Περίληψη : Χρονολόγηση. Γεωγραφικός Εντοπισμός IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. 1. Γενική περιγραφή

Σχετικά έγγραφα
Περίληψη : Χρονολόγηση 1ος-6ος αι. μ.χ. Γεωγραφικός Εντοπισμός IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. 1. Εισαγωγή

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ

Όνομα:Αναστασία Επίθετο:Χαραλάμπους Τμήμα: Β 5 Το Κούριον

Περίληψη : Χρονολόγηση. Γεωγραφικός Εντοπισμός IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. 1. Εισαγωγή

Βυζαντινά και Οθωμανικά μνημεία της Μάκρης

ΕΠΙ ΑΥΡΟΣ. Είμαι η ήμητρα Αλεβίζου, μαθήτρια του Βαρβακείου ΠΠ Γυμνασίου και θα σας παρουσιάσω το Ωδείο και το μικρό θέατρο της αρχαίας Επιδαύρου...

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

ΚΟΥΡΙΟ-ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Γενικό Λύκειο Καρπερού Δημιουργική Εργασία: Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟΥ>> ΠΕΡΙΟΧΗ:ΚΑΣΤΑΝΙΑ ΔΗΜΟΣ ΣΕΡΒΙΩΝ-ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

Μυρτώ Παπαδοπούλου Ισαβέλλα Παπαδοπούλου Ά3α

«Η μεταμόρφωση ενός Ναού» «Από την Παναγία την Χρυσοπολίτισσα στην Αγία Κυριακή (4 ος 16 ος αι.)»

Λάζαρος: Ο μοναδικός Άνθρωπος με δύο τάφους

Έφεσος (Αρχαιότητα), Ψηφιδωτά

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Βοιωτικός Ορχομενός και Μονή της Παναγίας Σκριπού Πανόραμα Ταξιδιωτικές Σημειώσεις apan.gr

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα. Ιστορία Κατασκευών

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά

Θέατρο ιονύσου Ελευθερέως. Λίλιαν Παπαγιαννίδη Βαρβάκειο Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο

ΝΑΟΣ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Ιερός Ναός Αγίων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου ΚΕΡΚΥΡΑ

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου

Νίκαια (Βυζάντιο), Ναός Αγίας Σοφίας

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΣΚΟΠΟΣ: Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία ενός πολιτισμού.

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ

Άγιος Προκόπιος (Βυζάντιο), Συγκρότημα Χαλάτς Μαναστίρ

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

από το Φορβίων, από προέρχεται Η εκκλησία αποτελεί το αιώνα

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ-ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΚΙΟΝΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Έφεσος (Αρχαιότητα), Ζωγραφική Ρωμαϊκών Αυτοκρατορικών Χρόνων

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2016 Εκκλησίες της Σωτήρας. Πρόγραμμα Μαθητικών Θρησκευτικών Περιηγήσεων «Συνοδοιπόροι στα ιερά προσκυνήματα του τόπου μας»

ΕΡΓΟ: ΑΝΑΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΝΟΙΚΟΥ

Ο ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΣΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΤΟΥ ΤΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ

ΘΟΛΩΤΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ. εικ. 1 Αναπαράσταση της Θόλου της Επιδαύρου, κτιρίου με κυκλική κάτοψη και κωνική στέγαση. σχ. 4

του Κουρίου Η παραλιακή παλαιοχριστιανική ΒΑΣΙΛΙΚΗ l Του Δρ. Δήμου Χρήστου Πρώην Διευθυντή Αρχαιοτήτων Κύπρου

γυναίκας που σύμφωνα με την παράδοση ήταν η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, η οποία είχε ασπασθεί το χριστιανισμό. Το 1430, με την κατάληψη

ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ. Μουσειακή παρουσίαση του οικοδομικού προγράμματος του Αυτοκράτορα Αδριανού. Μουσείο Ακρόπολης, Ισόγειο.

Η Ροτόντα (ναός Αγίου Γεωργίου)

Ομάδα «Αναποφάσιστοι» : Αθανασοπούλου Ναταλία, Μανωλίδου Εβίτα, Μήτση Βασιλική, Στέφα Αναστασία

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

ναού του Ολύμπιου Διός που ολοκλήρωσε, το 131 μ.χ., ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός.

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Παναγία Αθηνιώτισσα 6ος αι.

Νεοκλασική μορφολογία και βασικές αρχές δόμησης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Η Βασιλική της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ Βαρβάκειο Πρότυπο Πειραματικό Γυμνάσιο,

ΘΕΜΑ: «ΜΙΚΡΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ»

Περίληψη : Χρονολόγηση. Γεωγραφικός Εντοπισμός IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. 1. Εισαγωγή

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΙ ΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

6 ος αι. Ιουστινιανός. Ναοί

ΡΟΜΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ μ.χ. Στα μέσα του 11 ου αιώνα οι κάτοικοι της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης ανεξαρτητοποιούνται από το κλασικό και ρωμαϊκό

Ο φιλαθήναιος αυτοκράτορας Αδριανός: όσα δεν ξέρετε γι αυτόν

Χώροι θέασης και ακρόασης της αρχαίας Ελευσίνας. Φοίβος Αργυρόπουλος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ : I. A. Κ. Α. ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου, Πλατάνι Αχαΐας

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ. υπαίθρια αμφιθεατρική κατασκευή ημικυκλικής κάτοψης γύρω από μια κυκλική πλατεία

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

σε δράση Μικροί αρχιτέκτονες Όνομα μαθητή Εκπαιδευτικό πρόγραμμα Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Γυμνασίου

Μινωικός Πολιτισμός σελ

Κάστρα και οχυρά της Μεσσηνίας: Η ΑγιαΣωτήρα στους Χριστιάνους

ΜΟΥΣΕΙΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ. Αρχ. Ολυμπία

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Τίτλος: Διδακτική αξιοποίηση εκπαιδευτικών επισκέψεων

ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ. Μετά τα Μηδικά κατακευάστηκε το 478 π.χ το Θεμιστόκλειο τείχος που χώρισε την κατοικημένη περιοχή από το νεκροταφείο.

