Η ΔΙΑΔΟΧΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Σχετικά έγγραφα
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΔΙΑΣΠΑΣΗ. Αθανάσιος Κουλορίδας Λέκτορας

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ Β. ΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΕΣΔΙ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ «ΟΜΟΔΙΚΙΑ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΡΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ, ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΜΗ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ. Σχεδίου Σύμβασης Συγχώνευσης.

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΤΗΣ

Ανακοίνωση καταχώρησης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο του Σχεδίου Σύμβασης Συγχώνευσης

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σχεδίου Σύμβασης Συγχώνευσης

Σχέδιο Σύμβασης Συγχώνευσης (ΣΣΣ)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΘΕΜΕΛΙΩΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΣΤΑΣΗΣ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΣΤΑΣΕΩΝ.

Σχέδιο Νόμου για τους Εταιρικούς Μετασχηματισμούς

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΜΕ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ. «Αγροτικός Οίκος ΣΠΥΡΟΥ Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία» Απορροφώσα Εταιρία και

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

Περιεχόμενα ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ Πρόλογος... 7

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

AΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ. Μελέτη Πραγματικών Υποθέσεων

Συντάκτης: Κοντάκος Ηλίας, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Ιδ. Δικαίου Παν/μίου Αθηνών

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΑΔΑ: ΩΨΜΒ46ΜΠ3Ζ-Ζ6Ν ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΜΕ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ. «ΓΑΛΑΞΙΔΙ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» Απορροφώσα Εταιρεία και

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Η πτώχευση του πτωχευτικού δικαίου Άλλως η προνομιακή ικανοποίηση των προσημειούχων πιστωτών και η καταστρατήγηση της αρχής της σύμμετρης ικανοποίησης

ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΟΠΛΙΣΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ. Τμήμα Πρώτο. Σύσταση της εταιρίας

Πρόλογος... VII Πρόλογος στην πέμπτη έκδοση... VIII Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση... IΧ Πρόλογος στην τρίτη έκδοση... ΧI Πρόλογος στη δεύτερη


ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 336/2014. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Τμήμα Ε' Συνεδρίαση της 4πς Νοεμβρίου 2014

Η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου στην πτώχευση

9.ΦΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

Αντί προλόγου. Χολαργός, Ιούλιος 2014 Πόπη Χριστακάκου-Φωτιάδη

ΠΑΥΛΟΥ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Συνυποβαλλόμενα έγγραφα θεμελίωσης εγγραπτέου δικαιώματος

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ

Απλή Ετερόρρυθμη Εταιρεία

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... VII Συντομογραφίες... IX

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΜΕ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ. «ΓΑΛΑΞΙΔΙ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» Απορροφούσα Εταιρία και

ΠΡΟΛΟΓΟΣ V ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το προς επίλυση πρόβλημα Η διαχρονική νομοθετική προσπάθεια αντιμετώπισής του... 6 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο ΝΟΜΟΣ

Ν.4072/2012 ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 8 Νοεμβρίου 1993 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ. ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛ ΦΟΡ/ΓΙΑΣ & Δ. Π. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Φ/ΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ (13η) ΤΜΗΜΑ Α

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΧΕ ΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΧΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΟΧΗΣ ΚΛΑ ΩΝ ΜΕ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΟΧΛΟΣ Α.Ε

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ΜονΠρωτΑθ 4870/2006 Πρόεδρος: Δημήτριος Μάκος Γραμματέας: Χρυσάνθη Βαρβαρέσου Δικηγόροι: Γεώργιος Καπόγιαννης, Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

Ε Π Ε Ι Γ Ο Ν ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ/ΣΗ:

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ [02]

& ΣΙΑ Ο.Ε.», με ΑΦΜ , Δ.Ο.Υ. Κομοτηνής, που συστάθηκε στις ,

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

ΣΧΕ ΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΤΩΝ Ν /93 ΚΑΙ Ν. 2190/20

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

περιεχόμενα Πρόλογος 15 Εισαγωγή "ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ"

ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Διεθνείς Πτωχεύσεις

ΣΤΕ 376/2019 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΗΣ ΑΙΓΙΑΛΟΥ-ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ]

εναγομένου στην πολιτική δίκη της καταδολίευσης δανειστών (παυλιανή αγωγή)». Το άρθρο

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ. Της Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΚΡΕΤΑ ΦΑΡΜ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ

Transcript:

Η ΔΙΑΔΟΧΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ Α Ρ Ι Σ Τ Ο Τ Ε Λ Ε Ι Ο Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο Θ Ε Σ Σ Α Λ Ο Ν Ι Κ Η Σ Σ Χ Ο Λ Η Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ω Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Ω Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ω Ν Τ Μ Η Μ Α Ν Ο Μ Ι Κ Η Σ Τ Ο Μ Ε Α Σ Α Σ Τ Ι Κ Ο Υ, Α Σ Τ Ι Κ Ο Υ Δ Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ι Κ Ο Υ Κ Α Ι Ε Ρ Γ Α Τ Ι Κ Ο Υ Δ Ι Κ Α Ι Ο Υ Ε Π Ι Β Λ Ε Π Ο Υ Σ Α Κ Α Θ Η Γ Η Τ Ρ Ι Α Χ. Α Π Α Λ Α Γ Α Κ Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΗΛΙΑΝΑΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΟΥ

[2]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΟΧΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ...8 Α.ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ.....8 Α1.ΚΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ..8 Α2.ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ...... 9 Α3.ΟΙΟΝΕΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ.... 11 Β.ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΟΧΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ.... 15 Β1. ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ... 15 Β2. ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ Η ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ.... 16 Β2.1. ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 225 ΚΠΟΛΔ... 16 Β2.2. ΕΝΟΙΑ ΔΙΑΔΟΧΗΣ.. 18 Β2.3. ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ.. 20 Β2.4. ΕΝΝΟΙΑ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ Η ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ 21 Β2.5. ΛΗΞΗ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ ΜΗ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ Η ΜΗ ΥΠΟΧΡΕΟΥ ΔΙΑΔΙΚΟΥ.... 23 Β3. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ... 24 Β3.1. ΝΟΜΙΚΗ ΘΕΣΗ ΔΙΚΑΙΟΠΑΡΟΧΟΥ..24 Β3.2 ΝΟΜΙΚΗ ΘΕΣΗ ΔΙΑΔΟΧΟΥ 24 Β3.3 ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΑΠΟΚΤΩΝΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟ 27 [3]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΤΗΤΑΣ.28 Α.ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ.....28 Β. ΣΧΕΣΗ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΤΗΤΑΣ... 30 Γ. ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ.. 32 Γ1. ΓΕΝΙΚΑ.... 32 Γ2. ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΣΤΟΥΣ ΚΑΘΟΛΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΥΣ ΔΙΑΔΟΧΟΥΣ 34 Δ. ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΔΟΧΟΥΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΩΝ.. 38 Δ1. ΓΕΝΙΚΑ 38 Δ2. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ 39 Δ3. ΟΙΟΝΕΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ... 42 Δ4. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΝΟΜΕΑ Η ΚΑΤΟΧΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ 43 Ε. ΤΗΡΗΣΗ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΝ ΣΤΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΩΝ.. 45 Ε1. ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 921 ΚΠΟΛΔ 45 Ε2. ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΤΗΡΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΑ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΟ ΓΙΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ (ΑΡΘΡΟ 922ΚΠΟΛΔ). 48 Ε3. ΕΠΙΔΟΣΗ ΝΕΑΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 925 ΚΠΟΛΔ.... 49 Ε3.1. ΓΕΝΙΚΑ..... 49 Ε3.2. ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΟΙΟΝΕΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗΣ.... 50 [4]

ΣΤ. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΙΑΔΟΧΟΥ ΚΑΙ ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ....... 52 ΣΤ1. ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΑΚΟΠΗΣ 933.. 52 ΣΤ2. ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΑΚΟΠΗΣ 632.. 54 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΗ ΔΙΑΔΟΧΗ.. 58 Α. ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΟΧΟ.. 58 Β. ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΜΕ ΚΑΤΑΚΥΡΩΣΗ ΣΕ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟ.. 59 Γ. ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΤΗΤΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΤΙΤΛΩΝ.. 62 Γ1. ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΙ ΤΙΛΟΙ.. 62 Γ2. ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ.. 64 Δ. ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ.. 65 Δ1. ΜΕΤΡΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ.. 65 Δ2. ΕΙΔΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ.. 66 Δ3. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.. 70 Ε. ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΣΗΜΑΤΟΣ, ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ.. 72 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.. 76 [5]

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Ο θάνατος, ως τυχαίο και απρόβλεπτο περιστατικό της καθημερινής ζωής, δεν είναι δυνατό να μην έχει επίδραση στην έννομη τάξη. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της μεταβίβασης του πράγματος ή δικαιώματος, που γίνεται σε συμβατικά πλαίσια. Ο Έλληνας νομοθέτης έχει προβλέψει πλέγμα διατάξεων ώστε όταν επέρχεται η με οποιονδήποτε τρόπο διαδοχή στο πράγμα ή στο δικαίωμα, καθολική ή ειδική, τα δικαιώματα του δικαιούχου αλλά και του δικαιοπαρόχου να προστατεύονται στο έπακρο. Με αυτό τον τρόπο θωρακίζεται πρωτίστως το δικαίωμα δικαστικής ακροάσεως, που είναι και η ρητή επιταγή του άρθρου 20 του Συντάγματος. Στη διαγνωστική δίκη οι δύο περιπτώσεις τις διαδοχής διαχωρίζονται. Στη καθολική διαδοχή, εφαρμόζεται το άρθρο 286 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο ο θάνατος του διαδίκου προκαλεί τη διακοπή της και την επανάληψη της από τον κληρονόμο. Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται η ομαλή διεξαγωγή της δίκης από τον νέο πλέον διάδικο. Στην ειδική διαδοχή εφαρμοστέο είναι το άρθρο 225 ΚΠολΔ, το οποίο ορίζει ρητά ότι η μεταβίβαση του επίδικου αντικειμένου ουδεμία επίδραση έχει στη διεξαγωγή της δίκης αλλά αυτή συνεχίζεται κανονικά από το δικαιοπάροχο, προσφέροντας τη δικονομική δυνατότητα στο διάδοχο να ασκήσει παρέμβαση. Στην αναγκαστική εκτέλεση, αντίθετα, ισχύει ο γενικός κανόνας ότι επισπεύδων δανειστής και καθου η εκτέλεση είναι αυτοί που εμφανίζονται στον τίτλο ως φορείς της αξίωσης. Προκειμένου όμως να αποτραπεί οποιαδήποτε ματαίωση του σκοπού της αναγκαστικής εκτέλεσης με μεθοδευμένες αλλαγές στο πρόσωπο του οφειλέτη, αλλά και για να διασφαλιστούν τα δικαιώματα του καθου σε περίπτωση αλλαγής στο πρόσωπο του δανειστή, ρυθμίστηκε ρητά η ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση στην αναγκαστική εκτέλεση με το άρθρο 919. Το άρθρο 919, που στην ουσία επεκτείνει τα υποκειμενικά όρια εκτελεστότητας και στα πρόσωπα των διαδόχων, παραπέμπει ρητά στο άρθρο 325 για την επέκταση των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου. [6]

