον άνθρωπο καθώς και στις δυνατότητές του. Στο τραγικό του έργο, παρουσιάζοντας την Ελένη και το Μενέλαο ως ζωντανά παραδείγματα, μιλά για τις συναισθηματικές διακυμάνσεις. Ο Μενέλαος λυπάται και θλίβεται όταν αναλογίζεται το παρελθόν του. Όταν ακούει από την Ελένη ότι τον περιμένει ο θάνατος καταλαμβάνεται από απορία και έκπληξη. Διακατέχεται από λύπη όταν μαθαίνει ότι ο Θεοκλύμενος θέλει να παντρευτεί την Ελένη, ωστόσο ικανοποιείται μαθαίνοντας για την αφοσίωση και την πίστη της γυναίκας του όλα αυτά τα χρόνια. Βέβαια, το παραπάνω μήνυμα είναι διαχρονικό. Η ζωή είναι ένα παράδειγμα ψυχολογικής αστάθειας του ανθρώπου. Τίποτα δεν είναι σίγουρο και σταθερό, όλα αλλάζουν από τη μία στιγμή στην άλλη. Η ψυχολογική κατάσταση του ανθρώπου δεν είναι αμετάβατη καθώς επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες. Μεταβάλετε όλη την ώρα ανάλογα με τις καταστάσεις και τα γεγονότα που συμβαίνουν. Ο Ευριπίδης θέλει να περάσει πολλά μηνύματα στους θεατές όπως να μην αναλώνονται σε ενέργειες που είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Σύμφωνα με αυτόν, ο κάθε άνθρωπος δεν πρέπει να προσπαθεί να ξεπεράσει τα ανθρώπινα όρια, τις ανθρώπινες ικανότητες αλλά να συμβιβάζεται με τα ανθρωπίνως δυνατά. Οφείλει να γίνεται καλύτερος καθώς και να προσπαθεί για το καλύτερο, αλλά όχι το απίθανο.
Σε αυτήν την περίπτωση που ζητά απίθανο, δεν θεωρείται σοφός. Σαφώς, δεν πρέπει να επιδιώκει κάτι που δεν μπορεί να συμβεί, ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να ειπωθεί ότι έχει αξία η προσπάθεια, έστω και αν είναι γνωστό η αρνητική έκβαση γιατί και μόνο η πορεία προς αυτό το στόχο, είναι μία εμπειρία ζωής που σε οπλίζει με δύναμη για οποιοδήποτε νέο ξεκίνημα για υψηλές επιδώσεις. Ο Ευριπίδης, μέσω της Θεονόης, υπηρετεί τις ηθικές αξίες. Ο Μενέλαος και η Ελένη αναλαμβάνουν να πείσουν την Ελένη να μην μαρτυρήσει στον αδερφό της, Θεοκλύμενο ότι ο Μενέλαος γύρισε να πάρει την Ελένη πίσω. Χάρη στους διάφορες τρόπους πειθούς του Μενελάου και της Ελένης, η Θεονόη αποφασίζει να πράξει το ηθικά σωστό και να παραβεί τις ανήθικες απόψεις του αδελφού της. Καθώς και την ανήθικη στάση της Κύπριδας. Κάθε φορά που κάποιος υπηρετεί το καλό και το σωστό, σίγουρα θα ανταμειφθεί αναλόγως καθώς επίσης θα έχει και καθαρή συνείδησή του χωρίς να διακατέχεται από τύψεις. Λειτουργώντας μέσα σε ηθικά πλαίσια και σε δίκαιες καταστάσεις, οι άνθρωποι βρίσκουν σωτηρία. Αυτοί που είναι διαμετρικά αντίθετα με την παραπάνω άποψη, μπορεί να ζουν σε μία ευχαρίστηση αλλά αυτή είναι προσωρινή καθώς θα δεχθούν την τιμωρία και τις συνέπιες των άσχημων πράξεών τους. Διαπράττοντας ύβρη, οδηγείται μοιραία στη νέμεση για να επέλθει τελικά η τίση και η κάθαρση. Ο καθένας που συμπεριφέρεται με σωστό και δίκαιο τρόπο, θα ανταμειφθεί για τις καλές του πράξεις με ανάλογο τρόπο, έτσι και αυτός που πράττει το κακό, θα λάβει το κακό αργά ή γρήγορα. Ο Ευριπίδης με τις ιδέες που παρουσιάζει, αποτελεί διαχρονικό πρότυπο για το σημερινό άνθρωπο που αναζητά την αλήθεια στην εντύπωση, το είναι στο φαίνεσθαι, αποτελεί το φωτεινό παράδειγμα καθώς διερευνά την αλήθεια, δε δέχεται τα κοινώς αποδεκτά αλλά ασκεί κρητική σε οτιδήποτε για να φτάσει στην αλήθεια. Οι ιδέες του είναι διαχρονικές επιχειρηματολογώντας και εκφράζοντας γενικές σκέψεις με αφορμή κάποια συγκεκριμένα περιστατικά. Χρησιμοποιεί αποφθεγματικές φράσεις με καθολική ισχύ που εκφράζουν γεγονότα διαχρονικά. Τέλος, ο Ευριπίδης μπορεί να χαρακτηριστεί ανθρωπιστής αφού υποστηρίζει τα ήθη και τα έθιμα που σχετίζονται με την υστεροφημία. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρεται στα έθιμα της εποχής και κάνει τους ήρωές του να τα εφαρμόζουν. Μέσα από τις πράξεις των ηρώων θέλει να μας δείξει ότι είναι πρέπον να τιμάει κανείς τις παραδόσεις. Επίσης, τονίζει την αξία του μέτρου, αρετή αναγκαία για τον άνθρωπο. Επικαλούμενος τη προσευχή προς τη θεά Αφροδίτη, δείχνει πως για τον ίδιο το μέτρο είναι το πολυτιμότερο αγαθό. Το πιο δυνατό σημείο όμως της τραγωδίας είναι οι στίχοι της Β Αντιστροφής. Μέσα από αυτό ο ποιητής εκφράζει τον αρνητική του στάση απέναντι στον πόλεμο και τις συνέπειες που μπορεί να έχει. Ο Ευριπίδης εκφράζοντας την άποψή του στους ακροατές, φανερώνει και το αντιπολεμικό μήνυμα της τραγωδίας. Υποστηρίζει ότι ανέμυαλος χαρακτηρίζεται κάποιος που πιστεύει ότι με όπλα και αίμα θα σταματήσει τις συμφορές των θνητών. Άρα καταλαβαίνουμε ότι ο συγγραφέας είναι ένας ενάρετος άνθρωπος, διορατικός με πρωτοποριακές ιδέες για την εποχή του, που όμως παραμένει πιστός στην παράδοση. Το ελεύθερο πνεύμα του, το οποίο αναδεικνύεται μέσα από τα έργα του, δεν είναι αποδεκτό από όλους. Είναι άτομο παρεξηγημένο καθώς το ακροατήριό του αδυνατεί να κατανοήσει και εκλαμβάνει τις απόψεις του σχετικά με τους θεούς ως βλάσφημες. Βιβλιογραφία Το σχολικό εγχειρίδιο της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας Ελένη του Ευριπίδη, καθώς και τα σχόλια και τις πηγές του σχολικού βιβλίου.
Ομάδα Ευρυδίκη Νούλα Μαρία Μπαζιώνη Ιουλία Κοσμά Ελένη Μαυρογόνατου Μαρία Μαραγκού