«ΤΟ ΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ»



Σχετικά έγγραφα
SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

Τί ισχύει στις άλλες χώρες της Ε.Ε. σχετικά µε την κτήση ιθαγένειας από τέκνα αλλοδαπών που γεννιούνται και/ή ανατρέφονται στην επικράτειά τους;

L 343/10 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ» Α' - ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Θέμα: Γάμοι μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών πριν τεθεί σε ισχύ ο Αστικός Κώδικας

Πρόλογος... VII Πρόλογος στην πέμπτη έκδοση... VIII Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση... IΧ Πρόλογος στην τρίτη έκδοση... ΧI Πρόλογος στη δεύτερη

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΠΡΑΣΙΝΟ ΒΙΒΛΙΟ. σχετικά µε το εφαρµοστέο δίκαιο και τη διεθνή δικαιοδοσία σε υποθέσεις διαζυγίου

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Απόφαση (ΕΕ) 2016/954 του Συμβουλίου της 9ης

Υπουργείο Εσωτερικών Δ/νση Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ένταξης, Τμήμα Νομοθετικού Συντονισμού και Ελέγχου Ευαγγελιστρίας Αθήνα

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2006 (25.07) (OR. fr) 11818/06 Διοργανικός φάκελος: 2006/0135 (CNS) JUSTCIV 174

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2009/2170(INI) Σχέδιο έκθεσης Diana Wallis (PE )

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00)

Τέλος, είναι αναγκαία η προσκόμιση στο δικαστήριο τεστ dna του εραστή, της μητέρας και του τέκνου και (κατά περίπτωση) του τεκμαιρόμενου πατέρα

Το δίκαιο που είναι εφαρµοστέο στο διαζύγιο και τον δικαστικό χωρισµό *

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

κανονισμού Βρυξέλλες ΙΙα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0268(COD)

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

811 Ν. 23/90. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Δικαστήρια Δικαστές Γραμματεία

Πρόλογος... VII ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/1103 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

Κύκλος Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Αθήνα, 20 / 7 /2018 Α.Π. Φ / 12313

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 28 ΑΝΑΡΤΗΤΕΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ. Αθήνα 12/04/2011. Αριθ. Πρωτ.Γ31/58

Οικογενειακό Δίκαιο. Τίτλος Μαθήματος LAW 201. Κωδικός Μαθήματος. Υποχρεωτικό. Τύπος μαθήματος. Προπτυχιακό. Επίπεδο. 2 ο / 3 ο (Χειμερινό)

* ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0059(CNS)

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πότε έχουμε εγκατάλειψη του ενός συζύγου από τον άλλο, που οδηγεί στο διαζύγιο;

TΟ ΕΠΧΣΑΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΕΚΚΡΕΜΟΔΙΚΙΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Βρυξέλλες, COM(2009)81 τελικό

Fields marked with * are mandatory.

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2250/1940 ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ BIBΛIO ΠPΩTO

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Τι προβλέπει ο νόμος για την Δικαστική συμπαράσταση (Μέρος Α )

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2011)0126),

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Η επιλογή της προσήκουσας νομικής βάσης για το οικογενειακό δίκαιο Μελλοντικές προοπτικές

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

B. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Διεθνείς Πτωχεύσεις

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (αριθ. 7)

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Η ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΠΟ ΠΡΟΞΕΝΙΚΗ ΑΡΧΗ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ (VISA) ΓΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΣΥΝΕΝΩΣΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

Αντιμετώπιση διασυνοριακών καταστάσεων στην ΕΕ

και οι εργασίες που διεξάγονται ως προς το ίδιο αυτό ζήτηµα και σε κοινοτικό επίπεδο.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΕΔΡΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ - Διαβούλευση που οργανώνει η Γενική Διεύθυνση "MARKT"

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ (Να απαντηθούν τέσσερις από τις έξι ερωτήσεις)

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 2 Ιουλίου 2010 (OR. en) 11160/4/10 REV 4. Διοργανικός φάκελος: 2007/0152 (COD)

Η Σύμβαση της Χάγης της 13 ης Ιανουαρίου 2000 σχετικά με τη διεθνή προστασία των ενηλίκων

Συνθήκη Σένγκεν Η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες αποφάσισαν, το 1985,

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ «ΤΟ ΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ» Επιμέλεια: ΚΟΥΒΑΤΑ ΦΛΩΡΑ (Α.Ε.Μ. 441) Κινητό: 6945932215

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή A. Η έννοια του διαζυγίου σελ.1 Β. Διεθνή δικαιοδοσία σελ. 6 Γ. Οι ελληνικοί κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας σελ. 11 Δ. Κανόνες ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου των σελ. 22 Κρατών μελών Ε. Άρθρο 16 Α.Κ. του Ελληνικού Ιδιωτικού σελ. 24 Διεθνούς Δικαίου ΣΤ. Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σελ. 26 Ζ. Το Πράσινο Βιβλίο σχετικά με το εφαρμοστέο σελ. 29 Δίκαιο και τη Διεθνή Δικαιοδοσία σε υποθέσεις Διαζυγίου α) Κανόνες Διεθνούς Δικαιοδοσίας β) Η παραπομπή της υπόθεσης σε δικαστήρια άλλου κράτους μέλους γ) Κανόνες Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου δ) Περιπτωσιολογία ε) Η επιλογή του Εφαρμοστέου Δικαίου στ) Αναγνώριση και εκτέλεση Αποφάσεων Η. Εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης των συζυγικών σελ. 34 διαφορών Ανακεφαλαίωση σελ. 69

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΚ ΑΠ Αρμεν. ΕΔΔΑ Αστικός Κώδικας Άρειος Πάγος Αρμενόπουλος Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΕΕΕυρΔ Ελληνική Επιθεώρηση Ευρωπαϊκού Δικαίου ΕΕΝ EGBGB Εφημερίδα Ελλήνων Νομικών Ein Führyngsgesetz zum Bürgerlichen Gesetzbuch ΕλλΔικ. ΕΟΚΕ Ελληνική Δικαιοσύνη Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ΙδΔΔ ΚΠολΔ ν Ν.Δ. ΝοΒ Πράσινο Βιβλίο για το Διαζύγιο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας νόμος Νομοθετικό Διάταγμα Νομικό Βήμα Πράσινο Βιβλίο σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο και τη διεθνή δικαιοδοσία σε υποθέσεις Διαζυγίου ΧρΙΔ Χρονικό Ιδιωτικού Δικαίου

Εισαγωγή Ο γάμος είναι, από αρχαιοτάτων χρόνων, ένας θεμελιώδης θεσμός σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου. Υπάρχουν όμως φορές που για ποικίλους λόγους η έγγαμη σχέση των συζύγων δεν μπορεί να συνεχιστεί. Στις περιπτώσεις που ο γάμος έχει πάψει πλέον ν αποτελεί χώρο ανάπτυξης αισθημάτων αγάπης και ειρηνικής συνύπαρξης της οικογένειας είναι προτιμότερο να παρέχεται στους συζύγους το δικαίωμα να λύσουν το γάμο τους. Επομένως, ο θεσμός του διαζυγίου είναι άρρηκτα συνυφασμένος με το θεσμό του γάμου. Σε αντίθεση με την ευρύτατα διαδεδομένη άποψη ότι το διαζύγιο αποτελεί καταστρεπτικό και επιβλαβές θεσμό για τον γάμο, στην πραγματικότητα το διαζύγιο τερματίζει έναν μη υγιή γάμο και επιτρέπει στους δύο πρώην συζύγους να προχωρήσουν σε έναν νέο, σταθερό αυτή τη φορά γάμο. Οι βασικές ηθικές και πολιτισμικές αξίες μιας κοινωνίας αντικατοπτρίζονται στη στάση της απέναντι στο γάμο και το διαζύγιο. Για το λόγο αυτό είναι φυσικό κάθε πολιτεία να αποδίδει μεγάλη σημασία στη λύση της έγγαμης συμβίωσης με διαζύγιο. Στην παρούσα μελέτη θα ερευνήσουμε το νομικό καθεστώς που ισχύει στο διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό κυρίως στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα θα ασχοληθούμε με τον Κανονισμό 2201/2003 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας» που προβλέπει σε ποιο κράτος μπορούν οι σύζυγοι να υποβάλλουν αίτηση διαζυγίου και επί τη βάση ποιων νόμων θα ρυθμιστεί το διαζύγιό τους. Επιπλέον θα δούμε πως α- 1

ντιμετωπίζεται μια απόφαση διαζυγίου που εκδόθηκε σε τρίτο κράτος (μη μέλος) από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περαιτέρω, θα μελετήσουμε τις εξελίξεις που υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο τομέα του διαζυγίου και τις μεταρρυθμίσεις που προτείνει η Επιτροπή στο Πράσινο Βιβλίο σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο και τη διεθνή δικαιοδοσία σε υποθέσεις διαζυγίου. 2