Ιερός Ναός Αγίου Παντελεήμονα Αχαρνών.

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΥΠΟΟΜΑΔΑ:ΚΑΡΥΑΤΙΔΕΣ ΒΙΚΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΗΛΙΑΝΑ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΜΥΡΤΩ ΑΓΑΠΙΟΥ

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2011

Οδοιπορικό στα μνημεία του νομού Τρικάλων. Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 28 Σεπτέμβριος :52

Ιερός Ναός Αγίων Θεοδώρων, Κάμπος Αβίας

Τραπεζούς (Βυζάντιο), Ναός Αγίας Σοφίας

Έφεσος (Αρχαιότητα), Ολυμπιείο

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΟΥΣΕΙΟ ΥΔΡΟΚΙΝΗΣΗΣ ΣΤΟ ΜΥΛΟ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ ΣΤΗ ΛΙΒΑΔΕΙΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ: ΓΚΙΓΚΕΛΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗ ΕΙΡΗΝΗ

Άσπενδος (Αρχαιότητα), Αγορά

Γοτθική εποχή. Ανδρουλάκη Ειρήνη Καθηγήτρια εικαστικός, MA art in education

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Η ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΚΥΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΤΑΦΟΣ-ΙΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΜΙΝΩΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΝΑ ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗ

Ο Ιερός Ναός του Αγ. Παντελεήμονος στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

Transcript:

Περίληψη : Ο ναός τής Παναγίας είναι μια τρίκλιτη βασιλική με βαπτιστήριο και αίθριο. Χτίστηκε στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 5ου αι. μ.χ. Λειτούργησε ως επισκοπικός ναός της Εφέσου μέχρι τα μέσα του 7ου αιώνα, οπότε ο επίσκοπος μετακινήθηκε στον Θεολόγο μετά τις αραβικές επιθέσεις που είχε υποστεί η πόλη. Ο ναός είναι γνωστός και ως εκκλησία της Συνόδου, καθώς εκεί έλαβαν χώρα οι εργασίες της Γ Οικουμενικής Συνόδου. Χρονολόγηση Τέλη 4ου/αρχές 5ου αι. μ.χ.- 11ος αι. Γεωγραφικός Εντοπισμός Έφεσος, κάτω πόλη, κοντά στο λιμάνι 1. Γενική περιγραφή Ο ναός της Παναγίας, ή εκκλησία της Συνόδου, είναι μία τρίκλιτη βασιλική με προσαρτημένο βαπτιστήριο και αίθριο, που χτίστηκε περί τα τέλη του 4ου αιώνα ή στις αρχές του 5ουαιώνα. Βρίσκεται στην κάτω πόλη, κοντά στο λιμάνι της Εφέσου, και η ανέγερσή της διήρκεσε περίπου 5 χρόνια. Η εκκλησία έπαψε να είναι επισκοπική στα μέσα του 7ου αιώνα, μετά τις αραβικές επιθέσεις του 654/655, όταν ο επίσκοπος μετακινήθηκε στον Άγιο Θεολόγο (Αγιασολούκ). Ωστόσο η εκκλησία, ή κάποια τμήματά της, φαίνεται ότι συνέχισε να χρησιμοποιείται τουλάχιστον μέχρι τον 11o αιώνα. 1 Αποτελούσε μέρος ενός μεγάλου επισκοπικού συγκροτήματος, που περιλάμβανε τη βασιλική, ένα αίθριο, ένα βαπτιστήριο και το λεγόμενο επισκοπείο (επισκοπικό μέγαρο). 2. Αρχιτεκτονική περιγραφή Το συγκρότημα της βασιλικής βρίσκεται στη νότια στοά του Ολυμπιείου. Στα ανατολικά βρίσκεται το υποτιθέμενο επισκοπικό μέγαρο, ενώ στα νοτιοδυτικά το λιμάνι. Στα νότια της εκκλησίας υπήρχαν οι ξυστοί και το Γυμνάσιο του Λιμανιού. 2.1. Βασιλική Όπως και το λεγόμενο επισκοπικό μέγαρο, η εκκλησία ήταν χτισμένη στο δυτικό μισό της νότιας στοάς του Ολυμπιείου (μνημείο του αυτοκράτορα Αδριανού). 2 Η στοά αυτή (256 x 30 μ.) παλαιότερα θεωρούνταν ξεχωριστό κτήριο και είχε ερμηνευτεί ως «δείγμα» 3 (αποθήκη εμπορευμάτων) ή ως μουσείο 4 (ιερό των Μουσών). Το τρίκλιτο ρωμαϊκό κτίσμα είχε μήκος περίπου 265 μ. και είχε αψίδα στην ανατολική και στη δυτική πλευρά του. 5 Το πότε και το γιατί εγκαταλείφθηκε παραμένει άγνωστο. Πιθανότατα κατέστη μη λειτουργικό έπειτα από κάποιον από τους πολυάριθμους σεισμούς του 3ου (262 μ.χ.) και του 4ου αιώνα (358, 365, 368 μ.χ.). 6 Δεν έχουν βρεθεί ενδείξεις ηθελημένων καταστροφών, 7 επομένως είναι πολύ πιθανό ότι το εγκαταλειμμένο κτίσμα χρησιμοποιήθηκε ξανά σε μεταγενέστερη φάση. Κατά την πρώτη του φάση (εικ. 2), το εσωτερικό της δρομικής βασιλικής (μήκους περίπου 75 μ., χωρίς το αίθριο και το νάρθηκα, και πλάτους 29 μ.) διαιρούνταν σε τρία κλίτη από δύο κιονοστοιχίες των 20 κιόνων, ύψους 6,50 μέτρων. Κατάλοιπα κλιμάκων δίπλα στην αψίδα και στο νάρθηκα δείχνουν ότι πιθανώς πάνω από τα πλάγια κλίτη υπήρχαν υπερώα. 8 Δύο θύρες στο δυτικό τοίχο έδιναν πρόσβαση στο νάρθηκα, ενώ από αυτόν τρεις πόρτες οδηγούσαν στα τρία κλίτη του ναού. Το κεντρικό κλίτος (ύψους 15,50 μ.) είχε πλάτος 13 μ., ενώ τα υπόλοιπα κλίτη περίπου 7 μ. το καθένα. Στα ανατολικά είχε προστεθεί η αψίδα της βασιλικής, πλαισιωμένη από δύο ορθογώνια παστοφόρια 9 δεν έχουν βρεθεί ενδείξεις για την ύπαρξη πύργων πάνω από τα παραβήματα αυτά. 10 Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 1/8

