Συνέδριο με θέμα «Οι σπουδές στην αρχιτεκτονική: συνέχεια και αλλαγή» Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΠΣ ΑΠΘ Β Τομέας Αρχιτεκτονικού και Αστικού Σχεδιασμού, Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας Αίθουσα ΤΕΕ, Θεσσαλονίκη, 25 έως 27 Απριλίου 2013 Χάρις Χριστοδούλου Λέκτορας, Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ christodoulou@arch.auth.gr Ευαγγελία Αθανασίου Επίκουρη Καθηγήτρια, Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ evieath@arch.auth.gr Αρχιτεκτονικές σπουδές / Σπουδές πολεοδομίας: Η πραγματική πόλη ως πεδίο σύνθεσης Εισαγωγή Η συζήτηση για το πρόγραμμα σπουδών θέτει πολλαπλά ερωτήματα σχετικά με την εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων. Ένα από αυτά είναι και η σχετική θέση, η βαρύτητα και η σχέση των διαφορετικών γνωστικών αντικειμένων μεταξύ τους. Με αφετηρία την δική μας επαγγελματική και ερευνητική εμπειρία στο σχεδιασμό αλλά και τη διδακτική εμπειρία μας σε εργαστήρια πολεοδομικού και αστικού σχεδιασμού, η παρούσα εισήγηση συζητά τη θέση της πολεοδομίας στις σπουδές της αρχιτεκτονικής, καθώς και για αυτήν καθ αυτήν τη διαίρεση αρχιτεκτονική / πολεοδομία στο πεδίο της πραγματικής πόλης. Η σύγχρονη πόλη μεταβάλλεται διαρκώς και απρόσμενα, και αυτό προκαλεί διαδοχικές μετατοπίσεις τόσο στην αστική θεωρία και τη θεωρία του χωρικού σχεδιασμού (χωροταξικούπολεοδομικού-αστικού), όσο και στις πρακτικές που ασκούνται ως συγκροτημένες πολιτικές ή αυθόρμητες ανταποκρίσεις στη μεταβολή. Στην προσπάθειά μας να συμβάλλουμε στη συνολική συζήτηση για το πρόγραμμα σπουδών, αναγνωρίζουμε με τρόπο σχηματικό και (μάλλον) γενικευτικό το μεταβαλλόμενο τοπίο της σύγχρονης αστικοποίησης, των θεωρητικών προσεγγίσεων της πόλης και των τάσεων στη ρύθμιση και το σχεδιασμό του αστικού χώρου. Διερευνούμε το εύρος της προβληματικής και της κλίμακας στην αντίληψη της σύγχρονης πόλης ως προϋπόθεση ενήμερης εγγραφής του αρχιτεκτονικού, αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού στις τρέχουσες συνθήκες της παγκόσμιας οικονομίας και της πλανητικής αστικοποίησης. Το εγχείρημα μας δεν είναι εξαντλητικό. Στόχος μας είναι να αναδείξουμε την αναγκαιότητα διεπιστημονικής διαμόρφωσης των μαθημάτων αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού στις αρχιτεκτονικές σπουδές, και να υποστηρίξουμε τη συγκρότησή τους ως ενεργές δεξαμενές σκέψης και σχεδιαστικής πράξης με αφετηρία και πεδίο αναφοράς την πολυπλοκότητα της πραγματικής πόλης. Τα επιχειρήματα μας αρθρώνονται γύρω από τρεις άξονες: τις διαρκείς μεταβολές της πραγματικής πόλης, και τις μετατοπίσεις αφενός της συζήτησης για την πόλη αφετέρου των πολεοδομικών πρακτικών και της αρχιτεκτονικής.