Α. Η έννοια του διαζυγίου στα διάφορα κράτη Πριν προχωρήσουμε στα υπόλοιπα ζητήματα, κρίνεται σκόπιμο να κατανοήσουμε το θεσμό του διαζυγίου, όπως αυτός γίνεται αντιληπτός στα διάφορα κράτη. Σήμερα ο θεσμός της λύσης του γάμου είναι γνωστός σε όλες τις χώρες, ενώ οι περισσότερες πλέον από αυτές τον προβλέπουν στις εθνικές τους νομοθεσίες. Ωστόσο η ονομασία, το περιεχόμενο, η έννοια, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και οι συνέπειες της λύσης του συζυγικού δεσμού παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των ουσιαστικών δικαίων των κρατών. Η λύση του γάμου μπορεί να έχει τη μορφή διαζυγίου (συναινετικού ή κατ αντιδικία), δικαστικού χωρισμού, ή χωρισμού από τραπέζης και κοίτης. Ενώ υπάρχουν και σήμερα ακόμα χώρες που επιμένουν ότι ο γάμος δεν μπορεί να λυθεί. Η Μάλτα, ακόμα και σήμερα, δεν αναγνωρίζει το διαζύγιο. Οι χώρες που αναγνωρίζουν το καθολικό δόγμα ως κυρίαρχο στην επικράτειά τους εξακολουθούν να τάσσονται υπέρ του αδιάλυτου του γάμου. Οι χώρες αυτές είναι η Ανδόρα, το Βατικανό και ο Άγιος Μαρίνος 1. 1 Παλαιότερα το διαζύγιο απαγόρευαν και η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Αργεντινή, το Κεμπέκ του Καναδά και η Βραζιλία. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει η Ιταλία το διαζύγιο στην απόφαση του Αρείου Πάγου υπ αριθμ. 34/2000 ΕλλΔ 2000, σελ. 699. «Από τις διατάξεις του παλιού Ιταλικού ΑΚ και του Ιταλικού Ν. 898/1970 προκύπτει ότι κατά το δίκαιο της Ιταλικής Πολιτείας επί γάμου, που τελέσθηκε κατά το καθολικό δόγμα και που κατά τους κανόνες της καθολικής Εκκλησίας δεν λύεται με διαζύγιο, χωρεί παύση των αστικών αυτού αποτελεσμάτων με την για τούτο κατά τα άνω εκδιδομένη και καταχωριζομένη δικαστική απόφαση από της τελεσιδικίας της. Η παύση δε των αστικών αυτών αποτελεσμάτων έχει ως συνέπεια ότι ο γάμος αυτός δεν υπάρχει για την Πολιτεία (Κράτος) και δεν αποτελεί επομένως, κατά το Ιταλικό ουσιαστικό δίκαιο, κώλυμα για τη σύναψη από τους συζύγους νέου γάμου, τέλεση όμως του οποίου νέου γάμου κατά το καθολικό δόγμα δεν είναι δυνατή για λόγου, που 3

Οι εθνικές νομοθεσίες της Ελλάδας, της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Σουηδίας 2 και οι χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. δεν προβλέπουν στα ουσιαστικά δίκαιά τους το χωρισμό από τράπεζα και κοίτη. Σε αυτές τις χώρες η λύση του γάμου μπορεί να γίνει μόνο με διαζύγιο. Στην Αγγλία, τη Γαλλία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, την Ι- σπανία, την Πορτογαλία και τις Σκανδιναβικές χώρες αναγνωρίζεται και ο θεσμός του διαζυγίου και αυτός του χωρισμού από τράπεζα και κοίτη 3. Ως χωρισμός από τραπέζης και κοίτης ορίζεται η αναστολή της υποχρέωσης των συζύγων για συμβίωση και συνοίκηση 4. έχει σχέση μόνο με τους κανόνες της καθολικής Εκκλησίας για το αδιάλυτο του γάμου με διαζύγιο. Τέλος, κατά το άρθρο 16 ΑΚ όπως ίσχυε.ο Άρειος Πάγος βάσει των παραδοχών έκρινε ότι εφόσον έχει απαγγελθεί με την ως άνω απόφαση η παύση των αστικών αποτελεσμάτων του προηγούμενου γάμου της δεν ήτο η εναγομένη, κατά το εφαρμοστέο Ιταλικό Δίκαιο, συνεζευγμένη, κατά το χρόνο του νέου γάμου της και δεν υπήρχε κώλυμα από τον προηγούμενο γάμο της για την σύναψη του νέου γάμου της που τέλεσε με τον ενάγοντα στην Ελλάδα κατά τους κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας. 2 Στη Σουηδία ο θεσμός του χωρισμού από τράπεζα και κοίτη ίσχυε αλλά καταργήθηκε με το νόμο 1973: 942. 3 Ο θεσμός της τράπεζας και κοίτης στην Αγγλία αποτελεί αυτόνομο θεσμό που υπάρχει παράλληλα με το θεσμό του διαζυγίου ενώ στις Σκανδιναβικές χώρες και την Ισπανία ο ανωτέρω θεσμός αποτελεί προαπαιτούμενο της έκδοσης διαζυγίου. Στη Γαλλία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο ο χωρισμός από τράπεζα και κοίτη μπορεί να μετατραπεί σε διαζύγιο. Για περισσότερα βλ. Ζ. Παπασιώπη-Πασιά. Το εφαρμοστέο δίκαιο επί του διαζυγίου στις ελληνικές και διεθνείς συγκρούσεις νόμων, σελ. 25 επ. 4 Εκτός Ευρώπης, τα κράτη που αναγνωρίζουν το θεσμό του χωρισμού από τραπέζης και κοίτης είναι η Αργεντινή, το Κεμπέκ του Καναδά, η Παραγουάη, η Κολομβία, η Χιλή, οι Φιλιππίνες, το Λίβανο, η Βραζιλία και κάποιες χώρες της Αφρικής. Το διαζύγιο διαφέρει από τον δικαστικό χωρισμό. Με τον δικαστικό χωρισμό επέρχεται χωρισμός των συζύγων «από τραπέζης και κοίτης» (seperatio quoad thorum et mensam, judicial separation), διακοπή δηλαδή της συμβίωσης χωρίς να επέρχεται λύση του γάμου, όπως συμβαίνει με το διαζύγιο, και χωρίς κατά συνέπειαν οι σύζυγοι να δύνανται να ξαναπαντρευτούν. Ο δικαστικός χωρισμός εκτός από την υποχρέωση για συμβίωση δεν καταργεί τις άλλες υποχρεώσεις που απορρέουν από τον γάμο (συζυγική πίστη, διατροφή κτλ). 4

Ο θεσμός του διαζυγίου στα δίκαια των κρατών εννοείται η λύση του γάμου, η οποία επέρχεται όταν ζουν και οι δύο σύζυγοι. Στις περισσότερες χώρες, μεταξύ αυτών η Ελλάδα 5 και η Γερμανία 6 το διαζύγιο επέρχεται μόνο με δικαστική απόφαση. Επιτυχής είναι ο ακόλουθος ορισμός που δίνεται στο διαζύγιο από Γ.Σ. Μαριδάκη 7 : «Διαζύγιον είνε η λύσις του γάμου ζώντων των συζύγων, συνεπεία βαθείας διαταραχής της σχέσεως εξ ωρισμένων εις τον νόμον αναγραφομένων και δικαστικών βεβαιουμένων γεγονότων. Μόλις επισυμβή τοιούτον γεγονος γεννάται δικαίωμα προς διαζύγιον, επί τω τέλει όπως αρθή κατάστασις επιζημία εις τους συζύγους, εις τα τέκνα, εις την κοινωνία». Ωστόσο, υπάρχουν χώρες, όπως η Ρωσία, η Δανία και η Νορβηγία όπου τα διαζύγια χορηγούνται με διοικητικές διαδικασίες 8. 5 Άρθρο 1438 εδ. 2 ΑΚ «Το διαζύγιο απαγγέλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα επόμενα άρθρα» 6 Άρθρο 17 EGBGB παρ. 2. 7 Το Διαζύγιον κατά το εν Ελλάδι Ισχύον Δίκαιον. Παλαιότερα το διαζύγιο απαγγέλονταν και με νομοθετική πράξη ή χωρίς απόφαση κρατικού οργάνου. 8 Βλ. Αρμεν. 1999, σελ. 235 απόφαση ΜονΠρΘεσ υπ αριθμ. 29785/1998 «Στις περιπτώσεις που, σύμφωνα με τους κανόνες του αλλοδαπού δικαίου η κατάλυση υφιστάμενης έννομης σχέσης που αφορά στην προσωπική κατάσταση προύποθέτει την έκδοση διαπλαστικής πράξης ύστερα από δήλωση της συναίνεσης των μερών ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, η διαπλαστική ενέργεια της πράξεως αυτής αναγνωρίζεται αυτοδικαίως στην Ελλάδα, με την επιφύλαξη ότι η θεμελιούμενη στην αναγνώριση αυτή επίκληση των εννόμων συνεπειών της ανωτέρω πράξεως δεν θίγει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Όπως προκύπει από τη γραμματική διατύπωση της διατάξεως του άρθρο 905 παρ. 4 είναι δυνατή αναγνώριση όλων των αποφάσεων που αφορούν στην προσωπική κατάσταση, ανεξαρτήτως του είδους της διαδικασίας κατά την οποία εκδόθηκαν. Επομένως η διαδικασία του άρθρου 905 παρ.4 ΚΠολΔ εφαρμόζεται σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 780 ΚΠολΔ και στις περιπτώσεις που είναι αναγκαία η δικαστική αναγνώριση 5

