75 ΚEΦΑΛΑΙΟ 3 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΥΝΑΜΙΚΟ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΩΝ: ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
76
77 Κεφάλαιο 3: Παραγωγικό υναµικό Καταλυµάτων: Χαρακτηριστικά 3.1. Εισαγωγικά Σε γενικούς όρους, οι παραγωγικές µονάδες καταλυµάτων διακρίνονται σε ξενοδοχεία και Λοιπά Καταλύµατα. Στην κατηγορία των ξενοδοχείων περιλαµβάνονται τα καθαυτό ξενοδοχεία, τα και κλασικού τύπου αποκαλούµενα, και τα προς αυτά εξοµοιούµενα καταλύµατα, ήτοι τα ξενοδοχεία τύπου Motel, τα ξενοδοχεία τύπου επιπλωµένων διαµερισµάτων, και τα ξενοδοχεία µικτού τύπου, στα οποία συνυπάρχουν τα στοιχεία του ξενοδοχείου κλασικού τύπου και του ξενοδοχείου τύπου επιπλωµένων διαµερισµάτων. Στην οµάδα των κυρίων ξενοδοχειακών καταλυµάτων εντάσσονται, ως εξοµοιού- µενα προς αυτά, και τα Hostels. Πρόκειται περί καταλυµάτων τα οποία, βάσει του ορισµού που δίνει ο ΠΟΤ, προορίζονται πολύ συχνά για ειδικές οµάδες χρηστών (πχ. ΧΑΝ, ΧΕΝ κ.ο.κ.), προσφέρουν φθηνές βασικές υπηρεσίες και τυγχάνουν ειδικής εποπτείας και ελέγχου. Η µορφή αυτή καταλυµάτων είναι πολύ µικρής ποσοτικής σηµασίας. Στα Λοιπά Καταλύµατα, κάπως χαλαρά, εντάσσονται τα καλούµενα ενοικιαζόµενα δωµάτια, τα ενοικιαζόµενα επιπλωµένα διαµερίσµατα και οι οργανωµένες κατασκηνώσεις (campings). Τα κύρια ξενοδοχειακά καταλύµατα, τα οποία κατά τα ανωτέρω διακρίνονται σε τρεις βασικές επιµέρους κατηγορίες, κατατάσσονται αναλόγως της λειτουργικής τους µορφής το πολύ σε πέντε κατηγορίες, εκφραζόµενες σε αριθµό αστέρων 11. Ανώτατη κατηγορία είναι τα 5 αστέρων (πολυτελείας µε βάση την µέχρι τώρα ελληνική πρακτική) και κατώτατη είναι τα ενός αστέρος (τέταρτη και πέµπτη κατηγορία). Τα κριτήρια, βάσει των οποίων κατατάσσονται σε κατηγορίες αναφέρονται βασικώς στην ποικιλία των παρεχοµένων υπηρεσιών και όχι σε ποιοτικά κριτήρια, όπως είναι πχ. η ποιότητα κατασκευής, η ποιότητα υλικών κ.ο.κ., το µέγεθος δε αυτών δεν µπορεί να υπολείπεται των δέκα δωµατίων. Πρέπει να σηµειωθεί ότι στην κατηγορία 1 αστέρος «κατατάσσονται µόνον ξενοδοχεία προερχόµενα από µετατροπές υφισταµένων κτιρίων και όχι ξενοδοχεία τα οποία ανεγείρονται εξ υπ αρχής». Τα ξενοδοχεία επιπλωµένων διαµερισµάτων κατατάσσονται και αυτά σε 5 κατηγορίες, όπως ακριβώς τα κλασικού τύπου, ενώ τα τύπου Motel σε 2 κατηγορίες (4 και 3 αστέρων) και τα µικτού τύπου σε, επίσης, 2 κατηγορίες (5 και 4 αστέρων). 11 Βλ. Προεδρικό ιάταγµα υπ αριθ. 43, ΦΕΚ 43/7.3.2002. 77
78 Τα Motel ιδρύονται «απαραιτήτως επί οδικών αρτηριών µεγάλης κυκλοφορίας που ενώνουν µεγάλα αστικά ή τουριστικά κέντρα και εµφανίζουν σηµαντική κίνηση αυτοκινήτων». Οι ανωτέρω κατηγορίες κυρίων ξενοδοχειακών καταλυµάτων ορίζονται και ρυθµίζονται µε το Π.. 43/7.3.2002. Η δεύτερη µεγάλη (ισοδύναµη, ίσως, προς την πρώτη, ποσοτικώς) κατηγορία είναι τα καλούµενα ενοικιαζόµενα δωµάτια και ενοικιαζόµενα επιπλωµένα διαµερίσµατα. Η κατηγορία αυτή καταλυµάτων ρυθµίζεται µε το Π.. 337/28.12.2000, στο οποίο γίνεται διάκριση των ακολούθων λειτουργικών µορφών. (α) Ενοικιαζόµενα δωµάτια σε συγκρότηµα µέχρι 10 δωµατίων και, κατ εξαίρεση, µέχρι 15 δωµατίων, αν πρόκειται για υφιστάµενα και λειτουργικά καταλύµατα. (β) Ενοικιαζόµενα επιπλωµένα διαµερίσµατα σε συγκρότηµα µέχρι 20 δω- µατίων, συνυπολογιζοµένων και των καθιστικών, και (γ) Μικτή µορφή σε συγκρότηµα µέχρι 20 δωµατίων. Οι ανωτέρω µορφές καταλυµάτων ιεραρχούνται στην συνέχεια µε κριτήριο την εν ευρεία έννοια ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν, µε κλίµακα περίπου αντίστοιχη µε εκείνη των αστεριών, προκειµένου περί ξενοδοχείων, σε 4 κατηγορίες. ιακριτικό της ποιοτικής καταστάσεως είναι ο αριθµός των κλειδιών. Η ανώτατη κατηγορία είναι 4 κλειδιών και η κατώτατη 1 κλειδιού. Η ανωτέρω δεύτερη µεγάλη οµάδα καταλυµάτων, τα λοιπά καταλύµατα όπως ονοµάζονται προς διάκριση από τα κύρια ξενοδοχειακά, περιλαµβάνει τις οργανωµένες τουριστικές κατασκηνώσεις (campings) µε οικίσκους. Όπως ορίζεται στην σχετική απόφαση πρόκειται για «υπαίθριους χώρους, όπου παρέχεται η δυνατότητα διαµονής, σίτισης και αναψυχής τουριστών, οι οποίοι διαθέτουν ίδια µέσα µεταφοράς και διανυκτέρευσης, περιλαµβάνουν δε κοινόχρηστους κλειστούς χώρους υποδοχής, εστίασης και υγιεινής πελατών Επιπλέον, παρέχεται η δυνατότητα κατασκευής µικρού αριθµού υπνοδωµατίων» 12. Πρόκειται για ειδική οµάδα καταλυµάτων, η οποία δεν εµπίπτει ούτε στην µεγάλη οµάδα των κυρίων ξενοδοχειακών καταλυµάτων, ούτε στην οµάδα των ενοικιαζοµένων δωµατίων και ενοικιαζοµένων επιπλωµένων διαµερισµάτων, στην οποία κάπως χαλαρά εντάσσονται και συναποτελούν την οµάδα των λοιπών καταλυµάτων. 12 ΦΕΚ 557/23.10.1987. Τεύχος Β. 78
79 Όπως θα δειχθεί στα επόµενα, η οµάδα Λοιπά Καταλύµατα δεν υστερεί ποσοτικά της δυναµικότητας των κυρίων ξενοδοχειακών καταλυµάτων. 3.2. Αριθµός Ξενοδοχειακών Εκµεταλλεύσεων, και : Κατανοµή και Αξιολόγηση Με βάση τα ανωτέρω, το καταλυµατικό δυναµικό της χώρας διακρίνεται σε 2 οµάδες: (α) στο ξενοδοχειακό, στο οποίο εντάσσονται τα κύρια ξενοδοχειακά καταλύµατα (4 µορφές) και τα Hostels και (β) στο Λοιπό Καταλυµατικό υναµικό, το οποίο περιλαµβάνει τα ενοικιαζόµενα δωµάτια και επιπλωµένα διαµερίσµατα (3 µορφές), καθώς και τα Campings. Η συνολική δυναµικότητα των ξενοδοχειακών καταλυµάτων της χώρας κατανεµόµενη κατά κατηγορία έχει ως ακολούθως (Πίνακας 3.1): Ξενοδοχεία και Εξοµοιούµενα Πίνακας 3.1 υναµικό Ξενοδοχειακών Καταλυµάτων (1) Αριθµός Μονάδων, και 2004 Εκµεταλλεύσεις ωµάτια Κλίνες (σε χιλ.) Μέσο Μέγεθος σε δωµάτια % Κατανοµή Κατηγορίες Εκµ/σεις ωµ. (5*) Πολυτελείας 108 22.349 43.278 206,9 1,3 6,6 (4*) Α Κατηγορία 867 89.257 169.944 109,2 10,2 26,3 (3*) Β Κατηγορία 1.579 80.716 153.743 51,1 18,6 23,7 (2*) Γ Κατηγορία 4.311 118.980 223.781 27,6 50,9 35,0 (1*) +Ε Κατηγορία 1.606 28.664 55.173 17,8 19,0 8,4 Κατηγορίες 8.471 339.966 645.919 40,1 100,0 100,0 (1) Αφορά τα καταλύµατα που πραγµατικά λειτουργούσαν τη συγκεκριµένη χρονική στιγµή. Πηγή: ΞΕΕ (30.06.2004). Τα στοιχεία των Πινάκων 3.1, 3.2, 3.3 και Π.1 του Παραρτήµατος (Παράρτηµα Κεφ. 3, στο τέλος του Κεφαλαίου 3), οδηγούν σε µια σειρά διαπιστώσεων. (α) Το µέσο µέγεθος της ξενοδοχειακής µονάδας είναι 40,1 δωµάτια (76,3 κλίνες). Μέγεθος προφανώς µικρό. 79