2.2. Αίθριο Η ανοιχτή περίστυλη αυλή 11 (43 x 25 μ.) καταλάμβανε τη δυτική απόληξη της ρωμαϊκής στοάς. Τα προστώα στα βόρεια, νότια και ανατολικά ήταν μονώροφα. Η δυτική απόληξη του αιθρίου ξεχώριζε με μία αψίδα (πιθανώς τμήμα του δυτικού χαλκιδικού της αυτοκρατορικής στοάς). 12 Η κύρια είσοδος προς το αίθριο θα μπορούσε να εντοπιστεί στη νότια στοά. 2.3. Βαπτιστήριο Το αίθριο έδινε πρόσβαση στο μεγάλο, θολωτό βαπτιστήριο (εικ. 3) 13 που ήταν προσαρτημένο στην εξωτερική πλευρά του βόρειου προστώου. Επρόκειτο για ένα τριμερές κτίσμα με αρκετά δωμάτια. Το κεντρικό τμήμα ο οκταγωνικός χώρος για το βάπτισμα με τέσσερις κόγχες, που ομοιάζει σε θόλο εγγραφόταν σε ορθογώνιο δωμάτιο. Το οκτάγωνο καλυπτόταν παλαιότερα με έναν πελώριο τρούλο από πλίνθους, που φερόταν από τέσσερις πεσσούς. 14 Η δεξαμενή (διαμέτρου 2,20 μ., με σημερινό βάθος 1,10 μ.), ακριβώς στο κέντρο του δωματίου, προοριζόταν για τη βάπτιση ενηλίκων στα δυτικά και στα ανατολικά της δύο σειρές σκαλοπατιών διευκόλυναν την είσοδο και την έξοδο από αυτήν (εικ. 4). Η μικρή δεξαμενή στη νοτιοανατολική γωνία του δωματίου προοριζόταν ίσως για τη βάπτιση των παιδιών. 15 Ο δυτικός τοίχος του βαπτιστηρίου και το αίθριο ενσωματώθηκαν αργότερα στο βυζαντινό τείχος της πόλης. 2.4. Η δεύτερη φάση της βασιλικής Η δεύτερη φάση της βασιλικής χαρακτηρίζεται από τη διαίρεση της εκκλησίας σε δύο μέρη. Στο δυτικό μισό της παλαιάς εκκλησίας κατασκευάστηκε μία νέα βασιλική νέου, διαφορετικού τύπου. 16 Παρόλο που στον τρίκλιτο ναό (διαστάσεων τώρα 37 x 29 μ.) το κεντρικό κλίτος στεγαζόταν με τρούλο (τρουλαία βασιλική, με εύρος περίπου 20 μ. [εικ. 5]), 17 τα στενά κλίτη καλύπτονταν με επιμήκεις καμάρες με άξονα Α-Δ. Συμπαγείς πεσσοί έφεραν τόσο τον τρούλο όσο και τις καμάρες. Στα δυτικά προστέθηκε εσωνάρθηκας. Και τα δύο πλάγια κλίτη απέληγαν στα ανατολικά σε θύρες, που ανοίγονταν στο ανατολικό μισό του συγκροτήματος. Η νέα αψίδα στα ανατολικά πλαισιωνόταν από δύο στενά δωμάτια, στων οποίων τον ανατολικό τοίχο ανοιγόταν από μία κόγχη (παστοφόρια). Ακριβώς μπροστά από αυτά και την αψίδα χτίστηκε ένας στενός νάρθηκας. Το υπόλοιπο της παλαιάς βασιλικής (τμήμα μήκους 23 μ.) δεν έμεινε αναξιοποίητο. 18 Αντίθετα, τροποποιήθηκε αρκετά: 19 οι κίονες που διαιρούσαν το χώρο σε τρία κλίτη αντικαταστάθηκαν με πεσσούς (βασιλική με πεσσοστοιχίες, [εικ.6]). Αλλά και στο εσωτερικό του παλαιού Βήματος έγιναν ορισμένες τροποποιήσεις (αντικατάσταση της παλαιάς Τράπεζας και του συνθρόνου, εκ νέου επίστρωση του δαπέδου κ.ά.). 20 Στην πραγματικότητα πλέον υπήρχαν δύο εκκλησίες ευθυγραμμισμένες, πιθανώς με διαφορετικές λειτουργικές χρήσεις (ενοριακή εκκλησία στα δυτικά, επισκοπικός ναός στα ανατολικά). 21 Κατά την περίοδο αυτή, τόσο το αίθριο όσο και το βαπτιστήριο χρησιμοποιούνταν ακόμη. 2.5. Τρίτη φάση της βασιλικής Κατά τη διάρκεια της τρίτης φάσης του κτίσματος, πραγματοποιήθηκαν νέες τροποποιήσεις μετά την οριστική εγκατάλειψη της τρουλαίας βασιλικής. Οι αλλαγές αυτές είναι ορατές στη θύρα που ανοίχτηκε στην αψίδα της βασιλικής για να συνδέει τους δύο ναούς. Κατά την περίοδο αυτή η βασιλική με τις πεσσοστοιχίες είχε πιο περιορισμένη χρήση, όπως δείχνει το κλείσιμο των μετακιόνιων διαστημάτων. Ενδεχομένως η αλλαγή αυτή μπορεί να τοποθετηθεί σε μια περίοδο κατά την οποία ο επίσκοπος είχε ήδη αφήσει την αρχαία Έφεσο για να εγκατασταθεί στον Άγιο Θεολόγο (Ayasoluk-Selçuk) 22 μετά τις αραβικές επιθέσεις του 654/655. Στο εσωτερικό του πρεσβυτερίου διαπιστώθηκαν κι άλλες τροποποιήσεις (εικ. 7 και εικ. 8). Ωστόσο δεν πρέπει να προσμετρώνται στις δομικές αλλαγές που υπέστη το κτίσμα, καθώς περιορίζονται κατά κύριο λόγο στις λειτουργικές κατασκευές και τον αρχιτεκτονικό διάκοσμο. 23 2.6. Μορφολογία και διάκοσμος Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 2/8

