ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. ικαστήριο: ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ Τόπος: ΑΘΗΝΑ Αριθ. Απόφασης: 1030 Ετος: Περίληψη

Σχετικά έγγραφα
Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΑΠ 296/2001

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΜονΠρωτΑθ 2438/1997

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 12η Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΕΚΤΑΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΛΥΨΗΣ.

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΑΠ 11/2006

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

670/2012 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Ο

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Τηλ.: ,

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2014

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αρµόδια: ρ. Βασιλική Μπώλου Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2014

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 310/2011

1 of 6 18/4/2017 2:30 μμ

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Αρμόδια: Δρ. Βασιλική Μπώλου Αθήνα 13 Μαρτίου 2013 Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή Αριθ. Πρωτ. :6787

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/427-1/

7/2009 ΑΠ ( ) Αριθμός 7/2009 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1` Πολιτικό Τμήμα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2313-1/

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος 175/2013 Εργασία και έκτη ημέρα την εβδομάδα σε επιχειρήσεις με καθεστώς πενθήμερης εργασίας

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Άρειος Πάγος Αποχώρηση λόγω συνταξιοδότησης και ύψος αποζημίωσης.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/5/2007 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Εφετείο Αθηνών.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2014

ΑΠΟΦΑΣΗ 945 / 2009 (Αριθ. καταθ. κλήσεως 1381/ ). (Αριθ. καταθ. αιτήσεως 701/ ). ΤΟ ΝΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

Αριθµός 1321/2004 ΤΟ ΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. ` Πολιτικό Τµήµα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1-4, 4 παρ. 1 α, 6 παρ. 1, 12παρ.1, 13 παρ. 1, 2 και 3,

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

ελεύθερα οποιοδήποτε δίκαιο, ακόµη και δίκαιο που δεν έχει καµία σχέση µε τη σύµβασή τους, εκτός και αν πρόκειται για τους λεγόµενους κανόνες αµέσου ε

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2011

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 4ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

Αριθµός απόφασης 936/2008 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΘΕΣΜΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΥΟ ΦΥΛΩΝ

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 873/2009

Άρειος Πάγος Β2' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 93/2009

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/3336-2/ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Ταχ. /νση: ΚΗΦΙΣΙΑΣ ΑΘΗΝΑ

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

Newsletter 9/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Published on TaxExperts (

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.


Αυτόματη μετάφραση Automatic translation (Google translate) << Επιστροφή. Αριθμός 272/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

Άρειος Πάγος Τακτική Ολομέλεια Αριθμός 23/2007 (Δημοσίευση ΝοΒ 2007 σελ. 1852)

Αριθμός 63/2013 ΑσΜ 482/2012 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

Newsletter 01-02/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)


Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην οικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί.

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ Α 1-ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. Δικαστήριο: ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ Τόπος: ΑΘΗΝΑ Αριθ. Απόφασης: 589 Ετος: 2001 Περίληψη. Κείμενο Απόφασης Αριθμός 589/2001

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

Σελίδα 1 από 6 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136 /2017

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Μαΐου 2012, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει μεταξύ:

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Θεμέλη,

ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

Transcript:

ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ Περίληψη ικαστήριο: ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ Τόπος: ΑΘΗΝΑ Αριθ. Απόφασης: 1030 Ετος: 2001 Προστασία καταναλωτών - Ενωση καταναλωτών - Συλλογική αγωγή - Ασφαλιστική εταιρεία - Ασφάλεια ζωής - Γενικοί όροι συναλλαγών - Αναπροσαρµογή ασφαλίστρων - Χρηµατική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης -. Η υπόθεση εκδικάζεται µε την εκούσια διαδικασία και έχει ως αντικείµενο την αυθεντική βεβαίωση νοµικού γεγονότος ή τη διάπλαση κατάστασης. υνατότητα άσκησης πρόσθετης παρέµβασης. Γενικοί όροι συναλλαγών (ΓΟΣ). Για την κρίση της ακυρότητας ή µη ως καταχρηστικών των όρων αυτών λαµβάνεται υπόψη κατά κύριο λόγο το συµφέρον του καταναλωτή µε συνεκτίµηση της φύσης των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σχετική σύµβαση καθώς και του σκοπού αυτής. Ως µέτρο ελέ Κείµενο Απόφασης ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους ικαστές: Κωνσταντίνο Παπαλάκη, Αντιπρόεδροι Παύλο Μείδάνη, ηµήτριο Βούρβαχη, Κωνσταντίνο Βαλµαντώνη και Αθανάσιο Κρητικό, Αρεοπαγίτες. ΣΥΝΗΛΘΕ σε δηµόσια συνεδρίαση στο Κατάστηµά του, στις 16 Μαρτίου 2001, µε την παρουσία και της Γραµµατέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει µεταξύ: Της αναιρεσείουσας-υπερής η πρόσθετη παρέµβαση: Ανώνυµης εταιρίας µε την επωνυµία "ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ "Η ΕΘΝΙΚΗ" ", ως καθολικός διάδοχος της εταιρίας µε την επωνυµία "ΑΣΤΗΡ Ανώνυµος Ασφαλιστική Εταιρία", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Θ.Σ., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις µόνον όσον αφορά την αίτηση αναίρεσης. Του αναιρεσιβλήτου-καθού η πρόσθετη παρέµβαση: Σωµατείου µε την επωνυµία "ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ" που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του.σ., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις µόνον όσον αφορά την αίτηση αναίρεσης. Του προσθέτως παρεµβαίνοντος: Επαγγελµατικού Σωµατείου, µε την επωνυµία "ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ι.Μ. Η ένδικη διαφορά άρχισε µε την από 19-12-1996 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου-καθού η πρόσθετη παρέµβαση, που κατατέθηκε στο Μονοµελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2411/1997 οριστική του ίδιου ικαστηρίου και 7950/1999 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν η αναιρεσείουσα µε την από 23-6-2000 αίτησή της και το προσθέτως παρεµβαίνον µε την από 13-2-2001 πρόσθετη παρέµβασή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σηµειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αθανάσιος Κρητικός ανάγνωσε την από 5-2-2001 έκθεσή του, µε την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόµενης αίτησης αναίρεσης και της πρόσθετης παρέµβασης. Οι πληρεξούσιοι της αναιρεσείουσας και του προσθέτως παρεµβαίνοντος ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης και της πρόσθετης παρέµβασης και ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου-καθού η πρόσθετη παρέµβαση την απόρριψή τους και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου µέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Ι. Επειδή ορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 1 Ν. 2251/1994 ότι ως ενώσεις καταναλωτών συγκροτούνται ως σωµατεία και διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού και του Αστικού Κώδικα. Οι ενώσεις καταναλωτών έχουν αποκλειστικό σκοπό την προστασία των συµφερόντων του καταναλωτικού κοινού...". Περαιτέρω κατά την παρ. 9 του ίδιου παραπάνω άρθρου "ενώσεις καταναλωτών που έχουν τουλάχιστον πεντακόσια ενεργά µέλη και έχουν εγγραφεί στο µητρώο ενώσεων καταναλωτών πριν από δύο τουλάχιστον έτη µπορούν να ασκούν κάθε είδους αγωγή για την προστασία των γενικοτέρων συµφερόντων του καταναλωτικού κοινού (συλλογική αγωγή). Ιδίως µπορούν να ζητήσουν: α) την παράλειψη παράνοµης συµπεριφοράς του προµηθευτή, ακόµη και πριν αυτή εκδηλωθεί, ιδίως όταν συνίσταται στη διατύπωση καταχρηστικών γενικών όρων των συναλλαγών... 