ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ

Σχετικά έγγραφα
Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ:Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

Σελίδα 1 από 5. Τ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Διοικητικό Δίκαιο. Πηγές διοικητικού δικαίου 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΔΕΟ 24 Δημόσια διοίκηση και πολιτική. Τόμος 2 ος : Η διάρθρωση του Ελληνικού κράτους. Η Ελληνική Δημόσια Διοίκηση

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. 4. Ποια από τις ακόλουθες πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν απαιτείται να φέρει και την υπογραφή του αρμόδιου Υπουργού :

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών Δημοσίου Δικαίου Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο

Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ 40/1998 ΑΠ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

Διοικητικό Δίκαιο. Αρμοδιότητα. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Διοικητικό Δίκαιο. Πηγές διοικητικού δικαίου 2 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

Νομιμοποίηση και ενστάσεις

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

A ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

<~ προηγούμενη σελίδα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. ***Οι σωστές απαντήσεις είναι σημειωμένες με κόκκινο χρώμα. 1. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται :

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ-ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Δεύτερη Γραπτή Εργασία. Διοικητικό Δίκαιο. Θέμα

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Διοικητικό Δίκαιο. Λήξη ισχύος διοικητικής πράξης, ανάκληση διοικητικής πράξης. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Εθνική νομοθεσία και τεχνική εναρμόνιση με δίκαιο ΕΕ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

Εκκλησιαστικό Δίκαιο ΙΙΙ (Μεταπτυχιακό)

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΤΡΙΤΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Θέµα εργασίας : Ερµηνεία του Άρθρο 78 παρ. 5 του Συντάγµατος (Εξαίρεση από την απαγόρευση της κανονιστικής φορολογικής αρµοδιότητας).

Γενικά το Διοικητικό Δίκαιο εξετάζει αν η πράξη ή η ενέργεια ή η παράλειψη πράξης ή ενέργειας, του διοικητικού οργάνου, είναι σύμφωνη με τον νόμο.

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Πολιτική και Δίκαιο Γραπτή Δοκιμασία Α Τετραμήνου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (Σχηµατισµός Ολοµελείας) ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ι. Η έννοια του δικαίου. 1. Ορισμός του κανόνα δικαίου

Οµιλία ηµήτρη ασκαλόπουλου, Προέδρου του ΣΕΒ «ΑΝΟΙΚΤΟ ΦΟΡΟΥΜ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ» Αθήνα, 11 Ιουλίου 2006

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Δημόσια νομικά πρόσωπα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Άρθρο 44. Γενικές αρχές για διαβιβάσεις

ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΕ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Νομοτεχνικές Παράμετροι

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Συνταγματικό Δίκαιο (Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας) LAW 102

IV. ΜΟΝΤΕΛΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΓΝΩΜΟ ΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 3: Δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων

Διακρίσεις ελέγχου της συνταγματικότητα των νόμων

Προς: τις Ομοσπονδίες Μέλη της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΟ ΟΤΗΣΗ-ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΣΤΕ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝ ΡΕΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες δύναµης ΓΣΕΕ

Transcript:

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ - ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1) Η ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2) Η ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 3) Ο ΙΚΑΙΟ ΟΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ

Α) Η συµµόρφωση της διοίκησης και του δικαστή στις επιταγές του νόµου. Η αρχή της νοµιµότητας (95παρ.1Σ) απορρέει από την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Η αρχή αυτή αποτελεί συνέπεια της κυριαρχίας του νόµου, η οποία µε τη σειρά της αποτελεί εκδήλωση της πρωταρχικής θέσης που έχει στο πολίτευµα η αντιπροσωπεία του λαού. Προϋποθέτει ταυτόχρονα τη σαφή διάκριση της εξουσίας που θεσπίζει τον κανόνα από την εξουσία που καλείται να τον εφαρµόσει.το νόηµα της ολοκληρώνεται µε τη δέσµευση των εξουσιών που καλούνται να εφαρµόσουν το νόµο απέναντι στη νοµοθετική. Η αρχή της νοµιµότητας συνεπάγεται αφενός την υπεροχή της νοµοθετικής εξουσίας και των πράξεων που αυτή παράγει απέναντι στις άλλες εξουσίες και αφετέρου την άσκηση από την εκτελεστική εξουσία αρµοδιοτήτων κατ ανάθεση ή κατ εξουσιοδότηση. ιοίκηση και δικαιοσύνη οφείλουν να ενεργούν πάντα µε βάση προϋπάρχοντα νόµο και να αποφασίζουν σύµφωνα µε τις επιταγές του και εντός των ορίων του. Ο νόµος,δηλαδή, αποτελεί το απαραίτητο στήριγµα αλλά και το όριο της εξουσίας τους. Κατά το ισχύον Σύνταγµα ( 87 παρ.2) ο δικαστής δεσµεύεται κατά την άσκηση των καθηκόντων του από το Σύνταγµα και τους νόµους και αποφασίζει σύµφωνα µε αυτούς. Σε ότι αφορά ειδικά τη ιοίκηση το σηµερινό νόηµα της αρχής της νοµιµότητας έχει διευρυνθεί και επιβάλλει σε όλα τα διοικητικά όργανα την υποχρέωση να δρουν µε βάση προϋφιστάµενο κανόνα δικαίου, γενικό και αφηρηµένο. Σύµφωνα µε αυτή την αρχή, τη δράση της διοίκησης διέπουν οι κανόνες του ευρωπαϊκού δικαίου, οι κανόνες των συνταγµατικών διατάξεων, οι κανόνες των διεθνών συνθηκών που έχουν κυρωθεί µε νόµο, οι κανόνες οι οποίοι έχουν θεσπιστεί µε νοµοθετικές πράξεις και µε διοικητικές κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει νοµοθετικής εξουσιοδότησης. Κατά έναν άλλον προσδιορισµό, η αρχή της νοµιµότητας συνεπάγεται την συµµόρφωση της ιοίκησης γενικά στις επιταγές του ικαίου, στις οποίες συµπεριλαµβάνονται και οι γενικώς παραδεδεγµένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και οι

νοµολογιακοί κανόνες. Αξίζει να σηµειωθεί οτι η αρχή της νοµιµότητας διέπει τη δράση της ιοίκησης τόσο όταν αυτή δρα ως εξουσιαστική δύναµη, όσο και όταν δρα ως ιδιώτης τόσο δηλαδή όταν η δράση της διέπεται από κανόνες δηµοσίου δικαίου, όσο και όταν διέπεται από κανόνες ιδιωτικού δικαίου. Πρωταρχική συνέπεια της αρχής της νοµιµότητας, άρρηκτα συνδεδεµένη µε την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, είναι η κατανοµή της νοµοθετικής λειτουργίας µεταξύ νοµοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Σύµφωνα µε θεµελιώδη συνταγµατικό κανόνα,ο οποίος απορρέει από τα άρθρα 26,43,44,73επ. και 95παρ.1 του Συντάγµατος και τον οποίο έχει διακηρύξει η νοµολογία του Συµβουλίου της επικρατείας, γενική αρµοδιότητα να θεσπίζει πρωτεύοντες κανόνες δικαίου διαθέτει µόνο η Βουλή, ενώ η εκτελεστική εξουσία δεν µπορεί να θέτει πρωτεύοντες κανόνες, παρά µόνο στις περιπτώσεις που ειδικά το προβλέπει το Σύνταγµα. Η εκτελεστική εξουσία αδυνατεί να νοµοθετεί,να εκδίδει πράξεις κανονιστικές, χωρίς προηγούµενη νοµοθετική εξουσιοδότηση ή καθ υπέρβαση αυτής. Σηµειωτέον ότι το Στε µε δύο αποφάσεις σταθµούς για τη νοµολογία του έθεσε τέρµα στην πρακτική της αναδροµικής κύρωσης των υπουργικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί χωρίς προηγούµενη νοµοθετική εξουσιοδότηση, κρίνοντας ανίσχυρο, ως αντισυνταγµατικό, το νόµο που κυρώνει αναδροµικώς τέτοιου είδους αποφάσεις. 1 Το σκεπτικό των αποφάσεων αυτών στηρίχθηκε στον παρακάτω συλλογισµό.από τις διατάξεις των άρθρων 43παρ.2 και 44παρ.1 συνδυαζόµενες µε τις διατάξεις του άρθρου 26Σ,το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και του 95παρ.1, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της νοµιµότητας της διοικητικής δράσεως, καθώς και τις διατάξεις των άρθρων 73επ. του Συντάγµατος οι οποίες καθορίζουν τη νοµοθετική λειτουργία της Βουλής συνάγεται ότι η Βουλή, ως παράγοντας της νοµοθετικής λειτουργίας, ψηφίζει νοµοσχέδια ή προτάσεις νόµων κατά τη διαδικασία των άρθρων 73επ.,είναι δυνατόν δε να παρέχεται µε αυτά εκ των προτέρων ειδική εξουσιοδότηση στα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας για τη θέσπιση πρωτευόντων κανόνων δικαίου, κατά τους όρους του 1 ΣτΕ 3596/1991-3597/1991-872/1992

