Í ÎÔÏÔ ıâ Ó ÛÔ Â Ë ÎÚ ÛË ÔÏfiÁËÙÂ ÔÈ ÂÓ ÚÁÂÈÂ ÙË Ú appleâ B αρύ εξακολουθεί να είναι ακόµα το κλίµα στις σχέσεις µεταξύ ΕΤΥΚ και Societe Genarale µε αφορµή τις απολύσεις προσωπικού για λόγους «πλεονασµού» που πραγµατοποίησε η ιεύθυνση της Τράπεζας τον Αύγουστο και τον Σεπτέµβριο. Χάριν της πληρέστερης ενηµέρωσης των µελών µας θα επιχειρήσουµε, µέσα από το άρθρο αυτό, µια αναδροµή στα γεγονότα που εκτιλύχθηκαν από τις αρχές του περασµένου Ιουνίου µέχρι σήµερα, µε µοναδικό στόχο να δώσουµε µια αντικει- µενική εικόνα της κατάστασης και να ξεκαθαρίσουµε κάθε αµφιβολία που τυχόν να πλανάται. Στις αρχές Ιουνίου πραγµατοποιήθηκε µε πρωτοβουλία της Τράπεζας συνάντηση αντιπροσωπειών των δύο πλευρών κατά τη διάρκεια της οποίας η ιεύθυνση της Societe Generale παρουσίασε στην πλευρά µας τα ετήσια αποτελέσµατα της Τράπεζας, καθώς και ένα σχέδιο ανάκαµψης, µέρος του οποίου στηριζόταν στη µείωση του αριθµού του προσωπικού της µέσω ενός σχεδίου «εθελοντικής αφυπηρέτησης - πλεονασµού». Κατά τη συζήτηση αυτού του στρατηγικού σχεδίου, κανένα στοιχείο δεν δόθηκε στην Οργάνωση µας για την αναγκαιότητα του «πλεονασµού» αυτού παρά µόνο η τοποθέτηση πως αυτός θα ήταν το µέσο της µείωσης των εξόδων της Τράπεζας και κατ επέκταση η σταδιακή ανάκαµψη της. Όπως ήταν φυσικό η αντιπροσωπεία µας απέρριψε αυτές τις τοποθετήσεις της Τράπεζας και δήλωσε πως θα ήταν έτοιµη να συζητήσει ένα σχέδιο οικειοθελούς αφυπηρέτησης, όπως είχε πράξει και στο παρελθόν σε παρόµοιες περιπτώσεις µε άλλες επιτόπιες Τράπεζες που αντιµετώπιζαν προβλήµατα. Μέσα στα πλαίσια αυτής της τοποθέτησης πραγµατοποιήθηκε συνάντηση µεταξύ στελεχών της ΕΤΥΚ και της ιευθύντριας Ανθρώπινου υναµικού της Τράπεζας, στην οποία επεξηγήθηκαν µε λεπτοµέρεια τα σχέδια που είχε συµφωνήσει η Οργάνωση µας µε άλλες Τράπεζες στο παρελθόν. Στις 17 Ιουνίου η Τράπεζα µε επιστολή της πληροφορεί την ΕΤΥΚ πως θα προχωρήσει σε ενηµέρωση των µετόχων της για τα σχέδια της όπως αυτά είχαν παρουσιασθεί στη συνάντηση µας στις αρχές του µήνα, χωρίς να λάβει υπόψη έστω και στο ελάχιστο τις θέσεις που είχαµε δώσει και επεξηγήσει. Με επιστολή µας την ίδια µέρα, δώσαµε σαφή απάντηση στη ιεύθυνση της Societe µε την οποία ξεκαθαρίσαµε πως οι θέσεις της δεν µας ικανοποιούσαν ούτε στο ελά- Ú appleâ ÈÎfi - 09 8
