ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Σχετικά έγγραφα
Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Δημόσια διαβούλευση. Ερωτήσεις και απαντήσεις

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κατευθυντήριες γραμμές

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ 2011/89/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 8ης Νοεμβρίου 2011.

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αξιολόγηση ιδίων κινδύνων και φερεγγυότητας

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ,

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2303 της Επιτροπής της 28

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο C(2017) 5959 final.

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών

Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID) και οι επιπτώσεις του στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Κοινές κατευθυντήριες γραμμές

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στον. ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΕΕ) αριθ. /.. της Επιτροπής

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Συστάσεις της ΕΑΤ. αναφορικά με την εποπτεία των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη συμμετοχή των τραπεζών στην επιτροπή καθορισμού του Euribor

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0064/

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ. Άρθρο 1

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ECB-PUBLIC. ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 22ας Ιουλίου 2014 σχετικά με την εξυγίανση πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων (CON/2014/60)

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ (CRD IV) στο ελληνικό δίκαιο. Εφαρμογή του Κανονισμού 575/2013 (CRR)

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συνεδρίαση 158/

Κατευθυντήριες γραμμές

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Κατάταξη των μη εξασφαλισμένων χρεωστικών μέσων στην πτωχευτική ιεραρχία. Πρόταση οδηγίας (COM(2016)0853 C8-0479/ /0363(COD))

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Κατευθυντήριες γραμμές

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της πρότασης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ, ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

L 355/60 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ε.Ε. Παρ.ΙΙΙ(Ι) Αρ.4608, Κ.Δ.Π. 483/2012

Κατευθυντήριες γραμμές

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3918, 5/11/2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3989, 6/5/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1985 ΜΕΧΡΙ 2005

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον χειρισμό παραπόνων για τον κλάδο των κινητών αξιών και τον τραπεζικό κλάδο

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0175/79. Τροπολογία. Simona Bonafè, Elena Gentile, Pervenche Berès εξ ονόματος της Ομάδας S&D

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2017/0232(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3918, 5/11/2004. ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΜΕΧΡΙ (Αρ. 2) ΤΟΥ 2004

Δημόσια διαβούλευση. Ερωτήσεις και απαντήσεις

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2018) 4426 final ANNEX 1.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

PE-CONS 23/1/16 REV 1 EL

Δημόσια διαβούλευση. Απαντήσεις σε συνήθεις ερωτήσεις. 1 Τι είναι τράπεζα; Και γιατί οι τράπεζες χρειάζονται άδεια λειτουργίας;

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ειδικές παραμέτρους για κάθε επιχείρηση

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ. Φερεγγυότητα ΙΙ και Όμιλοι

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ECB-PUBLIC. 1 ΕΕ L 189 της , σ. 42.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την παράταση της περιόδου ανάκαμψης σε περίπτωση έκτακτων αντίξοων καταστάσεων

Πρόταση ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για το πρόγραμμα οικονομικής εταιρικής σχέσης της Σλοβενίας

Πρόταση ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με το πρόγραμμα οικονομικής εταιρικής σχέσης των Κάτω Χωρών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη φερεγγυότητα ομίλου

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Βρυξέλλες, COM(2018) 109 final ANNEX 1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 20.12.2012 COM(2012) 785 final ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Η επανεξέταση της οδηγίας 2002/87/ΕΕ του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σεχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων EL EL

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ 1.1. Ιστορικό Η ταχεία ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών αγορών στη δεκαετία του 1990 οδήγησε στη δημιουργία χρηματοπιστωτικών ομίλων παροχής υπηρεσιών και προϊόντων σε διαφορετικούς τομείς των χρηματοπιστωτικών αγορών, τους λεγόμενους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Το 1999, στο σχέδιο δράσης της για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισήμανε την ανάγκη εποπτείας των εν λόγω ΧΟΕΔ σε συνολική βάση και ανήγγειλε την εκπόνηση νομοθεσίας περί προληπτικής εποπτείας, προκειμένου να συμπληρωθεί η τομεακή νομοθεσία σχετικά με τις τράπεζες, τις επενδυτικές επιχειρήσεις και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Η συμπληρωματική αυτή προληπτική εποπτεία θεσπίστηκε με την οδηγία για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων (οδηγία FICOD) στις 20 Νοεμβρίου 2002 1. Η οδηγία ακολουθεί τις γενικές αρχές του κοινού φόρουμ 2 για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων του 1999. Η πρώτη αναθεώρηση της οδηγίας FICOD (FICOD1) εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2011 βάσει των διδαγμάτων που αντλήθηκαν κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2009. Με την οδηγία FICOD1 3 τροποποιήθηκαν οι τομεακές οδηγίες ώστε να δοθεί στις εποπτικές αρχές η δυνατότητα να ασκούν την ενοποιημένη τραπεζική εποπτεία και την εποπτεία ασφαλιστικών ομίλων στο επίπεδο της τελικής μητρικής οντότητας, ακόμη και αν πρόκειται για εταιρεία χρηματοπιστωτικών συμμετοχών. Επιπλέον, με την οδηγία FICOD1 αναθεωρήθηκαν οι κανόνες για τον προσδιορισμό των ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, εισήχθη απαίτηση διαφάνειας για τη νομική και τη λειτουργική δομή των ομίλων και συμπεριελήφθησαν οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων στο πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής εποπτείας κατά τον ίδιο τρόπο με τις εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας FICOD1, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2012, έκθεση η οποία θα καλύπτει, ιδίως, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, την επέκταση της εφαρμογής της σε μη ρυθμιζόμενες οντότητες, τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ΧΟΕΔ που ανήκουν σε ευρύτερους μη χρηματοπιστωτικούς ομίλους, τους συστημικής σημασίας ΧΟΕΔ, καθώς και τη δυνατότητα πρόβλεψης υποχρεωτικών δοκιμών προσομοίωσης 1 2 3 Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ. Το κοινό φόρουμ είναι ο κοινός φορέας της διεθνούς τυποποίησης: Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία (BCBS), Διεθνής Ένωση Ασφαλιστικών Εποπτικών Αρχών (IAIS) και Διεθνής Οργανισμός Επιτροπών Κινητών Αξιών (IOSCO). Οδηγία 2011/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, για τροποποίηση των οδηγιών 98/78/ΕΚ, 2002/87/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ όσον αφορά τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων.

