ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ

Σχετικά έγγραφα
ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

και τους δύο (2) μήνες για την νησιωτική, με τη συναίνεση του κατόχου του, που δηλώνει την εισαγωγή του. Εάν ο δηλών δεν επιθυμεί να παραμείνει το

ΣτΕ 1720/2012 [Νόμιμη απόφαση μη χαρακτηρισμού ως μνημείου συγκροτήματος κτιρίων («Μύλος») στη Θεσσαλονίκη]

ΣΤΕ. 1587/2010 Τμήμα Ε Θέμα : Aνακατασκευή κτίσματος στην Ύδρα.

ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου]

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΣτΕ 2341/2009 Τμ. Ε [Ακίνητα περιοχής Μακρυγιάννη - ΔΣ Γρανάδας] Πρόεδρος: Κ. Μενουδάκος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

ΣΤΕ 2707/2018 [ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΣΙΩΠΗΡΗ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΊΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ 'Η ΕΞΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ]

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας

Ανοιχτή προκήρυξη του διεθνούς φωτογραφικού διαγωνισμού με θέμα: «Καταστροφή των μνημείων της Χριστιανικής Ανατολής»

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΕΤΟΥΣ 1987)

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( )

Η ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΥΔΑΤΟΡΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ (ΦΕΚ Α 153/ ) Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ

ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ.

ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΑ (Ν. 3028/ 2002, για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς)

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΣτΕ 1331/2018 [Μη νόμιμη άρση απαλλοτρίωσης για επέκταση μουσείου]

Ι. ΓΕΝΙΚO MEΡOΣ Α. Το γενικό πλαίσιο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (αριθ. 7)

Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα

ΣτΕ 655/2017 [Κατάργηση φάρου και ίδρυση νέου (φανού) σε αρχαιολογικού χώρο]

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

στο σχέδιο νόµου «Κύρωση του Μνηµονίου Συνεργασίας

Κατηγορία 14 : είδη επίπλωσης διακοσμητικά και μεταχειρισμένα : Ecu, μουσικά όργανα : Ecu, όλα τα άλλα είδη : Ecu.

«...ανέφερα εγγράφως...» Διάρκεια Έκθεσης: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

Η Αθήνα είναι µια πόλη η οποία χαρακτηρίζεται από ιστορική συνέχεια. Kατοικείται από την εποχή του λίθου, αναπτύσσεται και επιβιώνει µέχρι και

ΣτΕ 447/2016 [Χρονολόγηση παλαιού κτίσματος από το Υπ. Πολιτισμού]

Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονοµιάς. Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΑΔΑ: ΒΕΝ3Γ-ΕΔΚ Ημ. Πρωτοκόλλησης: Αριθμ. Πρωτ.: ΥΠΑΙΘΠΑ-ΓΓΠ/ΓΔΑΠΚ/75048/36535 ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (Αριθ. 7)

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι. Άρθρο 1. Άρθρο 2. Άρθρο 3. Άρθρο 4

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας.

ΘΕΜΑ : Ρύθμιση θεμάτων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 47 του ν. 3028/2002 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΧΡΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε

Κωδικοποίηση 2017 Μάρτιος ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ (ΦΕΚ Α 153/ )

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων Άδεια παράστασης» Ι. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων

ΤΕΕ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ. Ν. 1597/1986, Προστασία και ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης, ενίσχυση της ελληνικής κινηματογραφίας και άλλες διατάξεις.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Η. Φορολογία Νομικών Προσώπων και Νομικών Οντοτήτων Σελ Αντικείμενο της φορολογίας εισοδήματος Νομικών Προσώπων

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3911/92 του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1992 σχετικά με την εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΑΙΤΗΣΗ

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 2 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ Δ/ΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΟΜΗΣΗΣ - ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΟΜΗΣΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ιστορία της προστασίας του εμπορικού σήματος

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: 3) «αιτούν κράτος-μέλος»: το κράτος-μέλος από το έδαφος του οποίου έχει

Βασιλική Παπαγεωργίου. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών

της επαγγελματικής ελευθερίας και της προστασίας του ανταγωνισμού. Διατάξεις πο υ

Ανακαλύπτοντας την άυλη πολιτιστική κληρονομιά με αφορμή ένα έθιμο (Το παράδειγμα του εθίμου των Μωμόγερων στην περιοχή της Κοζάνης)

Εισαγωγή στο ίκαιο των Πληροφοριακών Συστημάτων, των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και του ιαδικτύου Α.Μ Χριστίνα Θεοδωρίδου 2

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΝΟΜΟΣ: 2148/1993 ΦΕΚ: Α 96/

Ποιο άτομο θεωρείται παιδί;

Σχεδιάζοντας μία εκπαιδευτική περιήγηση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΣτΕ 150/2018 [Παράνομη απόρριψη αίτησης για έγκριση κατά παρέκκλιση χρήσης τουριστικού καταλύματος στο παραδοσιακό τμήμα του Ναυπλίου]

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΠΕΛΛΑΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΤΗΣ 8 ΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΖΩΗΣ ΔΗΜΟΥ ΕΔΕΣΣΑΣ ΣΤΙΣ 21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014

ΣτΕ 1377/2016 [Εξαίρεση από την κατεδάφιση οικοδομής μετά την ακύρωση της οικοδομικής άδειας]

Προσχέδιο έργου Ανάδειξης των Καταλόγων και της Βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Καρακάλλου (Δεκέμβριος 2008)

ΕΤΟΣ 2018 / ΤΕΥΧΟΣ 4. Δήμητρα Πάσσιου. Η φορολογική μεταχείριση των εμπιστευμάτων (trusts) και των αλλοδαπών ιδρυμάτων (foundations)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Άρθρο. Τροποποιήσεις προσθήκες στο ν.998/1979 (Α 289) 1. Στην παρ. 4 του άρθρου 45 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:

Transcript:

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΟΙ ΚΥΡΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΕΡΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ υπό Δήμητρας Παπαχρήστου Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Άννα Αποστολίδου Κομοτηνή Μάιος 2016 1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ...... 2 2 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ......... 3 3 Ο ΝΟΜΟΣ 3028/ 2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς»... 7 3.1 Το προστατευόμενο έννομο αγαθό...... 8 - Πολιτιστικά αγαθά...... 11 - Μνημεία...... 12 3.2 Η κατοχή μνημείου...... 21 4. ΟΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ του Ν 3028/2002... 24 4.1 Κλοπή μνημείου... 28 4.2 Υπεξαίρεση μνημείου... 39 4.3 Αποδοχή και διάθεση μνημείων που αποτελούν προϊόντα εγκλήματος... 47 4.4 Φθορά μνημείου... 54 4.5 Φθορά μνημείου από αμέλεια... 62 4.6 Παράβαση της υποχρέωσης δήλωσης μνημείου.... 63 4.7 Παράνομη μεταβίβαση μνημείου... 68 4.8 Παράνομη εμπορία μνημείων... 71 4.9 Παράνομη ανασκαφή ή άλλη αρχαιολογική έρευνα... 75 4.10 Παράνομη χρήση ανιχνευτή μετάλλου... 77 4.11 Παράνομη Εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών...... 78 4.12 Παράνομη Εισαγωγή πολιτιστικών αγαθών... 79 4.13 Παράνομη μη επιστροφή πολιτιστικών αγαθών... 83 4.14 Παράνομη επέμβαση ή εκτέλεση έργου... 85 4.15 Πλημμελής φύλαξη, διατήρηση ή συντήρηση μνημείου... 93 5. ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ... 94 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 96 2

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - Γκαζή Α. Νούσια Τ., Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο, τ. Γ, ΕΑΠ, Πάτρα 2003 - Δημήτραινας Γ., Αποδοχή & Διάθεση προϊόντων εγκλήματος, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 1998 - Δωρή Ε.: «Το δίκαιον των αρχαιοτήτων», Σάκκουλας, 1985 - Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίου Δικαίου Η πολιτιστική Κληρονομιά και το Δίκαιο, εκδόσεις Σάκκουλα, 2004 - Καρύμπαλη _ Τσιπτσιου Γ. Τα μνημεία και η κατοχή τους, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2004 - Καρύμπαλη _ Τσιπτσιου Γ. Νομικό Καθεστώς Μνημείων, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2009 - Κοκκού Α., Η μέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία, Ερμής, Αθήνα 1977 - Κονταξής Αθ Ποινικός Κώδικας, έκδοση Γ - Μανωλεδάκης Ι, Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, Εκδόσεις Σάκκουλα 2000 - Μανωλεδάκης Ι /Ν. Μπιτζιλέκης, Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, Εκδόσεις Σάκκουλα 2004 - Μυλωνόπουλος Χ, Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2006 - Μυλωνόπουλος Χ., Ποινικό Δίκαιο, Ειδικό μέρος, Τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας, Εκδόσεις Σάκκουλα 2006 - Παπαγεωργίου Δ Ποινική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς Εταιρεία Νομικών Βορείου Ελλάδος 2006 - Παπαπετρόπουλος Δ Νόμος 3028/2002 Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, 2006 - Παύλου Σ. Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι 2012 - Παύλου Σ., Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2006 - Σκουρή- Τάχου Ειδ Δίκαιο τεύχος 5 «Δίκαιο Προστασίας του Περιβάλλοντος» εκδ Ε, 1998 - Σκουρής Π- Τροβά Ε Προστασία Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2003 - Χαραλαμπάκης Α. Διάγραμμα Ποινικού Δικαίου Εκδόσεις Σάκκουλα, 1999 3