43παρ.2 του Σ. Από την άλλη το 44παρ.1Σ ρυθµίζει την περίπτωση της θέσπισης τέτοιων κανόνων δικαίου σε έκτακτες περιστάσεις εξαιρετικά, επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης. Από τα παραπάνω συνάγεται οτι από το σύνταγµα ορίζονται ρητά οι περιπτώσεις θέσεως πρωτευόντων κανόνων δικαίου από τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Αυτή η ρύθµιση είναι επιτακτική µε συνέπεια κανόνες δικαίου τιθέµενοι από όργανα της εκτελεστικής εξουσίας κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων να είναι ανίσχυροι και να µην µπορούν να ισχυροποιηθούν ούτε µε αναδροµική κύρωση τους µε νόµο. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί το άρθρο 44παρ.1, που προβλέπει τη δυνατότητα της εκτελεστικής εξουσίας να λαµβάνει νοµοθετήµατα ισοδύναµα από άποψη ισχύος µε τυπικό νόµο, τηρώντας όµως τη διαδικασία που το ίδιο το άρθρο ορίζει. Ένα απλό εκτελεστικό διάταγµα του άρθρου 43Σ εκδίδεται και χωρίς να το προβλέπει ρητά ο νόµος, αρκεί η έκδοσή του να προκύπτει από τη γενική οικονοµία του νόµου και να περιορίζεται στη συµπλήρωση των διατάξεων του.ένα τέτοιο διάταγµα δεν µπορεί να τροποποιήσει ή να προσθέσει νέες διατάξεις νόµου. Περιορίζεται στο να θέσει δευτερεύοντες και µη αυτοτελείς κανόνες δικαίου.αυτή η εξουσία πηγάζει ευθέως από το Σ και ονοµάζεται αυτόνοµη κανονιστική αρµοδιότητα του αρχηγού της εκτελεστικής εξουσίας. Αντίθετα ένα διάταγµα που εκδίδεται κατά νοµοθετική εξουσιοδότηση µπορεί να καταργήσει,να αντικαταστήσει,να συµπληρώσει διατάξεις της ισχύουσας νοµοθεσίας ή να προσθέσει σε αυτές νέες διατάξεις. Τέτοια όµως κανονιστικά διατάγµατα δεν είναι δυνατόν να εκδοθούν χωρίς νοµοθετικό κείµενο που να το επιβάλλει ρητά, ειδικά και περιοριστικά. Η διοίκηση, εξάλλου, κατά την έκδοση των διοικητικών πράξεων δεσµεύεται από το εκάστοτε ισχύον δίκαιο. Κρίσιµο νοµικό καθεστώς των διοικητικών πράξεων είναι το ισχύον κατά τον χρόνο εκδόσεως τους, όπως δέχεται το ΣτΕ. Συνεπώς οι διοικητικές ενέργειες, σύµφωνα µε την αρχή της νοµιµότητας, πρέπει να είναι σύµφωνες προς τον κανόνα δικαίου που διέπει τη δράση της διοίκησης, όταν αυτός περιγράφει λεπτοµερώς τις νόµιµες προϋποθέσεις έκδοσης της πράξης. Όταν,δηλαδή, πρόκειται για δέσµια αρµοδιότητα. 2 Ενώ 2 ΣτΕ 4674/1998

