Τι κρύβεται πίσω από την εργασία μας; Η έμπνευση και η ιδέα για το «τσιαττιστό» (μορφή παραδοσιακών τραγουδιών της Κύπρου, γραμμένο στην κυπριακή διάλεκτο) επήλθε όταν στη γιορτή του Αποστόλου Αντρέα, στις 30 Νοεμβρίου 2014, ακούσαμε στην τάξη το τραγούδι «Το θαύμα του Αποστόλου Αντρέα»*, από το συμπατριώτη μας τραγουδιστή Χρήστο Σίκκη και τα παιδιά γνώρισαν μια άλλη μορφή «τσιαττιστού»: δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα, τραγουδισμένα με μια διαφορετική, από τη συνηθισμένη, μελωδία, που αφηγούνταν μια ιστορία. Τα παιδιά της Ε 1 του Δημοτικού Σχολείου Δασούπολης (Κ.Β ) αφού γνώρισαν μέσα από διάφορες πηγές (μαρτυρίες από παππούδες, γιαγιάδες ή/και γονείς, σχετικά λογοτεχνικά κείμενα και ποιήματα, αυθεντικές φωτογραφίες της εποχής, ντοκιμαντέρ, επίσκεψη σε έκθεση με θέμα «Το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ μέσα από τα μάτια των παιδιών») τα γεγονότα που σημάδεψαν την Κύπρο το 1974, αλλά και τα όσα προηγήθηκαν, καθώς και την ιστορία του νησιού δια μέσου των αιώνων, εργάστηκαν με πολύ κέφι και διάθεση, για να δημιουργηθεί το ποίημα που σήμερα κρατάτε στα χέρια σας. Μερικά δίστιχα γράφτηκαν ατομικά από τα παιδιά. Για τα περισσότερα δίστιχα, αφιερώθηκε αρκετός χρόνος στην τάξη. Ομαδικά και δημιουργικά, με τη συμβολή και τις ιδέες όλων, επιτεύχθηκε η εξιστόρηση των γεγονότων με χρονολογική σειρά και με πολλή προσοχή, ώστε να μην αγνοηθεί κάποιο γεγονός. Σε μια δεύτερη στήλη αποδίδουμε στην κοινή νέα ελληνική το νόημα των στίχων. Ελπίζουμε να απολαύσετε το έργο μας! Τα παιδιά της Ε 1 και η υπεύθυνη δασκάλα της Ε 1, Χριστιάνα Μ. Χρίστου Δημοτικό Σχολείο Δασούπολης (Κ.Β ) Φεβρουάριος 2015 * To θαύμα του Αποστόλου Αντρέα: https://www.youtube.com/watch?v=oipkikou1tg&list=rdoipkikou1tg#t=12 1
Το Τραούδιν της Ιστορίας της Κύπρου Ήταν ένα μιτσίν νησίν, στην άκραν της Ευρώπης, Κύπρον την ελαλούσασιν, γνωστή της πλάσης ούλλης. Η Κύπρος μας η όμορφη με μιάλην ιστορία, είσιεν τριγύρω θάλασσα, τζιαι όμορφα στοιχεία. Η Κύπρος μας η όμορφη είσιεν ωραία φύσιν, μυρωδικά, τζιαι χρώματα απλώνονταν ως τη δύση! Είσιεν χαλκόν αμέτρητο, εκάμναν τζιαι χαλλούμιν εψήναν νόστιμα ψουμιά, που τα ετρώαν ούλλοι. Πολλοί λαοί επιάσαν την, χαρήκαν τα καλά της, Φοίνικες, Πέρσες, Αιγύπτιοι στα χρόνια τα παλιά της. Ρωμαίοι, Φράγκοι τζι Ενετοί επιάσαν την τζιαι τζείνοι, ώσπου τζιαι εφανήκασιν, οι Οθωμανοί με μήνιν. Ύστερις, επουλήσαν την, στα σιέρκα των Εγγλέζων, αμμα ελευτερώθηκεν, με πίστην, τζιαι με νεύρον. Ούλλα τα παλλικάρκα μας που ήταν της ΕΟΚΑ, επίστεψαν στο Διγενή, τα σιέρκα τους εδώκαν. Επολεμήσασιν γερά τζι εθκιώξασιν τους Άγγλους, Γρηγόρης,τζιαι Ευαγόρας μας, μαζί με τόσους άλλους. Δημοκρατία εγίνηκεν η Κύπρος το εξήντα, την Ένωσιν αφήκαν την, παντές