Στην εργασία αυτή, γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστούν οι συνέπειες από την διαδοχή που επέρχεται κατά τη διάρκεια της αναγκαστικής εκτέλεσης. Για την ομαλή ωστόσο παρουσίαση του θέματος, απαιτείται η ανάλυση α) των συνεπειών της μεταβίβασης του επίδικου αντικειμένου ή δικαιώματος στη συνέχιση της διαγνωστικής δίκης β) της σχέσης δεδικασμένου και εκτελεστότητας γ) της επέκτασης των υποκειμενικών ορίων δεδικασμένου και εκτελεστότητας και δ) της προστασίας των διαδόχων κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης. Τέλος, επιδιώκεται η παρουσίαση επιμέρους ειδικών θεμάτων διαδοχής, που συναντώνται στην καθημερινή πρακτική. [7]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΚΑΙ Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ Α. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ Α1. Κτήση δικαιώματος Η αρχική απόκτηση, δηλαδή η σύσταση και η κτήση δικαιώματος, δηλαδή η εν συνεχεία απόκτηση από άλλο φορέα δεν συμπίπτουν αναγκαστικά. Όσο ένα δικαίωμα υπάρχει ανήκει σ ένα φορέα. Αν διαφορετικό πρόσωπο αποκτήσει το ήδη υφιστάμενο δικαίωμα επέρχεται κτήση του δικαιώματος όχι όμως και σύσταση αυτού, αφού αυτό υπήρχε από πριν. Κτήση δικαιώματος συνιστά η σύνδεση του δικαιώματος με ορισμένο πρόσωπο, στο οποίο η έννομη τάξη απονέμει τη συγκεκριμένη εξουσία. Η κτήση χωρίζεται σε πρωτότυπη όταν το δικαίωμα που αποκτάται δεν στηρίζεται σε προηγούμενο που προϋπήρχε στο ίδιο αντικείμενο και παράγωγη όταν το δικαίωμα εξαρτάται από το δικαίωμα άλλου προσώπου. Η παράγωγη με τη σειρά της χωρίζεται σε δημιουργική, όταν δημιουργείται ένα νέο δικαίωμα, αποσπώντας εξουσίες από ένα αρχικό ήδη υφιστάμενο, το οποίο όμως διατηρείται παράλληλα με τον νέο και σε μεταφορική, όταν επέρχεται (αυτούσια) μεταβίβαση ενός δικαιώματος από ένα πρόσωπο σε ένα άλλο, οπότε και ο πρώτος χάνει το δικαίωμα και ο άλλος το αποκτά 1. Η μεταφορική κτήση από την μεριά του μεταβιβάσαντος καλείται μεταβίβαση, ενώ από την πλευρά του αποκτώντος ονομάζεται διαδοχή. Η διαδοχή διακρίνεται σε ειδική και καθολική. Ειδική διαδοχή (succesio in rem, in singulas res) είναι η μεταβίβαση ενός μόνο δικαιώματος ή περισσοτέρων αλλά με ξεχωριστή πράξη για το καθένα. Σε αντίθεση με το ρωμαϊκό δίκαιο, κατά τον σήμερα ισχύοντα αστικό κώδικα χωρεί και ειδική διαδοχή στις υποχρεώσεις 2, όπως γίνεται στη περίπτωση της στερητικής αναδοχής χρέους. Στην ειδική διαδοχή η έννομη θέση του νέου φορέα εξαρτάται από την 1 Παπαστερίου, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, Σάκκουλας, 1994, σ. 225 2 Μπαλή, Γενικές αρχές Αστικού Δικαίου, Σάκκουλας, 1961, σελ. 93 [8]

έννομη θέση του προηγούμενου φορέα 3, με την έννοια ότι το δικαίωμα θεμελιώνεται αφενός στους αρχικούς όρους σύστασής του αφετέρου στα γεγονότα που στηρίζουν την μεταβίβασή του από τον (δικαιοπάροχο) στο νέο φορέα (διάδοχο). Χαρακτηριστικά παραδείγματα ειδικής διαδοχής αποτελούν η εκχώρηση 4 απαιτήσεως (455 επ. ΑΚ) και η μεταβίβαση κυριότητας κινητού και ακινήτου (1033 και 1034 ΑΚ). Όπως προαναφέρθηκε η ειδική διαδοχή διακρίνεται σε μεταφορική, όταν ο διάδοχος αποκτά το ίδιο το δικαίωμα του δικαιοπαρόχου του και σε δημιουργική, όταν αποκτά νέο δικαίωμα, που του παρέχει λιγότερες εξουσίες από το δικαίωμα του δικαιοπαρόχου του 5. Η ειδική διαδοχή περαιτέρω μπορεί να στηρίζεται σε δικαιοπραξία (πώληση, δωρεά κτλπ), στο νόμο (319,448,614,858,1298,1490 παρ. 2 ΑΚ, 210 ΕΝ) ή σε πολιτειακή πράξη (π.χ. κατακύρωση σε πλειστηριασμό). Καθολική διαδοχή (succession in universum jus, per universitarem) είναι η με ενιαία πράξη μεταβίβαση όλης της περιουσίας (τόσο των δικαιωμάτων όσο και των υποχρεώσεων) ή τμήματος αυτής, ως συνόλου. Η μόνη περίπτωση καθολικής διαδοχής που αναγνωρίζει το δίκαιο μας είναι αυτή της κληρονομικής διαδοχής στα φυσικά πρόσωπα, και κατά μία έννοια η οιονεί καθολική διαδοχή στα νομικά πρόσωπα 6. Α2. Κληρονομική διαδοχή Καθολική διαδοχή σημαίνει απόκτηση ολόκληρης περιουσίας με μία μόνο πράξη 7. Στα φυσικά πρόσωπα αυτό συμβαίνει μόνο σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής. Στη έννοια της κληρονομικής διαδοχής του άρθρου 1710 παρ 1 ΑΚ αποτυπώνονται τα χαρακτηριστικά της τα οποία είναι η καθολικότητα και το αυτοδίκαιο, αλλά κατά κανόνα και η αμεσότητα της διαδοχής αυτής. Η καθολικότητα σημαίνει ακριβώς αυτό ότι η περιουσία του κληρονομούμενου 3 Κονδύλης, Υποκειμενικά όρια δεδικασμένου Δ14,σ 342 4 Χαρακτηριστική περίπτωση υποκειμενικής αλλοίωσης του δικαιώματος λόγω αλλαγής του υποκειμένου 5 Κονδύλης ο.π. σημ 3, σ.342 6 Βλ. παρακάτω υπό Α3 7 Μπαλή, Γενικές αρχές Αστικού Δικαίου, Αφοι Σακκουλα, 1961, παρ. 30 [9]

περιέρχεται στους διαδόχους ως σύνολο, περιλαμβάνοντας ειδικότερα τόσο το ενεργητικό όσο και το παθητικό της περιουσίας του. Σε αντιδιαστολή με την εν ζωή μεταβιβάσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που αποτελούν ειδικές διαδοχές, δηλαδή καθεμία από αυτές έχει δική της δικαιοπρακτική βάση, με συνέπεια να απαιτείται και η κατάρτιση ισάριθμων δικαιοπραξιών, η μεταβίβαση (κατ ακριβολογία μετάβαση, περιέλευση) των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων του κληρονομούμενου στους κληρονόμους του αιτία θανάτου συντελείται uno facto από το γεγονός του θανάτου του- χωρίς να απαιτείται χωριστά η αντίστοιχη τήρηση των σχετικών διατυπώσεων κτήσης κάθε δικαιώματος και κάθε υποχρέωσης, με την επιφύλαξη βέβαια της αποποίησης ή αποδοχής της κληρονομίας. Το αυτοδίκαιο της κληρονομικής διαδοχής ρητά προβλέπεται στην 1846 ΑΚ, κατά την οποία ο κληρονόμος αποκτά αυτοδικαίως τη κληρονομιά μόλις γίνει επαγωγή. Μόνο το γεγονός του θανάτου αρκεί για να υπεισέλθουν αυτοδικαίως οι κληρονόμοι στην κληρονομιά χωρίς να απαιτείται γνώση, συναίνεση, αποδοχή ή άλλη ενέργεια. Επέρχεται δηλαδή αυτομάτως άμεση κτήση της κληρονομιάς από τον κληρονόμο, δίχως τη μεσολάβηση άλλων προσώπου ή ορισμένου χρονικού διαστήματος. Η αμεσότητα της κληρονομικής διαδοχής είναι κατά συνέπεια και το χαρακτηριστικό γνώρισμα που αντιδιαστέλλει την κλήση του κληρονόμου στην κληρονομιά από αυτή του καθολικού καταπιστευματοδόχου. Ο τελευταίος παρότι είναι επίσης καθολικός διάδοχος και η κλήση του στην κληρονομιά συντελείται αυτοδικαίως με την επαγωγή σ αυτόν, ωστόσο δεν είναι άμεση, αλλά έμμεση, με την έννοια ότι ανατρέχει σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο από αυτό του χρόνου θανάτου του κληρονομούμενου, αυτό της πλήρωσης της αίρεσης ή της συμπλήρωσης της προθεσμίας που έχει θέσει ο κληρονομούμενος- διαθέτης. Για το λόγο αυτό, της αμεσότητας, θα πρέπει ως κληρονομική διαδοχή με στενή έννοια να χαρακτηριστεί μόνο η κλήση κληρονόμου. Αντιθέτως η αντίστοιχη κλήση [10]

