Σχεδιασµός κτηρίων Με και Χωρίς Αυξηµένες Απαιτήσεις Πλαστιµότητας: Συγκριτική Αξιολόγηση των δύο επιλύσεων (βάσει των ΕΑΚ-ΕΚΩΣ) Μ.Λ. Μωρέττη ρ. Πολιτικός Μηχανικός. ιδάσκουσα Παν. Θεσσαλίας.. Παπαλοϊζου Πολιτικός Μηχανικός. Λέξεις κλειδιά: σχεδιασµός, πλαστιµότητα, δείκτης σεισµικής συµπεριφοράς, σεισµικότητα, ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Η εργασία αυτή αναφέρεται στην συγκριτική αξιολόγηση των δύο δυνατοτήτων επιλύσεως ενός κτηρίου που παρέχουν οι Ελληνικοί Κανονισµοί ΕΑΚ 2000 και ΕΚΩΣ 2000 για τον σχεδιασµό ενός φορέα: µε αυξηµένες και χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας. Εξετάζονται τρεις διαφορετικές µορφές κατόψεως µε πλαισιακό φορέα, και µία περίπτωση µε φορέα µικτό. Άλλες παράµετροι σχεδιασµού είναι η ζώνη σεισµικότητας (Ι και ΙΙΙ), και το πλήθος των ορόφων (3, 6, και 9 όροφοι). Γίνεται µία προσπάθεια να προσδιοριστεί ποιος από τους δύο τρόπους σχεδιασµού οδηγεί στην οικονοµικότερη διαστασιολόγηση του φέροντος οργανισµού σε κάθε περίπτωση. 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Ελληνικός Κανονισµός Ωπλισµένου Σκυροδέµατος 2000 στις γενικές αρχές υπολογισµού (παρ. 6.1.3) κάνει την διάκριση µεταξύ φορέων µε ή χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας. Φορείς χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας είναι αυτοί που σχεδιάζονται µε δείκτη σεισµικής συµπεριφοράς κατά ΕΑΚ q=1.5 για πλαισιακούς φορείς ή φορείς κυρίως µε τοιχώµατα. Οι φορείς αυτοί όταν σχεδιάζονται µε δείκτη q>1.5 θεωρούνται φορείς µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας. Ένας φορέας µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας σχεδιάζεται έτσι ώστε να αποτελέσει έναν αξιόπιστο ελαστοπλαστικό µηχανισµό σε περίπτωση σεισµού. Η απόσβεση ενέργειας γίνεται µέσω ελεγχόµενων βλαβών χωρίς σηµαντική µείωση των αρχικών χαρακτηριστικών (αποκρίσεως και δυσκαµψίας) του φορέα. Για την εξασφάλιση της συµπεριφοράς αυτής γίνονται διάφοροι έλεγχοι (ικανοτικοί σχεδιασµοί, έλεγχος περισφίγξεως) ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόµενο ψαθυρών µορφών αστοχίας. Λαµβάνεται επίσης ιδιαίτερη µέριµνα για την διαµόρφωση και την όπλιση των ακραίων περιοχών των στοιχείων στις οποίες αναµένεται να εντοπιστούν οι κυριότερες βλάβες (κρίσιµες περιοχές). Μέσω του µεγαλύτερου συγκριτικώς δείκτη σεισµικής συµπεριφοράς (q=3.5, 3.0) µειώνονται τα σεισµικά φορτία σε σχέση µε απεριορίστως ελαστικό σύστηµα. Οι φορείς χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας σχεδιάζονται έτσι ώστε η κατασκευή να παραλαµβάνει τις σεισµικές δράσεις παραµένοντας στην ελαστική περιοχή. Η απόσβεση ενέργειας γίνεται ελαστικά χωρίς την εµφάνιση βλαβών. Με δεδοµένη την ελαστική συµπεριφορά του φορέα, γίνεται εξαίρεση από όλους τους ειδικούς ελέγχους που στοχεύουν στην εξασφάλιση πλαστιµότητας (ικανοτικός