Με αφορµή τη συζήτηση για τη συνταγµατική αναθεώρηση του άρθρου 16. Ποιά πολιτική έχει ανάγκη σήµερα η Ανώτατη Παιδεία. Το πραγµατικό διακύβευµα στις πολιτικές συζητήσεις και κοινωνικές συγκρούσεις για την Ανώτατη Παιδεία σίγουρα δεν είναι η αναθεώρηση του Άρθρου 16, αλλά ότι κρύβεται πίσω απ αυτήν. Η πρόταση του Παγκοσµίου Οργανισµού Εµπορίου (GATT) να συµπεριληφθεί η Ανώτατη Εκπαίδευση στις υπό απελευθέρωση «υπηρεσίες», συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση τόσο των 100 µεγαλύτερων Πανεπιστηµίων των ΗΠΑ, όσο και της ΕΕ, σύµφωνα µε την αρχή ότι η Ανώτατη Εκπαίδευση είναι «δηµόσιο αγαθό και όχι εµπόρευµα» και εποµένως πρέπει να είναι αντικείµενο «δηµόσιας ευθύνης και ελέγχου». Συνεπώς τα δικαιώµατα εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών οργανισµών τριτοβάθµιας εκπαίδευσης δεν πρέπει να υπάγονται υποχρεωτικά στο πεδίο εφαρµογής των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης. Η Ευρωπαϊκή πρόκληση της Bologna για τη διαµόρφωση ως το 2010 του Κοινού Ευρωπαϊκού Χώρου της Ανώτατης Εκπαίδευσης στο όνοµα της διευκόλυνσης της κινητικότητας και της διαµόρφωσης ενός ευρωπαϊκού συστήµατος αναγνώρισης των ακαδηµαϊκών κα επαγγελµατικών ισοτιµιών επιχειρεί τον κατακερµατισµό των σπουδών σε 3-ετείς και 5-ετείς κύκλους σπουδών, απορυθµίζοντας τόσο τα επαγγέλµατα, όσο και το Πανεπιστήµιο. Η αντίσταση πολλών Εθνικών Κυβερνήσεων σ αυτήν την στρατηγική, συνέβαλε ώστε σήµερα η πολιτική της Bologna να µην είναι υποχρεωτική όσον αφορά στις Εθνικές Πολιτικές για την Παιδεία. Το διακύβευµα λοιπόν παραµένει η αναβάθµιση της ηµόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης και η διασφάλιση της Ποιότητάς της. Σήµερα η Kοινωνία της Gνώσης συνδέεται µε την επιστηµονική υποστήριξη στη λήψη των αποφάσεων, δηλαδή µε την τεκµηρίωση, την αντικειµενικοποίηση και τον εξορθολογισµό της πολιτικής. Το Πανεπιστήµιο της Κοινωνίας της Γνώσης σε σχέση µε το Πανεπιστήµιο (Universitas) της Αναγέννησης έχει σήµερα πολύ σηµαντικότερο ρόλο να παίξει στην διαµόρφωση ενεργών πολιτών, που θα µπορούν να χρησιµοποιούν την γνώση όχι µόνο για να τεκµηριώνουν λύσεις προβληµάτων και λήψη αποφάσεων, αλλά και για να κρίνουν τα συστήµατα στα οποία αναφέρονται, καθώς και τις επιπτώσεις των λύσεων που προτείνονται. Και επειδή βεβαίως η Κοινωνία της Γνώσης για να µην αποτελεί ψευδεπίγραφη υπόσχεση για τις Νέες Γενιές, πρέπει να έχει αντίκρυσµα στην Κοινωνία της Απασχόλησης και της Ανάπτυξης, η Ανώτατη Εκπαίδευση καλείται να εξασφαλίζει τόσο τα προσόντα των νέων για απασχόληση, όσο και το ηµόσιο συµφέρον. Η ανάπτυξη του τόπου σύµφωνα µε το ηµόσιο Συµφέρον
