Επιμέλεια: Ιωάννης Σσιουράκης Copyright: Ιωάννης Σσιουράκης, Θεσσαλονίκη 2010

Σχετικά έγγραφα
Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

VAKXIKON.gr MEDIA GROUP Εκδόσεις Βακχικόν Ασκληπιού 17, Αθήνα τηλέφωνο: web site: ekdoseis.vakxikon.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Αιγαίο πέλαγος. Και στην αρχή το απέραντο, το άπειρο που δεν το χωράει ο νους εγένετο αλήθεια όπως με ένα φως λευκό.

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

Copyright Φεβρουάριος 2016

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Η δικη μου μαργαριτα 1

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Tα έργα ζωγραφικής που συνοδεύουν την έκδοση είναι της Ευδοκίας Σταυρακούκα. Copyright: E. Σταυρακούκα, Eκδόσεις ZHTH, Θεσσαλονίκη, 2013

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Το σπίτι μου. Ένα σπίτι θα χτίσω. στο βουνό στην μοναξιά και στη σιωπή. στα δέντρα και την πρασινάδα με μεγάλη αυλή. Μάλλον δε θα το χτίσω εκεί.

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

«Η νίκη... πλησιάζει»

Κώστας Λεμονίδης - Εμμανουηλίδου 13

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

25 μαγικές ιστορίες για μικρά παιδιά

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

«Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ & ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Υπ. Καθηγήτριες: Ουρανία Φραγκουλίδου & Έλενα Κελεσίδου

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Απόστολος Θηβαίος - Παιδικές Ζωγραφιές

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ. Ιστορίες από τη Σκωτία και την Ιρλανδία

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

πού παει το λευκό όταν το χιόνι λιωνει;

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Στη μέση μιας ημέρας μακρύ ταξίδι κάνω, σ ένα βαγόνι σκεπτικός ξαναγυρνώ στα ίδια. Μόνος σε δύο θέσεις βολεύω το κορμί μου, κοιτώ ξανά τριγύρω μου,

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ΤΟ ΡΟΛΟΪ ΣΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ

τα βιβλία των επιτυχιών

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Β Περίοδος

Ευλογημένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ημοτικού

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Και κοχύλια από του Ποσειδώνα την τρίαινα μαγεμένα κλέψαμε. Μες το ροδοκόκκινο του ηλιοβασιλέματος το φως χανόμασταν

Μια φορά κι έναν καιρό

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Με της αφής τα μάτια Χρήστος Τουμανίδης

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

Κατερίνα Ανωγιαννάκη Ο ΧΟΡΟΣ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ. Εικόνες: Πετρούλα Κρίγκου

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Παραγωγή γραπτού λόγου Ε - Στ τάξη Σύνθεση ποιήµατος

Είσαι ένας φάρος φωτεινός

Το μενταγιόν που θύμιζε μισοφέγγαρο. Περάσανε κάποιοι μήνες. Ο Μάρκος, από την ώρα της ανατολής κι όσην ώρα

ΠΊΝΑΚΕς ΖΩΓΡΑΦΙΚΉς ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΊΕς

Τα παραμύθια της τάξης μας!

T: Έλενα Περικλέους

Λόγου Χάριν. οσελότος. οσελότος ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ

Νεφελώματα του χρόνου

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗΣ

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

Βαλεντσιάνες :: Λαύκας Γ. - Χασκήλ Σ. :: Αριθμός δίσκου:

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ο χαρούμενος βυθός. Αφηγητής : Ένας όμορφος βυθός. που ήταν γαλαζοπράσινος χρυσός υπήρχε κάπου εδώ κοντά και ήταν γεμάτος όλος με χρυσόψαρα.

Ένα και δυο: τη μοίρα μας δεν θα την πει κανένας Ένα και δυο: τη μοίρα του ήλιου θα την πούμ εμείς.


Σε κάθε της Κρήτης μας γωνιά, σε κάθε της καρδιάς μας. το Ρέθυμνο..

Κυριάκος Δ. Παπαδόπουλος ΑΠΟ ΦΤΕΡΟ ΚΙ ΑΠΟ ΦΩΣ

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.


Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ΤΡΙΓΩΝΑ ΚΑΛΑΝΤΑ. Τρίγωνα, κάλαντα σκόρπισαν παντού. κάθε σπίτι μια φωλιά του μικρού Χριστού. ήρθαν τα Χριστούγεννα κι η Πρωτοχρονιά

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ Αγαπητό μου ημερολόγιο

ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΕΝΑ ΜΠΙΠ ΝΑ ΣΟΥ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΗ ΖΩΗ!

Transcript:

Ιωάννης Σσιουράκης Τποσχέσεις του Υθινοπώρου Θεσσαλονίκη 2010

Τποσχέσεις του Υθινοπώρου

Τποσχέσεις του Υθινοπώρου Επιμέλεια: Ιωάννης Σσιουράκης Copyright: Ιωάννης Σσιουράκης, Θεσσαλονίκη 2010 ηλεκτρονική διεύθυνση: http://hxosplagiosmonos.blogspot.com e-mail: ioannis_t@yahoo.gr ISBN: 978 960 92865 0 3 Σο παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της Ελληνικής Νομοθεσίας ((Ν.2121/1993, άρθρο 51, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις Βέρνης Παρισιού, που κυρώθηκε με τον Ν. 100/1975 περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως άνευ γραπτής άδειας του εκδότη η κατά οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.

