Ἄρτεμις Βραυρωνία, Ἄρτεμις Ὀρθία: η φύση της



Σχετικά έγγραφα
ΤΑ ΓΛΥΠΤΑ ΤΗΣ ΑΦΑΙΑΣ

Το φως αναφέρεται σε σχετικά έντονο βαθμό στη μυθολογία, τόσο στην ελληνική όσο και στη μυθολογία άλλων αρχαίων λαών που το παρουσιάζουν σε διάφορες

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ [ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ. Μελέτη Ελληνισμού

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «παιδιά, έφηβοι, νέοι»

ΑΘΗΝΑ. Η Αθηνά είναι η θεά της σοφίας Γονείς:Δίας Παππούς:Κρόνος Γιαγιά: Ρέα

Αρχαϊκό έπος: Όμηρος. Ενότητα 12: Η ραψωδία ζ (Ὀδυσσέως ἄφιξις εἰς Φαίακας) Ευφημία Καρακάντζα Τμήμα Φιλολογίας

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

Μιλώντας με τα αρχαία

Kangourou Greek Competition 2014

Σήμερα επηρεάζει έντονα Κίνα, Ιαπωνία, ανατολική και νοτιοανατολική Ασία.

Εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (55ΑΥ2) Διδάσκων: Α. Farrington ( Έλεγχος προόδου (Ενότητες 4 5)

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Διαλέξεις 3 5

Ο ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ

ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟΥ ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ.

ΟΜΗΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (

Ο ΘΕΟΣ ΗΛΙΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΑΖΤΕΚΟΙ ΙΝΚΑΣ

Κάθε Σάββατο και διαφορετική εμπειρία στο Μουσείο Ακρόπολης

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

Οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι είναι μια φιλοσοφική, θρησκευτική και πολιτική σχολή που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π.χ από τον Πυθαγόρα τον Σάμιο στον Κρότωνα

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΟΛΕΜΙΔΙΩΝ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ Ονοματεπώνυμο:.. Τμήμα:. Αρ:

Ανάγλυφα σε βράχους και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα, όπως οικισμοί που χρονολογούνται από το π.χ., υπάρχουν στα παραδοσιακά εδάφη των Σάμι.

Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου

Χρήση. Αποκρυπτογράφηση

Μιλώντας με τα αρχαία

Μυκηναϊκή θρησκεία. 3. Από την ανασκαφή θρησκευτικών κτηρίων στα ανάκτορα και ιερών σε οικίες

Κείμενα - Εικονογράφηση. Διονύσης Καραβίας ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ ΑΘΗΝΑ

Οι ρίζες του δράματος

Νέα Ελληνική Γλώσσα. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων Α1.

Θεογονία: Πώς ξεκίνησαν όλα.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

ΞΕΦΥΛΛΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΦΥΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ. Φυτολόγιο ΜΑΙΟΣ 2013

Μινωικός Πολιτισμός σελ

Ινδουισμός Βουδισμός

ÊÚÔ ÙË ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΟΥΣΕΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΤΑ ΝΕΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ «ΠΑΜΕ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ» ΚΑΙ «ΠΑΜΕ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΠΕΡΙΠΑΤΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ»

Τετάρτη, 22 Φεβρουαρίου "Το κορίτσι με τα τριαντάφυλλα" του Θάνου Κονδύλη. Κριτική: Χριστίνα Μιχελάκη

Τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου Χαρίδης Φίλιππος

ΜΥΘΟΣ, ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΊΑ,ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΘΕΏΝ

Χριστίνα Δρελιώση Αλεξάνδρα Ζάχου

Ογάµοςκαιηθέσητηςγυναίκας στηναρχαίααθήνα

ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΕΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΟΜΑΔΑΣ (Τετράβιβλος, βιβλίο 1ο, κεφ. 7, σελ , Περί ημερινών και νυκτερινών ).

Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις.

ΤΑ ΔΥΟ ΦΥΛΑ... Η άποψη της Εκκλησίας Η κοινωνική, ιατρική άποψη

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν

Υπεύθυνη καθηγήτρια: κα. Π. Γιαννακοπούλου Μαθήτριες: Ασσάτωφ Άννα, Μιχαλιού Μαντώ, Αργύρη Μαρία, Τσαουσίδου - Πετρίτση Σοφία Τμήμα: Α3

Τίτλος Μαθήματος: Αρχαία Ελληνική Θρησκεία και Μυθολογία

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

«Η ανάπτυξη είναι μια σειρά από διαδοχικές γεννήσεις» Μαρία Μοντεσσόρι, Δεκτικός Νους

Ταξιδεύοντας με την ελληνική μυθολογία. Εκπαιδευτική επίσκεψη - Γ τάξη

Τζιορντάνο Μπρούνο

ΕΝΑΛΛΑΣΣΟΜΕΝΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΡΩΤΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ

Έλλη Τσουρβάκα Χρήστος Χατζηγάκης

Είπε ο Θεός: «Ας δημιουργήσουμε τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα τη δική μας κι έτσι που να μπορεί να μας μοιάσει κι ας εξουσιάζει τα ψάρια της

Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΟΨΗ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ

Προϊστορική περίοδος

ΟΔΥΣΣΕΙΑ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

δώδεκα * * dódeka: twelve δώδεκα μήνες τουρισμός twelve months tourism

ΜΑΡΙΑ ΠΑΝΑΓΗ ΑΝΤΡΕΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Ολυμπιακοί Αγώνες. Νεφέλη Μπάρκα Α2

ΠΡΟΛΟΓΟΣ: 1 η σκηνή: στίχοι 1-82

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος

ψ Ρ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ -N^ ->5^ **' ΑΣΗΜΙΝΑ ΛΕΟΝΤΗ

Η ΗΓΕΜΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ( π. Χ)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΉΣ ΘΡΗΣΚΕΊΑΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

Η θέ ση της γυναί κας στην αρχαί α Αθη να καί στην αρχαί α Σπα ρτη.

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ

Οι Καθολικές επιστολές

Η ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΣΠΑΡΤΗ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

ΟΙ ΑΘΛΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ Η ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΙΠΠΟΛΥΤΗΣ

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΑΓΓΕΛΗ ΕΥΓΕΝΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΒΙΛΛΗ ΕΦΗ ΓΕΩΡΒΑΣΙΛΗ ΤΖΟΥΛΙΑ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ: ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ. Αξιώτης Αλέξανδρος. Μάθημα: Το Αιγαίο και η Μεσόγειος κατά την 2 η χιλιετία π.χ.

ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΩΝ ΔΩΡΙΕΩΝ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ ΕΙΛΩΤΕΣ-ΠΕΡΙΟΙΚΟΙ. 11ος αι. 8 ος αι.π.χ.

Εισαγωγή στην Κλασική Αρχαιολογία ΙΙ (5ος - 4ος αι. π.χ.) Ιφιγένεια Λεβέντη

Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις.

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ. Δεύτερος μύθος: Πίστευαν πως ο θεός Ποσειδώνας χτυπώντας την τρίαινά του στη γη

Ολυμπιακοί αγώνες ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ Α2

1. Λίθινοι ναοί 2. Λίθινα αγάλματα σε φυσικό και υπερφυσικό μέγεθος

Ο Mάνος Κοντολέων συνομιλεί με την Τίνα Πανώριου

Καταγραφή και Διαχείριση Πολιτιστικής Πληροφορίας με τη χρήση Τεχνολογιών Διαδικτύου: Εφαρμογή για τους Αρχαίους Χώρους Θέασης και Ακρόασης

Ας μελετήσουμε. Ιστορία Γ τάξης. Ιωάννης Ε. Βρεττός Επιμέλεια: Ερμιόνη Δελή

Σπίτι μας είναι η γη

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Χειμερινό Εξάμηνο Μάθημα: Σχολική Πρακτική, Επίπεδο ΙΙΙ, Υπεύθυνος Διδάσκων: Υπεύθυνη Εκπ/κός:

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα Περιόδου Χριστουγέννων

ÈÅÌÁÔÁ 2007 ÏÅÖÅ. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ ιονύσιο Σολωµό «Ο Κρητικό» Επαναληπτικά Θέµατα ΟΕΦΕ 2007

Τ ρ ί τ η, 5 Ι ο υ ν ί ο υ Το τελευταίο φως, Ιφιγένεια Τέκου

e-seminars Συνεργάζομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Κοιμήσου Περσεφόνη στην αγκαλιά της γης στου κόσμου το μπαλκόνι ποτέ μην ξαναβγείς. Νίκος Γκάτσος

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ A : ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΕΙΜΕΝΩΝ KATA ΘΕΜΑ

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Α. ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ. Ερευνητική Εργασία Α Τετραμήνου 4ο Γενικό Λύκειο Λαμίας Τμήμα: Α 6 Σχ. Έτος :

ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΡΗΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ -ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ Α ΚΥΚΛΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ἄρτεμις Βραυρωνία, Ἄρτεμις Ὀρθία: η φύση της θεάς και οι λατρείες της. Πενίδου Αθανασία Α.Μ.: 1032 Επόπτρια Καθηγήτρια: Τσιτσιμπάκου-Βασάλου Ευανθία Εαρινό Εξάμηνο 2009

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 2 2. ἈΡΤΕΜΙΣ: Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΑΣ... 4 2.1. Προϊστορία και εξέλιξη... 4 2.2. Ιδιότητες και χαρακτηριστικά... 9 2.3. Λατρείες και μυητικές τελετές... 16 3. ἈΡΤΕΜΙΣ ΒΡΑΥΡΩΝΙΑ... 20 3.1. Λογοτεχνικές πηγές... 21 3.2. Αρχαιολογικά ευρήματα... 31 3.3. Σχέση με άλλες λατρείες... 37 3.4. Συμπεράσματα... 42 4. ἈΡΤΕΜΙΣ ὈΡΘΙΑ... 45 4.1. Τελετές αγοριών... 46 4.1.1. Λογοτεχνικές πηγές... 47 4.1.2. Αρχαιολογικά ευρήματα... 53 4.2. Τελετές κοριτσιών... 58 4.2.1. Λογοτεχνικές πηγές... 59 4.3. Συμπεράσματα... 65 5. ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΑΤΡΕΙΩΝ ΣΤΗ ΒΡΑΥΡΩΝΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΠΑΡΤΗ... 68 6. ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 70 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 72 SUMMARY... 73 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ... 74 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 78 ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ... 79 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΑΡΧΑΙΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΚΑΙ ΠΗΓΩΝ... 80 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 81 2

1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η Άρτεμη είναι μια θεότητα πληθωρική, με πλούσια μυθολογική παράδοση και πολυάριθμες λατρείες στον αρχαίο ελληνικό και όχι μόνο κόσμο. Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες θεότητες της αρχαιότητας και με ιδιαίτερα γοητευτική προσωπικότητα, κάτι που φαίνεται από τον μεγάλο αριθμό των μελετών που γράφτηκαν γύρω από το όνομά της και τη λατρεία της. Παρομοίως λοιπόν και η παρούσα εργασία έχει ως στόχο την ανάδειξη της φύσης της θεάς Άρτεμης και της λατρείας της. Αρχικά θα γίνει μια αναφορά στην προϊστορία και την εξέλιξη της θεάς. Η Άρτεμη είναι μια από τις αρχαιότερες θεότητες του ελληνικού πανθέου, καθώς η λατρεία της ανάγεται στη μυκηναϊκή εποχή. Όπως θα δούμε, συνδέθηκε από νωρίς με ασιατικές θεότητες, ενώ κατά την εξέλιξή της αφομοίωσε διάφορες τοπικές θεότητες του ελληνικού χώρου. Στην πορεία, όταν καθιερώθηκε στο ελληνικό δωδεκάθεο ως ολύμπια θεά, ο χαρακτήρας της εμπλουτίστηκε με νέα στοιχεία. Τέλος, η Άρτεμη έχει ασκήσει επιρροή και στη ρωμαϊκή θρησκευτική σκέψη, καθώς αποτέλεσε το πρότυπο της περίφημης Diana. Κατόπιν θα γίνει λόγος για τις απόπειρες ετυμολόγησης του ονόματός της θεάς Άρτεμης, καθώς και για τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά της. Ανάμεσα στα στοιχεία του χαρακτήρα της είναι η σχέση της με τη φύση και το κυνήγι, με την πόλη και τον πόλεμο, τον χορό και το τραγούδι, η παρθενία της σε συνδυασμό με την ιδιότητά της ως γονιμοποιού δύναμης, καθώς και η ιδιαίτερη σχέση της, ως κουροτρόφου θεότητας, με τους νέους. Το τελευταίο αυτό χαρακτηριστικό της Άρτεμης έχει οδηγήσει πολλούς μελετητές στην αναζήτηση και τον εντοπισμό ενός μυητικού χαρακτήρα σε πολλές από τις λατρείες προς τιμήν της. Έπειτα από μια σύντομη συζήτηση σχετικά με τις διαβατήριες τελετές των νέων κατά τη μετάβασή τους στην ενηλικίωση, θα ακολουθήσει μια αναφορά σε διάφορους μύθους και λατρείες της θεάς, όπου θα επισημάνουμε στοιχεία και μοτίβα που φαίνεται πως έχουν μυητικό περιεχόμενο. Αντικείμενο της παρούσας μελέτης θα αποτελέσουν δύο από τις πιο γνωστές και πιο σημαντικές λατρείες της Άρτεμης, ως Βραυρωνίας και ως Ὀρθίας. Πρώτον, στη Βραυρώνα τελούνταν η λατρεία της Άρτεμης στην οποία συμμετείχαν νεαρές κοπέλες. Θα γίνει λοιπόν μια απόπειρα κατανόησης της φύσης της Άρτεμης Βραυρωνίας και μια προσπάθεια αποκατάστασης, κατά το δυνατόν, των λατρευτικών πρακτικών προς τιμήν της μέσα από την αξιοποίηση των λογοτεχνικών πηγών και των αρχαιολογικών ευρημάτων των ανασκαφών στην περιοχή. Θα ακολουθήσει μια σύντομη σύγκριση της λατρείας της θεάς στη Βραυρώνα με άλλες λατρείες που φαίνεται να έχουν κοινά με αυτήν χαρακτηριστικά, ώστε στο τέλος να έχουμε μια περισσότερο σφαιρική και ολοκληρωμένη άποψη για τη λατρεία της Άρτεμης Βραυρωνίας. Δεύτερον, θα γίνει λόγος για τη λατρεία της Άρτεμης Ὀρθίας στη Σπάρτη. Είναι γνωστό ότι η λατρεία αυτή τελούνταν από νεαρά αγόρια, ωστόσο υπάρχουν ενδείξεις πως η Άρτεμη Ὀρθία λατρευόταν και από κοπέλες. Όσον αφορά τις τελετές των αγοριών, υπάρχουν μύθοι και λογοτεχνικά κείμενα που εξηγούν και περιγράφουν τόσο τη λατρεία της Άρτεμης, όσο και το γενικότερο πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή εντασσόνταν, δηλαδή την περίφημη σπαρτιατική ἀγωγή. Υπάρχουν επίσης και αρχαιολογικά ευρήματα, η μελέτη των οποίων βοηθά στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τα λατρευτικά δρώμενα. Με την εξέταση των στοιχείων αυτών θα επιχειρήσουμε να δημιουργήσουμε μια εικόνα για τη λατρεία της Άρτεμης στη Σπάρτη από τους νεαρούς εφήβους, η οποία ξεκινά πιθανότατα τον 9 ο αι π.χ. και συνεχίζει ως τον 3 ο αι. μ.χ, στα ρωμαϊκά χρόνια. Όσον αφορά τις τελετές των κοριτσιών, θα γίνει μια μελέτη ορισμένων λογοτεχνικών πηγών, οι οποίες μας 3