Περαιτέρω χώρες που διέπονται απ το μουσουλμανικό, ιουδαϊκό και ινδουϊστικό δίκαιο η λύση του γάμου δεν γίνεται από δικαστικές ή διοικητικές αρχές αλλά ενώπιον θρησκευτικών αρχών ή με ιδιωτική πράξη. Όσον αφορά τα μουσουλμανικά δίκαια 9 που ακολουθούν το νόμο του Θεού, ο πιο διαδεδομένος τρόπος λύσης ενός γάμου είναι με το θεσμό του repudium. Η δυνατότητα αυτής της μονομερής αποπομπής δίνεται αποκλειστικά και μόνο στον άνδρα, ο οποίος αρκεί να προφέρει τρεις φορές τη λέξη «talaq» (που σημαίνει «σε χωρίζω») και το διαζύγιο έχει αυτόματα επέλθει. Αυτόματα με την έννοια ότι δεν απαιτείται η συνδρομή οποιαδήποτε άλλης αρχής, επιπλέον δε η γυναίκα αποδέκτης μπορεί να απουσιάζει. Η χρήση της λέξης «ταλάκ» τρεις φορές μπορεί να γίνει διαδοχικά σε διάστημα τριών συνήθως μηνών ή και την ίδια στιγμή οπότε επέρχονται άμεσα όλες οι συνέπιες της λύσης του γάμου μεταξύ των συζύγων. Αν και τυπικά προβλέπεται και στην γυναίκα η δυνατότητα αποπομπής του άνδρα της, εντούτοις στην ουσία πρόκειται για ε- αλλοδαπής απόφασης που εκδόθηκε σε υπόθεση προσωπικής κατάστασης, η οποία κατά το Ελληνικό δίκαιο υπάγεται στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Στην προκειμένη υπόθεση, η αιτούσα επιδιώκει να αναγνωρισθεί ότι έχει αποκτήσει και στη δική μας Επικράτεια την ισχύ δεδικασμένου το με στοιχεία Ι-ΤΗ και αριθμό 000795/8.5.1993 πιστοποιητικό διαζυγίου του Ληξιάρχου του Δήμου Τιφλίδας, που ανήκει στη Δημοκρατία της Γεωργίας της πρώην ΕΣΣΔ, με το οποίο λύθηκε ο γάμος της με τον Μ.Κ. του Γ., κατόπιν συμφωνίας των συζύγων. Η λύση του γάμου με ληξιαρχική πράξη είναι σύμφωνη με το δίκαιο της πρώην ΕΣΣΔ το οποίο είναι εφαρμοστέο στην προκειμένη περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 16 Α.Κ.» 9 Ορισμένες από τις μουσουλμανικές χώρες είναι το Μαρόκο, η Αλγερία, η Συρία, το Ισραήλ, το Ιράν, το Ιράκ, το Πακιστάν, το Μαλί και η Ακτή του Ελεφαντοστού. 6

ξαγορά της ελευθερίας της καθώς απαραίτητη προϋπόθεση γι αυτό είναι η αποζημίωση του. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια αρκετές από τις μουσουλμανικές χώρες θέσπισαν νομοθεσίες οι οποίες προβλέπουν κάποιες δικαστικές διαδικασίες για την έκδοση του διαζυγίου και ως εκ τούτου περιορίζουν την μονοδιάστατη πλευρά που παρουσιάζει το παραδοσιακό talaq. Όσα αναπτύχθηκαν ανωτέρω αντιμετωπίζουν το διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό έτσι όπως οι θεσμοί αυτοί προβλέπονται στα ουσιαστικά δίκαια των χωρών. Ο τρόπος με τον οποίο λύεται ένας γάμος αντανακλά τις κοινωνικές αντιλήψεις που επικρατούν σε κάθε κράτος. Σε αντίθεση οι κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του διαζυγίου θα πρέπει να είναι διατυπωμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε σε περίπτωση που εισαχθεί μια υπόθεση διαζυγίου ενώπιον ενός δικαστηρίου να είναι σε θέση ο δικαστές να υπαγάγουν τον ενδεχομένως άγνωστο στο δίκαιο τους θεσμό σε κατάλληλο κανόνα συνδέσεως, ο οποίος θα τους υποδείξει ποιο ουσιαστικό δίκαιο θα εφαρμόσουν. Στο αρχικό αυτό στάδιο ο δικάζων δικαστής έχει ως μέλημα του να εφαρμόσει τον κατάλληλο κανόνα συνδέσεως και δεν ενδιαφέρεται για την ενδεχόμενη διατάραξη που θα επιφέρει στην ημεδαπή δημόσια τάξη, η οποία θα ελεγχθεί σε επόμενο στάδιο. 7

Β. Διεθνής δικαιοδοσία. Τα δικαστήρια των κρατών μελών στις περιπτώσεις που εισαχθεί μια υπόθεση διαζυγίου ενώπιον τους ελέγχουν πρωταρχικά εάν είναι αρμόδια να εκδικάσουν την υπό κρίση διαφορά. Το ζήτημα δηλαδή της διεθνούς δικαιοδοσίας είναι αυτό που θα καθορίσει εάν τα δικαστήρια του forum θα προχωρήσουν στην εξέταση της ουσίας του ζητήματος ή θ απορρίψουν την αγωγή διαζυγίου. Επιπλέον λαμβάνοντας υπόψιν τους διαφορετικούς κανόνες δικαίου που ισχύουν σε κάθε πολιτεία και κατά συνέπεια τη διαφορετική κρίση της υπόθεσης διαζυγίου το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Οι σύγχρονες συνθήκες ζωής στον «ενιαίο Ευρωπαϊκό χώρο» επιτρέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση συνήθως για επαγγελματικούς λόγους. Αποτέλεσμα αυτής της κινητικότητας των προσώπων είναι άλλη συνήθη διαμονή να είχε ένα ζευγάρι κατά τη σύναψη του γάμου τους και άλλη τη στιγμή κατά την οποία θέλει να διαζευχθεί. Προκειμένου, λοιπόν, η λύση ενός γάμου να είναι ισχυρή σε όλα τα κράτη μέλη ώστε να μην τίθεται ζήτημα ακυρότητας του τυχόν νέου γάμου που θα συνάψουν, η Ευρωπαϊκή Ένωση έκρινε σκόπιμο να θεσπίσει μια πράξη οικογενειακού δικαίου που να ρυθμίζει θέματα προσωπικού χαρακτήρα με ενιαίους κανόνες για την αντιμετώπιση των ζητημάτων της σύγκρουσης δικαιοδοσίας. Έτσι, σήμερα ισχύει ο Κανονισμός 2201/2003 για την διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε γα- 8

μικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, ο οποίος αντικατέστησε και κατάργησε τον Κανονισμό 1347/2000. Ως προς το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής, ο Κανονισμός 2201/2003 (από εδώ και πέρα Κ 2201) ρυθμίζει σύμφωνα με το άρθρο 1 σε ξεχωριστά τμήματα του τη διεθνή δικαιοδοσία την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων από τη μια μεριά των γαμικών διαφορών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το διαζύγιο, ο δικαστικός χωρισμός και η ακύρωση του γάμου και από την άλλη των διαφορών γονικής μέριμνας. Σύμφωνα με το άρθρο 72 ο παρών κανονισμός ισχύει από 1 Μαρτίου του 2005 και εφαρμόζεται στις επικράτειες όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με εξαίρεση τη Δανία σύμφωνα και με άρθρο 2 παρ. 3. Ο Κ 2201 (πέρα από τις διαφορές της γονικής μέριμνας) ρυθμίζει τις υποθέσεις διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης του γάμου. Αν και το ζήτημα του νομικού χαρακτηρισμού αναλύθηκε εκτενέστερα παραπάνω εντούτοις κρίνεται σκόπιμο να προσδιορίσουμε τις περιπτώσεις τις οποίες καλύπτει ο Κανονισμός. Ο Κ 2201 ρυθμίζει τις υποθέσεις διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης γάμου. Απαραίτητη προϋπόθεση για να λυθεί ένας γάμος είναι κατ αρχήν να υπάρχει. Όταν μια υπόθεση λύσης ενός γάμου εισάγεται στα δικαστήρια των κρατών μελών εξαφανίζεται ως πρόκριμα το ζήτημα του κύρους του γάμου. Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, το προδικαστικό ζήτημα του κύρους του γά- 9

μου θα λυθεί με βάση τον κανόνα ιδδδ του δικάζοντος δικαστή 10 (lex fori), και το εφαρμοστέο (αλλοδαπό ή ημεδαπό) δίκαιο που αυτός θα υποδείξει. Σε καμία περίπτωση ο Κ2201 δεν ρυθμίζει τη διακοπή της εκτός γάμου ελεύθερης συμβίωσης είτε εκ του νόμου είτε de facto. Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν για τις ανάγκες του κανονισμού απαιτείται έγκυρος γάμος ή αρκεί ο άκυρος ακυρώσιμος ή και ανυπόστατος γάμος. Για τις ανάγκες του κανονισμού 2201/2003 απαιτείται η ύ- παρξη γάμου όχι μόνο έγκυρου αλλά και άκυρου, ακυρώσιμου α- κόμα και ανυπόστατου. Επιπροσθέτως ο κανονισμός καλύπτει τόσο τους πολιτικούς όσο και τους θρησκευτικούς γάμους. Το πεδίο εφαρμογής του Κ 2201 περιλαμβάνει όχι μόνο υποθέσεις διαζυγίου και δικαστικού χωρισμού αλλά και ακύρωσης γάμου και αναγνώρισης του υποστατού ή ανυπόστατου ενός γάμου. Επομένως, η λύση του συζυγικού δεσμού που εισάγεται στα δικαστήρια των κρατών μελών μπορεί να αφορά ακόμα και γάμους που έχουν κάποιο νομικό ελάττωμα. Το δικαστήριο αφού εντοπίσει την αιτία ακυρότητας, ακυρωσίας ή ανυπαρξίας θα λύσει το γάμο. Γενικώς πάντως υπάρχει η τάση ο δικάζων δικαστής να προσπαθεί να χαρακτηρίσει έναν γάμο έγκυρο στις περιπτώσεις που το κύριο ζήτημα είναι η γνησιότητα ενός τέκνου, κληρονομικά δικαιώματα ή η γονική μέριμνα. Α- ντιθέτως εάν το κύριο ζήτημα είναι το διαζύγιο, αφού ο δικάζων δι- 10 Το άρθρο 13 ΑΚ θα μας πει εάν ένας γάμος είναι έγκυρος, άκυρος, ακυρώσιμος ή ανυπόστατος. Μάλιστα σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 1 του νόμου 1250/1982 ισχυροποιούνται αναδρομικά οι πολιτικοί γάμοι που είχε τελέσει Έλληνας στο εξωτερικό. Στο ελληνικό σύστημα δικαίου προκειμένου να εφαρμοστεί το άρθρο 16 ΑΚ για το διαζύγιο απαιτείται έγκυρος γάμος. 10