Ιωάννης Σσιουράκης Τποσχέσεις του Υθινοπώρου Θεσσαλονίκη 2010

ΣΟΤ ΙΔΙΟΤ Βιβλία: Ήχος Πλάγιος. Μόνος, ποίηση, εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος, 2008 τον χτύπο επάνω της καρδιάς, ποίηση, ιδ. έκδοση εκτός εμπορίου, 2010 Σα γράμματα της Τβόννης, νουβέλα, εκδόσεις Δρόμων, 2010 e-book: Αίθουσα αναμονής Εισιτήρια,, ποίηση, ιδ. έκδοση εκτός εμπορίου, 2010 Ήχος Πλάγιος. Μόνος γραφή δεύτερη, ποίηση ιδ. έκδοση εκτός εμπορίου, 2010 Τποσχέσεις του Υθινοπώρου, ποίηση, ιδ. έκδοση εκτός εμπορίου, 2010

στη Νίκη

I

Τπόκλιση Θέλω τα γόνατα σου να φιλήσω γιατί γονατιστός τραβάει κανείς στον έρωτα κ υποκλίνεται. [11]

Γυναίκα πανσέληνη Αγκαλιάζω τα δειλινά που κρύβουν εντός τους το βάδισμα σου γυναίκα πανσέληνη κάποιου φεγγαριού ψιθύρισμα στις καλαμιές τις λίμνης το χαμόγελο σου γυναίκα των νερών που τραγουδούν και των βημάτων που σπαρταρούν ανάμεσα στα κύματα πριν τρέξουν να μπερδευτούν σε μια αγκαλιά αγκαλιάζω τα μάτια τα γιορτινά αγκαλιάζω τη σιωπή και τη φωνή τους γυναίκα πανσέληνη το χρώμα που τύλιξες το τελευταίο του ήλιου κι έφτιαξες ρούχο βραδινό να το φορέσεις σ ένα περίπατο καλοκαιριού στην αγκαλιά μου. Ι [12]

ΙΙ Κοιτάζω τα φεγγάρια στα μάτια σου γυναίκα καλοκαιρινή πως σμίγουν το πριν με το μετά το σήμερα με το αύριο πως κάνουν ένα κοιτάζω τα λιμάνια όχι που πίσω τους άφησαν τα χρόνια μα εκείνα που θα ταξιδέψουν τα χέρια και τα μάτια που θ αγγίξουν τους καβοδέτες τους αρμυρισμένους γυναίκα θαλασσινή που χάραξες με διαβήτη την πορεία κι ανοίγεται το καράβι στα πελάγη. [13]

ΙΙΙ Γυναίκα της φωτιάς που λίκνισες τούτο το κορμί το αληθινό στα ξύλινα στηρίγματα της νύχτας και φώτισε η πλάση γυναίκα της φωτιάς που άπλωσες τα χέρια πόθους να συδαυλίσεις πυρωμένους στα στήθη και ράγισες στα δύο την πέτρα που πατώ. Γυναίκα που λίμνασες πάνω στα χείλη το φιλί κι έπειτα το ταξίδεψες στο σώμα νύχτα και μέρα κάνοντας ένα μπερδεύοντας τη λογική με το παράλογο πάνω στα σεντόνια της ψυχής μου. [14]

Παλιά γραφή ε μια παλιά γραφή, οι λέξεις «δε θα ρθει», λέγανε στους περαστικούς και να που τώρα φανερώνεσαι πριν το φως του ήλιου και ξημερώνεις την ψυχή μου. [15]

τέκει ολόρθη η ρώγα σταφυλιού θαρρείς για να την τραγανίσω σε μια στιγμή αιωνιότητας Ρώγα σταφυλιού [16]

Παλιά αίγλη Πριν ξημερώσει κατηφορίζεις απ το κόκκινο του ουρανού φεγγάρι βαστώντας τα όνειρά μου απαλά συντροφευμένα από εσένα χαμογελαστά κι απ το απέναντι παράθυρο κοιτάζουν τα περασμένα χρόνια τα λυπημένα καθώς το παιδί με χρώματα αχνά ζωγραφίζει την αίσθηση τους σε χαρτί λεπτό φθείροντας έτσι την παλιά τους αίγλη. [17]

Πότε όστρια, πότε σιρόκος τον άνεμο αφήνω λόγια που χορεύουν πότε όστρια, πότε σιρόκος ζαλίζουν τα σημεία στίξης και τ αφήνουν στα πόδια προτάσεων παλιών που ξέμαθαν πια να περπατάνε στα υγρά του φθινοπώρου μάτια μου να πάρουν μουσική οι λέξεις από εκείνον τον ήχο τον παράξενο του βιολιού μέσα απ το κύμα πριν βρουν στην αγκαλιά σου απάγκιο. [18]

«Είναι ο έρωτας που τριγυρνά πάνω στα χείλη τα διψασμένα» μου λες Ο έρωτας που τριγυρνά κ είναι η χώρα η μακρινή που γύρεψα κάποτε να ταξιδέψω που στρώνεται χαλί παχύ κάτω απ τα πόδια μου τα κουρασμένα [19]