χιστο και πως θα έπρεπε να προχωρήσουν µε τον ίδιο τρόπο όπως και οι υπόλοιπες Τράπεζες διαχρονικά έχουν πράξει. Την επιστολή µας αυτή ακολούθησε µια περίοδος ενάµιση περίπου µήνα, κατά τη διάρκεια της οποίας καµιά κίνηση δεν έγινε από πλευράς Τράπεζας, ούτε καν για συζήτηση των θέσεων µας, παρά το γεγονός που οργίαζαν οι φήµες για πώληση ή εξαγορά της από άλλη Τράπεζα ή αλλαγή της µετοχικής της βάσης. Μέσα σ αυτό το κλίµα και µε πλήρη έλλειψη πληροφόρησης από την επίσηµη Τράπεζα, η Οργάνωση µας απέστειλε επιστολή στις 6 Αυγούστου ζητώντας από τη ιεύθυνση της Societe Generale ενηµέρωση για τις διάφορες φήµες που κυκλοφορούσαν στον τύπο περί πώλησης του µετοχικού κεφαλαίου της. Αντί απάντησης στην επιστολή µας αυτή, η Τράπεζα προχώρησε στις 6 Αυγούστου στην απόλυση υπαλλήλου της, θέτοντας σε εφαρµογή το «σχέδιο πλεονασµού» που η ίδια αποφάσισε χωρίς καµιά επίσηµη διαβούλευση µε την Οργάνωση µας. Το Προεδρείο της Οργάνωσης µας προχώρησε αµέσως σε καταγγελία της Τράπεζας στο αρµόδιο τµήµα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ενώ ταυτόχρονα συγκάλεσε γενική συνέλευση των µελών µας στη Societe Generale για συζήτηση του προβλήµατος που η ιεύθυνση της Τράπεζας δηµιούργησε µε τις ενέργειες της. Σε µια προσπάθεια αντιπερισπασµού, η Τράπεζα µε εσωτερική εγκύκλιο της προς τους συναδέλφους προσπάθησε να διασκεδάσει τους φόβους και τον πανικό που σκόρπισε στο προσωπικό της, λέγοντας πως πρόκειται για ένα στρατηγικό σχέδιο που παρουσιάσθηκε στην ΕΤΥΚ και έτυχε της έγκρισης των µετόχων και πως ο πλεονασµός θα περιορισθεί σε συγκεκριµένο κοµµάτι της Τράπεζας. Η ΕΤΥΚ απάντησε στην Τράπεζα µε την πιο κάτω εγκύκλιο της, ηµεροµη- νίας 10 Αυγούστου: Συναδέλφισσες, Συνάδελφοι, Έχουµε πληροφορηθεί το περιεχόµενο εγκυκλίου της ιεύθυνσης της Τράπεζας σας, για την κατάσταση που έχει δηµιουργηθεί µετά τις αποφάσεις που λήφθηκαν από το ιοικητικό Συµβούλιο της, στις αρχές Ιουνίου. εν διαφωνούµε µε τις ενέργειες για εξαγορά της Τράπεζας ούτε για ενίσχυση της κεφαλαιακής της βάσης. Υπάρχουν όµως θεσµοί, κανόνες και νόµοι και είναι υποχρέωση όλων εκείνων που ζουν, εργάζονται και δραστηριοποιούνται σε µια ευνοµούµενη πολιτεία, µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να τους τηρούν κατά γράµµα. 9 Ú appleâ ÈÎfi - 09
Έχουµε πληροφορηθεί για την εξαγορά της Τράπεζας από την αντίστοιχη του Λιβάνου από πολλές και διάφορες πηγές, χωρίς όµως καµµιά ενη- µέρωση από την επίσηµη πλευρά, όπως όφειλε να πράξει, µε βάση τη σχετική νοµοθεσία περί «ενηµέρωσης και διαβούλευσης µε τους εργαζοµένους» και µε βάση τη νοµοθεσία περί «Ευρωπαϊκών Επιτροπών Επιχείρησης». Αναφέρει η ιοίκηση της Τράπεζας πως ενηµέρωσε