Το βαπτιστήριο μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί ένα από τα πρωιμότερα δείγματα τετράκογχων βαπτιστηρίων. Εξαιτίας της ευρείας χρήσης σπολίων (αρχιτεκτονικών μελών σε δεύτερη χρήση) δε μπορεί να διαπιστωθεί ο ρυθμός του κτίσματος. Τα μετακιόνια στεφανώνονταν πιθανότατα με καμάρες κι όχι με ευθύγραμμο επιστύλιο. Το εσωτερικό πρέπει να έφερε μεγαλοπρεπή διάκοσμο: Το δάπεδο ήταν εν μέρει στρωμένο με μάρμαρο (στο Βήμα εντοπίστηκε και μαρμαροθέτημα), 24 αλλά χρησιμοποιήθηκαν και μωσαϊκά δάπεδα με γεωμετρικά μοτίβα. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο πολύχρωμο μωσαϊκό του νάρθηκα 25 (28 x 9,65 μ., περίπου 270 τ.μ.), που διαιρούνταν σε τρία ορθογώνια διάχωρα. Το κεντρικό μοτίβο αποτελούνταν από 13 ομόκεντρους κύκλους που σχηματίζονταν από μαύρα, λευκά, κίτρινα και κόκκινα τρίγωνα. Τα δύο εκατέρωθεν διάχωρα περιείχαν μοτίβα που σχηματίζονταν από παραλληλόγραμμα και τετράγωνα. 26 Αυτός ο γεωμετρικός διάκοσμος είναι χαρακτηριστικός των υστερορωμαϊκών και των πρωτοβυζαντινών δαπέδων του 3ου και του 4ου αιώνα. Οι τοίχοι του κεντρικού κλίτους και της αψίδας ήταν καλυμμένοι με ορθομαρμάρωση, κατά σημεία όμως κοσμούνταν με ορθομαρμάρωση. 27 Οι πεσσοί του βαπτιστηρίου καλύπτονταν από μαρμάρινες πλάκες με μεγάλους ανάγλυφους σταυρούς. 28 Έχουν βρεθεί αρκετά θωράκια από το φράγμα του πρεσβυτερίου, που δείχνουν τις πολλαπλές αναδιατάξεις του Βήματος. Αλλά και τα κιονόκρανα, οι κίονες, οι παραστάδες της πόρτας και τα επίθυρα αποδεικνύουν ότι σε όλες τις περιόδους για τα αρχιτεκτονικά μέλη του ναού χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά μάρμαρο. 29 2.7. Τοιχοδομία Το κτήριο ήταν κατασκευασμένο από πλίνθους και τετραγωνισμένους λίθινους δόμους, ενώ είχαν χρησιμοποιηθεί και πολλά μαρμάρινα σπόλια, ορισμένες φορές με αυτοκρατορικές επιγραφές. Στους τοίχους της πρώτης φάσης δεν εντοπίζουμε μόνο αργολιθοδομή αλλά και εναλλασσόμενες ζώνες λίθων και πλίνθων (μεικτή τοιχοποιία), με τετραγωνισμένους λίθινους δόμους και μεγάλη ποσότητα πλίνθων. Ιδιαίτερα στο αίθριο εντοπίζονται πολλά σπόλια: Το δάπεδο είναι στρωμένο με πολυάριθμες ρωμαϊκές επιγραφές και οι κίονες, όπως και οι βάσεις και τα κιονόκρανα, έχουν ποικίλα ύψη και ανήκουν σε διαφορετικές περιόδους. Η δυτική βασιλική της δεύτερης φάσης είχε χτιστεί σχεδόν ολοκληρωτικά με πλίνθους. Οι τρούλοι του βαπτιστηρίου και της βασιλικής, που ανήκαν επίσης στη δεύτερη φάση, ήταν κατασκευασμένοι με πλίνθους και στεφάνωναν τύμπανα με αρκετά παράθυρα. 3. Ιστορικό Η πιθανότερη χρονολόγηση για την πρώτη χριστιανική βασιλική (δηλ. της πρώτης φάσης) φαίνεται να είναι το τέλος του 4ου με αρχές του 5ου αιώνα μ.χ. 30 Ωστόσο οι προτεινόμενες χρονολογήσεις ποικίλλουν: πρώιμος 4ος αιώνας (σύμφωνα με τους Deichmann, Vetters) περί το 350 μ.χ. (σύμφωνα με τους Reisch-Knoll-Keil) μέσα ή τέλη του 4ου αιώνα (Foss). Πιο πρόσφατα, με βάση τα στρωματογραφικά και νομισματικά του ευρήματα, ο Karwiese 31 πρότεινε τη χρονολόγηση της ανέγερσης της βασιλικής στα τέλη του 5ου αιώνα. Θεωρεί ότι η Σύνοδος πραγματοποιήθηκε στο αυτοκρατορικό κτήριο, που διαμορφώθηκε γι αυτήν την προσωρινή χρήση ως χώρος συνάθροισης. Ωστόσο δεν υπάρχει καμία ένδειξη μέχρι τώρα που να συνηγορεί στην ανέγερση της βασιλικής ειδικά για τη διεξαγωγή της Γ Οικουμενικής Συνόδου του 431. Αφότου ο ναός εγκαταλείφθηκε, το ίδιο το κτήριο και η γύρω περιοχή χρησιμοποιήθηκαν ως κοιμητήριο μέχρι το 14ο αιώνα. 32 Σχετικά με τη χρονολόγηση της δεύτερης και της τρίτης φάσης του συμπλέγματος επίσης δεν υπάρχει συμφωνία. Για παράδειγμα, η δεύτερη φάση χρονολογείται περί το 500 (σύμφωνα με τους Reisch-Knoll-Keil), στο δεύτερο μισό του 6ου αιώνα (κατά τον Karwiese), στον 7ο αιώνα (σύμφωνα με τον Keil), περί το 700 (κατά τον Restle). Η τρίτη φάση χρονολογείται από τους διάφορους ερευνητές είτε στο δεύτερο μισό του 7ου αιώνα (κατά τους Reisch-Knoll-Keil, Karwiese) είτε στο 12ο/13ο αιώνα (κατά τον Restle). Ο Παλλάδιος αναφέρει ότι στα τέλη του 4ου αιώνα ο επίσκοπος Εφέσου Αντωνίνος κατηγορήθηκε ότι είχε χρησιμοποιήσει Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 3/8