«Είχα δυο αγάλματα περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο ατόφια φαίνονταν οι φλέβες τόση εντέλειαν είχαν. Όταν χάλασαν τον Πόρον, τα χαν πάρη κάτι στρατιώτες και εις τ Άργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων χίλια τάλλαρα γύρευαν. Άντεσε κ εγώ εκεί, πέρναγα πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα «Αυτά και δέκα χιλιάδες τάλλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτήτε να βγουν από την πατρίδα μας. Δι αυτά πολεμήσαμεν». (Βγάζω και τους δίνω τρακόσια πενήντα τάλλαρα.) κι όταν φιλιωθούμεν με τον Κυβερνήτη, (ότι τρωγόμαστε), τα δίνω και σας δίνει ό,τι του ζητήσετε διά να μείνουν εις την πατρίδα απάνου». Και τα χα κρυμμένα. Τότε με την αναφορά μου τα πρόσφερα του Βασιλέως να χρησιμέψουν διά την πατρίδα» Απομνημονεύματα του οπλαρχηγού Μακρυγιάννη. 1

1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πολιτιστικό περιβάλλον μπορεί να θεωρηθεί ένα μεγάλο τμήμα του ανθρώπινου βίου, το σύνολο σχεδόν της ιστορίας ή αντίστοιχα ένα τμήμα ορισμένων δραστηριοτήτων που εκφράζονται μέσα από συγκεκριμένα έργα. Η αρχή της «πολιτιστικής κληρονομιάς» σκοπεύει να διασώσει τα σημαντικά ανθρωπογενή συστήματα δηλαδή τα πολυτιμότερα μνημεία, αρχιτεκτονικά σύνολα και τόπους. Η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς αποβλέπει στην εξασφάλιση της σταθερότητας και της ιστορικής συνέχειας του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και μέσω αυτής της πολιτιστικής ταυτότητας του ανθρώπου, που διαφορετικά θα κινδύνευε από τις συνεχείς αλλαγές. Την επιθυμία για διατήρηση της ιστορικής μνήμης και τη δημιουργία εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας εκφράζουν τα Συντάγματα μέσα από την έννοια του Έθνους. Το «Έθνος» συνιστά μια συνισταμένη αρχών, ιδεών και πολιτισμού που εκφέρονται μέσα από τα Συντάγματα και τους θεσμούς Το Σύνταγμα του 1975 στο άρθρο 24 παρ 1 και 6 ρύθμισε για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη την έννοια του πολιτιστικού περιβάλλοντος «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξη του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. 6. Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών» Με το άρθρο 24 παρ 1 και 6 του Συντάγματος, ο συνταγματικός νομοθέτης, αναγνωρίζοντας τη σημασία της διαφύλαξης της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας καθιέρωσε για πρώτη φορά αυξημένη προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, η οποία έχει ως περιεχόμενο αφενός τη διατήρηση στο διηνεκές των μνημείων και λοιπών στοιχείων κάθε είδους τα οποία προέρχονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και συνθέτουν την ιστορική, καλλιτεχνική, τεχνολογική και γενικώς την πολιτιστική κληρονομιά και αφετέρου τη δυνατότητα επιβολής γενικών περιορισμών ή επιβολής 2

ειδικών μέτρων για την αποφυγή οποιασδήποτε βλάβης, αλλοίωσης ή υποβάθμισης του χώρου ο οποίος περιβάλλει τα μνημεία 1 Η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος επιτελεί τρεις λειτουργίες 1) αποβλέπει στη συντήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς 2) αποβλέπει σε υψηλή ποιότητα ζωής εν όψει και σύγχρονων πολιτιστικών αξιών (παρόν) και 3) επιδιώκει τη συνέχιση του σύγχρονου πολιτισμού ως πολιτιστικής κληροδοσίας (μέλλον) 2 Σε κάθε όμως περίπτωση, όταν οι επιβαλλόμενοι από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και των διατάξεων του Ν. 3028/2002 περιορισμοί συνιστούν ουσιώδη δέσμευση της ιδιοκτησίας, η οποία πλήττει τον πυρήνα του δικαιώματος, γεννάται ευθέως από το ίδιο το Σύνταγμα υποχρέωση της Διοικήσεως να αποζημιώσει τον θιγόμενο ιδιοκτήτη 3 Η Ελλάδα είναι μια χώρα που κατέχει προνομιακή θέση στο παγκόσμιο πολιτιστικό απόθεμα. Ένας νόμος για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, πέρα από την εσωτερική σημασία του, εκπέμπει και ένα διεθνές μήνυμα, ένα μήνυμα πλήρους σεβασμού και ενσωμάτωσης των κανόνων και των αρχών του Διεθνούς Δικαίου σε σχέση με τη μεταχείριση των πολιτιστικών αγαθών 4 2. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Ο σύνδεσμος του ανθρώπου με το παρελθόν του και η σημασία ορισμένων ανθρώπινων έργων, τα οποία σηματοδοτούν τη σχέση του ανθρώπου με το χρόνο, είναι σημαντικά στοιχεία της ανθρώπινης ιστορίας. Σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες φρόντιζαν να κοσμούν το περιβάλλον και το χώρο με έργα που θα τους καθιέρωναν ως άφθαρτους στο χρόνο. Το ενδιαφέρον για τη συλλογή και τη διαφύλαξη θησαυρών του παρελθόντος πρωτοεκδηλώνεται στην ελληνιστική περίοδο. 1 Ολ ΣτΕ 2801/1991, ΟλΣτΕ3146/1986 2 Σκουρή- Τάχου, Ειδ Δίκαιο, τεύχος 5 «Δίκαιο Προστασίας του Περιβάλλοντος» εκδ Ε, 1998 3 Ολ ΣτΕ 1097/1987, ΣτΕ 727/2002 δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ, ΣτΕ 1822/2001 δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ 4 Αιτιολογική Έκθεση του Ν 3028/2002, σελ 1. 3

Η έννοια του «αρχαίου», ως δείγμα ενός προγενέστερου πολιτισμού, ο οποίος έδρασε σε ένα τόπο, υπήρχε ήδη κατά την περίοδο της λεγόμενης σήμερα «κλασσικής αρχαιότητας». Κατά την περίοδο αυτή υπήρχαν δημόσιες συλλογές αντικειμένων, οι οποίες εκτίθεντο κατά κανόνα σε κάποιο δημόσιο κτίριο ή ιερό, και αποτελούσαν αντικείμενο θαυμασμού για την αισθητική, την ιστορική ή την θρησκευτική αξία των αντικειμένων τους. Άλλωστε, η θρησκευτική λατρεία των προγόνων αποτελεί κοινό σημείο στην κουλτούρα των περισσότερων αρχέγονων κοινωνιών και απαντάται ακόμη και σήμερα σε ομάδες που διατηρούν τη δομή και τα χαρακτηριστικά των αρχαϊκών κοινωνικών σχηματισμών (π.χ. σε ιθαγενείς φυλές της Αφρικής και της Αυστραλίας). Ορόσημο στην ιστορία του μουσειακού θεσμού αποτέλεσε η ίδρυση του Μουσείου της Αλεξάνδρειας, τον 3ο αιώνα π.χ., από τον Πτολεμαίο Α, με σκοπό την έρευνα και τη μελέτη. Το μουσείο δε διέθετε συλλογές αντικειμένων προς έκθεση, παρά μόνο κάποια δείγματα φυσικής ιστορίας για διδακτικούς λόγους. Αποτέλεσε κυρίως ένα κέντρο έρευνας και μετάδοσης γνώσης, εγκαινιάζοντας έτσι μια έννοια του θεσμού η οποία θα αποτελούσε την κεντρική ιδέα του μουσείου σε πολύ μεταγενέστερες εποχές. Η ιδιαίτερη αξία του έγκειται στο γεγονός ότι υπήρξε το πρώτο οργανωμένο πολιτιστικό ίδρυμα, μαζί με την Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, που ιδρύθηκε για την προαγωγή της επιστήμης. Στους ρωμαϊκούς χρόνους, παρ όλο που υπήρχαν δημόσιοι χώροι για την έκθεση συλλογών έργων τέχνης, ο όρος μουσείο παρέπεμπε κυρίως σε χώρους φιλοσοφικών συζητήσεων. Μετά την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, και στα πλαίσια της φιλοδοξίας του Κωνσταντίνου να δημιουργήσει μια Νέα Ρώμη, η πόλη διακοσμήθηκε με έργα τέχνης και αγάλματα που μεταφέρθηκαν εκεί από όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας και μεταβλήθηκε έτσι σε ένα απέραντο μουσείο. Εντούτοις, οι συλλογές που συναντάμε στη βυζαντινή εποχή είναι ελάχιστες 5 Η προστασία των αρχαιοτήτων στους νεώτερους χρόνους αποτέλεσε μέριμνα των φορέων συγκρότησης της ελληνικής συνείδησης, προτού ακόμη συνταχθεί επίσημα το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Από τις αρχές του 19ου 5 Γκαζή Α. Νούσια Τ., Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο, τ. Γ, ΕΑΠ, Πάτρα 2003, σ. 20. 4