την ΕΤΥΚ για το σχέδιο πλεονασµού που προτίθεται να εφαρµόσει. Η µισή αλήθεια είναι χειρότερη και από το ψέµα. Η ιοίκηση της Τράπεζας µε επιστολή της ηµεροµηνίας 17 Ιουνίου 2009, κοινοποίησε στην ΕΤΥΚ την πρόθεση της και τις θέσεις της οι οποίες συζητήθηκαν και απορρίφθηκαν από την πλευρά µας σε συνάντηση µας στις 23 Ιουνίου. Στη συνάντηση αυτή τέθηκαν οι θέσεις της ΕΤΥΚ, όπως έχουν διαχρονικά διαµορφωθεί µέσα από παρόµοιες καταστάσεις στο χρηµατοπιστωτικό σύστηµα της πατρίδας µας τα τελευταία 15 χρόνια µε όλες σχεδόν τις Τράπεζες. Οι θέσεις αυτές επεξηγήθηκαν και σε χωριστή συνάντηση µε την κ. Νάτια Παπαχαραλάµπους, ιευθύντρια Ανθρώπινου υναµικού της Societe Generale Cyprus και δόθηκαν γραπτώς µε επιστολή µας ηµερο- µηνίας 30 Ιουνίου, για να σταλούν όπως µας είχε λεχθεί στο Παρίσι για λήψη απόφασης. Αντί η ιοίκηση της Τράπεζας να επανέλθει, ως όφειλε, επί των θέσεων που η ίδια µας ζήτησε και της δόθηκαν, προχώρησε ετσιθελικά την περασµένη Πέµπτη στη µονόπλευρη εφαρµογή του σχεδίου που απορρίφθηκε στη γένεση του από την Οργάνωσή µας. Αυτή είναι η πραγµατική αλήθεια και αυτή θα έπρεπε η ιοίκηση της Τράπεζας να σας µεταφέρει. Αφήνουµε όλα τα υπόλοιπα στην κρίση σας, όπως αφήνουµε στη φαντασία σας τα πιθανά επακόλουθα αν οι ενέργειες αυτές της Τράπεζας γίνουν αποδεκτές. Καλούµε και πάλι τα σύνολο των µελών µας σε εγρήγορση, για διαφύλαξη των δικαιωµάτων τους και ιδιαίτερα του ιερού δικαιώµατος της εργασίας και υπενθυµίζουµε τη Γενική Συνέλευση που θα πραγµατοποιηθεί την ερχόµενη Πέµπτη 13 Αυγούστου 2009, στις 4:30 µ.µ.. Η παρουσία όλων είναι απαραίτητη. Την εγκύκλιο µας αυτή, ακολούθησε επιστολή εκ µέρους της Τράπεζας µε την οποία η ιεύθυνση της προσπάθησε να αποποιηθεί των ευθυνών της για µη ενη- µέρωση της Οργάνωσης µας και για τις µονοµερής ενέργειες της. Ú appleâ ÈÎfi - 09 10
Μέσα σ αυτό το κλίµα, πραγµατοποιήθηκε στις 13 Αυγούστου η Γενική Συνέλευση των µελών µας στην Societe Generale, κατά τη διάρκεια της οποίας αναλύθηκε το πρόβληµα και παρουσιάσθηκαν τόσο οι θέσεις και ενέργειες της Τράπεζας όσο και οι αντίστοιχες της Οργάνωσης µας. Οι συνάδελφοι κλήθηκαν µε µυστική ψηφοφορία να εξουσιοδοτήσουν την ΕΤΥΚ να προχωρήσει στη λήψη µέτρων, µη αποκλειοµένης και της απεργίας στην περίπτωση που δεν θα επιλύετο το πρόβληµα. Η ιεύθυνση προσπάθησε µετά τη συνέλευση, µέσω εσωτερικής εγκυκλίου της να διασκεδάσει και πάλι τους φόβους των συναδέλφων, παρουσιάζοντας το δήθεν σχέδιο της για «πλεονασµό» υψηλόµισθων