καταπιστευματοδόχου θα πρέπει να υπαχθεί στη κληρονομική διαδοχή εν ευρεία έννοια όπως και άλλες περιπτώσεις κτήσης αιτία θανάτου 8. Από το νόμο καθιερώνεται ως λόγος κληρονομικής διαδοχής η διαθήκη (1710 παρ.1 ΑΚ), η εξ αδιαθέτου διαδοχή (1710 παρ. 2 ΑΚ) και η αναγκαστική διαδοχή (1825 επ. ΑΚ). Α3. Οιονεί καθολική διαδοχή Στα νομικά πρόσωπα επέρχεται καθολική διαδοχή σε περίπτωση που συγχωνεύονται δύο ή περισσότερες εταιρίες 9, ή και σε άλλες περιπτώσεις που προβλέπουν ειδικές διατάξεις 10, όπως είναι και η μεταλλαγή της νομικής μορφής κάποιων οργανισμών κοινής ωφέλειας. Η σύμβαση για τη μεταβίβαση περιουσίας (367 ΑΚ) και η εκποίηση κληρονομιάς (1942 ΑΚ) δεν θεμελιώνουν καθολική διαδοχή, καθώς έχουν μόνο υποσχετική ενέργεια. Το άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 5621/1931 «περί συγχωνεύσεως ανωνύμων εταιρειών», που κωδικοποιήθηκε με το β.δ. 174/1963, ορίζει, ότι «η εταιρεία εις ην υπήχθη ετέρα τοιαύτη, υποκαθίσταται αυτοδικαίως και άνευ οιασδήποτε άλλης διατυπώσεως εις άπαντα εν γένει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της συγχωνευθείσης εταιρίας, της τοιαύτης μεταβιβάσεως εξομοιουμένης προς την καθολικήν διαδοχήν». Παρόμοιες διατάξεις περιέχονται και στο άρθρο 4 ν. 2292/1953 «περί συγχωνεύσεως ανωνύμων τραπεζικών εταιριών», το άρθρο 55 παρ. 2 ν. 3190/1955 «περί ΕΠΕ» κλπ. Οι διατάξεις αυτές προβλέπουν περί συγχωνεύσεως εταιριών συνήθως ιδίου τύπου, είτε υπό την μορφήν της ενώσεως, είτε της απορροφήσεως (υπαγωγής) ή της εξαγοράς μιας ή πλειόνων εταιριών από άλλη. Το φαινόμενο τούτο αποκαλείται «οιονεί καθολική διαδοχή». Η νέα εταιρία 8 Ενδεικτικά η δωρεά εν ζωή για τη περίπτωση θανάτου, η επαχθής δικαιοπραξία για τη περίπτωση θανάτου, η μεταθανάτια πληρεξουσιότητα και εντολή και η σύμβαση υπέρ τρίτου για τη περίπτωση θανάτου, οι οποίες δεν είναι τόσο διαδεδομένες στη πράξη αφού μπορούν να καλυφθούν από τη δωρεά αιτία θανάτου, Ψούνη, Κληρονομικό Δίκαιο, Σακκουλας σ.31 επ. 9 ΑΕ η ΕΠΕ, ΟΕ η ΕΕ σε ανώνυμη ή ΕΠΕ, σωματείων, ιδρυμάτων, κήρυξης πτώχευσης, πτωχευτικού συμβιβασμου κτλπ, ενδεικτικά ΑΠ 345/2006 ΝΟΜΟΣ, 433/2005 ΕλλΔνη 46/1072, 568/2005 αδημ.,1515/2002 ΕΕμπΔ 2003/82, ΕφΑθ 5919/2006 ΝΟΜΟΣ, 6032/2001 ΕλΔνη 47/574, αλλά και η περίπτωση εκ μετατροπής εταιρία ΣΤΕ 2776/2014 ΝΟΜΟΣ. 10 Π.χ. α.4 ν.δ. 674/1970, α.6 παρ. 2 ν. 230/1975, 14 παρ. 1 ν. 588/1977 [11]

υπεισέρχεται αυτοδικαίως στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συγχωνευομένων εταιριών και οι υπέρ και κατά των τελευταίων τούτων εταιριών εκτελεστοί τίτλοι, εκτελούνται υπέρ και κατά της νέας εταιρίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68 παρ. 1 και 3, 75 παρ. 1 περ. α` και 80 παρ. 1 του ν. 2190/1920, που προστέθηκαν με το π.δ. 498/31.12.1987, για την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της από 9.10.1978 τρίτης κοινοτικής οδηγίας 78/855/ΕΟΚ για το εταιρικό δίκαιο, σε περίπτωση συγχώνευσης ανωνύμων εταιρειών με σύσταση νέας εταιρείας οι συγχωνευόμενες εταιρείες λύνονται χωρίς να ακολουθήσει εκκαθάριση και συνιστάται νέα ανώνυμη εταιρεία, στην οποία οι διαλυόμενες εταιρείες μεταβιβάζουν το σύνολο της περιουσίας τους (ενεργητικό και παθητικό), από δε τη καταχώρηση στο Δελτίο Ανωνύμων Εταιρειών της εγκριτικής αποφάσεως της Διοικήσεως, αυτοδικαίως και ταυτοχρόνως, χωρίς καμία άλλη διατύπωση, η νέα εταιρεία υποκαθίσταται σε όλα γενικά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των εταιρειών που λύονται και η μεταβίβαση αυτή εξομοιώνεται με καθολική διαδοχή, τόσο για τις συγχωνευόμενες εταιρείες, όσο και έναντι τρίτων 11. Η ίδια για τη συγχώνευση εταιριών ρύθμιση ισχύει και για τη διάσπαση εταιριών, η οποία ρυθμίστηκε με τα άρθρα 14-17 του π.δ. 498/87 με τα οποία προστέθηκαν τα άρθρα με αριθμού 81-89 στον ν. 2190/1920, αφού υφίσταται σχεδόν η ίδια ρύθμιση, αλλά και στη περίπτωση της ένωσης προσώπων που αποκτούν εκ των υστέρων νομική προσωπικότητα. Η απορροφώσα εταιρεία υποκαθίσταται σε όλα γενικά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της εταιρείας που λύεται αυτοδικαίως και ταυτοχρόνως χωρίς καμιά άλλη διατύπωση και η μεταβίβαση αυτή εξομοιώνεται με καθολική διαδοχή 12. Στους νόμους 2166/1993 και 2386/1996 απαντάται για πρώτη φορά ως όρος ο μετασχηματισμός επιχείρησης, ο οποίος δεν συνιστά νομική έννοια αλλά τέτοια της θεωρίας της επιχείρησης. Μετασχηματισμός θεωρείται ότι υφίσταται όταν η επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης συνεχίζεται υπό νέο εταιρικό φορέα, πράγμα που συμβαίνει στην περίπτωση μετατροπής, συγχώνευσης, διάσπασης κλπ., η δε συνέχιση αυτή επιτυγχάνεται με τα μέσα του εταιρικού 11 ΑΠ 345/2006 ΕλλΔνη 2006, σελ. 807 12 ΑΠ 433/2005 ΕλλΔνη 46/1072 [12]

δικαίου 13. Διακρίνεται τόσο από τον "καταχρηστικό μετασχηματισμό", που επιτυγχάνεται με μέσα του κοινού και όχι του εταιρικού δικαίου (λ.χ. αντί της συγχώνευσης με τη σύσταση νέας εταιρίας, να γίνει με λύση και εκκαθάριση των συγχωνευομένων εταιριών, διανομή της περιουσίας τους, ίδρυση νέας εταιρίας και εισφορά των διανεμηθέντων περιουσιακών στοιχείων σ αυτήν 14 όσο και από τον "υπό ευρεία έννοια μετασχηματισμό", δηλαδή την αναδιάρθρωση (αναδιοργάνωση) της επιχείρησης, που επιτυγχάνεται με την επέμβαση στη διοίκηση ή (και) την περιουσία της ή (και) τη σύνθεση και τα πρόσωπα των εταίρων ή (και) τις σχέσεις των εταίρων μεταξύ τους ή με τους τρίτους 15. Τέλος, στενότερη του όρου "μετασχηματισμός" και ως μια μορφή της πιο πάνω στενής τούτου έννοιας είναι και η περίπτωση της "μετατροπής επιχειρήσεων", που αναφέρεται αποκλειστικό και μόνο σε εταιρίες με νομική προσωπικότητα και συνίσταται στη μεταβολή του νομικού τύπου αυτών, χωρίς περάτωση της νομικής τους προσωπικότητας, η οποία συνεχίζεται 16, δίχως διαδοχή (ειδική ή καθολική) των περιουσιακών τους στοιχείων. Σε αυτές, λοιπόν, τις περιπτώσεις μετασχηματισμού επιχείρησης, που επιτυγχάνεται με μέσα του εταιρικού δικαίου και μάλιστα με διαδικασίες (όπως είναι η συγχώνευση ή η διάσπαση, ή η δι απορροφήσεως συγχώνευση), μπορούμε να μιλάμε για "οιονεί" καθολική διαδοχή, όταν δηλαδή κατά τον μετασχηματισμό αυτό δεν έχει μεσολαβήσει στάδιο εκκαθάρισης 17 αλλά ούτε υπάρχει διέλευσή τους, το πρώτον, από ιδρυτικό στάδιο και συνεπώς υποδηλώνεται ένα είδος "συνέχειας" στα λειτουργία τους, κατά τα παραπάνω, εφόσον η εκ του μετασχηματισμού προερχόμενη νέα επιχείρηση θεωρείται ότι υποκαθίσταται στα δικαιώματα και υποχρεώσεις της (ή των) μετασχηματιζόμενης (-ων) επιχειρήσεως (- 13 Περάκη, Το Δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρίας τόμος 8ος Β εκδ. 2001, σελ. 30-31, με εκεί παραπομπές σε θεωρία & νομολογία 14 Γεωργακόπουλος Εγχειρίδιο Εμπορικού Δικαίου, Εταιρίες, εκδ. 2η 1996, 634 επ. ιδίως 637, Ι. Πασσιάς Δίκαιο Εταιριών, τμ. 2. 1969. 1063 15 Περάκη, ό. π. σημ 12, σελ. 31 επ. 16 Στε 305/03, 3382/83, Γνωμοδότηση ΝΥΔ 175/88, Γνωμοδότηση ΝΥΔ 76/87, επίσης πρβλ. Δούβλη, Συγχώνευση εμπορικών εταιριών και θεωρία της επιχείρησης σε "Μελέτες Εμπορικού και Ναυτικού Δικαίου" εκδ. 1986. σελ. 29, με εκεί παραπομπές σε θεωρία και νομολογία 17 Περάκη, ό. π. σημ. 12 σελ. 32, περ. β, υποσημ. 8, για τη συγχώνευση και σελ. 35, περ. δ υποσημ. 13, για τη διάσπαση, επίσης Ν. Ρόκα Εμπορικές εταιρίες" 4η εκδ. 1996, σ. 306 επ" πρβλ. ΑΠ 12/99 σε ΕΕμπΔ 1999, 314 και κάτω απ αυτήν σύμφωνες παρατηρήσεις Γ. Ν. Μιχαλόπουλου, με εκεί παραπομπές στη θεωρία και νομολογία, ιδίως παρ. 111, σελ. 316, 317 [13]