προυποθέτει ότι η άσκηση των επαγγελµάτων θα πραγµατοποιείται µε όρους ασφάλειας ακεραιότητας, ποιότητας οικονοµίας, αισθητικής, περιβάλλοντος και υγιεινής, όσον αφορά σε προϊόντα, έργα, συστήµατα, εγκαταστάσεις και διεργασίες. Η προάσπιση δηλαδή των 5ετών σπουδών επιστηµόνων όπως οι µηχανικοί, οι οικονοµολόγοι, οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι γεωπόνοι κ.α., ως προυπόθεση για την άδεια του επαγγέλµατος, είναι υποχρέωση της Πολιτείας και βέβαια όλων µας. Γι αυτό και η αντιµετώπιση της εµπορευµατοποίησης και ιδιωτικοποίησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης, που τείνει να τη µετατρέψει σε απλή διαδικασία ταχύρυθµης κατάρτισης για τους Έλληνες (Κοινοτική Οδηγία 2005/36), πρέπει να είναι αποφασιστική. Απαιτεί ένα µέτωπο όλων των δυνάµεων της Παιδείας του Επαγγέλµατος της κοινωνίας, µε παρέµβαση στο Εθνικό και Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Στο πλαίσιο αυτό απαιτούνται άµεσα τολµηρές πρωτοβουλίες, ώστε να προληφθούν δυσµενείς εξελίξεις και να διατηρηθεί, χωρίς καµία διαπραγµάτευση, το άρθρο 16 του Συντάγµατος µε το οποίο διακηρύσσεται ότι η ανάπτυξη και προαγωγή της Τέχνης και της Επιστήµης, της Έρευνας και της ιδασκαλίας αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας (άρθρο 16 παρ.1). Η υποχρέωση αυτή ανάγεται και ανυψώνεται σε ύψιστη εντολή: «η Παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους» (άρθρο 16 παρ.2). Το άρθρο 16 παρ.4 αναγνωρίζει και επιτάσσει πως «όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωµα δωρεάν Παιδείας, σε όλες τις βαθµίδες της, στα κρατικά Εκπαιδευτήρια» Άλλωστε, η ίδρυση µη κερδοσκοπικών ή κοινωφελών Πανεπιστηµίων που δεν αντιστρατεύονται, αλλά υπηρετούν το ηµόσιο Συµφέρον, είναι εφικτή στο πλαίσιο του άρθρου 16 (παράγραφος 5) µε τη σηµερινή του µορφή, υπό την προϋπόθεση βέβαια σύναψης σχετικής συµφωνίας µε την Πολιτεία και την κύρωσή της µε Νόµο. Καµία όµως Συνταγµατική Αναθεώρηση δεν πρόκειται από µόνη της να µεταβάλλει την κατάσταση της Εκπαίδευσης, που αν απειλείται από κάτι, δεν είναι από τον ηµόσιο χαρακτήρα της, αλλά από την ελλείπουσα µέριµνα της Πολιτείας που πρέπει να ενισχυθεί θεσµικά και οικονοµικά για να αποτρέψει την διολίσθηση της ποιότητας και την έλλειψη σύνδεσης µε τις πραγµατικές ανάγκες της Ελληνικής κοινωνίας για Ανάπτυξη. Συµπερασµατικά η συζήτηση που γίνεται σε κοινοβουλευτικό και πολιτικό επίπεδο για την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγµατος, σχετικά µε την θεσµοθέτηση των µη κερδοσκοπικών Πανεπιστηµίων, αποπροσανατολίζει σε σχέση µε το πραγµατικό διακύβευµα που είναι η ενίσχυση και η αναβάθµιση της Ανώτατης Παιδείας. Η διεκδίκηση αύξησης των δαπανών για την Παιδεία και η ουσιαστική διασφάλιση της Αυτοδιοίκησης, της Αυτοτέλειας και της Ποιότητας των Πανεπιστηµίων, αποτελεί αντίθετα ελάχιστη πραγµατική υποχρέωση της Πολιτείας, η οποία καλείται σήµερα να διασφαλίσει τις οικονοµικές και θεσµικές προϋποθέσεις της ηµόσιας και ωρεάν Παιδείας και τον Εκσυγχρονισµό της. ΠΟΙΑ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ ΣΗΜΕΡΑ Η ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ; Η επαρκής χρηµατοδότηση συνδέεται µε την χρηστή, διαφανή και αποτελεσµατική διαχείριση των πόρων µε κοινωνικά, οικονοµικά και αναπτυξιακά κριτήρια. Εποµένως κοµβικό χαρακτήρα έχει η ενίσχυση της Αυτοτέλειας και της Αυτοδιοίκησης των Πανεπιστηµίων µε διασφάλιση όµως της ποιότητας τους. Η ουσιαστική διασφάλιση της Αυτοτέλειας και της Αυτοδιοίκησης προϋποθέτει:
