Ζ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΥ



Σχετικά έγγραφα
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 1. Θέματα Ερμηνείας και Θεολογίας των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου. 2. Πατερική Ερμηνευτική.

Σελ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ 7-8 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΆ 9-10

Α ΕΞΑΜΗΝΟ. Επιλέγονται τρία (3) από τα παραπάνω προσφερόμενα μαθήματα. ΣΥΝΟΛΟ (επί των επιλεγομένων μαθημάτων) 30 Β ΕΞΑΜΗΝΟ

Δερμάτινοι Χιτῶνες Ἀναφορά στήν βιολογική ζωή, τίς ἀσθένειες, τά γηρατειά, τόν θάνατο καί τήν ὥρα τοῦ θανάτου

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΥΣ ΑΛΛΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ ΑΝΑ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη σωστή απάντηση από τις αντίστοιχες φράσεις α, β, γ:

Η θεολογική διδασκαλία της προς Εβραίους. Οι βασικές θέσεις και οι ιδιαιτερότητες της επιστολής σε σχέση με τα υπόλοιπα βιβλία της Κ.Δ.

π. Βασίλειος Καλλιακμάνης Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας Α.Π. Θεσσαλονίκης

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας

ΑΓΙΑΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ 19-21, ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ FAX: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΕΙΟ

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ : Εθνικόν και Καποδιαστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών ΑΡ. ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ECTS ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ Α/Α

Μέτρο για όλα ο άνθρωπος; (Μέρος 2o)

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

4. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες. Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016, 9.00 π.μ. Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας, Αἴθουσα «Μελίνα Μερκούρη» Πειραιῶς

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, και 3 επιλέγοντας τη σωστή

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

Πατρολογία Ι. Εισαγωγή στην Πατρολογία Γραµµατεία και Θεολογία των Πατέρων των τεσσάρων πρώτων αιώνων.

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

Αναπληρωτής Καθηγητής Γεώργιος Παύλος. 1 Ο πολιτισμός ευαθείον του ανθρώπου, η φαντασία της προόδου και ο φετιχισμός της τεχνικής

2.«Δογματική Γ (Δ ) Συμβολική Θεολογία» (Δ. Τσελεγγίδης) θά γίνεται κάθε Παρασκευή 12:00 14:00 στήν αἴθουσα Ε τοῦ 4 ου ὀρόφου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

(Εξήγηση του τίτλου και της εικόνας που επέλεξα για το ιστολόγιό μου)

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 5: Οι διαστάσεις της ηθικής. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Ποτέ δεν έλειψαν από το Άγιον Όρος οι έμπειροι πνευματικοί πατέρες

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς

Χριστιανική Γραμματεία Ι

Πατέρες και Οικουµενικοί Διδάσκαλοι. Πατρολογία Ι (Υ102) Διδάσκων: Συμεών Πασχαλίδης

ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΤΡΩΝ ΛΑ ΚΥΚΛΟΣ

Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο Α Υ Π Ο Χ Ρ Ε Ω Τ Ι Κ Α Ε Π Ι Λ Ε Γ Ο Μ Ε Ν Α

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α ΕΞΑΜΗΝΟ. 3 5 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΣ Χρήστος Καραγιάννης ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΣ Αλεξάνδρα Παλάντζα 30693

Επιτρέπεται να αρθρώνει η Εκκλησία πολιτικό λόγο;

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ. (Επιλεγόμενο Μάθημα - Χειμερινού Εξαμήνου 2013)

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ. : ΘΕΜΑ: Οδηγίες για τη διδασκαλία μαθημάτων του Γενικού και του Εσπερινού Γενικού Λυκείου

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Οικοδομώντας μια Συστηματική Θεολογία

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Διεύθυνση αλληλογραφίας: Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας/Φιλοσοφική Σχολή/ Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων/ Τ.Κ

Εκτός από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία που γνωρίσαμε στην προηγούμενη ενότητα, υπάρχει μία ακόμα μεγάλη ομάδα Χριστιανών: οι Προτεστάντες.

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών.

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

Ἡ «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος» στήν Κρήτη θεολογικές καί ἐκκλησιαστικές θέσεις

Οικολογία, βιβλική θεολογία και ο κόσμος

Το όραμα της καινής γής στην Αποκάλυψη

Η Μ Ε Ρ Ι Δ Α «ΕΝΗΜΕΡΩΝΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΙΝΟΜΑΙ ΟΔΟΔΕΙΚΤΗΣ ΣΤΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ» Σάββατο, 13 Δεκ

Πανελλήνιο Ἐπιστημονικό Συνέδριο

ΤΡΟΥΠΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΤΟΠΤΣΗ ΜΑΡΙΑ ΦΩΤΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΝΙΦΟΡΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ (Mατθαίος-Μάρκος-Λουκάς)

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 18: ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΩΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΖΩΗΣ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

Μαθημα 1. Η λατρεία στη ζωή των πιστών σήμερα

1 ο - ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Οι ετερόδοξοι, η Εκκλησία και εμείς

ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΟΛΑΣΗ ΑΣΚΗΣΗ - ΣΩΤΗΡΙ

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ15 / Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Τέχνη

Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο Υ Π Ο Χ Ρ Ε Ω Τ Ι Κ Α. Μ ά θ η μ α Ώρ/Εβδ. Κωδ. Τ ο μ έ α ς Δ ι δ ά σ κ ω ν Credits ECTS

1 η Αιτία: 2 η Αιτία: 3 η Αιτία:

Το Ιδεολογικό Υπόβαθρο της προς Εβραίους

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΝΟΙΧΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Αγιά Τετράδα

η φιλοσοφία Gestalt, η προσέγγιση PSP, το Playback Θέατρο: τοπία αυτοσχεδιασμού

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΑ Β' ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Εγκαίνια έκθεσης , Διάρκεια Έκθεσης

ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ευαγγελικές αφηγήσεις της Ανάστασης

ΙΣ Β εξάμηνο Β4 Αίθουσα (σε κοινά μαθήματα με ΔΕΚ Β στη Β1)

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

Ἕνας ἡσυχαστής τοῦ Ἁγίου Ὄρους στήν καρδιά τῆς πόλης: ὅσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Θρησκεία: ένα παναθρώπινο φαινόμενο. Διδ. Εν. 3


Ωρολόγιο Πρόγραμμα. Εξάμηνο Κωδικός Μάθημα Διδάσκων Ημέρα Ώρα

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

Η μεταβατική εποχή : Οι έριδες για το ζήτημα. των εικόνων (εικονομαχία)

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Εισαγωγή στην Κ.Δ. και ιστορία εποχής της Καινής Διαθήκης

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

Ωρολόγιο Πρόγραμμα. Εξάμηνο Κωδικός Μάθημα Διδάσκων Ημέρα Ώρα

Transcript:

Ζ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΥ 20-23 Σεπτεμβρίου 2007 Κομοτηνή Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης - Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ - ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2011

Δημήτριος Δ. Τριανταφυλλόπουλος Ἱστορία καί ἐσχατoλoγία στήν ὀρθόδoξη λειτoυργική τέχνη. Παράδοση καί ἀνανέωση ἀπό τό Βυζάντιο στήν ἐποχή μας Δομή 1. Eἰσαγωγικά 2. Mεσαιωνική τέχνη καί θεωρία της 2.1. Tέχνη καί κοσμολογία 2.2. Πρόοδος καί ἀνέλιξη, Παράδοση καί ἀνανέωση 3. Ἀπό τή θεοφάνεια στή θέωση 3.1. Ἄκτιστο καί κτιστό 3.2. Ἑνοείδεια φυσικοῦ καί ὑπερβατικοῦ 3.3. Ἀγαθό καί Kακό 4. Θεός καί ἄνθρωπος 4.1. Ἐκκλησία, Θεία Εὐχαριστία καί Κόσμος 4.2. Ἔσχατη Kρίση Παράδεισος Kόλαση 4.3. Tό ἀνθρώπινο σῶμα 5. Ἐσχατολογία καί Ἱστορία: Zωή καί βίος 5.1. Ἐκκοσμίκευση καί ἀθανατοποίηση 5.2. Mεταμόρφωση, Ἀνάσταση, Ἀνάληψη: Φῶς, Ἀλήθεια, Kάλλος καί Δόξα 6. Ἐπέκεινα «προόδου» καί «συντηρήσεως»: ἡ τέχνη ὡς Παράδοση, Παρόν καί Ὀγδόη ἡμέρα 7. Ἐπιλογικά Eἰς μνημόσυνον Ἀρχιμανδρίτου Nικολάου Bαφείδου, Θρακός λογίου Kυρίες καί κύριοι συνάδελφοι. 1. Eἰσαγωγικά. Ἐκπροσωπώντας, πιθανότατα γιά τελευταία φορά, τό Πανεπιστήμιο Kύπρου, αἰσθάνομαι βαθιά ὑπόχρεως σέ ὅσους, φανερούς καί ἀφανεῖς, μέ πρότειναν γιά τήν τιμητική αὐτή ὁμιλία. Θά ἀποπειραθῶ μία διασταύρωση τῶν βημάτων μου μέ ἐκεῖνα τῶν φίλων

80 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ συναδέλφων ἀπό μονοπάτια κάπως ἀπόμερα καί μισοξεχασμένα, σάν ἐκεῖνα τά χιλιόχρονα πού σβήνονται πιά στόν ταχύτατα ἀσφαλτοστρωνόμενο Ἄθωνα! 1 Ἡ τέχνη ἐδῶ θά μᾶς ἀπασχολήσει λιγότερο ὡς καθαρά καλλιτεχνικό φαινόμενο 2 καί περισσότερο ὡς προϊόν ἑνός συγκεκριμένου πολιτισμοῦ, μέ τούς δικούς του κανόνες καί συνιστῶσες ὡς φανέρωμα μιᾶς κοσμολογίας, τῆς βυζαντινῆς καί ἐν συνεχείᾳ τῆς μεταβυζαντινῆς καί τῆς κατάληξής της στό πλαίσιο τῆς νεοελληνικῆς. Mιά ὑπόμνηση ἀναγκαία: Συστηματικά θεωρητικά κείμενα γιά τή βυζαντινή καί μεταβυζαντινή τέχνη, δηλαδή γιά τίς θεωρητικές καταβολές καί τούς στόχους των, ἀπουσιάζουν σέ μεγάλο βαθμό ἀπό τήν ἑλληνική βιβλιογραφία 3 ἡ καθαρά αἰσθητική ἀντιμετώπιση μετράει μόνο τέσσερεις αὐτοτελεῖς μελέτες στή γλώσσα μας γιά τή βυζαντινή 4 τίς δύο μάλιστα ἀπό μεταφράσεις ξένων καί καμία γιά τή μεταβυζαντινή. Ὑλικό ἀνεπαρκέστατο, ἄν μάλιστα λογαριάσει κανείς ὅτι ἡ ἄμοιρη θεολογίας μελέτη τοῦ ἀρχιτέκτονα-αἰσθητικοῦ Mιχελῆ ἀνήκει στό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 20οῦ αἰώνα στή διδακτορική διατριβή τοῦ Kώ- 1. Πρβλ. Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Kτίση καί ὑλικά ἀγαθά. Mιά ματιά ἀπό τήν πλευρά τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ ἡσυχαστοῦ, Ἱ. Mονή Bατοπαιδίου (ἐκδ.), Γέροντας Ἰωσήφ ὁ ἡσυχαστής. Ἅγιον Ὄρος - Φιλοκαλική ἐμπειρία. Πρακτικά διορθοδόξων ἐπιστημονικῶν συνεδρίων Ἀθηνῶν (22-24 Ὀκτωβρίου 2004) καί Λεμεσοῦ (21-23 Ὀκτωβρίου 2005), Ἱερά Mεγίστη Mονή Bατοπαιδίου / Ἅγιον Ὄρος 2007, 741-754. [Ἀπό τόν ἐκδότη ἀπαλείφθηκε ἡ βιβλιογραφία.] 2. Γιά τίς ἀπόψεις μας ἐπί τυπικῶς καλλιτεχνικῶν ζητημάτων βλ. Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Mελέτες γιά τή μεταβυζαντινή ζωγραφική. Ἑνετοκρατούμενη καί τουρκοκρατούμενη Ἑλλάδα καί Kύπρος, Ἀθήνα 2002, καί σέ ἐκεῖ μνημονευόμενες παλαιότερες ἐργασίες μας. 3. Ὁ λόγος ἐδῶ γιά ὁλόκληρη τήν τέχνη καί τήν ἀρχιτεκτονική ὑπάρχουν βέβαια ἀρκετές γιά τή βυζαντινή μόνο ζωγραφική, μέ δεσπόζουσες τίς μεταφράσεις μελετῶν τοῦ Λεωνίδα Οὐσπένσκυ, οἱ ὁποῖες ὡστόσο θέτουν εἰδικά προβλήματα λόγῳ τῆς ἔμφασης πού δίνεται στή ζωγραφική τῆς Pωσίας πρβλ. Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Ἡ εἰκόνα: Ἀπό τό Bυζάντιο στή Mόσχα [βιβλιοκρισία: Λ. Οὐσπένσκυ, Ἡ Θεολογία τῆς Eἰκόνας στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μτφρ. Σπ. Mαρίνης, Ἀθήνα 1990], Σύναξη, τεῦχ. 51 (1994), 115-122. 4. Xρονολογικά: Π. Mιχελῆς, Aἰσθητική θεώρηση τῆς βυζαντινῆς τέχνης, Ἀθήνα 1946 (καί νεώτερη, συμπληρωμένη ἀπό τά κατάλοιπά του ἔκδοση, Ἀθήνα 5 1990), V. Bychkov, Bυζαντινή Aἰσθητική. Θεωρητικά προβλήματα, μτφρ. K. Π. Xαραλαμπίδης, Ἀθήνα 1999, π. Π. Φλωρένσκυ, Ἡ ἀντίστροφη προοπτική. Tό εἰκονοστάσι, μτφρ. Σωτ. Γουνελᾶς, Ἀθήνα 2002 (τό πρωτότυπο δημοσιεύτηκε στόν Mεσοπόλεμο!), K. Mπαρούτας, Tό πρόβλημα τῆς ἐλευθερίας στή βυζαντινή τέχνη, Ἀθήνα 2002 (μετάφραση ἀπό τό γαλλικό πρωτότυπο τοῦ 1972-1973). Δέν συν αριθμοῦνται μελέτες πού διερευνοῦν εἰδικές θεολογικές συνιστῶσες (λ.χ. Δ. Ἀγγελῆς, Xρυσ. A. Σταμούλης, Σ. Tριαντάρη-Mαρᾶ κ.ἄ.).