παρέχουν σοβαρές ενδείξεις για την ύπαρξη λατρείας της Άρτεμης Ὀρθίας και την τέλεσή της από νεαρές κοπέλες. Δυστυχώς όμως κατά την εξέταση των δύο αυτών λατρειών της θεάς Άρτεμης προκύπτουν προβλήματα, καθώς οι πηγές μας, είτε λογοτεχνικές είτε αρχαιολογικές, είναι λιγοστές, κάποτε αντιφατικές μεταξύ τους, σώζονται συχνά αποσπασματικά, κι επιπλέον η χρονική απόσταση που χωρίζει τον σύγχρονο μελετητή από τα λατρευτικά δρώμενα της αρχαιότητας είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Όλα αυτά μας εμποδίζουν να παρουσιάσουμε με βεβαιότητα και σαφήνεια το περιεχόμενο και τη μορφή της λατρείας της Άρτεμης. Ωστόσο, μέσα από τη μελέτη των στοιχείων αυτών θα επιχειρήσουμε να κατανοήσουμε τη φύση των δύο αυτών λατρειών και να δημιουργήσουμε μια εικόνα, η οποία να ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν περισσότερο στην πραγματικότητα. 2. ἈΡΤΕΜΙΣ: Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΑΣ 2.1. Προϊστορία και εξέλιξη Η Άρτεμη είναι μια από τις αρχαιότερες θεότητες, με μία από τις πιο διαδεδομένες λατρείες στην αρχαία Ελλάδα. Η προέλευση του ονόματός της είναι σκοτεινή, πιθανότατα ανάγεται στη λίθινη εποχή και θεωρείται από πολλούς μη ελληνική 1. Σήμερα οι γλωσσολόγοι δέχονται πως το όνομα της θεάς έχει ρίζες ινδοευρωπαϊκές ή πρωτοϊνδογερμανικές. Στις πινακίδες της Γραμμικής Β της Πύλου εμφανίζεται ο τύπος atemit-, τον οποίο πολλοί συσχέτισαν με το όνομα της Άρτεμης, δεδομένου ότι η λατρεία της μαρτυρείται ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή, ωστόσο το θέμα είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο 2. Η Άρτεμη έχει στενή σχέση με τη Μ. Ασία και την Ασία γενικότερα και ταυτίζεται συχνά με θεότητες όπως η Κυβέλη, θεά της φύσης και της γονιμότητας, η φοινικική Αστάρτη και η Ίσιδα 3. Επιπλέον, το όνομά της εμφανίζεται στο πάνθεο της Λυδίας ως artimus, της Λυκίας ως ertemi, και τέλος στα αραμαϊκά ως řtmwś. Γνωστές είναι οι λατρείες της Άρτεμης Περγαίας στην Αλικαρνασσό 4, της Άρτεμης Ἀναΐτιδας στην Περσία 5, και της Λευκοφρυήνης στη Μαγνησία του 1 Ηofmann 1950: 28 Rose 1964: 113 Chantraine 1968: 117 Frisk 1970: 154 Vernant 1985: 16 van Windekens 1986: 19 Dietrich 1988: 118 Room 1990: 65. 2 Burkert 1985: 149 Vernant 1985: 16 Voyatzis 1998 (b): 145 Ley 2002: 62 Hard 2004: 117. 3 Για την Κυβέλη βλέπε: des Places 1969: 55 Simon 1985: 165 Bevan 1986: 238 Kακριδής 1986: 162 Näsström 1999: 71. Για την Αστάρτη: Kακριδής 1986: 261. Για την Ίσιδα: Fekri 1998: 99 Ley 2002: 66. 4 Στραβ. Γεωγρ. 14.4.2.1-4, Σκυλ, Περ. Περιπλ. 11.15.6. Βλέπε: Simon 1985: 170 Osborne 2000: 308-309 Dillan 2002: 96-97, 244 Connelly 2007: 182, 200. 5 Πλουτ. 27.4.1-5.1, Στραβ. Γεωργ. 11.8.4.10-13. Η Αναΐτις, αρχαία περσική θεά των γονιμοποιών υδάτων, συγχέεται συχνά με την Κυβέλη, την Αφροδίτη και την Άρτεμη, ειδικά την Ἐφεσία: Graves 1960, τομ.2: 76 Rouse 1975: 219-220 Godwin 1981: 166. 4

Μαιάνδρου στη Μ. Ασία 6, οι οποίες παρουσιάζουν ομοιότητες με τη λατρεία της θεάς στην κυρίως Ελλάδα 7. Ιδιαίτερα διαδεδομένη είναι η λατρεία της Άρτεμης στην Έφεσο 8, όπου η θεά ταυτίζεται με μια αρχέγονη θεότητα της ευφορίας και της γονιμότητας. Η Άρτεμη, ως γνωστό, είναι θεά της φύσης, προστάτιδα των νεαρών ζώων και των ανθρώπων και, παρά τα πολλά διαφορετικά της ονόματα, δείχνει να προέρχεται από μία κοινή θηλυκή θεότητα, η οποία κυριαρχούσε σε ολόκληρη τη Μ. Ασία, αλλά και τη Συρία, τη Φοινίκη και την Παλαιστίνη, μια οικουμενική δηλαδή Μητέρα Θεά, τη μητέρα των πάντων 9. Παρότι η Άρτεμη ήταν παρθένος στον ελλαδικό χώρο, η ιδιότητα της μητρότητας και της γονιμότητας αντικατοπτρίζεται έντονα στο λατρευτικό άγαλμα της Άρτεμης Ἐφεσίας (Παυσ. 2.2.6.5-7), στο οποίο η ατρακτόσχημη απεικόνιση της θεάς με έναν δακτύλιο πιθανότατα από πολλαπλά στήθη γύρω της (εικ.1), τονίζει με ιδιαίτερη έμφαση το στοιχείο της ανεξάντλητης γονιμότητας και της ευφορίας 10. Η λατρεία λοιπόν της Άρτεμης Ἐφεσίας ως θεάς της γονιμότητας και της ευφορίας στο περίφημο ιερό της, το Αρτεμίσιο 11, ανάγεται στην εποχή της Ιωνικής μετανάστευσης, έχει μυστηριακό, μη ελληνικό χαρακτήρα, και ήταν μια από τις Εικόνα 1 σημαντικότερες λατρείες στην αρχαιότητα. Στην Ιλιάδα ο Όμηρος αποκαλεί την Άρτεμη πότνια θηρῶν 12, προσωνυμία η οποία αποκαλύπτει τη στενή σχέση της θεάς με την γνωστή Πότνια Θηρῶν, τη θεά της άγριας φύσης, της βλάστησης και γενικά του ζωικού και φυτικού βασιλείου. Άλλωστε η Άρτεμη είχε άμεση σχέση με τη φύση και τα ζώα 13, γεγονός που φαίνεται και από λατρευτικά της επίθετα, όπως Ἀγροτέρα, Ἐλαφηβόλος και Ἐλαφία. Η Άρτεμη συνδέθηκε πιθανότατα από πολύ νωρίς με την Πότνια Θηρῶν (εικ.2). Η θεά αυτή 6 Παυσ. 3.18.9.3-6, Στραβ. Γεωγρ. 14.1.40.11-13. Η Άρτεμις Λευκοφρυήνη, θεότητα της πόλης, λατρευόταν με πομπή, θυσίες και επίσημη γιορτή (πανήγυριν) με μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες: Nilsson 1972: 120 Habicht 1985: 5 Simon 1985: 157 Ferguson 1989: 43, 166 Calame 1997: 96-97 Sissa-Detienne 2000: 162 Connelly 2007: 168. 7 Guthrie 1968: 99-100 Burkert 1985: 149-150 Ley 2002: 62. Η Juliette Wood (1999: 8-25) στη μελέτη της The Concept of the Goddess εξετάζει από μια φεμινιστική οπτική την έννοια γενικά του θηλυκού στοιχείου στη θρησκεία. 8 Ξενοφ. Αθ. 5.3.4-13, Ξενοφ. Εφεσ. Ἐφεσιακά. Nilsson 1949: 35 Rose 1964: 113 Κahil 1965:28 Guthrie 1968: 99-100 des Places 1969: 52 Nilsson 1972: 116-118 Grimal 1980: 112-113 Burkert 1985: 149-150 Simon 1985: 165-166 Ferguson 1989: 42-43 Bell 1993: 73 Leeming-Page 1994: 138 Jennings 1996: 104 Connor 2000: 63-64. Κατά τον Graf (2003 (a): 250) τα μυστήρια προς τιμήν της Άρτεμης Ἐφεσίας προέρχονται από τελετές ένταξης των νεαρών αγοριών στην κοινωνία των ανδρών πολιτών (tribal initiation). 9 Kerenyi 1966: 157 Guthrie 1968: 101 Vernant 1985: 44 Voyatzis 1998 (b): 133 Hard 2004: 187. 10 Simon 1985: 165-166 Ferguson 1989: 43 Leeming-Page 1994: 138 Frazer 1996: 170 Morford- Lenardon 2003: 208-209 Hard 2004: 187. Για μια περιγραφή του αγάλματος βλέπε: Godwin 1981: 161. 11 Για το ιερό και τα αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή βλέπε: Ferguson 1989: 42-43 Morgan 1993: 32-33 Graf 2003 (a): 247-249, 253-254 Connelly 2007: 119-124. 12...τὸν δὲ...νείκεσε πότνια θηρῶν/ Ἄρτεμις ἀγροτέρη... (Ομ. Φ 470-471). 13 Η Elinor Bevan στη μελέτη της (1986), μέσα από μια αναλυτική παρουσίαση και σχολιασμό των ζωόμορφων αναθημάτων προς τιμήν της Άρτεμης, αποκαλύπτει τόσο τη συγγένεια της θεάς με την Πότνια, όσο και τη στενή σχέση και των δυο με τα ζώα. 5