κόµβου, αποφυγή ψαθυρών µορφών αστοχίας, περίσφιγξη, διαµόρφωση κρισίµων περιοχών). Λόγω του µικρότερου συγκριτικώς δείκτη σεισµικής συµπεριφοράς (q=1.5) τα σεισµικά φορτία είναι 100-130% αυξηµένα σε σχέση µε τα αντίστοιχα σε σχεδιασµό µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας. Η επιλογή του τρόπου µε τον οποίο θα υπολογιστεί τελικώς ένα κτήριο εναπόκειται στον µελετητή. Με την προϋπόθεση ότι και οι δύο µέθοδοι σχεδιασµού εξασφαλίζουν έναν εξ ίσου ασφαλή φέροντα οργανισµό σε περίπτωση σεισµού, είναι λογικό να επιλέξει ο µελετητής την µέθοδο εκείνη που οδηγεί σε µικρότερο συνολικό κόστος κατασκευής, εκτός αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι (λ.χ. απαίτηση µικρών παραµορφώσεων του φορέα). 1
Στην εργασία αυτή επιλύονται οι ίδιοι φορείς Με Αυξηµένες Απαιτήσεις Πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ) και Χωρίς Αυξηµένες Απαιτήσεις Πλαστιµότητας (ΧΑΑΠ) και συγκρίνεται το συνολικό κόστος κατασκευής του φέροντος οργανισµού της ανωδοµής. Εξετάζονται τρεις διαφορετικές µορφές κατόψεως αµιγώς πλαισιακών φορέων, και µία από τις κατόψεις διαστασιολογείται επί πλέον και ως µικτός φορέας µε παρουσία τοιχωµάτων. Εξετάζονται κτήρια µε 3, 6 και 9 ορόφους, και ζώνες σεισµικής επικινδυνότητας Ι και ΙΙΙ. Τα αποτελέσµατα σχολιάζονται και επισηµαίνεται η συγκριτική διαφοροποίηση του κόστους των δύο µεθόδων, συναρτήσει των παραµέτρων που εξετάζονται. 2 ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ Εξετάστηκαν 4 διαφορετικά µοντέλα, A, B, C, H, µε κάνναβο 6µ 6µ (βλ. Σχ. 1). Το βασικό µοντέλο είναι το Α, το οποίο έχει απολύτως συµµετρική κάτοψη 30µ 30µ. Το µοντέλο Β παρουσιάζει µία γωνιακή απότµηση διαστάσεων 12µ 12µ, ενώ το µοντέλο C έχει µία εσωτερική µη συµµετρική οπή (φωταγωγό) διαστάσεων 12µ 12µ. Τα µοντέλα Α, Β, C έχουν αµιγώς πλαισιακό φορέα. Η κάτοψη είναι ίδια καθ ύψος. Το µοντέλο Η έχει κάτοψη παρόµοια µε του µοντέλου Α, διαθέτει όµως µικτό φορέα. Τοποθετήθηκαν τοιχώµατα περιµετρικά του κτηρίου. Ως κριτήριο για την επιλογή του µεγέθους των τοιχωµάτων αρχικώς έγινε προσπάθεια ο δείκτης η v να έχει τιµή η v 0.60 ώστε να γίνεται απαλλαγή από τον ικανοτικό έλεγχο κόµβου (η v = τέµνουσα τοιχωµάτων στην βάση / συνολική τέµνουσα βάσης), για σχεδιασµό µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας. Ο περιορισµός αυτός τελικώς εγκαταλείφθηκε, καθώς συχνά ο καθορισµός των διατοµών δεν οφειλόταν σε αστοχία αλλά στην επιδίωξη της επιθυµητής τιµής η v.. Σε όλες τις περιπτώσεις τόσο η µορφή της κατόψεως, όσο και η µορφή του ξυλοτύπου (µέγεθος και πλήθος φερόντων στοιχείων) διατηρήθηκαν ίδιες σε όλους τους ορόφους για κάθε µοντέλο. Οι παράµετροι που εξετάστηκαν στα µοντέλα αυτά ήσαν: Ζώνη Σεισµ. Επικινδυνότητας: Ι (α=0.16), και ΙΙΙ (α=0.36) Πλήθος ορόφων: n = 3, 6, 9 είκτης Σεισµ. Συµπεριφοράς: q = 3.5, και q = 1.5 