Γεωβοτανική και Οικολογία. Βασικές έννοιες. Χλωρίδα και Βλάστηση. Τύποι βλάστησης. Βιότοπος, οικοσύστηµα. Βιοµορφές.



Σχετικά έγγραφα
Αξιοποίηση της Ελληνικής χλωρίδας και βλάστησης στο αστικό περιβάλλον Βιοποικιλότητα στο αστικό πράσινο

Γεωβοτανική. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών Τηλ.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία

Άνθρωπος και Περιβάλλον

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΤΑΞΗ ΣΤ ΟΜΑΔΑ PC1 ΜΑΡΙΑΝΝΑ & ΜΑΡΙΝΑ

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

Βλάστηση της Ελλάδας. Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών Τηλ.

Περιεχόµενα. 1 Εισαγωγή 4 2 Η όδευση του αγωγού σε τµήµατα 5

Η έννοια του οικοσυστήματος Ροή ενέργειας

Ταξινόμηση των λιβαδιών Το βασικό κριτήριο ταξινόμησης είναι τα κυριαρχούντα είδη φυτών διότι: είναι σημαντικότερα από οικολογική και οικονομική

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου. «Κουπάτειο» Τάξη : Δ

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΝ ΡΑ (ΣΕΛ. 3) 2. ΠΟΣΟΙ ΤΥΠΟΙ ΤΟΥΝ ΡΑΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ 3. ΖΩΑ ΚΑΙ ΦΥΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ 4. ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ (ΣΕΛ.

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων)

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου

Δομή της παρουσίασης.

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

H βλάστηση της Ελλάδας

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

Οργάνωση και λειτουργίες του οικοσυστήματος Ο ρόλος της ενέργειας. Κεφάλαιο 2.2

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

Περιβαλλοντικά Συστήματα

Περιβαλλοντικά Συστήματα

Η παλυνολογία εξετάζει την παλαιοβλάστηση τα παλαιο-περιβάλλοντα το παλαιο-κλίμα Την επίδραση του ανθρώπου (π.χ. γεωργία)

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΙΔΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΣ. ΟΜΑΔΑ 1 Κορμπάκη Δέσποινα Κολακλίδη Ναταλία Ζαχαροπούλου Φιλιππούλα Θανοπούλου Ιωαννά

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΤΥΠΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ. Δρ. Frederic Bendali Phytoecologue ECO-CONSULTANTS S.A.

Kεφάλαιο 11 (σελ ) Ζώνες βλάστησης

Διαχείριση και Προστασία των Κυπριακών Δασών

ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ

Βιολογία Γενικής Παιδείας Κεφάλαιο 2 ο : Άνθρωπος και Περιβάλλον

γεωγραφικό γλωσσάρι για την έκτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω για τη γη» του ΟΕΔΒ)

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 11 ο ΜΥΚΟΡΡΙΖΕΣ

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

2. ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΠΛΕΓΜΑΤΑ ΤΡΟΦΗΣ

ΚΥΚΛΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ. Η ύλη που υπάρχει διαθέσιμη στη βιόσφαιρα είναι περιορισμένη. Ενώσεις και στοιχεία όπως:

Διαχείριση των φυσικών πόρων και των οικοσυστημάτων Ι

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 7: Οικοσυστήματα (I)

5. κλίμα. Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ. Το σύνολο των μετασχηματισμών βιολογικής ή χημικής φύσης που λαμβάνουν χώρα κατά την ανακύκλωση ορισμένων στοιχείων

Α) Να χαρακτηρίσετε µε Σ (σωστή) ή µε Λ (λάθος) κάθε µία από τις επόµενες προτάσεις

Ανάλυση της δομής και της ποικιλότητας των εδαφικών κολεοπτέρων (οικογένειες: Carabidae και Tenebrionidae) σε ορεινά οικοσυστήματα

AND008 - Εκβολή Ζόρκου (Μεγάλου Ρέματος)

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΓΕΝΙΚΗ ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ - ΚΛΙΜΑ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ και ΚΛΙΜΑ ΕΛΛΑ ΟΣ

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

ΒΙΟΤΙΚΕΣ ΧΩΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΚΑΙ ΦΑΣΜΑΤΑ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

Πρόλογος Οργανισμοί...15

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα)

Βιολόγος- Μεταδιδάκτορας, Τομέας Οικολογίας & Ταξινομικής, Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ. 2

NATURA 2000 NATURA 2000 ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑ

27/4/2017. Δασικά είδη μικρού περίτροπου χρόνου και Αγροδασοπονία ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑ; ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΔΑΣΟΛΙΒΑΔΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ;

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

Βιολογία Γενικής Παιδείας Γ Λυκείου. Άνθρωπος και Περιβάλλον (Κεφ.2)

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

Ορισμοί ονοματολογίας

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ. με ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ, ΧΗΜΙΚΕΣ, ΓΕΩΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

ΣΗΨΙΡΡΙΖΙΕΣ ΑΣΙΚΩΝ ΕΝΤΡΩΝ ΑΠΟ ΜΥΚΗΤΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ARMILLARIA

ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ Ο ΗΓΟΣ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΚΡΗΤΗΣ

ΦΥΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΑΣ. Ε και Στ τάξη

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Αξιολόγηση της παρούσας κατάστασης των περιοχών έρευνας από δασοκομική και οικοφυσιολογική άποψη

