ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΠΟΥ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ, ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 9/459/27.12.2007 ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 28/606/22.12.2011 ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2017 INVESTMENT ANALYSIS A.E.Π.Ε.Υ. ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 14ο χλμ. Θεσσαλονίκης Ν. Μουδανιών 57001 Θέρμη Τηλ.:2310544919 Fax:2310551478 email:info@invan.gr Εποπτεύουσα Aρχή: Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Αριθμός Αδείας Λειτουργίας: 10/191/30.05.2000
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Παραθέτουμε συνοπτικές πληροφορίες εποπτικής φύσεως σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια της INVESTMENT ANALYSIS FINANCIAL SERVICES AΕΠΕΥ, καθώς και της αντιμετώπισης των κινδύνων που αναλαμβάνονται από την Εταιρεία. Τα στοιχεία της παρούσας δημοσιοποίησης προέρχονται από τις οικονομικές καταστάσεις της εταιρίας που έχουν ελεγχθεί από τον Ορκωτό Ελεγκτή, έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας και έχουν ημερομηνία αναφοράς την 31.12.2016. Η Εταιρία και ειδικότερα το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για την ακρίβεια των εν λόγω δημοσιοποιήσεων καθώς και για την πληρότητα των διαδικασιών άντλησης, επεξεργασίας και παράθεσης των ζητούμενων πληροφοριών. Επιπλέον, το Διοικητικό Συμβούλιο έχει την ευθύνη για την παρακολούθηση της κεφαλαιακής επάρκειας της Εταιρίας. 1. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων Γενική πολιτική της Εταιρείας είναι η ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων που πηγάζουν από την αβεβαιότητα και την αστάθεια των χρηματοοικονομικών αγορών και επηρεάζουν την χρηματοοικονομική της κατάσταση, τις επιδόσεις της και την ταμειακή ρευστότητά της. Επιδίωξη της πολιτικής διαχείρισης κινδύνου που εφαρμόζει η Εταιρεία είναι η διατήρηση ισχυρής κεφαλαιακής βάσης, ώστε να εξασφαλίσει την μελλοντική της ανάπτυξη και σταθερότητα. Η Εταιρεία προβαίνει σε επανεξέταση και όταν κριθεί απαραίτητο στην αναθεώρηση των πολιτικών, ώστε να επιτύχει την καλύτερη διαχείριση των κινδύνων, θέτοντας νέα όρια και περιορισμούς όταν αυτό επιβάλουν οι χρηματοοικονομικές συνθήκες. Η κεφαλαιακή επάρκεια της εταιρείας παρακολουθείται διαρκώς από τα αρμόδια τμήματα και εποπτεύεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, προς την οποία υποβάλλονται σε τριμηνιαία βάση πλήρη στοιχεία. Παρουσιάζουμε τους στόχους και τις πολιτικές διαχείρισης κινδύνων της εταιρίας, όπου γίνεται ειδική αναφορά για κάθε κατηγορία κινδύνου. Όπου δεν γίνεται ειδική αναφορά σε συγκεκριμένη κατηγορία κινδύνου, θεωρείται ότι τα αναφερόμενα στη συγκεκριμένη ενότητα αφορούν εξίσου το σύνολο των κινδύνων που αφορούν την Εταιρία.
