ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΗ ΔΥΣΗ

Σχετικά έγγραφα
Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ π.χ.

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΦΟΡΜΕΣ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ - Ο ΑΡΧΙΔΑΜΕΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Ορτυγία. Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

Η Νίκη ήταν κόρη της Στύγας και του Πάλλαντα. Είχε αδέρφια της το Κράτος, το Ζήλο και τη Βία.

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Οι Συρακούσες μέσα από τον Πλάτωνα και το Θουκυδίδη. Οβαλίδη Μελίνα Κατερίνα Νέζη

Τάσσης Βασίλειος 12ο Λύκειο

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1o ΘΕΜΑ

Κεφάλαιο 9. Η εκστρατεία του ράµαλη ερβενάκια (σελ )

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ, ΒΙΒΛΙΟ 3 ο,70 (1,2)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Τειχισμένο, κέντρο διοίκησης. Ο τρόπος άσκησης της εξουσίας και ο βαθμός συμμετοχής των πολιτών. Κώμες & καλλιεργήσιμες εκτάσεις

ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Προϊστορική περίοδος

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Πολιτεύματα Πολιτειακές εξελίξεις

Πολιτιστική διαδρομή στην Κάτω Ιταλία

Αρχαία Ρώμη. Ιφιγένεια Λιούπα

Α Δηλιακή συμμαχία Πηγαίνετε στη σελίδα 99 και διαβάστε την πηγή. Ποια ήταν η έδρα της συμμαχίας; Ποιοι συμμετείχαν; Ποιος ήταν ο στόχος της συμμαχίας

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ Τράπεζα Θεμάτων

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

ΘΗΡΑΜΕΝΗΣ. Ο Θηραμένης ήταν ένας Αθηναίος πολιτικός, εξέχων στην τελευταία δεκαετία του

6. Μοναρχίες, Κοινά / Συµ πολιτείες

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ. Εργασία της μαθήτριας Έλλης Βελέντζα για το πρόγραμμα ΣινΕφηβοι

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ: 323 Π.Χ. 324 Μ.Χ.

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Η «ΠΟΛΗ-ΚΡΑΤΟΣ» της ΑΡΧΑΙΑΣ ΑΘΗΝΑΣ

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Η Ίδρυση της Ρώμης και η οργάνωσή της. Επιμέλεια Δ. Πετρουγάκη, φιλόλογος

2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ( ). ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

ΚΕΦ. 4. ΟΙ ΑΡΑΒΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

ΕΛΠ 11 - ΟΙ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ onlearn.gr - ελπ - εαπ. Το κράτος που ανέλαβε ο Αλέξανδρος ( 336 πΧ) ήταν στρατιωτικά έτοιμο να εισβάλει στην Περσία Ο Αλέξανδρος συνέχισε

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )


Ε. Τοποθετήστε τους δείκτες σκορ, στη θέση 0 του μετρητή βαθμολογίας. ΣΤ. Τοποθετήστε τον δείκτη χρόνου στη θέση Ι του μετρητή χρόνου.

συνέχεια Πτολεμαίος Α Σωτήρ Αρσινόη Β Βερενίκη Αρσινόη Γ Κλεοπάτρα Τρύφαινα Κλεοπάτρα Δ Πτολεμαίος Θ Λάθυρος Κλεοπάτρα Θεά Κλεοπάτρα Γ

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ. Οι πρεσβευτές πρόσωπα σεβαστά και απαραβίαστα

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ)

ΤΑΞΗ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ-Βουλευτές:

7ος αι ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

Εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (55ΑΥ2) Διδάσκων: Α. Farrington ( Ενότητα 8: Iστορική Αφήγηση (Ο Ελληνιστικός Κόσμος)

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Κεφάλαιο 8. Η γερµανική επίθεση και ο Β' Παγκόσµιος Πόλεµος (σελ )

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1ο ΘΕΜΑ

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

Το 1766, το Ναυαρχείο προσέλαβε τον Cook για να διοικήσει ένα επιστημονικό ταξίδι στον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο σκοπός του ταξιδιού ήταν να παρατηρήσει και

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

α. Βασίλειο πόλεις-κράτη ομοσπονδιακά κράτη συμπολιτείες Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου (σελ ) απελευθερωτικοί αγώνες εξεγέρσεις

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

33 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΣΥΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Ε

ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ π.χ. (σελ ) 1. Να αντιστοιχήσετε τις λέξεις της στήλης Α με αυτές της στήλης Β. Α Β

"Συρακουσία" το πλοίο του Ιέρωνα

χώρας μας, όπως ο κ. Κοντογιώργης, έχουν μία παρόμοια δυστυχώς άποψη, η οποία είναι η εξής!

1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα ΠΑΙ ΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ Το 958 µ.χ.. γεννιέται ο Βασίλειος ο Β, γιος του Ρωµανού και της Θεοφανώς. Γιαγιά του από την πλευρά του πατέρα του

«H ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ»

ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ π.χ.

Γεγονότα τα οποία συνέβησαν στη διάρκεια της 1 ης φάσης του Πελοποννησιακού πολέμου Ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Αρχίδαμος λεηλατεί την Αττική

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

Το τέλος της Επανάστασης και η ελληνική ανεξαρτησία (σελ )

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

600 π.χ π.χ. Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΟΠΛΙΤΗΣ

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ, ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΩΝ ΜΥΡΜΙΔΟΝΩΝ

2 ο Γυμνάσιο Μελισσίων Σχολικό έτος: Τμήμα: Γ 2 Μάθημα: Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία. Επιμέλεια παρουσίασης: Μαμίτσα Μαρία, Μάστορα Βεατρίκη

Η Γαλλική επανάσταση ( )

TAK TAK ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΕΡΣΕΣ! Σ ΕΦΑΓΑ, ΠΑΛΙΟΒΑΡΒΑΡΕ! Σ ΕΜΕΝΑ ΜΙΛΑΣ, ΣΚΟΥΛΗΚΙ ΑΘΗΝΑΙΕ;

ΤΟ ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ 2018 ΤΑΞΗ : Α ΤΜΗΜΑ : 2 ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ : ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ ΕΛΕΝΗ

Ερωτήσεις ανοικτού τύπου

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Τσώτα Ελένη και Στρατηγοπούλου Δήμητρα

ΣΑΑΝΤΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ: «Ο ΚΗΠΟΣ ΜΕ ΤΑ ΡΟΔΑ» ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΑΔΑΜ

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

Μικρασιατική καταστροφή

ΕΙΡΗΝΗ ΒΥΖΙΡΙΑΝΝΑΚΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΥΛΟΣ ΔΕΡΜΙΤΖΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΟΥΡΗΣ

Ενότητα 9 Πρώτες προσπάθειες των επαναστατημένων Ελλήνων για συγκρότηση κράτους

Η εποχή του Ναπολέοντα ( ) και το Συνέδριο της Βιέννης (1815)

Τοµπάζης /Τουµπάζης - Γιακουµάκης

H ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ

1. Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραµµατεία

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ ( )

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Εκστρατείες των Περσών κατά των Ελλήνων κατά τα έτη 492? 479 π.χ.

ΣΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

Ιστορία Α Λυκείου Κωδικός 4459 Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1ο ΘΕΜΑ

Χρονολογία ταξιδιού:στις 8 Ιουλίου του 1497 άρχισε και τελείωσε το 1503

Η αιώνια πόλη. Γιορταμάκης Μανώλης Β1 Γυμνασίου

Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ Π.Χ.

Αρχαϊκή εποχή. Πότε; Π.Χ ΔΕΜΟΙΡΑΚΟΥ ΜΑΡΙΑ

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

Κεφάλαιο 1. Από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεµο του 1897 στον Μακεδονικό Αγώνα (σελ )

Η εποχή του Αυγούστου (27 π.χ.-14 μ.χ.) Δεμοιράκου Μαρία

Transcript:

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΗ ΔΥΣΗ Η ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΤΩ ΙΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΙΚΕ- ΛΙΑ: Προβλήµατα και προοπτικές της ιστορικής έρευνας Για τους ιστορικούς της Ελληνιστικής περιόδου η πορεία του ελληνισµού της Ιταλίας και της Σικελίας αποτελεί ένα περιθωριακό θέµα, που εξαντλείται σε ελάχιστες σελίδες. Η Δύση έµεινε ανεπηρέαστη από τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου και οι Έλληνες της Ιταλίας και της Σικελίας έπαιξαν δευτερεύοντα ρόλο στη διεθνή σκηνή της Ελληνιστικής περιόδου. Έχει µάλιστα τεθεί και το ζήτηµα εάν ο όρος «Ελληνιστική περίοδος» είναι κατάλληλος προκειµένου να περιγράψει τις εξελίξεις που λαµβάνουν χώρα στη Δύση από τον θάνατο του Αλεξάνδρου ως την επικράτηση του Αυγούστου στο Άκτιο (323-30 π.χ.). Τα καθοριστικά στοιχεία που επιβάλλουν την συνεξέταση των Ελλήνων της Δύσης µε τους Έλληνες της Ανατολής κατά την Ελληνιστική περίοδο είναι δύο: η υιοθέτηση πολιτικών µορφωµάτων που χαρακτηρίζουν το σύνολο του Ελληνιστικού κόσµου (βασιλεία στη Σικελία και στρατιωτική ένωση ελευθέρων πόλεων στην Κάτω Ιταλία), και η παρουσία της Ρώµης. Παρά την εξασθένηση της πόλης-κράτους, ορατής στην Ιταλία ήδη από τα τέλη του 5ου αιώνα, η ιστορία των Ελλήνων της Σικελίας και της Ιταλίας κατά τον 4ο και τον 3ο αιώνα είναι σε µεγάλο βαθµό η ιστορία των δύο µητροπόλεων που πέτυχαν να επιβληθούν στην πλειοψηφία των ελληνικών πληθυσµών, των Συρακουσών και του Τάραντα, αντίστοιχα. Από τα τέλη του 3ου αιώνα, ο ελληνισµός της Δύσης εµφανίζεται ως ένα κοµµάτι του ιταλικού κόσµου, το οποίο αφοµοιώνεται και εκρωµαΐζεται σταδιακά. Στο δεύτερο µισό του 4ου αιώνα οι Έλληνες της Δύσης βρίσκονται υπό τη διαρκή απειλή των Καρχηδονίων, των Ρωµαίων και των διάφορων λαών της ιταλικής χερσονήσου (Σαµνίτες, Λευκανοί, Καµπανοί, Βρέττιοι). Η αντίσταση στους κινδύνους αυτούς εκφράζεται κατά κύριο λόγο µε την πρόσκληση ισχυρών και φιλόδοξων τυχοδιωκτών στρατηλατών από τη µητροπολιτική Ελλάδα (Τιµολέων, Αρχίδαµος ο 3ος της Σπάρτης, Αλέξανδρος των Μολοσσών, Ακρότατος και Κλεώνυµος της Σπάρτης, Πύρρος). Αναπόφευκτα, οι ιστορικές πηγές εστιάζουν στη βιογραφία και τη σταδιοδροµία των ανδρών Κατά τη διάρκεια του δευτέρου µισού του 4ου αιώνα π.χ. οι

