ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2015 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α1. Έτσι, λοιπόν, εφοδιασμένοι οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, πόλεις, όμως, δεν υπήρχαν. Καταστρέφονταν, λοιπόν, από τα θηρία, επειδή ήταν από κάθε άποψη και σε κάθε περίσταση πιο ανίσχυροι από αυτά και οι τεχνικές γνώσεις ήταν ένας καλός βοηθός τους για την τροφή τους, αλλά ανεπαρκής για τον πόλεμο με τα θηρία - γιατί δεν είχαν ακόμη πολιτική τέχνη και επιστήμη για την οργάνωση της πολιτείας, της οποίας μέρος είναι η πολεμική επεδίωκαν, λοιπόν, σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις κάθε φορά, λοιπόν, να συναθροίζονται και να εξασφαλίζουν τη που συναθροίζονταν, αδικούσαν ο ένας τον άλλο, επειδή δεν είχαν την πολιτική τέχνη, ώστε πάλι σκορπίζοντας (εδώ και εκεί) καταστρέφονταν. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως χαθεί ολότελα, στέλνει τον Ερμή που έφερνε στους ανθρώπους τον αλληλοσεβασμό και τη δικαιοσύνη, για να υπάρχουν τάξη και στενές σχέσεις των πόλεων που να τις κρατάνε ενωμένες με φιλία. Β1. «θεία μοίρα» (=μέρος, μερίδιο στη θεική φύση) είναι κυρίως το πυρ αλλά και η έντεχνος σοφία (οι τεχνικές γνώσεις), που έδωσαν τη δυνατότητα στον άνθρωπο να δημιουργήσει τον τεχνικό πολιτισμό, να βρεθεί σε θέση ανώτερη από άλλα έμβια όντα και να μεταβάλει την όψη της φύσης σαν «δημιουργός-θεός».οι αρχαίοι θεωρούσαν ότι η φωτιά είχε μεγάλη δύναμη, αν σκεφτούμε ότι μπορεί να καταστρέψει τα πάντα στο πέρασμά της, μπορεί να μεταμορφώσει την σκληρότητα των μαζών των μετάλλων κλπ. Θεωρήθηκε λοιπόν ότι αποτελούσε αποκλειστικό κτήμα των θεών και ένα από τα μυστικά της δύναμής τους. Όπως είδαμε σε προηγούμενη ενότητα, ο Προμηθέας έκλεψε από την Αθηνά και τον Ήφαιστο τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις και τα δώρισε στους ανθρώπους. Επειδή λοιπόν ο άνθρωπος απέκτησε αυτά τα θεϊκά στοιχεία (προέρχονται από θεούς και αποκτήθηκαν με θεϊκή παρέμβαση), πήρε μερίδιο από τη θεϊκή φύση, δημιουργήθηκε ένα είδος «συγγένειας» με τους θεούς. Όταν λέμε «συγγένεια δεν εννοούμε την κοινή καταγωγή, αλλά μια «πνευματική» ή «πολιτισμική» συγγένεια. Κάτι τέτοιο ερμηνεύεται με τον εξής τρόπο : α) Απέκτησε τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις, τα οποία ήταν κτήματα αποκλειστικά των θεών και κανένα άλλο θνητό είδος δεν είχε μερίδιο στα στοιχεία αυτά Ο άνθρωπος με τα δώρα αυτά που απέκτησε, ξέφυγε από την κατάσταση των άλλων όντων, μπήκε στο δρόμο του πολιτισμού και κυρίως αντιλήφθηκε την ύπαρξη των θεών, πίστεψε σε αυτούς. Έγινε το μόνο ον το οποίο ανέπτυξε θρησκείες και έτσι ήρθε σε «επαφή και επικοινωνία» με το θεό. β) Ο άνθρωπος έλαβε τα δώρα των θεών μέσω της ευεργεσίας του Προμηθέα, ο οποίος, ως Τιτάνας, είναι μέτοχος θεϊκής φύσης. Άρα, ο διαμεσολαβητής έχει και αυτός στοιχεία θεϊκής φύσης.
