(κείµενο βασισµένο σε απόφαση του Συµβουλίου της Επικρατείας) Με την κρινόµενη µήνυση, ο αιτών ζητεί αποδεκτώς την ακύρωση της ανακλητικής της οικοδοµικής άδειας πράξης του Προϊσταµένου του Πολεοδοµικού Γραφείου Σκοπέλου. Στο άρθρο 21 του Συντάγµατος ορίζεται, στη µεν παρ. 1 ότι «Η οικογένεια σαν θεµέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και η µνηστεία, η µητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν στην προστασία του Κράτους», στη δε παρ. 4 ότι «Η απόκτηση κατοικίας εκ µέρους όλων όσων την στερούνται ή στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί υποκείµενο ειδικής φροντίδας του Κράτους». Εξάλλου, στο άρθρο 24 του Συντάγµατος προβλέπονται τα εξής: «1. Η προστασία του φυσιολογικού και πολιτιστικού περιβάλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους 2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της χώρας, η διαµόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόµηση και η συρρίκνωση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθµιστική 1
αρµοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, µε σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισµών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι επιβίωσης.» Από το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγµατος προκύπτει ότι η οικογένεια έχει αναγαγεί σε συνταγµατικώς προστατευόµενο θεσµό, η προστασία της οικογένειας περιλαµβάνει και τη µέριµνα για την απόκτηση επαρκής οικογενειακής στέγης, που, σύµφωνα άλωστε µε ρητή πρόβλεψη της παρ. 4 του άρθρου 21, αποτελεί αντικείµενο ειδικής φροντίδας του Κράτους. Είναι τόσες πολλές οι οικογένειες οι οποίες χρίζουν της µέριµνας αυτής που η εν λόγω διάταξη κρίθηκε αναγκαία. Η παρεχόµενη από την Πολιτεία διευκόλυση για την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών οικογενειών χαµηλής οικονοµικής υποστάθµης, µπορεί, κατά την εκτίµηση του νοµοθέτη, να συνίσταται και στη δυνατότητα ανέγερσης κύριας κατοικίας µε ευνοϊκούς, από την άποψη αυτή, όρους δόµησης και κατά παρέκλιση από τους γενικώς ισχύοντες όρους οικοδόµησης στην περιοχή. Ενόψη όµως του ότι το φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον αποτελεί δικονοµικώς προστατευόµενο αγαθό, σύµφωνα µε το άρθρο 24 του Συντάγµατος, το οποίο επιβάλλει την 2
χωροταξιακή και πολεοδοµική διαµόρφωση βάση ορθολογικού σχεδιασµού, προσανατολισµένος στις πολιτικές αξίες και παραδόσεις και προσαρµοσµένος στην ιδιοσυγκρασία και τις ανάγκες της περιοχής, ώστε να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατόν όροι ζωής, θα πρέπει η εξαίρετη ρύθµιση που επιτρέπει την κατά παρέκκλιση και πάντως στο άκρο αναγκαίο µέτρο δόµηση, για την απόκτηση οικογενειακής σκεπής, αφ' ενός να συνοδεύετε από όρους και περιορισµούς