Γιώργος Γκορέζης Υποστράτηγος Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ (1941-1945)
Γιώργος Γκορέζης Υποστράτηγος Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ (1941-1945)
Όλα τα αντίτυπα φέρουν την υπογραφή του συγγραφέα Γιώργος Γκορέζης Παραµυθιά 0666-23322 Ιωάννινα 0651-74242 Αθήνα 01-3413527 I S B N :
Αφιερώνεται στους νεκρούς µας που µε την προσωπική τους θυσία και µέσα από την πάλη για τα ανθρώπινα ιδανικά έφθασαν στη κορυφή της αρετής
-1- Aντί Προλόγου ΚΡΙΤΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ * «Η Εθνική Αντίσταση ήταν έργο µαζικό και παλλαϊκό. Η πρωτοβουλία που ανέπτυξαν οι πρωτεργάτες του απελευθερωτικού αγώνα περιέλαβε στις εγερτήριες φλόγες του όλους τους Έλληνες και η επανάσταση διαδόθηκε µε εκπληκτική ταχύτητα σ ολόκληρη την επικράτεια». Με αυτά τα λόγια χαρακτηρίζεται το έπος των πατριωτών στα χρόνια της κατοχής. Περισσότερες από 6500 λέξεις σε πάνω από 20 σελίδες αποτελούν την εξιστόρηση της «Εθνικής Αντίστασης», στην οποία γίνεται αναφορά στα γεγονότα που σηµάδεψαν την περίοδο εκείνη, από την πρώτη µέρα της τριπλής κατοχής, την 9 η Απριλίου 1941. Οι απόψεις µπορεί να είναι πολλές, η αλήθεια όµως είναι πάντοτε µόνο µία. Και αυτή είναι, ( όπως περιγράφεται στο κείµενο ), ότι «η µεγάλη εκείνη εποχή της Αντίστασης κηλιδώθηκε από τη διαµάχη µεταξύ των αντάρτικων οργανώσεων και από τα Δεκεµβριανά και τον εµφύλιο που επακολούθησε, µε φυσική συνέπεια τη φοβερή κρίση του Έθνους και τον διχασµό της συνείδησης του Ελληνικού λαού. Αποσιωπήθηκε έτσι το µεγαλειώδες έργο της Εθνικής * Αποσπάσµατα του βιβλίου αποτέλεσαν την «Ιστορική Επισκόπηση» στην 8/τοµη έκδοση του ΓΕΣ/ Διευθ. Ιστ. Στρατού «Τα Αρχεία της Εθν. Αντίστασης», της οποίας προγραµµατίστηκε η παρουσίαση στο κοινό και ΜέσαΕπικοινωνίας στο Πολεµικό Μουσείο στις 10 Οκτωβρίου 1998, µε την παρουσία του προέδρου της Δηµοκρατίας. Η παρούσα κριτική αναφέρεται στην έκδοση αυτή.
-2- Αντίστασης, τη στιγµή που άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί είναι υπερήφανοι για την αντίσταση τους, και ο ίδιος ο ηττηµένος εχθρός αναζητεί την αντίσταση ορισµένων πολιτών του, για να αποκατασταθεί στη παγκόσµια κοινή γνώµη». Οι Πρώτες Ηµέρες της Αντίστασης Το πρώτο κεφάλαιο αφορά τις «Πρώτες Ηµέρες της Αντίστασης». Η γερµανική προέλαση, η ολοκλήρωση της κατοχής και η αναφορά στο φρόνηµα του λαού είναι τα πρώτα σηµεία στα οποία αναφέρεται. Ακολουθεί µία πρώτη εκτίµηση του έπους της Εθνικής Αντίστασης, υπό τον τίτλο «ο εθνικός και επαναστατικός οίστρος της αντίστασης και ο παλλαϊκός της χαρακτήρας», για να καταλήξει : «Οφείλουµε να πούµε στην Ελλάδα και τον λαό της τη πραγµατική ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, την αλήθεια, µακριά από κάθε σκοπιµότητα και στρέβλωση». Η Τριπλή Κατοχή Το δεύτερο κεφάλαιο φέρει τον τίτλο «Η Τριπλή Κατοχή» και περιέχει χρήσιµα στοιχεία, τα οποία δίνουν ανάγλυφη την εικόνα της κατοχής της Ελλάδας. «Οι ζώνες κατοχής και οι κατοχικές κυβερνήσεις» παρουσιάζονται συνοπτικά, ενώ γίνεται σαφής αναφορά στο «οικονοµικό χάος, στη πείνα και τη προσπάθεια πνευµατικής και ψυχικής εξουθένωσης του λαού». Τα στοιχεία για τους 360.000 Έλληνες που πέθαναν από τη πείνα, για την ισοπέδωση από τις δυνάµεις του άξονα 2.500 χωριών και για την πυρπόληση 400.000 σπιτιών είναι συγκλονιστικά. Και η κατάληξη του κεφαλαίου αυτού έχει συγκεκριµένους αποδέκτες : «Βαθιά τα σηµάδια, πληγές που ποτέ δεν έκλεισαν, εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας και κατά της χώρας µας, που δεν δέχονται κανένα συγχωροχάρτι και δεν ξεπληρώνονται µε καµία πολεµική αποζηµίωση». Τα Εγκλήµατα των Μουσουλµάνων Τσάµηδων και το «Βλάχικο Κράτος» Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται αναφορά σε δύο θέµατα, τα οποία έχουν χαρακτηρισθεί, και δικαίως, εθνικά ευαίσθητα. Η δράση των Μουσουλµάνων Τσάµηδων της Θεσπρωτίας και η συνεργασία τους µε τους κατακτητές δηµιούργησε σοβαρότατα προβλήµατα στους
-3- Έλληνες κατοίκους της περιοχής. Παράλληλα, γίνεται µνεία στη κίνηση για ίδρυση «κράτους της Πίνδου», ή «Βλάχικου κράτους», µε όρια από τα αλβανικά σύνορα µέχρι τον Δοµοκό, και µε στόχο να περιλαµβάνει όλους τους Κουτσόβλαχους της Ελλάδας. Επίσης δίδονται στοιχεία για τη «Λεγεώνα των Βλάχων» υπό τον διαβόητο Ραποντίκα, η οποία εξοπλίσθηκε από τους Ιταλούς, αλλά τελικώς διαλύθηκε από την αντίδραση της µεγάλης µάζας των κατοίκων της Θεσσαλίας. Η Εθνική Αντίσταση Με τον τίτλο αυτό, πραγµατοποιείται η ουσιαστική αναφορά στη θέληση των Ελλήνων για ελευθερία. Η συγκρότηση των πρώτων εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων και η ίδρυση του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ παρουσιάζονται αναλυτικά µέσα από τα ντοκουµέντα των οργανώσεων αυτών και των δορυφόρων τους. Επισηµαίνονται οι χρονικές αφετηρίες του αντικατοχικού αγώνα στην Αθήνα, στη Μακεδονία, στη Θράκη, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στη Πελοπόννησο και στην Κρήτη, στο σύνολο δηλαδή της υπόδουλης χώρας. Η εκτενής αναφορά στα καταστατικά του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ καταδεικνύουν την προσπάθεια να παρουσιασθούν όσο το δυνατόν πιο αναλυτικά και αντικειµενικά όλες οι πλευρές της Εθνικής Αντίστασης, και να επισηµανθεί : «Γεγονός πάντως αναµφισβήτητο είναι ότι η ιστορία κατέγραψε τις αξιόλογες πράξεις αντίστασης και των δύο (σ.σ. ΕΑΜ και ΕΔΕΣ), λαµπρή απόδειξη ηρωισµού των Ελλήνων». ΟιΈνοπλες Οργανώσεις Αντίστασης Αναλύεται η δράση, το έργο και η προσφορά όλων των ένοπλων οργανώσεων που έδρασαν σε ολόκληρη τη χώρα. Οι αντιπαραθέσεις ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ και ΕΛΑΣ-ΕΚΚΑ και 5/42ΣΕ δεν ήταν δυνατό να αγνοηθούν. Η αναφορά στην ελπιδοφόρα προσµονή, ότι «µε τη συνεργασία ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ τα πάντα ήταν εφικτά», δίνει το στίγµα της εποχής. Η ιστορική αλήθεια όµως, παρά τη προσπάθεια κάποιων σύγχρονων να αγνοηθεί, υπάρχει. Αναφέρεται επί λέξει : «Η οργάνωση ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επιτέθηκε πολλές φορές κατά του 5/42 ΣΕ και πέτυχε τελικά την οριστική διάλυση του.