1. Η πραγματική πόλη μεταβάλλεται διαρκώς Η πόλη είναι ένα πεδίο διαρκούς σύνθεσης κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών, πολιτισμικών και φυσικών διαδικασιών. Στη σύγχρονη συνθήκη, παγκόσμιες ροές αλληλεπιδρούν διαλεκτικά με τα τοπικά πλαίσια, νέα φαινόμενα αναδύονται διαρκώς, μετασχηματίζουν απρόβλεπτα και ραγδαία τον αστικό ιστό, τις ψηφίδες της πόλης, την καθημερινή ζωή, τις επιλογές ζωής των ατόμων. Η σύγχρονη πόλη σήμερα αποτελεί ένα δυναμικό σύστημα, όπου αλληλεπιδρούν τοπικά πολυάριθμοι άλλοι τόποι (γεωγραφικοί, ψηφιακοί) σε πολλαπλούς χρόνους και μέσα από επάλληλες υλικές και άυλες δικτυώσεις (Amin, Graham 1997, Massey 1999). Είναι σαφές ότι δεν αρκεί πλέον να αναγνωρίζουμε τους μετασχηματισμούς της σύγχρονης πόλης απομονώνοντας τους στην τοπική ή εθνική κλίμακα. Το τοπικό διαπλέκεται με το παγκόσμιο και αντίστροφα προκαλώντας μεταβολές στο επίπεδο του χώρου και της κοινωνίας σε μία μεγάλη ποικιλία διαφορετικών συνδυασμών. Η πόλη σήμερα, παγκόσμια μητρόπολη ή μικρή περιφερειακή κωμόπολη, αποτελεί στο μέτρο που της αναλογεί (Robinson 2002, 2006) και διευκολύνεται από τις ιστορικές συγκυρίες, τόπο εκδήλωσης φαινομένων που αναπτύσσονται σε παγκόσμια κλίμακα, αποτέλεσμα της πλανητικής «υπερ-αστικοποίησης» (Swyngedouw 2004: 31). Οι τοπικές προσαρμογές του διεθνούς κεφαλαίου, η συρρίκνωση του κράτους, ο ανταγωνισμός και επιχειρηματική διαχείριση των πόλεων, η τριτογενοποίηση και η οικονομία της γνώσης, η αστικοποίηση της φύσης, τα νέα δημογραφικά δεδομένα, οι κλειστές κοινότητες και οι αποκλεισμοί, η φτώχεια και οι εκτενείς παραγκουπόλεις κ.λπ. αναγνωρίζονται ευρέως ως αστικά φαινόμενα με παγκόσμιες διαστάσεις και τοπικές εκφάνσεις με πολλαπλές χωρικές συγκροτήσεις. H σύγχρονη πόλη αποτελεί έναν ευρύ αστερισμό που περιλαμβάνει μικρότερες πόλεις και οικισμούς σε ένα πολύ-επίπεδο χωρο-λειτουργικό σύστημα. Μετασχηματίζεται και διαφοροποιείται μέσα από «αναπόφευκτες συνέχειες» (Beauregard, Haila 2000) με την προηγούμενη κατάστασή της, τη χωρική και κοινωνική δομή της. Αναγνωρίσιμες χωρικές συγκροτήσεις στον ιστό του κέντρου και της ενδοχώρας της αποτελούν η εντεινόμενη αστική διάχυση και η πρωτόγνωρη πίεση σε τοπικούς και παγκόσμιους πόρους, τα αστικά-αγροτικά συνεχή, οι αέναα επεκτεινόμενες «δικτυωμένες τεχνολογικές οικολογίες» (Varnelis 2009), η προαστιοποίηση αλλά και ο εξευγενισμός κεντρικών περιοχών, οι νέες κεντρικότητες στις άκρες των πόλεων, τα πολύπλοκα κτίρια - καταλύτες για την ανάπτυξη ολόκληρων περιφερειών, οι απρόβλεπτες γειτνιάσεις των επισφαλών συνθηκών της φτώχειας και της ασφάλειας των περιφραγμένων κοινοτήτων του πλούτου. (βλ. στο Burdett, Sudjic eds 2007) Ένα πρόγραμμα αρχιτεκτονικών ή πολεοδομικών σπουδών δεν μπορεί παρά να εγγράψει την παραγωγή της αρχιτεκτονικής, τη διαμόρφωση του αστικού τοπίου και την οργάνωση του γεωγραφικού χώρου με ενήμερο τρόπο σε αυτό το ευρύτερο παγκόσμιο και τοπικά διαφοροποιημένο αστικό γίγνεσθαι, και να αναδείξει τις ενεργές διαδικασίες σε κάθε κλίμακα. 2. Μετατοπίσεις της συζήτησης για την πόλη Τα θεωρητικά σχήματα κατανόησης και ερμηνείας της πόλης αναδιατάσσονται διαρκώς ή αναζητούνται εκ νέου στον ιστορικό χρόνο. Η πόλη ως μηχανή ήταν η κυρίαρχη μεταφορά του Μοντέρνου Κινήματος που θέλησε να αναδείξει την ανάγκη λειτουργικότητας στην πόλη και κάλυψης μετρήσιμων και οικουμενικών Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.2