αναπαρίσταται 14 συχνά φτερωτή μαζί με άγρια ζώα (εικ. εξωφύλλου), η προέλευση της ανάγεται στην Παλαιολιθική εποχή και είναι μια από τις πιο σημαντικές, αν όχι η σημαντικότερη θεότητα που λατρευόταν στην προελληνική Ελλάδα, τη Μ. Ασία, τη μινωική Κρήτη, και γενικά στις πρωτόγονες τοτεμιστικές κοινωνίες 15. Όπως και η Πότνια, έτσι και η Άρτεμη ταυτίζεται με την Κυβέλη στη Φρυγία 16 και με τη θεά Μα στην Καππαδοκία, το όνομα της οποίας, κατά κάποιους μελετητές, στην Κρήτη εξελληνίστηκε και πήρε τη μορφή της γνωστής θεάς Βριτόμαρτης. Κατά άλλους η Βριτόμαρτη ήταν αρχικά αυτόνομη κρητική θεότητα, η οποία αργότερα ταυτίστηκε με την Άρτεμη. Συνδεόταν επίσης με την κρητική Δίκτυννα, καθώς και με την Ἀφαία στην Αίγινα, οι οποίες, πιθανότατα ξεχωριστές θεότητες αρχικά, στη συνέχεια αφομοιώθηκαν από την Άρτεμη, ώστε τέλος να θεωρούνται και οι δυο υποστάσεις της θεάς 17. Οι μύθοι που συνδέουν τις τρεις αυτές κρητικές θεότητες μεταξύ τους, και ακολούθως οι απόπειρες ετυμολόγησης των ονομάτων τους κι επομένως ερμηνείας της ιστορίας τους, δείχνουν ολοκάθαρα τη διαδικασία της ένταξής τους, ως ηρωίδων πλέον, στο μυθολογικό κύκλο της Άρτεμης, ή ακόμη και της αφομοίωσή τους από τη ολύμπια θεά 18. Εικόνα 2 Στην πορεία η φύση της Άρτεμης μεταβλήθηκε, απέκτησε ένα χαρακτήρα περισσότερο ελληνικό και εντάχθηκε τέλος στο ελληνικό δωδεκάθεο. Η Άρτεμη είναι πλέον η αδελφή του Απόλλωνα, γεννήθηκε στη Δήλο, ή Ορτυγία, από τη Λητώ 19, κι έχει αποκτήσει και την ιδιότητα της παρθένας κυνηγού. Όμορφη, νεαρή και αγνή, 14 Για την απεικόνιση της Πότνιας βλέπε: Nilsson 1949: 35 Dietrich 1962: 143-148 Simon 1985: 154, 171 Ferguson 1989: 15 Antonaccio 1994: 105 Meskell 1998: 48. 15 Graves 1960 τομ.1: 85 Harrison 1963: 119 Rose 1964: 113 Guthrie 1968: 99-100 des Places 1969: 51-52 Grimal 1980: 113 Burkert 1985: 149-150 Simon 1985: 159 Παπαχατζής 1987: 133 Dietrich 1988: 116 Voyatzis 1998 (b): 145 Ley 2002: 62 Hard 2004: 187. 16 Puhvel 1987: 136. 17 Παυσ. 2.30.3.2-4.1, Διοδ. Σικ. Βιβλ. 5.76.3.1-77.1.1, Στραβ. Γεωγρ. 10.4.12.16-19. Nilsson 1949: 35 Méautis 1959: 100 Rose 1964: 113 Guthrie 1968: 99-100 des Places 1969: 55 Rouse 1975: 228 Grimal 1980: 141 Robertson 1985: 175 Ferguson 1989: 2 Bell 1993: 72 Hard 2004: 187 Hutton 2005: 111. 18 Rose 1964: 117-118 Kerenyi 1966: 160 Guthrie 1968: 105-106 Lloyd-Jones 1983: 90 Bevan 1986: 131, 135 Kακριδής 1986: 273 Dietrich 1988: 117-118 Hard 2004: 191-192. 19 Ομ. Υμν. Απολ. 12-29, Πινδ. Υμν. αποσπ. 33d-e, Στραβ. Γεωγρ. 10.5.2.8-18. 6

περιδιαβαίνει στα δάση κυνηγώντας μαζί με τους συντρόφους της. Ωστόσο, έχει διατηρήσει ταυτόχρονα και το χαρακτηριστικό της γονιμότητας 20, επιβεβαιώνοντας έτσι την αντιφατική της φύση, ως παρθένου από τη μια και ως γονιμοποιού δύναμης από την άλλη 21. Στη συνέχεια, κατά την εξέλιξή της η Άρτεμη αφομοίωσε διάφορες προϋπάρχουσες θεότητες ή συχνά ταυτίστηκε με αυτές. Θεωρήθηκε θεά σεληνιακή και με την ιδιότητα αυτή συνδέθηκε τόσο με τη Σελήνη, όσο και με την Εκάτη 22. Η Άρτεμη ταυτίστηκε με τη Σελήνη πιθανότατα από τα κλασικά χρόνια 23. Η Σελήνη, ως γνωστόν, είναι συνδεδεμένη ανέκαθεν με τον γυναικολογικό κύκλο και την έμμηνο ρύση, επομένως με τη μητρότητα και τη γονιμότητα στις γυναίκες. Είναι προφανής λοιπόν η σχέση της Σελήνης με την Άρτεμη, καθώς και η ίδια, όπως θα φανεί παρακάτω, είναι κουροτρόφος θεά, άρα έχει άμεση σχέση με τα νεαρά κορίτσια και τον γυναικείο βιολογικό κύκλο 24. Επίσης η Άρτεμη ήδη πριν από τα κλασικά χρόνια συνδέθηκε με τη χθόνια Εκάτη, η οποία, για κάποιους μελετητές αποτελεί την προϊστορική πρόδρομο της Άρτεμης. Λόγου χάρη ο Ησίοδος (Κατ. Γυν. αποσπ. 23a 17-26, πρβλ. και Παυσ. 1.43.1.5-6) συσχέτισε τις δυο θεές αναφέροντας πως η Ιφιγένεια, αφού σώθηκε από τη θυσία, αποκαλείται στο εξής Άρτεμη Εἰνοδία. Η επωνυμία αυτή είναι χαρακτηριστική και της Εκάτης (Ορφικά, Ύμν. 1.1, Σοφ. αποσπ. 535.2). Η Εκάτη ήταν η θεά των τρίστρατων και των ψυχών του Κάτω κόσμουάλλωστε συνδέεται με την Περσεφόνη-, της μαγείας και των βοτάνων. Θεά αυστηρή και δυσεξιλέωτη, είχε αρκετά κοινά στοιχεία με την Άρτεμη καθώς ήταν και αυτή θεότητα της γονιμότητας, της γέννησης και του θανάτου, σχετιζόταν δηλαδή ιδιαίτερα, όπως και η Άρτεμη αλλά και η Σελήνη, με τις γυναίκες, λατρευόταν και αυτή ως κουροτρόφος (Ησιοδ. Θεογ. στ. 452), και είχε ως σύμβολο, όπως και η Άρτεμη, τον πυρσό. Έχουν βρεθεί αγάλματα με τρεις όψεις 25, οι οποίες αναπαριστούν την τριπλή υπόσταση της Άρτεμης ως σεληνιακής θεάς: η μορφή της Άρτεμης στη γη, της Σελήνης στον ουρανό, και τέλος της Εκάτης στο βασίλειο του Άδη 26. 20 Reitler 1949: 29-31 Κahil 1963: xv-xvi Κοντής 1967: 200-201 Guthrie 1968: 102 des Places 1969: 53 Lloyd-Jones 1983: 91 Κακριδής 1986: 163 Carter 1994: 187 Jennings 1996: 104. Για τις λατρείες και τις θεότητες της γονιμότητας γενικότερα βλέπε: van Straten 1985: 33-34, 38-41. 21 Κahil 1965: 32 Guthrie 1968: 100-103 Grimal 1980: 113 Simon 1985: 165 Παπαχατζής 1987: 130 Lafond 1992: 411 Lonsdale 1993: 170 Morford-Lenardon 2003: 208 Hard 2004: 187. 22 Για τη σχέση της Σελήνης με την Εκάτη βλέπε: Rabinowitz 1997: 534-543. 23 Ο Page (1951: 74, υποσ. 3) αναγνώρισε την Άρτεμη ως Σελήνη στο απόσπασμα 170 του Αισχύλου: ἃς οὔτε πέμφιξ ἡλίου προσδέρκεται/ οὔτ ἀστερωπὸν ὄμμα Λητῴας κόρης, κάτι όμως που έχει προκαλέσει αντιρρήσεις. Κατά τον Méautis (1959: 100) η ταύτισή τους, ως συνέπεια της ταύτισης του αδελφού της Απόλλωνα με το θεό Ήλιο, έγινε πολύ αργότερα. Επίσης βλέπε: Burckhardt 1930: 61 Godwin 1981: 166 Burkert 1985: 329 Downing 1999: 176. 24 Πλουτ. Συμπ. 658.F.6-7, Αιλ. Ηρωδ. Περί Ορθ. 3.2.594.6-8, Αλεξ. Ρητ. Περί Ρητορ. Αφ. 5.7-9, Στραβ. Γεωγρ. 14.1.6.22-24. Βλέπε επίσης: Farnell 1896: 459 Page 1951: 74-75, 77 Harrison 1963: 120-121 Rose 1964: 21, 113 Guthrie 1968: 103 Grimal 1980: 113 Godwin 1981: 45 Kακριδής 1986: 162-163, 169-170 Leeming-Page 1994: 139 Jennings 1996: 104 Rabinowitz 1997: 534-537, 540-543 Ley 2002: 66 Morford-Lenardon 2003: 208-210 Hansen 2004: 10 Hard 2004: 187. 25 Για την τρίμορφη απεικόνιση της Άρτεμης βλέπε: Alföldi 1960: 140-141 Graves 1960, τομ.1: 85 Burkert 1985: 171 Simon 1985: 161-162, 171 Rabinowitz 1997: 537, 539-540 Morford-Lenardon 2003: 210. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει μια θηριομορφική αναπαράσταση της Άρτεμης-Εκάτης σε αρχαϊκή ελληνική σφραγίδα: Reitler 1949: 29-31. 26 Farnell 1896: 501-519 Harrison 1963: 121 Jeanmaire 1975: 259 Grimal 1980: 113 van Straten 1981: 81 Παπαχατζής 1984: 12-13, 21 Simon 1985: 154 Edwards 1986: 307, 315-318 Kακριδής 1986: 162 Ferguson 1989: 151 Jennings 1996: 104 Dillan 2002: 230 Ley 2002: 66 Morford- Lenardon 2003: 208-210. Περισσότερα για την Εκάτη βλέπε σε: Renehan 1980: 302-304 Bevan 1986: 116-117, 125-126 Bell 1993: 219-220 Leeming-Page 1994: 15 Hard 2004: 187, 193-194. 7

Ως θεά της γονιμότητας και της γέννησης, η Άρτεμη ταυτίστηκε και με μία ακόμη θεότητα του τοκετού, την Εἰλείθυια 27. Άλλωστε σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου (Απολλοδ. Βιβλιοθ. 1.21.5-6), η Άρτεμη, μόλις γεννήθηκε, αμέσως βοήθησε τη Λητώ να γεννήσει και τον Απόλλωνα. Η Εἰλείθυια είναι η θεά που παραστέκεται στις γυναίκες κατά τις ωδίνες της γέννας, διευκολύνοντάς την ή επιβραδύνοντάς την. Πιθανόν να προέρχεται από μια αρχέγονη Μινωική θεά του τοκετού, που στην ελληνική θρησκεία συνδέθηκε με την Άρτεμη, η οποία αποκαλείται και Λοχία 28. Η λατρεία της Ειλείθυιας μαρτυρείται σε πολλά μέρη της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από αυστηρότητα. Το ίδιο σκληρή με τις γυναίκες, ειδικά κατά τον τοκετό, ήταν και η Άρτεμη, την οποία ο Όμηρος αποκαλεί λέοντα γυναιξὶ (Φ 483). Έτσι, τόσο η Άρτεμη όσο και η Ειλείθυια, είτε ως αυτόνομη θεά είτε ως υπόσταση της Άρτεμης, ήταν δυσεξιλέωτες και προκαλούσαν το δέος, κάτι φυσικό δεδομένης της μεγάλης θνησιμότητας των μητέρων ή των βρεφών στη γέννα, καθώς και των μικρών παιδιών την εποχή εκείνη 29. Τέλος η Άρτεμη συνδέθηκε με τη θεά Diana του ρωμαϊκού πάνθεου (εικ. 3). Κάποιοι ισχυρίζονται πως η Diana είχε προέλευση ελληνική καθώς η λατρεία της Άρτεμης μεταφέρθηκε μέσω των Φωκαέων από την Έφεσο πρώτα στη Μασσαλία και κατόπιν στη Ρώμη, όπου ως Diana πλέον είχε το ιερό της στον Αβεντίνο λόφο. Εκεί μάλιστα υπήρχε ένα άγαλμα κατασκευασμένο κατά το πρότυπο του αγάλματος της θεάς στην Έφεσο 30. Κατά άλλους η Diana προϋπήρχε στην Ιταλία ως αγροτική θεότητα, της οποίας τα χαρακτηριστικά επικαλύφθηκαν από αυτά της Άρτεμης κατά την ταύτισή της με τη θεά. Σύμφωνα με το μύθο η Diana, η οποία στην Αρικία είχε την επωνυμία Nemorensis 31, πήρε μαζί της ως ακόλουθο τον Ιππόλυτο, τον οποίο επανέφερε στη ζωή ο Ασκληπιός, τον έκανε ιερέα της στο ιερό της με το όνομα Virbius και εκεί μαζί του λατρευόταν ως θεά της γονιμότητας και της ευτοκίας 32. Αυτές οι ιδιότητες προσιδιάζουν βέβαια και στην Άρτεμη. Γενικά λοιπόν φαίνεται πως η Diana έχει κοινά χαρακτηριστικά με την ολύ- Εικόνα 3 μπια θεά εκτός από προστάτιδα των γυναικών στην κύηση και στον τοκετό είναι μια θεότητα της φύσης, η οποία προστατεύει το ζωικό και το φυτικό βασίλειο, ασχολείται 27 Πλουτ. Συμπ. 658.f.6-7, αποσπ. 157.71-72, Διοδ. Σικ. Βιβλ. 5.72.5.2-3, Ποσειδ. αποσπ. 398.55. 28 Αισχ. Ικ. 676-7, Ευρ. Ικ. 957-8, Ι.Τ. 1097, Πλατ. Θεαιτ. 149.b.9-10. Βλέπε και: Rose 1964: 113 Guthrie 1968: 103 Παπαχατζής 1978: 10-12, 1987: 130-131 Vernant 1985: 25 Ferguson 1989: 180 Mikalson 1998: 210 Dillan 2002: 273 King 2002: 90. 29 Farnell 1896: 608-614 Nilsson 1949: 37 Butterworth 1966: 36 Rouse 1975: 252-254 Παπαχατζής 1978: 8-12, 1987: 131 Lloyd-Jones 1983: 96 Robertson 1983: 147 Burkert 1985: 170-171 Puhvel 1987: 137-138, 151 Bell 1993: 174-175 Downing 1999: 161 Dillan 2002: 230 Cole 2004: 212. 30 Στραβ. Γεωργ. 4.1.5. Βλέπε επίσης: Jennings 1996: 104. 31 Graves 1960, τομ.2: 76-77 Mattingly 1960: 115-116 Bell 1993: 72. Υπήρχε μία ακόμη λατρεία της Diana ως Tifatina στην Καπύη: Grimal 1980: 726. 32 Fontenrose 1971: 44-45 Bell 1993: 72 Frazer 1996: 4-10, 168-171 Csapo 2005: 37-38. 8