-4- Ο Συνταγµατάρχης Ψαρρός, ηρωική φυσιογνωµία της Αντίστασης, εκτελέσθηκε στο Κλήµα Δωρίδος από φανατικούς του ΕΛΑΣ, στις 17 Απρ. 1944». Σε άλλο σηµείο αναφέρεται : «Τελικά οι ιδεολογικές διαφορές µε τις οργανώσεις του ΕΔΕΣ, οδήγησαν τον ΕΛΑΣ σε γενική επίθεση στην Πελοπόννησο και στη διάλυση όλων των άλλων οργανώσεων, στις 6 Αυγούστου 1943». Αντιστασιακές Οργανώσεις Εσωτερικού Ο αγώνας των Ελλήνων όµως έγινε πολύ γρήγορα αισθητός και µέσα στα αστικά κέντρα. Η Ιστορική Επισκόπηση της Εθνικής Αντίστασης αποτίνει τον απαιτούµενο φόρο τιµής και στις οργανώσεις αυτές, οι οποίες µε άλλους τρόπους, αλλά το ίδιο αποτελεσµατικούς, συνέβαλαν στην απελευθέρωση του Έθνους. «Παρά τις δυσχέρειες και τις αντιξοότητες, οι οργανώσεις αυτές συνέχισαν µέχρι την απελευθέρωση τον αµείλικτο και αδυσώπητο µυστικό τους πόλεµο κατά του κατακτητή, ανώνυµα και από την αφάνεια», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Κατοχικές Αρχές-Τάγµατα Ασφαλείας Δεν θα ήταν δυνατόν να λείψει η αναφορά σε όσους «Έλληνες» πρόδωσαν την ιδεολογία χιλιετιών πολιτισµού, ελευθερίας και δηµοκρατίας. Ένα θέµα εξίσου ευαίσθητο εθνικά αλλά και κοινωνικά, αυτό των δοσίλογων, τέθηκε στη σωστή του διάσταση. «Η ανυποληψία και η περιφρόνηση προς τις κυβερνήσεις αυτές (σ.σ. κατοχικές), τόσο από τον Ελληνικό λαό όσο και από τους ίδιους τους Γερµανούς που τους διόριζαν, έγινε πλήρης», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Παράλληλα δεν λείπει και η εκτενής αναφορά στα διαβόητα Τάγµατα Ασφαλείας, τα οποία τροµοκράτησαν µεγάλες οµάδες λαού στην Αθήνα, αλλά και στην επαρχία, και όπως χαρακτηριστικά, ορθώς, αναφέρεται «υποκινήθηκαν και από τις υπάρχουσες ιδεολογικοπολιτικές διαφορές». ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ΚΥΡΙΑΚΗ 1 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1998
-5- Κεφάλαιο πρώτο Οι πρώτες µέρες της αντίστασης
-6- Η Γερµανική προέλαση Τον Απρίλιο του 1941, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάµεις έχοντας αποκρούσει την Ιταλική Εαρινή Επίθεση βρέθηκαν να κατέχουν τη γραµµή Χειµάρα - Κλεισούρα - Πόγραδετς, µέσα στο Αλβανικό έδαφος. Ενώ συνεχιζόταν νικηφόρα ο αγώνας εναντίον των Ιταλών, στις 6 Απριλίου 1941, οι Γερµανικές Τεθωρακισµένες δυνάµεις ενέργησαν επιθετικά κατά µήκος της κοιλάδας του Αξιού, παρέκαµψαν την Ελληνική αµυντική τοποθεσία των οχυρών στο Μπέλες και στις 0800 της 9ης Απριλίου, οι εµπροσθοφυλακές τους, έφτασαν στη Θεσσαλονίκη. Ο διοικητής του Τµήµατος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας, αντιστράτηγος Κων/νος Μπακόπουλος, συνθηκολόγησε µε τους Γερµανούς. Η 9η Απριλίου 1941, ήταν η πρώτη µέρα της κατοχής αλλά ταυτόχρονα και η πρώτη µέρα της Αντίστασης. Λιγοστοί περαστικοί παρακολούθησαν σκεπτικοί την παρέλαση των Γερµανών στους δρόµους της Θεσσαλονίκης, ενώ η µεγάλη πλειοψηφία, άρχισε να σκέπτεται τρόπους οργάνωσης και αντίστασης κατά του κατακτητή. Δεν είναι τυχαίο, ότι οι πρώτες προκηρύξεις έπεσαν στην πόλη αργά, την πρώτη εκείνη µέρα της κατοχής. Το γεγονός ήταν συµβολικό και ήθελε την Εθνική Αντίσταση να συνεχίζει τον πόλεµο από την πρώτη στιγµή χωρίς αναβολές κι ανάπαυλα.
-7- Η ολοκλήρωση της κατοχής και το φρόνηµα του λαού Τη συνθηκολόγηση του Τµήµατος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας, ακολούθησε στις 20 Απριλίου η συνθηκολόγηση του Στρατού του Αλβανικού µετώπου. Στη συνέχεια, στις 27 Απριλίου, οι Γερµανοί κατέλαβαν την Αθήνα, στις 30 Απριλίου αποχώρησε από την Ελλάδα το Βρετανικό Εκστρατευτικό Σώµα, στις 5 Μαΐου οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Επτάνησα, στις 10 Μαΐου ολοκληρώθηκε η κατάληψη των νησιών του Αιγαίου από Ιταλούς και Γερµανούς και στις 31 Μαΐου, µετά τη Μάχη και την κατάληψη της Κρήτης, ολοκληρώθηκε η κατοχή της χώρας. Η Νέα Τάξη Πραγµάτων των Γερµανών άρχισε σιγά - σιγά να επεκτείνεται σε ολόκληρη την Ελλάδα. Η Ελληνική Κυβέρνηση του Εµµ. Τσουδερού και ο Βασιλιάς Γεώργιος Β, εγκαταστάθηκαν στις 23 Απριλίου στην Κρήτη και καθώς η Αγγλία δεν επέτρεψε τη µετάβασή τους στην Κύπρο, αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Αίγυπτο στις 23 Μαΐου. Η δυσαρέσκεια που προκάλεσε η άφιξή τους, τους οδήγησε φιλοξενούµενους στη Νότιο Αφρική κι από εκεί το Σεπτέµβριο στο Λονδίνο, ενώ στο Κάιρο παρέµειναν µόνο οι Υπουργοί των Στρατιωτικών Υπουργείων. Στις 29 Απριλίου, ανέλαβε στην Αθήνα η πρώτη Κατοχική Κυβέρνηση, µε Πρωθυπουργό τον Αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου, που µε το υπ αριθ. 1 Νοµοθετικό Διάταγµα στις 30-4-1941 παραχώρησε στον εαυτό της το δικαίωµα έκδοσης διαταγµάτων συντακτικού και νοµοθετικού χαρακτήρα. H Γερµανική Διοίκηση γινόταν µέρα µε τη µέρα όλο και πιο σκληρή και περιοριστική. Καθιέρωσε επίσηµα το θεσµό της οµηρίας και την παραµονή της µεγάλης παρέλασης του γερµανικού στρατού, στις 4 Μαΐου στην Αθήνα, µπροστά στο στρατάρχη Von List (Φον Λιστ), έκλεισαν στο δηµαρχείο δώδεκα επιφανείς Αθηναίους, µε την προειδοποίηση ότι θα εκτελεστούν, αν σηµειωθεί η παραµικρή επίθεση κατά της παρέλασης. Το φρόνηµα όµως του Ελληνικού λαού, παρέµεινε ακατάβλητο κι αδούλωτο. Οι Έλληνες περιφρόνησαν τον κατακτητή. Κατευόδωσαν τις φάλαγγες των συµµάχων, την ώρα της αποχώρησής τους από την Ελλάδα, µε επευφηµίες και ζητωκραυγές για να τους ευχαριστήσουν, και ύστερα,
-8- υποδέχτηκαν τον εχθρό στην Αθήνα µε κλειστά τα παράθυρα κι έρηµους τους δρόµους. Κατά τη φράση του Παν. Κανελλόπουλου (1), στην αυτόµατη περιφρόνηση προς τον πανίσχυρο εχθρό που έδειξε ο Ελληνικός λαός, συνέβαλαν δύο ισχυρά αισθήµατα. Το ένα αίσθηµα ήταν η υπερηφάνεια που γέννησε στην ψυχή του το γεγονός, ότι κράτησε ολοµόναχος, παραπάνω από πέντε µήνες, το µοναδικό τότε, ηπειρωτικό Ευρωπαϊκό µέτωπο. Το δεύτερο, ήταν η οργή, που κυρίευσε την ψυχή του, όταν οι φοβερές δυνάµεις του Χίτλερ ήρθαν να κτυπήσουν κι αυτές το Δαυϊδ, για να σώσουν τον ηττηµένο Γολιάθ. Ο εθνικός και επαναστατικός οίστρος της αντίστασης και ο παλλαϊκός της χαρακτήρας. Η Εθνική Αντίσταση ήταν έργο µαζικό και παλλαϊκό. Η πρωτοβουλία που ανέπτυξαν οι πρωτεργάτες του απελευθερωτικού αγώνα περιέλαβε στις εγερτικές φλόγες της όλους τους Έλληνες και η επανάσταση διαδόθηκε µε εκπληκτική ταχύτητα σ ολόκληρη την επικράτεια. Πρώτες αυθόρµητες ενέργειες ήταν η εκδήλωση συµπάθειας προς τους Άγγλους αιχµαλώτους από την Κρήτη, όταν στις 28 Μαΐου 1941 το πλήθος τους αποθέωσε µε ζητωκραυγές και τους έρανε µε λουλούδια στη λεωφόρο Πανεπιστηµίου. Λίγες µέρες αργότερα, στην ίδια περιοχή της Πανεπιστηµίου, ο γηραιός αντιστράτηγος ε.α. Κοµνηνός Μηλιώτης, κτυπούσε µε το µαστίγιό του και αποκαλούσε γουρούνια τους Γερµανούς σκοπούς της Αθηναϊκής Λέσχης, για να πέσει στη συνέχεια νεκρός από τα δολοφονικά τους πυρά. Τη νύχτα της 30ης προς 31η Μαΐου, δύο νεαροί φοιτητές, ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας, υπέστειλαν και αφαίρεσαν τη Γερµανική σηµαία που κυµάτιζε στην Ακρόπολη, γεγονός που απέκτησε διεθνείς διαστάσεις µε την αναµετάδοσή του από το Β.Β.C. και προσέλαβε συµβολική αντιστασιακή σηµασία. Στη Θεσσαλονίκη, ιδρύθηκε η οργάνωση Ελευθερία, µε τη συµµετοχή αρχικά και του Συνταγµατάρχη Δηµητρίου Ψαρού ως στρατιωτικού αρχηγού. Αργότερα, οι (1) Μαθιόπουλος Βάσος, Η Ελληνική Αντίσταση 1941-1944 και οι Σύµµαχοι, εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ, Αθήνα 1977.