αυτών. Η γενικότερα αρνητική στάση που υιοθετούν οι αρχαίοι ιστορικοί οφείλεται στην αποτυχία των τυχοδιωκτών να φέρουν σε πέρας την κύρια αποστολή τους, τη διατήρηση της ανεξαρτησίας των Ελληνικών πόλεων από τη Ρώµη. Οι Ρωµαίοι (Τίτος Λίβιος) και Έλληνες ιστορικοί (Πολύβιος) ενδιαφέρονται κυρίως να περιγράψουν τις διαδικασίες µέσα από τις οποίες αναδύθηκε θριαµβεύτρια η Ρώµη. Η διαδικασία αυτή συσχετίστηκε από την πλειοψηφία των αρχαίων ιστορικών µε την αναπόδραστη ηθική και πολιτική παρακµή των ελληνικών πόλεων, η οποία οφείλεται στην τρυφηλή ζωή των Ελλήνων της Δύσης και την ανάµειξή τους µε τα βαρβαρικά στοιχεία. Η σύγχρονη έρευνα, εν πολλοίς βασισµένη στα συµπεράσµατα των αρχαιολογικών ερευνών απελευθερώθηκε από το βασικό αυτό σχήµα της ελληνικής και ρωµαϊκής ιστοριογραφίας. Η βασική διαµάχη που διαπερνά την Κάτω Ιταλία από τα µέσα ήδη του 5ου αιώνα είναι η ανάδειξη των ιταλικών αυτοχθόνων λαών, που συγκροτούνται σε έθνη, αντιστρέφουν την µέχρι τότε επεκτατική ορµή του Ελληνισµού και σιγά-σιγά ανακτούν το ιταλικό έδαφος. Η διαδικασία αυτή δεν έχει την ίδια κατάληξη στη Σικελία, καθώς η ανάδυση των τοπικών οντοτήτων στα µέσα του 5ου αιώνα θα καταπνιγεί έγκαιρα από τις Συρακούσες. Η αρχαιολογία, λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα της, τείνει να αναδείξει περισσότερο τις σχέσεις και τις διασυνδέσεις παρά τις αντιθέσεις των λαών, ενώ αποτελεί αδιάψευστο µάρτυρα του γεγονότος ότι οι λαοί που επιτίθενται στις ελληνικές πόλεις υφίστανται κατά κύριο λόγο ένα κύµα επιδράσεων από αυτές, και υπόκεινται σε µια πρωτοφανή διαδικασία εξελληνισµού. Aν και οι ελληνικές πόλεις χάνουν εντελώς τη σηµασία τους στο πολιτικό επίπεδο µετά το 203 ο ρόλος τους ως πολιτιστικών κέντρων ύψιστης σηµασίας δεν ατονεί παρά στα τέλη του 1ου αιώνα π.χ. Εποµένως, στην Κάτω Ιταλία και τη Σικελία διακρίνονται δύο µεγάλες περίοδοι, τα όρια των οποίων συµπίπτουν µερικώς µόνον µε τα χρονικά όρια αυτού που στην Ανατολή αναγνωρίζουµε ως Ελληνιστική περίοδο. Αφενός διακρίνεται µια παρατεταµένη φάση αλλαγών και µεταλλάξεων, που διαρκεί από τα µέσα του 5ου έως τις αρχές του 3ου αιώνα, αφετέρου διακρίνεται η περίοδος του εκρωµαϊσµού, που διαρκεί ως την περίοδο του Αυγούστου. Οι Ρωµαίοι και Έλληνες ιστορικοί της Ελληνιστικής περιόδου

Η Μεγάλη Ελλάδα την επαύριο του θανάτου του Αλεξάνδρου των Μολοσσών Οι ιστορικοί της αρχαίας Ιταλίας εµφανίζουν την περίοδο κατά την οποία τις τύχες του Τάραντα ελέγχει ο πυθαγόρειος φιλόσοφος και πολιτικός Αρχύτας, ως την περίοδο όπου η αρχαία αυτή αποικία της Σπάρτης έφθασε στο απόγειο της πολιτικής, στρατιωτικής και πολιτισµικής της ισχύος (366-360). Ο Αρχύτας κατόρθωσε να επιβάλει την πρωτοκαθεδρία του Τάραντα στο Κοινό των ιταλικών πόλεων, και σε συνδυασµό µε την επεκτατική του πολιτική απέναντι στους τοπικούς πληθυσµούς, αλλά και την επιβολή ενός στιβαρού αριστοκρατικού καθεστώτος, οδήγησε τον Τάραντα στη µεγαλύτερη ακ- µή της ιστορίας του. Παράλληλα, έχοντας έλθει σε συνεννόηση µε τον Διονύσιο τον Β των Συρακουσών, καθόρισε επ ωφελεία και των δύο δυνάµεων, τις σφαίρες επιρροής στην Αδριατική και τη νότια Τυρρηνική θάλασσα. Οι πόλεις µπόρεσαν απερίσπαστες να επιδοθούν στον πολεµικό ανταγωνισµό τους µε τους Λευκανούς, που είχαν ήδη υποδουλώσει ένα µεγάλο τµήµα της τυρρηνικής ακτής. Το 356 όµως, οι Βρέττιοι επαναστατούν ενάντια στους Λευκανούς και δηµιουργούν µια ανεξάρτητη επικράτεια στην Καλαβρία. Τάραντας και Συρακούσες αδυνατούν να σπεύσουν σε βοήθεια των Ελλήνων της περιοχής, γεγονός που κατά κάποιο τρόπο µαρτυρά την αδυναµία τους να επαληθεύσουν στην πράξη την αξίωσή τους ότι είναι οι προστάτες των Ελλήνων της Ιταλίας. Ένα από τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον ελληνισµό της περιοχής την περίοδο που εξετάζουµε είναι η έλλειψη του ανθρώπινου δυναµικού και των υλικών πηγών που θα επέτρεπαν στις µικρές ελληνικές κοινότητες να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες του παρατεταµένου πολεµικού αγώνα. Οι στρατοί των πολιτών που γνώρισε ο ελληνικός κόσµος στον 5ο αιώνα έχουν πια πεθάνει: τους αντικατέστησαν οι εθνικοί στρατοί των βασιλείων (Μακεδόνες, Μολοσσοί) ή των εθνοτήτων (Σαµνίτες, Λευκανοί) και οι µισθοφορικοί στρατοί. Παράλληλα, η διαµάχη ολιγαρχικών/ αριστοκρατικών και δηµοκρατικών/ λαϊκών στοιχείων διέπει την πολιτική ζωή όλων των ελληνικών πόλεων στο δεύτερο µισό του 4ου και στον 3ο αιώνα, αποτρέποντας την άσκηση µιας σταθερής στρατηγικής. Οι ελληνικές πόλεις της Δύσης, µε τον Τάραντα ηγεµόνα του Κοινού τους, αναγκά- Η σπαρτιατική αποικία του Τάραντα έφτασε στο πολιτικό,

στηκαν να καλέσουν στρατιωτικούς ηγέτες από τη Σπάρτη και την Ήπειρο, οι οποίοι αποδείχτηκαν µεν ικανοί να ανακόψουν την υποδούλωση των ελληνικών πόλεων, τουλάχιστον για ένα χρονικό διάστηµα, αλλά δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν µακροπρόθεσµη εξασφάλιση των εδαφικών απαιτήσεων των Ελλήνων της Δύσης. Απεναντίας, οι τυχοδιώκτες έλληνες στρατιωτικοί ηγέτες ενέσκηψαν στην Δύση µε σκοπό να δοξαστούν, τόσο προάγοντας την ελευθερία των Ελλήνων, όσο και κατακτώντας για λογαριασµό τους µια αυτοκρατορία. Οι Ταραντίνοι κάλεσαν αρχικά τον Αρχίδαµο Γ, βασιλιά της µητρόπολής τους της Σπάρτης, ο οποίος εκστράτευσε στην Ιταλία από το 343 ως τον θάνατό του το 338. Ο Αλέξανδρος, βασιλιάς των Μολοσσών και θείος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έδρασε στην Ιταλία µεταξύ 336 και 331. Παρά την αρχική πρόσκληση από τους Ταραντίνους, γρήγορα βρέθηκε σε σύγκρουση µε την πόλη, καθώς έτρεφε φιλοδοξίες για τη δηµιουργία µιας αυτοκρατορίας στη Δύση για λογαριασµό του. Αποκατέστησε την ελληνική ισχύ στην Απουλία, πολέµησε ενάντια στους Βρέττιους και τους Λευκανούς και µετέφερε την έδρα του Κοινού των Ιταλιωτών από την ταραντίνικη αποικία Ηράκλεια στους Θουρίους. Όταν µάλιστα στράφηκε ενάντια στους Σαµνίτες, η Ρώµη τον αναγνώρισε ως φίλο και σύµµαχο και υπέγραψε µαζί του συνθήκη. Ο Αλέξανδρος πάντως δολοφονήθηκε λίγο αργότερα από έναν Λευκανό εξωµότη. Ο θάνατός του άφησε ένα δυσαναπλήρωτο πολιτικό κενό, το οποίο ο Τάρας δεν ήταν σε θέση να καλύψει. Αργυρό τριόβολο του βασιλείου των Μολοσσών, χρονολογού- Η Σικελία από την παραίτηση του Τιµολέοντα ως την άνοδο του Αγαθοκλή (338-317/316) Το 344 ο κορίνθιος Τιµολέων, ένας ενεργητικός και ικανότατος διοικητής µισθοφόρων και πολιτικός, ανέτρεψε τον Διονύσιο τον Β, τον τύραννο των Συρακουσών και κυρίαρχο του µεγαλύτερου τµήµατος της ελληνικής Σικελίας. Μέσα σε µικρό σχετικά χρονικό διάστηµα (344-339) ο Τιµολέων γνώρισε µια σειρά από εντυπωσιακές στρατιωτικές και πολιτικές επιτυχίες. Κατόρθωσε να συντρίψει τους Καρχηδονίους και να σώσει το ελληνικό στοιχείο από την υποδούλωση, µέσα από µια σειρά σκληρών µαχών, µε αποκορύφωµα τη µάχη του ποταµού Κριµισού (339), ενώ εν συνεχεία συνήψε ειρήνη που αναγνώριζε τη διχοτόµηση της νήσου σε σφαίρες επιρροής, µια ανατολική, ελληνική και µια δυτική, καρχηδονιακή. Κατόπιν ακολούθησε µια πολιτική εκδίωξης των τυραν-