Β2. Ο Πρωταγόρας αναφέρει ότι οι άνθρωποι στα πρώτα στάδια της ζωής τους ζούσαν διασκορπισμένοι, χωρίς να έχουν δημιουργήσει ακόμα πόλεις, κοινωνικούς σχηματισμούς. Αν και είχαν αναπτύξει ήδη πολιτισμό ( γλώσσα, θρησκεία, υλικές κατασκευές), ακόμα δεν είχαν συγκροτήσει κοινωνίες. Ταυτόχρονα ήταν εκτεθειμένοι στα διάφορα θηρία. Αυτήν την απειλή δεν μπορούσαν να την αντιμετωπίσουν για δύο λόγους: α) υστερούσαν από τα θηρία ως προς τη δύναμη και τις άλλες σωματικές ικανότητες και β) είχαν εργαλεία για την εξασφάλιση τροφής, όχι όμως τα κατάλληλα όπλα για την προστασία τους από τα θηρία. Η «δημιουργική τέχνη» ήταν επαρκής για να καλύψει τις βιοτικές ανάγκες των ανθρώπων (κατοικίες, ρούχα, στρωσίδια κλπ.), δεν ήταν όμως αρκετή για την αντιμετώπιση των θηρίων. Γι αυτήν απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η ύπαρξη πολιτικής τέχνης (πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης), μέρος της οποίας είναι η πολεμική τέχνη, αφού αυτή αναπτύσσεται μόνο σε οργανωμένες πολιτικά κοινωνίες. Οι άνθρωποι δηλαδή για να προστατέψουν τη ζωή τους από τον κίνδυνο των θηρίων και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους από αυτά, αναγκάστηκαν να συναθροίζονται και να χτίζουν σπίτια οργανώνοντας ευρύτερους οικισμούς, όπου ζούσαν πολλοί μαζί για την άμυνά τους. Όμως προέκυπτε κάθε φορά ένα πρόβλημα, που οφειλόταν και αυτό στην έλλειψη πολιτικής οργάνωσης : καθώς ζούσαν πολλοί μαζί στους πρώτους αυτούς κοινωνικούς σχηματισμούς, αδικούσαν ο ένας τον άλλο. Έτσι η συμβατική συμβίωση δεν είχε διάρκεια και άρχιζαν να σκορπίζουν και να σκοτώνονται και πάλι από τα θηρία. Αίτιο λοιπόν δημιουργίας των πρώτων κοινωνιών κατά τον Πρωταγόρα ήταν ο κίνδυνος από τα άγρια θηρία, ενώ οι άνθρωποι δεν είναι πλασμένοι εκ φύσεως να ζουν οργανωμένοι σε πόλεις, αλλά αυτή την οργάνωση τους την επέβαλε η ανάγκη- ο φόβος των θηρίων. Επομένως, η οργάνωση των αθρώπων σε πόλεις είναι προϊόν συμφωνίας (έγινε νόμω) και αποτελεί βιασμό της ανθρώπινης φύσης (αυτή είναι γενικά η σοφιστική άποψη) Από το φόβο του μήπως χαθεί το ανθρώπινο γένος ο Δίας ως υπέρτατος ρυθμιστής των πάντων και πατέρας των ανθρώπων στέλνει με τον Ερμή ως δώρο δύο σημαντικά μέσα για να προστατευτούν και να σωθούν : την «αιδώ» και τη «δίκη». Η αἰδώς και η δίκη δόθηκαν από τον Δία στους ανθρώπους με σκοπό να επικρατήσει τάξη και αρμονία στις πόλεις, ώστε να αποφευχθεί η αλληλοεξόντωση των ανθρώπων. Δε δόθηκαν όμως ως έμφυτα χαρακτηριστικά στον άνθρωπο, αλλά ως έννοιες, δηλαδή ως πρότυπα που έπρεπε να κατακτήσουν οι άνθρωποι με τη λογική και τον προσωπικό τους αγώνα. Η οργάνωση της πολιτείας μπορεί να στηριχτεί σε αυτές, μόνο όταν οι άνθρωποι γνωρίσουν καλά αυτές τις έννοιες, όταν τις αφομοιώσουν και τις αποδεχτούν