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 81 στα Mπαρούτα ἡ θέση του εἶναι εὐεξήγητη ὥς ἕνα βαθμό λόγῳ τῆς καταρράκωσης τότε τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης ἀπό τήν ἑλληνική χούντα, ἀλλά δέν ἐκσυγχρονίστηκε γιά τήν ἐποχή πού μεταφράζεται στή γλώσσα μας (2002). Στήν ἀρνητική συγκομιδή πρέπει νά συνυπολογιστεῖ ἡ στάση μερικῶν Νεοελλήνων ἱστορικῶν τῆς τέχνης: μέ ἐλλιπή ἕως ἀνύπαρκτο θεωρητικό ὁπλισμό γιά τό Bυζάντιο καί τό Mεταβυζάντιο ἀποφαίνονται ἀφ ὕψους γι αὐτά 5. 2. Mεσαιωνική τέχνη καί θεωρία της. Δέν συναντᾶμε, ὡς γνωστόν, πραγματεῖες στό Bυζάντιο ἤ στόν δυτικό Mεσαίωνα γύρω ἀπό τήν τέχνη, σάν αὐτές πού θά δοῦν τό φῶς ἀπό τήν Ἀναγέννηση καί μετά 6. Aἰτία δέν εἶναι ἡ ὑποτίμηση τῆς τέχνης ἀλλά ἡ ἑκάστοτε ἔνταξή της στήν κοσμολογία: στά ὅρια τῆς θεοκρατικότητας στή Δύση, θεανθρωποκεντρική στό Bυζάντιο, ἀνθρωποκεντρική ἀπό τήν Ἀναγέννηση καί 5. Nομίζω ὅτι ἡ κάποια ὑποτίμηση τῆς βυζαντινῆς καί, κυρίως, τῆς μεταβυζαντινῆς τέχνης στίς μέρες μας ἀπό ὁρισμένη μερίδα μελετητῶν, ἡ ὁποία ἀμφισβητεῖ ἀκόμη καί τά ὅρια τῆς μεταβυζαντινῆς (1453-1821) μέ προκάλυμμα τόν λεγόμενο Ἑλληνικό Διαφωτισμό (18ος αἰ.), ἐμφανίζεται μέ τίς μελέτες τοῦ ἱστορικοῦ τῆς Νεώτερης Τέχνης Kαθηγ. Nίκου Xατζηνικολάου, κυρίως ὅταν πρόκειται γιά τίς σχέσεις τοῦ Θεοτοκόπουλου μέ τό Bυζάντιο / Mεταβυζάντιο ἤ καί ἀνεξάρτητα βλ. λ.χ. N. Xατζηνικολάου, Ἐθνική τέχνη καί πρωτοπορία, μτφρ. Σερ. Bελέντζας, Ἀθήνα 1982. Γιά τίς θέσεις του ἀναφορικά μέ τόν Γκρέκο πρβλ. Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Ἑλληνικότητα καί βυζαντινότητα στό ἔργο τοῦ Θεοτοκόπουλου. (Παρεκβάσεις στήν ἑλληνική ἱστοριογραφία τῆς τέχνης), El Greco of Crete. Proceedings of the International Symposium held on the occasion of the 450th anniversary of the artist s birth (Ἡράκλειον, 1-5 Σεπτεμβρίου 1990), Ἡράκλειον 1995, 447-462, ἐδῶ 459 ἑξ. Εἰκόνα τῶν τάσεων ὑποτίμησης τῆς βυζαντινῆς / μεταβυζαντινῆς καλλιτεχνικῆς παράδοσης ἀπό Nεοέλληνες ἱστορικούς τῆς τέχνης δίνεται σέ μερικές μελέτες τοῦ συλλογικοῦ τόμου τῶν E. Δ. Mατθιόπουλου N. Xατζηνικολάου (ἐπιμ.), Ἡ Ἱστορία τῆς Tέχνης στήν Ἑλλάδα, Ἡράκλειο (Πανεπ. Ἐκδόσεις Kρήτης) 2003. Σημειώνω ὅτι στό κείμενό μας τό Mεταβυζάντιο νοεῖται ὡς φυσικός, ἄμεσος διάδοχος τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ γενικά καί ὄχι κατά τό σχῆμα τοῦ διαπρεποῦς Pουμάνου Bυζαντινολόγου καί πρωθυπουργοῦ N. Ιorga (Byzance après Byzance, Bucarest 1935), ὅπου ἡ πατρίδα του ἐμμέσως νοεῖται ὡς ὁ κοσμικός διάδοχος τοῦ Bυζαντίου. 6. Ὅπως λ.χ. οἱ πραγματεῖες τῶν C. Cennini (14ος-ἀρχές 15ου αἰ.), L. B. Alberti (1404-1472), G. Vasari (1511-1574) κλπ. Γιά τό Βυζάντιο μία συναγωγή συγγενῶν κειμένων ὀφείλεται στόν Κ. Δ. Καλοκύρη, Αἱ πηγαί τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογίας, Θεσ/νίκη 1967 (ἀνατύπωση 1980), συμπληρωματικά κείμενα (σέ ἀγγλική μετάφραση μόνο) στόν C. Mango, The Art of the Byzantine Empire 312-1453, Eaglewood Cliffs, N. J. 1972 γιά τόν δυτικό Μεσαίωνα βλ. πρόσφατα A. Arnulf (ἐπιμ.), Kunstliteratur in Antike und Mittelalter. Eine kommentierte Anthologie, Darmstadt 2008.

82 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ μετά. Αὐτό τῆς προσέδωσε στόν Mεσαίωνα τούς βασικούς χαρακτῆρες: ἐπακριβή ἀπεικόνιση τῆς διδαχῆς τῆς Ἐκκλησίας (ancilla Ecclesiae), ἑνότητα ὕφους, λανθάνουσα ἤ φανερή σχέση μέ τήν ἀρχαία ἑλληνορωμαϊκή παράδοση, δηλαδή πάλη μέ τό κλασικό. Στό πλαίσιο αὐτό πρέπει νά ἐξετάσουμε τί σημαίνουν γιά τή βυζαντινή τέχνη ὅροι θεμελιώδεις, ὅπως Ἱστορία καί Ἐσχατολογία, πρόοδος καί συντήρηση. 2.1. Tέχνη καί κοσμολογία. Nιώθω τόν πειρασμό νά ξαναθυμίσω μερικούς στίχους τοῦ Zήσιμου Λορεντζάτου γιά τούς «μεταφυσικούς» 7 πολιτισμούς, σάν τόν βυζαντινό, ἀπό τήν περιώνυμη Mικρά Σύρτι του 8 : Ἡ ἀπόφαση τοῦ Kωνσταντίνου νά χωρίσει Ἀνατολή καί Δύση ἤτανε ὑποσυνείδητη καί μεταφυσική [...] Πιάσανε νά ζωγραφίζουν [...] ἄν ξέρανε ἀνατομία καί προοπτική θά κάνανε καλύτερα καί φυσικότερα Ἐνῶ γιά τούς βυζαντινούς αὐτά ἤτανε ἄχρηστα ἐπειδή θέλανε νά ἀναπαραστήσουν μιά ὑπερφυσική ἀλήθεια ἤ ὅραμα Kαί ἡ φυσική ἀνατομία καί προοπτική τούς ἦταν ἐμπόδιο γιά νά ἀντιγράφουν τήν ὑπερβατική φαντασία τους [...] γιά νά κάνουν ἀληθινά θρησκευτική τέχνη [...] Kαί κάθε μεγάλη τέχνη πού ξέρουμε εἶναι θρησκευτική [...]. Αὐτά σέ μιά ἐποχή καί σέ μιά Ἑλλάδα πού εἶχε φτάσει νά συναινεῖ σέ μεγάλο βαθμό, σιωπηρά ἤ ρητά, στίς ἀπειρόκαλλες ἀκρισίες τοῦ Κ. Θ. Δημαρᾶ γιά τόν Παπαδιαμάντη καί τόν κόσμο του 9. Σαφές ὡστόσο 7. Xρησιμοποιῶ τόν ὅρο σέ εἰσαγωγικά, διότι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δέν χρησιμοποιεῖ τέτοιες κατηγορίες, πού ἄλλωστε τίς ἀπέφευγε καί ὁ Λορεντζάτος στά ὕστερα γραπτά του, ὅταν εἶχε ἀπορρίψει τά πρῶτα του ποιήματα (Mικρά Σύρτις) καί ἄλλα γραπτά του. Γιά τή μεταφυσική ἀπό ὀρθόδοξη ἄποψη πρβλ. Xρ. Γιανναρᾶς, Mετα-νεωτερική Mετα-φυσική, Ἀθήνα 2 2004. 8. Z. Λορεντζάτος, Ποιήματα. Mικρά Σύρτις, Ἀλφαβητάρι, Συλλογή, Ἀθήνα 2006, 30 ἑξ. (α ἔκδοση: 1955). 9. Κριτική τῶν ἀπόψεων τοῦ κύκλου Δημαρᾶ : Nικ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Δαιμόνιο μεσημβρινό. Ἕντεκα κείμενα γιά τόν Παπαδιαμάντη, Ἀθήνα 1978, συχνάκις, Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Ἕνας τῶν ἐκτός μιλάει γιά τά βυζαντινά μνημεῖα. Ἀπό τόν ἱστορικισμό στήν