12. Συλλογικές αγωγές κατά τις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 9 αυτού του άρθρου δικάζονται στη συντοµότερη δυνατή δικάσιµο κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Το δικαστήριο µπορεί να διατάξει την προσωρινή εκτέλεση της απόφασης. Η απόφαση παράγει τα αποτελέσµατά της έναντι πάντων, και αν δεν ήσαν διάδικοι". Από το συνδυασµό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει η υπόθεση που φέρεται ενώπιον του δικαστηρίου µε τη συλλογική αγωγή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και έχει ως αντικείµενο όχι τη διάγνωση ιδιωτικού δικαιώµατος, έννοµης σχέσεως ή ζητήµατος αµφισβητούµενου µεταξύ ορισµένων υποκειµένων ως φορέων του, αλλά την αυθεντική βεβαίωση νοµικού γεγονότος ή τη διάπλαση κατάστασης. Από την απόφαση δε που εκδίδεται σε µία τέτοια δίκη που δέχεται τη συλλογική αγωγή παράγεται µία ιδιότυπη δεσµευτικότητα που ισχύει έναντι πάντων. Ενόψει τούτου δύναται κατ' αρχήν να δικαιολογηθεί έννοµο συµφέρον τρίτου προσώπου κατά την έννοια του άρθρου 80 ΚΠολ που εφαρµόζεται και στις υποθέσεις που εκδικάζονται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας άρθρ. 752 παρ. 2 του ΚΠολ, για την άσκηση πρόσθετης παρεµβάσεως υπέρ του εναγόµενου µε τη συλλογική αγωγή µέχρι την έκδοση αµετάκλητης αποφάσεως επί της αγωγής αυτής. Στην προκειµένη υπόθεση, η οποία αφορά την αναγνώριση ως καταχρηστικού Γενικού Ορου Συναλλαγών κατά το άρθρ. 2 παρ. 7 περ. ε' και ια' του Ν. 2251/1994, τον οποίο η υπέρ ης η πρόσθετη παρέµβαση ελληνική εταιρία γενικών ασφαλειών "Η ΕΘΝΙΚΗ" ως καθολικός διάδοχος της εταιρείας µε την επωνυµία "ΑΣΤΗΡ" χρησιµοποιεί στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της στον τοµέα ασφαλειών ζωής, η "ένωση ασφαλιστικών εταιριών Ελλάδος" που αποτελεί επαγγελµατικό σωµατείο που εδρεύει στην Αθήνα άσκησε µε το από 13-2-2001 δικόγραφό της πρόσθετη παρέµβαση υπέρ της αναιρεσείουσας ασφαλιστικής εταιρίας. Ως έννοµο συµφέρον της η προσθέτως παρεµβαίνουσα επικαλείται ότι η προσβαλλόµενη απόφαση του Εφετείου Αθηνών αφορά τα συµφέροντα όχι µόνο της αναιρεσείουσας, υπέρ της οποίας παρεµβαίνει και η οποία αποτελεί µέλος της, αλλά και του συνόλου των λοιπών ασφαλιστικών εταιριών - µελών της, των οποίων τα αντίστοιχα ασφαλιστήρια περιέχουν όρο ταυτόσηµο κατά το περιεχόµενο µε αυτόν που περιέχει το ασφαλιστήριο της αναιρεσείουσας και που κηρύχθηκε άκυρος, η δε ύπαρξη του όρου αυτού στις συναπτόµενες ασφαλιστικές συµβάσεις είναι απόλυτα αναγκαία όχι µόνο για τη σωστή λειτουργία, αλλά και για την ίδια την επιβίωση της ιδιωτικής ασφάλισης. Η κρινόµενη πρόσθετη παρέµβαση ασκηθείσα νοµοτύπως το πρώτο ενώπιον του Αρείου Πάγου έχοντας το παραπάνω περιεχόµενο, είναι παραδεκτή, ενόψει των όσων εκτέθηκαν στη µείζονα σκέψη της παρούσας, και πρέπει γα ερευνηθεί περαιτέρω. ΙΙ. Κατά το άρθρο 2 παρ. 6 Ν. 2251/1994 "περί προστασίας των καταναλωτών" οι γενικοί όροι των συναλλαγών, ήτοι όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για απροσδιόριστο αριθµό µελλοντικών συµβάσεων, όπως είναι η ασφάλιση ζωής και ασθενείας, απαγορεύονται και είναι άκυροι, αν έχουν ως αποτέλεσµα την υπέρµετρη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωµάτων και υποχρεώσεων των συµβαλλοµένων µερών σε βάρος του καταναλωτή όπως είναι ο ασφαλιζόµενες. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας τέτοιου γενικού όρου κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σύµβαση, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της συµβάσεως ή άλλης σύµβασης από την οποία εξαρτάται. Κατά δε την παρ. 7 του ίδιου άνω άρθρου καταχρηστικοί, κατά την ενδεικτική απαρίθµηση αυτής, είναι οι γενικοί όροι των συναλλαγών που, µεταξύ άλλων, α)? β)? ε) επιφυλάσσουν στον προµηθευτή (όπως είναι η ασφαλιστική εταιρία στη σύµβαση ασφαλίσεως) το δικαίωµα µονοµερούς τροποποίησης ή λύσης της σύµβασης χωρίς ορισµένο ειδικό και σπουδαίο λόγο. Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων οι οποίες ως προς τον έλεγχο των γενικών όρων των συναλλαγών (Γ.Ο.Σ.) αποτελούν εξειδίκευση του γενικού κανόνα του άρθ. 281 ΑΚ µε τα αναφερόµενα σ' αυτές κριτήρια, για την κρίση της ακυρότητας ή µη ως καταχρηστικών των όρων αυτών λαµβάνεται υπόψη κατά κύριο λόγο το συµφέρον του καταναλωτή µε συνεκτίµηση όµως της φύσης των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σχετική σύµβαση καθώς και του σκοπού αυτής, πάντοτε δε στα πλαίσια