Το Δ.Σ. έχει ορίσει υπεύθυνο Διαχείρισης Κινδύνων με τις παρακάτω αρμοδιότητες: Ο Υπεύθυνος Διαχείρισης Κινδύνων είναι αρμόδιος για τη θέσπιση και εφαρμογή πολιτικών, διαδικασιών και ρυθμίσεων που επιτρέπουν τον εντοπισμό των κινδύνων, οι οποίοι συνδέονται με τις δραστηριότητες, τις διαδικασίες και τα συστήματα λειτουργίας της Εταιρίας. Το ανεκτό επίπεδο κινδύνου καθορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν.3606/2007 και τις σχετικές Αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Ο Υπεύθυνος Διαχείρισης Κινδύνων παρακολουθεί συστηματικά την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα των πολιτικών, διαδικασιών και ρυθμίσεων που εφαρμόζει η Εταιρία σχετικά με την Διαχείριση Κινδύνων. Ο Υπεύθυνος Διαχείρισης Κινδύνων μεριμνά ώστε η Εταιρία να διαθέτει την απαραίτητη τεχνική και μηχανογραφική υποστήριξη για την παρακολούθηση, εποπτεία και την τήρηση εφαρμογής των διαδικασιών, για τον υπολογισμό της Κεφαλαιακής Επάρκειας, και για την διαχείριση κινδύνων που συνδέονται με την λειτουργία της. Βασικός στόχος της Εταιρίας είναι η διατήρηση ισχυρής κεφαλαιακής βάσης για την ανάπτυξή της και την διασφάλιση των συναλλαγών της. Στην περίπτωση που ο παραπάνω στόχος δεν επιτυγχάνεται ο Υπεύθυνος Διαχείρισης Κινδύνου ενημερώνει με γραπτή αναφορά του το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας στην οποία καταγράφει τις πιθανές αιτίες για τις οποίες συμβαίνει αυτό και προτείνει μέτρα για τη βελτίωση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Επίσης η Εταιρία έχει θεσπίσει και λειτουργεί και τα τμήματα Κανονιστικής Συμμόρφωσης και Εσωτερικού Ελέγχου με τις παρακάτω αρμοδιότητες: Το τμήμα της Κανονιστικής Συμμόρφωσης, λαμβάνοντας υπόψη σε κάθε περίπτωση τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της εταιρίας, έχει ως αντικείμενο: Τον εντοπισμό των κινδύνων από τη μη συμμόρφωση της Εταιρίας με τις υποχρεώσεις που υπέχει σύμφωνα με το ν. 3606/2007 και των συναφών κινδύνων. Την ελαχιστοποίηση των κινδύνων αυτών και τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής άσκησης των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Το τμήμα του Εσωτερικού Ελέγχου είναι το αρμόδιο τμήμα για τη θέσπιση και εφαρμογή προγράμματος εσωτερικού ελέγχου για την εξέταση και αξιολόγηση της καταλληλότητας και αποτελεσματικότητας των συστημάτων, των διαδικασιών, των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου και των ρυθμίσεων της εταιρίας. Επιπλέον, ελέγχει την ορθή, ομοιόμορφη και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας, των αποφάσεων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, του καταστατικού της εταιρίας και των αποφάσεων των οργάνων της, καθώς επίσης και την ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή του Εσωτερικού Κανονισμού. Συνίσταται στην πιθανότητα επέλευσης ζημίας συνεπεία αδυναμίας εκπλήρωσης συμβατικών υποχρεώσεων συμβαλλομένου. Η επίδραση του πιστωτικού κινδύνου είναι πολλαπλή. Μπορεί να αφορά εκδότη, και κατά συνέπεια τα χρηματοπιστωτικά του μέσα, πιστωτικό ίδρυμα ή ΕΠΕΥ, και κατά συνέπεια να πλήξει τη φερεγγυότητά του. Για την δική μας εταιρία όμως δεν υφίσταται Πιστωτικός Κίνδυνος διότι η Εταιρία μας δεν λαμβάνει ποτέ χρήματα (μετρητά, επιταγές κτλ) από πελάτες αλλά ούτε και τίτλους πελατών. Οι πελάτες μας υπογράφουν συμβάσεις Επενδυτικών Υπηρεσιών, Margin, T+2 κ.