πρέπει να βρίσκονται σε αρµονία προς τον κανόνα δικαίου,όταν αυτός καθορίζει κατά τρόπο ευρύτερο ή στενότερο το πλαίσιο µέσα στο οποίο η ενέργεια µπορεί να γίνει. Σε αυτή την περίπτωση η αρµοδιότητα της διοίκησης ασκείται κατά διακριτική ευχέρεια. Β) Η επιφύλαξη υπέρ του νόµου. Η αρχή της νοµιµότητας, από άλλη σκοπιά ορώµενη, έχει ως σκοπό την προστασία του πολίτη και του διοικούµενου από τις αυθαίρετες αποφάσεις της διοίκησης. Σπουδαία εγγύηση των ατοµικών ελευθεριών αποτελεί η επιφύλαξη υπέρ του νόµου. Σύµφωνα µε το περιεχόµενο αυτής της αρχής δεν επιτρέπεται να επιβληθεί περιορισµός ή δέσµευση στην προσωπική ελευθερία ή στην περιουσία του ατόµου χωρίς νόµο. Μόνο εφόσον υπάρχει νόµος που να το προβλέπει και µόνο µέσα στα όρια που ορίζει αυτός είναι δυνατόν να επιβληθεί περιορισµός στην άσκηση ατοµικών ελευθεριών. Η ρήτρα του 5παρ.3 «όταν και όπως ο νόµος ορίζει» έχει αποτελέσει πρότυπο για όλα τα άλλα Συντάγµατα. Έχει γενική ισχύ και εφαρµόζεται ως εγγύηση των ατοµικών ελευθεριών σε όλα τα δικαιώµατα που αποτελούν εκφάνσεις της προσωπικής ελευθερίας. Η επιφύλαξη του νόµου συνιστά, βέβαια, και περιορισµό της ελευθερίας, αφού αναγνωρίζει στην νοµοθετική εξουσία αρµοδιότητα ρύθµισης της απόλαυσής της. Αρχικά η ρήτρα επιφύλαξης του νόµου είχε ως µοναδικό περιεχόµενο την προστασία των συνταγµατικών ελευθεριών απέναντι στην εκτελεστική εξουσία και όχι απέναντι στον νόµο που θεωρούνταν εγγυητής και προστάτης της ελευθερίας. Αργότερα, όµως, διαπιστώθηκε ότι ο νοµοθέτης εκφράζοντας τη βούληση µιας κοµµατικής πλειοψηφίας ήταν εξίσου απειλητικός για την απόλαυση των συνταγµατικών ελευθεριών όσο και η εκτελεστική εξουσία. Τότε ανέκυψε η ανάγκη προστασίας των ελευθεριών και απέναντι στο νόµο, η οποία