με το κυνήγι και προστατεύει τους κυνηγούς, και τέλος σχετίζεται κι αυτή με την Εκάτη και τη Σελήνη 33. 2.2 Ιδιότητες και χαρακτηριστικά Κατά τη διερεύνηση του χαρακτήρα μιας τόσο πολυσήμαντης και πολυεπίπεδης θεότητας, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη αρχικά η εξέταση του ονόματός της, καθώς στο παρελθόν ήταν διαδεδομένη η αντίληψη ότι η φύση και ο χαρακτήρας ενός προσώπου, το σημαινόμενο, καθρεφτίζεται στο όνομά του, το σημαίνον. Επομένως οι διάφορες ετυμολογικές προσεγγίσεις του ονόματός της στην αρχαία αλλά και στη σύγχρονη εποχή δε μπορεί παρά να είναι αποκαλυπτικές για τη φύση της θεάς, όπως αυτή έγινε αντιληπτή τόσο από τους αρχαίους, όσο και από τους σύγχρονους μελετητές 34. Στο όνομα λοιπόν Ἄρτεμις ή στη δωρική του μορφή Ἄρταμις εχει αναγνωριστεί η λέξη ἄρταμος 35 δηλαδή σφαγέας 36, ετυμολογία που συνδέεται άμεσα με τη βίαιη φύση της θεάς και φυσικά τη στενή της σχέση με το θάνατο 37. Άλλοι πιστεύουν ότι προέρχεται από τη λέξη ἀρτεμής 38, το οποίο σημαίνει ήρεμος, ήσυχος, ακίνητος, ως εξής : ἀπὸ τοῦ ἀρτεμῆ ποιεῖν λέγεται γὰρ ἡ θεὸς ἀναιρετικὴ τῶν γυναικῶν Ἤ ἀπὸ τοῦ ἀρτεμὴς παρωνύμως Ἄρτεμις, τουτέστιν ἡ ὑγιὴς καὶ ἀνεπίληπτος διὰ τὴν παρθενίαν παρθένος γὰρ ἡ θεὸς καὶ φιλοσώφρων. Ἤ ὅτι ἄρτια καὶ τέλεια καὶ ἀνελλιπῆ ἐποίησε τὰ κατὰ κόσμον φανεῖσα 39. Δηλαδή το όνομα της Άρτεμης ετυμολογείται από το ἀρτεμής, επειδή η ίδια η θεά είναι άρτια, υγιής, αλλά και παρθένος, ή επειδή μπορεί να προσφέρει αλλά και να αφαιρέσει την υγεία, την αρτιμέλεια, ακόμη και τη ζωή από τους ανθρώπους, ιδιαίτερα από τις γυναίκες. Εδώ φαίνονται οι δύο όψεις της Άρτεμης, καθώς αποδίδονται θετικές ιδιότητες στη θεά, η οποία είναι σκληρή και συχνά προκαλεί τον θάνατο. Η αντίφαση αυτή μπορεί να ερμηνευτεί αν θεωρήσουμε πως η Άρτεμη ετυμολογείται από το ἄρταμος, δηλαδή σφαγέας, ως αυτή που προσφέρει ζωή και υγεία κατ ευφημισμόν, ή με την επικράτηση της ετυμολογίας από το ἀρτεμής και όχι το ἄρταμος 40. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται πως το όνομα Ἄρτεμις ετυμολογείται από το ἀτρεμής 41, με μετάθεση του -ρ- (τρ > ρτ) στο ἀρτεμής, κι εστιάζουν στη σημασία του τρέμω, παρουσιάζοντας έτσι ένα ακόμη χαρακτηριστικό της θεάς, τον θυμό, την οργή, δεδομένου ότι η Άρτεμη ήταν οξύθυμη, βίαιη κι εκδικητική. Άλλες ετυμολογικές 33 Rathbone 1953: 242-243 Alföldi 1960: 140-143 Paribeni 1961: 55-56 Grimal 1980: 111, 726 Simon 1985: 156 Puhvel 1987: 144, 151 Rabinowitz 1997: 539-543 Downing 1999: 159 Morford- Lenardon 2003: 208-210 Hard 2004: 193. 34 Περισσότερα για την ετυμολογία και τη σχέση ανάμεσα στο όνομα και στο πράγμα βλέπε σε: Maltby 1993: 257-262 Cairns 1996-1998: 24. 35 Ηofmann 1950: 27-28 Whallon 1961: 79 Chantraine 1968: 117 Simon 1985: 152 Jennings 1996: 104 Downing 1999: 177. 36 Liddell-Scott 1897 s.v. ἄρταμος Boisacq 1916: 81. 37 Simon 1985: 151 Vernant 1985: 244 Bevan 1986: 333-334 Gantz 1993: 97. 38 Βλέπε επίσης: Boisacq 1916: 81-82 Ηofmann 1950: 28 van Windekens 1986: 19 Room 1990: 65. 39 Εt. M. 150.15-21, πρβλ. και Πλατ. Κρατ. 406 b 1-2, Et. Gen. 1241.1-9, Et. Gud. 207.4-7, Et. Sym: 1230.25-31, Αρτεμιδ. Ονειροκριτ. 2.35.14-15, Φίλ. Ιουδ. Αριθμ. 13a2-3, Corn. N.D. 65.18. Οι παραπομπές στα ετυμολογικά λεξικά, τα αρχαία κείμενα και τα αρχαία σχόλια προέρχονται από την ηλεκτρονική πηγή ΤLG. 40 Cornut, DND, 65.18-9, περισσότερα για την ετυμολογία της θεάς βλέπε σε: DND, 71-74. 41 van Windekens 1986: 19-20. 9

απόπειρες θέλουν το όνομα να προέρχεται από τη λέξη ἀρτάω 42, δηλαδή στερεώνω, προσαρμόζω, ή από το ἄρδω 43 δηλαδή ποτίζω, άρα τρέφω, συνδέοντας έτσι την ετυμολογία του ονόματος της Άρτεμης με την ιδιότητά της ως τροφού και γονιμοποιού δύναμης. Μερικοί μελετητές ετυμολογούν το όνομά της από το ἄρτος 44, δευτερεύουσα μορφή του τύπου ἄρκτος, δηλαδή αρκούδα. Είναι γνωστή η σχέση της Άρτεμης με τα ζώα, και ιδιαίτερα με την αρκούδα, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη σχέση της με την Καλλιστώ και την Αταλάντη, ο μύθος των οποίων συνδέεται στενά με το ζώο, αλλά και από τη λατρεία της θεάς, όπως θα δούμε, στη Βραυρώνα και τη Μουνυχία. Επιπλέον, ήδη από την αρχαιότητα επισημάνθηκε η σχέση του ονόματος της Άρτεμης με τη λέξη ἀήρ και τέμνω, συνδέοντας έτσι τη θεά με τον αέρα άρα και με τη σελήνη: Ἄρτεμις: Ἡ θεός, ἀερότεμίς τις οὖσα, ἡ τὸν ἀέρα τέμνουσα ἡ αὐτὴ γάρ ἐστι τῇ σελήνῃ 45. Κατά τη στωική αλληγορία η Άρτεμη ισοδυναμεί με τη σελήνη και ο λόγος για τον οποίο η θεά εμφανίζεται στην Ιλιάδα (Φ 489 κ.ε.) να μάχεται ενάντια στην Ήρα είναι γιατί το φεγγάρι διαγράφει τις τροχιές του διασχίζοντας τον αέρα, τον οποίο συμβολίζει η Ήρα 46. Επιπλέον είναι γνωστή η σχέση της θεάς με τον αέρα. Η Άρτεμη έστελνε ή συγκρατούσε τους ανέμους, κι επομένως επηρέαζε όσους ταξίδευαν στη θάλασσα 47. Μάλιστα στην περίπτωση του Αγαμέμνονα, η θεά, είτε στέλνοντας αντίθετους ανέμους είτε αναστέλλοντάς τους, εμπόδισε για καιρό το ταξίδι του στόλου των Αχαιών ενάντια στην Τροία. Άλλωστε και το όνομα της αντίστοιχης Diana στη Ρώμη έχει παρόμοια ετυμολογία από το dius, το οποίο σημαίνει θεϊκός αλλά και ουρανός 48. Επίσης έχει προταθεί η ετυμολόγηση του ονόματος από το επιτατικό πρόθεμα αρι- και τη λέξη Θέμις 49, και τέλος κάποιοι βρίσκουν ετυμολογική σχέση ανάμεσα στο όνομα της θεάς και αυτό της Αρέθουσας. Υπάρχουν στον μύθο κοινά στοιχεία ανάμεσα στη Νύμφη και τη θεά, καθώς και οι δύο έπεσαν θύματα της ερωτικής καταδίωξης του ποταμού Αλφειού. Μάλιστα η Αρέθουσα άλλοτε ταυτίζεται με την Άρτεμη, άλλοτε παρουσιάζεται ως ακόλουθός της 50. Φαίνεται λοιπόν ότι οι ετυμολογικές δοκιμές, ενώ δείχνουν να αποτελούν έξυπνες απλώς παρετυμολογίες, ωστόσο αναδεικνύουν τις διάφορες εκφάνσεις της προσωπικότητας της ολύμπιας θεάς. Όπως είναι γνωστό, η Άρτεμη στο ελληνικό πάνθεο επικράτησε με τη μορφή της παρθένας κυνηγού 51 που συχνάζει στα βουνά και στα δάση, όπου κυνηγά μαζί με 42 Liddell-Scott 1897 s.v. ἀρτάω Room 1990: 65. 43 Liddell-Scott 1897 s.v. ἄρδω Room 1990: 65. 44 Ο Chantraine (1968: 117) δέχεται την ετυμολογία αυτή με επιφυλάξεις, αντίθετα την απορρίπτει ο Frisk (1970: 154), ενώ υπάρχουν και μελετητές, οι οποίοι εκλαμβάνουν τη σχέση των δύο τύπων ως ένδειξη για μια θηριομορφική όψη και προέλευση της θεάς. Σύμφωνα με την άποψη αυτή η Άρτεμη προέρχεται από μια θεά Άρκτο (bear goddess), αντίστοιχη της χιττιτικής θεάς Artio: Puhvel 1987: 136, 174 Scalon 1990: 101-102. 45 Et. M. 150. 13-14. Βλέπε επίσης: Et. Gud. 207.4-5 και Et. Sym. 1230.31. 46 Hard 2004: 187. Το όνομα της Ήρας ετυμολογεί από τον αέρα ο Πλάτωνας (Κρατ. 404.c2). Περισσότερα για την ετυμολογία του ονόματος της θεάς βλέπε σε: Tsitsibakou-Vasalos 2007: 50, 51, 55, 76, 113. 47 Butterworth 1966: 182. 48 Puhvel 1987: 151 Rabinowitz 1997: 159. 49 Room 1990: 65. 50 Κακριδής 1986: 334 Room 1990: 65. 51 Ομ. Ε 51-3, Ησιοδ. αποσπ. 6.2-3, Θεογν. 1.11, Σοφ. Ηλ. 563, Ευρ. Ιππ. 1451, Ξενοφ. 1.1.1-2, Παυσ. 1.19.63-64, Εκατ. 464-5. Βλέπε και: Nilsson 1949: 134 Κοντής 1967: 201 Guthrie 1968: 102 Burkert 1983: 60-61 Simon 1985: 112, 159 Vernant 1985: 18-20 Lafond 1992: 411, 2006: 287 Hansen 2004: 117. 10