αιώνα, οι Έλληνες λόγιοι της Διασποράς, επεδίωξαν να αφυπνίσουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων για τα επιτεύγματα των αρχαίων προγόνων τους όχι μόνο με παραινέσεις, που στόχευαν στον περιορισμό της αρχαιοκαπηλίας, αλλά και διατυπώνοντας συγκεκριμένες προτάσεις. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η πρόταση του Αδαμάντιου Κοραή για την ίδρυση ενός Ελληνικού μουσείου (1807) με υπεύθυνους επιστάτας για την επιστημονική καταγραφή και συγκέντρωση χειρογράφων και κάθε είδους αντιπροσωπευτικών δειγμάτων της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Οι ενέργειες που προτείνει ο Κοραής στο υπόμνημά του σχετίζονται με τη συλλογή, διάσωση και αντιγραφή αρχαίων ελληνικών χειρογράφων και την παράδοση των σωζόμενων χειρογράφων στην Ιερά Σύνοδο ή σε ανθρώπους του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως εκπροσώπους του ελληνικού Έθνους. Επίσης, προτείνεται η ίδρυση ενός «Ελληνικού Μουσείου» (ως τόπο ίδρυσης προτείνει τη Χίο) όπου θα φυλάσσονται και θα μελετώνται τα αντίγραφα των χειρογράφων, καθώς και άλλες αρχαιότητες, η συγκέντρωση και επιμελής καταγραφή των ελληνικών αρχαιοτήτων στο εν λόγω Μουσείο και ο διορισμός κατάλληλων επιστατών του Μουσείου, οι οποίοι θα είναι επιφορτισμένοι με την προστασία των αρχαιοτήτων, η χρηματοδότηση του ιδρύματος και των εργασιών του με δωρεές και κληροδοτήματα πλουσίων ευεργετών αλλά και με τακτικές εισφορές από τον λαό 6 Πρακτικούς στόχους, εναρμονισμένους με την ελληνική πραγματικότητα εκείνης της εποχής, είχε και η Φιλόμουσος Εταιρεία, η οποία ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1813. Πρωταρχικό της μέλημα ήταν, όπως αναφέρεται στο καταστατικό της, η βελτίωση της παιδείας των υπόδουλων Ελλήνων και η διάσωση της αρχαιολογικής κληρονομιάς από τη φθορά και τη διαρπαγή. Οι παραπάνω στόχοι θα μπορούσαν να επιτευχθούν κυρίως με την ίδρυση σχολείων, βιβλιοθηκών και μουσείων. Μία από τις σημαντικότερες ενέργειες της Φιλομούσου Εταιρείας σχετιζόταν με τη δημιουργία μουσείου στον ιερό βράχο της Ακρόπολης των Αθηνών, η οποία ωστόσο παρέμεινε άκαρπη. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επαναστάσεως (1821-1829) οι κυβερνήσεις δεν αμέλησαν να λάβουν μέτρα για τις αρχαιότητες. Διάταγμα της 6 Κοκκού Α., Η μέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία, Ερμής, Αθήνα 1977, σ. 28 5

10.02.1825 ορίζει την περισυλλογή και φύλαξή τους σε σχολεία και άλλο της 22.02.1826 προβλέπει μέτρα για την εξασφάλιση των μνημείων των Αθηνών. Το ΙΗ άρθρο του Συντάγματος της Γ Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνος ορίζει ότι ο Διοικητής χρεωστεί να φροντίζη να μην πωλώνται ή να μην μεταφέρωνται εκτός της Επικρατείας αι Αρχαιότητες. Ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, ο Ιωάννης Καποδίστριας, έδειξε επίσης προσωπικό ενδιαφέρον για την προστασία των αρχαιοτήτων και την ανάπτυξη της αρχαιολογικής έρευνας. Προέβη σε μια σειρά από ενέργειες, οι οποίες συμβάδιζαν με τα γενικότερα αιτήματα μεγάλης μερίδας των μορφωμένων Ελλήνων της εποχής εκείνης. Μεταξύ άλλων διόρισε Έκτακτους Επιτρόπους, δηλαδή διοικητές, στις επαρχίες, οι οποίοι ασχολούνταν ενεργά με τη συγκέντρωση και τη διάσωση των αρχαιοτήτων, ακόμα και με τη διεξαγωγή ανασκαφών, απαγόρευσε με διάταγμα (2400/12.5.1928) την εξαγωγή αρχαιοτήτων από την ελληνική επικράτεια και μερίμνησε για την ίδρυση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στην Αίγινα (1829). Τα πρώτα συγκεντρωμένα αρχαία ευρήματα προέρχονταν από τις Κυκλάδες και φυλάσσονταν σε ένα τμήμα του Ορφανοτροφείου 7. Άλλος σημαντικός σταθμός στην πορεία της αρχαιολογικής έρευνας στην Ελλάδα υπήρξε η ίδρυση της Αρχαιολογικής Εταιρείας (1837), με έδρα την Αθήνα. Μια ομάδα φιλάρχαιων Αθηναίων προχώρησε στη δημιουργία ενός σωματείου με κοινωφελή χαρακτήρα, το οποίο ήταν προσανατολισμένο στην ανακάλυψη και ανάδειξη της αρχαιοελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς. Στο πλαίσιο της προσπάθειας της Εταιρείας για τη δημιουργία μιας οργανωμένης αρχαιολογικής συλλογής, οι συλλογές της στεγάστηκαν αρχικά σε αίθουσα του νεοσύστατου Πανεπιστημίου (1858-1865), λίγο αργότερα μεταφέρθηκαν στο Βαρβάκειο Λύκειο (1862-1882) και τελικά κατέληξαν στο Πολυτεχνείο (1878-1893). Η έκθεση του Πολυτεχνείου αποτέλεσε το πρώτο συστηματικά οργανωμένο μουσείο στην Ελλάδα. Tο πρώτο συστηματικό και συγκροτημένο νομικό κείμενο για την προστασία των αρχαίων είναι ο νόμος της 10/22-5-1834 της Αντιβασιλείας «περί των επιστημονικών και τεχνολογικών συλλογών, περί ανακαλύψεως και διατηρήσεως των αρχαιοτήτων και της χρήσεως αυτών» (έργο του Maurer), ο 7 Δωρή Ε.: «Το δίκαιον των αρχαιοτήτων», Σάκκουλας, 1985, σελ. 27-28. 6

οποίος στη συνέχεια αντικαταστάθηκε το 1899 από το νόμο ΒΧΜΣΤ'. Η βασική καινοτομία του νόμου αυτού, ίσως υπό την επήρεια της αυστηρής γαλλικής νομοθεσίας, είναι το άρθρο 1 σχετικά με την κυριότητα των αρχαίων που ανήκουν πλέον αποκλειστικά στο κράτος. Ο νόμος αυτός του έτους 1899 συμπληρώθηκε ή τροποποιήθηκε με μία σειρά νόμων (Ν.491/1914, Ν.2447/20, Ν.Δ. της 12/16-6-1926, Ν.4823/30), ώσπου το 1932 τροποποιήθηκε από το Ν 5351/1932. Μέχρι το έτος 1971 αρμόδιος κρατικός φορέας για τα πολιτιστικά θέματα ήταν το Υπουργείο Παιδείας και για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη δεκαετία του 1960 το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης. Επιπλέον για τη φροντίδα της πολιτιστικής κληρονομιάς συστάθηκε το 1833 η κρατική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Σταδιακά όμως το Ελληνικό Κράτος άρχισε να συνειδητοποιεί την αναγκαιότητα ύπαρξης μιας κρατικής υπηρεσίας που θα ασχολούνταν αποκλειστικά με τον τομέα του πολιτισμού, καθώς άρχισε να αντιμετωπίζει ένα ολοένα και ευρύτερο φάσμα πολιτιστικών αναγκών. Έτσι λοιπόν με το Νομοθετικό Διάταγμα 957/1971 ιδρύεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα Υπουργείο με αποκλειστική αρμοδιότητα τον πολιτισμό, το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών. 3. Ο Ν. 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» Η προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος οργανώνεται και εξειδικεύεται πλέον με τις διατάξεις του ν. 3028/2002, ο οποίος αποτελεί ένα ειδικό νομοθέτημα για την πολιτιστική κληρονομιά στην ελληνική έννομη τάξη και μάλιστα ένα συστηματικό και ολοκληρωμένο νομοθέτημα για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, αφού μέχρι την ισχύ του ως άνω νόμου, η ελληνική έννομη τάξη δεν διέθετε ενιαία νομοθετική ρύθμιση για την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς διήπετο από δέσμη νομοθετημάτων από τα οποία τα σημαντικότερα είναι ο Κ. Ν 5351/1932 «περί αρχαιοτήτων» και ο Ν 1469/1950 «περί προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενεστέρων του 1830» Παράλληλα ίσχυαν διάφορες διατάξεις, οι οποίες δεν περιλαμβάνονταν στην κωδικοποίηση του 1932, 7