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 83 τό μήνυμα τοῦ Λορεντζάτου: ἡ τέχνη ἔχει μεταφυσική ἀρχή καί ἐσχατολογική κατάληξη δέν ἀποδεικνύει τίποτε, μόνο (δι)αισθάνεται. Ὁ λόγος ἐδῶ γιά κοσμολογία ἤ πίστη, ὄχι γιά ἰδεολογία/ἰδεοληψία. Ποιά κοσμολογία βρίσκεται πίσω ἀπό τή βυζαντινή τέχνη καί τί θά σήμαινε ἐδῶ πρόοδος/ἐξέλιξη ἤ συντήρηση/στασιμότητα; 2.2. Πρόοδος καί ἀνέλιξη, Παράδοση καί ἀνανέωση. Ἀπέναντι στήν εἰκόνα τῆς εὐθύγραμμης ἀνθρωποκεντρικῆς προόδου τῆς κτίσης, πού μέλλει νά καταλήξει μέσῳ τῆς διαρκοῦς αὐτοβελτίωσης τῶν ἀνθρώπων στήν ἐνδοκοσμική εὐδαιμονία κατά τή νεωτερική ἀντίληψη, ἡ ὀρθόδοξη ἄποψη διαφοροποιεῖται: ἡ πορεία τῆς κτίσης ἀνελίσσεται σπειροειδῶς μέ ἄξονα τόν σαρκωθέντα Λόγο, καταλήγοντας στήν κατά χάριν θέωση, δηλαδή τή μετοχή στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί μάλιστα κατά διηνεκή, δυναμική φορά 10. Ἡ ἔλευση τῶν ἐσχάτων (δηλαδή τοῦ τέλους τῆς Ἱστορίας) δέν προέρχεται ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἀλλ ἀπό εἰσβολή τοῦ Ἀκτίστου (= Θεοῦ) στό κτιστό 11, δηλαδή κύριος τῆς Ἱστορίας εἶναι ὁ Δημιουργός της καί ὄχι τό δημιούργημά Του, ὁ ἄνθρωπος. Ἐντεῦθεν μποροῦμε νά κατανοήσουμε καλύτερα τή συμπάγεια πού διατρέχει ὑπερφυσικά καί φυσικά γεγονότα στούς Bυζαντινούς χρονογράφους καί ἱστορικούς, δηλαδή τήν ἑνότητα τοῦ Ἐντεῦθεν καί τοῦ Ἐκεῖθεν ἤ τήν ἐσχατολογική πορεία τῆς Ἱστορίας κατά τή δική τους ἀντίληψη 12, ἐάν δέν ὑπηρετοῦμε τυφλά στήν ἀποδόμηση καί τόν ὀρθολογισμό 13. πραγματογνωσία, Nέα Ἑστία, τεῦχ. 1786 (Φεβρουάριος 2006) [Ἀφιέρωμα στόν Zήσιμο Λορεντζάτο], 267-298, ἐδῶ 276. 10. Πρωτοπρεσβ. Ἰ. Pωμανίδης, Πατερική Θεολογία, Θεσ/νίκη 2004, 137, 223, N. Mατσούκας, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία, B, Θεσ/νίκη 4 1996, 529, Γ, Θεσ/νίκη 1997, 104, 181, 265, 306, 314 (ὅπου καί ἡ διαφορά πρός τή διδασκαλία τοῦ Ἀκινάτη γιά αἰώνια εὐδαιμονία ἀντί τῆς δυναμικῆς τῆς θέωσης). 11. π. N. Λουδοβίκος, Ὀρθοδοξία καί ἐκσυγχρονισμός, Ἀθήνα 2006, 248. Γιά τά περί τοῦ χρόνου ἔλευσης τῶν Ἐσχάτων πρβλ. X. Tερέζης, Φιλοσοφική Ἀνθρωπολογία στό Bυζάντιο, Ἀθήνα 1993, 56 ἑξ. καί ἀναλυτικότερα Γ. Π. Πατρῶνος, Ἱστορία καί Ἐσχατολογία στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Ἀθήνα 2 2002. 12. Πρβλ. N. A. Mατσούκας, Ἱστορία τῆς βυζαντινῆς φιλοσοφίας, Θεσ/νίκη 1994, 161, ὁ αὐτός, Δογματική, B, 161 ἑξ. Αὐτή ἡ ἐσωτερική συνάφεια διατρέχει, ἄλλωστε, τά συναξάρια, τά γραπτά τοῦ Mακρυγιάννη, τοῦ Παπαδιαμάντη, τοῦ Πεντζίκη, τοῦ «ὑπερρεαλιστῆ» Ἐγγονόπουλου κ.ἄ. 13. «Oἱ ὑλακές καί οἱ εἰρωνεῖες τῆς ἀποδόμησης ἠχοῦν μέσα στή νύχτα, ἀλλά τό καραβά-

84 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Ἡ ἔννοια τῆς ἀτελεύτητης ἐνδοκοσμικῆς προόδου, τόσο καθοριστική ἀπό τόν Διαφωτισμό καί δῶθε σέ ὅλες τίς μεσσιανικές ἰδεολογίες, τάφηκε στά Ἄουσβιτς, τά Γκουλάγκ καί τά Γκουαντάναμο καί ἔχει παύσει νά εἶναι πρόσημο προοδευτικῆς σκέψης, ἰδιαίτερα μετά τήν κριτική στόν Διαφωτισμό ἀπό τή Σχολή τῆς Φραγκφούρτης 14. Ἀπό τήν πλευρά τῆς ἱστορικῆς μεθόδου εἶναι ἐπίσης χαρακτηρισμένη ἀκατάλληλη ὡς ὄργανο μεθοδολογικό 15, ἀφοῦ δέν προσφέρει ἀπόδειξη γιά μιά ἀδιατάρακτη ἀνθρώπινη πορεία ἐπί τά βελτίω. Ἡ πρόοδος ταυτίστηκε, ἐσκεμμένα ἤ ὄχι, μέ τήν προοδευτικότητα ταυτόχρονα εἴμαστε θεατές μιᾶς πολεμικῆς μέ κριτήρια πολιτικῆς ὀρθότητας ἐναντίον τῆς Παράδοσης, πού ὑστερόβουλα ἤ ἀπό ἄγνοια ταυτίζεται μέ στασιμότητα, συντηρητικότητα καί ἀνάλογα συμπαρομαρτοῦντα 16. Ὡστόσο στήν Ἐκκλησία Παράδοση δέν εἶναι, ἁπλῶς, τό νι τοῦ καλοῦ γούστου διαβαίνει ἀνενόχλητα», παρηγορεῖ ὁ G. Steiner, Ἀξόδευτα πάθη, μτφρ. Kατ. Σχινᾶ, Ἀθήνα 2001, 61, καί ὁ Λορεντζάτος προειδοποιεῖ σέ ἐξίσου δραστική γλώσσα, πώς κοντεύει [ὁ ἄνθρωπος] ἀπό τήν ἀνάλυση πού κάνει τοῦ ζω/ντανοῦ αὐτοῦ κόσμου μέ τήν ἀφηρημένη σκέψη του/ νά ἐξανεμίσει ἀκόμα καί τό ΣKATO του (Ποιήματα, ὅ.π., 53 τά κεφαλαῖα στό πρωτότυπο). 14. Πρβλ. τήν κλασική μελέτη τῶν T. Adorno M. Horckheimer, Διαλεκτική τοῦ Διαφωτισμοῦ, μτφρ. Λ. Ἀναγνώστου, Ἀθήνα 1996 ἀπό τήν ἑλληνική βιβλιογραφία κριτικές ἀποτιμήσεις σέ πολλές ἐργασίες τῶν Xρ. Γιανναρᾶ, Θ. Zιάκα, Π. Kονδύλη, Λ. Mπενάκη κ.π.ἄ. [Στήν ἔκδοση τοῦ περιβάλλοντος τοῦ K. Θ. Δημαρᾶ ἀπό τό Kέντρο Nεοελληνικῶν Ἐρευνῶν / Ἐθνικό Ἵδρυμα Ἐρευνῶν, Nεοελληνικός Διαφωτισμός. Bιβλιογραφία 1945-1995, Ἀθήνα 1998, ἡ βιβλιογράφηση ὑστερεῖ σέ καταγραφή μελετῶν ἀρνητικῆς τοποθέτησης ἀπέναντι στήν ὀπτική τοῦ συγκεκριμένου περιβάλλοντος πρβλ. ἐδῶ, ὑποσ. 9]. Γιά κριτική στάση ἀπέναντι στόν δυτικό ἄνθρωπο, πού κατά κανόνα ταύτισε τόν ἐν γένει πολιτισμό μέ τόν δικό του, παραπέμπεται ὁ ἀναγνώστης ἐνδεικτικά στίς μελέτες πού ἔχουν ἐκδοθεῖ ἀπό τή Nεφέλη (Ἀθήνα) στή σειρά Ὁ νεώτερος εὐρωπαϊκός πολιτισμός μέ ἐπιμέλεια τοῦ Παν. Kονδύλη (M. Adas, D. Bell, J. Burckhardt, H. Freyer, S. Moscovici, W. Mühlmann, E. Norbert, R. Sennett, W. Sombart, M. Vovelle). Kριτική στίς νεώτερες μεσσιανικές ἀντιλήψεις (Διαφωτισμοῦ, Pομαντισμοῦ) βλ. καί στόν Γ. Kαραμπελιά, Ἡ θεμελιώδης παρέκκλιση. Pομαντισμός καί Διαφωτισμός στόν εἰκοστό πρῶτο αἰώνα, Ἀθήνα 2004. 15. Ὁ διαπρεπής ἱστορικός τῆς Ὄψιμης Ἀρχαιότητας Peter Brown ἐπαναβεβαίωσε πρόσφατα τήν ἀνεπάρκεια τῶν ἐννοιῶν προόδου καί παρακμῆς γιά τήν κατανόηση καί αὐτῆς τῆς περιόδου (πρβλ. συνέντευξή του στήν ἐφημ. Kαθημερινή, Kυριακή 1.7.2007, 8). Ἀνάλογη ἀπομύθευση τῆς ψευδεπίγραφης προόδου καί στόν Z. Λορεντζάτο, Διόσκουροι (Σαραντάρης Kαπετανάκης), Ἀθήνα 1997, 205 ἑξ. [ἀνατύπωση στίς Mελέτες, Γ, Ἀθήνα 2007, 205 ἑξ.]. 16. Ὑπενθυμίζεται ὀξυδερκής ἀφορισμός: «Στήν ὑβριστική λέξη «παρελθοντιστής» μποροῦμε

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 85 παραδεδομένο, κάτι πού ἐνδέχεται νά εἶναι νεκρό, ἀλλά τό παραδιδόμενο, πάντοτε ζωντανό καί ἐξελισσόμενο ἡ ἱστορία τῶν Oἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι καλή ἀπόδειξη γιά τοῦτο. Διόλου λοιπόν δέν ταυτίζεται μέ μιάν ἀπονεκρώνουσα, παραδοσιοκρατική παρελθοντολογία, ἀλλά μέ τή διαρκή, γονιμοποιό ἀναβάπτιση τοῦ παρελθόντος στό παρόν 17. Ἡ προσκόλληση στό παρελθόν ὁδηγεῖ πάντα στήν εἰδωλολατρία, βεβαιώνει μεγάλος θεολόγος τοῦ περασμένου αἰώνα, ὁ π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν 18, ἐνῶ νεώτερος θεολόγος συμπληρώνει, πώς τυφλή λατρεία τῆς παράδοσης μέ ὀξεία ἀντιπαράθεση πρός τό σύνολο τοῦ ὑπόλοιπου πολιτισμοῦ εἶναι τό θεμελιῶδες γνώρισμα τοῦ φονταμενταλισμοῦ 19. Ἀπό τήν ἄλλη, ὁ ἀπροϋπόθετος ἐκσυγχρονισμός καί ἡ ἐπ ὀνόματί του ρήξη μέ κάθε μορφή παράδοσης συνιστᾶ ἐπίσης, κατά τόν Herbert Marcuse, ὁλοκληρωτισμό 20. 3. Ἀπό τή θεοφάνεια στή θέωση. Ἄς δοῦμε μερικές πλευρές, πού σχετίζονται ἄμεσα μέ τήν ἀνθρωπολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. 3.1. Ἄκτιστο καί κτιστό. Pιζική διαφορά χωρίζει τήν ἀρχαία ἀπό τήν ἑβραϊκή-χριστιανική ἀντίληψη γιά τή γένεση καί ἐξέλιξη τοῦ κόσμου: Γιά τούς ἀρχαίους αὐτός προέρχεται ἀπό τό χάος (κόσμος = κόσμημα, τάξη στό χάος) καί ἡ πορεία του εἶναι κυκλική καί ἐπαναλαμβανόμενη μέ τά γνωστά τρία στάδια γιά τήν Παλαιά Διαθήκη καί τόν Xριστιανισμό ἡ Kτίση δημιουργεῖται ὑπό τοῦ Δημιουργοῦ ἐκ τοῦ μή ὄντος (καί ὄχι ἀπό τό μηδέν 21 ) καί μεταβαλλόμενη διαρκῶς ἀκολουθεῖ νά προσθέσουμε μιά ἄλλη πιό βαριά: «προοδευτικός» (Γιάν. Tσαρούχης, Ἀγαθόν τό ἐξομολογεῖσθαι, Ἀθήνα 1986, 209) ἀλλά καί ἀπό θεολογική ὀπτική, «ὑπερβολικός συντηρητισμός καί ὑπερβολικός φιλελευθερισμός δέν εἶναι παρά αἱ δύο ὄψεις ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ νομίσματος» (Δ. Kουτρουμπῆς, Ἡ Xάρις τῆς Θεολογίας, Ἀθήνα 1995, 166). 17. «Δέν ὑπάρχει διαχωριστική γραμμή ἀνάμεσα σέ πεθαμένους καί ζωντανούς: καί αὐτό εἶναι παράδοση» κατά τόν Z. Λορεντζάτο, Mελέτες, A, Ἀθήνα 1994, 328. 18. Πρωτοπρ. Ἀλέξ. Σμέμαν, Ἡμερολόγιο (1973-1983), μτφρ. Ἰωσ. Pοηλίδης, Ἀθήνα 2002, 43. Γιά τή φετιχοποίηση τῆς Παράδοσης πρβλ. καί Xρ. Γιανναρᾶς, Ἐνάντια στή θρησκεία, Ἀθήνα 2006, 167 ἑξ. 19. Λουδοβίκος, Ὀρθοδοξία (ὑποσ. 11), 18. 20. Ὅ.π., 16. 21. Πρβλ. εὐχή τῆς ἀναφορᾶς στή Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Xρυσοστόμου: ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παρήγαγες ἡμᾶς κλπ. Γιά τή διαφορά μεταξύ μή ὄντος καί μηδενός βλ. Mα-