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ

ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΠΩΝ. H Χαρτογράφηση της βλάστησης για οικολογικούς σκοπούς:

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

AND001 - Έλος Βιτάλι. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία. Καθεστώτα προστασίας

Διδακτέα ύλη μέχρι

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου;

a. Οι βαθιές θάλασσες της Ευρώπης δημιουργήθηκαν όταν έλιωσαν οι παγετώνες. β. Η Νορβηγική Θάλασσα βρέχει τις βορειοανατολικές ακτές

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

Η καρδιά της Μεσογείου είναι τα πελάγη της... Ο μοναδικός της χαρακτήρας όμως κρύβεται στα βουνά της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Πρόσληψη ουσιών και πέψη Εισαγωγή

Η άγρια βρώσιμη χλωρίδα της Κρήτης

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Εισαγωγή στην Επιστήμη του Μηχανικού Περιβάλλοντος Δ Ι Δ Α Σ Κ Ο Υ Σ Α Κ Ρ Ε Σ Τ Ο Υ Α Θ Η Ν Α Δ Ρ. Χ Η Μ Ι Κ Ο Σ Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ο Σ

Δασολιβαδικά Συστήματα. Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών

Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Τμήμα Τεχνολόγων Περιβάλλοντος Κατεύθυνση Τεχνολογιών Φυσικού Περιβάλλοντος. ΜΑΘΗΜΑ: Γενική Οικολογία

Το Δάσος Μια Ολοκληρωμένη Προσέγγιση. Επιμέλεια: Αριστοτέλης Χ. Παπαγεωργίου, Γεώργιος Καρέτσος, Γεώργιος Κατσαδωράκης

Η φινλανδική λέξη τούνδρα υποδηλώνει τις επίπεδες και χωρίς δέντρα περιοχές, που απαντώνται στο βόρειο ημισφαίριο και παρεμβάλλονται ανάμεσα στους

Transcript:

Γεωβοτανική και Οικολογία. Βασικές έννοιες. Χλωρίδα και Βλάστηση. Τύποι βλάστησης. Βιότοπος, οικοσύστηµα. Βιοµορφές. ΜΑΡΙΑ ΣΑΡΙΚΑ-ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΖΟΣ Βιολόγοι, Υποψήφιοι διδάκτορες Πανεπιστηµίου Αθηνών Γεωβοτανική Η Γεωβοτανική ή Φυτογεωγραφία είναι ο κλάδος της Βοτανικής που: Ασχολείται µε την εξάπλωση και κατανοµή του φυτικού κόσµου πάνω στην επιφάνεια της Γης κατά τη διάρκεια της εξελικτικής της πορείας δια µέσου των γεωλογικών αιώνων. Αναζητά και διερευνά τα αίτια και τους κανόνες που διέπουν την κατανοµή αυτή. Ασχολείται µε τη συνοίκηση των διαφόρων φυτών και διερευνά τα αίτια και τους κανόνες που την καθορίζουν. Η Γεωβοτανική έχει περιεχόµενο εκτεταµένο και πολύπλευρο και καλείται να λύσει πολύπλοκα προβλήµατα γι αυτό και δέχεται τη βοήθεια τόσο άλλων κλάδων της Βοτανικής (Συστηµατική Βοτανική, Μορφολογία Φυτών) όσο και άλλων επιστηµών (Γεωλογία, Κλιµατολογία, Παλαιοντολογία κ.ά.). Η Γεωβοτανική και η Ζωογεωγραφία αποτελούν τη Βιογεωγραφία, η γνώση της οποίας είναι απαραίτητη για την κατανόηση της δοµής και της λειτουργίας των οικοσυστηµάτων. Η Γεωβοτανική λόγω του εκτεταµένου περιεχοµένου της διαιρείται συνήθως σε τέσσερα τµήµατα: Χωρολογία των φυτών ή Χλωριδική Γεωβοτανική. Ερευνά τη γεωγραφική εξάπλωση κάθε φυτικής ταξινοµικής µονάδας, καθώς και τη σύνθεση των χλωρίδων των διαφόρων περιοχών της Γης. Εξελικτική ή Ιστορική Γεωβοτανlκή. Ερευνά την εξελικτική πορεία του φυτικού κόσµου πάνω στην επιφάνεια της Γης σε συνδυασµό µε τη γεωιστορία της.