επιτεύξεως σχετικής ισορροπίας των δικαιωµάτων και υποχρεώσεων των συµβαλλοµένων µερών. Ως µέτρο δε ελέγχου της διατάραξης της ισορροπίας αυτής χρησιµεύει κάθε φορά το ενδοτικό δίκαιο που ισχύει για τη συγκεκριµένη σύµβαση. Τα συµφέροντα, η διατάραξη της ισορροπίας των οποίων σε βάρος του καταναλωτή µπορεί να χαρακτηρίσει ένα γενικό όρο άκυρο ως καταχρηστικό, πρέπει να είναι ουσιώδη, η δε διατάραξη αυτή πρέπει να είναι ιδιαίτερα σηµαντική σύµφωνα µε τις αρχές της καλής πίστεως. Προς τούτο λαµβάνονται υττόψη τα συµφέροντα των συµβαλλοµένων στη συγκεκριµένη σύµβαση µερών και εξετάζεται ποιό είναι το συµφέρον του προµηθευτή προς διατήρηση του συγκεκριµένου όρου που ελέγχεται και ποιό εκείνο του καταναλωτή προς κατάργησή του. ηλαδή ερευνάται ποιές συνέπειες θα είχε η διατήρηση ή κατάργηση του όρου για κάθε πλευρά, πώς θα µπορούσε κάθε µέρος να εµποδίσει την επέλευση του κινδύνου που θέλει ν' αποτρέψει ο συγκεκριµένος γενικός όρος και πώς µπορεί κάθε µέρος να προστατευθεί από τις συνέπειες της επέλευσης του κινδύνου µε δικές του ενέργειες. Εξάλλου από το συσχετισµό της γενικής ρήτρας περί καταχρηστικότητας που καθιερώνεται από την παρ. 6 του άρθρου 2 Ν. 2251/1994 σαφώς προκύπτει ότι οι ενδεικτικώς στο νόµο αναφερόµενες (31) περιπτώσεις γενικών όρων θεωρούνται άνευ ετέρου από το νόµο ως καταχρηστικοί χωρίς να χρειάζεται ως προς αυτούς και η συνδροµή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας της παρ. 6 του άρθρου 2 Ν. 2251/1994. Εξάλλου οι Γ.Ο.Σ. πρέπει να παρουσιάζουν τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις των µερών κατά τρόπο ορισµένοι ορθό και σαφή ("αρχή της διαφάνειας" η οποία πρέπει να διέπει τη διατύπωση των όρων η οποία ναι µεν δεν καθιερώνεται ρητώς στο νόµοι όµως σαφώς συνάγεται από το όλο περιεχόµενό του). Ετσι όταν πρόκειται για γενικό όρο που αφορά την επιφύλαξη στον ασφαλιστή του δικαιώµατος να προβαίνει µονοµερώς αυτός διαρκούσης της ισχύος της συµβάσεως σε αύξηση των ασφαλίστρων που συνιστά τη βασική υποχρέωση του ασφαλισµένου πρέπει να διατυπώνεται στο ασφαλιστήριο κατά τρόπο διαφανή υπό την έννοια ότι ο ασφαλισµένος ήδη κατά τη σύναψη της συµβάσεως πρέπει να δύναται ν' αντιληφθεί το µέτρο της αυξήσεως και στην περίπτωση µιας αυξήσεως να δύναται να εκτιµήσει το σύµφωνο αυτής προς την σχετική ρήτρα που την προβλέπει. Σε περίπτωση επιφυλαχθέντος στον προµηθευτή, όπως είναι ο ασφαλιστής, δικαιώµατος ανά προσδιορισµού των ασφαλίστρων πρέπει να αναφέρονται κατά τρόπο ορισµένο, όσο είναι δυνατό, οι προϋποθέσεις αυτού και το δεδοµένο πλαίσιο διαµορφώσεως. Από τις αρχές της καλής πίστεως επιτάσσεται ότι συγκεκριµένος Γ.Ο.