κίονες από το ναό και μάρμαρα από το βαπτιστήριο για να διακοσμήσει τον τρικλίνιό του. Με βάση την κατηγορία αυτή ο επίσκοπος καθαιρέθηκε. 33 Στη μεγάλη βασιλική έλαβαν χώρα δύο μείζονα εκκλησιαστικά γεγονότα: 34 η Γ Οικουμενική Σύνοδος του 431 και η αποκαλούμενη «Ληστρική Σύνοδος» του 449. 35 Η ταύτιση επιβεβαιώνεται από μια επιγραφή του επισκόπου Υπατίου. 36 4. Σημερινή κατάσταση Οι ανασκαφές που αποκάλυψαν τη βασιλική πραγματοποιήθηκαν από το 1904 μέχρι το 1907 από τους J. Keil και F. Knoll. Περαιτέρω έρευνες έγιναν το 1912 και το 1913. Το 1984 ο S. Karwiese συνέχισε την ανασκαφή (1984-1986 και 1990-1993). Η τελική δημοσίευση των νέων αποτελεσμάτων είναι υπό έκδοση. Εκτεταμένες αναστηλωτικές εργασίες έγιναν από το 1984 και το 1988 από το Μουσείο της Εφέσου στο Selçuk, με την οικονομική υποστήριξη του Ιδρύματος Quatman: τοίχοι, παραστάδες, πεσσοί και κίονες αναστηλώθηκαν στο νάρθηκα, τον κυρίως ναό και το ιερό. Το μνημείο βρίσκεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο της Εφέσου και είναι επισκέψιμο. 1. Karwiese, St., Die Marienkirche in Ephesos. Erster vorläufiger Grabungsbericht 1984-1986 (DenkschrWien 200, Wien 1989), σελ. 46 Foss C., Ephesus after Antiquity. A late antique, Byzantine and Turkish City (Cambridge et al. 1979), σελ. 40, 46. 2. Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al. (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 85. 3. Reisch, E. Knoll, F. Keil, J., Die Marienkirche in Ephesos (FiE IV 1, 1932), σελ. 3. 4. Reallexikon zur byzantinischen Kunst [RBK] 2 (1971) λήμμα Ephesos (M. Restle), στήλ. 170 Vetters, H., Zum byzantinischen Ephesos, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft (1966), σελ. 274. 5. Για το ρωμαϊκό κτήριο, βλ. Karwiese, St., The Church of Mary and the Temple of Hadrian Olympios, στο H. Koester (ed.), Ephesos. Metropolis of Asia. An Interdiciplinary Approach to its Archaeology, Religion and Culture (HThSt 41, Harvard 1995), σελ. 312-315. 6. Βλ. See Foss C., Ephesus after Antiquity. A late antique, Byzantine and Turkish City (Cambridge et al. 1979), σελ. 188-191. Για την καταστροφή από τους Γότθους το 263, βλ.vetters, H., Zum byzantinischen Ephesos, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft (1966), σελ. 274. 7. Karwiese, St., The Church of Mary and the Temple of Hadrian Olympios, στο H. Koester (ed.), Ephesos. Metropolis of Asia. An Interdiciplinary Approach to its Archaeology, Religion and Culture (HThSt 41, Harvard 1995), σελ. 313, θεωρεί ότι το κτίσμα κατεδαφίστηκε γύρω στο 400. 8. RBK 2 (1971) λήμμα Ephesos (M. Restle), στήλ. 173. 9. Γι αυτό το είδος ανατολικής διαρρύθμισης βλ. τις βασιλικές στη Συρία: Beyer, W., Der syrische Kirchenbau (Berlin 1925), σελ. 153-154. 10. RBK 2 (1971) s.v. Ephesos (M. Restle), στήλ. 173 Vetters, H., Zum byzantinischen Ephesos, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft (1966), σελ. 275. 11. Reisch, E. Knoll, F. Keil, J., Die Marienkirche in Ephesos (FiE IV 1, 1932), σελ. 41-42. 12. Vetters, H., Zum byzantinischen Ephesos, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft (1966), σελ. 275. 13. Reisch, E. Knoll, F. Keil, J., Die Marienkirche in Ephesos (FiE IV 1, 1932), σελ. 43-50 Volanakis, J. E., Die Baptisterien von Ephesos und die Spendung der Taufe in frühchristlicher Zeit, στο Friesinger, H. Krinzinger, F. (ed.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos. Akten des Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 4/8