ων). Δεν αποτελεί ωστόσο περίπτωση οιονεί καθολικής διαδοχής ο μετασχηματισμός ατομικής επιχείρησης ή εταιρίας χωρίς νομική προσωπικότητα σε επιχείρηση εταιρικής μορφής ή το αvτίστρoφo, δηλαδή μετασχηματισμός εταιρικής επιχείρησης με νομική προσωπικότητα (στην οποία συμμετέχει ή όχι ατομική επιχείρηση) σε ατομική επιχείρηση. Κι αυτό, γιατί οι τελευταίες αυτές περιπτώσεις, ως ευλόγως (αφού στην πιο πάνω διαδικασία του μετασχηματισμού συμμετέχει ή ιδρύεται και ατομική επιχείρηση) μη ρητά προβλεπόμενες στο εταιρικό δίκαιο, προϋποθέτουν τη διέλευση, το πρώτον, από το ιδρυτικό τους στάδιο 18, εφόσον προηγουμένως έχει μεσολαβήσει στάδιο εκκαθάρισης στις "μετασχηματιζόμενες" επιχειρήσεις (όποιες εξ αυτών έχουν εταιρική μορφή). Η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 του ν.δ. 1297/72, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, «απόσπαση» ή «απόσχιση» βιομηχανικού κλάδου πολυκλαδικής επιχειρήσεως και η εισφορά του σε λειτουργούσα ή το πρώτο συνιστώμενη ανώνυμη βιομηχανική εταιρεία διαφέρει ουσιωδώς από τη διάσπαση με απορρόφηση ή σύσταση νέας ανώνυμης εταιρείας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 81 επ. του ν. 2190/1920, δεδομένου ότι η τελευταία έχει ως αποτέλεσμα ότι η διασπώμενη ανώνυμη εταιρεία λύεται, χωρίς εκκαθάριση, η δε περιουσία της, ως σύνολο ενεργητικού και παθητικού, μεταβιβάζεται, με καθολική διαδοχή, σε άλλη ανώνυμη εταιρεία. Αντιθέτως στην απόσπαση η ανώνυμη εταιρεία από την οποία γίνεται η απόσπαση ή απόσχιση του βιομηχανικού ή επιχειρηματικού κλάδου ή τμήματος, με ταυτόχρονη μεταβίβαση στοιχείων του ενεργητικού και όχι της περιουσίας ως συνόλου (ενεργητικό και παθητικό) δεν συνεπάγεται την λύση της εισφέρουσας εταιρείας, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται και να βρίσκεται σε παραγωγική δραστηριότητα, η δε μεταβίβαση του κλάδου αυτού χωρεί σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες της ειδικής διαδοχής και δεν συνεπάγεται καθολική ή οιονεί καθολική διαδοχή της εισφέρουσας εταιρείας, όσον αφορά στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τον εισφερόμενο κλάδο ή τμήμα 19. Μάλιστα, το διαφιλονικούμενο στο παρελθόν ζήτημα για το αν στην απόσχιση βρίσκουν αναλογική εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 81-89 του ν.2190/1920 που 18 Περάκη, ο.π. σημ. 12 σελ. 32, περ, α, υποσημ. 7, Χρυσάνθης Μετασχηματισμός εταιρειών, εκδ. 2001 σελ. 32 19 ΠΠρΑθ 6439/2013 ΝΟΜΟΣ [14]

αναφέρονται στη διάσπαση, έλυσε ο ν. 2166/1993 στο άρθρο 4 3 του οποίου ορίζεται ρητά πλέον ότι στην απόσχιση, όπως αυτή ορίστηκε ανωτέρω δεν βρίσκουν εφαρμογή τα άρθρα 81-89 του ν. 2190/1920 20. Β. ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΟΧΩΝ ΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΔΙΚΗ Β1. Νομιμοποίηση διαδίκων στη διαγνωστική δίκη Η εξειδίκευση της νομιμοποίησης των διαδίκων ανάγεται σε αναγκαίο και υποχρεωτικό στοιχείο της αγωγής. Νομιμοποίηση των διαδίκων είναι η εξουσία διεξαγωγής συγκεκριμένης δίκης που αφορά συγκεκριμένη έννομη σχέση, της οποίας οι φορείς και το αντικείμενο καθορίζονται κατά κανόνα από το ουσιαστικό δίκαιο. Συνέπεια αυτού είναι ότι τυχόν εσφαλμένη κρίση του δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της αγωγής σχετικά με τη νομιμοποίηση ή μη του ενάγοντος ή του εναγομένου, συνιστά πλημμέλεια ως προς την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου 21. Ενεργητικά νομιμοποιείται να ζητήσει έννομη προστασία εκείνος, που ισχυρίζεται ότι είναι δικαιούχος του επίδικου δικαιώματος και παθητικά εκείνος που κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος μετέχει στην επίδικη έννομη σχέση. Έτσι λοιπόν, για τη νομιμοποίηση, αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντος, ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς κατ αρχήν να ασκεί έννομη επιρροή αν ο ισχυρισμός είναι αναληθής 22. Αν ωστόσο ο ισχυρισμός είναι αναληθής, η αγωγή θα απορριφθεί ως αβάσιμη λόγω ανυπαρξίας του επίδικου δικαιώματος και όχι για έλλειψη νομιμοποίησης 23. Ωστόσο η εκ μέρους του εναγόμενου αμφισβήτηση των πραγματικών περιστατικών που επικαλείται ο ενάγων, προς 20 ΑΠ 736/2002, ΕΕΝ 2003/495, ΑΠ 1154/1998, ΕλλΔνη 1998, 1572, - Β.Γ. Αντωνόπουλου, Δίκαιο Α.Ε. & Ε.Π.Ε., 2008, Εκδόσεις Σάκκουλα, σελ. 128-129, Ε, Περάκη, Το Δίκαιο της Α.Ε, κατ' άρθρο ερμηνεία του κ.ν. 2190/ 1920, άρθρα 36-143, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ, 2229 & 2336-2338 21 ΟλΑΠ 18/2005 ΕλΔνη 46/706 22 ΑΠ 302/2002 ΕλΔνη 43/1679 23 ΕφΑθ 6769/2001, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ [15]

θεμελίωση του ισχυρισμού του αυτού δεν συνιστά ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως αλλά άρνηση της βάσης της αγωγής 24. Η νομιμοποίηση του διαδίκου απορρέει κατά κανόνα αμέσως από το νόμο και κυρίως από διατάξεις ουσιαστικού αλλά και δικονομικού δικαίου. Έτσι λοιπόν με βάση το ουσιαστικό δίκαιο θα κριθεί ποιος είναι δικαιούχος και ποιος υπόχρεος ώστε να νομιμοποιείται ως ενάγων ή εναγόμενος αντίστοιχα 25. Η ιστορική βάση της αγωγής είναι αυτή που θεμελιώνει και τη νομιμοποίηση. Αν τώρα απαιτείται παράθεση στην αγωγή των περιστατικών που θεμελιώνουν τη νομιμοποίηση και το δικόγραφο δεν τα περιλαμβάνει τότε η αγωγή είναι αόριστη και απορρίπτεται ως απαράδεκτη 26. Οι ενστάσεις για έλλειψη νομιμοποίησης προτείνονται σε κάθε στάδιο της δίκης, ακόμη δε λαμβάνονται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο 27. Αν και η συνδρομή της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης των διαδίκων εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο της ουσίας, ο περί αυτής ισχυρισμός για να ιδρύσει λόγο αναίρεσης πρέπει να έχει προταθεί στο εφετείο και να αναγράφεται στο αναιρετήριο, ότι έγινε η σχετική πρόταση 28. Β2. ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΠΙΔΙΚΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ Η ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ Β2.1. Η δικαιολογητική βάση του άρθρου 225 ΚΠολΔ Εφόσον στη διεξαγωγή της δίκης νομιμοποιείται όποιος ισχυρίζεται ότι είναι φορέας του δικαιώματος, οποιαδήποτε διάθεση και εκποίηση του επίδικου πράγματος ή δικαιώματος θα είχε ως συνέπεια την αναίρεση της νομιμοποιήσεως του αρχικού διαδίκου. Αυτό θα σήμαινε, για τον μεν αντίδικο του μεταβιβάζοντος εναγόμενο μια εύκολη μεν αλλά προσωρινή νίκη, αφού θα έπρεπε ο ίδιος να αναμένει νέα αγωγή από το διάδοχο, για τον δε αντίδικο του μεταβιβάζοντος ενάγοντα ότι πρέπει να ξεκινήσει μια νέα δίκη κατά του διαδόχου. Ο 24 ΑΠ 871/2003 ΕλΔνη 44/1624, ΑΠ 954/1997 ΕλΔνη 40/339 25 ΑΠ 26/2005 ΕλΔνη46/1462 26 Εφ.Αθ 3153/2005 αδημ, ΕφΑθ 7138/2003 ΕλΔνη 45/820, Το ίδιο αποτέλεσμα του απαραδέκτου επέρχεται και αν απολεσθεί η νομιμοποίηση του διαδίκου κατά τη διάρκεια της δίκης ΕφΑθ 2685/1998 ΕλΔνη39/919 27 ΑΠ 1016/2005 ΕλΔνη 46/1088 28 ΑΠ244/2004 ΕλΔνη 46/159 [16]