τζιαι δεν την είπαν. Ο κόσμος ήταν ήρεμος, ήταν τζι ευτυχισμένος, στες θάλασσες επήεννεν, τζιαι ήταν μονοιασμένος. Tούρτζιοι, όμως, τζιαι Έλληνες, εκάμναν φασαρίες, τζιαι εν τότε που αρκέψασιν, μεάλες ιστορίες! Λλία ήτουν τα γρόνια μας που είχαμεν ομόνοιαν, αφού ούλλα τα υπόλοιπα, έφαν μας η διχόνοια. Ήταν ένα μικρό νησί, στην άκρη της Ευρώπης, την έλεγαν Κύπρο και ήταν γνωστή σε όλη την πλάση. Η Κύπρος μας η όμορφη, με μεγάλη ιστορία είχε τριγύρω θάλασσα και όμορφα στοιχεία. Η Κύπρος μας η όμορφη είχε ωραία φύση χρώματα και μυρωδιές απλώνονταν ως τη δύση. Είχε αμέτρητο χαλκό, έκαναν και χαλλούμι έψηναν νόστιμα ψωμιά, που όλοι τα έτρωγαν. Την κατέκτησαν πολλοί λαοί στα παλιά χρόνια και εκμεταλλεύτηκαν τα καλά της: Φοίνικες, Πέρσες, Αιγύπτιοι Ρωμαίοι, Φράγκοι κι Ενετοί, την κατέκτησαν επίσης, μέχρι που εμφανίστηκαν οι οργισμένοι Οθωμανοί. Ύστερα, πουλήθηκε η Κύπρος στα χέρια των Άγγλων, αλλά ελευθερώθηκε, χάρη στην πίστη και το πείσμα. Όλα τα παλικάρια μέλη της ΕΟΚΑ, εμπιστεύτηκαν το Γεώργιο Γρίβα Διγενή κι έσφιξαν τα χέρια (ορκίστηκαν). Πολέμησαν σκληρά κι έδιωξαν τους Άγγλους Γρηγόρης (Αυξεντίου), Ευαγόρας (Παλληκαρίδης) μαζί με πολλούς άλλους. Έγινε δημοκρατία στην Κύπρο το 1960, ξεχάστηκε και η ιδέα της Ένωσης με την Ελλάδα, λες και δεν λέχθηκε ποτέ. Ο κόσμος ζούσε με ηρεμία και ευτυχία, απολάμβανε ειρηνικά τη θάλασσα. Τούρκοι (Τουρκοκύπριοι) και Έλληνες (Ελληνοκύπριοι) έκαναν φασαρία και ξεκίνησαν μεγάλες ιστορίες. Λίγα ήταν τα χρόνια της ομόνοιας, αφού όλα τα υπόλοιπα (χρόνια) μας έφαγε η διχόνοια. 2
Τα τόσα που εζήσαμε, εν εκανούσαν τούτα, έφτασεν εις την χώρα μας τζι η ελληνική η χούντα. Το εβδομήντα τέσσερα εγίνην μια μάχη ο Τούρκος βρίσκει αφορμή, στην Τζύπρο κάμνει εισβολή τον τόπο μας για να χει. Αερόπλανα εσύρνασιν, πόμπες πολλές, τζιαι σφαίρες, στρατιώτες με αλεξίπτωτα, πέφταν που τους αιθέρες. Πιζάμες εφορούσασιν, που έφκηκαν εις τους δρόμους, ακούαν τες σειρήνες, τζι ετρέμαν που τον φόον τους! (1) Την πείνα τζιαι την δίψα, εν τούτη η αλήθκεια, οι πρόσφυγες εζήσαν την, φεύκοντας που τα σπίθκια. Εθκιώξαν τζιαι βασανίσασιν πολλούς αθρώπους τότε, άντρες, γεναίτζιες τζιαι μωρά, ρωτούσασιν «ως πότε;» Στρατιώτες μας, πάρα πολλούς, επήραν στην Τουρκία, τα βάσανα αντέξαν τα, δεν είπαν ομολογία. Πολλούς αιχμαλωτίσαν τους, τζι εβάλαν τους σε πλοία, στα Άδανα επήραν τους, τζι ακόμα εν τους είδαν Σίλιοι εξακόσιοι δεκαεννιά εμείνασιν χαμένοι, κανένας μας δεν ήξερεν, ήταν αγνοουμένοι. Οι Τούρτζιοι εν ομολόησαν, ποττέ τι τους εκάμαν, ώσπου τζιαι είπεν ο Ντεκτάς, πως ούλλοι επεθάναν (2). Τζεινοι που εγλιτώσασιν του Τούρκου το πιστόλι, εφύασιν που τα χωρκά, τζιαι επήαν εις την πόλην. Εστήσασιν τσατίρκα, πολλά, εις τη σειρά, να μείνουν οι μανάδες, γιαγιάδες