νικών καθεστώτων που είχαν λάβει τη µορφή επιδηµίας στη Σικελία. Στις Συρακούσες επέφερε µεταρρυθµίσεις στο πολίτευµα, εγκαθιδρύοντας ένα είδος µετριοπαθούς δη- µοκρατίας, όπου ένα µεγάλο τµήµα των εξουσιών βρίσκονταν στα χέρια του Συνεδρίου Τρυφή και πολυτέλεια: οι αιτίες της παρακµής και πτώσης της ελληνικής Δύσης Οι πηγές µας γενικά απηχούν τη φιλο-ρωµαϊκή και αντι-ταραντίνικη παράδοση, η οποία ενδεχόµενα ανάγεται στον Τϊµαιο από το Ταυροµένιο και στους λατίνους χρονικογράφους: οι Ταραντίνοι παρουσιάζονται ιδιαίτερα πρόθυµοι να δείξουν επιθετικότητα απέναντι στους Ρωµαίους και τους ιταλικούς λαούς, ανίκανοι όµως να εγκαταλείψουν την τρυφηλή και γεµάτη εορτές και απολαύσεις ζωή τους για να διεκδικήσουν οι ίδιοι µε τα όπλα την κατάκτηση της Ιταλίας. Το µοτίβο αυτό διατρέχει όλες τις αφηγήσεις που µας παρουσιάζουν επεισόδια από τη διαµάχη του Τάραντα µε τη Ρώµη. Ο Στράβων παραθέτει µια σειρά στερεοτύπων σχετικών µε την παρακµή των Ελλήνων της Δύσης που χαρακτηρίζουν την αρχαία ιστοριογραφία: Οι Ταραντίνοι ήταν πανίσχυροι όταν το πολίτευµά τους ήταν δηµοκρατικό, µεταξύ άλλων και επειδή είχαν αποδεχθεί την πυθαγόρεια φιλοσοφία. Αργότερα, υπερίσχυσε η µαλθακότητα, την οποία έφερε ο πλούτος. Κατά συνέπεια, το πολίτευµα χειροτέρεψε. Μία ένδειξη είναι το γεγονός ότι ανέθεταν οι Ταραντίνοι σε ξένους την ηγεσία του στρατού, αλλά ούτε και σε αυτούς δεν µπορούσαν να πειθαρχήσουν. Ο Πολύβιος κατηγορεί τους Ταραντίνους για αλαζονεία, την οποία προκάλεσε η ευµάρεια της πόλης τους. Κάλεσαν λοιπόν τον Πύρρο, γιατί είχαν βαρεθεί την προηγούµενη ελευθερία τους και αποζητούσαν έναν αφέντη, αλλά γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι η νέα κατάσταση ήταν χειρότερη από την προηγούµενη. Προηγουµένως, όπως µας αναφέρει εκτενώς ο Αππιανός, οι Ταραντίνοι, όχι µόνο καταβύθισαν τον ρωµαϊκό στολίσκο και εκδίωξαν τους Ρωµαίους από τους Θουρίους, αλλά κατεξευτέλισαν τη ρωµαϊκή πρεσβεία, βάζοντας έναν γελωτοποιό να περιγελάσει τον πρέσβη Ποστούµιο, κάτι που προκάλεσε οργή στη Ρώµη. Ο Πολύβιος, αλλά και ο Τίτος Λίβιος περιγράφουν την αποστασία του Τάραντα στον Αννίβα ως το έργο µιας οµάδας δεκατριών ατίθασων νεαρών κυνηγών, µε επικεφαλής τον πανούργο και προδοτικό Φιλήµενο, που άνοιξε τις πύλες της πόλης στους Καρχηδονίους.

εξακοσίων µελών που ανήκαν κατά κύριο λόγο στην αριστοκρατία. Τέλος, το σπουδαιότερο ίσως έργο του ήταν ο εποικισµός των Συρακουσών µε 60.000 νέους κατοίκους, Έλληνες από τη Σικελία αλλά και την Ελλάδα, καθώς και η επανίδρυση µιας σειράς ιστορικών πόλεων που είχαν καταστραφεί ή ερηµωθεί κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα (Γέλα, Ακράγας). Αν και η σχεδόν αγιογραφική αντιµετώπισή του από τις ιστορικές πηγές οφείλεται σε µεγάλο βαθµό στο γεγονός ότι ο κυριότερος ιστορικός της περιόδου, ο Τίµαιος (356-περίπου 260) ήταν γιος ενός από τους κυριότερους συµµάχους του, του Ανδρόµαχου, οι επιτυχίες του δεν θα πρέπει να υποβαθµιστούν. Η αρχαιολογική έρευνα επιβεβαιώνει ότι την περίοδο που ακολούθησε τη δράση του Τιµολέοντα, η Σικελία γνωρίζει µια από τις πλέον ανθηρές φάσεις της ιστορίας της. Παρόλο που η οικονοµική σταθερότητα διήρκησε για τουλάχιστον µία εικοσαετία, οι µεταρρυθµίσεις του Τιµολέοντα δεν έµελλε να επιζήσουν για πολύ µετά τον θάνατό του. Ένα από τα σηµαντικότερα έργα του διοικητή Τιµολέοντα Η Μεγάλη Ελλάδα, οι ιταλικοί λαοί και η Ρώµη την περίοδο από τον Μεγάλο Σαµνιτικό Πόλεµο ως την άφιξη του Πύρρου Μεταξύ 330 και 282, οι ελληνικές πόλεις της Κάτω Ιταλίας απόλαυσαν µια σχετική περίοδο ηρεµίας και ευηµερίας, όπως µαρτυρούν οι εκτεταµένες αρχαιολογικές έρευνες στην επικράτεια του Μεταποντίου και του Κρότωνα. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από τις σπασµωδικές προσπάθειες του Τάραντα να επιβεβαιώσει το κύρος του ως κύριας δύναµης στην περιοχή, µετά το σύντοµο πέρασµα του Αλεξάνδρου των Μολοσσών. Στην πραγµατικότητα, ο αγώνας µε τη Ρώµη για την κυριαρχία στην νότια Ιταλία έχει ήδη αρχίσει. Την επαύριο του θανάτου του Αλεξάνδρου, οι Λευκανοί και οι Σαµνίτες ανακαταλαµβάνουν τις περιοχές που τους είχε αποσπάσει ο Ηπειρώτης βασιλιάς. Σύµφωνα µε τις πλέον πρόσφατες ιστορικές έρευνες, ο Τάραντας υιοθέτησε αντι-ρωµαϊκή και φιλο-σα- µνιτική πολιτική, η οποία τελικά προκάλεσε κατάπληξη και δυσπιστία ανάµεσα στους Έλληνες της Κάτω Ιταλίας, που προσέγγισαν τους Ρωµαίους. Ενδεχοµένως η άποψη αυτή να µην είναι παρά η αποτύπωση της φιλο-ρωµαϊκής στάσης των πηγών. Ο προσεταιρισµός των Σαµνιτών αποτελούσε αναγκαία συνθήκη για την ανακοπή της επεκτατικής ορµής της Ρώµης. Η συµµαχία εκφράστηκε µέσω της ανακάλυψης µιας

µυθικής γενεαλογίας που καθιστούσε τους Σαµνίτες «εξαδέλφους» των οικιστών του Τάραντα, των Σπαρτιατών. Ο Β Σαµνιτικός πόλεµος (327-304) έφερε σε επαφή τη Ρώµη µε την µοναδική πόλη της Καµπανίας που είχε παραµείνει ελληνική, τη Νεάπολη. Η αιτία της διαµάχης, σύµφωνα µε τον Τίτο Λίβιο, ήταν οι επιδροµές που διενεργούσαν οι κάτοικοι της Νεαπόλεως εναντίον ρωµαϊκών εδαφών. Οι Ρωµαίοι κινήθηκαν αστραπιαία και πολιόρκησαν την πόλη (327). Ουσιαστικά η Νεάπολις καταλήφθηκε µετά από προδοσία, καθώς η βοήθεια που υποσχέθηκαν οι Ταραντίνοι δεν έφθασε ποτέ, ενώ ορισµένοι από τους κατοίκους δεν επιθυµούσαν περαιτέρω ενίσχυση του µη ελληνικού στοιχείου που επέφερε η παρουσία καµπανικής φρουράς. Τελικά η Νεάπολις συνήψε συµµαχία µε εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους και αποτέλεσε έκτοτε τον πιστότερο σύµµαχο της Ρώµης. Η απάντηση του Τάραντα περιορίστηκε σε κινήσεις στο διπλωµατικό επίπεδο. Σύµφωνα µε την (ελεγχόµενη για την αυθεντικότητά της) µαρτυρία του Τίτου Λίβιου, οι Ταραντίνοι έστρεψαν µε τέχνασµα τους Λευκανούς ενάντια στη Ρώµη. Τo 320, επιχείρησαν, χωρίς επιτυχία, να συµφιλιώσουν τους Σαµνίτες και τους Ρωµαίους, ενεργώντας ως διαιτητές, κατά το παραδοσιακό ελληνικό πρότυπο. Μια τέτοια παρέµβαση ήταν ξένη προς τη φιλοσοφία του ρωµαϊκού στρατού και αγνοήθηκε. Από το 327 ως το 302 λοιπόν, υπάρχει µια σειρά τριβών µεταξύ Ρώµης και Τάραντα, που επέτειναν οι ιδρύσεις αποικιών στο έδαφος της Λευκανίας και της Απουληίας από πλευράς Ρωµαίων. Συνήθως οι πηγές αποδίδουν την επιθετικότητα στον Τάραντα, αλλά ασφαλώς τα γεγονότα της περιόδου θα πρέπει να ειδωθούν στο πλαίσιο µιας υποβόσκουσας αντιπαράθεσης. Η σχετική ηρεµία της περιόδου έχει ως αποτέλεσµα να γνωρίζουµε µε τρόπο αποσπασµατικό και ανεπαρκή την πολιτική κατάσταση στον Τάραντα. Η επιθετικότητα των Λευκανών είχε ανακοπεί, λόγω της πολεµικής έντασης στα βόρεια της Λευκανίας και της Απουλήιας. Άλλες πηγές προβληµάτων δεν έλειψαν πάντως: το 326 οι Βρέττιοι πολιόρκησαν τον Κρότωνα, τον οποίο οι Ταραντίνοι απέτυχαν να υπερασπιστούν. Η πόλη σώθηκε µόνον χάρη στην παρέµβαση των Συρακουσίων. Στις µάχες αυτές έλαµψε το άστρο του Αγαθοκλή, του µετέπειτα τυράννου των Συρακουσών. Ο Αγαθοκλής συνήψε σχέσεις µε τους δηµοκρατικούς Κροτωνιάτες. Εξόριστος ουσιαστικά από τις Συρακούσες, έδρασε ως µισθοφόρος στην υπηρεσία των Ταραντίνων, Οι Σαµνίτες θεωρούνταν, βάσει µιας µυθολογικής γενεαλογίας,

