Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Καβάλας Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας Τμήμα Διαχείρισης Πληροφοριών Σπουδαστής: Λυμπεράκης Δημήτριος Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Πόπη Καλαμπούκα Η Προστασία του Αγοραστή-Καταναλωτή από Ελαττωματικά Προϊόντα. Ελληνική και Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και Νομολογία. Καβάλα, 2008
Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ-ΑΓΟΡΑΣΤΗ ΑΠΟ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ. ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Ο Ν.2251/1994 ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 «Ευθύνη του Παραγωγού για Ελαττωματικά Προϊόντα». 1.1. Γενικά...7 1.2. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις κατά το Άρθρο 6 του Ν.2251/1994 όπως τροποποιήθηκε από το ν.3587/2007 9 1.3. Έννοια και ανάλυση του ελαττωματικού προϊόντος 15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΑΠΟ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ. 2.1. Οι λόγοι για τη θέσπιση της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας.......19 2.2. Οι ρυθμίσεις της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 1999/34/ΕΚ...21 2.3. Σύγκριση της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ με το Άρθρο 6 του Ν.3587/2007...25 2.4. Ευρωπαϊκή καθοδήγηση, εθνική δράση για την εφαρμογή της οδηγίας..26 2.4.1 Εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας...27 2
2.4.2. Σπουδαιότητα της εναρμόνισης...27 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΒΑΣΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ 3.1. Η ενημέρωση και τα δικαιώματα των καταναλωτών...28 3.1.1. Προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών.29 3.1.2. Προστασία των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών...29 3.1.3. Πρόσβαση στην πληροφόρηση.... 29 3.1.4. Το δικαίωμα της εκπαίδευσης...30 3.1.5. Το δικαίωμα της εκπροσώπησης..30 3.1.6. Η πρόσβαση στην δικαιοσύνη..30 3.1.7. Δικαίωμα στην αειφόρο κατανάλωση...31 3.2. Γενική Γραμματεία καταναλωτή...31 3.2.1 Βασικός σκοπός και καθήκον της Γενικής γραμματείας καταναλωτή.........32 3.3. Συνήγορος καταναλωτή....... 33 3.3.1. Οι αρμοδιότητες του συνηγόρου του Καταναλωτή.33 3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 4.1. Τα όρια ευθύνης του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος...35 4.1.1. Η έννοια του ελαττωματικού προϊόντος 36 4.1.2. Το είδος ευθύνης του παραγωγού...37 4.1.3. Αποκατάσταση της ζημίας....39 4.2. Σχετικές αποφάσεις...40 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...49 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ..51 4
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Διανύουμε μια εποχή όπου οι καταναλωτές αποτελούν τη ραχοκοκαλιά και την κινητήρια δύναμη της οικονομίας, αν αναλογιστεί κανείς ότι η κατανάλωσή τους αντιστοιχεί στο 58% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Οι περισσότεροι από τους πολίτες βιώνουν καθημερινά την ενιαία αγορά ως καταναλωτές, η συνεκτίμηση της ανθρώπινης υγείας, του περιβάλλοντος και της ασφάλειας συνεπάγεται την αυστηρή ρύθμιση των καταναλωτικών προϊόντων. Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο σημερινός καταναλωτής είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στη σύγχρονη αγορά και στα προϊόντα που του διαθέτει και αντίστοιχα προμηθεύεται. Η αγορά πρέπει να ανταποκρίνεται περισσότερο στις προσδοκίες και στις ανησυχίες των πολιτών και να μπορεί να προσαρμόζεται καλύτερα στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Οι καταναλωτές που έχουν εμπιστοσύνη στην αγορά, είναι ενημερωμένοι, έχουν δύναμη στα χέρια τους και αποτελούν το μοχλό των οικονομικών αλλαγών καθώς οι επιλογές τους είναι αυτές που κατευθύνουν την καινοτομία και την αποδοτικότητα. Για να μπορούν όμως όλοι οι καταναλωτές να αισθάνονται ασφάλεια και να αποκτήσουν εμπιστοσύνη στην αγορά πρέπει κατά κύριο λόγο να προστατευτούν από όλα αυτά τα ελαττωματικά προϊόντα που κυκλοφορούν. Η ασφάλεια των προϊόντων και η αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από ελαττωματικά προϊόντα αποτελούν κοινωνικές επιταγές που πρέπει να διασφαλίζονται στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς. Το Κράτος και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις αυτές με τον Νόμο 2251/1994 περί «Προστασίας των Καταναλωτών» και πιο συγκεκριμένα με το Άρθρο 6 «Ευθύνη του Παραγωγού για Ελαττωματικά Προϊόντα» καθώς και με τον Νόμο 3587/2007 που αποτελεί την τροποποίηση του συγκεκριμένου Νόμου, με την οδηγία 85/374/ΕΟΚ και την οδηγία 1999/34/ΕΚ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1999, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων. Με τις νομοθετικές αυτές ρυθμίσεις καθιερώνει μια δίκαιη κατανομή των κινδύνων που ενυπάρχουν σε μια σύγχρονη κοινωνία η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό τεχνικού πολιτισμού με τον συγκεκριμένο νόμο προστατεύει και προασπίζει τα δικαιώματα των καταναλωτών από κάθε προϊόν που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ελαττωματικό και με 5
την εν λόγω οδηγία εξασφαλίζει μια εύλογη εξισορρόπηση μεταξύ των σχετικών συμφερόντων, και ιδίως ανάμεσα στην προστασία της υγείας των καταναλωτών, την προώθηση της καινοτομίας και της επιστημονικής και τεχνικής ανάπτυξης, την εξασφάλιση ανόθευτου ανταγωνισμού και τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών υπό εναρμονισμένο καθεστώς αστικής ευθύνης. Με τις παραπάνω ενέργειες η κοινότητα συμβάλει έτσι στην αύξηση της ευαισθητοποίησης των οικονομικών παραγόντων όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, την ασφάλεια τους από τα ελαττωματικά προϊόντα και τη σημασία που αποδίδεται σ` αυτήν. 6
