TPIMHNIAIA EK O H TH MHTPO O Eø ME HNIA ETOΣ ΞB ΠEPIO OΣ Γ IANOYAPIOΣ - ΦEBPOYAPIOΣ - MAPTIOΣ 2009 TEYXOΣ 6
ΠEPIEXOMENA Θεία E χαριστία καί Eκκλησία Mητροπολίτου Περγάµου Iωάννου Zηζιούλα σελ. 1 «Σ µα Xριστο» Πρωτ. Mιχαήλ Σπ. Kαρδαµάκη (+) σελ. 5 H κκλησιολογία τ ς «Πρός ιόγνητον» Eπιστολ ς, το Παναγιώτη Γ. Παπανικολάου, Θεολόγου σελ. 11 Tριµηνια ο Eκκλησιαστικό Περιοδικό τ ς Iερ ς Mητροπόλεως Mεσσηνίας I PYTHΣ Mητροπολίτης Mεσσηνίας Xρυσόστοµος ασκαλάκης (+) I IOKTHTHΣ Iερά Mητρόπολις Mεσσηνίας Mητροπολίτου Mελετίου 13 241 00 Kαλαµάτα Tηλ. 27210/22455 Fax: 27210/22994 EK OTHΣ - IEYΘYNTHΣ Mητροπολίτης Mεσσηνίας Xρυσόστοµος Σαββ τος YΠEYΘYNOΣ YΛHΣ Aρχιµ. Θεόκλητος Λαµπριν κος Πρωτοσύγκελλος I. Mητροπόλεως Mεσσηνίας EKTYΠΩΣIΣ Γραφικαί Tέχναι «ΛEBENTH» Γ. Pουµελιώτη 3-5 Kαλαµάτα Tηλ. - Fax: 27210/93374 IAKINHΣIΣ EΛ.TA. - Γραφε ον Kαλαµάτας Kωδικός Eντύπου 3978
Θεία E χαριστία καί Eκκλησία Mητροπολίτου Περγάµου Iωάννου Zηζιούλα (Συνέχεια π τό προηγούµενο τε χος) 3. H E χαριστία κφράζει καί διασφαλίζει τήν νότητα τ ς Eκκλησίας Tίποτε δέν κφράζει καί πραγ- µατώνει τήν νότητα τ ς Eκκλησίας τόσο σο Θ. E χαριστία. H Eκκλησία ε ναι νωµένη στήν δια πίστη, καί κάθε πόκλιση πό τήν νότητα α τή συνιστ α ρεση καί πειλε τήν νότητα. Aλλά κορυφαία κφραση τ ς νότητας τ ς Eκκλησίας ε ναι E χαριστία. Oταν ο ρχα ες Σύνοδοι κήρυτταν κάποιον α ρετικόν, τόν πέκοπταν πό τήν ε χαριστιακή κοινωνία. Kαί ν κόµα πιτυγχάνονταν νότητα ν τ πίστει σέ τίποτε δέν φελο σε ν δέν κατέληγε στήν E χαριστιακή Kοινωνία. Kαί µετάνοια καί γιότητα, γιά παράδειγµα, µι ς σίας Mαρίας τ ς A γυπτίας σέ τίποτε δέν θά τήν φελο σε, ν δέν κατέληγε στή Θ. Mετάληψή της. Στό σηµε ο α τό ο πόµενες παρατηρήσεις ποκτο ν διαίτερη σηµασία. α) E ναι ληθές τι Eκκλησία κτός τ ς Θ. E χαριστίας διαθέτει καί πλε στα σα στοιχε α, πού Tήν συνιστο ν. Θά ταν λάθος νά τό γνοήσουµε α τό. H Eκκλησία χει τό κήρυγµά Tης, τή διδασκαλία Tης, τήν σκητικότητά Tης, νίοτε µέχρι µαρτυρίου, τήν µετάνοια καί τήν γιότητα το βίου κ.τ.λ. Oπως πίσης χει καί λλες τελετές καί «µυστήρια», πως τό Γάµο, τό E χέλαιο, τίς ερές Aκολουθίες κάθε ε δους κ.λπ. Γιατί, λοιπόν, λέµε καί πι- µένουµε, µαζί µέ τόν γιο Nικόλαο Kαβάσιλα τι µόνον E χαριστία ποκαλύπτει τό ε ναι τ ς Eκκλησίας; H πάντηση ε ναι τι ν λα α τά πού µνηµονεύσαµε (πίστη, γιότητα, µετάνοια, κήρυγµα, φιλανθρωπία, βάπτισµα, γάµος κ.λπ.) δέν δηγήσουν τελικά στήν E χαριστία δέν γίνονται «Eκκλησία». A τό πού κκλησιοποιε τήν γιότητά µας, τήν πίστη µας κ.λπ. ε ναι E χαριστία. Γίνεται σήµερα πολύς λόγος γιά τήν ναγνώριση µή το Bαπτίσµατος τ ν τεροδόξων. Eνα Bάπτισµα πού δέν δηγε στή Θ. Kοινωνία τί νόηµα µπορε νά χει καί ν κόµη τό ναγνωρίσουµε; Tό διο καί µιά ξοµολόγηση κ.λπ. Tό τι κκλησιοποίηση λων τ ν στοιχείων πού παρτίζουν τή ζωή τ ς Eκκλησίας διέρχεται παραιτήτως πό τή Θ. E χαριστία καταδεικνύεται καί πό τό γεγονός τι λα στήν Eκκλησία τελικά περνο ν πό τά χέρια το Eπισκόπου. Γιατί νά ε ναι παραίτητο ο Eπίσκοπος νά γκρίνει τό κήρυγµα, τόν γάµο, τήν ξοµολόγηση, τήν ναγνώριση τ ν γίων κ.λπ.; E παµε τι λη ξουσία το Eπισκόπου πηγάζει πό τό τι προΐσταται τ ς E χαριστίας, καί τό ξηγήσαµε α τό ρκετά. Aλλοίµονο ν δέν πήγαζεν π κε. ιότι τελικά, ναφορά τ ν πάντων στόν Eπίσκοπο δέν ε ναι ναφορά σέ να τοµο, λλά στό διο τό Σ µα το Xριστο, πως α τό βιώνεται στήν κατ ξοχήν πραγµάτωσή του, πού ε ναι E χαριστία. 1
β) Aν E χαριστία κφράζει κατ ξοχήν τήν νότητα τ ς Eκκλησίας, τότε κάθε διάσπαση τ ς E χαριστίας συνεπάγεται α τοµάτως διάσπαση τ ς Eκκλησίας. Γιά τόν λόγο κριβ ς α τόν, καί ε ναι παραίτητο νά τελε ται Θ. E χαριστία ν νό- µατι νός καί µόνον Eπισκόπου σέ κάθε Eκκλησία. ύο περισσότεροι Eπίσκοποι σέ κάθε τόπο σηµαίνει περισσότερες τ ς µι ς E χαριστίες καί συγχρόνως περισσότερες Eκκλησίες, περ διανόητον. Aποδεικνύεται καί πάλιν ταύτιση Eκκλησίας καί E χαριστίας: Oταν χουµε µία Eκκλησία, α τοµάτως χουµε καί µία E χαριστία - καί ντιστρόφως. Πρόκειται γιά δύο ψεις το διου νοµίσµατος. Eτσι, πό λειτουργικ ς πόψεως τό µνηµόσυνο το τοπικο Eπισκόπου κατά τήν γίαν Aναφοράν (δηλ. στό «ν πρώτοις...») κρίνει τήν νότητα τ ς Eκκλησίας. Mόνον ταν τοπικός Eπίσκοπος κχωρήσει τήν προεδρία τ ς E χαριστίας σέ λλο Eπίσκοπο, τό µνηµόσυνό του σιγ, καί E χαριστία τελε ται ν νόµατι το φιλοξενουµένου. Eάν δέν συνέβαινε α τό, καί φιλοξενούµενος Eπίσκοπος τελο σε τήν E χαριστίαν ν νόµατι το τοπικο Eπισκόπου, πως σχυρίστηκαν τινές, τότε φιλοξενούµενος Eπίσκοπος α τοµάτως θά στερε το τ ς σότητάς του µέ τόν φιλοξενο ντα, θά τίθετο δηλαδή σέ κίνδυνο µιά θεµελιώδης ρχή τ ς Eκκλησιολογίας, δοθέντος τι τό µνηµόσυνον ποδηλώνει ξάρτηση. Tό τι κάθε Eπίσκοπος λειτουργ ν µνηµονεύει τήν ρχή πού προΐσταται το Πατριαρχείου τ ς A τοκεφάλου Eκκλησίας του, µµέσως θίγει σφαλ ς τήν ρχή τ ς σότητας τ ν Eπισκόπων, γι α τό καί στήν ρχαία Eκκλησία δέν φαίνεται νά σχυε, λλ α τό χει δη παγιωθε, ς µιά λλη νδειξη τ ς πο- µακρύνσεώς µας πό τήν ε χαριστιακή θεώρηση τ ς Eκκλησίας. γ) Yπό τό φ ς τ ν παρατηρήσεων α τ ν πρόβληµα τόσο γιά τήν Eκκλησιολογία σο καί γιά τή λειτουργική ποτελε θεσµός τ ς νορίας. Στούς πρώτους α νες ο πιστοί µι ς τοπικ ς Eκκλησίας συνήρχοντο σέ µιά E χαριστία, τήν «πό τόν Eπίσκοπον ο σαν 1», πως µαρτυρο ν Iγνάτιος καί λλες πηγές. Πρακτικοί λόγοι, µέ τήν α ξηση το ριθµο τ ν πιστ ν, πέβαλαν τή δηµιουργία τ ν νορι ν µεταξύ το Γ καί το α νος. E ναι ξιοσηµείωτο µως τι α τό γινε µέ ρκετό δισταγµό καί µέ προϋποθέσεις πού διασφάλιζαν τό νια ο τ ς E χαριστίας, «τ ς πό τόν Eπίσκοπον ο σης». A τό δήλωνε ρχικά καί πί κάποιο χρονικό διάστηµα πράξη το Fermentum, τ ς συνήθειας δηλ. νά µεταφέρουν ο διάκονοι ο κόλουθοι τµ µα τ ς E χαριστίας, πού τελο σε Eπίσκοπος, στίς E χαριστιακές Συνάξεις - νορίες, που λειτουργο σαν ο Πρεσβύτεροι, γιά νά τό ναµείξουν µέ τή δική τους E χαριστία. H πράξη α τή πέζησε στήν τότε συντηρητική Pώµη, που µαρτυρε ται µέχρι τόν H α να, κατάλοιπο δέ α τ ς σως ε ναι σ µ ς, λλως νεξήγητος, µεταφορά στό γιο Ποτήριο πρό τ ς Θ. Kοινωνίας τµήµα- 1. Iγνατίου Aντιοχείας, Eπιστολή πρός Σµυρναίους, 6 παρ. 8,1. 2
τος το Aµνο συνοδευόµενη πό τή φράση «Πλήρωµα ποτηρίου κ.λπ.». A τά πού πάντως πέζησαν καί σ µ ς ς δηλωτικά το τι E χαριστία τ ν νορι ν ποτελε πέκταση τ ς «µι ς E χαριστίας, τ ς πό τόν Eπίσκοπον ο σης» το Iγνατίου ε ναι τό µνηµόσυνο το Eπισκόπου κατά τήν Aναφοράν, «καιρός» πού λαµβάνει µέλλων νά λειτουργήσει Πρεσβύτερος παλαιότερα πό τόν θρόνο το Eπισκόπου, καί τό Aντιµήνσιο, µέ τήν πογραφή το τοπικο Eπισκόπου, τό πο ο σως ρχικά νά µήν ε χε α τό τό νόηµα, λλά πως µαρτυρο ν πηγές το IΓ α νος, το λάχιστον κτοτε δηλώνει τόν πισκοποκεντρικό χαρακτ ρα τ ς νοριακ ς E χαριστίας. Oλα α τά νέχουν διαίτερη σπουδαιότητα γιά τήν Eκκλησιολογία. Yποδηλο ν τι E χαριστία τ ν νορι ν δέν ε ναι α τοτελής καί α τόνοµος, λλά προέκταση τ ς E χαριστίας το Eπισκόπου, καί τι συνεπ ς νορία δέν µπορε νά θεωρηθε «Kαθολική Eκκλησία», πως ε ναι κάθε τοπική Eκκλησία νωµένη περί τόν Eπίσκοπό της. H ντίθετη ποψη, πού πεστηρίχθη πό τόν Affanasiev καί τόν Schmemann ναιρε πλήρως τόν πισκοποκεντρικό χαρακτ ρα τ ς Eκκλησίας καί καθιστ τόν Eπίσκοπο µή ναγκα ον ρον γιά τήν Kαθολικότητα τ ς τοπικ ς Eκκλησίας, ταν µάλιστα θεωρηθε E χαριστια ς κατ ξοχήν κφραση τ ς Eκκλησίας ( φο µπορο µε νά χουµε πλήρη E χαριστία, χωρίς τόν Eπίσκοπο στήν νορία, ρα µπορο µε νά χουµε καί πλήρη Eκκλησία χωρίς α τόν). Συµπεράσµατα 1. H Θ. E χαριστία δέν ε ναι να µυστήριο µεταξύ πολλ ν, πως τή θέλουν τά δογµατικά γχειρίδιά µας. E ναι «τά Mυστήρια», πως τά καλε δια Λειτουργία µας καί Πατερική παράδοσή µας. Eποµένως, λες ο πτυχές τ ς Eκκλησίας νοηµατοδοτο νται πό τή σχέση καί σύνδεσή τους µέ α τήν. A τό σηµαίνει τι E χαριστία καί Eκκλησία ταυτίζονται, κατά τή φράση το Kαβάσιλα. έν σηµαίνει τι µόνον E χαριστία χρειάζεται καί λα τά λλα ε ναι νευ σηµασίας. Ση- µαίνει µως, τι λα τά λλα δέν ε ναι «Eκκλησία» ν δέν περάσουν πό τήν E χαριστία καί τόν προεστ τα Tης Eπίσκοπο. 2. H Θ. E χαριστία ε κονίζει τή Bασιλεία το Θεο, φέρνει τά Eσχατα µέσα στήν στορία, καί γι α τό πρέπει νά τελε ται µέ τήν πιό δυνατή λαµπρότητα. έν ε ναι τυχα ο τι παγορεύτηκε ρητ ς τέλεση τ ς πλήρους Λειτουργίας σέ µέρες νηστείας (ο δύο ξαιρέσεις, τ ς Yψώσεως το Σταυρο καί τ ς Aποτοµ ς τ ς Kεφαλ ς το Προδρόµου πιβεβαιώνουν τόν κανόνα). Aρχικά, τελε το τήν Kυριακή ς τήν πιό χαρµόσυνη γιορτή στίς µν µες γίων, ο πο ες ε χαν πίσης χαρ- µόσυνο χαρακτ ρα. Aν συνδέονταν µέ τόν θάνατο το Kυρίου, δέν θά παγορεύονταν ρητ ς τέλεσή της τή M. Παρασκευή θά ταν,τι φυσικώτερο. H παράδοσή µας χάρισε στήν E χαριστία,τι πλουσιώτερο ε χε σέ τέχνη, σέ φ ς, σέ µφια (πού στά Mοναστήρια τ ν α στηρ ν σκητ ν βρ καν τήν πιό λαµπρή µορφή τους - καί α τό δέν ε ναι τυχα ο). 3
Oλα α τά συµβαίνουν, διότι στήν E χαριστία Eκκλησία προγεύεται τή µεταµόρφωσή Tης σέ Bασιλεία το Θεο, τήν ταύτισή Tης µέ τή Bασιλεία το Θεο. 3. H Θ. E χαριστία πραγµατώνει καί κφράζει τήν νότητα τ ς Eκκλησίας. Aπό λειτουργικ ς πλευρ ς α τό σηµαίνει τι: (α) E ναι διανόητο νά τελο νται ποκλειστικές Λειτουργίες, δηλαδή γιά παιδιά, γιά νέους, φοιτητές κ.λπ. (β) ηµιουργε πρόβληµα τέλεση δεύτερης Λειτουργίας στήν δια νορία. έν ε ναι τυχα ο τι κανονική τάξη τό παγορεύει. H ντεχνη καταστρατήγησή της µέ λλαγή Aγίας Tραπέζης καί ερέως δέν λύει τό πρόβληµα. (γ) Kαλό ε ναι νά νθαρρύνωνται ο Λειτουργίες µέ τή συµµετοχή λων τ ν νορι ν τ ς Eπισκοπ ς πό τόν Eπίσκοπο. Bέβαια α τό προϋποθέτει µικρές Eπισκοπές, πρ γµα ε κτα ον καί κατ µέ παραίτητο. Tό θέµα τ ς µιλίας α τ ς ε ναι νεξάντλητο. Mόνον µερικές πτυχές του θίξαµε. H ο σία του µπορε νά συνοψιστε στήν τόσο συγκλονιστική φράση τ ν «πληρωτικ ν» τ ς Λειτουργίας: «αυτούς καί λλήλους». Aς τό δο µε τό θέµα µας παρξιακά. Tί ε ναι Eκκλησία; E ναι χ ρος τ ς περβάσεως το τοµισµο, χ ρος τ ς νώσεώς µας µέ τόν λλο, χ ρος τ ς τ ν πάντων νώσεως. A τό κριβ ς ε ναι καί Bασιλεία το Θεο, λλά καί Θ. E χαριστία. Aπ λα τά χαρακτηριστικά τ ς Θ. Λειτουργίας τό πιό σηµαντικό παρξιακά ε ναι τό τι ε ναι Σύναξη. Mπορο µε νά πιστεύουµε ς τοµα, λλά λλο ε ναι νά µολογο µε τήν πίστη µας ν Συνάξει. Mπορο µε νά προσευχώµεθα στό «τα- µε ον» µας, λλά στή Λειτουργία προσευχή µας νώνεται µέ κείνη τ ν δελφ ν µας καί το Mεγάλου Aρχιερέως. A τός ε ναι πού προσεύχεται µαζί µας καί γιά µ ς προσφέροντας τόν αυτό Tου στή Θ. E χαριστία. Mπορο µε νά βρέχουµε τό στρ µα µας µέ τά δάκρυα τ ς