Σ. πρέπει να προσφέρει στον καταναλωτή επαρκή γνώση των οικονοµικών επιβαρύνσεων που αυτός αναλαµβάνει στο βαθµό που από τις περιστάσεις προκύπτει ότι κάτι τέτοιο µπορεί να αξιωθεί. Ο προµηθευτής ενεργεί κατά τρόπο καταχρηστικό, αν δεν συµµορφώνεται προς τις επιταγές αυτές. Τέτοια χαρακτηριστικά έχει ο Γ.Ο.Σ. εκείνος που επιτρέπει στον ασφαλιστή ως προµηθευτή να προβεί αυτός µονοµερώς σε µεταβολή των ασφαλίστρων σε οποιαδήποτε ηµεροµηνία ανανέωσης της συµβάσεως ασφαλίσεως. Σε µια τέτοια περίπτωση ο αντισυµβαλλόµενος-καταναλωτής παραδίδεται στην κρίση του προµηθευτή για την ορθότητα και αναγκαιότητα της αναπροσαρµογής χωρίς αυτός να µπορεί να προβλέψει κάτω από ποιες προϋποθέσεις και σε ποια έκταση θα υποστεί πρόσθετες επιβαρύνσεις. Η καταχρηστικότητα τέτοιου όρου δεν αίρεται από την παρεχόµενη στον καταναλωτή δυνατότητα να καταγγείλει τη σύµβαση µέσα σε ορισµένη προθεσµία. Τέτοια δυνατότητα δεν µεταβάλλει σε τίποτε την αβεβαιότητα ενδεχοµένων µελλοντικών επιβαρύνσεων του καταναλωτή. Και ναι µεν ορίζεται από τη διάταξη του άρθ. 371 ΑΚ ότι "αν ο προσδιορισµός της παροχής ανατέθηκε σε ένα από τους συµβαλλοµένους ή σε τρίτον, σε περίπτωση αµφιβολίας θεωρείται ότι ο προσδιορισµός πρέπει να γίνει µε δίκαιη κρίση. Αν δεν έγινε µε δίκαιη κρίση ή βραδύνει, γίνεται από το δικαστήριο". Οµως η τελευταία αυτή διάταξη εκτοπίζεται από την ειδικώς ρυθµίζουσα το ζήτηµα διάταξη του άρθρ. 2 παρ. 7 περ. ε' του Ν. 2251/1994 σύµφωνα µε την οποία "καταχρηστικοί είναι ιδίως οι όροι που: α)... ε) επιφυλάσσουν στον προµηθευτή το δικαίωµα µονοµερούς τροποποιήσεως ή λύσεως της σύµβασης χωρίς ορισµένο ειδικό και σπουδαίο λόγο". Το εκ της τελευταίας αυτής διατάξεως πηγάζον προαπαιτούµενο της συγκεκριµενοποιήσεως και του ευλόγου της διαµορφώσεως των σχετικών εξουσιών επεµβάσεως του προµηθευτή (εν προκειµένω ασφαλιστή) προορίζεται να προστατεύσει το άλλο συµβαλλόµενο µέρος από τη µονοµερή εξουσία προσδιορισµού της παροχής του προµηθευτή. Η δίκαιη κρίση της ΑΚ 371 προϋποθέτει την εφαρµογή ευλόγων κριτηρίων για την αναπροσαρµογή. Ο Ν. 2251/1994 βαίνει πέρα από την παραπάνω διάταξη γιατί αξιώνει στις καταναλωτικές σχέσεις τα κριτήρια αυτά ν' αναφέρονται στη σύµβαση. Ο ν. 2251/1994 (άρθ. 2 παρ. 7 εδ. ια') δεν ανέχεται την αοριστία του τιµήµατος παρά µόνο αν υπάρχει σπουδαίος λόγος, οπότε πρέπει ν' αναφέρονται ειδικώς καθορισµένα και εύλογα κριτήρια. το γενικό και αόριστο κριτήριο της δίκαιης κρίσης κατά την ΑΚ 371 δεν θα µπορούσε ν' αποτελέσει το κατάλληλο µέσο για την προστασία του αντισυµβαλλόµενου καταναλωτή. Η ΑΚ 371 είναι στο νόµο καταστρωµένη για τον τύπο µιας ατοµικής συµβάσεως και δεν µπορεί να διασφαλίσει τα συµφέροντα του καταναλωτή σε συµβάσεις, στις οποίες οι όροι µεταξύ των συµβαλλοµένων µερών δεν καθίστανται αντικείµενο

