ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΟΡΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ



Σχετικά έγγραφα
μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία

Σε αντίθεση με τις θάλασσες, το νερό των ποταμών δεν περιέχει σχεδόν καθόλου αλάτι - γι' αυτό το λέμε γλυκό νερό.

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

Βιολογία Γενικής Παιδείας Κεφάλαιο 2 ο : Άνθρωπος και Περιβάλλον

Η έννοια του οικοσυστήματος Ροή ενέργειας

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ. Το σύνολο των μετασχηματισμών βιολογικής ή χημικής φύσης που λαμβάνουν χώρα κατά την ανακύκλωση ορισμένων στοιχείων

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 7: Οικοσυστήματα (I)

Εργασία Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. 1. Ποια από τις παρακάτω ενώσεις αποτελεί πρωτογενή ρύπο; α. το DDT β. το νιτρικό υπεροξυακετύλιο γ. το όζον δ.

Γενικές Αρχές Οικολογίας

Τα Αίτια Των Κλιματικών Αλλαγών

Οργάνωση και λειτουργίες του οικοσυστήματος Ο ρόλος της ενέργειας. Κεφάλαιο 2.2

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ. Γενικά περί ατµόσφαιρας

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύποι. Αντίδραση βιολογικών συστημάτων σε παράγοντες αύξησης

2.4 Ρύπανση του νερού

ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΗ ΓΗ Δ. ΑΡΖΟΥΜΑΝΙΔΟΥ

ΚΥΚΛΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ. Η ύλη που υπάρχει διαθέσιμη στη βιόσφαιρα είναι περιορισμένη. Ενώσεις και στοιχεία όπως:

ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ-ΟΡΙΣΜΟΣ

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

Υδατικοί Πόροι -Ρύπανση

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ

ΘΕΜΑ 1 Ο ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 12/01/2014

Βιολογία Γενικής Παιδείας Γ Λυκείου. Άνθρωπος και Περιβάλλον (Κεφ.2)

Τι είναι άμεση ρύπανση?

Άνθρωπος και Περιβάλλον

ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Να επιλέξετε τη φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:

ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗ. Αυτότροφοι και ετερότροφοι οργανισμοί. Καρβουντζή Ηλιάνα Βιολόγος

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύπανση : η επιβάρυνση του περιβάλλοντος με κάθε παράγοντα ( ρύπο ) που έχει βλαπτικές επιδράσεις στους οργανισμούς ΡΥΠΟΙ

Εισαγωγή στην Επιστήμη του Μηχανικού Περιβάλλοντος Δ Ι Δ Α Σ Κ Ο Υ Σ Α Κ Ρ Ε Σ Τ Ο Υ Α Θ Η Ν Α Δ Ρ. Χ Η Μ Ι Κ Ο Σ Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ο Σ

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 8: Οικοσυστήματα (II)

Σώστε τη γη. Κρεσφόντης Χρυσοσπάθης

Το νερό στο φυσικό περιβάλλον συνθέτει την υδρόσφαιρα. Αυτή θα μελετήσουμε στα επόμενα μαθήματα.

Η σχέση μας με τη γη ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΗΛΙΑ

ΑΝΘΡΑΚΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ. Συνολική ποσότητα άνθρακα στην ατμόσφαιρα: 700 x 10 9 tn

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Πράσινα Δώματα. Δήμος Ρόδου Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Πρασίνου Τμήμα Περιβάλλοντος. Παρουσίαση στο 2 ο Πρότυπο Πειραματικό Δημοτικό Σχολείο Ρόδου

KΕΦΑΛΑΙΟ 2: Άνθρωπος και Περιβάλλον

Γενικές Αρχές Οικολογίας

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Περιβαλλοντική μηχανική

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

Η κατανάλωση του νερού. Κατανομή του νερού στη Γη

Να επιλέξετε την φράση που συμπληρώνει ορθά κάθε μία από τις ακόλουθες προτάσεις:

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος

Ατμόσφαιρα. Αυτό τo αεριώδες περίβλημα, αποτέλεσε την πρώτη ατμόσφαιρα της γης.

Ήπιες µορφές ενέργειας

Ρύπανση Νερού. Η ρύπανση μπορεί να είναι : χημική με την εισαγωγή επικίνδυνων τοξικών ουσιών ενεργειακή, βιολογική κτλ.

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ 4ος Πανελλήνιος Διαγωνισμός Φυσικών Στ' Δημοτικού. Α Φάση - 31/3/2016

οικονομία- Τεχνολογία ΜΑΘΗΜΑ: : OικιακήO : Σχολικό έτος:2011 Β2 Γυμνασίου Νεάπολης Κοζάνης

Παρουσίαση Εννοιών στη Βιολογία της Γ Λυκείου. Κεφάλαιο εύτερο Ενότητα: Ερημοποίηση Ρύπανση

Το μεγαλύτερο μέρος της γης αποτελείται από νερό. Το 97,2% του νερού αυτού

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Project Τμήμα Α 3

ΥΠΕΥΘΥΝΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΕΣ: Κωνσταντινιά Τσιρογιάννη. Βασιλική Χατζηκωνσταντίνου (ΠΕ04)

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΙΒΑΡΗΣ ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ ΣΤΙΓΚΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑ ΓΑΛΑΚΟΣ ΚΑΖΑΤΖΙΔΟΥ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΠΙΣΚΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΟΡΝΕΖΟΣ

Ενεργειακή Αξιοποίηση Βιομάζας. Δρ Θρασύβουλος Μανιός Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Κρήτης ΣΕΠ στην ΠΣΕ50

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ (SYLLABUS) ΣΕΚ περιβαλλοντική διαχείριση και προστασία των φυσικών πόρων ΕΚΔΟΣΗ 1.0. Σόλωνος 108,Τηλ Φαξ 210.