ανθρώπινων αναγκών με βάση ποσοτικά πρότυπα. Ο καθολικός σχεδιασμός είδε την πόλη ως σύστημα, απομακρύνθηκε από την έμφαση στη μορφή και επεδίωξε τον εξορθολογισμό του σχεδιασμού βασιζόμενος στη βεβαιότητα της επιστημονικής γνώσης και την αυθεντία του ειδικού. «Η πόλη δεν είναι δέντρο» έγραφε ο Christopher Alexander και άσκησε κριτική στις νέες «τεχνητές» πόλεις που σχεδιάζονταν ως αφηρημένα διαγράμματα, τονίζοντας την πολυπλοκότητα των σχέσεων που αναπτύσσονται και συνδιαμορφώνουν το αστικό περιβάλλον. Ο Aldo Rossi και οι Ιταλοί Ρασιοναλιστές, ξεκινώντας και αυτοί από την κριτική των αρχών του Μοντέρνου Κινήματος και του καθολικού σχεδιασμού είδαν την πόλη ως έργο τέχνης και αναγνώρισαν σταθερούς, απογυμνωμένους από αλλεπάλληλες χρονικές αλλοιώσεις, τύπους στα κτίρια και τους δημόσιους χώρους ως θεμελιακά συστατικά του αστικού ιστού. Τα πλανητικά περιβαλλοντικά προβλήματα έθεσαν τη φύση και πάλι στο κέντρο της συζήτησης και εισήγαγαν την έννοια της βιώσιμης πόλης ως κυρίαρχου και πολυσυλλεκτικού στόχου του πολεοδομικού σχεδιασμού. Η συζήτηση για την αστική βιωσιμότητα χρησιμοποίησε και πάλι τη βιολογική μεταφορά για να περιγράψει την πόλη, - όπως είχαν κάνει νωρίτερα η Σχολή του Σικάγου, ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης κ.ά. Η μεταφορά της πόλης ως οικοσυστήματος χρησιμοποιήθηκε, συχνά με τρόπο κυριολεκτικό, αναδεικνύοντας την ανάγκη ολιστικής θεώρησης των αστικών ζητημάτων και τοποθετώντας την στη φυσική της ενδοχώρα. Πριν από 15 χρόνια ο David Harvey αμφισβήτησε τον ίδιο τον διαχωρισμό ανάμεσα στην πόλη και τη φύση. «Δεν υπάρχει τίποτα αφύσικο στη Νέα Υόρκη» υποστήριξε (1993). Η πόλη δεν έχει στατικά χαρακτηριστικά, ανεξάρτητα από τις κοινωνικές οικονομικές πολιτικές και περιβαλλοντικές διαδικασίες που την παράγουν και την αναπαράγουν. Ως εκ τούτου, ο Harvey ασκεί κριτική στην αναζήτηση της «νεκρής ουτοπίας της αστικής μορφής» (1997) και προτείνει τη «ζωντανή ουτοπία της διαδικασίας». Στην ίδια κατεύθυνση, οι στοχαστές της πολιτικής αστικής οικολογίας αναγνωρίζουν την πόλη ως μία, ή μάλλον πολλές, κοινωνικο περιβαλλοντικές διαδικασίες μεταβολισμού της φύσης σε αστικό περιβάλλον. Οι μεταξύ τους σχέσεις γίνονται αντικείμενο επαναπροσδιορισμού. Πρόσφατα η πολεοδομία του τοπίου συντίθεται ως αντανάκλαση των μετασχηματισμών και των θεωρήσεων της σύγχρονης πόλης. Αμφισβητεί καθιερωμένα όρια ανάμεσα σε επιστημονικές περιοχές, θεματικές και κλίμακες σχεδιασμού προτείνοντας την ίδια την πολυπλοκότητα του μεταβιομηχανικού τοπίου ως αφετηρία σχεδιασμού. Τοποθετείται ανάμεσα στην αρχιτεκτονική, την αρχιτεκτονική τοπίου και τον αστικό-πολεοδομικό σχεδιασμό χωρίς να διαλύει τα εργαλεία των επιμέρους πεδίων, παρά μόνο τις διαχωριστικές γραμμές τους. Η πόλη, έγραφε ο James Corner το 2006, είναι «terra fluxus», πεδίο συνεχών μεταβολών και μεγάλης ρευστότητας στο χώρο και το χρόνο. Νέες αστικές θεωρίες ποικίλων