86 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ πορεία ἀμετάτρεπτη πρός καθολική μεταμόρφωση, πρός τά Ἔσχατα, τή Bασιλεία τοῦ Θεοῦ 22. Xρόνος καί τόπος/χῶρος εἶναι συναρτήσεις τῆς κτιστότητας τοῦ κόσμου 23, συνδεόμενα κατά χάριν μέ τόν ἄκτιστο (δηλαδή τόν πέραν χρόνου καί χώρου) Θεό μέσῳ τῶν ἐνεργειῶν Tου καί τῆς Θείας Oἰκονομίας 24. Φαινομενικά, ἡ θεώρηση τῆς κτίσης καί τῆς Ἱστορίας (δηλαδή τοῦ κατ ἀνθρώπινη ἀντίληψη χώρου καί χρόνου) ὡς μιᾶς ἀενάως ἐξελισσόμενης πορείας δέν διαφέρει ἀπό τό νεωτερικό, ἀνθρωποκεντρικό κοσμοείδωλο μιᾶς διαρκοῦς, εὐθύγραμμης πορείας, νοουμένης ὡς ἀτέρμονης προόδου καί κατευθυνόμενης πρός τή μακαριότητα μιᾶς ἐνδοκοσμικῆς Ἐδέμ στήν πραγματικότητα, οἱ διαφορές εἶναι ριζικές καί καθοριστικές. Ἡ χριστιανική θεώρηση ὡστόσο δέν εἶναι ἑνιαία: ἡ δυτική κοσμολογία, ἤδη ἀπό τόν ἱερό Αὐγουστίνο (354-430) καί ἐντονώτερα μετά τό Σχίσμα (11ος αἰ.), κυρίως δέ μέ τή γένεση καί ἐπικράτηση τῆς σχολαστικῆς θεολογίας (12ος αἰ. καί ἑξῆς) ἀπομακρύνεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη, κυρίως ἐξαιτίας τῆς διαφορετικῆς ἑρμηνείας τῆς τριαδολογίας καί τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, καί βαθμιαῖα ἐκκοσμικεύεται ὥστε ν ἀποτελέσει ἐφαλτήριο γιά τό νεωτερικό, ἀνθρωποκεντρικό κοσμοείδωλο, ὅπως θά δοῦμε 25. τσούκας, Δογματική, B, 144 ἑξ. 22. Mατσούκας, ὅ.π. 23. Ἡ Kτίση δημιουργεῖται cum tempore, ὅπως ὑπομνηματίζει ὁ ἱερός Αὐγουστίνος, ὄχι in tempore (πρβλ. Mατσούκας, Bυζαντινή φιλοσοφία -ὑποσ. 12-, 222), δηλαδή χῶρος καί χρόνος εἶναι ἰδιότητες ἐκ γενετῆς τοῦ κτιστοῦ, ὄχι τοῦ ἀκτίστου. 24. Xρ. Γιανναρᾶς, Σχεδίασμα εἰσαγωγῆς στή φιλοσοφία, B, Ἀθήνα 1981, 195, Mατσούκας, Bυζαντινή φιλοσοφία, 79, 195 ἑξ., 202 (ὅπου καί κριτική τῶν ἐσφαλμένων ἑρμηνειῶν τῆς Ἑξαημέρου τοῦ M. Bασιλείου ἀπό τόν H.-G. Beck καί τόν G. Podskalsky πρβλ. καί τοῦ ἴδιου, Δογματική, Γ, 171 ὑποσ. 23, ὅπου ἀναιρεῖται καί ἡ ἑρμηνεία τοῦ C. Mango), 226 ἑξ., ὁ ἴδιος, Δογματική, B, 46 ἑξ., 144 ἑξ., 204, 529, Γ, 50, 181, 265, 306, καί ἰδιαίτερα τό παράρτημα «Kτίση καί Ἱστορία», 319-380, Δ (: Ὁ Σατανάς), Θεσ/νίκη 1999, 43, Πατρῶνος, Ἱστορία (ὑποσ. 11), συχνάκις, Pωμανίδης, Θεολογία (ὑποσ. 10), 268, Λουδοβίκος, Ὀρθοδοξία, 248. 25. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή, θά ἔπρεπε νά διερευνηθοῦν συστηματικά οἱ ἀποκλίσεις τῆς μεσαιωνικῆς τέχνης Ἀνατολῆς καί Δύσης μετά τό τελικό Σχίσμα νύξη κάνει ὁ V. Djurić, Peinture murale byzantine, XIVe Congr. Intern. d Études Byzantines, (Athènes 1976), I, Athènes 1979, 162 πρβλ. καί Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, Oἰκουμενικότητα καί βυζαντινή τέχνη: Mιά ἀνάγνωση, E. Xρυσός (ἐπιμ.), Tό Bυζάντιο ὡς Oἰκουμένη [Πρακτικά διεθνοῦς συνεδρίου, Ἀθήνα, 29.11.-2.12.2001], (EIE/IBE, Διεθνῆ συμπόσια, 16), Ἀθήνα 2005, 233-255, N. Γκιολές, Eἰκονογραφικά θέματα στή βυζαντινή τέχνη ἐμπνευσμένα ἀπό τήν ἀντιπαράθεση καί τά σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν, Ὑπ. Πολιτισμοῦ (ἐκδ.), Θωράκιον. Mνήμη Παύλου Λαζαρίδη, Ἀθήνα

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 87 3.2. Ἑνοείδεια φυσικοῦ καί ὑπερβατικοῦ. Ἡ ὀρθή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀγνοεῖ τήν τόσο συνήθη, μανιχαϊστική καί σχιζοειδή ἐκδοχή περί τῶν ἐγκοσμίων ὡς βασιλείου τοῦ Kακοῦ/Σατανᾶ καί τῶν ὑπερκοσμίων ὡς τοῦ ἀποκλειστικοῦ τόπου τῆς Bασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῦ εἰδωλολατρικοῦ δηλαδή διαχωρισμοῦ ἀνάμεσα σέ ἱερό / ὑπεργήϊνο / θεϊκό καί ἀνίερο / κοσμικό / δαιμονικό, συχνή καί σέ χριστιανικά κείμενα, πού παρεισέφρησε καί στήν ὀρθόδοξη σκέψη, ἰδιαίτερα κατά τήν Tουρκοκρατία κάτω ἀπό δυτικές ἐπιρροές (αἰχμαλωσία τῆς Ἐκκλησίας) 26. Ἔτσι ἀμαυρώθηκε καί πολεμήθηκε σφοδρά ἡ διδασκαλία τῆς 2004, 263 ἑξ. 26. Γιά τήν ὁμηρεία τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας ἀπό τή δυτική κατά τήν Tουρκοκρατία, τόν 19ο καί μέρος τοῦ 20οῦ αἰώνα βλ. ἐνδεικτικά Ἰωάν. Kαρμίρης, Ὀρθοδοξία καί Προτεσταντισμός, I, Ἀθῆναι 1937, ὁ αὐτός, Ὀρθοδοξία καί Pωμαιοκαθολικισμός, I-II, Ἀθῆναι 1964-1965, Al. Schmemann, The Historical Road of Eastern Orthodoxy, New York 1963, Tim. Ware, Eustratios Argenti. A study of the Greek Church under Turkish Rule, Oxford 1964, St. Runciman The Great Church in captivity κλπ., Cambridge 1966 (ἡ ἑλληνική μετάφραση ὑπολείπεται τοῦ πρωτοτύπου), Γερ. Kονιδάρης, Ἐκκλησιαστική ἱστορία τῆς Ἑλλάδος, B, Ἀθῆναι 2 1970, 184 ἑξ., π. Γ. Φλωρόφσκυ, Θέματα ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, μτφρ. Π. K. Πάλλης, Θεσ/- νίκη 1979, 22 ἑξ., 183-244, ὁ αὐτός, Σταθμοί τῆς ρωσικῆς θεολογίας, μτφρ. Εὐτ. B. Γιούλτση, Θεσ/νίκη 1986, Πρωτοπρ. Γ. Δ. Mεταλληνός, Παράδοση καί ἀλλοτρίωση, Ἀθήνα 1986, Ch. A. Frazee, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Ἑλληνική Ἀνεξαρτησία, 1821-1852, μτφρ. Ἰωσ. Pοηλίδης, Ἀθῆναι 1987, Xρ. Γιανναρᾶς, Ὀρθοδοξία καί Δύση στή Nεώτερη Ἑλλάδα, Ἀθήνα 1992, N. A. Mατσούκας, Ὁ Προτεσταντισμός, Θεσ/νίκη 2 1995, 79 ἑξ., Π. Nάσιουτζικ, Ἀμερικανικά ὁράματα στή Σμύρνη τόν 19ο αἰώνα κλπ., Ἀθήνα 2002, Π. Θαναηλάκη, Ἀμερική καί Προτεσταντισμός. Ἡ Εὐαγγελική Αὐτοκρατορία καί οἱ ὁραματισμοί τῶν Ἀμερικανῶν μισσιοναρίων γιά τήν Ἑλλάδα τόν 19ο αἰώνα, Ἀθήνα 2005, Ἀντ. Σμυρναῖος, Στά ἴχνη τῆς οὐτοπίας. Tό Φιλελληνικόν Παιδαγωγεῖον Σμύρνης καί ἡ προτεσταντική ὁμογενοποίηση τῆς Oἰκουμένης κατά τόν 19ο αἰώνα, Ἀθήνα 2006. Ἀπό τήν ὀπτική τοῦ δυτικοῦ μελετητῆ πρβλ. G. Hering, Oἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί εὐρωπαϊκή πολιτική 1620-1638, μτφρ. Δημ. Kούρτοβικ, Ἀθήνα 1992 ἀπό Pωμαιοκαθολική σκοπιά πρβλ. Y. Spiteris, La teologia ortodossa neo-greca, Bologna 1992, ἐπίσης τή θεμελιακή μελέτη τοῦ Ἰησουΐτη G. Podskalsky, Ἡ Ἑλληνική Θεολογία ἐπί Tουρκοκρατίας, 1453-1821 κλπ., μτφρ. Πρωτοπρ. Γ. Δ. Mεταλληνός, Ἀθήνα 2005 (γιά τήν ὀπτική του, ἐμφορούμενη ἀπό τόν Διαφωτισμό καί μέ σαφή ἀντιησυχαστικό χαρακτήρα, πρβλ. τρεῖς κριτικές στό περιοδ. Σύναξη, τεῦχ. 99 [2006], 79-89, ἀπό τίς ὁποῖες ἐκείνη τοῦ Πασχ. Kιτρομηλίδη διακρίνεται ἀπό ἄγνοια βασικῶν θεολογικῶν παραμέτρων, ἀποσιώπηση βιβλιογραφίας καί ἄκριτα ἐξυμνητικό τόνο). Γιά τόν ρόλο τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου στή διάδοση τῆς μανιχαϊστικῆς ἄποψης περί ἱεροῦ/ ἀνίερου πρβλ. καί M. Mπέγζος, Ἀμφίσημη ἐκκοσμίκευση, B, Ἀθήνα 2002, 126 ἑξ., 139. Tέλος, εἰδικά γιά τή διάδοση τῆς δαιμονολογίας στήν Tουρκοκρατία ἀπό ἐπίδραση τῆς δυτικῆς (ἀντιμεταρρυθμιστικῆς) Kατήχησης τοῦ Ἰησουΐτη Πέτρου Kανισίου (1554, μέ συνεχεῖς ἀνατυπώ-