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Ο Ν.2251/1994 και το Άρθρο 6 «Ευθύνη του Παραγωγού για Ελαττωματικά Προϊόντα». 1.1. Γενικά Η προώθηση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, η προστασία τους, η ευημερία και η ευζωία αποτελούν βασικές αρχές και πρωταρχικό στόχο κάθε σύγχρονου Κράτους. Σε ολόκληρη την Ευρώπη υπάρχουν εθνικοί κανόνες για την προστασία των καταναλωτών που ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να παρέχουν και υψηλό επίπεδο προστασίας και να ακολουθούν αποτελεσματικές πολιτικές. Στην Ελλάδα η πολιτική υπέρ των καταναλωτών βασίζεται κυρίως στο νόμο 2251/1994 «Προστασία των καταναλωτών», όπως έχει τροποποιηθεί, συμπληρωθεί και ισχύει 1, ο οποίος αποτελεί το βασικό νομικό πλαίσιο και κατοχυρώνει τα βασικά δικαιώματα του καταναλωτή. Με ορισμένες διατάξεις του νόμου αυτού επήλθε εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου προς μία σειρά από κοινοτικές οδηγίες 2, ενώ η εναρμόνιση προς άλλες οδηγίες που δεν έχουν ενσωματωθεί στο ν.2251/94, όπως τροποποιήθηκε από το ν.3587/2007, έλαβε τη μορφή Προεδρικών Διαταγμάτων ή κοινών Υπουργικών Αποφάσεων. Τόσο οι νομοθετικές διατάξεις όσο και οι διάφορες οδηγίες περιλαμβάνουν έννοιες σημαντικές και χρήσιμες που πρέπει να γίνουν απόλυτα κατανοητές και ευνόητες. Έννοιες όπως αυτή του προϊόντος είναι από τις βασικότερες και τις πιο σημαντικές όπου αποτελεί και σημαντικό παράγοντα στο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία των καταναλωτών. 1 Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν.2251/1994 «Προστασία των καταναλωτών» με το Ν.3587/2007, Ενσωμάτωση της οδηγίας 2005/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 149). 2 Κοινοτικές Οδηγίες όπως την 85/374/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων οδηγίας, η οδηγία 1999/34/ΕΚ η οποία την τροποποιεί καθώς και η οδηγία 2005/29 που αναφέρεται και παραπάνω. 7
Ως προϊόν θεωρείται κάθε κινητό πράγμα ακόμα και αν είναι ενσωματωμένο ως συστατικό σε άλλο κινητό ή ακίνητο. Προϊόντα θεωρούνται επίσης οι φυσικές δυνάμεις, ιδίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα καθώς οι πρώτες ύλες της γεωργίας και τα προϊόντα κυνηγίου. Όμως κάθε προϊόν που διατίθεται στους καταναλωτές μπορεί να διακριθεί σε ασφαλές και ελαττωματικό. Ασφαλές θεωρείται κάθε προϊόν το οποίο με συνηθισμένη και φυσιολογική χρήση, λειτουργία εγκατάσταση και εφαρμογή δεν παρουσιάζει παρά ελάχιστους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών καταναλωτής οφείλει να λάβει υπόψιν του τα εξής :1.Τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και ιδίως της σύνθεσης του, της συσκευασίας,των οδηγιών συναρμολόγησης, και, στην περίπτωση προϊόντος που είναι εφαρμόσιμο,της εγκατάστασης και συναρμολόγησης του. 2.Την επίδραση που έχει το προϊόν αυτό σε άλλα, όταν είναι ευλόγως δυνατόν να προβλεφθεί ότι το προϊόν αυτό θα χρησιμοποιηθεί μαζί με άλλα προϊόντα. 3.την παρουσίαση του προϊόντος,την επισήμανση του, τις προειδοποιήσεις και τις οδηγίες χρήσεις και διάθεσής του. 4.Τις κατηγορίες καταναλωτών που εκτίθενται σε κίνδυνο λόγω της χρησιμοποίησης του προϊόντος,ιδίως των παιδιών και των ηλικιωμένων. Ελαττωματικό είναι το προϊόν,που δεν παρέχει την ασφάλεια που ο καταναλωτής εύλογα /λογικά προσδοκά να έχει, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις εδικές συνθήκες και ιδίως την εξωτερική εμφάνιση του, την αναμενόμενη χρησιμοποίηση του και τον χρόνο κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Όλα τα προϊόντα βέβαια καταλήγουν στην αγορά και στα χέρια των καταναλωτών μέσω των προμηθευτών και των παραγωγών. Καταναλωτής, σύμφωνα και με το άρθρο 1 του Ν.2251/1994 όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007, είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο προορίζονται τα προϊόντα ή υπηρεσίες που προσφέρονται στην αγορά ή το οποίο κάνει χρήση τέτοιων προϊόντων ή υπηρεσιών εφόσον αποτελεί τον τελικό αποδέκτη τους. Καταναλωτής είναι και κάθε αποδέκτης του διαφημιστικού μηνύματος. Επίσης καταναλωτής είναι και κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους που δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα. Ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα. 8
Προμηθευτής, σύμφωνα και με το άρθρο 1 του Ν.2251/1994 όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007, είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που, κατά την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας προμηθεύει προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες στον καταναλωτή. Προμηθευτής είναι και ο διαφημιζόμενος, όπως επίσης και ο παραγωγός ως προς την ευθύνη του για ελαττωματικά προϊόντα. Προμηθευτής ακόμη νοείτε και, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική του δραστηριότητα, καθώς και κάθε πρόσωπο που ενεργεί στο όνομα ή για λογαριασμό του προμηθευτή. Πολλές φορές όμως ένα προϊόν μπορεί να είναι ελαττωματικό η ακατάλληλο προς χρήση και να προκαλέσει ζημία. Όταν λέμε ζημία εννοούμε τη ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης, καθώς και τη βλάβη ή καταστροφή, εξαιτίας του ελαττωματικού προϊόντος, κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν, και μόνο για το ποσό της βλάβης ή καταστροφής άνω των 500 ευρώ 3. 1.2. Οι Νομοθετικές Ρυθμίσεις κατά το Άρθρο 6 του Ν.2251/1994 όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007 Η προστασία των καταναλωτών από τα ελαττωματικά προϊόντα αποτελεί καίριο μέλημα της Πολιτείας και η θέσπιση εγκεκριμένων, αξιόπιστων κατανοητών νομοθετικών ρυθμίσεων, αναπόσπαστο κομμάτι αυτής. Με το νόμο 2251/1994 το άρθρο 6 «Ευθύνη του Παραγωγού για Ελαττωματικά Προϊόντα» και την τροποποίηση του αργότερα με τον ν.3587/2007 εξασφαλίζονται τα δικαιώματα όλων των πολιτών είτε είναι καταναλωτές είτε παραγωγοί ή προμηθευτές. Γίνονται γνωστές 3 Λυμπεροπούλου., Ευθύνη παραγωγού τυποποιημένων προϊόντων προς αποζημίωση Καταναλωτή,Ελδ1990. 9
οι αρμοδιότητες του καθενός και προσδιορίζονται οι ευθύνες καθώς και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν όπως και οι ανάλογες κυρώσεις για κάθε παράβαση που προκύπτει από την απόκλιση αυτών. Επίσης αναφέρονται και περιγράφονται χρήσιμες έννοιες που αφορούν την προστασία των καταναλωτών. Το περιεχόμενο του άρθρου 6 του ν.2251/1994 4 καθώς και η τροποποίηση του περιλαμβάνει τις εξής παραγράφους: 1. Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του. 2. Ως παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής τελικού προϊόντος, πρώτης ύλης ή συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή άλλο διακριτικό του γνώρισμα. Προϊόντα με την έννοια αυτού του άρθρου θεωρούνται και τα κινητά πράγματα που ενσωματώθηκαν ως συστατικά σε άλλα πράγματα κινητά ή ακίνητα. Προϊόντα θεωρούνται επίσης οι φυσικές δυνάμεις, ιδίως το ηλεκτρικό ρεύμα και η θερμότητα, εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, όταν περιορίζονται σε ορισμένο χώρο. 3. Όποιος εισάγει ένα προϊόν για πώληση, χρηματοδοτική ή απλή μίσθωση ή άλλης μορφής διανομή στα πλαίσια της επαγγελματικής εμπορικής του δραστηριότητας ευθύνεται όπως ο παραγωγός. 4. Όταν η ταυτότητα του παραγωγού είναι άγνωστη, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θεωρείται για την εφαρμογή του νόμου αυτού παραγωγός, εκτός αν μέσα σε εύλογο χρόνο ενημερώσει τον καταναλωτή για την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν. Το ίδιο ισχύει και για τον προμηθευτή προϊόντων εισαγωγής, όταν η ταυτότητα του εισαγωγέα είναι άγνωστη, έστω και αν η ταυτότητα του παραγωγού είναι γνωστή. 4 http://www.nomos.gr/articles/index.html 10