θεωρητικών επιρροών επιχειρούν να περιγράψουν τα νέα αστικά φαινόμενα και να συλλάβουν την πόλη των χωρο-κοινωνικών αποσπασμάτων, των πολλαπλών ροών, των δυναμικών δικτύων, της χωρο-χρονικής συμπίεσης, της υβριδικής αστικοποίησης, των νέων κοινωνικών αγώνων (Harvey 2012, Davis 2006, Low, Smith 2006, Savage, Warde 1993 [2000], Zukin 1995, Soja 2000, Gandy 2005). Η ζωή στη σύγχρονη πόλη έχει γίνει «ένα καλειδοσκοπικό κολάζ» έγραφε ο Eric Swyngedouw το 2008. Σήμερα τα ζητήματα δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά μέσα από περιχαρακωμένες πειθαρχίες. Η σύγχρονη αστική θεωρία καθορίζεται από διεπιστημονικές προσεγγίσεις των φαινομένων και προσανατολισμένες εμπειρικές έρευνες που ενημερώνουν και ελέγχουν με νέα στοιχεία τις υποθέσεις. Τα ζητήματα, οι αντιφάσεις, οι συνέχειες και οι ασυνέχειες, οι δυνατότητες και οι κρίσεις, διερευνώνται ταυτόχρονα σε όλες τις κλίμακες, από αυτήν του Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.3
κτιρίου έως και της αναγνωρίσιμης γεωγραφικής χωρικής ενότητας, πέρα από παρωχημένες διαιρέσεις και δίπολα, του αρχιτεκτονικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, της αστικής μορφής και της διαδικασίας. Οι κοινωνικές επιστήμες, η ιστορία, η αστική οικονομική και πολιτισμική γεωγραφία, η πολιτική οικονομία, η αστική ανθρωπολογία και κοινωνιολογία, οι σπουδές του φύλου, αλλά και οι τεχνολογίες ανάπτυξης δικτύων και υποδομών και η οικολογία, διευρύνουν τις οπτικές πρόσληψης της σύγχρονης πόλης. Παρέχουν όχι μόνο εργαλεία και μεθόδους αναγνώρισης, αλλά και νέες αφετηρίες σχεδιασμού. Συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός σώματος γνώσης, απαραίτητου για την κατανόηση των διαδικασιών που μετασχηματίζουν τη σύγχρονη πόλη και τον πλανήτη. Ακόμη, συμβάλλουν στην εγγραφή του ρόλου και του νοήματος της αρχιτεκτονικής, και του χωρικού σχεδιασμού στο ευρύτερο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Όλα αυτά προφανώς δεν μπορούν να ενταχθούν αναλυτικά σε ένα πρόγραμμα σπουδών αρχιτεκτονικής ούτε πολεοδομίας. Όμως, χρειάζεται να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ανοίγματος στην διεπιστημονικότητα, για συνεχείς εισροές από ένα ευρύ φάσμα γνώσεων και προβληματισμών από διαφορετικές επιστημονικές πειθαρχίες και πηγές. Ο εκπαιδευτικός και ερευνητικός σκοπός είναι η κατανόηση των νέων διαδικασιών και η περεταίρω διερεύνηση τους, η άσκηση της δυνατότητας προσαρμογής της σκέψης μας σε αλλαγές που βιώνουμε ακόμη και στη δική μας αστική καθημερινότητα αλλά και σε άλλες που δεν μπορούν να προβλεφθούν. 3. Μετατοπίσεις των πολεοδομικών πρακτικών και της αρχιτεκτονικής Νέα ζητούμενα προβάλλουν για το σχεδιασμό του γεωγραφικού χώρου, της πόλης, του δημόσιου χώρου, του κτιρίου. Ο σχεδιασμός επιχειρείται ως μία πολυεπίπεδη σύνθεση διαδικασιών και τεχνικών που επιδέχονται και μπορούν να ενσωματώσουν την αλλαγή. Οι ανοικτές διαδικασίες διαμόρφωσης προτάσεων και οι στοχευμένες σύνθετες στρατηγικές αποτελούν υπερβάσεις των δομικών προβλημάτων που χαρακτηρίζουν τα παγιωμένα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά σχέδια. Οι σχεδιαστικές πρακτικές της αρχιτεκτονικής, της πολεοδομίας, του