τ.λ. με τις συνεργαζόμενες ΧΑΕΠΕΥ με τις οποίες συνεργαζόμαστε και καταθέτουν τα προς επένδυση ποσά απευθείας στους τραπεζικούς λογαριασμών των ΧΑΕΠΕΥ. Ο κίνδυνος ρευστότητας δηλώνει τον κίνδυνο αδυναμίας ευρέσεως επαρκών ρευστών διαθεσίμων για την κάλυψη των υποχρεώσεων της Εταιρίας, και διατηρείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα για τη διατήρηση επαρκών διαθεσίμων και άμεσα ρευστοποιημένων χρεογράφων. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ
Ο κίνδυνος αγοράς είναι ο κίνδυνος πραγματοποίησης ζημίας από μεταβολές στη χρηματιστηριακή τιμή των μετοχών η οποία αποτελεί τη συνάρτηση της προσφοράς και της ζήτησης μίας συγκεκριμένης μετοχής σε μία δεδομένη χρονική στιγμή, επηρεαζόμενη τόσο από εσωτερικούς παράγοντες, όπως την οικονομική κατάσταση της Εταιρίας, τη διαχείρισή της, όσο και από εξωτερικούς, όπως τις γενικότερες οικονομικές και πολιτικές συγκυρίες, την κερδοσκοπία. Στο πλαίσιο της διαχείρισης του κινδύνου αγοράς, το Τμήμα Διαχείρισης Κινδύνων της Εταιρίας διαμορφώνει διαδικασίες που είναι απαραίτητες για την αποτελεσματική πρόληψη και διαχείριση του συγκεκριμένου κινδύνου. Συγκεκριμένα η Εταιρία μεριμνά ώστε : - η επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με τα ανοίγματα της Εταιρίας να κινείται στα νόμιμα όρια, - το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών της να αποτελείται αποκλειστικά από μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο με σκοπό τη διαπραγμάτευση. - να επιλέγει μετοχές που ανήκουν στην κύρια αγορά με σκοπό την μείωση του ειδικού κινδύνου θέσης, ο οποίος συνίσταται στον κίνδυνο μεταβολής των τιμών των σχετικών αξιών λόγω της επίδρασης παραγόντων που σχετίζονται με τον εκδότη, - μέσω της διασποράς των μετοχών να επιτυγχάνεται μείωση του γενικού κινδύνου θέσης, κατά το μέρος εκείνο που οφείλεται σε τυχόν ευρεία μεταβολή των αγορών. Ο Υπεύθυνος Διαχείρισης Κινδύνων της Εταιρίας παρακολουθεί καθημερινά και αξιολογεί σε καθημερινή βάση την διάρθρωση / διασπορά του χαρτοφυλακίου της εταιρίας, με αναφορά στο ποσοστό αποδοτικότητας του. Επίσης η Εταιρία υπολογίζει τον ειδικό και γενικό κίνδυνο της θέσης του χαρτοφυλακίου, για την υποβολή στοιχείων σύμφωνα με τις διατάξεις της Απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 4/459/27.12.2007 «Υπολογισμός κεφαλαιακών απαιτήσεων των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών για τον κίνδυνο αγοράς» -όπως αυτή ισχύει έως σήμερα. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΓΟΡΑΣ
Ως λειτουργικός κίνδυνος νοείται σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 18 του ν. 3606/2007 ο κίνδυνος επέλευσης ζημιών που οφείλεται είτε στην ανεπάρκεια είτε στην αστοχία εσωτερικών διαδικασιών, φυσικών προσώπων και συστημάτων είτε σε εξωτερικά γεγονότα. Ειδικότερα για την Εταιρία συνιστούν λειτουργικό κίνδυνο: Ο λεγόμενος νομικός κίνδυνος και ειδικά ο κίνδυνος αστικής ευθύνης της Εταιρίας προς καταβολή αποζημιώσεων σε τρίτους. Οι περιπτώσεις εσωτερικής και εξωτερικής απάτης σε βάρος