που θα εξουδετερώνουν ή τουλάχιστον θα περιορίζουν στο ελάχιστο τις δυσµενείς επιπτώσεις στο φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον και στις συνθήκες διαβίωσης, αφ' ετέρου δε να εισάγεται µε νόµο ή µε προεδρική διαταγή εκδιδόµενη µε ειδικό νοµοθετικό πληρεξούσιο, που περιέχει τη βάση της ρυθµίσεως, σύµφωνα µε τα άρθρα 26 παρ. 1, 24 παρ. 2 και 43 παρ. 2 του Συντάγµατος. Το άρθρο 41 του Ν. 1337/2009, όπως δηµοσιεύθηκε στο Φύλλο της Κυβερνήσεως, ορίζει τα εξής: «Στις περιπτώσεις οικοδοµητέων οικοπέδων µπορεί, ύστερα από απόφαση της αρµόδιας Αρχιτεκτονικής Επιτροπής, να εγκρίνεται, κατά παρέκκλιση από τους όρους και περιορισµούς δόµησης της περιοχής, η χορήγηση ειδικής άδειας (άδεια οικογενειακής 3
στέγης) αποκλειστικά για την κατασκευή κύριας κατοικίας του ιδιοκτήτη του οικοπέδου, γονέων µέχρι 1ου βαθµού αυτού και της συζύγου του και κατιόντων του, εφόσον όλοι αυτοί κατοικούν µόνιµα στην πόλη ή τον οικισµό και δεν έχουν σ' αυτόν άλλο οικοδοµήσιµο οικόπεδο. Η συνολική επιφάνεια των κτησµάτων του άρθρου αυτού δεν µπορεί να είναι µεγαλύτερη από 240 µ3 και το κτήσµα δεν µπορεί να υπερβαίνει τους τρείς ορόφους ή να γίνεται υπέρβαση του ποσοστού κάλυψης που ισχύει στην περιοχή. Εν πάσει περιπτώσει η συνολική δοµούµενη επιφάνεια δε µπορεί να αντιστοιχεί σε συντελεστή δόµησης µεγαλύτερου του 2,40. Η Αρχιτεκτονική Επιτροπή στις περιπτώσεις του άρθρου αυτού µπορεί να µην εξαντλήσει το όριο των 230 µ2 της προηγούµενης παραγράφου ή τον αριθµό ορόφων και γενικά µπορεί να διαµορφώσει κατά τον προσφορότερο δυνατό τρόπο σε κάθε συγκεκριµένη περίπτωση, την τοποθέτηση του κτιρίου και τους όγκους του, την εµφάνισή του και γενικά την εναρµόνισή του προς το άµεσο περιβάλλον, επιβάλοντας κάθε απαιτούµενο κατά την κρίση της σχετικό περιορισµό. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρµόζονται στα ήδη εγκεκριµένα σχέδια πόλεων στους οικισµούς προ του 1823. Η κρίση σε κάθε συγκερκιµένη περίπτωση για την πλήρωση των προϋποθέσεων χαρακτηρισµού της 4
οικογενειακής στέγης κατά την παρ. 1 του άρθρου αυτού ανήκει στην Αρχή που επιδίδει την οικοδοµική άδεια. Με βούλευµα του Υπουργού Χοροταξίας, Οικισµού και Περιβάλλοντος µπορεί να κανονισθεί κάθε συµπληρωµατικός όρος των προϋποθέσεων χαρακτηρισµού της οικογενειακής στέγης, κάθε λεπτοµέρεια σχετιζόµενη µε το θεσµό αυτόν και κάθε θέµα που αναφέρεται στη διαδικασία εφαρµογής του άρθρου αυτού. Εάν µέσα σε µία πενταετία από την έκδωση της άδειας, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου αυτού, γίνουν διαβιβάσεις εν ζωή του ακινήτου ή µέρους αυτού που καλύπτουν τον επιπλέον συντελεστή, εφαρµόζονται κατ'ανάγκη και ανάλογα οι διατάξεις του άρθρ. 3 του Ν. 880/1979. Με Π. /γµα που εκδίδεται µε