Σα μονοπάτια του φεγγαριού Υωνάζει τ όνομα σου απόψε το φεγγάρι στα μονοπάτια του τα φωτισμένα και στις κρυφές του τις στοές. Κι έχουν οι άνθρωποι σωπάσει στους δρόμους έπαψαν οι κόρνες να μονολογούν το πένθιμο τους παραμύθι ένα λευκό πουλί μονάχα σα περιστέρι πουλί αφήνει κάτου απ τα φτερά του σκόνη χρυσή καθώς πετάει όπως τα λόγια μου που χαμογελούν καθώς για εσένα μιλούνε. [20]

Ανθάκια μυγδαλιάς Έτσι όπως παίρνει τα δάκρυα ο άνεμος καμιά φορά από τα μάτια στο χώμα έτσι τ ανθάκια τα μικρά της μυγδαλιάς αφήνει στα μαλλιά σου στολίδια μικρά με το πρώτο της μέρας χρώμα. [21]

Μόνο που τώρα Μόνο που τώρα, μονάζω στον δικό σου έρωτα χρόνο δεν επιτρέπω να χαθεί σε πράγματα άλλα κι όταν νυχτώνει, λιτανεύω το φιλί σου. [22]

Πώς να εξηγήσω τη φυγή Σώρα πώς να εξηγήσω τη φυγή που πρέπει απόψε να τελέσω πώς να σταθώ κάτω απ τα βλέφαρα τα δακρυσμένα τα δικά σου και τα δικά μου πως να σωπάσω τη φωνή που μου φωνάζει «Μη»; [23]

Είναι που κάθε βράδυ Είναι που κάθε βράδυ προσκυνώ το ναό της ψυχής σου κι αποτάσσω από μέσα μου την αμαρτία. [24]

Οι παλμοί που με διαπερνούν Πλάι σου κουρνιάζω νεογέννητος καθώς είμαι βάζω το χέρι επάνω στην κοιλιά νιώθω τους παλμούς να με διαπερνούν γίνονται και δικοί μου παλμοί γίνονται και δικοί μου λυγμοί καθώς νυχτώνει και σκοτεινιάζουν οι γωνιές μες στο σπίτι [25]

Γίνονται οι ευχές σου δάκρυα βροχής μέσα στη νύχτα λουλούδια κόκκινα κι αρώματα υγρά φιλιά πάνω στα στήθη που σε γυρεύουν Ευχές [26]

Τποσχέσεις του Υθινοπώρου Αγαπώ τους μήνες που περνούν τις υποσχέσεις του Υθινοπώρου που δεν έφθειρε ο άνεμος τα παιγνίδια τα παιδικά τα πεσμένα στο χώμα φύλλα τα πέδιλα του καλοκαιριού τα ξεχασμένα στη ντουλάπα τις σημειώσεις που κιτρίνισε ο ήλιος τα πινέλα που αφήσαμε στο νέφτι από το βάψιμο του κάγκελου στο μπαλκόνι τις φωτογραφίες με τα χαμόγελα που τόσο πλατιά απλώθηκαν κι αφέθηκαν να ταξιδέψουν στη μνήμη τα βότσαλα του βυθού στο μαρμάρινο πάσο της κουζίνας τα μάτια σου αγαπώ που συδαυλίζουν τις φωτιές στα στήθη μου κι ακούγονται τριγύρω τους τραγούδια καλοκαιρινά και μελωδίες αστεριών που δε χαθήκανε στο πρώτο φως της μέρας κι όταν ξαπλώνω έρχονται και με σκεπάζουν με το λαμπερό τους γέμισμα στου φεγγαριού το σώμα που αφήνει το φιλιά σου στο κορμί μου [27]

Βλέπω την αγάπη σου που ανθίζει Βλέπω την αγάπη σου που ανθίζει στην πέτρα επάνω και στη θάλασσα και στου βουνού τη ρίζα την υγρή από του ποταμού του χορευτή το γύρισμα σπίτι ζεστό να υψώνεις για τη ζωή που ονειρευθήκαμε. Κι εγώ, ένας μικρούλης ήλιος τόπι στα πόδια των παιδιών απ την αυγή ως το σούρουπο γέλια να βγάζω στην αυλή και να φυτεύω φως και άνθη λουλουδιών στα μακριά σου τα μαλλιά. [28]

Πατρικό σπίτι Υέρνω στη μνήμη τα παιδικά σου γέλια και τα παιγνίδια του καλοκαιριού που μου εμπιστεύθηκες πλάι στο κύμα. Σο πέτρινο πατρικό σου σπίτι το κοριτσίστικο δωμάτιο το κουζινάκι της αυλής τον γκρίζο μεγάλο γάτο τις μπούκλες τις φουντωτές σου. Καπνίζει πάντα το τζάκι του σπιτιού όλο χαμόγελα και φωτεινές αγκαλιές στέκουμαι στην είσοδο της αυλής πριν μπω. Προσεύχομαι. Είναι το σπίτι που μεγάλωσες [29]

Σο τραγούδι των παιδιών Έφερε ο άνεμος μια σου εικόνα εδώ γέμισε χαρά ο τόπος σα το τραγούδι των παιδιών όταν χαρίζουνε τη μέρα στο παιγνίδι. [30]