στις μεταξύ τους σχέσεις. Έτσι εδραιώνεται η αμοιβαία εμπιστοσύνη και εξασφαλίζεται η ισορροπία σ αυτές τις σχέσεις. Με αυτές τις προϋποθέσεις αναπτύσσονται φιλικοί δεσμοί μεταξύ των πολιτών και των πολιτών με το κράτος και επικρατεί τάξη και αρμονία στην πολιτεία, μια πολιτεία που δεν μπορεί παρά να είναι δημοκρατική. Β3. Ο Δίας επισείει τη θανατική ποινή σε εκείνον που δε θα είναι σε θέση να έχει μερίδιο στην αιδώ και στη δίκη, που δε θα μπορεί ή δε θα θέλει να ενταχθεί στο κοινωνικό σύστημα. Και υπογραμμίζει την αυστηρότητα του νόμου τονίζοντας ότι ο ίδιος είναι εκείνος που τον επιβάλλει και προσθέτοντας μία παρομοίωση : όποιος δε θα έχει μερίδιο, θα μοιάζει με αρρώστια της πόλης, θα είναι επικίνδυνος γι αυτή και θα πρέπει να θανατωθεί για την εξυγίανσή της. Και με βάση το μεταφρασμένο κείμενο είναι αναγκαίο να έχουν πολιτική αρετή (δηλαδή δικαιοσύνη, σωφροσύνη, οσιότητα) όλοι χωρίς εξαίρεση, για να υπάρχει πόλη. Όμως κάποιοι (παιδιά, άντρες, γυναίκες) δεν την έχουν και πρέπει να τους τη διδάξουμε όποιος δε βελτιωθεί με τη διδασκαλία και την τιμωρία πρέπει να εκδιώκεται από την πόλη ή να θανατώνεται. Θα ήταν λοιπόν παράλογο κάποιος μεγάλος πολιτικός να μη διδάσκει την αρετή στα παιδιά του, με κίνδυνο αυτά να εξοριστούν ή να θανατωθούν. Ο Πρωταγόρας λοιπόν επανέρχεται στη θανάτωση όσων δεν έχουν συμμετοχή στην αρετή και στην παρομοίωση τους με σωματική νόσο, σύμφωνα με το μύθο του Δία. Όμως, εδώ προστίθενται στο θάνατο και άλλες ποινές βαρύτατες: ο θάνατος ήταν βέβαια «η εσχάτη των ποινών» όμως και η εξορία για τον αρχαίο ως πολίτη είναι και αυτή, πέρα από την ατίμωση, μια μορφή θανάτου, αφού η ζωή του πολίτη μπορεί να νοηθεί μόνο στο πλαίσιο της πόλης. Αλλά και η δήμευση της περιουσίας ή η κατεδάφιση του σπιτιού, που θα ανάγκαζαν τον πολίτη να περιφέρεται ανέστιος και πένης, ήταν όχι μόνο οδυνηρές οικονομικά αλλά κυρίως ταπεινωτικές για έναν πολίτη. Άποψη λοιπόν του Πρωταγόρα είναι ότι η πολιτική αρετή δόθηκε στον άνθρωπο σ ένα μεταγενέστερο στάδιο και όχι από την αρχή της δημιουργίας του. Αυτές τις δύο αξίες τις διαθέτει ο άνθρωπος ως ηθικές καταβολές και