ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ Με έκπληξη πληροφορηθήκαμε ότι προωθείται προς ψήφιση σχέδιο νόμου στο οποίο περιέχονται διατάξεις οι οποίες καταργούν αρμοδιότητες του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που ψηφίστηκαν στις 18.1.2013 με τον ν.4110/2013 (Α 17) και δημοσιεύθηκαν στις 23.1.2013, δηλαδή μόλις πριν ένα μήνα από την προτεινόμενη ανατροπή τους. Οι σχεδιαζόμενες ρυθμίσεις αφορούν θέματα διαιτησιών με διάδικο το Ελληνικό Δημόσιο και θέματα εκπροσωπήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας από λειτουργούς του Ν.Σ.Κ., ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επί των σχεδιαζόμενων τροπολογιών, υποβάλλουμε τις ακόλουθες παρατηρήσεις και σημειώνουμε ότι εξαιτίας της απουσίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους από την διαδικασία διαμορφώσεως και επεξεργασίας αυτών, μόνο επισημάνσεις μπορούν στο στάδιο αυτό να διατυπωθούν, επιφυλασσόμενοι σε ενδελεχέστερη ανάπτυξη των απόψεων και θέσεων της Ενώσεως, εφ όσον αυτό ζητηθεί, κάτι το οποίο αποτελεί και πάγιο αίτημα της Ενώσεώς μας. Ι. Γενικές Επισημάνσεις: Εκφράζουμε τη λύπη μας διότι το περιεχόμενο των τροπολογιών και μάλιστα η προώθησή τους προς ψήφιση μέσα σε χρονικό διάστημα ενός μηνός από την δημοσίευση των πρόσφατων διατάξεων, με τις οποίες ρυθμίστηκαν ζητήματα που αφορούν τις αρμοδιότητες του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και των οποίων επιδιώκεται η ανατροπή, θίγει την Συνταγματικά κατοχυρωμένη θέση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως ενιαίας Ανώτατης Αρχής και υποβαθμίζει αδικαιολόγητα το θεσμικό του ρόλο, η ενίσχυση του οποίου αποτελεί πάγιο και διακηρυγμένο στόχο των κυβερνήσεων και των κομμάτων του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Οι κατά καιρούς εμβόλιμες σε διάσπαρτα νομοθετήματα ρυθμίσεις θεμάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων του Νομικού [1]
Συμβουλίου του Κράτους, και μάλιστα ερήμην του, όπως οι επικείμενες, δημιουργούν πλείστα όσα ουσιαστικά και νομοτεχνικά προβλήματα ως προς την εφαρμογή τους και αποβαίνουν τελικώς εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος και των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου. ΙΙ. Ειδικότερα: Α. Επί της προτεινομένης ρυθμίσεως για τις διαιτησίες. 1. Η προσφάτως ψηφισθείσα και δημοσιευθείσα διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 4110/2013 ορίζει ότι: «...2. Μετά την παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3086/ 2002 προστίθεται παράγραφος 3Α ως εξής: Α. Σε εθνικές και διεθνείς διαιτησίες οι οποίες αφορούν συμβάσεις που καταρτίζονται με το Δημόσιο ή με κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συγκροτούνται και λειτουργούν για την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος, διαιτητής εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου ή του κρατικού νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ορίζεται εν ενεργεία λειτουργός του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με αυξημένη πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των παριστάμενων μελών της Ολομέλειας, διαιτητής ορίζεται επίτιμος λειτουργός του Ν.Σ.Κ. Πρόσωπο μη λειτουργός του Ν.Σ.