ΘΕΜΑ: Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ

Σχετικά έγγραφα
Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΘΕΜΑ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Εισαγωγή. 1. Προβληματισμός Μεθοδολογία... 5

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Σελίδα 1 από 5. Τ

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 11: Ραδιοτηλεόραση και προστασία της προσωπικότητας. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

της δίωξης ή στην αθώωση.

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Ραδιοτηλεοπτική κάλυψη της προεκλογικής περιόδου των βουλευτικών εκλογών της 17 ης Ιουνίου 2012 ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ.

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Ραδιοτηλεοπτική κάλυψη της προεκλογικής περιόδου των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιανουαρίου 2015 ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ.

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ. ΟΔΗΓΙΑ Αριθμ. 3/

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3828, 31/3/2004 Ο ΠΕΡΙ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΣΧΕΤΑ ΑΠΟ ΦΥΛΕΤΙΚΗ Ή ΕΘΝΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΟΔΗΓΙΑ Αριθμ. 2/

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3849, 30/4/2004

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΆΡΘΡΟ 1 ΣΚΟΠΟΣ. (άρθρο 1 και άρθρο 12 της οδηγίας)

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

«Αυτό που διηγούμαστε συνέβη πραγματικά. Τίποτα δεν συνέβη όπως το διηγούμαστε.» Γκαίτε (Goethe)

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Δεύτερη Γραπτή Εργασία. Διοικητικό Δίκαιο. Θέμα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ. ΟΔΗΓΙΑ Αριθμ.5 /

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ. Νόμος 2101/1992. Κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΦΕΚ Α 192)

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 13: H προστασία των προσωπικών δεδομένων και ιδίως στο διαδίκτυο. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Φορολογικό Δίκαιο. Συνταγματικά ατομικά δικαιώματα. Α. Τσουρουφλής

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΠΡΟΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Ραδιοτηλεοπτική κάλυψη της προεκλογικής περιόδου των βουλευτικών εκλογών της 4 ης Οκτωβρίου 2009 ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑ ΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

καθώς επιλαμβάνεστε των καθηκόντων σας, θεωρώ αναγκαίο να θέσω υπόψη σας τα εξής:

5419/16 εγκρίθηκε από την ΕΜΑ, 2ο τμήμα, στις Οι δηλώσεις και/ή οι αιτιολογήσεις ψήφου επισυνάπτονται στο παρόν σημείωμα.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

A8-0469/79. Helmut Scholz, Merja Kyllönen, Jiří Maštálka, Patrick Le Hyaric, Paloma López Bermejo εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL

Οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία έγκρισης περιγράφεται εξαντλητικά στις Συνθήκες. Κατά βάση είναι οι εξής:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

θέτει στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 17 [Σημείωση: Με την εν λόγω διάταξη ορίζεται ουσιαστικώς μία μεταβατική περίοδος που χρονικά τοποθετείται από

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ /12/ Εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών κατά την άσκηση αυτοτελούς επαγγελματικής δραστηριότητας

«Ειδικά θέματα υπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου - Σχέση με ποινική δίκη» Σύντομη επισκόπηση της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΘΕΜΑ: Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ Γιαμαλής Ιγνάτιος Α.Μ. 1340200200087 Ακαδημαϊκό Έτος 2004-2005 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ σελ. 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.................................................3 2. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ.................................... 3 3. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ α. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ..........................................4 β. ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ.................. 7 γ. Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΘΕΜΕΛΙΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ;................... 10 4. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ α. ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ.....12 β. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ...............................15 5. Ν. 2145/1993, Ν. 2172/1993 ΚΑΙ Ν. 3090/2002...................16 6. ΔΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ..................... 21 7. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ............................................26 8. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ........................................... 27 9. ΠΕΡΙΛΗΨΗ...............................................29 10. ΛΗΜΜΑΤΑ...............................................29 11. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ............................30 12. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ...............................31 2

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η τηλεοπτική μετάδοση της δίκης, που έχει ως νομικό έρεισμά της την αρχή της δημοσιότητας των δικαστικών συνεδριάσεων, έχει αποτελέσει συχνά αντικείμενο έντονου επιστημονικού προβληματισμού αλλά και νομολογιακής αντιπαράθεσης. Ο προβληματισμός οφείλεται κυρίως στον διαφορετικό προσδιορισμό της έννοιας της δημοσιότητας και στη στάθμιση των εννόμων αγαθών που σχετίζονται με το επιτρεπτό ή μη της τηλεοπτικής μετάδοσης της δίκης. Το δικαίωμα του κοινού προς πληροφόρηση, η ελευθερία του Τύπου, η προστασία της προσωπικότητας των μετεχόντων στη δίκη, η ορθή και ανεπηρέαστη λειτουργία της δικαστικής εξουσίας είναι παράγοντες που άλλοτε συνηγορούν υπέρ και άλλοτε κατά της ελεύθερης τηλεοπτικής κάλυψης της δίκης. Ερωτήματα που πρέπει να διερευνηθούν είναι εάν κρίσιμη για το ερώτημα της τηλεοπτικής δημοσιότητας της δίκης είναι η διάταξη του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος για τη δημοσιότητα των δικαστικών συνεδριάσεων ή οι διατάξεις των άρθρων 5Α παρ. 1, 14 παρ. 1 του Συντάγματος και 10 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για το δικαίωμα πληροφόρησης και την ελευθερία της έκφρασης. Επίσης, εάν και σε ποιο βαθμό οι προηγούμενες διατάξεις του Συντάγματος επιτάσσουν τη ραδιοτηλεοπτική κάλυψη της δίκης. 2. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Τα επαναστατικά Συντάγματα του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας(1827) περιείχαν διατάξεις που αφορούσαν στη δημοσιότητα των δικαστηριακών συνεδριάσεων, μάλιστα το δεύτερο, ως εξαίρεση του κανόνα, μόνο την αντίθεση της δημοσιότητας προς τη σεμνότητα. Τις ρυθμίσεις αυτές παρέλαβαν έκτοτε όλα τα Συντάγματα της χώρας, από τα οποία αυτά του 1844, του 1864, του 1911 και του 1952 αντικατέστησαν τον όρο σεμνότητα με τους όρους χρηστά ήθη και προσέθεσαν ως δεύτερο λόγο εξαίρεσης από την αρχή της δημοσιότητας των δικαστηριακών συνεδριάσεων, την ευταξία. Το δημοκρατικό Σύνταγμα του 1927 αντικατέστησε τους όρους κοινή ευταξία με τους όρους δημόσια τάξις, ενώ το Σύνταγμα του 1975 διατήρησε τα χρηστά ήθη ως πρώτο λόγο εξαίρεσης από την αρχή, υιοθέτησε δε, ως δεύτερο 3

λόγο εξαίρεσης, την ύπαρξη ειδικών λόγων προς προστασία του ιδιωτικού ή οικογενειακού βίου των διαδίκων. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο συντακτικός νομοθέτης του 1975 θεωρεί πλέον ως λόγους εξαίρεσης από την αρχή της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των δικαστηρίων όχι μόνο την προστασία αξιών που ανήκουν στην ολότητα (χρηστά ήθη) ή προάγουν την οργανωμένη κοινωνική συμβίωση (κοινή ευταξία, δημόσια τάξη), αλλά, προφανώς εκλαμβάνοντας ως μη επαρκώς σημαντικό λόγο εξαίρεσης από την αρχή της δημοσιότητας τη διακινδύνευση της κοινής ευταξίας, αντικατέστησε τον δεύτερο αυτό λόγο εξαίρεσης από την αρχή, με την προστασία του ατομικού δικαιώματος ιδιωτικού και οικογενειακού βίου των διαδίκων 1. 3. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ α. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ Σύμφωνα με το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος οι συνεδριάσεις κάθε δικαστηρίου είναι δημόσιες, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει με απόφασή του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων. Κατοχυρώνεται με τον τρόπο αυτό ως κανόνας η δημόσια διεξαγωγή των συνεδριάσεων των δικαστηρίων. Βασικός δικαιολογητικός λόγος αυτής της ρύθμισης υπήρξε η κατοχύρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην αμερόληπτη κρίση και απονομή της δικαιοσύνης από τα δικαστήρια. Οποιοσδήποτε μπορεί να παραστεί στην εκδίκαση οποιασδήποτε υπόθεσης από τα δικαστήρια. Ωστόσο από τον κανόνα της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των δικαστηρίων προβλέπονται ορισμένες εξαιρέσεις. Πρόκειται για περιπτώσεις που η δημοσιότητα μπορεί να αποβεί επιζήμια για τα χρηστά ήθη ή την ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή των διαδίκων. Στις 1 Βλ. Μαυριά Κ., Συνταγματικό δίκαιο, Δεύτερη έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2002, σελ. 684 επ. 4