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 2

Μάθημα 16. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ \ ΜΕ ΤΟΝ ΑΕΡΑ Η ατμοσφαιρική ρύπανση, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, και η τρύπα του όζοντος. Η ρύπανση του αέρα

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

οµή, οργάνωση και λειτουργία οικοσυστηµάτων

ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ / Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 08/01/2012

1. ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΕΛΙΝΑ ΒΑΓΙΑΝΟΥ ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΔΕΝΔΡΙΝΟΥ 20-ΝΟΕ

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Περιβαλλοντική μηχανική

Διδακτέα ύλη μέχρι

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Λειτουργίες και αξίες των υγροτόπω. Εαρινό

ΘΕΜΑΤΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ

Eρωτήσεις Βιολογίας Γεν. Παιδ. για σελ Φυλλάδιο#1

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗΣ

Ορισμός το. φλψ Στάδια επεξεργασίας λυμάτων ΘΕΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΩ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ?

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

Έννοιες Βιολογίας και Οικολογίας και η Διδακτική τους

ΦΥΣΙΚΗ ΤΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Η ΡΥΠΑΝΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ. Σοφοκλής Λογιάδης

ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της Θαλάσσιας Βιολογίας και της Ωκεανογραφίας.

Εργασία στο μάθημα «Οικολογία για μηχανικούς» Θέμα: «Το φαινόμενο του θερμοκηπίου»

6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12 O O2

Οργανικά απόβλητα στην Κρήτη

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Σενάριο 10: Οργάνωση και λειτουργίες του οικοσυστήματος - Ο ρόλος ενέργειας

Σύσταση. Ιδιότητες H 2 O. Γενικές. (non-si) Φυσικές

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2011

Εδαφοκλιματικό Σύστημα και Άμπελος

ΡΑΔΙΟΧΗΜΕΙΑ 2. ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Πρόλογος Οργανισμοί...15

Κλιματικές αλλαγές σε σχέση με την οικονομία και την εναλλακτική μορφή ενέργειας. Μπασδαγιάννης Σωτήριος - Πετροκόκκινος Αλέξανδρος

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ. Aτµόσφαιρα της Γης - Η σύνθεση της ατµόσφαιρας Προέλευση του Οξυγόνου - Προέλευση του Οξυγόνου

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου;

Transcript:

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΟΡΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ A Αβιοτικοί παράγοντες: κάθε μη βιοτικό στοιχείο μιας περιοχής, π.χ. έδαφος, νερό, αέρας, ηλιακή ενέργεια. Αιγιαλός: η ζώνη ξηράς που περιβάλλει τη θάλασσα και βρέχεται από το μεγαλύτερο αλλά συνηθισμένο ανέβασμα των κυμάτων. Στον αιγιαλό απαγορεύεται το κτίσιμο. Λέγεται επίσης και «γιαλός». Αιθαλομίχλη: η ρύπανση της ατμόσφαιρας από αέρια απόβλητα που προέρχονται από φυσικές διεργασίες και ανθρώπινες δραστηριότητες. Αιολική ενέργεια: η κινητική ενέργεια του ανέμου. Αιολικό πάρκο: περιοχή, στην οποία λειτουργούν πολλές ανεμογεννήτριες. Αισθητικά δάση: δάση με ιδιαίτερη ομορφιά, οικολογική και τουριστική αξία, όπου επιβάλλεται η προστασία της πανίδας, της χλωρίδας και του φυσικού κάλλους τους. Αιωρούμενα στερεά: στερεά που αιωρούνται μέσα σε ένα υγρό (νερά, απόβλητα κ.ά.). Αιωρούμενα σωματίδια: είναι μικρά σωματίδια (όπως ο καπνός, η τέφρα, η σκόνη) που βρίσκονται σε στερεή ή υγρή κατάσταση στην ατμόσφαιρα. Ανάλογα με την προέλευσή τους, παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία μεγεθών και χημικής σύστασης. Η κυριότερη φυσική τους πηγή είναι οι ηφαιστειακές εκρήξεις, ενώ πολλές από τις ανθρώπινες δραστηριότητες σχετίζονται με την απελευθέρωσή τους στην ατμόσφαιρα (βιομηχανικές διεργασίες, καύσεις, γεωργικές πρακτικές, οικοδομικές εργασίες, λατομεία κ.λπ.). Ακραία φαινόμενα: φαινόμενα που αποκλίνουν σημαντικά από τη φυσιολογική κατάσταση των καιρικών και κλιματικών συστημάτων. Ως παραδείγματα τέτοιων φαινομένων μπορούν να αναφερθούν οι μεγάλες πλημμύρες, ξηρασίες, καύσωνες και παγετώνες. Ακτογραμμή: το συνολικό μήκος του ορίου μεταξύ ξηράς και θάλασσας, συμπεριλαμβανομένων και των νησιών. Αλατότητα νερού: η ολική ποσότητα διαλυμένων αλάτων σε ένα κιλό νερού. Αλλεργική ρινίτιδα: ερεθισμός των βλεννογόνων μεμβρανών της μύτης που προκαλείται από αλλεργίες. Αλλεργιογόνο ουσία που μπορεί να προκαλέσει άμεση υπερευαισθησία (αλλεργία). Αλόφυτα: φυτά που έχουν την ικανότητα να αναπτύσσονται σε εδάφη με πολλά άλατα. Αλυκές: τεχνητοί υγρότοποι που δημιουργούνται σε παράκτιες εκτάσεις και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αλατιού. Αμειψισπορά: η καλλιέργεια διαφορετικών φυτών στο ίδιο έδαφος προκειμένου να βελτιωθεί το χώμα και να αυξηθεί η παραγωγή, χωρίς την ανάγκη υπερβολικής χρήσης λιπασμάτων. Ανακύκλωση: η επαναχρησιμοποίηση υλικών και αντικειμένων πολλές φορές και η χρήση τους για την παραγωγή νέων προϊόντων. Ανεμογεννήτρια: κατασκευή που χρησιμοποιεί την αιολική ενέργεια για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.