ακραίων καταστάσεων. Η επανεξέταση αυτή θα πρέπει, εφόσον κριθεί αναγκαίο, να συνοδεύεται από νομοθετικές προτάσεις 4. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την έκδοση της οδηγίας FICOD1, ορισμένα θέματα, όπως η αντιμετώπιση της συστημικής σημασίας ομίλων με πολυσύνθετη δομή, καθώς και τα εργαλεία ανάκαμψης και εξυγίανσης πέραν της απαίτησης περί «διατάξεων τελευταίας βούλησης» στην οδηγία FICOD1 έχουν επιλυθεί ή πρόκειται να επιλυθούν σε άλλα πλαίσια και, συνεπώς, έχουν καταστεί λιγότερο ενδιαφέροντα για την παρούσα επανεξέταση. 1.2. Σκοπός της επανεξέτασης και των αναθεωρημένων αρχών του κοινού φόρουμ Βάση της παρούσας επανεξέτασης αποτελεί ο στόχος της οδηγίας FICOD, δηλαδή η πρόβλεψη της συμπληρωματικής εποπτείας των οντοτήτων που αποτελούν μέλη ενός ομίλου, με έμφαση στους δυνητικούς κινδύνους διάχυσης, πολυπλοκότητας και συγκέντρωσης (τους λεγόμενους «κινδύνους ομίλου»), καθώς και ο εντοπισμός και η διόρθωση του «διπλού υπολογισμού» (διπλής μόχλευσης), δηλαδή της πολλαπλής χρήσης των ιδίων κεφαλαίων. Στόχος της επανεξέτασης είναι να διερευνήσει κατά πόσον οι ισχύουσες διατάξεις της οδηγίας FICOD, σε συνδυασμό με τους σχετικούς τομεακούς κανόνες για την εποπτεία ομίλων και την ενοποιημένη εποπτεία, είναι αποτελεσματικές πέραν των πρόσθετων διατάξεων που θεσπίστηκαν με την οδηγία FICOD1. Η επανεξέταση είναι δικαιολογημένη δεδομένου ότι η δυναμική της αγοράς στην οποία δραστηριοποιούνται οι ΧΟΕΔ έχει αλλάξει ουσιαστικά μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας το 2002. Η χρηματοπιστωτική κρίση κατέδειξε με ποιον τρόπο είναι δυνατόν να συγκεκριμενοποιηθούν οι κίνδυνοι ομίλου και να μεταδοθούν στο σύνολο του χρηματοπιστωτικού τομέα. Αυτό καταδεικνύει τη σημασία που έχει η εποπτεία, σε επίπεδο ομίλου, των διασυνδέσεων εντός των χρηματοπιστωτικών ομίλων και μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η οποία συμπληρώνει τις τομεακές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας. 4 «Η Επιτροπή επανεξετάζει πλήρως την οδηγία 2002/87/ΕΚ, περιλαμβανομένων των κατ εξουσιοδότηση και πράξεων εφαρμογής που εγκρίθηκαν σύμφωνα με την οδηγία αυτήν. Μετά την επανεξέταση, η Επιτροπή διαβιβάζει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου 2012, όπου εξετάζονται, ιδίως, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής, περιλαμβανομένης και μιας εκτίμησης σχετικά με το κατά πόσο το πεδίο αυτό θα πρέπει να διευρυνθεί μέσω της αναθεώρησης του άρθρου 3, καθώς και η εφαρμογή της οδηγίας αυτής σε μη ρυθμιζόμενες οντότητες, και ιδίως στις οντότητες ειδικού σκοπού. Η έκθεση καλύπτει επίσης τα κριτήρια για τον προσδιορισμό ΧΟΕΔ που ανήκουν σε ευρύτερους μη χρηματοπιστωτικούς ομίλους των οποίων οι συνολικές δραστηριότητες στον τραπεζικό τομέα, στον ασφαλιστικό τομέα και στον τομέα των επενδυτικών υπηρεσιών είναι ουσιώδεις για την εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η Επιτροπή εξετάζει επίσης εάν οι ΕΕΑ, μέσω της Μεικτής Επιτροπής, θα πρέπει να εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση αυτού του ουσιώδους χαρακτήρα. Στο ίδιο πλαίσιο, η έκθεση καλύπτει τους συστημικής σημασίας ΧΟΕΔ των οποίων το μέγεθος, η διασύνδεση ή η πολυπλοκότητα τους κάνει ιδιαίτερα ευάλωτους και οι οποίοι θα πρέπει να προσδιορισθούν ανάλογα με τα εξελισσόμενα κριτήρια του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και της Επιτροπής της Βασιλείας για την τραπεζική εποπτεία. Επιπροσθέτως, η έκθεση αυτή θα εξετάζει τη δυνατότητα επιβολής υποχρεωτικών δοκιμών προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Η έκθεση θα ακολουθείται, εφόσον είναι απαραίτητο, από τις κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις.» 3