- την γενναία χρηµατοδότηση, ώστε να εξασφαλιστούν οι απαραίτητες υποδοµές σε όλα τα Πανεπιστήµια της Χώρας (αίθουσες διδασκαλίας, εξοπλισµός, βιβλιοθήκες πολλαπλά συγγράµµατα-, εργαστήρια), µε αύξηση των δαπανών στο 7% για την Παιδεία και στο 3% του ΑΕΠ για την Έρευνα ιακηρύξεις όπως του ΠΑΣΟΚ για 5% στην παιδεία, ή της Ν.. για 1,5% στην έρευνα, αποτελούν απλώς ασπιρίνες σε βαριά χρόνια ασθένεια-. - την λειτουργική ευελιξία των Πανεπιστηµίων που προϋποθέτει την θεσµική δυνατότητα να ρυθµίζουν µε Εσωτερικούς Κανονισµούς Λειτουργίας τα θέµατα τους. Σε αντιδιαστολή µε τις υπερβολικά λεπτοµερείς ρυθµίσεις του ισχύοντος Νόµου Πλαισίου, ο οποίος δεν µπορεί στις σηµερινές συνθήκες να διασφαλίσει την απαιτούµενη προσαρµογή της ακαδηµαϊκής, διοικητικής και οικονοµικής αυτοτέλειας κάθε Ιδρύµατος ή/ και Σχολής µε βάση τις ιδιαιτερότητές του. - την καθιέρωση καθολικής ψηφοφορίας στις διαδικασίες εκλογής διοικητικών οργάνων, ως βάσης για την αντιµετώπιση της κοµµατικής γραφειοκρατίας που σήµερα θίγει την δηµοκρατική λειτουργία και την αυτονοµία των Πανεπιστηµίων. - προνοιακές παροχές στους εργαζόµενους φοιτητές καθώς και την λήψη ενισχυτικών µέτρων για τους οικονοµικά ασθενέστερους - την ενίσχυση της Παιδείας για την κοινωνική και πολιτική συµµετοχή της Νέας Γενιάς, ώστε να συµβάλει στην διαµόρφωση ενεργών και δηµοκρατικών πολιτών. Η διασφάλιση της ποιότητας προϋποθέτει: - την εφαρµογή αφενός ενιαίων κριτηρίων και διαδικασιών στην εκλογή και εξέλιξη µελών ΕΠ, αφετέρου θεσµικών ρυθµίσεων αναγνώρισης και κατοχύρωσης των νέων ερευνητών, οι οποίοι στο σύνολο τους αποτελούν την πραγµατική ανανέωση του ανθρώπινου δυναµικού που εγγυάται την ποιότητα του Πανεπιστηµίου ως µηχανισµού παραγωγής και µετάδοσης της γνώσης. - Την σύνταξη ανά Πανεπιστήµιο µεσοπρόθεσµου αναπτυξιακού ακαδηµαϊκού προγράµµατος που θα διασφαλίζει τον εκσυγχρονισµό και την ποιότητα προπτυχιακών και µεταπτυχιακών σπουδών. - την ανάπτυξη µε κανόνες και κριτήρια ακαδηµαϊκού συστήµατος τόσο της εισαγωγής νέων φοιτητών όσο και των απαραίτητων κανονισµών ρύθµισης των φοιτητικών θεµάτων (εξετάσεις κ.ά), µε κοινή αποδοχή. - την αξιολόγηση των Πανεπιστηµίων µε κριτήρια που θέτει η ίδια η ακαδηµαϊκή κοινότητα και µε κοινωνικό έλεγχο από τους φορείς άσκησης του Επαγγέλµατος ώστε να διασφαλίζεται η εναρµόνιση των προσόντων µε τις σύγχρονες απαιτήσεις άσκησης του επαγγέλµατος προς το ηµόσιο συµφέρον - την σύνδεση Εκπαίδευσης και Έρευνας για την ανάπτυξη δυναµικών Πανεπιστηµίων - την ανάπτυξη ξενόγλωσσων µαθηµάτων και προγραµµάτων, κυρίως µεταπτυχιακών που θα ενισχύσει και το ρόλο της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και την Ανταγωνιστικότητα των Πανεπιστηµίων.