καστής διαπιστώσει το ελάττωμα του γάμου θα απαγγείλει την α- κυρότητά του. Τέλος, ο κανονισμός ρυθμίζει τις περιπτώσεις λύσης ενός γάμου μόνο εφόσον και οι δύο σύζυγοι βρίσκονται στη ζωή. Σε καμία περίπτωση ο παρών κανονισμός δεν καλύπτει τη λύση ενός γάμου όπου ο ένας ή και οι δύο σύζυγοι έχουν αποβιώσει. Έτσι, από την άποψη του αντικειμένου του ο κανονισμός α- ναφέρεται σε αγωγές με αντικείμενο τη λύση του γάμου με διαζύγιο, δικαστικό χωρισμό και ακύρωση του γάμου 11. Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση για τα τρία αυτά είδη διαφορών είναι η ύπαρξη γάμου έστω και άκυρου ή ακυρώσιμου. Σε καμία περίπτωση ο κανονισμός δεν καλύπτει την εκτός γάμου ελεύθερη συμβίωση που προβλέπεται σε ορισμένες αλλοδαπές νομοθεσίες. Όσον αφορά την έννοια του διαζυγίου έχει το ίδιο περιεχόμενο στις νομοθεσίες των κρατών μελών 12 και σημαίνει την οριστική 11 Βλ. Αρμεν. 2001 σελ. 1628 Ταγαράς Χ. Πεδίο εφαρμογής των δυο νέων κανονισμών για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων. Η έννοια της ακύρωσης του γάμου, μολονότι γνωστή στη μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών, με την εξαίρεση μόνο της Σουηδίας και Φινλανδίας, επιδέχεται περισσότερες ερμηνείες. Τα περισσότερα εθνικά δίκαια διακρίνουν μεταξύ άκυρων και ακυρώσιμων γάμων, ενώ αλλού, όπως στη χώρα μας, υφίσταται και τρίτη κατηγορία, αυτή των ανυπόστατων γάμων. Τα κριτήρια της διάκρισης δεν είναι παντού τα ίδια. Ως γενικός κανόνας είναι δυνατό να λεχθεί ότι οι παραβιάσεις του νόμου ως προς τον τύπο και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις καθιστούν το γάμο άκυρο, ενώ τα ελαττώματα της βουλήσεως τον καθιστούν ακυρώσιμο. Δεν είναι σαφές αν η αναφορά του άρθρου 1 σε υποθέσεις «ακύρωσης»του γάμου καταλαμβάνει και τις δύο ως άνω κατηγορίες υποθέσεων ή μία μόνο εξ αυτών. Ανεξαρτήτως της ειδικότερης μορφής ακυρότητας που προβάλλεται ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου ή αρχής, το κρίσιμο και αποφασιστικό στοιχείο είναι να πρόκειται για διαδικασία αποσκοπούσα στη διαπίστωση ελαττώματος που θα αίρει το κύρος του γάμου, ασχέτως των ειδικότερων χαρακτηριστικών της διαδικασίας και των έννομων συνεπειών της, αν δηλ. θα έχει αναγνωριστικό ή διαπλαστικό χαρακτήρα, αν και έναντι τίνων παράγει αναδρομικά αποτελέσματα κτλ. 12 Στην Ιρλανδία ο θεσμός του διαζυγίου αναγνωρίστηκε το 1995. 11

και αμετάκλητη λύση του συζυγικού δεσμού, η οποία επέρχεται ζώντων των συζύγων. Ως δικαστικός χωρισμός νοείται η διαρκής ή επί ορισμένο χρόνο αναστολή της υποχρέωσης των συζύγων προς συμβίωση ως απαραίτητο προηγούμενο για την έκδοση διαζυγίου ή και αντί διαζυγίου, όταν αυτό δεν είναι δυνατό. Η Ελλάδα, η Γερμανία, η Σουηδία 13 και η Φιλανδία δεν προβλέπουν τον δικαστικό χωρισμό στις εθνικές τους νομοθεσίες. Ο Κ 2201 εφαρμόζεται μόνο στη λύση του συζυγικού δεσμού και δεν επηρεάζει θέματα όπως οι λόγοι του διαζυγίου, η υπαιτιότητα, οι περιουσιακές συνέπειες, η διατροφή 14 και άλλα συναφή ζητήματα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.1 του Κανονισμού ο όρος «δικαστήριο»καλύπτει όλες τις αρχές των κρατών μελών που έχουν διεθνή δικαιοδοσία επί των γαμικών διαφορών. Ο ορισμός αυτός υπαγορεύθηκε από τη διαπίστωση ότι σε ορισμένα κράτη μέλη η λύση του γάμου γίνεται με διοικητικές διαδικασίες, όπως στις περιπτώσεις που η λύση δηλώνεται ενώπιον ληξιάρχων. Επίσης, ρητά ορίζεται στην παρ. 4 του ιδίου άρθρου ότι ο όρος «απόφαση»περιλαμβάνει και κάθε απόφαση που εκδίδεται από δικαστήριο 13 Στη Σουηδία ο δικαστικός χωρισμός ίσχυε παλαιότερα αλλά καταργήθηκε με το νόμο 1973:942. 14 Οι υποχρεώσεις διατροφής ρυθμίζονται από τον Κανονισμό 44/2001. Έτσι σε περίπτωση που λυθεί ο γάμος για λόγο που έχει να κάνει με την υπαιτιότητα του ενός συζύγου, στη δίκη διατροφής που ενδεχομένως θα διεξαχθεί σε άλλο κράτος μέλος πρέπει εκ νέου να εξεταστεί η υπαιτιότητα του συζύγου γιατί η απόφαση (το δεδικασμένο) για τη λύση του γάμου είναι δεσμευτική μόνο για τη λύση και όχι για την υπαιτιότητα του συζύγου. 12

κράτους μέλους, ασχέτως ονομασίας της, όπως «διαταγή», «διάταξη». Περαιτέρω ο κανονισμός ορίζει ότι το πεδίο εφαρμογή του περιορίζεται σε αστικές υποθέσεις, ανεξαρτήτως του είδους δικαστηρίου. Συνεπώς, εξαιρούνται οι διαδικασίες καθαρά θρησκευτικού ή ιδιωτικού χαρακτήρα που διενεργούνται χωρίς τη συμμετοχή κρατικών αρχών όπως π.χ. συμβαίνει στις μουσουλμανικές θρησκείες με το θεσμό repudium που εκφεύγουν από το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού. Ο Κ 2201/2003 περιλαμβάνει ένα πλήρες σύστημα κανόνων δικαιοδοτικών βάσεων που ρυθμίζουν άμεσα και απευθείας τη διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων των κρατών μελών προκειμένου να επιτευχθεί η ενοποίηση και στο επίπεδο της προσωπικής κατάστασης των ευρωπαίων πολιτών. Προς το σκοπό αυτό αποβλέπει το άρθρο 3 του κανονισμού που προβλέπει ότι δικαιοδοσία για θέματα διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης γάμου έχουν τα δικαστήρια του κράτους μέλους: α) στο έδαφος του οποίου βρίσκεται Ι) η συνήθως διανομή και των δύο συζύγων ή ΙΙ) η τελευταία συνήθης διαμονή των συζύγων, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ένας εκ των συζύγων εξακολουθεί να τη διατηρεί ή ΙΙΙ) η συνήθης διαμονή του εναγόμενου ή IV) σε περίπτωση κοινής αίτησης (π.χ. συναινετικού διαζυγίου) η συνήθης διαμονή ενός εκ των συζύγων ή V) η συνήθης διαμονή του ενάγοντος εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον ένα χρόνο αμέσως πριν από την έγερση της αγωγής ή 13

