Ίδρυµα Οικονοµικών & Βιοµηχανικών Ερευνών Η Ελληνική Οικονοµία 3/05 Τριιµηνιιαίία Έκθεση Αρ.. Τεύχους 44,, Φεβρουάριος 2006
ΕΠΙΙΣΚΟΠΗΣΗ Στο 3,7% η ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας το 2005 Σύµφωνα µε τα τελευταία στοιχεία της ΕΣΥΕ, το 2005 η ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας επιβραδύνθηκε µεν, αλλά λιγότερο απ ότι είχε αρχικά προβλεφθεί. Η ανα- µενόµενη αυτή εξέλιξη ήταν αποτέλεσµα της υποχώρησης του ρυθµού των επενδύσεων που συνδέονταν µε τους Ολυµπιακούς Αγώνες, της επιβράδυνσης του υψηλού, πάντως, ρυθµού ανόδου των ναυτιλιακών εισπράξεων από τις αρχές του 2005 και της σηµαντικής ανόδου της διεθνούς τιµής του πετρελαίου. Σε κάθε περίπτωση και παρά την επιβράδυνση, η ελληνική οικονοµία, λόγω και της µακροοικονοµικής σταθερότητας µε τη συµµετοχή στη ζώνη του ευρώ, εµφανίστηκε το 2005 αρκετά ανθεκτική στις δυσµενείς επιδράσεις και διαταραχές, εµφανίζοντας έναν από τους ταχύτερους ρυθµούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, όπου ο αντίστοιχος µέσος όρος εκτιµάται µόλις σε 1,3%. Στα ίδια περίπου επίπεδα η προβλεπόµενη άνοδος το 2006 Μετά την άνοδο του 2005, η οποία τελικώς ήταν σχετικώς ισχυρή, προβλέπεται ότι και το 2006 θα συνεχισθεί η αύξηση του ΑΕΠ µε ρυθµό που θα κυµανθεί περί το 3,5%. Κινητήρια δύναµη της ανόδου θα είναι η εγχώρια ζήτηση και ιδιαίτερα η συνεχιζόµενη δυναµική πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης. Από την άλλη πλευρά διαφαίνεται και η πιθανότητα αντιστροφής της πτωτικής πορείας των επενδύσεων και ελαφράς αυξήσεώς τους. Οι προβλέψεις αυτές στηρίζονται στην υπόθεση της αποδοτικής εφαρµογής των µεταρρυθµίσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη. Σταδιακή βελτίωση του επιχειρηµατικού κλίµατος Η πιθανότητα επαλήθευσης των σχετικώς αισιόδοξων προοπτικών για το 2006 ενισχύεται από τη διαφαινόµενη βελτίωση του επιχειρηµατικού κλίµατος, η οποία καταγράφεται τους τελευταίους µήνες. Η πτωτική πορεία που είχε αρχίσει τον Μάιο του 2004 φαίνεται ότι ανακόπτεται στα µέσα του 2005 και έκτοτε η εξέλιξη του σχετικού δείκτη της Ε.Ε. χαρακτηρίζεται από βραδεία µεν, αλλά ανοδική τάση. Η τάση αυτή ενδυναµώνεται στα τέλη του 2005, όταν ο δείκτης σηµείωσε τη µεγαλύτερη αύξηση µεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Η βελ- 2