έως ότου απελάθηκε, πιθανότατα λόγω των σχέσεών του µε τα ακραία δηµοκρατικά στοιχεία. Λίγο αργότερα, το 322, παρενέβη στο Ρήγιο επικεφαλής δύναµης εξόριστων δηµοκρατικών και µισθοφόρων και ξεκίνησε πειρατική δράση εις βάρος της Σικελίας. Σίγουρα η παρουσία του στην Ιταλία τον έκανε ελάχιστα δηµοφιλή στα µάτια των εκεί Ελλήνων. Οι Ταραντίνοι διείδαν τον κίνδυνο να αποκτήσουν έναν επικίνδυνο γείτονα µε επεκτατικές βλέψεις προς την επικράτειά τους, και φρόντισαν να υποστηρίξουν τον ευρύ σικελικό συνασπισµό του οποίου ηγήθηκε. Το 306, οι Ρωµαίοι συνάπτουν συνθήκη µε την Καρχηδόνα, σύµφωνα µε την οποία οι πρώτοι δεσµεύονταν να µην περάσουν τα στενά της Μεσσήνης και να κατέλθουν στη Σικελία, ενώ σε αντάλλαγµα είχαν πλήρη ελευθερία κινήσεων στην ιταλική χερσόνησο. Με την ολοκλήρωση του Β Σαµνιτικού Πολέµου το 303, οι Λευκανοί συνέχισαν την επιθετικότητά τους απέναντι στους Ταραντίνους. Για µια ακόµη φορά, η πόλη στράφηκε προς τη µητρόπολη, καλώντας τον Σπαρτιάτη βασιλόπαιδα Κλεώνυµο, αδελφό του Ακροτάτου. Ο Κλεώνυµος συγκέντρωσε έναν εντυπωσιακό στρατό µισθοφόρων και Σικελών πολιτών και κατανίκησε τους Λευκανούς, αναγκάζοντάς τους να υπογράψουν συνθήκη ειρήνης µαζί του. Η δράση του Σπαρτιάτη εντυπωσίασε τους Ρωµαίους και ενδεχόµενα οδήγησε στην υπογραφή συνθήκης, η οποία κατοχύρωνε τα συµφέροντα του Τάραντα και των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων: απαγορεύονταν στον ρωµαϊκό στόλο να πλεύσει βορείως του Λακινίου ακρωτηρίου και να διεισδύσει στον κόλπο του Τάραντα (303/302). Ο Κλεώνυµος, παρά τις εντυπωσιακές αρχικές του νίκες, γνώρισε την αποδοκιµασία των Ελλήνων, επειδή λεηλάτησε το Μεταπόντιον. Τελικά εγκατέλειψε την Ιταλία. Ο Αγαθοκλής επανήλθε στην Ιταλία το 300, για να πολεµήσει τους Βρεττίους, µετά από πρόσκληση των ιταλικών πόλεων. Τους νίκησε και συνήψε µαζί τους ειρήνη, η οποία όµως παραβιάστηκε αργότερα, όταν διεκπεραιώθηκε στην Κέρκυρα που πολιορκούσε ο Κάσσανδρος. Μετά τη νίκη του, επέστρεψε στην Ιταλία, όπου συγκρούστηκε ξανά µε τους Βρεττίους, αλλά υπέστη πανωλεθρία και αποχώρησε. Αργότερα επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στον Κρότωνα (295) κατέλαβε το Ιππώνιον (294 ή 293) και εξασφάλισε τον έλεγχο ενός πλέγµατος πόλεων κατά µήκος των ιταλικών ακτών (Ιππώνιον, Ρήγιον, Λοκροί, Καυλωνία, Κρότων). Το ιταλικό αυτό τµήµα του κράτους του όµως δεν επέζησε της βασιλείας του και οι πόλεις γρήγορα ανέκτησαν την ανεξαρτησία τους (288). Νόµισµα µε την κεφαλή του Αγαθοκλή, τυράννου των Συρα-

Η κυριαρχία του Τάραντα στο Κοινό των Ιταλικών Πόλεων είχε ήδη καταστεί νεκρό γράµµα. Το 285, οι Θούριοι, κατά τη διάρκεια ενός πολέµου εναντίον των Λευκανών, κάλεσαν σε βοήθεια τους Ρωµαίους, οι οποίοι τοποθέτησαν φρουρά στην πόλη. Το γεγονός σήµανε τη ρήξη της ενότητας του Κοινού. Στο ίδιο διάστηµα, ή αµέσως µετά το ξέσπασµα των εχθροπραξιών τοποθετήθηκαν οι ρωµαϊκές φρουρές στις πόλεις του Ρηγίου, του Κρότωνα και των Λοκρών, από τον Γάιο Φαβρίκιο. Σικελία: Η περίοδος του Αγαθοκλή (317/316-289/288) Ο Αγαθοκλής ήταν γιος ενός πλούσιου αγγειοπλάστη, του Καρκίνου από το Ρήγιον, ο οποίος εγκαταστάθηκε το 344 στις Συρακούσες. Η οικογένεια, παρά την σχετικά ταπεινή προέλευσή της, συγκαταλεγόταν ανάµεσα στις αξιόλογες της πόλης, καθώς ο αδελφός του Αγαθοκλή, ο Άντανδρος, εξελέγη στρατηγός όταν κυριαρχούσε η ολιγαρχική παράταξη. Ο Αγαθοκλής αναρριχήθηκε λόγω των εξαιρετικών στρατιωτικών του επιδόσεων, αλλά και λόγω της προστασίας που του παρείχε αφειδώς ο Συρακούσιος στρατηγός Δάµων. Όταν ο προστάτης του πέθανε, ο Αγαθοκλής παντρεύτηκε τη χήρα του και έγινε ένας από τους πλουσιότερους άνδρες των Συρακουσών. Το 326 πολέµησε µε ανδρεία κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Συρακουσίων υπό τον Σωσίστρατο στον Κρότωνα, ο οποίος είχε απειληθεί από τους Βρεττίους. Όµως ο Αγαθοκλής έπεσε σε δυσµένεια, λόγω προφανώς των σχέσεών του µε τα δηµοκρατικά στοιχεία στον Κρότωνα. Λόγω της πλήρους επικράτησης των ολιγαρχικών στις Συρακούσες, ο Αγαθοκλής προτίµησε να παραµείνει στην Ιταλία, εµπλεκόµενος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, στο πλευρό δηµοκρατικών δυνάµεων. Βοήθησε µάλιστα αποτελεσµατικά το Ρήγιον που δεχόταν επίθεση από τους Συρακουσίους και στη συνέχεια χρησιµοποίησε την πόλη ως βάση για τη διενέργεια πειρατικών επιδροµών ενάντια στη Σικελία. Η ολιγαρχική κυβέρνηση κατέρρευσε στις Συρακούσες και ο Αγαθοκλής επέστρεψε. Οι ολιγαρχικοί κατέφυγαν στη Γέλα και σε συνεννόηση µε τους Καρχηδονίους, προσπαθούσαν να ανακαταλάβουν την εξουσία. Οι αρχές των Συρακουσών κάλεσαν έναν κορίνθιο στρατηγό, τον Ακεστορίδη, προκειµένου να πετύχει τη συµφιλίωση των δύο παρατάξεων. Αυτός ζήτησε την επιστροφή των εξόριστων ολιγαρχικών, πλην των ακραίων Σωσιστράτου και Ηρακλείδη, και πέτυχε την εξόριση του Αγαθοκλή, που κα- Άποψη του αρχαιολογικού χώρου της Καρχηδόνας, της

τηγορήθηκε ότι ετοίµαζε τυραννία. Ο Αγαθοκλής, συγκροτώντας ένα ισχυρό µισθοφορικό σώµα, επιδόθηκε σε ανοικτό πόλεµο κατά των Συρακουσών, ωθώντας µάλιστα σε αποστασία και πόλεις όπως οι Μοργαντίνοι και οι Λεοντίνοι και τελικά πολιορκώντας την πατρίδα του, την οποία έσωσε ο καρχηδόνιος στρατηγός Αµίλκας. Τελικά ο Αγαθοκλής ήλθε σε συνεννόηση µε τον Αµίλκα και τον έπεισε να αποσυρθεί. Μπήκε θριαµβευτής στις Συρακούσες το 319 και ανακηρύχθηκε στρατηγός αυτοκράτωρ επί των ερυµάτων (µε απόλυτη κυριαρχία στα υπαίθρια στρατόπεδα) και φύλαξ της ειρήνης. Τρία χρόνια αργότερα, επήλθε αναπόφευκτα η εγκαθίδρυση της τυραννίας, µέσα σε λουτρό αίµατος. Προφασιζόµενος ότι ετοιµάζει εκστρατεία εναντίον αποστατών, ο Αγαθοκλής συγκέντρωσε τους ολιγαρχικούς και εξαπέλυσε εναντίον τους το στρατό του, σφάζοντας µεγάλο αριθµό και εξορίζοντας τους υπολοίπους. Στη συνέχεια µε θεατρικό τρόπο έπεισε το συγκεντρω- µένο πλήθος να τον εκλέξει στρατηγό αυτοκράτορα και επιµελητή της πόλεως (316). Το πολίτευµα τύποις δεν έπαψε να λειτουργεί και η Εκκλησία του Δήµου συνέχισε να συνεδριάζει κανονικά. Αµέσως µετά την ανάρρησή του στην εξουσία επιχείρησε να καταλάβει τη Μεσσήνη, η οποία στράφηκε στους Καρχηδονίους. Αυτοί απαίτησαν να γίνει σεβαστός ο όρος της συνθήκης του 338, που ήθελε τις ελληνικές πόλεις της Σικελίας ελεύθερες. Ο Αγαθοκλής αναγκάστηκε προσωρινά να εγκαταλείψει το σχέδιό του για κυριαρχία. Τον επό- µενο χρόνο, οι Συρακούσιοι εξόριστοι συνασπίστηκαν µε τη Μεσσήνη, τον Ακράγαντα και τη Γέλα και κήρυξαν τον πόλεµο στον Αγαθοκλή. Η ηγεσία του στρατού ανατέθηκε στον Ακρότατο, γιο του βασιλιά Κλεοµένη, ο οποίος αποβιβάστηκε στον Τάραντα και ενισχύθηκε µε στόλο (314). Όµως ο Ακρότατος ιδιοποιήθηκε τους πόρους που συγκεντρώθηκαν για την επιχείρηση, δολοφόνησε τον Σωσίστρατο, και τελικά αναγκάστηκε να διαφύγει από τον Ακράγαντα για να σώσει τη ζωή του. Οι Ταραντίνοι αποσύρθηκαν και οι Σικελικές πόλεις ζήτησαν την παρέµβαση των Καρχηδονίων. Ο Αµίλκας συνήψε ειρήνη µε τον Αγαθοκλή στη βάση της συνθήκης του 338, διατηρώντας τις ελληνικές πόλεις ελεύθερες, αλλά υπό την ηγεµονία των Συρακουσίων. Αγανακτισµένοι, οι Σικελοί απέρριψαν τους όρους της συνθήκης και διαµαρτυρήθηκαν ενώπιον της Βουλής της Καρχηδόνας, η οποία πάντως δεν ανακάλεσε τον Αµίλκα, ο οποίος λίγο αργότερα πέθανε. Το 319 π.χ. ο Αγαθοκλής µπήκε θριαµβευτής στις Συρακούσες,