Η περιορισμένη προσέγγιση της οδηγίας FICOD1 βασιζόταν εν μέρει στην πρόβλεψη των αναθεωρημένων αρχών του κοινού φόρουμ, οι οποίες επρόκειτο να εξεταστούν στο πλαίσιο της παρούσας επανεξέτασης. Οι αρχές αυτές δημοσιεύθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2012 5 και αφορούν κυρίως την υπαγωγή των μη ρυθμιζόμενων οντοτήτων στο πεδίο εφαρμογής των εποπτικών κανόνων, ώστε να καλύπτεται όλο το φάσμα κινδύνων στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί ένας χρηματοπιστωτικός όμιλος και την ανάγκη προσδιορισμού της οικονομικής οντότητας που φέρει την τελική ευθύνη για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις σε επίπεδο ομίλου. Η παρούσα επανεξέταση λαμβάνει δεόντως υπόψη τις αναθεωρημένες αρχές σε συνδυασμό με την εξελισσόμενη τομεακή νομοθεσία όπως παρουσιάζεται στη συνέχεια. 1.3. Εξέλιξη του ρυθμιστικού και εποπτικού περιβάλλοντος Οι κανόνες της οδηγίας FICOD έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα: συμπληρώνουν τους κανόνες στους οποίους υπόκεινται τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις επενδύσεων βάσει της αντίστοιχης νομοθεσίας περί προληπτικής εποπτείας. Επί του παρόντος, η εν λόγω τομεακή νομοθεσία αποτελεί αντικείμενο αναθεώρησης εις βάθος και το ρυθμιστικό περιβάλλον εξελίσσεται. Οι προτάσεις CRD IV 6 και Omnibus II 7 εκκρεμούν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και η οδηγία Solvency ΙΙ περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την ενισχυμένη εποπτεία ομίλου που δεν μπορούν ακόμη να εφαρμοστούν. Μόλις τεθούν σε εφαρμογή οι εν λόγω διατάξεις, η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά την εφαρμογή των νέων αυτών πλαισίων, τα οποία περιλαμβάνουν επίσης ορισμένες κατ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις, και ειδικότερα των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που πρόκειται να καταρτίσουν κατά τα επόμενα έτη η Επιτροπή και οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ). Επιπλέον, οι πρόσφατες τροποποιήσεις στην οδηγία FICOD δεν πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή πριν από τα μέσα του 2013, οπότε δεν θα μπορούν ακόμη να εξεταστούν πλήρως στην πράξη πριν από τα τέλη του 2014. Σ αυτές περιλαμβάνονται και τα ρυθμιστικά και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα, καθώς και οι κοινές κατευθυντήριες γραμμές που πρόκειται να εκδοθούν από τις ΕΕΑ. Τέλος, η πρόταση κανονισμού για την τραπεζική ένωση 8, προβλέπει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο εποπτείας των ευρωπαϊκών τραπεζών και θα έχει αντίκτυπο στην εποπτεία των ΧΟΕΔ, δεδομένου ότι ένα από τα καθήκοντα που ανατίθενται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα είναι η συμμετοχή της στη συμπληρωματική εποπτεία ενός ΧΟΕΔ. 5 6 7 8 http://www.bis.org/publ/joint29.htm. Πρόταση κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και εταιρείες επενδύσεων, και πρόταση οδηγίας σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ σχετικά με τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων (COM (2011) 452 τελικό και COM (2011) 453 τελικό, αντιστοίχως). Οι προτάσεις αυτές αναφέρονται εδώ ως CRD IV. Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (COM(2011) 8 τελικό). Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (COM (2012) 511 τελικό). 4