περιπτώσεις αυτές το δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να απαγορεύσει την παρουσία κοινού. Η αρχή της δημοσιότητας των δικαστικών συνεδριάσεων δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσον, υπηρετεί δηλαδή συγκεκριμένους σκοπούς στο πλαίσιο του Συντάγματος 2. Οι λειτουργίες της είναι, πρώτον, η προστασία των διαδίκων από την αδιαφανή και συνεπώς ανεξέλεγκτη άσκηση της κρατικής εξουσίας και, δεύτερον, ο δημόσιος έλεγχος της άσκησης της δικαστικής εξουσίας. Οι λειτουργίες αυτές της δημοσιότητας των δικαστικών συνεδριάσεων άπτονται τόσο του κράτους δικαίου, στο μέτρο που συντελούν στην διασφάλιση της δίκαιης δίκης, όσο και της δημοκρατίας, στο μέτρο που εξασφαλίζουν τον έλεγχο της άσκησης της δικαστικής εξουσίας από τον ίδιο το λαό, που είναι η πηγή κάθε κρατικής εξουσίας κατά το άρθρο 1 παρ. 3 του Συντάγματος 3. Οι σκοποί που υπηρετούν οι λειτουργίες της προσδιορίζουν ταυτόχρονα και το εύρος της αρχής της δημοσιότητας των δικαστικών αποφάσεων. Έτσι από τη σκοπιά του κράτους δικαίου η δημοσιότητα επιτάσσεται μόνο στο μέτρο που συντελεί θετικά στη διασφάλιση της δίκαιης δίκης και δεν την αντιστρατεύεται. Από τη σκοπιά της δημοκρατικής αρχής η πρόσβαση του κοινού στην στη δικαστική αίθουσα επιτάσσεται ανεξαρτήτως δημοσίου ενδιαφέροντος της δίκης ή ενδιαφέροντος ενημερώσεως του κοινού, εφόσον η εξουσία, τον έλεγχο άσκησης της οποίας υπηρετεί η πρόσβαση του κοινού, ασκείται σε κάθε περίπτωση απονομής δικαιοσύνης και όχι μόνο στις δίκες με δημόσιο ενδιαφέρον. Ο κοινός νομοθέτης εναρμονιζόμενος προς τη συνταγματική διάταξη ορίζει στο άρθρο 113 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ότι οι συνεδριάσεις όλων των πολιτικών δικαστηρίων διεξάγονται δημόσια. Ωστόσο, ο νομοθέτης αναφέρει στο άρθρο 114 παρ.1 ως λόγο εξαίρεσης από την αρχή της δημοσιότητας μόνο τα χρηστά ήθη και τη δημόσια τάξη, αγνοώντας την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των διαδίκων. Ως προς το 2 Βλ. Τσεβά Αθ., Η ραδιοτηλεοπτική δημοσιότητα της δίκης κατά το Σύνταγμα, ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 181. 3 Για τη συνταγματική κατοχύρωση της δημοσιότητας της δίκης, τις λειτουργίες της και τη δικονομική της διαμόρφωση καθ έκαστον βλ. Μαυριά Κ., Συνταγματικό δίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2002, σελ. 684 επ. και για την πολιτική δίκη Κεραμέα Κ., Αστικό δικονομικό δίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 1986, σελ. 177 επ., για την ποινική δίκη Ανδρουλάκη Ν., Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 1994, σελ. 130 επ. και για τη διοικητική δίκη Δαγτόγλου Π., Διοικητικό δικονομικό δίκαιο, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα- Κομοτηνή 1994, σελ. 236 επ. 5

σημείο αυτό η ρύθμιση είναι αντισυνταγματική, καθώς δεν δύναται να ισχύει εξαίρεση από τη συνταγματική αρχή την οποία ρυθμίζει ρητά και περιοριστικά το ίδιο το Σύνταγμα 4. Αντίστοιχα, ο ποινικός νομοθέτης κατοχυρώνει στο άρθρο 329 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας τη δημοσιότητα της συζήτησης στο ακροατήριο και της απαγγελίας της απόφασης σε όλα τα ποινικά δικαστήρια. Απαγορεύει όμως την παρουσία στο ακροατήριο προσώπων που δεν έχουν συμπληρώσει το 17ο έτος της ηλικίας τους. Επιπλέον, σε δίκες που είναι πιθανό να προσελκύσουν μεγαλύτερο αριθμό ακροατών από το συνηθισμένο, γεγονός που μπορεί να εμποδίσει την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας, ο πρόεδρος του δικαστηρίου σε συνεννόηση με τον εισαγγελέα ορίζουν τον αριθμό των ακροατών, οπότε επιτρέπεται χωρίς διάκριση η είσοδος στον καθένα, ωσότου συμπληρωθεί ο αριθμός αυτός. Το άρθρο 330 του Κώδικα ορίζει, σε πλήρη εναρμόνιση με το Σύνταγμα, ότι αν η δημοσιότητα της συνεδρίασης είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή συντρέχουν ειδικοί λόγοι να προστατευθεί ο ιδιωτικός ή οικογενειακός βίος των διαδίκων, το δικαστήριο διατάσσει τη διεξαγωγή της δίκης ή ενός μέρους της χωρίς δημοσιότητα. Αλλά και στο άρθρο 37 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999), ορίζεται ότι οι συνεδριάσεις των διοικητικών δικαστηρίων είναι δημόσιες, ενώ παράλληλα προβλέπει εξαιρέσεις, παραπέμποντας στο άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος. Τέλος, την αρχή της δημοσιότητας κατοχυρώνει και το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Συγκεκριμένα, αναγνωρίζεται το δικαίωμα παντός προσώπου να δικαστεί δημόσια, καθώς και η έκδοση της απόφασης σε δημόσια συνεδρίαση. Προβλέπει, όμως, και εξαιρέσεις από τη δημοσιότητα για λόγους ηθικής, δημόσιας τάξης ή εθνικής ασφάλειας. Τίθεται το ζήτημα εάν η αρχή της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των δικαστηρίων, όπως κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα και τις ειδικότερες νομοθετικές διατάξεις, αφορά μόνο την άμεση δημοσιότητα, δηλαδή την αυτοπρόσωπη παρουσία του κοινού στην αίθουσα του δικαστηρίου κατά την εκδίκαση κάποιας υποθέσεως, ή τόσο την άμεση όσο και την έμμεση δημοσιότητα, δηλαδή όχι μόνο την ύπαρξη κοινού κατά τη συνεδρίαση του δικαστηρίου αλλά και την παρουσία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. 4 Βλ. Μαυριά Κ., Συνταγματικό δίκαιο, Δεύτερη έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2002, σελ. 685 και Μπέη Κ. Ε. Καλαβρό Κ. Φ. Σταματόπουλο Σ. Γ., Δικονομία των ιδιωτικών διαφορών, Ι Γενικό Μέρος, Εκδόσεις EUNOMIA Verlag, Αθήνα 1999, σελ. 192. 6

Μεταξύ των υποστηρικτών της πρώτης άποψης είναι ο Π. Δαγτόγλου 5 και ο Ν. Ανδρουλάκης 6, ενώ την άποψη ότι η κατοχυρωμένη αρχή της δημοσιότητας αφορά επιπλέον και την έμμεση δημοσιότητα, δηλαδή την παρουσία εκπροσώπων του Τύπου στην αίθουσα του δικαστηρίου, υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων ο Ι. Μανωλεδάκης και ο Δ. Τσάτσος 7. β. ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ Όπως προαναφέρθηκε έχουν υποστηριχθεί δύο επιστημονικές τάσεις: αφ ενός εκείνη που τάσσεται υπέρ της ελεύθερης παρουσίας των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης στην αίθουσα του δικαστηρίου και αφ ετέρου εκείνη που υποστηρίζει την απαγόρευση της τηλεοπτικής μετάδοσης της δίκης. Η άποψη που δέχεται την ελεύθερη παρουσία των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης στην αίθουσα του δικαστηρίου υιοθετεί την ευρεία ερμηνεία του όρου της δημοσιότητας κατά το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος. Περιλαμβάνει σε αυτήν και την κάλυψη της διαδικασίας στο ακροατήριο του δικαστηρίου από τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης. Υποστηρίζεται ότι η δημοσιότητα δεν αποτελεί ούτε δικαίωμα του κατηγορούμενου ούτε δικονομική ρύθμιση για την καλύτερη διεξαγωγή της δίκης, ώστε να μπορεί να αφεθεί στη βούληση του τελευταίου ή στη διακριτική ευχέρεια του διευθύνοντος τη συζήτηση. Εάν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποκλείονταν από την έννοια της δημοσιότητας κατά το άρθρο 93 του Συντάγματος, τότε το άρθρο αυτό θα ερμηνευόταν στενά υπέρ της δικαστικής εξουσίας και εις βάρος της λαϊκής κυριαρχίας, καθώς θα περιοριζόταν ο έλεγχος του τρόπου δράσης της πρώτης σε μόνο το ακροατήριο της δίκης και θα απέκλειε το ευρύτερο κοινό. Επομένως, σύμφωνα με την αρχή της λαϊκής 5 Βλ. Δαγτόγλου Π. Δ., Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, τρίτη έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2003, σελ. 281 : «Στην έννοια της συνταγματικά κατοχυρωμένης δημοσιότητας δεν περιλαμβάνονται όμως η μετάδοση τη δίκης από το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση ούτε η κινηματογράφηση ή βιντεοσκόπηση της δίκης, που αντιθέτως παρακωλύουν κατά κανόνα την αντικειμενική διεξαγωγή της και διακινδυνεύουν τα δικαιώματα των διαδίκων και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.» 6 Βλ. Ανδρουλάκη Ν., Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 1994, σελ 136 επ. 7 Βλ. Μανωλεδάκη Ι., Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στην ποινική δίκη, Υπεράσπιση, 1995, 3 επ. και Τσάτσου Δ., Συνταγματικό δίκαιο, τόμος Β, σελ. 484. 7

