THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΑΝΔΡΕΑ ΤΖΟΥΡΟΥ EXECUTIVE CHAIRMAN OF THE BOARD OF DIRECTORS, ELPEDISON POWER AND ELPEDISON ENERGY THE 19 th ROUNDTABLE WITH THE GOVERNMENT OF GREECE EUROPE: THE COMEBACK? GREECE: HOW RESILIENT? ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2015 1
THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΑΝΔΡΕΑ ΤΖΟΥΡΟΥ EXECUTIVE CHAIRMAN OF THE BOARD OF DIRECTORS, ELPEDISON POWER AND ELPEDISON ENERGY THE 19 th ROUNDTABLE WITH THE GOVERNMENT OF GREECE EUROPE: THE COMEBACK? GREECE: HOW RESILIENT? ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2015 Καλημέρα σας κυρίες και κύριοι. Θα ήθελα και εγώ με τη σειρά μου να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του Economist για την ευκαιρία που μου δίνουν να μοιραστώ ορισμένες σκέψεις μου μαζί σας. Ο τομέας της ενέργειας και ιδιαίτερα του ηλεκτρισμού, βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί ως γνωστό αποτελεί το ακρογωνιαίο λίθο για την οικονομική ανάπτυξη. Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε τις θέσεις για την ενεργειακή ένωση, πυλώνας της οποίας είναι η ενεργειακή ασφάλεια, η ενοποίηση της αγοράς ενέργειας, η μείωση εξάτμισης από τον άνθρακα, η ενεργειακή αποδοτικότητα, η έρευνα, η τεχνολογία και η ανταγωνιστικότητα. Ο ισότιμος ανταγωνισμός, το άνοιγμα των αγορών και η σταδιακή ενσωμάτωσή τους σε μια ευρωπαϊκή αγορά, αποτελούν το κύριο 1
εργαλείο με βάση το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει την επίτευξη των ενεργειακών, αλλά και των κλιματικών της στόχων. Αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις τρεις οδηγίες για την απελευθέρωση της αγοράς του ηλεκτρισμού, τις οποίες και η Ελλάδα έχει ενσωματώσει στην εθνική της νομοθεσία. Στο πλαίσιο της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού η οποία σε πρώτη φάση διαμορφώθηκε στην Ελλάδα με το νομικό πλαίσιο που προαναφέρθηκε, αλλά και δεδομένης της έλλειψης παραγωγικού δυναμικού, οι ιδιωτικές εταιρείες με συμμετοχή ελληνικών και διεθνών ενεργειακών ομίλων, προχώρησαν σε επενδύσεις ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι επενδύσεις αυτές που κατασκευάστηκαν τα τελευταία χρόνια μέσα στην κρίση, αφορούν έξι σύγχρονες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής συνολικής ισχύος 2.500 μεγαβάτ με καύσιμο φυσικό αέριο. Το μόνο καύσιμο για το οποίο η πολιτεία έδινε άδεια για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η συνεισφορά των νέων αυτών μονάδων στην ελληνική αγορά ενέργειας, υπήρξε ιδιαίτερη σημαντική, συμβάλλοντας κατ αρχάς καθοριστικά στη βελτίωση της αξιοπιστίας και της ευελιξίας του συστήματος, αλλά και στη μείωση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής λόγω σημαντικής εξοικονόμησης από την αντικατάσταση των παλαιών και ακριβών πετρελαϊκών μονάδων. Σημαντική επίσης ήταν η συνεισφορά των μονάδων αυτών, στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, αλλά και στη δημιουργία της αγοράς του φυσικού αερίου. Παράλληλα και λόγω της ανάπτυξης των αγορών, τόσο του ηλεκτρισμού, όσο και του φυσικού αερίου, η Ελλάδα έχει τη μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί σε ενεργειακό διάδρομο, ανάμεσα στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κεντρική Ευρώπη, τόσο με νέους αγωγούς φυσικού αερίου, όσο και με λογικές διασυνδέσεις. Προκειμένου ωστόσο να αναδειχθεί η χώρα μας σε ενεργειακό κόμβο, είναι απαραίτητο να λειτουργεί μέσα στο ευρωπαϊκό ενεργειακό πλαίσιο διασφαλίζοντας την ύπαρξη ανταγωνιστικών αγορών ενέργειας. Άλλωστε δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η χρηματοδότηση πολλών από τις υποδομές αυτές, σε μεγάλο βαθμό υλοποιείται με κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2
Κάτι τέτοιο επιπλέον οικονομικού οφέλους που θα έχει για τη χώρα, αποτελεί και πολύ σημαντική ευκαιρία για μείωση των τιμών ενέργειας, καθώς η ύπαρξη εναλλακτικών πηγών προμήθειας και ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού, θα οδηγούσε στη συμπίεση των τιμών. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο πλαίσιο ανοίγματος των εθνικών αγορών ηλεκτρισμού και της σταδιακής ενσωμάτωσής τους σε μια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η μονοπωλιακή διαμόρφωση των αγορών ενέργειας έχει αντικατασταθεί από ελεύθερες αγορές που λειτουργούν με κανόνες ανταγωνισμού. Από πλευράς περιβαλλοντικής πολιτικής, χαρακτηριστικό στοιχείο των αγορών των αναπτυγμένων, αλλά και των αναπτυσσόμενων κρατών, αποτελεί η προώθηση των ΑΠΕ αλλά και οι σταδιακές αποεπενδύσεις από ανθρακικές μονάδες. Στόχο έχουν τη δραστική μείωση του ρόλου του άνθρακα στο μελλοντικό ενοριακό σχεδιασμό των χωρών αυτών. Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι η προώθηση των ανανεωσίμων δημιούργησε περαιτέρω ανάγκη για τη δημιουργία αγοράς ισχύος η οποία έχει ήδη σχηματοποιηθεί σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στις ΗΠΑ. Σε αντιδιαστολή με όσα συμβαίνουν στις αναπτυγμένες, αλλά και αναπτυσσόμενες χώρες, τη χώρα μας σήμερα εξακολουθούν να την ταλανίζουν παιδικές ασθένειες, οι οποίες δημιουργούν προσκόμματα στην ανάπτυξη των ενεργειακών αγορών. Η αγορά ηλεκτρισμού σχεδιάστηκε στην αρχή σαν αγορά υποχρεωτικής κοινοπραξίας, επειδή ο σχεδιασμός αυτός αποτελούσε το μοναδικό τρόπο να εισέλθει ο ανταγωνισμός στην παραγωγή ηλεκτρισμού λόγω της δεσπόζουσας θέσης που κατείχε η μόνη λειτουργούσα τότε κρατική επιχείρηση. Παράλληλα δημιουργήθηκε η αγορά ισχύος και ορισμένοι διαρθρωτικοί μηχανισμοί, προκειμένου η αγορά να λειτουργεί και να αποφεύγονται φαινόμενα που θα την καθιστούσαν δεσμευτική, δηλαδή θα υποχρέωναν τους παραγωγούς να λειτουργούν με ζημιά. Από την αρχή το δομικό πρόβλημα της αγοράς ήταν ότι ενώ τα έσοδα των νεοεισερχόμενων παραγωγών προσδιορίζονταν από την ωριαία 3
οριακή τιμή συστήματος που παράγει η αγορά, για την καθετοποιημένη επιχείρηση, τα έσοδα προέρχονται από την πώληση της ενέργειας στους εσωτερικούς καταναλωτές, στην προμήθεια των οποίων συμμετέχει με 97%. Με το δεδομένο όμως ότι η κυρίαρχη επιχείρηση είχε και έχει παραγωγικό έλλειμμα για την προμήθεια των πελατών της, είναι υποχρεωμένη να αγοράζει ενέργεια από την αγορά για την κάλυψη των αναγκών της. Η αγορά όμως γίνεται στην οριακή τιμή συστήματος. Έτσι δημιουργείται η παραδοξιολογία η καθετοποιημένη επιχείρηση να μεγιστοποιεί τα κέρδη της με την ελάχιστη οριακή τιμή συστήματος, γεγονός βέβαια αντιφατικό για το παροδικό