διαπραγµάτευσης όπως συµβαίνει µε τους Γ.Ο.Σ. Εξάλλου ο Ν. 2251/1994 δεν περιέχει διάταξη διαχρονικού δικαίου. Και ναι µεν ορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 2 ΑΚ ότι "ο νόµος ορίζει για το µέλλον, δεν έχει αναδροµική δύναµη και διατηρεί την ισχύ του, εφόσον άλλος κανόνας δικαίου δεν τον καταργήσει ρητά ή σιωπηρά". Οµως επί συλλογικής αγωγής κατά το άρθρο 10 του Ν. 2251/1994 που εγείρεται από νοµιµοποιούµενη ένωση καταναλωτών κατά του προµηθευτή, όπως χαρακτηρίζεται ο ασφαλιστής. κρίσιµο χρονικό σηµείο είναι εκείνο της χρήσεως των Γ.Ο.Σ. και όχι το χρονικό σηµείο της διατυπώσεως αυτών. Αυτό σηµαίνει ότι ο Ν. 2251/1994 εφαρµόζεται και σε εν ισχύϊ σύµβαση ασφαλίσεως µε προσαρτηµένους Γ.Ο.Σ., έστω και αν αυτή καταρτίσθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του άνω νόµου, αλλά βρίσκεται εν εξελίξει όταν αυτός αρχίζει να ισχύει. Εν προκειµένω το Εφετείο µε την προσβαλλόµενη απόφασή του δέχθηκε ανελέγκτως τα ακόλουθα αναφορικά µε τον προσβαλλόµενο µε την ένδικη αγωγή του αναιρεσίβλητου σωµατείου για ακυρότητα ως καταχρηστικό επίδικο γενικό όρο που έχει διατυπωθεί εκ των προτέρων από την αναιρεσείουσα ασφαλιστική εταιρία στις ασφαλιστικές συµβάσεις, τις οποίες αυτή συνάπτει στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της µε τους καταναλωτές: Η αναιρεσείουσα, η οποία είναι ανώνυµη ασφαλιστική εταιρία, στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της στον ειδικότερο τοµέα των ασφαλειών ζωής συνάπτει ασφαλιστικές συµβάσεις µε τους καταναλωτές και εκδίδει αντίστοιχα ασφαλιστήρια συµβόλαια που περιέχουν τους Γ.Ο.Σ. για την ασφάλεια ζωής και τους ειδικούς όρους που αφορούν ειδικές συµφωνίες µεταξύ αυτής και του συµβαλλόµενου καταναλωτή και περιλαµβάνονται συνήθως σε ειδικά παραρτήµατα της κύριας συµβάσεως ασφαλίσεως. Στο άρθρο 6 περ. β' των γενικών όρων ενός από τα παραρτήµατα µε τον τίτλο "πλήρης νοσοκοµειακή περίθαλψη" στο οποίο περιέχονται ειδικότερες ασφαλιστικές καλύψεις και αποτελεί ένα σύνολο µε το ασφαλιστήριο ζωής, αναφέρεται και ότι "η εταιρεία διατηρεί το δικαίωµα αλλαγής των ασφαλίστρων αυτής της κάλυψης σε οποιαδήποτε ηµεροµηνία ανανέωσής της". Πρέπει να σηµειωθεί συνεχίζει η απόφαση του Εφετείου, ότι στην ασφαλιστική σύµβαση, η οποία είναι πάντοτε µία ενοχική σύµβαση διαρκείας που ο χρόνος εξαρτάται από τον ασφαλιζόµενο κίνδυνο, το ασφάλιστρο, ως κύρια υποχρέωση του αντισυµβαλλόµενου του ασφαλιστή και βασικός όρος της συµβάσεως, πρέπει να είναι ακριβώς προσδιορισµένο κατά την κατάρτιση της συµβάσεως, χωρίς να αποκλείεται ο ασφαλιστής να επιφυλάξει στον εαυτό του την αναπροσαρµογή του ασφαλίσµατος. στο µέλλον. Στην τελευταία όµως αυτή περίπτωση πρέπει να προσδιορίζονται στην αρχική σύµβαση τα κριτήρια µε βάση τα οποία θα γίνεται η αναπροσαρµογή, έτσι ώστε ο ασφαλιζόµενος να γνωρίζει