ικανοποιήθηκε, κυρίως, µε την καθιέρωση του δικαστικού ελέγχου της συνταγµατικότητας των νόµων. Η ρήτρα επιφύλαξης του νόµου, λοιπόν, από τη µία µεριά εξακολουθεί να αποτελεί εγγύηση και προστασία της ατοµικής ελευθερίας απέναντι στις αυθαίρετες επεµβάσεις της κρατικής εξουσίας, αφού επιτρέπει µόνο εκείνες που γίνονται µε νόµο ή βάσει νόµου. Από την άλλη όµως εκθέτει τις ελευθερίες σε κίνδυνο, αφού εξαρτά την προστασία της από την καλή θέληση του νοµοθέτη και ουσιαστικά από την κυβέρνηση. Επισηµάνθηκε, λοιπόν, η ανάγκη καθιέρωσης ορισµένων ορίων στον νόµο και η θέσπιση κάποιων περιορισµών στην εξουσία του νοµοθέτη να θέτει περιορισµούς στην ατοµική ελευθερία. Πιο συγκεκριµένα οι περιορισµοί που θέτει ο νοµοθέτης πρέπει να βασίζονται στο Σύνταγµα και να συνάπτονται προς το δηµόσιο συµφέρον. Το δηµόσιο συµφέρον, βέβαια, δεν µπορεί να οδηγήσει σε παράβαση της αρχής της νοµιµότητας. Αυτό δε βρίσκεται ούτε πέραν, ούτε υπεράνω της νοµιµότητας, αποτελεί στοιχείο εσωτερικό της και εντάσσεται σε αυτήν. Επιπλέον πρέπει να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας, οι περιορισµοί να είναι γενικοί και αντικειµενικοί και να µην συνεπάγονται την απόλυτη απαγόρευση άσκησης του δικαιώµατος. Τέλος ο περιορισµός πρέπει να επιβάλλεται µε νόµο, τυπικό ή ουσιαστικό. Επιπλέον, σε ότι αφορά τη δράση της διοίκησης, όταν αυτή ενεργεί κατά διακριτική ευχέρεια, θα πρέπει να βασίζεται σε κριτήρια 3 σαφή και αντικειµενικά, γνωστά εκ των προτέρων ή προβλεπτά και πάντως δικαστικώς ελέγξιµα. Εποµένως, η επιφύλαξη υπέρ του νόµου, έκφανση της αρχής της νοµιµότητας, καθιερώθηκε ως εγγύηση θεµελιώδης υπέρ των ατοµικών ελευθεριών και στράφηκε αρχικά κατά των παρεµβάσεων της εκτελεστικής εξουσίας. Αργότερα, όµως, µετατράπηκε σε ρήτρα περιορισµού της νοµοθετικής εξουσίας και της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης, που είναι επιφορτισµένη µε την εφαρµογή του νόµου. 3 ΣτΕ 1071/94-6070/96