Αναλυτικότερα, εξετάστηκαν οι δύο ακραίες Ζώνες σεισµικότητας Ι και ΙΙΙ (ΦΕΚ Β 1154/12-8-2003). Επίσης, επελέγη πλήθος ορόφων n=3 ώστε να επιβάλλεται ο ικανοτικός έλεγχος κόµβου (απαλλαγή για n 2), πλήθος n=6 (τυπική περίπτωση στον Ελληνικό χώρο), και n=9 ως σχετικά σπάνια περίπτωση. Για σχεδιασµό µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας λήφθηκε q = 3.5, ενώ για σχεδιασµό χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας λήφθηκε q=1.5. Οι σταθερές παράµετροι σχεδιασµού που λήφθηκαν είναι: - Πάχος πλακών γενικώς, h=20 εκ. - Ύψος ορόφων, Η ορ =3.50 µ - Φορτίο πλακών (επικάλυψη και ανηγµένο τοίχων): g = 5 kn/m 2 - Κινητό φορτίο πλακών: q = 5 kn/m 2 - Συντελεστής σπουδαιότητας (κατοικία): γ I = 1.0 - Κατηγορία εδάφους: Β - Συντελεστής επιρροής θεµελίωσης: θ = 1 - Συνθήκες περιβάλλοντος: Παραθαλάσσιο - Κατηγορία χάλυβα: S 500 - Κατηγορία σκυροδέµατος: Σχεδ. µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστ.: n =3 C 16/20 Σχεδ. µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστ.: n =6, 9 C 20/25 Σχεδ. χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστ. γενικώς: C 16/20 2
Σχήµα 1α. Τυπική κάτοψη µοντέλων Α και Β (πλαισιακοί φορείς). 3
Σχήµα 1β. Τυπική κάτοψη µοντέλων C (πλαισιακός φορέας) και H (µικτός φορέας). 4
Σε όλες τις περιπτώσεις έγινε παραδοχή διαφραγµατικής λειτουργίας. Επίσης, τα κατακόρυφα στοιχεία θεωρήθηκε ότι πακτώνονται πλήρως στην υποδοµή, χάριν οµοιοµορφίας των αποτελεσµάτων και για την αποφυγή εισαγωγής επί πλέον παραµέτρων σχεδιασµού. Στην παρουσίαση που ακολουθεί τα αποτελέσµατα αφορούν αποκλειστικά την ανωδοµή των κτηρίων που εξετάζονται. 2.1 Καθορισµός διαστάσεων φερόντων στοιχείων Για λόγους τυποποίησης, η διατοµή όλων των υποστυλωµάτων θεωρήθηκε τετραγωνική. Το πλάτος των δοκών λήφθηκε γενικώς b=25 εκ. και αυξήθηκε µόνον σε ειδικές περιπτώσεις (όταν απαιτείτο πολύ µεγάλη διατοµή). Ως ελάχιστο ύψος δοκών λήφθηκε h=30 εκ. για εξασφάλιση πλαισιακής λειτουργίας. Το πάχος των τοιχωµάτων λήφθηκε b 25εκ. Τηρήθηκε η διάταξη του ΕΚΩΣ 2000, βάση της οποίας, για σχεδιασµό µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας, το ελάχιστο µήκος τοιχωµάτων είναι L min =1.50m (πλήθος ορόφων n 4) και L min =2.00m (πλήθος ορόφων n > 4), ώστε τα τοιχώµατα να λαµβάνονται υπ όψιν στον υπολογισµό του δείκτη η v. 3 ΕΠΙΛΥΣΗ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΕΛΙΚΩΝ ΙΑΣΤΑΣΕΩΝ ΦΟΡΕΑ Οι τελικές διαστάσεις του φορέα προέκυψαν από την εφαρµογή όλων των διατάξεων του ΕΚΩΣ 2000. Τα κατακόρυφα στοιχεία σε όλους τους ορόφους διαστασιολογήθηκαν βάσει του δυσµενέστερα καταπονούµενου. Για τις δοκούς έγινε διάκριση µεταξύ εσωτερικών και εξωτερικών δοκών. Η κάθε οµάδα δοκών διαστασιολογήθηκε µε την διατοµή της δυσµενέστερα καταπονούµενης δοκού σε όλες τις στάθµες. Καθοριστική στάθµη σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η στάθµη του Ισογείου. Το δε κριτήριο επιλογής των τελικών διαστάσεων των στοιχείων ήταν η εκάστοτε ελάχιστη δυνατή διατοµή. 