Όπως προκύπτει από την παρούσα έκθεση, υπάρχουν τομείς της συμπληρωματικής εποπτείας στους οποίους θα μπορούσαν να γίνουν βελτιώσεις. Ωστόσο, όπως και για κάθε νομοθετική πράξη, τα οφέλη των τροποποιήσεων πρέπει πάντα να σταθμίζονται με βάση το κόστος που αυτές συνεπάγονται. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ευρωπαϊκής επιτροπής για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων, η οποία συνήλθε στις 21 Σεπτεμβρίου 2012, τη γνώμη που διατύπωσε η εποπτική κοινότητα μέσω της γνωμοδότησης των ΕΕΑ στην Επιτροπή 9, και τις απαντήσεις του κλάδου στις διαβουλεύσεις 10 που διεξήγαγε η Επιτροπή, η καλύτερη χρονική στιγμή για την αναθεώρηση της οδηγίας FICOD είναι μετά τη θέσπιση και τη θέση σε εφαρμογή της τομεακής νομοθεσίας. 2. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΚΑΙ ΝΟΜΙΜΟΙ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ 2.1. Πεδίο εφαρμογής 2.1.1. Πεδίο εφαρμογής της FICOD και τομεακή νομοθεσία Οι περισσότεροι όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον χρηματοπιστωτικό τομέα έχουν ευρύ φάσμα αδειών. Με την εστίαση της εποπτείας σε ένα και μόνο τύπο οντότητας με άδεια λειτουργίας δεν λαμβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες που είναι δυνατόν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ομίλου ως συνόλου. Η κατακερματισμένη προσέγγιση της εποπτείας δεν αρκεί για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν οι τρέχουσες δομές ομίλου. Το πλαίσιο της συμπληρωματικής εποπτείας για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων αποσκοπεί στην ενίσχυση και τη συμπλήρωση του συνόλου των κανόνων που εφαρμόζονται στους χρηματοπιστωτικούς ομίλους, σε όλους τους τομείς και σε διασυνοριακό επίπεδο. Ωστόσο, από κανονιστική άποψη, θα πρέπει να αποφευχθεί η προσθήκη νέων επιπέδων εποπτείας στις περιπτώσεις στις οποίες οι τομεακές απαιτήσεις καλύπτουν ήδη όλους τους τύπους κινδύνου στους οποίους ενδέχεται να εκτεθεί ένας όμιλος. 9 10 Σε μια προσπάθεια απόκτησης εποπτικής εμπειρογνωμοσύνης, η Επιτροπή απηύθυνε, το 2011, πρόσκληση υποβολής γνωμοδοτήσεων στην μικτή επιτροπή της επιτροπής των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων (ΕΕΑ - JCFC). Η JCFC κλήθηκε να διερευνήσει τρεις βασικούς τομείς: 1) το πεδίο εφαρμογής, και ιδίως τη δυνατότητα να συμπεριληφθούν σ αυτό οι μη ρυθμιζόμενες οντότητες, 2) τις εσωτερικές απαιτήσεις εταιρικής διακυβέρνησης και κυρώσεις, και 3) τον εποπτικό ρόλο του ισχύοντος πλαισίου. Στην παρούσα έκθεση έχει ληφθεί υπόψη η γνωμοδότηση των ΕΕΑ προς την Επιτροπή και, όπου κρίνεται ενδεδειγμένο, γίνεται σχετική αναφορά σ αυτήν. https://eiopa.europa.eu/consultations/consultationpapers/2012-closed-consultations/may-2012/eba-eiopa-and-esmas-joint-consultation-paper-on-itsproposed-response-to-the-european-commissions-call-for-advice-on-the-fundamental-review-of-thefinancial-conglomerates-directive-jccp201201/index.html Η Επιτροπή, από τον Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο 2012, διεξήγαγε διαβουλεύσεις προκειμένου να συγκεντρωθούν οι απόψεις των εμπλεκομένων σχετικά με τη γενική έννοια της συμπληρωματικής εποπτείας των ομίλων, την ευρωπαϊκή προοπτική όσον αφορά τις αρχές του κοινού φόρουμ και ορισμένα στοιχεία της FICOD. http://ec.europa.eu/internal_market/financial-conglomerates/call_for_evidence_en.htm. 5

2.1.2. Κάλυψη των μη ρυθμιζόμενων οντοτήτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν ασκούν χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες Για την αντιμετώπιση των κινδύνων ομίλου, που αποτελούσε τον αρχικό στόχο της οδηγίας FICOD και των αρχών του κοινού φόρουμ, όπως επιβεβαιώθηκε με τις αναθεωρημένες αρχές, η εποπτεία σε επίπεδο ομίλου θα πρέπει να καλύπτει όλες τις οντότητες του ομίλου που έχουν σημασία για τη διαμόρφωση του προφίλ κινδύνου των ρυθμιζόμενων οντοτήτων του ομίλου, περιλαμβανομένης κάθε οντότητας που δεν αποτελεί άμεσα αντικείμενο ρυθμίσεων προληπτικής εποπτείας, ακόμη και αν ασκεί δραστηριότητες εκτός του χρηματοπιστωτικού τομέα, περιλαμβανομένων των μη ρυθμιζόμενων εταιρειών χαρτοφυλακίου και των μητρικών εταιρειών που βρίσκονται στην κορυφή του ομίλου. Κάθε μη ρυθμιζόμενη οντότητα μπορεί να παρουσιάζει διάφορους κινδύνους για έναν όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων και κάθε μία απ αυτές μπορεί να απαιτεί χωριστή εξέταση και αντιμετώπιση. Μεταξύ των μη ρυθμιζόμενων οντοτήτων, ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στις οντότητες ειδικού σκοπού (ΟΕΣ). Ο αριθμός των ΟΕΣ και η πολυπλοκότητα των δομών τους αυξήθηκαν σημαντικά πριν από την χρηματοπιστωτική κρίση, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των αγορών τιτλοποίησης και διαρθρωμένων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, αλλά έκτοτε μειώθηκε. Μολονότι η προσφυγή σε οντότητες ειδικού σκοπού παρουσιάζει πλεονεκτήματα και μπορεί να μην είναι προβληματική από μόνη της, η κρίση έδειξε ότι η κακή διαχείριση και η παραγνώριση των κινδύνων τους μπορεί να οδηγήσει σε αποδιοργάνωση και χρεοκοπία. Η ανάγκη για αυξημένη παρακολούθηση των σχέσεων που υφίστανται μεταξύ των εταιρειών του ομίλου με τις ΟΕΣ τονίστηκε στην έκθεση του κοινού φόρουμ για τις ΟΕΣ που δημοσιεύθηκε το 2009 11. 2.1.3. Κάλυψη των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων συστημικής σημασίας Οι προκλήσεις που θέτει η εποπτεία ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων είναι πιο εμφανείς στην περίπτωση ομίλων οι οποίοι, λόγω του μεγέθους τους, των διασυνδέσεων στο εσωτερικό τους και της πολυπλοκότητάς τους, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι και αποτελούν πηγή συστημικού κινδύνου. Κάθε συστημικής σημασίας χρηματοπιστωτικό ίδρυμα (SIFI) θα πρέπει καταρχάς να υπόκειται σε εντατικότερη εποπτεία μέσω της εφαρμογής του πλαισίου CRD IV και Solvency II, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ομίλου/ενοποιημένο επίπεδο. Εάν πρόκειται επίσης για όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων, επιβάλλεται επίσης συμπληρωματική εποπτεία στο πλαίσιο της οδηγίας FICOD. Μολονότι τα περισσότερα συστημικής σημασίας χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων, αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε. Επίσης, οι συστημικοί κίνδυνοι δεν είναι κατ ανάγκη ίδιοι με τους κινδύνους ομίλου. Ως εκ τούτου, δεν φαίνεται να έχει νόημα να προσπαθήσουμε να θέσουμε όλα τα συστημικής σημασίας χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στο πεδίο που καλύπτει η οδηγία FICOD. Εξάλλου, οι συζητήσεις που διεξάγονται σε διεθνές επίπεδο σχετικά με τις συστημικής σημασίας ασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί και η τομεακή νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της μεταχείρισης των τραπεζών συστημικής σημασίας, δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί. 11 http://www.bis.org/publ/joint23.pdf 6