διεθνείς συμβάσεις τις οποίες είχε κυρώσει η Ελληνική Πολιτεία και διατάξεις που βρίσκονταν διάσπαρτες στη νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος (Ν 1650/1986), την πολεοδομική νομοθεσία (Ν 944/1979 περί οικιστικών περιοχών, Ν 1337/1983 για την επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων, Ν 1577/1985 ΓΟΚ) και στη νομοθεσία περί οικονομικών κινήτρων, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερής η αποτελεσματική προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Το νομικό καθεστώς έως την ψήφιση του Ν 3028/2002 παρουσίαζε ανεπάρκειες. Με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και βάσει του άρθρου 24 παρ 1,6 του Συντάγματος, επιτεύχθηκε η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς και αναδείχτηκε ταυτόχρονα η ανάγκη μιας ενιαίας και συστηματικής νομοθεσίας. Ο Ν. 3028/2002 αποτελεί το πρώτο συστηματικό και ολοκληρωμένο νομοθέτημα μετά το 1932 για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, ενώ διευρύνεται η έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς και συνιστά έτσι έναν αποτελεσματικό μηχανισμό προστασίας, αφού προβλέπει αυστηρότερη τιμωρία των δραστών, προσαρμοσμένο στις σύγχρονες συνθήκες, αλλά και ανάδειξης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Ως νομοθετικό κείμενο περιλαμβάνει ποινικές διατάξεις αλλά και διοικητικές, όπως και διατάξεις αστικού δικαίου, σχετικά με την κυριότητα των μνημείων. 3.1 Το προστατευόμενο έννομο αγαθό «Άρθρο 1 Αντικείμενο 1. Στην προστασία που παρέχεται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγεται η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας από τους αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι σήμερα. Η προστασία αυτή έχει ως σκοπό τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης χάριν της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και την αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος. 2. Η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας αποτελείται από τα πολιτιστικά αγαθά που βρίσκονται εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και εντός άλλων θαλάσσιων ζωνών στις οποίες η Ελλάδα ασκεί σχετική δικαιοδοσία σύμφωνα 8

με το διεθνές δίκαιο. Η πολιτιστική κληρονομιά περιλαμβάνει και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά. 3. Στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς δικαίου, το Ελληνικό Κράτος μεριμνά και για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών που προέρχονται από την ελληνική επικράτεια οποτεδήποτε και αν απομακρύνθηκαν από αυτήν. Το Ελληνικό Κράτος μεριμνά επίσης στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών που συνδέονται ιστορικά με την Ελλάδα οπουδήποτε και αν βρίσκονται.» Αντικείμενο της προστασίας των ρυθμίσεων του νόμου είναι «η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας από τους αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι σήμερα» (άρθρο 1 παρ 1 α Ν 3028/2002). Η έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς εισάγεται για πρώτη φορά σε νομοθετικό κείμενο και αποτελεί έννοια κατά πολύ ευρύτερη από την έννοια του «αρχαίου», που ίσχυε κατά τον προγενέστερο νόμο. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ 2 του Ν 3028/2002, η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας αποτελείται από το σύνολο των πολιτιστικών αγαθών που βρίσκονται εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, καθώς και εντός άλλων θαλάσσιων ζωνών στις οποίες η Ελλάδα ασκεί σχετική δικαιοδοσία σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Η πολιτιστική κληρονομιά περιλαμβάνει και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά. Επομένως, η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας περιλαμβάνει το σύνολο των πολιτιστικών αγαθών α) υλικών και β) άυλων, τα οποία ευρίσκονται εντός της Ελληνικής Επικράτειας, περιλαμβάνοντας από άποψη προστασίας όλα τα πολιτιστικά αγαθά και των ξένων πολιτισμών που ευρίσκονται ή εισάγονται στην Ελλάδα 8 Έτσι, στο άρθρο 1 τίθεται ένα χρονολογικό κριτήριο και ένα τοπικό κριτήριο. Χρονικά ο νόμος καλύπτει όλα τα πολιτιστικά αγαθά από τους αρχαιοτάτους χρόνους έως σήμερα. Η αντιμετώπιση όμως των πολιτιστικών αγαθών διαφέρει ανάλογα με την περίοδο στην οποία ανάγονται. Επομένως, δεν υφίσταται απώτερο χρονικό όριο προστασίας προς το παρελθόν αφού εκτείνεται από τους αρχαιοτάτους χρόνους (από την αρχή της ιστορίας), όριο 8 Δημήτριος Α Παπαπετρόπουλος, Νόμος 3028/2002 Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, 2006, σελ 32. 9

που συνεχώς μετατίθεται ανάλογα με την πρόοδο της επιστήμης, ενώ η προστασία εκτείνεται «μέχρι σήμερα», κάθε στιγμή δηλαδή που ισχύει και εφαρμόζεται ο νόμος. Ως τοπικό κριτήριο, βάσει του οποίου οριοθετείται το έννομο αγαθό της πολιτιστικής κληρονομιάς, τίθεται η ελληνική επικράτεια. Επομένως, τα πολιτιστικά αγαθά πρέπει να βρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας (οποιουδήποτε πολιτισμού όχι μόνο του ελληνικού). Στο άρθρο 1 παρ 3 ορίζεται ότι στα πλαίσια των κανόνων του διεθνούς δικαίου, το Ελληνικό Κράτος μεριμνά και για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών που προέρχονται από την ελληνική επικράτεια οποτεδήποτε και αν απομακρύνθηκαν από αυτήν, όπως και για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών που συνδέονται ιστορικά με την Ελλάδα οπουδήποτε και αν βρίσκονται. Επομένως, στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας περιλαμβάνονται και τα πολιτιστικά αγαθά που έχουν απομακρυνθεί από την Ελλάδα (π.χ. τα γλυπτά του Παρθενώνα) ή που συνδέονται με την Ελλάδα και βρίσκονται εκτός της επικράτειάς της (π.χ. η προστασία ενός αρχαίου ναού στη Μικρά Ασία). Το ενδιαφέρον του Κράτους είναι το ίδιο για έναν κλεμμένο κούρο της Νάξου και για ένα κλεμμένο γλυπτό της Περγάμου ή της Εφέσου. Και τα δύο είναι κατάλοιπα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ της εκνόμου ενέργειας κατά πολιτιστικού μας αγαθού που διαπράττεται στο εσωτερικό από εκείνην που τελείται στο εξωτερικό. Οι προσβολές στο εσωτερικό αντιμετωπίζονται αποτελεσματικότερα και πληρέστερα, διότι έχουν άμεση και ευθεία εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, ενώ η προστασία στο εξωτερικό παρουσιάζει δυσχέρειες, διότι καλύπτεται μόνον από τις περιορισμένες δυνατότητες που παρέχουν οι αναλόγου περιεχομένου διεθνείς συμβάσεις τις οποίες υπέγραψε ή στις οποίες προσχώρησε η Ελλάδα, οι διμερείς συμφωνίες της Ελλάδος, καθώς και οι διατάξεις του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου της χώρας, στην οποία επεσυνέβη η προσβολή 9 Έτσι στις περιπτώσεις που το αγαθό που χρήζει προστασίας βρίσκεται εκτός της ελληνικής επικράτειας, υπερισχύουν οι κανόνες του διεθνούς δικαίου και οι σχετικές συμβάσεις που έχει συνάψει και κυρώσει η 9 Δημήτριος Α Παπαπετρόπουλος, οπ, σελ 34. 10

Ελλάδα. Η προστασία όμως που παρέχεται στα πολιτιστικά αγαθά που βρίσκονται εκτός Ελλάδος αποτελεί προτροπή για την επαγρύπνηση των αρμοδίων υπηρεσιών, όπως και τη δικαιολογητική βάση για το συντονισμό προσπαθειών για τον επαναπατρισμό κλαπέντων αρχαιοτήτων ή την εξαγορά ελληνικού πολιτιστικού αγαθού πχ από μια δημοπρασία οίκων του εξωτερικού Ο σκοπός της παρεχόμενης προστασίας, ορίζεται στο άρθρο 1 παρ1 εδ β και είναι η διατήρηση της ιστορικής μνήμης χάριν της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και η αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Επομένως, σκοπός της προστασίας του νόμου είναι να συντηρηθεί, να διατηρηθεί και να αναδειχθεί η πολιτιστική κληρονομιά, ώστε να είναι δυνατή η παράδοσή της αλλά και η μετάδοση των πολιτιστικών αξιών στις επόμενες γενιές. Έτσι, ο νομοθέτης με τις διατάξεις του Ν 3028/2002, αναγνωρίζοντας τη σημασία της διαφύλαξης της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας, καθιέρωσε αυξημένη προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δηλαδή των μνημείων και λοιπών στοιχείων που προέρχονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και συνθέτουν την ιστορική, καλλιτεχνική, τεχνολογική και εν γένει την πολιτιστική κληρονομιά. Η προστασία της κληρονομιάς αυτής συνίσταται στη διατήρηση στο διηνεκές αναλλοίωτων των παραπάνω μνημείων και κάθε στοιχείου του πολιτιστικού περιβάλλοντος, συνεπάγεται δε τη δυνατότητα επιβολής των αναγκαίων μέτρων και περιορισμών της ιδιοκτησίας για την αποκατάσταση των μνημείων στην αρχική τους μορφή, όταν έχουν φθαρεί από τον χρόνο ή ανθρώπινες ενέργειες ή άλλα περιστατικά 10. 1) Ως πολιτιστικά αγαθά νοούνται οι μαρτυρίες της ύπαρξης και της ατομικής και συλλογικής δραστηριότητας του ανθρώπου (άρθρο 2 α Ν 3028/2002) Έτσι, η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας αποτελείται από όλα τα πολιτιστικά αγαθά, τα οποία συνιστούν μαρτυρίες της υπάρξεως και της δραστηριότητας των ατόμων, αλλά και των συλλογικών συσσωματώσεών τους διαχρονικά, οπουδήποτε και οποτεδήποτε και αν δημιουργήθηκαν ή βρίσκονται. Διακριτικό γνώρισμα των στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι ότι παρέχουν πληροφορίες για όλες τις 10 Σ.τ.Ε. 1493/2015, δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ όπου και οι παραπομπές σε Σ.τ.Ε. 2341/2009, 3611/2007, 1445/2006, 1100/2005, 3050/2004 7μ., 1712/2002, 2801/1991 Ολομ. 11

