3 91
Εdward Lear, υδατογραφία του Robert Ingpen, 2012 Ο Εdward Lear σε ηλικία 28 ετών, σχέδιο άγνωστου, 1840 92
ΒΟΥΝΑ ΤΟΥ ΣΟΥΛΙΟΥ (6 Μαΐου 1849), υδατογραφία και γκουάς, 40,0 x 20,0 εκ. (Εθνική Πινακοθήκη Σκωτίας, Εδιμβούργο) ΣΟΥΛΙ (1851), χρωμολιθογραφία, 19,0 x 12,0 εκ., (Συλλογή Α. Παπασταύρου) 93
ΣΟΥΛΙ (5 Μαΐου 1848), ολοκληρωμένη υδατογραφία, σε λευκό χαρτί, 16,0 x 25,0 εκ. (Ashmolean Museum, Οξφόρδη) Όταν ο E.L. επισκέφτηκε το Σούλι, την άνοιξη του 1849, ήταν πολύ καλά διαβασμένος. Ήξερε τα πάντα, τόσο για τους σουλιώτες, όσο και για τους αγώνες τους εναντίον του Αλή Πασά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είχε μελετήσει προσεκτικά τα προγενέστερα περιηγητικά χρονικά των William Martin Leake (1777-1860) Travels in the Northern Greece, 1835 τον οποίο γνώριζε προσωπικά -, Thomas Smart Hughes (1786-1847) Travels in Sicily, Greece and Albania, 1820, Sir Henry Holland (1788-1873), Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia etc., 1815, John Cam Hobhouse (1786-1869) A Journey through Albania and the Other Provinces of Turkey in Europe etc., 1813 και - βεβαίως - το επικό ποίημα του Lord Byron (1788-1824), Childe Harold s Pilgrimage, 1812. Επιπλέον διέθετε κλασική παιδεία και επαρκή γνώση της ελληνικής ιστορίας. Αυτά συντέλεσαν ώστε από τις αμέτρητες χώρες τις οποίες επισκέφτηκε (Ευρώπη, Ασία και Αφρική) να αγαπήσει περισσότερο την Ελλάδα, και να καταχωρηθεί, ως Ο Toπιογράφος της Ελλάδας. 94
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΚΙΑΦΑΣ ΣΤΟ ΣΟΥΛΙ (5 Μαΐου 1849), υδατογραφία με γκουάς, 30,0 x 40,0 εκ. (Εθνική Πινακοθήκη Σκωτίας, Εδιμβούργο) Ο Ε.L. στο ωραιότατο σχέδιό του απεικονίζει το κάστρο της Κιάφας στο Σούλι, όπου διανυκτέρευσε στις 5 Μαΐου 1849. Το οχυρό κτίστηκε από τον Αλή Πασά μετά την εκδίωξη των σουλιωτών στα 1803. Στο εσωτερικό του ήταν το σεράι του, που δεν υπάρχει σήμερα. Την περίοδο που βρέθηκε εκεί ο E.L. στέγαζε το κυβερνείο του τούρκου διοικητή. Ο ζωγράφος έφτασε δυο ώρες μετά τη δύση του ηλίου, κουρασμένος και καταπονημένος, ελπίζοντας να περάσει εκεί τη νύχτα του. Όμως τον περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη: «Κάτω από ένα φωτεινό φεγγάρι είδα τον αλβανό κυβερνήτη, με είκοσι ή τριάντα παληκάρια, να κάθονται στο κατώφλι της πύλης. Ο τραχύς ηλικιωμένος κύριος μας απαγόρευσε να περάσουμε την είσοδο του φρουρίου. Γιοκ είπε συνοφρυωμένος έντονα. Γιοκ, γιοκ. Για καλή μας τύχη βρισκόταν εκεί ένας τούρκος αξιωματικός του μηχανικού, που είχε έρθει από τα Γιάννενα προς επιθεώρηση. Χάρη σε αυτόν εμείς και τα άλογά μας μπήκαμε στο φρούριο, γιατί διαφορετικά θα περνούσαμε τη νύχτα χωρίς φαγητό και προστασία [...]». 95
ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΣΟΥΛΙ (5 Μαϊου 1849), σχέδιο με υδρόχρωμα, σέπια, μελάνι και πράσινο γκουάς, σε λευκό χαρτί, 25,2 x 40,4 εκ.(harvard University Houghton Library) «Εκεί όπου με έβαλαν να κοιμηθώ είχε τόση ζέστη και καπνό - από τα τσιμπούκια τους - ώστε αναγκάστηκα να πάρω το στρώμα μου και να ξαπλώσω στη βεράντα. Ο χριστιανός συνοδός μου Αντρέας μου έφερε για φαγητό σούπα από ρύζι, μέσα σε μια τεράστια γαβάθα, που μαγείρεψε ο ίδιος. Όσοι από τους γενναίους σουλιώτες τελικά διέφυγαν στην Πάργα, πέρασαν στην Κέρκυρα και μπήκαν στην υπηρεσία της Γαλλίας και της Ρωσίας. Αρκετοί από την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης έχουν επιστρέψει στην Ήπειρο, ή την Ελλάδα. Όμως η πολεμοχαρής αυτή φυλή που στο απόγειο της δύναμής της εξουσίαζε 60 χωριά, μπορούμε να πούμε ότι τώρα έχει εξαφανιστεί». Γράφει ο Ε.Lear στο ημερολόγιό του, την ίδια μέρα που φιλοτέχνησε το ανωτέρω σχέδιό του: «Ατένιζα τις περίεργες και αθόρυβες για εμένα φιγούρες, φωτισμένες από το φως του φεγγαριού, που σβήνει σε ασημί γύρω από τα επιβλητικά βουνά. Για χρόνια οι λόφοι αυτοί σπάνια είχαν πάψει να ακούνε τις κραυγές των εχθρών, και την απελπισία και αγωνία των σουλιωτών. Τώρα είναι όλα σιωπηλά. Με εξαίρεση τo Σινά, δεν έχω δει κανένα πιο παράξενο μέρος!». 96
ΟΙ ΒΡΑΧΟΙ ΤΟΥ ΣΟΥΛΙΟΥ (5 Μαΐου 1849), σχέδιο με υδρόχρωμα και γκουάς, σε χαρτόνι, 30,0 x 40,0 εκ. (Εθνική Πινακοθήκη Σκωτίας, Εδιμβούργο) Ο E.L. γράφει στο Journals.... «Και ενώ προσπαθούσαμε να πλησιάσουμε στην άκρη του γκρεμού μέσα από απόκρημνα μονοπάτια τις σκέψεις μου απασχολούν λιγότερο τα άγρια τοπία και περισσότερο η ιστορία του τόπου αυτού. [...] Κάθε στροφή του φαραγγιού που πρόκειται να περάσω έχει σημαδευτεί με τους αγώνες του ηρωικού αυτού λαού, που πριν από 40 χρόνια εξοντώθηκε από τον εχθρό του, τον Αλή Πασά. Κάθε κορυφή των βουνών αυτών είναι βαμμένη με αίματα. [...] Αλλά οι σκέψεις μου διακοπήκανε από ένα δυσάρεστο περιστατικό. Σε κάποιο βραχώδες και δύσκολο μονοπάτι το άτυχο άλογό μου σκόνταψε για δεύτερη φορά και όλες μου οι αποσκευές (το καλάθι με το κυλικείο μου, τα πιάτα και τα πιρούνια) που είχα αγοράσει στην Πάτρα βρέθηκαν στα κατσάβραχα της σκοτεινής αβύσσου του Αχέροντα. Εγώ ευτυχώς δεν έπαθα τίποτα. [...] Δεν θα ξεχάσω εύκολα τους κόπους και τις προσπάθειες που χρειαστήκανε για να οδηγήσουμε τα άλογά μας σε αυτό το τρομερό βάραθρο. Η βροχή που προηγήθηκε έσβησε τα ίχνη του μονοπατιού και μπροστά μας υπήρχαν απότομοι βράχοι που κατέληγαν στο βαθύ ρέμα». 97
98
ΣΟΥΛΙ (6 Μαΐου 1849), σχέδιο με μελάνι σέπιας, μπλε γκουάς και γραφίτη, σε χειροποίητο χαρτί, 26,0 x 43,0 εκ. (Harvard University Houghton Library) Φεύγοντας από το κάστρο της Κιάφας ο E.L. γράφει στο ημερολόγιό του: «Κέρασα πρωίπρωί καφέ τόσο τον κυβερνήτη όσο και τους άντρες του. Παρόλα αυτά εκείνος μου ζήτησε πολλά δώρα για τον εαυτό του κάτι σαν επαιτεία και διέταξε να τα στείλω στο Σούλι από κάποια μεγάλη πόλη που θα επισκεπτόμουν στη συνέχεια. Αυτά που ήθελε ήταν ένας καθρέπτης, ένα καλό τηλεσκόπιο, τέσσερα ποτήρια κρασιού, μια γυάλινη φιάλη για ρακί, πιστόλια, ένα ψαλίδι και αγγλικά υφάσματα. Ο συνοδός μου Αντρέας του είπε στα αλβανικά ότι όλα αυτά θα αποσταλούν με την πρώτη ευκαιρία. Όμως εγώ δεν άκουσα τίποτα από τις πλούσιες υποσχέσεις του, γιατί δε γνωρίζω αλβανικά, και έτσι δεν αισθάνομαι υποχρεωμένος και να τις τηρήσω...». Σε πολλούς υπότιτλους των έργων του E.L. ο αναγνώστης θα συναντήσει τη λέξη γκουάς (guache), που είναι μια τεχνική της ζωγραφικής, που βασίζεται στη χρήση κόλλας και αδρανών υλικών, πάνω σε χαρτί ή χαρτόνι. 99