στελεχών που στο τέλος αποδεικνύεται πως κάθε άλλο παρά περί ψηλόµισθων πρόκειται, αφού πέραν των µισών συναδέλφων που περιλαµβάνει η περιβόητη λίστα, είχαν µισθό χαµηλότερο από το µέσο µισθό των συναδέλφων. Με νέα εγκύκλιο µας στις 26 Αυγούστου ενηµερώνουµε και πάλι το σύνολο των µελών µας στη Societe Generale για τις πραγµατικότητες που ισχύουν και τη λανθασµένη πληροφόρηση που επιχειρεί να δώσει η ιεύθυνση της Τράπεζας, δηλώνοντας ταυτόχρονα πως η Οργάνωση µας κατανοεί τα προβλήµατα της Τράπεζας και είναι έτοιµη να τα συζητήσει για εξεύρεση κοινών αποδεκτών λύσεων χωρίς ετσιθελικές αποφάσεις. Θα ήταν όµως ορθό, πριν προχωρήσουµε σε περαιτέρω ανάλυση και ανάπτυξη του προβλήµατος, να αναφερθούµε σε µια άλλη παράµετρο του, η οποία και έδωσε το έναυσµα στη ιοίκηση της Τράπεζας για να προχωρήσει σε µονοµερείς αποφάσεις και ενέργειες. Όλοι γνωρίζουµε πως σ ένα χώρο εργασίας έχουµε καθήκον να υπηρετούµε τα συµφέροντα του εργοδότη µας σε ότι αφορά την εργασία που µας αναθέτουν. Ταυτόχρονα όµως έχουµε και πρώτιστο καθήκον να προστατεύουµε και τα δικά µας συµφέροντα, όπως αυτά πηγάζουν από την συµφωνία εργοδότησης µας αλλά και από τις συλλογικές συµβάσεις που η συνδικαλιστική µας Οργάνωση έχει συνάψει µε τον εργοδότη µας. Η υποχρέωση αυτή γίνεται ακόµα µεγαλύτερη για τα συνδικαλιστικά στελέχη, που αναλαµβάνουν το καθήκον της εκπροσώπησης της Οργάνωσης µας στο χώρο εργασίας και της προάσπισης των συµφερόντων του συνόλου των συναδέλφων τους στο χώρο της Τράπεζας τους. Αυτά τα στελέχη, που συνειδητά επέλεξαν να βρίσκονται σ αυτή τη θέση θα πρέπει και συνειδητά να ακολουθούν τις συνδικαλιστικές επιταγές και επιλογές και όχι την εξυπηρέτηση προσωπικών συµφερόντων κι επιλογών ούτω φυσικά κι αυτές του εργοδότη τους. υστυχώς αυτό το «περίεργο» φαινόµενο εντοπίστηκε από την Οργάνωση µας στο χώρο της Societe Generale µεσούσης της διαφοράς, για να αποδειχθεί αργότερα 11 Ú appleâ ÈÎfi - 09
πως δηµιουργήθηκε και εξελίχθηκε πριν ακόµα δηµιουργηθεί η διαφορά και συνέβαλε σηµαντικά στην κορύφωση της. Η επιλογή κάποιων, πάνω στους οποίους οι συνάδελφοι προσέβλεπαν για στήριξη, να διαφοροποιηθούν και να µετατραπούν σε «εφιάλτες» σκεπτόµενοι πάντα το προσωπικό τους συµφέρον και προδίδοντας στην ουσία τη δέσµευση που ανέλαβαν προς την Οργάνωση τους και τους συναδέλφους τους, όπως ήταν φυσικό ενίσχυσε την αδιαλλαξία της Τράπεζας και οδήγησε την κατάσταση σε κλιµάκωση. Η συµµετοχή κάποιων (µεµονωµένης περίπτωσης), από αυτούς