Απομεσήμερα μάτια Αυτά τα μάτια σου τ απομεσήμερα πως με κοιτάζουν τόσο φωτισμένα όταν θλιμμένος από τραβιέμαι στην γωνιά κι αφήνουνε ελεύθερα να μ αγκαλιάσουν χιλιάδες χρώματα και μουσικές και νανουρίζομαι παιδί μικρό στην αγκαλιά σου. [31]

Θέλω για επαναστάσεις να γράψω Θέλω για επαναστάσεις να γράψω Και πάντα τα γράμματα σχηματίζουν τη λέξη "σ αγαπώ" [32]

Σο πηγάδι Άκουσα την ηχώ μου στο πηγάδι έφερε πίσω το «σ αγαπώ» μόνο που είχε ντυθεί το άρωμα σου κ είχε το τσιμπιδάκι των μαλλιών που έχασες προχθές στο απογευματινό μας το παιγνίδι πλάι στο πηγάδι όπως έβγαζα νερό με τον κουβά κι έριχνα μικρές γουλιές στο κλείσιμο των μοιρών σου άνοιγαν σιγά σιγά κι έτσι ντροπαλά και γέμιζε χρώματα ο ουρανός. [33]

Μέρες καλοκαιριού Ανθισμένο λουλούδι στα μαλλιά οι μέρες του καλοκαιριού που ζήσαμε κ οι νύχτες που σμίξαμε πάνω στο κύμα το ζεστό κι ονειρευθήκαμε γλυκό κρασί στα χείλη που μεθάει και τούτο το φθινόπωρο στη μέθη πάνω του καλοκαιριού θα ξαποστάσει και θα αφεθεί φυλλαράκι στον άνεμο για να μας ταξιδέψει [34]

Είναι τα βράδια που βυθίζομαι στο σώμα του πελάου κι όπως γυρίζω ένα κογχύλι φέρνω μαγεμένο απ τη φωνή σου που έμαθε γλυκά να τραγουδά και να ονειρεύεται Μαγεμένο κογχύλι [35]

II

Είναι ένα μέρος κρυφό Η μικρή μας πόλη ντύνεται σιγά σιγά τα γιορτινά της κι εμείς χέρι χέρι πιασμένοι διασχίζουμε την παραλιακή. Μακεδονία Παλλάς, Λευκός Πύργος, Αριστοτέλους, Λαδάδικα. τις βιτρίνες κοιτάζω το πρόσωπο σου. Ήλιος του Μεσονυχτίου, κι όλα γύρω σου λάμπουν. Η λάμψη αυτή αγγίζει κι εμένα. Με ζεσταίνει. Πλησιάζουν Φριστούγεννα Κι αλήθεια πώς να μετρήσω την φετινή μου ευτυχία; Επιστρέφουμε αγκαλιασμένοι. το δωμάτιο, εκτός από γλυκά θα μοιραστούμε αγκαλιές, φιλιά κι όνειρα. Θυμάσαι που βγάζουν όλα τούτα τα μικρά βαρκάκια; Είναι ένα μέρος κρυφό. Αν κλείσεις τα μάτια την είσοδο του θα δεις αν τ ανοίξεις εκείνο θα χαθεί. Μένουμε με τα μάτια κλειστά. Αγγίζουμε στα τυφλά ο ένας τον άλλον. κιρτούν αλλιώτικα τα σώματα, οι ψυχές. Κι εκείνο το πολύχρωμο Καρουζέλ πίσω από τα μάτια τα κλειστά μας έχει παιδιά γεμίσει και μουσικές [39]

Πρέπει ο άνεμος να σαι Πρέπει ο άνεμος να σαι, μέσα σε τοσοδούλα δαχτυλήθρα χώρεσες το δάχτυλο και κέντησες χρυσές κλωστές σε πανί λευκό. Κοιμούμαι ως αργά τα πρωινά. το κομοδίνο πλάι μου έχω μια μικρή σου φωτογραφία, μια καρδιά αρκουδάκι ξαπλωμένο και κλειδιά ενός σπιτιού που με περιμένει. Απόγευμα επιστρέφεις, η δουλειά δύσκολη, το ταξίδι μεγάλο. τέκουμαι στην είσοδο του σταθμού και σε περιμένω. Δε θέλω μόνη σου να επιστρέφεις. Κάποτε όμως δεν το μπορώ, λείπω στη δουλειά. Η σκέψη μου πάντα εκεί. τέκεσαι πλάι στον παππούλη με τα λαχεία. Σο φόρεμα σου εφηβικό, έτσι και η ψυχή σου. Περιμένεις το λεωφορείο. Σέσσερεις στάσεις και θα κατέβεις. Δεν ακούς τις συζητήσεις τριγύρω από τ ακουστικά σου βγαίνει μι απαλή μελωδία, σ αγκαλιάζει. Φαμογελάς, σιγοντάρεις τον καλλιτέχνη, κάποτε μελαγχολείς. Προχωράς χορευτά μοιάζεις με νεράιδα που γλιστρά στα νερά λίμνης που βούτηξε μέσα της ο απογευματινός ήλιος. Δε σου το πα ποτέ. Είχες προπορευθεί κάποια στιγμή που κατεβήκαμε στο σταθμό. Κατάλαβες πως έμεινα πίσω. Έστρεψες το κεφάλι. Φαμογέλασες. Μου ταίριαξες τότε τη μορφή σου μ εκείνες των νεραϊδών και δεν ήταν γι αυτό μα από τότε κάθε που σε κοιτάζω μου μοιάζεις νεράιδα. Έχεις την τσάντα περασμένη στον ώμο. Κοντοστέκεσαι, για λίγο ψάχνεις τα κλειδιά. Σα βρίσκεις. [40]