Φυτοκοινωνιολογία ή Κοινωνιολογική Γεωβοτανική. Ερευνά τη σύνθεση, τη µορφή και την εξέλιξη των φυτοκοινωνιών. Οικολογική Γεωβοτανική. Προσπαθεί να ερµηνεύσει τις σχέσεις που υπάρχουν µεταξύ των φυτών και του περιβάλλοντος τους, µε τελικό σκοπό την ερµηνεία της σηµερινής εξάπλωσης των φυτών και των φυτοκοινωνιών πάνω στην επιφάνεια της Γης. Οικολογία Οι άνθρωποι από τα πρώτα στάδια της εξέλιξης της ιστορίας τους έδειχναν µε πρακτικό τρόπο ενδιαφέρον για την οικολογία. Για να επιζήσουν στην πρωτόγονη κοινωνία ήταν απαραίτητο να γνωρίζουν το περιβάλλον στο οποίο ζούσαν, δηλαδή τα φυτά, τα ζώα και τις δυνάµεις της φύσης. Η αναγκαιότητα για µια βαθύτερη γνώση του φυσικού κόσµου έγινε ιδιαίτερα έντονη όταν οι ανθρώπινες δραστηριότητες επέφεραν µεταβολές στις φυσικές λειτουργίες του πλανήτη. Όπως όλοι οι τοµείς της γνώσης έτσι και η επιστήµη της οικολογίας είχε βαθµιαία ή και απότοµη σε µερικές περιόδους ανάπτυξη. Τα έργα του Ιπποκράτη, του Αριστοτέλη και άλλων φιλοσόφων της Ελληνικής περιόδου περιέχουν στοιχεία µε καθαρά οικολογική φύση, αν και στο ελληνικό λεξιλόγιο της εποχής δεν υπήρχε η λέξη οικολογία. Ο όρος οικολογία είναι σχετικά πρόσφατος και για πρώτη φορά τον εισήγαγε ο Γερµανός βιολόγος Ernst Haeckel το 1869. Προέρχεται από την ελληνική λέξη "οίκος' και αποδίδεται ως η µελέτη των οργανισµών στο τόπο κατοικίας τους. Συνήθως η οικολογία ορίζεται ως η µελέτη της σχέσης των οργανισµών ή οµάδων οργανισµών µε το περιβάλλον τους ή ως η επιστήµη των αλληλοεπιδράσεων ανάµεσα στους ζωντανού ς οργανισµούς και το περιβάλλον τους. Επειδή η οικολογία ασχολείται µε τη βιολογία οµάδων οργανισµών και µε τις λειτουργικές διεργασίες τους στη χέρσο, τους ωκεανούς και τα γλυκά νερά ένας ευρύτερος και ακριβέστερος ορισµός είναι αυτός που δόθηκε από τον Odum (1971) σαν «η µελέτη της δοµής και λειτουργίας της φύσης». 2

Μερικές βασικές έννοιες της οικολογίας είναι οι εξής: Πληθυσµός - όρος που αρχικά είχε εισαχθεί για να καθορίσει µια οµάδα ανθρώπων, επεκτάθηκε για να περιλάβει τις οµάδες των ατόµων κάθε είδους οργανισµού. Κοινωνία ή βιοτική κοινωνία - περιλαµβάνει όλους τους πληθυσµούς µιας περιοχής. Οικοσύστηµα ή οικολογικό σύστηµα - η κοινωνία µαζί µε το αβιοτικό ή φυσικό περιβάλλον λειτουργούν µαζί σαν ένα οικοσύστηµα. Βιόσφαιρα - ευρύτατα χρησιµοποιούµενος όρος, αναφέρεται σε όλα τα οικοσυστήµατα της γης που λειτουργούν µαζί σε ένα σφαιρικό επίπεδο. Από µια άλλη άποψη σαν βιόσφαιρα µπορεί να θεωρηθεί το τµήµα εκείνο της γης στο οποίο τα οικοσυστήµατα µπορούν να λειτουργήσουν - δηλαδή το έδαφος, ο αέρας και το νερό που κατοικούνται από ζωντανού ς οργανισµούς. Χλωρίδα. Το σύνολο των ιθαγενών φυτικών ειδών και κατώτερων ταξινοµικών µονάδων (υποειδών, ποικιλιών, µορφών) µιας περιοχής καθώς και των ειδών που έχουν εισαχθεί, έχουν εγκλιµατιστεί και πλέον αυτοφύονται σ' αυτήν την περιοχή αποτελούν τη χλωρίδα της. Έτσι η αυτοφυής χλωρίδα µιας περιοχής περιλαµβάνει τα ιθαγενή και τα επιγενή φυτικά είδη. Μέχρι σήµερα έχουν συλλεγεί και προσδιορισθεί περίπου 370.000 φυτικά είδη, από τα οποία 230.000 και πλέον είναι Σπερµατόφυτα και τα υπόλοιπα Σποριόφυτα (βακτήρια, κυανοφύκη, φύκη, µύκητες, λειχήνες, βρύα, πτέριδες). Πρέπει να σηµειωθεί ότι ο αριθµός των ειδών αυξάνει χρόνο µε το χρόνο, δεδοµένου ότι ετησίως ανακαλύπτονται περίπου 2.000 νέα είδη. Από τα 230.000 είδη Σπερµατοφύτων, περίπου το 75% είναι ικοτυλήδονα και το 25% Μονοκοτυλήδονα φυτά, ενώ στα Κωνοφόρα αναλογούν περίπου 550 είδη. Ο αριθµός όµως των ειδών σε κάθε µια από αυτές τις τρεις οµάδες δεν έχει σηµασία στο µέγεθος της φυτικής επικάλυψης της γης, δεδοµένου ότι τα Κωνοφόρα αν και αποτελούνται από ολιγάριθµα είδη σχηµατίζουν εκτεταµένα δάση που καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις στην επιφάνεια της γης. Αντίθετα τα πολυαριθµότερα των ικοτυληδόνων Ορχεοειδή µε 20.000 είδη φύονται διάσπαρτα και 3