-9- αντιστασιακές δραστηριότητες και οι µυστικές οργανώσεις άρχισαν να πληθαίνουν και να εξαπλώνονται σε ολόκληρη τη χώρα. Το Σεπτέµβριο του 1941, τρεις µήνες µετά την πλήρη κατοχή της Ελλάδας, η Εθνική Αντίσταση εκδήλωσε τα πρώτα οργανωµένα βήµατά της. Εµφανίστηκαν οι πρώτες οργανωµένες εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις, ο ΕΔΕΣ και το ΕΑΜ και µερικούς µήνες αργότερα, η ΕΚΚΑ του Συνταγµατάρχη Ψαρού. Παράλληλα, διάφορα τµήµατα δολιοφθοράς και οµάδες πληροφοριών που ιδρύθηκαν µε πρωτοβουλία αξιωµατικών ή ιδιωτών, άρχισαν να παρενοχλούν τον κατακτητή. Οι Έλληνες δεν κατέθεσαν τα όπλα, αλλά συνέχισαν τον αγώνα µε άλλη µορφή. Η Εθνική Αντίσταση ήταν έργο ολόκληρου του Ελληνικού λαού, που αγωνιζόταν ενωµένος πάνω και πέρα από κάθε είδους διαχωρισµούς. Όπως για τους Γερµανούς δεν υπήρχαν αντάρτες διάφορων ιδεολογιών στα βουνά και τις ερηµωµένες πόλεις, αλλά απλά αντιστεκόµενοι Έλληνες προς εξόντωση, έτσι και τους Έλληνες τους συνέδεε το καθολικότερο αίτηµα των καιρών: να συντριβούν οι κατακτητές και από τα ερείπια του πολέµου να βγει µια Ελλάδα απαλλαγµένη από τα ξένα δεσµά, µε αληθινή ανεξαρτησία και προοπτικές οικονοµικής και πολιτιστικής ανάπτυξης. Αυτό ήταν το βασικό σύνθηµα που επικρατούσε εκείνη την εποχή, σ όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις. Ο Καθηγητής Πολυχρόνης Ενεπεκίδης, γράφει (2) : Το 1941 εξωρίσθη από την Ελλάδα προς στιγµήν η Ελευθερία και ξαφνικά εψήλωσε, από την πείνα και τη σκλαβιά ο νους και το φρόνηµα των ηττηµένων νικητών. Οφείλουµε να πούµε στην Ελλάδα και το λαό της την πραγµατική ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, την αλήθεια, µακριά από κάθε σκοπιµότητα και στρέβλωση. (2) Ενεπεκίδης Π., Η Ελληνική Αντίστασις 1941-44, Εκδόσεις Εστία, Αθήνα, 1964.
-10- Κεφάλαιο δεύτερο Η τριπλή κατοχή
-11- Οι Ζώνες Κατοχής και οι Κατοχικές Κυβερνήσεις. Μετά τη µάχη της Κρήτης, ολοκληρώθηκε η κατοχή της χώρας. Οι κατακτητές φρόντισαν για τον αφανισµό του Ελληνικού Έθνους και έδωσαν στην κατοχή τριµερή πολυεθνική µορφή. Η Ιταλία προσάρτησε από την πρώτη στιγµή τα νησιά του Ιονίου Πελάγους ενώ η Βουλγαρία την Ανατολική Μακεδονία και το µεγαλύτερο µέρος της Δυτικής Θράκης. Με διαταγή του Χίτλερ στις 17 Μαΐου 1941, η Ελλάδα χωρίστηκε επίσηµα σε ζώνες κατοχής : η Γερµανία κράτησε τις σηµαντικότερες από στρατιωτική άποψη περιοχές και τις περιοχές απ όπου περνούσαν οδικές-σιδηροδροµικές αρτηρίες, δηλαδή την Κεντρική Μακεδονία, το µεγαλύτερο µέρος του νοµού Έβρου, τα νησιά Λήµνο, Μυτιλήνη, Χίο, Σκιάθο, Σκόπελο, την περιοχή Αττικής και Μεγαρίδας, τη βόρεια Πελοποννησιακή ακτή, τα νησιά Σαλαµίνα, Αίγινα, Πόρο, Μήλο, Κρήτη, το λιµάνι του Πειραιά και τις βόρειες ακτές του Αιγαίου Πελάγους. Η Ιταλική Ζώνη κατοχής περιλάµβανε την Ήπειρο, τη Θεσσαλία, την υπόλοιπη Στερεά Ελλάδα -εκτός από την Αττική και τις ακτές του Σαρωνικού- την Πελοπόννησο, την Εύβοια, τις Κυκλάδες -εκτός από τη Μήλο- την
-12- Ικαρία και τη Σάµο. Και η Βουλγαρική Ζώνη, τέλος, περιέλαβε στη Θράκη τους νοµούς Ροδόπης και Ξάνθης µε ένα µικρό τµήµα του νοµού Έβρου και στην Ανατ. Μακεδονία τους νοµούς Καβάλας, Δράµας και Σερρών. Η Γερµανική Ζώνη χωρίστηκε σε τρεις στρατιωτικές διοικήσεις : της Βόρειας Ελλάδας (Θεσσαλονίκη) της Νότιας Ελλάδας (Αθήνα) και της Κρήτης. Οι διοικητές των διοικήσεων αυτών συγκέντρωναν στα χέρια τους την ανώτατη πολιτική και στρατιωτική εξουσία και λογοδοτούσαν απ ευθείας στο Φύρερ. Υπάγονταν, αρχικά, στο στρατιωτικό διοικητή Νοτιοανατολικής Ευρώπης που είχε την έδρα του στο Βελιγράδι, και συγκροτούσαν µια Οµάδα Στρατού, κάτι σαν τµήµα Στρατιάς, µε την ονοµασία Ε. Εκπρόσωπος της πολιτικής εξουσίας, ένα είδος πρεσβευτή, ήταν ο πληρεξούσιος διπλωµατικός εκπρόσωπος του Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά οι δικαιοδοσίες του ήταν περιορισµένες σε ρόλο συµβουλευτικό στη Γερµανική στρατιωτική διοίκηση. Την τρίτη εξουσία, την αστυνοµική, αποτέλεσαν κυρίως οι υπηρεσίες της Γκεστάπο και των Ες - Eς, που εγκαταστάθηκαν µαζί µε το Στρατό κατοχής. Υπάγονταν απευθείας στο Hitler (Χίτλερ) και το Συνταγµατάρχη Heindrich (Χάιντριχ) και ήταν ανεξάρτητοι από τους στρατιωτικούς διοικητές. Η τέταρτη εξουσία ήταν αυτόχθονη, αυτή των κατοχικών κυβερνήσεων, µε πρώτη την Κυβέρνηση του αντιστράτηγου Τσολάκογλου. Το οικονοµικό χάος, η πείνα και η προσπάθεια πνευµατικής και ψυχικής εξουθένωσης του λαού. Οι κατακτητές επιδίωξαν την εξόντωση του Ελληνικού λαού µε τη γενοκτονία, χρησιµοποιώντας την πείνα και τη βία, τα όπλα και το θάνατο. Ενεργούσαν επιστρατεύσεις για εργασία που δεν πλήρωναν, αρπαγές, καταστροφές, κατασχέσεις ζώων-µέσων µεταφοράς και κλοπές άλλων αγαθών, που χαρακτηρίζονταν λεία πολέµου. Για να καµουφλάρουν την καταλήστευση του πλούτου της χώρας, οι Γερµανοί έθεσαν σε κυκλοφορία το µάρκο κατοχής, νόµισµα χωρίς κανένα αντίκρισµα που τυπωνόταν σε απεριόριστο αριθµό. Με τον ίδιο τρόπο οι Ιταλοί κυκλοφόρησαν τη µεσογειακή δραχµή. Τα δύο αυτά νοµίσµατα αποσύρθηκαν τον Αύγουστο του
-13-1941, αφού ανταλλάχτηκαν µε ελληνικές δραχµές, που από τότε κυκλοφορούσαν ως πληθωρικό χαρτονόµισµα. Εκτός από τη ληστεία αυτή, οι κατακτητές υποχρέωσαν την κατοχική κυβέρνηση να πληρώσει δαπάνες κατοχής, εισπράττοντας το τεράστιο ποσό των 10 δισεκατοµµυρίων δραχµών για τα κατοχικά στρατεύµατα, όπως και άλλες πιστώσεις, τις οποίες βέβαια ποτέ δεν επέστρεψαν (3). Πρόσθετα µέτρα, όπως ο έλεγχος και η καταλήστευση των βιοµηχανικών και εµπορικών επιχειρήσεων καθώς και η απαγόρευση των µεταφορών από τη µία Ζώνη Κατοχής στην άλλη, αποδιοργάνωσαν εντελώς την Ελληνική οικονοµία, µε αποτέλεσµα ο Ελληνικός λαός να αντιµετωπίζει πρόβληµα επιβίωσης. Οι δρόµοι των Αθηνών και του Πειραιά καλύπτονταν καθηµερινά από άταφα πτώµατα, κυρίως κατά τον αποκαλούµενο µαύρο χειµώνα του 1941-42. Συνολικά, πέθαναν από την πείνα πάνω από 360.000 Έλληνες, ενώ αργότερα, το 1943-44, οι θάνατοι περιορίστηκαν, µετά την επέµβαση του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Την πείνα και την εξαθλίωση του λαού συνόδευε η συστηµατική προσπάθεια των κατακτητών να τον εξουθενώσουν πνευµατικά µε τη χρήση του ραδιοφώνου και άλλων µέσων προπαγάνδας. Εκτός από τα παραπάνω, οι αρχές κατοχής συνέλαβαν και κράτησαν σε στρατόπεδα της χώρας, ή έστειλαν ως οµήρους στη Γερµανία χιλιάδες Έλληνες. Δεκάδες χιλιάδες εκτελέστηκαν οµαδικά µε αποφάσεις των στρατοδικείων του κατακτητή, σε χωριά και σε πόλεις. Ισοπέδωσαν µέχρι 2.500 χωριά, πυρπολώντας 400.000 σπίτια. Ο Δ. Γληνός γράφει για το Ελληνικό Έθνος που γνώρισε την πιο σκληρή, την πιο απάνθρωπη, την πιο αιµοβόρα, την πιο αποπνικτική σκλαβιά στα τρεις χιλιάδες χρόνια της τρικυµισµένης ιστορίας του. Στην έκθεση που υπέβαλε η Ελληνική Κυβέρνηση στις 6 Μαΐου 1946 στη Γραµµατεία της Διάσκεψης Ειρήνης στο Παρίσι, για τις καταστροφές που υπέστη η Ελλάδα σε µέσα και ψυχές, αναφέρονται και τα εξής : (3) Οι συµµαχικές δυνάµεις καθόρισαν στη Διάσκεψη των Παρισίων το ύψος της Eλληνικής αποζηµίωσης στα 7,5 δις δολάρια, όπου δεν περιλαµβανόταν το δάνειο. Εκκρεµούν επίσης και πλήθος αποζηµιώσεις για εγκλήµατα πολέµου.