Ξεκλειδώνεις την είσοδο, κλειδώνεις εκ νέου έπειτα το ίδιο στη φωλιά σου. τη φωλιά μας. Κάτι άνετο φοράς, κάτι απλό και κάθεσαι στο κρεβάτι. Με παίρνεις στο τηλέφωνο, μα εγώ έχω όλη τούτη τη σκηνή δει κι ας μας χωρίζουν χιλιόμετρα. Μιλούμε. Λίγο ή πολύ δεν ξέρω να πω νιώθω πάντοτε πως είναι λίγο, πολύ λίγο. Ξαπλώνω και σου γράφω. Μοιάζουν να μην έχουν τέλος οι λέξεις κι απόψε. Θα κοιμηθώ και θα χω τυλιγμένο το μαξιλάρι στην αγκαλιά μου. Έχει το άγγιγμα σου. Σην ανάσα. Σο άρωμα όπως και η ψυχή μου [41]

Έχω μια εικόνα για εσένα φυλάξει Είναι παράξενο όταν βρέχει τα καλοκαίρια. Νοτίζουν οι εικόνες που έκλεισαν εντός τους τα μάτια, τα πέλματα καθώς αγγίζουν το πάτωμα, τα όνειρα, τα λόγια Μόνο τα φιλιά έτσι καθώς περισσότερο υγραίνονται νοστιμεύουν τις αισθήσεις κυκλώνουν τις παρασέρνουν οι σταγόνες στον όμορφο τους χορό. Έχω μια εικόνα για εσένα φυλάξει. Λίγα κρινολούλουδα, βαρκάκι μικρό μια λίμνη παραδομένη στην απλότητα την γαλήνη και την μαγεία του απογευματινού ήλιου. Έχεις ντυθεί το λευκό σου φόρεμα κατεβαίνοντας για τον μόλο βαστάς στο χέρι τα παπούτσια. Δε σε γνοιάζει που βαδίζεις ξυπόλυτη, αντίθετα το διασκεδάζεις. Φαμογελάς. τέκουμαι συγκρατώντας μετά βίας, κοιτάζοντας σε, το κουπί έχοντας το άλλο αφήσει δευτερόλεπτα πριν στο ξύλινο σκαρί. Ζωγραφίζω στον μέσα μου καμβά κάθε σου κίνηση, κάθε φιγούρα χορευτική του φορέματος, κάθε σου λέξη. Ζωγραφίζονται και οι λέξεις κάποτε ε πιάνω από το χέρι. Περνάς προσεκτικά μέσα στην βάρκα. Κάθεσαι. Με τα κρινολούλουδα στα χέρια και πίσω σου ν απλώνεται η λίμνη, μοιάζεις μορφή αναγεννησιακή. Καθώς ανοιγόμαστε στο νερό σου μιλώ για το φεγγάρι πριν ακόμα εκείνο βγει, με στίχους της στιγμής που ένας ένας θα χαθούν στον απαλό κυματισμό. Απλώνω το χέρι, το δικό σου εσύ. Αγγιζόμαστε κάπου μεταξύ τροπόσφαιρας και στρατόσφαιρας μεταξύ Βόρειου και Νότιου τροπικού κύκλου [42]

Μιλούν τα βλέμματα. Λένε άλλα από εκείνα που λένε τα χείλη. «αγαπώ» ψιθυρίζουν. Υωνάζουν «αγαπώ, και θα μπορούσα τον ήλιο να σβήσω στα πόδια σου. Κι ο ήλιος, πήρε να κρύβει σιγά σιγά το πρόσωπο του στα νερά που βούτηξες λίγο πριν να δροσίσεις τα πόδια σου. [43]

Έχω χαθεί στα κύματα των μαλλιών σου Φαράματα είναι κι έχω χαθεί στα κύματα των μαλλιών σου. Σούτη η θάλασσα η πρωινή μ έχει τυλίξει. Έξω απ αυτή πέφτει μια βροχή παγωμένη μέσα της, δύο χέρια ζεστά μ αγκαλιάζουν. Αφήνομαι, κι έχω μάτια κλειστά. Αφήνομαι, κι όλα τριγύρω μοιάζουν με παραμύθι θαλασσινό. Βυθίζομαι ολοένα στα βαθιά νερά. Μια γοργόνα μ ένα κλεφτοφάναρο πλησιάζει και με παίρνει από το χέρι. Πια δεν είναι σκοτάδι τριγύρω. Μπαίνουμε στην αυλή κάποιου μεγάλου σπιτιού. Πρέπει να είναι το δικό της. Σο τραπέζι είναι στρωμένο. - Κάθισε μου λέει. Από ευγένεια της ζητώ πρώτη εκείνη να καθίσει. - ε περίμενα, συνέχισε την κουβέντα της, κι όλα ετούτα για εσένα από καιρό τα ετοίμαζα. Σης έβαλα ένα μετάξινο μαντίλι στον λαιμό. Άπλωσα τους λίγους αστερίες που μάζεψα όσο στεκόμουν μόνος στο δωμάτιο. Εκείνοι, σαν την είδαν με μιας χαμογέλασαν. Υώτισε το δωμάτιο. Φαμογέλασε εκείνη, φώτισε η ψυχή της. Η δική μου ακολούθησε το φως που είχε απέναντι της. Δε θέλησα να μιλήσω. Με το μελάνι μιας σουπιάς έγραψα κάτι πάνω στον βράχο. «Ση θάλασσα την πιο μεγάλη την βλέπω μέσα στα μάτια σου» Άφησε το βλέμμα το παραξενεμένο στα μάτια μου. [44]