τοπίου διευρύνουν τα όριά τους και αλληλοκαλύπτουν τα πεδία ανάπτυξής τους. Η κληρονομιά του Μοντέρνου - καθολικού σχεδιασμού των πόλεων είναι ακόμη σθεναρή, κυρίως όσον αφορά στη ρύθμιση των χρήσεων γης και την ανάπτυξη μεταφορικών υποδομών. Όμως, η ανεπάρκεια του καθολικού προτύπου ως προς την ανταπόκριση του στην πραγματική πόλη έχει καταδειχθεί. Οι σύγχρονες πολεοδομικές πρακτικές εισάγουν νέα στοιχεία στα εθνικά συστήματα χωρικού σχεδιασμού, τόσο στο επίπεδο των σχεδίων όσο και σε αυτό των θεσμών καθιστώντας τις διεθνείς συγκρίσεις αναπόφευκτες. Η αλλαγή παραδείγματος για τα αστικά σχέδια αναφέρεται σε σημειακές ή γενικές παρεμβάσεις που δρουν ταυτόχρονα σε κάθε κλίμακα, όπως εντοπισμένα μεγάλα έργα αστικής ανάπτυξης, σύνθετα πολυτομεακά προγράμματα μετασχηματισμών, στρατηγικές έξυπνης ή δημιουργικής αστικής αναζωογόνησης, αναπλάσεις όλων των βαθμών έντασης σε κεντρικές περιοχές και σε γειτονιές, παραγγελία και χρήση καταλυτικής αρχιτεκτονικής, οικολογικές και τοπιακές αποκαταστάσεις, ανοιχτά πλαίσια παρεμβάσεων που ενσωματώνουν την έννοια του χρόνου, αλλά και διαδικασίες που Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.4
αναγνωρίζουν τους διαφορετικούς διεκδικητές του χώρου ως ενεργούς πολίτες, συμμέτοχους και διαμορφωτές του. 1 Οι θεσμοί μεταρρυθμίζονται και επανατοποθετούν το ζήτημα του προσανατολισμού της πολιτικής και του τρόπου λήψης αποφάσεων για το χώρο και το περιβάλλον στο πλαίσιο νέων μορφών διακυβέρνησης, εκπροσώπησης των κοινωνικών εταίρων, διαμόρφωσης κοινωνικόοικονομικών συμμαχιών και διαπραγμάτευσης των σχεδίων. Η αρχιτεκτονική αλλάζει και ανταποκρίνεται στη σύγχρονη ευμετάβλητη και εύθραυστη αστική πραγματικότητα. Η εκ νέου ανακάλυψη της συμβολικής/εικονικής ταυτότητας των κτιρίων, η δυνατότητα προσαρμογής των κελυφών, η περιβαλλοντική λειτουργία και ανθεκτικότητά τους, οι νέες σύνθετες απαιτήσεις της κατοίκησης, η διερεύνηση της συλλογικότητας και της μεταβλητότητας, η δημιουργική ανασύνθεση τόπων και δημοσίων χώρων αναδεικνύονται ως νέα διακυβεύματα του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και δυναμικά πεδία διαμόρφωσης της σύγχρονης ζωής. Οι μετατοπίσεις στο σχεδιασμό σε κάθε κλίμακα ανταποκρίνονται επιπλέον, στις πρόσφατες εξελίξεις σύγχρονων μέσων, μεθόδων και εργαλείων και παρέχουν νέες στοχαστικές και δημιουργικές διεξόδους. Σύγχρονες δυνατότητες οπτικής τεκμηρίωσης και παρακολούθησης των μεταβολών, τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνίας, πολύ-παραμετρικά μοντέλα ανάλυσης και ψηφιακά πρωτόκολλα σχεδιασμού εξοπλίζουν τις διαδικασίες σύνθεσης έτσι ώστε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της σύγχρονης αστικής συνθήκης 2. 4. Το εργαστήριο για τη σύγχρονη πόλη ως ενεργή δεξαμενή σκέψης Στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας του σχεδιασμού μπορούμε να επιχειρήσουμε να συγκροτήσουμε εργαστήρια ως ενεργές δεξαμενές σκέψης και σχεδιαστικής πράξης με την κατάλληλη επιλογή θεμάτων, εμφάσεων, ζητημάτων, μεθόδων, αλλά και τεχνικών ατομικής και συλλογικής εκπαίδευσης. Ο θεμελιώδης σκοπός που διαπνέει τα εργαστήρια που προτείνουμε είναι να διερευνήσουν, να υπερβούν και ίσως να επανα-εφεύρουν τα όρια των πειθαρχιών του αρχιτεκτονικού, αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, τις μεθοδολογίες, τις αρχές και τα εργαλεία τους σε ένα διεπιστημονικό και συλλογικό πλαίσιο 3. 