µεν ότι κατά τη διάρκεια της συµβάσεως, ενδέχεται ν' αντιµετωπίσει αύξηση ασφαλίστρων που όµως θα γίνει µε βάση γνωστά στον ίδιο εκ των προτέρων κριτήρια, τα οποία τον οδήγησαν στην κατάρτιση της συµβάσεως. Στην προκειµένη περίπτωση ο σχετικός όρος του παραρτήµατος της βασικής συµβάσεως ασφαλίσεως ζωής, που φέρει το χαρακτήρα γενικού όρου των συναλλαγών και που συνάπτει η εναγόµενη (ήδη αναιρεσείουσα) παρέχοντας ασφαλιστική κάλυψη κατά του κινδύνου των αναφεροµένων σ' αυτό ασθενειών είναι καταχρηστικός γιατί αφήνει χωρίς σπουδαίο λόγο τη µελλοντική αναπροσαρµογή (αύξηση) του ασφαλίστρου στην απόλυτη µονοµερή κρίση της εναγοµένης (ήδη αναιρεσείουσας χωρίς αναφορά κανενός κριτηρίου, αν και η αοριστία αυτή αφορά την αντιπαροχή στην εν λόγω σύµβαση ασφαλίσεως, δηλαδή ενός βασικού στοιχείου της όλης συµβάσεως µε αποτέλεσµα να διαταράσσεται υπέρµετρα η ισορροπία των δικαιωµάτων και των υποχρεώσεων των συµβαλλοµένων σε βάρος του ασφαλισµένου-καταναλωτή. Ο ισχυρισµός της εναγοµένης και ήδη αναιρεσείουσας ότι ο σχετικός όρος δεν δηµιουργεί κανένα πρόβληµα στους ασφαλισµένους, γιατί σε κάθε ανανέωση της συµβάσεως, αν πρόκειται να γίνει αύξηση των ασφαλίστρων, αυτό τίθεται σε γνώση τους και ελεύθερα αποφασίζουν, αν τους συµφέρει, την παράταση ή όχι της ισχύος της ασφαλιστικής καλύψεως της ασθενείας. Οµως ενόψει του ότι το παράρτηµα που ττεριέχει τον όρο αυτό αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο µε το ασφαλιστήριο ζωής και ισχύει εφόσον ισχύει και αυτό, σύµφωνα µε τον πρώτο όρο του παραρτήµατος, η υφιστάµενη δυνατότητα του καταναλωτή ασφαλισµένου να µη συµφωνήσει στη µονοµερή αύξηση του ασφαλίστρου περιορίζεται υπέρµετρα, γιατί αυτός απέβλεψε στην ασφάλεια ζωής και στη νοσοκοµειακή του περίθαλψη σε περίπτωση ασθενείας ενιαίως, έτσι ώστε και συµφέρουσα να µην είναι η αύξηση του ασφαλίστρου για τη δεύτερη να είναι αναγκασµένος να την αποδεχθεί. Στη συνέχεια µε βάση τα στοιχεία που ορίζει η διάταξη του άρθ. 10 παρ. 9 εδ. β' του Ν. 2251/1994 προσδιόρισε υπέρ της ενάγουσας και ήδη αναιρεσίβλητης ενώσεως καταναλωτών το ύψος της αιτηθείσης χρηµατικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης στο ποσό των δραχ. 500.000 αντί του πρωτοδίκως καθορισθέντος ποσού των δρχ. 20.000.000 δεχόµενο την έφεση και εξαφανίζοντας κατά τούτο την ττροσβληθείσα πρωτόδικη απόφαση. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο ως προς την καταχρηστικότητα του ενδίκου Γ.Ο.Σ. δεν παραβίασε τη διάταξη του άρθ. 2 παρ. 7 περ. ε' του Ν. 2251/1994 είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου αφού περιέλαβε στην απόφασή του πλήρεις, σαφείς και όχι αντιφατικές αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο. εν ήταν δε αναγκαίο να ερευνήσει και δεχθεί προηγουµένως και τη συνδροµή είτε της ΑΚ 281 είτε της παρ. 6 του άρθ. 2 Ν.