5. Ελαττωματικό είναι το προϊόν,αν δεν παρέχει εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών και ιδίως της εξωτερικής εμφάνισης του, της εύλογα αναμενόμενης χρησιμοποίησης του και του χρόνου κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Δεν είναι ελαττωματικό ένα προϊόν για μόνο το λόγο ότι μεταγενέστερα τέθηκε σε κυκλοφορία άλλο τελειότερο. Η οποία παράγραφος 5 αντικαταστάθηκε ως εξής με την παρ.1 άρθρ.7 Ν.3587/2007 5,ΦΕΚ Α 152/10.7.2007: "Ελαττωματικό είναι το προϊόν το οποίο δεν παρέχει την προβλεπόμενη απόδοση σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ή και την ευλόγως αναμενόμενη ασφάλεια εν όψει όλων των ειδικών συνθηκών και, ιδίως, της εξωτερικής εμφάνισης του, της αναμενόμενης χρησιμοποίησης του και του χρόνου κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Δεν είναι ελαττωματικό ένα προϊόν για μόνο το λόγο ότι μεταγενέστερα τέθηκε σε κυκλοφορία άλλο τελειότερο." Στην παράγραφο 5 του άρθρου παρατηρείται ότι προστίθεται η εξής φράση, " Ελαττωματικό είναι το προϊόν το οποίο δεν παρέχει την προβλεπόμενη απόδοση σύμφωνα με τις προδιαγραφές του." Προφανώς επισημαίνεται το στοιχείο της απόδοσης που προβλέπεται να παρέχει ένα προϊόν στον καταναλωτή πέρα από τα υπόλοιπα στοιχεία που το καταστούν ελαττωματικό. Η απόδοση σε ότι αφορά το προϊόν που λαμβάνει ένας καταναλωτής αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες για την ηθική και όχι μόνο ικανοποίηση του. Η προσέγγιση μεταξύ της προβλεπόμενης απόδοσης και των προδιαγραφών ενός προϊόντος αποτελούν βασικό κριτήριο για τον προσδιορισμό της καταλληλότητας και τον βαθμό ικανοποίησης του καταναλωτή. 6. Στη ζημία της παρ.1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνεται η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης καθώς και η βλάβη ή καταστροφή,εξαιτίας του ελαττωματικού προϊόντος,κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή,εκτός από το ίδιο το 5 Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν.2251/1994 «Προστασία των καταναλωτών», όπως ισχύει Ενσωμάτωση της οδηγίας 2005/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 149) 11
ελαττωματικό προϊόν και μόνο για το ποσό της βλάβης ή καταστροφή άνω των 500,εφόσον κατά την φύση του προοριζόταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκε από τον ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση. Η παράγραφος 6 αντικαταστάθηκε ως εξής με την παρ.2 άρθρ.7 Ν.3587/2007, ΦΕΚ Α 152/10.7.2007: "Στη ζημία της παραγράφου 1 περιλαμβάνεται: α) η ζημία λόγω θανάτου ή σωματικής βλάβης, β) η βλάβη ή η καταστροφή, εξαιτίας του ελαττωματικού προϊόντος, κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος χρήσης των περιβαλλοντικών αγαθών, εφόσον η ζημία από τη βλάβη ή την καταστροφή τους υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ και υπό την προϋπόθεση ότι κατά τη φύση τους προορίζονταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκαν από το ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση. Το κείμενο της παραγράφου 6 τροποποιήθηκε συμπληρώνοντας την εξής φράση, "συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος χρήσης των περιβαλλοντικών αγαθών." Σε αυτό το σημείο με την τροποποίηση τονίζεται το δικαίωμα του καταναλωτή προς την χρήση περιβαλλοντικών αγαθών με τις αντίστοιχες προϋποθέσεις που πρέπει να ισχύουν. 7. Η ικανοποίηση της ηθικής βλάβης διέπεται από τις διατάξεις που ισχύουν για τις αδικοπραξίες. Το ίδιο ισχύει για την ψυχική οδύνη λόγω θανάτου. Η παράγραφος 7 αντικαταστάθηκε ως εξής με την παρ.3 άρθρ.7 Ν.3587/2007, ΦΕΚ Α 152/10.7.2007: " Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης οφείλεται και σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος άρθρου." 12
Στην παράγραφο 7, την οποία ο νομοθέτης έχει αλλάξει ολοκληρωτικά, σε ότι αφορά την σύνταξη, αναφέρεται το περιεχόμενο της διάταξης σχετικά με τις αδικοπραξίες, δηλαδή η χρηματική ικανοποίηση, που ισχύει για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης. Εδώ η νέα διατύπωση είναι πιο ευρεία αφού τροποποιήθηκε το κείμενο έτσι ώστε να γίνεται αντιληπτό το περιεχόμενο της διάταξης που αναφέρεται όχι μόνο στις αδικοπραξίες αλλά και στην παράβαση κάθε διάταξης του άρθρου 6. 8. Ο παραγωγός δεν ευθύνεται αν αποδείξει ότι: α) δεν έθεσε το προϊόν σε κυκλοφορία, β) το ελάττωμα δεν υπήρχε όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία, γ) δεν κατασκεύασε το προϊόν αποβλέποντας στη διανομή του και δεν τοδιένειμε στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας, δ)το ελάττωμα οφείλεται στο ότι το προϊόν κατασκευάστηκε σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου θεσπισμένους από δημόσια αρχή ή ε) όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία, το επίπεδο επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων δεν επέτρεπε τη διαπίστωση του ελαττώματος. Το στοιχείο δ της παραγράφου 8 αντικαταστάθηκε ως εξής με την παρ.4 άρθρ.7 Ν.3587/2007,ΦΕΚ Α 152/10.7.2007: "δ) το ελάττωμα οφείλεται στο γεγονός ότι το προϊόν κατασκευάστηκε σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου." Σε αυτή την παράγραφο η βασική αλλαγή εντοπίζεται στο στοιχείο δ το οποίο περιορίστηκε ως εξής " το ελάττωμα οφείλεται στο γεγονός ότι το προϊόν κατασκευάστηκε σύμφωνα με κανόνες αναγκαστικού δικαίου." Προφανώς ο νομοθέτης σε μία προσπάθεια να διευρύνει τους παράγοντες που είναι αρμόδιοι για την θεσμοθέτηση αποκόπτει το κομμάτι που αναφέρεται στην "δημόσια αρχή". 9. Ο παραγωγός συστατικού δεν ευθύνεται και αν αποδείξει ότι το ελάττωμα οφείλεται στο σχεδιασμό του προϊόντος στο οποίο το συστατικό έχει ενσωματωθεί ή 13
στις οδηγίες πού παρέσχε ό κατασκευαστής του προϊόντος, οπότε παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής του προϊόντος στο οποίο ενσωματώθηκε το συστατικό. 10.Εάν δύο ή τρία πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία,τα πρόσωπα αυτά ευθύνονται εις ολόκληρον έναντι του καταναλωτή και έχουν κατ αλλήλων δικαίωμα αναγωγής αναλόγως προς τη συμμετοχή τους στην επέλευση της ζημίας. Η παράγραφος 10 αντικαταστάθηκε ως εξής με την παρ.5 άρθρ.7 Ν.3587/2007,ΦΕΚ Α 152/10.7.2007: "10. Εάν δύο ή περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία, τα πρόσωπα αυτά υπέχουν εις ολόκληρον ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος και έχουν δικαίωμα αναγωγής μεταξύ τους ανάλογα με τη συμμετοχή του καθενός στην επέλευση της ζημίας." Στην παράγραφο 10 η τροποποίηση εντοπίζεται στο εξής κομμάτι " Εάν δύο ή περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία, τα πρόσωπα αυτά υπέχουν εις ολόκληρον ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος και έχουν δικαίωμα αναγωγής μεταξύ τους." Ο καταναλωτής πλέον αντιμετωπίζεται ως ζημιωθέντας και το υπόλοιπο κείμενο απλοποιείται για να είναι πιο ευανάγνωστο και εύκολα κατανοητό το νόημα του. 11.Η ευθύνη του παραγωγού δεν μειώνεται αν η ζημία οφείλεται σωρευτικά τόσο σε ελάττωμα του προϊόντος όσο και σε πράξη ή παράλειψη τρίτου,μπορεί όμως ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών να μειωθεί ή και να αρθεί,όταν συντρέχει πταίσμα του ζημιωθέντος ή προσώπου για το οποίο ευθύνεται ο ζημιωθείς. Η παρ. 11 αντικαταστάθηκε ως εξής με την παρ.6 άρθρ.7 Ν.3587/2007,ΦΕΚ Α 152/10.7.2007: "11. Η ευθύνη του παραγωγού δεν μειώνεται αν η ζημία οφείλεται σωρευτικώς, τόσο σε ελάττωμα του προϊόντος, όσο και σε πράξη ή παράλειψη τρίτου, εκτός εάν 14