1 βλ. ενδεικτικά: the Reengineering the City 2020-2050 Project, Urban Foresight and Transition Management, retrofit2050.org / Almere Vision 2030, MVRDV / the Spatial Metro Project: Street-level Desires. Discovering the City on Foot, Pedestrian Mobility and the Regeneration of the European City Centre, Delft University of Technology, Faculty of Architecture, 2004-2008 / Intelligent - Smart Cities, Open Source Communities, Urenio, Α.Π.Θ. / Integrated Planning and Design in the Delta, a planning and design method for urbanised regions, Delft University of Technology, Faculty of Architecture, 2011-2013 / πλήθος από κινήσεις πολιτών με διαφορετικές προτεραιότητες στις ελληνικές και ευρωπαϊκές πόλεις. 2 βλ. ενδεικτικά: Better Design through Research. Urban Network Analysis: A Toolbox for ArcGIS, MIT City Form Lab / Department of Urban Studies and Planning, 2013. 3 Την προβληματική αυτή διερευνούμε στα εργαστήρια και τις θεωρήσεις αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού που διδάσκουμε στα εξής μαθήματα-εργαστήρια: 3σ301&311 αστικός περιβαλλοντικός σχεδιασμός, 2σ516&526 πολεοδομικός σχεδιασμός και περιβάλλον και 3σ411 αστικός σχεδιασμός στα όρια της πόλης μεταβατικοί τόποι (το τελευταίο μαζί με τις κ. Α. Αλεξοπούλου και Σ.Λαδά). Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.5
Εικ.1: Αστικός σχεδιασμός στα όρια της πόλης δυτική είσοδος, αναγνώριση (φοιτ.: Μ.Καραγιάννη, Σ.Καψάλη, Ξ. Σωτηράκη, 2010) Η πολυπλοκότητα της πραγματικής πόλης είναι ένα ανεξάντλητο πεδίο εμπειρίας και προκλήσεων, και γι αυτό άντλησης κατάλληλων θεμάτων. Μας παρέχει διαρκώς ενήμερα στοιχεία και μας θέτει στην απαραίτητη διανοητική εγρήγορση. Στην πραγματική πόλη μπορούν να διερευνηθούν οι εφαρμοζόμενες χωρικές πολιτικές και αρχιτεκτονικές, τα προωθούμενα συμφέροντα, να δοκιμαστούν θεωρίες, ιδέες και στόχοι μετασχηματισμού, να αναπτυχθούν σενάρια και υποθέσεις διαπραγμάτευσης, να ξαναϊδωθούν οι αστικές συγκροτήσεις και μορφές. Απαιτείται υπέρβαση των καθιερωμένων κλιμάκων καταγραφής και κατανόησης των αστικών φαινομένων, έτσι ώστε να ενθαρρυνθεί η κριτική ανταπόκριση στο πλέγμα των δυνάμεων που διαμορφώνουν διαλεκτικά την αστική συνθήκη συνδέοντας το τοπικό με το παγκόσμιο, την ροϊκότητα του κεφαλαίου με την απτή καθημερινή συνθήκη της γειτονιάς περνώντας από ενδιάμεσα επίπεδα ευρωπαϊκών πολιτικών, εθνικών σχεδιασμών και τοπικών παρεμβάσεων. Οι συνεχείς εισροές από τις αστικές σπουδές, την αστική και την οικονομική γεωγραφία, τις πολιτισμικές σπουδές, είναι απαραίτητες, όχι μόνο για την κατανόηση των νέων διαδικασιών αλλά και για τον προσδιορισμό και τον εντοπισμό του ίδιου Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.6