µετανοίας µας στό κελλί µας, λλά µόνον στή Σύναξη τ ς E χαριστίας προσλαµβάνει τά δάκρυά µας Kύριος καί µ ς προσφέρει τήν φεση, ς α ώνια ζωή. Oλα ξω πό τήν E χαριστία ε ναι τοµικά. Oλα µέσα σ α τήν ε ναι Kοινωνία. Oλα µπορο ν νά βρεθο ν ξω πό τήν Eκκλησία, κόµα καί σέ λλες θρησκε ες, λες ο ρετές καί σκηση καί πνευµατικότητά µας. Tό µόνον πού δέν βρίσκεται κτός τ ς Eκκλησίας ε ναι Θ. E χαριστία. E ναι πολύ θλιβερό νά βλέπει κανείς Kληρικούς, λων τ ν βαθµ ν, νά ναλίσκωνται σέ ποικίλες λλες δραστηριότητες καί νά µελο ν ποτιµο ν τή Θ. Λειτουργία. Iδιαίτερα στίς µέρες µας, πού πολιτισµός µας κυριαρχε ται πό τόν τοµισµό, τίποτε πιό σπουδα ο πό τή Θ. Λειτουργία δέν χει νά προσφέρει στόν νθρωπο Eκκλησία. H Λειτουργία µας ε ναι δοµηµένη µέ τέτοιο τρόπο στε νά µ ς ε σάγει στή Bασιλεία το Θεο, στήν πέρβαση το θανάτου, σέ να τρόπο πάρξεως, γιά τόν πο ο διψ νθρωπος. Kάθε λεπτοµέρεια τ ς Θ. Λειτουργίας κφράζει τό σωτηριολογικό περιεχόµενο τ ς Eκκλησίας δέν ε ναι πλός τύπος. Aς φυλάξουµε ς κόρην φθαλµο τή σωστή τέλεση τ ς Θ. Λειτουργίας. 4
«Σ µα Xριστο» Πρωτ. Mιχαήλ Σπ. Kαρδαµάκη (+) (Συνέχεια π τό προηγούµενο τε χος) Yπάρχει σφαλ ς κίνδυνος α τός ο ρωτας, συγκλονιστικός πόθος το Xριστο, πού µ ς λκύει πρός A τόν, τό καύχηµα τ ς ζω ς µας 39, ξω πό τήν Eκκλησία, νά παραποιε ται σέ κάποια τοµιστική, µυστικιστική κίνηση διάθεση το νθρώπου, στό νοµα νός α θαίρετου θικιστικο χριστοµονισµο, πο ος γνοε ρνε ται τόν χριστοκεντρικό χαρακτήρα τ ς πίστεως τ ς ζω ς τ ς Eκκλησίας, ς πίστεως ζω ς τ ς Aγίας Tριάδος. Kανείς δέν µπορε νά µιλ γιά τόν Xριστό χωρίς τήν Eκκλησία καί κανείς δέν µπορε νά µιλ γιά τήν Eκκλησία χωρίς τόν Xριστό, στά ρια πάντοτε το γιοτριαδικο µυστηρίου. Eπειδή πάρχει συνεχής καί σχυρός πειρασµός νά γαπ ς τόν Xριστό χωρίς τήν Eκκλησία νά σέβεσαι τήν Eκκλησία χωρίς τόν Xριστό, τόν να τ ς Aγίας Tριάδος. Kαί «δυστυχ ς πάρχει πολύ περισσότερο π α τό τό ε δος τ ς γάπης ( το σεβασµο ), π,τι θά περίµενε κανείς. Aλλά Eκκλησία ε ναι Xριστός, ζωή Tου, δωρεά Tου. Tό ν ναζητ ς στήν Eκκλησία,τιδήποτε λλο κτός πό τόν Xριστό, δηγε ναπόφευκτα στόν πειρασµό, στήν παραµόρφωση καί τελικά στήν α τοκαταστροφή... Iδεολογία ε ναι Xριστιανισµός πού χει ποκοπε πό τόν Xριστό, ν κι χει γεννηθε καί βασιλεύει στόν χριστιανικό κόσµο. Aµαρτία ε ναι τό νά µήν πιστεύεις στόν Xριστό. Tίποτε λλο δέν θά πρεπε νά ποκαλε ται µαρτία, παρά µόνο ρνηση νά µεταµορφωθε θρησκεία σέ γνώση, γάπη καί ζωή το Xριστο» 40. Στήν ο σία µαρτία ε ναι θεΐα ντιθεΐα, λλοτρίωση ναντίωση στό Θεό, λλά α τή λογία φροσύνη, µετά τήν Eνανθρώπηση, ταυτίζεται µέ τήν ρνηση τόν διωγµό το Xριστο πό κείνους, πού µέ τόση γαθότητα κλήθηκαν νά γίνουν µέλη το διου το σώµατός Tου, τ ς Eκκλησίας. Mόνο τό Πνε µα το Kυρίου, πνε µα νότητας καί κοινωνίας, δύναται πό τήν θεότητα νά µ ς ε σάγει στήν θεανθρωπινότητα, νά κάνει δυνατή τήν κοινωνία καί τήν νωση το νθρώπου µέ τό Xριστό, δηγώντας τον «ε ς π σαν τήν λήθειαν» Tου 41. O Πα λος, µέσα πό ναν σύντοµο - καί βαθύτατα τροµερό µνο γάπης πρός τόν Kύριο τ ς Eκκλησίας, µολογε τήν βεβαιότητα, τι τό µ σος το νθρώπου πρός τόν Xριστό, σηµαίνει τήν α τοεξορία το νθρώπου πό τήν Eκκλησία, τή νέα κίνησή του πό τόν Παράδεισο στήν Kόλαση: «E τις ο φιλε τόν Kύριον Iησο ν Xριστόν τω νάθεµα µαράν θ» 42. H ντίστροφη κίνηση πό τήν κόλαση στόν παράδεισο, τήν Eκκλησία, ε ναι τό κύριο ργο το Aγίου Πνεύµατος, κείνου πού ναθερµαίνει τή φιλία το νθρώπου µέ τό Xριστό: «O δείς 5
ν Πνεύµατι Θεο λαλ ν λέγει νάθεµα Iησο ν, καί ο δείς δύναται ε πε ν Kύριον Iησο ν ε µή ν Πνεύµατι γί ω» 43. A τές ο µαρτυρίες φωτίζουν τήν σώτατη συνεργία τ ν δύο ο κονοµικ ν το Θεο, το Y ο καί το Πνεύµατός Tου, µέ τίς πο ες ο κονοµε ται Eκκλησία. Tό τέλος λων τ ν νεργει ν το Πνεύµατος, δέν ε ναι νά µφανίσει µιά δική του θρησκεία, λλά νά ναδείξει τήν διάσπαστη νότητα Xριστο καί Eκκλησίας. Tό Πνε µα το Θεο, δέν ε ναι να τοµικό γαθό, λλά δύναµη πού συγκροτε τήν Eκκλησία φυλάσσοντάς την πό κάθε α ρεση δεολογικοποιήσεως θρησκειοποιήσεως, µ να λόγο κκοσµικεύσεως, στήν α ξηση τ ς γαπητικ ς καί λατρευτικ ς σχέσεώς µας µέ τόν Xριστό. Eπειδή ρνηση παραποίηση τ ς Eκκλησίας ε ναι ρνηση ε δωλοποίηση το Xριστο, πως καί ρνηση πόρριψη τ ς Σαρκώσεως, ε ναι πλήρης λλοτρίωση κοινωνικοποίηση τ ς Eκκλησίας. Eνεκα τούτου, φείλουµε νά παναλαµβάνουµε, τι θεΐα δέν ε ναι ρνηση κάποιου µεταφυσικο περβατικο Θεο. Aθεος ε ναι πλέον χωρίς Xριστόν καί τό Πνε µα το Xριστο νθρωπος, α τός πού στήν πόλυτη διανοητική α θαιρεσία του, ξισώνει νταλλάσσει τήν µορφή το Xριστο, µέ κάποιον θρησκευτικό µύστη κοινωνικό να- µορφωτή, ναν παναστάτη συνειδήσεων µεταρρυθµιστή δε ν. H Eνανθρώπηση γνωρίζεται ς σεισµός το σύµπαντος, ποκαλύπτεται ς τέλος τ ς Iστορίας. Ωστε µετά τήν ν µ ν σκήνωση το Λόγου (τήν Eκκλησία), τίποτα τό καινότερο γιότερο δέν θά λθει στόν κόσµο. O Xριστός ε ναι δηµιουργός καί τώρα σωτήρας. M α τόν πηγαίνουµε στό Θεό µ λλον Θεός ρχεται σ µ ς, παρών νάµεσά µας ως τ ς συντελείας το α νος. Tό σ µα Tου γίνεται Eκκλησία καί Eκκλησία ε ναι τό σ µα Tου. Tό πάντοτε κρίσιµο καί ποφασιστικό ε ναι πίγνωση τ ς λήθειας τ ς Eκκλησίας, α τοσυνειδησία τ ς διας τ ς Eκκλησίας, ς το νός σώµατος το Xριστο, τοι το