µε τέτοιον τρόπο, ώστε να µην παίζουν κανένα απολύτως ρόλο στην εικόνα της βλάστησης της γης. Τα φυτά µιας περιοχής διακρίνονται σε ιθαγενή, επιγενή και καλλιεργηµένα. Με τον όρο ιθαγενή χαρακτηρίζονται φυτικά είδη που έχουν προέλευση από τον ίδιο χώρο στον οποίο εµφανίζονται σήµερα (χωρίς να αποκλείεται η ύπαρξή τους και σε άλλες περιοχές). Με τον όρο επιγενή (ή ξενικά) εννοούµε τα φυτά µιας περιοχής που δεν είναι ιθαγενή και δεν βρίσκονται υπό καλλιέργεια. Ο όρος περιλαµβάνει όλα τα ξένης προέλευσης είδη, που βρίσκονται σε αυτοφυή ή ηµιαυτοφυή κατάσταση και έχουν εισαχθεί µε ποικίλους τρόπους, αλλά πάντοτε ο άνθρωπος έπαιξε άµεσο ή έµµεσο ρόλο. Ιθαγενή είδη που έχουν περιορισµένη περιοχή εξάπλωσης ή βρίσκονται σε αποµονωµένες ή αποκλεισµένες περιοχές χαρακτηρίζονται ως ενδηµικά. Ο ενδηµισµός είναι συνήθως συχνός και έντονος στις παρακάτω περιπτώσεις: α. Σε αποµονωµένες περιοχές όπου η ανταλλαγή χλωριδικών στοιχείων µε γειτονικές περιοχές λείπει ή είναι σπάνια (νησιά, οροσειρές) και όσο πιο µακροχρόνια είναι η αποµόνωση τόσο πιο πλούσιος ο ενδηµισµός. β. Σε περιοχές στις οποίες οι χλωρίδες εξελίχθηκαν κανονικά και µε βραδύ ρυθµό. Στη Β. Ευρώπη όπου οι παγετώνες σάρωσαν τη χλωρίδα, την εποχή των παγετώνων, τα ενδηµικά είδη είναι πολύ λίγα. Αντίθετα στην παραµεσόγειο περιοχή η επίδραση του ψύχους εκείνη την εποχή ήταν πολύ µικρότερη. Πολλά είδη επέζησαν στο ήπιο κλίµα της Μεσογείου, εξελίχθηκαν, απέκτησαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και αποτελούν ενδηµικά είδη. Χλωρίδα της Ελλάδας. Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται σαν χώρα µε πλούσια φανερογαµική χλωρίδα και πτωχή βλάστηση. Η χλωρίδα της Ελλάδας είναι από τις πλουσιότερες της Ευρώπης. Από την άποψη του αριθµού των ειδών έρχεται δεύτερη µετά την Ισπανία, µε περισσότερα από 5.000 είδη. Η πλούσια χλωρίδα της Ελλάδας, σαν αυτούσια ή σαν µέρος της µεσογειακής χλωρίδας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αποτελεί έναν κρίκο µεταξύ Ευρωπαϊκής και Ασιατικής χλωρίδας και κυρίως της µικρασιατικής (Turrill 1929). 4

Πιστεύεται ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε παλαιές γεωλογικές περιόδους η Ελλάδα µαζί µε τη Βαλκανική ήταν µια ασιατική χερσόνησος ή ήταν ένας ευρύς ισθµός που ένωνε τις δύο Ηπείρους, δηλαδή την Ευρώπη µε την Ασία. Εκτός από τα γεωιστορικά αυτά αίτια και τη σηµασία που έχει η Ελληνική χλωρίδα σαν κρίκος µεταξύ ευρωπαϊκής και µικρασιατικής, ο ελλαδικός χώρος παρουσιάζει ενδιαφέρον λόγω του κλίµατος και της γεωµορφολογίας του. Το κλίµα παρουσιάζει µεγάλες παραλλαγές µέσα σ ένα γεωγραφικό χώρο µε έντονο κατακόρυφο και οριζόντιο διαµελισµό ο οποίος οδηγεί σε µια κατακερµατισµένη παραθαλάσσια ζώνη και µια εκτεταµένη ορεινή περιοχή, µε αποτέλεσµα το σχηµατισµό πολυάριθµων νησιών, χερσονήσων, ορέων, κοιλάδων και πεδιάδων. Το συµπέρασµα είναι ότι µε την αλληλεπίδραση των κλιµατικών, γεωλογικών και γεωµορφολογικών παραγόντων η Ελλάδα παρουσιάζει πληθώρα βιοτόπων, στους οποίους µπορούν να ζήσουν ποικίλα φυτικά είδη. Επίσης µεγάλης σηµασίας είναι το γεγονός ότι στον ελλαδικό χώρο υπάρχουν ακόµη περιοχές πρωτόγονης βλάστησης (ψηλά βουνά, αποµονωµένα νησιά) στις οποίες δεν έφθασε η επίδραση του ανθρώπου και ορισµένα είδη παρέµειναν όµοια µε εκείνα που υπήρχαν σε αρχαιότερους χρόνους ή όµοια µε εκείνα που επικρατούσαν στην Ευρώπη πριν από την εποχή των παγετώνων και διασώθηκαν στο νότιο τµήµα της. Ο µεγαλύτερος αριθµός ενδηµικών ειδών της Βαλκανικής υπάρχει στην Ελλάδα. Ο Τurril (1929) αναφέρει ότι η Ελλάδα έχει το 45% των ενδηµικών φυτών της Βαλκανικής χερσονήσου. Υπολογίζεται ότι 1.100 από τις 5.500 περίπου ταξινοµικές µονάδες της ελληνικής χλωρίδας, αντιπροσωπεύουν ενδηµικά είδη και υποείδη. Κυριότερη αιτία του έντονου ενδηµισµού στον ελληνικό χώρο είναι το γεωγραφικό του ανάγλυφο µε την κατακερµατισµένη παραθαλάσσια ζώνη και την εκτεταµένη ορεινή περιοχή. Βλάστηση. Η βλάστηση είναι το σύνολο των ατόµων όλων των φυτικών ειδών µιας περιοχής. Η βλάστηση µε άλλα λόγια αντιπροσωπεύεται από το σύνολο των φυτοκοινωνιών της περιοχής αυτής 5