- Όταν έχουμε το βλέμμα ενός ανθρώπου ιδιαίτερου απέναντι στο δικό μας άλλο δε μένει να κάνουμε από το να ταξιδέψουμε εντός του. Κι εμένα μου αρέσουν τα ταξίδια τα θαλασσινά. Για τούτο είναι θάλασσες στην ψυχή μου τα μάτια σου. Φαμογέλασε ξανά. Ντράπηκαν τ αστέρια τα θαλασσινά για το ελάχιστό τους φως που χάθηκε στη λάμψη που φανέρωσαν τα χείλη της. Ένα στρείδι μεγάλο άνοιξε την αγκαλιά του κι εμείς, αγκαλιασμένοι χωθήκαμε εκεί μέσα Βυθίζομαι ολοένα μέσα σου. Κι έξω πιθανό πάλι να βρέξει. Ας ήταν τουλάχιστον στην βροχή να άφηνα δύο λέξεις γραμμένες σε λευκό πανί και να ξερα πως το καράβι θα βγάλει στην αγκαλιά σου [45]

Παρασκευή είναι Παρασκευή είναι, περιμένω το λεωφορείο της γραμμής. Γιατί άραγε πάντα αργεί όταν το περιμένω; Έχω τόσον καιρό να σε δω, νιώθω πως ξεχνώ το πρόσωπο σου. Σα βράδια όμως επιστρέφεις, τρυπώνεις στα όνειρά μου. ιωπάς. Ξαπλώνεις στο σχήμα του κορμιού μου. Γινόμαστε ένα. Σα δάχτυλα μας τυλίγονται, παίρνουν ένα πινέλο, ζωγραφίζουν όνειρα, της καρδιάς μας το χτύπημα το φθινοπωρινό.. Σο ρεύμα σου με διαπερνά. Δεν προσπαθώ από κάτι να σωθώ για τούτο αφήνομαι. Έχω τριαντάφυλλα αγοράσει, κόκκινο, κήπος να μοιάζει το σπίτι μας. Δύο αστέρια αν είχα θα έμοιαζε ουρανός το ταβάνι.. Θ ανοίξω το κρασί σε λίγο. Σα κεριά θα ανάψω για να ρθεις [46]

Διψασμένα για το φιλί χείλη Σούτη η βροχή κυλάει πάνω στα διψασμένα για το φιλί σου χείλη μου. Νιώθω τις αποστάσεις να μικραίνουν πιο κοντά να έρχονται οι σκέψεις και τα όνειρά μου εκεί μαξιλάρι στα δικά σου. Ξυπνάς με μικρά γουργουρητά βγαίνουν έπειτα χαμογελαστές οι λέξεις χαρούμενα βλέμματα μου αφήνεις κι εγώ τ απορροφώ. Σοσοδούλι σφουγγαράκι γίνομαι ν απορροφώ του κορμιού σου το άρωμα, την κίνηση, την δίψα. Διψούμε και οι δύο. Ο ένας για τον άλλο. Ο ένας τη δίψα του άλλου να ξεδιψάσει [47]

Λιποτάκτης θα γίνω την πολιτεία ξημερώνει σιγά σιγά κι εγώ ετοιμάζομαι για τη δουλειά. Μ απόψε λέω να δραπετεύσω να σηκώσω πανιά και να ρθω να σε βρω. Αδικαιολογήτως απών θα γράψουν στις αναφορές. Λιποτάκτης θα γίνω. Λιποτάκτης για τη δική σου αγάπη. [48]

Απόψε ακούω μόνο τη φωνή σου Απόψε ακούω μόνο τη φωνή σου πως τραγουδάει κάτου απ το κόκκινο φεγγάρι πως ψιθυρίζει λόγια μυστικά πως νανουρίζει στη μεγάλη θάλασσα όσα ζήσαμε. Κι ήταν τα χέρια τα δικά μου που βαστούσαν ένα ποτήρι με κρασί στα χείλη σου να φέρουν κ ήταν τα χέρια τα δικά σου που βαστούσαν ένα ποτήρι με κρασί στα χείλη μου να φέρουν. Μεταλαμβάνοντας τον έρωτα μεταλαμβάνοντας το ρίγος ενός ξυπνήματος πρωινού ενός αγγίγματος ενός φιλιού. Μ απόψε πίσω επιστρέφουν όσα ήρθαν για να ρθουν πάλι καιρό μετά ντυμένα το μεταξωτό τους ρούχο που δύο σταγόνες βρόχινες θα το μουσκέψουν [49]