ΟΧΙ ΦΡΟΥ ΕΣ ΕΛΠΙ ΕΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΙΠΛΩΜΑΤΟΣ 5-ΕΤΟΥΣ ΚΥΚΛΟΥ ΣΠΟΥ ΩΝ ΩΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΚΑΙ ΡΙΖΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ Επί πολλά έτη έχει εις µάτην τα Επιµελητήρια διεκδικήσαν από το ΥΠΕΠΘ την αναγνώριση των 5ετών σπουδών ως επιπέδου Μάστερ. Σήµερα µε βάση την υπουργική απόφαση του ΥΠΕΠΘ (αριθµ.φ5/72535/β3, Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, Α.Φ. 1091-10/8/06) για τα παραρτήµατα διπλώµατος, όλα τα Πανεπιστήµια της χώρας µπορούν να προβούν στην de facto αναγνώριση των διπλωµάτων τους ως Masters οf Science. Όπως άλλωστε έχει συνοµολογηθεί και στο διήµερο που διοργάνωσε τον Μάρτιο 2006 το Τ.Ε.Ε. «Οι µηχανικοί στον ηµόσιο διάλογο για την παιδεία», η αναγραφή από τα αρµόδια ΑΕΙ στο παράρτηµα του ιπλώµατος θα πρέπει να είναι Master of science in Τίτλος Σχολής ή Τµήµατος, ενώ τα διπλώµατα εξειδίκευσης θα πρέπει να είναι Master of science in τίτλος του Μεταπτυχιακού Προγράµµατος (τίτλος διακριτός από τον τίτλο της Σχολής). H πρόταση αυτή είναι ένα δείγµα ανάληψης των πρωτοβουλιών από Πανεπιστήµια. Είναι καιρός η Παιδεία και το Επάγγελµα από προνοµιακό πεδίο µάχης χαρακωµάτων να γίνει πεδίο πρωτοβουλιών πιλότος δροµολόγησης των εξελίξεων και µάλιστα στην κατεύθυνση µιας Εθνικής και Ευρωπαικής Στρατηγικής που ακυρώνει τη Bologna. Το δίπλωµα 5ετούς κύκλου σπουδών αναγνωρίζεται ως Master, αλλά αποτελεί και προυπόθεση για την πρόσβαση στο Επάγγελµα. Έτσι διασφαλίζεται ότι τα διπλώµατα δεν θα υποβαθµιστούν τουλάχιστον εξ ορισµού, και ότι τα επαγγέλµατα δεν θα ασκούνται µε κίνδυνο βλάβης του ηµοσίου Συµφέροντος, τουλάχιστον βάσει προσόντων. Όµως και η Πολιτεία είναι υποχρεωµένη να αναθεωρήσει το θεσµικό απαρχαιωµένο πλαίσιο άσκησης των επαγγελµάτων καθώς και τον κανονιστικό νόµο των κατηγοριών επαγγελµατικών δραστηριοτήτων, ώστε να µπορούν παλαιές και νέες ειδικότητες µε παράλληλη πρόσβαση (στις επαγγελµατικές δραστηριότητες) να ασκούν το επάγγελµα µε τους όρους του σήµερα και επ ωφελεία του ηµοσίου Συµφέροντος. Ταυτόχρονα η διαβάθµιση των επιπέδων ευθύνης κατά την άσκηση των επαγγελµάτων σύµφωνα µε τη διάρκεια και το περιεχόµενο των σπουδών θα διασφαλίσει διακριτούς ρόλους σε όλους τους ιπλωµατούχους των Πανεπιστηµίων και τους Πτυχιούχους των ΑΤΕΙ, χωρίς όµως να υποκαθίσταται η γνώση από την εµπειρία. Αντίθετα, η θεσµοθέτηση επαγγελµατικών δικαιωµάτων των πτυχιούχων ΤΕΙ, όπως επιχειρείται σήµερα από το ΥΠΕΠΘ, µε τρόπο που εξισώνει προσόντα για την άσκηση του επαγγέλµατος ανεξάρτητα από τη διάρκεια και το περιεχόµενο των σπουδών, καταδεικνύει µια πολιτική υποβάθµισης, στην πράξη, της Ανώτατης Παιδείας και απορρύθµισης των επαγγελµάτων που συνάδει µε την κυρίαρχη ευρωπαική πολιτική πρόταση της Bologna. ΩΣ ΚΑΤΑΚΛΕΙ Α Η πολιτική που έχει ανάγκη σήµερα η Ανώτατη Παιδεία και η Νέα Γενιά απαιτεί: - τη ριζική αναµόρφωση του καταστατικού χάρτη άσκησης των επαγγελµάτων, ώστε τα προσόντα που προσδίδει η Ανώτατη Παιδεία να έχουν αντίκρυσµα σε Απασχόληση και Ανάπτυξη σύµφωνα µε τις ανάγκες της κοινωνίας.
- τον προσανατολισµό της Ανώτατης Παιδείας στην ανάπτυξη ενεργών πολιτών που θα διαµορφώσουν µαζί µε την κοινωνία της Γνώσης τις προυποθέσεις άσκησης πολιτικής. - Την ουσιαστική διασφάλιση της Αυτοτέλειας, της Αυτονοµίας και της Ποιότητας των Πανεπιστηµίων. Θα µπορέσουν τα Πολιτικά Κόµµατα, οι φορείς της Παιδείας και της Κοινωνίας να κάνουν την υπέρβαση που χρειάζεται στην κατεύθυνση αυτή ή θα ακυρώσουν το ηµόσιο Πανεπιστήµιο που πρέπει σήµερα να βρει το δρόµο του στον 21 ο αιώνα ;