εκφράζει τον τρόπο µε τον οποίο συνδέονται τα φυτικά είδη ποιοτικά και ποσοτικά έτσι ώστε να δίνουν τις διάφορες φυτοκοινωνίες και είναι αποτέλεσµα της επίδρασης διαφόρων παραγόντων όπως το κλίµα, η γεωµορφολογία, οι ανθρώπινες επεµβάσεις κλπ. Οι έννοιες της χλωρίδας και της βλάστησης µπορεί να βρίσκονται σε αντινοµία, είναι δηλαδή δυνατό µια περιοχή µε πλούσια βλάστηση να έχει φτωχή χλωρίδα π.χ. ένα δάσος Πεύκης, ή µια περιοχή µε φτωχή βλάστηση να έχει πλούσια χλωρίδα π.χ. οι φρυγανικές διαπλάσεις. Τύποι Βλάστησης. Στην Ελλάδα όπου το κλίµα χαρακτηρίζεται από ήπιους χειµώνες, βροχές κατά την ψυχρή περίοδο (κυρίως από το Νοέµβριο µέχρι τον Απρίλιο) και θερµά, άνυδρα καλοκαίρια κυριαρχούν οι αείφυλλοι σκληρόφυλλοι θάµνοι µε τα σκληρά δερµατώδη φύλλα, οι µικροί συχνά αρωµατικοί ή αγκαθωτοί θάµνοι, τα γεώφυτα και τα θερόφυτα. Οι κυριότερες ελληνικές φυτικές διαπλάσεις είναι: Αείφυλλα σκληρόφυλλα. Η διάπλαση αυτή καταλαµβάνει τις παραλιακές περιοχές της Ελλάδας και επεκτείνεται προς το εσωτερικό. Φθάνει σε υψόµετρο 500-700 µ. και διαιρείται στην κατώτερη ζώνη (θερµότερη και ξηρότερη) και στην ανώτερη ζώνη (ψυχρότερη και υγρότερη). Η πρώτη χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενώσεων της αγριελιάς (Olea europaea ssρ. oleaster), της χαρουπιάς (Ceratonia siliqua) και του σχίνου (Pistacia lentiscus), ενώ η δεύτερη από ενώσεις της αριάς (Quercus ίlex), του πουρναριού (Quercus coccifera) και του φιλλυκιού (Phillyrea latifolia). Ο όρος µακί που συχνά χρησιµοποιείται για τα αείφυλλα σκληρόφυλλα αντιστοιχεί περισσότερο σε υποβαθµισµένες από τη βόσκηση και τις πυρκαγιές διαπλάσεις, που βρίσκονται σε στάδιο µετάβασης από τα δάση αειφύλλων σκληροφύλλων στα φρύγανα. Στη Β. Ελλάδα φυλλοβόλοi θάµνοι ή δέντρα γαύρου (Ostrya carpinifolia), σκυλόγαυρου (Carpinus orientalis), 6

σφενταµιού (Acer monspessuianum) και φράξου (Fraxinus ornus) σχηµατίζουν διαπλάσεις που συχνά χαρακτηρίζονται ως ψευδοµακί. Φρύγανα. Μέσα στη ζώνη των αειφύλλων σκληροφύλλων δασών σχηµατίζονται ύστερα από µακροχρόνια ανθρώπινη επίδραση (βοσκή, εκχερσώσεις, πυρκαγιές) οι διαπλάσεις των φρυγάνων. Τα φρύγανα εξαπλώνονται σε όλη την Ελλάδα αλλά κυριαρχούν στο Αιγαίο και τη νότια ηπειρωτική χώρα. Στις διαπλάσεις των φρυγάνων κυριαρχούν τα είδη Sarcopoterium Spinosum (αστοιβή), Genista acanthoclada (αφάνα), Euphorbia acanthothamnos (γαλαστοιβή), Phlomis fruticosa (ασφάκα), Coridothymus caρitatus (θυµάρι), Satureja thymbra (θρούµπι), Cistus spρ. (λαδανιά) κ.ά. Φυλλοβόλα πλατύφυλλα. Η διάπλαση αυτή εξαπλώνεται σε υψόµετρα από τα 200-1700 µ. και διαιρείται σε δύο ζώνες. Η κατώτερη ζώνη των ξηρόβιων και θερµόβιων φυλλοβόλων δασών, περιλαµβάνει δάση δρυός (Quercus frainetto, Quercus pubescens) και δάση καστανιάς (Castanea sativa). Η ανώτερη ζώνη των υγρόβιων και ψυχρόβιων δασών, περιλαµβάνει τα δάση οξιάς (Fagus sylvatica). Τα δάση της οξιάς εξαπλώνονται στη Θεσσαλία, την Ήπειρο, τη Μακεδονία, τη Θράκη, ενώ το νοτιότερο όριο της εξάπλωσή ς τους στη Βαλκανική χερσόνησο είναι το όρος Οξιά στα σύνορα Ευρυτανίας και Φθιώτιδας. Κωνοφόρα. Η διάπλαση αυτή διαιρείται σε παραµεσογειακά, σε ορεινά και σε βόρεια δάση κωνοφόρων. Τα παραµεσογειακά περιλαµβάνουν τα δάση χαλεπείου Πεύκης (Pinus haleρensis), τα δάση τραχείας Πεύκης (Pinus brutia) και τα δάση της κουκουναριάς (Pinus pinea). Στα ορεινά κωνοφόρα περιλαµβάνονται τα δάση µαύρης Πεύκης (Pinus nigra), τα δάση ελάτης (Abies cephalonica, Abies x borisiiregis και Abies alba) και τα δάση κυπαρισσιού (Cupressus Semρervirens). Στα βόρεια κωνοφόρα υπάγονται τα δάση ερυθρελάτης (Picea abies), ρόµπολου (Pinus heldreichii) και δασικής Πεύκης (Pinus sylvestris). 7