-14- Καταστροφές: Στο οδικό δίκτυο 62%, στα τεχνικά έργα 90%, στα αυτοκίνητα 73%, στους σιδηροδρόµους 83%, στα πλοία 73%, στο τηλεγραφικό δίκτυο 100%, στις επικοινωνίες 74%, στους λιµένες 67%, στην Πολιτική Αεροπορία 100%. Καταστράφηκαν 401.306 οικοδοµές, ήτοι το 23% του οικοδοµικού συνόλου της χώρας. Κάηκαν 1.644 χωριά. Θάνατοι: 935.000 ψυχές, ήτοι το 13% του πληθυσµού, 8.000 άνδρες φονεύθηκαν από την Γερµανική πολεµική δραστηριότητα, ενώ ο αριθµός των εκτοπισθέντων βιαίως στη Γερµανία και σε άλλα εδάφη ίσως ποτέ δεν θα γίνει γνωστός. Τα ίδια τα µυστικά αρχεία της Βέρµαχτ στην Ελλάδα, όπως αποκαλύπτει στο βιβλίο του ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης (4), αναφέρονται σε 20.650 φονευθέντες, 25.728 αιχµαλώτους και 4.795 εξιλαστήριες εκτελέσεις, όπως τις ονόµασαν στο λογιστικό απολογισµό τους οι Γερµανοί. Βαθιά τα σηµάδια, πληγές που ποτέ δεν έκλεισαν, εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας και κατά της χώρας µας που δεν δέχονται κανένα συγχωροχάρτι και δεν ξεπληρώνονται µε καµιά πολεµική αποζηµίωση. (4) Ενεπεκίδης Π. ό.π.
-15- Κεφάλαιο τρίτο Τα Εγκλήµατα των Μουσουλµάνων Τσάµηδων και το Βλάχικο Κράτος
-16- Οι Μουσουλµάνοι Τσάµηδες της Θεσπρωτίας. Οι Μουσουλµάνοι Τσάµηδες της Θεσπρωτίας, που είχαν εξαιρεθεί από την ανταλλαγή των πληθυσµών µεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας το 1924 µε την προτροπή της Αλβανίας επειδή τους θεωρούσε Αλβανούς, χρησιµοποιήθηκαν στην κατοχή από την Ιταλία για την προώθηση των σχεδίων τους, την προσάρτηση της Θεσπρωτίας στην Αλβανία. Τα σχέδια προέβλεπαν την µείωση του Ελληνικού πληθυσµού είτε µε φόνους και εκτελέσεις, είτε µε την τροµοκρατία, ώστε να αναγκάζεται να µεταναστεύει, και τέθηκαν σε εφαρµογή αµέσως µε την είσοδο των Ιταλών στην Ήπειρο. Στις Φιλιάτες υψώθηκε η Αλβανική σηµαία και µε επικεφαλής τους αιµοσταγείς Νουρή και Μαζάρ Ντίνο από την Παραµυθιά και Γιασίν Σαντίκ από το Μαργαρίτι, οι Αλβανοτσάµηδες στη Θεσπρωτία παρέδωσαν στη φωτιά και τη λεηλασία 2.050 σπίτια, ενώ οι εκτελεσθέντες στο νοµό ανέρχονται σε 880. Πιστοί σύµµαχοι των Ιταλών πρωτοστάτησαν σε λεηλασίες, κακοποιήσεις αθώων, βιασµούς, ληστείες, εµπρησµούς. Μετά την ανακωχή της Ιταλίας το Σεπτέµβριο του 1943 οι Μουσουλµάνοι Τσάµηδες συνέχισαν τα εγκλήµατα στο πλευρό των Γερµανών, και στις 29 Σεπτεµβρίου 1943, µε κατάλογο που συντάχθηκε από τους Αλβανοτσάµηδες, 49
-17- πρόκριτοι της Παραµυθιάς οδηγούνται στον τόπο της εκτέλεσης από τους Γερµανούς. Ο µαρτυρικός λαός της Θεσπρωτίας αντέδρασε δυναµικά σ όλες τις µεθοδεύσεις του κατακτητή και των Αλβανοτσάµηδων. Σκληροτράχηλοι αγωνιστές όπως ο Νίκου, ο Γεωργίου, ο Μπαλούµης, ο Τσίτσος και άλλοι, έγιναν οι µπροστάρηδες στον αγώνα. Από την Πάργα µέχρι τα Γιάννενα και από τον Καλαµά µέχρι την Πρέβεζα έστησαν γρήγορα τα ληµέρια τους και έγιναν οι προστάτες των αδικουµένων και ο τρόµος και ο φόβος κάθε προδότη, δολοφόνου ή εκβιαστή. Θρυλικές έµειναν οι µάχες των Οµάδων του Νίκου και του Μπαλούµη στα υψώµατα Σπαθαράτι Μαργαριτίου µε Ιταλούς και Αλβανοτσάµηδες, στις οποίες οι τελευταίοι κατατροπώθηκαν και είχαν πολλούς νεκρούς. Ακολούθησαν στις 24 Μαρτίου 1943 η µάχη στο Μαντζάρι, στις 21 Μαΐου 1943 οι µάχες Σκάλας Παραµυθιάς και Σταυρού Σουλίου, τον Αύγουστο 1943 οι µάχες του Φαναρίου, στις 30 Ιουνίου 1944 η µάχη των Αγίων Θεοδώρων και πολλές άλλες νικηφόρες αναµετρήσεις, που αναπτέρωναν το ηθικό των κατοίκων της περιοχής. Τέλος στις 17 και 18 Αυγούστου 1944 οι Γερµανοί και οι Μουσουλµάνοι Τσάµηδες ηττήθηκαν κατά κράτος στη µάχη της Μενίνας και στις 21 Σεπτεµβρίου οι Γερµανοί υποχώρησαν, αφού ηττήθηκαν στη µάχη της Μενίνας στις 18 Αυγούστου. Οι Αλβανοτσάµηδες για να αποφύγουν τη Νέµεση της δικαιοσύνης κατέφυγαν στη γειτονική Αλβανία. Το Βλάχικο Ζήτηµα Με την είσοδο των Ιταλών τον Ιούνιο του 1941, εµφανίστηκε η κίνηση για την ίδρυση Κράτους της Πίνδου ή Βλάχικου Κράτους µε όρια από τα Αλβανικά σύνορα µέχρι το Δοµοκό και στόχο να περιλαµβάνει όλους τους Κουτσόβλαχους της Ελλάδας. Στην κίνηση πρωτοστάτησε ο Αλκιβιάδης Διαµαντής, µε ανάλογη δράση στο παρελθόν, και βοηθός του ήταν ο Νίκος Μπατούσης, δικηγόρος από τη Λάρισα. Σχηµάτισαν ένοπλη δύναµη, τη Λεγεώνα των Βλάχων µε αρχηγό το Βασίλη Ραποντίκα, την εξόπλισαν από τους Ιταλούς και χρησιµοποίησαν κάθε µέσο προπαγάνδας και βίας κατά των Κουτσόβλαχων ώστε να τους αναγκάσουν να τους ακολουθήσουν. Στο Θεσσαλικό χώρο όµως,
-18- δηµιουργήθηκαν οργανώσεις µε αποστολή τη διαφώτιση και τόνωση του ηθικού των καταπιεζοµένων και εκβιαζόµενων Κουτσοβλάχων, όπως η Φιλική Εταιρεία και η Ένωση Ελλήνων Κουτσοβλάχων. Η µεγάλη µάζα τους αντέδρασε, ξεσηκώθηκε και κατόρθωσε να εκδιώξει τους πρωτεργάτες της κίνησης που κατέφυγαν στη Ρουµανία, ενώ επεφύλαξε φρικτό θάνατο στο Ραµποτίκα.
-19- Κεφάλαιο τέταρτο Η Εθνική Αντίσταση
-20- Συγκρότηση των Πρώτων Εθνικοαπελευθερωτικών Οργανώσεων. Η Ιδρυση του ΕΑΜ και του ΕΔΕΣ Λίγες µέρες πριν από την είσοδο των Γερµανών στην Αθήνα πραγµατοποιήθηκε µεγάλη λαϊκή συγκέντρωση στο κέντρο της πρωτεύουσας, όπου αντήχησαν τα συνθήµατα Όπλα στο λαό κι Αντίσταση στους επιδροµείς. Στις 15 Μαΐου του 1941, κυκλοφόρησε στην Αθήνα, η πρώτη έντυπη προκήρυξη της εθνικοαπελευθερωτικής οµάδας Δηµοκράτης, που καλούσε το λαό να οργανωθεί και να παλέψει εναντίον των κατακτητών. Λίγο αργότερα, άρχισε να εκδίδεται έντυπο µε το όνοµα της οργάνωσης. Στα µέσα Μαΐου 1941, µια οµάδα µόνιµων αξιωµατικών, συγκάλεσε σύσκεψη στην οποία τονίστηκε η ανάγκη, οι αξιωµατικοί να παραµείνουν στην υπόδουλη πατρίδα και να αγωνιστούν για την απελευθέρωση. Ίδρυσαν το Γραφείο Εξυπηρετήσεως Εφέδρων, που περιέθαλψε και τακτοποίησε χιλιάδες πρώην οπλίτες και αξιωµατικούς του στρατού που είχαν καταφύγει στην Αθήνα. Τον Μάιο του 1941, ιδρύθηκε στη Μακεδονία η εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση Ελευθερία από πατριώτες της Βόρειας Ελλάδας. Ανάµεσά τους συγκαταλέγονταν ο Απόστολος Τζανής, µέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και ο Συνταγµατάρχης Δηµήτριος Ψαρός, που έγινε για λίγο ο στρατιωτικός της αρχηγός. Ήταν από τις πρώτες οργανώσεις που
-21- κυκλοφόρησαν προκηρύξεις και υποκινούσαν τον απελευθερωτικό αγώνα. Το φθινόπωρο του 1941, ο Συνταγµατάρχης Ψαρός αναχώρησε για την Αθήνα µε σκοπό να οργανώσει δικό του αντάρτικο κίνηµα. Στη Θεσσαλία δηµιουργήθηκαν απελευθερωτικές οµάδες µε την ονοµασία Οµάδες Εφόδου και στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη η οργάνωση Ιερός Λόχος. Στην Ήπειρο οι απελευθερωτικές κινήσεις ενισχύθηκαν µε εξόριστα στελέχη κοµµατικών οργανώσεων και τον Απρίλιο του 1941 µετά από ευρεία σύσκεψη, αποφασίσθηκε η δηµιουργία της απελευθερωτικής οργάνωσης Πατριωτικό Μέτωπο. Στην Πελοπόννησο, µέχρι τον Ιούνιο 1941, δηµιουργήθηκαν το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και η Νέα Φιλική Εταιρεία. Η τελευταία, στα πρώτα της βήµατα, ασχολήθηκε µε την απόκρυψη και συντήρηση στρατιωτών και αξιωµατικών του Αγγλικού Εκστρατευτικού Σώµατος. Στην Κρήτη, άρχισε η οργάνωση απελευθερωτικών οµάδων από το δεύτερο δεκαήµερο του Ιουνίου 1941, µε πρωτοστάτες το Μανώλη Μπαντουβά και το Γεώργιο Πετρακογιώργη. Στη Σάµο συγκροτήθηκαν οι οµάδες του Μετώπου Εθνικής Ανεξαρτησίας - Ειρήνης. Στην Αθήνα, ιδρύθηκε στις 28 Μαΐου 1941, η Εθνική Αλληλεγγύη. Αρχική αποστολή της ήταν η περίθαλψη των θυµάτων πολέµου, των τραυµατιών και των χιλιάδων στρατιωτών που κατέφυγαν στην Αθήνα µετά την κατάρρευση του µετώπου, αλλά µε την πάροδο του χρόνου µετατράπηκε σε µαζική οργάνωση απελευθερωτικού κινήµατος. Στις 27 Σεπτεµβρίου 1941, αντιπρόσωποι από το Κοµµουνιστικό Κόµµα (ΚΚΕ), το Σοσιαλιστικό (ΣΚΕ), το Αγροτικό (ΑΚΕ) και την Ένωση Λαϊκής Δηµοκρατίας (ΕΛΔ), συναποφάσισαν την ίδρυση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ). Στο καταστατικό του ΕΑΜ (5) αναφέρονταν οι σκοποί του: Η απελευθέρωση του Έθνους µας από το σηµερινό ξένο ζυγό και η απόκτηση της πλήρους ανεξαρτησίας της χώρας µας. Ο σχηµατισµός προσωρινής κυβερνήσεως του ΕΑΜ αµέσως µετά την (5) Περιοδικό Εθνική Αντίσταση, Συλλογή Πρώτη, Απρίλιος 1962, σελ. 3-4.