Απόβλητα: οποιαδήποτε στερεά, υγρά ή αέρια υλικά, τα οποία θέλουμε ή πρέπει να «ξεφορτωθούμε». Απολύμανση: η καταστροφή ή απομάκρυνση των βλαβερών μικροβίων. Απορρίμματα: στερεά αντικείμενα ή ουσίες που δεν μας είναι πλέον χρήσιμες και θέλουμε ή πρέπει να απαλλαγούμε από αυτά. Αποσάθρωση: ο θρυμματισμός ενός στερεού σώματος σε πολύ μικρούς κόκκους. Η αποσάθρωση των μητρικών πετρωμάτων αποτελεί τη κύρια αιτία της δημιουργίας του εδάφους. Αποψίλωση: η απομάκρυνση των φύλλων των φυτών με μηχανικά μέσα ή εξαιτίας φυσικών αιτιών και της βόσκησης. Αρωματικοί υδρογονάνθρακες: οργανικές ενώσεις, αποτελούμενες από άνθρακα και υδρογόνο, με αρωματικές ιδιότητες. Ασπόνδυλα: τα ζώα που δεν έχουν σκελετό. Άσφαλτος: προϊόν που προέρχεται από αργό πετρέλαιο και χρησιμοποιείται ως μέσο επίστρωσης οδοστρωμάτων, μονωτικό κ.λπ. Ατμόσφαιρα: το μείγμα των αερίων που περιβάλλει τον πλανήτη και τον ακολουθεί στο σύνολο των κινήσεων του. Αυτότροφοι οργανισμοί ή παραγωγοί: οι οργανισμοί (φυτά και φύκια) που μπορούν να φωτοσυνθέτουν, δηλαδή να δεσμεύουν το διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, να απορροφούν νερό και συστατικά από το έδαφος και να χρησιμοποιούν την ηλιακή ενέργεια για να συνθέσουν οργανικές ενώσεις απελευθερώνοντας ταυτόχρονα οξυγόνο. Αφωτική ζώνη: τα βαθύτερα στρώματα της θάλασσας ή της λίμνης, όπου φτάνει ελάχιστο φως. Β Βαθύβιοι οργανισμοί: οργανισμοί που ζουν σε μεγάλα βάθη, όπου δεν φτάνει το φως. Βάλτος: υγρότοπος με στάσιμα, ρηχά νερά και πολύ μαλακό βυθό. Βατ (W): μονάδα μέτρησης της ισχύος. Βενζίνη: ελαφρύ προϊόν που παράγεται από πετρέλαιο και χρησιμοποιείται συνήθως για την κίνηση οχημάτων. Βενθικοί οργανισμοί ή βένθος: οργανισμοί που ζουν στον πυθμένα και διακρίνονται σε φυτοβένθος και ζωοβένθος, ανάλογα με το αν φωτοσυνθέτουν ή όχι. Βιοδείκτης: είδη ή κοινότητες που είναι πολύ ευαίσθητα ή πολύ ανθεκτικά σε κάποιες συνθήκες (π.χ. ρύπανση), οπότε η παρουσία ή η απουσία τους αποτελεί ένδειξη ύπαρξης των συνθηκών αυτών σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον. Βιοκλιματικός σχεδιασμός: η μελέτη και η κατασκευή κτηρίων με τέτοιο τρόπο, ώστε να λαμβάνονται υπόψη το τοπικό κλίμα και το φυσικό περιβάλλον, αλλά και να αξιοποιούνται για τη μείωση της ανάγκης για ενέργεια όλο το χρόνο. Στοχεύει επίσης, στον περιορισμό της κατανάλωσης συμβατικής ενέργειας και της χρήσης φυσικών πηγών ενέργειας. Βιοκοινότητα: σύνολο πληθυσμών διαφορετικών ειδών που συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο και για το ίδιο χρονικό διάστημα και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Βιολογικές καλλιέργειες: καλλιέργειες, στις οποίες δεν χρησιμοποιούνται λιπάσματα και γεωργικά φάρμακα.

Βιολογικό φίλτρο: μηχανισμός, με τον οποίο τα υγρά απόβλητα καθαρίζονται από μικροοργανισμούς. Βιολογικός έλεγχος ή βιοέλεγχος: εναλλακτική μέθοδος (αντί της χρήσης φυτοφαρμάκων) για την καταπολέμηση των παθογόνων (βλαβερών) οργανισμών που ευθύνονται για τις ασθένειες σε γεωργικές καλλιέργειες και σε υδατοκαλλιέργειες, με τη χρήση φυσικών ή μεταλλαγμένων οργανισμών που προκαλούν ασθένειες στους βλαβερούς. Βιομάζα: οποιοδήποτε υλικό παράγεται από ζωντανούς οργανισμούς. Το υλικό αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο για την παραγωγή ενέργειας (π.χ. ξύλο, λοιπά προϊόντα του δάσους, υπολείμματα καλλιεργειών, κτηνοτροφικά απόβλητα, απόβλητα βιομηχανιών τροφίμων). Βιοποικιλότητα: η βιολογική ποικιλία. Διακρίνεται σε ποικιλότητα γονιδίων, ειδών και οικοσυστημάτων. Βιοσυσσώρευση: η διαδικασία συσσώρευσης ουσιών μέσα σ έναν οργανισμό, που λαμβάνονται με την τροφή, αλλά δεν μπορούν να διασπαστούν ή να αποβληθούν. Βιόσφαιρα ή οικόσφαιρα: αποτελεί το στρώμα της γης, στο οποίο υπάρχουν ζωντανοί οργανισμοί που αλληλεπιδρούν με άλλους και με το αβιοτικό τους περιβάλλον (φως, νερό, αέρας). Βιοτικό επίπεδο: το μέσο επίπεδο ζωής (εργασία, υγεία, μόρφωση, απόκτηση υλικών αγαθών) των κατοίκων μιας χώρας. Το βιοτικό επίπεδο επίσης φαίνεται και από το πόση ενέργεια καταναλώνεται ανά κάτοικο. Βιοτικοί παράγοντες: το σύνολο των οργανισμών (φυτά, ζώα, μικροοργανισμοί) που ζουν σε μια περιοχή. Βιότοπος: ο χώρος που διαθέτει τις απαραίτητες συνθήκες για τη ζωή ορισμένων φυτικών ή ζωικών οργανισμών, το αβιοτικό μέρος ενός οικοσυστήματος (έδαφος, νερό, κλίμα κ.λπ.). Βιοφωσφορισμός: η ικανότητα ορισμένων οργανισμών που ζουν σε μεγάλο βάθος να παράγουν φως (με κάποια όργανα που ονομάζονται φωτοφόρα), με σκοπό να παραπλανούν τους εχθρούς τους ή τα θηράματά τους. Βλάστηση: το σύνολο των φυτών (όχι των φυτικών ειδών) που καλύπτουν μια περιοχή. Ο όρος διαφέρει από τον όρο χλωρίδα (βλ. λέξη). Βοσκοϊκανότητα: ο αριθμός των ζώων που μπορούν να βόσκουν σε μια περιοχή, για ορισμένο χρονικό διάστημα, χωρίς να υποβαθμίσουν το λιβάδι και τους υπόλοιπους φυσικούς πόρους. Γ Γενετική μηχανική: τροποποίηση του γενετικού υλικού (DNA) κάποιων οργανισμών με σκοπό την αλλαγή ορισμένων χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων τους. Γεωργία: η εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο με σκοπό την παραγωγή αγαθών για την κάλυψη βασικών αναγκών, όπως τροφή, ενδυμασία. Γεωργικά φάρμακα: φυσικές και χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των ασθενειών των φυτών που προκαλούνται από έντομα (εντομοκτόνα), παράσιτα (παρασιτοκτόνα) και ζιζάνια (ζιζανιοκτόνα). Γονιμότητα εδάφους: η ικανότητα του εδάφους να εφοδιάζει με θρεπτικά στοιχεία τα φυτά.