ΣΟΥΛΙ (5 Μαΐου 1849), σχέδιο με μελάνι σέπιας, μπλε γκουάς και γραφίτη, σε χειροποίητο χαρτί, 26,1 x 35,1 εκ., (Harvard University Houghton Library) Η αμεσότητα των σκίτσων του Lear, όπως τα παρατιθέμενα στην παρούσα σελίδα, προσθέτουν ασφαλώς μια επί πλέον διάσταση στην αίσθηση της αυθεντικότητας, αν και αυτά όπως γράφει η βιογράφος του Seline Bullocke δεν έχαιραν οποιασδήποτε εκτίμησης κατά τη διάρκεια της ζωής του καλλιτέχνη μας. Τα περισσότερα λειτουργούσαν σαν οδηγοί μεγαλυτέρων συνθέσεων για τις επόμενες παραγγελίες φιλότεχνων πελατών του, που θα ολοκληρώνονταν στο εργαστήριό του. Σημειώσεις και σχόλια που δήλωναν με σαφήνεια συγκεκριμένα στοιχεία, όπως το είδος του φωτός, την ώρα της ημέρας που φιλοτέχνησε το σκίτσο, την ένταση των χρωμάτων, καθώς και τυχόν προσαρμογές, που θα έπρεπε να γίνουν στις αναλογίες, συνήθως γράφονταν από τον Ε. Lear με μολύβι επάνω στο σχέδιο. Στο θέμα αυτό ο E.L. ακολούθησε τις προτροπές του περίφημου τεχνοκριτικού, συγγραφέα και ζωγράφου της εποχής John Ruskin (1819-1908), ο οποίος και ενθάρρυνε αυτού του είδους τις σημειώσεις, τονίζοντας στις επιστολές του προς τους επίδοξους καλλιτέχνες ότι «...θα είναι πολύ χρήσιμο από όποιο σημείο και αν διέρχεστε, να σημειώνετε σχολαστικά τα σχήματα των σκιών, για μελλοντική χρήση». Ο πολύς Ruskin έγραψε στις 15.2.1886 στην εφημερίδα Pall Mall Gazette: «Από τα 100 λογοτεχνικά έργα που διάβασα, σαν πρώτα κατατάσσω τα έργα του E.L.». Ήταν η λογοτεχνική δικαίωσή του, δυό χρόνια πριν πεθάνει. ΣΟΥΛΙ (5 Μαΐου 1849), σχέδιο με μελάνι σέπιας, μπλε γκουάς και γραφίτη, σε χειροποίητο χαρτί, 15,0 x 26,1 εκ., (Harvard University Houghton Library) 100
ΚΟΙΛΑΔΑ ΣΟΥΛΙΟΥ (6 Μαΐου 1849), σχέδιο με σέπια, μελάνι, πορφυρό και πράσινο γκουάς και γραφίτη, σε χαρτί, 24,5 x 36,4 εκ. (Harvard University Houghton Library) 101
ΣΟΥΛΙ - ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΦΑΡΑΓΓΙ, (5 Μαΐου 1849), σχέδιο με μολύβι και σέπια σε χαρτί, 22,5 x 14,0 εκ. (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα) Το παρατιθέμενο είναι ένα από τα 202 σχέδια του Ε. Lear που βρίσκονται στις συλλογές της Γενναδείου Βιβλιοθήκης. Πώς όμως απέκτησε το πνευματικό αυτό ίδρυμα τον όγκο αυτό των έργων του E.L.; Την απάντηση δίνει η πρ. Διευθύντρια της Γενναδείου Βιβλιοθήκης Χάρις Καλλιγά: «Τα πανηγυρικά εγκαίνια της Γενναδείου Βιβλιοθήκης έγιναν στην Αθήνα στις 23 Απριλίου 1926. Αμέσως μετά ο ιδρυτής της Ιωάννης Γεννάδιος (1844-1932), από τα Δολιανά των Ιωαννίνων και η σύζυγός του Ανθή, επέστρεψαν στο σπίτι τους στο Sarrey της Αγγλίας. [...] Στις 23 Φεβρουαρίου 1929 έλαβε ένα γράμμα των υπευθύνων του Οίκου Graddock & Βarnard, με το οποίο του γνωστοποιούν ότι μόλις αγόρασαν