κυριαρχίας, πρέπει να γίνει αποδεκτή η υπαγωγή και των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην έννοια της δημοσιότητας του άρθρου 93 του Συντάγματος. Οι υπέρμαχοι της ίδιας άποψης τονίζουν ότι αν και το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου προβλέπει κατ εξαίρεση τη δυνατότητα αποκλεισμού της δημοσιότητας των δικών για λόγους που ανάγονται στη δημόσια τάξη ή στο συμφέρον της δικαιοσύνης, υπερισχύει η συνταγματική διάταξη, αφού οι διεθνείς συμβάσεις κατισχύουν μόνο έναντι των κοινών νόμων, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος. Τέλος, ούτε η αξιοπρέπεια του κατηγορούμενου θίγεται λόγω της τηλεοπτικής κάλυψης, αφού με αυτήν αποδίδεται ακριβώς ό,τι συμβαίνει χωρίς καμία παραποίηση. Η αξιοπρέπεια του κατηγορούμενου δεν κινδυνεύει περισσότερο από όσο κινδυνεύει με την υποτιμητική μεταχείριση από παράγοντες ή το ακροατήριο της δίκης. Στον αντίθετο άξονα κινείται η άποψη που αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό και αρνητική διάθεση την παρουσία των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης στη δίκη και την καθ οιονδήποτε τρόπο μετάδοσης της διαδικασίας. Η συγκεκριμένη τάση προβάλλει σοβαρά επιχειρήματα ουσιαστικού χαρακτήρα, χωρίς βέβαια να στερείται και νομικών επιχειρημάτων. Η μετάδοση ήχου και εικόνας από τη δικαστική αίθουσα σε διάφορους άλλους χώρους και με ανομοιογενή χαρακτηριστικά των συνθηκών λήψης, είτε αυτά σχετίζονται με αντικειμενικούς παράγοντες είτε ανάγονται σε υποκειμενικές παραμέτρους, διαστρέφει την πραγματικότητα και νοθεύει την πιστότητα των όσων διαδραματίζονται στη διαδικασία. Οι βασικοί λόγοι που οδηγούν σε αυτή την ιδιαίτερα επιφυλακτική στάση και επισημαίνονται κατά κόρον στην επιστήμη περιστρέφονται γύρω από την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, την αρχή της δίκαιης δίκης αλλά και την ανάγκη προστασίας της ανεξάρτητης δικαστικής κρίσης που τίθενται σοβαρά σε κίνδυνο από την διαμόρφωση, μέσω μιας υπερβολικής δημοσιότητας, ενός κλίματος που μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά. Συγκεκριμένα, η τηλεοπτική μετάδοση της δίκης αδυνατεί να σεβαστεί θεμελιώδεις δικονομικές αρχές, όπως το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, κατά τον τρόπο που αυτές γίνονται σεβαστές στην αίθουσα του δικαστηρίου και αλλοιώνει τη δικονομική τάξη με την καταστρατήγηση της απαγόρευσης της επικοινωνίας των μαρτύρων και της 8

προαξιολόγησης των αποδεικτικών μέσων 8. Παραμορφώνεται η αληθινή εικόνα του κατηγορουμένου, του οποίου η σκιαγράφηση της προσωπικότητας αλλά και η προαπόδειξη του βαθμού της ενοχής ή της αθωότητάς του εξαρτάται πολλές φορές από απρόβλεπτους παράγοντες. Αναγκαίο παρακολούθημα της αντιπάθειας ή της συμπάθειας προς το πρόσωπο του κατηγορούμενου είναι και ο κοινωνικός στιγματισμός ή η ηρωοποίησή του και η αποθέωσή του, αντίστοιχα. Η τηλεοπτική κάλυψη της δίκης αλλοιώνει όμως και τη συμπεριφορά των παραγόντων της δίκης, προτρέποντάς τους σε συμπεριφορές, που ακόμα και αν αποδοκιμάζονται δικονομικά, τους αμείβουν τηλεοπτικά, με συνέπεια τη δυσχέρανση απονομής της δικαιοσύνης 9. Υπάρχει η πιθανότητα ανεπίτρεπτης επίδρασης από την τηλεοπτική μετάδοση της δίκης στη συνείδηση των δικαστών και δικηγόρων, πολλώ δε μάλλον στη συμπεριφορά των ενόρκων και στην αντικειμενικότητα και στο αμερόληπτο των καταθέσεων των μαρτύρων, οι οποίοι δε διαθέτουν νομική παιδεία και εμπειρία ώστε να προστατευθούν από την έντονη δημοσιότητα που συνεπάγεται η τηλεοπτική κάλυψη. Ακόμη, η κακή χρήση του τηλεοπτικού φακού μπορεί να μειώσει στα μάτια των τηλεθεατών τη σοβαρότητα της δίκης και να τη μετατρέψει σε τερπνό θέμα. Μέσω της πάνδημης δημοσιότητας είναι πολύ πιθανή η δημιουργία κοινής γνώμης υπέρ ή κατά των κατηγορούμενων, δοκιμάζοντας τοιουτοτρόπως την αμεροληψία του δικαστηρίου ή καταλήγει σε αμφισβήτηση του δικαστηρίου ως κατάλληλου forum κρίσης για την αθωότητα ή την ενοχή των κατηγορούμενων, διακυβεύοντας έτσι το κύρος της δικαστικής εξουσίας 10. Επίσης, η σχέση εφημερίδας και αναγνώστη στηρίζεται στη συνειδητή επιλογή του τελευταίου, ενώ τα εκπεμπόμενα ραδιοτηλεοπτικά μηνύματα απευθύνονται στον ακροατή ή τον τηλεθεατή χωρίς ο αποδέκτης τους να έχει τη δυνατότητα επιλογής του περιεχομένου και του τρόπου εκπομπής τους. Εξ άλλου η δημοσιότητα δεν είναι ένα «ποσοτικό» αλλά αντίθετα ένα «ποιοτικό» μέγεθος 11. Ενδιαφέρει η ύπαρξη φυσικής παρουσίας ακροατηρίου στην αίθουσα του δικαστηρίου, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνταγματική επιταγή της δημοσιότητας, και όχι ο αριθμός των προσώπων που έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τη διαδικασία στο ακροατήριο του δικαστηρίου. 8 Βλ. Λίβο Ν., Η ποινική δίκη ως αποικία των ΜΜΕ, εις Σύλλογο Αποφοίτων Κολλεγίου Αθηνών, Δικαιοσύνη και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, 1 ο Νομικό Συνέδριο, [2-3 Δεκεμβρίου 1994], Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1994, σελ. 77 επ. 9 Βλ. Λίβο Ν., όπ. παρ., σελ. 77-78. 10 Βλ. Ανδρουλάκη Ν., όπ. παρ., σελ. 137. 11 Βλ. Λίβο Ν., όπ. παρ., σελ. 77. 9

γ. Η ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΘΕΜΕΛΙΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ; Το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος κατοχυρώνει τη δημοσιότητα με την παραδεδομένη της έννοια, την οποία ασπάσθηκε η Ε' Αναθεωρητική Βουλή που ψήφισε το Σύνταγμα του 1975, δηλαδή η φυσική παρουσία κοινού στη δικαστική αίθουσα (η λεγόμενη «άμεση δημοσιότητα») 12. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, διαμόρφωσε την αρχή της δημοσιότητας ως επιταγή, η οποία κάμπτεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και συγκεκριμένα μόνον εφ' όσον το δικαστήριο κρίνει ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων. Η έννοια αυτή της δημοσιότητας των δικαστικών συνεδριάσεων στο ελληνικό Σύνταγμα συμπορεύεται πλήρως με το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου 13. Το αυτό θα πρέπει να γίνει δεκτό για τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 εδάφια 2 επ. του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, που κυρώθηκε με το ν. 2462/1997, η οποία επαναλαμβάνει την αντίστοιχη ρύθμιση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Η διάταξη του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος είναι lex specialis ως προς το ζήτημα που ρυθμίζει. Για το λόγο αυτό άλλωστε δεν είναι δυνατόν να διευρυνθούν ερμηνευτικά με προσφυγή σε άλλες διατάξεις του Συντάγματος οι εξαιρέσεις από την αρχή της δημοσιότητας των δικαστικών συνεδριάσεων που απαριθμούνται περιοριστικά στο άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος. Αναμφίβολα, η επέμβαση στην προσωπικότητα είναι διαφορετική και ασύγκριτα εντονότερη μέσω της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης, από την έκθεση της προσωπικότητας στη φυσική δημοσιότητα σε κάθε μη αυστηρά ιδιωτική εκδήλωση του ατόμου. Αυτό συμβαίνει επειδή η ραδιοτηλεοπτική μετάδοση επεμβαίνει σε περισσότερα στοιχεία της προσωπικότητας, αποτυπώνει μόνιμα την εικόνα και τον λόγο του προσώπου, τα αποσπά από τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και τον συγκεκριμένο κοινωνικό περίγυρο και τα καθιστά γνωστά σε ασύγκριτα μεγαλύτερο αριθμό προσώπων από εκείνα, στα οποία εκτέθηκε το ίδιο το υποκείμενο με τη θέλησή του. Οποιαδήποτε εμφάνιση ενός 12 Βλ. Δαγτόγλου Π., όπ. παρ., Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2004, σελ. 281. 13 Βλ. Τσεβά Αθ., όπ. παρ., ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 181 και Πλαγιανάκου Γ., Η τηλεοπτική μετάδοση της δίκης - Στοιχεία Συγκριτικού Δικαίου, Σκέψεις και Προβληματισμοί- Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 2002, σελ. 58 με περαιτέρω παραπομπές. 10