88 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Ἐκκλησίας πού ἀφορᾶ ἄμεσα τόν ἄνθρωπο, τό Ἐδῶ καί Tώρα του, πού συνάπτεται ἀξεδιάλυτα μέ τό Ἐκεῖ καί Πάντοτε 27. Mιά δεύτερη μεγάλη παρεξήγηση, πού ὄρθωσε ἐπί αἰῶνες τείχη ἀνάμεσα σέ Ἀνατολή καί Δύση μέ κορύφωση τόν ἡσυχασμό, ἀλλά καί σέ Ἐκκλησία καί ἐπιστήμη μέ τή ρήξη ἀνάμεσα στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί τόν κοραϊκό Διαφωτισμό, εἶναι ἡ λεγόμενη διπλή μέθοδος, ἐφαρμοζόμενη λαμπρά ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό: κατακτοῦμε μέ τό νοῦ τή γνώση τῶν αἰσθητῶν, ἀλλά τά ὑπεραισθητά προσεγγίζονται μέ τήν ἐμπειρία, τήν καρδιά ἐντεῦθεν ἡ οὐσιώδης διάκριση ἀνάμεσα σέ καταφατισμό καί ἀποφατισμό, κομβικό σημεῖο σύγκρουσης Bαρλαάμ καί ἡσυχαστῶν 28. 3.3. Tό βασικό πρόβλημα, θεολογικό καί φιλοσοφικό, τοῦ Ἀγαθοῦ καί τοῦ Kακοῦ, ἀντιμετωπίστηκε διαφορετικά στίς δύο χριστιανικές παραδόσεις. Tό Kακό κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία δέν εἶναι αὐθυπόστατο ἀλλά μὴ ὄν, παρυπόσταση, διαστροφή τοῦ ἀγαθοῦ, ὅπως ἐπαναλαμβάνεται συχνά ἀπό τήν πατερική θεολογία 29. Ἡ διδασκαλία περί προπατορικοῦ ἁμαρτήματος παίρνει στή Δύση, ἤδη ἀπό τόν Αὐγουστίνο, ὁλοένα ἐντονώτερη δικανική χροιά καί καταλήγει σέ κεντρικό ἄξονα τῆς θεολογίας βάσει αὐτοῦ διαμορφώθηκε ἡ ἀντίληψη γιά τή Σταύρωση, στό πλαίσιο τῆς Θείας Oἰκονομίας, ὡς ἱκανοποίηση τῆς θείας δικαιοσύνης τοῦ Πατρός στό πρόσωπο τοῦ Yἱοῦ γιά τή διάπραξη τοῦ προπασεις πρώτη μετάφραση στά ἑλληνικά τό 1595) βλ. π. Bασ. Kαλλιακμάνης, Ἀπό τό φόβο στήν ἀγάπη, Θεσ/νίκη 1993, 22 ἑξ. 27. Πρβλ. N. Mατσούκας, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία, A, Θεσ/νίκη 4 1996, 179, B, 46 ἑξ., 179, Γ, 104, 178, 297 ἑξ., ὁ ἴδιος, Φιλοσοφία, 195 καί σποραδικά, Πατρῶνος, Ἱστορία, 383, 387. 28. B. Tατάκης, Ἡ βυζαντινή φιλοσοφία, μτφρ. Eἰρ. Kαλπουρτζῆ, Ἀθήνα 1977, 117, Mατσούκας, Δογματική, A, 50, 138, 149, Γ, 139 ἑξ., Xρ. Γιανναρᾶς, Tό ρητό καί τό ἄρρητο Tά γλωσσικά ὅρια ρεαλισμοῦ τῆς μεταφυσικῆς, Ἀθήνα 1999 πρβλ. καί τήν ὑποσ. 26 γιά τά σχετικά μέ τόν Podskalsky, ἐπίμονα ἀρνητικό ἀπέναντι στόν ἡσυχασμό, καθώς καί τήν ἀναλυτική κριτική συναφοῦς, νεώτερου ἔργου του γιά τή βυζαντινή θεολογία ἀπό τόν B. N. Mακρίδη, Nέα Ἑστία, τεῦχ. 1791 (Ἰούλ-Aὔγ. 2006), 125-149. 29. Tατάκης, ὅ.π., 120 ἑξ., Mατσούκας, Bυζαντινή Φιλοσοφία, 195, 240 ἑξ., 247, ὁ ἴδιος, Δογματική, B, 207 ἑξ., Γ, 216 ἑξ., Δ, συχνάκις, Γ. Ἰ. Mαντζαρίδης, Παγκοσμιοποίηση καί παγκοσμιότητα, χίμαιρα καί Ἀλήθεια, Θεσ/νίκη 2001, 108, Ἀναστάσιος, Ἀρχιεπ. Tιράνων καί πάσης Ἀλβανίας, Παγκοσμιότητα καί Ὀρθοδοξία, Ἀθήνα 2 2001, 129.

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 89 τορικοῦ ἁμαρτήματος (Ἄνσελμος Kαντερβουρίας, 11ος/12ος αἰ.) 30. Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στό κέντρο τῆς Ἱστορίας βρίσκεται ἡ Θεία Oἰκονομία, πέραν τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, καί ἡ ἁμαρτία δέν σβήνει τό κατ εἰκόνα, ἁπλῶς τό ἀμαυρώνει. Δέν συνιστᾶ κληρονομική ἐνοχή ἀπό τό προπατορικό, ὅπως πίστευε ὁ Αὐγουστίνος καί ἡ Δύση, ἀλλά εἶναι ἀσθένεια δεόμενη θεραπείας καί ὄχι κολασμοῦ (κατά τόν ἅγιο Mάξιμο τόν Ὁμολογητή συγγνωστὸν γάρ, οὐ τιμωρητὸν ἡ ἀσθένεια 31 ), πρόκειται δηλαδή γιά ἀστοχία καί ἀποτυχία, ὄχι γιά δικανικό παράπτωμα 32. 4. Θεός καί ἄνθρωπος. Ἡ ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία μιλάει γιά τόν ἄνθρωπο στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ὡς ἀναφαίρετο μέλος συνόλου καί ὄχι ἁπλῶς ὡς ἄτομο, χωρίς νά καταργεῖ τή μοναδική, προσ ωπική του ὑπόσταση 33. Ὁ ἁγιασμός καί ἡ σωτηρία δέν εἶναι ἀτομική ὑπόθεση, ἀλλά σκοπός τῆς ὕπαρξης τῆς Ἐκκλησίας. 4.1. Ἐκκλησία, Θεία Eὐχαριστία καί Kόσμος. Ἡ περιώνυμη παύλεια εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀδιαίρετου σώματος μέ κεφαλή τόν Xριστό καί μέλη τούς πιστούς 34 θέτει ταυτόχρονα τό ἀρνητικό ἐκτύπωμα: ὅποιος δέν λειτουργεῖ ὡς μέλος ἀλλά ὡς μέρος, αὐτός διαλέγει μέρος τῆς ἀδιαίρετης Ἀλήθειας, ἐπιλέγει τήν αἵρεση. Ἡ δυτική διάκριση ἀφε- 30. Πρωτοπρ. Ἰ. Pωμανίδης, Tό προπατορικόν ἁμάρτημα, Ἀθήνα 2 1989, συχνάκις, Xρ. Γιανναρᾶς, Ἡ μεταφυσική τοῦ σώματος, Ἀθήνα 1971, ὁ ἴδιος, Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἤθους, Ἀθήνα 3 2002, σποραδικά, ὁ αὐτός, Ἐνάντια στή θρησκεία (ὑποσ. 18), 224 ἑξ. (ὅπου γιά τόν ἐν γένει ρόλο τοῦ Αὐγουστίνου στήν ἐξέλιξη τῆς δυτικῆς θεολογίας), Mατσούκας, Bυζαντινή φιλοσοφία, 307 ἑξ., ὁ ἴδιος, Δογματική, B 204, 207 ἑξ., Γ 200 ἑξ., 214, Δ συχνάκις. 31. PG 91, 716C. 32. Mατσούκας, Δογματική, B 204, 207 ἑξ., 539, Γ 200 ἑξ., 214, Δ συχνάκις, Γιανναρᾶς, ὅ.π., σποραδικά. Γιά τό κατ εἰκόνα εὔγλωττη εἶναι ἡ νεκρώσιμη ἀκολουθία: Eἰκών εἰμι τῆς ἀρρήτου δόξης σου, εἰ καὶ στίγματα φέρω πταισμάτων κλπ. 33. Δέν εἶμαι ἁρμόδιος γιά νά ὑπεισέλθω στά περί οὐσίας, ὑποστάσεως, φύσεως καί προσώπου, ἐπίκεντρο τίς τελευταῖες δεκαετίες ζωηρῆς συζήτησης καί στόν χῶρο τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας (πρβλ. λ.χ. ἐργασίες τῶν Mητροπ. Περγάμου Ἰωάν. Zηζιούλα, Mητροπ. Nαυπάκτου Ἱεροθέου Bλάχου, π. Nικ. Λουδοβίκου, Xρ. Γιανναρᾶ, Θεοδ. Zιάκα, Λ. Mπενάκη, Στ. Pάμφου, B. Tατάκη, κ.ἄ.). 34. Kυρίως τονίζεται τοῦτο στήν πρός Pωμαίους, ιβ 4-5, συχνότερα στήν A πρός Kορινθίους, ς 15, ιβ 12, 14, 18-20 26-27, σποραδικά καί σέ ἄλλες ἐπιστολές.

90 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ τέρου ἀνάμεσα σέ ἐπίγεια/στρατευομένη καί οὐράνια/θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, μέ ρίζες στόν Ὠριγένη, δέν ἰσχύει γιά τούς Ὀρθοδόξους: ἀναφερθήκαμε ἤδη στή συμπάγεια αἰσθητοῦ καί νοητοῦ κόσμου. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Kόσμος καί ὁ Kόσμος εἶναι ἡ Ἐκκλησία 35. Ἡ Ἐκκλησία, οἰκουμενική καί καθολική ὡς ἐκφράζουσα παντοῦ τήν καθόλου Ἀλήθεια, ἐμπεριέχεται στή Bασιλεία τοῦ Θεοῦ ὡς ἡ ἱστορική της φανέρωση ἀντίθετα μέ τή Pωμαιοκαθολική διδασκαλία, πού ὑπέταξε τή Bασιλεία τοῦ Θεοῦ στήν Ἐκκλησία, προκαλώντας θεοκρατίες, παπικό πρωτεῖο καί ἀλάθητο, ἀτελεύτητους ἀγῶνες μεταξύ Sacerdotium καί Imperium 36. Ἡ Ἐκκλησία ὡς σύναξη εὐχαριστιακή ἐπίκεντρο ἔχει τή Θεία Eὐχαριστία, δηλαδή τή συγκεφαλαίωση τῆς Θείας Oἰκονομίας ἐντός καί ταυτόχρονα ἐκτός τῆς Ἱστορίας, σέ χρόνο ἄ-χρονο καί τόπο ἄ-τοπο. Ἡ ἀναίμακτη θυσία συντελεῖται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διαφορά σημαντική πρός τή Δυτική Ἐκκλησία, ὅπου ἡ ἐπίκληση ἐξαφανίζεται μετά τό ὁριστικό Σχίσμα καί τήν ἐμφάνιση τοῦ Σχολαστικισμοῦ 37. Λίγο θά ἀπασχολήσει τή βυζαντινή θεολογία ἡ φύση τῆς 35. Ἐδῶ θεμελιώνεται καί ἡ εἰκαστική παράσταση τοῦ ἐσωτερικοῦ/ἐξωτερικοῦ τοῦ ναοῦ ὡς μικρόκοσμου τοῦ σύμπαντος, λ.χ. στίς γνωστές μικρογραφίες τῶν ἔργων τοῦ Ἰακώβου Kοκκινοβάφου ἤ τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Nαζιανζηνοῦ βλ. λ.χ. τόν Paris. gr. 1208 (Κοκκινόβαφος), φ. 3r (Γ. Γαλάβαρης, Ἑλληνική τέχνη. Ζωγραφική βυζαντινῶν χειρογράφων, Ἀθήνα 1995, πίν. 146) ἤ τόν σιναϊτικό κώδ. 339 (Ναζιανζηνός), φ. 341r (αὐτόθι, πίν. 147). Τέτοια μοντέλα βρῆκαν ἀπήχηση σέ ρωμανικές λειψανοθῆκες σέ σχῆμα τρουλλαίου ναοῦ: D. Kötzsche - L. Lambacher, Höhepunkte romanischer Schatzkunst. Die Κuppelreliquiare in London und Βerlin und ihr Umkreis, Berlin 2006 [κατάλογος ἔκθεσης]. 36. Ph. Sherrard, The Greek East and the Latin West. A study in the Christian Tradition, Limni / Evia 2 1992, ὁ ἴδιος, Ἡ Ἐκκλησία, ὁ Παπισμός καί τό Σχίσμα, μτφρ. Πολ. Τσαλίκη, Ἀθήνα 1992, Mατσούκας, Bυζαντινή φιλοσοφία, 259, 307 ἑξ., ὁ ἴδιος, Δογματική, B, 357, 364, 377, 438 ἑξ., Γ, 258 ἑξ., 316, Πατρῶνος, Ἱστορία, συχνάκις, Mαντζαρίδης, Παγκοσμιοποίηση, 56, 62, 84, Ἀναστάσιος, Παγκοσμιότητα, 54, 129, Λουδοβίκος, Ὀρθοδοξία, 214 ἑξ., Tριανταφυλλόπουλος, «Oἰκουμενικότητα» (ὑποσ. 25). 37. Tό πολύπλοκο ζήτημα τῆς ἐπίκλησης, πού εἶχε διαφοροποιήσει Kων/πολη καί Pώμη ἤδη ἐπί Φωτίου (α πατριαρχία, 858-867), βρίσκεται στό ἐπίκεντρο τῶν λειτουργιολογικῶν μελετῶν τά τελευταῖα χρόνια (βλ. μελέτες Mητροπ. Περγάμου Ἰ. Zηζιούλα, R. Taft, Γ. Φίλια, Ἰ. Φουντούλη κ.ἄ.). Ἀπό πλευρᾶς τέχνης ἡ ἔμφαση στήν ἐπίκληση δηλώνεται τοποθετώντας τήν Πεντηκοστή πάνω ἀπό τήν ἁγία τράπεζα, ὅπως στό ψηφιδωτό πρόγραμμα τῆς Mονῆς τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ στή Λεβάδεια. Tό μνημεῖο, ὡς σύνολο, προϋποθέτει ὑψηλή πιθανότατα αὐτοκρατορική καλλιτεχνική ἀλλά καί θεολογική ἐποπτεία ἀπό τήν Kων/πολη βλ. πρόσφατη σύνοψη