της Εταιρίας. Η δυσλειτουργία των συστημάτων ασφαλείας εργατικού δυναμικού και των εργασιακών πρακτικών Η διακοπή της δραστηριότητας η δυσλειτουργία των συστημάτων πληροφορικής Η μη εφαρμογή ή η λανθασμένη εφαρμογή των εσωτερικών διαδικασιών που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία της Εταιρίας Βλάβη σε ενσώματα περιουσιακά στοιχεία της Εταιρίας. Ο Εσωτερικός Ελεγκτής της Εταιρίας στο πλαίσιο των τακτικών και έκτακτων ελέγχων και πραγματοποιεί καταγράφει και κατηγοριοποιεί τα γεγονότα που συνιστούν λειτουργικό κίνδυνο. Η καταγραφή είναι λεπτομερής ώστε να περιγράφεται με σαφήνεια το γεγονός, συστηματική και περιλαμβάνει στοιχεία ιστορικότητας. Η καταγραφή γίνεται ηλεκτρονικά ώστε να καθίσταται άμεσα και ευχερώς προσπελάσιμη από τη διοίκηση της Εταιρίας και τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες της Εταιρίας. Ο λειτουργικός κίνδυνος γεννάται λόγω εφαρμογής ανεπαρκών ή αποτυχημένων εσωτερικών διαδικασιών, προσωπικού και πληροφορικών ή επικοινωνιακών συστημάτων, καθώς και λόγω εξωτερικών παραγόντων, όπως φυσικές καταστροφές ή τρομοκρατικές επιθέσεις, που θέτουν εκτός λειτουργίας τα συστήματα. Στο πλαίσιο της διαχείρισης του λειτουργικού κινδύνου, o Υπεύθυνoς Διαχείρισης Κινδύνων οφείλει να διαμορφώσει τις διαδικασίες και πολιτικές που είναι απαραίτητες για την αποτελεσματική πρόληψη και διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου. Επίσης, οφείλει να:
Προβαίνει σε εκτίμηση των αναγκών της Εταιρίας σε ιδία κεφάλαια για την αντιμετώπιση του λειτουργικού κινδύνου. Να καταγράφει και να κατηγοριοποιεί τα γεγονότα που δημιουργούν λειτουργικό κίνδυνο συμπεριλαμβανομένων των ζημιών που προκαλούνται στα συστήματα πληροφορικής (π.χ. μη εξουσιοδοτημένη δραστηριότητα, κλοπή μηχανογραφικού εξοπλισμού, κακόβουλη χρήση κτλ). Να ενημερώνει τις αρμόδιες υπηρεσιακές μονάδες (κανονιστικής συμμόρφωσης και εσωτερικού ελέγχου) για την αποτελεσματικότερη καταγραφή και αντιμετώπιση του λειτουργικού κινδύνου. Να διαμορφώνει πολιτική ασφαλείας ως προς τα συστήματα πληροφορικής και προβλέπονται συγκεκριμένα πρότυπα και διαδικασίες, βάσει των οποίων θα διενεργούνται έλεγχοι του τηρούμενου επιπέδου ασφαλείας. Το περιεχόμενο της πολιτικής ασφαλείας θα κοινοποιείται στο προσωπικό της Εταιρίας. ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις έναντι του Λειτουργικού Κινδύνου υπολογίζονται από την Εταιρία με τη μέθοδο του Βασικού Δείκτη σύμφωνα με την Απόφ. 6/459/27.12.2008 του Δ.Σ. της Ε.Κ. -όπως αυτή ισχύει έως σήμερα. Για τον υπολογισμό λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των ακαθάριστων λειτουργικών εσόδων των τριών τελευταίων ετών από την ημερομηνία αναφοράς. Η ανάλυση έχει ως εξής:
2. Πεδίο Εφαρμογής Οι ακόλουθες πληροφορίες δημοσιοποιούνται με βάση την παράγραφο 2 του παραρτήματος 1 της 9/459/27.12.2007 Απόφασης του Δ.Σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς -όπως αυτή ισχύει έως σήμερα και αφορούν την Εταιρία INVESTMENT ANALYSIS FINANCIAL SERVICES ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ η οποία συστήθηκε στην Αθήνα και εδρεύει στην Θεσσαλονίκη, στην οδό 14ο χλμ. Θεσσαλονίκης Ν. Μουδανιών 57001 Θέρμη. ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ Αφορά στον έλεγχο του ύψους, της διάρθρωσης και της σταθερότητας των ιδίων κεφαλαίων, όπως ορίζεται στην Απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 2/459/27.12.2007 «Ορισμός των Ιδίων Κεφαλαίων των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα» - όπως αυτή ισχύει έως σήμερα. Τα ιδία Κεφάλαια της Εταιρίας με ημερομηνία 31.12.2016 έχουν ως εξής:
ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ Η κεφαλαιακή επάρκεια της εταιρίας εποπτεύεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, προς την οποία υποβάλλονται στοιχεία της κεφαλαιακής επάρκειας σε τριμηνιαία βάση. Ο Συντελεστής Κεφαλαιακής Επάρκειας συγκρίνει τα Ιδία κεφάλαια της Εταιρίας με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις έναντι των κινδύνων αγοράς, πιστωτικού και λειτουργικού. Ο ανωτέρω κατά την 31.12.2016 υπολογίστηκε σε 8,76 %, μεγαλύτερος από τον ελάχιστα απαιτούμενο από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η ανάλυση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας παρατίθεται παρακάτω:
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ INVESTMENT ANALYSIS ΑΕΠΕΥ 2016 Το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας INVESTMENT ANALYSIS ΑΕΠΕΥ (στο εξής «η εταιρεία») έχει υιοθετήσει Πολιτική Αμοιβών η οποία καλύπτει όλο το προσωπικό της εταιρείας. Η πολιτική αυτή σαν σκοπό έχει την πλήρη διαφάνεια εντός της εταιρείας καθώς και την σύνδεση της Πολιτικής Αμοιβών με τους στρατηγικούς στόχους της εταιρείας, τις αξίες, τις επιδιώξεις και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά της και την αποφυγή ενθάρρυνσης της υπερβολικής ανάληψης κινδύνων. Ταυτόχρονα πρόσβαση στην Πολιτική αυτή έχει όλο το προσωπικό της εταιρείας. Η πολιτική αποδοχών της εταιρείας καλύπτει τις τακτικές και τις πρόσθετες-έκτακτες αποδοχές και αμοιβές (bonus), σε σχέση με όλες τις κατηγορίες υπαλλήλων, των οποίων οι αποδοχές συνδέονται με καθήκοντα που είναι δυνατόν να επηρεάσουν τα χαρακτηριστικά κινδύνου της εταιρείας. Η εν λόγω πολιτική καλύπτει κάθε επίπεδο της οργανωτικής δομής, με ιδιαίτερη έμφαση στις αμοιβές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των ανωτάτων στελεχών και υπαλλήλων που συμμετέχουν στις αποφάσεις για την ανάληψη και τη διαχείριση κινδύνων για λογαριασμό της εταιρείας. Πολιτική Αμοιβών και Παροχών Η πολιτική και τα αντίστοιχα συστήματα αμοιβών και παροχών έχουν αναπτυχθεί με στόχο την προσέλκυση, απασχόληση και διατήρηση έμπειρου προσωπικού που διαθέτει τις αναγκαίες ικανότητες και συμπεριφορές που οδηγούν στη βελτιστοποίηση της ατομικής αλλά και της συνολικής απόδοσης. Στο πλαίσιο αυτό η μισθολογική πολιτική αποτελεί το άθροισμα των σταθερών και των μεταβλητών αποδοχών. Οι σταθερές αποδοχές αφορούν το βασικό μισθό, που αντανακλά τo μορφωτικό υπόβαθρο, την εμπειρία, την ευθύνη, αλλά και την αξία / βαρύτητα της θέσης στην αγορά εργασίας. Οι μεταβλητές αποδοχές περιλαμβάνουν την καταβολή bonus μετρητών, που αναφέρεται σε ομαδικό σύστημα ανταμοιβής των πωλήσεων που εφαρμόζεται στο Δίκτυο Πωλήσεων. Τα προγράμματα αυτά ανταμείβουν την επιτυχία γενικότερα των στελεχών, τα οποία έχουν αποφέρει τα θετικά αποτελέσματα.