τίωση συνεχίσθηκε και τον Ιανουάριο του 2006 µε σχετικώς έντονο ρυθµό. Η αντιστροφή του κλίµατος εντοπίζεται σε όλους τους τοµείς της οικονοµίας, µε διαφορετική ωστόσο ένταση: είναι εµφανέστερη και µεγαλύτερης διάρκειας στις επιχειρηµατικές προσδοκίες, ενώ η καταναλωτική εµπιστοσύνη παραµένει χαµηλή µε ενδείξεις πιθανής βελτίωσης µόνο στις αρχές του 2006. Πρόοδος στη δηµοσιονοµική προσαρµογή, παραµένουν όµως αβεβαιότητες Οι δηµοσιονοµικές εξελίξεις παρουσιάζονται τελικώς ευνοϊκότερες από τις αναµενόµενες, κυρίως λόγω ανάκαµψης των εσόδων στα τέλη του έτους. Ιδιαίτερα θα πρέπει να επισηµανθεί ο περιορισµός του ελλείµµατος κατά 2,3 ποσοστιαίες µονάδες. Πρόβληµα παραµένουν οι πρωτογενείς δαπάνες, καθώς η επιβαλλόµενη επιβράδυνση του ρυθµού ανόδου τους δεν φαίνεται να είναι αρκετή. Ο Προϋπολογισµός του 2006 δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά στον τοµέα των πρωτογενών δαπανών, οι οποίες προβλέπεται ότι θα αυξηθούν κατά 6,4%, ταχύτερα δηλαδή απ ότι αυξήθηκαν εφέτος. Ετσι, ο φιλόδοξος στόχος περιορισµού του ελλείµ- µατος της γενικής κυβέρνησης κάτω από το κρίσιµο όριο του 3%, που προβλέπεται από το Σύµφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, εξαρτάται καθοριστικά από την αύξηση των εσόδων. Η αύξηση µπορεί µεν να επιβάλλεται από τον επείγοντα χαρακτήρα των προβληµάτων που πρέπει να αντιµετωπισθούν στο άµεσο µέλλον, δε µπορεί όµως να αποτελέσει µόνιµο στοιχείο της δηµοσιονοµικής πολιτικής, καθώς τα έσοδα υπόκεινται στις αβεβαιότητες και διακυµάνσεις της οικονοµικής συγκυρίας. Σταθερή, βιώσιµη και µη ανατρέψιµη βελτίωση της δηµοσιονοµικής κατάστασης µπορεί να επιτευχθεί µόνο µε τη συστηµατική µείωση των δηµοσίων δαπανών. Είναι βέβαια σαφές ότι η µείωση αυτή συνεπάγεται µεγάλου εύρους αλλαγές και µεταρρυθµίσεις, οι οποίες ασφαλώς απαιτούν χρόνο για να εφαρµοσθούν και να αποδώσουν. Γι αυτό απαιτείται ένα πρόγραµµα δηµοσιονοµικής προσαρµογής που θα επικεντρώνεται στις δαπάνες µε µέτρα µόνιµου χαρακτήρα και θα υπερβαίνει χρονικά τα στενά όρια ενός Προϋπολογισµού. Κεντρικό ζήτηµα σ ένα τέτοιο µεσοπρόθεσµο πρόγραµµα προσαρµογής θα είναι βέβαια οι δαπάνες για το ασφαλιστικό, που πρέπει να αντιµετωπισθούν στο πλαίσιο γενικότερων αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστηµα. 3
Επιταχύνονται οι διαρθρωτικές αλλαγές Στο δεύτερο εξάµηνο του 2005 συνεχίσθηκε η προσπάθεια της οικονοµικής πολιτικής να αντιµετωπίσει χρόνια διαρθρωτικά προβλήµατα της ελληνικής οικονοµίας. Ειδικότερα σηµειώνεται ο νέος νόµος για τη λειτουργία των ΕΚΟ, ο οποίος αγγίζει άµεσα τον ευρύτερο ηµόσιο Τοµέα, το µέγεθος και ο τρόπος λειτουργίας του οποίου αποτελεί ένα από τα σηµαντικότερα προβλήµατα της ελληνικής οικονοµίας. Με την εφαρµογή του νόµου διευκολύνεται ο εκσυγχρονισµός της λειτουργίας αυτών των δηµόσιων επιχειρήσεων, η βελτίωση της αποδοτικότητάς τους και των