80 (β) Το 44% των εκµεταλλεύσεων, ήτοι 3.715 ξενοδοχειακές εκµεταλλεύσεις σε σύνολο 8.471 έχουν µέσο µέγεθος µικρότερο των 16 δωµατίων, στο ποσοστό δε αυτό εκµεταλλεύσεων αντιστοιχεί µόλις το 14% του συνολικού αριθµού δωµατίων. (γ) Το 43,6% των δωµατίων αντιστοιχεί σε µέγεθος ξενοδοχειακής µονάδος 1-50 δωµατίων (Μ.Ο. 21,6) και το 14,1% σε µέγεθος 1-20 δω- µατίων (Μ.Μ.12,9). Τα µεγέθη αυτά είναι χαρακτηριστικά των πολύ µικρών µονάδων µε κριτήριο ταξινοµήσεως την απασχόληση. (δ) Το κατά τα άνω ποσοστό δωµατίων (1-20) που αντιστοιχεί σε κάθε κατηγορία αυξάνεται σε αντίστροφη φορά προς την κατηγορία καταλυµάτων. Στα πολυτελείας µόνο το 0,9% των δωµατίων της εν λόγω κατηγορίας εµπίπτει στο µέγεθος 1-20, το ποσοστό δε αυτό αυξάνεται εκθετικώς και γίνεται 68% για την κατηγορία Ε. (ε) Η οµάδα των µικροµεσαίων ξενοδοχειακών µονάδων, βάσει του υιοθετηθέντος εδώ ορισµού (1-100 δωµάτια), περιλαµβάνει το 64% του συνόλου των ξενοδοχειακών δωµατίων και το 93% των εκµεταλλεύσεων. (στ) Οι µεγάλες και πολύ µεγάλες µονάδες (άνω των 100 δωµατίων) αντιπροσωπεύουν µόλις το 36% του δυναµικού ξενοδοχειακών καταλυµάτων και το 7,0% των εκµεταλλεύσεων, µε µέσο µέγεθος 203 δωµάτια. Τα πολύ µεγάλα άνω των 500 δωµατίων τα οποία αριθµούν 20 µονάδες, έχουν µέσο µέγεθος 614 δωµάτια. Αν ως µικροµεσαία ξενοδοχεία ορίσουµε τα έχοντα µέγεθος 1-200 δωµάτια, που είναι εγγύτερα προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα, τότε οι ΜΜΕ αντιπροσωπεύουν το 80% των δωµατίων. Οι µεγάλες και πολύ µεγάλες µε 20% των δωµατίων αντιπροσωπεύουν µόλις το 2,4% των εκµεταλλεύσεων µε µέσο µέγεθος 328 δωµάτια. (ζ) Η φυσιογνωµία της ανωτέρω κατανοµής υποδεικνύει ότι η όποια αναφορά στο µέλλον των µικροµεσαίων ξενοδοχειακών µονάδων αποτελεί κατ ουσία αναφορά στο µέλλον της ξενοδοχίας εν συνόλω. (η) Υπάρχει σαφής σχέση µεταξύ µέσου µεγέθους εκµεταλλεύσεως και κατηγορίας ξενοδοχείου. Είναι χαρακτηριστικό, εν προκειµένω, ότι οι κατηγορίες Γ, και Ε, δηλ. 2 και 1 αστέρων, ανήκουν σχεδόν στο σύνολό τους στην οµάδα των µικροµεσαίων. Μόνο 3 µονάδες Γ κατηγορίας σε σύνολο µικροµεσαίων 8.268 έχουν µέσο µέγεθος άνω των 200 δωµατίων. Το χαρακτηριστικό αυτό από µόνο του υπογραµµίζει την ύπαρξη προβλήµατος ποιότητας στο ξενοδοχειακό προϊόν, αφού το 43,0% των δωµατίων αντιπροσωπεύεται από την εν λόγω οµάδα (2 και 1 αστέρων). 80
81 (θ) Έτι περαιτέρω, οι µικρές και πολύ µικρές µονάδες (1-50) δωµάτια, µε σύνολο εκµεταλλεύσεων 6.862 (81%), αντιπροσωπεύουν τη µερίδα του λέοντος, µε 148.393 δωµάτια, σε σύνολο µικροµεσαίων (έως 200 δωµάτια) 273.357 δωµατίων ήτοι 54,3%. Για τα µέχρι 100 δωµάτια το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 80,0%. (ι) Η συγκέντρωση δωµατίων σε κάθε κατηγορία µε κριτήριο το µέγεθος των καταλυµάτων διαφοροποιείται εντόνως. Στα πολυτελείας το 49,8% των δωµατίων περιλαµβάνεται σε µονάδες 201-500 δωµατίων. Το αντίστοιχο υψηλό ποσοστό συγκεντρώσεως για τα Α κατηγορίας είναι 42,8%. Στο ίδιο διάστηµα µεγέθους η συγκέντρωση στα Β κατηγορίας είναι µόλις 5,2% κ.ο.κ. Παρατηρείται τα µεγάλα ποσοστά συγκεντρώσεως, υπό την έννοια του πλήθους των δωµατίων, να αυξάνονται καθώς κινούµεθα από τα µεγάλα προς τα µικρότερου µεγέθους ξενοδοχεία. Πχ. Στα Β κατηγορίας ο υψηλότερος βαθµός συγκεντρώσεως (35,8%) παρατηρείται στο µέγεθος 51-100 δωµατίων. Στις Γ και κατηγορίες το υψηλότερο ποσοστό συγκεντρώσεως, 50,7% και 46,3% αντιστοίχως, παρατηρείται στο µέγεθος 21-50 δωµατίων. Τέλος, στην Ε κατηγορία η αιχµή (45,6%) αντιστοιχεί στο πολύ µικρό µέγεθος 11-20 δωµατίων. (ια) Στις πρώτες τρεις κατηγορίες ξενοδοχείων, οι οποίες κατά τεκµήριο προσφέρουν ευρύτερη ποικιλία και υψηλότερη ποιότητα υπηρεσιών, αντιστοιχεί µόλις το 30,1% των ξενοδοχειακών εκµεταλλεύσεων και το 56,6% των δωµατίων. Στις 5 κατηγορίες το µέσο µέγεθος ξενοδοχειακής µονάδος διαβαθµίζεται ως ακολούθως. Πίνακας 3.2 Μέσο Μέγεθος Ξενοδοχειακής Μονάδας κατά Κατηγορία Κατηγορία Μέσος αριθµός Μερίδιο σε δωµάτια Πολυτελείας 206,9 6,6 Α 102,9 26,3 Β 51,1 23,7 Γ 27,6 35,0 19,3 6,3 Ε 14,7 2,2 81
82 Η διαβάθµιση αυτή δείχνει µε σαφήνεια ότι, στα καθ ηµάς τουλάχιστον, το µέγεθος και πιθανότατα και η ποιότητα του προϊόντος πορεύονται οµορρόπως, υπογραµµίζοντας την κατεύθυνση προς την οποία ενδείκνυται να κινηθεί η πολιτική κεφαλαιακής ενισχύσεως των νέων καταλυµατικών µονάδων και αναβαθµίσεως των υφισταµένων. (ιβ) Η ανωτέρω εικόνα, αν εξέφραζε την υφισταµένη καταλυµατική πραγ- µατικότητα, θα ήταν ενδεχοµένως, µε αρκετή δόση επιείκειας, ανεκτή. Όπως, όµως, θα δειχθεί στα επόµενα, η προσθήκη των καλουµένων ενοικιαζοµένων δωµατίων και των οργανωµένων κατασκηνώσεων ανατρέπουν πλήρως τις εντυπώσεις. Εγείρουν δε σοβαρά ερωτηµατικά όσον αφορά στην καταλληλότητα του καταλυµατικού δυναµικού να ανταποκριθεί στην µεταβαλλόµενη ζήτηση και να συνεισφέρει θετικά στην αντιµετώπιση του απηνούς ανταγωνισµού που εκπηγάζει από τους καλούµενους νέους τουριστικούς προορισµούς προορισµούς απαλλαγµένους από βαρίδια του παρελθόντος όσον αφορά στα καταλύµατα και άλλες πλευρές του τουριστικού γίγνεσθαι. Με µόλις το 1/3 του ξενοδοχειακού δυναµικού να ανήκει στις 2 πρώτες κατηγορίες και το 43,4% να διαµοιράζεται µεταξύ των 3 κατωτέρων κατηγοριών, προδιαθέτει αρνητικά για την µέση ποιότητα των καταλυµατικών υπηρεσιών και κατ επέκταση της οικονοµικής ποιότητος των επισκεπτών. Όπως δε αναφέρθη καθ υπερβολήν στο προηγούµενο κεφάλαιο, µπορεί µεν υπό δυνητική έννοια η µικροµεσαία, αλλά ιδιαιτέρως η µικρή µονάδα, να προσφέρεται, ακριβώς λόγω του µεγέθους της, για την παροχή υπηρεσιών, τις οποίες αδυνατεί να προσφέρει η µεγάλη ή ακόµη και η µεσαία µονάδα, ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις σύµφωνα µε τις οποίες αυξάνεται ταχέως το ποσοστό των τουριστών που επιθυµεί ποικιλία υπηρεσιών, τις οποίες µόνον το µεγάλο και υψηλότερης κατηγορίας ξενοδοχείο µπορεί να προσφέρει. Από της απόψεως αυτής η κατάσταση δεν είναι η καλύτερη δυνατή να σκεφθεί δε κανείς ότι το ξενοδοχειακό τµήµα του τουριστικού προϊόντος είναι το συγκριτικώς υπέρτερο απ όλα τα ανθρωπογενή τµήµατα που συνθέτουν την ποιότητα του ελληνικού ολικού τουριστικού προϊόντος. Όπως θα δειχθεί στα επόµενα, η από ετών διαφαινόµενη κρίση του ελληνικού τουρισµού δεν είναι άσχετη και προς τον παράγοντα αυτόν. ιότι το προβαλλόµενο υπέρ των µικροµεσαίων επιχείρηµα, ότι δηλ. πολλά από τα κρίσιµα µειονεκτήµατα της µικροµεσαίας επιχειρήσεως θα µπορούσαν να θεραπευθούν µε συνεργασία και αλληλοκατανόηση λέγονται πολύ πιο εύκολα παρ όσον βρίσκουν εφαρµογή στην πράξη. 82