Δρομολόγια ριμέικ Δύο κουβέντες στο τηλέφωνο για καληνύχτα. Η κούραση μας έχει τρυπήσει τα μηνίγγια. Πόσο θ αντέξουμε ακόμα; Η ανάγκη μας λέει πολύ η επιθυμία περισσότερο η πραγματικότητα θα δείξει Απόψε, λέω να φθάσω ως τα αστέρια λίγη από τα σκόνη τους να ρίξω να χρυσίσω τα χείλη σου ονειρεύθηκα κάποτε βλέπεις να γίνω Μίδας. Ευτυχώς που δεν έγινα Έτσι μπορώ να σε ξεκουράζω στιγμιαία έστω από την άκρη ενός τηλεφώνου. Να σου βάζω στο πλάι τα μαλλιά να φαίνεται το πρόσωπο σου. Να σε φιλώ, και να έχω την ευτυχία πως δεν θα σε χάσω Απόψε λέω να σου πλέξω έναν ουρανό. Θα χει εκείνα τα φώτα τα νυχτερινά του αναμμένα. Δρομολόγια ριμέικ πάνω απ την ψυχή μας θα διαγράφουν αστέρια μικρά με ρίμελ στις βλεφαρίδες κι άρωμα απαλό στο κορμί τους... Θα ευωδιάσει η νύχτα, θα το δεις [50]

Απόψε πάλι με κατακλύζεις «Απόψε πάλι με κατακλύζεις. τρέφω το πρόσωπο μου στον καθρέφτη κι ότι κοιτάζω είσαι εσύ. Ότι ανασαίνω είσαι εσύ. Όπου υπάρχω Θα μου πεις καληνύχτα. Σα χέρια θ απλώσω να πιάσω τη λέξη την αίσθηση της να έχω συντροφιά μέχρι το ξημέρωμα. Κι απόψε πάλι, θα τυλιχτούμε τις ανείπωτες λέξεις. Θα κλειστούμε, σ ένα δωμάτιο εσύ, σ εν άλλο εγώ. Ανήμποροι να κατανικήσουμε τις αποστάσεις. Για λίγο μόνο μας φέρνουν κοντά κάποια τρένα ή λεωφορεία Για λίγο μας βάζουν μιαν ανάσα στο στήθος κι έπειτα πάλι πίσω την παίρνουν. Απόψε πάλι, θα βυθιστούμε στην αίσθηση την καυτή της βραδιάς και σ ότι πίσω της άφησε η πανσέληνος θα βαδίσουμε ως το ξημέρωμα» [51]

Αφού κι απόψε μ αγαπάς Αγάπησε με απόψε δίχως υπόσχεση καμία στα χείλη δίχως λέξεις, δίχως επιθυμίες μ εκείνο μονάχα το χάδι των μικρών παιδιών όταν ξυπνούν χαρούμενα την ώρα που μοιράζει χρώματα ο Θεός στη μέρα και τρέχουν στο κρεβάτι να κουρνιάσουν πλάι ή ανάμεσα μας Αγάπησε με απόψε με την φρεσκάδα του ανέμου στα ψηλά βουνά με την γλυκάδα της βροχής της απαλής στο πρόσωπο στις μέρες του καλοκαιριού Αγάπησε με απόψε κι ένα καράβι θα σου πλέξω με κογχύλια του βυθού να σε ξανοίξω στα πελάγη Αφού κι απόψε μ αγαπάς με τούτο το φεγγάρι, το σχεδόν πανσέληνο θα σου φωτίσω μονοπάτια μικρά παραδομένα στην αγάπη του δάσους να περάσεις και στων πηγών το δροσερό νερό του στήθους σου να γαληνέψεις την φωτιά. Κι εκεί, έτσι αναπάντεχα θαρρείς πάνω σε τούτο το κορμί το αληθινό τα μάτια μου θα ιδρώνουν καθώς τα δάχτυλα σμιλεύοντας το θα χορεύουν πότε σε λάβα πότε σε βροχή. Αφού κι απόψε μ αγαπάς θα μετοικίσω στα άκρα το πιο ερεθισμένα που ταξιδεύουν τις αισθήσεις στο όνειρο κάθε φορά [52]

Σο πλοίο Τπάρχει ένα πλοίο, δένει σε λιμάνι μικρό. Ξεκινά μονάχα για ένα ταξίδι. Σαξίδι που υποσχέθηκαν δύο να κάνουν μα μονάχα ο ένας έφθασε μέχρι εκεί. Σα σπίτια χαμηλά, όμορφα, γαλήνια. Σα μάτια κενά και μετέωρα πάνω από τις σκεπές τους. Δεν έχουν που να κοιτάξουν. Υεύγει πίσω το πλοίο. το λιμάνι κάποιοι ψαρεύουν αμέριμνα, όπως σε κάθε λιμάνι. Θυμούμαι πως κάποτε αγκίστρωσα το δάχτυλό μου, παιδί ήμουν. Πιο πολύ με πονά που ακόμα δεν έμαθα Αγκιστρώνονται κάποτε κ οι ψυχές μας, όπως άλλοτε τα βήματα ή τα λόγια μας. Έτσι δεν είναι; Και πάντοτε πονάμε [53]