ολόκληρη τη συλλογή των σχεδίων που κληροδότησε ο Ε. Lear στον μεγάλο φίλο του Sir Franklin Lushington [1823-1901], από τα οποία περίπου 140 απεικόνιζαν τοπία της Ελλάδας. Η τιμή που ζητούσαν ήταν 25 λίρες Αγγλίας. Ο Γεννάδιος την εποχή εκείνη δεν ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση και δεν μπορούσε να αγοράσει τα έργα μόνος του. Έτσι αμέσως γράφει στον Edward Cupps (1866 1950), πρόεδρο της Αρχαιολογικής Σχολής στο Princeton και τον παρακινεί να αγοραστούν τα έργα για λογαριασμό της Γενναδείου, τονίζοντας ότι...η συλλογή είναι υπέροχη και προσφέρεται παράλογα φτηνά. Το πολυπόθητο καταφατικό τηλεγράφημα έφτασε στο Γεννάδιο στις 24 Μαρτίου 1929, και σύντομα τα 188 αυτός ήταν τελικά ο αριθμός των έργων - απεστάλλησαν στη Γεννάδειο για να αποτελέσουν ένα από τα κυριότερα κοσμήματατά της. Το 1940 ο τότε διευθυντής της Γενναδείου Shirley H. Weber, με τη βοήθεια της Βρετανικής Αποστολής στην Αθήνα κατάφερε να αγοράσει 14 ακόμη έργα του Lear, στην τιμή των 5,90 λιρών! Οι πωλητές ήταν οι ίδιοι». 102
ENAΣ ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΛΟΦΟΡΟΣ ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ (c.1863) ελαιογραφία, 35,0 x 45,0 εκ. (ιδιωτική συλλογή) Τις περιόδους που ο Lear πέρασε στην Κέρκυρα, συνάντησε εκεί πολλούς σουλιώτες, που ήταν απόγονοι των συμπατριωτών τους, οι οποίοι κατέφυγαν στα Επτάνησα, στα 1804, μετά την κατάληψη του Σουλίου το 1803. Ήταν περίπου 2500. Ανάμεσά τους και οι Φώτος Τζαβέλλας και Γιώργος Νότη Μπότσαρης, που πέθαναν και τάφηκαν στην Κέρκυρα. Εκεί αντιμετώπισαν πολύ μεγάλο πρόβλημα σίτισης και στέγασης. Εγκαταστάθηκαν στη Λευκίμη, Μαντούκι (συνοικισμός Καρτέρια), Μεσσογγή, Γαρίτσα και κοντά στην πόλη, όπου ίδρυσαν τους συνοικισμούς Σουλόπουλο, Σουλέικα και Αρβανίτικο Κανάλι. Σήμερα στην Κέρκυρα υπάρχει ισχυρή σουλιώτικη παροικία. Οι σκληραγωγημένοι ορεσίβιοι ηπειρώτες ταλαιπωρήθηκαν πολύ. Γεννημένοι ως πολεμιστές ήταν αδύνατο να ασχοληθούν με αγροτικές εργασίες. Πολλοί από εκείνους που πήγαν στη Λευκίμη πέθαναν, λόγω της νοσηρότητας του εδάφους προς το οποίο δεν ήταν εξοικειωμένοι. Οι μάχιμοι κατετάγησαν στις γαλλικές και ρωσικές δυνάμεις του νησιού, οι γάλλοι μάλιστα δημιούργησαν έξη τάγματα, αποκλειστικά από σουλιώτες. Οι υπόλοιποι έζησαν κάνοντας ταπεινωτικές για αυτούς εργασίες, όπως του οδοκαθαριστή και του νεροπουλητή. Ορισμένοι θυμήθηκαν το παλιό τους επάγγελμα του ζωοκλέφτη και του ληστή, με αποτέλεσμα να δεχτούν πολλές διώξεις, από τις τοπικές αρχές. 103
104 ENAΣ ΚΑΘΙΣΤΟΣ ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ (Απρίλιος 1863), σχέδιο με μολύβι, σε χαρτί, 8,5 x 8,0 εκ. (Victoria and Albert Museum, Λονδίνο)
ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΣΟΥΛΙΟΥ (5 Μαΐου 1849), σχέδιο με σέπια, μελάνι, πορφυρό γκουάς και γραφίτη, σε χαρτί, 24,5 x 36,4 εκ. (Harvard University Houghton Library) 105
O Edward Lear και ο γάτος του, σχέδιο του Peter Brookes, 2000 Edward Lear, σύνθεση του Raphael Nieto, c.2000 106