83 Πρέπει να επισηµανθεί, προεξοφλώντας συµπεράσµατα της µελέτης, ότι η ανωτέρω αναφερθείσα τάση, αυξηµένο ποσοστό των επισκεπτών να προτιµούν ποικιλία υπηρεσιών από το κατάλυµα, επιτείνεται στην περίπτωση της Ελλάδος, λόγω του µεγάλου µέσου αριθµού διανυκτερεύσεων που πραγµατοποιείται ανά επισκέπτη. Η µακρά διαµονή, είναι φυσικό, να καθίσταται περισσότερο ευχάριστη σε συνθήκες πλουραλισµού υπηρεσιών και ανέσεων υπηρεσιών, τις οποίες οι µικρές και πολύ µικρές αλλά και µεγάλο ποσοστό των µεσαίων αδυνατούν να παράσχουν. Το είδος των εν λόγω υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από εµφανείς οικονοµίες κλίµακας, και θα ήταν εξαιρετικώς δαπανηρή η παραγωγή τους από µια µικροµεσαία µονάδα. Η τιµή που θα απαιτείτο για την κάλυψη του αυξηµένου κόστους θα ήταν απρόσιτη για τον µέσου οικονοµικού επιπέδου τουρίστα. Από το άλλο µέρος, ένα επίσης συγκριτικά υψηλό ποσοστό των αλλοδαπών αλλά και εσωτερικών τουριστών πραγµατοποιούν οικογενειακής συγκροτήσεως διακοπές, για τις οποίες οι µικρού µεγέθους µονάδες δεν είναι και οι πλέον κατάλληλες. εν είναι δε αµελητέα η διαπίστωση, σύµφωνα µε την οποία στους αµεσότερα και ταχύτατα αναπτυσσόµενους τουριστικούς προορισµούς της Μεσογείου το µεγάλο ξενοδοχείο κατέχει δεσπόζουσα θέση. Είναι βέβαιο, ότι πέραν των άλλων παραγόντων που αυξάνουν την διεθνή ανταγωνιστικότητα των περιοχών αυτών (χαµηλό κόστος εργασίας, ισοτιµία ευρώ κτλ.), το µέγεθος του ξενοδοχείου ασκεί θετική επίδραση στην διαµόρφωση της ανταγωνιστικότητος του τουριστικού προϊόντος που προσφέρουν. Πίνακας 3.3 Ποσοστιαία Κατανοµή του υναµικού Ξενοδοχειακών Καταλυµάτων κατά Κατηγορία Κατηγορία Αριθµός Εκµετ/σεων Σωρευτικό Ποσοστό ωµάτια Σωρευτικό Ποσοστό (5*) Πολυτελείας 1,3 1,3 6,6 6,6 (4*) Α Κατηγορία 10,2 11,5 26,3 32,9 (3*) Β Κατηγορία 18,6 30,1 23,7 56,6 (2*) Γ Κατηγορία 50,9 81,0 35,0 91,6 (1*) +Ε Κατηγορία 19,0 100,0 8,4 100,0 100,0 100,0 Το τελευταίο συµπέρασµα θα τεκµηριωθεί πειστικότερα στα επόµενα, όπου θα επιδιωχθεί συγκριτική αξιολόγηση της καταλυµατικής υποδοµής της Ελλάδος και των αµεσότερα ανταγωνιστριών χωρών. 83
84 3.3. Ενοικιαζόµενα ωµάτια και ιαµερίσµατα 3.3.1. Εισαγωγή Τα ενοικιαζόµενα δωµάτια αποτελούν κατηγορία καταλυµάτων πολύ µικρού µεγέθους, το µέσο µέγεθος των οποίων είναι µικρότερο των 10 δω- µατίων, τόσον για το σύνολο της χώρας, όσον και για τις επιµέρους περιφέρειες. Συγκεκριµένα, για τις δηλωµένες 28.735 µονάδες σε όλη την χώρα, µε αριθµό κλινών 426.000 περίπου, το µέσο µέγεθος είναι της τάξεως των 7 δωµατίων (14,8 κλινών), µε ακραία χαµηλή τιµή τα 5,8 δωµάτια (Πελοπόννησος,. Ελλάδα) και ακραία υψηλή τιµή τα 8,4 δωµάτια (Κρήτη) 13. Πρόκειται σαφώς για καθαρά οικογενειακού χαρακτήρα παραγωγικές µονάδες, το 70% των οποίων βρίσκεται στις 5 νησιωτικές περιοχές της χώρας, µε προεξάρχοντα τα Ιόνια Νησιά που αντιπροσωπεύουν το 25% του συνόλου των ενοικιαζοµένων δωµατίων. Είναι µονάδες δηµιουργίας συµπληρωµατικού εισοδήµατος σε αγροτικές και ηµιαστικές περιοχές, οι οποίες παρέχουν καταλυµατικές υπηρεσίες κατά κύριο λόγο σε θερινού τύπου διακοπές, και απευθύνονται βασικώς σε χαµηλής εισοδηµατικής στάθµης τουριστικό πλήθος, στο οποίο, κατά τεκµήριο και κατά µέσον όρο, παρέχουν οµοίως χαµηλής στάθµης και εξαιρετικά περιορισµένης ποικιλίας υπηρεσίες. Το µεγαλύτερο ποσοστό των εν λόγω µονάδων καταλυµάτων δηµιουργήθηκαν στη σκιά του νόµου, λειτουργούν χωρίς τις ενδεδειγµένες προδιαγραφές και αντίστοιχη εποπτεία. Πρέπει να σηµειωθεί, µε βάση δηµοσιευµένα στοιχεία (ΕΣΥΕ), ότι ο αριθµός των κλινών των ενοικιαζοµένων δωµατίων που λειτουργούν µε σήµα ήταν µόλις 25.585 το 1977 και 64.598 το 1987 για να αυξηθούν σε 426.229 το 2004, ως αποτέλεσµα του εξαναγκασµού που ασκήθηκε από την αρµόδια αρχή (ΕΟΤ). Κατά πληροφορίες εκκρεµούν εισέτι αιτήσεις προς έγκριση και χορήγηση σήµατος, ενώ, όπως ήδη ανεφέρθη, εκτιµάται ότι υπάρχουν ακόµη αδήλωτα, λειτουργούντα χωρίς σήµα καταστήµατα αντιπροσωπεύοντα αριθµό κλινών της τάξεως των 150-200.000 (75-100.000 δωµάτια). Εάν η εκτίµηση αυτή είναι εγγύς της πραγµατικότητος συνάγεται, ότι το 50% του συνολικού δυναµικού κλινών αποτελείται από την κατηγορία ενοικιαζόµενα δωµάτια. Αποτελεί ένα αναµφισβήτητα απαραδέκτως υψηλό ποσοστό, το οποίο χωρίς να 13 Πρέπει να σηµειωθεί, ότι σύµφωνα µε κάπως διαισθητικής φύσεως εκτιµήσεις παραγόντων της ξενοδοχίας ο αριθµός των κλινών στην κατηγορία αυτή υπερβαίνει τις 600.000, οι οποίες κατανέµονται σε περίπου 40.000 µονάδες (εκµεταλλεύσεις). 84
85 παραγνωρίζεται η χρησιµότητα υπάρξεως τέτοιων µονάδων, και µάλιστα για πλείονες του ενός λόγους αποτελεί βαρίδι για την µέση ποιότητα του τουριστικού καταλυµατικού δυναµικού της χώρας. Στα επόµενα θα αναφερθούµε για τον αναγκαίο και θετικό ρόλο που τα εν λόγω καταλύµατα µπορούν να παίξουν, λόγω του µεγέθους τους, στην τουριστική ζωή της χώρας. Ωστόσο, το υψηλό µερίδιο που αντιπροσωπεύουν στον κλάδο των καταλυµάτων, εξ αυτών των ίδιων µειονεκτηµάτων που απορρέουν από το µέγεθος, προσδιορίζει όχι µόνο την ποιότητα και ποικιλία των υπηρεσιών που προσφέρουν, αλλά και την εισοδηµατική κατηγορία τουριστών, στην οποία θα απευθυνθούν και την εικόνα της τουριστικής Ελλάδος που θα διαµορφωθεί. 3.3.2. Χαρακτηριστικά Ενοικιαζομένων Δωματίων α) Μειονεκτήµατα Η ποιοτική στάθµη των ενοικιαζοµένων δωµατίων, όπως αυτή αντανακλάται στο θεσµικό πλαίσιο λειτουργίας τους είναι χαµηλή. Είναι χαµηλή a priori, ως µέσος όρος, βέβαια. Οι προϋποθέσεις χορηγήσεως του σήµατος είναι άκρως αποκαλυπτικές. Οι προϋποθέσεις αυτές περιορίζονται σε διαπίστωση υπάρξεως αποχετεύσεως και καθαρού ποσίµου ύδατος, συστήµατος πυρασφάλειας (πιστοποιητικό), πιστοποιητικό ποινικού µητρώου και υγείας του επιχειρηµατία, οικοδοµική άδεια και φορολογική ενηµερότητα. Σοβαρά θέµατα, όπως είναι οι συνθήκες υγιεινής των χώρων, το ελάχιστον των εξυπηρετήσεων που ενδείκνυται να παρέχονται, η καταλληλότητα του λειτουργούντος το κατάστηµα για την παροχή τέτοιου είδους υπηρεσιών και συναφή δεν εξετάζονται. Αυτά έχουν ως αποτέλεσµα, ακόµη και αν η τιµή είναι τόσον χαµηλή όσο και η ποιότητα (price for value), να δηµιουργείται αρνητική συνολική εικόνα για το τουριστικό γίγνεσθαι της χώρας. Πρέπει, συναφώς, να τονισθεί ότι στην πλειονότητά τους τα ενοικιαζόµενα δωµάτια συνιστούν συµπληρωµατική δραστηριότητα σε αγροτικές και ηµιαστικές περιοχές, µε µέτρια τουριστική συνείδηση και σχεδόν µηδενική τουριστική παιδεία. Τα στοιχεία αυτά δεν επιτρέπουν παραγωγή υπηρεσιών ανεκτής ποιότητας, συχνά δε ποιότητας κατωτέρας και της αντιστοιχούσας στην τιµή που προσφέρεται. Το αποτέλεσµα είναι, βεβαίως, δυσφήµηση, διότι ο πελάτης ενθυµείται συχνότερα την ποιότητα των υπηρεσιών, τις οποίες απήλαυσε παρ ότι την τιµή που πλήρωσε. Η διάσταση αυτή δεν επιτρέπεται να υποτιµάται. Ακόµη και αν η τιµή που πληρώνεται βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία προς την ποιότητα της παρεχοµένης τουριστικής υπηρεσίας, αν το επίπεδο της συγκεκριµένης ποιότητας δεν ικανοποιεί τον 85