νός γίου λαο, τ ς µι ς νέας νθρωπότητας το Θεο. Eπειδή τό πλέον δαιµονικό φεύρηµα, τερατ δες δεολόγηµα, ε ναι διάσπαση το νός σώµατος το Xριστο, σέ πολλά, κοινώνητα, καί ντιτιθέµενα µεταξύ τους σώµατα. O Πα λος διακηρύσσει, τι Eκκλησία δέν ε ναι σώµατα πολλά, λλά να σ µα µέ πολλά µέλη 44, γεγονός πού µαρτυρε ται µέ τήν E χαριστία, ς µυστηρίου το νός σώµατος το Xριστο : τι «ε ς ρτος, ν σ µα ο πολλοί σµέν» 45. O λαός πρό Xριστο, ξόριστος καί ρηµος πό Θεο, ν Xριστ γίνεται λαός γιος στό Θεό, συγκροτε τό σ µα τ ς Eκκλησίας 46. H ζώσα Eκκλησία ε ναι «σάρξ Xριστο» «σ µα Xριστο» 47. H πρωτοχριστιανική γραµµατεία τονίζει τι Eκκλησία το Θεο «ν σ µα, µιά φρόνησις, ε ς νο ς, µιά πίστις, µιά γάπη καί τότε Y ός το Θεο γαλλιάσεται καί ε φρανθήσεεται ν α το ς, πει- 6
ληφώς τόν λαόν α το καθαρόν» 48. Oλο τό ν σαρκί πάθος το Xριστο πέρ το λαο το Θεο σκοπεύει «να ρ η σύσσηµον ( Hσ. 5, 26) ε ς τούς α νας διά τ ς ναστάσεως ε ς τούς γίους καί πιστούς α τούς ε τε ν Iουδαίοις, ε τε ν νθεσιν ν νί σώµατι τ ς Eκκλησίας α το 49. H Eκκλησία δέν ε ναι ποτέλεσµα θείων ντολ ν, πολύ περισσότερο ερ ν δε ν πραγµατοποιε ται «ν νό- µατι Xριστο Iησο, καί τ ς σαρκός α το, καί τ α µατι, πάθει τε καί ναστάσει, σαρκικ τε καί πνευµατικ νότητι Θεο καί νθρώπων» 50. Tότε µόνη λύπη πού θά µπορο σε νά προκληθε στό Xριστό µόνη πληγή πού θά µπορο σε νά προκαλέσει Eκκλησία στόν αυτό της, χει τήν α τία της χι σέ ξωτερικούς, ς συνήθως σχυρίζεται χθρούς της, λλά στήν πώλεια τ ς α τοσυνειδησίας της, τ ς πιγνώσεως ν ργ ω, ς το «νός σώµατος καί το νός πνεύµατος» 51 κριβ ς στή διαίρεση καί στό µερισµό της σέ σώµατα πολλά, γεγονός πού κυρώνει λη τήν σχατολογική πραγµατικότητά της, στήν συνεργία Eνσαρκώσεως καί Πεντηκοστ ς. Eν συνήθως καί θεωρητικ ς µιλο µε γιά µία Eκκλησία το Xριστο, κόµη καί σέ τοπικό, περιορισµένο πίπεδο, κε νο πού περισχύει στήν πράξη ε ναι µφάνιση µι ς κκλησίας διηρη- µένης, καί ποµένως λλότριας καί γνωστης στόν Kύριό της. Mιλο µε κριβ ς γιά τά σχίσµατα τίς µερίδες «ν τ νί σώ- µατι» τ ς Eκκλησίας 52, ντί τ ς τ νί Kυρί ω «νοχ ς λλήλων ν γάπ η, σπουδάζοντες τηρε ν τήν νότητα το Πνεύµατος ν τ συνδέσµ ω τ ς ε ρήνης», ταν τά πάντα στήν Eκκλησία, λη λήθεια ζωή της ε ναι «ν» 53. Yπάρχει βέβαια, γι α τό θά µιλήσουµε στά πόµενα, ποικιλία χαρισµάτων καί διακονηµάτων, µεταξύ λων τ ν µελ ν το κκλησιαστικο σώµατος, λλά α τό δέν µαρτυρε τήν ε κόνα µι ς διαιρέσεως, λλά τήν κλήση νά ργάζονται καί νά τηρο ν τήν νότητα ν τ ο κοδοµ α το το σώµατος. Tό µοναδικό ργο το Xριστο ε ναι διαρκής κλήση πρός νότητα πάντων τ ν νθρώπων καί πάντων τ ν δηµιουργη- µένων ντων, ε σοδος καί σύναξή τους ε ς να σ µα, να ργο στό πο ο συνεργε καί λο τό ργο το Πνεύµατος. Aλλά πραγµατικότητα, τ ς ποίας καί σήµερα ε µαστε µάρτυρες, ε ναι ποκαρδιωτική, γιά τήν ποία τόσο ο κληρικοί, σο καί ο λαϊκοί πιστοί, µφανίζονται ς νά µή γνωρίζουν ο τε τήν νοχή, µήτε τήν ε θύνη τους, ταν φείλουν νά χουν, α τοί πρ τοι τή συνείδηση, τι δέν συνιστο ν δυό διαφορετικά σώµατα, τό να µάλιστα ποδεέστερο το λλου - στά πο α παρεµβάλλεται καί να τρίτο σ µα - τ ν µοναχ ν, λλά τό να καί χαρισµατικό σ µα το Xριστο 54. H Eκκλησία στήν στορική πραγµατοποίηση µ λλον στήν στορική α χµαλώτησή της, µφανίζεται ντιπροσωπεύεται σέ πολλά µέ πολλά «σώµατα» τ ν ερέων, τ ν µοναχ ν, τ ν λαϊκ ν, τ ν δικαίων, τ ν νδρ ν, τ ν γυναικ ν, τ ν νέων, τ ν µαρτωλ ν 7
κ.., καθώς καί σέ πολλά µέ πολλά ποκατάστατα το νός καί µόνου σώµατός της τούς συνδέσµους, τά σωµατε α, τίς ργανώσεις, τούς κύκλους, τίς µάδες, τίς πηρεσίες, τά σχέδια, τά γραφε α κ.. έν πάρχει µόνο διάσπαση το νός σώµατος το Xριστο, λλά καί τ ν πολλ ν µελ ν µεταξύ τους. Kαί α τό τό φαινό- µενο, ν καί παραµένει νυποψίαστο καί πρακτικ ς χρησιµότατο, δέν ε ναι δυνατό στήν ο σία του παρά νά ρµηνευθε ς µιά καταστροφική πραγµατικότητα, κριβ ς ς παρείσφρυση - µέ τήν νοιχή ξαιτίας τ ς γνοιας τ ν πιστ ν - τ ς πάτης το διαβόλου, πού ργο του χει νά διαιρε, στή ζωή τ ς Eκκλησίας το Xριστο, πού ργο Tου χει νά νώνει τά διεστ τα. O Xριστός ξέβαλε δη ξω τόν «ρχοντα το κόσµου τούτου», πο ος «δη κέκριται», καί στήν Eκκλησία «ο κ χει ο δέν» 55. Oλα α τά µπορο ν νά συµβαίνουν, πειδή στή ζωή τ ς Eκκλησίας πικρατο ν θρησκευτικά καί ε σεβιστικά, νοµικιστικά καί θικιστικά κριτήρια στή θέση τ ν δυνάµεων καί τ ν ποκαλύψεων το Πνεύµατος. Πρόκειται γιά κριτήρια πού δηγο ν σέ διαιρέσεις καί ντιθέσεις, σέ µερισµούς καί παξιώσεις, σέ συγκρίσεις καί πορρίψεις, σέ περτιµήσεις καί ποτιµήσεις µεταξύ τ ν χριστιαν ν νθρώπων. Kαί α τό ε ναι µιά ροµφαία στήν καρδιά τ ς Eκκλησίας, πού ε ναι νότητα τ ν πιστ ν καί τ ν χαρισµάτων τους. Kαί βεβαίως συγχώρητη βλασφηµία το Πνεύµατος 56, το ποίου ποστολή ε ναι νά ργάζεται α τήν τήν νότητα, προσφέροντας διαρ-κ ς τά δ ρα τ ς θείας Eνανθρωπήσεως, πού ε ναι δια νότητα τ ς Eκκλησίας 57. Tό Aγιο Πνε µα µ ς λευθερώνει πό τήν τραγωδία τ ς διηρηµένης νθρωπότητας, ο κοδοµώντας µας στήν σωτήριο νότητα τ ς Eκκλησίας. Tο το µαρτυρε τι δέν ε ναι µιά θεωρητική - µεταφυσική ρχή, λλά τό πρόσωπο τ ς τριαδικ ς θεότητας, πού ργο του χει τήν ε σοδο καί τήν παραµονή µας στό σ µα το Xριστο, τόν νέο κκλησιαστικό παράδεισο, ταν κόλαση ε ναι «ε ς τό διηνεκές πό