Κ. μπορεί να διοριστεί διαιτητής μόνον εφόσον αυτό επιβάλλεται από τη φύση της υπό κρίση διαφοράς και προβλέπεται ρητά στη σχετική ρήτρα διαιτησίας, η οποία πρέπει, σε αυτήν την περίπτωση, να προσυπογράφεται από τον Υπουργό Οικονομικών.» Από πληροφορίες, η προτεινόμενη ρύθμιση, αναιρεί την ως άνω διάταξη και προβλέπει ότι: «Η παράγραφος 3Α του άρθρου 6 του ν. 3086/2002 (Α 324), η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 16 του ν.4110/2013 (Α 17), τροποποιείται ως εξής 3A. Σε εθνικές και διεθνείς διαιτησίες οι οποίες αφορούν συμβάσεις που καταρτίζονται με το Δημόσιο ή με κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που συγκροτούνται και λειτουργούν για την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος, διαιτητής ορίζεται μόνο ανώτατος δικαστικός λειτουργός ή ανώτατος λειτουργός του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή καθηγητής Ανωτάτης Σχολής». 2. Παρατηρείται ότι η υφιστάμενη ρύθμιση της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 4110/2013 αντιμετωπίζει επιτυχώς από πλευράς διασφαλίσεως του δημοσίου συμφέροντος και κατά τρόπο που συνάδει με το συνταγματικά κατοχυρωμένο θεσμικό ρόλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και των λειτουργών του το ζήτημα της [2]
διαδικασίας επιλογής και ορισμού των διαιτητών του Ελληνικού Δημοσίου ή του κρατικού νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Ως διαιτητές του Ελληνικού Δημοσίου ορίζονται κατ αρχήν οι εν ενεργεία λειτουργοί του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, οι οποίοι, ως εκ της ιδιότητάς τους και της φύσεως των αρμοδιοτήτων τους, παρέχουν τα απαραίτητα εχέγγυα αμεροληψίας αλλά και επιστημονικής καταρτίσεως για την επιτυχή και σύμφωνη με το δημόσιο συμφέρον εκπλήρωση του ρόλου αυτού. Δεν περιορίζεται όμως ο διορισμός του διαιτητή του Ελληνικού Δημοσίου μόνο στους εν ενεργεία λειτουργούς του ΝΣΚ αλλά επεκτείνεται και σε κάθε άλλο πρόσωπο το οποίο εκ της φύσεως της διαφοράς θα θεωρηθεί κατάλληλο να επιτελέσει επιτυχώς αυτό το ρόλο, μέσω ειδικά διαγραφόμενης διαδικασίας (φύση της υποθέσεως, αυξημένη πλειοψηφία, προσυπογραφή του Υπουργού Οικονομικών). Η διάταξη αυτή συμπληρώνει την ήδη υπάρχουσα διάταξη της περιπτώσεως (η) του άρθρου 2 του ν.3086/2002 (Α 324) στην οποία ορίζεται ότι στις αρμοδιότητες του ΝΣΚ περιλαμβάνεται και η γνωμοδότηση για την υπαγωγή διαφορών του Δημοσίου σε διαιτησία και ο ορισμός διαιτητών του. Θεωρούμε αναγκαίο να επισημάνουμε ότι και πριν από την ψήφιση του άρθρου 16 του ν. 4110/2013, ο κατά κύριο λόγο ορισμός λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως διαιτητών του Ελληνικού Δημοσίου έχει μέχρι σήμερα λειτουργήσει στην πράξη απρόσκοπτα και είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που ο διορισμός αυτός προκάλεσε την αντίδραση των αντιδίκων του Ελληνικού Δημοσίου. 3. Εξ άλλου, από τη μέχρι σήμερα συνολική εμπειρία των λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και από τον ειδικότερο ρόλο τους ως υπερασπιστών του Δημοσίου ενώπιον των διαιτητικών δικαστηρίων, εξάγονται και οι παρακάτω ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις: Οι υποθέσεις οι οποίες άγονται προς επίλυση ενώπιον διαιτητικών δικαστηρίων αφορούν, στο σύνολό τους σχεδόν, συμβάσεις με πολύ μεγάλο οικονομικό αντικείμενο. Οι διαιτητικές ρήτρες έχουν συνομολογηθεί ερήμην του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τα μέλη του οποίου θα μπορούσαν να είχαν συμβάλλει καθοριστικά στην αρτιότερη κατάρτισή τους. Παρατηρείται έτσι το φαινόμενο να έχουν συνομολογηθεί ρήτρες διαιτησίας με κενά που δημιουργούν προβλήματα σε περίπτωση ανώμαλης εξελίξεως της διαιτητικής δίκης ή όροι οι οποίοι είναι [3]