86 καταναλωτή, οι εντυπώσεις που δηµιουργούνται είναι αρνητικές σε µεγάλο βαθµό, παρά το γεγονός ότι υπάρχει συνέπεια µεταξύ υποσχεθέντος επιπέδου υπηρεσιών και απαιτούµενης τιµής. Μια άλλη διάσταση, σηµαντική κατά την άποψή µας, αναφέρεται στο εκ του µεγέθους της µονάδος προσδιοριζόµενο ποιοτικό επίπεδο, το οποίο εκ των πραγµάτων ελκύει τουριστική µάζα, κατά µέσον όρο, περισσότερον οχλούσα σε πολλά επίπεδα (περιβαλλοντικό, ποιότητα ζωής των µονίµων κατοίκων, βλαπτικές επιδράσεις στις εγχώριες συµπεριφορές κ.ο.κ.), µε αποτέλεσµα να επιδεινώνονται οι αναπόφευκτες αρνητικές παρενέργειες της τουριστικής δραστηριότητας, και µάλιστα σε µακροπρόθεσµη βάση. Αυτή η διάσταση δεν πρέπει να ταυτισθεί µε κάποιου είδους ρατσιστική αντίληψη που ταυτίζει το βιοτικό επίπεδο µε συγκεκριµένου επιπέδου συµπεριφορά. Αποτελεί κοινή εµπειρία που αφορά κυρίως αλλοδαπούς τουρίστες που θέλει τους κυνηγούς φθηνών, χαµηλής ποιότητος καταλυ- µάτων να συνοδεύονται από µια σειρά οικονοµικών και µη άµεσα οικονο- µικών µειονεκτηµάτων για την φιλοξενούσα χώρα. Φαινόµενα αυτού του τύπου έχουν εµφανισθεί σε πολλές χώρες, προσφάτως δε και στην χώρα µας, µε δυσµενέστατες επιπτώσεις στην τουριστική µας εικόνα στο εξωτερικό. Πρέπει να υποµνησθεί, ότι οι δυσµενείς επιπτώσεις των φαινοµένων αυτών γίνονται άµεσα αισθητές και έχουν συνέπειες, σε αντίθεση µε την αναστροφή τους, η οποία είναι και εξαιρετικά δαπανηρή αλλά και χρονοβόρος. β) Πλεονεκτήµατα Πολλά από τα µειονεκτήµατα που αναφέρθησαν ανωτέρω ως παρακολουθήµατα των ενοικιαζοµένων δωµατίων, και γενικότερα των µικρού µεγέθους µονάδων καταλυµάτων, είναι σε ορισµένο βαθµό αναστρέψιµα, όχι, όµως, µε απλές παρεµβάσεις. Τοσούτον µάλλον, καθόσον η ενθάρρυνση δηµιουργίας τέτοιων καταλυµάτων είναι πολιτικά φορτισµένη, αντανακλώσα πολιτικά κόστη και οφέλη, ερήµην οικονοµικού λογισµού, µε πλήρη ή σχεδόν πλήρη υποταγή της οικονοµικής πολιτικής στην κοµµατική σκοπιµότητα. Η µέχρι τώρα ασκηθείσα και ασκούµενη πολιτική κινήτρων για την δηµιουργία τουριστικών καταλυµάτων µαρτυρεί του λόγου το αληθές. Για την ενδεδειγµένη, εν προκειµένω, πολιτική θα γίνει αναφορά στα επόµενα. Πρέπει, ωστόσο, να γίνει αναφορά σε µια σειρά από παράγοντες που καθιστούν αναγκαία αλλά και εν πολλοίς αναπόφευκτη την παρουσία µονάδων καταλυµάτων αυτού του τύπου. Είναι λόγοι οικονοµικοί αλλά και πολιτισµικού χαρακτήρα. Οι τελευταίοι πηγάζουν τόσον από την προσφορά, όσον και από την ζήτηση. 86
87 α) Όταν η ζήτηση που απευθύνεται σε τουριστικό προϊόν µε έντονα εποχικό χαρακτήρα, µε την προσφορά κατακερµατισµένη σε πλήθος µικρών νησιών ή ακόµη και περιοχών ηπειρωτικού χαρακτήρα, αλλά µε µέγεθος ζητήσεως και δυνητικής προσφοράς που καθιστούν µη οικονοµική την λειτουργία συγκριτικά µεγαλυτέρων µονάδων, η πολύ µικρή µονάδα, οικογενειακού κατά βάση χαρακτήρα, η οποία σε πολλές περιπτώσεις αποτελεί προέκταση της κατοικίας του επιχειρούντος, έχει την θέση της. α 1. Οι µικρές αυτές µονάδες λειτουργούν προεξαρχόντως µε οικογενειακή εργασία, η δε σχέση παγίου κόστους προς µεταβλητό δεν έχει την σηµασία που έχει στην µονάδα που λειτουργεί κατά βάση µε µισθωτή εργασία ή και µε µη µισθωτή εργασία. Εποµένως, είναι εφικτό για τις µονάδες αυτές να λειτουργούν σε ευρύτερες χρονικές περιόδους, κατά τις οποίες η λειτουργία της σχετικώς µεγάλης µονάδας ή ακόµη και της µικροµεσαίας θα ήταν αντιοικονοµική. α 2. Ακόµη, όµως, και στις περιπτώσεις που η λειτουργία ακόµη και µεγάλων µονάδων είναι οικονοµικώς δικαιολογηµένη, η παρουσία της µικρής και πολύ µικρής παραγωγικής µονάδος χρησιµεύει στην κάλυψη τυχούσας ελλειµµατικής προσφοράς, ή ακόµη και στην ζήτηση οµάδων τουριστών που για περισσότερους του ενός λόγους προτιµούν την ηρεµία που, καταρχήν, µπορεί να παράσχει η µικρή µονάδα. α 3. Ο ρόλος της µικρής µονάδος αναβαθµίζεται έτι περαιτέρω αναφορικώς προς τον εσωτερικό τουρισµό, ηπειρωτικού βασικώς τύπου, που έχει και το χαρακτηριστικό του µικρού βαθµού εποχικότητας. Οι µονάδες αυτές είναι πολύ πρόσφορες οικονοµικώς, διότι ικανοποιούν ανάγκες στενού τοπικού χαρακτήρα, η ικανοποίηση των οποίων είναι αντιοικονοµική για µονάδες που απασχολούν µισθωτή εργασία, έστω και µερικώς. Η σπουδαιότητα των ΜΜΕ στον κλάδο καταλυµάτων, στα οποία εντάσσονται και τα ενοικιαζόµενα δωµάτια, φαίνεται και από το ποσοστό των διανυκτερεύσεων τουριστών που χρησιµοποιεί κατάλυµα µικροµεσαίου (Μ.Μ.) τύπου. Για το σύνολο της ΕΕ το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 45% κατά µέσον όρο για το σύνολο των αλλοδαπών και ηµεδαπών. Εικάζεται ότι το ποσοστό των εσωτερικών τουριστών που φιλοξενείται σε Μ.Μ. τουριστικές µονάδες υπερβαίνει το 60% του συνόλου των διανυκτερεύσεων της εν λόγω κατηγορίας, καθ όσον αφορά στην Ελλάδα. 87
88 α 4. Σε περιόδους τουριστικής υφέσεως οι µικρές µονάδες, οι οποίες συνήθως δεν είναι εκτεθειµένες σε δανειακό κίνδυνο, έντονα τουλάχιστον, είναι ανθεκτικότερες και µπορούν να λειτουργούν ακόµη και µε κέρδη, υπό την έννοια της θετικής διαφοράς µεταξύ καθαρού εσόδου ανά απασχολούµενη ώρα και διαφεύγοντος εσόδου για τα απασχολούµενα µέλη της οικογένειας. Εικάζεται, ότι, τουλάχιστον στις καθαρά αγροτικές περιοχές, η διαφεύγουσα ωφέλεια είναι σε µεγάλο βαθµό σχεδόν µηδενική. β) Η πολύ µικρή µονάδα των 10-20 κλινών αποτελεί συµπληρωµατική οικογενειακή απασχόληση στις αγροτικές και ηµιαστικές περιοχές. Από την άποψη αυτή, η παρουσία της επιτελεί µια επιθυµητή οικονοµική και πολιτικής διαστάσεως λειτουργία, βοηθούσα στην συγκράτηση του πληθυσµού στην περιφέρεια, η πληθυσµιακή απογύµνωση της οποίας έχει υπερβεί κάθε όριο, και µάλιστα σε εθνικώς ευαίσθητες περιοχές. γ) Η µικρή ή ακόµη και η πολύ µικρή τουριστική καταλυµατική µονάδα µπορεί µε κατάλληλη καθοδήγηση και ενίσχυση να διαδραµατίσει σπουδαίο ρόλο στην συντήρηση των παραδόσεων, της φιλοξενίας, του διαφορετικού τρόπου ζωής που διαµόρφωσε ο µακραίων εθνικός βίος, παρέχοντας, τοιουτοτρόπως, µια εναλλακτικού τύπου ικανοποίηση στον τουρίστα-επισκέπτη, διαφοροποιηµένη από τα τυποποιη- µένα πρότυπα των µεγάλων µονάδων. Η µεγάλη µονάδα είναι κατά βάση παγκοσµιοποιηµένη. Στην µεγάλη τους πλειοψηφία οι µονάδες αυτές παράγουν προϊόν, τυποποιηµένο, καθ όσον αφορά στο ανθρωπογενές τµήµα τους, η οµοιοµορφία δε έχει φθάσει σε τέτοιο σηµείο, ώστε να καθιστά δυσχερή την ταυτοποίηση του προϊόντος µε αναφορά στην φιλοξενούσα χώρα. Σε αντίθεση, η µικροµεσαία µονάδα µπορεί να παράσχει προσωποποιηµένες υπηρεσίες, εµπειρίες τοπικών ιδιαιτεροτήτων, όπως είναι η οικογενειακή ζεστασιά, τα τοπικά εδέσµατα, η τοπική κουλτούρα και συµπεριφορά κ.ο.κ. Η ποιότητα δεν είναι αναγκαίως συνάρτηση του µεγέθους. Αυτό που ασφαλώς διαφοροποιεί τις µεγάλες από τις µικρές και µεσαίου µεγέθους µονάδες καταλυµάτων είναι η ποικιλία των προσφεροµένων υπηρεσιών. δ) Η σπουδαιότητα της ΜΜΕ στον κλάδο τουριστικών καταλυµάτων φαίνεται και από τον ρόλο που διαδραµατίζει στον εσωτερικό τουρισµό της χώρας κατά την χειµερινή περίοδο, όταν ο εκτός των πόλεων τουρισµός είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου εσωτερικός. Ο αλλοδαπός τουρισµός κατά την χειµερινή και ενδιάµεση περίοδο που στους σκοπούς του εντάσσεται και η οδοιπορία, η γνωριµία µε την ηπειρωτική Ελ- 88