Ο Αγαθοκλής, διαισθανόµενος την επικείµενη µεταστροφή των Καρχηδονίων, στρατολόγησε µεγάλο αριθµό µισθοφόρων και το 312 επιχείρησε να επιβάλει τους όρους της συνθήκης στις πόλεις της βορειοανατολικής Σικελίας. Κατέλαβε τη Μεσσήνη και το Ταυροµένιον, εγκαθιστώντας δηµοκρατικές κυβερνήσεις και εξορίζοντας τους αριστοκρατικούς. Έσπευσε κατά του Ακράγαντα όπου όµως βρέθηκε αντιµέτωπος µε καρχηδονιακό στόλο 60 πλοίων που διοικούσε ο Αµίλκας του Γίσκωνα. Μικρότερες αψιµαχίες ακολούθησαν, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Αγαθοκλής κατέλαβε την Ηράκλεια Μινώα στα καρχηδονιακά εδάφη. Το 311 οι Καρχηδόνιοι εκστράτευσαν µε µεγάλες δυνάµεις κατά της Σικελίας, ο στόλος τους όµως βυθίστηκε κατά τη διάρκεια καταιγίδας. Ο Αµίλκας πάντως κατόρθωσε να συγκεντρώσει τα υπολείµµατα του εκστρατευτικού σώµατος και άλλες σηµαντικές δυνάµεις στον Έκνοµο, κοντά στην Γέλα. Ο Αγαθοκλής κατέλαβε την πόλη αυτή, θανατώνοντας 4000 από τους ευπορότερους πολίτες της πόλης. Τελικά ηττήθηκε σε αποφασιστική µάχη στον ποταµό Ιµέρα και υποχώρησε στη Γέλα. Αργότερα συγκέντρωσε τις δυνάµεις του στις Συρακούσες, ενώ ο Αµίλκας πέτυχε τη διαδοχική αποστασία των περισσοτέρων ελληνικών πόλεων από τη συµµαχία του Αγαθοκλή (Καµάρινα, Λεοντίνοι, Κατάνη, Ταυροµένιον, Μεσσήνη, Αβάκαινο, Ηράκλεια Μινώα). Περικυκλωµένος στις Συρακούσες, ο Αγαθοκλής, σε µια λαµπρή κίνηση τακτικού αντιπερισπασµού, οδήγησε τον στόλο των Συρακουσίων στην Αφρική και προσπάθησε να καταλάβει την ίδια την Καρχηδόνα (310). Προκειµένου να εγκλωβίσει τις δυνάµεις του στην Αφρική και να αναγκάσει τους µισθοφόρους του να πολεµήσουν µέχρις εσχάτων, έβαλε φωτιά και έκαψε τα πλοία του. Αρχικά γνώρισε σηµαντικές επιτυχίες. Σύντοµα όµως κατέστη φανερό ότι δεν ήταν σε θέση να καταλάβει την Καρχηδόνα µε πολιορκία. Εν τω µεταξύ ο Αµίλκας και οι εξόριστοι του Δεινοκράτη, οι οποίοι πολιορκούσαν τις Συρακούσες, ηττήθηκαν από τις κατά πολύ υποδεέστερες δυνάµεις των Συρακουσίων, µπροστά στα τείχη της πόλης. Εκεί βρήκε τον θάνατο και ο ίδιος ο Καρχηδόνιος στρατηγός. Μετά την πανωλεθρία, η δράση των Καρχηδονίων στην Σικελία περιορίστηκε στο ελάχιστο. Το 308 ο Αγαθοκλής προσεταιρίσθηκε τον Οφέλλα της Κυρήνης. Η συµφωνία προέβλεπε να αφεθούν όλες οι λιβυκές κτήσεις στον Οφέλλα ενώ ο Αγαθοκλής απερίσπαστος θα καταλάµβανε το σύνολο της Σικελίας. Τελικά, ο Αγαθοκλής δολοφόνησε το νέο του Άποψη του ναού της Οµονοίας στον αρχαιολογικό χώρο του

φίλο. Η πράξη αυτή θεωρείται από αρκετούς ιστορικούς ότι αν δεν υπαγορεύθηκε, οπωσδήποτε εγκρίθηκε από τον Πτολεµαίο που ανησυχούσε για τη δύναµη του κατ όνοµα υποτελή του Οφέλλα. Ο Αγαθοκλής µπόρεσε τελικά το 307 να καταλάβει το µεγαλύτερο µέρος της καρχηδονιακής επικράτειας και, λόγω των εξελίξεων στην Σικελία, αναγκάστηκε να αποσυρθεί από την Αφρική, όπου άφησε τον γιο του Αρχάγαθο επικεφαλής των επιχειρήσεων. Στη Σικελία, οι Ακραγαντίνοι υπό τον Ξενόδοκο διεξήγαν διµέτωπο αγώνα, προκειµένου να απελευθερώσουν τους Έλληνες της νήσου και από τους Καρχηδονίους και από τον Αγαθοκλή. Απέτυχαν όµως και ο Αγαθοκλής ξεκίνησε την κατάληψη της νήσου. Η δράση του όµως ανακόπηκε από τον Δεινοκράτη. Ο Αγαθοκλής κλείστηκε στις Συρακούσες. Το 307, οι δυνάµεις των Συρακουσίων που παρέµεναν στην Αφρική σχεδόν εκµηδενίστηκαν. Ο ακούραστος Αγαθοκλής επανέλαβε την προσπάθεια στην Αφρική, όµως γνώρισε εκ νέου την ήττα και εγκατέλειψε τον στρατό του στο έλεος των αντιπάλων του. Μάλιστα, αναγκάστηκε να διαφύγει µυστικά, αφήνοντας του δύο γιους του, τον Αρχάγαθο και τον Ηρακλείδη στο έλεος των εξοργισµένων από την προδοσία Συρακουσίων, που τους θανάτωσαν µε σκληρό τρόπο. Τελικά, το 306 ο τύραννος Αγαθοκλής αναγκάστηκε να συνάψει ειρήνη µε τους Καρχηδονίους, µε την οποία εν πολλοίς επανήλθε η κατάσταση που ίσχυε πριν το 311. Σύντοµα όµως ανακατέλαβε τις περισσότερες θέσεις στην ανατολική Σικελία, που είχαν εν τω µεταξύ αποστατήσει και σταθεροποίησε την ηγεµονία του εκεί, νικώντας τον επικεφαλής του αντιτυραννικού συνασπισµού, τον Δεινοκράτη, στη µάχη του Γοργίου (305). Παραδόξως, ο Αγαθοκλής φέρθηκε µε επιείκεια στον µεγάλο αντίπαλό του, τον οποίο όρισε στρατηγό του. Ο Αγαθοκλής έλαβε το 305 τον τίτλο του βασιλιά. Με τη στέψη του εισήλθε στον κλειστό όµιλο των Διαδόχων του Αλέξανδρου, αφού παντρεύτηκε την Θεοξένη, θετή κόρη του Πτολεµαίου. Αναγνωρίζοντας την αδυναµία του να νικήσει τους Καρχηδονίους, έστρεψε το ενδιαφέρον του στην ιταλική χερσόνησο. Πάντρεψε την κόρη του Λάνασσα µε τον Πύρρο, στον οποίο παρέδωσε την Κέρκυρα ως προίκα. (Αργότερα, η Λάνασσα παντρεύτηκε τον Δηµήτριο τον Πολιορκητή, µεταβιβάζοντάς του το νησί.) Το 289, ή το 288 ο Αγαθοκλής, ενώ ετοιµαζόταν να εκστρατεύσει κατά των Καρχηδο- Το 310 π.χ. ο Αγαθοκλής, οδηγώντας τον στόλο των Συρα-

νίων, δολοφονήθηκε σε ηλικία 72 ετών από τον εγγονό του Αρχάγαθο. Τον Αρχάγαθο δολοφόνησε τελικά ένας παλιός δούλος του βασιλιά, ο Μένων από την Εγέστα, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής του στρατού και ετοιµάστηκε να καταλάβει την εξουσία για λογαριασµό του. Ο Πύρρος στην Ιταλία (280-278) Η επέλαση των Ρωµαίων στη ζώνη επιρροής του Τάραντα, η οποία σηµαδεύτηκε από την ίδρυση µιας σειράς αποικιών στην Λευκανία, την Απουληία και την Αδριατική, είχε πλέον οδηγήσει την κατάσταση στο απροχώρητο. Η αφορµή για τον πόλεµο δόθηκε το 282, όταν ένας ρωµαϊκός στολίσκος δέκα πλοίων, παραβιάζοντας τις συνθήκες του 303/302, κατέπλευσε στον κόλπο του Τάραντα. Παρακινηµένοι από τον ρήτορα Φιλόχαρη, οι Ταραντίνοι επιτέθηκαν στα ρωµαϊκά πλοία και βύθισαν τα µισά. Οι Ρωµαίοι έστειλαν πρεσβεία να ζητήσει εξηγήσεις. Η πρεσβεία γελοιοποιήθηκε από περιθωριακά στοιχεία και αποχώρησε οργισµένη. Οι Ρωµαίοι εισέβαλαν στην επικράτεια του Τάραντα και έφεραν τους Ταραντίνους σε πολύ δύσκολη θέση. Η συνέλευση του λαού αποφάσισε να κληθεί ένας στρατηλάτης από την Ελλάδα και επελέγη ο βασιλιάς των Μολοσσών και ηγέτης του Κοινού των Ηπειρωτών, Πύρρος. Ο ατίθασος αυτός βασιλιάς, που φερόταν ως απόγονος του Ηρακλή και του Αχιλλέα, συγγενής της µητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ανιψιός του Αλεξάνδρου των Μολοσσών, είχε προλάβει, στη σύντοµη ως τότε καριέρα του, να διακριθεί ως ένας λαµπρός στρατιωτικός, τον οποίον τα όρια της νόµιµης επικράτειάς του περιόριζαν αισθητά. Επιπλέον, είχε ήδη επιδείξει το ενδιαφέρον του για τη Δύση, όταν χρησιµοποίησε ταραντίνικα πλοία για να µεταβεί στην Κέρκυρα το 282, όταν το νησί δεν αποτελούσε πια κτήµα του, καθώς η πρώην σύζυγός του Λάνασσα το είχε δώσει στον νέο σύζυγό της, Δηµήτριο Πολιορκητή. Η πρόσκληση των Ταραντίνων τον βρήκε να εξετάζει την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Μακεδονία, µετά τον θάνατο του Λυσιµάχου και του Σελεύκου και την κατάληψη του θρόνου από τον δολοφόνο του τελευταίου, τον Πτολεµαίο Κεραυνό (281). Σύµφωνα µε τον Πλούταρχο, ο οποίος πιθανότατα βασίζεται στο χαµένο σήµερα έργο του Πρόξενου, του επίσηµου ιστορικού της αυλής των Μολοσσών και συγγραφέα των Ηπειρωτικών, ο Πύρρος οραµατιζόταν τη δηµιουργία µιας µεγάλης αυτοκρατορίας στη Δύση, η οποία θα περιελάµβανε την Ιταλία, αλλά και τη Σικελία, και πιθανόν και τη Ο Αγαθοκλής σηµείωσε αξιόλογες στρατιωτικές νίκες κατά τη Επίχρυσος καρχηδονιακός θώρακας του 3ου ή 2ου αιώνα

Αποτίµηση της προσωπικότητας και του έργου του Αγαθοκλή Ο Αγαθοκλής κατόρθωσε να αναδειχθεί σε προστάτη του δήµου εκµεταλλευόµενος το κύρος του ως στρατιωτικού ηγέτη και σταδιακά να αναρριχηθεί στην τυραννία. Αποτέλεσε τη µοναδική προσωπικότητα του ελληνισµού της Δύσης που κατόρθωσε, έστω και προσωρινά, να παρουσιαστεί ως ισότιµο µέλος του κλειστού οµίλου των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, να συνδέσει τον κόσµο της Δύσης µε τις ελληνιστικές µοναρχίες της Ανατολής, και να λάβει τον βασιλικό τίτλο. Η προσπάθειά του αυτή περιγελάστηκε από τους κόλακες της µακεδονικής αυλής του Δηµητρίου, οι οποίοι τον αποκαλούσαν υποτιµητικά «νησιάρχη». Η δράση του και το ύφος της πολιτικής του δράσης τον εντάσσουν πάντως στην παράδοση των λαϊκών τυράννων της Σικελίας, όπως οι Δεινοµενίδες ή ο Διονύσιος ο Α, τους οποίους χαρακτήριζαν τα εξής απλά στοιχεία: στρατιωτική ιδιοφυΐα, υιοθέτηση επεκτατικής πολιτικής απέναντι στους υπόλοιπους Έλληνες, σκληρής και απάνθρωπης στάσης απέναντι στους αριστοκράτες, σχεδιασµός και υλοποίηση µεγαλόπρεπων οικοδοµικών προγραµµάτων. Η στρατιωτική ιδιοφυΐα του Αγαθοκλή πάντως σπαταλήθηκε στο κυνήγι της χίµαιρας µιας αυτοκρατορίας. Οι λαµπρές του νίκες εναντίον των Βρεττίων στην Ιταλία, των Καρχηδονίων στην Αφρική, των εξόριστων Συρακουσίων στη Σικελία και του Κασσάνδρου στην Κέρκυρα, τον καθιστούν ως τον τελευταίο σηµαντικό εκπρόσωπο του κατεξοχήν ελληνικού τρόπου πολέµου, ο οποίος βασίζεται στην οπλιτική φάλαγγα. Η στρατιωτική του δράση όχι µόνον δεν έφερε µακροπρόθεσµα οφέλη για τις Συρακούσες, αλλά στο σύνολό της µπορεί να χαρακτηριστεί ως καταστροφική για τους Έλληνες της Σικελίας. Την επαύριο του θανάτου του οι Καρχηδόνιοι εµφανίζονταν και πάλι απειλητικοί, οι δηµοκρατικοί και οι ολιγαρχικοί συνέχιζαν τις αιµατηρές τους διαµάχες, ορδές µισθοφόρων τροµοκρατούσαν τις πόλεις και την ύπαιθρο, οι ιταλικές κτήσεις χάθηκαν οριστικά. Ο Αγαθοκλής µνηµονεύεται περισσότερο λόγω της στρατηγικής του να µεταφέρει τον πόλεµο από τη Σικελία στην ίδια την Καρχηδόνα, ένα σχέδιο που θα επηρεάσει βαθύτατα τους Ρωµαίους στρατηγούς, αποκαλύπτοντας τις αδυναµίες της κραταιάς ναυτικής δύναµης.