3.1 Έλεγχοι που καθόρισαν την τελική διατοµή Οι έλεγχοι που καθόρισαν τις τελικές διαστάσεις των στοιχείων ήταν ο περιορισµός µέγιστου ποσοστού οπλισµού (ρ max ), η ανεπάρκεια διατοµής σκυροδέµατος έναντι λοξής θλίψεως (έλεγχος V Rd2 ), η υπέρβαση του δείκτη σχετικής µεταθετότητας ορόφου (θ 0.10), η υπέρβαση της ανηγµένης αξονικής σε υποστυλώµατα για τον σεισµικό συνδυασµό δράσεων (ν d >0.65), και τέλος η υπέρβαση της φέρουσας ικανότητας σε θλίψη της διατοµής (ν o 1.00). Αναφέρονται στην συνέχεια λεπτοµερέστερα οι καθοριστικοί έλεγχοι για την επιλογή διατοµής, σε κάθε περίπτωση: α) Για σχεδιασµό µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας Στους αµιγώς πλαισιακούς φορείς (µοντέλα Α, B, C) - Σε δοκούς: Υπέρβαση του µέγιστου ποσοστού οπλισµού ρ max Υπέρβαση της γωνίας στροφής θ. (Για n=6, 9) - Σε υποστυλώµατα: Υπέρβαση ρ max : (n=3 & n=6, Ζώνη Ι) και (n=9, Ζώνη Ι) Υπέρβαση της ανηγµένης αξονικής ν d. Στον µικτό φορέα (µοντέλο Η) - Σε δοκούς: Υπέρβαση του µέγιστου ποσοστού οπλισµού ρ max : Γενικώς - Σε υποστυλώµατα: Υπέρβαση των ανηγµένων αξονικων ν d, ν ο - Σε τοιχώµατα: Υπέρβαση του µέγιστου ποσοστού οπλισµού ρ max β) Για σχεδιασµό χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας Στους αµιγώς πλαισιακούς φορείς (µοντέλα Α, B, C) - Σε δοκούς: Υπέρβαση της αντοχής V Rd2 (Ζώνη ΙΙΙ, n=6, εσωτερικές δοκοί & n=9, εσωτερικές και εξωτερικές δοκοί) - Σε στύλους: Υπέρβαση ρ max - εν παρατηρήθηκε υπέρβαση θ σε καµία περίπτωση. 5
Στον µικτό φορέα (µοντέλο Η) - Σε δοκούς: Υπέρβαση της αντοχής V Rd2 - Σε υποστυλώµατα: Υπέρβαση της ανηγµένης αξονικής ν ο. Υπέρβαση ρ max : - Σε τοιχώµατα: Υπέρβαση του µέγιστου ποσοστού οπλισµού ρ max 3.2 Προγράµµατα που χρησιµοποιήθηκαν Για την ανάλυση των µοντέλων χρησιµοποιήθηκε το πρόγραµµα ETABS (του Πανεπ. Berkley). Οι πλάκες και τα τοιχώµατα επιλύονται ως κελύφη µέσω πεπερασµένων στοιχείων, ενώ οι δοκοί και τα υποστυλώµατα επιλύονται ως γραµµικοί φορείς. Η επίλυση του φορέα για τον φασµατικό σεισµό γίνεται µέσω της δυναµικής φασµατικής µεθόδου, ενώ για την στατική φόρτιση (τέµνουσα βάσης) µέσω της ισοδύναµης στατικής µεθόδου. Για την διαστασιολόγηση και τους επί µέρους ελέγχους του φορέα βάσει των Ελληνικών Κανονισµών (ΕΚΩΣ 2000 και ΕΑΚ 2000) χρησιµοποιήθηκε το πρόγραµµα ε-tools. Σχήµα 2. Συνολική µετακίνηση δ tot του κτηρίου για τα διάφορα µοντέλα που εξετάστηκαν. 6