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 91 μεταβολῆς τῶν θείων δώρων, δηλαδή ἡ δυτική θεωρία τῆς μετουσιώσεως (transsubstantiatio), πού βρῆκε πρόσφορο ἔδαφος συζήτησης στήν Tουρκοκρατία 38 : οἱ Ὀρθόδοξοι ἐμπιστεύονται περιςσότερο τήν ἐμπειρία καί δυσπιστοῦν στίς λογικές ἐξηγήσεις 39. Ὁ ἀποκαλυπτικός-ἐσχατολογικός χαρακτήρας τῆς Θ. Λειτουργίας εἶναι κοινός τόπος γιά τή θεολογία 40, ἀλλά τοῦτο δέν εἶναι πάντοτε ἐμφανές στόν πιστό λόγῳ τῶν εὐσεβιστικῶν ἐπικαλύψεων τούς αἰῶνες τῆς βαβυλώνειας αἰχμαλωσίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας 41. Ἡ τελευταία παρατήρησή μας σχετικά μέ τή Θ. Εὐχαριστία ἔχει νά κάνει μέ τήν κατάφαση τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος (μέσῳ τοῦ θεανθρώπινου τοῦ Xριστοῦ), ἰδιαίτερα μετά τίς θεολογικές ἔριδες τοῦ 12ου αἰώνα γιά τήν εὐχή τῆς ἀναφορᾶς καί τόν ἄμεσο ἀντίκτυπό τους στήν εὐχαριστιακή εἰκονογραφία (Mελισμός) 42. τῶν ζητημάτων χορηγιῶν τοῦ ὅλου συγκροτήματος καί συναφῶν χρονολογικῶν προβλημάτων στόν Π. M. Mυλωνᾶ, Mονή Ὁσίου Λουκᾶ τοῦ Στειριώτη, Ἀθῆναι 2005 (Πραγματεῖαι Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, 60), ὅπου καί ἡ βασική προγενέστερη βιβλιογραφία πρόσθες N. Γκιολές, Eἰκονογραφικά θέματα (ὑποσ. 25), 269 ἑξ. 38. Διαπραγμάτευση τοῦ ζητήματος βλ. στή διδακτ. διατρ. τοῦ Ν. Τζιράκη, Ἡ περί μετουσιώσεως (Transsubstantiatio) εὐχαριστιακή ἔρις. Συμβολή εἰς τήν ὀρθόδοξον περί μεταβολῆς διδασκαλίαν τοῦ ΙΖ αἰῶνος, Ἀθῆναι 1978, καί σύνοψη μέ νεώτερη βιβλιογραφία στόν Podskalsky, Ἑλληνική Θεολογία ἐπί Tουρκοκρατίας (ὑποσ. 26), συχνάκις, ἰδιαίτερα Παράρτημα Α, 487 ἑξ. 39. Πρβλ. Mατσούκας, Δογματική, B, 486. 40. Πρβλ. Ἰ. Zηζιούλας, Mητρ. Περγάμου, «Εὐχαριστία καί Bασιλεία τοῦ Θεοῦ», Σύναξη, τεῦχ. 49 (1994) 10, Πατρῶνος, Ἱστορία, 309 ἑξ., Π. Bασιλειάδης, Lex orandi. Λειτουργική θεολογία καί λειτουργική ἀναγέννηση, Ἀθήνα 2005, 213 ἑξ. 41. Bλ. ἐδῶ, ὑποσ. 26. 42. Bλ. γιά τίς ἔριδες H.-G. Beck, Kirche und theologische Literatur im byzantinischen Reich, München 1959, 306 ἑξ., Βλ. Φειδάς, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, Β, Ἀθῆναι 1994, 287 ἑξ., Ἀρ. Παπαδάκης J. Meyendorff, Ἡ χριστιανική Ἀνατολή καί ἡ ἄνοδος τοῦ παπισμοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἀπό τό 1071 ὡς τό 1453, μτφρ. Στ. Εὐθυμιάδης, Ἀθήνα 2003, 290 ἑξ., 295 ἑξ. Γιά τίς ἐπιπτώσεις στήν εἰκονογραφία τοῦ Mελισμοῦ βλ. Xαρά Kωνσταντινίδη, Tό δογματικό ὑπόβαθρο στήν ἁψίδα τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονα Bελανιδιῶν. Ὁ Εὐαγγελισμός ὁ Mελισμός ὁ ἐπώνυμος ἅγιος, ΔXAE, περίοδ. Δ, 20 (1998-1999), 165-175, ἰδιαίτερα 168 ἑξ., καί ἀναλυτικότερα στήν ὑπό ἔκδοση συναφή διδ. διατριβή της (τή γνωρίζω ἔμμεσα). Tήν ἀντιλατινική αἰχμή τοῦ Mελισμοῦ ὑπενθυμίζει ὁ Γκιολές, Eἰκονογραφικά θέματα, 271 ἑξ., πιθανόν δέ ὑπ αὐτό τό πρίσμα πρέπει νά ἑρμηνευθεῖ καί ἡ ἔμφαση πού δίνει ὁ ἅγιος Nεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος σέ συναφές ὅραμά του στή φραγκοκρατούμενη Kύπρο, μέ ἐπιπτώσεις στήν τοπική εἰκονογραφία τοῦ Mελισμοῦ πρβλ. X. Xοτζάκογλου, εἰς: Θ. Παπαδόπουλλος (ἐκδ.), Ἱστορία τῆς Kύπρου, Γ : Bυζαντινή Kύπρος, Kείμενο, Λευκωσία 2005, 449, 640 ἑξ.

92 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Tήν ἐντελέστερη λογοτεχνική μεταποίηση αὐτῆς τῆς ἀδιάλυτης ἑνότητας μεταξύ αἰσθητοῦ καί ὑπεραισθητοῦ καί τῆς πρόσληψης ἀκέραιης τῆς ἀνθρώπινης φύσης στή Θ. Λειτουργία τή συναντᾶμε, νομίζω, στόν Παπαδιαμάντη καί τόν Πεντζίκη 43. 4.2. Ἔσχατη Kρίση Παράδεισος Kόλαση. Ἡ διδασκαλία γιά τήν Ἔσχατη Kρίση, τόν Παράδεισο καί τήν Kόλαση ἀναπτύχθηκε σύστοιχα μέ τήν ἀντίληψη περί ἁμαρτίας. Ἡ δικανική ἀντιμετώπιση τῆς ἁμαρτίας στή Δύση ὁδήγησε στή διαστροφική φρίκη τῶν μαρτυρίων μιᾶς Kόλασης νοουμένης, ὅπως καί ὁ Παράδεισος, ὡς ἀντικειμενικοῦ τόπου φανερώνουν τοῦτο ὄχι μόνο οἱ πυλῶνες τῶν καθεδρικῶν καί ἡ σαδιστικά ὀργιαστική φαντασία τοῦ Δάντη στόν Mεσαίωνα, ἀλλά καί στήν Ἀναγέννηση ἡ ἀνέλπιδη τρομοκρατία στήν Kαπέλλα Σιξτίνα τοῦ Mιχαήλ Ἀγγέλου ἤ στόν Ἱερώνυμο Mπός καί ἡ εἰκαστική διαμάχη Pωμαιοκαθολικῶν καί Προτεσταντῶν 44. Ἡ ρίζα βρίσκεται στό De civitate Dei τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, γιά τοῦτο εὔλογα θά ὑποστήριζε κανείς πώς ἡ εἰκονογραφία τῆς Δευτέρας Παρουσίας πρέπει νά ξεκίνησε στή Λατινική Δύση, παρά τήν πρώιμη ἐμφάνιση ἐπιμέρους μοτίβων της καί στή χριστιανική Ἀνατολή (π.χ. Pωμανός ὁ Mελωδός, Ἐφραίμ ὁ Σύρος) 45. Γιά τήν Ὀρθοδοξία, Παράδεισος καί Kόλαση συνάπτονται μέ 43. Γιά τόν Παπαδιαμάντη βλ. Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Δαιμόνιο μεσημβρινό (ὑποσ. 9), ὁ ἴδιος, Ἀποσπινθηρίζοντας. Σπουδάματα στόν Παπαδιαμάντη, Ἀθήνα 2008, Ἀν. Kεσελόπουλος, Ἡ λειτουργική παράδοση στόν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Θεσ/νίκη 1994, πρβλ. καί Δημ. Δ. Tριανταφυλλόπουλος, «Πελιδνός ὁ παράφρων τύραννος». Ἀρχαιολογικά στόν Παπαδιαμάντη, Ἀθήνα 2 1999 γιά τόν Πεντζίκη μεταξύ ἄλλων βλ. Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, «Περίτριμμ ἀγορᾶς θεσσαλονίκιον». Κείμενα παιδιόφραστα περί τοῦ παιζω-γράφου Ν. Γ. Πεντζίκη, Ἀθήνα 1993, Π. Δ. Mαστροδημήτρης, Ἡ Ἐκκλησία ὡς Tέλος καί ὡς Ἀποκάλυψη στόν Παπαδιαμάντη καί στόν Πεντζίκη, Ἀθήνα 1998. 44. Πρβλ. Tριανταφυλλόπουλος, «Oἰκουμενικότητα» (ὑποσ. 25), 240, καί ὁ ἴδιος, Kήρυγμα καί ζωγραφική τόν 16ο αἰώνα. Mιά ὄψη τῶν Ἑλληνορθοδόξων ὑπό τή Γαληνοτάτη, Πρακτικά συνεδρίου Neograeca Medii Aevi VI, Πανεπιστήμιο Ἰωαννίνων 29/9-2/10/2005 (ὑπό ἐκτύπωση). 45. Mατσούκας, Bυζαντινή φιλοσοφία, 250, ὁ ἴδιος, Δογματική, B, 539 ἑξ., Γ, 200 ἑξ., 308 ἑξ., Δ, συχνάκις, Mαντζαρίδης, Παγκοσμιοποίηση, 175. Γιά τήν τέχνη εἰδικότερα πρβλ. A. Grabar, «Tό μήνυμα τῆς βυζαντινῆς τέχνης», Ἡ βυζαντινή τέχνη τέχνη εὐρωπαϊκή. 9η ἔκθεσις τοῦ Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης [Kατάλογος ἔκθεσης Zαππείου Μεγάρου], Ἀθῆναι 1964, 13, πού ὑπογραμμίζει τή συχνότητα τῶν παραστάσεων Ἔσχατης Kρίσης στή Δύση ἔναντι τῶν θεοφα-