Δ Δάσος: οικοσύστημα μιας περιοχής, όπου κυριαρχούν μη καλλιεργούμενα φυτά με ξυλώδη κορμό, τα οποία συνυπάρχουν εκεί με τη χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Δέλτα ποταμών: γλώσσες ξηράς από άμμο που εισέρχονται στην θάλασσα. Δημιουργούνται από υλικά που μεταφέρονται με τη ροή του ποταμού και καταλήγουν και παραμένουν στις εκβολές του. Διάβρωση εδάφους: το αποτέλεσμα της επίδρασης διαφόρων φυσικών παραγόντων (ήλιος, άνεμος, βροχή χιόνι κ.ά), αλλά και βιολογικών παραγόντων (ρίζες, οργανισμοί κ.ά.) πάνω στα πετρώματα και στο έδαφος, με αποτέλεσμα τη μεταφορά τους από μία θέση σε άλλη. Διαπνοή: η αποβολή νερού με τη μορφή υδρατμών από τα ανοίγματα των φύλλων της δασικής βλάστησης. Διάσπαση: η διαδικασία, με την οποία μεγάλα μόρια μετατρέπονται σε μικρότερα, ενώ ελευθερώνεται ενέργεια. Διοξείδιο του θείου (SO 2 ): αέριο άχρωμο, άοσμο σε χαμηλές συγκεντρώσεις, αλλά με έντονη ερεθιστική οσμή σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις. Το διοξείδιο του θείου μπορεί να προκαλέσει σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα στον άνθρωπο αλλά και αλλοιώσεις στη βλάστηση, τα μέταλλα και στα δομικά υλικά. Μεγάλα ποσοστά διοξειδίου του θείου παράγονται από την καύση υλικών για την παραγωγή ενέργειας (π.χ. βιομηχανία, θέρμανση, κ.ά.). Δυναμική ενέργεια: ενέργεια αποθηκευμένη σε ένα σώμα. E Έδαφος: το ανώτατο στρώμα του φλοιού της γης. Είδος: οργανισμός ή οργανισμοί που συγκροτούν ένα φυσικό πληθυσμό ή ομάδα πληθυσμών. Εκβολή ποταμού: είναι το τελικό τμήμα ροής του ποταμού, εκεί που τα νερά του ποταμού καταλήγουν στη θάλασσα. Έλος: περιοχή παροδικά ή μόνιμα κατακλυσμένη με στάσιμα νερά. Ενδημικό είδος: το είδος που ζει μόνο μέσα σε έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, στον οποίο έχει δημιουργηθεί και εξελιχθεί. Ενδοπανίδα: οργανισμοί που ζουν μέσα στον πυθμένα. Ενεργοβόρος: συσκευή ή σύστημα που καταναλώνει μεγάλα ποσά ενέργειας. Εντομοκτόνα: βλέπε γεωργικά φάρμακα. Εξάμμωση: διαδικασία απομάκρυνσης της άμμου από τα υγρά απόβλητα μέσω της καθίζησης. Εξάτμιση: η μεταφορά νερού με τη μορφή υδρατμών από κάθε υγρή επιφάνεια (θάλασσα, λίμνη, ποταμό) προς την ατμόσφαιρα. Επιπανίδα: οργανισμοί που ζουν πάνω στον πυθμένα. Επίφυτα: φυτά που προσκολλώνται στα δέντρα. Ερημοποίηση: η υποβάθμιση του εδάφους, η οποία προκαλείται από ανθρώπινες δραστηριότητες ή την αλλαγή των κλιματικών συνθηκών. Εσχάρωση: διαδικασία απομάκρυνσης μεγάλων και ογκωδών στερεών από τα υγρά απόβλητα με την βοήθεια κόσκινων ή εσχάρων.