του αντικειμένου του σχεδιασμού. Απαιτείται τέλος, να αξιοποιηθούν τα νέα εργαλεία ανάλυσης και σχεδιασμού της πόλης. Εικ.2: Αστικός σχεδιασμός στα όρια της πόλης δυτική είσοδος, σενάριο / 2D-3D αναπαραστάσεις (φοιτ. : Α.Αποστολίνας, Ε.Κασιμάτη, Ε.Παναγούλια, 2010-11) Κοιτώντας κριτικά τις ουτοπίες των αρχιτεκτονικών δημιουργιών που μετεωρίζονται στον ηλεκτρονικό χώρο και το χώρο των μίντια, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι τις αγκυρώνουμε και στον πραγματικό χώρο, στο υπάρχοντα και τον ενδεχόμενο. Με τα νέα εργαλεία μπορούμε να αναζητήσουμε «την ουτοπία της διαδικασίας» του Harvey (1997) που αλληλεπιδρά διαλεκτικά με τη μορφή. Στο πλαίσιο της σύγχρονης «κοινωνίας του ρίσκου» οφείλουμε να καλλιεργήσουμε την «ανακλαστικότητα» (Beck 1992) στις νέες προσεγγίσεις παρέμβασης στην πόλη, τη δυνατότητα δηλαδή να αλλάξουν το περιεχόμενό τους, την ίδια τους την κατεύθυνση, ανταποκρινόμενες στις μεταβολές. Η πρόκριση ανοικτών πλαισίων στη θέση των τελειωμένων σχεδίων και των σταδιακών μετασχηματισμών στη θέση ολοκληρωμένων υλοποιήσεων είναι στην κατεύθυνση αυτή, όπως και η πρόκριση της πλατφόρμας συμμετοχής και διαβούλευσης με τους διαφορετικούς πραγματικούς αποδέκτες των αστικών παρεμβάσεων, τους πολίτες, στη θέση της απονομιμοποιημένης αυθεντίας του ειδικού. Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.7
Εικ.3 Αστικός σχεδιασμός στα όρια της πόλης δυτική είσοδος, εστιασμένες προτάσεις (φοιτ.: Λ. Μαργαρίτη, Α. Νιάκα, Ε. Χρηστάκη, 2010-11) Επίλογος Η αρχιτεκτονική δεν είναι μία αυτόνομη επιστήμη με τα δικά της αξιώματα. Το ίδιο ισχύει και για την πολεοδομία. Δέχονται εισροές από συνεχώς μεγαλύτερο εύρος πειθαρχιών, κοινωνικών, πολιτισμικών, τεχνολογικών. Το ίδιο το αντικείμενό τους αλλάζει διαχρονικά. Η μεταξύ τους σχέση επίσης μεταβάλλεται από την πλήρη ταύτιση - στις πόλεις του Haussman, του Garnier, του Βurnham, του Le Corbusier και σήμερα του Schumacher - στη μεγάλη αποστασιοποίηση την εποχή του καθολικού σχεδιασμού και της πόλης των μαθηματικών μοντέλων. Στη σύγχρονη συνθήκη όπου η πολεοδομία απλά ασκείται - και η πόλη αλλάζει - περισσότερο μέσα από τμηματικά προσδιορισμένα σχέδια (λ.χ. περιοχές αστικής ανανέωσης), παρά μέσα από θεσμούς και γενικευμένες πολιτικές, η σχέση της αρχιτεκτονικής με την πολεοδομία εκδηλώνεται εύγλωττα στο ίδιο το αστικό τοπίο. Αναμφισβήτητα, στις σπουδές του αρχιτέκτονα, ο πολεοδομικός σχεδιασμός εισέρχεται ως το απαραίτητο πλαίσιο εγγραφής του αρχιτεκτονικού έργου. Πέρα όμως από αυτό, με την εισήγηση μας υποστηρίζουμε ότι οι διαδικασίες παραγωγής και ρύθμισης του αστικού χώρου αποτελούν μέρος του ίδιου του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, καθώς αυτός εκτείνεται στον αστικό χώρο για να επηρεάσει ή και να καθορίσει όχι μόνο την εικόνα του, αλλά και την οικονομία, τον πολιτισμό, την κοινωνία και το περιβάλλον γύρω του. Με την εισήγησή μας προσπαθήσαμε να επισημάνουμε τη σημασία που έχει το εύρος της προβληματικής και της κλίμακας στην αντίληψη της σύγχρονης πόλης ως απαραίτητη προϋπόθεση δικής μας διανοητικής εγρήγορσης, και ενήμερης εγγραφής και ανταπόκρισης του αρχιτεκτονικού, αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.8