89 λάδα, η επίσκεψη καταφυγίων αγρίων ζώων και παρόµοια, είναι πολύ µικρός ποσοτικώς. Το µικρό µέγεθος µονάδος καταλυµάτων στην περίπτωση αυτή δεν είναι απλώς το προσιδιάζον, αλλά είναι και το επιβαλλόµενο για τον εξής απλό λόγο: κατανέµεται εύκολα στον χώρο, η δε διασπορά διευκολύνει το είδος αυτό τουρισµού, διότι µειώνει τις αποστάσεις. Όπως έχει ήδη αναφερθεί οι τοπικές συνθήκες υπαγορεύουν και τα προσήκοντα µεγέθη. ε) Η ύπαρξη ακόµη και των πολύ µικρών µονάδων ευρίσκει δικαιολόγηση στο γεγονός ότι απευθύνονται σε διαφορετικούς πελάτες. στ) Η συµβολή των ΜΜΕ στην νέα απασχόληση φαίνεται ότι είναι ση- µαντική. Το εύρηµα, ότι ο ξενοδοχειακός τοµέας χαρακτηρίζεται από οικονοµίες κλίµακος, συνεπάγεται αρνητική σχέση µεταξύ µεγέθους και δηµιουργίας ευκαιριών απασχολήσεως. Εξάλλου, η ιδιοκτησία της ΜΜΕ είναι κατά βάση τοπική και απαιτεί υψηλότερα ποσοστά τοπικής εργασίας σε σύγκριση µε τις µεγάλες. Το χαρακτηριστικό αυτό επιτείνεται, αφού, καθώς αυξάνεται το µέγεθος της παραγωγικής µονάδος, έχει παρατηρηθεί η τάση να αυξάνεται το ποσοστό της καταλυµατικής δυναµικότητας που περιέρχεται σε µη τοπική ιδιοκτησία. Εξάλλου, όταν η συγκριτική αξιολόγηση αφορά σε χώρες, και µάλιστα αµέσως ανταγωνιστικές, το κριτήριο απασχόληση, καθώς και τα λοιπά οικονοµικά κριτήρια, αποµειώνονται ενόψει των ειδικότερων συνθηκών λειτουργίας του ξενοδοχειακού, εν ευρεία εννοία, χώρου στις διάφορες χώρες. Π.χ. οι πολύ µικρές επιχειρήσεις ευρίσκουν έδαφος πρόσφορο σε περιοχές µε πολύ µικρή ενδοχώρα νησιωτικά συµπλέγµατα από µικρά νησιά ή πολύ υψηλή εποχικότητα ή και τα δύο, που είναι και το σύνηθες. Πρόσθετος λόγος είναι ότι τα στοιχεία µε βάση τον αριθµό των κλινών είναι ευχερέστερα διαθέσιµα, τουλάχιστον για την Ελλάδα, ενώ τα συµπεράσµατα µε αναφορά στην σχέση ανταγωνιστικότητας µεγέθους δεν αλλοιώνονται. Περαιτέρω, το µέγεθος µε κριτήριο τον αριθµό των απασχολουµένων, τουλάχιστον για τις πολύ µικρές και σηµαντικού τµήµατος των µικρών, δεν διαθέτει την ευκρίνεια που απαιτείται λόγω του οικογενειακού χαρακτήρα υψηλού ποσοστού εξ αυτών λόγω δηλ. της συµπληρωµατικότητας της απασχολήσεως και του αδιευκρίνιστου της ποσότητας της καταβαλλόµενης οικογενειακής εργασίας. Για λόγους συγκρισιµότητας και συνέπειας µε προγενέστερες µελέτες του ΙΤΕΠ, η κατά µέγεθος κατάταξη ξενοδοχείων και λοιπών καταλυµάτων έχει ως ακολούθως: 89
90 Μέγεθος Δωμάτια Πολύ µικρά Μέχρι 20 δωµάτια (περίπου µέχρι 40 κλίνες) Μικρά 21 50 δωµάτια (περίπου 42 100 κλίνες) Μεσαία 51 100 δωµάτια (περίπου 102 200 κλίνες) Στα επόµενα θα αναζητηθούν ενδείξεις από την κατά µέγεθος κατάταξη του συνόλου των εκµεταλλεύσεων καταλυµάτων, την εντός εκάστης κατηγορίας αντίστοιχη κατά µέγεθος κατάταξη σε συνδυασµό µε τις προσφερόµενες υπηρεσίες, ώστε να καταστεί δυνατή αξιόπιστη συναγωγή συµπερασµάτων για τον βαθµό, στον οποίο η ανταγωνιστικότητα συνδέεται και κατά ποίον τρόπο µε το µέγεθος και την κατηγορία του καταλύµατος. Η τεκµαιρόµενη, αλλά και από έρευνες προκύπτουσα, αλλαγή των προτιµήσεων των τουριστών, που εξηγείται µε αναφορά στην ωρίµανση αυτών ως καταναλωτών καθώς και στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, καθιστά επιτακτικό να εικάσοµε τις όποιες συνέπειες αυτών των αλλαγών στο µέλλον των ΜΜΕ του ξενοδοχειακού κλάδου, πέραν των προβληµάτων που αναφύονται εξ αυτού τούτου του µεγέθους, ανεξάρτητα από τις τυχούσες αλλαγές στην ζήτηση. 3.3.3. Στατιστικά Δεδομένα Τα διαθέσιµα στατιστικά δεδοµένα για τα ξενοδοχειακού τύπου καταλύ- µατα είναι απογραφικού τύπου, χαρακτηριζόµενα ως εκ τούτου από υψηλό βαθµό ακριβείας. Καθ όσον αφορά στην κατηγορία των µη ξενοδοχειακού τύπου καταλυµάτων, δηλ. των ενοικιαζοµένων δωµατίων, όπως επικράτησε να αποκαλούνται, οι αριθµοί κατά τα 4/5 τουλάχιστον αφορούν, επίσης, σε απογραφικού τύπου δεδοµένα, τα οποία και χρησιµοποιούνται στην παρούσα ανάλυση, και κατά το 1/5 σε εκτιµήσεις στηριζόµενες σε γνώµες εδραζόµενες σε κάποιου βαθµού µη συστηµατική πληροφόρηση. 90
91 Πίνακας 3.4 Περιφερειακή (1) Κατανοµή και Μέσο Μέγεθος Μονάδων Ενοικιαζοµένων (2004) Εκµεταλλεύσεις (α) Κλίνες (β) β/α Αριθµός % Κατάνοµή Κατάταξη Περιφερειών µε βάση τον αριθµό των εκµεταλλεύσεων Αριθµός % Κατανοµή Αρ. Κλιν. / Αρ. Εκµεταλ. Κατάταξη Περιφερειών µε βάση τον λόγο β/α Στερεά Ελλάδα 2.621 9,1 8 35.933 8,4 13,710 6 Αττική 786 2,7 3 5.586 1,3 7,107 1 Μακεδονία 4.234 14,7 11 63.804 15,0 15,069 10 Θράκη 180 0,6 1 2.200 0,5 12,222 2 Ήπειρος 1.047 3,6 4 13.624 3,2 13,012 3 Θεσσαλία 200 0,7 2 3.103 0,7 15,515 11 Πελοπόννησος 1.186 4,1 5 15.791 3,7 13,315 5 Κρήτη 3.727 13,0 9 72.504 17,0 19,454 13 Ιόνια Νησιά 7.702 26,8 13 107.368 25,2 13,940 7 Νησιά Β.Α. Αιγαίου 1.839 6,4 6 23.983 5,6 13,041 4 Νησιά Νοτ. Αιγαίου 5.999 20,9 12 87.919 20,6 14,656 9 ωδεκάνησος 1.968 6,8 7 31.485 7,4 15,998 12 Κυκλάδες 4.031 14,0 10 56.434 13,2 14,000 8 ΣΥΝΟΛΟ 28.735 100,0 426.229 100,0 14,8 (1) ιοικητικές Περιφέρειες. Πηγή: Τµήµατα Τουρισµού Νοµαρχιών. Στους Πίνακες 3.4 µέχρι 3.6 καταγράφεται η διαθέσιµη στατιστική γνώση για το συνολικό µέγεθος του καταλυµατικού δυναµικού που αντιπροσωπεύεται από τα ενοικιαζόµενα δωµάτια, η κατά κατηγορίες κατανοµή του καθώς και η περιφερειακή του διάσταση. Το τελευταίο εκρίθη αναγκαίο ενόψει της ειδικότερης σηµασίας αυτών ως παράγοντος που ωθεί προς ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών της χώρας, προς ολιγότερον ασύµµετρη σε βάρος τους αύξηση του βιοτικού επιπέδου και, βεβαίως, της κρισίµου βαθµού σηµασίας των παραγόντων για την συγκράτηση του πληθυσµού στην περιφέρεια, όχι µόνον για οικονοµικούς και κοινωνικούς, αλλά και για εθνικούς λόγους. 91