προσώπου σε δημόσιο χώρο δεν καθιστά άνευ άλλου τινός επιτρεπτή την ραδιοτηλεοπτική μετάδοση της δραστηριότητας του προσώπου αυτού. Αντιθέτως, η εμφάνιση ενός προσώπου σε δημόσιο χώρο σημαίνει, ότι το πρόσωπο αυτό είναι υποχρεωμένο να ανεχθεί μόνον τόσες και τέτοιες επεμβάσεις στην προσωπικότητά του, όσες δικαιολογούνται από τις λειτουργίες του χώρου αυτού. Φωτογράφηση, μαγνητοσκόπηση ή ραδιοτηλεοπτική μετάδοση της εικόνας ή των λόγων του προσώπου ή πληροφοριών που αφορούν το πρόσωπο αυτό, πέραν των λειτουργιών αυτών, συνιστούν παράνομη επέμβαση στην προσωπικότητά του και προσβάλλουν το δικαίωμά του για πληροφορική αυτοδιάθεση, που κατοχυρώνονται στα άρθρα 5 παρ. 1 και 9Α του Συντάγματος. Σε περίπτωση που γινόταν δεκτή η άποψη ότι επιτάσσεται και η έμμεση δημοσιότητα, δηλαδή η ραδιοτηλεοπτική της μετάδοση της δίκης, από την αρχή της δημοσιότητας, τότε οιαδήποτε ιδιωτική υπόθεση καθίστατο επίδικη, θα ήταν προορισμένη να γνωστοποιηθεί μέσω της ραδιοτηλεόρασης στο σύνολο του πληθυσμού της χώρας, ανεξαρτήτως δικαιολογημένου ή μη ενδιαφέροντος του κοινού για ενημέρωση, αφού η αρχή της δημοσιότητας των συνεδριάσεων των δικαστηρίων έχει σκοπό, όπως εκτέθηκε, τον έλεγχο της άσκησης της δικαστικής εξουσίας από τον ίδιο τον λαό, και άσκηση εξουσίας από το δικαστήριο υπάρχει σε κάθε περίπτωση απονομής δικαιοσύνης. Κατά συνέπεια, οποιοσδήποτε θα εμπλεκόταν σε δικαστικές ενέργειες, θα γινόταν τηλεοπτικό θέαμα όχι μόνον στον κοινωνικό και επαγγελματικό του περίγυρο, αλλά σε ολόκληρη τη χώρα, και οι συναφείς λεπτομέρειες της προσωπικής του ζωής, ακόμη και όταν αναφέρονται σε δεδομένα ευαίσθητα κατά την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία, θα γίνονταν κτήμα και αντικείμενο σχολιασμού, συζήτησης, κριτικής και κατά το δοκούν αναπαραγωγής, από το σύνολό των τηλεθεατών και ακροατών. Δε θα υπήρχε καμία δυνατότητα προστασίας μέσω των στενών εξαιρέσεων του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος, αφού αυτό επιτρέπει τον αποκλεισμό της δημοσιότητας μόνο με τη συνδρομή λόγων προστασίας του ιδιωτικού ή οικογενειακού βίου, όχι του κοινωνικού ή επαγγελματικού βίου, και μόνον εφ' όσον οι λόγοι αυτοί είναι ειδικοί, αναφέρονται δηλαδή σε ειδικής βαρύτητας περιστατικά. Τυχόν εμπλοκή συνεπώς στο δικαστήριο θα ανάγκαζε κάθε πολίτη να υφίσταται έντονες έως συντριπτικές επεμβάσεις στην προσωπικότητα, την πληροφορική του αυτοδιάθεση και τον ιδιωτικό και οικογενειακό του βίο, με απρόβλεπτες για τον καθένα κοινωνικές και επαγγελματικές συνέπειες. Όσοι θα ήθελαν να 11

προσφύγουν οι ίδιοι στο δικαστήριο, η προοπτική της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης της υπόθεσής τους και της κοινολόγησής της με ήχο και εικόνα στα πέρατα της επικράτειας θα λειτουργούσε ως ανασταλτικός παράγοντας της άσκησης του δικαιώματός τους από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος για δικαστική προστασία. Κατά τον τρόπο αυτό, η δημοσιότητα της δίκης θα στρεφόταν τελικά εναντίον του ίδιου του σκοπού, τον οποίο κατά το Σύνταγμα υπηρετεί. Επομένως, η άποψη που υποστηρίζει την ευρεία ερμηνεία του όρου «δημοσιότητα» στο άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος, στηριζόμενη κυρίως σε επιχειρήματα από τη δημοκρατική αρχή, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ανταποκρίνεται στην έννοια της δημοσιότητας της δίκης, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, αλλά και στην ανάγκη σεβασμού των ατομικών δικαιωμάτων, που το ίδιο αυτό Σύνταγμα εγγυάται. Κατ επέκταση, συνάγεται ότι η ραδιοτηλεοπτική μετάδοση της δίκης δεν εμπίπτει στη διάταξη του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος και δεν διέπεται από αυτό 14. 4. ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ α. ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ Η διάταξη του άρθρου 5Α παρ. 1 του Συντάγματος, για το δικαίωμα στην πληροφόρηση, και εκείνη του άρθρου 14 παρ. 1, για την ελευθερία έκφρασης, ισχύουν στην ραδιοφωνία και την τηλεόραση. Ισχύει επομένως και εκεί η ελευθερία του πληροφορείσθαι 15, δηλαδή η ελευθερία αναζήτησης, λήψης και συλλογής πληροφοριών. Ωστόσο, γίνεται γενικά δεκτό ότι η ελευθερία του πληροφορείσθαι δεν παρέχει αξίωση πρόσβασης σε όλες τις πηγές πληροφοριών, αλλά την απρόσκοπτη πρόσβαση σε όσες πηγές πληροφοριών είναι γενικά προσιτές, δηλαδή εκείνες, οι οποίες είναι εν τοις πράγμασιν 14 Βλ. Τσεβά Αθ., όπ. παρ., ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 183. 15 Για την ελευθερία του πληροφορείσθαι βλ. Δημητρόπουλο Α., Συνταγματικά δικαιώματα Ειδικό μέρος, Αθήνα 2005, σελ. 235 επ. και Χρυσόγονου Χ., Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, Β έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 2002, σελ. 196 επ., 270 επ. 12

προορισμένες και κατάλληλες να παράσχουν πληροφορίες σε ένα κύκλο προσώπων μη ατομικά προσδιορισμένων. Αν μια πηγή πληροφοριών είναι γενικά προσιτή, προκύπτει από τη φύση της, από τις διατάξεις του Συντάγματος ή των νόμων, ή, για πηγές που ανήκουν σε ιδιώτες, από τη θέληση του κατόχου τους 16. Συγκεκριμένα, όσον αφορά κρατικές πηγές πληροφοριών, ο καθορισμός τους ως γενικά προσιτών ή μη απόκειται στο κράτος, όμως η σχετική εξουσία των εκάστοτε αρμοδίων κρατικών οργάνων δεν είναι βεβαίως απεριόριστη. Υπάρχουν, δηλαδή, διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες προσδιορίζουν ότι συγκεκριμένες πηγές πληροφοριών πρέπει να γίνονται προσιτές και με ποιον τρόπο, αλλά συνάγεται και η γενική αρχή της δημοσιότητας της λειτουργίας του κράτους 17 από τις επί μέρους αυτές διατάξεις του Συντάγματος και από τη δημοκρατική αρχή. Η γενική αρχή της δημοσιότητας της κρατικής λειτουργίας όμως ούτε υποχρεώνει το κράτος να καταστήσει γενικά προσιτή κάθε πληροφορία, με κάθε διαθέσιμο τεχνικό μέσο, ούτε προσδιορίζει συγκεκριμένους τρόπους και όρους της δημοσιότητας. Κατά συνέπεια τα αρμόδια πολιτειακά όργανα είναι εκείνα που έχουν την εξουσία να αποφασίσουν τόσο εάν μια πηγή πληροφοριών θα καταστεί γενικά προσιτή αλλά και τον τρόπο πρόσβασης σε αυτήν, με την επιφύλαξη, βέβαια, μη ύπαρξης συνταγματικής επιταγής που να ρυθμίζει κατά τρόπο δεσμευτικό το κατά πόσον κρατικές πηγές πληροφοριών καθίστανται γενικά προσιτές. Η απόφαση αυτή των αρμοδίων οργάνων της πολιτείας δεν συνιστά περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης ή της ελευθερίας του πληροφορείσθαι, αλλά προαπαιτούμενο για την άσκηση των ελευθεριών αυτών. Η δημοσιότητα της δίκης, που αποτελεί μία κρατική πηγή πληροφοριών, θεσπίζεται με το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος, αποκλειστικά για την φυσική παρουσία του κοινού στην αίθουσα του δικαστηρίου, όπως αναπτύχθηκε ανωτέρω. Έργο του νομοθέτη είναι να αποφασίσει εάν η δίκη θα αποτελέσει μια γενικά προσιτή πηγή πληροφοριών και για τη ραδιοτηλεοπτική της μετάδοση. Η απόφαση αυτή του νομοθέτη δεν αποτελεί περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης ή της ελευθερίας του 16 Βλ. Τσεβά Αθ., όπ. παρ., ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 183. 17 από την οποία έπεται ότι «... το κράτος έχει υποχρέωση να παρέχει στους πολίτες πληροφορίες για θέματα που αφορούν το δημόσιο (στην ευρεία έννοια) τομέα της ζωής, και ότι η υποχρέωση αυτή θεμελιώνει ένα αντίστοιχο, αλλά μη αγώγιμο δικαίωμα πληροφορήσεως των πολιτών πάνω στα θέματα αυτά», βλ. Μιχαηλίδη-Νουάρου Γ., Το απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου και η ελευθερία του τύπου, ΤοΣ 1983, σελ. 369 [383 επ.]. 13