VI) η συνήθης διαμονή του ενάγοντος εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον έξι μήνες 15 αμέσως πριν από την έγερση της αγωγής και σωρευτικά είναι είτε υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους ή στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας έχει εκεί την κατοικία του (domicile) και 15 Βλ. Αρμεν. 2005, σελ. 1787 απόφαση ΕφΘεσ. υπ αριθμ. 1689/2005. «Θεωρείται εύλογο το να δοθεί στο σύζυγο η δυνατότητα εναγωγής του ετέρου ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους στο οποίο έχει μεταβεί η του οποίου είναι υπήκοος, με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση του στο κράτος αυτό έχει τα στοιχεία της συνήθους διαμονής και εμφανίζει μια ελάχιστη χρονική διάρκεια. Ως συνήθης διαμονή νοείται ο τόπος όπου το πρόσωπο έχει ορίσει, με σταθερό τρόπο, το μόνιμο ή σύνηθες κέντρο των ενδιαφερόντων του. Για τον προσδιορισμό του τόπου αυτού πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα πραγματικά στοιχεία που συντρέχουν στη συγκεκριμένη περίπτωση και μπορούν να θεωρηθούν ως συστατικά της δημιουργίας συνήθους διαμονής. Δεν είναι νοητή η δημιουργία (νέας) συνήθους διαμονής στον τόπο μεταβάσεως ή καταγωγής όταν ο σύνδεσμος με τον τόπο αυτόν εξακολουθεί να παραμένει ευκαιριακός ή συναισθηματικός και δεν ενέχει πρόθεση καταργήσεως της προηγούμενης συνήθους διαμονής. Η ενάγουσα, προκειμένου να θεμελιώσει τη διεθνή διαδικασία διευκρίνισε την αγωγή με την ο- ποία ζητά την λύση του γάμου της με την επίκληση του περιστατικού ότι αυτή έχει την ελληνική ιθαγένεια (πράγμα που εμμέσως, πλην σαφώς, συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της αγωγής) και ότι κατά το τελευταίο εξάμηνο αμέσως πριν από την κατάθεση της αγωγής (15/7/2003), αυτή είχε τη συνήθη διαμονή της στην Ελλάδα (πράγμα που υπονοείται στην α- γωγή με την αναφορά ότι η ενάγουσα είναι κάτοικος Νέου Ρυσίου). Από το πρώτο εξάμηνο του έτους 2003 η ενάγουσα εξακολουθούσε να είναι μόνιμος υπάλληλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τις Βρυξέλλες ως σταθερό τόπο παροχής των υπηρεσιών της. Μέχρι το Πάσχα του έτους 2003 εξακολουθούσε να βρίσκεται σε έγγαμη συμβίωση με τον εναγόμενο και να έχουν οικογενειακή στέγη σε ιδιόκτητη κατοικία, στις Βρυξέλλες. Οι περισσότερες από τις επισκέψεις που πραγματοποίησε στην Ελλάδα είχαν το χαρακτήρα διακοπών και συνδυάζονταν με την υποχρέωση να επισκέπτεται την ανήλικη θυγατέρα της. Οι υπόλοιπες επισκέψεις είχαν υπηρεσιακό χαρακτήρα και δεν εξέφραζαν προσωπική επιλογή μεταφοράς στην Ελλάδα του συνήθους κέντρου της επαγγελματικής ή οικογενειακής δραστηριότητας της. Η αλήθεια της πραγματικότητας αυτής εκφράζεται με τη δήλωση που υπάρχει στην προμετωπίδα της αγωγής, σύμφωνα με την οποία η ενάγουσα θεωρεί ως τόπο διαμονής της τις Βρυξέλλες. Το γεγονός ότι αναφέρει τον εαυτό της ως κάτοικο Νέου Ρυσίου παραμένει αναπόδεικτο, αφού αυτή δεν συνδέεται σωματικώς με τον τόπο αυτό, αλλά μόνο συναισθηματικώς, με τις αναμνήσεις που διατηρεί και με τις επισκέψεις που πραγματοποιεί στους συγγενείς της. Και σε κάθε περίπτωση είναι αλυσιτελές, αφού ζητούμενο δεν είναι το εάν αυτή επιθυμεί να προσδιορίσει την κατοικία της στο Ν. Ρύσιο αλλά το εάν ο τόπος αυτός (ή η περιοχή της Θεσσαλονίκης, γενικότερα) αποτελεί τον τόπο της συνήθους διαμονής της κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΚ) 1347/2000 (Δεδομένου ότι οι σχετικές διατάξεις μεταφέρθηκαν αυτούσιες στον Κ 2201). Η ενάγουσα όμως δεν έχει τη συνήθη διαμονή της στην Ελλάδα». Βλ. επίσης Αρμεν. 2005, σελ. 268, απόφαση ΜονΠρΘεσ υπ αριθμ. 21387/2004. 14

β) της κοινής ιθαγένειας και των δύο συζύγων και για το Η- νωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία της κοινής κατοικίας τους (domicile). Οι σύνδεσμοι αυτοί τίθενται διαζευκτικά, δηλαδή συντρέχουν παράλληλα μεταξύ τους χωρίς να τίθεται ζήτημα ιεράρχησης. Τα κριτήρια αυτά θεμελιώνουν ισοδύναμα τη διεθνή δικαιοδοσία ενός κράτους μέλους. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού το δικαστήριο του κράτους μέλους το οποίο εξέδωσε απόφαση δικαστικού χωρισμού είναι αρμόδιο για να μετατρέψει την απόφαση αυτή σε διαζύγιο. Σήμερα, ο έλεγχος των δικαστηρίων των κρατών μελών για το εάν είναι αρμόδια να εκδικάσουν μια υπόθεση διαζυγίου ή δικαστικού χωρισμού δεν γίνεται με βάση τους εθνικούς τους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας αλλά σύμφωνα με τον κανονισμό 2201/2003. Έτσι, το εσωτερικό δίκαιο υποχωρεί έναντι του κοινοτικού δικαίου το οποίο υπερισχύει 16. Σύμφωνα με το άρθρο 6 η υποκατάσταση του εσωτερικού δικαίου των κρατών μελών απ τις διατάξεις του Κ 2201 επέρχεται σε κάθε περίπτωση που ο εναγόμενος σύζυγος έχει τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος κράτους μέλους ή έχει την ιθαγένεια του κράτους μέλους 17.Ο σύζυγος μπορεί να ενταχθεί σε άλλο κράτος μέλος μόνο επί τη βάσει των κριτηρίων των άρθρων 3,4 και 5 του κανονισμού, που αποκτούν έτσι αποκλειστικό χαρακτήρα. Συνεπώς, δεν 16 Σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος «οι διεθνείς συμβάσεις από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου». 17 Όπου στον παρών κανονισμό γίνεται αναφορά στην ιθαγένεια των κρατών μελών, όσον α- φορά την Αγγλία και την Ιρλανδία, απαιτείται η κατοικία στα εν λόγω κράτη. 15

αρκεί η ελληνική ιθαγένεια του συζύγου για τη θεμελίωση διεθνούς δικαιοδοσίας των ημεδαπών δικαστηρίων ως προς τον άλλο σύζυγο 18. Επίσης ο παρών κανονισμός 2201 εφαρμόζεται τόσο στους υπηκόους των κρατών μελών όσο και στους υπηκόους τρίτων κρατών εφόσον βέβαια ισχύουν γι αυτούς τα κριτήρια των δικαιοδοτικών βάσεων που θέτουν τα άρθρα 3 και 5. Οι σύνδεσμοι που τίθενται από τους εσωτερικούς κανόνες που ρυθμίζουν την διεθνή δικαιοδοσία είναι δυνατόν να εφαρμοστούν μόνο ως επικουρικές βάσεις δικαιοδοσίας (άρθρο 8 παρ. 1 Κ2201) δηλαδή μόνο στην περίπτωση που κανένα κράτος μέλος δεν έχει δικαιοδοσία σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 3. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 κάθε ενάγων υπήκοος κράτους μέλους που έχει τη συνήθη διαμονή στο έδαφος άλλου κράτους μέλους μπορεί να επικαλείται, όπως οι ημεδαποί τους κανόνες δικαιοδοσίας που εφαρμόζονται στο εν λόγω κράτος κατά ενα- 18 Βλ. Αρμεν. 2005, σελ. 1787 απόφαση ΕφΘεσ υπ αριθμ. 1689/2005 «οι διατάξεις του Κανονισμού 1347/2000 δεν έχουν μεταβληθεί με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2201/2003. Εισάγεται παρέκκλιση από τη διάταξη του άρθρου 612 παρ. 1 ΚΠολΔ, η οποία υποχωρεί έναντι του κοινοτικού δικαίου. Η ελληνική ιθαγένεια του ενός από τους συζύγους δεν είναι πλέον επαρκές κριτήριο για τη θεμελίωση της διεθνούς δικαιοδοσίας των ημεδαπών δικαστηρίων ως προς τον άλλο σύζυγο, που συμβαίνει να είναι αλλοδαπός και να έχει τη συνήθη διαμονή του σε ένα άλλο κράτος μέλος. Προκειμένου να εναχθεί ο άλλος σύζυγος ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, εφόσον δεν συντρέχει κάποια από τις δικαιοδοτικές βάσεις που αναφέρονται παραπάνω με αριθμό Ι) έως IV), θα πρέπει ο ενάγων σύζυγος να επικαλεσθεί και να αποδείξει είτε ότι είχε τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα κατά το χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός έτους αμέσως πριν από την κατάθεση της αγωγής, είτε ότι είναι Έλληνας υπήκοος και είχε τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα κατά το χρονικό διάστημα τουλάχιστον έξι μηνών αμέσως πριν από την κατάθεση της αγωγής. Σε αντίθεση προς το γενικό κριτήριο καθορισμού της δικαιοδοσίας με βάση τη συνήθη διαμονή του εναγομένου. ο κανονισμός εισάγει εύνοια ως προς τον ενάγοντα. Η εύνοια δικαιολογείται από το γεγονός που εμφανίζεται συχνά σε γάμους μεταξύ προσώπων διαφορετικής υπηκοότητας όπου, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης και την κατάργηση της κοινής διαμονής, ο ένας από τους συζύγους μεταβαίνει σε κάποια άλλη χώρα, ή επιστρέφει στα όρια της χώρας από την οποία κατάγεται». 16

γόμενου που δεν έχει τη συνήθη διαμονή σε ένα κράτος μέλος ούτε την ιθαγένεια ενός τέτοιου κράτους. Σύμφωνα με το άρθρο 17 τα δικαστήρια του κράτους μέλους διαπιστώνουν αυτεπαγγέλτως την έλλειψη δικαιοδοσίας τους εφόσον επιλαμβάνονται υπόθεσης για την οποία δεν έχουν δικαιοδοσία βάσει του παρόντος κανονισμού και για την οποία δικαστήριο άλλου κράτους μέλους έχει δικαιοδοσία. Σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού αν έχουν ασκηθεί αγωγές για θέματα διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού ή ακύρωσης γάμου μεταξύ των ίδιων διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων δυο κρατών μελών, το δικαστήριο που επελήφθη δεύτερο, αναστέλλει αυτεπαγγέλτως τη διαδικασία του μέχρι να διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι -σε αντίθεση με όσα ισχύουν στην ελληνική δικονομία- σύμφωνα με τον Κ2201 για τις γαμικές διαφορές εκκρεμοδικία δημιουργείται τόσο μεταξύ αγωγών με πλήρη ταυτότητα αντικειμένου αλλά επιπλέον και μεταξύ απλώς συναφών αγωγών, όπου δεν υπάρχει ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας 19. 19 Χρ. ΙδΔ 2006 σελ. 535 υπ αριθμ. 1863/2005 απόφαση Αρείου Πάγου. «Η υπόθεση εκδικάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό 1347/2000 που ίσχυε τότε αλλά κρίνεται σκόπιμη η παράθεση ενός αποσπάσματος της απόφασης καθώς οι διατάξεις σχετικά με την εκκρεμοδικία στις γαμικές διαφορές, μεταφέρθηκαν αυτούσιες στον Κ2201/2003 (άρθρο 19). Σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κανονισμού του Συμβουλίου της ΕΚ 134/2000, ο οποίος άρχισε να ισχύει από τη 1.3.2001 (άρθρο 64) και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 28 του Συντάγματος, υπερισχύει των αντιστοίχων διατάξεων των άρθρων 3, 611 και 612 του ημεδαπού ΚΠολΔ, η άσκηση αγωγής διαζυγίου ενώπιον των Δικαστηρίων ενός από τα κράτη μέλη δημιουργεί εκκρεμοδικία ως προς άλλη μεταγενέστερη αγωγή διαζυγίου, που ασκήθηκε ενώπιον των Δικαστηρίων άλλου κράτους μέλους, όχι μόνον όταν μεταξύ των αγωγών αυτών υπάρχει πλήρης ταυτότητα αντικειμένου, έχουν δηλαδή και οι δύο την ίδια ιστορική και νομική αιτία, 17