-22- εκδίωξη των ξένων κατακτητών, µοναδικός σκοπός της οποίας θα είναι η προκήρυξη εκλογών για συντακτική εθνοσυνέλευση, µε βάση την αναλογική, ίνα ο λαός αποφανθεί κυριαρχικώς επί του τρόπου της διακυβερνήσεώς του. Και η κατοχύρωση του κυριαρχικού τούτου δικαιώµατος του λαού, από πασά αντιδραστική απόπειρα, ήτις θα τείνει να επιβάλει στο λαό λύσεις αντιθέτους προς τας επιθυµίας του, όπως και η εκµηδένιση δι όλων των µέσων του ΕΑΜ και των οργάνων του πάσης τοιαύτης αποπείρας. Το ΕΑΜ έβρισκε ένθερµους υποστηρικτές παντού, στις πόλεις και τα χωριά όλης της χώρας και οι Έλληνες πατριώτες υπέγραφαν ανεπιφύλακτα δήλωση προσχώρησης στην οργάνωσή του. Έτσι, µέσα σε λίγες µέρες το ΕΑΜ έγινε παντοδύναµο, µε τα πλοκάµιά του απλωµένα σ όλες τις πόλεις και την ύπαιθρο, µέχρι το τελευταίο ακριτικό χωριό. Οργανώθηκε µε Κεντρική Επιτροπή και Γραµµατεία και στις 10 Οκτωβρίου 1941, απηύθυνε διάγγελµα προς τον Ελληνικό λαό. Λίγες µέρες µετά το διάγγελµα, έλαµψαν στον Υµηττό οι φωτεινές επιγραφές ΕΑΜ, 28 ΟΚΤΩΒΡΗ 1940, προσκλητήριο σ όλους τους Έλληνες στον αγώνα για τη Λευτεριά. Στις 28 Οκτωβρίου 1941, ο λαός γιόρτασε µε διαδηλώσεις και πορείες στους δρόµους της Αθήνας την επέτειο και την απόφασή του να αγωνιστεί κατά του κατακτητή, όπως τη γιόρτασε µαζικά και τα υπόλοιπα χρόνια κατοχής µαζί µε την επέτειο της 25 ης Μαρτίου, παρά την αντίδραση των Γερµανών. Παράλληλα, ο Συνταγµατάρχης Ναπολέων Ζέρβας, σε συνεργασία µε το Συνταγµατάρχη Λεωνίδα Σπαή και το δικηγόρο Ηλία Σταµατόπουλο, ίδρυσε στις 9 Σεπτεµβρίου 1941, στην Αθήνα, οργάνωση µε την επωνυµία Εθνικός Δηµοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσµος (ΕΔΕΣ). Από το καταστατικό (6) φαίνεται, ότι σκοπός της οργάνωσης ήταν, µεταξύ των άλλων: Να αγωνισθή δι όλων του των δυνάµεων και διά παντός τρόπου και µέσου και εντός και έξω της Ελλάδος προς ενίσχυσιν του διεξαγοµένου Συµµαχικού Αγώνος, συµβάλη δε όσον δυνηθή διά της δηµιουργίας Εθνικού Επαναστατικού Στρατού εις την ταχυτέραν επίτευξιν της Συµµαχικής Νίκης. Να εργασθή και επιτύχη ώστε να εγκαθιδρυθή εις την Ελλάδα, µετά τον πόλεµον και την (6) Αρχείο ΔΙΣ/ΓΕΣ, Φ. 907/Ζ/51
-23- Νίκην της Συµµαχικής µας παρατάξεως, πολίτευµα Δηµοκρατικόν, Λαϊκού χαρακτήρος και Σοσιαλιστικής µορφής, κατόπιν ελευθέρου Δηµοψηφίσµατος. Να ζητήση από τας Συµµάχους χώρας Αγγλίαν, Αµερικήν και Ρωσίαν όπως µετά τον πόλεµον αφεθή ελεύθερος ο Ελληνικός Λαός να εκλέξη το πολίτευµα του, αποφευχθή δε η δι εξωτερικής δυνάµεως επιβολή του Βασιλικού θεσµού. Την απόφασιν του Ελληνικού Λαού, οιαδήποτε κι αν είναι, υποχρεωθούν και οι δύο παρατάξεις να αποδεχθούν ως τελειωτικήν και τερµατίζουσαν την Πολιτειακήν αντίθεσιν και πάλην. Να αντιταχθεί δι όλων των δυνάµεων όπως εµποδίση την βιαίαν επάνοδον του Βασιλέως αν ήθελε επιχειρήση τοιαύτην προ της ελευθέρας εκδηλώσεως του Ελληνικού Λαού, το ανόθευτον δε της Λαϊκής θελήσεως να διαπιστωθή διά της παρουσίας αντιπροσώπων των τριών αγωνιζοµένων κατά του κατακτητού Κρατών και αντιπροσώπων του Βασιλέως. Να αντιπροσωπευθεί η Ελλάς εις το Συνέδριον ειρήνης από Έλληνας εκλεγησοµένους από την αγωνιζοµένην χώραν µας εντός και έξω της Ελλάδος. Αρχηγός της οργάνωσης αναφέρεται στο καταστατικό ο Στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, αλλά ο τελευταίος ούτε αποδέχτηκε το διορισµό αυτό, ούτε και υιοθέτησε τις αρχές του ΕΔΕΣ. ΕΑΜ και ΕΔΕΣ µε τους συνεχείς διαπληκτισµούς τους για το ποιος πήρε πρώτος το δρόµο της Αντίστασης επαληθεύουν τη ρήση του Αριστοτέλη από το 350 π.χ. Αιώνιον, αν εγένετο τό Ελληνικόν ει ωµονόει. Γεγονός πάντως αναµφισβήτητο είναι, ότι η ιστορία κατέγραψε τις αξιόλογες πράξεις αντίστασης και των δύο, λαµπρή απόδειξη του ηρωισµού των Ελλήνων.