Τέλος, θεωρούμε ότι η ευρεία προβληματική και ο σχεδιασμός για τη σύγχρονη πόλη από την κλίμακα του κτιρίου έως την κλίμακα του γεωγραφικού χώρου έχει αποτελέσει μέρος της διακριτής φυσιογνωμίας της Σχολής μας και του Διπλώματος που παρέχουμε, και - όπως προκύπτει από διαδρομές αποφοίτων της σχολής μας του επιστημονικού της στίγματος στο διεθνές και τοπικό, ακαδημαϊκό και επαγγελματικό περιβάλλον. Βιβλιογραφικές αναφορές Amin, A., Graham, S. (1997) The Ordinary City, Transactions of the Institute of British Geographers - New Series, 22, 411-429. Beauregard, R. A., Haila, A. (2000) The Unavoidable Continuities of the City, στο στο Marcuse, P., Van Kempen, R. (eds) Globalizing Cities: A New Spatial Order?, Oxford, Blackwell, 22-36. Beck, U. (1992) Risk Society: Towards a New Modernity, London: Sage. Burdett, R., D. Sudjic (eds) (2007) The Endless City, The Urban Age Project by the London School of Economics and Deutsche Bank s Alfred Herrhausen Society, London: Phaidon Press. Corner, J. (2006) Terra Fluxus, στο Waldheim, C. (ed) The Landscape Urbanism Reader, New York: Princeton Architectural Press, 21-34. Davis, M. (2006) Planet of Slums, London: Verso. Gandy, M. (2005) Cyborg Urbanization: Complexity and Monstrosity in the Contemporary City, International Journal of Urban and Regional Research, 29, 1, 26-49. Harvey, D. (1993) The Nature of the Environment: Dialectics of Social Environmental Change στο R. Miliband, L. Panitch (eds) Real Problems False Solutions, Socialis Register (special issue), London: The Merlin Press. Harvey, D. (1997) New Urbanism and the Communitarian Trap, Harvard Design Magazine, winter/spring, 1. Harvey, D. (2012) Rebel Cities: From the Right to the City to the Urban Revolution, London: Verso. Low, S., Smith, N. (eds) (2006) The Politics of Public Space, New York & London: Routledge. Massey, D. (1999) Space-time, Science and the Relation between Physical Geography and Human Geography, Transactions of the Institute of British Geographers - New Series, 24, 261-274. Mitchell, W.J. (1995) City of Bits. Space Place and the Infobahn, London : MIT Press. Robinson, J. (2002) Global and World Cities: A View from Off the Map, International Journal of Urban and Regional Research, 26, 3, 531-554. Robinson, J. (2006) Ordinary Cities: Between Modernity and Development, London and New York: Routledge. Soja, E. W. (2000) Postmetropolis: Critical Studies of Cities and Regions, Oxford: Blackwell Publishing. Swyngedouw, E. (2004) Globalisation or 'Glocalisation'? Networks, Territories and Rescaling, Cambridge Review of International Affairs, 17, 1, 25-48. Swyngedouw, E. (2008) Οι Πόλεις στο Μεταίχμιο: Επανατοποθέτηση της Πόλης στον 21ο Αιώνα, στο Γ. Καυκαλάς, Λ.Λαμπριανίδης, Ν.Παπαμίχος (επιμ.) Η Θεσσαλονίκη στο Μεταίχμιο. Η Πόλη ως Διαδικασίας Αλλαγών, Αθήνα: Κριτική, 69-94. Swyngedouw, E., N. Heynen, M. Kaika (eds) (2006) In the Nature of Cities: Urban Political Ecology and the Politics of Urban Metabolism, London: Routledge. Varnelis, K. (2009) The Infrastructural City: Networked Ecologies in Los Angeles, Columbia University, Graduate School of Architecture and Planning, Los Angeles Forum for Architecture and Planning, Barcelona & New York: Actar. Zukin, S. (1995) The Cultures of Cities, Oxford: Blackwell. Χριστοδούλου, Αθανασίου 2013 - σελ.9