πρόταση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευµάτων µπορεί να καθορίζεται κάθε λεπτοµέρεια για την εφαρµογή του άρθρου αυτού». Με το άρθρο 1 της Γ622/61/1984 υπουργικής αποφάσεως, όπως η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού καταργήθηκε µε την παράγραφο 1 της 44382/2451/1989 υπουργικής απόφασης, ορίζονται συµπληρωµατικοί όροι για την εκχώρηση άδειας οικογενειακής στέγης και ειδικότερα τα εξής: «1. Το οικόπεδο πρέπει να είναι οικοδοµήσιµο σύµφωνα µε τις ισχύουσες 5
πολεοδοµικές διατάξεις και η χρήση για κατοικία να µην αντίκειται στις προβλεπόµενες χρησιµοποιήσεις για την περιοχή από τα ειδικά διατάγµατα ή το γενικό πολεοδοµικό σχέδιο ή την πολεοδοµική µελέτη. 2. Ο δικαιούχος οικογενειακής στέγης πρέπει να είναι κύριος του οικοπέδου για το οποίο χορηγείται άδεια οικογενειακής στέγης. 3. Προκειµένου για πόλεις µε πληθυσµό άνω των 25.000 κατοίκων, ο κύριος του οικοπέδου πρέπει να διαµένει µόνιµα επί δύο (2) τουλάχιστον έτη ή, σε περίπτωση που είναι υπάλληλος ( ηµόσιος ή Ιδιωτικός ή Νοµικού Προσώπου ηµοσίου ή Ιδιωτικού ικαίου), να εργάζεται επί ενός (1) τουλάχιστο επισυναπτού έτους στην πόλη ή τον οικισµό. Για την αναγκαστική εκτέλεση των διατάξεων του άρθρου 41 του Ν. 1337/1983 και της απόφασης αυτής, σαν πόλη νοείται το σύνολο των ήµων και των Κοινοτήτων, που την αποτελούν και που περιλαµβάνονται στον αντίστοιχο πίνακα πολεοδοµικών συγκροτηµάτων της επιτηρίδας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος. 4. Ο κύριος του οικοπέδου και τα λοιπά µέλη της οικογένειας δεν έχουν στην ίδια πόλη ή οικισµό άλλο οικοδοµήσιµο ή οικοδοµηµένο οικόπεδο στο οποίο υπάρχει ή µπορεί - σύµφωνα µε τους ισχύοντες όρους δόµησης της περιοχής - να αναγερθεί κατοικία (ή διαµέρισµα), που να επαρκεί για την κάλυψη των στεγαστικών τους αναγκών στο ίδιο 6
ακίνητο. Για την εκτίµηση αυτών των αναγκών, λαµβάνεται σαν απαραίτητη δοµηµένη επιφάνεια κατοικίας εµβαδόν τριάντα (30) τ. µέτρα κατά άτοµο και ελάχιστη δοµηµένη επιφάνεια κατοικίας ογδόντα (80) τ. µέτρα, ανεξαρτήτου αριθµού ατόµων. Εφ' όσον όµως η υφιστάµενη ή δυναµένη να ανεγερθεί κατοικία είναι ίση ή µεγαλύτερη των 240 µ2 δεν παρέχεται άδεια οικογενειακής στέγης. 5. Εάν η άδεια αυτή αφορά προθήκη σε υπάρχουσα οικοδοµή είτε αναθεώρηση που συνεπάγεται την αύξηση του εµβαδού της οικοδοµής, τότε οι προϋποθέσεις, οι λοιποί όροι και περιορισµοί καθώς και η έγκριση της Επιτροπής Εξασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Νοµού αναφέρονται στο σύνολο της οικοδοµής. 6. Οι ειδικές αυτές άδειες διέπονται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις του από 3.9.1983 Β. /τος «Τρόπος έκδοσης οικοδοµικών αδειών και έλεγχος των αναγειροµένων οικοδοµών». Περαιτέρω, µε το άρθρο 2 της Γ 622/61/1984 υπουργικής αποφάσεως προβλέπεται ότι «Η Επιτροπή Εξασκήσεως Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Νοµού, προκειµένου να αποφασίσει για τη χορήγηση άδειας οικογενειακής σκέπης λαµβάνει υπόψη της και τα εξής: 1. Εκτός από τις ισχύουσες πολεοδοµικές διατάξεις, τους όρους δόµησης της περιοχής και τα ειδικά ανά 7