πληροφορείσθαι 18. Το γεγονός ότι το Σύνταγμα επιτάσσει τη δημοσιότητα των δικαστικών συνεδριάσεων, δεν σημαίνει, ότι η πηγή πληροφοριών "δίκη" είναι προορισμένη να παράσχει πληροφορίες κάθε δυνατής ποιότητας (ήχο, εικόνα) και με οποιοδήποτε τεχνικά δυνατό τρόπο. Αλλά ούτε και από την αρχή της δημοσιότητας της λειτουργίας του κράτους συνάγεται κάτι τέτοιο, αφού η αρχή αυτή δεν υποχρεώνει στην παροχή κάθε διαθέσιμης και με οποιοδήποτε τεχνικό τρόπο αξιοποιήσιμης πληροφορίας. Περαιτέρω, από καμία συνταγματική διάταξη δεν προκύπτει ότι το κράτος μπορεί μεν να έχει την εξουσία να αποφασίζει για το κατά πόσον η συγκεκριμένη πηγή πληροφοριών θα καταστεί ή όχι γενικά προσιτή, αλλ' όχι την εξουσία να προσδιορίζει κατ' ιδίαν όρους πρόσβασης στην πηγή πληροφοριών. Αλλά ακόμη και εάν η μαγνητοσκόπηση της δίκης γίνει εν τοις πράγμασιν, δηλαδή κατά παράβαση της απαγόρευσης που έχει θεσπίσει ο νομοθέτης, δεν αρκεί για να θεωρηθεί, ότι εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο της ελευθερίας της πληροφορίας και τούτο, διότι στην περίπτωση που η λήψη της πληροφορίας γίνεται κατά παράβαση των διατάξεων που προσδιορίζουν το προσιτό ή μη της πηγής, η λήψη αυτή δεν καλύπτεται από την ελευθερία της πληροφορίας. Εάν θεωρηθεί ότι η απαγόρευση της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης της δίκης συνιστά περιορισμό της ελευθερίας του πληροφορείσθαι (άρθρο 5Α παρ. 1 του Συντάγματος) και της έκφρασης (άρθρο 14 παρ. 1 του Συντάγματος), τότε θα πρέπει να ελεγχθεί εάν η σχετική διάταξη αποτελεί «γενικό» νόμο 19. Η με μη γενικούς νόμους απαγόρευση θέσπισης περιορισμών δεν σχετίζεται με τη ρύθμιση από το νομοθέτη του τρόπου άσκησης των ελευθεριών των μέσων ενημέρωσης. Οπότε και από την σκοπιά αυτή ο περιορισμός της ραδιοτηλεοπτικής δημοσιότητας της δίκης είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα. 18 Ανάλογη είναι η δογματική θεώρηση του ζητήματος εκ μέρους του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας. Με την απόφασή του της 24.01.2001, το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο τάχθηκε και αυτό υπέρ της άποψης, ότι το δικαίωμα λήψης πληροφοριών από οποιαδήποτε πηγή προϋποθέτει ότι η πηγή αυτή πληροφοριών έχει καταστεί γενικά προσιτή. Μόνον αφού μία πηγή πληροφοριών καταστεί γενικά προσιτή, εμπίπτει η πρόσβαση σε αυτήν στο προστατευτικό πεδίο της ελευθερίας της πληροφορίας. Για την πηγή πληροφοριών "δίκη", το κράτος προσδιόρισε, στο πλαίσιο της ρύθμισης εκ μέρους του της δικαστικής διαδικασίας στους διάφορους δικαιοδοτικούς κλάδους, ότι αυτή είναι προσιτή μόνον με τη φυσική παρουσία κοινού και απαγόρευσε τη μαγνητοσκόπηση και μετάδοσή της με ηλεκτρονικά μέσα. Η απαγόρευση αυτή συνιστά επομένως προσδιορισμό κατά πόσον η δίκη είναι γενικά προσιτή πηγή και όχι περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης. Βασιζόμενο στη δογματική αυτή τοποθέτηση, το δικαστήριο κατέληξε ότι η απαγόρευση της μαγνητοσκόπησης της δίκης και της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης με την 169 εδ. 2 του γερμανικού Οργανισμού των Δικαστηρίων δεν αντίκεινται στο Θεμελιώδη Νόμο. 19 Γενικός νόμος είναι εκείνος ο οποίος δεν στρέφεται ειδικά κατά των μέσων μαζικής ενημέρωσης ή εναντίον μιας συγκεκριμένης γνώμης. Βλ. και Δαγτόγλου Π., Συνταγματικό Δίκαιο Ατομικά και Κοινωνικά δικαιώματα, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1991, σελ. 417, 739 επ. 14

β. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ Η εκτεταμένη δημοσιότητα της δίκης μέσω της τηλεοπτικής μετάδοσής της ενδέχεται να προσβάλει την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, που αποτελεί το κεντρικό πρόσωπο της ποινικής δίκης. Το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος 20 κατοχυρώνει το δικαίωμα κάθε ατόμου επί της προσωπικότητας και το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος 21 τον σεβασμό και την προστασία της ανθρώπινης αξίας. Η προσβολή αυτών των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων συνίσταται κατά κύριο λόγο στην καταπάτηση του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου. Το τεκμήριο αθωότητας κατοχυρώνεται ρητά τόσο στο άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ όσο και στο άρθρο 11 παρ. 1 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και βάσει αυτού κάθε άτομο που κατηγορείται για διάπραξη κάποιου αδικήματος τεκμαίρεται αθώο, ωσότου αποδειχθεί η ενοχή του με τους τρόπους που προβλέπονται στο νόμο. Συνέπεια του τεκμηρίου αθωότητας 22 είναι ο κατηγορούμενος να αντιμετωπίζεται ως αθώος, ως μη-ένοχος, μέχρι να καταδικαστεί από το δικαστήριο για το αδίκημα που κατηγορείται. Από τη στιγμή όμως που τα μέσα ενημέρωσης θα ασχοληθούν με την εκδικαζόμενη υπόθεση, η καταπάτηση του ανωτέρω τεκμηρίου κατά πάσα πιθανότητα έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Ο ισχυρισμός δημοσίως ότι ο φερόμενος ως κατηγορούμενος διέπραξε κάποια αξιόποινη πράξη αρκεί για πληγεί ανεπανόρθωτα η αξιοπρέπεια και η προσωπικότητα του εν λόγω ατόμου, καθώς οι τηλεθεατές είναι ευεπηρέαστοι σε όσα πληροφορούνται, ακόμη και αν τελικά η απόφαση του δικαστηρίου είναι αθωωτική. Συναφές είναι και το εναργές δικαίωμα του κατηγορούμενου σε δίκαιη, χρηστή δίκη (fair trial), όπως ορίζει το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Επιπροσθέτως, η ραδιοτηλεοπτική μετάδοση της δίκης προσβάλλει και το δικαίωμα πληροφορικής αυτοδιάθεσης του ατόμου που πηγάζει από τα άρθρα 5 παρ. 1 και 9Α του Συντάγματος. Ο φερόμενος ως κατηγορούμενος δεν μπορεί να προστατευθεί από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδομένων από τους διάφορους τηλεοπτικούς σταθμούς που μεταδίδουν τη δίκη. 20 Αναλυτικά για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας βλ. Δημητρόπουλο Α., όπ. παρ., σελ. 38 21 Για το μητρικό θεμελιώδες δικαίωμα της ανθρώπινης αξίας βλ. Δημητρόπουλο Α., όπ. παρ., σελ. 4 επ. 22 Για το τεκμήριο αθωότητας βλ. Ανδρουλάκη Ν., όπ. παρ., σελ. 184 επ. 15