προδιάθεση. Για να γίνουν όμως κτήμα του και να φτάσει στην πλήρη κατάκτηση της πολιτικής αρετής πρέπει να καταβάλει προσπάθεια και αγώνα. Ο άνθρωπος δεν γεννιέται, αλλά γίνεται κάτοχος της πολιτικής αρετής μέσα από μαθητεία σε αυτήν, δηλαδή με διδαχή και προσπάθεια. Σ αυτό θα συντελέσουν οι φορείς αγωγής αλλά και οι νόμοι με τις ποινές και τις κυρώσεις τους («Ἐπὶ πάντας,» «καὶ πάντες μετεχόντων» κτείνειν ὡς νόσον πόλεως.»). Επειδή οι δύο αυτές αρετές δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής φύσης των ανθρώπων, ο Δίας δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την καθολικότητά τους στους ανθρώπους. Αυτός είναι ο λόγος
που η τιμωρία θεωρείται αναγκαία προκειμένου να μην υπάρχει άνθρωπος αμέτοχος στην αιδώ και στη δίκη. Β4. Σ, Λ, Λ, Σ, Λ Β5. ἂγοντα, ἀγάλματα, τροφήν, βωμούς, ἱκανή, ἔχοντες, ὑποδέσεις, γένει, ἀπόλοιτο, δείσας Γ1. Τέτοια ήταν τα ναυτικά των Ελλήνων και αυτά που έγιναν παλαιότερα και τα νεώτερα. Απέκτησαν όμως πολύ μεγάλη δύναμη αυτοί που έστρεψαν την προσοχή τους σ αυτά και εξαιτίας της αύξησης των χρημάτων και εξαιτίας της κυριαρχίας των άλλων. Διότι πλέοντας εναντίον των νήσων, τις κατέστρεψαν, και πολύ περισσότερο όσοι δεν είχαν σταθερή χώρα. Στην ξηρά όμως κανένας πόλεμος δεν έγινε από όπου να προέλθει σε αυτούς κάποια δύναμη. Αλλά όσοι έγιναν, ήταν πόλεμοι μεταξύ των δικών τους για τον καθένα γειτόνων. Και οι Έλληνες δεν έκαναν εκστρατεία σε ξένες και μακριά από τη δική τους χώρα με σκοπό την καταστροφή άλλων. Γιατί ούτε με τις ισχυρότερες πόλεις συντάχθηκαν ως υπήκοοι. Ούτε πάλι οι ίδιοι έκαναν κοινές εκστρατείες ως ίσοι. Γ2. ἔσται, ἐλάττοσι, πρόσχωμεν ἐπιπλεῖτε, κατεστράφθω, μάλα, διαρκές, ἐκδήμοις, οὐδεμιᾶς, ἐξελθεῖν. Γ3α) τά ναυτικά: υποκείμενο στο ἦν (αττική σύνταξη) αὐτοῖς: αντικείμενο στο προσσχόντες ἂλλων: γενική αντικειμενική στο ἀρχῇ ἐπί καταστροφῇ: εμπρόθετος προσδιορισμός του σκοπού στο οὐκ ἐξῇσαν ὑπήκοοι: επιρρηματικό κατηγορούμενο του τρόπου στο ξυνειστήκεσαν Γ3β) Ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχύν δέ περιποιήσασθαι ὃμως οὐκ ἐλαχίστην τούς προσσχόντας αὐτοῖς. (ειδικό απαρέμφατο) Ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχύν δε περιποιησαμένους ὃμως οὐκ ἐλαχίστην τούς προσσχόντας αὐτοῖς. (κατηγορηματική μετοχή) Ἅπαντες γιγνώσκουσι ὃτι ἰσχύν δέ περιεποιήσαντο ὃμως οὐκ ἐλαχίστην οἱ προσσχόντες αὐτοῖς. (ειδική πρόταση)
Επιμέλεια: Τέλια Καρατζέτζου Κατερίνα Τσιρέκα Μαρία Χαρτοματζίδου