τους συντρόφους της. Κατά τα προχωρημένα ιστορικά χρόνια, όταν το κυνήγι σταμάτησε να αποτελεί ζωτικό βιοποριστικό μέσο για τους ανθρώπους, η μορφή της Άρτεμης ως κυνηγού έπαψε να συνδέεται άμεσα με τη λατρεία της θεάς και περιορίστηκε απλώς σε εικαστική απεικόνισή της 52. Ωστόσο υπάρχουν λατρευτικά επίθετα της Άρτεμης που επιβεβαιώνουν τη σχέση της με το κυνήγι, την άγρια φύση και το ζωικό βασίλειο. Είναι προστάτιδα των ζώων αλλά και κυνηγός τους 53, επομένως προστάτιδα και των κυνηγών. Οι κυνηγοί την λατρεύουν με την επίκληση Ἀγροτέρα 54 και συνηθίζουν μετά το κυνήγι να της αφιερώνουν ή να κρεμούν στα δέντρα προς τιμήν της τα κέρατα των θηραμάτων τους, τους χαυλιόδοντες ή το δέρμα τους 55. Ως Λαφρία 56 λατρευόταν στην Πάτρα, στη Μεσσήνη και αλλού με ένα ολοκαύτωμα κατά το οποίο έριχναν στην πυρά κάθε είδους ζώα, μικρά και μεγάλα, ήμερα και άγρια... Τέλος, ως Ἐλαφηβόλος ή Ἐλαφία 57 (εικ. 4), η Άρτεμη λατρεύεται στα Ἐλαφηβόλια, γιορτή που επίσης περιλάμβανε θυσία ζώων σε πυρά, καθώς και την προσφορά ζυμωτών ομοιωμάτων ελαφιών στο ιερό 58. Φαίνεται λοιπόν πως το φυσικό περιβάλλον της Άρτεμης είναι η άγρια φύση. Η θεά ζει και κινείται στα βουνά -ο Σιμωνίδης την αποκαλεί ὀρείδρομον (PMG 519.35b.7, και PMG 37.4)-, τα λιβάδια, τα ποτάμια 59. Για τον λόγο αυτό και τα ιερά της βρίσκονται σε άγριες απόμακρες περιοχές, όπου υπάρχει βλάστηση και υγρασία 60. Μάλιστα πολλά από αυτά βρίσκονται συνήθως σε παραμεθόριες, συνοριακές περιοχές συχνά αμφισβητούμενης κυριότητας, κάτι που για κάποιους δείχνει την ετερότητα του χαρακτήρα της 61. 52 Παπαχατζής: 1987: 133. Για την εξέλιξη της εικαστικής αναπαράστασης της Άρτεμης βλέπε: Κοντής 1967: 192-194 Κahil 1981 (b): 737-753 Lafond 1992: 427-431 Beaumont 1998: 78-93 Ley 2002: 67-68. 53 Burckhardt 1930: 60 Simon 1985: 159 Bevan 1986: 2 Bell 1993: 72 Lonsdale 1993: 173-184. 54, Ομ. Φ 471, Σχόλια στον Αλκμ. 886.3-4 PGM, Βακχυλ. Επιν. 11.37, Ξενοφ. Κυν. 6.13.2. 55 Π.A. vi. 111, 255. Βλέπε και: Burkert 1985: 149 Ley 2002: 63. 56 Παυσ. 7.8.8-13, 31.7, Καλλ. Υ. Α. 98 κ.ε., Λουκιαν. de Syr. Deα 49. Βλέπε και: Graves 1960, τομ.1: 86 Harrison 1963: 112-114 Burkert 1985: 27 Bevan 1986: 74, 76, 162 Παπαχατζής 1987: 133-134 Lafond 1992: 424-428, 2006: 291-294 Jennings 1996: 104 Ley 2002: 64-65 Cole 2004: 183, 203 Connelly 2007: 106. 57 Ανακρ. 348.1, carmina convivalia 886.3-4, Πλουτ. Δειπν. 15.50.18, εικ. 4. 58 Πλουτ. Ηθ. 244 b-d. Rouse 1975: 298 Burkert 1985: 63 Simon 1985: 155 Bevan 1986: 100-104 Παπαχατζής: 1987: 160 Dowden 1989: 42 Lafond 2006: 258. 59 Nilsson 1949: 131 Simon 1985: 152 Vernant 1985: 17-18 Jennings 1996: 104 Ley 2002: 63 Cole 2004: 191-194 Mikalson 2005: 142. Ειδικά για τη σχέση της θεάς με τα βουνά βλέπε: Buxton 1994: 81-96 Jost 1994: 220 Cole 1999-2000: 474-475 Langdon 2000: 467-470. 60 Dietrich 1962: 137 Simon 1985: 162 Jost 1994: 219-220, 222 Calame 1997: 142-143 Voyatzis 1998 (a): 147 Cole 2004: 181, 191-194. Πρβλ. την επωνυμία της Λιμνάτις, η οποία έχει άμεση σχέση με το υγρό στοιχείο. 61 Vernant 1985: 10-11, 17-18, 33, 1991: 207-214, 255-257 Luraghi 2008: 16-17. Για την τυπολογία της τοποθεσίας των ιερών της Άρτεμης βλέπε: Cole 1998: 27-30, 2004: 178-188, 198-201. 11

Εικόνα 4 Ωστόσο η Άρτεμη δεν είναι αποκλειστικά θεά της άγριας φύσης αλλά έχει σχέση και με την πόλη 62. Άλλωστε ο Δίας της χάρισε τρὶς δέκα πτολίεθρα 63, όπου θα τιμάται και θα λατρεύεται. Στις πόλεις λοιπόν εμφανίζεται με επικλήσεις όπως Βουλαία και Εὒκλεια στην Αγορά της Αθήνας, και αντίστοιχα Βουληφόρος στη Μίλητο 64. Τέλος υπάρχει και η λατρεία της Άρτεμης Βραυρωνίας στην Ακρόπολη, για την οποία όμως θα γίνει λόγος σε επόμενο κεφάλαιο. Η θεά στην πόλη προστατεύει τους πολίτες φροντίζοντας τα ήθη τους και βοηθώντας τους να παίρνουν σωστές αποφάσεις για τις κοινές υποθέσεις. Επιπλέον ως θεά της πόλης, που συνδέεται με την κοινωνία των ανθρώπων και μεριμνά για τις ανθρώπινες υποθέσεις, είναι επόμενο η Άρτεμη να συνδέεται και με έναν άλλο τομέα δράσης των ανθρώπων, τον πόλεμο 65. Πολεμικά χαρακτηριστικά έχει και ως Ἀγροτέρα 66, στην οποία αποδόθηκε η νίκη στον Μαραθώνα εναντίον των Περσών κι έκτοτε επικράτησε η θυσία πεντακοσίων αιγών προς τιμήν της σε κάθε επέτειο της μάχης. Παρόμοια και η νίκη στη ναυμαχία της Σαλαμίνας αποδόθηκε στην επιφάνεια της Άρτεμης Μουνυχίας 67, η οποία εμψύχωσε τον στρατό και τον οδήγησε στη νίκη, ενώ αυτοί πολεμούσαν μέσα στο σκοτάδι, και γι αυτό την ονόμασαν Φωσφόρο 68, και κάθε χρόνο διοργάνωναν ιστιοπλοϊκούς αγώνες προς τιμήν της. Επιπλέον ο Θεμιστοκλής 62 Dietrich 1988: 61 Jennings 1996: 104 Cole 2004: 194-197. 63 Καλλιμ. Υ. Α. 33. Για τον Ύμνο στην Άρτεμη βλέπε αναλυτικότερα σε: McKay 1963: 243-256 Bing- Urhmeister 1994: 19-34 Fain 2004: 45-56. 64 Πλουτ. Αριστ. 20.6.3-5, 20.7.1-8, Παυσ. 9.17.1-2.5. Για την Άρτεμη Βουλαία γνωρίζουμε από σωζόμενες επιγραφές: Simon 1985: 156 Mikalson 1998: 113 Sourvinou-Inwood 2000 (a): 25. Για την Άρτεμη Εύκλεια βλέπε: Burckhardt 1930: 72 Braund 1980: 184-185 Simon 1985: 157, 178 Παπαχατζής 1987: 133, σημ.1. Τέλος, για την Άρτεμη Βουληφόρο γνωρίζουμε επίσης από επιγραφές: Robertson 1983: 149 Simon 1985: 156 Ferguson 1989: 82. 65 Για τη σχέση της θεάς με τον κατεξοχήν θεό του πολέμου Άρη κάνει λόγο η Simon, 1985: 164-165. 66 Αριστοτ. Αθ. Πολ. 58.1.1, Παυσ. 1.19.6.3-4. Βλέπε: Harrison 1963: 125 Guthrie 1968: 100 des Places 1969: 52 Linders 1975: 20, 66 Burkert 1983: 65, 1985: 60, 151 Lloyd-Jones 1983: 91 Bevan 1986: 168 Παπαχατζής 1987: 160 Ferguson 1989: 198 Bell 1993: 73 Zaidman 2001: 20-21 Ley 2002: 63 Connelly 2007: 134. 67 Ξενοφ. Ελλ. 2.4.11.5-7. Για την Άρτεμη Μουνυχία θα γίνει λόγος παρακάτω. 68 Κλημ. Αλεξ. Στρωμ. 1.24.163.1-3. Για την Άρτεμη Φωσφόρο γνωρίζουμε από σωζόμενες επιγραφές: Farnell 1896: 458-459 Παλαιοκρασσά 1983: 91, 95 Scalon 1990: 81 Mikalson 1998: 194-195 Ley 2002: 66 Connelly 2007: 152. 12

αφιέρωσε ένα ιερό στη θεά στην Αθήνα, όπου αυτή λατρευόταν με το όνομα Ἀριστοβούλη, γιατί χάρη σ αυτήν οι Έλληνες πήραν τη σωστή απόφαση να αναμετρηθούν με τον στόλο των Περσών 69. Ωστόσο η Άρτεμη δεν είναι πολεμική θεά με την έννοια της συμμετοχής στη μάχη, δηλαδή δεν παρεμβαίνει όπως ο Άρης ή η Αθηνά έμπρακτα αλλά έμμεσα, καθοδηγώντας και σώζοντας τους πολεμιστές. Αυτή την ιδιότητα δηλώνει και η επίκλησή της ως Ἡγεμόνης και Σώτειρας 70. Βοηθά τον στρατό που προστατεύει, χαρίζοντάς του πνευματική διαύγεια και ορθή κρίση, ενώ αντίθετα προκαλεί στον εχθρό σύγχυση και πανικό. Φαίνεται λοιπόν πως οι αρχαίοι πίστευαν πολύ στη συμμετοχή της Άρτεμης στη μάχη, ώστε συχνά, μόλις πριν τη συμπλοκή θυσίαζαν μια αίγα μπροστά στο στράτευμα και στον εχθρό, προσδοκώντας πως με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν την εύνοιά της κι επομένως θα εξασφαλίσουν την αίσια έκβαση του αγώνα 71. Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της Άρτεμης είναι η παρθενική της φύση 72. Είναι θεά αγέρωχη και αδάμαστη και ζει μια ζωή αφιερωμένη στην ἁγνεία, κάτι που απαιτεί και από τους ακολούθους της. Είναι γνωστά τα παραδείγματα παρθένων (με την έννοια εδώ της σεξουαλικής αποχής) συντρόφων της θεάς, ανδρών και γυναικών. Παράδειγμα αποτελεί ο Ιππόλυτος 73, ο ασκητισμός του οποίου προκάλεσε την οργή της Αφροδίτης, θεότητας εντελώς αντίθετης από την Άρτεμη 74, με αποτέλεσμα την καταστροφή του. Επίσης γνωστός είναι ο μύθος της Αταλάντης, η οποία σκότωνε τους μνηστήρες της 75, καθώς και της Καλλιστώς, την οποία η Άρτεμη μεταμόρφωσε σε αρκούδα όταν ανακάλυψε την εγκυμοσύνη της 76. Μάλιστα λέγεται πως η ηρωίδα αυτή ήταν αρχικά θεά-άρκτος που απορροφήθηκε από την Άρτεμη, η οποία πήρε την επίκληση Καλλίστη, ή ακόμη πως η ηρωίδα δημιουργήθηκε από την επωνυμία της θεάς 77. Η Άρτεμη αποκλείει τον έρωτα από τη ζωή της, η ίδια όμως δεν είναι 69 Πλουτ. Θεμ. 22.2-3. Rouse 1975: 120 Burkert 1985: 258 Simon 1985: 165, 177-178 Ferguson 1989: 196-197 Cole 2004: 188-191 Mikalson 2005: 169 Lafond 2006: 288 Connelly 2007: 32. 70 Για την Άρτεμη ως Ἡγεμόνη και Σώτειρα βλέπε: Παυσ. 1.40.2-3, 2.31.1.1-3, 8.37.1.2-4, 8.47.6. Kerenyi 1966: 162 Simon 1985: 157-158 Vernant 1985: 26, 1991: 246, 249 Bevan 1986: 185 Κακριδής 1986: 349 Ferguson 1989: 198 Lafond 1992: 414, 422 Bell 1993: 73 Lonsdale 1993: 165-166 Jost 1994: 222, 1998: 220 Pretzler 1998: 102 Ley 2002: 66. 71 Vernant 1985: 25-28 Sissa-Detienne 2000: 220 Zaidman 2001: 69-70. Ειδικά για τη θυσία στην Άρτεμη πριν από τη μάχη βλέπε: Vernant 1988: 221-239, 1991: 244-257. 72 Farnell 1896: 447-449 Guthrie 1968: 102 Burkert 1983: 60-62, 1985: 150 Simon 1985: 159 Lafond 1992: 411 Downing 1999: 173 Hansen 2004: 117 Csapo 2005: 267-268. 73 Ευρ. Ιππολ. Περισσότερα για τον Ιππόλυτο βλέπε σε: Burckhardt 1930: 119 Méautis 1959: 98-99 Harrison 1963: 122-125 Pucci 1977: 184-190 Braund 1980: 184-185 Grimal 1980: 321-322 Burkert 1983: 61, 1985: 150 Garland 1985: 18, 44 Gould 1985: 28-29 Guépin 1968: 14 Bell 1993: 72 Buxton 1994: 120 Lyons 1996: 91-92, 100-101 Calame 1997: 241-242 Downing 1999: 183 Zaidman 2001: 127-129 Morford-Lenardon 2003: 210-224 Hansen 2004: 119 Lefkowitz 2005: 215-218. 74 Méautis 1959: 99 Κahil 1977: 97 Simon 1985: 178 Lyons 1996: 92 Calame 1997: 124-125, 240-242 Downing 1999: 183 Morford-Lenardon 2003: 210-212 Csapo 2005: 267. 75 Ξενοφ. Κυν. 13.18, Οβιδ. Μετ. 10.565-599, Παυσ. 3.24.2.4-8. Απολλ. Βιβλ. 1.69.4-71.8, 3.105-109, Καλλιμ. Υμ.Αρ. 215-224. Βλέπε και: Grimal 1980: 116-117 Vernant 1985: 21-23 Κακριδής 1986: 247 Seaford 1988: 124-125 Scalon 1990: 102-103. 76 Οβιδ. Μετ. 2.409-541, Παυσ. 8.3.6-4, Ερατ. Καταστερ. 1.8.R6, 1.8.D. 77 Παυσ 8.35.8-9.1. Βλέπε: Burckhardt 1930: 72 Graves 1960, τομ.1: 84, 86, υποσ. 4 Harrison 1963: 116-117 Rose 1964: 114, 118-119 Kerenyi 1966: 158-159 Guthrie 1968: 104 Παπαχατζής 1978: 15 Burkert 1979: 6-7, 1985: 150-151 Grimal 1980: 340-341 Simon 1985: 151 Κακριδής 1986: 160, 164 Puhvel 1987: 136 Henrichs 1988: 242-277 Seaford 1988: 124 Ferguson 1989: 131 Scalon 1990: 103-104 Gantz 1993: 98 Leeming-Page 1994: 139 Jennings 1996: 104 Lyons 1996: 98-99 Nielsen 1998: 32-33 Ley 2002: 64 Morford-Lenardon 2003: 206-207 Hansen 2004: 119 Hard 2004: 191. Περισσότερα για τη σχέση της Καλλιστώς με τη θεά βλέπε: Sale 1965: 12-34. 13