της τμήμα, που κατά βάση συνιστά τη μεγιστοποίηση της αξίας της παραγωγής. Παράλληλα η πλειάδα των παραγωγικών μονάδων της, αλλά και η κατοχή όλων των ερευνητικών σταθμών παρέχει τη δυνατότητα στα πλαίσια της αγοράς να επηρεάσει την τιμή, γεγονός που αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Η επίλυση της παραπάνω αντιφατικότητας, επιτυγχάνεται μόνο όταν ο ανταγωνισμός αποκτήσει σοβαρό μερίδιο στην προμήθεια ενέργειας στους καταναλωτές. Για να συμβεί όμως αυτό σε κλίμακα ουσιαστική, απαιτείται ο ανταγωνισμός να έχει πρόσβαση σε ανάλογους ενεργειακούς πόρους, όπως ο λιγνίτης και τα υδροηλεκτρικά, προκειμένου να είναι σε θέση να προσφέρει στους καταναλωτές τιμή ανταγωνιστική και μη εξαρτώμενη από την τιμή του pool. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ανωτέρω πρόβλημα, υπήρξε σχεδιασμός για την εφαρμογή του γαλλικού μοντέλου με βάση το οποίο θα εφοδιάζονταν οι ανεξάρτητοι προμηθευτές με φθηνό ενεργειακό προϊόν. Η μεθόδευση όμως αυτή για διάφορους λόγους δεν προχώρησε και έτσι βρισκόμαστε σήμερα στην αρχική κατάσταση της ατελούς αγοράς η οποία όμως κατέστη ακόμη πιο περίπλοκη με την είσοδο των ΑΠΕ. Όπως προαναφέρθηκε από την αρχική δομή της ελληνικής αγοράς, περιλαμβάνονταν αγορά ισχύος. Επειδή σε πρώτη ανάγνωση δεν είναι προφανής η έννοια της αγοράς αυτής, θα πρέπει να ανατρέξουμε στη φύση του ηλεκτρισμού, προϊόντος που δεν αποθηκεύεται και του οποίου η 4
ζήτηση διακρίνεται από έντονη διακύμανση τόσο σε ημερήσια βάση, όσο και σε εποχιακή. Η ύπαρξη των παραγωγικών μονάδων, οι οποίες θα πρέπει να είναι διαθέσιμες, καθορίζονται όχι από τη μέση κατανάλωση, αλλά από τη μεγίστη, λαμβανομένου υπόψη και των συντελεστών ασφαλείας. Έτσι εξασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση η κάλυψη της ζήτησης. Σε σχέση με την αγορά ισχύος στην Ελλάδα έχει δημιουργηθεί εσφαλμένη εντύπωση ότι υπάρχει πλεόνασμα εγκατεστημένης ισχύος. Η πραγματικότητα όμως απέχει αφού τα 5.000 μεγαβάτ στις εγκαταστάσεις νέας ισχύος προέρχονται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες ως γνωστόν, έχουν στοχαστική φύση και δεν μπορούν να ανταποκριθούν όταν ο χειριστής θεωρεί ότι πρέπει να του ανταποκριθεί το φορτίο. Επιπλέον στο ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα υπάρχουν πολλές μονάδες που είτε λόγω παλαιότητος, είτε λόγω ποιότητος καυσίμου, έχουν μια μειωμένη παραγωγική ικανότητα. Κατά συνέπεια, το ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα έχει σήμερα μια οριακή επάρκεια η οποία όμως αναμένεται να επιδεινωθεί τα επόμενα χρόνια. Η πρόσφατη μελέτη επάρκειας που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της σχετικής διαβούλευσης της ΡΑΕ, αναφέρει ότι το ελληνικό σύστημα ηλεκτρισμού θα αρχίζει να παρουσιάζει προβλήματα επάρκειας ισχύος από το έτος 2018. Μάλιστα θα πρέπει να τονιστεί ότι η επάρκεια του συστήματος δεν δοκιμάζεται πια μόνο τις ώρες της υψηλής ζήτησης. Αλλά έχει δημιουργηθεί η καθημερινή ανάγκη να υπάρχει διαθέσιμη ευέλικτη ισχύς, η οποία θα μπορεί να καλύπτει τις μεγάλες διακυμάνσεις στην παραγωγή των ΑΠΕ, κατά τη φάση της δύσης του ηλίου. Έτσι στην Ελλάδα όχι μόνο δεν υπάρχει πλεόνασμα ισχύος, αλλά θα πρέπει να σχεδιαστεί η αντιμετώπιση έλλειψης μετά το 2018. Την τελευταία περίοδο είτε για λόγους διαδικαστικούς, είτε για λόγους κακών εκτιμήσεων, έχει δημιουργηθεί μια διεθνής παραδοξολογία, η Ανεξάρτητη Παραγωγή Ενέργειας ενώ παρέχουν στο αδιάλειπτο τις υπηρεσίες που υποχρεούνται να δώσουν, να έχουν μηδενικές αμοιβές. Και δεν αμείβονται. Αφού έχει σταματήσει η πληρωμή της ισχύος, ενώ ήρθαν οι 5