εκφάνσεις της ζωής του ανθρώπου (πολιτικές, τεχνικές, πνευματικές, καλλιτεχνικές, οικονομικές κ. λπ.). Στην έννοια του πολιτιστικού αγαθού περιλαμβάνονται όλα τα πολιτιστικά αγαθά υλικά ή πνευματικά κατάλοιπα του παρελθόντος, ανεξάρτητα αν είναι έργα της ανθρωπίνης χειρός Τα σπήλαια αποτελούν φυσικά μνημεία, όταν όμως συνδέονται με την ανθρώπινη δραστηριότητα (πχ χρήση ως κατοικία), τότε καθίστανται και πολιτιστικά αγαθά (άρθρο 2 στοιχ β περ. αα Ν.3028/2002). Όλα τα πολιτιστικά αγαθά και κατάλοιπα προστατεύονται εφόσον αυτά αποτελούν μαρτυρίες της ζωής του ανθρώπου και του φυσικού του περιβάλλοντος. Το πολιτιστικό αγαθό είναι έννοια ευρύτερη της πολιτιστικής κληρονομιάς, διότι στην πολιτιστική κληρονομιά δεν εντάσσονται όλα τα πολιτιστικά αγαθά, αλλά μόνον εκείνα που συνδέονται αμέσως ή εμμέσως με τον άνθρωπο και το περιβάλλον αυτού ή έχουν χαρακτηριστεί ως τέτοια. Υπάρχει διάκριση μεταξύ πολιτιστικού αγαθού που αποτελεί στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς και πολιτιστικού προϊόντος ή έργου τέχνης, των οποίων η κυκλοφορία και η διάθεση είναι ελεύθερη. Αν όμως ένα έργο τέχνης κρίνεται χρήσιμο να διατηρηθεί, λόγω της τεχνικής, λαογραφικής, εθνολογικής, καλλιτεχνικής, αρχιτεκτονικής ή βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής ή επιστημονικής σημασίας του, τότε θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως πολιτιστικό αγαθό με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και κατά τη διαγραφόμενη από το Ν 3028/2002 διαδικασία 11. Το πιο σημαντικό στοιχείο του νόμου είναι η περιοδολόγηση της προστασίας, η κατάταξη δηλαδή των πολιτιστικών αγαθών σε περιόδους, η οποία δεν αφορά την προστασία τους αυτή καθ εαυτή, αλλά κυρίως τον τρόπο οργάνωσης της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών 12. 2) Μνημεία (άρθρο 2 εδ β Ν 3028/2002) Ο νόμος ορίζει ως μνημεία τα πολιτιστικά αγαθά που αποτελούν υλικές μαρτυρίες και ανήκουν στην πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1 παρ.2 του νόμου, των οποίων επιβάλλεται η ειδικότερη προστασία βάσει συγκεκριμένων διακρίσεων. Επομένως, τα μνημεία καταλαμβάνουν το σύνολο των πολιτιστικών αγαθών της πολιτιστικής μας 11 Δ Παπαπετρόπουλου, σελ 36-37-38 12 Εισηγητική έκθεση, υπό στοιχ Ε 2. 12

κληρονομιάς, ανεξαρτήτως της περιόδου στην οποία ανήκουν και απολαμβάνουν ισότιμη κρατική προστασία. Τα μνημεία αποτελούν υλικές μαρτυρίες και συνεπώς τα άυλα πολιτιστικά αγαθά δεν αποτελούν μνημεία. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, τα μνημεία, ως υλικές μαρτυρίες του ανθρώπινου βίου που όχι μόνο συγκροτούν αναγκαίο παράγοντα για τη διαμόρφωση και τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης και των συλλογικών ταυτοτήτων καθώς και για τη διασφάλιση, χάριν των επερχόμενων γενεών, της ιστορικής συνέχειας και παράδοσης, αλλά και συμβάλλουν στην ποιότητα ζωής, συνιστούν ουσιώδες στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς, η προστασία της οποίας αποτελεί, ενόψει και του άρθρου 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, υποχρέωση της Πολιτείας και συγχρόνως ευθύνη και δικαίωμα του καθενός 13 Έτσι ο όρος, «μνημείο» δεν περιορίζεται στο έργο τέχνης του προϊσχύσαντος νομικού καθεστώτος, αλλά καλύπτει τις «υλικές μαρτυρίες» από την αρχαιότητα ως τις ημέρες μας, «χωρίς οι αισθητικοί ή ιδεολογικοί προσδιορισμοί να έχουν τον βαρύνοντα ρόλο» 14 Επομένως μνημεία είναι όλα τα πολιτιστικά αγαθά, με πολλές επιμέρους διακρίσεις, από τις οποίες οι σημαντικότερες είναι οι διακρίσεις των μνημείων αφενός μεν σε αρχαία και νεότερα, αφετέρου δε σε κινητά και ακίνητα:. i) Τα μνημεία διακρίνονται σε αρχαία (άρθρο 2 εδ β, στοιχ αα) και σε νεότερα μνημεία (άρθρο 2 εδ β, στοιχ ββ) Αρχαία μνημεία είναι αυτά που χρονολογούνται από τα απώτατα χρόνια έως και το 1830. Νεότερα μνημεία είναι αυτά που χρονολογούνται από το 1830 έως σήμερα. α) Ως αρχαία μνημεία νοούνται όλα τα πολιτιστικά αγαθά που ανάγονται στους προϊστορικούς, αρχαίους, βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους και χρονολογούνται έως και το 1830, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20. Στα αρχαία μνημεία συμπεριλαμβάνονται σπήλαια και παλαιοντολογικά κατάλοιπα για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι συνδέονται με την ανθρώπινη ύπαρξη. Ως νεότερα μνημεία νοούνται τα 13 ΣτΕ 1493/2015 δημοσιευμένη στη ΝΟΜΟΣ 14 Εισηγητική Έκθεση, υπό στοιχ. Δ,Ι 13

πολιτιστικά αγαθά που είναι μεταγενέστερα του 1830 και των οποίων η προστασία επιβάλλεται λόγω της ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους, κατά τις διακρίσεις των άρθρων 6 και 20. Ορόσημο για τον διαχωρισμό αυτό αποτελεί το έτος 1830, έτος διεθνούς αναγνώρισης της Ελλάδας ως κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτος με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου. Βασική κατεύθυνση του ν. 3028/2002 αποτελεί η ισότιμη κατ αρχήν αντιμετώπιση των μνημείων, αρχαίων και νεοτέρων, ώστε να αναδεικνύεται η διαχρονική διάσταση της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας. Ως «ακίνητα» αρχαία ο νόμος θεωρεί όσα χρονολογούνται έως και το 1830. Ως προς τα κινητά διακρίνει σε κινητά αρχαία μνημεία ex lege τα οποία είναι όσα χρονολογούνται μέχρι το 1453, ενώ όσα προέρχονται από το 1453 έως το 1830 τα διακρίνει σε εκείνα που τα θεωρεί αρχαία μνημεία άνευ χαρακτηρισμού και σε εκείνα που χρειάζονται χαρακτηρισμό και περαιτέρω διακρίνει τα νεότερα, σε νεότερα που είναι προγενέστερα των τελευταίων 100 ετών και σε αυτά που ανάγονται στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων 100 ετών. ii) Ακίνητα και κινητά μνημεία. Ως «ακίνητα» μνημεία νοούνται εκείνα που υπήρξαν συνδεδεμένα με το έδαφος και παραμένουν σε αυτό ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών, καθώς και τα μνημεία που βρίσκονται στο έδαφος ή στο βυθό της θάλασσας ή στο πυθμένα λιμνών ή ποταμών και δεν είναι δυνατό να μετακινηθούν χωρίς βλάβη της αξίας τους ως μαρτυριών. Στα ακίνητα μνημεία συμπεριλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις, κατασκευές και τα διακοσμητικά και λοιπά στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους καθώς και το άμεσο περιβάλλον τους. (άρθρο 2 παρ. β εδ. γγ ). Η προστασία των μνημείων εντός της θάλασσας κρίθηκε από τον νομοθέτη ως εξαιρετικής σημασίας ζήτημα, διότι η Ελλάδα περιβάλλεται σε μεγάλο βαθμό από θάλασσα και διαθέτει εντός αυτής μέγα πλούτο πολιτιστικών αγαθών. Κρίσιμο στοιχείο της έννοιας του ακινήτου μνημείου αποτελεί η σύνδεσή του με το έδαφος, που θα πρέπει να είναι σταθερή και διαρκής, τέτοια που το μνημείο να θεωρείται συστατικό του εδάφους. Κατά τον παρόντα νόμο ακίνητα είναι επιπλέον των όσων ορίζει 14