ασεξουαλική όπως η Αθηνά 78. Αντίθετα προκαλεί συχνά την ερωτική επιθυμία, όπως συνέβη με τον ποταμό Αλφειό 79, ο οποίος προσπάθησε να σμίξει ερωτικά μαζί της, αλλά και με τον κυνηγό Ωρίωνα 80, που επίσης επιχείρησε να τη βιάσει, προκαλώντας έτσι την εκδίκησή της. Με θάνατο τιμώρησε η Άρτεμη και τον Γίγαντα Τιτυό 81, όταν αυτός προσπάθησε βιάσει την μητέρα της θεάς Λητώ. Τέλος ο Ακταίωνας 82, ο οποίος είδε απλώς την Άρτεμη να λούζεται γυμνή, τιμωρήθηκε από τη θεά γι αυτό, κάτι που δείχνει πως σε θέματα αγνότητας η Άρτεμη δεν αφήνει περιθώρια για οίκτο και συγχώρεση. Η Άρτεμη λοιπόν είναι η νεαρή Παρθένος, η οποία, όταν δεν επιδίδεται στο κυνήγι, χορεύει με μια συνοδεία Νυμφών, των οποίων και είναι χοραγός 83. Στο μύθο και στη λογοτεχνία η Άρτεμη εμφανίζεται πολύ συχνά να χορεύει. Στον Ομηρικό Ύμνο προς τιμήν της είναι εξάρχουσα του χορού των Μουσών και των Χαρίτων (Ομ. Υμ..Αρ. 11-16), στον Ύμνο του Καλλιμάχου (1-5) ζητά από τον Δία για συντροφιά έναν χορό από εξήντα Ωκεανίδες. Και είναι τόσο συνηθισμένη η εικόνα αυτή της Άρτεμης ώστε ο Αίσωπος (Παροιμ. 9.1) αναφέρει σε μια παροιμιακή φράση: Ποῦ γὰρ ἡ Ἄρτεμις οὐκ ἐχόρευσεν; Στην αρχαιότητα ο μυθικός αυτός χορός αποτελούσε το θεϊκό πρότυπο 84, το οποίο μιμούνταν τα κορίτσια στους χορούς τους 85 κατά τις τελετές προς τιμήν της Άρτεμης και άλλων θεοτήτων. Δεν είναι τυχαίο πως τα κορίτσια που χόρευαν παρομοιάζονταν συχνά ως προς την ομορφιά με την Άρτεμη ή άλλες θεότητες 86. Άλλωστε για τη σύγκριση αυτή υπάρχει στην περίφημη ομηρική παρομοίωση (Ομ. ζ 102-109) 87 το μυθικό παράδειγμα της Ναυσικάς, η οποία ξεχωρίζει ανάμεσα στις ακολούθους της όπως η Άρτεμη ανάμεσα στις Νύμφες: οἵη δ Ἄρτεμις εἶσι κατ οὔρεα ἰοχέαιρα, ἢ κατὰ Τηΰγετον περιμήκετον ἢ Ἐρύμανθον, τερπομένη κάπροισι καὶ ὠκείῃσ ἐλάφοισι τῇ δέ θ ἅμα Νύμφαι, κοῦραι ιὸς αἰγιόχοιο, ἀγρονόμοι παίζουσι γέγηθε δέ τε φρένα Λητώ πασάων δ ὑπὲρ ἥ γε κάρη ἔχει ἠδὲ μέτωπα, 78 Για τη σχέση ανάμεσα στις δυο θεές βλέπε: Guthrie 1968: 102 Burkert 1985: 150 Lévêque 1985: 245-246 Larson 1997: 255 Downing 1999: 178-180. 79 Παυσ. 6.22.8.5-10.6, Στραβ. Γεωγρ. 8.3.12.28-39. Βλέπε: Graves 1960, τομ.1: 84-86 Grimal 1980: 78 Simon 1985: 174 Κακριδής 1986: 162, 334 Lonsdale 1993: 230 Hard 2004: 192 Lafond 2006: 258. 80 Ομ. Σ 486-488, Απολλοδ. Βιβλ. 1.27.2-8. Βλέπε και: Guerber 1952: 63-64 Graves 1960, τομ.1: 151-184 Rose 1964: 115-117 Grimal 1980: 112 Bevan 1986: 221 Κακριδής 1986: 160 Jennings 1996: 104 Morford-Lenardon 2003: 207 Hard 2004: 188, 192. 81 Ομ. λ 576-580, Πινδ. Πυθ. 4.90-92, Απολλοδ. Βιβλ. 1.23, Παυσ. 3.18.16.1. Βλέπε και: Grimal 1980: 112 Κακριδής 1986: 160 Bell 1993: 73. 82 Ησιοδ. αποσπ. 217A.1-5, Ευρ. Βακχ. 337-342, Απολλοδ. Βιβλ. 3.30-32, Παυσ. 9.2.3-4.4, Οβίδ. Μετ. 3.131-205. Βλέπε: Burckhardt 1930: 119 Guerber 1952: 64-65 Méautis 1959: 99 Kerenyi 1966: 158 Guépin 1968: 13 Grimal 1980: 69-70 Simon 1985: 153-154 Κακριδής 1986: 160 Veyne 1988: 73 Lacy 1990: 26-42 Gantz 1993: 98 Buxton 1994: 91-92 Leeming-Page 1994: 139 Lyons 1996: 92 Morford-Lenardon 2003: 203-206 Hansen 2004: 119 Hard 2004: 192. 83 Nilsson 1949: 124 Jeanmaire 1975: 319 Lloyd-Jones 1983: 91 Dowden 1989: 102-105 Lonsdale 1993: 53-54, 65-66 Calame 1997: 42 Larson 1997: 249-257. 84 Burkert 1985: 103 Easterling 1985: 46 Lonsdale 1993: 59, 71-75 Larson 1997: 254, 257. 85 Για τους τελετουργικούς χορούς των κοριτσιών στην αρχαιότητα έχουν μιλήσει διεξοδικά στα έργα τους ο Lonsdale: 1993 και ο Calame: 1997. 86 Lonsdale 1993: 208-210. 87 Βλέπε: Méautis 1959: 97 Perlman 1983: 122 Burkert 1985: 150 Simon 1985: 151 Thornton 1985: 616-617 Lonsdale 1993: 228-229 Calame 1997: 42 Larson 1997: 249. 14

ῥεῖά τ ἀριγνώτη πέλεται, καλαὶ δέ τε πᾶσαι ὣς ἥ γ ἀμφιπόλοισι μετέπρεπε παρθένος ἀδμής. Η σχέση της Άρτεμης με τον χορό φαίνεται και από λατρευτικά της επίθετα, όπως Καρυάτις, από το οποίο παίρνουν το όνομά τους και οι γνωστές Καρυάτιδες που χόρευαν προς τιμήν της 88, Κορδάκα, προσωνυμία που προέρχεται από τον γνωστό οργιαστικό χορό κόρδακα 89, και Κορυθαλία 90, στη λατρεία της οποίας χόρευαν οι λεγόμενες Κορυθαλίστριες. Τη σχέση της λατρείας της θεάς με τον χορό επιβεβαιώνουν και διάφορες μυθικές διηγήσεις: η ίδια η Άρτεμη ως Ἀλφειαία παρενοχλείται από τον Αλφειό ενώ χορεύει σε μια παννυχίδα με τις νύμφες. Επίσης, ο Θησέας απάγει την Ελένη ενώ αυτή χορεύει στο ιερό της Άρτεμης Ὀρθίας στη Σπάρτη 91. Γενικά είναι πλήθος οι παραδόσεις από τη σφαίρα του μύθου ή της ιστορίας, που θέλουν νεαρά κορίτσια να απάγονται ή να βιάζονται ενώ χορεύουν στο ιερό της θεάς, λόγου χάρη της Άρτεμης Καρυάτιδος και της Λιμνάτιδος 92. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι που ισχυρίζονται πως πολλοί από τους χορούς αυτούς των νεαρών κοριτσιών αποτελούσαν μέρος τελετών μετάβασης στην ενηλικίωση και πως αντίστοιχα πολλοί από τους μύθους της θεάς ήταν ιδρυτικοί, δηλαδή έπαιζαν ρόλο αιτιολογικό για τις τελετές αυτές. Γι αυτό το θέμα όμως θα γίνει λόγος παρακάτω. Επιπλέον, η Άρτεμη έχει στενή σχέση με την ανατροφή των νέων και είναι γνωστός ο ρόλος της ως κουροτρόφου 93, ως προστάτιδας δηλαδή των εφήβων. Μάλιστα στη Σπάρτη τελούνταν στο ιερό της Άρτεμης Κορυθαλίας προς τιμήν της τα Τιθηνίδια, μια γιορτή στην οποία συμμετείχαν οι τροφοί μαζί με τα μικρά αγόρια που αυτές φρόντιζαν 94. Η θεά προστατεύει ιδιαίτερα τα νεαρά κορίτσια καθώς συνδέεται άμεσα με τον βιολογικό κύκλο της γυναίκας 95, ο οποίος ξεκινά με την πρώτη έμμηνο ρύση, συνεχίζει με τη διακόρευση κατά την πρώτη επαφή και ολοκληρώνεται στη γέννηση του πρώτου παιδιού. Σχετικά με τον ρόλο αυτό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Άρτεμη ως Ἀπαγχομένη, για την οποία η King 96 έγραψε μια αξιόλογη μελέτη, στην οποία εξηγεί πώς η θεά, αν και η ίδια, ως παρθένος, κατά έναν περίεργο τρόπο, δεν 88 Πλουτ. Αρτ. 18.2.2-3, Παυσ. 3.10.7.1-7, 4.16.9.5, Αθην. Δειπν. 2.1.93.23-24, Πολυδ. 11. Βλέπε και: Bosanquet 1906 (c): 339 Κahil 1965: 28 Kerenyi 1966: 161 Κακριδής 1986: 162 Παπαχατζής 1987: 171 Cartledge-Spawforth 1989: 205 Lonsdale 1993: 223, 229 Calame 1997: 149-156 Cole 1998: 28 King 2002: 87 Lafond 2006: 257. 89 Παυσ. 6.22.1-6. Βλέπε επίσης και: Bosanquet 1906 (c): 339 Κahil 1965: 28 Kerenyi 1966: 162 Παπαχατζής 1987: 172. 90 Bosanquet 1906 (c): 339 Bowra 1961: 66 Κahil 1965: 28 Kerenyi 1966: 162 des Places 1969: 53 Παπαχατζής 1984: 18, 1987: 171 Bevan 1986: 278 Calame 1997: 169-174. 91 Πλουτ. Θησ. 29-31. Βλέπε και: Page 1951: 80 Bowra 1961: 66 Jeanmaire 1975: 511-512 Lloyd- Jones 1983: 95 Κακριδής 1986: 223 Puhvel 1987: 141 Sourvinou-Inwood 1988: 52-53 Lonsdale 1993: 183-185, 222-223 Calame 1997: 159-160, 162 Dillan 2002: 212-213 Cole 2004: 202, 228. 92 Παυσ. 4.4.2-3, 7.20.8-9.8, Στραβ. Γεωγρ. 8.4.9. Βλέπε επίσης: Jones 1968: 33 Burkert 1985: 85 Vernant 1985: 18, 1991: 246, υποσ. 11 Bevan 1986: 144-145 Calame 1997: 142-149 Dillan 2002: 213 Luraghi 2008: 16-17, 275-277. 93 Rose 1964: 113 des Places 1969: 53 Jeanmaire 1975: 259 Lévêque 1985: 246, 249 Simon 1985: 159 Vernant 1985: 20-24 Κακριδής 1986: 163, 1991: 210 Παπαχατζής 1987: 131-132 Jennings 1996: 104 Voyatzis. 1998 (b): 138 Dillan 2002: 222 Hard 2004: 187. 94 Αθην. 4.16.35-46, Πολεμ. 86.23-33. Βλέπε και: Bosanquet 1906 (c): 339 Simon 1985: 159 Calame 1997: 169-171. 95 Girard 1972: 62-70 Burkert 1979: 16, 1998: 73-79 Lloyd-Jones 1983: 99 Sourvinou-Inwood 1988: 62 Dowden 1989: 2-3 Downing 1999:175 Dillan 2002: 249-251 King 2002: 79-83 Morford- Lenardon 2003: 208 Cole 2004: 209-213. 96 King 2002: 85-92. Επίσης βλέπε: Παυσ. 8.23.6-7, και: Guépin 1968: 82, 98 Frazer 1996: 428-429 Calame 1997: 164 Cole 1998: 31-32, 2004: 205-209 Dillan 2002: 230. 15