Πριν από το Κ2201 που ισχύει σήμερα, ίσχυε για μικρό χρονικό διάστημα, συγκεκριμένα από 1 Μαρτίου του 2001 έως 1 Μαρτίου 2005, ο κανονισμός 1347/2000 (από εδώ και πέρα Κ 1347). Κύριο ρυθμιστικό αντικείμενο του εν λόγω κανονισμού ήταν το διαζύγιο, ο δικαστικός χωρισμός και η ακύρωση του γάμου. Βασική διαφορά του προϊσχύσαντα αυτού κανονισμού με τον Κ2201 είναι αλλά και όταν έχουν διαφορετική ιστορική και νομική αιτία, είναι δηλαδή απλώς συναφείς. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις της πλήρους ταυτότητας του αντικειμένου αφενός και της απλής συνάφειας αφετέρου, που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 11, το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται μεταγενέστερα, αναστέλλει αυτεπαγγέλτως τη διαδικασία έως ότου διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του Δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο και απορρίπτει την αγωγή που εκκρεμεί ενώπιον του (παρ. 1,2 και 3 του άνω άρθρου). Κριτήριο για τον προσδιορισμό του Δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο είναι η χρονολογία της πράξης κατάθεσης του εισαγωγικού δικογράφου. Επομένως, πρώτο επιληφθέν Δικαστήριο είναι εκείνο στη Γραμματεία του οποίου έγινε η χρονολογικά πρώτη τάξη κατάθεσης της οικείας αγωγής. Με την προϋπόθεση ότι η κρινόμενη αγωγή διαζυγίου αλλά και οι προγενέστερες που δημιουργούν εκκρεμοδικία έχουν α- σκηθεί μετά την έναρξη της ισχύος του πιο πάνω κανονισμού, δηλαδή μετά την 1.3.2001. Εάν οι προγενέστερες συναφείς αγωγές που είχαν ασκηθεί κάτω από διαφορετικό ως προς τη διεθνή δικαιοδοσία νομοθετικό καθεστώς δημιουργούν ή όχι εκκρεμοδικία για τη μεταγενέστερη κρίνεται με βάση τις περί εκκρεμοδικίας διατάξεις του forum του κράτους, δηλαδή του Δικαστηρίου, το οποίο καλείται να δικάσει τη μεταγενέστερη περί διαζυγίου αγωγή. Περαιτέρω σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 222 παρ. 1 του ημεδαπού ΚΠολΔ, η αγωγή διαζυγίου, δεν υπάρχει ταυτότητα επίδικης διαφοράς και συνακόλουθα εκκρεμοδικία με την έννοια του παραπάνω άρθρου από το γεγονός ότι απλώς ζητείται η διάπλαση της ίδιας έννομης σχέσης, εφόσον δεν υφίσταται ταυτότητα του θεμελιωτικού λόγου που στηρίζει τη λύση του γάμου και συνεπώς η άσκηση αγωγής στηριζόμενης στην παρ. 1 του άρθρου 1439 του ΑΚ (ισχυρός κλονισμός) δεν αποκλείει την άσκηση άλλης αγωγής στηριζόμενης στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου (τετραετής διάσταση) γιατί έχει διάφορη θεμελίωση. Επομένως η σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κανονισμού 1347/ 2000 της ΕΚ εκκρεμοδικία, περιλαμβάνουσα και την περίπτωση των συναφών αγωγών διαζυγίου είναι ευρύτερη από την εκκρεμοδικία του άρθρου 222 παρ. 1 του ημεδαπού ΚΠολΔ, για την οποία η απλή συνάφεια, δεν αρκεί, αλλά απαιτείται πλήρης ταυτότητα του αντικειμένου της διαφοράς μεταξύ των περισσοτέρων αγώνων. Οι παραπάνω εκκρεμείς αγωγές, δεν δημιουργούν κώλυμα εκκρεμοδικίας για την υπό κρίση μεταγενέστερη αγωγή, διότι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 222 παρ. 1 του ΚΠολΔ, στηρίζονται σε διαφορετική η κάθε μία ιστορική και νομική αιτία, ως προς δε τη δεύτερη από τις παραπάνω αγωγές η οποία εκκρεμεί σε Δικαστήριο άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Γερμανίας) δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 222 παρ. 1 του ΚΠολΔ, διευρύνοντας τα όρια της επί συναφών απλώς περί διαζυγίου αγωγών, για το λόγο ότι η αγωγή αυτή ασκήθηκε πριν από την έναρξη της ι- σχύος του παραπάνω Κανονισμού και, επομένως, δεν δημιουργεί εκκρεμοδικία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 αυτού». 18

ότι στον Κ 1347 οι διαφορές γονικής μέριμνας των κοινών μόνο τέκνων των συζύγων εξετάζονταν μόνο επ ευκαιρία ή ως συνέπεια κάποιας γαμικής διαφοράς που εκκρεμούσε. Αντιθέτως, με το σημερινό Κ 2201 οι διαφορές γονικής μέριμνας αυτονομήθηκαν από τις γαμικές διαφορές και κρίνονται ανεξάρτητα από αυτές. Γ. Οι ελληνικοί κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας. Πριν από τις 1 Μαρτίου το 2001, οπότε και άρχισε να εφαρμόζεται ο Κ 1347, η διεθνής δικαιοδοσία των κρατών μελών δεν ήταν ενοποιημένη καθώς κάθε κράτος μέλος με την εθνική του νομοθεσία καθόριζε τις προϋποθέσεις διεθνούς του δικαιοδοσίας. Σήμερα, οι εγχώριοι κανόνες που ρυθμίζουν τη δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων εφαρμόζονται μόνο 1) ως επικουρικές δικαιοδοτικές βάσεις σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κ 2201, δηλαδή μόνον εφόσον κανένα κράτος μέλος δεν έχει δικαιοδοσία βάση του κανονισμού αλλά και 2) σε υπηκόους τρίτων κρατών στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από τα άρθρα 3 και 5 του Κ 2201. Αν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, τα ελληνικά δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία για τις υποθέσεις διαζυγίου και δικαστικού χωρισμού, εφόσον έχουν δωσιδικία κατά τις διατάξεις του ΚΠολΔ. Σύμφωνα με τα άρθρα 3, 22, 23 και 39 ΚΠολΔ τα ελληνικά δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία εάν ο εναγόμενος έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στην Ελλάδα ή εάν στην Ελλάδα βρίσκεται η τελευταία κοινή διαμονή των συζύγων. Κατ εξαίρεση και μόνο για τις γαμικές διαφορές τα ελληνικά δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία α) εάν ένας από τους συζύ- 19

γους είναι Έλληνας (κριτήριο η ιθαγένεια) και αν ακόμα δεν έχει ούτε είχε κατοικία ή διαμονή στην Ελλάδα ή β) εάν ήταν Έλληνας κατά την τέλεση του γάμου του και απέβαλε λόγω του γάμου του (και όχι για άλλον λόγο) 20 την ελληνική ιθαγένεια (612 ΚΠολΔ). Επίσης, κατ εξαίρεση παρόλο που τα ελληνικά δικαστήρια θα είχαν δωσιδικία σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις, εντούτοις τη στερούνται σύμφωνα με το άρθρο 611 παρ.1 εδ. α ΚΠολΔ εάν και οι δύο σύζυγοι κατά τον χρόνο που ασκείται η αγωγή είναι αλλοδαποί και επιπλέον ως δεύτερη προϋπόθεση εάν κατά τα δίκαια ιθαγένειας και των δύο συζύγων δεν αναγνωρίζεται στα ελληνικά δικαστήρια δικαιοδοσία να εκδικάσουν τη διαφορά. Με τη διάταξη αυτή περιορίζεται η ελληνική δικαιοδοσία, ό- ταν από ένα έστω κράτος ιθαγένειας των συζύγων αναγνωρίζεται η αποκλειστική του δικαιοδοσία επί γαμικών διαφορών με σκοπό να μην δημιουργηθούν χωλοί γάμοι 21. Περαιτέρω η δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων διευρύνεται με βάση το άρθρο 611 παρ. 1 εδ. β ΚΠολΔ προκειμένου να αποφύγει τα αδιέξοδα και να μπορεί τουλάχιστον να λυθεί στην ελληνική επικράτεια ένας γάμος, ο οποίος θεωρείται έγκυρος κατά το 20 Ζ. Παπασιώπη- Πασιά. Το εφαρμοστέο δίκαιο στις ελληνικές και διεθνείς συγκρούσεις νόμων, σελ. 80. Ο νομοθέτης μας θέλησε, επομένως, μόνο την περίπτωση απώλειας της ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου να καλύψει και όχι άλλες περιπτώσεις, όπου η ελληνική ιθαγένεια υπήρχε μεν κατά την τέλεση του γάμου, απωλέσθη όμως στη συνέχεια είτε από το σύζυγο είτε από τη σύζυγο με άλλο τρόπο π.χ. με πολιτογράφηση. Για αλλοδαπούς συζύγους, εκ των ο- ποίων ο ένας εξ αυτών όταν τέλεσε το γάμο του ήταν έλληνας και απέβαλε κατόπιν την ελληνική του ιθαγένεια, πολιτογραφηθείς νόμιμα, σε άλλη χώρα, το εάν έχουν διεθνή δικαιοδοσία τα ελληνικά δικαστήρια, αυτό θα κριθεί με βάση τη διάταξη του άρθρου 611 παρ. 1 ΚΠολΔ και όχι με βάση αυτήν του άρθρου 612 παρ. 1 ΚΠολΔ. 21 Δηλαδή γάμοι που να είναι έγκυρα κατά το δίκαιο ιθαγένειας του ενός συζύγου και άκυροι κατά το δίκαιο ιθαγένειας του άλλου συζύγου. 20