Τέλος, η τηλεοπτική μετάδοση της δίκης μπορεί να προσβάλει το απαραβίαστο του ιδιωτικού και οικογενειακού βίου 23 του ανθρώπου. Το δικαίωμα της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής κατοχυρώνεται στο άρθρο 9 παρ. 1 του Συντάγματος αλλά και στο άρθρο 8 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Καμία επέμβαση τρίτου προσώπου δεν είναι ανεκτή στην ιδιωτική σφαίρα του ατόμου. Ωστόσο πολύ συχνό είναι το φαινόμενο της δημοσιοποίησης στοιχείων άκρως προσωπικών του κατηγορούμενου αλλά και άλλων προσώπων που εμπλέκονται στη δίκη. Οποιαδήποτε προσωπική υπόθεση που αναφέρεται στην αίθουσα του δικαστηρίου, καθίσταται γνωστή στο τηλεοπτικό κοινό μέσω της παρουσίας του τηλεοπτικού φακού. Συμπερασματικά, το Σύνταγμα δεν υποχρεώνει το κράτος να επιτρέψει την ηχογράφηση ή μαγνητοσκόπηση ή ραδιοτηλεοπτική μετάδοση της δίκης. Μπορεί να την περιορίσει ή και να την απαγορεύσει πλήρως, εφ όσον τίθενται ζητήματα προστασίας του κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας, του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου και των δικαιωμάτων ιδιωτικού βίου, προσωπικότητας και πληροφορικής αυτοδιάθεσης των διαδίκων. Η άσκηση του δικαιώματος που απορρέει από την αρχή της δημοσιότητας δε θα πρέπει να επεμβαίνει στον πυρήνα άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων και αρχών του Συντάγματος και να προκαλεί τη δυσλειτουργία τους. 5. Ν. 2145/1993, Ν. 2172/1993 ΚΑΙ Ν. 3090/2002 Η πληθώρα των νομοθετικών μεταβολών των τελευταίων χρόνων ως προς το ζήτημα της τηλεοπτικής μετάδοσης της δίκης καταδεικνύει τον έντονο προβληματισμό και τη διχογνωμία που επικρατεί στην ελληνική έννομη τάξη αναφορικά με το αν είναι επιτρεπτή ή όχι η έμμεση δημοσιότητα κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο του δικαστηρίου. Tο ζήτημα ανακινήθηκε σε θεσμικό επίπεδο με την υπ' αριθμ. 10/1992 γνωμοδοτικής φύσεως απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου 24, με την οποία, εκτός των άλλων μέτρων που προτάθηκαν για την ευρυθμία και ευταξία της διαδικασίας στο ακροατήριο, υπήρξε πρόταση σχεδίου νόμου για τη 23 Για τον ιδιωτικό και οικογενειακό βίο του ανθρώπου βλ. Δημητρόπουλο Α., όπ. παρ., σελ. 150 επ. 24 Βλ. Χαραλαμπάκη Αρ., Δημοσιότητα της δίκης και παρουσία των Μ.Μ.Ε. στο Δικαστήριο, ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 10. 16

συμπλήρωση του άρθρου 329 ΚΠΔ με την προσθήκη τρίτης παραγράφου, ως εξής: «3. Απαγορεύεται η μετάδοση από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο, καθώς και η κινηματογράφηση, βιντεοσκόπηση, ηχοληψία και κάθε άλλη μηχανική απεικόνιση ή ηχητική αποτύπωση των δικών, εν όλω ή εν μέρει, εκτός αν κατά την κρίση του Δικαστηρίου η λήψη πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την τήρηση κρατικού ιστορικού αρχείου ή η ηχητική αποτύπωση θεωρείται αναγκαία για τη διευκόλυνση του γραμματέα στην τήρηση των πρακτικών. Η λήψη φωτογραφιών κατά τη διάρκεια συνεδριάσεως επιτρέπεται μόνο ύστερα από άδεια του δικαστηρίου και εφόσον δεν αντιλέγει το πρόσωπο που φωτογραφίζεται. Κάθε παράβαση των διατάξεων της παραγράφου αυτής τιμωρείται με την ποινή της απείθειας. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου μπορεί να διατάξει την άμεση κατάσχεση της κασέτας, του φιλμ ή της ταινίας, στην οποία έγινε η παράνομη αποτύπωση ή απεικόνιση. Στα πολυμελή δικαστήρια έχει ο ενδιαφερόμενος δικαίωμα να προσφύγει κατά της διάταξης αυτής του προέδρου στο δικαστήριο, το οποίο αποφασίζει αμετακλήτως» 25. Αφορμή για την πρωτοβουλία αυτή αποτέλεσαν τα έκτροπα που διαδραματίστηκαν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών στις 17 Απριλίου 1992 κατά τη δίκη των διοικητών των ΔΕΚΟ. Σημειωτέον ότι η απόφαση αυτή στο σκεπτικό της επικαλείται την ανάγκη λήψης πρόσθετων νομοθετικών μέτρων για την προστασία του θεσμού της δικαιοσύνης με την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας και του κύρους της, καθώς και της ομαλής και απρόσκοπτης λειτουργίας της. Η παραπάνω πρόταση σχεδίου νόμου της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου δεν οδηγήθηκε ποτέ στη Βουλή 26. Η πρώτη νομοθετική προσέγγιση του ζητήματος γίνεται ένα χρόνο αργότερα - στην ίδια κατεύθυνση με την πρόταση της Ολομέλειας - με το νόμο 2145/1993, στο άρθρο 28 παρ. 1 του οποίου διαλαμβάνεται ότι: «1.Απαγορεύεται η ολική ή μερική μετάδοση από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο, καθώς και η κινηματογράφηση και βιντεοσκόπηση δίκης ενώπιον ποινικού, πολιτικού, διοικητικού ή ειδικού δικαστηρίου, εκτός αν επιτραπεί με απόφαση του δικαστηρίου και εφόσον συμφωνούν ο εισαγγελέας και οι διάδικοι.... 3.Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 25 Αντιθέτως, ο Μανωλεδάκης Ι., Παρατηρήσεις στην ΟλΑΠ 10/1992, Υπεράσπιση 1992, σελ. 1017, υποστηρίζει ότι «από μόνη της η τηλεοπτική ή ραδιοφωνική κάλυψη ουδέν άλλο αποτελεί παρά πιστή απεικόνιση των όσων συμβαίνουν στη δίκη» και ότι η απαγόρευση της υπό συζήτηση δημοσιότητας πρέπει να χωρεί μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος. 26 Βλ. Δημήτραινα Γ., Η δημοσιότητα των συνεδριάσεων των ποινικών δικαστηρίων και η παρουσία των ΜΜΕ, ΠοινΔικ 6/2001, σελ. 650. 17

τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή ενός εκατομμυρίου (1.000.000) μέχρι πενήντα εκατομμυρίων (50.000.000) δραχμών». Η Εισηγητική Έκθεση του νόμου αναφέρει ως αιτιολογία της ρύθμισης ότι «...η μορφή αυτή έμμεσης δημοσιότητας, εκτός του ότι καθιστά χωρίς αντικείμενο τη διάταξη του άρθρου 350 ΚΠΔ, η οποία απαγορεύει την επικοινωνία των μαρτύρων, συνιστά, με την αποτύπωση όσων διαδραματίζονται στην ακροαματική διαδικασία, προσβολή της προσωπικότητας του κατηγορουμένου και μάλιστα κατά παράβαση του τεκμηρίου αθωότητος. Αλλά και πέραν τούτου, μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά μαρτύρων και πραγματογνωμόνων, ακόμη και του ιδίου του κατηγορουμένου με βλαπτικές συνέπειες για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης...» 27. Μετά από παρέλευση όμως λίγων μηνών ακολούθησε ο νόμος 2172/1993, ο οποίος, με το άρθρο 35 κατάργησε την προηγούμενη ρύθμιση, αντέστρεψε τον απαγορευτικό κανόνα της προϊσχύουσας διάταξης και θέσπισε το επιτρεπτό της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης της δίκης, προβλέποντας κατ' εξαίρεση μόνο την απαγόρευσή της, αφού όρισε ότι: «Το δικαστήριο με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του μπορεί να απαγορεύσει τη μαγνητοφώνηση ή βιντεοσκόπηση της δίκης και την τηλεοπτική ή ραδιοφωνική μετάδοσή της, μόνο αν υποβληθεί σχετικό αίτημα από κατηγορούμενο ή παθόντα και η δίκη δεν συνδέεται με τη δημόσια ζωή». Οι ρυθμίσεις του νόμου αυτού αποτέλεσαν παγκόσμια πρωτοτυπία, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι δεν υπήρχε πρόβλεψη κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης της απαγορευτικής διάταξης του δικαστηρίου. Το πρόβλημα βέβαια όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκε, αλλ' αντίθετα οξύνθηκε και πολλές φορές ήταν στο επίκεντρο σχετικών συζητήσεων 28. Η πρόσφατη λοιπόν νομοθετική πρωτοβουλία ήταν αναμενόμενη. Με το άρθρο λοιπόν 8 παρ. 1 του νόμου 3090/2002 ορίζεται ότι: «Η ολική ή 27 Βλ. Εισηγητική Έκθεση στο σχέδιο νόμου «Ρύθμιση θεμάτων εκτελέσεως ποινών, επιταχύνσεως και εκσυγχρονισμού των διαδικασιών απονομής της δικαιοσύνης και άλλων θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης», Υπερ 1993, σελ. 785 επ. 28 Ενδεικτικά, υπό το καθεστώς του ν. 2172/1993 εκδόθηκαν οι Εφ(ΜΟΔ)Θεσσαλ 287/1998 και ΔΣτρΘεσσαλ 813/2002 οι οποίες απαγόρευσαν την τηλεοπτική μετάδοση της δίκης κάνοντας δεκτό το αίτημα των διαδίκων. Αντίθετα, στην 75/1996 Εφ(ΜΟΔ)Λαρ το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για απαγόρευση της τηλεοπτικής μετάδοσης, λόγω άμεσης σχέσης της δικαζόμενης υποθέσεως με τη δημόσια ζωή και στην 427/1999 ΠεντΝαυτΠειρ απέρριψε το σχετικό αίτημα του κατηγορούμενου, επειδή η υπόθεση αφορούσε θέμα με δημόσιο αντίκτυπο και ανάλογες νομικές διαστάσεις. Άξια αναφοράς είναι και η ΑΠ 1199/2002 (βλ. ΠοινΧρ ΝΓ/2003), η οποία δέχεται ότι η απαγόρευση της βιντεοσκόπησης από το δικαστήριο χωρίς συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 35 του ν. 2172/1993 δεν επιφέρει την ακυρότητα της διαδικασίας ούτε ίδρυση λόγου αναίρεσης. 18