αντίθετοι στην υπερνομοθετικής ισχύος σύμβαση της Νέας Υόρκης περί εκτελέσεως αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων. Σε πολλές περιπτώσεις η γλώσσα διεξαγωγής της διαιτησίας δεν είναι η Ελληνική, παρ όλο που η διαφορά προκύπτει από σύμβαση που εκτελείται στην Ελλάδα, οι διάδικοι έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα, οι πληρεξούσιοί τους και οι εκατέρωθεν ορισθέντες διαιτητές είναι Έλληνες και, ενδεχομένως, μόνο ο Επιδιαιτητής δεν ομιλεί Ελληνικά. Υπάρχει και το ενδεχόμενο όλοι οι παράγοντες της διαιτητικής δίκης να είναι Έλληνες και η γλώσσα της διαιτησίας να μην είναι η Ελληνική, αλλά η γλώσσα του τόπου διεξαγωγής της διαιτησίας ή του τόπου της έδρας του διαιτητικού δικαστηρίου. Επισημαίνεται ότι η επιλογή τρίτης γλώσσας σε τέτοιες περιπτώσεις δημιουργεί και περαιτέρω δυσχέρειες, όπως προβλήματα ως προς την εκτελεστότητα της διαιτητικής αποφάσεως, καθώς και πρόσθετα έξοδα και δαπάνες του Ελληνικού Δημοσίου όταν η διαιτητική δίκη διεξάγεται στην αλλοδαπή. Οι ως άνω διαπιστώσεις καθιστούν αναγκαία όχι μόνο την διατήρηση της ήδη ψηφισθείσας ρυθμίσεως αλλά και την ενίσχυσή της με πρόσθετες διατάξεις, ώστε αφ ενός μεν να εξασφαλιστεί ένα μίνιμουμ αναγκαίων προϋποθέσεων με τις οποίες θα διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον, αφ ετέρου δε να εξορθολογιστεί η διαιτητική διαδικασία, με την οποία εκδίδονται αποφάσεις επί διαφορών από τις οποίες ενδέχεται να προκύπτει τεράστια οικονομική επιβάρυνση του Ελληνικού Δημοσίου. Β. Επί της προτεινομένης ρυθμίσεως της εκπροσωπήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του πρόσφατου νόμου 4110/2013 (Α 17) ορίζεται ότι: «1. Το άρθρο 2 του ν.3086/2002 (Α 324) αντικαθίσταται ως εξής: Αρμοδιότητες 1. Στην αρμοδιότητα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ανήκει η νομική υποστήριξη του Κράτους 2. α. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους είναι αποκλειστικά αρμόδιο για το χειρισμό ενώπιον των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης των υποθέσεων: α) αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων, β) αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων, συμπεριλαμβανομένων και των αρμοδιοτήτων που περιλαμβάνονται στην παρ. 10 του άρθρου 14 του ν. 2227/1994 (Α` 129) και [4]
στην παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 2637/1998, όπως ισχύει, γ) αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δ) αρμοδιότητας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ε) αρμοδιότητας άλλων Υπουργείων, τις οποίες έχουν χειρισθεί μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, ενώπιον του Ε.Δ.Δ.Α. και των άλλων οργάνων του Συμβουλίου της Ευρώπης, στ) υποθέσεις που αφορούν δημόσιες συμβάσεις και ζ) υποθέσεις που του ανατίθενται από τον Υπουργό Εξωτερικών. β. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ`ύλην αρμοδίου Υπουργού ανατίθενται και άλλες κατηγορίες υποθέσεων στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Ν.Σ.Κ.» Με την ανωτέρω διάταξη θεσπίστηκε η αποκλειστική εκπροσώπηση από το Ν.Σ.Κ. της Ελληνικής Δημοκρατίας ενώπιον των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε προδικαστικά ερωτήματα που εκκρεμούν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων καθώς και σε ερωτήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των Υπουργείων Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής. Και τούτο διότι το Ν.