Βόρεια Αφρική. Έτσι αποφάσισε, αφού συνήψε βιαστικά συνθήκη µε τον Πτολεµαίο Κεραυνό, να µεταβεί στον Τάραντα και να τεθεί επικεφαλής των στρατιωτικών δυνάµεων του Κοινού των Ιταλικών Πόλεων. Τα δύο πρώτα στρατιωτικά αγήµατα που έστειλε ο Πύρρος, υπό τον φιλόσοφο Κινέα τον Θεσσαλό και τον στρατηγό Μίλωνα αντίστοιχα, οδήγησαν στην αντικατάσταση του φιλορωµαίου στρατηγού Άγι. Οι Ταραντίνοι εµφάνισαν την προοπτική µιας ευρύτατης αντι-ρωµαϊκής συµµαχίας, στην οποία θα συµµετείχαν Λευκανοί, Σαµνίτες, Μεσσάπιοι. Ο Πύρρος έλαβε τη συγκατάθεση του Κοινού των Ηπειρωτών και, ενδύοντας την εκστρατεία του µε τον µανδύα του πανελληνίου ιδεώδους της απελευθέρωσης των Ελλήνων της Δύσης από τις βαρβαρικές επιβουλές, κατόρθωσε να ενισχυθεί υλικά και στρατιωτικά από όλους τους ελληνιστικούς µονάρχες, οι οποίοι µε ιδιαίτερη ικανοποίηση έβλεπαν έναν ακόµη ταραχοποιό να αποσύρεται από το προσκήνιο των ελληνικών πραγµάτων. Ο Κεραυνός του παραχώρησε στρατεύµατα και ελέφαντες, ο Αντίγονος Γονατάς πλοία για την περαίωσή του στην Ιταλία, ενώ ο Αντίοχος ο Α και ο Πτολεµαίος του έστειλαν χρήµατα. Ο Πύρρος διεκπεραιώθηκε στην Ιταλία µε 22.500 πεζούς, εκ των οποίων οι 2000 ήταν τοξότες και οι 5000 σφενδονητές, µε 3000 ιππείς και µε 20 πολεµικούς ελέφαντες. Οι τελευταίοι δηµιούργησαν φοβερή εντύπωση στην Ιταλία, όντας τα πρώτα ζώα του είδους που εµφανίστηκαν στη χερσόνησο, και σύντοµα αποθανατίστηκαν σε έργα τέχνης, αλλά και στις ρωµαϊκές χάλκινες πλάκες που λειτουργούσαν ως νόµισµα, τα λεγόµενα aes signatum. Ο Πύρρος ανακηρύχθηκε στρατηγός αυτοκράτωρ στον Τάραντα και ανέλαβε αµέσως την εξουσία, επιβάλλοντας στρατιωτικό νόµο: κατέλαβε την Ακρόπολη µε τα στρατεύµατά του, απαγόρευσε τις θεατρικές παραστάσεις, έκλεισε τα γυµνάσια και κατήργησε τα κοινά συσσίτια. Όλοι οι ικανοί άνδρες σε κατάλληλη ηλικία στρατολογήθηκαν. Η προσπάθεια των ολιγαρχικών να στρέψουν τον λαό ενάντια στον Πύρρο απέτυχε. Οι Ρωµαίοι είχαν µόλις κατορθώσει να υποδουλώσουν τους Ετρούσκους, ενώ δεν είχαν περάσει καν 10 χρόνια από το τέλος του αιµατηρού Γ Σαµνιτικού Πολέµου (299-290), που τους εξασφάλισε την πλήρη κυριαρχία στην Κεντρική Ιταλία. Η προοπτική του δύσκολου αγώνα οδήγησε σε µια κολοσσιαία πολεµική προπαρασκευή. Συγκεντρώθηκαν δύο ισχυροί στρατοί που βάδισαν προς νότο. Ο Πύρρος έσπευσε µε κατώτερες δυνάµεις να στρατοπεδεύσει µεταξύ Ηρακλείας και Πανδοσίας. Κατά το ελληνιστικό Νόµισµα του βασιλείου των Μολοσσών, χρονολογούµενο

πρότυπο, αλλά και σύµφωνα µε τα όσα ο ίδιος πρέσβευε στο χαµένο σήµερα εγχειρίδιο πολεµικής τακτικής που συνέγραψε, ο Πύρρος πρότεινε στον ύπατο Βαλέριο Λεβίνιο να υποβληθεί σε διαιτησία η διαφορά Ρώµης και Τάραντα και να συναφθεί ειρήνη µεταξύ Ηπείρου και Ρώµης. Ο Βαλέριος αρνήθηκε και ακολούθησε σκληρή µάχη, κατά την οποία η θέα των ελεφάντων τροµοκράτησε τους Ρωµαίους, οι οποίοι είχαν 7000 πεσόντες και 1800 αιχµαλώτους. Και ο Πύρρος πάντως έχασε 4000 άνδρες. Λέγεται µάλιστα ότι αναφώνησε ότι µια ακόµη τέτοια νίκη και θα έχανε τον πόλεµο ( η έκφραση «πύρρειος νίκη», η οποία είναι σύγχρονη, βασίζεται στη φράση αυτή). Η νίκη γιορτάστηκε µε πλούσια αφιερώµατα στα ιερά της Ιταλίας και της Ελλάδας. Επιπλέον οδήγησε τις ελληνικές πόλεις να εκδιώξουν τις ρωµαϊκές φρουρές και να συνταχθούν µε τον Πύρρο, ο οποίος όµως απέτυχε να εκµεταλλευθεί τη νίκη του. Βάδισε στην Καµπανία, αλλά δεν µπόρεσε να καταλάβει καµία αξιόλογη πόλη, ενώ κινδύνευσε να κυκλωθεί από τους δύο υπατικούς στρατούς που τον πλησίαζαν. Προσπάθησε να πετύχει ειρήνη µε τη Ρώµη, αλλά οι προτάσεις του απορρίφθηκαν τελικά από τη Σύγκλητο, λόγω της άτεγκτης στάσης του γηραιού πολιτικού Άππιου Κλαυδίου. Μετά από εκτεταµένες στρατιωτικές προετοιµασίες, ο Πύρρος βάδισε επικεφαλής στρατεύµατος 40.000 ανδρών προς βορρά, την άνοιξη του 279. Ακολούθησε µια µεγαλειώδης µάχη στο Άσκλον (Asculum), η οποία διήρκησε δύο µέρες. Ο Πύρρος κατόρθωσε να τρέψει σε φυγή τους Ρωµαίους, που έχασαν 6000 άνδρες, αλλά δεν διαλύθηκαν. Επιστρέφοντας στον Τάραντα, αντιµετώπισε το ενδεχόµενο να γυρίσει στην Ελλάδα, καθώς η γαλατική επέλαση είχε προκαλέσει τον θάνατο του Πτολεµαίου Κεραυνού και δεν θα αργούσε να απειλήσει και την Ήπειρο. Τότε όµως µια νέα προοπτική παρουσιάστηκε, µέσω της πρόσκλησης που του απηύθυναν οι Συρακούσιοι να κατέλθει στη Σικελία και να τους βοηθήσει να διώξουν τους Καρχηδονίους από το νησί. Ειδώλιο γυµνόποδος στρατηγού (τέλη 4ου-αρχές 3ου αιώνα Η περίοδος των τυράννων στη Σικελία µετά τον θάνατο του Αγαθοκλή. Άφιξη και δράση του Πύρρου (289/8-276) Ο θάνατος του Αγαθοκλή άφησε ένα πολιτικό κενό εξουσίας στη Σικελία. Οι πηγές αναφέρονται σε πολιτειακές εκτροπές και ανατροπές σε όλες τις πόλεις. Τελικά, σε µικρό χρονικό διάστηµα επιβλήθηκαν στις περισσότερες αξιόλογες ελληνικές πόλεις της ανατολικής Σικελίας τυραννικά καθεστώτα, που πήραν το πλευρό του δήµου και

καταδίωξαν τους αριστοκράτες ολιγαρχικούς. Στις Συρακούσες, την αναρχία που επακολούθησε του θανάτου του Αγαθοκλή εκµεταλλεύθηκε ο Ικέτας, ο οποίος είχε εκλεγεί στρατηγός αυτοκράτωρ µε δικαιοδοσία να εκστρατεύσει εναντίον του Μένωνα. Ο τελευταίος στράφηκε στους Καρχηδονίους για βοήθεια. Επακολούθησε εκστρατεία των Καρχηδονίων και συνθηκολόγηση των Συρακουσίων (γύρω στο 287). Τον επόµενο χρόνο, οι Καµπανοί µισθοφόροι των Συρακουσίων που είχαν στασιάσει προέβησαν στη συστηµατική λεηλασία της Ανατολικής Σικελίας. Τελικά, κατέλαβαν τη Μεσσήνη, και άρχισαν να αποκαλούνται Μαµερτίνοι, από τον Mamers, τον ιταλικό πολεµικό θεό που αντιστοιχεί µε τον Άρη. Στον Ακράγαντα έγινε τύραννος ο Φιντίας, ο οποίος έθεσε υπό τον έλεγχό του τη Νότια Σικελία και έµεινε διαβόητος για τη µεγαλοµανία και τη σκληρότητά του. Τελικά όµως ηττήθηκε από τον Ικέτα των Συρακουσών σε αποφασιστική µάχη στις όχθες του Υβλαίου ποταµού. Ο Ικέτας όµως ηττήθηκε το 280 από τους Καρχηδονίους στον ποτα- µό Τηρία µε µεγάλες απώλειες. Στον Ακράγαντα τον Φιντία διαδέχθηκε ο Σωσίστρατος, ο οποίος κατόρθωσε να ελέγξει 30 πόλεις και να καταλάβει τις Συρακούσες, πλην της οχυρής ακρόπολης, της Ορτυγίας, όπου είχε καταφύγει ο αντικαταστάτης του Ικέτα, Θοίνων. Η πολιορκία οδήγησε σε παρέµβαση των Καρχηδονίων που πολιόρκησαν τις Συρακούσες. Τότε ήταν που, απελπισµένοι, οι Συρακούσιοι κάλεσαν σε βοήθεια τον Πύρρο, ο οποίος αποδέχτηκε την πρόσκληση, έχοντας κατά νου να διεκδικήσει τα δικαιώµατά του στον «θρόνο της Σικελίας» που του εξασφάλιζε ο παλαιότερος γάµος του µε την κόρη του Αγαθοκλή Λάνασσα, µε την οποία απέκτησε έναν γιο, τον Αλέξανδρο. Προηγουµένως, την άνοιξη του 279, οι Καρχηδόνιοι είχαν έλθει σε συνεννόηση µε τους Ρωµαίους, συγκροτώντας συνασπισµό ενάντια στον Πύρρο. Ο Πύρρος έστειλε τον Κινέα να προετοιµάσει την κάθοδό του στη Σικελία και ο ίδιος οδήγησε ένα στρατό 10000 ανδρών το καλοκαίρι του 278, αφήνοντας τον Μίλωνα στην Ιταλία. Αποβιβάστηκε στο Ταυροµένιον και βάδισε στις Συρακούσες, όπου οι Καρχηδόνιοι έλυσαν την πολιορκία, ενώ και ο Θοίνων του παρέδωσε τον στόλο του. Χωρίς καν να πολεµήσει, ο Πύρρος βρέθηκε επικεφαλής των ενθουσιωδών Ελλήνων της Σικελίας. Μέσα σε δύο χρόνια κατόρθωσε να νικήσει τους Μαµερτίνους και να απωθήσει τους Καρχηδονίους στο Λιλύβαιον. Ήδη όµως πολλοί Σικελοί µεταστράφηκαν, λόγω του αυ- Ρωµαϊκές χάλκινες πλάκες που λειτουργούσαν ως νόµισµα (aes