πολλαπλασιασμός των δικών συνεπάγεται όμως απώλεια πολύτιμου χρόνου και έρχεται σε αντίθεση με τη βασική αρχή της οικονομίας της δίκης, αλλά θα προκαλούσε και περιττές θυσίες και έξοδα, χωρίς να παραβλέπεται και ο κίνδυνος να αχρηστευθεί για πολύ καιρό η αξίωση δικαστικής προστασίας από τις σκόπιμες αλλεπάλληλες μεταβιβάσεις του επίδικου αντικειμένου 29. Έτσι λοιπόν είτε θα έπρεπε να απαγορευθεί εντελώς η μεταβίβαση του επίδικου αντικειμένου κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας είτε η μεταβολή αυτή να μην επιφέρει καμιά μεταβολή στη δίκη. Στον ελληνικό ΚΠολΔ επελέγη η δεύτερη λύση. Η εκκρεμοδικία, λοιπόν, σύμφωνα με το άρθρο 225 που ορίζει ότι «1. Η επέλευση της εκκρεμοδικίας δεν στερεί τους διαδίκους από την εξουσία να μεταβιβάσουν το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα ή να συστήσουν εμπράγματο δικαίωμα. 2. Η μεταβίβαση του επίδικου πράγματος ή δικαιώματος ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος δεν επιφέρει καμία μεταβολή στη δίκη. Ο ειδικός διάδοχος έχει δικαίωμα να ασκήσει παρέμβαση. 3. Αν ο ενάγων μετεβίβασε το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα ή σύστησε εμπράγματο δικαίωμα, δεν μπορεί να προταθεί εναντίον του έλλειψη νομιμοποίησης, εκτός αν η απόφαση που θα εκδοθεί δεν δεσμεύει τον ειδικό διάδοχο.» συνεχίζεται κανονικά μεταξύ των αρχικών διαδίκων 30. Η μεταβίβαση του επιδίκου πράγματος ή δικαιώματος, που έγινε μετά την επέλευση της εκκρεμοδικίας, δεν επιφέρει μεταβολή στην έννομη σχέση της δίκης, διότι αυτή δεν αποβαίνει αναγκαίο παρακολούθημα της ουσιαστικής έννομης σχέσης αλλά η δίκη συνεχίζεται μεταξύ των διαδίκων εωσότου νομίμως περατωθεί. Μέχρι τότε μόνος νομιμοποιούμενος να διεξαγάγει τη δίκη είναι ο διάδικος που μεταβίβασε, μετά την επέλευση της εκκρεμοδικίας, το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα 31 ή σε περίπτωση θανάτου αυτού, ο νομιμοποιούμενος, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΚΠολΔ, να συνεχίσει στο όνομά του τη δίκη, κληρονόμος αυτού 32 Απλώς αλλάζει το θεμέλιο της νομιμοποιήσεως του διαδίκου που απαλλοτριώνει το επίδικο πράγμα και συνεχίζει τη δίκη πλέον ως κατ εξαίρεση νομιμοποιούμενος διάδικος, ως μη δικαιούχος διάδικος, ενώ ο ειδικός διάδοχος μπορεί να συμμετάσχει στη δίκη, ασκώντας παρέμβαση. Η επιλογή αυτή είναι και ορθή για έναν ακόμη λόγο. Η τυχόν 29 Νίκας Πολιτική Δικονομία ΙΙ, Σακκουλας 2005, σ. 239 30 Βλ ενδεικτικά ΑΠ 1136/2013 και 1155/2013, αμφότερες στη ΝΟΜΟΣ 31 ΑΠ 1591/2003 ΝΟΜΟΣ 32 ΑΠ 644/2000 ΝΟΜΟΣ [17]

απόρριψη της αγωγής λόγω έλλειψης νομιμοποίησης του μεταβιβάσαντος θα έφερνε τον αντίδικο σε χειρότερη δικονομική θέση, και αυτό ακριβώς επιδιώκει να προστατεύσει ο νόμος. Είχε προταθεί 33 ωστόσο και μια άλλη ενδιάμεση λύση, αυτή της αυτοδίκαιης και άρα υποχρεωτικής υπεισέλευσης του ειδικού διαδόχου στη θέση του μεταβιβάζοντος. Με αυτό τον τρόπο θα ήταν δεσμευτική έναντι του ειδικού διαδόχου η μέχρι τότε διεξαχθείσα διαδικασία αλλά μετά πλέον τη μεταβίβαση και την αυτοδίκαιη υπεισέλευση του διαδόχου, η δίκη θα συνεχίζεται από τον τελευταίο, που είναι πλέον και φορέας του επίδικου δικαιώματος. Είναι όμως φυσιολογικότερο η πορεία και η εξέλιξη της δίκης να γίνεται μεταξύ των αρχικών διαδίκων. Οι διάδικοι που άρχισαν τη δίκη πρέπει να θεωρούνται οι μόνοι αρμόδιοι για να την τελειώσουν 34. Β2.2. Έννοια διαδοχής Η μεταβίβαση του επίδικου αντικειμένου μπορεί να λάβει χώρα πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας της εκκρεμοδικίας. Αν η μεταβίβαση έλαβε χώρα πριν από την έναρξη της εκκρεμοδικίας θέμα εφαρμογής της διάταξης δεν τίθεται, αφού τη δίκη νομιμοποιείται πλέον να διεξάγει ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος, ως εξαρχής νομιμοποιούμενος και κύριος διάδικος, με την αντίστοιχη δέσμευση από το δεδικασμένο του άρθρου 325 παρ. 1 ΚΠολΔ. Εφόσον η μεταβίβαση έγινε μετά το πέρας της εκκρεμοδικίας, το μόνο ζήτημα που ανακύπτει είναι η δέσμευση του ειδικού διαδόχου από το δεδικασμένο της απόφασης, ζήτημα που αντιμετωπίζεται στο άρθρο 325 παρ. 2 ΚΠολΔ. Οι δικονομικοί ορισμοί για την απαλλοτρίωση του επίδικου αντικειμένου δεν εφαρμόζονται επίσης στην περίπτωση της καθολικής διαδοχής, ούτε επί οιονεί καθολικής διαδοχής, αφού στις περιπτώσεις αυτές επέρχεται βίαιη διακοπή της δίκης κατά άρθρο 286 περ. α ΚΠολΔ και η δίκη συνεχίζεται από τον καθολικό διάδοχο, ο οποίος δεσμεύεται από το δεδικασμένο πλέον ως διάδικος. Άρα η διάταξη εφαρμόζεται μόνο στη περίπτωση της ειδικής διαδοχής, και επίσης στην 33 Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 225 34 Νίκας, Νομικές Μελέτες Ι, 1999, σ. 140 [18]

καθολική και οιονεί καθολική διαδοχή όταν, όμως, αυτή επέρχεται μετά την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως σε βάρος του αρχικού διαδίκου, διότι στην τελευταία αυτή περίπτωση ο κληρονόμος δεν συμμετείχε ο ίδιος ως διάδικος στην δίκη, από την οποία προέρχεται η τελεσίδικη απόφαση. Διαδοχή θεωρείται η απαλλοτρίωση τόσο με δικαιοπραξία, όσο και μέσω πολιτειακής μεταβιβαστικής πράξεως 35, ακόμη δε και αυτοδικαίως από το νόμο, όπως είναι η περίπτωση της νόμιμης εκχωρήσεως. Αντίθετα κατά τη κρατούσα γνώμη 36, δεν εφαρμόζεται όταν το επίδικο αποκτήθηκε με πρωτότυπο τρόπο, αφού ο αποκτών δεν καθίσταται διάδοχος του προκτήτορος, η νομική δε θέση του δεν εξαρτάται από τη νομική θέση εκείνου. Ωστόσο έχει διατυπωθεί και αντίθετη άποψη ότι το 225 θα έπρεπε να εφαρμοστεί και στις περιπτώσεις πρωτότυπης κτήσης όπως είναι λ.χ. η κτήση αδέσποτου (1075 ΑΚ), κατάληψη απολωλότος (1088 ΑΚ), εύρεση θησαυρού (1093 ΑΚ), η κτήση κυριότητας λόγω ένωσης (1057 ΑΚ), συνάφειας (1058 ΑΚ), σύμμειξης ή σύγχυσης (1059 ΑΚ) ή ειδοποιίας (1061 ΑΚ) όχι όμως στις περιπτώσεις της κτήσης από μη δικαιούχο (1036-1039, 139,1963 ΑΚ). Δικαιολογητικός λόγος θεωρείται η παράγραφος 3 του άρθρου 325 η οποία εξαιρεί από τη δέσμευση του δεδικασμένου μόνο όποιον απέκτησε πρωτότυπα από μη δικαιούχο. Έτσι νόημα αποκτά η ρύθμιση αυτή μόνο αν οι διατάξεις του 225 εφαρμόζονται γενικά σε περιπτώσεις πρωτότυπης κτήσης, οπότε και έχει σημασία η επιφύλαξη της διάταξης της τρίτης παραγράφου, με την οποία καθιερώνεται ως προϋπόθεση η δέσμευση από το δεδικασμένο του αποκτήσαντος το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα 37. Η νομολογία δέχτηκε τη εφαρμογή της διάταξης και στη περίπτωση μεταβίβασης συμβατικής σχέσης, και ειδικότερα μισθωτικής σχέσης, η οποία είχε καταρτισθεί αρχικά μεταξύ του επικαρπωτή και ενός τρίτου, πλην όμως λόγω απόσβεσης της επικαρπίας διαρκούσης της δίκης και συνένωσής της με τη ψιλή κυριότητα, η μισθωτική σχέση μεταβιβάστηκε εκ του νόμου στον ψιλό κύριο. Μολονότι δεν έχουμε περίπτωση ειδικής διαδοχής, το δεδικασμένο δεσμεύει τον 35 Βλ Παρακάτω στο κείμενο για κατακύρωση σε αναγκαστικό πλειστηριασμό 36 ΑΠ 1155/2013, ΝΟΜΟΣ, Εφ Λαμ 5/2011 ΝΟΜΟΣ και επίσης Σινανιώτης / Δεληκωστόπουλος αρ. 228, σ. 197, Κεραμεύς/ Κονδύλης/ Νικας, αρ. 225 αρ. 3 37 Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 234 [19]