το Πνεύµατος λλοτρίωσις» 58. Πάντα τά περί νός σώµατος το Xριστο, τ ς Eκκλησία, γίνονται σαφ στίς κατά τόπους µικρές νοριακές Kοινότητες, µέ τόν να Iερέα - Ποιµέν, κε νον πού γνωρίζει νά καλε τόν κάθε πιστό «κατ νοµα» ( Iωάν. 10,3). H νοριακή Kοινότητα - τό κύτταρο τ ς Eκκλησίας στήν ε χαριστιακή της πραγµατοποίηση, διασώζει τό πλήρωµα τ ν γαπητικ ν σχέσεων µεταξύ τ ν κληρικ ν πιστ ν καί τ ν λαϊκ ν πιστ ν ε ναι συγκεκριµένος, µπειρικός τόπος καί τρόπος νά ζο µε ς λλήλων µέλη το νός κκλησιαστικο σώµατος νά συνεργάζονται τά ποικίλα χαρίσµατα τ ν πιστ ν, στήν ζ σα ε χαριστιακή νότητα καί πληρότητα τ ς χριστιανικ ς ζω ς. Eδ κατέχουµε τή χαρά νά νικο µε ν ργ ω τίς διακρίσεις καί τίς ντιθέσεις - α τούς τούς δαιµονικούς πειρασµούς, νά πραγµατοποιο µε τήν νότητα τ ς πίστεως: «τήν νωσιν γαπ τε, τούς µερισµούς φεύγε- 8
τε... σπουδάζετε ο ν πυκν ς πί τό α τό γίνεσθε, καθαιρο νται α δυνάµεις το σαταν, καί λύεται λεθρος α το ν τ µονοί α µ ν τ ς πίστεως. O δέν στιν µεινον ε ρήνης, ν π ς πόλεµος καταργε ται πουρανίων καί πιγείων» 59. Π ς λλι ς θά µπορούσαµε νά νοµάζαµε τήν κάθε νόριακή Kοινότητα, παρά ς τήν πάντηση τήν µολογία µας, τι «ο χί να Θεόν χοµεν καί να Xριστόν καί ν Πνε µα τ ς χάριτος τό κχυθέν φ µ ς; καί µιά κλ σις ν Xριστ να τί διέλκοµεν καί διασπο µεν τά µέλη το Xριστο καί στασιάζοµεν πρός τό σ µα τό διον καί ε ς τοιαύτην πόνοιαν ρχόµεθα, στε πιλαθέσθαι µ ς τι µέλη σµέν λλήλων; Tό σχ σµα πολλούς διέστρεψεν, πολλούς ε ς θυµίαν βαλεν, πολλούς ε ς δισταγµόν, τούς πάντας µ ς ε ς λύπην...» 60. Oφείλουµε νά κρατήσουµε ζ σα τήν πόµνηση τ ς κλήσεώς µας, νά ε µαστε νά γινόµαστε πεύθυνοι νας γιά τόν λλο, νά πιδιώκουµε νά ργαζόµαστε «τό καταρτίσαι τά στερήµατα» τ ς πίστεως τ ν λλων 61. Kαί α τά κατορθώνονται, ταν Eκκλησία, ς νοριακή Kοινότητα καί νοριακή Kοινότητα ς Eκκλησία πραγµατοποιε ται ς γεγονός ε χαριστιακ ς κοινωνίας, που «ν Xριστ Iησο τό ληθινόν ζ ν χοµεν», «διαµένοντες ν τ µονοί α καί τ µετ λλήλων προσευχ» 62. Eδ διαµορφώνεται τό πραγµατικό θος το χριστιανο νθρώπου πειδή δ «πάντες µοήθειαν Θεο λαβόντες, ντρέπονται λλήλους καί µηδείς κατά σάρκα βλέπει τόν πλησίον, λλ ν Iησο Xριστ λλήλους διά παντός γαπ» 63. Tό ε χαριστιακό µυστήριο, ψυχή το κκλησιαστικο γεγονότος, ε ναι ζωή το νός σώµατος το Xριστο, ς τό λον τ ς Aλήθειας «τό γάρ λον στιν πίστις καί γάπη», πίστη καί γάπη, διαχώριστα στή χριστιανική ζωή, ς «ν διά δυο ν» χάρισµα, ργάζονται τό διο ργο καί ποβλέπουν στόν διο σκοπό τήν ναγωγή τήν ναφορά µας στό Θεό. Aρ χή ε ναι πίστη καί τέλος γάπη. H κκλησιαστική νότητα ε ναι δυνατή, «άν τελείως ε ς Iησο ν Xριστόν χωµεν τήν πίστιν καί τήν γάπην, τις στίν ρχή ζω ς καί τέλος ρχή µέν πίστις, τέλος δέ γάπη, τά δέ δύο, ν νότητι γενόµενα, Θεός στιν Θεο νθρωπον ποτελε τά δέ λλα πάντα ε ς καλοκ γαθίαν κόλουθά στιν» 64. H γάπη, ς νεργός πίστη, ε ναι λαµπρότητα καί τό στεφάνωµα τ ς ζω ς το σώµατος τ ς Eκκλησίας, ταν «γάπη κολλ µ ς, γάπη καλύπτει πλ θος µαρτι ν, γάπη πάντα νέχεται, πάντα µακροθυµε ο δέν βάναυσον ν γάπ η, ο δέν περήφανον γάπη σχίσµα ο κ χει, γάπη ο στασιάζει, γάπη πάντα ποιε ν µονοί α ν τ γάπ η τελειώθησαν πάντες ο κλεκτοί το Θεο δίχα γάπης ο δέν ε άρεστόν στιν τ Θε ν γάπ η προσελάβετο µ ς δεσπότης διά τήν γάπην ν σχεν πρός µ ς, τό α µα α το δωκεν πέρ µ ν Iησο ς Xριστός Kύριος µ ν ν θελήµατι Θεο, καί τήν σάρκα πέρ τ ς σαρκός µ ν καί τήν ψυχήν πέρ τ ν ψυχ ν µ ν» 65. E ναι βασιλεία τ ς γά- 9
πης πού δοξάζεται καί ορτάζεται σέ κάθε Λειτουργία τ ν µελ ν το κκλησιαστικο Σώµατος τ ν νοριακ ν Kοινοτήτων. ΠAPAΠOMΠEΣ 39. Oσιος Eφραίµ Σύρος, Eργα, B, σσ. 278, 279. 40. π. Aλ. Σµέµαν π. παρ., σσ. 129, 137, 159, 395, 469. 41. Iωάν. 16,13. 42. A Kορ. 16, 22. 43. A Kορ. 12,3. 44. A Kορ. 12, 12 14, 17. 45. A Kορ. 10, 16, 17. 46. Kλήµης Aλέξανδρος B. Kορινθίους, BEΠEΣ τ. 1, σελ. 40. 47. π. παρ., σελ. 45. 48. Eρµ ς, Ποιµήν, BEΠEΣ, τ.3, σελ. 97. 49. Iγνάτιος, Σµυρναίοις, BEΠEΣ 2, σελ. 280. 50. Iδίου, πρός Πολύκαρπον, π. παρ., σελ. 316. 51. Eφ. 4, 4 5, 3. 52. A Kορ. 12, 25. 53. Eφ. 4, 3-6. 54. Γιά τόν νοποιητικό ρόλο τ ν κληρικ ν καί τ ν λαϊκ ν βλ. ιαταγαί Aποστόλων, BEΠEΣ, τ.2 σσ. 45, 34. 55. Iωάν. 12,31 14,30 16,11. 56. Mατθ. 12,31. 57. Eφ. 4,30. 58. M. Bασίλειος, P.G. 32, 141,114. 59. Iγνάτιος, Πρός Eφεσίους, BEΠEΣ, τ.2, σσ. 278, 266, 267, 290. 60. Kλήµης, Pώµης, Kορινθίους, A, BEΠEΣ, τ.1, σσ. 31-32. 61. A Θεσσ. 3,10. 62. Iγνάτιος, Tραλλιανο ς, BEΠEΣ, τ. 2, σελ. 273. 63. Iγνάτιος, Mαγνησιε σιν, BEΠEΣ, τ. 2, σελ. 269. 64. Iγνάτιος, Σµυρναίοις, BEΠEΣ τ.2, σελ. 281: Πρός Eφεσίους, π. παρ., σελ. 266, 267, 269. 65. Kλήµης Pώµης, A Kορινθίους, BEΠEΣ, τ.1, σσ. 32, 33. 10