ο ΑΚ και όσα δεν μπορούν να μετακινηθούν χωρίς βλάβη της αξίας τους ως μαρτυριών. Έτσι, τα ακίνητα πολιτιστικά αγαθά που ανάγονται στους προϊστορικούς, αρχαίους, βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους και χρονολογούνται έως και το 1830, δηλαδή τα αρχαία ακίνητα μνημεία, προστατεύονται από τον νόμο, χωρίς να απαιτείται έκδοση διοικητικής πράξης για τον χαρακτηρισμό τους 15. Τα ακίνητα μνημεία που ανάγονται σε περίοδο προγενέστερη των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών χαρακτηρίζονται ως μνημεία με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, λόγω της σημασίας τους, η οποία μπορεί να αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην αρχιτεκτονική αξία τους, όπως συμβαίνει με τα οικοδομήματα που σημαδεύουν την εισαγωγή μιας περιόδου της αρχιτεκτονικής στη Χώρα ή έχουν διακριθεί από την έγκυρη αρχιτεκτονική κριτική, στην αξία τους από πολεοδομική άποψη, προκειμένου π.χ. για μεμονωμένο κτίσμα ή για κτιριακό συγκρότημα που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μιας ιστορικής φάσης στην εξέλιξη του οικισμού ή δημιουργεί ανάπτυγμα όψεων και συμβάλλει στην ανάδειξη της εικόνας του αστικού τοπίου, ή, τέλος, στην ιστορική αξία τους, όταν πρόκειται για ακίνητο ή χώρο που συνδέεται με την πολιτική ή κοινωνική ή οικονομική ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους ή ορισμένης περιοχής και η διατήρησή του συμβάλλει στη διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης. Ως μνημεία χαρακτηρίζονται για τους ίδιους λόγους και ακίνητα αναγόμενα στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών, εφόσον, όμως, η σημασία τους για έναν ή περισσότερους από τους παραπάνω λόγους είναι ιδιαίτερη. Για τον χαρακτηρισμό ακινήτου ως μνημείου δεν απαιτείται να συντρέχουν όλα τα κριτήρια που μνημονεύονται στην διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 3028/2002, αλλ αρκεί προς τούτο η συνδρομή έστω και ενός από τα κριτήρια αυτά. Περαιτέρω, κατά τον χαρακτηρισμό δεν εξετάζεται η έκταση των οικονομικών συνεπειών που μπορεί να προκληθούν στους ενδιαφερομένους, ούτε η τυχόν επίδραση του χαρακτηρισμού στις νομικές σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, αφού η επιδιωκόμενη με τις ανωτέρω διατάξεις διαφύλαξη, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, του προστατευόμενου εννόμου αγαθού αποτελεί υποχρέωση της Διοίκησης, κατά ρητή συνταγματική επιταγή. Τέλος, 15 Σ.τ.Ε. 4457/2010, ΝΟΜΟΣ 15

η νομιμότητα των διοικητικών πράξεων που εκδίδονται κατ εφαρμογή των προαναφερθεισών διατάξεων του ν. 3028/2002 ελέγχεται από τον ακυρωτικό δικαστή, τόσο ως προς την πληρότητα της αιτιολογίας όσο και ευθέως για την ορθή εφαρμογή του νόμου, εφόσον από τα στοιχεία του φακέλου διαπιστώνεται, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας, η συνδρομή ή μη των κριτηρίων που προβλέπονται από τον νόμο για τον χαρακτηρισμό 16 Ο νόμος στα ακίνητα μνημεία συμπεριλαμβάνει εγκαταστάσεις κατασκευές και διακοσμητικά και λοιπά στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους, καθώς και το άμεσο περιβάλλον τους όπως π.χ το υδραυλικό ή αποχετευτικό σύστημα κτιρίου, ο κεραμικός κλίβανος που εντοπίζεται σε εργαστήρι κατασκευής αγγείων, τα ψηφιδωτά που επικαλύπτουν το δάπεδο κτιρίου καθώς και οι τοιχογραφίες. Το άρθρο 42 παρ. 2 του Ν 3028/2002 ορίζει ότι απαγορεύεται η απόσπαση από ακίνητο μνημείο γλυπτικών, ζωγραφικών, ψηφιδωτών διακοσμητικών ή άλλων στοιχείων που είναι αναπόσπαστα τμήματα του. Κατ' εξαίρεση μπορεί να επιτραπεί η απόσπαση και απομάκρυνση τέτοιων στοιχείων μόνο αν αυτό κριθεί, με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, ότι είναι απολύτως αναγκαίο για την διάσωση τους. Δεδομένου ότι η πολιτιστική κληρονομιά συνδέεται με την έννοια του χώρου, η διάταξη θεωρεί ως ακίνητο μνημείο και τον άμεσα περιβάλλοντα το μνημείο χώρο. Τούτο είναι εύλογο και κρίσιμο, καθότι πράγματι το ακίνητο μνημείο αναδεικνύεται αισθητικά εντός του χώρου του, δηλαδή του άμεσου περιβάλλοντος. Η έννοια των κινητών μνημείων ορίζεται σε διάκριση από τα ακίνητα μνημεία και με αρνητικό τρόπο. Ως κινητά μνημεία νοούνται τα μνημεία που δεν θεωρούνται ακίνητα. Διαμορφώνονται έτσι οι εξής κατηγορίες: α) Αρχαία κινητά μνημεία εκ του νόμου είναι όσα χρονολογούνται έως και το 1453. β) Τα μεταγενέστερα του 1453 έως και το 1830, δηλαδή τα μεταβυζαντινά, είναι από το νόμο μνημεία που προστατεύονται χωρίς να απαιτείται χαρακτηρισμός, εφόσον αποτελούν ευρήματα ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας ή αποσπάστηκαν από ακίνητα μνημεία, καθώς και οι εικόνες ή θρησκευτικά 16 Σ.τ.Ε. 1720/2012, ΝΟΜΟΣ, 1871/2010, 2341/2009, 3857/2007, ΝΟΜΟΣ, 3763/2007, 3611/2007, ΝΟΜΟΣ, 1445/2006, 1100/2005, 3050/2004 δημοσιευμένες στη ΝΟΜΟΣ 16

λειτουργικά αντικείμενα της ίδιας περιόδου. Τα μνημεία που υπάγονται σε αυτές τις τρεις κατηγορίες μεταβυζαντινών κινητών είναι από το νόμο προστατευόμενα χωρίς να απαιτείται διοικητική πράξη χαρακτηρισμού. γ) Τα υπόλοιπα μεταβυζαντινά κινητά της περιόδου 1453-1830, όσα δηλαδή δεν αποτελούν ευρήματα ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας πρέπει να χαρακτηριστούν ως μνημεία με την έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης. Ενώ για τις εικόνες και τα θρησκευτικά λειτουργικά αντικείμενα (πχ δισκοπότηρο) της ίδιας περιόδου, δεν απαιτείται η έκδοση διοικητικής πράξης, αλλά θεωρούνται από το νόμο μνημεία. iii. Μνημεία αμέσως εκ του νόμου ή κατόπιν χαρακτηρισμού. Μνημεία εκ του νόμου 17 αποτελούν τα αρχαία ακίνητα μνημεία που χρονολογούνται έως το 1830 (άρθρο 6 1 εδ. α), τα αρχαία κινητά μνημεία που χρονολογούνται έως το 1453 (άρθρο 20 1 εδ. α), καθώς και αυτά που είναι μεταγενέστερα του 1453 και χρονολογούνται έως και το 1830, αποτελούν δε ευρήματα ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας ή αποσπάσθηκαν από ακίνητα μνημεία, καθώς και οι θρησκευτικές εικόνες και λειτουργικά αντικείμενα της ίδιας περιόδου (άρθρο 20 1 εδ. β). Μνημεία κατόπιν χαρακτηρισμού αποτελούν τα νεότερα ακίνητα που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών καθώς και αυτά που ανάγονται στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών και χαρακτηρίζονται ως μνημεία λόγω της αρχιτεκτονικής, πολεοδομικής, κοινωνικής, εθνολογικής, λαογραφικής, τεχνικής, βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους, η οποία στην δεύτερη περίπτωση των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών πρέπει να είναι «ιδιαίτερη» (άρθρο 6 1 εδ. β και γ). Επίσης, τα αρχαία κινητά της περιόδου 1453 έως 1830 που δεν υπάγονται στο εδάφιο β της 1 του άρθρου 20 (δεν αποτελούν δηλαδή ευρήματα ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας, ούτε αποσπάστηκαν από άλλα ακίνητα μνημεία ούτε συνιστούν θρησκευτικές εικόνες και λειτουργικά αντικείμενα), καθώς και τα νεότερα κινητά που είτε είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών είτε ανάγονται στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών. Τα κινητά αυτά χαρακτηρίζονται 17 ΑΠ 703/1998 ΠοινΔικ 1998, 546 17