ελληνικό δίκαιο και ο οποίος δεν θα μπορούσε να λυθεί στην αλλοδαπή πολιτεία καθώς εκεί χαρακτηρίζεται ως ανυπόστατος ή ά- κυρος. Δ. Κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου των κρατών μελών. Η ενοποίηση των κρατών μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τα ζητήματα διαζυγίου και δικαστικού χωρισμού έχει προχωρήσει μόνο μέχρι του σημείου καθορισμού των βάσεων της διεθνούς δικαιοδοσίας. Έτσι, σήμερα η αρμοδιότητα για την εκδίκαση των ανωτέρω διαφορών ρυθμίζεται από το άρθρο 3 του Κ 2201 που υποκαθιστά τους εσωτερικούς κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας των κρατών μελών. Από τη στιγμή όπως που μια υπόθεση διαζυγίου ή δικαστικού χωρισμού εισαχθεί ενώπιον των δικαστηρίων ενός κράτους μέλους, αυτά είναι που θα καθορίσουν το εφαρμοστέο ουσιαστικό δίκαιο επί της διαφοράς με βάση τους εθνικούς τους κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Το τελευταίο συμβαίνει επειδή ο Κ 2201 δεν προβλέπει την εναρμόνιση των κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου των κρατών μελών. Υπό το παρών νομοθετικό καθεστώς πολλά είναι τα προβλήματα που ενδέχεται να προκύψουν και τελικά να θέσουν σε κίνδυνο την ενότητα που επιδιώκει ο Κ 2201 22. Οι εθνικές κωδικοποιήσεις του ιδδδ των διάφορων κρατών μελών ποικίλλουν. Η υιοθέτηση διακριτών συνδέσμων οδηγεί στην 22 Βλ. παρακάτω Πράσινο βιβλίο (σελ.34). 21

εφαρμογή διαφορετικών κάθε φορά ουσιαστικών νομοθεσιών για το διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό. Χαρακτηριστικά μπορούμε να αναφέρουμε τον πρόσφατα τροποποιημένο βελγικό κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, όπου στο άρθρο 55 που δημοσιεύτηκε στις 27.7.2004 δίνει τη δυνατότητα στους συζύγους να επιλέξουν είτε το δίκαιο ιθαγένειας ενός εκ των συζύγων είτε το βελγικό δίκαιο( lex fori ). Η ευκαμψία αυτή που παρουσιάζει ο βελγικός νόμος είναι ενδεικτική της τάσης να παρέχεται εξουσία στα εμπλεκόμενα μέρη να αποφασίζουν για την πορεία του διαζυγίου τους. Σε αντίθεση με την ευκαμψία του βελγικού νόμου, η ακαμψία είναι αυτή που χαρακτηρίζει τον ιρλανδικό και τον φιλανδικό κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου που ορίζουν ότι το ιρλανδικό και το φιλανδικό δίκαιο αντίστοιχα( lex fori ) θα είναι αποκλειστικά εφαρμοστέα στην ρύθμιση ενός διαζυγίου ανεξαρτήτως της ιθαγένειας και της συνήθους διαμονής των συζύγων. Δηλαδή τόσο για τους ημεδαπούς όσο και για τους αλλοδαπούς. Τα περισσότερα βέβαια δίκαια των κρατών μελών υιοθετούν ως κύριο σύνδεσμο αυτό της κοινής ιθαγένειας των συζύγων (και ορισμένα εξ αυτών και της τελευταίας κοινής συνήθους διαμονής όπως το γερμανικό και το ουγγρικό) και εν ελλείψει αυτού ως επικουρικό τον σύνδεσμο της κοινής συνήθους διαμονής (και τα προαναφερόμενα δίκαια επικουρικά της τελευταίας κοινής συνήθους διαμονής). Ορισμένες από τις χώρες που επιλέγουν αυτή την ιεραρχική σχέση στον κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου για το διαζύγιο είναι η Γερμανία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ουγγαρία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Πολωνία και η Ελλάδα. Ως τελευταίο σύν- 22

δεσμο η Ισπανία, η Αυστρία, η Πολωνία και η Ουγγαρία υιοθετούν τη lex fori (το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή) ενώ η Γερμανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα αυτόν του δικαίου της χώρας με την ο- ποία οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα. Η Ιταλία το 1995 προχώρησε στην υιοθέτηση ενός πρωτοφανούς κανόνα συγκρούσεως αφού μετά τον κύριο σύνδεσμο της κοινής ιθαγένειας των συζύγων προβλέπει ως επικουρικό το δίκαιο του κράτους στο οποίο έχει κατά κύριο λόγο ζήσει το ζεύγος. Η υιοθέτηση από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφορετικών κανόνων συγκρούσεως οδηγεί στην δημιουργία ποικίλων προβλημάτων τα οποία θα αναλυθούν παρακάτω. Ε. Άρθρο 16 ΑΚ του ελληνικού ιδιωτικού διεθνούς δικαίου Σύμφωνα με το άρθρο 16 ΑΚ το διαζύγιο και ο δικαστικός χωρισμός ρυθμίζονται από το δίκαιο που διέπει τις προσωπικές σχέσεις των συζύγων κατά την έναρξη της διαδικασίας του διαζυγίου ή του χωρισμού. Το άρθρο 16 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 14 ΑΚ που ρυθμίζει τις προσωπικές σχέσεις των συζύγων μεταφράζεται ως εξής: «Το διαζύγιο και ο δικαστικός χωρισμός ρυθμίζονται: α) από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου και κατά την έναρξη της διαδικασίας του διαζυγίου ή του δικαστικού χωρισμού κοινής ιθαγένειας των συζύγων, εφόσον ο ένας από τους δύο, κατά το χρονικό αυτό σημείο, τη διατηρεί, β) από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου και κατά την έναρξη της διαδικασίας του διαζυγίου ή του δικαστικού χωρισμού κοινής συνήθους διαμο- 23

νής των συζύγων (χωρίς να ενδιαφέρει αν ένας από τους συζύγους τη διατηρεί), γ) από το δίκαιο προς το οποίο οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα κατά την έναρξη της διαδικασίας του διαζυγίου ή του δικαστικού χωρισμού». Οι εν λόγω σύνδεσμοι τίθενται σε ιεραρχική θέση που σημαίνει ότι ο δικάζων δικαστής θα χρησιμοποιήσει πρωταρχικά τον κύριο σύνδεσμο της κοινής ιθαγένειας των συζύγων και μόνο εάν δεν μπορεί αυτός να εφαρμοστεί θα καταφύγει στον δεύτερο και εάν ούτε αυτός μπορεί να λειτουργήσει επικαλείται τον τρίτο επικουρικό σύνδεσμο. Με τον όρο η τελευταία κοινή ιθαγένεια εφόσον ο ένας από τους δύο τη διατηρεί 23 υποδηλώνεται η κοινή ιθαγένεια την οποία είχαν οι σύζυγοι κάποια στιγμή κατά την διάρκεια του γάμου τους προτού κατατεθεί στη Γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου το δικόγραφο της αγωγής διαζυγίου. Δεν αρκεί όμως μόνο αυτή η προϋπόθεση, αν ένας σύζυγος μετέβαλε μετά την ιθαγένεια του. Ο κύριος σύνδεσμος εξακολουθεί να εφαρμόζεται ακόμα και στην περίπτωση που ο ένας εκ των συζύγων μετέβαλε την κοινή τους ιθαγένεια με την πρόσθετη όμως προϋπόθεση να τη διατηρεί ο άλλος σύζυγος. 23 Ζ. Παπσιώπη- Πασιά. Το εφαρμοστέο δίκαιο επί του διαζυγίου στις ελληνικές και διεθνείς συγκρούσεις νόμων. σελ. 123. Με τον όρο τελευταία κοινή ιθαγένεια(εφόσον ο ένας από τους δύο τη διατηρεί), ο νομοθέτης μας υπονοεί την κατά χρόνο εγγύτερη προς το δημιουργούμενο πρόβλημα εφαρμοστέου δικαίου τοιαύτη. Δηλαδή, στην περίπτωση που οι σύζυγοι είχαν μεταβάλει αμφότεροι την αρχική ιθαγένειά τους (π.χ. γαλλική) και απέκτησαν λ.χ. με πολιτογράφηση, την ιθαγένεια άλλου κράτους (π.χ. πολωνική), θα εφαρμοσθεί η τελευταία ιθαγένεια, επειδή αυτή είναι «η τελευταία κοινή κατά τη διάρκεια του γάμου και κατά την έναρξη της διαδικασίας του διαζυγίου (δικαστικού χωρισμού) ιθαγένεια των συζύγων». 24