ταρχικού τρόπου διακυβέρνησης του Πύρρου, που αποκαλούνταν πλέον βασιλιάς των Συρακουσών, ή της Σικελίας. Δύο ακριβώς χρόνια µετά την πανηγυρική του κάθοδο στη νήσο, ο Πύρρος, ελάχιστα δηµοφιλής πλέον, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ιταλία. Η κατάσταση εκεί είχε εξελιχθεί ενάντια στα συµφέροντά του. Η κατάσταση στη Σικελία έγινε απελπιστική για τους Συρακούσιους. Οι Μαµερτίνοι αφέθηκαν ελεύθεροι να λεηλατούν τη χώρα, ενώ οι µεγαλύτερες πόλεις (Ακράγας, Γέλα), από αντιπαλότητα προς τις Συρακούσες, προτίµησαν να συνταχθούν µε τους Καρχηδονίους. Η αποτυχία των Συρακουσίων να διατηρήσουν τον έλεγχο του Ακράγαντα οδήγησε σε κρίση, από την οποία αναδείχθηκε ως τύραννος ο Ιέρων. Η επάνοδος του Πύρρου στην Ιταλία. Η ρωµαϊκή κατάκτηση και η συνθηκολόγηση του Τάραντα (276-272) Κατά τη διάρκεια της απουσίας του Πύρρου, οι Ρωµαίοι κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν τον Κρότωνα και να καταγάγουν σηµαντικές νίκες εναντίον των Σαµνιτών, των Βρεττίων και των Λευκανών. Ο Πύρρος επέστρεψε επικεφαλής ισχυρού στόλου. Αν και το µεγαλύτερο µέρος των πολεµικών του πλοίων βυθίστηκε κατά τη διάρκεια µιας αιφνιδιαστικής επίθεσης των Καρχηδονίων στα ανοικτά του Ρηγίου, τα µεταγωγικά αποβίβασαν τον στρατό στους Λοκρούς. Ο Πύρρος απέτυχε να καταλάβει το Ρήγιον και Η άτεγκτη στάση του ηλικιωµένου συγκλητικού Άππιου Η πρεσβεία του Κινέα στη Ρώµη Ο Κινέας ο Θεσσαλός ήταν ένας από τους λαµπρότερους ρήτορες της εποχής του. Οι σύγχρονοί του συνέκριναν την ευγλωττία του µε αυτήν του µεγάλου Δηµοσθένη. Μετά τη µάχη της Ηρακλείας, ο Κινέας συνόδευσε τους Ρωµαίους αιχµαλώτους που απελευθέρωσε ο Πύρρος στη Ρώµη, προκειµένου να εκθέσει στη Σύγκλητο τους όρους που έθετε ο βασιλιάς για την ειρήνη: Οι Ρωµαίοι θα έπρεπε να αναγνωρίσουν την ελευθερία και την αυτονοµία του Τάραντα και όλων των υπόλοιπων πόλεων της Κάτω Ιταλίας. Θα έπρεπε επίσης να επιστρέψουν στους συµµάχους του Πύρρου, Σαµνίτες, Λευκανούς και Βρέττιους τη γη που τους είχε αποσπαστεί. Τέλος, θα έπρεπε να συνάψουν συµµαχία µε τον βασιλιά Πύρρο. Οι Συγκλητικοί ήταν έτοιµοι να συµφωνήσουν µε τους όρους του βασιλιά, ενώ πίστευαν

ότι θα µπορούσαν να βελτιώσουν τους επαχθείς όρους, αν συνέχιζαν τις συζητήσεις. Τότε, ο Άππιος Κλαύδιος Καίκος (Appius Claudius Caecus) παρενέβη µε µια αξιοση- µείωτη οµιλία που την µελετούσαν ακόµη τον καιρό του Κικέρωνα. Ο Κλαύδιος µίλησε ενάντια στην ειρήνη, λοιδώρησε τους υπόλοιπους συγκλητικούς που ήταν έτοιµοι να σπαταλήσουν τις θυσίες του παρελθόντος και κάλεσε τον Πύρρο να εκκενώσει την Ιταλία. Η παρέµβαση αυτή µετέστρεψε τη διάθεση των Συγκλητικών, οι οποίοι διέταξαν τον Κινέα να φύγει από τη Ρώµη, ενώ έστειλαν τον Φαβρίκιο να διαπραγµατευθεί µε τον Πύρρο για την τύχη των αιχµαλώτων. Μεγαλόψυχος, ο βασιλιάς τους χάρισε την ελευθερία τους, κυρίως επειδή είχε εντυπωσιαστεί από τον Φαβρίκιο. Αεροφωτογραφία των Συρακουσών και του λιµανιού (όπως επέστρεψε στους Λοκρούς, όπου προέβη στην ιδιαίτερα ιερόσυλη πράξη να αφαιρέσει τους θησαυρούς από τον περίφηµο ναό της Περσεφόνης. Λέγεται όµως ότι επέστρεψε το µεγαλύτερο µέρος των λαφύρων. Τελικά βάδισε για µια ακόµη φορά προς βορρά, όπου νικήθηκε στη µάχη του Malventum, καθώς οι Ρωµαίοι βρήκαν τρόπο να αντιµετωπίσουν τους ελέφαντές του. Ο Πύρρος υποχώρησε στον Τάραντα και από εκεί, το φθινόπωρο του 275, επέστρεψε στην Ήπειρο, αφήνοντας πίσω τον γιο του Έλενο και τον Μίλωνα. Στη Μακεδονία, νικώντας τον Αντίγονο Γονατά, κατέλαβε τον θρόνο. Σύντοµα όµως εκδιώχθηκε εκ νέου. Ο Έλενος επέστρεψε στην Ήπειρο τον χειµώνα του 274/273, και ο Πύρρος εκστράτευσε στην Πελοπόννησο το 272, όπου βρήκε τον θάνατο στο Άργος. Ο µεγαλύτερος στρατηγός του Ελληνιστικού κόσµου µετά τον Αλέξανδρο χάθηκε αδυνατώντας να συντηρήσει οποιαδήποτε από τις κατακτήσεις του. Όταν τα νέα έφθασαν στον Τάραντα, οι απογοητευµένοι κάτοικοι παραδόθηκαν στους Ρωµαίους και συνήψαν συνθήκη συµ- µαχίας. Ο Μίλων και οι Ηπειρώτες αποχώρησαν ανέγγιχτοι. Ο Ιέρων των Συρακουσών (269-215) Ο Ιέρων ξεκίνησε τη µακρόχρονη καριέρα του το 275, ως στρατηγός του Πύρρου. Το 271, συντάχθηκε µε τον λαό και ανακηρύχθηκε στρατηγός αυτοκράτωρ. Ρεαλιστής, αποδέχθηκε τον δυσµενή συσχετισµό δυνάµεων και υπέγραψε συνθήκη ειρήνης µε τους Καρχηδονίους. Το 269 ξεκίνησε τον αγώνα εναντίον των Μαµερτίνων και τέσσερα Πορτραίτο του τυράννου των Συρακουσών Ιέρωνα, σε εµπρο-

χρόνια αργότερα τους κατανίκησε στον ποταµό Λογγανό. Μετά από τη νίκη αυτή ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Το βασίλειό του, κατά το πρότυπο των υπόλοιπων ελληνιστικών µοναρχών, ήταν προσωπική του κτήση, και δεν ανήκε στις Συρακούσες. Περιελάµβανε, εκτός των Συρακουσών και των πόλεων στην επικράτειά τους (Άκραι, Έλωρος, Μέγαρα Υβλαία), τους Λεοντίνους, το νότιο τµήµα της πεδιάδας της Κατάνης, το Ταυροµένιον και τους Μοργαντίνους. Ο Ιέρων διατήρησε την εξουσία του για 54 χρόνια. Σε πολλά σηµεία η καριέρα του µοιάζει να επαναλαµβάνει αυτήν του Αγαθοκλή, ωστόσο ακολούθησε σταθερή φιλορωµαϊκή πολιτική, σε συνδυασµό µε µέριµνα για εσωτερική σταθερότητα. Ο Πολύβιος σηµειώνει µε έµφαση ότι επί της βασιλείας του δεν εξορίστηκε ούτε θανατώθηκε κανείς πολίτης. Οι Μαµερτίνοι κάλεσαν αρχικά σε βοήθεια τους Καρχηδονίους. Ο Ιέρων έµεινε άπρακτος, φοβούµενος τις συνέπειες µιας σύγκρουσης µε την Καρχηδόνα. Οι Μαµερτίνοι όµως στη συνέχεια κάλεσαν και τους Ρωµαίους. Η Σύγκλητος αρνήθηκε να πάρει θέση, αλλά τελικά υπό τη λαϊκή πίεση, η πρόσκληση έγινε αποδεκτή (264). Η Μεσσήνη καταλήφθηκε από τους Ρωµαίους, γεγονός που οδήγησε τους δύο προαιώνιους εχθρούς, τις Συρακούσες και την Καρχηδόνα, να συµµαχήσουν. Όµως και οι δύο ηττήθηκαν από τους Ρωµαίους, οι οποίοι µάλιστα απείλησαν µε πολιορκία τις Συρακούσες (263). Ο Ιέρων, εξαιρετικά διορατικός πολιτικός, αντιλήφθηκε τη στρατιωτική υπεροχή της Ρώµης και συνοµολόγησε συνθήκη ειρήνης, µε την οποία κατόρθωσε να σώσει το βασίλειό του. Υποχρεώθηκε να καταβάλει µεγάλες πολεµικές επανορθώσεις. Υπήρξε συνεπής στις υποχρεώσεις του, προσφέροντας µάλιστα αφειδώς τα σικελικά σιτηρά για τις ανάγκες της Ρώµης σε περιόδους σιτοδείας, κάτι που οδήγησε στην ανέλιξή του σε σύµµαχο το 248 και στην κατάργηση των επανορθώσεων. Το κόστος ήταν βέβαια η µετατροπή του κράτους του σε πελατειακό βασίλειο της Ρώµης. Ο Ιέρων πάντως διατήρησε κάποιο βαθµό αυτονοµίας στην εξωτερική του πολιτική. Όταν η Καρχηδόνα συγκλονίζονταν από τη µεγάλη εξέγερση των µισθοφόρων το 241-238, έστειλε στη λιµοκτονούσα πολιτεία φορτία σιτηρών, φροντίζοντας να µην εξασθενήσει υπερβολικά η αντίρροπη στη Ρώµη δύναµη. Μόνον έτσι θα διατηρούσε τη στρατηγική της σηµασία η επικράτειά του. Ο Ιέρων στράφηκε στον τοµέα της αναδιοργάνωσης του βασιλείου. Το σηµαντικότερο Ο Πύρρος απογοητευµένος από την αποτυχία του να καταλά-