92 Πίνακας 3.5 Ενοικιαζόµενα ωµάτια (Στοιχεία ΕΟΤ) 2004 Περιφέρειες Εκµεταλλεύσεις ωµάτια Κλίνες Κλίνες/Μονάδα α β γ γ/α Κατανοµή Αττικής και Νήσων Α Κατηγορίας 409 3.298 6.990 17,09 59,41% Β Κατηγορίας 199 992 2.064 10,37 17,54% Γ Κατηγορίας 178 1.296 2.711 15,23 23,04% 786 5.586 11.765 14,97 100,00% Στερεά Ελλάδα 1.461 9.409 19.976 13,67 υτική Ελλάδα Α Κατηγορίας 299 1.740 3.353 11,21 79,99% Β Κατηγορίας 56 327 630 11,25 15,03% Γ Κατηγορίας 19 108 209 11,00 4,99% 374 2.175 4.192 11,21 100,00% Κρήτη Α Κατηγορίας 3.165 27.161 63.651 20,11 87,79% Β Κατηγορίας 276 1.677 3.611 13,08 4,98% Γ Κατηγορίας 286 2.473 5.242 18,33 7,23% 3.727 31.311 72.504 19,45 100,00% Κεντρική Μακεδονία Α Κατηγορίας 1.786 13.555 28.167 15,77 52,19% Β Κατηγορίας 1.066 8.015 16.655 15,62 30,86% Γ Κατηγορίας 586 4.402 9.147 15,61 16,95% 3.438 25.972 53.969 15,70 100,00% Αν. Μακεδονία- Θράκη Α Κατηγορίας 684 4.138 8.569 12,53 80,60% Β Κατηγορίας 58 353 730 12,59 6,87% Γ Κατηγορίας 126 627 1.302 10,33 12,25% 868 5.118 10.631 12,25 100,00% υτική Μακεδονία Α Κατηγορίας 87 530 1.154 13,26 82,19% Β Κατηγορίας 14 82 175 12,50 12,46% Γ Κατηγορίας 7 37 75 10,71 5,34% 108 649 1.404 13,00 100,00% 92
93 Πίνακας 3.5 (συνέχεια) Θεσσαλία Α Κατηγορίας 104 807 1.692 16,27 54,53% Β Κατηγορίας 67 470 955 14,25 30,78% Γ Κατηγορίας 29 221 456 15,72 14,70% 200 1.498 3.103 15,52 100,00% Ήπειρος Α Κατηγορίας 479 2.867 6.346 13,25 46,58% Β Κατηγορίας 294 1.566 3.510 11,94 25,76% Γ Κατηγορίας 274 1.752 3.768 13,75 27,66% 1.047 6.185 13.624 13,01 100,00% Ιόνια Νησιά 7.702 52.726 107.368 13,94 Πελοπόννησος (Μόνο Αργολίδα- Αρκαδία-Κορινθία- Μεσσηνία) Α Κατηγορίας 569 3.601 7.641 13,43 62,17% Β Κατηγορίας 308 1.517 3.824 12,42 31,11% Γ Κατηγορίας 59 377 826 14,00 6,72% χωρίς Λακωνία 936 5.495 12.291 13,13 100,00% µε Λακωνία 1.186 6.895 15.791 13,31 Βόρειο Αιγαίο 1.839 23.983 13,04 Νότιο Αιγαίο (Δωδεκάνησα) 1.968 31.485 16,00 Ρόδος 969 Μ.. 14.852 15,33 Νότιο Αιγαίο (Κυκλάδες) 4.031 56.434 14,00 ΣΥΝΟΛΟ ΧΩΡΑΣ 28.735 Μ.. 426.229 14,83 Πίνακας 3.6 Περιφερειακή Κατανοµή Οργανωµένων Κατασκηνώσεων και Τουριστών (%) υναµικότητα Τουρίστες Οργαν. Κατασκήνωσης Ηµεδαποί Αλλοδαποί Νησιωτ. Χώρα 20,0 34,0 75,0 Λοιπή Χώρα 80,0 66,0 25,0 100,0 100,0 100,0 93
94 Στον Πίνακα 3.7 συνοψίζεται η σύνθεση του καταλυµατικού δυναµικού σε ξενοδοχεία-όµοια και σε Λοιπά Καταλύµατα, µε αναφορά και σε ορισµένα βασικά χαρακτηριστικά. Η πρώτη σηµαντική διαπίστωση είναι ότι το 36,6% του καταλυµατικού δυναµικού αποτελείται από πολύ µικρές µονάδες, µέσου µεγέθους 7 δωµατίων (ενοικιαζόµενα). Το ποσοστό αυτό αυξάνεται κατά 40% περίπου, αν ληφθούν υπόψη και οι εισέτι αδήλωτες µονάδες (περίπου 12.000). εύτερον, το σύνολο των Λοιπών Καταλυµάτων ανέρχεται στο 45% του συνόλου των καταλυµάτων και στο 80% του συνόλου των ξενοδοχειακής κατηγορίας καταλυµάτων. Τρίτον, τα κατά τεκµήριο µέσης και χαµηλής ποιότητος καταλύµατα, ήτοι τα Γ,, Ε ξενοδοχειακά, τα 2 και 1 κλειδιών ενοικιαζόµενα δωµάτια και οι κατασκηνώσεις αντιπροσωπεύουν το 58,4% του καταλυµατικού δυναµικού, ένα αναµφισβητήτως υψηλό ποσοστό. Τέταρτον, ενόψει των ανωτέρω, η τάση αυξήσεως του µεριδίου των ενοικιαζοµένων από 36,6% το 1996 σε 38,5% το 2004 είναι οµολογουµένως οικονοµικώς ακατανόητη, τουλάχιστον µακροοικονοµικώς θεωρούµενη. 94
95 Πίνακας 3.7 Α. Συνολικό Καταλυµατικό υναµικό Τουριστικού Τοµέα 1996 2004 Κατηγορίες Καταλυµάτων Μονάδες ωµάτια Κλίνες Μέγεθος Μέσο σε Κλίνες Μέσο Μονάδες ωµάτια Κλίνες(1) Μέγεθος σε Κλίνες Ι. Ξενοδοχεία και Όµοια 7.536 290.575 552.093 73,3 8.471 339.966 645.919 76,3 ΙΙ. Λοιπά Καταλύµατα 27.841 221.308 504.319 18,1 29.066 233.127 518.906 17,9 1. Οργανωµένες Κατασκηνώσεις 336 30.741 97.233 289,4 331 29.645 92.677 280,0 2. Ενοικιαζόµενα ωµάτια 27.505 190.567 407.086 14,8 28.735 203.482 426.229 14,8 ΙΙΙ. Γενικό Ι + ΙΙ 35.377 511.883 1.056.412 29,9 37.537 573.093 1.164.825 31,0 IV. Ξενοδοχεία και Όµοια Γ, και Ε Κατηγορίας 5.441 251.927 46,3 5.917 147.644 278.954 47,1 V. Ενοικιαζόµενα ωµάτια 1 και 2 κλειδιών (2) 22.100 309.328 14,0 VI. Οργανωµένες Κατασκηνώσεις 336 30.741 97.233 289,4 331 29.645 92.677 280,0 IV - VI 5.777 30.741 349.160 60,4 28.348 177.289 680.959 24,0 (1) Ενεργές κλίνες. (2) Εκτίµηση βάσει δείγµατος 22,3%, ήτοι 95.053 κλινών σε σύνολο 426.229. Β. Ποσοστιαία Κατανοµή Συνολικού Καταλυµατικού υναµικού Τουριστικού Τοµέα 1996 2004 Κατηγορίες Καταλυµάτων Μονάδες ωµάτια Κλίνες Μονάδες ωµάτια Κλίνες Ι. Ξενοδοχεία και Όµοια 21,3 56,8 52,3 22,6 59,3 55,5 ΙΙ. Λοιπά Καταλύµατα 78,7 43,2 47,7 77,4 40,7 44,5 1. Οργανωµένες Κατασκηνώσεις 0,9 6,0 9,2 0,9 5,2 8,0 2. Ενοικιαζόµενα ωµάτια 77,7 37,2 38,5 76,6 35,5 36,6 ΙΙΙ. Γενικό Ι + ΙΙ 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 Πηγή: ΞΕΕ, ΕΣΥΕ, ΕΟΤ. 95
96 Η τάση αυτή οφείλεται στη συνεχιζόµενη εσφαλµένη πολιτική κεφαλαιακής ενισχύσεως της δηµιουργίας νέων τέτοιων καταλυµατικών µονάδων, πολιτική η οποία εκπορεύεται από πολιτικής φύσεως κριτήρια και µυωπική θεώρηση του οικονοµικώς ενδεδειγµένου έναντι του κοινωνικο-πολιτικώς σκόπιµου. Όπως έχει τονισθεί επανειληµµένως, η ύπαρξη της µικροµεσαίας καταλυµατικής µονάδος αποτελεί θεµελιακό στοιχείο στην λειτουργία και ανέλιξη του τοµέα, εµπειρικώς καταξιωµένο. Ωστόσο, το πρόβληµα των σωστών από δυναµικής και χωροταξικής απόψεως αναλογιών µεταξύ ΜΜ και µεγάλων είναι µείζονος σηµασίας. Χρήζει δε άµεσης επανεξετάσεως, ώστε να ανταποκρίνεται προς τις παγκόσµιες τάσεις της ζητήσεως από απόψεως προτιµήσεων και αγοραστικής ικανότητος. Πέµπτον, οι οργανωµένες κατασκηνώσεις, αποτελούν µικρό και φθίνον ποσοστό του καταλυµατικού δυναµικού, σε αντίθεση µε ανταγωνίστριες χώρες, όπως είναι η Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία, όπου τα αντίστοιχα ποσοστά είναι κατά µέσον όρο τετραπλάσια. Προφανώς αυτό οφείλεται σε µεγάλο βαθµό σε δυο παράγοντες, δυσµενείς για την Ελλάδα: α) την µεγάλη απόσταση της Ελλάδος από τις κύριες χώρες προελεύσεως, και β) την νησιωτική υφή του τοµέα, που εκ των πραγµάτων καθιστά δυσχερή και δαπανηρή την µετακίνηση. Επίρρωση του επιχειρήµατος αυτού, αποτελεί η συγκριτική περιφερειακή κατανοµή οργανωµένων κατασκηνώσεων και αλλοδαπών τουριστών. Υπάρχει, φυσικά, ένας τρίτος παράγων, ενδεχοµένως σηµαντικός: η απαρέσκεια του µέσου Έλληνα να πραγµατοποιήσει διακοπές αυτού του τύπου. Καθ όσον αφορά στην συγκριτική ποιότητα των υπηρεσιών των οργανω- µένων κατασκηνώσεων στην Ελλάδα, δεν υπάρχει αξιόπιστη πληροφόρηση, επιτρέπουσα συγκριτική αξιολόγηση. Έκτον, και σπουδαιότερον, ίσως, η κατανοµή των ενοικιαζοµένων δωµατίων βάσει κλειδιών, δηλ. βάσει του επιπέδου και της ποικιλίας των υπηρεσιών που προσφέρουν προϊδεάζει αρνητικά, όπως ήδη επισηµάνθηκε. Μόνον το 24% των εν λόγω καταλυµάτων εµπίπτουν στις υψηλές κατηγορίες 4 και 3 κλειδιών 14. Πρέπει, πάντως, να επισηµανθεί ότι ο µεγάλος αριθµός µικρών νησιωτικών προορισµών, κατά το πλείστον βραχείας ενεργού τουριστικής περιόδου, όπου η µεγάλη µονάδα ή ακόµη και η µεγάλη µεσαία θα έχει δυσκολία επιβιώσεως, λόγω υψηλών σταθερών εξόδων και µικρής συµµετοχής της οικογενειακής εργασίας στο µεταβλητό κόστος ευνοεί την ύπαρξη και 14 Βάσει του αριθµού των απαντήσεων σε σχετική έρευνα του ΙΤΕΠ. 96