τους συναδέλφους, σε συναντήσεις και ενηµερωτικές συσκέψεις µε τον «µανδύα του συνδικαλιστή», προγραµµατισµένα στόχευε να αποενοχοποιήσει την Τράπεζα από τις οποιεσδήποτε παράτυπες, παράνοµες κα εξωσυµβατικές της ενέργειες. Οι τοποθετήσεις των ανθρώπων αυτών και οι «συµβουλές» που έδιναν στην ιοίκηση της Τράπεζας, στόχευαν καθαρά στην εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συµφερόντων και των συµφερόντων της Τράπεζας και όχι αυτών των συναδέλφων τους τα οποία δεσµεύθηκαν ηθικά να προστατεύσουν. Η παρουσία αυτών των ανθρώπων έδωσε τις δικαιολογίες και τη φαινοµενική κάλυψη στη ιοίκηση της Τράπεζας να προχωρήσει σε εφαρµογή των σχεδίων της χωρίς καµιά ενηµέρωση, διαβούλευση ή διαπραγµάτευση µε την ηγεσία της ΕΤΥΚ. Γνωρίζοντας η Τράπεζα την επίσηµη θέση µας για το συγκεκριµένο θέµα και έχοντας γνώση παρόµοιων καταστάσεων µε άλλες Τράπεζες στο παρελθόν, χρησι- µοποίησε µε τη θέληση τους, τους ανθρώπους αυτούς σαν «πολιορκητικές µηχανές» και «ούρειους Ιππους» για να αλώσει τη θέληση των συναδέλφων και να φέρει προ τετελεσµένων την ηγεσία της Οργάνωσης µας. Μέσα σ αυτό το σκηνικό και παρά τη φραστική σύγκρουση που επήλθε µεταξύ ΕΤΥΚ-Societe Generale, αντί η ιοίκηση της Τράπεζας να προχωρήσει σε δεύτερες σκέψεις και να επανέλθει στο Τραπέζι των διαπραγµατεύσεων µε την ΕΤΥΚ, προσπάθησε και πάλι µε τη µέθοδο του ψιθύρου και των εσωτερικών εγκυκλίων να δικαιολογήσει τη θέση της. Η Οργάνωση µας, παρά την απογοήτευση που προκαλούσαν οι συνεχείς ανεδαφικές τοποθετήσεις της Τράπεζας και η συνεχιζόµενη άρνηση της να ενηµερώσει την ηγεσία της ΕΤΥΚ και να συζητήσει µαζί της το πρόβληµα σε µια προσπάθεια άρσης των αδιεξόδων και εξεύρεσης κοινά αποδεκτών λύσεων, υπέβαλε µια σειρά ρεαλιστικών προτάσεων για επίλυση της διαφοράς, οι οποίες µάλιστα µείωναν στο ελάχιστο το κόστος της Τράπεζας. υστυχώς και πάλι η ιοίκηση της Societe Generale δεν συζήτησε καν τις προτάσεις αυτές οι οποίες µεταφέρθηκαν από την Οργάνωση µας και στην µεσολαβήτρια του Υπουργείου Εργασίας που χειριζόταν τη διαφορά. Μετά την εξέλιξη αυτή το Υπουργείο Εργασίας, υπέβαλε στις 10 Σεπτεµβρίου Ú appleâ ÈÎfi - 09 12