Ως δεύτερος επικουρικός σύνδεσμος χρησιμοποιείται η τελευταία κοινή συνήθης διαμονή των συζύγων χωρίς να μας ενδιαφέρει εάν ένας από τους δύο τη μετέβαλε την κατάθεση της αγωγής διαζυγίου. Αρκεί να υπήρχε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του γάμου ένας τόπος όπου το ζευγάρι διέμενε μαζί είτε αυτή τη διαμονή τη διατήρησε ο ένας ή και οι δύο μετά το διαζύγιο είτε όχι. Με τον όρο συνήθη διαμονή εννοούμε το πραγματικό στοιχείο της παραμονής των συζύγων σε έναν τόπο για χρονικό διάστημα τέτοιο που να δείχνει πρόθεση της δημιουργίας εκεί του πυρήνα των έννομων σχέσεών τους 24. Το χρονικό αυτό διάστημα θα πρέπει να ξεφεύγει από την απλή παρουσία ενός ατόμου σε μια χώρα για προσωρινούς συνεδριακούς, ταξιδιωτικούς ή άλλους σκοπούς. Το χρονικό διάστημα που θα δώσει στη διαμονή το χαρακτηρισμό της ως συνήθως κρίνεται ανά περίπτωση και μπορεί να ποικίλλει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Ως τρίτος επικουρικός σύνδεσμος ορίζεται το δίκαιο με το οποίοι οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα. Ο σύνδεσμος αυτός τα τελευταία χρόνια προβλέπεται σε πολλές αλλοδαπές πολιτείες αλλά και σε διεθνείς συμβάσεις. Τούτο δικαιολογείται από το γεγονός ότι ο εν λόγω σύνδεσμος παρουσιάζει μια ευκαμψία με αποτέλεσμα προσαρμοζόμενος στα πραγματικά περιστατικά κάθε υπόθεσης να μπορεί να ρυθμίσει τις περιπτώσεις που ο νομοθέτης δεν μπορούσε να προβλέψει και να καλύψει με τους άλλους συνδέ- 24 Σε αντίθεση με τη συνήθη διαμονή, ο όρος κατοικία περιλαμβάνει και το πραγματικό στοιχείο της εγκατάστασης (corpus) αλλά επιπλέον και το βουλητικό στοιχείο (animus). Η κατοικία ορίζεται ως η μόνιμη εγκατάσταση ενός προσώπου σε μια χώρα, στην οποία εργάζεται, διαθέτει περιουσία και ζει με την οικογένειά του. 25

σμους. Ωστόσο, η ευκαμψία αυτού του συνδέσμου πρέπει να χρησιμοποιείται με πολύ προσοχή διότι ελοχεύει ο κίνδυνος να οδηγηθεί ο δικαστής σε δίκαια χωρών με τα οποία οι σύζυγοι δεν συνδέονται πραγματικά στενά 25. ΣΤ. Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων Ο Κ 2201 αναφέρεται στην αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων στο τρίτο του κεφάλαιο. Σκοπός των σχετικών διατάξεων είναι να επιταχύνει και να διευκολύνει την κυκλοφορία των αποφάσεων οικογενειακού δικαίου στα πλαίσια των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καταρχήν, οι ρυθμίσεις για την αναγνώριση και εκτέλεση ε- φαρμόζονται τόσο σε αποφάσεις που εκδίδονται από δικαστήρια κράτους όσο και σε «διαταγές» ή «διατάξεις»που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές (άρθρο 2 παρ. 4). Η αναγνώριση του Κ 2201 αναφέρεται μόνο σε αποφάσεις που δέχονται το διαζύγιο, τον δικαστικό χωρισμό και την ακύρωση του γάμου ενώ δεν αφορά τις απορριπτικές αποφάσεις 26. 25 Όπως αναφέρθηκε από την καθηγήτρια Α. Γραμματικάκη-Αλεξίου «...θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ένας τέτοιος αόριστος σύνδεσμος δεν εξυπηρετεί την ανάγκη σταθερότητας του προσωπικού θεσμού, ή ότι το δίκαιο στο οποίο ενδέχεται να οδηγήσει μπορεί τελικά να συνδέεται εντελώς χαλαρά και περιστασιακά με τους συζύγους». «Απλά», όπως συνεχίζει πιο κάτω η ίδια, «ακριβώς αυτή η ελευθερία χρησιμοποιημένη ορθά και συνδυασμένη με τα συγκεκριμένα περιστατικά κάθε περίπτωσης μπορεί να εξασφαλίσει την ανεύρεση του δικαίου με το οποίο τα μέρη συνδέονται πραγματικά στενότερα». Το απόσπασμα αυτό αναφέρεται στο βιβλίο της Ζ. Παπασιώπη- Πασιά, Το εφαρμοστέο δίκαιο επί του διαζυγίου στις ελληνικές και διεθνείς συγκρούσεις νόμων σελ. 141. 26 Αν και δεν γίνεται ρητή μνεία στον Κ2201 ότι η αναγνώριση στις γαμικές διαφορές περιορίζεται μόνο στις αποφάσεις που δέχονται τις σχετικές αγωγές, εντούτοις το συμπέρασμα αυτό βγαίνει από το Προοίμιο του Κ 1347 που έκανε ρητή αναφορά στο σχετικό ζήτημα. Εξάλλου ο 26

Ο Κ 2201 προβλέπει στο άρθρο 21 ότι οι αποφάσεις αναγνωρίζονται στο έδαφος κάθε κράτους μέλους αυτόματα, δηλαδή χωρίς άλλη περαιτέρω διαδικασία 27. Σημαντική είναι η διάταξη 21 παρ. 2 για την «ληξιαρχική α- ναγνώριση» σύμφωνα με την οποία, με βάση την απόφαση που αναγνωρίζεται μπορούν αμέσως και χωρίς καμμία άλλη διαδικασία να επέλθουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις στα ληξιαρχικά βιβλία Κ 2201 επανέλαβε ουσιαστικά τις διατάξεις του κ 1347 που αφορούσαν τις γαμικές διαφορές, συνεπώς χωρίς να μεταβάλλει και το ποιες αποφάσεις αφορά η αναγνώριση. Σε αντίθεση με τις γαμικές διαφορές, όσον αφορά την αναγνώριση των διαφορών της γονικής μέριμνας ο Κ 2201 αφορά τόσο τις αποφάσεις που δέχονται την αγωγή όσο και αυτές που την απορρίπτουν. Βλ. την Έκθεση Μποράς στο άρθρο 60. 27 Η άποψη που παλαιότερα επικρατούσε στην ελληνική νομολογία ήταν ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 905 παρ. 4 για την αναγνώριση αλλοδαπής απόφασης ήταν υποχρεωτική. Ωστόσο, πρόσφατη νομολογία Ελλ.Δικ. 2006 σελ. 854. ΕφΑθ υπ αριθμ. 7359/2005. «...επιβάλλεται, να εφαρμόζεται πάντοτε το άρθρο 323 ΚΠολΔ... με το άρθρο 205 παρ. 4 παρέχεται απλή διευκόλυνση και δεν είναι υποχρεωτική η εφαρμογή του... η αλλοδαπή περί προσωπικής κατάστασης απόφαση, παράγει δεδικασμένο ανεξαρτήτως της τηρήσεως της διαδικασίας του άρθρου 905 παρ. 4». Ειδικότερα ως προς το δεδικασμένο αλλοδαπής απόφασης που αφορά την προσωπική κατάσταση των διαδίκων γίνεται δεκτόν ότι, κατ αντίθεσιν με την εκτελεστότητα, της οποίας η πραγμάτωσις έχει ανατεθεί στα ασκούντα δημόσια εξουσία όργανα της εκτελέσεως, δεν υφίστανται κανένα θεωρητικό κώλυμα προκειμένου οι αλλοδαπές αποφάσεις να παράγουν αυτομάτως συνέπειες, μεταξύ των οποίων πρωτεύουσα θέση κατέχει το δεδικασμένο. Γι αυτό το λόγο το άρθρο 323 ΚΠολΔ καθορίζει τις προϋποθέσεις της αναγνωρίσεως της ισχύος και του δεδικασμένου της αλλοδαπής αποφάσεως, χωρίς να παρεμβάλλει ιδιαίτερη προηγούμενη διαδικασίας αναγνωρίσεως. Κατά συνέπειαν όπως ακριβώς οιαδήποτε αλλοδαπή δικαστική απόφαση έτσι και η περί προσωπικής καταστάσεως απόφαση οιουδήποτε αλλοδαπού δικαστηρίου ισχύει και παράγει δεδικασμένον με μόνη την παρεμπίπτουσα εξέταση, παρά των Ελληνικών δικαστηρίων, η οιασδήποτε αρχής (όπου προσάγεται η απόφαση), της συνδρομής των ουσιαστικών προϋποθέσεων του άρθρου 323. Έτσι, παρεσχέθη απλή διευκόλυνση και δεν ετέθη ως υποχρεωτική η τήρησις της διαδικασίας του άρθρ. 905 παρ. 4, αφ ετέρου δε η αλλοδαπή περί προσωπικής καταστάσεως απόφαση παράγει δεδικασμένον ανεξαρτήτως της τηρήσεως της διαδικασίας του άρθρου 905 παρ. 4 εφόσον βεβαίως, συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 323, τις οποίες εξετάζει παρεμπιπτόντως οιοδήποτε ελληνικό δικαστήριο ενώπιον του οποίου προσάγεται η αλλοδαπή απόφαση. Η εφαρμογή του άρθρου 905 παρ. 4 ΚΠολΔ είναι προαιρετική. 27