2251/1994 σύµφωνα µε όσα εκτέθηκαν στη µείζονα σκέψη της παρούσας, ούτε εξάλλου ήταν αναγκαίο η διάταξη της παρ. 7 εδ. ε' άρθ. 2 του Ν. 2251/1994 να ερµηνευθεί αναγκαίως σε συνδυασµό προς τη διάταξη του άρθ. 371 ΑΚ, αφού η τελευταία, κατά τα εκτεθέντα στη µείζονα σκέψη της παρούσας, εκτοπίζεται από την προαναφερθείσα ειδική ρύθµιση του Ν. 2251/1994. Συνεττώς όσα αντίθετα προβάλλονται µε τους υπό στοιχείο 2.1 λόγους αναιρέσεως εκ του άρθ. 559 αριθ. 1 και 19 του ΚΠολ είναι αβάσιµα και απορριπτέα. Εξάλλου ο υπό στοιχείο 2.2 λόγος αναιρέσεως περί ευθείας, άλλως εκ πλαγίου παραβάσεως του άρθ. 2 ΑΚ υπό την επίκληση του άρθ. 559 αριθ. 1 και 19 ΚΠολ για το λόγο ότι ο Ν. 2251/1994 επειδή άρχιζε να ισχύει από 16.11.1994 δεν εφαρµόζεται επί ασφαλιστικών συµβάσεων συναφθεισών, όπως η επίδικη, πριν από την έναρξη ισχύος του άνω νόµου, η δε προσβαλλόµενη απόφαση δεν διασαφηνίζει αν ο νόµος 2251/1994 εφαρµόζεται και στις πριν από την έναρξη ισχύος του συναφθείσες συµβάσεις ασφαλίσεως είναι αβάσιµος και απορριπτέος. Τούτο γιατί το Εφετείο ορθώς εφήρµοσε τον άνω νόµο και στις επίδικες ασφαλιστικές συµβάσεις αφού, όπως αναφέρθηκε στη µείζονα σκέψη της παρούσας, χρήση των ασφαλιστικών συµβάσεων που περιέχουν τον επίδικο Γ.Ο.Σ. έγινε υπό το κράτος ισχύος του άνω Νόµου. Περαιτέρω ο υπό στοιχείο 2.3 λόγος αναιρέσεως µε τον οποίο προσάπτεται η αιτίαση στην προσβαλλόµενη απόφαση ότι υπέπεσε στην πληµµέλεια του άρθ. 559 αριθ. 1 και 14 ΚΠολ λόγω αοριστίας της σχετικής αγωγής είναι, ενόψει των όσων εκτίθενται στην αγωγή αβάσιµος, γιατί αδιαφόρως του πότε καταρτίσθηκαν οι περιέχουσες τον επίδικο Γ.Ο.Σ. ασφαλιστικές συµβάσεις, δηλ. είτε πριν από την 16.11.1994 είτε µετά την χρονολογία αυτή, εφόσον χρήση του επιδίκου όρου γίνεται µετά την 16.11.94 πράγµα το οποίο είναι το κρίσιµο, εφαρµόζεται ο Ν. 2251/1994. Ο τελευταίος υπό στοιχείο 2.4 λόγος αναιρέσεως µε τον οποίο υπό την επίκληση του άρθ. 559 αριθ. 19 ΚΠολ προσάπτεται στην απόφαση η αιτίαση ότι υπέπεσε στην πληµµέλεια της άνω διατάξεως είναι εντελώς αόριστος, γιατί δεν εξειδικεύεται στο αναιρετήριο τίποτε από τα στοιχεία που ιδρύουν το σχετικό λόγο αναιρέσεως αφού µε τον άνω λόγο αναφέρεται "ότι επίδικος όρος... έχει συµβατικό περιεχόµενο και κατά συνέπεια ο όρος αυτός έχει γίνει συµβατικά αποδεκτός από τον ασφαλισµένο µας. Η αναιρεσιβαλλοµένη απόφαση ελέγχεται και από την πλευρά αυτή για παράβαση του άρθρου 559 περ. 19 ΚΠολ ". Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει ν' απορριφθεί η κρινόµενη αίτηση αναιρέσεως και να επιβληθεί στην αναιρεσείουσα και την υπέρ αυτής προσθέτως παρεµβαίνουσα δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 23-6-2000 αίτηση της ασφαλιστικής εταιρίας µε την επωνυµία "Η ΕΘΝΙΚΗ" ως καθολικής διαδόχου της εταιρείας µε την επωνυµία "ΑΣΤΗΡ" - ανώνυµη ασφαλιστική εταιρία και την υπέρ αυτής ασκηθείσα πρόσθετη παρέµβαση εκ µέρους του σωµατείου µε την επωνυµία "ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ" για αναίρεση της υπ' αριθ. 7950/1999 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών και Επιβάλλει στην αναιρεσείουσα και την υπέρ αυτή προσθέτως παρεµβαίνουσα τη δικαστική δαπάνη της αναιρεσίβλητης, την οποία ορίζει στο ποσό των δραχµών τριακοσίων χιλιάδων (300.000). Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 4 Μαϊου 2001. Και ηµοσιεύθηκε σε δηµόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Ιουνίου 2001. Πρόεδρος: Κωνσταντίνος Παπαλάκης Εισηγητές: Αθανάσιος Κρητικός Λήµµατα: Προστασία καταναλωτών,ενωση καταναλωτών,συλλογική αγωγή,ασφαλιστική εταιρεία,ασφάλεια ζωής,γενικοί όροι συναλλαγών,αναπροσαρµογή ασφαλίστρων,χρηµατική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης

ΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ηµοσίευση: ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ Ετος: 2001 Τόµος: 42 Σελ.: 1601 ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ Α/Α Νόµος Αριθµός Έτος Αρθρο Παράγραφος 1 «ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ» 281 2 «ΝΟΜΟΣ» 2251 1994 2 6,7ε' 3 «ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩ ΙΚΑΣ» 371