Υπολογισμός της αμοιβής βάσει των επιδόσεων Στόχος της εταιρείας είναι να προσφέρει στο προσωπικό της έναν μισθό που θα ταιριάζει τόσο στο προσωπικό προφίλ του εργαζόμενου όσο και στην οργανική θέση που αυτός / αυτή κατέχει στην ΑΧΕΠΕΥ. Ο μισθός είναι σύμφωνος με τις Οικονομικές Καταστάσεις της εταιρείας, το οικείο νομοθετικό πλαίσιο και τις τάσεις της αγοράς. Με βάση τα ανωτέρω η εταιρεία έχει καθορίσει, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, βασικό μισθό για ανειδίκευτους υπαλλήλους, σε 2ο υψηλότερο επίπεδο τους υπαλλήλους με πανεπιστημιακό επίπεδο μόρφωσης και σε 3ο επίπεδο τους υπαλλήλους με μεταπτυχιακούς τίτλους. Ανάλογη διαβάθμιση έχει καθοριστεί ανάλογα με την θέση ευθύνης στην εταιρεία, σε 3 βαθμιαία επίπεδα. Προκειμένου όπως οι αμοιβές συνδέονται με επιδόσεις, διασφαλίζονται καταλλήλως, αναλόγως του είδους του αμειβόμενου έργου, τα εξής: Η συνεκτίμηση της ατομικής και των συλλογικών επιδόσεων (πχ. σε επίπεδο ομάδας εργασίας ή υπηρεσιακής μονάδας ή της εταιρείας). Η συνεκτίμηση παραγόντων πέραν των οικονομικώς μετρήσιμων παραμέτρων, ώστε η αξιολόγηση της ατομικής επίδοσης για τον καθορισμό της πρόσθετης αμοιβής να μη βασίζεται σε αυτοματοποιημένη διαδικασία, αλλά να υπόκειται σε κρίση που θα λαμβάνει υπόψη και ποιοτικά κριτήρια. Τέτοια κριτήρια μπορεί, ενδεικτικά, να αποτελούν τα προσόντα, η πρόοδος και η εν γένει εξέλιξη, ο βαθμός συμμόρφωσης του αμειβόμενου προσώπου στην πολιτική της εταιρείας και η συνεισφορά του στο έργο της μονάδας. Κατά την αξιολόγηση αυτή, θα πρέπει επιδόσεις που αφορούν οικονομικά μεγέθη να μην αντισταθμίζουν τυχόν διαπιστωθείσες ελλείψεις ή αστοχίες που αφορούν θέματα μη συμμόρφωσης του αμειβόμενου προς τις διαδικασίες και την πολιτική της εταιρείας. Η αξιολόγηση των επιδόσεων που συνδέονται με την καταβολή πρόσθετων αμοιβών αφορά χρονική περίοδο ικανή για να καταγραφεί η πραγματική απόδοση της αμειβόμενης επίδοσης. Ο υπολογισμός των πρόσθετων έκτακτων αμοιβών γίνεται με βάση δεκτικές προσαρμογής παραμέτρους που συνδέονται με τους κινδύνους (περιλαμβανομένου του κινδύνου ρευστότητας) και το κόστος του κεφαλαίου. Η πρόβλεψη αυτή απαιτείται προκειμένου να διασφαλίζεται ότι για την παροχή κινήτρων λαμβάνονται υπόψη οι μακροπρόθεσμοι επιχειρηματικοί στόχοι της εταιρείας.