ως μνημεία εφόσον εμφανίζουν κοινωνική, τεχνική, λαογραφική, εθνολογική, καλλιτεχνική, αρχιτεκτονική, βιομηχανική ή εν γένει ιστορική ή επιστημονική σημασία, η οποία θα πρέπει να είναι ιδιαίτερη όταν πρόκειται για κινητά που ανάγονται στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών (άρθρο 20 1 εδ. γ,δ,ε και 2 εδ. β). Μνημεία που ανήκουν κατά κυριότητα και νομή στο Δημόσιο (ανεπίδεκτα ιδιωτικής κυριότητας) ή σε άλλα πρόσωπα (δεκτικά ιδιωτικής κυριότητας). Μνημεία που ανήκουν κατά κυριότητα και νομή στο Δημόσιο είναι τα αρχαία ακίνητα και κινητά που χρονολογούνται έως το 1453, αλλά και τα μεταγενέστερα του 1453 που ανακαλύφθηκαν ή ανακαλύπτονται κατά την εκτέλεση ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας (άρθρο 7 1,2 και άρθρο 21 1). Για τα αρχαία τα χρονολογούμενα έως και το 1453 καθώς και τα ευρήματα αρχαιολογικής έρευνας, ρητά ορίζεται ότι ανήκουν στο Δημόσιο κατά κυριότητα, είναι εκτός συναλλαγής (ΑΚ 966 επ.) και ανεπίδεκτα χρησικτησίας (ΑΚ 1054). Εξαίρεση αποτελούν τα αρχαία μνημεία θρησκευτικού χαρακτήρα που ανήκουν σε εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, τα οποία και μετά το Ν 3028/2002 εξακολουθούν να ανήκουν σε αυτά, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 73 παρ 1 Μεταξύ των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων περιλαμβάνονται εκτός από εκείνα που ανήκουν στην εκκλησία της Ελλάδος, τα Πατριαρχεία, οι Ιερές Μονές και τα νομικά πρόσωπα ή οι ενώσεις προσώπων που εκπροσωπούν άλλες θρησκείες. Έτσι, κρίθηκε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του ήδη καταργηθέντος Ν. 5351/1932 περί αρχαιοτήτων, αρχαία είναι τα κινητά και ακίνητα πράγματα από τους αρχαιότατους χρόνους μέχρι και του μεσαιωνικού Ελληνισμού, τα οποία απαριθμούνται ενδεικτικά και όχι περιοριστικά στο άρ. 2 του εν λόγω νομού, ανήκουν δε στην αποκλειστική και διηνεκή κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου. Με το άρ. 41 ωστόσο του ίδιου πιο πάνω νόμου εισάγεται μια εξαίρεση στον κανόνα περί της αποκλειστικής και διηνεκούς κυριότητας του Δημοσίου επί των αρχαίων αντικείμενων και ορίζεται ότι «τα εν τοις σκευοφυλακίοις Ιερών Μονών φυλαττόμενα και μη χρησιμοποιούμενα εις την λατρείαν αρχαία εκκλησιαστικά κειμήλια και πολύτιμα αρχαία χειρόγραφα περί 18

της μεγάλης αξίας και της ανάγκης της καλλιτέρας φυλάξεως και συντηρήσεως των οποίων ήθελε γνωματεύση επιτροπή από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας εκ του οικείου Μητροπολίτου, μελών του Αρχαιολογικού Συμβουλίου και άλλων ειδικών, κατατίθενται προς φύλαξιν και συντήρησιν εις το Βυζαντινόν Μουσείον ή εις τα τοπικά μουσεία. Η κυριότης των Μονών επί των αρχαίων τούτων διατηρείται και μετά την κατάθεσιν αυτών εις το Μουσείον» (άρ. 41 του Ν. 5351/1932). Περαιτέρω, στην παρ. 1 του [αρ.] 73 του ισχύοντος σήμερα Ν. 3028/2002 «για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς», ορίζεται ότι «τα υπάρχοντα κατά την έναρξη ισχύος του νομού αυτού δικαιώματα των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων... σε αρχαία μνημεία θρησκευτικού χαρακτήρος, ακόμη και αν χρονολογούνται μέχρι και το 1453, διατηρούνται». Από τις παραπάνω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι από την ισχύ του Ν. 5351/1932 μέχρι και σήμερα τα αρχαία αντικείμενα που ανευρίσκονταν και φυλάσσονταν στα σκευοφυλάκια των Ιερών Μονών και των Ιερών Ναών δεν τελούν υπό την κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου 18. Στα μεταγενέστερα του έτους 1453 μέχρι το έτος 1830 ακίνητα, καθώς και τα νεότερα ακίνητα μνημεία, τα οποία είναι δυνατόν να ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, το δικαίωμα κυριότητας ασκείται υπό τον έλεγχο των υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, υπό όρους και περιορισμούς, που ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 9, 10 και 11 του ν 3028/2002. Εξαίρεση εισάγεται στην περίπτωση των νομίμως εισαγομένων αρχαίων του άρθρου 21 2 που αναγνωρίζεται δικαίωμα κυριότητας αρχαίων κινητών που χρονολογούνται έως το 1453, έχουν εισαχθεί νόμιμα στην ελληνική επικράτεια, έχουν δηλωθεί στην αρμόδια Κεντρική ή Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, δεν είχαν εξαχθεί από την ελληνική επικράτεια κατά την πεντηκονταετία πριν από την εισαγωγή τους και δεν αποτελούν προϊόντα κλοπής ή λαθρανασκαφής (άρθρα 28 5 και7 και 33 3). Η ρύθμιση αυτή υπό την συνδρομή των ως άνω προϋποθέσεων δημιουργεί κίνητρο για τον επαναπατρισμό αρχαιοτήτων χωρίς να ευνοεί φαινόμενα παράνομης διακίνησης τους 19. 18 ΤρΠλημΑθ 19551/2011 ΠοινΔικ2013,208 19 Βλ εισηγητική έκθεση, υπό άρθ. 33 19

Δεκτικά ιδιωτικής κυριότητας είναι επίσης τα λοιπά κινητά μνημεία μεταγενέστερα του 1453 (άρθρο 21 4 ) δηλαδή τα μεταβυζαντινά αρχαία καθώς και τα νεότερα μνημεία. Το δικαίωμα κυριότητας στα μνημεία αυτά ασκείται υπό τους όρους και τους περιορισμούς των επόμενων διατάξεων του νόμου, με τις οποίες προβλέπονται ειδικότερα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των κυρίων (άρθρο 27 επ), καθώς και οι όροι και οι διατυπώσεις για την μεταβίβαση μνημείων (άρθρο 28 3). Εξάλλου, ρητά ορίζεται ότι τα κινητά μνημεία είναι ανεπίδεκτα καλόπιστης κτήσης κυριότητας, ακόμη και με εκποίηση σε δημόσιο πλειστηριασμό ή αγορά (άρθρο 21 5, ΑΚ 1039). Με ειδικές διατάξεις αντιμετωπίζεται το επιτρεπτό κατάσχεσης ή πτωχευτικής απαλλοτρίωσης κινητών μνημείων (άρθρα 22, ΚΠολΔ 951 επ., 953 επ., ΕμπΝ 525 επ.) και προβλέπεται ότι τα αρχαία που χρονολογούνται έως το 1453 είναι ακατάσχετα και εξαιρούνται από την πτωχευτική περιουσία, ενώ για τα μεταγενέστερα μνημεία που ανήκουν σε ιδιώτες προβλέπεται ειδική διαδικασία για την κατάσχεση και την πτωχευτική απαλλοτρίωση. Έτσι, κρίθηκε ότι από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1, 2, 5, 6, 12, 13, 39, 40, 42, 43, 46 και 47 του ν. 5351/1932 "περί αρχαιοτήτων" που κωδικοποιήθηκε με το π.δ.9/24-8-1932 και 24 παρ.6 του ισχύοντος Συντάγματος, προκύπτει, ότι επί όλων εν γένει των αρχαίων κινητών και ακινήτων πραγμάτων, που βρίσκονται οπουδήποτε στον Ελληνικό χώρο (δημόσια ή ιδιωτικά κτήματα, ποταμούς, λίμνες, θάλασσα) από τους αρχαιοτάτους χρόνους και εφεξής το κράτος έχει την αποκλειστική και διηνεκή κυριότητα, δικαιούμενο να φροντίζει για την αναζήτηση και τη διάσωση αυτών στα δημόσια μουσεία. Ως αρχαία λογίζονται όλα ανεξαιρέτως τα έργα αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, γραφικής και οποιασδήποτε καθόλου τέχνης, όπως εξειδικεύονται λεπτομερώς στο άρθρο 2 του νόμου αυτού. Και τα αντικείμενα τα αναγόμενα στους πρώιμους χρόνους του Χριστιανικού και Μεσαιωνικού πολιτισμού, δεν εξαιρούνται των ορισμών του νόμου. Έτσι, ειδικότερα με τις ως άνω διατάξεις καθορίζεται η έννοια του "αρχαίου" που ανήκει στο κράτος, αφενός μεν από το είδος αυτού και αφετέρου από τον τύπο της προελεύσεως και την εποχή στην οποία χρονολογείται η κατασκευή του, η οποία είναι, δυνατόν να ανάγεται από το απώτατο παρελθόν και να εξικνείται μέχρι την 20