Ετερότροφοι οργανισμοί ή καταναλωτές: οργανισμοί που δε φωτοσυνθέτουν και τρέφονται με άλλους οργανισμούς. Ευρύαλοι οργανισμοί: οι οργανισμοί που μπορούν και ζουν σε περιοχές με ένα εύρος αλατότητας (δηλαδή σε νερό αλμυρό, υφάλμυρο ή και γλυκό) και έχουν την ικανότητα να ζουν σε συνθήκες μεταβαλλόμενης αλατότητας. Ευτροφική λίμνη: λίμνη, στην οποία καταλήγουν πολλά λιπάσματα από τα γύρω χωράφια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η λίμνη να έχει πολλά θρεπτικά συστατικά και αυξημένη φυτική βλάστηση, η οποία προκαλεί μειωμένη διαύγεια των νερών. Ευτροφισμός: η αύξηση των θρεπτικών συστατικών που παρατηρείται σε λίμνες, εκβολές, ποτάμια και θάλασσες από φυσικά, αλλά κυρίως από ανθρώπινα αίτια και έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των φυτικών οργανισμών. Συνέπεια αυτού είναι να μην υπάρχει αρκετό οξυγόνο για τα ψάρια και τους υπόλοιπους οργανισμούς δημιουργώντας ένα νεκρό οικοσύστημα. Ευφωτική ζώνη: η επιφανειακή ζώνη της θάλασσας ή της λίμνης, όπου το φως είναι εντονότερο. Ζ Ζιζανιοκτόνα: βλ. γεωργικά φάρμακα. Ζωοβένθος: βλ. βενθικοί οργανισμοί Ζωοπλαγκτόν: βλ. πλαγκτόν. Η Ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία: μορφή ενέργειας που εκπέμπεται από μια πηγή και ταξιδεύει στο χώρο. Ηλιακά συστήματα: συστήματα που παράγουν θερμότητα με ηλιακή ενέργεια. Ηλιακή ακτινοβολία: η ακτινοβολία που εκπέμπεται από τον ήλιο. Θ Θερμίδα (cal): μονάδα μέτρησης ποσών θερμότητας. Θερμική ενέργεια: ενέργεια που οφείλεται στις κινήσεις των μικροσκοπικών σωματιδίων μιας ουσίας. Θερμική ρύπανση: ρύπανση που προκαλείται από την αύξηση της θερμοκρασίας. Θερμοηλεκτρικός σταθμός: σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, γαιάνθρακες ή φυσικό αέριο) για να βράσει το νερό και να δημιουργήσει ατμό. Λέγεται και ατμοηλεκτρικός σταθμός. Θερμοκλινές: η περιοχή, όπου η θερμοκρασία του θαλασσινού νερού αλλάζει απότομα. Θερμοκρασία: ένα μέτρο για το πόσο θερμό ή ψυχρό είναι ένα σώμα. Θίνες: αμμόλοφοι που σχηματίζονται σε αμμώδεις θαλάσσιες ακτές και σε ακτές λιμνών και ποταμών. Θρεπτικά συστατικά: όλες οι ουσίες που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη των οργανισμών.

I Ιχνοστοιχεία: στοιχεία που υπάρχουν στο περιβάλλον σε ελάχιστη ποσότητα και τα οποία είναι απαραίτητα για τους οργανισμούς. Κ Καθίζηση: η διαδικασία της επικάθισης των στερεών στοιχείων στον πυθμένα ενός υγρού. Καταναλωτές: βλέπε ετερότροφοι οργανισμοί. Κατολίσθηση: το φαινόμενο εκείνο, κατά το οποίο μάζες πετρωμάτων ή εδαφών ξεκολλούν από τις πλαγιές βουνών και λόφων και γλιστρούν προς χαμηλότερα σημεία. Κιλοβατώρα (kwh): μονάδα μέτρησης ενέργειας. Μια κιλοβατώρα είναι η ενέργεια που παράγει μια μηχανή ισχύος ενός κιλοβάτ, όταν λειτουργεί επί μια ώρα. Κινητική ενέργεια: η ενέργεια που έχει ένα σώμα λόγω της κίνησής του. Κλίμα: ο μέσος όρος των καιρικών συνθηκών: θερμοκρασία, υγρασία και βροχόπτωση, οι οποίες επικρατούν στον τόπο αυτό, και προκύπτει από μετρήσεις τουλάχιστον τριάντα χρόνων. Κλιματική αλλαγή: η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται για να δηλώσει την αύξηση της θερμοκρασίας ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων εκπομπών βλαβερών αερίων. Κλιματικές αλλαγές μεγάλου μεγέθους έχουν συμβεί στο παρελθόν ως αποτέλεσμα φυσικών μεταβολών (π.χ. παγετώνες). Λ Λεκάνη απορροής: μια ευρύτερη περιοχή συλλογής νερού που περιλαμβάνει ρυάκια, παραπόταμους, ρέματα, χείμαρρους, ποτάμια και μία ή περισσότερες λίμνες. Λιγνίτης: είδος γαιάνθρακα (κοινώς: κάρβουνο). Λιμναίο οικοσύστημα: περιλαμβάνει το βιοτικό (φυτά και ζώα) και το αβιοτικό περιβάλλον (νερό, έδαφος, κλίμα) μιας λίμνης σε συνδυασμό με τις αλληλεπιδράσεις των οργανισμών με το περιβάλλον τους και μεταξύ τους. Λιμνοθάλασσα: έκταση ρηχών αλμυρών ή υφάλμυρων νερών που προστατεύεται από τα κύματα με λωρίδες άμμου ή μεγάλες πέτρες και ενώνεται με τη θάλασσα με στενές διώρυγες. Λιπάσματα: χημικά προϊόντα που περιέχουν θρεπτικά στοιχεία (άλατα αζώτου και φωσφόρου) και χρησιμοποιούνται για να αυξηθεί η γονιμότητα του εδάφους. Λιποσυλλογή: διαδικασία απομάκρυνσης των λιπών και ελαίων από τα υγρά απόβλητα. Μ Μεσοτροφική λίμνη: μια λίμνη με πλούσια φυτική βλάστηση και διαυγές νερό. Μηχανική ενέργεια: είναι η δυναμική και κινητική ενέργεια. Μόλυνση: τύπος ρύπανσης (βλέπε λέξη) που οφείλεται σε παθογόνους μικροοργανισμούς. Οι όροι ρύπανση και μόλυνση δεν πρέπει να συγχέονται. Μονάδα Becquerel (Bq): η ειδική ονομασία της μονάδας ραδιενέργειας. Μονάδα ppb: μονάδα μέτρησης που χρησιμοποιείται για πολύ αραιά διαλύματα. Εκφράζει τα μέρη της διαλυμένης ουσίας που περιέχονται σε ένα δισεκατομμύριο (10 9 ) μέρη διαλύματος.