Symposiums Wien 1995 (Archäologische Forschungen 1 = DenkschrWien 260, Wien 1999), σελ. 351-352. 14. Πρβλ. Fasolo F., L architettura romana di Efeso, Bolletino del centro di studi per al storia dell architettura 18 (1962), σελ. 77. 15. Volanakis, J. E., Die Baptisterien von Ephesos und die Spendung der Taufe in frühchristlicher Zeit, στο Friesinger, H. Krinzinger, F. (ed.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos. Akten des Symposiums Wien 1995 (Archäologische Forschungen 1 = DenkschrWien 260, Wien 1999), σελ. 352. 16. Για μια συγκρίσιμη περίπτωση, από τις πιο εύστοχες, στη Θεσσαλονίκη, βλ. Theoharidou, K., The Architecture of Hagia Sophia, Thessaloniki, from Its Erection up to the Turkish Conquest (BAR Intern. Series 399, London 1988). 17. Reisch, E. Knoll, F. Keil, J., Die Marienkirche in Ephesos (FiE IV 1, 1932), σελ. 61. 18. Reisch, E. Knoll, F. Keil, J., Die Marienkirche in Ephesos (FiE IV 1, 1932), σελ. 10 RBK 2 (1971), λήμμα Ephesos (M. Restle), στήλ. 177 Vetters, H., Zum byzantinischen Ephesos, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft (1966), σελ. 277. 19. Keil, J., Ein Führer durch die Ruinenstätte und ihre Geschichte (Wien 1964), σελ. 57 Karwiese, St., Die Marienkirche in Ephesos. Erster vorläufiger Grabungsbericht 1984-1986 (DenkschrWien 200, Wien 1989), σελ. 28. 20. Βλ. τα σχέδια του Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), εικ. 56. 21. Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 84. 22. Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 26, 45 Foss C., Ephesus after Antiquity. A late antique, Byzantine and Turkish City (Cambridge et al. 1979), σελ. 105. 23. Βλ. Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 81-85, που συνολικά μετρά επτά διαφορετικές περιόδους. 24. Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 83. 25. Πρβλ. Jobst, W., Antike Tessellatpavimente in Ephesos, in: Friesinger, H. Krinzinger, F. (ed.), 100 Jahre Österreichische Forschungen in Ephesos. Akten des Symposiums Wien 1995 (DenkschrWien 260=Archäologische Forschungen 1, Wien 1999) σελ. 574-575; του ιδ., Zum Narthexmosaik der Marienkirche in Ephesos, Jahreshefte des Österreichischen Archäologischen Isntitust 49 (1968-71), σελ. 297-280. 26. Δυστυχώς το δάπεδο δε διατηρείται σε καλή κατάσταση. 27. Andaloro, M., La decorazione pittorica degli edifici cristiani di Efeso: La chiesa di Santa Maria e il complesso di San Giovanni, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (DenkschrWien 282, Wien 2000), σελ. 58-62. 28. Deichmann, F., Zur spätantiken Bauplastik von Ephesos, στο Melanges Mansel 1 (Ankara 1974), σελ. 553-554 Ulbert, Th., Studien zur dekorativen Reliefplastik des östlichen Mittelmeerraumes (München 1969), υποσημ. 46-48 Jobst W., Zur Bau- und Bildkunst der Spätantike in Ephesos, στο Festschrift Kenner 2 (Wien 1985), σελ. 199. 29. Deichmann, F., Zur spätantiken Bauplastik von Ephesos, στο Melanges Mansel 1 (Ankara 1974), σελ. 554 555 Ulbert, Th., Studien zur dekorativen Reliefplastik des östlichen Mittelmeerraumes (München 1969), σελ. 20, υποσημ. 46 47. 30. RBK 2 (1971) λήμμα Ephesos (M. Restle), στήλ. 174. Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 5/8

31. Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 82-83. 32. Karwiese, St., Die Marienkirche in Ephesos. Erster vorläufiger Grabungsbericht 1984-1986 (DenkschrWien 200, Wien 1989), σελ. 34-39 του ιδ., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 85 του ιδ., The Church of Mary and the Temple of Hadrian Olympios, in: H. Koester (ed.), Ephesos. Metropolis of Asia. An Interdiciplinary Approach to its Archaeology, Religion and Culture (HThSt 41, Harvard 1995), σελ. 316. 33. Παλλάδιος, Διάλογος περί Βίου Ιωάννου Χρυσοστόμου 13, 150-175. Πρβλ. Harreither, R., Die Synoden von Ephesos, Mitteilungen zur Christlichen Archäologie 8 (2002), σελ. 81. 34. RBK 2 (1971) λήμμα Ephesos (M. Restle), στήλ. 170 Foss C., Ephesus after Antiquity. A late antique, Byzantine and Turkish City (Cambridge et al. 1979), σελ. 52. 35. Για τις δύο αυτές Συνόδους, βλ. Harreither, R., Die Synoden von Ephesos, Mitteilungen zur Christlichen Archäologie 8 (2002), σελ. 82-91. 36. Reisch, E. Knoll, F. Keil, J., Die Marienkirche in Ephesos (FiE IV 1, 1932), σελ. 101-102, σημ. 35 Karwiese, St., Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil, στο Pillinger, R. et al., (ed.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos. Roma 1996 (Archäologische Forschungen 3 = DenkschrWien 282, Wien 1999), σελ. 83. Πρβλ. και τα πρακτικά της Γ Οικουμενικής Συνόδου, Acta Consilium Oecumenicorum I 1,3 (επιμ. Schwartz, E., 1927, σελ. 3). Βιβλιογραφία : Karwiese S., "The Church of Mary and the temple of Hadrian Olympius", H. Koester, Ephesos. Metropolis of Asia. An interdisciplinary approach to its archaeology, religion, and culture. Papers presented at a symposium organized by Harvard Divinity School, March 1994,., Valley Forge 1995,, 311-319 Foss C., Ephesus after Antiquity. A Late Αntique, Byzantine, and Turkish City, Cambridge Mass. New York 1979 Andaloro M., "La decorazione pittorica degli edifici christiani di Efeso: La chiesa di Santa Maria e il complesso di San Giovanni", Pillinger, R. Kresten, O. Krinzinger F., Russo E. (επι.), Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches Ephesos, Akten des Internationalen Kongresses, Rom, 1996, Wien 1999, 54-70 Restle M., "Ephesos", Reallexikon zur Byzantinischen Kunst 2, 1971, col. 192-198 Reisch E., Knoll F., Die Marienkirche in Ephesos, Wien 1932, FiE IV 1 Fasolo F., "La basílica del Concilio di Efeso con alcune note sull'architettura romana della valle del Meandro", Palladio, 6, 1956, 1-30 Karwiese S., Die Marienkirche in Ephesos. Erster vorläufiger Grabungsbericht 1984-1986, Wien 1989, DenkschrWien 200 Vetters H., "Zum byzantinischen Ephesos", Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft, 15, 1966, 274-277. Karwiese S., "Die Marienkirche und das dritte ökumenische Konzil.", R. Pillinger, Efeso paleocristiana e bizantina. Frühchristliches und byzantinisches, Wien 1999, 81-85. Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 6/8