προστατευτικοί μηχανισμοί, με αποτέλεσμα η αγορά να έχει καταστεί δημευτική και οι παραγωγοί να καλούνται να λειτουργήσουν μη αποζημιωνόμενοι, πολλές φορές ούτε για το κόστος καυσίμων. Αποτέλεσμα αυτών είναι η συσσώρευση πολύ σημαντικών ζημιών. Το περίεργο βέβαια στην υπόθεση αυτή είναι ότι ο καταναλωτής εξακολουθεί να πληρώνει τα χρήματα για τις υπηρεσίες αυτές, οι οποίες προσφέρονται μεν, αλλά δεν αποζημιώνονται δε. Ελπίζουμε το πρόβλημα αυτό που επισείει κινδύνους για την ύπαρξη παραγωγικών επιχειρήσεων, να επιλυθεί άμεσα. Η σημασία της λειτουργίας του ανταγωνισμού για την εποικοδομητική λειτουργία της αγοράς, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι με τη λειτουργία των εναλλακτικών προμηθευτών έγινε δυνατή η μείωση τιμών στους πελάτες τους, της τάξης του 10%. Παράλληλα δε άρχισαν να προσφέρονται για τους καταναλωτές ηλεκτρισμό πρωτόγνωρες και βελτιούμενες υπηρεσίες. Το ερώτημα βέβαια είναι γιατί δεν προχωράει αντίστοιχα και η απελευθέρωση της αγοράς στη νησιώτικη Ελλάδα, προς όφελος και των εκεί καταναλωτών, παρά το γεγονός ότι έχουν επιλυθεί όλα τα διαδικαστικά θέματα. Στο πλαίσιο του ισότιμου ανταγωνισμού θα πρέπει να εξεταστούν και να αρθούν σοβαρές στρεβλώσεις, όπως ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στο φυσικό αέριο, που επιβαρύνει την εγχώρια παραγωγή ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο. Η επιβάρυνση αυτή φτάνει περίπου το 20% αξίας της παραγόμενης ενέργειας, όταν η εισαγόμενη ενέργεια παραμένει αφορολόγητη. Έτσι οι εισαγωγές σήμερα έχουν φτάσει να καλύπτουν το 25% της ζήτησης με ό,τι σημαίνει αυτό για το ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών της χώρας. Στο επίπεδο τιμών καταναλωτού, δεν θα πρέπει να αγνοούμε ότι υπάρχουν ενέργειες οι οποίες θα μπορούσα να μειώσουν σημαντικά το κόστος. Όλοι γνωρίζουμε ότι στα τιμολόγια ενέργειας πληρώνουμε ένα ποσό για τις υπηρεσίες της κοινής ωφέλειας, γνωστές σαν ΥΚΩ. Το ποσό αυτό σε ετήσια βάση ανέρχεται περίπου στα 700 εκατομμύρια και στη μεγαλύτερή του έκταση αντανακλά τη διαφορά κόστους παραγωγής της νησιώτικης Ελλάδος με την ηπειρωτική Ελλάδα. 6
Η δαπάνη αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί εάν δεν συνδέονταν τα νησιά και κυρίως η Κρήτη μέσω υποβρυχίων καλωδίων με την ηπειρωτική Ελλάδα. Έτσι και οι καταναλωτές θα μπορούσαν να απολαύσουν μετά από μια περίοδο αποπληρωμής επένδυσης χαμηλότερες τιμές, να δοθεί σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη, στο πλαίσιο υλοποίησης ενός πολύ σοβαρού έργου και τέλος να αξιοποιηθεί το δυναμικό των ΑΠΕ της νησιωτικής Ελλάδος. Πρόκειται δηλαδή για έργο με πολλαπλά οφέλη, υλοποίησης του οποίου για τη σημερινή Ελλάδα που αναζητά αναπτυξιακές λύσεις είναι πολύ σημαντική. Στο σημείο αυτό θα κλείσω την παρέμβασή μου και θα ήθελα να σας ευχαριστήσω πολύ για την προσοχή σας. Ευχαριστώ. 7