2.1.4. Κατώτατα όρια για τον προσδιορισμό ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων Το σύνολο των προαναφερομένων εξαρτάται από τον ορισμό του ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και τα κατώτατα όρια για τον προσδιορισμό ενός ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. Τα δύο κατώτατα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 της οδηγίας FICOD λαμβάνουν υπόψη τη σημαντικότητα και αναλογικότητα για τον προσδιορισμό των ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων που πρέπει να υπόκεινται σε συμπληρωματική εποπτεία των κινδύνων ομίλου. Το πρώτο όριο περιορίζει τη συμπληρωματική εποπτεία στους ομίλους που ασκούν δραστηριότητες στον χρηματοπιστωτικό τομέα και το δεύτερο περιορίζει την εφαρμογή του σε πολύ μεγάλους ομίλους. Η συνδυασμένη εφαρμογή των δύο κατώτατων ορίων και η χρήση από τις εποπτικές αρχές της δυνατότητας παρέκκλισης έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση στην οποία πολύ μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι, οι οποίοι κατέχουν επίσης σημαντική θέση στην ευρωπαϊκή αγορά ασφαλίσεων, δεν υπόκεινται σε συμπληρωματική εποπτεία. Επιπλέον, η διατύπωση της διάταξης σχετικά με τον προσδιορισμό των ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων αφήνει ενδεχομένως περιθώρια ύπαρξης διαφορετικών τρόπων προσδιορισμού της σημασίας των διατομεακών δραστηριοτήτων. Η διατύπωση αυτή θα μπορούσε να βελτιωθεί προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή μεταξύ διάφορων τομέων και από τη μία χώρα στην άλλη. Για την εξασφάλιση της νομικής σαφήνειας, έχει σημασία να είναι τα κατώτατα όρια σαφή και εφαρμόσιμα. Ωστόσο, το ερώτημα είναι αν θα πρέπει να τροποποιηθούν ή να συμπληρωθούν τα κατώτατα όρια και οι παρεκκλίσεις ώστε να καταστεί δυνατή η εποπτεία κατά τρόπο αναλογικό και σε συνάρτηση με τον κίνδυνο. 2.1.5. Βιομηχανικοί όμιλοι που κατέχουν χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων Μολονότι όλοι συμφωνούν ότι οι ρυθμιζόμενες χρηματοπιστωτικές οντότητες είναι εκτεθειμένες σε κινδύνους ομίλου από τον ευρύτερο βιομηχανικό όμιλο στον οποίο ενδεχομένως ανήκουν, δεν μπορεί να συναχθεί κανένα συμπέρασμα στο παρόν στάδιο σχετικά με τον τρόπο επέκτασης των απαιτήσεων της οδηγίας FICOD στους ευρύτερους μη χρηματοπιστωτικούς ομίλους. Η ρήτρα επανεξέτασης της οδηγίας FICOD1 επιβάλλει στην Επιτροπή να αξιολογήσει εάν οι ΕΕΑ θα πρέπει, μέσω της μικτής επιτροπής, να εκδώσουν κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση της ουσιώδους σημασίας των δραστηριοτήτων των εν λόγω ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων στην εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Επί του παρόντος δεν υπάρχει νομοθεσία σχετικά με την εποπτεία των βιομηχανικών ομίλων που έχουν στην κυριότητά τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων και οι ΕΕΑ δεν έχουν την εξουσία να εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές. Συνεπώς, ενώ οι ΕΕΑ θα διαδραματίσουν αναμφίβολα πρωταγωνιστικό ρόλο στη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής της οδηγίας FICOD, είναι πρόωρο να συναχθούν συμπεράσματα σχετικά με την ανάγκη έκδοσης από τις ΕΕΑ κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με αυτό το συγκεκριμένο θέμα. 7