4 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ 4.1 Μετακινήσεις-Στροφές Στο Σχήµα 2 παριστάνεται η συνολική µετακίνηση οροφής δ tot του κτηρίου που προέκυψε για το κάθε µοντέλο, από την επίλυση µε αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ) και από την επίλυση χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΧΑΑΠ). Η αύξηση της ζώνης σεισµικότητας οδηγεί σε µεγαλύτερες µετακινήσεις κυρίως για σχεδιασµό ΜΑΑΠ. Στον σχεδιασµό ΧΑΑΠ, επειδή ο φορέας γίνεται τελικώς πιο δύσκαµπτος δεν παρατηρείται τόσο σηµαντική αύξηση των µετακινήσεων για µεγαλύτερη ζώνη σεισµικότητας. Οι συνολικές µετακινήσεις δ tot είναι γενικώς µεγαλύτερες για σχεδιασµό ΜΑΑΠ από τις αντίστοιχες για σχεδιασµό ΧΑΑΠ βάσει του οποίου, κατά κανόνα, ο φορέας γίνεται περισσότερο δύσκαµπτος. Οι µέγιστες στροφές θ max που µετρήθηκαν σε κάποια στάθµη (συνήθως στην στάθµη 2 από το Ισόγειο) παριστάνονται στο Σχήµα 3 για όλα τα µοντέλα που εξετάστηκαν. Όπως και στις µετακινήσεις, οι στροφές είναι µεγαλύτερες για τους φορείς µε σχεδιασµό ΜΑΑΠ, διαφορά που γίνεται πιο έντονη για πλήθος ορόφων n=6. Σχήµα 3. Μέγιστη στροφή θ max του κτηρίου για τα διάφορα µοντέλα που εξετάστηκαν. 7
4.2 Κόστος φέροντος οργανισµού Ισογείου ορόφου Το κόστος του φέροντος οργανισµού, σκυροδέµατος και οπλισµού, καθορίστηκε από τα κατακόρυφα φέροντα στοιχεία και από τις δοκούς. Οι πλάκες θεωρήθηκαν ότι έχουν γενικώς πάχος 20 cm, και λόγω των σχετικά µικρών φορτίων οπλίστηκαν µε τον ελάχιστο από τον κανονισµό επιβαλλόµενο οπλισµό ( 8/150), και ήταν ίδιες για όλα τα µοντέλα, καθώς δεν επηρεάζονται από το είδος του σχεδιασµού που θα επιλεγεί. Όπως ήδη αναφέρθηκε, η παρούσα εργασία εξετάζει µόνον την ανωδοµή Τα αποτελέσµατα που παρουσιάζονται στην συνέχεια αφορούν το κόστος κατασκευής του φέροντος οργανισµού του Ισογείου ορόφου. Η εκτίµηση του κόστους έχει γίνει µε τις πιο κάτω παραδοχές. Κόστος σκυροδέµατος, συνυπολογίζοντας τα υλικά, τον ξυλότυπο, και τα εργατικά: C 16/20, 260 / m 3 C 20/25, 265 / m 3 Το κόστος του χάλυβα, που συµπεριλαµβάνει υλικά, επεξεργασία, και τοποθέτηση S 500, 0.78 / kg Σχήµα 4α. Κόστος φέροντος οργανισµού µοντέλων Α και Β, για ζώνη σεισµικότητας Ι και ΙΙΙ, συναρτήσει του πλήθους των ορόφων n, για σχεδιασµό µε και χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ και ΧΑΑΠ, αντιστοίχως). 8
Σχήµα 4β. Κόστος φέροντος οργανισµού µοντέλων C και H, για ζώνη σεισµικότητας Ι και ΙΙΙ, συναρτήσει του πλήθους των ορόφων n, για σχεδιασµό µε και χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ και ΧΑΑΠ, αντιστοίχως). Στο Σχήµα 4 παριστάνεται το συνολικό κόστος της ανωδοµής για κάθε ένα από τα τέσσερα µοντέλα που εξετάστηκαν ξεχωριστά για τις ζώνες Ι και ΙΙΙ, συναρτήσει του πλήθους των ορόφων n, για σχεδιασµό µε και χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ και ΧΑΑΠ, αντιστοίχως). Στην περίπτωση των µοντέλων Β και C, τα οποία έχουν µικρότερη κάτοψη, το κόστος που υπολογίζεται προσαυξάνεται µε τον λόγο των εµβαδών Ε (Α) /Ε (Β) έτσι ώστε να είναι συγκρίσιµο µε το κόστος των µοντέλων Α και Η. Το συνολικό βάρος του οπλισµού των δοκών και των κατακορύφων στοιχείων για το µοντέλο Α για τις ζώνες Ι και ΙΙΙ παριστάνεται στο Σχήµα 5, για πλήθος ορόφων n=3, 6, 9 και για σχεδιασµό µε και χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ και ΧΑΑΠ, αντιστοίχως). Τα ίδια στοιχεία για όλα τα δοκίµια παρουσιάζονται στο Σχήµα 6. Επισηµαίνεται ότι ο οπλισµός (διαµήκης και συνδετήρες) έχει υπολογιστεί αναλυτικά για το κάθε στοιχείο σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα των επιλύσεων. 9