έχει έμμηνο ρύση (είναι δηλαδή ἀπαγχομένη, εδώ πνιγμένη, καθώς εμποδίζεται η ροή του αίματος, με αποτέλεσμα την αίσθηση ασφυξίας) είναι ωστόσο προστάτιδα των κοριτσιών κατά το ξεκίνημα του γυναικολογικού τους κύκλου, και τις ανακουφίζει από το αίσθημα της ασφυξίας που προκαλείται από τις διαταραχές της περιόδου. Αξίζει να σημειωθεί πως η Άρτεμη ονομάζεται Λυσίζωνος 97, επειδή οι κοπέλες της αφιέρωναν τη ζώνη τους, το λύσιμο της οποίας επιτρεπόταν μόνο σε δύο περιπτώσεις, πριν από τη διακόρευση και πριν από τον τοκετό. Τέλος, έχει ήδη γίνει λόγος για την Άρτεμη ως Ειλείθυια, στην οποία αποδιδόταν ο αίσιος τοκετός των γυναικών αλλά και ο θάνατός τους στη γέννα 98, αλλά και για την Άρτεμη ως Ἐφεσία, Σελήνη και Εκάτη, κατεξοχήν θεότητες της γονιμότητας και της ευτοκίας. Φαίνεται επομένως πως η παρουσία της Άρτεμης συνοδεύει τη γυναίκα σε κάθε στάδιο της ζωής της. 2.3 Λατρείες και μυητικές τελετές Η Άρτεμη λοιπόν είναι μία από τις θεότητες του Ολυμπιακού πάνθεου με τις περισσότερες λατρείες στην ελληνική, και όχι μόνο, επικράτεια. Λόγω της ιδιότητάς της ως κουροτρόφου, δηλαδή ως προστάτιδας των νέων, η λατρεία της έχει συνδεθεί με τελετές 99 μετάβασης των νέων, τόσο των κοριτσιών όσο και των αγοριών, από την εφηβεία στην ενήλικη ζωή. Είναι πολλοί οι μελετητές εκείνοι, οι οποίοι σε πολλές από τις λατρείες της θεάς εντοπίζουν ενδείξεις που ενισχύουν την άποψη αυτή. Παράλληλα διακρίνουν και σε ορισμένους μύθους 100 της θεάς ένα μυητικό υπόβαθρο, οπότε τους ονομάζουν αιτιολογικούς 101, καθώς αυτοί, κατά τη γνώμη τους, αποτελούν το μυθικό παράδειγμα, το μυθικό αἴτιον για τις μυητικές τελετές (παράρτημα i). Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμη μια αναφορά γενικά στις μυητικές τελετές. Οι τελετές αυτές ονομάζονται και διαβατήριες (rites of passage), καθώς στη διάρκειά τους συντελείται το πέρασμα, η μετάβαση του νέου στην ενήλικη ζωή. Στο πέρασμα αυτό του νέου στην ωρίμανση ο van Gennep 102 διέκρινε τρία στάδια: τον αποχωρισμό του μυουμένου από την προτέρα κατάσταση, δηλαδή την παιδική ηλικία (separation), την περιθωριοποίησή του για ένα χρονικό διάστημα και τη μετάβασή του προς μια νέα κατάσταση (transition), και τέλος την επανένταξή του στην ενήλικη ζωή, στην κοινωνία των ενηλίκων (incorporation). Στη διάρκεια της περιθωριοποίησης οι νέοι αποκλείονται από την κοινότητα για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο επικρατεί μια αντιστροφή (reversal) της καθιερωμένης τάξης των πραγμάτων. Ζουν ως περιθωριακοί στη φύση, γυμνοί ή ξυπόλητοι, συχνά φορούν ρούχα του αντίθετου 97 Ευρ. Ιππολ. 161-169, Θεοκρ. Ειδ. 17. 60-61. Βλέπε επίσης: van Straten 1981: 90-91 Burkert 1985: 70 Parker 1990: 346 Cole 1998: 34, 2004: 208, 211 Downing 1999: 175-176 Dillan 2002: 23 King 2002: 88-90. 98 Rouse 1975: 251 Lloyd-Jones 1983: 95-96 Κακριδής 1986: 164-165 Gantz 1993: 97 Jennings 1996: 104 Hard 2004: 187. 99 Για τον ορισμό και τα χαρακτηριστικά της τελετουργίας (ritual) βλέπε: Burkert 1979: 37, 57 Rappaport 1999: 24-26 Humphrey-Laidlaw 2007: 255-257 Kyriakidis 2007: 10 McCauley-Lawson 2007: 255-257 Renfrew 2007: 113, 116. Γενικότερα για τις τελετουργίες βλέπε: Bell 1992: 19-54 Rappaport 1999: 23-58. 100 Για το μύθο, τον ορισμό του και την προέλευσή του βλέπε: Kirk 1970: 8-12 Fontenrose 1971: 52-60 Burkert 1979: 57, 1983: 34, 1988: 10-12 Doty 1986: 10 Puhvel 1987: 127-128 Bremmer 1988: 1-7 Buxton 1994: 155-165 Καρακάντζα 2004: 25-35 Csapo 2005: 132-133. 101 Rose 1950: 286-287 Doty 1986: 77 Graf 2003 (b): 15-19. 102 van Gennep 1965: 10-11. 16

φύλου 103 ή μεταμφιέζονται, κάτι που σημαίνει τη συμβολική αλλαγή της ταυτότητάς τους, και τρέφονται με ό,τι εξασφαλίζουν από τη φύση. Επιπλέον μυούνται στη σεξουαλική ζωή, υποβάλλονται σε συχνά βίαιες δοκιμασίες, σωματικές και ψυχικές, σε σκληραγώγηση και σε εκφοβισμούς, συχνά μάλιστα βιώνουν ακόμη και έναν συμβολικό θάνατο, ώστε στο τρίτο στάδιο να αναγεννηθούν συμβολικά και να επανενταχθούν ως ενήλικοι πλέον στην κοινότητα. Παράλληλα, μέσω χορών 104 και τραγουδιών διδάσκονται τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις και τις αξίες της κοινωνίας τους και ασκούνται σε δραστηριότητες χρήσιμες για τη ζωή του ενηλίκου. Έτσι στο τελευταίο στάδιο της επανένταξής τους στην κοινωνία είναι πλέον ολοκληρωμένοι ενήλικοι πολίτες και έτοιμοι να συμμετάσχουν ως ενεργά πλέον μέλη στη συλλογική ζωή της κοινότητας γενικά, και της οικογένειας που οι ίδιοι θα δημιουργήσουν ειδικότερα. Οι άνδρες θα γίνουν σωστοί πολίτες, σύζυγοι και πολεμιστές, και οι γυναίκες ικανές οικονόμοι, σύζυγοι και μητέρες 105. Ο τριμερής αυτός διαχωρισμός του van Gennep αποτέλεσε στο εξής γνώμονα για πολλούς μελετητές, οι οποίοι πλέον αναζητούσαν στις λατρείες και στους μύθους την τριμερή αυτή δομή. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι που οδηγήθηκαν σε υπερβολές. Στην πραγματικότητα κάθε μύθος και κάθε λατρεία δεν είναι αναγκαστικά μυητικοί και είναι αρκετοί αυτοί που χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό με επιφυλάξεις. Μάλιστα οι Dodd και Faraone εξέδωσαν ένα συλλογικό τόμο 106, όπου διατυπώνονται προβληματισμοί σχετικά με την έννοια της μύησης (initiation), και τη σχετική τρέχουσα ορολογία, και η θεωρία αυτή αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη. Λόγου χάρη, ο Graf 107 επισημαίνει το πρόβλημα της απουσίας μιας γενικής ορολογίας στην αρχαία γλώσσα για την έννοια της μύησης. Υπάρχουν βέβαια τοπικοί όροι οι οποίοι φαίνεται πως χρησιμοποιούνταν για εφηβικές τελετές (puberty rites), όπως η κρυπτεία στη Σπάρτη, η ἐφηβεία, και η ἀρκτεία για την Αθήνα, καθώς και ρήματα, όπως το κουρίζειν στον Όμηρο και στον Ησίοδο, και το νεβρίζειν στη Θεσσαλία. Σε γενικές γραμμές πάντως ο Graf αντιμετωπίζει τον χαρακτηρισμό των μύθων και των τελετουργιών ως μυητικών με σκεπτικισμό, καθώς πιστεύει πως, με εξαίρεση την Κρήτη και τη Σπάρτη, οι περισσότερες μυητικές τελετές με τον καιρό αντικαταστάθηκαν από άλλου τύπου τελετές ή θεσμούς, χάνοντας έτσι τον αρχικό μυητικό τους χαρακτήρα. Επιπλέον πιστεύει πως η τριμερής δομή του van Gennep πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή, καθώς την θεωρεί πολύ υποτυπώδη για τον ασφαλή χαρακτηρισμό των μύθων και των τελετών ως μυητικών. Είναι αλήθεια πως ο όρος μύηση θα πρέπει να χρησιμοποιείται με σύνεση, ωστόσο, όταν σε ένα μύθο συγκεντρώνονται και τονίζονται με ιδιαίτερη έμφαση στοιχεία που έχουμε αναφέρει, όπως η απομόνωση, η αντιστροφή της φυσικής τάξης και οι δοκιμασίες, των οποίων η ύπαρξη δε μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά μέσα στο μύθο, τότε είναι δυνατόν να υποθέσουμε την ύπαρξη ενός μυητικού υπόβαθρου για τον μύθο αυτό ή για την τελετή που τυχόν αυτός αιτιολογεί 108. Όσον αφορά τις λατρείες της Άρτεμης ειδικά, φαίνεται πως αρκετές έχουν χαρακτήρα πιθανόν μυητικό. Είδαμε πως η Άρτεμη, ως κουροτρόφος, συμπαρίσταται 103 Για τη λεγόμενη παρενδυσία βλέπε σε: Kirk 1970: 19 Burkert 1979: 29 Calame 1997: 145-146. 104 Ειδικά για τον χορό ως μέρος της μετάβασης του νέου στην ενηλικίωση κάνει λόγο ο Lonsdale, 1993: 169-205. 105 Yerkes 1953: 43-36 Kirk 1970: 19 Cazeneuve 1971: 261-281 Foley 1982: 170 Lloyd-Jones 1983: 98-101 Buxton 1994: 332 Calame 1997: 11-14, 101 Ley 2002: 63 Dodd 2003: 71-73, 81-82 Καρακάντζα 2004: 96-99. 106 Initiation and Other Ancient Greek Rituals and Narratives, New Critical Perspectives, 2003. 107 Graf 2003 (b): 7-20. 108 Kirk 1970: 19. 17

στους νέους, ιδιαίτερα στα κορίτσια κατά τη διαδικασία της ενηλικίωσης. Το κρίσιμο σημείο στην περίπτωση αυτή είναι η πρώτη έμμηνος ρύση για τα κορίτσια, και τελική φάση της ενηλικίωσης είναι ο γάμος 109. Για τον λόγο αυτό τα κορίτσια πριν από τον γάμο αφιέρωναν στην Άρτεμη ως προτέλεια τις ζώνες τους, αλλά και τα σύμβολα της παιδικής τους ηλικίας, παιχνίδια, μπάλες και κούκλες. Η πρακτική αυτή θεωρείται πως έχει μυητικό χαρακτήρα καθώς σηματοδοτεί την εγκατάλειψη της παιδικής ηλικίας και τη μετάβαση των εφήβων στην κοινωνία των ενηλίκων 110. Παράλληλα επικρατούσε το έθιμο πριν από τον γάμο οι νέοι, αγόρια και κορίτσια, να αφιερώνουν στη θεά έναν βόστρυχο από τα μαλλιά τους 111, το λεγόμενο κουρεῖον, κάτι που συμβόλιζε την έξοδο του νέου από την παιδική ηλικία. Η αφιέρωση μαλλιών γινόταν όχι μόνο στη Άρτεμη αλλά και σε άλλες κουροτρόφους θεότητες, καθώς επίσης και στον ακόλουθό της Ιππόλυτο (Ευρ. Ιππολ. 1423-1430), ο οποίος, αν και αιώνια παρθένος, προστάτευε ωστόσο τους νέους, όπως και η θεά, κατά την εγκατάλειψη της παρθενικής ζωής και την εισαγωγή τους στον έγγαμο βίο 112. Υπάρχουν αρκετοί μύθοι της Άρτεμης, οι οποίοι φαίνεται πως έχουν περιεχόμενο μυητικό. Ένας τέτοιος μύθος είναι και αυτός που αιτιολογεί τη λατρεία της Άρτεμης Ἡμερασίας ή Ἡμέρας, στους Λουσούς της Αρκαδίας 113. Κατά τον μύθο, οι Προιτίδες ασέβησαν προς τη θεά Ήρα με αποτέλεσμα να τιμωρηθούν με οίστρο και να καταδικαστούν σε αέναη περιπλάνηση. Κατά μία εκδοχή ο πατέρας τους προσέφερε θυσία στην Άρτεμη, η οποία θεράπευσε τις κοπέλες, και αυτές στη συνέχεια οδηγήθηκαν στο γάμο. Είναι ξεκάθαρη εδώ η αντιστοιχία του μύθου με τα στάδια της μυητικής τελετής, και η κατάσταση αγριότητας των νεανίδων παραπέμπει στο δεύτερο στάδιο της περιθωριοποίησης, ώσπου στο τέλος τα κορίτσια δαμάζονται και ολοκληρώνουν το πέρασμά τους από την παρθενική εφηβεία στο τρίτο στάδιο, την ενήλικη ζωή και τον έγγαμο βίο. Η ίδια η προσωνυμία της Άρτεμης άλλωστε δηλώνει αυτή την εξημέρωση των ανώριμων ερωτικά κοριτσιών και την υποταγή τους στο ζυγό του γάμου 114. Επιπλέον η Ήρα, προς την οποία ασέβησαν οι Προιτίδες, είναι η κατεξοχήν προστάτιδα του γάμου και της μητρότητας 115. Φαίνεται λοιπόν πως το περιεχόμενο του μύθου αυτού που εξηγεί τη λατρεία της θεάς είναι μυητικό. Επιπλέον, αρκετές από τις λατρείες της Άρτεμης αιτιολογούνται από μύθους οι οποίοι βασίζονται στο μοτίβο της απαγωγής ή του βιασμού της κοπέλας ενώ αυτή χορεύει. Αυτό συμβαίνει γιατί κατά την εφηβική ηλικία το κορίτσι, λίγο προτού μεταβεί στο στάδιο της ενηλικίωσης, έχει αρχίσει να διεγείρει την ερωτική επιθυμία, όμως αρνείται ακόμη να ενδώσει σε έναν άνδρα, προκαλώντας έτσι τη βίαιη αντίδρασή του. Η βία αυτή που ασκεί ο άνδρας έχει ερμηνευτεί μεταφορικά ως η εξημέρωση του αδάμαστου σεξουαλικά κοριτσιού, και λέγεται πως οι μύθοι που ακολουθούν το σχήμα αυτό παρουσιάζουν συμβολικά τη μύηση της κοπέλας μέσω του γάμου στην ενήλικη ζωή. Η μύηση αυτή γίνεται μέσα από μια βίαιη πράξη -στην πραγματικότητα η διακόρευση της κοπέλας θεωρείται πράξη βίας-, που στο μύθο 109 van Straten 1981: 90-91 Downing 1999: 182 Dillan 2002: 234-235. 110 Rouse 1975: 249-250 Perlman 1983: 122 Calame 1997: 145 Kron 1998: 207-208 Dillan 2002: 229 Cole 2004: 211 Mikalson 2005: 152. 111 Jeanmaire 1975: 258 Rouse 1975: 240-242 Robertson 1983: 145, 150 Zaidman 2001: 35 Dillan 2002: 215 Faraone 2003: 60. Γενικά για τις τελετές, κατά τις οποίες οι νέοι μάκραιναν τα μαλλιά τους και στη συνέχεια τα έκοβαν προς τιμήν κάποιας θεότητας, βλέπε: Leitao 2003: 109-129. 112 Pucci 1977: 184-185 Braund 1980: 185 Foley 1985: 22 Κακριδής 1986: 162. 113 Βακχ. Επιν. 11, Παυσ. 8.18.7-8, Στραβ. Γεωγρ. 8.3.19.22-24. Για το ιερό της θεάς βλέπε: Jost 1998: 194-195 Morgan 1998: 417-419 Voyatzis 1998 (a): 135. 114 Για το μύθο και την ερμηνεία του βλέπε: Simon 1985: 162 Κακριδής 1986: 178-181 Seaford 1988: 118-136 Dowden 1989: 71-95 Scalon 1990: 105 Calame 1997: 116-119 Dillan 2002: 67. 115 Calame 1997: 113-123. 18