περίπτωση πολεοδοµικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. 2. Για περιπτώσεις που ζητείται υπέρβαση του αριθµού πατωµάτων της περιοχής, αποτιµάται το τυχόν ειδικό καθεστώς και ο διαµορφωµένος ή προβλεπόµενος χαρακτήρας του οικισµού ( παραδοσιακός, παραθεριστικός, τουριστικός, µε ειδικούς όρους δόµησης), καθώς και θέσεις του οικισµού µε ιδιαίτερο πολεοδοµικό, αισθητικό, αρχαιολογικό ή άλλο ενδιαφέρον». Με το άρθρο 3 της ίδιας υπουργικής αποφάσεως καθορίζονται τα απαιτούµενα δικαιολογητικά, µεταξύ των οποίων περιλαµβάνεται ένορκος δήλωση του Ν.. 105/69, στην οποία αναγράφεται, πλην άλλων, ότι ο κύριος και τα λοιπά µέλη της οικογένειας, που πρόκειται να κατοικήσουν στο ακίνητο που θα ανεγερθεί, είναι µόνιµοι κάτοικοι της πόλης ή του οικισµού και ορίζεται ότι «Για την περίπτωση πόλης άνω των 25.000 κατοίκων στην παραπάνω δήλωση αναφέρεται πρόσθετα η συµπλήρωση τουλάχιστον 2ετίας µόνιµης διαµονής για τον κύριο του οικοπέδου ή αν είναι υπάλληλος αντί της 3ετίας µπορεί η παραπάνω βεβαίωση να συνοδεύεται από βεβαίωση της υπηρεσίας του ό,τι έχει συµπληρώσει τουλάχιστον ένα (1) έτος µόνιµης ενασχόλησης στην πόλη αυτή. Με την υπεύθυνη δήλωση συνυποβάλλονται και οποιαδήποτε στοιχεία που να αναδεικνύουν τα παραπάνω (φορολογική δήλωση, ειδοποιήσεις από 8
ηµόσιους Οργανισµούς ή Υπηρεσίες, ή Τράπεζες, επιταγές, βεβαιώσεις από σχολείο, κλπ.) κατά την κρίση της αρµόδιας Πολεοδοµικής Αρχής». Σε περίπτωση µη πληρότητας των αιτουµένων πιστοποιητικών, οι φορείς που τα παραλαµβάνουν απεκδύονται της ευθύνης για τυχούσα µη έκδοση της αδείας. Με το άρθρο 4 της προαναφερθείσας αποφάσεως προβλέπεται ότι: «1. Η άδεια οικογενειακής στέγης χορηγείται για την κατασκευή µιας ενιαίας κατοικίας. 1α. Είναι δυνατή η κατασκευή περισσότερων της µιας αυτοτελούς κατοικίας, στην ενιαία ιδιοκτησία του δικαιούχου οικογενειακής στέγης, εφόσον οι αυτοτελείς κατοικίες χρησιµοποιηθούν αποκλειστικά από τα µέλη της οικογενείας του που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 41 του Ν. 1337/83. 2. Η ειδική οικοδοµική άδεια χορηγείται κατ' αρχάς µόνο µια φορά σε κάθε νοµικό πρόσωπο βάσει της υφιστάµενης οικογενειακής του κατάστασης κατά το χρόνο αιτήσεως της άδειας. Είναι όµως δυνατή η χορήγηση και άλλης άδειας στο ίδιο πρόσωπο, εάν αποδεδειγµένα άλλαξε η οικογενειακή του κατάσταση µε τον περιορισµό της παρ. 4 του ίδιου άρθρου. 3. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος οικογενειακής στέγης δεν έχει που την κεφαλή κλίναι ή δεν είναι ψιλός κύριος του οικοπέδου κατά πλήρες δικαίωµα ιδιοκτησίας αλλά ιδιοκτήτης δανεικού µεριδίου, η ειδική άδεια 9