συντρέχει πταίσμα του ζημιωθέντος ή προσώπου για το οποίο ευθύνεται ο ζημιωθείς." Στην συγκεκριμένη παράγραφο η αλλαγή σημειώνεται με την αποκοπή του εξής σημείου, " μπορεί όμως ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών να μειωθεί ή και να αρθεί ". Αμέσως με αυτή την διαγραφή αφαιρείται το δικαίωμα του παραγωγού από το να ελαττωθεί η και να αρθεί η ευθύνη του σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση παρά μόνο από αυτή που ευθύνεται ο ίδιος ο ζημιωθείς από προσωπικό πταίσμα. 12.Κάθε συμφωνία περιορισμού ή απαλλαγής του παραγωγού από την ευθύνη του είναι άκυρη. 13.Οι αξιώσεις κατά του παραγωγού για ζημίες παραγράφονται μετά τριετία αφότου ο ζημιωθείς πληροφορήθηκε ή όφειλε να πληροφορηθεί τη ζημία,το ελάττωμα ή και την ταυτότητα του παραγωγού. Μετά δεκαετία από την κυκλοφορία του συγκεκριμένου προϊόντος επέρχεται απόσβεση των δικαιωμάτων του ζημιωθέντος κατά του παραγωγού 6. 1.3. Έννοια και ανάλυση του ελαττωματικού προϊόντος. Όπως έχω ήδη αναφερθεί και στο Κεφάλαιο 1 ένα προϊόν θεωρείται ελαττωματικό αν δεν παρέχει την εύλογα αναμενόμενη ασφάλεια ενόψει όλων των ειδικών συνθηκών και ιδίως της εξωτερικής εμφάνισης του, της εύλογα αναμενόμενης χρησιμοποιήσεως του και του χρόνου, κατά τον οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία. Ελαττωματικό, συνεπώς, είναι το επικίνδυνο προϊόν, που αντιδιαστέλλεται από το ασφαλές και με την έννοια αυτή η ελαττωματικότητα του προϊόντος συνδέεται κατά τρόπο άμεσο με τη θεμελίωση της ειδικής αδικοπρακτικής ευθύνης του 6 Καράκωστα Ι.,Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτη, εκδ.2004,σχετικές διατάξεις:534-561,914,925 ΑΚ., http://www.nomos.gr/articles/index.html. 15
παραγωγού 7.Αντίθετα για τη θεμελίωση αδικοπρακτικής ευθύνης του κατά τις κοινές διατάξεις, απαιτείται παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του, με την οποία να συνδέεται η (αντικειμενική) βλαπτική ελαττωματικότητα του προϊόντος. Ο καθορισμός της ελαττωματικότητας ενός προϊόντος γίνεται όχι σε συνάρτηση με τη καταλληλότητα του προς χρήση αλλά σε συνάρτηση με την έλλειψη ασφάλειας που δικαιούται ν` αναμένει από αυτό το καταναλωτικό κοινό 8. Έτσι, ενώ στην πώληση ο θεμελιωτικός της ευθύνης (από την ύπαρξη του ελαττώματος) λόγος βρίσκεται στη διατάραξη της ισοτιμίας ανάμεσα στην παροχή (πράγμα) και στην αντιπαροχή (τίμημα), στη ρύθμιση του ν. 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007, εντοπίζεται στην ελλιπή ασφάλεια του προϊόντος. Ποιος είναι όμως υπεύθυνος για την ασφάλεια του προϊόντος και ποιες οι ευθύνες τόσο των καταναλωτών όσο των προμηθευτών και των παραγωγών απέναντι στα ελαττωματικά προϊόντα; Ο ν.3587/2007 και πιο συγκεκριμένα το άρθρο 6 έχει προβλέψει για αυτό και με τις διατάξεις του αναφέρει πως "ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του". Η διάταξη δεν έχει απλώς προγραμματικό χαρακτήρα, αλλά θέτει τα στοιχεία του πραγματικού και αποτελεί τον ιδρυτικό της ευθύνης κανόνα δικαίου. Η συνειδητή παράλειψη του όρου υπαιτιότητα, υποδεικνύει το χαρακτήρα της διάταξης και της σχετική ευθύνης, ως ευθύνης ανεξαρτήτως υπαιτιότητας. Η διάταξη ορίζει τα στοιχεία του πραγματικού, ήτοι το φορέα της ευθύνης (παραγωγό), το ελάττωμα και τη ζημία. Το ελάττωμα και η ζημία πρέπει να τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο, πράγμα που προβλέπεται ρητώς στο νόμο και αποδίδεται με τη φράση "ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα", ενώ το ελαττωματικό προϊόν πρέπει να προέρχεται από τον παραγωγό, προϋπόθεση που υποδηλώνεται με την κτητική αντωνυμία "του". Η έννοια του παραγωγού ορίζεται ευρύτατα (άρθρ. 6, παρ. 2 α, 3, 4) και περιλαμβάνει όχι μόνο τον πραγματικό παραγωγό, αλλά και άλλα πρόσωπα, που συμμετέχουν στη διαδικασία παραγωγής και διανομής, δηλ. τον αποκαλούμενο οιονεί παραγωγό και τον εισαγωγέα. Επίσης δίνει έμφαση στο γεγονός ότι έχει γενική υποχρέωση πρόνοιας, δηλαδή λήψης όλων των κατάλληλων μέτρων για την προστασία των έννομων αγαθών των τρίτων, που εύλογα εμπιστεύονται την άσκηση της δραστηριότητος του. (Αρχή της εμπιστοσύνης). 7 Κορνηλάκης, Η ευθύνη του παραγωγού ελαττωματικών προϊόντων Αρμ. 1990 σελ. 201)- άρθρο 6 παρ. 2 και 5 του ν. 2251/1994. 8 Δεληγιάννης - Κορνηλάκης, ΕιδΕνοχΔίκαιο, τόμος III, έκδ. 1992, σελ. 207,Καρακώστα Ι., Η ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα, έκδ. 1995, σελ. 154 επ. 16
Κοινή συνισταμένη των υποχρεώσεων του παραγωγού είναι η οργάνωση της παραγωγής με τρόπο που να εξυπηρετείται η γενική υποχρέωση πρόνοιας, μέσω κυρίως του ελέγχου του προϊόντος και της πληροφόρησης του καταναλωτικού κοινού. Η παράβαση με οποιοδήποτε τρόπο της υποχρέωσης αυτής, που έχει ως συνέπεια την παραγωγή και διάθεση ελαττωματικών προϊόντων, δηλαδή προϊόντων που θέτουν σε κίνδυνο έννομα αγαθά απροσδιόριστου αριθμού καταναλωτών, αποτελεί συμπεριφορά που εξέρχεται από τα όρια της θεμιτής δράσης του παραγωγού και διαψεύδει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, ως προς το προσδοκώμενο όριο ασφαλείας του προϊόντος. Αναμφίβολα αποτελεί παράνομη κατ` αρχήν και υπαίτια συμπεριφορά 9 που δικαιολογεί, με τη συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων της αδικοπρακτικής ευθύνης, αποζημίωση για υλικές ζημιές και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης 10.Η μόνη περίπτωση στην οποία ο παραγωγός δεν ευθύνεται είναι αν αποδείξει ότι: α) δεν έθεσε το προϊόν σε κυκλοφορία, β) το ελάττωμα δεν υπήρχε όταν το προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία. Σε ότι αφορά τώρα τον προμηθευτή ο νόμος προβλέπει και αναφέρει πως όποιος εισάγει ένα προϊόν για πώληση στα πλαίσια της επαγγελματικής εμπορικής του δραστηριότητος, ευθύνεται όπως ο παραγωγός, και όπως πολύ σωστά αναφέρει στην παράγραφο 5 του άρθρου 6 αν δύο ή περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία, τα πρόσωπα αυτά ευθύνονται εις ολόκληρον έναντι του καταναλωτή. Οι ευθύνες λοιπόν είναι μοιρασμένες και επίσης με βάση την παρ. 6 του άρθρου 6 του ν. 