-24- Κεφάλαιο πέµπτο Οι Ένοπλες Οργανώσεις Αντίστασης
-25- ΕΛΑΣ. Καθώς έληξε ο πρώτος χρόνος της Κατοχής, παρά την πείνα που µάστιζε τη χώρα, ο ένοπλος αγώνας ολοένα και περισσότερο αναδυόταν από τον αντιστασιακό παλλαϊκό οργασµό. Μέχρι τότε όµως, είχε ανοργάνωτη µορφή, ή τον αποτελούσαν σποραδικά ασύνδετα περιστατικά και γεγονότα. Η οργάνωση δεν άργησε τελικά να ωριµάσει. Στις 2 Φεβρουαρίου του 1942, συναντήθηκαν µε εντολή της ΚΕ του ΕΑΜ σε κάποιο σπίτι στους Αµπελοκήπους, ο Πολύδωρος Δανιηλίδης, ο Ανδρέας Τζήµας, ο Θανάσης Χατζής και ο Σπύρος Κωτσάκης. Η σύσκεψη τους κατέληξε να είναι ιδρυτική για το Στρατό του ΕΑΜ, το ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός). Η ονοµασία είχε µαζική επίδραση στον λαό τα χρόνια της Αντίστασης, καθώς συνδυαζόταν µε τη λέξη ΕΛΛΑΣ και συνάρπαζε αντάρτες και µάζες. Ο Θανάσης Κλάρας, µε το ψευδώνυµο Άρης Βελουχιώτης, άρχισε πρώτος τη στρατολόγηση των ανταρτοοµάδων του ΕΛΑΣ από τη Ρούµελη, όπου βρισκόταν στις 26 Μαΐου, κι έδωσε τον όρκο µαζί µε τους άλλους πρωτοπόρους της Αντίστασης. Από το φθινόπωρο ξεκίνησε τον αγώνα κατά του κατακτητή. Στις 9 Σεπτεµβρίου του 1942 έδωσε την πρώτη µάχη στα Ρυκά της Γκιώνας. Ακολούθησαν και άλλες νικηφόρες επιθετικές ενέργειες εναντίον των Ιταλών, όπως αυτή στο Κρίκελλο, που αποτέλεσε την
-26- απαρχή απελευθερωτικής έκρηξης στη Ρούµελη, µε αντίκτυπο σ ολόκληρη την Ελλάδα. Στη Θεσσαλία, από το Μάιο του 1942 αναπτύσσει αξιόλογη δράση η ανταρτοοµάδα ΕΛΑΣ Αλµυρού, µε επικεφαλής το Νίκο Ξυνό, και στις 28 Ιουλίου εµφανίζεται στον Κίσσαβο η ανταρτοοµάδα του Γ. Μπλάνα. Οι οµάδες αυτές του ΕΛΑΣ, αποτέλεσαν τους πυρήνες ενός τεράστιου αντάρτικου που έµελλε να απλωθεί σ ολόκληρη τη Θεσσαλία. Ανάλογες οµάδες δηµιουργήθηκαν το 1942 στη Μακεδονία, την Ηπειρο, την Πελοπόννησο και την Αττικοβοιωτία κι έτσι σχηµατίστηκε η εικόνα µιας αληθινής εξόρµησης του ΕΛΑΣ σ ολόκληρη την Ελλάδα. Το 1942, ήταν έτος στροφής και ανάκαµψης για τους συµµάχους, που είχαν αναχαιτίσει το µείζον της Γερµανικής επιθετικής ενέργειας και ετοιµάζονταν για επιθετική επιστροφή. Στα πλαίσια της στρατηγικής αυτής, το στρατηγείο Μέσης Ανατολής, οργάνωσε και απέστειλε στην Ελλάδα οµάδα δολιοφθορέων, µε επικεφαλής το Συνταγµατάρχη Μηχανικού Eddie Myers (Έντι Μάγιερς) και υπαρχηγό τον κατ απονοµή Ταγµατάρχη Chris Woodhouse (Κρις Γουντχάουζ) της Intelligence Service (Υπηρεσίας Πληροφοριών), για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταµου. Η επιχείρηση έγινε µε απόλυτη επιτυχία τη νύχτα 25 προς 26 Νοεµβρίου από αντάρτικες οµάδες του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ µε επικεφαλής τους Ναπολέοντα Ζέρβα και Αρη Βελουχιώτη. Η έκρηξη που γκρέµισε τη γέφυρα κατάφερε καίριο πλήγµα στους κατακτητές και τράνταξε το πανελλήνιο. Ο ραδιοσταθµός του Λονδίνου µετέδωσε σ όλο τον κόσµο την είδηση, η Αντίσταση γαλβανίστηκε, και όλοι πίστεψαν ότι µε τη συνεργασία ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ τα πάντα ήταν εφικτά. Στο µεταξύ ο Μάγιερς προήχθη σε ταξίαρχο και παρέµεινε στην Ελλάδα ως Αρχηγός της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής (ΒΣΑ) µε Υπαρχηγό τον Κρις Γουντχάουζ. Είχε προηγηθεί στις 2 Αυγούστου του 1942, η αποβίβαση του Ταγµατάρχη Ιωάννη Τσιγάντε στην ακτή Κότρωνα της Μάνης, που έφερε στην Ελλάδα περίπου 15.000 χρυσές λίρες Αγγλίας. Το 1943, χαρακτηρίζεται από τις µαζικές κινητοποιήσεις στις 24 Φεβρουαρίου και 5 Μαρτίου στην Αθήνα και τις άλλες µεγάλες πόλεις, που µετά από πραγµατικές συγκρούσεις στους δρόµους µε τον κατακτητή, απέτρεψαν την επιστράτευση του λαού για ανάγκες του µετώπου. Παράλληλα, το ένοπλο κίνηµα αναπτύχθηκε ραγδαία
-27- σε Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Ήπειρο, Μακεδονία, Πελοπόννησο, Θράκη και νησιά. Με επιτυχία έγιναν οι µάχες στο Σχίνοβο στις 8 Φεβρουαρίου, στην Οξύνεια στις 12 Φεβρουαρίου, στο Φαρδύκαµπο από 4 έως 7 Μαρτίου και άλλες µικρότερες. Οι εξελίξεις που ακολούθησαν έµελλαν να δώσουν στον ΕΛΑΣ µορφή οργανωµένου Στρατού. Στις 2 Μαΐου 1943, ιδρύθηκε στην Αθήνα το Γενικό Στρατηγείο ΕΛΑΣ µε το Συνταγµατάρχη Στέφανο Σαράφη ως Στρατιωτικό Αρχηγό. Στις 10 Μαΐου, ο Σαράφης ξεκίνησε για το βουνό, συνοδευόµενος από τον Ανδρέα Τζήµα που πήρε το ψευδώνυµο Βασίλης Σαµαρινιώτης και τον Αντισυνταγµατάρχη Κ. Αναργύρου. Στις 16 Ιουνίου 1943 ο Σαράφης υπέγραψε κοινή δήλωση µε τον επικεφαλής της Βρετανικής Αποστολής Συνταγµατάρχη Μάγιερς, µε την οποία ο ΕΛΑΣ αναγνωριζόταν ως Συµµαχικός Στρατός που υπαγόταν στο Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. Στη συνέχεια, ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ πήραν εντολή να εκτελέσουν ευρείας κλίµακας επιχειρήσεις δολιοφθοράς, για να παραπλανήσουν το Χιτλερικό επιτελείο ως προς το χώρο της αναµενόµενης συµµαχικής απόβασης. Οι επιχειρήσεις άρχισαν από τις 20 Ιουνίου. Στις 18 Ιουλίου, για το συντονισµό της δράσης των αντάρτικων οργανώσεων, ιδρύθηκε Κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών µε έδρα το Περτούλι Καλαµπάκας, στο οποίο συµµετείχαν ο ΕΛΑΣ, ο ΕΔΕΣ, η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή και αργότερα η ΕΚΚΑ. Τα αντάρτικα τµήµατα, προσέβαλαν αιφνιδιαστικά τις δυνάµεις κατοχής και προκάλεσαν καταστροφές σε γέφυρες, σιδηροδροµικές γραµµές, τεχνικά έργα, φάλαγγες οχηµάτων και σιδηροδροµικούς συρµούς, στη Ρούµελη, Θεσσαλία, Ηπειρο και Μακεδονία, σε τόση έκταση και µε τέτοια επιτυχία, ώστε το Γερµανικό Επιτελείο να διατάξει την εσπευσµένη µεταφορά 2-3 Μεραρχιών από τη Νότια Ιταλία, γεγονός που συνέβαλε στην επιτυχία της απόβασης των Συµµάχων στη Σικελία. Οι Γερµανοί µετά την άφιξη των τριών Μεραρχιών από τη Ν. Ιταλία, άρχισαν από τον Οκτώβριο του 1943 ευρείας κλίµακας επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών, από τη Βόρεια Πελοπόννησο και την Αττικοβοιωτία µέχρι την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Στο µεταξύ, από τον Οκτώβριο, άρχισαν συρράξεις ανάµεσα στα ανταρτικά τµήµατα ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ που κράτησαν πάνω από τέσσερις µήνες. Τερµατίστηκαν στις 29 Φεβρουαρίου 1944, µε τη