οικογενειακής στέγης αναφέρεται στο δανεικό µερίδιο του, για το οποίο και µόνο είναι δυνατή η προσαύξηση του εµβαδού της δοµήσιµης επιφάνειας. Για τον υπολογισµό του τελικού εµβαδού που αντιστοιχεί σε κάθε δικαιούχο στην πιο πάνω περίπτωση, η µέγιστη επιφάνεια που θα µπορούσε να δοµηθεί σε ολόκληρο το οικόπεδο αν γινόταν ενιαία εφαρµογή του θεσµού κατανέµεται ανάλογα µε το ποσοστό συνιδιοκτησίας του δικαιούχου, όπως αυτό αναφέρεται στην ένορκο δήλωση της παρ. 1 στοιχ. (γ) του άρθρου 3. Σε καµία περίπτωση δεν επιτρέπεται για ολόκληρο το οικόπεδο, ο συντελεστής δόµησης να υπερβαίνει το 2,40, το σύνολο της δοµηµένης επιφάνειας τα 240µ2, ο αριθµός ορόφων τους τρείς (3) ή το ποσοστό συγκάλυψης το µέγιστο επιτρεπόµενο της περιοχής, µε εφαρµογή κατά τα λοιπά των διατάξεων του ΚΟΚ. Εφόσον, στις περιπτώσεις συνιδιοκτησίας, εκδίδεται η οικοδοµική άδεια ενιαία για ολόκληρο το οικόπεδο, αναφέρεται για ποιά διαµερίσµατα ισχύει σαν «ειδική άδεια οικογενειακής στέγης», ενώ για τα λοιπά (µη δικαιούχων) ισχύει σαν κοινή. Η Επιτροπή Ενάσκησης Αρχιτεκτονικού Ελέγχου του Νοµού αποφαίνεται για το σύνολο της οικοδοµής. 10
Τα ποσοστά συνδιαχείρισης επί του οικοπέδου δεν µεταβάλονται συνεπεία τυχόν εφαρµογής του θεσµού οικογενειακής στέγης». Με το άρθρο 5 τέλος καθορίζεται η διαδικασία χορηγήσεως της άδειας. Με τις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν. 1337/1983, όπως αυτές συµπληρώνονται µε τις διατάξεις των εκδοθέντων αποφάσεων Γ 622/61/1984 και Γ 355/24/1985 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων, εισάγεται εξαιρετική ρύθµιση, η οποία επιτρέπει την, κατά παρέκκλιση από τους ισχύοντες όρους και περιορισµούς, δόµηση, µε τη χορήγηση ειδικής άδειας (άδειας οικογενειακής στέγης), µε σκοπό, όπως επισηµαίνεται στην εισηγητική ανασκόπηση του νόµου, την ικανοποίηση των στεγαστικών αναγκών οικογενειών χαµηλής οικονοµικής στάθµης, σε µία προσπάθεια διατήρησης και των παραδοσιακών οικογενειακών δεσµών. [ ] Περαιτέρω οι µειοψηφούντες δικαστές οµόφωνα κρίνουν ότι η αναιρεσιβαλλόµενη απόφαση είναι ανίσχυρη και τούτο διότι η παρεχόµενη προς τον Υπουργό εξουσία µε την παρ. 6 του εν 11
λόγω άρθρου δεν είναι συνταγµατικώς έγκυρη, αφού η εξαιρετική ρύθµιση για την οικογενειακή στέγη µόνο µε νόµο ή µε προεδρικό ψήφισµα, εκδιδόµενο µε βάση ειδική νοµοθετική εξουσιοδότηση, µπορεί να θεσπισθεί. Ως εκ τούτου, η περί ου ο λόγος οικοδοµική άδεια ως µη έδει ανακλήθηκε. Ενόψει των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η κρινόµενη αίτηση και να γίνει δεκτή η επέµβαση. 12