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007, ο εισαγωγέας και ο πωλητής ευθύνονται για τη ζημία που προκλήθηκε από το ελαττωματικό προϊόν του σε πρόσωπα και συνίσταται στην πρόκληση σωματικών βλαβών ή θανάτου, σε βλάβη ή καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, εφόσον κατά τον προορισμό του προοριζόταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκε από τον ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση. Από την πλευρά του καταναλωτή πρέπει να είναι σωστά ενημερωμένος να γνωρίζει τα δικαιώματα του, να ελέγχει και να είναι προσεκτικός σε ότι του προσφέρουν ή του παρέχεται. Αν ένας καταναλωτής αγοράσει ένα ελαττωματικό προϊόν εμπιστευόμενος τον παραγωγό τότε ο κατ εξοχήν υπεύθυνος είναι ο παραγωγός, και ο καταναλωτής επιφυλάσσεται κάθε δικαιώματος για την ζημία που του έχει προκαλέσει. 9 Καράκωστα Ι.,Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, εκδ.2004, άρθ. 330 εδ. β` ΑΚ. 10 Καράκωστας Ι., σελ. 53-56, 59-64 πρβλ και ΕφΑθ 9000/1988 ΕλΔ 1990 σελ. 159, ΕφΑθ 9079/2000 ΝοΒ 50 σελ. 1479. 17
Όσον αφορά την έννοια της ζημίας από το ελαττωματικό προϊόν, πρέπει να επισημανθεί ότι δεν πρόκειται για την έννοια της ζημίας, όπως προκύπτει από τις γενικές διατάξεις, αλλά για στενότερη έννοια όπως την προσδιόρισε ο κοινοτικός νομοθέτης. Έτσι, με βάση την παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 2251/1994 11, ο παραγωγός ευθύνεται για τη ζημία που προκλήθηκε από το ελαττωματικό προϊόν του σε πρόσωπα και συνίσταται στην πρόκληση σωματικών βλαβών ή θανάτου, σε βλάβη ή καταστροφή κάθε περιουσιακού στοιχείου του καταναλωτή, εφόσον κατά τον προορισμό του προοριζόταν και πραγματικά χρησιμοποιήθηκε από τον ζημιωθέντα για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση. Ρητά δηλαδή ορίζεται ότι πρέπει η ζημία να έχει προξενηθεί σε άλλα περιουσιακά στοιχεία του καταναλωτή εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν και ότι αποκαθίστανται οι ζημίες σε περιουσιακά στοιχεία του καταναλωτή, που είναι εκείνα που προορίζονται κατά κανόνα και πραγματοποιήθηκαν από τον καταναλωτή (ζημιωθέντα) για προσωπική του χρήση ή κατανάλωση. Έτσι αποκλείονται, έστω και αδικαιολόγητα, από τη ρύθμιση αυτού του νόμου, αλλά και της εν γένει κοινοτικής ρύθμισης, οι ζημίες σε περιουσιακά αγαθά που προορίζονται για επαγγελματική χρήση, ή που χρησιμοποιούνται από τον ζημιωθέντα κατά την άσκηση του επαγγέλματος του 12. Η ζημία από την καταστροφή ή βλάβη του ίδιου του ελαττωματικού προϊόντος και η ζημία σε περιουσιακά αγαθά που προορίζονται για επαγγελματική χρήση ή που χρησιμοποιούνται από τον ζημιωθέντα κατά την άσκηση του επαγγέλματος του αντιμετωπίζεται, τουλάχιστον κατ` αρχήν, με βάση τις διατάξεις για την πώληση 13. Τέλος ο ν. 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007, περί προστασίας των καταναλωτών (καθώς και τα προϊσχύοντα σχετικά νομοθετήματα) δεν αποκλείουν τα δικαιώματα που ενδέχεται να έχει ο ζημιωθείς βάσει των διατάξεων περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης 14. 11 όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007. 12 Γεωργιάδη Απ., Το νέο δίκαιο του πωλητή για ελαττώματα του πράγματος, ΧρΙΔ 2004,σελ 5., Αρμ 2003,σελ.1448(παρατ. Φ. Ομπέση). 13 Οι διατάξεις αυτές παρατίθενται στα άρθρα 534 επ., 559 επ. του ΑΚ ή την αδικοπραξία άρθρα 914 επ. του ΑΚ. 14 βλ. άρθρο 14 παρ. 5, όπου ορίζεται ότι αν σε συγκεκριμένη περίπτωση οι κοινές διατάξεις παρέχουν στον καταναλωτή μεγαλύτερη προστασία από την ειδική ρύθμιση του νόμου αυτού, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις, ΕφΑθ 6704/1996 Αρμ 1997.998, ΕφΑθ 647/1994 ΝοΒ 43.395, ΕφΑθ 443/1995 ΕλλΔνη 34.409, ΕιρΞαν 200/1997 Αρμ 1998.159. 18
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ H Ευρωπαϊκή Νομοθεσία για την Προστασία των Καταναλωτών από Ελαττωματικά Προϊόντα. 2.1. Οι λόγοι για την θέσπιση της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας H ασφάλεια των προϊόντων και η αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από ελαττωματικά προϊόντα αποτελούν κοινωνικές επιταγές που πρέπει να διασφαλίζονται στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς όχι μόνο ενός κράτους αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η προστασία των καταναλωτών αποτελεί καίριο μέλημα της Πολιτείας και η θέσπιση μιας εγκεκριμένης, αξιόπιστης νομοθεσίας, απαραίτητη για την ομαλή και ασφαλή λειτουργία της αγοράς. Η προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης του παραγωγού για ζημίες, που προκαλούνται λόγω του ελαττωματικού χαρακτήρα των προϊόντων του, είναι απαραίτητη, δεδομένου ότι οι διαφορές στις επιμέρους νομοθεσίες ενδέχεται να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό, να επηρεάσουν την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων εντός της κοινής αγοράς και να προκαλέσουν διαφορές στο επίπεδο προστασίας του καταναλωτή από τις ζημίες, στην υγεία και στην περιουσία του, λόγω ενός ελαττωματικού προϊόντος. Η καθιέρωση της ευθύνης άνευ πταίσματος που παραγωγού επιτρέπει τη σωστή επίλυση του προβλήματος του δικαίου καταλογισμού των εγγενών στη σύγχρονη τεχνική παραγωγή κινδύνων, που χαρακτηρίζει μια εποχή αυξανομένου τεχνικού πολιτισμού, όπως η δική μας η ευθύνη θα πρέπει να καλύπτει μόνο τα κινητά αγαθά που αποτελούν αντικείμενο βιομηχανικής παραγωγής όπως επίσης θα πρέπει, κατά συνέπεια, να εξαιρεθούν της ευθύνης αυτής τα προϊόντα της γεωργίας και του κυνηγίου, εκτός εάν έχουν υποστεί μεταποίηση βιομηχανικού χαρακτήρα που θα μπορούσε να τα καταστήσει ελαττωματικά. Βασικό επίσης είναι η οδηγία να 19