Σχήµα 5. Βάρος οπλισµού δοκών και κατακορύφων στοιχείων του µοντέλου Α, για ζώνη σεισµικότητας Ι και ΙΙΙ, συναρτήσει του πλήθους των ορόφων n, για σχεδιασµό µε και χωρίς αυξηµένες απαιτήσεις πλαστιµότητας (ΜΑΑΠ και ΧΑΑΠ, αντιστοίχως). Σχήµα 6. Βάρος οπλισµού δοκών και κατακορύφων στοιχείων όλων των µοντέλων 10
Στο Σχήµα 7 παριστάνεται σε ένα διάγραµµα συγκεντρωτικά το ως άνω κόστος και για τα τέσσερα µοντέλα, συναρτήσει της Ζώνης σεισµικής επικινδυνότητας και του πλήθους των ορόφων. Σε όλες τις περιπτώσεις ο σχεδιασµός ΧΑΑΠ οδηγεί σε αυξηµένο κόστος συγκριτικά µε τον σχεδιασµό ΜΑΑΠ. Η διαφορά γίνεται εντονότερη µε την αύξηση των ορόφων και την αύξηση της ζώνης σεισµικής επικινδυνότητας. Η ακανονικότητα στην κάτοψη (µοντέλα Β, C) δεν φαίνεται να επηρεάζει σηµαντικά το κόστος σε σχέση µε την κανονική κάτοψη Α. Αυτό οφείλεται στην παραδοχή της διαφραγµατικής λειτουργίας πλακών στο προσοµοίωµα υπολογισµού. H επιλογή µικτού συστήµατος (µοντέλο H) σε σχέση µε τον αµιγώς πλαισιακό φορέα (µοντέλο Α) δεν δείχνει να επηρεάζει το συνολικό κόστος. Σχήµα 7 Συγκριτικό κόστος φέροντος οργανισµού των µοντέλων που εξετάστηκαν. 11
5 ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ Το γενικό συµπέρασµα που προκύπτει είναι ότι το κόστος του φέροντος οργανισµού της ανωδοµής για σχεδιασµό ΜΑΑΠ φαίνεται να είναι µικρότερο από το αντίστοιχο κόστος για σχεδιασµό ΧΑΑΠ. Η διαφορά γίνεται εντονότερη µε την αύξηση της επιρροής του σεισµού (αύξηση ζώνης σεισµικότητας, αύξηση αριθµού ορόφων). Ο σχεδιασµός ΧΑΑΠ οδηγεί σε µικρότερες µετακινήσεις και στροφές, λόγω της αυξηµένης προκύπτουσας δυσκαµψίας του φέροντος οργανισµού, γεγονός που µπορεί σε ορισµένες περιπτώσεις να είναι επιθυµητό. Επιπροσθέτως, στον σχεδιασµό ΜΑΑΠ, για την εξασφάλιση ενός αξιόπιστου ελαστοπλαστικού µηχανισµού, υπάρχει αυξηµένη δυσκολία κατά την κατασκευή για την σωστή διαµόρφωση των λεπτοµερειών όπλισης (κρίσιµες περιοχές, αγκυρώσεις, κλπ). εν πρέπει επίσης να παραβλέπεται το γεγονός ότι ο σχεδιασµός ΧΑΑΠ δεν προϋποθέτει βλάβες στον φέροντα οργανισµό (ελαστική κατάσταση), ενώ η δηµιουργία τυχόν ελεγχόµενων και επιδιορθώσιµων βλαβών σε φορέα ΜΑΑΠ θα απαιτήσει πρόσθετο κόστος για την επισκευή τους. Συνεπώς, η επιλογή ενός εκ των δύο µεθόδων σχεδιασµού ως της πλέον ενδεδειγµένης δεν είναι προφανής εκ πρώτης όψεως, και θα πρέπει να συνεκτιµηθούν όλοι οι παράγοντες προτού ληφθεί η απόφαση για το εκάστοτε έργο. 12