2.2. Οντότητες που είναι υπεύθυνες για την εκπλήρωση των απαιτήσεων σε επίπεδο ομίλου Η επιβολή απαιτήσεων σε επίπεδο ομίλου δεν θα εξασφαλίσει τη συμμόρφωση παρά μόνον εάν συνοδεύεται από σαφή προσδιορισμό, στον χρηματοπιστωτικό όμιλο, της οντότητας που φέρει την τελική ευθύνη για τον έλεγχο των κινδύνων σε επίπεδο ομίλου και για την κανονιστική συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του ομίλου. Ο προσδιορισμός αυτός θα καταστήσει δυνατή την αποτελεσματικότερη επιβολή των απαιτήσεων από τις εποπτικές αρχές (βλ. κατωτέρω στο τμήμα 4). Θα πρέπει ωστόσο να ληφθεί υπόψη η αλληλεπίδραση με τις διατάξεις του εταιρικού δικαίου που διέπουν τις αρμοδιότητες της οντότητας που φέρει την τελική ευθύνη. Η τελική ευθύνη ενδέχεται να χρειαστεί να επεκταθεί σε μη λειτουργούσες εταιρείες χαρτοφυλακίου που βρίσκονται στην κορυφή των ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, αν και μπορεί να προβλεφθεί περιορισμένη επέκταση για τις εταιρείες χαρτοφυλακίου των οποίων η κύρια δραστηριότητα δεν αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα. 3. ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΟΜΙΛΟΥ Σκοπός της συμπληρωματικής εποπτείας είναι ο εντοπισμός, η παρακολούθηση, η διαχείριση και ο έλεγχος των κινδύνων ομίλου. Οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία FICOD σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια (άρθρο 6), τις συγκεντρώσεις κινδύνου (άρθρο 7), τις συναλλαγές στο εσωτερικό του ομίλου (άρθρο 8) και την εσωτερική διακυβέρνηση (άρθρα 9 και 13) αποβλέπουν την επίτευξη του στόχου αυτού. Μεταξύ άλλων κριτηρίων, οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να αξιολογηθούν σε συνάρτηση με την ανάγκη για ενίσχυση της ευθύνης που φέρει η τελική μητρική οντότητα των ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων. 3.1. Κεφάλαιο (άρθρο 6) Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για οντότητες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε ατομική και ενοποιημένη βάση καθορίζονται από την τομεακή νομοθεσία σχετικά με την αδειοδότηση των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας FICOD, οι εποπτικές αρχές οφείλουν να ελέγχουν την κεφαλαιακή επάρκεια ενός ΧΟΕΔ. Οι μέθοδοι υπολογισμού που ορίζονται στο εν λόγω άρθρο έχουν ως σκοπό να διασφαλίσουν την αποφυγή της πολλαπλής χρήσης του κεφαλαίου. Οι γνωμοδοτήσεις της JCFC του 2007 και του 2008 12 σχετικά με τα ίδια κεφάλαια αποκάλυψαν μεγάλες διαφορές στις πρακτικές που ακολουθούν οι εθνικές εποπτικές αρχές για τον υπολογισμό του διαθέσιμου και του απαιτούμενου κεφαλαίου στο επίπεδο του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. Το σχέδιο ρυθμιστικού τεχνικού προτύπου (RTS) που εκπονήθηκε στο πλαίσιο της οδηγίας FICOD άρθρο 6 παράγραφος 2 και δημοσιεύθηκε για διαβούλευση στις 31 Αυγούστου 2012 13, διευκρινίζει τις μεθόδους υπολογισμού του κεφαλαίου. Το τεχνικό πρότυπο αναμένεται να αντιμετωπίσει επαρκώς τη μη 12 13 http://eur-lex.europa.eu/lexuriserv/lexuriserv.do?uri=consleg:2002l0087:20110104:en:pdf. http://www.eba.europa.eu/cebs/media/publications/consultation%20papers/2012/jc%2002/jc-cp- 2012-02-on-RTS-on-Article-6-2-FICOD.pdf. 8

συνεπή χρήση των μεθόδων υπολογισμού των κεφαλαίων για το σκοπό των ρυθμιστικών κεφαλαιακών απαιτήσεων και για να εξασφαλιστεί ότι μόνον το μεταβιβάσιμο κεφάλαιο συνυπολογίζεται ως διαθέσιμο για τις ρυθμιζόμενες οντότητες του ομίλου. Πράγματι, δεδομένου ότι το εν λόγω RTS πρέπει να εξασφαλίσει αυστηρό και συνεπή υπολογισμό των κεφαλαίων στα κράτη μέλη, κατά τη διαπραγμάτευση της πρότασης CRD IV (οδηγίας περί κεφαλαιακών απαιτήσεων) φάνηκε ότι δεν ήταν αναγκαία καμία αλλαγή στην οδηγία FICOD για την αντιμετώπιση των στόχων της «Βασιλεία ΙΙΙ» σχετικά με ενδεχόμενο διπλό υπολογισμό των κεφαλαιουχικών επενδύσεων σε μη ενοποιημένες θυγατρικές ασφαλιστικές εταιρείες 14. Ωστόσο, οι συζητήσεις που συνοδεύουν την ανάπτυξη του παρόντος τεχνικού προτύπου αποκάλυψαν περαιτέρω ανησυχίες σχετικά με την κεφαλαιακή πολιτική σε επίπεδο ομίλου. Οι εποπτικές αρχές στερούνται συχνά βαθιάς γνώσης ως προς τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων στο επίπεδο του χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. Το πρόβλημα αυτό μπορεί να λυθεί με το να ζητηθεί υποβολή έκθεσης στις εποπτικές αρχές και δημοσιοποίηση στην αγορά των κεφαλαίων σε ατομική ή υποενοποιημένη βάση επιπλέον της ενοποιημένης. 3.2. Συγκεντρώσεις κινδύνου (άρθρο 7) και ενδοομιλικές συναλλαγές (άρθρο 8) Τα άρθρα 7 και 8 σχετικά με τις συγκεντρώσεις κινδύνου και τις ενδοομιλικές συναλλαγές ορίζουν για τις επιχειρήσεις απαιτήσεις αναφοράς. Σε συνδυασμό με την ενδεχόμενη διεύρυνση της εποπτείας σε μη ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις και την ταυτοποίηση της οντότητας που φέρει την τελική ευθύνη για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της οδηγίας FICOD, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων αναφοράς, οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να παρέχουν ένα επαρκές πλαίσιο για συμπληρωματική εποπτεία όσον αφορά τις συγκεντρώσεις κινδύνου και τις ενδοομιλικές συναλλαγές. Οι κατευθυντήριες γραμμές που πρόκειται να καταρτιστούν από τις ΕΕΑ (ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές), όπως ζητείται από την FICOD1, θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η εποπτεία της συγκέντρωσης κινδύνων και των ενδοομιλικών συναλλαγών διεξάγεται με συνεκτικό τρόπο. 3.3. Διακυβέρνηση (άρθρα 9 και 13) Δεδομένης της εγγενούς πολυπλοκότητας των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, η εταιρική διακυβέρνηση πρέπει να μελετά και να σταθμίζει προσεκτικά τα συμφέροντα των αναγνωρισμένων φορέων της τελικής μητρικής εταιρείας και των λοιπών επιχειρήσεων του ομίλου. Το σύστημα διακυβέρνησης θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η κοινή στρατηγική επιτυγχάνει την ισορροπία αυτή και ότι οι ρυθμιζόμενες οντότητες συμμορφώνονται με τις διατάξεις ατομικά και σε επίπεδο ομίλου. Η οδηγία για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων (FICOD), όπως τροποποιήθηκε, περιέχει απαίτηση για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων να διαθέτουν κατάλληλες διαδικασίες για τη διαχείριση των κινδύνων και μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, απαίτηση ικανότητας και ήθους για τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν την επιχειρηματική 14 Βλέπε αιτιολογική σκέψη 56 της πρότασης κανονισμού σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων. 9