κύριο σαν να ήταν ειδικός διάδοχος εκείνου 38. Αντίθετα στη περίπτωση της μεταβίβασης επιχείρησης ή περιουσίας, η οποία δημιουργεί εις ολόκληρο ευθύνη δεν εφαρμόζεται η διάταξη του 225, αλλά του 486 και του 495 ΑΚ η οποία καθιερώνει υποκειμενική ενέργεια του δεδικασμένου 39. Παλαιότερη είναι η διαμάχη 40 για το αν η διάταξη εφαρμόζεται στη περίπτωση της στερητικής αναδοχής χρέους. Με βάση το γράμμα της διάταξης είναι προφανές ότι δεν μπορεί να υπαχθεί εδώ καμία περίπτωση αναδοχής χρέους, ούτε στερητική ούτε η σωρευτική. Σύμφωνα όμως με την τελολογική ερμηνεία της διάταξης, εδώ θα έπρεπε να υπαχθεί η περίπτωση της στερητικής αναδοχής χρέους, η οποία στην ουσία αποτελεί ανάληψη υποχρέωσης και όχι δικαιώματος αλλά τυπικά είναι όμοια με αυτή της μεταβιβαστικής κτήσης. Το γεγονός δε ότι η στερητική διαδοχή χρέους προϋποθέτει κατά την 471 ΑΚ σύμβαση, δεν μεταβάλλει τα πράγματα και η εφαρμογή της 225 θεωρείται επιβεβλημένη από την αρχή της οικονομίας της δίκης αλλά και για προστασία των συμφερόντων του ενάγοντα δανειστή, ο οποίος δεν θα χρειαστεί να εγείρει νέα αγωγή κατά του νέου οφειλέτη 41. Β2.3. Έννοια της μεταβίβασης Για την εφαρμογή της διάταξης, προϋποτίθεται καταρχήν μεταβολή στην ουσιαστική σχέση του μεταβιβάζοντος προς το επίδικο αντικείμενο κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας. Η μεταβολή αυτή, που καθορίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο θα πρέπει να αποκόπτει τον νομικό δεσμό του μεταβιβάζοντος προς το επίδικο αντικείμενο με αποτέλεσμα να τίθεται τέρμα στη νομιμοποίηση του για τη διεξαγωγή της συγκεκριμένης δίκης. Δεν απαιτείται πλήρης μεταβίβαση γιατί το ζήτημα αυτό θα κριθεί πρώτη φορά με την έκδοση της απόφασης. Αρκεί λοιπόν η λεγόμενη υποθετική διαδοχή, ο ισχυρισμός του μεταβιβάζοντος ότι μεσολάβησε 38 ΑΠ 1574/1995, ΕλλΔνη 1997.1121 και Κονδύλης, Δ 14,342 39 Αρχανιωτάκης, Μεταβίβαση περιουσίας ή επιχείρησης, Σακκουλας 1997 πρβλ ΑΠ22/2004 ΝΟΜΟΣ 40 Σινανιώτης, Η νομιμοποίηση των διαδίκων εν τη πολιτική δίκη, 1965, 197 41 Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 233 [20]

διάθεση του επίδικου αντικειμένου, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι θα αναγνωρισθεί τελικώς από την απόφαση ότι ο ίδιος ήταν όντως ο δικαιούχος 42. Ερμηνευτικές δυσκολίες προκύπτουν για το χαρακτηρισμό ενός πράγματος ως επίδικου αφού δεν ταυτίζεται αυτό πάντα με το αντικείμενο της δίκης. Η μεταβίβαση αναφέρεται στο έμμεσο αντικείμενο της δίκης, δηλαδή στο πράγμα, δικαίωμα ή έννομη σχέση, στην οποία αναφέρεται η αιτούμενη από τον ενάγοντα έννομη συνέπεια. Έμμεσο αντικείμενο μια δίκης μπορεί να είναι ένα εμπράγματο δικαίωμα, οπότε επειδή η σχέση δικαιώματος προς το πράγμα είναι άμεση, η διάταξη του 225 καλείται σε εφαρμογή. Όταν όμως η σχέση του δικαιώματος προς το πράγμα είναι έμμεση, όπως συμβαίνει επί αγωγής παράδοσης πωληθέντος πράγματος ή επί αγωγής του παρακαταθέτη κατά του θεματοφύλακα για απόδοση του παρακρατηθέντος πράγματος, τότε δεν είναι επίδικο το πράγμα, αλλά το δικαίωμα επί του πράγματος και δεν καλείται σε εφαρμογή η διάταξη του 225, παρά μόνο εάν μεταβιβασθεί το ενοχικό δικαίωμα επί του πράγματος. Το δικαίωμα θεωρείται επίδικο, αν αποτελεί το αντικείμενο της ζητούμενης δικαστικής διάγνωσης. Έμμεσο αντικείμενο μιας δίκης μπορεί να είναι και μια έννομη σχέση, όταν ασκείται με την αγωγή το δικαίωμα δικαστικής διάπλασης όπως π.χ. στην περίπτωση αγωγής διαζυγίου ή ακύρωσης γάμου 43. Β2.4. Έννοια μεταβίβασης επίδικου πράγματος ή δικαιώματος Δεν χωρεί αμφιβολία ότι κατά τη βούληση των συντακτών του ΚΠολΔ με τον όρο μεταβίβαση εννοούσαν τη λεγόμενη παράγωγη κτήση 44, σε όλες μάλιστα τις μορφές της, τόσο τη λεγόμενη μεταβιβαστική όσο και τη δημιουργική ή συστατική κτήση. Το κύριο γνώρισμα της μεταβιβαστικής κτήσης είναι ότι ο μέχρι τώρα δικαιούχος παύει να είναι φορέας του δικαιώματος και το δικαίωμα μεταβαίνει αυτούσιο στο νέο δικαιούχο, οπότε και χωρίς τη ρύθμιση του 225, αυτός θα είχε απωλέσει τη νομιμοποίηση για τη διεξαγωγή της δίκης. Στη δημιουργική κτήση αντίθετα ο μέχρι τώρα δικαιούχος διατηρεί το δικαίωμά του και συνεπώς θα 42 Σινανιώτης, Η νομιμοποίηση των διαδίκων εν τη πολιτική δίκη, 1965, 192, Νίκας Πολιτική Δικονομία ΙΙ, Σακκουλας 2005, σ. 242, Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 227 43 Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 228 44 Αντίθετα στην περίπτωση της πρωτότυπης κτήσης δεν εφαρμόζεται το 225 ΚΠολΔ ΑΠ 1155/2013, ΝΟΜΟΣ, Εφ Λαμ 5/2011 ΝΟΜΟΣ [21]

συνέχιζε να νομιμοποιείται για τη διεξαγωγή της δίκης και χωρίς τη ρύθμιση του 225. Ωστόσο από το γράμμα του νόμου προκύπτει ότι η διάταξη εφαρμόζεται και στη περίπτωση της δημιουργικής κτήσης οπότε το ερώτημα που τίθεται είναι αν κάθε περίπτωση δημιουργικής κτήσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης. Στη δημιουργική κτήση ο μέχρι τώρα δικαιούχος, είτε περιορίζει το περιεχόμενο του δικαιώματός του όπως λ.χ. συμβαίνει στην περίπτωση των δουλειών, όπου περιορίζεται η εξουσία του κυρίου του πράγματος, είτε περιορίζει μόνο την εξουσία διάθεσης του πράγματος, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της υποθήκης, όπου ο μεν κύριος έχει όλες τις εξουσίες κατά το αρ. 1000 ΑΚ, αλλά ο ενυπόθηκος δανειστής εφόσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις του νόμου, μέσω της εμπράγματης ή υποθηκικής αγωγής (άρθρα 1292 επ. ΑΚ, και 993 ΚΠολΔ), αποκτά την εξουσία παρακολουθήσεως του πράγματος και επίσης ρευστοποίησης αυτού, με σκοπό την προνομιακή ικανοποίηση της απαιτήσεώς του. Όλες αυτές οι περιπτώσεις δεν θα έπρεπε να υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης αλλά μόνο όταν εξαιτίας αυτών επέρχεται αλλοίωση στην εξουσία διεξαγωγής δίκης στο πρόσωπο του αρχικού δικαιούχου, δηλαδή εδώ του κυρίου του πράγματος 45. Στην περίπτωση όμως των περιορισμένων εμπράγματων δικαιωμάτων, ο ενάγων συνεχίζει να νομιμοποιείται στη διεξαγωγή σχετικής δίκης και χωρίς την εφαρμογή της διάταξης αφού ως κύριος μπορεί να ασκήσει διεκδικητική αγωγή. Η υπαγωγή των περιπτώσεων αυτών στη συγκεκριμένη διάταξη οφείλεται μάλλον σε εσφαλμένη αφετηρία του νομοθέτη και όχι σε καμία άλλη σκέψη, οπότε και δεν εισάγει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι για τη διεξαγωγή της δίκης νομιμοποιείται ο αρχικός δικαιούχος. Αυτό πιθανολογείται ότι έγινε όταν κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες του κώδικα, θεωρήθηκε αυτονόητο ότι από τη στιγμή που η δημιουργική κτήση εμπίπτει στο εύρος της έννοιας διαδοχή κατά τη διάταξη του 325, θα έπρεπε να εμπίπτει και στην έννοια του όρου της μεταβίβασης. Ωστόσο οι δύο έννοιες δεν είναι ταυτόσημες στις δύο διατάξεις, όπως δείχνει η περίπτωση της καθολικής διαδοχής, η οποία εμπίπτει μεν στη διάταξη του άρθρου 325 αλλά όχι σ αυτή του άρθρου 225 46. 45 Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 230 46 Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, ΙΙ, Σακκουλας, 2006 σ. 231 [22]