-28- διάσκεψη Μυρόφυλλου-Πλάκας και την υπογραφή σχετικού πρωτοκόλλου. Στις 10 Μαρτίου 1944, συγκροτήθηκε στη Βίνιανη Ευρυτανίας η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) από εκπροσώπους του ΚΚΕ, του Σοσιαλιστικού Κόµµατος, των Αριστερών Φιλελευθέρων και άλλους πολιτικούς, που µε την υπαγωγή του ΕΛΑΣ στην αρµοδιότητά της εγκαινίασε µια νέα φάση στον απελευθερωτικό αγώνα. Ο ΕΛΑΣ, όπως και ο ΕΔΕΣ, συνέχισαν τα πλήγµατά τους εναντίον του κατακτητή, που µάταια προσπαθούσε µε µεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, κυρίως στην Πελοπόννησο και στη Βόρεια Πίνδο, να εξαρθρώσει τις αντάρτικες οµάδες. Τέλος, στις αρχές Σεπτεµβρίου 1944, ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ πέρασαν σε γενική αντεπίθεση για την απελευθέρωση όλης της χώρας. Στις 12 Οκτωβρίου 1944 έφυγαν οι Γερµανοί από την Αθήνα και έληξε επίσηµα η κατοχή. ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ. Στη διάρκεια της Κατοχής, από τα παλιά συντηρητικά πολιτικά κόµµατα, µόνο το Εθνικό Ενωτικό του Παν. Κανελλόπουλου σηµείωσε σοβαρή αντιστασιακή δράση. Ο Κανελλόπουλος αρνήθηκε να υπογράψει πρωτόκολλο υποστήριξης του Βασιλιά Γεωργίου που του παρουσίασαν οι άλλοι αρχηγοί, γιατί το θεωρούσε εκτός τόπου και χρόνου µπροστά στην κατοχική πραγµατικότητα και την προτεραιότητα της Αντίστασης. Επιχείρησε να αναπτύξει ενωτική νεολαία στο κόµµα του και είχε στενή συνεργασία µε το Βρετανικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. Ίδρυσε την οργάνωση Όµηρος, την οποία ανέλαβαν οι Συνταγµατάρχες Στ. Κιτριλάκης και Κ. Δόβας, και ουσιαστικά κατεύθυνε την Επιτροπή των Συνταγµαταρχών µε επικεφαλής τους Συνταγµατάρχες Σπηλιωτόπουλο, Κιτριλάκη, Λιώση, Τσακαλώτο, Φιλιππίδη και Δόβα. Πολλές άλλες οργανώσεις µε τις ίδιες αρχές, είδαν το φως της δηµοσιότητας όπως τα Τρία Έψιλον, τα Τρία Άλφα, οι Συνεχιστές της Κεφαλληνίας, κ.α., και εκδήλωσαν τον αγωνιστικό πυρετό που διακατείχε το λαό και τους ηγέτες του. Αλλά, µία µόνο οργάνωση, εκτός από το ΕΑΜ, έµελλε να αναπτύξει δράση αξιόλογη και εφάµιλλη µε αυτό. Η οργάνωση ΕΟΕΑ -
-29- ΕΔΕΣ του Συνταγµατάρχη Ναπ. Ζέρβα, µε υπαρχηγό τον Κοµνηνό Πυροµάγλου. Ο ΕΔΕΣ, κατόρθωσε να οργανώσει µαζικά στις τάξεις του µεγάλο µέρος του Ελληνικού λαού, που εξοπλίσθηκε και δηµιούργησε τις Εθνικές Οµάδες Ελλήνων Ανταρτών (ΕΟΕΑ). Μαζί µε τον ΕΛΑΣ αποτελούσαν τους πρωτοπόρους της Εθνικής Αντίστασης. Στις 9 Σεπτεµβρίου 1942, προσχώρησαν στον ΕΔΕΣ οι οµάδες των ανταρτών του Βάλτου, υπό το Στυλιανό Χούτα κι αργότερα, πολλές άλλες οργανώσεις. Οι σκληρές µάχες κατά των κατακτητών Ιταλών και Γερµανών στη Μενίνα, το Μακρυνόρος, το Τετράκωµο κ.α, όπως και η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταµου σε συνεργασία µε τον ΕΛΑΣ, κατέστησαν το όνοµα του Ζέρβα θρυλικό, µε αποτέλεσµα η οργάνωση να εξαπλωθεί σ ολόκληρη την Ελλάδα και να διεξάγει µαζί µε τον ΕΛΑΣ σθεναρή αντίσταση κατά του κατακτητή. ΕΚΚΑ-5/42 ΣΕ. Η οργάνωση ΕΚΚΑ (Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωσις), συστήθηκε από το Συνταγµατάρχη Δηµήτριο Ψαρρό και οµάδες πολιτικών υπό το Γεώργιο Καρτάλη, τον Οκτώβριο του 1942. Ο Συνταγµατάρχης Ψαρρός υπήρξε ο στρατιωτικός της αρχηγός και η ψυχή της οργάνωσης. Το 5/42 ΣΕ (Σύνταγµα Ευζώνων), η κυρία ένοπλη δύναµη ανταρτών της οργάνωσης ΕΚΚΑ, συγκροτήθηκε στη Ρούµελη το καλοκαίρι του 1942, όπου και έδρασε µέχρι τη διαλύσή του από τον ΕΑΜ - ΕΛΑΣ (17 Απριλίου 1944). Το 5/42 ΣΕ συµµετείχε στο Κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών και διεξήγαγε επιτυχείς αγώνες κατά των κατακτητών στην περιοχή της Ανατ. Στερεάς Ελλάδας. Η οργάνωση ΕΑΜ-ΕΛΑΣ όµως, η οποία είχε αναπτύξει ισχυρές οµάδες ανταρτών στην περιοχή, επιτέθηκε πολλές φορές κατά του 5/42 ΣΕ και πέτυχε τελικά την οριστική διάλυσή του. Ο Συνταγµατάρχης Ψαρός, ηρωική φυσιογνωµία της Αντίστασης, εκτελέστηκε στο Κλήµα Δωρίδας από φανατικούς του ΕΛΑΣ, στις 17 Απριλίου 1944.
-30- Αντάρτικες Οργανώσεις Μακεδονίας - Θράκης. Η οργάνωση Ελευθερία, που ιδρύθηκε από το Συνταγµατάρχη Ψαρό, κατέβαλε προσπάθειες συγκρότησης οµάδων ανταρτών στην περιοχή Κεντρικής Μακεδονίας τον Ιούνιο του 1941, οι οποίες όµως διαλύθηκαν µέχρι το τέλος του ίδιου έτους από τους Γερµανούς. Στη Μακεδονία η οργάνωση ΥΒΕ (Υπερασπιστές Βορείου Ελλάδος), η οποία µετονοµάσθηκε αργότερα σε ΠΑΟ (Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωση), αν και συστήθηκε πολύ νωρίς, καθυστέρησε να συγκροτήσει στην ύπαιθρο αντάρτικες οµάδες. Η συµβολή τους όµως στην αντίσταση, υπήρξε αξιόλογη. Στην Ανατ. Μακεδονία (περιοχή Παγγαίου - ορέων της Λεκάνης), οµάδες ανταρτών της οργάνωσης ΕΣΕΑ ('Ενωσις Συµπολεµιστών Εθνικής Απελευθέρωσης) από τον Φεβρουάριο 1943, υπό τον Αντώνιο Φωστερίδη (Τσαούς Αντών), υπήρξαν αποτελεσµατικότερες. Αντιµετώπισαν µε επιτυχία τις εναντίον τους εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Βουλγάρων και στη συνέχεια πέρασαν στην αντεπίθεση εναντίον του κατακτητή. Ανταρτικές Οργανώσεις Πελοποννήσου. Σοβαρή προσπάθεια συγκροτήσεως οµάδων ανταρτών στην Πελοπόννησο έγινε από το Λοχαγό Γεώργιο Καραχάλιο. Οι πρώτες εθνικές οµάδες ανταρτών, µε την ονοµασία Ελληνικός Στρατός, συγκροτήθηκαν το Μάιο του 1943, µετά από επαφή του Γ. Καραχάλιου µε το Κλιµάκιο της ΒΣΑ Πελοποννήσου, στη περιοχή Τριφυλίας Μεσσηνίας. Προσπάθειες σύστασης εθνικών οµάδων ανταρτών στην Πελοπόννησο, κατέβαλαν την ίδια περίοδο και οι µεγάλες οργανώσεις ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ και άλλες µικρότερες ή και µεµονωµένες προσωπικότητες. Η οργάνωση ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είναι η πρώτη που είχε αναπτύξει στην Πελοπόννησο ισχυρές αντάρτικες οµάδες από το 1941, ενώ οι εξόριστοι και φυλακισµένοι κοµµουνιστές που επιστρέψανε στα σπίτια τους, ίδρυσαν τη Νέα Φιλική Εταιρεία. Τελικά, οι
-31- ιδεολογικές διαφορές µε τις οργανώσεις του ΕΔΕΣ, οδήγησαν τον ΕΛΑΣ σε γενική επίθεση στην Πελοπόννησο και στη διάλυση όλων των άλλων οργανώσεων, στις 6 Αυγούστου 1943. Ανταρτικές Οργανώσεις Κρήτης Η αντίσταση στην Κρήτη δεν σταµάτησε ούτε στιγµή και θεωρήθηκε από τους γενναίους κατοίκους της συνέχεια της µάχης της Κρήτης. Οι οµάδες ανταρτών που αναπτύχθηκαν, µε τη συνεχή δράση τους, απερίσπαστες από εµφύλιες έριδες, περιόρισαν τις δυνάµεις των κατακτητών στα µεγάλα αστικά κέντρα. Από τους περιφηµότερους αρχηγούς των αντάρτικων οµάδων, ήταν ο Εµµανουήλ Μπαντουβάς και ο Γεώργιος Πετρακογιώργης. Στην αρχή του αγώνα, ιδρύθηκε η Ανωτάτη Επιτροπή Αγώνα Κρήτης (ΑΕΑΚ), που διαλύθηκε µετά τις αθρόες συλλήψεις µελών της από τις Γερµανικές Αρχές. Το δεύτερο δεκαήµερο του Ιουλίου 1943, τη διαδέχτηκε η Εθνική Οργάνωση Κρήτης (ΕΟΚ), που κατόρθωσε να συγκροτήσει τρία Τάγµατα Ανταρτών (Κυδωνιών - Αποκορώνου - Κισσάµου) και αργότερα το ανεξάρτητο Σύνταγµα ΕΟΚ (Συνταγµατάρχης Παπαδάκης Αντώνιος) και τη Διλοχία Σφακίων.