Οι αποδοχές διαμορφώνονται με την κατάλληλη αναλογία μεταξύ των σταθερών και των πρόσθετωνέκτακτων αμοιβών. Η πολιτική πρόσθετων-έκτακτων αποδοχών είναι ευέλικτη και προσαρμοσμένη στις συνθήκες της αγοράς και τη φύση της αμειβόμενης εργασίας. Ιδίως έχει δοθεί προσοχή ώστε να διασφαλίζονται τα εξής: 1) Η διαμόρφωση των αποδοχών των υπαλλήλων, κατά κύριο λόγο, από σταθερές και όχι από πρόσθετες- έκτακτες αμοιβές συνδεόμενες με συγκεκριμένες επιδόσεις. 2) Η καταβολή τυχόν πρόσθετης, σημαντικού ύψους έκτακτης αμοιβής, αντί εν όλω και εφάπαξ σε μετρητά, κατά προτίμηση με εναλλακτικούς τρόπους (π.χ. μετοχές της εταιρείας) και τμηματικά, ώστε να λαμβάνονται υπόψη η απόδοση, οι τρέχοντες αλλά και οι μελλοντικοί κίνδυνοι που συνδέονται με τη συγκεκριμένη επίδοση σε βάθος χρόνου. 3) Η δυνατότητα επιστροφής κάθε έκτακτης, πρόσθετης αμοιβής, εφόσον μετά την καταβολή της αποδειχθεί ότι η αμειβόμενη επίδοση προέκυψε από αθέμιτες ή μη συνεπείς με την εφαρμογή της εταιρικής Πολιτικής Αποδοχών. 4) Τέλος, κατά περιόδους εκτάκτων οικονομικών καταστάσεων η εταιρεία αναστέλλει, πλήρως ή εν μέρει, την καταβολή πρόσθετων αποδοχών, όταν ιδίως η αντίστοιχη η εταιρεία παρουσιάζει χαμηλές τιμές σε συγκεκριμένους δείκτες (κεφαλαιακής επάρκειας, ρευστότητας κλπ). Έχει δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα ώστε η πολιτική αποδοχών να μην αποβαίνει εις βάρος των πελατών μας. Συγκεκριμένα, συνεκτιμούνται όλοι οι παράγοντες -πέραν των οικονομικώς μετρήσιμων παραμέτρων, ώστε η αξιολόγηση της ατομικής επίδοσης για τον καθορισμό της πρόσθετης αμοιβής να μη βασίζεται σε αυτοματοποιημένη διαδικασία, αλλά να υπόκειται σε κρίση που θα λαμβάνει υπόψη και ποιοτικά κριτήρια. Τέτοια κριτήρια μπορεί, ενδεικτικά, να αποτελούν τα προσόντα, η πρόοδος και η εν γένει εξέλιξη, ο βαθμός συμμόρφωσης του αμειβόμενου προσώπου στην πολιτική της εταιρείας και η συνεισφορά του στο έργο του τομέα. Κατά την αξιολόγηση αυτή, θα πρέπει επιδόσεις που αφορούν οικονομικά μεγέθη να μην αντισταθμίζουν τυχόν διαπιστωθείσες ελλείψεις ή αστοχίες που αφορούν θέματα μη συμμόρφωσης του αμειβόμενου προς τις διαδικασίες και την πολιτική της εταιρεία. Επιπλέον, ο Τομέας Κανονιστικής Συμμόρφωσης δια μέσω του Προγράμματος Κανονιστικής Συμμόρφωσης και δια μέσω των ελεγκτικών του μηχανισμών, παρακολουθεί την αποφυγή