Β2.5. Λήξη ιδιότητας μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου Το ζήτημα της λήξης της ιδιότητας του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διάδικου προέκυψε με αφορμή τις δίκες της προίκας και των προικώων που γίνονταν από το προικολήπτη σύζυγο, μετά τη κατάργηση του θεσμού της προίκας 47. Αρχικά προτάθηκε 48 η αναλογική εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 225, ώστε η δίκη να συνεχίζεται από το μη δικαιούχο ή μη υπόχρεο διάδικο, του οποίου έπαυσε η νομιμοποιητική εξουσία. Εδώ ωστόσο υπάρχει μεταβολή στη νομιμοποιητική εξουσία αλλά όχι μεταβολή της ουσιαστικής σχέσης των διαδίκων προς το επίδικο αντικείμενο και ο μη δικαιούχος ή μη υπόχρεος διάδικος, του οποίου έπαυσε η νομιμοποιητική εξουσία, πολύ λίγο ενδιαφέρον θα είχε στη συνέχιση της δίκης με αποτέλεσμα να τίθενται σε κίνδυνο τα συμφέροντα του φορέα του δικαιώματος. Άλλη άποψη 49 προτείνει την απόρριψη της αγωγής λόγω έλλειψης νομιμοποίησης, μια λύση όμως που θα δημιουργούσε ζητήματα σχετικά με τη δέσμευση από το δεδικασμένο. Διατυπώθηκε επίσης η πρόταση 50 να αναγνωρίζεται η δυνατότητα συνέχισης της δίκης από το φορέα της νομιμοποιητικής εξουσίας υπό δύο προϋποθέσεις. Πρώτον ότι το δεδικασμένο της εκκρεμούς δίκης θα καταλάμβανε και το νέο νομιμοποιούμενο διάδικο, αν δε χωρούσε άρση της νομιμοποίησης του μέχρι τότε νομιμοποιούμενου διαδίκου και δεύτερον να επέρχεται βίαιη διακοπή της δίκης, η οποία θα επαναλαμβάνεται από το νέο φορέα της νομιμοποίησης. Αλλά και αυτή η λύση περιορίζει αδικαιολόγητα την εφαρμογή της διάταξης του 286 και έρχεται σε αντίθεση με την περίπτωση του εδαφίου γ του 286, η οποία επιτρέπει ακριβώς σε τέτοιες περιπτώσεις την εφαρμογή των περί διακοπής διατάξεων. Παραλλαγή της άποψης αυτής αποτελεί η γνώμη που υποστηρίζει την εφαρμογή του άρθρου 286 εδ. α, οπότε επέρχεται βίαιη διακοπή της δίκης, την οποία θα συνεχίσει ο νομιμοποιούμενος διάδικος. 47 ΠΠρΘΕΣ 158/1983, Αρμ. 1983, 127, η οποία πρότεινε εφαρμογή του α. 67, Αντιθ. ΜονΠρΘες 1688/1983, Αρμ 1983,678 και ΕφΑθ 10188/1984 ΝοΒ 1985,825 που εφάρμοσε το 286 εδ α 48 Νικα, Νομικές Μελέτες Ι, 1999, 135 και εκεί παραπομπές 49 Σινανιώτης, Η νομιμοποίηση των διαδίκων εν τη πολιτική δίκη, 1965, σ. 166 50 Σινανιώτης, ο.π. σ. 166 [23]

Β3. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ Β3.1. Νομική θέση δικαιοπαρόχου Η απαλλοτρίωση του αντικειμένου όπως λέχθηκε παραπάνω δεν ασκεί καμία επιρροή στην εκκρεμή δίκη. Η δίκη δεν διακόπτεται και διεξάγεται μεταξύ των αρχικών διαδίκων. Ο αρχικός διάδικος εξακολουθεί να διεξάγει τη δίκη στο δικό του όνομα αλλά εξαιτίας της μεταβολής στη νομιμοποίηση δεν είναι δικαιούχος διάδικος, αλλά μη δικαιούχος. Ο ίδιος επιχειρεί και διεξάγει όλες τις διαδικαστικές πράξεις, αποδέχεται την αγωγή ή παραιτείται από το δικόγραφο και από το δικαίωμα, ενώ κατά την ορθότερη γνώμη 51, εγκύρως συνάπτει και συμβιβασμό. Β3.2. Νομική θέση διαδόχου Συνεπεία της μεταβιβάσεως δεν επέρχεται βίαιη διακοπή της δίκης, αλλά αυτή συνεχίζεται με τη συμμετοχή του διαδίκου που μεταβίβασε το επίδικο πράγμα ή δικαίωμα. Σύμφωνα με τον ΚπολΔ, η ειδική διαδοχή δεν επιδρά στη νομιμοποίηση. Ενώ κατά το σαφές γράμμα του άρθρου 225 ΚΠολΔ και μετά τη μεταβίβαση του επίδικου αντικειμένου η εκκρεμής δίκη διεξάγεται με την αποκλειστική νομιμοποίηση του αρχικού ενάγοντος ή εναγομένου, αν και αυτός αποξενώθηκε λόγω της μεταβίβασης από την έννομη σχέση, αναγνωρίζεται παράλληλα το εύλογο ενδιαφέρον του ειδικού διαδόχου για συμμετοχή του στην ήδη εκκρεμή δίκη, το οποίο ικανοποιείται με τη δυνατότητα που δίνεται στον ειδικό διάδοχο να ασκήσει παρέμβαση. Στο νόμο δεν εξειδικεύεται αν η παρέμβαση αυτή θα είναι κύρια (άρθρο 79 ΚΠολΔ) ή πρόσθετη (άρθρο 80 ΚΠολΔ) και συνεπώς είναι, κατ' αρχήν, δυνατή η άσκηση είτε κύριας είτε πρόσθετης παρεμβάσεως 52. Περίπτωση ασκήσεως κύριας παρεμβάσεως συντρέχει όταν ο ειδικός διάδικος έχει έννομο συμφέρον να δημιουργήσει δεδικασμένο όχι μόνον έναντι του αντιδίκου, 51 Νίκας, Ο Δικαστικός Συμβιβασμός, Σακκουλας, σ.134 επ 52 ΑΠ 1345/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1920/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1591/2003, ΕλΔνη 45/741, ΑΠ 103/97 ΕλλΔ. 39.125, ΕΑ 4733/97 ΕλλΔ 39.421,424, ΕΑ 1851/96 ΕλλΔ 39.1400, 7859/92 ΕλλΔ 36.663, ΑΠ 612/1980 ΝοΒ 28.1980, Εφ Αθ 10097/1986 και παρατηρήσεις εκεί Α. Κρητικού. [24]

αλλά και απέναντι στο δικαιοπάροχο του. Τούτο συμβαίνει στην περίπτωση, ιδιαίτερα, που ο δικαιοπάροχος του κυρίως παρεμβαίνοντας αμφισβητεί ότι ο τελευταίος απέκτησε εγκύρως το επίδικο πράγμα 53. Συγχρόνως όμως επειδή κατά τα άρθρα 325 και 919 ΚΠΟΛΔ ο ειδικός διάδοχος θα δεσμεύεται από το δεδικασμένο 54 και την εκτελεστότητα της αποφάσεως που θα εκδοθεί με διάδικο τον αρχικό δικαιούχο του παρέχεται η δυνατότητα να ασκήσει κατά το άρθρο 83 του ΚΠΟΛΔ αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση. Αυτοτελής θα χαρακτηρίζεται σε κάθε περίπτωση η παρέμβαση όταν το προς άσκησή της έννομο συμφέρον δικαιολογείται εκ του λόγου ότι «η ισχύς της αποφάσεως επεκτείνεται στις έννομες σχέσεις του προσθέτως παρεμβαίνοντος», όταν δημιουργεί δηλαδή δεδικασμένο ή εκτελεστότητα στις όχι μόνο μεταξύ των κύριων διαδίκων αλλά και εναντίον του παρεμβαίνοντος 55. Η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση τον καθιστά κύριο διάδικο και δη αναγκαίο ομόδικο του διαδίκου υπέρ του οποίου παρεμβαίνει. Για το λόγο αυτό ο αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνων δικαιούται και κατά το άρθρο 85 να υποκαταστήσει τον αρχικό διάδικο και κατά το άρθρο 76 ΚΠΟΛΔ να τον εκπροσωπήσει εάν ερημοδικεί. Περαιτέρω κατά τα άρθρα 80 και 81 του ΚΠΟΛΔ η παρέμβαση ασκείται όπως και η αγωγή και έχει αντίστοιχες με αυτήν έννομες συνέπειες. Ο προσθέτως παρεμβαίνων, εάν συμφωνούν και οι δύο κύριοι διάδικοι, έχει δικαίωμα να μετέχει στη δίκη ως κύριος διάδικος, με αποτέλεσμα την υπεισέλευσή του στη θέση του διαδίκου για την υποστήριξη του οποίου άσκησε την παρέμβαση, οπότε και εκείνος τίθεται εκτός δίκης, εφόσον και η συναίνεση των κυρίων διαδίκων για τη συμμετοχή του προσθέτως παρεμβαίνοντος στη δίκη ως κυρίου διαδίκου δύναται να εξακριβωθεί χωρίς να διαταχθούν αποδείξεις. Στην αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση κατ άρ.83 Κ.Πολ.Δ εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρ. 274 2 β ΚΠολΔ, κατά την οποία, αν απουσιάζει μόνον εκείνος υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του, 53 βλ. ενδεικτικά ΕφΑΘ 7859/1992 ΕλλΔνη 1995.664, ΕφΑΘ 10098/1986 ΕλλΔνη 1988.137 και Μπέη, Πολ. Δικονομία, άρθρο 225, V1 σελ. 1035 54 Ενδεικτ. ΑΠ 1415/2009 ΝΟΜΟΣ 55 Μητσόπουλος, Νέα μορφή αυτοτελούς προσθέτου παρεμβάσεως, 1990, σελ. 319, Κεραμευς/Κονδύλης/ Νίκας Ερμ ΚΠολΔ α. 83, σελ. 193 [25]