Παραποτάµια δάση. Η διάπλαση αυτή έχει περισσότερο βόρειο χαρακτήρα και αποτελείται κυρίως από ιτιές (Salίx spp.), λεύκες (Populus spp.), σκλήθρα (Alnus glutinosa) και φτελιές (Ulmus spp.) Το χαρακτηριστικότερο είδος των παραποτάµιων δασών στην Ελλάδα είναι το πλατάνι (Platanus orientalίs). Στη Ν. και Κ. Ελλάδα το πιο κοινό παρόχθιο είδος των ξηρών χειµάρρων και ρεµάτων είναι η πικροδάφνη (Nerium oleander). Αλπικά λιβάδια. Βρίσκονται πάνω από το όριο των δασών. ιακρίνονται στα αλπικά λιβάδια της Ν. και της Κ. Ελλάδας, µε χαρακτηριστικό φυτό την Stiρa pennata και στα λιβάδια της Β. Ελλάδας που έχουν µεσευρωπαϊκό χαρακτήρα. Τέτοια λιβάδια υπάρχουν στην Πίνδο και στα όρη της Μακεδονίας. Στα αλπικά λιβάδια επικρατούν διάφορα είδη αγρωστωδών Που ανήκουν στα γένη Festuca, Poa, Sesleria κ. ά. Αλµυρά λιβάδια. Αναπτύσσονται σε παραθαλάσσια αλατούχα εδάφη και χαρακτηρίζονται από την παρουσία αλοφύτων (είδη των γενών Suaeda, Salίcornia, Arthrocnemum, Atιiplex, Sρergularia, Limonium κλπ.). Οι διαπλάσεις των αλοφύτων είναι ιδιαίτερα ανεπτυγµένες σε δέλτα και εκβολές ποταµών και στην περιφέρεια λιµνοθαλασσών. Αµµώδεις παραλίες. Χαρακτηρίζονται κυρίως από την παρουσία αµµόφιλων πολυετών ποωδών ειδών όπως Ammophila arenaria, Elymus farctus, Euphorbia paralίas, Medicago marina, Calystegia soldanella, Otamthus maritimus, Polygonum mantimum, Eryngium maritimum, Pancratium maritimum κλπ. Βραχώδεις ακτές. Στις απόκρηµνες βραχώδεις ακτές κυριαρχούν πολυετείς πόες όπως είδη του γένους Limonium, Lotus Cytisoides, Frankenia hirsuta, Crithmum maritimum (κρίταµο) κλπ. 8