συμβολίζεται με τον βιασμό ή την απαγωγή και παραπέμπει στο μεταιχμιακό στάδιο (liminality-liminal period 116 ) πριν από τη μετάβαση του μυουμένου στη νέα κατάσταση 117. Το μοτίβο αυτό συναντάται, όπως είδαμε, σε αρκετούς μύθους στους οποίους εμφανίζεται η θεά. Παράδειγμα αποτελεί ο μύθος της Ελένης, την οποία απήγαγε ο Θησέας από το ιερό της Άρτεμης Ὀρθίας. Στον Ομηρικό Ύμνο στην Αφροδίτη (117-125), η θεά, έχοντας πάρει τη μορφή θνητής, αφηγείται στον Αγχίση πώς την απήγαγε ο Ερμής, ενώ αυτή χόρευε προς τιμήν της Άρτεμης. Παρομοίως και στον μύθο της Άρτεμης Λιμνάτιδος, νεαρές Λακεδαιμόνιες κοπέλες βιάστηκαν στο ιερό της θεάς από Μεσσήνιους στρατιώτες, ενώ αυτές την λάτρευαν. Την ίδια τύχη είχαν και οι κοπέλες της Βραυρώνας, καθώς τις απήγαγαν Λήμνιοι στρατιώτες, ενώ εκείνες λάτρευαν την Άρτεμη Βραυρωνία 118. Τέλος, παρόμοιο θέμα έχει και ο μύθος της Άρτεμης Καρυάτιδος, σύμφωνα με τον οποίο ο Μεσσήνιος Αριστομένης, κατά την επιστροφή του από τη μάχη με τους Σπαρτιάτες, απήγαγε τις Καρυάτιδες από το ιερό της θεάς, τις οποίες επιχείρησαν να βιάσουν οι στρατιώτες του. Οι κοπέλες αυτοκτόνησαν, κάτι που παραπέμπει στο συμβολικό θάνατο του τρίτου σταδίου των μυητικών τελετών. Επίσης, πολλοί μύθοι της Άρτεμης που σχετίζονται με κάποιες λατρείες της θεάς μπορούν να αναχθούν στο εξής σχήμα: μυθική πράξη αφοσίωσης -αδυναμία αφοσίωσης -τιμωρία από τη θεά -εξευμενισμός μέσω ενός τελετουργικού, το οποίο επαναλαμβάνει συμβολικά σε περιοδικά διαστήματα την αρχική πράξη αφοσίωσης 119. Η δομή αυτή θυμίζει την τριμερή δομή της μετάβασης στην ενηλικίωση του van Gennep, και συγκεκριμένα φαίνεται πως η αρχική πράξη ευσέβειας αντιστοιχεί στην αρχική κατάσταση του εφήβου κατά την παιδική ηλικία, η αδυναμία ευσέβειας στο στάδιο της περιθωριοποίησης του νέου, η τιμωρία, η οποία περιλαμβάνει συχνά τον θάνατο του ενόχου, αντιστοιχεί στο συμβολικό θάνατο του μυουμένου κατά το μεταιχμιακό αυτό στάδιο, και τέλος ο εξευμενισμός της θεάς και η αποκατάσταση της πράξης ευσέβειας αντιστοιχεί στην επανένταξη του νέου στη ζωή της κοινότητας 120. Ανάμεσα στα παραδείγματα αυτού του τύπου μύθων και λατρειών είναι η λατρεία της Άρτεμης Ἐφεσίας. Σύμφωνα με τον μύθο, οι Εφέσιοι κάποτε αμέλησαν τη συνηθισμένη προσφορά στην Άρτεμη, εκείνη οργίστηκε, τους τιμώρησε με λοιμό, και εξευμενίστηκε μόνο όταν οι Εφέσιοι επανόρθωσαν τιμώντας την με προσφορές. Παρόμοια και στο μύθο της Άρτεμης Ἀπαγχομένης (Παυσ. 8.23.6-7) κάποια παιδιά ενώ έπαιζαν δέσανε το άγαλμα της Άρτεμης, οι κάτοικοι του χωριού τα τιμώρησαν με λιθοβολισμό, κάτι που εξόργισε τη θεά, η οποία έστειλε αρρώστια στις γυναίκες. Το μαντείο συμβούλεψε να ταφούν τα παιδιά με τιμές, έτσι οι σχέσεις με τη θεά αποκαταστάθηκαν. Έχει ήδη γίνει λόγος για τη σχέση της Άρτεμης ως Ἀπαγχομένης με τον γυναικολογικό κύκλο των κοριτσιών. Ομοίως στο μύθο της Άρτεμης Τρικλαρίας 121, η ένωση της ιέρειας της Άρτεμης Κομαιθούς με τον Μελάνιππο μέσα στο ιερό της, προκάλεσε την οργή της θεάς, η οποία θα εξευμενιζόταν με την άμεση θανάτωση των νέων αυτών, και την ετήσια θυσία στο εξής δυο νέων. Η θυσία αυτή αργότερα αντικαταστάθηκε με θυσία ζώου. 116 Για τον όρο βλέπε περισσότερα σε: Cazeneuve 1971: 272 van Straten 1985: 39 Doty 1986: 91-98 Polinskaya 2003: 109-129. 117 Calame 1997: 93, 112. 118 Ηροδ. 6.138.1-7, Φιλοχ. αποσπ. 3b.328, F. 119 Για σχήμα αυτό βλέπε περισσότερα σε: Lonsdale 1993: 185-186, 222-223 Calame 1997: 151-154 Cole 1998: 27-32. 120 Calame 1997: 101. 121 Παυσ. 7.19.1-3. Βλέπε και: Lloyd-Jones 1983: 90-91 Παπαχατζής 1987: 132 Lafond 1992: 418-419, 423-427, 2006: 292-295 Graf 2000: 266 Dillan 2002: 258 Connelly 2007: 41. 19

Το ίδιο μοτίβο συναντάται και στον μύθο της Άρτεμης Βραυρωνίας, σύμφωνα με τον οποίο ένα κορίτσι πείραξε την αρκούδα που βρισκόταν στο ιερό. Η αρκούδα τότε το γρατσούνισε και τα αδέλφια του κοριτσιού την σκότωσαν, εξοργίζοντας έτσι τη θεά, η οποία για να εξευμενιστεί ζήτησε στο εξής όλα τα κορίτσια πριν από τον γάμο να διεξάγουν τελετές προς τιμήν της. Παρόμοιο μύθο είχε και η Άρτεμη Μουνυχία, κατά τον οποίο η θεά ζήτησε, ως εξιλέωση για τη θανάτωση της αρκούδας, τη θυσία ενός κοριτσιού. Τέλος, κατά τον μύθο της λατρείας της Άρτεμης Ὀρθίας, κάποτε ξέσπασε στο ιερό της θεάς διαμάχη ανάμεσα στους κατοίκους των τεσσάρων οικισμών της Σπάρτης, γεγονός που προκάλεσε την οργή της θεάς, ώστε όσοι δε σκοτώθηκαν στη συμπλοκή έπεσαν νεκροί. Το μαντείο συμβούλεψε να χύνεται κατά καιρούς αίμα στο βωμό της Άρτεμης, ώστε να κατευναστεί η οργή της. Η δομή των μύθων αυτών εύκολα μπορεί να αντιπαραβληθεί με την τριμερή δομή της μετάβασης στην ενηλικίωση. Οι δύο τελευταίες αυτές λατρείες θα αποτελέσουν το αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας. Πρόκειται για δύο από τις σημαντικότερες λατρείες της Άρτεμης στην Ελλάδα, τη λατρεία της Άρτεμης Βραυρωνίας στον ομώνυμο οικισμό έξω από την Αττική, και της Άρτεμης Ὀρθίας στον ποταμό Ευρώτα, κοντά στη Σπάρτη. Δυστυχώς είναι λίγες οι σωζόμενες πηγές, λογοτεχνικές ή αρχαιολογικές, οι οποίες θα μπορούσαν να διαφωτίσουν την έρευνα κι επομένως δεν είναι δυνατόν να παρουσιάσουμε με βεβαιότητα το περιεχόμενο και τη μορφή της λατρείας, η οποία επιπλέον διεξαγόταν με κάποια μυστικότητα 122 στο απώτατο παρελθόν. Ωστόσο, μέσα από τη μελέτη όσων στοιχείων έχουμε στη διάθεσή μας σχετικά με τα λατρευτικά δρώμενα προς τιμήν της θεάς, θα επιχειρήσουμε να κατανοήσουμε τη φύση των δύο αυτών λατρειών και να δώσουμε μια εικόνα, η οποία θα ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν περισσότερο στην πραγματικότητα. 3. ἈΡΤΕΜΙΣ ΒΡΑΥΡΩΝΙΑ Ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή της Βραυρώνας έφεραν στο φως ένα αρχαίο ιερό δωρικού ρυθμού προς τιμήν της Άρτεμης Βραυρωνίας. Η χρονολόγηση των ευρημάτων ανάγεται στα κλασικά χρόνια, την εποχή επανακατασκευής του ναού λόγω της καταστροφής του από πλημμύρα. Η τοποθεσία του ιερού είχε όλα τα χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν στη φύση της θεάς Άρτεμης ήταν κατάφυτη, περιβαλλόταν από λόφους και δάση, και είχε έντονη υγρασία καθώς κοντά της έρρεε ο ποταμός Ερασινός. Την εικόνα αυτή περιγράφουν και οι στίχοι του Ευριπίδη (Ι. Α. 1543-1544) ἐπεὶ γὰρ ἱκόμεσθα τῆς ιὸς κόρης/ Ἀρτέμιδος ἄλσος λείμακάς τ ἀνθεσφόρους 123. Η λατρεία της Άρτεμης στο ιερό της Βραυρώνας χρονολογείται από τη γεωμετρική εποχή, ενώ παρουσιάζει ιδιαίτερη άνθηση κατά το τέλος του 6 ου και στο πρώτο μισό του 5 ου αι. π.χ. 124. Πρόκειται για τη γιορτή Βραυρώνια, στην οποία συμμετείχαν οι κοπέλες της Αθήνας και μυούνταν έτσι στη θρησκευτική ζωή της πόλης. Μια φορά κάθε τέσσερα χρόνια τα κορίτσια εγκατέλειπαν για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τη ζωή στην οικογένεια και αναχωρούσαν για το ιερό της Άρτεμης. Εκεί διέμεναν πιθανότατα σε ένα κτίσμα, το οποίο ονομαζόταν 122 Είναι πολύ πιθανό κάποια μέρη της τελετής να κρατούνταν κρυφά: Perlman 1983: 126. 123 Κοντής 1967: 165-169 Peradotto 1969: 244 Lloyd-Jones 1983: 92 Ferguson 1989: 211-212 Osborne 1994: 147-151 Cole 1998: 41, 2004: 229. 124 Κοντής 1967: 163 Osborne 1994: 148. 20