μερική μετάδοση από την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο, καθώς και η κινηματογράφηση και μαγνητοσκόπηση της δίκης ενώπιον ποινικού, πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου απαγορεύεται 29. Κατ' εξαίρεση, το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει τις ενέργειες αυτές, εφόσον συναινούν ο εισαγγελέας και οι διάδικοι και συντρέχει ουσιώδες δημόσιο συμφέρον», ενώ στην τρίτη παράγραφο του ίδιου άρθρου προβλέπεται ότι «όποιος παραβαίνει τη διάταξη της πρώτης, όπως πιο πάνω παραγράφου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών και χρηματική ποινή είκοσι χιλιάδων (20.000) έως διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ» 30. Από την Εισηγητική Έκθεση του νόμου καθίσταται σαφές ότι οι προτείνοντες τη νέα αυτή ρύθμιση συμμερίζονται απόλυτα την έντονα επιφυλακτική στάση απέναντι στην έμμεση δημοσιότητα: «Η έμμεση δημοσιότητα, που φαίνεται να συναρτάται με την ραδιοτηλεοπτική μετάδοση ή με την με οποιοδήποτε άλλο τρόπο καταγραφή των δικών, όχι μόνο δεν αποτελεί πρόσθετη εισφορά στη βελτίωση του παρεχομένου δικαστικού έργου, αντίθετα δημιουργεί προβλήματα στην ομαλή διεξαγωγή της δίκης, όπως η καταστρατήγηση της απαγόρευσης της επικοινωνίας των μαρτύρων (άρθρο 350 ΚΠΔ), συντελεί στην ψυχική φόρτιση των διαδίκων και των μαρτύρων με ό,τι αυτό συνεπάγεται και διαμορφώνει εικόνα που δεν συνάδει με την αισθητική χώρου και του επιτελούμενου έργου, κυρίως δε συνιστά προσβολή της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, ενώ υποστηρίζεται ότι προσβάλλει και την αρχή της δίκαιης δίκης που κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ» 31. Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να γίνει μια σύγκριση του νέου ν. 3090/2002 με το ν. 2145/1993 αφενός, και αφετέρου με το ν. 2172/1993. Από την Εισηγητική Έκθεση του ν. 3090/2002 σαφώς προκύπτει ότι ο σεβασμός και η προστασία της προσωπικότητας του κατηγορουμένου, η κατοχύρωση του κύρους της δικαιοσύνης και η διασφάλιση της τήρησης των δικονομικών κανόνων και των αρχών της δίκαιης δίκης, συνιστούν το αξιακό έρεισμα και την αιτιολογική βάση για το δραστικό περιορισμό της παρουσίας των ραδιοτηλεοπτικών μέσων στις αίθουσες των δικαστηρίων. Σύμπτωση 29 Ήδη, πριν το ν. 3090/2002, η σημαντική ΜΟΔΑθ 175/1995 απαγόρευσε την περαιτέρω βιντεοσκόπηση, ραδιοτηλεοπτική μετάδοση κλπ. της πολύκροτης δίκης των σατανιστών με το ακόλουθο αιτιολογικό: «Η επιλογή σκηνών με στοιχεία εντυπωσιασμού... δημιουργεί τον κίνδυνο να μεταβληθεί η δίκη σε τηλεοπτικό θέαμα, να εκτραχυνθεί η συμπεριφορά των μαρτύρων και να παρεμποδισθεί η παρουσία άλλων μαρτύρων, κυρίως αυτών της υπεράσπισης... να καταθέσουν ανεπηρέαστα στη δίκη, να παρεμποδισθούν οι κατηγορούμενοι να υπερασπίσουν τον εαυτό τους... και επίσης να αλλοιωθεί η συμπεριφορά των παραγόντων της δίκης». 30 Σημειώνεται ότι ο ν. 3090/2002 κρίθηκε συνταγματικός κατά την εκδίκαση των φερόμενων ως μελών της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη και βάσει αυτού απαγορεύθηκε η τηλεοπτική μετάδοση και η βιντεοσκόπηση της δίκης. 31 Βλ. Χαραλαμπάκη Αρ., όπ. παρ., ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 10. 19

προθέσεων διαπιστώνεται με την αντιπαραβολή των σχετικών διατάξεων των νόμων 2145/1993 και 3090/2002, από την ανάγνωσή τους όμως είναι προφανείς δύο διαφορές 32. Ειδικότερα, με τον τελευταίο νόμο δεν αρκεί η συναίνεση του εισαγγελέα και των διαδίκων ώστε να επιτραπεί με απόφαση του δικαστηρίου η μετάδοση, κινηματογράφηση ή μαγνητοσκόπηση της δίκης, αλλά απαιτείται ως πρόσθετο στοιχείο και η συνδρομή ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος, προϋπόθεση που καθιστά τον ισχύοντα νόμο οπωσδήποτε πιο αυστηρό, καθόσον το δικαστήριο, για ν' αποφανθεί θετικά ως προς τη μετάδοση, κινηματογράφηση ή μαγνητοσκόπηση, θ' αναζητήσει και την ύπαρξη δημοσίου συμφέροντος και μάλιστα ουσιώδους, δηλαδή θα πρέπει να κριθεί ότι συντρέχει και σημαντική χρησιμότητα ή ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο. Επίσης, σε αντίθεση με το νόμο 2145/1993, στον οποίο γινόταν ρητή μνεία, ο νόμος 3090/2002 δεν αναφέρει μεταξύ των δικαστηρίων, για τα οποία η συγκεκριμένη ρύθμιση, και το ειδικό δικαστήριο, χωρίς σχετική διευκρίνιση στην εισηγητική έκθεση. Το ειδικό όμως δικαστήριο μπορεί μεν να είναι ποινικό δικαστήριο ιδιάζουσας δωσιδικίας, πλην ειδική περί αυτού πρόβλεψη, ως προς την αρμοδιότητα, τη συγκρότηση και τη λειτουργία του, υπάρχει στο Σύνταγμα και το διαφοροποιεί από τα λοιπά δικαστήρια. Συνεπώς, απαιτείται να μνημονεύεται ρητά στη διάταξη του νόμου, εφόσον υπόκειται νομοθετική πρόθεση να ισχύουν και για το ίδιο οι όποιες ρυθμίσεις σχετίζονται με ζητήματα απονομής της δικαιοσύνης, διότι σε διαφορετική περίπτωση η τυχόν επέκταση θα είναι αυθαίρετη και καθ' υπέρβαση του νόμου. Η ιδιαιτερότητα όμως των υποθέσεων και των κατηγορουμένων προσώπων ενώπιον του ειδικού δικαστηρίου είναι πρόδηλη. Οι συγκεκριμένες δίκες ενδιαφέρουν όλους τους πολίτες και η ραδιοτηλεοπτική τους μετάδοση ικανοποιεί την απαίτηση για άμεσο και διαρκή έλεγχο της ενώπιον του ειδικού δικαστηρίου διαδικασίας, η οποία πρέπει να είναι προσιτή και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σύγκριση των νόμων 3090/2002 και 2172/1993 αναδεικνύει ως βασική διαφορά μεταξύ τους ότι ενώ με την προηγούμενη ρύθμιση η απαγόρευση της αναμετάδοσης αποτελούσε την εξαίρεση, με την καινούρια ρύθμιση η απαγόρευση ανάγεται πλέον σε κανόνα, η δε δυνατότητα αναμετάδοσης αποτελεί πλέον την εξαίρεση και μάλιστα υπό αυστηρές προϋποθέσεις, οι οποίες επιπρόσθετα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά 33. Έναν 32 Βλ. Βουρλιώτη Χαρ., Δημοσιότητα της δίκης και ραδιοτηλεοπτική μετάδοση, ΠοινΧρ ΝΔ/2004, σελ. 196 33 Βλ. Χαραλαμπάκη Αρ., όπ. παρ., ΠοινΧρ ΝΓ/2003, σελ. 10-11. 20