προβλέπει και την ευθύνη που να καλύπτει τα κινητά αγαθά που χρησιμοποιούνται κατά την ανέγερση ακινήτων ή ενσωματώνονται σε αυτά. Εκτιμώντας λοιπόν ότι η προστασία του καταναλωτή απαιτεί τη γένεση ευθύνης όλων των συμμετεχόντων στην παραγωγική διαδικασία σε περίπτωση που το τελικό προϊόν, ένα συστατικό αυτού ή η χορηγηθείσα πρώτη ύλη, παρουσιάζει ελάττωμα, για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να γεννάται ευθύνη του προσώπου που εισάγει προϊόντα στην Κοινότητα καθώς και οποιουδήποτε εμφανίζεται ως παραγωγός, θέτοντας την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο ή διαθέτει ένα προϊόν του οποίου ο παραγωγός είναι αδύνατο να εντοπιστεί. Όταν περισσότερα του ενός πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία, η προστασία του καταναλωτή επιβάλλει να δύναται ο ζημιωθείς να απαιτήσει την ολική επανόρθωση της ζημίας από καθένα των ανωτέρω προσώπων, αδιακρίτως επομένως για να προστατευθεί η σωματική ακεραιότητα και τα αγαθά του καταναλωτή, ο καθορισμός της ελαττωματικότητας ενός προϊόντος πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση όχι με την ακαταλληλότητά του προς χρήση, αλλά με την έλλειψη της ασφάλειας εκείνης την οποία το ευρύ κοινό δικαιούται να αναμένει. Η ανάγκη για δίκαιη κατανομή των κινδύνων μεταξύ του ζημιωθέντος και του παραγωγού όπου προϋποθέτει τη δυνατότητα του τελευταίου αυτού να απαλλαγεί από την ευθύνη, εφόσον αποδείξει την ύπαρξη ορισμένων απαλλακτικών στοιχείων. Η προστασία του καταναλωτή απαιτεί να μην θίγεται η ευθύνη του παραγωγού από τις πράξεις ή παραλείψεις άλλων προσώπων, που συνέβαλαν στην πρόκληση της ζημίας και η ύπαρξη συντρέχοντος πταίσματος πρέπει, οπωσδήποτε, να ληφθεί υπόψη για τη μείωση ή τον αποκλεισμό της ευθύνης αυτής. Η καθιέρωση ενιαίας προθεσμίας παραγραφής για την αγωγή επανόρθωσης της προκληθείσης ζημίας που είναι προς το συμφέρον τόσο του ζημιωθέντος, όσο και του παραγωγού, τα προϊόντα που φθείρονται με την πάροδο του χρόνου, ενώ θεσπίζονται αυστηρότερες προδιαγραφές ασφάλειας και προοδεύουν οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις έτσι θα ήταν άδικο να καθίσταται ο παραγωγός υπεύθυνος, χωρίς χρονικό περιορισμό για τα ελαττώματα του προϊόντος του όπως και ότι η ευθύνη του θα πρέπει, ως εκ τούτου, να παύει μετά από εύλογο χρονικό διάστημα, χωρίς βεβαίως να θίγονται οι εκκρεμούσες αγωγές για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών, και ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα παρέκκλισης, μέσω συμβατικής ρήτρας, από την ευθύνη του παραγωγού 20
έναντι του ζημιωθέντος. Ανάλογα βέβαια και με τα νομικά συστήματα των κρατών μελών, όπου ο ζημιωθείς μπορεί να έχει δικαίωμα επανόρθωσης. Είναι αναγκαίο και σκόπιμο λοιπόν, προκειμένου να υλοποιηθούν οι θεμελιώδεις στόχοι της ενίσχυσης της προστασίας του συνόλου των καταναλωτών και της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς, και έχοντας λοιπόν υπόψη τους παραπάνω λόγους καθώς και την αποφυγή απόκλισης από αυτούς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε την Οδηγία 85/374/ΕΟΚ 15. 2.2. Οι ρυθμίσεις της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 1999/34/ΕΚ Το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχοντας υπόψη και εκτιμώντας τους λόγους που έχουν ήδη προαναφερθεί 16 εξέδωσε την οδηγία 85/374ΕΟΚ της 25ης Ιουλίου 1985 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων καθώς και την τροποποίηση της με την 1999/34/ΕΚ της 10ης Μαΐου 1999. Η οδηγία στο πρώτο άρθρο αναφέρεται στην ευθύνη του παραγωγού για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του. «Προϊόν», κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας σύμφωνα και με το άρθρο 2, θεωρείται κάθε κινητό, εκτός από τις πρώτες ύλες γεωργίας και τα προϊόντα κυνηγίου, ακόμα και εάν είναι ενσωματωμένο σε άλλο κινητό ή ακίνητο. «Πρώτες ύλες γεωργίας» είναι τα προϊόντα του εδάφους, της κτηνοτροφίας και της αλιείας, εκτός από εκείνα που έχουν υποστεί αρχική μεταποίηση. Ως «προϊόν» θεωρείται και ο ηλεκτρισμός. Το συμβούλιο όμως κρίνοντας πλεονάζον το περιεχόμενο του άρθρου το αντικατέστησε 17 από το ακόλουθο κείμενο: "Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ο όρος `προϊόν` περιλαμβάνει κάθε κινητό, ακόμη και ενσωματωμένο σε άλλο κινητό ή ακίνητο. Ο 15 http://ec.europa.eu/youreurope/nav/el/citizens/consumer-protection/product-safety/index.html. 16 Βλ.Κεφάλαιο 2, παρ 2.1. Οι λόγοι για την θέσπιση της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας. 17 Οδηγία 1999/34/ΕΚ η οποία τροποποιεί την 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων. 21
όρος `προϊόν` περιλαμβάνει και τον ηλεκτρισμό." Με αυτή την τροποποίηση προσπαθεί να απλοποιήσει την ερμηνεία του άρθρου. Στο άρθρο 3 της οδηγίας ορίζεται ως «παραγωγός» ο κατασκευαστής ενός τελικού προϊόντος, ο παραγωγός κάθε πρώτης ύλης ή ο κατασκευαστής ενός συστατικού καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος, επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο. Εάν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ταυτότητα του παραγωγού, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θα θεωρείται ως παραγωγός του, εκτός αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα, εντός εύλογης προθεσμίας, σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν. Σε ότι αφορά τις ευθύνες του παραγωγού και με την επιφύλαξή αυτών, οποιοσδήποτε εισάγει στην Κοινότητα ένα προϊόν για πώληση, μίσθωση, leasing ή οποιαδήποτε άλλη μορφή διανομής στα πλαίσια της εμπορικής του δραστηριότητας, θεωρείται ως παραγωγός του κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας και υπέχει ευθύνη παραγωγού. Με το άρθρο 4 ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία, το ελάττωμα καθώς και την αιτιώδη συνάφεια, μεταξύ ελαττώματος και ζημίας. Εάν, βάσει των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, δύο ή περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται για την ίδια ζημία, τα πρόσωπα αυτά ευθύνονται εις ολόκληρον, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εθνικού δικαίου, όσον αφορά τη δικαστική επιδίωξη των δικαιωμάτων 18. Η ζημία είναι συνήθως αποτέλεσμα ή επακόλουθο της χρήση ενός ελαττωματικού προϊόντος. Ένα προϊόν θεωρείται ελαττωματικό, εάν δεν παρέχει την ασφάλεια που δικαιούται κανείς να αναμένει, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, συμπεριλαμβανομένων: α) της εξωτερικής εμφάνισης του προϊόντος, β) της ευλόγως αναμενόμενης χρησιμοποίησης του προϊόντος, γ) του χρόνου κατά τον οποίο το προϊόν ετέθη σε κυκλοφορία. Ένα προϊόν δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ελαττωματικό απλώς και μόνο, επειδή, ακολούθως, τέθηκε σε κυκλοφορία ένα άλλο τελειότερο 19. Σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, ένας παραγωγός δεν ευθύνεται, εάν αποδείξει: α) ότι δεν έθεσε το προϊόν σε κυκλοφορία, β) ότι, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων, είναι πιθανόν το ελάττωμα που προκάλεσε τη ζημία να μην υπήρχε, όταν ο παραγωγός έθεσε το προϊόν σε κυκλοφορία ή να εμφανίστηκε αργότερα, 18 Άρθρο 5, Οδηγία 85/374/ΕΟΚ. 19 Άρθρο 6,Οδηγία 85/374/ΕΟΚ. 22