δραστηριότητα των εταιρειών χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, απαίτηση ύπαρξης «living wills» («διαθήκης»), απαίτηση διαφάνειας για τις νομικές και οργανωτικές δομές των ομίλων και απαίτηση για τις εποπτικές αρχές να κάνουν την καλύτερη δυνατή χρήση των διαθέσιμων απαιτήσεων διακυβέρνησης στη CRD και στην οδηγία Φερεγγυότητα ΙΙ. Η CRD III και η πρόταση CRD IV απαιτούν, όπως και η οδηγία "Φερεγγυότητα ΙΙ", περαιτέρω ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης και της πολιτικής αμοιβών μετά από τα διδάγματα που αντλήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η απαίτηση ύπαρξης «διαθήκης» στην FICOD1 θα ενισχυθεί από το πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης των τραπεζών 15. Αυτό που δεν καλύπτουν ακόμη τα πλαίσια αυτά είναι αναγκαστική ευθύνη του επικεφαλής του ομίλου ή η απαίτηση για τη συγκεκριμένη νομική οντότητα να είναι έτοιμη για κάθε απόφαση εξυγίανσης και να εξασφαλίσει υγιή διάρθρωση του ομίλου και την αντιμετώπιση των συγκρούσεων συμφερόντων. Η πλαίσιο ανάκαμψης και εξυγίανσης των τραπεζών θα απαιτήσει την κατάρτιση σχεδίων εξυγίανσης του ομίλου που καλύπτουν την εταιρεία χαρτοφυλακίου και τον τραπεζικό όμιλο στο σύνολό του. 4. ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ 4.1. Το ισχύον καθεστώς και η ανάγκη να ενισχυθούν τα εποπτικά εργαλεία και οι εξουσίες Το άρθρο 14 παρέχει στις εποπτικές αρχές τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες, και στις μειοψηφικές συμμετοχές, όταν αυτό απαιτείται για λόγους εποπτείας. Το άρθρο 16 επιτρέπει στον συντονιστή να λαμβάνει μέτρα όσον αφορά την εταιρεία χαρτοφυλακίου, και στους φορείς εποπτείας των ρυθμιζόμενων οντοτήτων να ενεργούν έναντι αυτών των οντοτήτων, σε περίπτωση μη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις σχετικά με τα κεφάλαια, τις συγκεντρώσεις κινδύνου τις συναλλαγές στο εσωτερικό του ομίλου και τη διακυβέρνηση. Το άρθρο αναφέρεται μόνο σε «αναγκαία μέτρα» για τη διόρθωση της κατάστασης, αλλά δεν προσδιορίζει τα μέτρα αυτά. Η Omnibus I έδωσε στις ΕΕΑ τη δυνατότητα να εκπονούν κατευθυντήριες γραμμές για τα μέτρα σε σχέση με τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών, αλλά οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές δεν έχουν εκπονηθεί ακόμη. Το άρθρο 17 απαιτεί από τα κράτη μέλη να προβλέπουν κυρώσεις ή διορθωτικά μέτρα που επιβάλλονται σε εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών ή στα υπεύθυνα στελέχη τους εάν παραβούν διατάξεις για την εφαρμογή της οδηγίας FICOD. Το άρθρο απαιτεί επίσης από τα κράτη μέλη να προσδώσουν εξουσίες στις εποπτικές αρχές προκειμένου να αποφευχθεί ή να αντιμετωπιστεί η καταστρατήγηση των τομεακών κανόνων από τις ρυθμιζόμενες οντότητες ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. Η διατύπωση του άρθρου 16 και η έλλειψη κατευθυντήριων γραμμών έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει κοινοτικό πλαίσιο επιβολής της 15 Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 77/91/ΕΟΚ και 82/891/ΕΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ και 2011/35/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. 10