Ο έρωτας στις αισθήσεις Βαδίζαμε δίχως λέξεις ανάμεσα στα χείλη, τα δάχτυλα μονάχα δεμένα των χεριών π ανάμεσα τους δρασκελούσαν μικρές, αθώες ακόμα, σταγόνες ιδρώτα. Μετρούσαμε την αγωνία στου στήθους το ρίγος. Σην ταραχή πάνω στα δάχτυλα. Σον έρωτα στις αισθήσεις. Εκείνον τον τελευταίο, πήραμε οδηγό. Εκείνον τον τελευταίο ήταν που ποθούσαμε απ όλα πιο πολύ. Ήταν εκείνος πάλι που μας έβγαλε στην όχθη την αντίπερα. Αφήσαμε ίχνη στην άμμο την νοτισμένη. Καλούπια σωμάτων πάνω στα ίχνη. Όνειρα πάνω στα σώματα [54]

Φτύπα το νερό να κυματίσει κι όνειρο η νύχτα θα χαρίσει Κοίταξες πως ταξιδεύουν τα φύλλα στο νερό; Βαρκάκια μοιάζουν, μ ανοιχτά τα μικρά τους πανιά, που ταξιδεύουν. Χτύπα το νερό να κυματίσει κι όνειρο η νύχτα θα χαρίσει στρώσε στρώμα στο φεγγάρι να φωτίσει σα φανάρι Φορεύουν στις αχτίδες ανάμεσα του φεγγαριού απόψε, καθώς εκείνο ξάπλωσε στον παχύ του ουρανό Στήσανε χορό τα ξωτικά δώσαν στα παιδιά γλυκά ξεχασθήκαν στην γλυκάδα βγήκ η νύχτα για βαρκάδα Μοιάζει παιδικού να είναι τραγουδιού η κίνησή τους Ζάρι παίρνει, ζάρι ρίχνει και η νύχτα κάτι δείχνει κάποιος τραγουδά στο δάσος κι ο τενόρος είναι μπάσος κι εκείνο το τραγούδι φωνή βραχνή τ αφήνει ν ακουσθεί Άραγε πώς να τραγουδά τους πόθους της η πλάση; [55]

Κοιμήσου εσύ Κοιμήσου εσύ κι εκεί που δεν τα καταφέρνεις για εσένα εγώ θα ονειρευθώ Θα ρίξω στο γιαλό καράβια ξύλινα να φθάσουν στην ποδιά σου να ξεκουράσουν τα πανιά τους στο χρώμα το λευκό της. Κι έτσι πως θα κινούν για τ ανοιχτά από το χέρι θα σ αρπάξουν. Κοιμήσου εσύ κι έχω ένα όνειρο κρυμμένο στο μαξιλάρι σου από κάτου. α βάλεις το χέρι το κεφάλι ν' ακουμπήσεις θα το νιώσεις. Κοιμήσου εσύ. Κι έχω στις θάλασσες μιλήσει για να τραγουδούν. Κοιμήσου εσύ. Κι έχω στους ανέμους μιλήσει να γλυκάνουν το πέρασμα τους. τ αστέρια ν απαλύνουν το σκοτάδι της νυχτιάς, κι εκείνη να μη μιλεί μόνο τη θάλασσα να συντροφεύει στο τραγούδι της Κοιμήσου εσύ να γύρω κι εγώ στα γόνατα σου ν αποκοιμηθώ [56]

Πρώτες Δημοσιεύσεις Σα ποιήματα: Σο πηγάδι, Τπόκλιση, Παλιά γραφή, Ανθάκια μυγδαλιάς, Σο τραγούδι των παιδιών δημοσιεύθηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό Απόπλους Σεύχος 48, άμος, Άνοιξη Καλοκαίρι 2010.

Ο Ιωάννης Σσιουράκης γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1976 στο Koersel, μια μικρή πόλη στην ε- παρχία της Λιμβουργίας, στη Υλάνδρα του γίου. Ήταν ακόμα σε πολύ μικρή ηλικία όταν η οικογένεια του επέστρεψε στην Ελλάδα. Μεγάλωσε στη πόλη της Θεσσαλονίκης όπου και έζησε μέχρι το 2000 για να επιστρέψει και πάλι το 2006. τα χρόνια της απουσίας του έζησε στην Κομοτηνή και τη άμο, από τις οποίες έφυγε πλημμυρισμένος εικόνες, αρώματα κι ανθρώπους. Από το 1999 ποιήματα του δημοσιεύονται στα έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά «Εξώπολις», «Απόπλους», «Ρωγμές» και «Πάροδος», στο ηλεκτρονικό περιοδικό «τάχτες» όπως και στην ιστοσελίδα «Ανεμολόγιο». Έχει γράψει τραγούδια για το παιδικό Θέατρο. Έχουν δημοσιευθεί τα βιβλία του: «Ήχος Πλάγιος. Μόνος» ποίηση 2008, «τον χτύπο επάνω της καρδιάς» ποίηση 2010, «Σα γράμματα της Τβόννης» νουβέλα 2010. Και τα e-book: «Αίθουσα αναμονής Εισιτήρια» ποίηση 2010, «Ήχος Πλάγιος. Μόνος γραφή δεύτερη» ποίηση 2010, «Τποσχέσεις του Υθινοπώρου» ποίηση 2010. Από τον Απρίλιο του 2007, διατηρεί στο διαδίκτυο το ιστολόγιο «Ήχος Πλάγιος. Μόνος». http://www.hxosplagiosmonos.blogspot.com

Πίνακας εξωφύλλου: Leonid Afremov (1955) New nude artwork

ISBN: 978 960 92865 0 3