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 93 τήν ἑκούσια ἀποδοχή ἤ ἄρνηση/στέρηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί δευτερευόντως μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα, εἶναι τρόποι καί ὄχι τόποι, δηλαδή μέθεξη ἤ ἀμεθεξία, κατ ἐλεύθερη βούληση, ἄσκηση καί Xάρι, στή δόξα τοῦ Θεοῦ περιγράφει εὔγλωττα ὁ ἅγιος Mακάριος τήν Κόλαση: [ ] καὶ οὐκ ἔστι πρόσωπον πρὸς πρόσωπον θεάσασθαί τινα, ἀλλὰ τὸ πρόσωπον ἑκάστου πρὸς τὸν ἕτερον νῶτον κεκόλληται 46. 4.3. Tό ἀνθρώπινο σῶμα, κυριολεκτικά corpus delicti, ὑπέστη τίς συνέπειες μιᾶς παραμορφωτικῆς ἀνθρωπολογίας. Ἄς προσπαθήσουμε νά συνοψίσουμε τίς σχετικές ἀντιλήψεις. Ἡ ἀντιμανιχαϊστική Ὀρθοδοξία δέν ὑπέκυψε σέ πλατωνικό ἤ νεοπλατωνικό δυαλισμό, ὅπως λανθασμένα νομιζόταν παλαιότερα ἀλλά καί σήμερα 47 πράγμα πού θά συνεπαγόταν τήν παραδοχή καί ἄλλου θεοῦ, δημιουργοῦ τοῦ κακοῦ σώματος, ὥστε νά θεωρεῖ τό σῶμα ὡς δαιμονική φυλακή κάποιας ἀθάνατης ψυχῆς ἀντίθετα, μέ κέντρο τήν Ἐνσάρκωση τοῦ Xριστοῦ, εἶδε σῶμα καί ψυχή ὡς ὁλότητα ἀδιάσπαστη, προωρισμένη γιά τή θέωση. Ἡ ἐν σώματι ἀλλά ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ Ἀνάληψη τοῦ Θεανθρώπου εἶναι σαφής νειῶν στήν Ἀνατολή, B. Brenk, Tradition und Neuerung in der christlichen Kunst des ersten Jahrtausends. Studien zur Geschichte des Weltgerichtsbildes, Wien 1966, ὅπου καί οἱ βασικές διαφορές ἀνάμεσα στίς βυζαντινές καί δυτικές παραστάσεις τῆς Kρίσεως στήν ἐποχή τῆς διαμόρφωσής της, G. Galavaris, Manifestations of the Holy in Byzantine and Western Medieval Art, Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Neoellenici di Venezia Società Arceologica Cristiana di Grecia (ἐκδ.), Cristo nell Arte Bizantina e Postbizantina. Atti del Convegno (Venezia, 22-23.9.2000), Venezia 2002, 107, ὅπου τίθεται καί τό ἐρώτημα τῆς γένεσης τοῦ θέματος στή Δύση. Ἡ ἐπίταση τῶν παραστάσεων Ἔσχατης Kρίσης καί τῶν συναφῶν μαρτυρίων στήν ὑστεροβυζαντινή καί μεταβυζαντινή ἐποχή εἰκάζουμε ὅτι μπορεῖ νά ὀφείλεται, πέρα ἀπό τούς γνωστούς κοινωνικο-ἱστορικούς ὅρους, καί στήν ἑβδομαδιαία μνημόνευση τῆς Κρίσεως στίς μονές κάθε Tρίτη ἑσπέρας βλ. δεσποτικό στιχηρό στήν Παρακλητική ἤτοι Ὀκτώηχος ἡ Μεγάλη, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθῆναι 3 1992, 223β: Βίβλων ἀνοιγομένων Χριστέ, [ ] τὸ μέγα ἔλεος. 46. Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Ἀποφθέγματα (PG 34, 257CD). 47. Στήν τέχνη ἰδιαίτερα ἐπηρέασαν οἱ ἀπόψεις τοῦ André Grabar γιά ἰσχυρή ἐπίδραση τοῦ νεοπλατωνικοῦ Πλωτίνου στήν παλαιοχριστιανική εἰκονογραφία, πού κρίθηκαν ὑπερβολικές βλ. κυρίως A. Grabar, Plotin et les origines de l esthétique médiévale, Paris 1945 (καί σποραδικά σέ νεώτερες μελέτες του), καί ἀντίστοιχα Δ. Ἰ. Πάλλας, Aἱ αἰσθητικαί ἰδέαι τῶν Bυζαντινῶν πρό τῆς Ἁλώσεως (1453), EEBΣ 34 (1965) 316 ἑξ. (ἀνατύπωση: Ὁ ἴδιος, Συναγωγή μελετῶν Bυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας κλπ., ἔκδοση Συλλόγου Ἑλλήνων Ἀρχαιολόγων, B, Ἀθήνα 1987-1988, 467 ἑξ.). Γιά τήν ἐπιρροή καί τήν ὑπέρβαση τοῦ πλωτινισμοῦ στή χριστιανική σκέψη πρβλ. Λ. Γ. Mπενάκης, Bυζαντινή Φιλοσοφία. Kείμενα καί μελέτες, Ἀθήνα 2002, 485.

94 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ἀπόδειξη γιά τή φύση καί τόν ρόλο τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος μετά τόν Ἀπ. Παῦλο, πού τονίζει τόν ρόλο του ὡς ναοῦ τοῦ ἁγίου Πνεύματος 48, καί τόν ἅγ. Γρηγόριο Nύσσης, πού ἀποκαλεῖ ψυχή ὅλον τόν ἄνθρωπο 49, ὁ ἅγ. Ἰωάννης τῆς Kλίμακος ρητά μᾶς βεβαιώνει γιά τό ἀνελθεῖν εἰς τὸν οὐρανὸν μετὰ σώματος 50. Ἡ διδασκαλία τῶν εἰκονοφίλων θά ἐπιμείνει ἀνυποχώρητα στά τῆς Ἐνσάρκωσης (δηλαδή στόν ἁγιασμό τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος) καί στά τέλη τοῦ Bυζαντίου θά τονίσει καί ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πώς μὴ ἄν ψυχὴν μόνην, μήτε σῶμα μόνον λέγεσθαι ἄνθρωπον, ἀλλὰ τὸ συναμφότερον 51. Ψυχή καί σῶμα εἶναι κτιστά μέν, ἀλλά κατά χάριν ἐπιδεκτικά θεώσεως καί ἀθανασίας (δηλαδή μετοχῆς στό ἄκτιστο τοῦ Θεοῦ), κατά τή θεολογία τῆς Mεταμορφώσεως. Συνεπῶς, τό σῶμα καταφάσκεται κατά κανόνα στό Bυζάντιο ἀπό ὅλους καί ἀπό τούς μοναχούς, ὅπως μαρτυροῦν ὄχι μόνο ἡ ὕπαρξη λουτρῶν γιά τήν περιποίησή του, ἀλλά καί τά Τυπικά πού ὁρίζουν ἄσκηση ὄχι βεβαίως λόγῳ ὑποτίμησης τοῦ σώματος, ἀλλά γιά βελτίωση τῆς κατάστασής του. Ὁ ἄνθρωπος ἀκέραιος, ὡς ψυχοσωματική ὁλότητα, εἶναι τό μόνο κτίσμα κατ εἰκόνα Θεοῦ, ἐπίκεντρο τῆς Θείας Oἰκονομίας καί μικρογραφία τοῦ σύμπαντος, σύνδεσμος ἀνάμεσα σέ ὁρατά καί ἀόρατα κατά τόν Nεμέσιο Ἐδέσσης καί ἐμφαντικότερα κατά τόν ἅγ. Mάξιμο τόν Ὁμολογητή 52. 48. Πολλαπλές οἱ ἀναφορές του στό ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπως εἴδαμε, στίς πρός Kορινθίους ἐπιστολές του γιά τήν ταύτιση μέ ναό τοῦ Θεοῦ πρβλ. A Kορ. γ 16, ς 19, B Kορ. ς 16. - Ἔχει διαπιστωθεῖ, πώς οἱ ἀναλογίες τῶν βυζαντινῶν ναῶν ἀντιστοιχοῦν ἐνίοτε σέ ἐκεῖνες τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος πρβλ. M. Kαλλιγᾶς, Ἡ αἰσθητική τοῦ χώρου τῆς ἑλληνικῆς ἐκκλησίας κατά τόν Mεσαίωνα, Ἀθήνα 1946, 61 ἑξ., D. I. Pallas, Corinth et Nikopolis du Haut Moyen Âge Felix Ravenna 118 (1979) 99, 110. 49. Πρβλ. Mατσούκας, Δογματική, Γ, 225 ἑξ. 50. Γιά τό χωρίο καί τίς ἐξ αὐτοῦ συνέπειες Γιανναρᾶς, Μεταφυσική σώματος (ὑποσ. 30), 243. 51. «Τίνας ἄν εἴποι λόγους σῶμα κατὰ ψυχῆς δικαζόμενον μετ αὐτῆς ἐν δικασταῖς», PG 150, 1361. 52. Pωμανίδης, Προπατορικόν ἁμάρτημα (ὑποσ. 30), συχνάκις, Γιανναρᾶς, Mεταφυσική σώματος, συχνάκις, ὁ ἴδιος, Tό πρόσωπο καί ὁ ἔρως, Ἀθήνα 6 2001, Mατσούκας, Bυζαντινή φιλοσοφία, 209 ἑξ., 221, 247, 272 ἑξ. (κριτική ἀπόψεων τοῦ André Malraux καί τῆς Ἑ. Γλύκατζη-Ἀρβελέρ), ὁ ἴδιος, Δογματική, B, 195 ἑξ., Γ, 104, 166, 178, 223, N. Nησιώτης, Ἀπό τήν Ὕπαρξη στή Συνύπαρξη, Ἀθήνα 2004, 36 ἑξ., Ἀναστάσιος, Παγκοσμιότητα (ὑποσ. 29), 228, Mπενάκης, Bυζαντινή φιλοσοφία, 139 (γιά τόν Nεμέσιο), Πατρῶνος, Ἱστορία, 275, Pωμανίδης, Θεολογία (ὑποσ. 10), 137, Λουδοβίκος, Ὀρθοδοξία, 155 ἑξ., 178, 186, 189 ἑξ., 200 ἑξ. (ἱερός

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 95 Γιά τήν ἄλλη πλευρά τοῦ νομίσματος, τήν ἀντίληψη τῆς μεσαιωνικῆς (καί νεώτερης) Δύσης γιά τό σῶμα, ἡ εἰκόνα εἶναι πολύπλοκη καί συχνά ἀπωθητική. Oἱ συνέπειες τῆς αὐγουστίνειας θεώρησης τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ὁδήγησαν στόν μανιχαϊσμό, στά στεγανά ἀνάμεσα στό ἁμαρτωλό σῶμα καί τήν ἁγνή ψυχή, ἀνάμεσα σέ θείους καί γήϊνους ἀκόλαστους ἔρωτες πρβλ. τούς θρύλους περί Ἀρθούρου, Tριστάνου, Πάρσιφαλ κλπ., στή συστηματική ὑποτίμηση τοῦ σώματος, τόν βασανισμό του (οἱ αὐτομαστιγωνόμενοι εἶναι τυπικό φαινόμενο τῆς Δύσης), τίς διώξεις μαγισσῶν, τή διάκριση ἀνάμεσα σέ nuditas naturalis καί nuditas criminalis 53 μιά κατάσταση, πού θά ὑλισμός στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία), 214 ἑξ. (κριτική ὠριγενισμοῦ γιά τήν ὑποτίμηση τῆς κτίσης), Παπαδάκης Meyendorff, Xριστιανική Ἀνατολή (ὑποσ. 42), 298 ἑξ. (γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ σώματος στή βυζαντινή θεολογία τόν 12ο αἰώνα), 449, 456 (δοξασμός τοῦ σώματος στόν ἡσυχασμό). 53. Δανείζομαι τό χωρίο ἀπό τόν E. Panofsky, Studies in Iconology, N. York 3 1972, 156 95. Mποροῦμε νά θυμηθοῦμε τίς συχνές ἐπεμβάσεις γιά κάλυψη γυμνῶν στή δυτική τέχνη, μέ διασημότερο θύμα τόν Mιχαήλ Ἄγγελο στήν Kαπέλλα Σιξτίνα τοῦ Bατικανοῦ (Δευτέρα Παρουσία, 1535-1541, ἐπικάλυψη γυμνῶν μελῶν ἀπό τόν μαθητή του Volterra κατ ἐντολήν τοῦ πάπα Παύλου Δ, 1568). Ὡστόσο θ ἄξιζε νά σημειωθεῖ, ὅτι παρά τήν παράσταση γυμνῶν στή μεσαιωνική δυτική καί στή βυζαντινή τέχνη (λ.χ. Πρωτοπλάστων, ἐπεισοδίου Ἰωσήφ μέ τή γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ, Bάπτισης καί Σταύρωσης Xριστοῦ, Δευτέρας Παρουσίας, μαρτυρίων ἁγίων κλπ.), δέν μᾶς εἶναι γνωστή καμία παρόμοια λογοκριτική παρέμβαση στόν Μεσαίωνα, ἐφόσον τό γυμνό δέν εἶχε αὐτονομηθεῖ ἀλλά ἐντασσόταν στό κοσμολογικό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας καί δέν συνδεόταν βέβαια μέ ἄσεμνες σκηνές, ἀπαγορευμένες ἀπό τόν 100ό κανόνα τῆς Πενθέκτης Oἰκουμ. Συνόδου (691/2). Στή βενετοκρατούμενη Kρήτη ὡστόσο ὁ Λατίνος ἀρχιεπίσκοπος Γκριμάνι (1620), ἐκκινώντας πιθανόν ἀπό τίς ὁδηγίες γιά τούς καλλιτέχνες τῆς ἀντιμεταρρυθμιστικῆς Συνόδου τοῦ Tριδέντου (1545-1563), ἐκδίδει διάταγμα γιά περιορισμό τοῦ γυμνοῦ στή ζωγραφική (πρβλ. Ἰ. Pηγόπουλος, Ὁ ἁγιογράφος Θεόδωρος Πουλάκης καί ἡ φλαμανδική χαλκογραφία, διδακτ. διατρ., Ἀθῆναι 1979, 269 18 ): θά πρέπει ν ἀφοροῦσε θρησκευτικούς πίνακες δυτικῆς τεχνοτροπίας καί ὄχι κρητικές εἰκόνες. Θά ἦταν ἐνδιαφέρον νά ἐξεταστεῖ, ἄν καί στόν ὑπόλοιπο ὀρθόδοξο χῶρο, ἀπό ἐπίδραση τῆς ἀντιμεταρρυθμιστικῆς Δύσης ἤ εὐσεβιστικῶν ρευμάτων, σημειώθηκαν παρόμοιες ἐπεμβάσεις, ὅπως λ.χ. ξέρουμε πώς τόν 18ο αἰ., ὑπό τήν ἐπιρροή τοῦ ἁγ. Nικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἀπαλείφθηκε σέ παραστάσεις τῆς Γέννησης τοῦ Xριστοῦ στό Ἅγιον Ὄρος ἡ λεπτομέρεια τοῦ λουτροῦ τοῦ (γυμνοῦ) Θείου Bρέφους (πρβλ. K. Δ. Kαλοκύρης, Ἄθως. Θέματα ἀρχαιολογίας καί τέχνης, Ἀθῆναι 1963, 17 ἑξ.). Γιά τήν ἐν γένει ἐπίδραση δυτικῶν θεολογικῶν ρευμάτων (Mεταρρύθμισης, Ἀντιμεταρρύθμισης, Πιετισμοῦ) στή μεταβυζαντινή τέχνη πρβλ. D. D. Triantaphyllopulos, Die nachbyzantinische Wandmalerei auf Kerkyra und den anderen Ionischen Inseln. Untersuchungen zur Konfrontation zwischen ostkirchlicher und abendländischer Kunst (15.-18. Jahrhundert), διδακτ. διατρ.,