µεσολαβητική πρόταση για επίλυση της διαφοράς. Η πρόταση αυτή, τέθηκε από την Οργάνωση µας ενώπιον της γενικής συνέλευσης των µελών µας στην Societe την επόµενη µέρα και εγκρίθηκε µε µυστική ψηφοφορία µε συντριπτική πλειοψηφία από τους συναδέλφους και έγινε αποδεκτή από την Οργάνωση µας µε επιστολή µας προς την µεσολαβήτρια στις 14 Σεπτεµβρίου. Αντί η εξέλιξη αυτή να οδηγήσει σε αποκλιµάκωση της έντασης µε την αντίστοιχη αποδοχή της πρότασης από πλευράς Τράπεζας, οδήγησε σε περαιτέρω κλιµάκωση της, αφού η ιοίκηση της Societe προχώρησε την εποµένη σε τέσσερις νέες απολύσεις πέραν αυτών του Αυγούστου και δήλωνε µε κάθε ευκαιρία πως προχωρά µε βάση το δικό της σχέδιο χωρίς να λαµβάνει υπόψη την σχετική πρόταση του Υπουργείου Εργασίας. Η συνεχιζόµενη άρνηση της Τράπεζας, έχει καταστήσει πλέον εµφανή την προσπάθεια της, να καταστρατηγήσει θεσµούς και διαδικασίες, τοποθετώντας πάνω από αυτούς τα στενά περιστασιακά οικονοµικά της συµφέροντα, χωρίς την παρα- µικρή ευαισθησία ή ακόµα και χωρίς την παραµικρή σκέψη για µεσοπρόθεσµα και µακροπρόθεσµα συµφερόντα της. Η Οργάνωση µας, παρά την άρνηση της Τράπεζας να αποδεχθεί την πρόταση του Υπουργείου Εργασίας, συνεχίζει µέχρι τη στιγµή που σύρονται αυτές οι γραµµές, την προσπάθεια της για επίλυση της διαφοράς µε τρόπο που και η Τράπεζα να µπορεί να σταθεί και να συνεχίσει οµαλά τις εργασίες της, αλλά και οι συνάδελφοι που βρέθηκαν εκτός εργασίας να αποζηµιωθούν µε ένα δίκαιο τρόπο, για να µπορέσουν να επιβιώσουν µε αξιοποπρέπεια µέχρι να αποκατασταθούν εργασιακά. Μέσα σ αυτές τις προσπάθειες της ΕΤΥΚ εντάσσονται οι συνεχείς επαφές της µε τη ιοίκηση της Τράπεζας στη Γαλλία, καθώς και µε τους µετόχους της στο Λίβανο, µέσω των αντίστοιχων συνδικαλιστικών οργανώσεων στις χώρες αυτές. Ελπίζουµε πως οι προσπάθειες µας αυτές θα αποδώσουν τα αναµενόµενα αποτελέσµατα και η σοβαρή αυτή εκκρεµότητα θα επιλυθεί σύντοµα µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έτσι ώστε να αποφευχθούν συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις που δυναµιτίζουν το εργασιακό κλίµα στη δύσκολη περίοδο που διανύουµε. Θα ήταν ευχής έργον αν και οι κοινωνικοί µας εταίροι στην εργοδοτική πλευρά, αντιµετώπιζαν τις διαφορές και τα προβλήµατα κάτω από ίδιο πρίσµα και µέσα από τους θεσµούς και τις διαδικασίες που για δεκαετίες καθιερώθηκαν και εφαρ- µόσθηκαν στην πατρίδα µας, δίνοντας λύση στις πλέον δύσκολες και πολύπλοκες διαφορές και βοήθησαν τα µέγιστα στην οικονοµική ανάπτυξη του τόπου. Ευχόµαστε στο τέλος θα αντιληφθεί και η άλλη πλευρά πώς είναι κα προς το δικό της συµφέρον η αποδοχή και εφαρµογή των θεσµών και των διαδικασιών αυτών στον σύνολο τους, για το σύνολο των προβληµάτων και όχι η κατά το δοκούν επιλεκτική αποδοχή τους, ανάλογα µε τα περιστασιακά της συµφέροντα. 13 Ú appleâ ÈÎfi - 09