τζιαι μωρά, ακόμα τζιαι σκολεία γρειάστηκε να στήσουν, τζι οι δάσκαλοι εγράφασιν σε χώμα τζιαι σε ξύλο! Δεν έφταναν όλα όσα ζήσαμε, έφτασε και στη χώρα μας η χούντα τη Ελλάδας. Το 1974 έγινε μια μάχη και ο τουρκικός στρατός βρίσκει αφορμή, να κάνει στην Κύπρο εισβολή για να την κατακτήσει. Πολλά αεροπλάνα έριχναν βόμβες και σφαίρες, έπεφταν και στρατιώτες με αλεξίπτωτα από τους αιθέρες. Βγήκαν στους δρόμους (οι άνθρωποι) φορώντας ακόμη τις πιτζάμες τους, άκουγαν τις σειρήνες και έτρεμαν από φόβο. Η αλήθεια είναι πώς οι πρόσφυγες που έφυγαν από τα σπίτια τους ένιωσαν έντονα την πείνα και τη δίψα. Πολλοί άνθρωποι τότε διώχτηκαν και βασανίστηκαν, και όλοι άντρες, γυναίκες και μωρά ρωτούσαν «μέχρι πότε;» Πολλοί στρατιώτες μας μεταφέρθηκαν στην Τουρκία, βασανίστηκαν μα δεν ομολόγησαν. Αιχμάλωτοι φορτώθηκαν σε πλοία και μεταφέρθηκαν στα Άδανα και από τότε δεν επέστρεψαν. 1619 παρέμειναν χαμένοι, κανείς δεν γνώριζε τι απέγιναν, είναι αγνοούμενοι. Οι Τούρκοι ποτέ δεν ομολόγησαν τι έκαναν σε αυτούς, μόνο ο Ντεκτάς ανέφερε πως μάλλον όλοι είναι νεκροί. Όσοι γλίτωσαν από τα όπλα, έφυγαν από τα χωριά τους και πήγαν στις πόλεις να γλιτώσουν. Στήθηκαν πολλά αντίσκηνα, στη σειρά, για να μείνουν οι μητέρες με τα παιδιά τους. Ακόμη και σχολεία στήθηκαν και οι δάσκαλοι έγραφαν όπου μπορούσαν 3
Μήνες πολλοί επέρασαν μες τους καταυλισμούς, ώσπου να παν να μείνουσιν, μες τους συνοικισμούς. Τζιαμαί ενι τζιαι σήμερα, σιλιάδες των προσφύγων που καρτερούν μερόνυχτα να έβρουσιν το δίκιον Άλλοι εμείναν στα χωρκά, κλεισμένοι, εγκλωβισμένοι, να μείνουν εις τον τόπο τους ήταν πεισματωμένοι. Τζερύνεια τζιαι Αμμόχωστο, κρατούν τες, τζι εν γυρίζουν, μα εμείς πίσω τες θέλουμε, μα τζείνοι εν καϊλίζουν. Μόρφου τζιαι Λύση τζιαι Τζυρά τζι Απόστολο Αντρέα, Αης Αμβρόσης, Αης Επίκτητος, λαλούν ήταν ωραία (3). Τα όμορφα χωρκούθκια μας, τα σπίθκια, οι εκκλησιές μας τωρά εγίναν γέρημα, στάβλοι, τζαμιά τζιαι κέντρα. Εκλέψαν που τες εκκλησιές εικόνες των Αγίων, τζιαι πήαν τζιαι πουλήσαν τες, στα σπίθκια των πλουσίων. Μες τα νεκροταφεία μας εμπήκαν οι βαρβάροι, τζιαι εσύραν κάτω τους σταυρούς, εκάμαν τους βουνάριν. «Κράτος» το ονομάσασιν, τον τόπον το δικό μας, ψεύτικο ούλλοι το λαλούν, θωρούν το δίκαιο μας. 1619 ένι οι αγνοουμένοι, μάχουνται κόμα να τους βρουν, με μιαν ψυσιήν καμένη. Βρίσκουν πολλούς τα κόκκαλα θαμμένα μες το χώμα, τζαι τα διούν στους συγγενείς, που ελπίζουσιν ακόμα. Κάμνουν κηδείες με τιμές τζιαι δάφνινα στεφάνια, σαν ήρωες τους θάφκουσιν, κότζαμου παλλικάρκα. Τα γρόνια γλήορα τζυλούν, επήασιν σαράντα που το μιάλον το κακόν, που εχάσαμεν τα πάντα. Οι κυβερνήσεις μας εμάς, χρόνια σαράντα φέτος θέλουν να καταλήξουσιν σε λύση τζι έναν τέλος. Πέρασαν πολλοί μήνες διαβίωσης στους