μεταξύ εκείνου που άσκησε την παρέμβαση και του αντιδίκου του υπέρ ού. Όπως γίνεται δεκτό 56, αν πρόκειται για αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση (225 σε συνδ. με 325 ΚΠολΔ), τότε ο απών θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τον παρεμβαίνοντα, που επέχει θέση αναγκαίου ομοδίκου με τον υπερού. Οπότε, αν και δεν καθίσταται διάδικος, πάντως εκπροσωπεί με εξουσίες αναγκαίου ομοδίκου τον υπερού (και αν αυτός απουσιάζει) 57. Αντίθετα, αν πρόκειται για απλή πρόσθετη παρέμβαση, τότε η ερημοδικία του αρχικού διαδίκου επιφέρει εις βάρος του τις δυσμενείς συνέπειες της ερημοδικίας, ανεξαρτήτως της παρουσίας του παρεμβαίνοντος. Στη περίπτωση μεταβίβασης του επιδίκου αντικειμένου ο ενάγων υποχρεούται να ζητήσει με τις προτάσεις του την καταδίκη του εναγομένου προς καταβολή ή απόδοση του πράγματος στον ειδικό διάδοχο, κατ' επιτρεπτή μεταβολή του αγωγικού αιτήματος, οπότε η καταδίκη με τη δικαστική απόφαση πρέπει να γίνει υπέρ του ειδικού διαδόχου 58. Όταν η μεταβίβαση, που χώρησε κατά τη διάρκεια της δίκης, γίνει από τον ενάγοντα, η καταδίκη του εναγομένου για παράδοση του πράγματος ή εκπλήρωση της αξίωσης θα αναφέρεται στο πρόσωπο του μεταβιβάσαντος ενάγοντος και όχι του ειδικού διαδόχου, αφού ο πρώτος υπήρξε διάδικος στη δίκη και ο ειδικός διάδοχος έχει δικαίωμα επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης που εκδόθηκε στο όνομα του ενάγοντος, ως φορέας του ουσιαστικού δικαιώματος. Αν όμως υπεισέλθει στη δίκη, με άσκηση πρόσθετης παρέμβασης και συμμετοχή του στη δίκη ως κύριος διάδικος κατ' αρθρ. 85 ΚΠολΔ, όπως προαναφέρθηκε, τότε η καταδίκη του εναγομένου θα είναι υπέρ του ειδικού διαδόχου 59. Οι ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 225 και 85 ΚΠολΔ εφαρμόζονται και στη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, κατ' αρθρ. 741 του ιδίου Κώδικα, εφόσον προσαρμόζονται ο' αυτήν και δεν είναι αντίθετες σε ειδικές διατάξεις. 56 Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (Μακρίδου), ΕρμηνΚΠολΔ, άρθρο 274 αριθ. 3 57 ΜΠρΑθ 4842/2013, ΜΠρΙωαν 252/2013 58 ΕφΔωδ 162/2009, ΕΑ 140/1987 Ελλ.Δνη 29.146, επίσης Μπέης Πολιτική Δικονομία, σελ. 1033-1035 59 ΑΠ 302/2012, 53/1996, ΕφΠατρ 913/2003, ΠΠρΘες 20632/2012 όλες στη ΝΟΜΟΣ, επίσης βλ. Δεληκωστόπουλος/ Σινανιώτης, ΕρμΚΠολΔ άρθρο 228 σ. 199, Μπέης Πολιτική Δικονομία, άρθρο 225 σ. 1036, Γέσιου Φαλτσή Η αυτοτελής πρόσθετος παρέμβασις, σ. 559 και 567 σημ. 5, Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ αρθρ. 225 αριθμ. 19 [26]

Οι ειδικοί διάδοχοι δεν καθίστανται διάδικοι εκ του νόμου, ούτε είναι δυνατόν να τους εκχωρηθεί η αγωγή που ήδη ασκήθηκε, αφού έτσι θα επερχόταν μεταβολή στα πρόσωπα των διαδίκων, κατά παράβαση της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 225 ΚΠολδ 60. Β3.3. Δέσμευση του αποκτώντος από το δεδικασμένο Ο νόμος όρισε ρητά ότι ο ειδικός διάδοχος δεσμεύεται τόσο από το δεδικασμένο 61 (325,1 αρ. 2) όσο και από την εκτελεστότητα (919 αρ.1)της σχετικής αποφάσεως. Μόνο όταν ο ειδικός διάδοχος απέκτησε καλόπιστα το επίδικο πράγμα δεν αναπτύσσεται εις βάρος του δεδικασμένο. Η διεξαγωγή δεύτερης δίκης από ή κατά του διαδόχου αποκλείεται λόγω παρεμβολής της ένστασης εκκρεμοδικίας. Αφού η απόφαση θα παράγει δεδικασμένο έναντι και του διαδόχου δεν είναι απαραίτητη η μεταβολή του αγωγικού αιτήματος, ώστε να ζητείται η απόδοση του επίδικου αντικειμένου στον ειδικό διάδοχο. Δεν απορρίπτεται, επομένως η αρχική αγωγή και δεν απαιτείται η μεταβολή του αιτήματός της. Η απόφαση θα εκδοθεί στο όνομα του μεταβιβάσαντος, ο οποίος δεν θα δικαιούται να εισπράξει το ποσό που επιδικάσθηκε, αφού δεν είναι πλέον δικαιούχος. Αναγκαστική εκτέλεση νομιμοποιείται τότε να επισπεύσει μόνο ο ειδικός διάδοχος ως φορέας του δικαιώματος. 60 ΕφΔωδ 162/2009 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 8683/1980 ΑρχΝ 1981.277 61 Η αδυναμία του πράγματι δικαιούχου να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα της δίκης δεν βρίσκουν καταρχήν αντίθετη την εγγύηση του άρθρου 20Σ. Αρκεί να εξασφαλίζεται στον αληθή δικαιούχο η εξουσία συμμετοχής στη δίκη, βλ. Κονδύλης Το δεδικασμένο σ. 331, Απαλαγάκη, Το δεδικασμένο και η εκτελεστότητα στα νομικά πρόσωπα και στα μέλη τους, σ. 24 υποσημ. 15 και εκεί παραπομπές [27]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΔΕΔΙΚΑΣΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΤΗΤΑΣ Α. ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΟΧΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ Νομιμοποίηση στην αναγκαστική εκτέλεση είναι η εξουσία ορισμένου προσώπου να διενεργήσει αναγκαστική εκτέλεση και να την απευθύνει κατά συγκεκριμένου προσώπου. Αν αντιστοιχήσουμε τη νομιμοποίηση στη διαγνωστική διαδικασία με αυτή της αναγκαστικής εκτέλεσης εύλογα προκύπτει ότι ενεργητικά νομιμοποιείται το πρόσωπο που έχει την εξουσία να επισπεύδει την αναγκαστική εκτέλεση ενώ παθητικά αυτό κατά του οποίου αυτή στρέφεται 62. Την ύπαρξη νομιμοποιήσεως αποδεικνύει ο επισπεύδων δανειστής. Ο ισχυρισμός του καθ ού η εκτέλεση ότι δεν νομιμοποιείται παθητικά αποτελεί άρνηση ως προς την ύπαρξη αναγκαίας προϋπόθεσης της αναγκαστικής εκτέλεσης και ουσιαστικό ελάττωμα που αφορά την εγκυρότητα του τίτλου και θεμελιώνει σχετικό λόγο ανακοπής 63. Στην αναγκαστική εκτέλεση φορέας της αξίωσης είναι ο επισπεύδων δανειστής ενώ οφειλέτης της παροχής είναι ο καθ ου η εκτέλεση. Πέρα όμως από αυτά τα πρόσωπα νομιμοποιούνται ενεργητικά και παθητικά και όσα ειδικά καθορίζονται στον νόμο 64. Σε αυτή τη περίπτωση μιλάμε για επέκταση των υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας της απόφασης. Σκοπός της επέκτασης των υποκειμενικών ορίων της εκτελεστότητας είναι η παροχή στο δανειστή της δυνατότητας να προβεί άμεσα σε εκτέλεση σε βάρος τρίτου, χωρίς να χρειαστεί να αποκτήσει νέο τίτλο κατά 62 Γέσιου Φαλτσή, Δικαιο Αναγκαστικής εκτελέσεως, Γενικό Μέρος, Σάκκουλας 1998, σ. 385 63 Εφ Πειρ. 1014/1992 ΝΟΜΟΣ και επίσης Γέσιου Φαλτσή, Δικαιο Αναγκαστικής εκτελέσεως, Γενικό Μέρος, Σάκκουλας 1998, σ. 386 και σ. 567, Ποδηματά, Ζητήματα εφαρμογής των άρθρων 933 και 936 ΚΠολΔ, 1991,σ 18, Κεραμευς/ Κονδύλης/ Νίκας, Ερμ. ΚΠολΔ, α. 936, σ.11 64 Άρθρο 919 ΚΠολΔ Η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται 1) όταν πρόκειται για δικαστικές και διαιτητικές αποφάσεις, υπέρ και κατά των προσώπων έναντι των οποίων ισχύει δεδικασμένο και κατά των προσώπων που απέκτησαν τη νομή ή κατοχή του επίδικου πράγματος κατά τη διάρκεια της δίκης ή μετά το τέλος της,2) όταν πρόκειται για όλους τους άλλους εκτελεστούς τίτλους, υπέρ των δικαιούχων και κατά των υποχρέων που αναφέρονται σ' αυτούς, υπέρ και κατά των προσώπων που αναφέρονται στα άρθρα 325 έως 327, καθώς και κατά των προσώπων που απέκτησαν τη νομή ή κατοχή του πράγματος μετά τη σύνταξη του εγγράφου ή την έκδοση του τίτλου. [28]