-32- Κεφάλαιο έκτο Ανταρτικές Οργανώσεις Εσωτερικού
-33- Μυστικές οργανώσεις αντιστάσεως ή αντιστασιακές οργανώσεις εσωτερικού θεωρούνται οι οργανώσεις, οι οποίες ανέπτυξαν κάθε είδους δράση κατά των κατακτητών, εκτός από ανταρτοπόλεµο. Ορισµένες από τις οργανώσεις αυτές, εµφανίστηκαν και έδρασαν πριν συσταθούν ή αρχίσουν τη δράση τους οι µεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις. Οι περισσότερες παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του 1943. Το έργο τους, συλλογή πληροφοριών, δολιοφθορές και φυγάδευση ατόµων στη Μέση Ανατολή ή την ελεύθερη ορεινή Ελλάδα, υπήρξε πολύ δυσχερές και επικίνδυνο ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε από τότε που συγκροτήθηκαν τα Τάγµατα Ασφαλείας. Παρά τις δυσχέρειες και τις αντιξοότητες οι οργανώσεις συνέχισαν µέχρι την απελευθέρωση, τον αµείλικτο και αδυσώπητο µυστικό τους πόλεµο κατά του κατακτητή, ανώνυµα και από την αφάνεια. Σε εκατοντάδες, ανέρχεται ο αριθµός των οργανώσεων - µάλιστα µόνο όσων αναγνωρίστηκαν- κι έτσι θ αναφερθούµε στη δράση ορισµένων από αυτές:
-34- Η Οργάνωση ΠΕΑΝ (Πανελλήνιος Ένωση Αγωνιζοµένων Νέων) Συστήθηκε το Φθινόπωρο του 1941 και τη διεύθυνσή της ανέλαβε επιτροπή υπό τον Κων. Περρίκο. Διέθετε τον περίφηµο Ουλαµό Καταστροφέων, υπό τον Αντώνιο Μυτιληναίο, έργο του οποίου υπήρξαν µεγάλης έκτασης και σηµασίας δολιοφθορές, µε σηµαντικότερη την ανατίναξη στις 22 Σεπτεµβρίου του 1942, των γραφείων της ΕΣΠΟ (Εθνικο - Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωση). Σκοπός της οργάνωσης, ήταν η σύσταση Λεγεώνας Ελλήνων Εθελοντών, η οποία θα συµµετείχε στον πόλεµο στο πλευρό του άξονα. Από την ανατίναξη, φονεύθηκαν 48 Γερµανοί και 27 µέλη της ΕΣΠΟ. Με το σάλο που ακολούθησε, αποκαλύφθηκαν οι σκοποί της ΕΣΠΟ, η οποία και διαλύθηκε. Η Οργάνωση ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ ΙΙ Οµάδα πληροφοριών και δολιοφθορών που οργανώθηκε κατά την αποχώρηση των Βρετανών και την αποτελούσαν αξιωµατικοί του Πολεµικού Ναυτικού. Με το σταθµό ασυρµάτου που διέθετε, διαβίβαζε χρήσιµες πληροφορίες σε βρετανικές υπηρεσίες για την κίνηση των Γερµανικών υποβρυχίων, στρατευµάτων, κ.α. Πέτυχε τη σύνδεση του Ζέρβα µε το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και συντέλεσε στην επιτυχία πολλών δολιοφθορών. Όταν αποκαλύφθηκε ο σταθµός ασυρµάτου, τα περισσότερα µέλη της οργάνωσης συνελήφθηκαν και εκτελέσθηκαν (2 Φεβρουαρίου 1943). H Oργάνωση ΜΙΔΑΣ 614 Ο Ταγµατάρχης Ιωάννης Τσιγάντες αποβιβάστηκε επικεφαλής δωδεκαµελούς αποστολής σε όρµο της Λακωνίας στις 2 Αυγούστου 1942 από Βρετανικό υποβρύχιο και έφτασε στην Αθήνα στις 18 του ίδιου µήνα. Κυρία αποστολή του ΜΙΔΑ 614 ήταν η συγκρότηση αντάρτικων οµάδων και η διεύθυνση του αντάρτικου κινήµατος, βάσει των κατευθύνσεων και οδηγιών της Ελληνικής Κυβέρνησης
-35- (εξωτερικού) και του Βρετανικού ΣΜΑ. Διέθετε άφθονα µέσα (3 σταθµούς ασυρµάτου, 15 χιλιάδες χρυσές λίρες, υλικό δολιοφθορών κ.α.). Ο Ταγµατάρχης Τσιγάντες επέδειξε ζήλο κι αυτοθυσία στην εκτέλεση της αποστολής του. Στις 14 Ιανουαρίου 1943, µετά την αποκάλυψη του καταφυγίου του στην Αθήνα, φονεύθηκε. Η Οργάνωση ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ Μυστική οργάνωση συλλογής πληροφοριών, δολιοφθορών, απόκρυψης και φυγάδευσης Βρετανών και Ελλήνων προς τη Μέση Ανατολή. Τη συνέστησε κι ανέλαβε τη διεύθυνσή της η ηρωίδα Λέλα Καραγιάννη, από την 1 η Μαΐου 1941 µέχρι τις 11 Ιουλίου 1944 οπότε τη συνέλαβαν οι Γερµανοί. Η Λέλα Καραγιάννη, αφού εκποίησε τα κοσµήµατά της, νοίκιασε 30 δωµάτια σε διάφορες περιοχές των Αθηνών, όπου έκρυβε Βρετανούς, µέχρι τη φυγάδευσή τους µε ιστιοφόρο, το οποίο η ίδια αγόρασε. Μέλη της οργάνωσης ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ, ήταν 38 άτοµα διαφόρων τάξεων και επαγγελµάτων, µεταξύ των οποίων Ιταλοί και Γερµανοί. Μετά από πληροφορίες της οργάνωσης βοµβαρδίστηκαν µε επιτυχία τα αεροδρόµια στο Τατόι και τον Άραξο, αποθήκες πυροµαχικών, όπως και ένα υποβρύχιο στο Ναύσταθµο. Η Λέλα Καραγιάννη συνελήφθηκε στις 11 Ιουλίου 1944, µετά από προδοσία και στις 8 Σεπτεµβρίου 1944 εκτελέσθηκε µε φρικτά βασανιστήρια.
-36- Κεφάλαιο έβδοµο Κατοχικές αρχές - τάγµατα ασφαλείας Οι εγκληµατικές ενέργειες των βουλγάρων
-37- Οι Κατοχικές Αρχές Η Νέα Τάξη των Δυνάµεων Κατοχής είχε κληρονοµήσει από τη δικτατορία του Μεταξά δοµές στην κρατική µηχανή που της ενέπνεαν εµπιστοσύνη. Μέσα σ αυτό το κλίµα, ήταν εύκολη η εγκατάσταση από τους Γερµανούς Κατοχικών Κυβερνήσεων από Έλληνες, µε πρώτη την Κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο Τσολάκογλου είχε διαπράξει την πιο επαίσχυντη και προδοτική για στρατιωτικό πράξη, µε την παράδοση του ιδίου και του στρατού του στον εχθρό και µάλιστα σε ανοικτό πεδίο µάχης. Όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του δήλωσε ότι σκοπός της Κυβερνήσεώς του ήταν: Να µη κρατηθεί κανείς Ελλην αιχµάλωτος, να εξασφαλισθεί η κοινωνική πρόνοια και ο επισιτισµός του πληθυσµού, να δοθεί εργασία σε όλους και να ενισχυθεί η εθνική και ιδιωτική οικονοµία, να τηρηθεί η τάξη και ασφάλεια σε ολόκληρη τη χώρα. Είναι όµως αυτονόητο, ότι προϋπόθεση για την διατήρηση από τον κατακτητή των κυβερνήσεων κατοχής, ήταν να εξυπηρετούν τα συµφέροντα του. Άσχετα λοιπόν από τις υποκειµενικές προθέσεις των µελών των κατοχικών κυβερνήσεων και των υποστηρικτών τους, το αποτέλεσµα ήταν εθνικά επιζήµιο. Κάλυπταν την ξενική κατοχή, και δηµιουργούσαν σύγχυση και συµβιβαστικό πνεύµα στο λαό, τη στιγµή που η Εθνική Αντίσταση απαιτούσε εθνικό και επαναστατικό οίστρο. Αυτός ήταν και ο λόγος που µε την πάροδο του χρόνου, η ανυποληψία και η περιφρόνηση προς τις κυβερνήσεις αυτές, τόσο από τον Ελληνικό λαό, όσο και από τους ίδιους τους Γερµανούς που τους διόριζαν, έγινε πλήρης.
-38- Μετά την απελευθέρωση τα µέλη της καταδικάστηκαν ως δοσίλογοι. Τα Τάγµατα Ασφαλείας Η τελευταία Κατοχική Κυβέρνηση διέπραξε το µεγάλο σφάλµα να συγκροτήσει ένοπλα τµήµατα, εξοπλισµένα µε όπλα των εχθρών-κατακτητών της πατρίδας, τα Τάγµατα Ασφαλείας. Οι Μονάδες αυτές χρησιµοποιήθηκαν έντεχνα από τον κατακτητή σαν µια απάντηση στη συνεχώς αυξανοµένη Αντίσταση του λαού, ιδίως στις πόλεις και για µια µελετηµένη πολιτική τροµοκρατίας. Στην ίδια την Αθήνα η τροµοκρατία πήρε µεγάλες διαστάσεις, ιδίως µε τις επιθέσεις των Ταγµάτων Ασφαλείας σε θυλάκους του ΕΑΜ στις συνοικίες Καισαριανή, Βύρωνα, Γούβα, που υποκινήθηκαν και από τις υπάρχουσες ιδεολογικοπολιτικές διαφορές. Οι Εγκληµατικές Ενέργειες των Βουλγάρων Η εισβολή των Βουλγάρων στη Βόρειο Ελλάδα µε τις ευλογίες της Ναζιστικής Γερµανίας καθώς και η κατάληψη και κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έγινε µε τρόπο πρωτοφανή, καθώς στράφηκε σε κράτος εναντίον του οποίου δεν είχε κηρύξει πόλεµο. Σιωπηρά, ακολουθώντας τα Γερµανικά στρατεύµατα, ο βουλγαρικός στρατός εισέβαλε για τρίτη φορά, µετά το 1912-13 και 1916-18, στην περιοχή µεταξύ Νέστου και Στρυµώνα κι επιδόθηκε στον εκβουλγαρισµό της, µε βιαιότητα µεγαλύτερη από κάθε φορά. Βούλγαροι προπαγανδιστές και ένοπλοι κοµιτατζήδες άρχισαν από το 1941 να εµφανίζονται και στη Δυτική Μακεδονία ενώ βουλγαρικά φρουραρχεία δηµιουργήθηκαν στις πόλεις για να προετοιµάσουν την προσάρτησή τους στο Βουλγαρικό Κράτος. Η βουλγαρική προπαγάνδα οργίαζε, και οι Ελληνες κάτοικοι πληροφορήθηκαν έκπληκτοι ότι ήταν Βούλγαροι, καθώς τους καλούσαν να παραλάβουν νέες ταυτότητες µε βουλγαρικά ονόµατα. Τα τοπωνύµια της περιοχής, τα σχολεία, οι εκκλησίες, οι πόλεις κι οι δρόµοι, απέκτησαν βουλγαρικά ονόµατα, ενώ οι εκτελέσεις ανθρώπων και οι πυρπολήσεις κατοικιών ήταν καθηµερινό φαινόµενο. Μέσα σε µια νύχτα, στις 28/29 Σεπτεµβρίου 1941,
-39- πάνω από 1.500 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη Δράµα και τη γύρω περιοχή από τη βουλγαρική θηριωδία, που εκδηλώθηκε σαν συντονισµένη επιχείρηση του βουλγαρικού στρατού εναντίον γυναικόπαιδων, µε υποστήριξη µάλιστα από το Πυροβολικό και την Αεροπορία. Η βουλγαρική προπαγάνδα αντιµετωπίσθηκε µε επιτυχία από πολιτιστικούς συλλόγους, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος στην Έδεσσα, και άλλες δραστηριότητες. Επίσης, ιδρύθηκε η Επιτροπή για την Υπεράσπιση των Βορείων Περιοχών, όπου συµµετείχαν οι καθηγητές Κεραµόπουλος, Σβώλος και άλλες προσωπικότητες, καθώς και η οργάνωση Υπερασπιστές Βορείου Ελλάδος, κυρίως από Έλληνες αξιωµατικούς.