ιαπλάσεις γλυκών νερών. Αναπτύσσονται κυρίως σε τέλµατα, έλη, λίµνες και άλλους υδάτινους βιοτόπους. ιακρίνονται σε τελείως βυθισµένα και σε αναδυόµενα ή επιπλέοντα. Ανήκουν στα γένη Lemna, Sρirodela, Callitrίche, Ranunculus, Vallisnerίa, Pofamogeton, Nymρhaea, Nuphar, Alisma, Typha, Juncus κλπ. Ενδιαίτηµα - Οικοθέση (Βιότοπος). Το ενδιαίτηµα (habitat) είναι η θέση που απαντά ένας οργανισµός ή ένας πληθυσµός καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, βιοτικά και αβιοτικά. Τα ενδιαιτήµατα ποικίλουν ανάλογα µε τα χωροχρονικά τους χαρακτηριστικά. Έτσι, λαµβάνοντας υπόψη τη διάσταση του χρόνου, ένα ενδιαίτηµα µπορεί να είναι σταθερό (constant), προβλεπτά εποχιακό (predictably seasonal), απρόβλεπτο (unpredictable), και εφήµερο (ephemeral). Στο χώρο τα ενδιαιτήµατα µπορεί να είναι συνεχή (continuous), µπορεί να δηµιουργούν την εικόνα µωσαϊκού (patchy) και αποµονωµένα (isolated). Με βάση τα παραπάνω προκύπτουν 12 χωροχρονικοί συνδυασµοί, εκ των οποίων µόνον οι 10 µπορούν να συντηρήσουν ζωντανούς οργανισµούς. Οι δύο "αυστηρά ακατάλληλοι" για τη ζωή συνδυασµοί είναι τα συνεχή-εφήµερα και τα αποµονωµένα-εφήµερα ενδιαιτήµατα. Η οικολογική θέση ή οικοθέση (ecological niche) είναι ευρύτερος όρος και αναφέρεται όχι µόνο στο φυσικό χώρο που καταλαµβάνει ένας οργανισµός, αλλά στο λειτουργικό ρόλο που αυτός κατέχει µέσα στην κοινωνία και τη θέση του προς τους διάφορους περιβαλλοντικούς παράγοντες (εύρος θερµοκρασιών, υγρασίας, ρη, κ.ά). Η οικοθέση ενός οργανισµού εξαρτάται εποµένως όχι µόνο από τη θέση που αυτός ζει, αλλά και από το τι κάνει, πώς µετατρέπει την ενέργεια, πώς συµπεριφέρεται, πώς ανταποκρίνεται προς το φυσικό και βιοτικό περιβάλλον και πώς το τροποποιεί. Η έννοια της οικοθέσης περιλαµβάνει, δηλαδή, το είδος και την ποσότητα των πόρων καθώς και όλες τις περιβαλλοντικές συνθήκες που είναι αναγκαίο να υφίστανται, ώστε να εξασφαλίζεται ή ύπαρξη βιώσιµου πληθυσµού του οργανισµού. Κάθε ενδιαίτηµα 9

προσφέρει τη δυνατότητα πολλών οικοθέσεων, κάτι που ουσιαστικά εξηγεί και την δυνατότητα συνύπαρξης στον ίδιο χώρο περισσοτέρων του ενός ειδών. Οικοσύστηµα. Οι ζωντανοί οργανισµοί είναι αχώριστα αλληλένδετοι µε το αβιοτικό περιβάλλον και αλληλεπιδρούν µε αυτό. Το σύνολο των έµβιων όντων µιας δεδοµένης περιοχής που αλληλεπιδρά µε το φυσικό περιβάλλον έτσι ώστε ροή ενέργειας να οδηγεί σε µια σαφώς καθορισµένη τροφική δοµή, βιοτική ποικιλία και κύκλους ύλης, είναι ένα οικολογικό σύστηµα ή οικοσύστηµα. Πρόκειται για µια καλά οργανωµένη ενότητα ζωντανών οργανισµών και αβιοτικών στοιχείων, τα οποία ανταλλάσσουν µεταξύ τους ενέργεια, υλικά και πληροφορία. Το οικοσύστηµα, δηλαδή, περιλαµβάνει όχι µόνο τους οργανισµούς και το περιβάλλον τους, αλλά και τις σχέσεις µεταξύ των οργανισµών και των οργανισµών µε το περιβάλλον τους. Αν θέλουµε να ορίσουµε ένα οικοσύστηµα δεν αρκεί να περιγράψουµε τη δοµή του, (ταξινοµικές µονάδες, γεωλογικό υπόστρωµα κ.λ.π.), αλλά χρειάζεται να προσδιορισθεί και η λειτουργία του. Η δοµή ενός οικοσυστήµατος καθορίζει τις λειτουργίες που επιτελούνται µέσα σ αυτό οι οποίες µε τη σειρά τους επενεργούν στη δοµή του πολλές φορές τροποποιώντας την. Από τροφική άποψη ένα οικοσύστηµα έχει δύο συστατικά (τα οποία είναι συνήθως µερικώς διαχωρισµένα στο χώρο και το χρόνο), ένα αυτότροφο τµήµα στο οποίο η δέσµευση της ηλιακής ενέργειας, η χρήση απλών ανότγανων συστατικών και η παραγωγή σύνθετων ουσιών κυριαρχούν και ένα ετερότροφο τµήµα στο οποίο επικρατούν η χρήση, η επαναδιευθέτηση και η αποικοδόµιση των σύνθετων υλικών. οµικά στοιχεία κάθε οικοσυστήµατος είναι τα εξής: 1. Ανόργανες ουσίες (C, Ν, CO2, Η2Ο κ.ά.) που εµπλέκονται στους κύκλους των υλικών ή βιογεωχηµικούς κύκλους 2. Οργανικές ενώσεις (πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λιπίδια, χουµικές ουσίες, κ.λ.π.) που συνδέουν το βιοτικό και αβιοτικό τµήµα. 3. Κλιµατικές συνθήκες (θερµοκρασία και άλλοι φυσικοί παράγοντες) 10