Γ) Ο δικαιοδοτικός έλεγχος τήρησης της αρχής της νοµιµότητας. Ο σεβασµός της νοµιµότητας και η αξίωση τήρησής της συνεπάγονται τη δυνατότητα δικαιοδοτικού ελέγχου από τα δικαστήρια, που είναι στελεχωµένα από δικαστές που χαίρουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Τα δικαστήρια δικάζουν επιλύοντας διαφορές µε δύναµη δεδικασµένου. Ο έλεγχος νοµιµότητας της διοικητικής δράσης ασκείται από τα διοικητικά δικαστήρια. Αυτό, όµως, δεν σηµαίνει ότι τα πολιτικά δικαστήρια στερούνται κάθε δυνατότητας ελέγχου της νοµιµότητας µιας διοικητικής ενέργειας. Ασκούν έλεγχο παρεµπίπτοντα, ο οποίος περιορίζεται σε έλεγχο εξωτερικής νοµιµότητας, χωρίς βέβαια εξουσία ακύρωσης της ελεγχόµενης διοικητικής πράξης. Συνοψίζοντας,θα λέγαµε ότι η αρχή της νοµιµότητας έχει προσλάβει τις ακόλουθες σηµασίες. Με την πρώτη σηµασία, η αρχή επιτάσσει την υποταγή των πράξεων της διοίκησης στον τυπικό νόµο. Με τη δεύτερη σηµασία, η αρχή επιτάσσει τη θεµελίωση των ατοµικών διοικητικών πράξεων σε κρατικές πράξεις, που έχουν γενικό ή κανονιστικό χαρακτήρα. Τέλος η αρχή αυτή συνεπάγεται και τον δικαστικό έλεγχο τήρησης των παραπάνω από την διοίκηση, έτσι ώστε η αρχή της νοµιµότητας να έχει αποτελεσµατική ενέργεια και να µην µένει κενή περιεχοµένου. Η αρχή της νοµιµότητας όπως περιγράφηκε παραπάνω ονοµάζεται και αρχή της νοµιµότητας εν στενή εννοία, που αντιδιαστέλλεται προς την αρχή της νοµιµότητας εν ευρεία εννοία. Η α.τ.ν. εν ευρεία εννοία εµπεριέχει στο περιεχόµενό της όχι µόνο τον έλεγχο της διοικητικής δράσης αλλά και τον έλεγχο της νοµοθετικής εξουσίας, η οποία οφείλει να µην ενεργεί αντίθετα προς τις διατάξεις του Συντάγµατος. Πρόκειται,δηλαδή, για τον έλεγχο αντισυνταγµατικότητας των νόµων.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1) ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΑΝΙΤΑΚΗΣ ΚΡΑΤΟΣ ΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ 2) ΕΠΑΜΕΙΝΩΝ ΑΣ ΣΠΗΛΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΕΓΧΕΙΡΊ ΙΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΎ ΙΚΑΊΟΥ 3) Π. ΑΓΤΟΓΛΟΥ ΓΕΝΙΚΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ

Περίληψη Η αρχή της νοµιµότητας έχει προσλάβει τις ακόλουθες σηµασίες. Με την πρώτη σηµασία, η αρχή επιτάσσει την υποταγή των πράξεων της διοίκησης στον τυπικό νόµο. Με τη δεύτερη σηµασία, η αρχή επιτάσσει τη θεµελίωση των ατοµικών διοικητικών πράξεων σε κρατικές πράξεις, που έχουν γενικό ή κανονιστικό χαρακτήρα. Τέλος η αρχή αυτή συνεπάγεται και τον δικαστικό έλεγχο τήρησης των παραπάνω από την διοίκηση, έτσι ώστε η αρχή της νοµιµότητας να έχει αποτελεσµατική ενέργεια και να µην µένει κενή περιεχοµένου. Η αρχή της νοµιµότητας όπως περιγράφηκε παραπάνω ονοµάζεται και αρχή της νοµιµότητας εν στενή έννοια, που αντιδιαστέλλεται προς την αρχή της νοµιµότητας εν ευρεία έννοια. Η α.τ.ν. εν ευρεία εννοία εµπεριέχει στο περιεχόµενό της όχι µόνο τον έλεγχο της διοικητικής δράσης αλλά και τον έλεγχο της νοµοθετικής εξουσίας, η οποία οφείλει να µην ενεργεί αντίθετα προς τις διατάξεις του Συντάγµατος. Πρόκειται,δηλαδή, για τον έλεγχο αντισυνταγµατικότητας των νόµων. Summary The principle of legality has engaged the following meanings. At first, the principle ordains the subjugation of administrative actions in the formal law. Secondly it ordains the foundation of individual administrative acts in government owned action, which has general or regulative character. Finally this principle involves also the judicial control of observation of the above by the administration, so that the principle of legality has an effective action and does not remain empty of content. The principle of legality as it was described above is also called principle of legality in narrow sense, which is distincted to the principle in wide sense. The principle in wide sense includes in her content not only the control of administrative action but also the control of legislative power, which is obligated not to act on the contrary to the provisions of Constitution. It is, that is to say, the control of laws not being anticonstitutional.