H κκλησιολογία τ ς «Πρός ιόγνητον» Eπιστολ ς (Συνέχεια πό τό προηγούµενο τε χος) το Παναγιώτη Γ. Παπανικολάου, Θεολόγου KEIMENON * KEΦAΛAION IV σελ. 252 Aλλά µήν τό γε περί τάς βρώσεις α τ ν ψοφοδεές, καί τήν (31) περί τά σάββατα δεισιδαιµονίαν* καί τήν τ ς περιτοµ ς λαζονείαν* καί τήν τ ς νηστείας καί νουµηνίας ε ρωνείαν, καταγέλαστα καί ο δενός ξια λόγου* ο νοµίζω σέ χρήζειν παρ µο µαθε ν; τό τε γάρ τ ν πό το Θεο κτισθέντων ε ς χρ σιν νθρώπων µέν ς καλ ς 35 κτισθέντα παραδέχεσθαι, δ ς χρηστα καί περισσά παραιτε σθαι, π ς ο κ θέµιστον; τό δέ καταψεύδεσθαι Θεο ς κωλύοντος ν τ τ ν σαββάτων µέρ α καλόν τι, ποιε ν, π ς ο κ σεβές; τό δέ καί τήν µείωσιν τ ς σαρκός µαρτύριον κλογ ς λαζονεύσεσθαι ς διά το το ξαιρέτως γαπηµένους πό Θεο, π ς ο χλεύης ξιον; (40) τό δέ παρεδρεύοντας α τούς στροις καί σελήνη τήν παρατήρησιν τ ν µην ν καί τ ν µερ ν ποιε σθαι, καί τάς ο κονοµίας Θεο καί τάς τ ν καιρ ν λλαγάς καταδιαιρε ν πρός τάς α τ ν ρµάς, ς µέν ε ς ορτάς, ς δέ ε ς πένθη*, τίς ν θεοσεβείας καί ο κ φροσύνης πολύ σελ. 253 πλέον γήσαιτο δε γµα; τ ς* ο ν κοιν ς ε καιότητος καί πάτης καί τ ς Iουδαίων πολυπραγµοσύνης καί λαζονείας * τι ρθ ς πέχονται Xριστιανοί, ρκούντως σέ νοµίζω µεµαθηκέναι τό δέ τ ς δίας α τ ν θεοσεβείας µυστήριον µή προσδοκήσ ης δύνασθαι παρά νθρώπου µαθε ν. METAΦPAΣH έν νοµίζω, ξ λλου, τι περιµένεις πό µένα νά µάθεις πόσο καταγέλαστα καί τιποτένια πράγµατα ε ναι περίφοβη λεπτολογία τους [τ ν Iουδαίων] ς πρός τά φαγητά, δεισιδαιµονία τους γιά τά σάββατα, παρση γιά τήν περιτοµή, ε ρωνεία γιά τή νηστεία καί τήν πρωτοµηνιά. έν ε ναι σέβεια -τάχα- νά παραδέχονται, πό σα κτισε Θεός γιά νά τα χρησιµοποιο ν ο νθρωποι, λλα πώς γιναν καλά καί λλα νά τά ποφεύγουν, ς χρηστα καί περιττά; Π ς δέν ε ναι σέβεια νά λένε τι -τάχα- παγορεύει Θεός τήν γαθοεργία κατά τό Σάββατο; Kαί π ς δέν ε ναι ξιο χλευασµο, ταν περηφανεύονται γιά λίγη κοµµένη σάρκα, ς πόδειξη διαίτερης τιµ ς, σάν το το νά τούς καθιστο σε κατ ξοχήν γαπηµένους πό τόν Θεό; Kαί ταν τούς βλέ- * Tό κείµενο προέρχεται πό τήν κδοση τ ς Aποστολικ ς ιακονίας BEΠEΣ, τόµ. 2, σέ ντιπαραβολή πρός τό προσφάτως κριτικ ς πεξεργασµένο τ ς σειρ ς EΠE, τόµος 2 καί που σηµειώνεται στερίσκος ννοε ται προτίµηση το κριτικ ς πεξεργασµένου. 11
πει κανείς νά παραφυλ νε τά στρα καί τό φεγγάρι, γιά νά ρίζουν, σύµφωνα µέ τίς τροχιές τ ν ο ρανίων σωµάτων, τούς µ νες καί τίς µέρες καί νά λαµβάνουν, πό τήν θεία ο κονοµία πού πάρχει µέσα στή φύση καί πό τίς λλαγές τ ν ποχ ν, α θαίρετες διαιρέσεις, σύµφωνες µέ τίς πιθυµίες πού χουν κάθε φορά καί - τσι- λλοτε νά γιορτάζουν καί λλοτε νά πενθο ν ποιός θά τά θεωρο σε α τά τά πράγµατα δείγµατα θεοσέβειας καί χι -πολύ περισσότερο- φροσύνης; Nο- µίζω, λοιπόν, τι ρκετά χεις πληροφορηθε γιατί ο Xριστιανοί πέχουν, κατά τρόπο σωστό, πό τήν κοινή [µεταξύ τ ν Eθνικ ν καί τ ν Iουδαίων] λαφρότητα καί πλάνη, καθώς καί τήν Iουδαϊκή πολυπραγµοσύνη καί λαζονεία. Oµως γιά τό µυστήριο, πού περικλείει δική τους [τ ν Xριστιαν ν] θεοσέβεια, µήν λπίσεις τι µπορε ς νά τό µάθεις πό νθρωπο. ΣXOΛIA O συγγραφέας, µετά τήν σκηθε σα, στό προηγούµενο κεφάλαιο (III), κριτική γιά τίς θυσίες στόν Iουδαϊσµό, τή συνεχίζει ς πρός τήν ποικιλόµορφη δεισιδαι- µονία τούτου, ποία θά χαρακτηριζόταν (υ οθετώντας, ς κφραση καί µόνον, λέξη το πο- µένου κεφαλαίου) κριτική [ πί το ς] «θεσι». 104 Aκόµη, χάριν τ ς ντάξεως τ ς «Πρός ιόγνητον» Eπιστολ ς στήν στορία τ ς Eκκλησιολογίας, ς πρός τήν τερότητα τ ς στορικοθεολογικ ς ποτιµήσεως το Iουδαϊσµο, φείλεται νά ληφθε π ψιν καί πορεία το θρησκεύµατος α το πό τήν ποχή τ ν Eσδρα - Nεεµίου, δοθέντος τι: «Eνας µικρός λαός πού βγ κε µέ τίς ο δε ποιές νοχές πό τήν α χµαλωσία, καί, τώρα, κάτω πό ξένη κυριαρχία, πρεπε νά µήν παναλάβει τό λάθος τ ν πατέρων του, τ ς νά- µειξης µέ ξένα στοιχεία... [δηλ. τήν] κατοχύρωση τ ς διαιτερότητας το λαο καί µι ς γνήσιας θρησκευτικ ς συνείδησης..., [τήν ποία θά πετύγχανε] σφαλ ς µέ τό σφριχτό δέσιµο το λαο µέ τό Θεό µέσω νός πλούσιου τελετουργικο φενός καί µέ κανόνες περί καθαρότητας πού χώριζαν τόν Iσραήλ πό τούς γύρω λαούς». 105 Tό νδιαφέρον τ ς κριτικ ς πικεντρώνεται στά ξ ς: α) Στό «ψοφοδεές» γιά τά φαγητά, 106 µέ κριτήριο τήν κτισιολογία καί τόν Θεό ς µοναδικό καί πόλυτο η- µιουργό, γιατί ο τροφές νήκουν στά «πό το Θεο κτισθέντων» γιά χρήση πό τούς νθρώπους. 107 Γιά τήν Eκκλησία, διαχωρισµός σέ «καλ ς κτισθέντα [καί]... χρηστα καί περισσά» 108 ντιβαίνει στή θεϊκή θέαση, τ ς κτίσεως ς «καλ ς λίαν» 109 (δηλαδή στή δηµιουργία ς τοιαύτη) καί, πως δηλώνει κφραση «θέµιστον» 110 πρόκειται γιά σέβεια πού προσβάλλει τό ηµιουργό. Eχοντας, µάλιστα, π ψιν τό Παύλειο τι «π ν κτίσµα Θεο καλόν καί ο δέν πόβλητον µετά ε χαριστίας λαµβανόµενον» 111 συµπεραίνεται τι, γιά τήν Eκκλησία, τό ζήτηµα τ ν τροφ ν καί τ ς νηστείας µφορε ται πό τό θος τ ς, ε χαριστιακο χαρακτήρα, σκητικ ς προσλήψεως τ ς 12
τροφ ς, ποία διακρίνεται σέ ναγκαία καί µή - ναγκαία καί χι φυσιοκεντρικ ς. ( οθέντος - µάλιστα- τι, ν σχάτ η ναλύσει τή θρησκεία τ ς Παλαι ς ιαθήκης, πό τίς λλες θρησκε ες, «α τό πού τήν ξεχωρίζει ε ναι Προφητισµός»). 112 β) O συγγραφέας, συνεχίζοντας τήν κριτική, πικεντρώνεται στήν ργία το Σαββάτου, καθ τι, θρησκειοϊστορικ ς, «H τήρηση τ ς ργίας [α το ]... ε ναι, γιά τόν Iουδα ο τ ς ιασπορ ς, µαζί µέ τήν περιτοµή, πό τά κύρια διακριτικά το Iουδαίου» 113, ν, θεολογικ ς, «Tό Σάββατο κφράζει τήν φιέρωση το χρόνου στό Θεό, πως ναός κφράζει τήν φιέρωση το χώρου». 114 Γιά τήν Eκκλησία, µως, ς τό Σ µα το Xριστο, θεολογία τ ν Παλαιοδιαθηκικ ν χωροχρονικ ν σηµαινόντων πραγµατώθηκε µέ τήν κεφαλή της, «γιατί Xριστός, Σάββατο καί Nαός τ ς Kαιν ς ιαθήκης, βρίσκεται µεταξύ τ ν νθρώπων» 115, λαµβανοµένου π ψιν τ ς, πό τόν Παύλο, ε κονικ ς ποτιµήσεως το ουδαϊκο τυπικο : «Mή ο ν τις µ ς κρινέτω... ν µέρει ορτ ς νεοµηνίας σαββάτω στιν σκιά τ ν µελλόντων, τό δέ σ µα [ λήθεια] το Xριστο». 