περίοδο του μεσαιωνικού ελληνισμού που έχει σαν κατάληξη, κατά την κοινώς γνωστή ιστορική οριοθέτηση, την κατά το έτος 1453 επελθούσα άλωση της Κωνσταντινουπόλεως 20. Ομοίως κρίθηκε ότι αρχαία κινητά μνημεία που χρονολογούνται έως και το 1453 ανήκουν στο Δημόσιο κατά κυριότητα και νομή είναι ανεπίδεκτα χρησικτησίας και εκτός συναλλαγής κατά το άρθρο 966 ΑΚ Ομοίως και τα αρχαία κινητά που αποτελούν ευρήματα ανασκαφής ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας, ανεξάρτητα από τη χρονολόγησή τους 21 Η ΚΑΤΟΧΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ Ο αρχαιολογικός νόμος ρυθμίζει ρητά δυο περιπτώσεις κατοχής αποσυνδεδεμένης από εμπράγματο δικαίωμα και νομή ή οιονεί νομή. α) Την περίπτωση της κατοχής, από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, κινητών αρχαίων μνημείων που ανήκουν στο Δημόσιο (άρθρα 23, 33 παρ 3 και 73 παρ 3 του ν 3028/2002) και β) την περίπτωση του δανεισμού κινητών μνημείων που ανήκουν στο Δημόσιο και βρίσκονται στην κατοχή του ( άρθρο 25 1 Ν 3028/2002 22. 1. Κτήση της κατοχής από πρόσωπο που έχει δηλώσει το μνημείο (άρθρα 23 1-2, 33 3, 73 3 του Ν 3028/2002 ). Στο άρθρο 23 του Ν 3028/2002 γίνεται αναφορά σε κινητά αρχαία μνημεία που ανήκουν στο Δημόσιο ( 1) και που χρονολογούνται έως το 1453 και καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις αναγνώρισης του δικαιώματος κατοχής κινητών μνημείων στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που το έχει δηλώσει. Στο άρθρο 24 θεσπίζονται οι υποχρεώσεις των προσώπων που βρίσκουν και δηλώνουν στο Υπουργείο Πολιτισμού κινητά αρχαία και μνημεία, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες πληροφορίες και να επιλαμβάνεται η Υπηρεσία των ευρημάτων. Στο άρθρο 33 3 προβλέπεται περίπτωση κατοχής σε αρχαία που χρονολογούνται έως το 1453, έχουν εισαχθεί νόμιμα και έχουν δηλωθεί στην Υπηρεσία και εφόσον αυτά δεν είχαν εξαχθεί από την ελληνική επικράτεια 20 ΑΠ 1138/2013 ΠοινΧρ 2014/682 ΑΠ 1551/2007 ΠοινΛογ 2007, 1099, ΑΠ 1344/2007 ΠοινΧρ 2008,410 21 ΑΠ 39/2011 ΠραξΛογ ΠΔ 2011/538 22 Γιάννα Καρύμπαλη _ Τσιπτσιου,Τα μνημεία και η κατοχή τους, 2004, σελ 49 επ 21

κατά την πεντηκονταετία πριν την εισαγωγή και δεν αποτελούν προϊόν κλοπής ή λαθρανασκαφής. Στο άρθρο 73 3 ορίζεται η υποχρέωση που έχει ο κάτοχος αρχαίου κινητού μνημείου εκ του νόμου να το δηλώσει στην Υπηρεσία εντός έτους από την δημοσίευση του αρχαιολογικού νόμου και στην δυνατότητα να υποβάλλει αίτηση για την χορήγηση άδειας κατοχής. Από τις ανωτέρω διατάξεις και το άρθρο 24 παρ 6 του Συντάγματος προκύπτει, ότι επί όλων εν γένει των αρχαίων κινητών και ακινήτων πραγμάτων, που βρίσκονται οπουδήποτε στον ελληνικό χώρο (δημόσια ή ιδιωτικά κτήματα, ποταμούς, λίμνες, θάλασσα), το κράτος έχει την αποκλειστική και διηνεκή κυριότητα, δικαιούμενο να φροντίζει για την αναζήτηση και τη διάσωση αυτών στα δημόσια μουσεία. Η κατοχή, όμως, ειδικά επί κινητών αρχαίων αντικειμένων, εκλαμβανόμενη όχι υπό την έννοια του άρθρου 974 ΑΚ, της άσκησης δηλαδή φυσικής εξουσίας με διάνοια κυρίου, αλλά υπό ιδιότυπη έννοια, η οποία περιέχει υποχρέωση φύλαξης, παρακολουθούμενη από το κράτος, και δικαίωμα μεταβίβασης υπό τους τιθέμενους περιορισμούς της επ` αυτών κατοχής, με πράξη εν ζωή ή αιτία θανάτου, αναγνωρίζεται και παρέχεται στους κυρίους ιδιωτικών ακινήτων, που δεν απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά υπέρ του Δημοσίου, κατά τη διάταξη του άρθρου 18 1 του ισχύοντος Συντάγματος ή των αντίστοιχων διατάξεων των προϊσχυόντων Συνταγμάτων και στα οποία ανευρίσκονται κινητά αρχαία αντικείμενα, είτε με ανασκαφές που ενεργήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, είτε τυχαίως με καλλιέργεια των ακινήτων ή με ανόρυξη θεμελίων προς ανέγερση οικοδομής ή καθοιονδήποτε άλλο τρόπο 23. Συνεπώς, η κατοχή αρχαίου αντικειμένου από τους ιδιώτες αναγνωρίζεται και προσδίδεται μόνο σε εκείνους που το αποκτούν καλόπιστα, τέτοιοι δε είναι εκείνοι που το ανευρίσκουν τυχαία ή το αποκτούν με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο ή το ανακαλύπτουν κατόπιν ανασκαφών που διενεργούνται ύστερα από άδεια της αρμόδιας Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Αλλά και η διατήρηση της κατοχής αναγνωρίζεται μόνο σε εκείνους που συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται από τις διατάξεις του ν. 5.351/1932 (ήδη του Ν 3028/2002), όπως είναι η υποχρέωση δήλωσης εντός της ταγμένης από αυτόν 23 ΟλΑΠ 903/1982. 22

προθεσμίας από την περιέλευση τούτου στην κατοχή τους ή οι τασσόμενες υποχρεώσεις της έκθεσης, φύλαξης, συντήρησης και μεταβίβασης. Συνεπώς, αν η προθεσμία δήλωσης τούτου παρέλθει άπρακτη, η συνεχιζόμενη κατοχή του αρχαίου χωρίς τούτο να έχει δηλωθεί αρμοδίως θεωρείται παράνομη 24. Στο άρθρο 23 1-2 Ν 3028/2002 εξαγγέλλονται, ως δυνατά αντικείμενα κατοχής, από τα κινητά αρχαία μνημεία που ανήκουν στο Δημόσιο, αυτά που χρονολογούνται έως το 1453, και από τα τελευταία εκείνα που βρίσκονται στην σφαίρα εξουσίας προσώπου που οφείλει να τα δηλώσει στην αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρ. 24 1 του ίδιους ως άνω νόμου. Τα ευρήματα ανασκαφής ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής των συναφών προς το άρθρ. 23 1-2 ΑρχΝ, άρθρων 33 3 και 73 3 του Ν 3028/2002. Ως συνέπεια της κυριότητας του Δημοσίου στα χρονολογούμενα έως και το 1453 αρχαία προβλέπει ότι το πρόσωπο που βρίσκει ή στο οποίο περιέρχεται τέτοιο αρχαίο οφείλει να το δηλώσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στην πλησιέστερη αρχαιολογική, αστυνομική ή λιμενική αρχή και να το θέσει στην διάθεση της αρμόδιας Υπηρεσίας, ενώ ειδικότερα ορίζονται τα αναγκαία στοιχεία της δήλωσης. Εξάλλου, αν το αρχαίο ανακαλύπτεται ή βρίσκεται σε ακίνητο που εκτελούνται εργασίες, αυτές πρέπει να διακόπτονται μέχρι να αποφανθεί η Υπηρεσία ( άρθρ. 24 1 Ν 3028/2002). Ανάλογη υποχρέωση δήλωσης προβλέπεται και σε ορισμένες περιπτώσεις κτήσης της κυριότητας μνημείων μεταγενέστερων του 1453 (άρθρ. 24 2), ως εκδήλωση του ενδιαφέροντος της Πολιτείας για την προστασία και των μνημείων που ανήκουν σε ιδιώτες. Ειδικότερα, προβλέπεται η υποχρέωση σχετικής δήλωσης σε περίπτωση κτήσης της κυριότητας αρχαίων μεταγενέστερων του 1453 που αποτελούν μνημεία από τον νόμο, δηλαδή κυρίως των αποσπασθέντων από ακίνητα μνημεία και των θρησκευτικών αντικειμένων που έχουν χαρακτηρισθεί κατά κατηγορίες. Για τις προαναφερόμενες περιπτώσεις αρχαίων και νεότερων μνημείων επιβάλλεται επίσης δήλωση κατά την εισαγωγή τους, οπότε είναι δυνατή υπό προϋποθέσεις η διατήρηση κυριότητας και σε χρονολογούμενα έως το 1453 αρχαία, ενώ σε περίπτωση παράλειψης της δήλωσης κινητού μνημείου, όποτε 24 ΑΠ 1551/2007 ΠΛογ 2007, 1099 23