97 επιβίωση τέτοιων καταλυµάτων. Για τον λόγο αυτό είναι πρωταρχικό χρέος της τουριστικής πολιτικής η επανεξέταση των κριτηρίων ενθαρρύνσεως και ενισχύσεως των πολύ µικρών µονάδων, ώστε να αναβαθµίζεται η ποιότητα των προσφεροµένων υπηρεσιών και, βαθµιαίως, να συρρικνώνεται το τµήµα του εν λόγω καταλυµατικού δυναµικού, ως ποσοστό του συνόλου. 3.3.4. Περιφερειακή Κατανομή των Ενοικιαζομένων Δωματίων Επισηµάνθηκε ήδη ο θετικός ρόλος της περιφερειακής κατανοµής των ενοικιαζοµένων δωµατίων και γενικότερα των µικρών καταλυµατικών µονάδων, στην άµβλυνση των περιφερειακών οικονοµικών ανισοτήτων, την ενίσχυση της απασχολήσεως και την συγκράτηση του πληθυσµού σε περιοχές που χαρακτηρίζονται µε µη οικονοµικά κριτήρια ως ευαίσθητες. Η συµβολή του τουρισµού, εν προκειµένω, έχει τεκµηριωθεί και εµπειρικά σε σχετική µελέτη του ΙΤΕΠ 15. Στην εν λόγω µελέτη θεµελιώνεται στατιστικά η υπόθεση ότι οι τουριστικώς ταχύτερα αναπτυσσόµενες περιοχές αυξάνουν το µερίδιό των στο ΑΕΠ και βελτιώνουν συγκριτικώς το µέσο κατά κεφαλήν εισόδηµα των κατοίκων. Στον Πίνακα 3.4 συνοψίζεται η περιφερειακή κατανοµή των εκµεταλλεύσεων ενοικιαζοµένων δωµατίων, απ όπου συνάγονται αβιάστως ορισµένα συµπεράσµατα. α) Το µέσο µέγεθος είναι 7,1 δωµάτια (14,8 κλίνες), µέγεθος προφανώς µικρό για να παράσχει, έστω και στοιχειωδώς, τις ανέσεις και την ποικιλία των υπηρεσιών που επιζητεί διαχρονικά αυξανόµενο ποσοστό τουριστών. β) Το 69% περίπου των δωµατίων και το 67% των εκµεταλλεύσεων είναι εγκατεστηµένο στους νησιωτικούς τουριστικούς προορισµούς. Οι προορισµοί αυτοί είναι υποδοχείς του 75% περίπου των αλλοδαπών τουριστών και του 34% των ηµεδαπών. Το υψηλό αυτό ποσοστό, εξηγείται εν µέρει από το πλήθος των συγκριτικά µικρών νησιών, όπου, όπως ήδη επισηµάνθηκε, η βιωσιµότητα των µεγάλων µονάδων είναι δύσκολη. γ) Τα νησιωτικά συµπλέγµατα, όπου δεσπόζει η παρουσία µικρών νησιών και απουσιάζει το µεγάλο νησί (πχ. Κυκλάδες), παρουσιάζουν µεγαλύτερη συγκέντρωση ενοικιαζοµένων δωµατίων και συγκριτικά (ως προς το τουριστικό πλήθος πάντοτε) µικρότερη συγκέντρωση ξενοδοχειακών καταλυµάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι οι Κυκλάδες, όπου το 15 Π. Παυλόπουλος Ανδρέας Κουζέλης, Περιφερειακή Ανάπτυξη της Ελλάδος και Τουρισµός, Μελέτη 3, ΙΤΕΠ, 1998. 97
98 µερίδιό τους στα ενοικιαζόµενα δωµάτια του συνόλου της χώρας είναι 13,3%, έναντι µόλις 6,3% που αντιπροσωπεύουν τα ξενοδοχειακού τύπου καταλύµατα. Στα νησιωτικά συµπλέγµατα, τα οποία εµπεριέχουν σχετικώς µεγάλες νησιωτικές µονάδες (Ιόνια νησιά, ωδεκάνησος) οι αναλογίες είναι είτε αντίστροφες ( ωδεκάνησος), είτε ηπιότερες (Κρήτη). Στα Ιόνια Νησιά η σχέση σχετικών µεριδίων ξενοδοχείων-ενοικιαζο- µένων δωµατίων είναι όµοια των Κυκλάδων. ωδεκάνησος 7,4 / 17,7 Ιόνια Νησιά 25,4 / 11,5 Κυκλάδες 13,3 / 6,3 Β. Αιγαίο 5,7 / 3,5 Κρήτη 17,2 / 19,7 -------------------------------------------------------- Σηµείωση: Ο πρώτος αριθµός καταγράφει το ποσοστό των ενοικιαζοµένων δωµατίων. Το µεγαλύτερο µέσο µέγεθος εκµεταλλεύσεως ενοικιαζοµένων δωµατίων έχει η Κρήτη µε 8,4 δωµάτια µέσο µέγεθος και ακολουθεί η ωδεκάνησος µε 8,0, όπως θα ανέµενε κανείς βάσει της προηγηθείσας επιχειρηµατολογίας. 3.4. ιαχρονική Μεταβολή του Μεγέθους και της οµής του Καταλυµατικού υναµικού Η διαχρονική εξέλιξη του µεγέθους και των χαρακτηριστικών του καταλυµατικού δυναµικού δεν αποκαλύπτει απλώς την συντελεσθείσα πρόοδο όσον αφορά στην ποιοτική αναβάθµιση του δυναµικού καταλυµάτων, αλλά αντανακλά και τον βαθµό στο οποίο η τουριστική πολιτική ανταποκρίθηκε στα µηνύµατα της αγοράς και στις γνώσεις που αποκτήθηκαν από τις εµπειρίες των ανταγωνιστριών χωρών αλλά και της ίδιας της χώρας. Βεβαίως, το µέγεθος της καταλυµατικής µονάδας καθ εαυτό δεν ταυτίζεται απαραιτήτως και µε συγκεκριµένο πλουραλισµό και ποιότητα υπηρεσιών. Προς τούτο θα απαιτηθεί και πρόσθετη πληροφόρηση. Από γενική θεώρηση των πεπραγµένων της σχετικώς µακράς περιόδου 1977-2004, για την οποία υπάρχουν ικανοποιητικώς συγκρίσιµα στοιχεία, συνάγονται τα ακόλουθα: (α) Το µέγεθος του ξενοδοχειακού καταλυµατικού δυναµικού σχεδόν τριπλασιάσθηκε σε περίοδο 27 ετών, επίδοση η οποία µπορεί να θε- 98
99 ωρηθεί ικανοποιητική υπό τις δεδοµένες συνθήκες αναπτύξεως της παγκόσµιας οικονοµίας και ζητήσεως τουριστικών υπηρεσιών. Έναντι αυξήσεως των ξενοδοχειακών κλινών κατά 178,7%, οι αφίξεις αλλοδαπών τουριστών αυξήθηκαν κατά 206,7%. Αυτό δεν πρέπει να ερµηνευθεί ως ένδειξη αποτελεσµατικότερης αξιοποιήσεως του ξενοδοχειακού δυναµικού, διότι το συνολικό δυναµικό αυξήθηκε πολύ ταχύτερα, ώστε το σύνολο των κλινών να αυξηθεί κατά 284%! Συνέβη δηλ. το ακριβώς αντίθετο. Να αυξηθεί η σχετική υποδοµή πολύ πέραν των ορίων που προσδιορίζονται από το µέγεθος και την δυναµική της ζητήσεως της συγκεκριµένης περιόδου, και µάλιστα κατά µη επιθυµητή διάρθρωση από άποψη ποιοτικών χαρακτηριστικών. (β) Η βασική δοµή του ξενοδοχειακού δυναµικού παρέµεινε κατ ουσία αµετάβλητη. Οι κατωτέρων κατηγοριών µονάδες (Γ, και Ε ) αντιπροσωπεύουν το 2004 το 43,2% των ξενοδοχειακών κλινών, έναντι 44% το 1977. Οι µονάδες δε αυτές είναι ακριβώς εκείνες µε το µικρό µέγεθος. Είναι ενδεικτικό ότι το µέσο µέγεθος των µονάδων Γ κατηγορίας είναι σήµερα 52 κλίνες έναντι 55 (!) το 1977. (γ) Το µέσο µέγεθος του συνολικού ξενοδοχειακού δυναµικού είναι εξαιρετικά µικρό, ώστε να προδικάζει και αντίστοιχη µη ικανοποιητική µέση ποιότητα (περιλαµβανοµένης και της ποικιλίας των προσφερο- µένων υπηρεσιών). Όπως θα δειχθεί στα επόµενα, και από της απόψεως αυτή η υστέρηση της Ελλάδος έναντι των αµεσότερα ανταγωνιστριών χωρών είναι µεγάλη, ιδιαίτερα δε σε σχέση µε τους σχετικά νεότερους προορισµούς. (δ) Η κατάσταση από άποψη µεγέθους γίνεται δραµατική, αν το µέσο µέγεθος υπολογισθεί για το σύνολο του καταλυµατικού δυναµικού δηλ. ξενοδοχειακού και συµπληρωµατικού. Το µέσο µέγεθος από 76 κλίνες µειώνεται σε µόλις 31, χωρίς να λαµβάνονται υπόψη τα χωρίς άδεια του ΕΟΤ λειτουργούντα, τα οποία σύµφωνα µε ορισµένες εκτιµήσεις είναι της τάξεως των 12.000 µονάδων (150-200.000 κλίνες). (ε) Ο αριθµός των κλινών που αντιστοιχεί στα συµπληρωµατικά καταλύµατα και στα καταλύµατα των κατηγοριών Γ,, Ε (2 και 1 αστέρων) ανέρχεται σε 797.900, δηλ. αντιπροσωπεύει το 68,5% του συνολικού δυναµικού κλινών, έναντι 57,2% το 1977. Το µέσο µέγεθος της συγκεκριµένης ενότητας µονάδων καταλυµάτων ανέρχεται σε µόλις 24 κλίνες! Συνετελέσθη, µε άλλα λόγια, αναµφισβήτητη υποβάθµιση του σχετικού δυναµικού καταλυµάτων της χώρας, σε µια περίοδο 99