Δικτυογραφία : Ephesos in spätantiker und byzantinischer Zeit http://homepage.univie.ac.at/elisabeth.trinkl/forum/forum1209/forum53byzanz.pdf The Virgin Mary in Ephesus http://www.sacred-destinations.com/turkey/ephesus-virgin-mary.htm Γλωσσάριo : αργολιθοδομή, η (opus incertum) Τοιχοποιία από ακατέργαστους (αργούς) λίθους, ακανόνιστα τοποθετημένους με κονίαμα και μικρότερες πέτρες ή βήσαλα στους αρμούς. άτριο ή αίθριο, το 1. Αρχαιότητα: Ο εσωτερικός ελεύθερος χώρος (αυλή) ενός κτηρίου που σε όλες τις πλευρές του περιβάλλεται από κιονοστοιχίες. 2. Βυζάντιο: Το προαύλιο μιας εκκλησίας στην παλαιοχριστιανική, βυζαντινή και μεσαιωνική εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Κατά κανόνα περιβαλλόταν από τέσσερις κιονοστήρικτες στοές (τετράστωο, quadriporticus). αψίδα, η Γενικά, καμπύλη ή τοξοειδής απόληξη ή διαμόρφωση τοίχου. Επίσης, τοξοειδής κατασκευή μνημειακού ή μη χαρακτήρα. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, αψίδα ονομάζεται η κόγχη του Ιερού Βήματος, η κάτοψη της οποίας μπορεί να είναι ημικυκλική, πεταλόμορφη, ορθογώνια ή και πολυγωνική εξωτερικά. Η αψίδα συνήθως προεξέχει στο ανατολικό άκρο του ναού. Στο εσωτερικό χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο. Αψίδες που εξέχουν ανατολικά του ναού μπορούσαν να έχουν και τα διαμερίσματα εκατέρωθεν του Ιερού (παραβήματα), συνήθως μικρότερες από την κεντρική αψίδα. επιστύλιο, το Η δοκός που ήταν τοποθετημένη πάνω από τους κίονες (στύλους) και ακριβώς πάνω από τα κιονόκρανα. Αρχικά το επιστύλιο κατασκευαζόταν από ξύλο, ενώ αργότερα ήταν λίθινο (πώρινο ή μαρμάρινο). Στους ναούς της Αρχαιότητας αποτελεί το κατώτατο τμήμα του θριγκού. θόλος, η Κυκλικό οικοδόμημα με ημισφαιρική ή κωνική στέγη. Ιερό Βήμα, το Ο χώρος στο ανατολικό άκρο του ναού που περικλείεται από την αψίδα και χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το φράγμα του πρεσβυτερίου ή το τέμπλο. Στο Ιερό Βήμα τελείται η Θεία Ευχαριστία. κόγχη, η Ημικυκλικής κάτοψης εσοχή στην επιφάνεια του τοίχου. Κόγχη ονομάζεται επίσης η αψιδωτή απόληξη μιας πλευράς ορθογώνιου χώρου. μαρμαροθέτημα, το (opus sectile) Τεχνική εντοίχιας ή επιδαπέδιας διακόσμησης. Προκύπτει από έγκοπτη εργασία ή συναρμογή μαρμάρινων ή λίθινων πλακών μικρού πάχους, έτσι ώστε να αποδίδεται κάποιο διακοσμητικό μοτίβο. Όταν χρησιμοποιείται γυαλί, ονομάζεται υαλοθέτημα. μεικτή τοιχοποιία, η Τοιχοποιία από μικρούς λίθους και άφθονο κονίαμα, στην οποία κατά αποστάσεις παρεμβάλλονται διπλές οριζόντιες σειρές τούβλων. μετακιόνιο διάστημα, το Το διάστημα μεταξύ δύο κιόνων. νάρθηκας, ο Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική νάρθηκας ονομάζεται ο εγκάρσιος προθάλαμος στη δυτική πλευρά ενός ναού. Σε αυτόν παρέμεναν οι κατηχούμενοι και εκεί εκτελούνταν ορισμένες πράξεις της λειτουργίας. Ο προθάλαμος τοποθετείται μπροστά από το μεσαίο και τα πλάγια κλίτη ως εσωνάρθηκας ή μπροστά από την πρόσοψη της εκκλησίας ως εξωνάρθηκας. O εξωνάρθηκας μπορεί να έχει τη μορφή ανοιχτής κιονοστήρικτης στοάς. ορθομαρμάρωση, η Η επένδυση των τοίχων ενός ναού με μαρμάρινες πλάκες. Η επένδυση ξεκινούσε από το δάπεδο και έφτανε έως το ύψος της γένεσης των τόξων. παστοφόριο (παράβημα), το Παστοφόρια ή παραβήματα ονομάζονται οι δύο χώροι που πλαισιώνουν ως βοηθητικά δωμάτια την αψίδα με το Ιερό Βήμα των παλαιοχριστιανικών ή βυζαντινών εκκλησιών. Το βόρειο ή το αριστερό παστοφόριο λέγεται πρόθεση, ενώ το νότιο ή δεξί διακονικό (και αργότερα σκευοφυλάκιο). σπόλια, τα (λατ. spolium, ουδ.) Από τη λατινική λέξη spolium = λάφυρο. Τμήματα αρχιτεκτονικών μελών κατεστραμμένων κτηρίων. Συχνά χρησιμοποιούνται ως οικοδομικό υλικό σε Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 7/8

δεύτερη χρήση. σύνθρονο, το Διάταξη από μια σειρά υπερκείμενων εδράνων, ημικυκλικά τοποθετημένων κατά την εσωτερική περίμετρο της αψίδας του ναού (θυμίζουν μικρό κοίλο θεάτρου), στα οποία κάθονταν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των ιεροπραξιών, όταν δε συμμετείχαν στα δρώμενα. Στο κέντρο του ανώτερου εδράνου υπήρχε συνήθως μαρμάρινος θρόνος, όπου καθόταν ο επίσκοπος (όταν ήταν παρών) ή, ενδεχομένως, ο ηγούμενος (όταν επρόκειτο για μοναστηριακό ναό). τρικλίνιο, το (triclinium) Aίθουσα συμποσίων που αντικατέστησε κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο τον παραδοσιακά ελληνικό ανδρώνα. Στην όψιμη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική είναι ο κύριος χώρος δεξιώσεων και υποδοχής του σπιτιού ή του ανακτόρου (ο όρος διατηρείται και στους Βυζαντινούς χρόνους). τρίκλιτη βασιλική, η Δρομικός (επιμήκης) τύπος ναού που υποδιαιρείται εσωτερικά σε τρία κλίτη: το μεσαίο και δύο πλάγια. Συχνά το μεσαίο κλίτος φωτίζεται από έναν υπερυψωμένο φωταγωγό. Κατά την Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο χαρακτηρίζεται από τις μεγάλες διαστάσεις του. τρούλος, ο Χαρακτηριστικό στοιχείο στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Πρόκειται για ημισφαιρικό θόλο στη στέγη των ναών, δηλαδή για μια κυλινδρική κατασκευή με ανοίγματα (παράθυρα) στο τύμπανο και με θολωτή στέγαση. Ο τρούλος εμφανίζεται ήδη στα Πρώιμα Βυζαντινά χρόνια, επικρατεί κατά τους Μέσους χρόνους και διαδίδεται ευρύτερα στα Βαλκάνια και τη Ρωσία. υπερώο, το Το υπερώο (ή γυναικωνίτης) είναι το ανώτερο διαμέρισμα του ναού πάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα, από όπου παρακολουθούσαν τη λειτουργία τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας τη Βυζαντινή περίοδο οπότε το «αυτοκρατορικό θεωρείο» είχε ειδική είσοδο και τη Νεότερη περίοδο οι γυναίκες. χαλκιδικόν Στεγασμένος χώρος προσαρτημένος στις στενές πλευρές κιονοστοιχίας, στοάς ή βασιλικής. Ο χώρος αυτός προαναγγέλει το νάρθηκα των παλαιοχριστιανικών βασιλικών. Δημιουργήθηκε στις 22/1/2017 Σελίδα 8/8