Μουσώνες: ονομασία που αποδίδεται σε εποχιακούς ανέμους που επικρατούν στην Αραβική Θάλασσα και Ασία και πνέουν για έξι μήνες από τα βορειοανατολικά και έξι μήνες από τα νοτιοανατολικά. Αιτία αυτών των εποχιακών ανέμων είναι η μεγαλύτερη ετήσια μεταβολή της θερμοκρασίας πάνω από την ξηρά σε σχέση με αυτήν πάνω από τον ωκεανό. Το κλίμα χαρακτηρίζεται από μια «ξηρή» (χειμώνας-άνοιξη) και μια «υγρή» περίοδο (καλοκαίρι-αρχές φθινοπώρου). Ν Νευστόν: το μέρος του πλαγκτόν που ζει κοντά στην επιφάνεια του νερού. Νέφος: το ορατό, αισθητό και οξυμένο αποτέλεσμα από τη συγκέντρωση ρύπων στην ατμόσφαιρα. Νηκτόν: οργανισμοί που ζουν στο νερό και μπορούν να κινούνται. Νικοτίνη: ισχυρά τοξική χημική ένωση. Αποτελεί κύριο συστατικό του καπνού του τσιγάρου. Νιτρόφιλα είδη: είδη φυτών που προτιμούν εδάφη πλούσια σε άζωτο. Ξ Ξενικά είδη: είδη που δεν ανήκουν στην πανίδα ή την χλωρίδα μιας περιοχής, δηλαδή δεν είναι αυτόχθονα είδη. Ξηρασία: περίοδος με ασυνήθιστα ξηρό καιρό και τέτοια διάρκεια ώστε να προκαλούνται σοβαρές επιπτώσεις στη γεωργία και άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Ο Οικοθέση ή οικολογικός θώκος: ο ρόλος ενός οργανισμού στο οικοσύστημα. Οικοσύστημα: είναι μια οργανωμένη ενότητα ζωντανών οργανισμών (φυτά, ζώα, μικροοργανισμοί) και αβιοτικών στοιχείων (νερό, έδαφος, αέρας) που ανταλλάσσουν μεταξύ τους ενέργεια, υλικά και πληροφορία, τροφοδοτούμενα από μια πηγή ενέργειας. Οικοτουρισμός: ο τουρισμός που αναπτύσσεται σε οικολογικά αξιόλογες περιοχές και προωθεί την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Ολιγοτροφική λίμνη: μια λίμνη με περιορισμένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά, μειωμένη φυτική βλάστηση και διαυγή νερά. Οξείδια του αζώτου (NOx) : τα οξείδια του αζώτου παράγονται από τη χρήση καυσίμων, κυρίως σε αυτοκίνητα αλλά και σε βιομηχανικούς καυστήρες και σε σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Όξινη βροχή: το φαινόμενο της αύξησης της οξύτητας του νερού της βροχής λόγω της ύπαρξης ρύπων στον ατμοσφαιρικό αέρα Οργανικό υλικό: υλικό φυτικής ή ζωικής προέλευσης που περιέχει οργανικές ενώσεις, δηλαδή ενώσεις με άνθρακα. Ορνιθοπανίδα: το σύνολο των πτηνών μιας περιοχής. Ορυκτά καύσιμα: τα καύσιμα που εξορύσσονται από την γη, όπως το πετρέλαιο, οι γαιάνθρακες και το φυσικό αέριο. Ουράνιο: ραδιενεργό μεταλλικό στοιχείο. Ουσία ETS (environmental tobacco smoke): ρυπαίνουσα ύλη στον αέρα εσωτερικών χώρων από τον καπνό του τσιγάρου.