νομοθεσίας σε επίπεδο ΕΕ που να αφορά ειδικά στους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Ως αποτέλεσμα, η εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων ασκείται σε τομεακή βάση με διαφορές ως προς την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, οι ΕΕΑ επισημαίνουν ότι η ενίσχυση του καθεστώτος επιβολής κυρώσεων, όπως συνιστάται στην πρόταση CRD IV μπορούν να δημιουργήσουν άνισους όρους ανταγωνισμού μεταξύ χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, ανάλογα με το αν δεσπόζουν οι τραπεζικές ή οι ασφαλιστικές δραστηριότητες. Συγχρόνως, σύμφωνα με τις ΕΕΑ, οι περισσότερες εποπτικές αρχές θεωρούν ότι τα διαθέσιμα μέτρα για την τομεακή εποπτεία είναι εξίσου κατάλληλα για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων. Η ενίσχυση της εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων θα μπορούσε επομένως να επιτευχθεί με τη βελτίωση της αποτελεσματικής αξιοποίησης των υφιστάμενων μέσων. Όσον αφορά την απαίτηση του άρθρου 17 να προβλέπουν τα κράτη μέλη αξιόπιστες κυρώσεις προκειμένου να καταστούν οι απαιτήσεις αξιόπιστα εκτελεστές, κανένα τέτοιο καθεστώς κυρώσεων δεν είναι γνωστό για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Οι ΕΕΑ διατυπώνουν οκτώ συστάσεις για να αυξηθούν οι εξουσίες των εποπτικών αρχών και τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους και να ενισχυθούν τα εκτελεστικά μέτρα, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις διαφορές στην εθνική εφαρμογή. Οι συστάσεις αυτές περιλαμβάνουν την καθιέρωση ενός συστήματος επιβολής για την τελικά υπεύθυνη οντότητα και τις θυγατρικές της. Αυτό συνεπάγεται μια διττή προσέγγιση, με χορήγηση εξουσιών επιβολής στις ΕΕΑ προκειμένου να ελέγχουν την επικεφαλής οντότητα για τους κινδύνους σε επίπεδο ομίλου και να καθιστούν τις μεμονωμένες οντότητες υπόλογες για τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους. Επιπλέον, η εποπτική αρχή θα πρέπει να διαθέτει μια ελάχιστη δέσμη μέτρων ενημέρωσης και διερεύνησης. Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν κυρώσεις σε εταιρείες χαρτοφυλακίου μικτών δραστηριοτήτων, ασφαλιστικές εταιρείες χαρτοφυλακίου μικτών δραστηριοτήτων ή ενδιάμεσων εταιρειών συμμετοχών. 4.2. Η δυνατότητα θέσπισης υποχρεωτικής προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress testing) Η δυνατότητα να απαιτείται από ομίλους να διενεργούν προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων θα μπορούσε να αποτελέσει πρόσθετο εποπτικό εργαλείο για την εξασφάλιση της έγκαιρης και αποτελεσματικής παρακολούθησης των κινδύνων του ομίλου. Η Ficod1 καθιέρωσε τη δυνατότητα (αλλά όχι την υποχρέωση) για την εποπτική αρχή να διενεργεί προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων σε τακτική βάση. Επιπλέον, όταν πραγματοποιούνται προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ, οι ΕΕΑ μπορούν να λαμβάνουν υπόψη παραμέτρους που συλλαμβάνουν τους ειδικούς κινδύνους που συνδέονται με τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. 11

5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Τα κριτήρια για τον ορισμό και τον προσδιορισμό ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, τον προσδιορισμό της μητρικής οικονομικής οντότητας που είναι τελικά υπεύθυνη για την κάλυψη των απαιτήσεων σε επίπεδο ομίλου, και την ενίσχυση της επιβολής του νόμου σε σχέση με την εν λόγω οικονομική οντότητα είναι τα σημαντικότερα θέματα που θα μπορούσαν να καλυφθούν από μια μελλοντική αναθεώρηση της οδηγίας για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Η ταυτοποίηση της υπεύθυνης μητρικής οικονομικής οντότητας θα ενισχύσει επίσης την αποτελεσματική εφαρμογή των υφιστάμενων απαιτήσεων σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, τη συγκέντρωση κινδύνων, τις συναλλαγές εντός του ομίλου και την εσωτερική διακυβέρνηση. Το ρυθμιστικό και εποπτικό περιβάλλον όσον αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις επενδύσεων είναι σε εξέλιξη. Όλοι οι τομεακοί κανονισμοί προληπτικής εποπτείας έχουν τροποποιηθεί σημαντικά πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, και ακόμη πιο σημαντικές αλλαγές στους ρυθμιστικούς κανόνες εκκρεμούν ενώπιον του νομοθέτη. Επιπλέον, η πρόταση για την Τραπεζική Ένωση αλλάζει σημαντικά το εποπτικό πλαίσιο. Ως εκ τούτου, και λαμβάνοντας υπόψη επίσης τη θέση της ευρωπαϊκής επιτροπής χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, της εποπτικής κοινότητας και του κλάδου, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα ήταν σκόπιμο να μην προτείνει μια νομοθετική μεταβολή το 2013. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί διαρκώς την κατάσταση για να προσδιορίσει το κατάλληλο χρονοδιάγραμμα για την αναθεώρηση. 12