Συγκρούσεων Συμφερόντων με σκοπό την εφαρμογή άμεσων μέτρων Συμμόρφωσης εφόσον τέτοιες περιπτώσεις αποτυπωθούν. Η επιβράβευση ενός εργαζομένου στην Εταιρία και η μισθολογική του εξέλιξη είναι συνδυασμός των ανωτέρω παραμέτρων. Η πολιτική και τα αντίστοιχα συστήματα αμοιβών και παροχών έχουν αναπτυχθεί με στόχο την προσέλκυση, απασχόληση και διατήρηση έμπειρου προσωπικού που διαθέτει τις αναγκαίες ικανότητες και συμπεριφορές που οδηγούν στη βελτιστοποίηση της ατομικής αλλά και της συνολικής απόδοσης. Συνεπώς, λαμβάνεται υπ όψιν τόσο η απόδοση του στελέχους όσο και του συνόλου της ομάδας με την οποία συνεργάζεται. Οι υπάλληλοι της εταιρείας έχουν πρόσβαση στην εταιρική Πολιτική Αποδοχών ενώ είναι γνωστές και οι διαδικασίες καθορισμού και επαναξιολόγησης του συστήματος αμοιβών. Η επάρκεια της διαδικασίας αξιολογείται από την Οικονομική Διεύθυνση της εταιρείας σε συνεργασία με την Κανονιστική Συμμόρφωση της εταιρείας και είναι αντικείμενο επισκόπησης ώστε τυχόν αδυναμίες να εντοπίζονται και να διορθώνονται. Οι αποδοχές των εργαζομένων ορίζονται από την Πολιτική Αποδοχών της εταιρείας και προτείνονται από τον Υπεύθυνο του Τμήματος που πρόκειται να απασχοληθεί ο εργαζόμενος, με την τελική έγκριση να δίδεται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο /Πρόεδρο του Δ.Σ. της εταιρείας. Κανένας περιορισμός δεν τίθεται ως προς την εκπαίδευση των εργαζομένων στην Εταιρία. Αντιθέτως, η Διοίκηση της εταιρείας - με την συνδρομή του Υπεύθυνου Συμμόρφωσης- εποπτεύοντας την ανταπόκριση και υιοθέτηση των κανόνων της Εταιρίας από το προσωπικό, αποφασίζει είτε την πραγματοποίηση επιμορφωτικών συναντήσεων είτε τη συμμετοχή εργαζομένων σε σεμινάρια επαγγελματικής κατάρτισης με σκοπό την αφομοίωση των τεθέντων από την Εταιρία ποιοτικών προτύπων. Σκοπός των ανωτέρω είναι η συνεχής επιμόρφωση του προσωπικού και η βελτιστοποίηση παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες.
Σε περίπτωση εργαζομένου που υπολείπεται των ποιοτικών προτύπων ενημερώνεται ο ίδιος, ο προϊστάμενος του και η Κανονιστική Συμμόρφωση με σκοπό την εναρμόνιση του εργαζομένου με τα ζητηθέντα ποιοτικά κριτήρια και του ζητούνται και του προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα συμμόρφωσης. Τυχόν αποκλίσεις από τον μέσο όρο πρόσθετων αμοιβών αποτελούν αντικείμενο ειδικής επισκόπησης από την Κανονιστική Συμμόρφωση. Κυρίως εξετάζεται η ταυτόχρονη ικανοποίηση των πελατών καθώς και όλα τα υπόλοιπα ποιοτικά κριτήρια. Τέλος, οι καταγγελίες πελατών αποτελούν σημαντικό προσδιοριστικό παράγοντα εξέτασης από την εταιρεία, η οποία και διαθέτει συγκεκριμένη Πολιτική και διαδικασία αντιμετώπισης των καταγγελιών πελατών της. Συγκεκριμένα, η ύπαρξη καταγγελιών και παραπόνων πελατών θεωρείται για την INVESTMENT ANALYSIS ΑΕΠΕΥ ένας από τους σημαντικότερους λόγους που μπορεί να οδηγήσει έως και σε πειθαρχικές κυρώσεις του εργαζόμενου. Ποσοτικές Πληροφορίες Τέλος, οι συνολικές ποσοτικές πληροφορίες αναφορικά με τις αποδοχές του προηγούμενου έτους κατανεμημένες σε αποδοχές ανώτερων διοικητικών στελεχών και αποδοχές μελών προσωπικού έχουν ως εξής :