άλλο σημαντικό νεωτερισμό της νέας ρυθμίσεως αποτελεί ο ρόλος του «ουσιώδους δημοσίου συμφέροντος»: ενώ με την προηγούμενη ρύθμιση τυχόν ύπαρξη δημοσίου συμφέροντος (ή, κατά την διατύπωση στο κείμενο του ν. 2172/1993, συνδέσεως της δίκης με την «δημόσια ζωή») ήταν λόγος να επιτραπεί η αναμετάδοση ακόμα και ενάντια στην βούληση των παραγόντων της δίκης (κατηγορουμένου ή παθόντος), στην τώρα ισχύουσα ρύθμιση το «δημόσιο συμφέρον» πρέπει να συντρέχει μαζί με την συναίνεση Εισαγγελέα και διαδίκων προκειμένου να επιτραπεί κατ' εξαίρεση η ραδιοτηλεοπτική κάλυψη. Μία επίσης σημαντική διαφορά της προηγούμενης από την καινούρια ρύθμιση ανάγεται στο ότι η παραβίαση της απαγορεύσεως μαγνητοσκόπησης κλπ. της ακροαματικής διαδικασίας αποτελούσε ουσιαστικά κόλουρη ποινική διάταξη διότι δεν προέβλεπε ποινή για τον παραβάτη της, αντίθετα ποινή προβλέπετο μόνο για εκείνον που παραβίαζε την απαγόρευση βιντεοσκόπησης κλπ. των προσαγόμενων προσώπων. Αυτό προκύπτει ευθέως από την διατύπωση στο εδ. γ' της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 2172/1993 («όποιος παραβαίνει ή διευκολύνει την παραβίαση της απαγόρευσης της παρ. 4 εδ. α' τιμωρείται...»). Αντίθετα η νέα ρύθμιση επεκτείνει το αξιόποινο και στην περίπτωση της αθέμιτης μαγνητοσκόπησης κλπ. της ακροαματικής διαδικασίας. Μάλιστα και για τις δύο περιπτώσεις προβλέπεται πλέον αυστηρότερο ανώτατο όριο ποινής. Τέλος, πιθανός περιορισμός του αξιοποίνου διαπιστώνεται από το γεγονός ότι στην προηγούμενη ρύθμιση δεν τιμωρείτο μόνο όποιος «παρέβαινε» τις σχετικές απαγορεύσεις, αλλά και όποιος «διευκόλυνε» την παραβίασή τους, ενώ στο νέο νόμο τιμωρείται μόνο η ευθεία παραβίαση. 6. ΔΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΚΟΣΚΩΤΑ 34 : Από τα μεγαλύτερα μεταπολεμικά σκάνδαλα η υπόθεση της υπεξαίρεσης 32 δισεκατομμυρίων δραχμών από την Τράπεζα Κρήτης, με πρωταγωνιστή το Γιώργο Κοσκωτά, ήταν η βασική αιτία της πτώσης της κυβερνήσεως του ΠΑΣΟΚ τον Ιούνιο του1989. 34 Βλ. Καραλή Αθ., Σχολιασμός ποινικών δικών της περιόδου 1990-1994 με μεγάλο τηλεοπτικό ενδιαφέρον εις: Σύλλογος αποφοίτων Κολλεγίου Αθηνών, Δικαιοσύνη και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, 1ο Νομικό Συνέδριο, [2-3 Δεκεμβρίου 1994], Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1994, σελ. 67 επ. 21

Τον Σεπτέμβριο του 1989 η Βουλή κατά πλειοψηφία παραπέμπει ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον αντιπρόεδρο επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, τον Δημήτρη Τσοβόλα, υπουργό Οικονομικών, το Γιώργο Πέτσο, υπουργό Μεταφορών και τον Παναγιώτη Ρουμελιώτη, υπουργό Εθνικής Οικονομίας. Η δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο άρχισε στις 11 Μαρτίου 1991. Η ακροαματική διαδικασία κράτησε δέκα μήνες, έγιναν 142 συνεδριάσεις και μεταδόθηκαν απ' ευθείας από την κρατική και την ιδιωτική τηλεόραση. Συνολικά κατέθεσαν 109 μάρτυρες ενώ στο εδώλιο κάθισαν οι δύο πρώην υπουργοί κύριοι Τσοβόλας και Πέτσος και ο Αγαμέμνων Κουτσόγιωργας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν μετείχε σε κανένα στάδιο της δικαστικής διαδικασίας (ανακρίσεις και δίκη) ενώ η Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ χαρακτήρισε την παραπομπή ως πολιτική δίωξη. Ένα μήνα μετά την έναρξη της δίκης, 11 Απριλίου, ο Αγαμέμνων Κουτσόγιωργας υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό και καρδιακό επεισόδιο και έπεσε λιπόθυμος μέσα στο Δικαστήριο. Πέθανε μια εβδομάδα αργότερα στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο. Στις 2 Ιουνίου εκδόθηκε από τις ΗΠΑ ο Γιώργος Κοσκωτάς και κατέθεσε στις 15 Ιουλίου χωρίς να παρουσιάσει νέα στοιχεία όπως υποσχόταν επαναλαμβάνοντας τους ισχυρισμούς του για επαφές με τον Ανδρέα Παπανδρέου κι ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Πλαστό αποδείχτηκε το περίφημο σημείωμα που ο Κοσκωτάς εμφάνισε ως ιδιόχειρο του Ανδρέα Παπανδρέου και το οποίο στοιχειοθετούσε τον δήθεν χρηματισμό του. Στις 4 Ιανουαρίου 1992 ο πρόεδρος κήρυξε το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας. Η απόφαση εκδόθηκε στις 3.30 μετά τα μεσάνυκτα της 17ης Ιανουαρίου 1992 35. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αθωώθηκε κατά πλειοψηφία. Ο Δημήτρης Τσοβόλας καταδικάστηκε σε δυόμισι χρόνια φυλάκιση και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για δύο χρόνια και ο Γεώργιος Πέτσος καταδικάστηκε σε δέκα μήνες φυλάκιση με αναστολή και στέρηση επίσης των πολιτικών του δικαιωμάτων. ΑΓΕΤ ΥΠΟΚΛΟΠΕΣ 36 : Σε μια εποχή που όλοι μιλούσαν για κρίση της αξιοπιστίας των πολιτικών, των θεσμών αλλά και της ίδιας της κοινωνίας, 35 Βλ. σχετικά και την ΑΠ 1579/1992 (ΠοινΧρ ΜΒ/1992) και την πρόταση ΕισΕφΑθ 1332/1992 (ΠοινΧρ ΜΒ/1992). 36 Βλ. βούλευμα ΕφΑθ 2724/1994, το οποίο αναιρέθηκε με την ΑΠ 596/1995 λόγω υπέρβασης εξουσίας (ΠοινΧρ ΜΕ/1995). 22

η ιστορία των παραπομπών του 89 - με σαφώς μικρότερη ένταση - επαναλαμβάνεται. Αυτή τη φορά προ των πυλών του Ειδικού Δικαστηρίου βρίσκεται ο πρώην πρωθυπουργός και επίτιμος Πρόεδρος της ΝΔ Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και δύο πρώην υπουργοί του ίδιου κόμματος, οι κύριοι Ανδρέας Ανδριανόπουλος και Ιωάννης Παλαιοκρασσάς. Μοναδικός κατηγορούμενος από τα πολιτικά πρόσωπα για τις υποκλοπές ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος έχει δηλώσει ότι πρόκειται περί πολιτικής δίωξης: Η δίκη τον ορίστηκε για τις 23 Ιανουαρίου 1995. Πρωταγωνιστής ο Χρήστος Μαυρίκης και ο απόστρατος στρατηγός Νίκος Γρυλλάκης, σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη. Η πώληση της ΑΓΕΤ το 1992 στην Ιταλική εταιρεία Καλτσεστρούτσι δρομολόγησε αλυσίδα δικαστικών ερευνών που κατέληξαν στην παραπομπή των κ. Μητσοτάκη, Ανδριανόπουλου και Παλαιοκρασσά. ΔΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΩΝ ΔΕΚΟ (ΑΠ (Ολομ)10/1992): Μια από τις πτυχές του σκανδάλου Κοσκωτά οι καταθέσεις των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών στην Τράπεζα Κρήτης απασχόλησε εκτός από το Ειδικό Δικαστήριο και την τακτική δικαιοσύνη. Στο τριμελές εφετείο κακουργημάτων το 1992 έγινε η δίκη δέκα διοικητών δημοσίων επιχειρήσεων οι οποίοι αντιμετώπισαν κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος και καταδικάσθηκαν σε ποινές κάθειρξης από δέκα τρία έως και δύο χρόνια. Η δίκη αυτή στιγματίσθηκε κυρίως από τα πρωτοφανή επεισόδια που έγιναν στο δικαστήριο κατά την απαγγελία της απόφασης. Μικρόφωνα και κέρματα εκσφενδονίστηκαν προς τους δικαστές από συνηγόρους των κατηγορουμένων και άλλα πρόσωπα που ήταν στο ακροατήριο. Ακολούθησε δικαστική έρευνα και οι υπεύθυνοι των επεισοδίων εντοπίστηκαν μέσα από τις βιντεοκασέτες των τηλεοπτικών καναλιών. Ποινικές ευθύνες αποδόθηκαν σε έξι δικηγόρους, τρεις πολίτες, ενώ ζητήθηκε η άρση της ασυλίας εννέα βουλευτών του ΠΑΣΟΚ. ΔΙΚΗ ΝΑΣΙΟΥΤΖΙΚ: Από τις πιο συζητημένες ποινικές υποθέσεις, είναι αναμφισβήτητα η περίπτωση του Αθανάσιου Νάσιουτζικ, πρώην προέδρου της εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, ο οποίος κατηγορείται για την άγρια δολοφονία του συγγραφέα Αθανάσιου Διαμαντόπουλου μέσα στο σπίτι του στο Κολωνάκι τον Σεπτέμβριο του 1984. Ο Νάσιουτζικ από την πρώτη στιγμή της σύλληψής του αρνείται ότι είναι ο δράστης της δολοφονίας. 23