έργο του ήταν η εφαρµογή µιας νέας πολιτικής φορολογίας, µέσω του περίφηµου Ιερώνειου Νόµου (lex Hieronica), της σταθερής δηλαδή φορολόγησης της δεκάτης επί της παραγωγής των σιτηρών της επικράτειάς του. Ο παραγωγός καλούνταν να καταβάλλει ένα αντίστοιχο της απόδοσης της γης του ποσό στο βασιλικό ταµείο. Σε περιπτώσεις κακής σοδειάς το φορολογικό βάρος µειωνόταν σηµαντικά και το γεγονός Οι επιγραφικές µαρτυρίες για τη δράση του Πύρρου στην Ιταλία Οι επιγραφικές µαρτυρίες για τον άνθρωπο που κατά καιρούς υπήρξε βασιλιάς των Μολοσσών της Ηπείρου, βασιλιάς της Μακεδονίας και βασιλιάς της Σικελίας, τον στρατιωτικό που νίκησε αµέτρητους εχθρούς, µεταξύ των οποίων τους Ρωµαίους, τους Καρχηδονίους, τους Κέλτες και τους Μακεδόνες, είναι ολιγάριθµες. Ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει µε τη δράση του στη Δύση, τα επιγραφικά κείµενα που αναφέρονται άµεσα στον βασιλιά είναι τρία: 1. Ένα χάλκινο πλακίδιο που βρέθηκε στο ιερό του Δία στη Δωδώνη και φυλάσσεται σήµερα στο Βερολίνο (W. Dittenberger, Sylloge Inscriptionum Graecarum, 3η έκδοση, Leipzig, 1915-1924, αρ. 392). Το συµπληρωµένο κείµενο έχει ως εξής (σε µετάφραση): «ο Βασιλεύς Πύρρος και οι Ηπειρώται και οι Ταραντίνοι, από (τα λάφυρα που πήραν) από τους Ρωµαίους και τους συµµάχους τους (ανέθεσαν) στον Δία Νάϊο». 2. Οι περίφηµες πινακίδες από το ιερό του Διός στους Επιζεφυρίους Λοκρούς στην Κάτω Ιταλία, ιδιαίτερα µια οµάδα κειµένων (8 τον αριθµό) που αφορούν την περίοδο 280-275. Η πόλη «δανείζεται» ποσά από τον θησαυρό του θεού προκειµένου να δώσει «συντέλεια» (δηλ. χρηµατική συνεισφορά) στον βασιλιά. Η πλειοψηφία των ιστορικών αποδέχεται ότι ο εν λόγω βασιλιάς, αν και δεν αναφέρεται ονοµαστικά, είναι ο Πύρρος, αν και υπάρχει και η εναλλακτική άποψη ότι πρόκειται για τον Αγαθοκλή των Συρακουσών. 3. Στον αντίποδα των ελληνικών κειµένων βρίσκουµε µια λατινική επιγραφή, στην οποίο καταγράφονται οι θρίαµβοι των ρωµαϊκών όπλων. Αναφέρεται η νίκη του υπάτου M. Curius Dentatus επί του Πύρρου στο Beneventum (σε µετάφραση): M(anius) Curius, υιός του M(anius) Dentatus, IV, το έτος 478 (=275 π.χ.), ύπατος II (εόρτασε θρίαµβο) επί του βασιλιά Πύρρου και των Σαµνιτών, τον Φεβρουάριο. Η περίφηµη πινακίδα από το ιερό του Δία στους Επιζεφύριους

αυτό ήταν αρκετό για την ανόρθωση της αγροτικής παραγωγής και την επιβίωση των µικρών και µεσαίων αγροτών. Ταυτόχρονα, ο Ιέρων επεχείρησε να αντιπαραβληθεί στους µονάρχες της ελληνιστικής Ανατολής, χωρίς όµως να ξεχνά και το σικελικό, τυραννικό του υπόβαθρο, µε την εφαρµογή µεγαλεπήβολων οικοδοµικών προγραµµάτων (µε κυριότερο τον µνηµειακό βωµό κοντά στο θέατρο των Συρακουσών, µε διαστάσεις 199 Χ 23.5 µ., και το ίδιο το θέατρο στη Νεάπολη, οικοδοµήµατα διακοσµηµένα µε ολόγλυφες µνηµειακές µορφές Τελαµώνων). Η αυλή του στέγασε µερικούς από τους λαµπρότερους διανοούµενους και επιστήµονες της εποχής, µε προεξάρχοντα βέβαια τον Αρχιµήδη. Βρίσκονταν σε διπλωµατικές επαφές µε τους οµολόγους του στην Ανατολή, και κυρίως µε τους Πτολεµαίους, στους οποίους δεν παρέλειπε να στέλνει πλούσια δώρα. Συµµετείχε ενεργά στις δραστηριότητες του ελληνικού κόσµου της Ανατολής, στέλνοντας προσφορές στα σηµαντικότερα ιερά των ελληνικών πόλεων και βοήθεια στη Ρόδο µετά τον καταστροφικό σεισµό του 224, ενώ συµµετείχε και στους Ολυµπιακούς Αγώνες, όπως µαρτυρά το γεγονός της παρουσίας της Νίκης ως ηνιόχου στα νοµίσµατά του, αλλά και το ότι έστησε έξι ανδριάντες του στην Ολυµπία, περισσότερους από οποιονδήποτε άλλο θνητό. Ήταν ένας από τους προσκεκληµένους στην πανελλήνια εορτή που διοργάνωσαν οι Κώοι προς τιµήν του Ασκληπιού. Ο Α Καρχηδονιακός Πόλεµος (264-241). Η δηµιουργία της επαρχίας της Σικελίας (241) Η πολεµική αναµέτρηση µεταξύ Ρωµαίων και Καρχηδονίων συνεχίστηκε µε αµείωτη ένταση µετά το 263. Η πλάστιγγα έγειρε καθαρά υπέρ της Ρώµης µετά το 261, όταν καταλήφθηκε µετά από εξάµηνη πολιορκία ο Ακράγας. Οι Ρωµαίοι αποφάσισαν να µεταφέρουν τον πόλεµο στην Αφρική, ακολουθώντας το παράδειγµα του Αγαθοκλή µισό αιώνα νωρίτερα. Ακολούθησε µια σηµαντική ναυτική νίκη το 256 στο ακρωτήριο Έκνοµο. Η απόβαση στην Αφρική έγινε, η τελική της έκβαση όµως ήταν η καθαρή αποτυχία των ρωµαϊκών όπλων να καταλάβουν την Καρχηδόνα. Σηµαντικότερη απώλεια ήταν η καταστροφή του στόλου που µετέφερε τους επιζώντες πίσω στη Ρώµη, κατά τη διάρκεια µιας καταιγίδας, το 255. Το 254 οι Ρωµαίοι κατέλαβαν έπειτα από πολιορκία την Πάνορµο. Τρία χρόνια πολιόρ-

κησαν τις οχυρές πόλεις του Δρεπάνου και του Λιλυβαίου. Δεν ήταν σε θέση να επιβάλλουν ναυτικό αποκλεισµό και να εµποδίσουν τον ανεφοδιασµό των πολιορκηµένων Η κατάκτηση της Ιταλίας από τη Ρώµη Η ιστορική έρευνα έχει αναδείξει τις τρεις βασικές αιτίες που εξηγούν την υπεροχή της Ρώµης απέναντι σ όλους τους αντιπάλους της στην Ιταλία, και κυρίως απέναντι στις ελληνικές πόλεις και τους µισθοφορικούς στρατούς τους. Η πρώτη αιτία είναι καθαρά στρατιωτική. Η µονολιθική οπλιτική τάξη αντικαταστάθηκε από ένα σύστηµα πέντε στρατιωτικών τάξεων, που επέτρεπε τη στρατολόγηση ακόµη και των απόρων, επεκτείνοντας την ισχύ της σε ανθρώπινο δυναµικό, και ταυτόχρονα αντικαθιστώντας την φάλαγγα µε ένα σύστηµα µικρών, ευέλικτων µονάδων. Δεύτερη αιτία είναι η υιοθέτηση ιµπεριαλιστικής πολιτικής για την επίλυση των εσωτερικών κοινωνικών προβληµάτων. Αντιγράφοντας τη δηµοκρατική Αθήνα των µέσων του 5ου αιώνα, αλλά υιοθετώντας µια πολύ πιο ευέλικτη εξωτερική πολιτική, η Ρώµη κατόρθωσε να κινητοποιήσει για µεγάλα χρονικά διαστήµατα τους χωρικούς της και τους άπορους κατοίκους του άστεως σε πολεµικές επιχειρήσεις που κατέληγαν σε κατάσχεση εδαφών που παραχωρούνταν σε κληρούχους και στη δηµιουργία στρατιωτικών αποικιών. Ταυτόχρονα, οι νικηµένοι λαοί δεν µετατρέπονταν σε υπηκόους, αλλά σε «συµµάχους», διατηρώντας πρακτικά το δικαίωµα µερικής τουλάχιστον αυτοδιοίκησης. Απέφυγε έτσι η Ρώµη τον κόπο να διατηρεί φρουρές σε όλες τις πόλεις που είχε κατακτήσει, ενώ παράλληλα πρόσθετε το ανθρώπινο δυναµικό των νικηµένων στις ήδη αξιόλογες αριθµητικά δυνάµεις της, χρησιµοποιώντας τους στρατούς και τους στόλους. Η τρίτη αιτία, στενά συνδεδεµένη µε τη δεύτερη, είναι η ύπαρξη µιας δυναµικής και επεκτατικής αριστοκρατίας πληβείων και πατρικίων, ικανής να ηγηθεί της κοινής προσπάθειας και να ταυτίσει τα συµφέροντά της µε τα συµφέροντα της πόλης. Χαρακτηριστικότερο παράδειγµα τέτοιου πολιτικού άνδρα είναι ο Άππιος Κλαύδιος Καίκος, ο οποίος συνέλαβε τη στρατηγική της Ρωµαϊκής Ιταλίας απαλλαγµένης από οποιαδήποτε εξωτερική επιβουλή. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πολιτικός αυτός συνέδεσε το όνοµά του µε δύο κορυφαία έργα, την Αππία Οδό και την Acqua Appia, το αρχαιότερο από τα υδραγωγεία που εξυπηρετούσαν τη Ρώµη.