Σ.Κ. διαθέτει την ειδική επιστημονική υποδομή και κατάρτιση, καθώς και εικοσαετή εμπειρία αναφορικώς με την ερμηνεία και εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του δικαίου της ΕΣΔΑ, ενώ το δίκαιο που διέπει τη λειτουργία και οργάνωση της Διοίκησης αποτελεί κύριο αντικείμενο ενασχόλησής του. Συνεπώς, η ενότητα και η αποτελεσματικότητα στην υπεράσπιση των υποθέσεων του Δημοσίου ενώπιον των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επέβαλαν, τουλάχιστον στις υποθέσεις αυτές, την ανάθεση της αποκλειστικής αρμοδιότητας του χειρισμού τους στο Ν.Σ.Κ. (βλ. Εισηγητική έκθεση του νόμου). Από πληροφορίες, η προτεινόμενη ρύθμιση, αναιρεί την ως άνω διάταξη και προβλέπει ότι: «Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν.3086/2002, όπως έχει αντικατασταθεί και ισχύει από το α. 16 του ν.4110/2013, προστίθεται περίπτωση ια ως εξής: ια) η εκπροσώπηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 9 και 16 του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3566/2007 (ΦΕΚ 117 Α ) και του άρθρου 56 παράγραφος 3, ΙΙ, περ. α έως ε του ΠΔ 230/1998 (ΦΕΚ177 Α)...». 2. Η Ένωση Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εκφράζει την άποψη ότι οι αρμοδιότητες του ΝΣΚ οι οποίες αφορούν την υποστήριξη από το ΝΣΚ των υποθέσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας [5]
στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθώς και των υπηρεσιών της Διοίκησης σε θέματα ενωσιακού δικαίου [περιπτώσεις (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 3086/2002] δεν πρέπει να ασκούνται με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 9 και 15 του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2594/1998 (ΦΕΚ 62 Α ) και του άρθρου 56 παρ. 31 περ. α` έως ε` του Π.Δ. 230/1998 (ΦΕΚ 177 Α ) και ήδη άρθρου 9 του νυν ισχύοντος Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών (Ν.3566/2007). Την ανωτέρω θέση μας είχαμε διατυπώσει και στις από 22.11.2010 προτάσεις μας επί του Άξονα Δημόσιας Διαβούλευσης εν όψει της σχετικής νομοθετικής πρωτοβουλίας για την αναδιοργάνωση και τη θεσμική θωράκιση του Ν.Σ.Κ., οι οποίες είχαν ζητηθεί από τον τότε Υπουργό Οικονομικών. Και ενώ με τη ψήφιση του άρθρου 16 του ν.4110/2013 θεωρήσαμε ότι πραγματοποιήθηκε ένα σημαντικό βήμα στη θεσμική κατοχύρωση του Ν.Σ.Κ., με λύπη μας γινόμαστε δέκτες της πληροφορίας για την προώθηση διατάξεως με την οποία καταργείται η μόλις πριν ένα μήνα θεσπισθείσα διάταξη του άρθρου 16. 3. Επιπροσθέτως, θέλουμε να σας επισημάνουμε τα ακόλουθα: Η εκπροσώπηση της Ελληνικής Δημοκρατίας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανατέθηκε με τον ν. 1947/1991 (άρθρο 39) αποκλειστικά στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, το οποίο ανέλαβε αμέσως τον αποκλειστικό χειρισμό των εν λόγω υποθέσεων οργανώνοντας ειδικό Γραφείο Νομικού Συμβούλου στο Υπουργείο Εξωτερικών. Μάλιστα, το καλοκαίρι του 1993 συστήθηκε και Γραφείο Νομικού Συμβούλου στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες. Η εν συνεχεία εξέλιξη αυτής της αρμοδιότητας εκπροσωπήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας σε από κοινού άσκησή της με άλλες υπηρεσίες δεν λειτούργησε στο σύνολό της, ιδίως κατά τα τελευταία έτη, κατά τρόπο ομαλό και εύρυθμο και για τόν λόγο αυτό ορθά θεσπίστηκε η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 16. Επισημαίνεται ότι οι διαλαμβανόμενες σ αυτήν τη διάταξη υποθέσεις αποτελούν αντικείμενο αποκλειστικού χειρισμού από το Ν.