καταυλισμούς, μέχρι να ετοιμαστούν οι κυβερνητικοί προσφυγικοί οικισμοί. Εκεί μένουν μέχρι και σήμερα χιλιάδες πρόσφυγες που ακόμη περιμένουν να αποδοθεί δικαιοσύνη. Κάποιοι πεισματικά έμειναν στα κατεχόμενα χωριά τους ως εγκλωβισμένοι. Κερύνεια και Αμμόχωστος είναι από τότε κατεχόμενες, τις θέλουμε πίσω, μα δεν τις δίνουν Μόρφου, Λύση, Κυρά, Απόστολος Αντρέας, Άγιος Αμβρόσιος, Άγιος Επίκτητος, λένε πως ήταν όμορφοι τόποι. Τα όμορφα χωριουδάκια μας, τα σπίτια, οι εκκλησίες, ερήμωσαν ή έγιναν στάβλοι, τζαμιά και κέντρα ψυχαγωγίας. Κλάπηκαν από τις εκκλησίες πολύτιμες αγιογραφίες και πουλήθηκαν σε πλούσιους συλλέκτες. Μπήκαν στα νεκροταφεία και κατέστρεψαν τάφους και σταυρούς. Ονόμασαν το κατεχόμενο μέρος «κράτος», αλλά κανένας δεν το αναγνωρίζει. 1619 άνθρωποι είναι αγνοούμενοι. Γίνονται ακόμη απέλπιδες προσπάθειες να διακριβωθεί η τύχη τους. Εντοπίζονται τα οστά πολλών αγνοουμένων και επιστρέφονται στους συγγενείς, που ακόμη ελπίζουν. Γίνονται κηδείες με τιμές και δάφνινα στεφάνια, κηδεύονται σαν ήρωες τα παλικάρια. Σαράντα χρόνια πέρασαν πολύ γρήγορα, από τότε που έγινε το μεγάλο το κακό και χάθηκαν τα πάντα. Οι δικές μας κυβερνήσεις τόσα χρόνια προσπαθούν να καταλήξουν σε μια λύση, για να δοθεί τέλος στη αδικία. 4
Μα οι Τούρτζιοι οι κατακτητές στήνουν πολλύν γινάτι, δεν δέχουνται να φύουσιν, εβάλαν μας στο μάτι. Σαράντα γρόνους καρτερούν οι πρόσφυγες με ελπίδα πως κάποτε μες τούντην γη, θα φέξει μια ηλιαχτίδα. Να ρτει, να φέρει φώτιση, μες τα μυαλά των Τούρκων, να πάρουν πίσω τον στρατό, τα όπλα τζιαι το βούρκον. Εσείς, Τούρτζιοι κατακτητές, να πάτε σ άλλα μέρη, γιατί δαμαί, στην Κύπρο μας, κανένας δεν σας θέλει. Θεέ μου παντοδύναμε που σαι στους ουρανούς μας κάμε να έρτει τζιαι δαμαί, το δίκιον του λαού μας! Οι Τούρκοι κατακτητές με πείσμα δεν αποδέχονται να φύγουν. Σαράντα χρόνια περιμένουν με ελπίδα οι πρόσφυγες, πώς κάποτε στη γη μας θα φέξει μια ηλιαχτίδα. Η ηλιαχτίδα θα φωτίσει το μυαλό των Τούρκων για να απομακρύνουν το στρατό, τα όπλα και ό,τι σχετικό. Εσείς Τούρκοι κατακτητές να πάτε σε άλλα μέρη, γιατί εδώ στην Κύπρο μας κανένας δε σας θέλει. Θεέ μου παντοδύναμε που είσαι στον ουρανό μας, κάνε να έρθει και εδώ δικαιοσύνη για το λαό μας. 1. Εικόνα από το κείμενο «Το ξεσπίτωμα», της Νάγιας Ρούσου (από το βιβλίο «Κυπριακό Ανθολόγιο», Μέρος Β, σσ. 218-19) 2. Πληροφορία από το ντοκιμαντέρ «ΑΤΤΙΛΑΣ 74» του Μιχάλη Κακογιάννη 3. Χωριά από τα οποία κατάγονται τα παιδιά. Εργάστηκαν τα παιδιά: Λουκάς Λοΐζου, Έλενα Παττίχη, Μίνος Παπαγεωργίου, Σοφία Ιωαννίδου, Στέφανος Πολυκάρπου, Λαρίσα Στογιαν, Ιωάννης Ζύγκας, Χριστιάνα Κυπριανού, Γιώργος Διανέλλος, Άντρια Κοτζιαμάνη, Αντρέι Λούγκου, Σίλια Γαλατοπούλου, Παναγιώτης Μανώλη, Ροξάνα Ντομπρέα, Χαράλαμπος Σωτηρίου 5