γ) ότι ούτε κατασκεύασε το προϊόν, αποβλέποντας στην πώληση ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή διανομής με οικονομικό σκοπό, ούτε το κατασκεύασε ή το διένειμε στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας, δ) ότι το ελάττωμα οφείλεται στο ότι το προϊόν κατασκευάστηκε, σύμφωνα με αναγκαστικούς κανόνες δικαίου που θεσπίστηκαν από δημόσια αρχή, ε) ότι, όταν έθεσε το προϊόν σε κυκλοφορία, το επίπεδο επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων δεν επέτρεπε να διαπιστωθεί η ύπαρξη του ελαττώματος, στ) εάν πρόκειται για κατασκευαστή συστατικού, ότι το ελάττωμα μπορεί να αποδοθεί στη σχεδίαση του προϊόντος στο οποίο το συστατικό έχει ενσωματωθεί ή στις οδηγίες που παρέσχε ο κατασκευαστής του προϊόντος 20. Σε ότι αφορά τα δικαιώματα και το βαθμό ευθύνης η οδηγία προβλέπει μέσα και από το άρθρο 8 ότι υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εθνικού δικαίου σχετικά με τη δικαστική επιδίωξη των δικαιωμάτων, η ευθύνη του παραγωγού δεν μειώνεται, εάν η ζημία οφείλεται τόσο σε ελάττωμα του προϊόντος, όσο και σε πράξη ή παράλειψη τρίτου. Ακόμα, η ευθύνη του παραγωγού δύναται να μειωθεί ή να αρθεί, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, όταν η ζημία οφείλεται τόσο σε ελάττωμα του προϊόντος, όσο και σε υπαιτιότητα του ζημιωθέντος προσώπου για τις πράξεις του οποίου ευθύνεται ο ζημιωθείς. «Ζημία», κατά την έννοια του άρθρου 1, σημαίνει: α) ζημία λόγω θανάτου ή σωματικών βλαβών, β) ζημία ή καταστροφή, ύψους πέραν ενός εκπιπτόμενου ποσού 500, κάθε περιουσιακού στοιχείου, εκτός από το ίδιο το ελαττωματικό προϊόν, με την προϋπόθεση ότι το περιουσιακό αυτό στοιχείο: i) είναι από εκείνα που συνήθως προορίζονται για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση, και ii) χρησιμοποιήθηκε από τον ζημιωθέντα, κυρίως, για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση. Από την μεριά τους τα κράτη μέλη θα λάβουν νομοθετικά μέτρα, ώστε η αγωγή περί επανόρθωσης της ζημίας, βάσει της παρούσας οδηγίας, να παραγράφεται μετά πάροδο τριών ετών, από την ημέρα που ο ενάγων διαπίστωσε ή όφειλε να είχε διαπιστώσει τη ζημία, το ελάττωμα και την ταυτότητα του παραγωγού. Επίσης θα λάβουν νομοθετικά μέτρα, ώστε τα δικαιώματα που η οδηγία αυτή παρέχει στον ζημιωθέντα, να παραγράφονται μετά πάροδο δέκα ετών, από την ημερομηνία κατά την οποία ο παραγωγός έθεσε σε κυκλοφορία το συγκεκριμένο προϊόν που προξένησε τη ζημία, εκτός εάν, στο μεταξύ, ο ζημιωθείς στράφηκε δικαστικά κατά του παραγωγού. Η οδηγία σε αυτό το σημείο εξασφαλίζει και τις δύο πλευρές του 20 Άρθρο 7,Οδηγία 85/374/ΕΟΚ. 23
καταναλωτή και του παραγωγού δηλαδή, κάνοντας γνωστές τις νομικές και όχι μόνο υποχρεώσεις τους. Βέβαια η ευθύνη του παραγωγού δεν δύναται να περιοριστεί ή να αποκλειστεί έναντι του ζημιωθέντος με ρήτρα περιορισμού ή απαλλαγής από την ευθύνη 21, και δεν θίγει τα δικαιώματα, που ενδέχεται να έχει ο ζημιωθείς, βάσει του δικαίου περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης, ή βάσει ειδικού καθεστώτος ευθύνης που τυχόν ισχύει, κατά τη στιγμή κοινοποίησης της οδηγίας. Στην περίπτωση όμως ζημίας οφειλόμενης σε πυρηνικά ατυχήματα, καλυπτόμενα από διεθνείς συμβάσεις που έχουν επικυρωθεί από τα κράτη μέλη, η οδηγία δεν εφαρμόζεται 22. Οι δυνατότητες ευελιξίας που μπορεί να έχουν τα κράτη μέλη όπως το να προβλέψουν στη νομοθεσία τους ότι ως «προϊόντα», κατά θεωρούνται, επίσης, οι πρώτες ύλες γεωργίας και τα προϊόντα κυνηγίου, το συμβούλιο όμως με την τροποποίηση 23 της οδηγίας διαγράφει την έννοια αυτή των προϊόντων.τονίζει όμως την δυνατότητα να διατηρήσουν τη νομοθεσία τους ή να θεσπίσουν διάταξη σύμφωνα με την οποία ο παραγωγός θα ευθύνεται ακόμα και εάν αποδείξει ότι οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, τη στιγμή που έθεσε το προϊόν σε κυκλοφορία, δεν επέτρεπαν να διαπιστωθεί η ύπαρξη του ελαττώματος. Επίσης αξιοσημείωτο είναι ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι η ολική ευθύνη του παραγωγού για αποζημιώσεις, λόγω θανάτου ή σωματικών βλαβών οφειλόμενων σε πανομοιότυπα αντικείμενα με το ίδιο ελάττωμα, περιορίζεται σε ποσό όχι κατώτερο των 70 εκατομμυρίων ευρώ 24. 21 Άρθρο 12,Οδηγία 85/374/ΕΟΚ. 22 Άρθρο 14,Οδηγία 85/374/ΕΟΚ. 23 Οδηγία 1999/34/ΕΚ η οποία τροποποιεί την 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων. 24 Άρθρο 15,Οδηγία 85/374/ΕΟΚ. 24
2.3. Σύγκριση της Οδηγίας 85/374/ΕΟΚ με το Άρθρο 6 του Ν.2251/1994, όπως τροποποιήθηκε από το Ν.3587/2007. Συγκρίνοντας λοιπόν την Οδηγία 85/374/ΕΟΚ 25 με το Άρθρο 6 του Ν.2251/1994 26 παρατηρούμε ότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους κυρίως σε ότι αφορά τους ορισμούς αλλά και στις ερμηνείες. Σε ότι αφορά την ευθύνη του παραγωγού αλλά και την έννοια της ζημίας όπως και του ελαττωματικού προϊόντος η οδηγία αναλύει και περιγράφει πιο εμπεριστατωμένα τις έννοιες αυτές απ ότι στο άρθρο 6 έτσι ώστε να γίνεται πιο ξεκάθαρο το νόημα τους. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 6 27 χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι: " Όποιος εισάγει ένα προϊόν για πώληση, χρηματοδοτική ή απλή μίσθωση ή άλλης μορφής διανομή στα πλαίσια της επαγγελματικής εμπορικής του δραστηριότητας ευθύνεται όπως ο παραγωγός". Σε αυτό το σημείο η διαφορά που εντοπίζεται από την οδηγία 28, είναι η προσθήκη της φράσης "θεωρείται και ως παραγωγός του." Επίσης μία ακόμη διαφορά εντοπίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 όπου χαρακτηριστικά αναφέρει: "Όταν η ταυτότητα του παραγωγού είναι άγνωστη, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θεωρείται για την εφαρμογή του νόμου αυτού παραγωγός, εκτός αν μέσα σε εύλογο χρόνο ενημερώσει τον καταναλωτή για την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν." Στην οδηγία, στην αντίστοιχη παράγραφο ο καταναλωτής αντιμετωπίζεται ως "ζημιωθέντας". Στην παράγραφο 6 του άρθρου που αναφέρεται στην έννοια της ζημίας η διαφορά επισημαίνεται στο σημείο όπου τονίζεται το δικαίωμα χρήσης περιβαλλοντικών αγαθών, κάτι που δεν περιλαμβάνεται στην οδηγία. Διαφορές μεταξύ της οδηγίας και του άρθρου εντοπίζονται και στις παραγράφους 8 και 9 του άρθρου 29 που αναφέρονται στον παραγωγό, όπου στην παράγραφο 8 η οδηγία αναφέρει επιπλέον ότι ακόμα και όταν ένα προϊόν τέθηκε σε κυκλοφορία, όταν το επίπεδο επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων δεν επέτρεπε τη διαπίστωση του ελαττώματος, ο παραγωγός ευθύνεται, κάτι που δεν ισχύει στο άρθρο. 25 Όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 1999/34/ΕΚ. 26 Όπως τροποποιήθηκε από το ν.3587/2007. 27 Βλ. Κεφάλαιο 1, παράγρ.1.2, σελ.10., Οι νομοθετικές ρυθμίσεις κατά το άρθρο 6 του ν.2251/1994 όπως τροποποιήθηκε από το ν.3587/2007. 28 Βλ. Κεφάλαιο 2, παράγρ.2.2, σελ.22,, Οι ρυθμίσεις της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 1999/34/ΕΚ. 29 Βλ. Κεφάλαιο 1, παράγρ.1.2, σελ 13., Οι νομοθετικές ρυθμίσεις κατά το άρθρο 6 του ν.2251/1994 όπως τροποποιήθηκε από το ν.3587/2007. 25