96 ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ὁδηγήσει σέ βίαιες συγκρούσεις, ὁλοκληρωτικές ἀπορρίψεις ἤ ριζικές ἀντιστροφές (πουριτανισμός, εὐσεβισμός, ψυχανάλυση, ἀπελευθερωτικά κινήματα σεξουαλικῶν μειονοτήτων, εἰδωλοποίηση καί ἐμπορευματοποίηση τοῦ σέξ κλπ.) 54. Ἀντιστροφή δαιμονική: Ὄχι ὁ ἄνθρωπος κατ εἰκόνα Θεοῦ, ἀλλά ὁ Θεός ὡς κατ εἰκόνα ἀνθρώπου. Δέν πρωτοτυπῶ ἄν θυμίσω τίς κρίσεις πού ἔχουν γίνει ἀνάμεσα στά φίλμ τοῦ φέτος ἀποθανόντος Ἴνγκμαρ Mπέργκμαν (ἐπιτομή τοῦ προτεσταντικοῦ ὀρθολογισμοῦ) καί τοῦ ἐπίσης κεκοιμημένου, Ὀρθόδοξου Ἀντρέι Tαρκόφσκυ, τοῦ μεγαλύτερου, κατά τόν Mπέργκμαν, κινηματογραφιστῆ, πού τό ἔργο τους σχηματίζει ἀναβαθμούς: Tό βασανιζόμενο, καταπιεζόμενο, πλῆρες ἐνοχῆς, συχνά δαιμονισμένο σῶμα τοῦ Σουηδοῦ, πού μετατρέπεται κάποτε σέ εὐαίσθητο δοχεῖον χάριτος στόν Δανό καθολικό κινηματογραφιστή Κάρλ Ντράγιερ, μεταποιεῖται σέ ἄρρητο κάλλος στόν Pουμπλιώφ τοῦ Ρώσου. Καί μόνη ἡ σύγκριση τῶν συμφραζομένων γύρω ἀπό τήν παράσταση τῆς Ἔσχατης Kρίσης στόν προτεστάντη (Ἕβδομη σφραγίδα) καί τόν ὀρθόδοξο (Pουμπλιώφ) δείχνει τό βαθύ ρῆγμα πού χωρίζει τούς κόσμους τους. Mακριά ἀπό κάθε ἀγγελισμό ὁ Ὀρθόδοξος στή Θυσία, κύκνειο ἄσμα του, ἀποκαλύπτει στό πρόσωπο τοῦ καθηγητῆ ἕνα ἀσθενές χοϊκό περίβλημα. Ὅμως τοῦτο ἀναλώνεται τελικά γιά τούς ἄλλους δίκην ἑνός διά Xριστόν σαλοῦ, ἀκολουθώντας τόν ἀρχαῖο δρόμο τοῦ ἀββᾶ Παμβώ ἀπό τό Πατερικόν, παραδιδόμενο ἑκούσια στή φθορά ἐπ ἐλπίδι Ἀναστάσεως μέ συνοδεία τή συνταρακτική ἄρια Ἐλέησον, Kύριε, ἀπό τά κατά Mατθαῖον Πάθη τοῦ Mπάχ: Ἀντί γιά τούς σκοτεινούς κευθμῶνες τοῦ Mιχαήλ Ἀγγέλου καί τίς ἐφιαλτικές, κλειστοφοβικές σήραγγες τοῦ Mπός ἀντικρίζουμε τό θαῦμα τῆς ἔλευσης τοῦ Λόγου καί τή μεταποίηση τοῦ παρόντος κόσμου σέ κάλλος ὑπερουράνιον! Mέσα σέ αὐτή τήν προοπτική πρέπει, πιστεύω, νά ξανακοιτάξουμε ὅλη τήν καλλιτεχνική παραγωγή τῆς μεταξύ τῶν δύο ἁλώσεων 2 τόμοι, München 1985, καί ὁ ἴδιος, Mελέτες (ὑποσ. 2), συχνάκις. 54. Πρβλ. Nτενύ ντέ Pουζμόν, Ὁ ἔρως καί ἡ Δύση, μτφρ. Mπ. Λυκούδης, Ἀθήνα 1996, Γιανναρᾶς, Mεταφυσική σώματος, 89, Mατσούκας, Δογματική, Δ, 158 ἑξ., 192 ἑξ., Xρ. Nάσιος, Ὁ μυστικισμός τοῦ Δυτικοῦ Xριστιανισμοῦ, Ἀθήνα 2000, συχνάκις, Γ. Δ. Ἰωαννίδης, «Ἡ «Δύση» ὡς συμπαιγνία καί ἡ ἀπορία τῆς «καθ ἡμᾶς Ἀνατολῆς», περιοδ. Ἴνδικτος, τεῦχ. 16 (Ἀθήνα, 2002) 56. Δέν ἐπεκτείνομαι στήν ἐκτεταμένη βιβλιογραφία γιά τόν ἔρωτα στά βυζαντινά καί δυτικά ἱπποτικά μυθιστορήματα.

Δ. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, Ιστορία καί Εσχατoλoγία στήν τέχνη 97 ὑστεροβυζαντινῆς ζωγραφικῆς (1204-1453). Ἡ ἔμφαση πού δίνεται τώρα στό σῶμα ἀπέχει παρασάγγας ἀπό τόν σύγχρονό της, οἱονεί θεατρικό νατουραλισμό τοῦ Tζιόττο (1266 περ.-1377) καί τοῦ πνευματικοῦ του περίγυρου 55, εἶναι ὅμως συνυφασμένη μέ τήν ὀρθόδοξη κατάφαση ἀπέναντι στόν ἄνθρωπο καί τήν κτίση, ὅπως θά κηρυχθεῖ καί ἀπό τόν ἡσυχασμό 56. Tέλος, στή σύχρονη ποιητική εὐαισθησία: (...) δέν βλέπουνε πώς ὅλοι οἱ δρόμοι τοῦ Πνεύματος πρέπει νά περάσουν ἀπό τό σῶμα καί τό ΣΩMA μέ τά ὄργανά του εἶναι ἀπό KATA- ΣKEYH του ΘPHΣKEYTIKO 57. 5. Ἐσχατολογία καί Ἱστορία: ζωή καί βίος. Ἡ Ἱστορία, δηλαδή ὁ Kόσμος ὡς Ἐκκλησία, δέν καταργεῖται γιά νά μεταβληθεῖ σέ κάτι ἄλλο προσλαμβάνεται ἐσχατολογικά καί μεταμορφώνεται στή Bασιλεία τοῦ Θεοῦ 58 : αὐτό φαίνεται νά κυριαρχεῖ, πίσω ἀπό τά φαινόμενα, στήν 55. Παραπέμπω στήν ἀρνητική κρίση τοῦ Θεοτοκόπουλου γιά τήν ἐγκατάλειψη τῆς maniera graeca, δηλαδή τῆς βυζαντινῆς τέχνης, ἀπό τόν Φλωρεντινό Giotto (βλ. Φ. Mαρίας, Ὁ Γκρέκο καί ἡ τέχνη τῆς ἐποχῆς του. Tά σχόλια στούς Bίους τοῦ Bαζάρι, εἰσαγωγή N. Xατζηνικολάου, Ἡράκλειο 2001, σσ. λδ -λς, 18-19) πρβλ. παρόμοια ἀρνητική κρίση στίς μέρες μας ἀπό τόν Γιάννη Tσαρούχη, Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, Ἀθήνα 1989, 35 ἑξ. Γιά τόν π. Π. Φλωρένσκυ, Προοπτική (ὑποσ. 4), 52 ἑξ., ὁ Τζιόττο ἐγκαταλείπει τό ἦθος τῆς βυζαντινῆς τέχνης, ἐπειδή προτίμησε τό ὡραῖο καί χρήσιμο ἀπό τό ἀληθινό, ἀνοίγοντας τόν δρόμο πρός τόν νατουραλισμό. Eἶναι ἐπίσης ἀξιοσημείωτη ἡ ἐσκεμμένη χρήση τοῦ Τζιόττο ὡς συμβόλου ἀντιβυζαντινισμοῦ ἀπό τή νεώτερη ἐπιστήμη, λ.χ. στήν Ἰταλία κατά τήν περίοδο τοῦ φασισμοῦ (πρβλ. M. Bernabo, Un episodio della demonizzazione dell arte bizantina in Italia: La campagna contro Strzygowski, Toesca e Lionello Venturi sulla stampa fascista nel 1930, Byz. Zeit. 94, [2001] 1 ἑξ., καί ἀναλυτικότερα ὁ ἴδιος, Ossessioni bizantine e cultura artistica in Italia κλπ., Napoli 2003). 56. Γιά τήν κλασική διατύπωση τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ βλ. ὑποσ. 51. Σχετικά μέ τόν ρόλο τοῦ ἡσυχασμοῦ στήν τέχνη, πού ἕως τή δεκαετία τοῦ 1970 κρινόταν, γενικά, ὡς ἀρνητικός (V. Lazarev, Μ. Χατζηδάκης, Ἀ. Ξυγγόπουλος, Δ. Πάλλας κ.ἄ.), πρβλ. Δημ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Ἐκκλησιαστική ζωγραφική καί ἡσυχασμός. Tό δίλημμα ἀνάμεσα στήν ἐν Xριστῷ ἀνακαίνιση καί στίς οὑμανιστικές Ἀναγεννήσεις κατά τήν Tουρκοκρατία, εἰς: Πρακτικά Διεθνῶν Ἐπιστημονικῶν Συνεδρίων Ἀθηνῶν (13-15.11.1998) καί Λεμεσοῦ (5-7.11.1999) Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στήν ἱστορία καί τό παρόν, Ἅγιον Ὄρος (Ἱερά Mεγίστη Mονή Bατοπαιδίου) 2000, 167-192. 57. Λορεντζάτος, Ποιήματα, 75-76 (τά κεφαλαῖα στό πρωτότυπο). 58. Mατσούκας, Δογματική, B, 234, Γ, 181, Πατρῶνος, Ἱστορία, 135, 387.