Π Πανίδα: το σύνολο των ζωικών ειδών μιας περιοχής. Παραγωγοί: βλέπε αυτότροφοι οργανισμοί. Παράκτια ζώνη: η ζώνη που βρίσκεται δίπλα στην ακτή. Περιλαμβάνει χερσαία, υγροτοπικά και θαλάσσια οικοσυστήματα. Παρασιτοκτόνα: βλέπε γεωργικά φάρμακα. Παρόχθια δάση: δάση που σχηματίζονται στις όχθες ποταμών και λιμνών σε έδαφος πλούσιο σε νερό. Πελαγικοί: όλοι οι οργανισμοί που ζουν στο νερό. Περίφυτο: υδρόβια βλάστηση που εμφανίζεται σε υγρότοπους με νερά που ρέουν γρήγορα. Πλαγκτόν: ονομάζονται οι μικροοργανισμοί που ζουν στην επιφάνεια των υδάτινων οικοσυστημάτων και μεταφέρονται επιπλέοντας. Το πλαγκτόν διακρίνεται σε δύο κατηγορίες: το ζωοπλαγκτόν και το φυτοπλαγκτόν. Πληθυσμός: Αποτελείται από άτομα του ίδιου είδους που ζουν στον ίδιο χώρο για το ίδιο χρονικό διάστημα. Πράσινες στέγες (ή οροφόκηποι): οποιοσδήποτε κήπος πάνω από την επιφάνεια της γης, είτε πρόκειται για φύτευση δένδρων - θάμνων είτε για σύνθεση σωμάτων, όπως γλάστρες, ζαρντινιέρες, παρτέρια κ.α. Αποτελεί σύγχρονη τάση στις μεγαλουπόλεις, στα πλαίσια της εκμετάλλευσης των τσιμεντένιων ταρατσών. Πυρηνικός αντιδραστήρας: ανθεκτική κλειστή διάταξη, μέσα στην οποία γίνονται πυρηνικές αντιδράσεις. Ρ Ράδιο: ραδιενεργό μέταλλο που παράγεται από ορυκτά ουρανίου και αντιδρά με το οξυγόνο και το νερό. Ρύπανση: εισαγωγή ρύπων (χημικές ουσίες, θόρυβος, θερμότητα, φως, ενέργεια, ακτινοβολία) στο περιβάλλον που έχει ως αποτέλεσμα την άμεση ή έμμεση αλλαγή των φυσικών ή χημικών ή βιολογικών ιδιοτήτων οποιουδήποτε συστατικού του περιβάλλοντος. Αυτό το φαινόμενο προκαλεί βλάβη ή πιθανή βλάβη στην υγεία, στην ασφάλεια ή στην ευδοκίμηση οποιουδήποτε ζωντανού οργανισμού. Η ρύπανση μετατρέπεται σε μόλυνση, όταν εισάγονται στο περιβάλλον παθογόνοι μικροοργανισμοί που προκαλούν ασθένειες. Ρυπαντής: είναι κάθε χημική ουσία, αλλά και ο θόρυβος, ή ακτινοβολία και άλλα που μπορούν να προκαλέσουν ρύπανση. Ρύποι: χημικές ουσίες και μορφές ενέργειας που επιβαρύνουν το περιβάλλον και τον ανθρώπινο οργανισμό. Σ Σηπτικά απόβλητα: απόβλητα, τα οποία σαπίζουν. Σπονδυλωτά: τα ζώα που έχουν σκελετό. Στενύαλοι οργανισμοί: αυτοί που διαβιούν σε συνθήκες σταθερής αλατότητας (σε αντιδιαστολή με τους ευρύαλους- βλ. λέξη).

Στερεά απόβλητα: ουσίες ή αντικείμενα που εμφανίζονται κυρίως σε στερεά ή ημιστερεά φυσική κατάσταση από τις οποίες ο κάτοχος τους θέλει ή πρέπει να απαλλαγεί. Στόματα: μικροσκοπικά ανοίγματα στην επιφάνεια των φύλλων, κυρίως στην κάτω επιφάνεια, μέσω των οποίων γίνεται η ανταλλαγή των αερίων κατά τη φωτοσύνθεση, την αναπνοή και τη διαπνοή. Στραγγίσματα Χ.Υ.Τ.Α.: πρόκειται για νερά (συνήθως βρόχινο νερό), που έχουν περάσει μέσα από τα στερεά απόβλητα (σκουπίδια) των Χ.Υ.Τ.Α. (βλ. λέξη), με αποτέλεσμα να έχει συμπαρασύρει βιολογικά και χημικά συστατικά των στερεών αποβλήτων. Συλλέκτης (ηλιακός): ορθογώνιο μεταλλικό πλαίσιο με κυψελίδες που χρησιμοποιείται για να συλλέγει τις ηλιακές ακτίνες. Είναι συνδεδεμένο με κατάλληλα όργανα μετατροπής της ηλιακής ενέργειας σε ηλεκτρική, θερμική (π.χ. ηλιακός θερμοσίφωνας). Συστάδα: τμήμα δασικής έκτασης, το οποίο διαφέρει από το υπόλοιπο δάσος που το περιβάλλει και έχει τόση έκταση, ώστε να αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερου δασοκομικού χειρισμού. Τ Ταμιευτήρας: τεχνητή λίμνη, στην οποία συγκεντρώνεται νερό για την τροφοδοσία υδροηλεκτρικών, υδρευτικών ή αρδευτικών δικτύων. Τέλμα: εποχιακή ρηχή έκταση με στάσιμα νερά. Τεχνητό λιβάδι: έκταση γης που στην οποία καλλιεργούνται κτηνοτροφικά φυτά μετά από προετοιμασία του εδάφους με όργωμα, λίπανση και πότισμα. Συλλέγεται με θερισμό ή με επιτόπου βόσκηση από κτηνοτροφικά ζώα και ανανεώνεται πάλι με σπορά. Τζάουλ (J): η μονάδα ενέργειας. Τοξικότητα: Ο βαθμός επικινδυνότητας μιας χημικής ουσίας για την ανθρώπινη υγεία και τα οικοσυστήματα. Τροφική αλυσίδα: η αλληλουχία οργανισμών που συνδέονται μεταξύ τους με τροφικές εξαρτήσεις. Οι τροφικές αλυσίδες διασυνδέουν μεταξύ τους ποικίλες ομάδες οργανισμών με μεταφορές της τροφής από τα φυτά στα φυτοφάγα ζώα και από εκεί στα σαρκοφάγα και στα παμφάγα. Υ Υγρά απόβλητα: τα υγρά παραπροϊόντα φυσικών, χημικών ή/και βιολογικών διεργασιών. Υγρότοποι: περιοχές φυσικές ή τεχνικές που επηρεάζονται τόσο από το έδαφος όσο και από το νερό. Υδατοϊκανότητα: η ικανότητα του εδάφους να συγκρατεί μια ορισμένη ποσότητα νερού Μέρος αυτού του νερού αποδίδεται στα φυτά. Υδατοκαλλιέργεια: εκτροφή θαλάσσιων ειδών και ειδών του γλυκού νερού σε οργανωμένες μονάδες με σκοπό την παραγωγή προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας με χαμηλό κόστος. Υδρατμός: το νερό όταν βρίσκεται σε αέρια κατάσταση. Υδραυλικός χρόνος παραμονής: ο χρόνος που απαιτείται για να ξαναγεμίσει μια άδεια λίμνη μέσω της φυσικής ροής των νερών που την τροφοδοτούν.