Επίσης στην παράγραφο 9 στο άρθρο συμπληρώνεται το εξής κομμάτι "παραγωγός θεωρείται ο κατασκευαστής του προϊόντος στο οποίο ενσωματώθηκε το συστατικό", σημείο στο οποίο δεν αναφέρεται η οδηγία. Τέλος στην παράγραφο 13 του άρθρου δεν αναφέρεται η φράση εκτός εάν ο ζημιωθείς στράφηκε δικαστικά κατά του παραγωγού κάτι που αναφέρει η οδηγία περί των αξιώσεων κατά του παραγωγού για τις ζημίες. Μία παράγραφό της οδηγίας που αναφέρεται στο ότι ο ζημιωθείς πρέπει να αποδείξει τη ζημία, το ελάττωμα καθώς και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ ελαττώματος και ζημίας, δεν περιλαμβάνεται καθόλου στο άρθρο. Συνοψίζοντας λοιπόν δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ του άρθρου και της οδηγίας. Το άρθρο είναι πιο περιεκτικό σε ότι αφορά τις έννοιες ενώ η οδηγία πιο συνοπτική, τόσο όμως η οδηγία όσο και το άρθρο στο σύνολο τους διασφαλίζουν πλήρως τους καταναλωτές και τους παραγωγούς με βασική προϋπόθεση την σωστή υιοθέτηση και εφαρμογή τους. 2.4. Ευρωπαϊκή καθοδήγηση, εθνική δράση για την εφαρμογή της Οδηγίας Είναι καθήκον των κρατών μελών να εφαρμόσουν αποτελεσματικά την Οδηγία. Η Επιτροπή λειτουργεί σε συνεργασία με τα κράτη μέλη για να βεβαιώσει ότι η Οδηγία μεταφέρθηκε στην εθνική νομοθεσία εγκαίρως και με ακρίβεια. Η Επιτροπή θα επιβεβαιώσει ότι τα μέτρα εφαρμογής σε εθνικό επίπεδο έχουν συμμορφωθεί με την Οδηγία. Η Επιτροπή δεν έχει εξουσία να επιβληθεί και δεν μπορεί να επέμβει σε μεμονωμένες υποθέσεις. Η επιβολή των κανόνων στην πράξη παραμένει αρμοδιότητα των εθνικών αρχών προστασίας του καταναλωτή και των δικαστηρίων. Η Οδηγία απαιτεί τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν αποτελεσματικές ποινές στους εμπορευόμενους που παραβαίνουν τους κανόνες προστασίας των καταναλωτών. 26
2.4.1 Εφαρμογή των Ευρωπαϊκής Οδηγίας. Ο κανονισμός 30 για τη συνεργασία στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών εγκαθιστά ένα δίκτυο δημόσιων επιβολέων για να ενισχύσει την επιβολή όλων των κανόνων προστασίας του καταναλωτή. Το δίκτυο τέθηκε σε λειτουργία το 2006. Το σύστημα της συνεργασία βελτιώνει τη διασυνοριακή εφαρμογή της Οδηγίας για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων. 2.4.2 Σπουδαιότητα της εναρμόνισης. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να υπερβούν το επίπεδο της προστασίας που παρέχει η Οδηγία. Διαφορετικά δεν θα επιτευχθούν τα θετικά αποτελέσματα ενός ενιαίου συνόλου κανόνων στην εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή θα διώξει οποιαδήποτε παράκαμψη από τα πρότυπα πλήρους εναρμόνισης της Οδηγίας που μπορεί να εμφανιστούν σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, υπολειπόμενες διαφορές μεταξύ εθνικών νόμων που προσεγγίζονται μπορεί να μην επιβληθούν ώστε να εμποδίσουν την ελεύθερη κίνηση αγαθών ή υπηρεσιών. Η ρήτρα αμοιβαίας αναγνώρισης στην Οδηγία θα αποτρέψει την εθνική αρχή ή το δικαστήριο επιβολής από το να εφαρμόσει την εθνική νομοθεσία για να απαγορεύσει τη διασυνοριακή εμπορική πρακτική από ένα άλλο μέλος το οποίο συμμορφώθηκε με την Οδηγία. Οι μηχανισμοί αυτοί βελτιώνουν την ομοιογενή εφαρμογή και επιβολή καθώς και τη νομική βεβαιότητα, στοιχεία σημαντικά τόσο για τους εμπορευόμενους όσο και για τους καταναλωτές 31. 30 Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών. ( Κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών ),EE L 364, 9.12.2004, σ. 1. 31 Αλεξανδρίδου Ελ., Η Οδηγία της ΕΟΚ για την ευθύνη του κατασκευαστή ελαττωματικών προϊόντων,θεσσαλονίκη 2002. 27
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ Βασικά δικαιώματα Καταναλωτή 3.1. Η ενημέρωση και τα δικαιώματα των καταναλωτών. Σε ολόκληρη την Ευρώπη οι περισσότεροι από τους πολίτες βιώνουν καθημερινά την ενιαία αγορά ως καταναλωτές και επηρεάζονται άμεσα από πολλές πολιτικές της όπως οι πολιτικές στους τομείς της εσωτερικής αγοράς, των επιχειρήσεων, του περιβάλλοντος, των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, των μεταφορών, του ανταγωνισμού, της ενέργειας και του εμπορίου. Η ανάγκη για επιβίωση και για την κατάκτηση όλο και μεγαλύτερου μέρους του καταναλωτικού κοινού οδηγεί πολλές φορές στην εξαπάτηση, στην παραπλάνηση και στην χρήση άλλων άτυπων μεθόδων κατά των καταναλωτών. Αν εξαιρέσουμε τις νομοθετικές ρυθμίσεις και τις ευρωπαϊκές οδηγίες για την προστασία των καταναλωτών ένα εξίσου ισχυρό όπλο είναι η ενημέρωση και η γνώση των βασικών δικαιωμάτων τους. Οι ισχυροί και ενημερωμένοι καταναλωτές μπορούν να αλλάξουν ευκολότερα τον τρόπο ζωής τους και τα καταναλωτικά τους πρότυπα, συμβάλλοντας στη βελτίωση της υγείας τους, σε πιο βιώσιμα πρότυπα διαβίωσης και συγχρόνως να διευρύνουν τις γνώσεις τους ώστε να επιλέγουν και να αποφασίζουν σωστά. Ένας σωστά ενημερωμένος καταναλωτής που γνωρίζει ποια είναι τα δικαιώματα του εξασφαλίζει ένα υγιές και ασφαλές μέλλον τόσο στον ίδιο όσο και στο περιβάλλον του. Το ποια ακριβώς είναι τα δικαιώματά του και πώς μπορεί να τα ασκήσει κανείς διαφέρει από χώρα σε χώρα ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο έχει εφαρμόσει η κάθε μία την ευρωπαϊκή νομοθεσία στο εθνικό της δίκαιο 32. Τα πιο βασικά όμως δικαιώματα ενός σύγχρονου καταναλωτή αναφέρονται παρακάτω. 32 http://ec.europa.eu/youreurope/nav/el/citizens/consumer-protection/product-safety/index.html. 28
3.1.1 Προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών. Στην αγορά πρέπει να κυκλοφορούν μόνον προϊόντα και υπηρεσίες που δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια του καταναλωτή. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχουν προδιαγραφές ασφαλείας που καθορίζονται από το κάθε κράτος, για κάθε προϊόν και υπηρεσία. Ο καταναλωτής πρέπει να ενημερώνεται από τον πωλητή για τους -τυχόν- κινδύνους που συνεπάγεται η χρήση των προϊόντων. Επίσης, πρέπει να προβλέπεται η προστασία του καταναλωτή από φυσικές βλάβες που μπορεί να του προκαλέσουν προϊόντα ή υπηρεσίες. 3.1.2 Προστασία των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών. Ο καταναλωτής πρέπει να προστατεύεται σε περίπτωση κατάχρησης εκ μέρους των προμηθευτών προϊόντων και υπηρεσιών. Πρέπει να προστατεύεται, για παράδειγμα, σε περιπτώσεις που παραπλανάται από διαφημίσεις ή όταν τον ξεγελούν στην τιμή ή στον διακανονισμό της τιμής ενός προϊόντος κλπ 33. 3.1.3 Πρόσβαση στην πληροφόρηση. Για να μπορεί να κάνει σωστές αγορές ο καταναλωτής, πρέπει να πληροφορείται σωστά και αξιόπιστα. Αυτό μπορεί να γίνει όταν οι πωλητές, για παράδειγμα, τον πληροφορούν σωστά για τα χαρακτηριστικά, τις τιμές και την ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών. 33 http://ec.europa.eu/youreurope/nav/el/citizens/consumer-protection/product- safety/index.html [Προστασία των καταναλωτών-προϊόντα.]. 29