116 H ργία το Σαββάτου χαρακτηρίζεται ς «δεισιδαιµονίαν» 117, µέ τό σκεπτικό τι ποδίδει κάτι τό «σεβές» στό Θεό, 118 φο Tόν διαβάλλει πώς ψεύδεται («καταψεύδεσθαι») 119, γιατί -τάχα- µποδίζει τούς νθρώπους «καλόν τι ποιε ν» 120, νά κάνουν κάτι γαθοεργές. H κριτική α τή, πέραν τ ς κτεθείσας, στήν προηγούµενη παράγραφο, Xριστοκεντρικ ς Eκκλησιολογίας, χει...θρησκειοϊστορικά καί Παλαιοδιαθηκικά ρείσµατα, δοθέντος τι: 1) ηλώνει παλινδρόµηση τ ς νοηµατοδοτήσεως το Σαββάτου σέ ξωβιβλικό θρήσκευµα, γιατί τό συσχετίζει «µέ τό τι 1η, 7η, 15η, 21η καί 28η µέρα το µήνα στά βαβυλωνιακά µερολόγια σχυαν ς ποφράδες µέρες, κατά τίς πο ες δέν πρεπε κανείς νά ναλαµβάνει ποιοδήποτε σπουδα ο γχείρηµα». 121 2) Γιά τούς προφ τες, ληθινό Σάββατο - ληθινή κατάπαυση δέν ε ναι παύση το σωµατικο ργου, λλά κατάπαυση τ ς µαρτίας: «τάς νουµηνίας µ ν καί τά σάββατα καί µέραν µεγάλην ο κ νέχοµαι..., φέλετε τάς πονηρίας πό τ ν ψυχ ν µ ν πέναντι τ ν φθαλµ ν µου, παύσασθε πό τ ν πονηρι ν µ ν». 122 Γιά τήν Eκκλησιολογία τό νόηµα τ ς ορτ ς το Σαββάτου συνάπτεται µέ τήν κτισιολογία καί τή θεολογία, δεδοµένου τι χρήση το προσδιορισµο «καλόν» 123 - γαθοεργία, πό τό συγγραφέα, πηχε τό «καί ε δεν Θεός τι καλόν» τ ς Γενέσεως 124 καί ναδεικνύει τόν νθρωπο σέ κατά χάριν - θεοείκελο συνδηµιουργό. Eπειδή -µάλιστα- Kύριος το Σαββάτου 125 θαυµατουργε πί το παραλυτικο τ ς Bηθεσδ, κατά τήν µέρα α τή, παντώντας στούς Iουδαίους πώς «πατήρ µου ως ρτι ργάζεται κ γώ ργάζοµαι», 126 συνεπάγεται τι τό «καλόν» τ ς «Πρός ιόγνητον» προκύπτει πό τήν προνοιακή δραστηριότητα το Θεο Πατρός. «Ξαναβρίσκουµε δ τήν ντίληψη το ληθινο 13
Σαββάτου, πού ε ναι λατρεία το Θεο καί ποχή πό ργα δουλείας - µέ τήν πνευµατική ννοια το ρου - καί το το διαρκ ς». 127 γ) H Eκκλησία περβαίνει καί καταργε τόν Iουδαϊκό θνικισµό - ρατσισµό, πο ος κδηλώθηκε, κατ ξοχήν, µέ τήν περιτοµή καί, προϊόντος το χρόνου, καί κατέληξε σέ σκληροπυρηνικό µόρφω- µα, δίως ν µέσ ω τ ν φορήτων στορικ ν συνθηκ ν. 128 H περιτοµή 129, ς θεολογικό νόηµα, ταν «µαρτύριον κλογ ς» 130 το λαο το Θεο, δηλαδή δόθηκε πό τόν Θεό στόν Aβραάµ (µετά τήν ε σοδό του στή Xαναάν) ς «σηµε ο» τ ς, µεταξύ α τ ν, ιαθήκης, δηλ. ς ποδοχή τ ς κλογ ς καί τ ς πακο ς στόν Θεό (γι α τό καί ο προσήλυτοι πρεπε νά περιτµηθο ν). 131 Aπό τό ψηλότερο α τό νόηµα στήν τελετή, διϊστορικ ς, περτονίσθηκε τό κοινωνιστικό, δηλαδή τ ς ντάξεως στή ζωή τ ς φυλ ς καί τ ς ε σαγωγικ ς διαδικασίας γιά τό γάµο, 132 πότε πενδύθηκε µέ λαζονικό χαρακτήρα, πώς ο συµµετέχοντες ε ναι «ξαιρέτως γαπηµένοι πό Θε». 134 Σέ α τό «Iερεµίας, πρ τος ναµφίβολα, το θύµισε [το Iσραήλ] τι σω- µατική περιτοµή, πού τήν σκο σαν πολλοί λαοί, δέν ε χε καθαυτή καµιά ξία ( Iερ. 9,24). A τό πού νδιαφέρει ε ναι ν φαιρέσουν τήν κροβυστία τ ν καρδι ν ( Iερ. 4,4)». 135 Γιά τήν Eκκλησία περτονισµός, ναφορικ ς πρός τή «µείωσιν τ ς σαρκός», (136) τυγχάνει «χλεύης ξιον», 137 γιατί: α) Kατά τόν Ωριγένη «γένετο γάρ φαινοµένη περιτοµή νεκεν δισταγµο το Aβραάµ... δι ν ε πεν ν τ κατονταετ υ ός γεννηθήσεται να µή τό σπέρµα... πιλάθηται Θεο τ ν πατέρων α το, πέθηκεν α τ καί α το ς τήν νσαρκον περιτο- µήν, να ρ ντες µή ρν νται α τόν» (Kατά Kέλσον 30,28)». 138 β) H τελετή καταργήθηκε στό Xριστιανισµό, καθ σον φίσταται περιτοµή χειροποίητος: τό Bάπτισµα. 139 Aξία «χει πιά... περιτοµή τ ς καρδι ς (Pωµ. B, 25-29), πού µεταφράζεται σέ τήρηση τ ν ντολ ν το Θεο (A Kορ. Z,19). «Eν γάρ Xριστ Iησο ο τε περιτοµή τι σχύει ο τε κροβυστία, λλά πίστης δι γάπης νεργου- µένη» (Γαλ. E,6)». 140 δ) O συγγραφέας χαρακτηρίζει τήν ουδαϊκή τακτική τ ς «νηστείας καί νουµηνίας ε ρωνείαν». 141 Aναφορικ ς µέ τή νηστεία, σχύει σχολιασµός γιά τίς τροφές, ν γιά τήν πρωτοµηνιά (νουµηνία), σχολιάζει, ε ρωνικ ς, τι τό νά παραφυλ νε τά ο ράνια σώµατα καί τίς τροχιές α τ ν στε νά χρησιµοποιο ν τήν νυπάρχουσα στή φύση θεία ο κονο- µία «πρός τάς α τ ν ρµάς» ψυχολογικ ς κοινωνιστικ ς, δηλαδή «ς µέν ε ς ορτάς, ς δέ ε ς πένθη», α τό ποτελε δε γµα χι «θεοσεβείας... [ λλά] φροσύνως πολύ πλέον». 142 Γιά τούς λαούς τ ς ρχαίας Eγγύς Aνατολ ς, πως τεκµηριώνεται καί πό παρεχόµενες πληροφορίες στήν Παλαιά ιαθήκη, διάφορα σηµαντικά γεγονότα παρε χαν φορµή ορτασµο µέ ε χάριστο δυσάρεστο (πένθιµο) περιεχόµενο. 143 Eπίσης «νουµηνία ε ναι µοναδική µηνιαία ορτή τ ς θρησκείας το Mωϋσέως. E ναι παλαιοτάτη µέρα συχίας, πως 14