4. Παράγωγοι δηλαδή αυτότροφοι οργανισµοί, κυρίως πράσινα φυτά τα οποία έχουν την ικανότητα (δέσµευση ηλιακής ακτινοβολίας, φωτοσύνθεση) να παρασκευάζουν τροφή (οργανικές ενώσεις) από απλές ανόργανες ουσίες. 5. Μακροκαταναλωτές, δηλαδή ετερότροφοι οργανισµοί, κυρίως ζώα τα οποία καταναλώνουν άλλους οργανισµούς ή κοµµάτια οργανικής ύλης. Από την αποδόµηση των οργανικών αυτών ουσιών αντλούν την απαραίτητη γι' αυτά ενέργεια λειτουργώντας ουσιαστικά ως "παράσιτα των φυτών". 6. Μικροκαταναλωτές ή αποικοδοµητές, ετερότροφοι οργανισµοί, κυρίως βακτήρια και µύκητες που αποικοδοµούν µέχρι πλήρους ανοργανοποίησης τις σύνθετες οργανικές ενώσεις των νεκρών κυττάρων, αφοµοιώνουν µέρος των προϊόντων αποικοδόµησης και ελευθερώνουν ανόργανα θρεπτικά τα οποία µαζί µε τις οργανικές ουσίες είναι χρήσιµα στους παραγωγούς. Επιτελούν σηµαντικότατο έργο και συντελούν στην ανακύκλωση της ύλης, απελευθερώνοντας τα δεσµευµένα στους οργανισµούς ανόργανα συστατικά, τα οποία µε τον τρόπο αυτό γίνονται πάλι διαθέσιµα στο σύστηµα. Γενικό χαρακτηριστικό όλων των οικοσυστηµάτων, χερσαίων, θαλάσσιων, γλυκού νερού ή κατασκευασµένων από τον άνθρωπο (π.χ. αγροτικά οικοσυστήµατα, καλλιέργειες κ.ά.), είναι η συνεχής αλληλεπίδραση αυτότροφων και ετερότροφων συστατικών. Μέθοδοι µελέτης των σπερµατοφύτων. Βιοµορφές. Για τη µελέτη των σπερµατοφύτων έχουν αναπτυχθεί διάφορα συστήµατα ανάλυσης και έρευνας. Στις αρχές της Βοτανικής επιστήµης και κυρίως κατά τον 1 90 αιώνα οι µελέτες γίνονταν µε βάση τις φυσ10γνωµlκές µονάδες. Χώριζαν τότε τα φυτά ανάλογα µε την εξωτερική τους µορφή σε δένδρα, θάµνους, πόες. Από όλα τα συστήµατα µελέτης των φυσιογνωµικών µορφών, που αναπτύχθηκαν κατά καιρούς, εκείνο που επικράτησε είναι του δανού βοτανικού Raunkiaer. Το σύστηµα αυτό που προτάθηκε το 1904, τροποποιήθηκε και τελειοποιήθηκε αργότερα από άλλους ερευνητές 11

(Rubel, Braun-Blanquet, Ellenberg), έγινε ευρύτατα αποδεκτό και εφαρµόζεται µέχρι και σήµερα. Το σύστηµα του Raunkiaer βασίζεται στο γεγονός ότι τα φυτά έχουν βιολογικούς µηχανισµούς οι οποίοι τα βοηθούν να επιβιώνουν σε κρίσιµες περιόδους, όπως είναι το ψύχος το χειµώνα και η ξηρασία το θέρος. Ανάλογα µε τους µηχανισµούς αυτούς οι φυτικές µορφές διαφέρουν ως προς τη θέση και κυρίως το ύψος των µεριστωµάτων µε τους οφθαλµούς ανανέωσης σε σχέση µε την επιφάνεια του εδάφους. Με τον τρόπο αυτό διακρίνονται οµάδες φυτικών ειδών (βιοτικές µορφές ή βιολογικές µορφές ή αυξητικές µορφές ή βιοµορφές), που παρόλο που ανήκουν από συστηµατική άποψη σε διάφορες οικογένειες, έχουν όµοια προσαρµοστικά γνωρίσµατα και παρουσιάζουν όµοιο τρόπο ζωής. Κατά τον Raunkiaer τα φυτά κατατάσσονται στις παρακάτω βασικές κατηγορίες βιοµορφών : 1. Φανερόφυτα (Ρ) - µε οφθαλµούς τουλάχιστον 30 εκ. επάνω από το έδαφος 2. Χαµαίφυτα (CH) - µε οφθαλµούς 0-30 εκ. απόσταση από την επιφάνεια του εδάφους 3. Ηµικρυπτόφυτα (Η) - µε οφθαλµούς επάνω ή λίγο κάτω από την επιφάνεια του εδάφους 4. Γεώφυτα (G) ή Κρυπτόφυτα - µε οφθαλµούς βαθιά µέσα στο έδαφος ή στο νερό (ελόφυτα). 5. Υδρόφυτα (ΗΗ) - µε ρίζες µέσα στο νερό και βλαστητικά όργανα επιπλέοντα. 6. Θερόφυτα (ΤΗ) - φυτικές µορφές που την ευνοϊκή εποχή του έτους ζουν σαν φυτά µε βλαστητική ανάπτυξη και κατά τη δυσµενή σαν σπέρµατα. Η εκατοστιαία αναλογία των φυτών, σε µια περιοχή, που ανήκουν σε κάθε µία από τις παραπάνω κατηγορίες βιοµορφών, δίνει το βιοφάσµα της περιοχής. Τα βιοτικά φάσµατα βοηθούν στην σύγκριση χλωρίδων διάφορων γεωγραφικών περιοχών ή διάφορων τύπων βλάστησης (φυτοκοινωνιών) και επιτρέπουν την εξαγωγή συµπερασµάτων για τις συνθήκες του περιβάλλοντος που επικρατούν στην περιοχή έρευνας (θερµοκρασία, υγρασία κ.ά). 12