οικονοµικών τους στοιχείων, αλλά και µία καλύτερη θωράκιση στην αναµενόµενη απελευθέρωση των αγορών και την περαιτέρω ανταγωνιστική πίεση. Εκτιµάται ότι η κινητικότητα που εµφανίζει η οικονοµική πολιτική στον τοµέα των διαρθρωτικών µεταβολών λειτουργεί θετικά στην οικονοµία και πιθανώς συµβάλλει στη βελτίωση του κλίµατος που καταγράφεται στην παρούσα έκθεση. Είναι βέβαια γεγονός ότι η πλήρης ενεργοποίηση όλων αυτών των ρυθµίσεων θα εκδηλωθεί εντός του 2006, οπότε και θα αρχίσει να διαφαίνεται αφενός, η αποτελεσµατικότητα και οι επιπτώσεις των ρυθµίσεων αυτών στην πράξη, αφετέρου, ο τρόπος και ο βαθµός στον οποίο η κοινωνικοοικονοµική δραστηριότητα της χώρας θα προσαρµοστεί σε αυτές. Το κλίµα πάντως που έχει διαµορφωθεί µέχρι σήµερα δείχνει σαφέστερα τη διάθεση αλλαγών και µεταρρυθµίσεων σε τοµείς µε χρόνια προβλήµατα, που λειτουργούσαν ως εµπόδια στην περαιτέρω ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας. Σηµειώνεται ωστόσο ότι η δέσµευση της Κυβέρνησης σε αυτές τις µεταρρυθµίσεις υπόκειται και σε αβεβαιότητες, που συνδέονται µε πολιτικές επιλογές, οι οποίες όσο προσεγγίζουν οι εθνικές εκλογές, ενδέχεται να επηρεάζονται εντονότερα από πιθανές αντιδράσεις στις µεταρρυθµίσεις. Εξελίξεις στην Επιχειρηµατικότητα Στις αρχές του 2006 δόθηκε στη δηµοσιότητα η Παγκόσµια Έκθεση για την Επιχειρηµατικότητα από το Παγκόσµιο Παρατηρητήριο για την Επιχειρηµατικότητα (Global Entrepreneurship Monitor, GEM). Στην Εκθεση παρουσιάζονται τα ευρήµατα του διεθνούς ερευνητικού προγράµµατος για την επιχειρηµατικότητα σε 35 χώρες, στο οποίο µετέχει το ΙΟΒΕ, το οποίο είναι υπεύθυνο τόσο για την επεξεργασία των εθνικών δεδοµένων που περιλαµβάνονται στην παγκόσµια έκθεση, όσο και για την έκδοση ετήσιας εθνικής έκθεσης για την επιχειρηµατικότητα στη χώρα µας. 4
Μερικά από τα κυριότερα συµπεράσµατα που προκύπτουν από την τελευταία έκθεση του Παρατηρητηρίου συνοψίζονται στα ακόλουθα: Το 2005 ένα 6,5% του ελληνικού πληθυσµού ηλικίας 18-64 ετών βρισκόταν στα αρχικά στάδια έναρξης επιχειρηµατικής δραστηριότητας (συµπεριλαµβανοµένης της αυταπασχόλησης). Σε αυτήν την οµάδα περιλαµβάνονται τόσο τα άτοµα που είχαν ξεκινήσει κάποιες προκαταρτικές ενέργειες στην κατεύθυνση έναρξης κάποιας επιχείρησης (επίδοξοι επιχειρηµατίες), αλλά και όσοι/όσες είχαν πράγµατι ξεκινήσει µια επιχείρηση και είχαν πληρώσει µισθούς για τουλάχιστον τρεις µήνες, αλλά λιγότερο από 42 µήνες (νέοι επιχειρηµατίες). Με την επίδοση του 6,5% η Ελλάδα κατατάσσεται ακριβώς στη µέση της σχετικής κλίµακας (στην 17 η θέση των 35 χωρών), ωστόσο είναι η 5 η ευρωπαϊκή (σε 20 χώρες αντιστοίχως). Σε σχέση µε την προηγούµενη χρονιά παρατηρείται µία σηµαντική άνοδος της νέας επιχειρηµατικότητας στην Ελλάδα (από το 5,8%) η οποία οφείλεται κυρίως σε άνοδο των επίδοξων επιχειρηµατιών. Αυτό σηµαίνει ότι αυξήθηκε κυρίως ο αριθµός των ατόµων που αποφασίζουν να αναλάβουν επιχειρηµατική δραστηριότητα και προβαίνουν σε προκαταρτικές ενέργειες για την έναρξη. Προφανώς, όσο µεγαλύτερο τµήµα αυτών µπορέσει να περάσει στη φάση της υλοποίησης, τόσο µεγαλύτερη θα είναι η εισροή στην επόµενη κατηγορία «επιχειρηµατικότητας» (νέες επιχειρήσεις), µε πιθανή άνοδο του αριθµού τους στην επόµενη έρευνα. Το 2005 υπήρξε στην Ελλάδα περαιτέρω άνοδος της επιχειρηµατικότητας ευκαιρίας, έναντι της επιχειρηµατικότητας ανάγκης. Το κίνητρο δηλαδή το οποίο ώθησε περισσότερα άτοµα σ αυτή την απόφαση ήταν ο εντοπισµός επιχειρηµατικής ευκαιρίας, την οποία επιδιώκουν να εκµεταλλευθούν. Μόνο το 14,2% δηλώνει ότι αναγκάστηκε να προβεί σε αυτήν την ενέργεια λόγω έλλειψης άλλων επιλογών εργασίας ή/και δυσαρέσκειας µε την υπάρχουσα απασχόληση, όταν το 2004 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν διπλάσιο (28%), ενώ το 2003 σχεδόν 40%. Η νέα επιχειρηµατικότητα στην Ελλάδα εξακολουθεί να εµφανίζει έναν χαµηλό βαθµό καινοτοµικότητας σε σχέση µε τις άλλες χώρες, κάτι που συνδέεται µε το ζήτηµα της χαµηλής ποιοτικής νέας επιχειρηµατικότητας που έχει επανειληµµένα επισηµανθεί από το ΙΟΒΕ. Μόνο ένα 6,74% των επίδοξων και νέων επιχειρηµατιών θεωρεί ότι (θα) προσφέρει προϊόντα και υπηρεσίες που είναι εντελώς νέα για όλους τους πελάτες στους οποίους (θα) απευθύνεται. Ο αντίστοιχος µέσος όρος των χωρών του GEM αλλά και των ευρωπαϊκών χωρών βρίσκεται στην περιοχή του 13%. 5
Ο ρόλος των πολιτικών για την επιχειρηµατικότητα Η µελέτη των δεδοµένων του GEM, αποδεικνύοντας την πολυπλοκότητα του φαινο- µένου της επιχειρηµατικότητας, αναδεικνύει και τον ρόλο των πολιτικών για την ενίσχυση τους, οι οποίες πρέπει να προσαρµόζονται και να εξελίσσονται µε βάση εθνικά πολιτισµικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά. Ο κεντρικός ρόλος των κυβερνήσεων πάντως πρέπει να αφορά τη µακροοικονοµική και πολιτική σταθερότητα. Ανοικτές αγορές, χωρίς εµπόδια στον ανταγωνισµό, θεσµική θωράκιση και διαφάνεια στη εφαρµογή του νοµικού πλαισίου, αλλά και παροχή αποτελεσµατικών και αποδοτικών δηµόσιων υπηρεσιών αποτελούν συστάσεις που σαφώς προωθούν ένα «επιχειρηµατικότερο» περιβάλλον, η υλοποίησή τους όµως δεν είναι µόνο ζήτηµα πολιτικού προσανατολισµού, αλλά απαιτεί ουσιαστικότερες και πιο στοχοθετηµένες παρεµβάσεις. 6