Σ.Κ. ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και ανήκουν στον πυρήνα των αρμοδιοτήτων του, διαθέτει δε και την ειδική επιστημονική υποδομή και κατάρτιση, καθώς και εικοσαετή εμπειρία που αναφέρεται στην ερμηνεία και εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του δικαίου της ΕΣΔΑ. [6]
Από τα ανωτέρω καθίσταται προφανές ότι η επιχειρούμενη ανατροπή των εν λόγω διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 4110/2013 θα υποβαθμίσει τον θεσμικό ρόλο του Ν.Σ.Κ., θα δημιουργήσει καθεστώς ανασφάλειας δικαίου, καθώς και προβλήματα στον χειρισμό των υποθέσεων του Δημοσίου, για τις οποίες το Ν.Σ.Κ. είναι ο φύσει και θέσει ενδεδειγμένος χειριστής για την αποτελεσματικότερη προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου. Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν Ζητούμε (1) Να αποσυρθούν οι προτεινόμενες τροπολογίες. (2) Να αναληφθεί περαιτέρω νομοθετική πρωτοβουλία για τη ρύθμιση των όρων των διαιτητικών ρητρών που συνομολογούνται σε συμβάσεις που καταρτίζονται με το Ελληνικό Δημόσιο ή με κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, οι οποίες και λειτουργούν για την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος, είτε πρόκειται για εσωτερικές είτε για διεθνείς διαιτησίες. Προς τον τελευταίο αυτό σκοπό προτείνουμε, ως ελάχιστο και αναγκαίο για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος περιεχόμενο των ρυθμίσεων αυτών: Να ληφθεί πρόνοια για την δημιουργία ειδικού Σχηματισμού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους επί θεμάτων διαιτησίας, στις αρμοδιότητες του οποίου θα περιλαμβάνεται και η έγκριση των ρητρών διαιτησίας που πρόκειται να συνομολογηθούν. Η συνδρομή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατά την επεξεργασία της ρήτρας διαιτησίας, είναι επιβεβλημένη ώστε να εξασφαλίζεται η αρτιότερη κατάστρωση αυτής. Στις ως άνω ρήτρες διαιτησίας να ορίζεται υποχρεωτικά ότι εφαρμοστέο δίκαιο για την διάγνωση της ουσίας της διαφοράς και της διαδικασίας διεξαγωγής της διαιτητικής δίκης είναι το ελληνικό δίκαιο, η γλώσσα διεξαγωγής της διαιτησίας είναι η ελληνική και ο τόπος της διαιτησίας είναι η Αθήνα, θεσπιζομένης παραλλήλως ακυρότητας κάθε συμφωνίας αντίθετης με τους όρους αυτούς. Αν οι ρυθμίσεις αυτές δεν αποτελέσουν εκ των προτέρων περιεχόμενο των διαιτητικών ρητρών, υπάρχει ο κίνδυνος τα ζητήματα αυτά να καθορισθούν κυριαρχικά, είτε από τις διοικητικές υπηρεσίες του διαιτητικού δικαστηρίου (ορισμός διαιτητών), είτε από το ίδιο το διαιτητικό δικαστήριο, όταν συγκροτηθεί (τόπος, γλώσσα, εφαρμοστέο δίκαιο). [7]
Να εισάγεται με μέριμνα του ανωτέρω Σχηματισμού η διαιτητική απόφαση που εκδίδεται επί των ανωτέρω υποθέσεων ενώπιον της Τακτικής Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ., προκειμένου να εκδοθεί γνωμοδότηση για την άσκηση ή μη ενδίκου βοηθήματος προς ακύρωση αυτής. Να αναστέλλεται αυτοδίκαια η εκτέλεση διαιτητικής αποφάσεως σε περίπτωση προσβολής της. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΜΕΛΩΝ Ν.Σ.Κ. Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΑΡΔΑΚΑΣΤΑΝΗΣ Ο Γ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ [8]