100 που ανταγωνισµός για το συγκεκριµένο τουριστικό προϊόν άρχισε να γίνεται ορατός και να οξύνεται µε την πάροδο του χρόνου σε µια περίοδο που η αύξηση των εισοδηµάτων προοιωνίζετο αλλαγές των προτιµήσεων προς την κατεύθυνση τουριστικού προϊόντος µε βελτιωµένη ποιότητα και µεγαλύτερη ποικιλία υπηρεσιών στα πλαίσια του συγκριτικού µας πλεονεκτήµατος. (στ) Θετική εξέλιξη, αλλά όχι στον επιθυµητό βαθµό, αποτελεί η αύξηση του µεριδίου των ξενοδοχείων πολυτελείας και Α κατηγορίας, ως ποσοστού των ξενοδοχειακών κλινών, από 27,7% το 1977 σε 33% το 2004. Ωστόσο, η βελτίωση αυτή εξουδετερώνεται εν µέρει από την κατά 5 ποσοστιαίες µονάδες περίπου µείωση του µεριδίου των Β κατηγορίας (3*). Η τελευταία αυτή κατηγορία, είναι εκείνη που θα ανέµενε κανείς να αυξάνεται ταχύτατα ως ποσοστό, σε βάρος των Γ και κάτω κατηγοριών, διότι αυτή ανταποκρίνεται εγγύτερα στις δυνατότητες των µέσων εισοδηµάτων, δηλ. της πλειονότητας των τουριστών. Το πόσο βλαπτική υπήρξε η ακατανόητη αυτή εξέλιξη της µέσης ποιότητας της κύριας τουριστικής υποδοµής, που είναι τα τουριστικά καταλύµατα, θα αναδειχθεί στα επόµενα, όπου γίνεται σχετική συγκριτική αξιολόγηση της χώρας µε τις αµεσότερα ανταγωνίστριες χώρες. Αυτό που πρέπει να τονισθεί στο σηµείο αυτό είναι ότι το κρινόµενο ως µέσης χαµηλής ποιότητας καταλυµατικό δυναµικό που διαθέτοµε είναι και το καλύτερο τµήµα της ανθρωπογενούς υποδοµής. Όλες οι έρευνες που γίνονται σχετικώς, και είναι τακτικώς επαναλαµβανόµενες, αναδεικνύουν ως το πλέον προβληµατικό τµήµα της ολικής ποιότητας του τουριστικού προϊόντος το εξω-ξενοδοχειακό. Τιµές-ποιότητα-καθαριότητα-συνθήκες υγιεινής κ.ο.κ. Η διολίσθηση της ποιότητας της καταλυµατικής υποδοµής, ως µέσος όρος, θα ήταν εν µέρει συγγνωστή, αν αποτελούσε µια γνήσια, ανεξάρτητη, ατοµική επιλογή του τυχόντος επιχειρηµατία. Η επιλογή αυτή θα ήταν απλώς ένδειξη του βαθµού ατέλειας λειτουργίας της σχετικής αγοράς ή, κατ άλλη διατύπωση ισοδύναµου περιεχοµένου, ένδειξη του υπανάπτυκτου της επιχειρηµατικής κοινότητας. Όταν, όµως, πρόκειται περί του αποτελέσµατος συγκεκριµένης διαχρονικής κυβερνητικής πολιτικής, η οποία φθάνει µέχρι των ηµερών µας, το πράγµα αλλάζει. ιότι οι κυβερνητικές αναπτυξιακές πολιτικές υποτίθεται ότι ως κύριο κριτήριο έχουν το µακροπρόθεσµο όφελος της χώρας σε όρους απασχολήσεως και οικονοµικής ευηµερίας. 100
101 Κατηγορία Πίνακας 3.8 Μέσο Μέγεθος σε Αριθµό Ξενοδοχείων - Οµοίων κατά Κατηγορία 1977-2004 Μέσο Μέγεθος 1977 1987 1996 2004 % Κλίνες Μέσο Μέγεθος % Κλίνες Μέσο Μέγεθος % Κλίνες Μέσο Μέγεθος % Κλίνες 5 ***** 382 5,9 439 5,4 465 5,3 401 6,7 4**** 229 21,8 222 21,8 202 24,2 196 26,3 3*** 108 28,3 83 27,8 101 24,8 97 23,8 2** 55 29,4 52 32,2 53 36,1 52 34,6 1* 27 14,6 17 12,8 25 9,6 34 8,6 ΣΥΝΟΛΟ 69,1 100,0 65,0 100,0 73,4 100,0 76,0 100,0 Ενοικιαζόµενα ωµάτια 53,1 130,0 407,1 426,2 (χιλ. κλίνες) Οργαν. Κατασκηνώσεις (χιλ. κλίνες) 18,3 69,0 97,2 92,7 Είδος Καταλύµατος Ξενοδοχεία - Όµοια Συµπληρωµατικά Κλίνες 232,0 71,4 Κλίνες σε Καταλύµατα (χιλιάδες) 1977 1987 1996 2004 % 76,5 23,5 Κλίνες 375,7 199,0 % 65,4 34,6 Κλίνες 552,1 504,3 % 52,3 47,7 Κλίνες 645,9 (1) 518,9 % ΣΥΝΟΛΟ 303,4 100,0 574,7 100,0 1.056,4 100,0 1.164,8 100,0 (1) Κλίνες σε λειτουργούντα ξενοδοχεία. Πηγή: ΞΕΕ, ΕΣΥΕ. 55,5 44,5 Το επιχείρηµα περί ατελούς λειτουργίας της αγοράς δεν ισχύει προκειµένου περί της κυβερνητικής πολιτικής, διότι η κεντρική διοίκηση είναι κατεξοχήν σε προνοµιακή θέση να σταθµίζει το µακροπρόθεσµο κοινωνικό όφελος και να ενεργεί αναλόγως. Όπως, όµως, και από άλλους µελετητές 16 έχει επισηµανθεί, χωρίς ούτε κατ ελάχιστον να επηρεάσουν την κατεύθυνση της σχετικής κυβερνητικής πολιτικής, µυωπικές πολιτικές σκοπιµότητες εκπαραθύρωναν διαχρονικά την οικονοµική λογική από τη διαδικασία κοινωνικά ορθολογικής επιλογής των στόχων και µέσων οικονοµικής πολιτικής και υπεκατέστησαν σ αυτήν, κατά λανθασµένη εκτίµηση, το εν στενή εννοία µικροκοµµατικό συµφέρον. 16 Μυλωνάς Α. Σ. (1987) «Τουρισµός», ΚΕΠΕ, Αθήνα. (1997) «Τουρισµός: Πολιτική, Εξελίξεις, Προοπτικές και Συµβολή στην Οικονοµία», ΚΕΠΕ, Αθήνα. 101
102 Πίνακας 3.9 Α. ιαχρονική Κατανοµή του Ξενοδοχειακού υναµικού κατά Κατηγορία (1) 1977-2004 1977 1987 1996 2004 Κατηγορία Μονάδες Κλίνες Μ.Μ. Μονάδες Κλίνες Μ.Μ. Μονάδες Κλίνες Μ.Μ. Μονάδες Κλίνες (2) Μ.Μ. Πολυτελείας 36 13.750 382 46 20.210 439 63 29.309 465 108 43.278 401 Α Κατηγορίας 221 50.648 229 369 81.799 222 662 133.737 202 867 169.944 196 Β Κατηγορίας 606 65.580 108 1.264 104.389 83 1.361 136.996 101 1.579 153.743 97 Γ Κατηγορίας 1.235 68.116 55 2.335 121.114 52 3.765 198.871 53 4.311 223.781 52 Κατηγορίας 813 24.791 30 985 30.943 31 1.004 34.895 35 1.105 40.504 37 Ε Κατηγορίας 377 8.154 22 726 16.622 23 672 18.160 27 501 14.669 29 Πανδοχεία 70 940 13 46 600 13 ΣΥΝΟΛΟ 3.358 231.979 69 5.771 375.677 65 7.527 551.968 73 8.471 645.919 76 (1) Περιλαµβάνονται: Ξενοδοχεία, Μπάγκαλοουζ, Μοτέλ, Επιπλ. ιαµερίσµατα, Ξενώνες, Οικοτροφεία και Πανδοχεία. (2) Κλίνες σε λειτουργούντα ξενοδοχεία. Β. ιαχρονική Ποσοστιαία Κατανοµή Ξενοδοχειακού υναµικού κατά Μονάδες και Κλίνες 1977 1987 1996 2004 Κατηγορία Μονάδες Κλίνες Μονάδες Κλίνες Μονάδες Κλίνες Μονάδες Κλίνες % Μεταβολή 1977-2004 Μέσου Μεγέθους Αρ. Πολυτελείας 1,1 5,9 0,8 5,4 5,3 5,3 1,3 6,7 4,9 214,7 Α Κατηγορίας 6,6 21,8 6,4 21,8 24,2 24,2 10,2 26,3-14,5 235,5 Β Κατηγορίας 18,0 28,3 21,9 27,8 24,8 24,8 18,6 23,8-10,0 134,4 Γ Κατηγορίας 36,8 29,4 40,5 32,2 36,0 36,0 50,9 34,6-5,9 228,5 Κατηγορίας 24,2 10,7 17,1 8,2 6,3 6,3 13,0 6,3 20,2 63,4 Ε Κατηγορίας 11,2 3,5 12,6 4,4 3,3 3,3 5,9 2,3 35,4 79,9 Πανδοχεία 2,1 0,4 0,8 0,2 ΣΥΝΟΛΟ 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 100,0 10,4 178,4 Πηγή: ΞΕΕ, ΕΣΥΕ. 102