τό Σάββατο. H ορτή τ ς νουµηνίας ( κ νεο-µηνίας) ταν ορτασµός τ ς πρωτοµηνι ς το σεληνιακο µήνα, πειδή ο Σηµ τες στήριζαν τό µερολόγιό τους στόν κύκλο τ ς Σελήνης... [καί] ταν µφάνιση τ ς νέας Σελήνης». 144 Γιά τήν Eκκλησία, ταύτιση τ ν νυπάρχοντος καί νεργουµένου θείου σχεδίου στό µακρόκοσµο µέ τίς φέσεις τ ν γεωργικοκτηνοτροφικ ν πολιτισµ ν χαρακτηρίζεται, φροσύνη, δε γµα φυσικ ς θρησκείας καί χι προσωπικ ς σχέσεως - θεανθρωπίνης κοινωνίας - θεοσεβείας. 145 Συνοψίζοντας, ο Xριστιανοί πέχουν, κατά τρόπο σωστό, τόσο πό τήν κοινή µεταξύ τ ν Iουδαίων καί τ ν Eθνικ ν λαφρότητα καί πλάνη, σο καί πό τήν ουδαϊκή πολυπραγµοσύνη καί λαζονεία. 146 Tά δύο θρησκευτικο-πολιτιστικά µορφώµατα τίθενται «πί τ ς δίας γραµµ ς, µέ προεξάρχοντας µάλιστα τούς δευτέρους». 147 Ποιό θά µπορο σε - ραγε- νά ε ναι τό κκλησιολογικό συµπέρασµα τ ν κεφαλαίων II, IV, δίως γιά τή σύγχρονη ποχή τ ς τερότητας - πολυπολιτισµικότητας; «O κόσµος ε ναι δυνάµει Eκκλησία καί Eκκλησία πάρχει ς δυνατότητα το κόσµου». 148 ΠAPAΠOMΠEΣ 104. V, 253, 7. 105. Σάββας Aγουρίδης, Iστορία τ ς θρησκείας το Iσραήλ, κδ. Eλληνικά Γράµµατα, Aθήνα 1995, σελ. 318. 106. IV, 252, 31. 107. IV, 252, 35. 108. IV, 252, 35-36. 109. Γεν. A, 31. 110. IV, 252, 37. 111. A Tιµοθ.,, 4. 112. Aγουρίδης,.π., σελ. 320-321. O συγγραφέας, σέ λλα σηµε α το πονή- µατός του, γράφει: «Tό «καθαρό» καί πιτρεπτό διαφοροποιε ται σαφ ς πό τό βέβηλο καί νεπίτρεπτο στόν Iουδαϊσµό, κι α τό µπορε νά ε ναι βρώµα πόµα, ζ ο νθρωπος (σελ. 327)... O Iερατικός Kώδικας ε ναι περισσότερο κφραση τ ς µυντικ ς νοοτροπίας το α χµάλωτου Iουδαίου στή Bαβυλώνα, καθώς πίσης καί τ ς ποστήριξης τέτοιου τύπου προγραµµάτων πό τό γενικότερο πνε µα τ ς περσικ ς σατραπικ ς διοικήσεως στήν Παλαιστίνη (σελ. 329)... Eξαιτίας το Iερατικο Kώδικα, µετά τήν καταστροφή το Nαο στά 70 µ.x., δέν ταν πνευµατική καί θική θρησκεία τ ν Προφητ ν πού λθε στό προσκήνιο λλά Oρθόδοξος Iουδαϊσµός, θρησκεία το Nόµου χωρίς τή θυσιαστική λατρεία το Iερο (σελ. 330)». Tά παραθέµατα α τά βοηθο ν στήν νταξη το πό διαπραγµάτευσιν κεφαλαίου στήν στορία τ ς Eκκλησιολογίας. Γιά τήν τροφή στήν Aγία Γραφή πρβλ. τό µώνυµο λ µα στό «Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας (VOCABULAI- RE DE THÉOLOGIE BIBLIQUE)» µτφρ. πό µάδα, κδ. [Bιβλικό κέντρο «Aρτος Zω ς»], Aθήνα 1980, στ. 944-946 καί Nτανιέλ Pόπς «H καθη- µερινή ζωή στήν Παλαιστίνη στούς χρόνους τού Iησο», µτφρ. Eλλης Aγγέλου κδ. ηµ. N. Παπαδήµα, σειρά Λαοί καί Πολιτισµοί, Aθήνα 1990², σελ. 237-253. 113. Aγουρίδης,.π., σελ. 323. Γιά τό Σάββατο στήν Aγία Γραφή πρβλ. τό µώνυµο λ µα στό «Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας», σελ. 885-886 καί Pόπς,.π. σελ. 221-223, 411-416. 114. JEAN DANIÉLOU, Aγία Γραφή καί Λειτουργία, µτφρ. πό µάδα, κδ. Aρτος Zω ς, σειρά: Bασικές Aγιογραφικές Mελέτες, ρ. 3, Aθήνα 1981, σελ. 238. 115. DANIÉLOU,.π. σελ. 241. 116. Kολ. B, 16-17. Γεγονός ε ναι τι παγόρευση τ ς δραστηριότητας δη- 15
λώνει καί «σχ µα σχέσεως µέ τό Θεό... Eκφράζεται δέα τι σχέση Θεο καί νθρώπου ( ερά στορία) ρχιζε µετά τό τέλος τ ς δηµιουργίας ς ε χαριστία το νθρώπου» ( Hλία B. O κονόµου, Παραδόσεις Aρχαιολογίας τ ς Παλαιστίνης καί Bιβλικ ς Θεολογίας, κδ. Πανεπιστήµιου Aθην ν, Aθήνα 1985, σελ. 387). Aλλά «Tό Σάββατο ε χε [πλέον] καταργηθε καί ε χε τελειωθε στό πρόσωπο το ναστάντος Xριστο, µως νάσταση το Xριστο ε χε µιά ρατή νά- µνηση: τήν Kυριακή» (DANIÉLOU,.π., σελ. 256). 117. IV, 252, 32. 118. IV, 252, 38. 119. IV, 252, 37. 120. IV, 252, 38. 121. Aγουρίδης,.π., σελ. 323. 122. Hσαΐας, A, 13-16. 123. IV, 252, 38. 124. Γεν., A, 8. 125. Mατθ. IB, 8. Eπιπλέον, «O Iησο ς (Mαρ. 2/27) διεκήρυττε... τι «τό Σάββατον γένετο διά τόν νθρωπον καί ο χί νθρωπος διά τό Σάββατον». Tήν θέση το Iησο πανέλαβαν ο Pαββ νοι το 2ου µ.x. α νος, σχολιάζοντες τό Eξόδ. 31/14, λλά πιτρέπουν παράβαση τ ς ργίας µόνον σέ περίπτωση κινδύνου θανάτου» (O κονόµου,.π. σελ. 388). 126. Iωάν. E, 1-17. 127. DANIÉLOU, σελ. 235. 128. «Tήν λληνιστικήν περίοδον Aντίοχος Eπιφανής παγόρευσε τήν περιτοµή καί πέβαλε α στηρές ποινές στούς παραβάτες τ ς παγορεύσεως» (O κονόµου,.π., σελ. 318). Γιά τήν περιτοµή στήν Aγία Γραφή πρβλ. τό µώνυµο λ µα στό «Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας» στ. 798-800. 129. IV, 252, 32. 130. IV, 252, 39. 131. O κονόµου,.π., σελ. 317-318. Πρβλ. Γεν. IZ, 9-14. KΓ, 27 καί Aγουρίδης,.π., σελ. 322. 132. O κονόµου,.π. 133. IV, 252, 32 («λαζονείαν»), 39 («λαζονεύεσθαι»). 134. IV, 252, 40. 135. Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας,.π., στ. 798-799. 136. IV, 252, 39. 137. IV, 252, 40. 138. O κονόµου,.π., σελ. 323, σηµ. 72. 139. Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας,.π., στ. 800. 140. Zάγκας,.π., σελ. 552, σηµ. 3. «Kατά τόν Iουστ νον ιάλογος πρός Tρύφωνα 23,5 «τό µή δύνασθαι δέ τό θ λυ γένος τήν σαρκικήν περιτοµήν λαµβάνειν δείκνυσιν τι ε ς σηµε ον περιτοµή α τη δέδοται, λλ ο χ ς ργον δικαιοσύνης» (O κονόµου,.π., σελ. 323, σηµ. 73). 141. IV, 252, 33. Γιά τή νηστεία πρβλ. Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας,.π., στ. 692-694. 142. IV, 252, 41-43, 253, 1-2. Στό IV, 252,42, µέ τή φράση «καί τάς ο κονο- µίας Θεο» δείχνεται, κροθιγ ς, τι Eκκλησία δέχεται τή «φυσική θεωρία» τ ν ντων ς πεπραγµένων τ ς θείας νεργείας. Περισσότερα δές, Xρήστου Γιανναρ, «Tό πρόσωπο καί ρως», κδ. όµος, Aθήνα 1987 4, σελ. 121-123. 143. O κονόµου,.π., σελ. 383. 144. O κονόµου,.π., σελ. 389. Γιά τίς ορτές πρβλ. Λεξικό Bιβλικ ς Θεολογίας,.π., στ. 378-380 καί Pόπς,.π., σελ. 216-221, 413-427. 145. IV, 253, 4-6 «Tό δέ τ ς δίας α τ ν [τ ν Xριστιαν ν] θεοσεβείας µυστήριον µή προσδοκήσ ης δύνασθαι παρά νθρώπου µαθε ν». 146. IV, 253, 2-4. 147. Xρήστου, E.Π.E., 2, σελ. 538, σηµ. 9. Πρβλ. καί Zάγκας,.π., σελ. 546. 148. Kώστας Mυγδάλης, H θραύση τ ν ποκλεισµ ν, Περ. Σύναξη, τε χ. 101, σελ. 29. 16