Υδραυλικός: αυτός που έχει σχέση με τη διοχέτευση νερού και τη χρησιμοποίησή του σε μηχανικά έργα // ο ανθεκτικός στην επίδραση του νερού. Υδρογονάνθρακες (Hydrocarbons): οργανικές ενώσεις που αποτελούνται από άτομα άνθρακα και υδρογόνου. Εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα τόσο από φυσικές όσο και από ανθρώπινες πηγές. Φυσικές πηγές είναι κυρίως η σήψη (σάπισμα) οργανικής ύλης και η βλάστηση. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εκπομπών από τον άνθρωπο προέρχεται από την καύση ορυκτών καυσίμων και από διυλιστήρια πετρελαίου. Αποτελούν κύριο συστατικό του νέφους. Υδρογραφικό δίκτυο: το σύνολο των ποταμών, ρυακιών και χειμάρρων σε μια περιοχή. Υδροηλεκτρικός σταθμός: σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη τις υδατοπτώσεις, την ορμή του νερού κατά την κίνηση ή την πτώση του. Υδροκυάνιο: δραστικό δηλητηριώδες υγρό, οξύ. Υδρολογικός κύκλος: η φυσική διαδρομή του νερού από την ατμόσφαιρα στην επιφάνεια της γης, απ όπου εξατμίζεται και επιστρέφει στην ατμόσφαιρα με τη μορφή υδρατμών. Η εξάτμιση επιτυγχάνεται με τη βοήθεια της ηλιακής ακτινοβολίας. Οι υδρατμοί που φτάνουν στην ατμόσφαιρα δημιουργούν τα σύννεφα που ψύχονται, υγροποιούνται και πέφτουν στη γη με τη μορφή βροχής, χιονιού ή χαλαζόπτωσης. Υδροστρόβιλος: μηχάνημα που μετατρέπει τη δύναμη του νερού σε κινητήρια δύναμη. Υδρόσφαιρα: περιλαμβάνει το νερό σε υγρή κατάσταση, επιφανειακό και υπόγειο, τον πάγο (πάγοι των πόλων ή εδαφικός πάγος) και το νερό σε κατάσταση ατμών στην ατμόσφαιρα. Υπεραλίευση: αλίευση / ψάρεμα μεγάλων ποσοτήτων. Υποβάθμιση φυσικών πόρων: η ποιότητα αυτών που παίρνει ο άνθρωπος από τη φύση (αέρας, γόνιμο έδαφος, επιφανειακά νερά κ.α.), για να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, μειώνεται εξαιτίας της άλογης συμπεριφοράς του στη γη. Υπομεγέθη: μικρά άτομα που δεν έχουν φτάσει ακόμα σε αναπαραγωγικό στάδιο. Φ Φαινόμενο θερμοκηπίου: είναι ένα φυσικό φαινόμενο, απαραίτητο για την ύπαρξη ζωής στον πλανήτη. Μερικά μόρια της ατμόσφαιρας επιτρέπουν την διέλευση της ακτινοβολίας προς τη γη και απορροφούν και επανεκπέμπουν προς το έδαφος ένα μέρος της ακτινοβολίας που εκπέμπεται από την επιφάνεια της γης. Αυτή η παγίδευση της ακτινοβολίας μοιάζει με τη λειτουργία ενός θερμοκηπίου και είναι γνωστό ως φαινόμενο του θερμοκηπίου, χωρίς το οποίο θα είχαμε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Άρχισε να αποτελεί πρόβλημα, όταν ο άνθρωπος εκπέμποντας υπερβολικά μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα και άλλων ενώσεων, έκανε πολύ έντονο το φαινόμενο, με αποτέλεσμα την αύξηση της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας. Φέρουσα ικανότητα: ο αριθμός δραστηριοτήτων που μπορεί να υποστηρίξει ένα οικοσύστημα χωρίς να υποστεί μη ανατρέψιμες μεταβολές, βλάβες. Φράγμα: κάθε τεχνικό έργο που φράσσει τη δίοδο σε ρέοντα ή επιφανειακά νερά εγκλωβίζοντας τα σε μια τεχνητή υδατοσυλλογή (τεχνητή λίμνη). Φυσικό λιβάδι: ποώδης, ξυλώδης ή μικτή φυτοκοινωνία που αναπτύσσεται φυσικά πάνω σε μία εδαφική επιφάνεια, βοσκείται επιτόπου από κτηνοτροφικά ή θηραματικά ζώα και ανανεώνεται με φυσική σπορά. Φυτοβένθος: βλ. βενθικοί οργανισμοί.

Φυτοπλαγκτόν: βλ. πλαγκτόν. Φωτοσύνθεση: διεργασία, κατά την οποία τα φυτά συνθέτουν οργανικά μόρια (γλυκόζη) από νερό και διοξείδιο του άνθρακα με την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας. Αποτελεί την κύρια διεργασία παραγωγής οξυγόνου στο γήινο περιβάλλον. Χ Χλωρή λίπανση: λίπανση του εδάφους με φυτικά υπολείμματα. Χλωρίδα: το σύνολο των φυτικών ειδών μιας περιοχής. Χούμος: οργανική ουσία που βελτιώνει τις ιδιότητες του εδάφους και αυξάνει σημαντικά τη γονιμότητά του. Η οργανική ουσία προέρχεται από νεκρά φυτικά και ζωικά υλικά. Χρωματοφόρα: εξειδικευμένα κύτταρα της επιδερμίδας, με τα οποία ορισμένα είδη ψαριών μπορούν να αλλάζουν συνεχώς τον χρωματισμό τους. ΧΥΤΑ (Χώρος Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων): ένας ειδικά επιλεγμένος, διαμορφωμένος και εξοπλισμένος χώρος στον οποίο πραγματοποιείται ελεγχόμενη απόθεση των απορριμμάτων. Ψ Ψαμμόν: οργανισμοί που ζουν ανάμεσα στους κόκκους της άμμου.